Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Λεονάρντο ντα Βίντσι: Ζωγραφίζοντας το ερώμενο πρόσωπο

Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι έγραψε κάποτε: «Αν ο ποιητής λέει ότι μπορεί να ανάψει στους άντρες τη φλόγα της αγάπης […] ο ζωγράφος έχει τη δύναμη να κάνει το ίδιο […] βάζοντας μπροστά στον εραστή την εικόνα της αγαπημένης του, τόσο ίδιας με την αληθινή που να τον κάνει να αισθάνεται ότι μπορεί να απλώσει το χέρι του και να τη φιλήσει ή απλά να της μιλήσει».

Έχουν επιβιώσει μονό τέσσερα πορτρέτα γυναικών που ζωγράφισε ο Λεονάρντο. Οι τρεις γνωστές — η Τζινέβρα ντε Μπέντσι, η Τσετσίλια Γκαλλεράνι και η Λίζα ντελ Τζοκόντο — ήταν αντικείμενα θαυμασμού από τους εντολοδόχους των πορτρέτων. Ο Λεονάρντο απέδωσε με εκπληκτική ομοιότητα τα ερώμενα πρόσωπα, για να τα προσφέρει στους θαυμαστές τους.

ZoomInImage
Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Τζινέβρα ντε Μπέντσι», περ. 1474–1478. Λάδι σε πάνελ, 38 x 35 εκ. Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσιγκτον.(Public Domain)

 

Τζινέβρα ντε Μπέντσι

Ο Λεονάρντο ήταν 21 ετών όταν ζωγράφισε το πορτρέτο της 16χρονης Φλωρεντινής αριστοκράτισσας Τζινέβρα ντε Μπέντσι. Η παραγγελία του πορτρέτου της έγινε με αφορμή τον αρραβώνα της με τον Λουίτζι Νικκολίνι, τον οποίο παντρεύτηκε το 1474. Ο Λεονάρντο ήταν ένας ικανός παρατηρητής της ανθρώπινης φύσης, με μία απίστευτη ικανότητα να αποτυπώνει όλες τις αποχρώσεις της προσωπικότητας του μοντέλου του. Η έκφραση της Τζινέβρα στον πίνακα είναι συγκρατημένη — όπως θα περίμενε κανείς σε έναν κόσμο με κανονισμένους γάμους και ανεκπλήρωτους έρωτες. Ο πίνακας αντικατοπτρίζει την αναγεννησιακή πλατωνική αγάπη μεταξύ ανδρών και γυναικών, που συχνά εκφράζεται με την ποίηση, το τραγούδι και τη ζωγραφική.

Λέγεται ότι ο Βενετός διπλωμάτης Μπερνάρντο Μπέμπο ήταν θαυμαστής της Τζινέρβα και πιστεύεται ότι εκείνη ενέπνευσε το ποίημα του Αλεσσάντρο Μπρατσέσσι. Οι μελετητές πιστεύουν ότι αυτό το ποίημα αναφέρεται στην αποχώρηση του Μπέμπο, ο οποίος, ως διπλωμάτης και ανθρωπιστής από τη Βενετία, ταξίδευε στη Φλωρεντία πολλές φορές κατά τη διάρκεια της καριέρας του, αλλά ποτέ δεν έμεινε. Η Τζινέβρα και ο Μπέμπο είχαν μια στενή, πλατωνική σχέση. Πιστεύεται ότι ήταν ο Μπεμπο που παρήγγειλε το ποίημα.

Είθε η Τζινέρβα να χύνει δάκρυα όταν φεύγεις, Μπέμπο.

Είθε να επιθυμεί μεγάλες καθυστερήσεις και

να παρακαλεί τους ουράνιους Θεούς για

κάθε δυσκολία που μπορεί να εμποδίσει το ταξίδι σου.

Και μακάρι να εύχεται ότι τα ευγενικά αστέρια

Με δυσμενείς ανέμους και καταιγίδες δυνατές

 Την αναχώρησή σου θα εμποδίσουν.

Το πορτρέτο, που δημιουργήθηκε με ελαιοχρώματα, ένα νέο για την εποχή μέσο, δείχνει πώς ο Λεονάρντο πειραματίστηκε με τις δυνατότητες του χρώματος για να αποδώσει πιο φωτεινούς του τόνους του δέρματος. Πρωτοστάτησε στη χρήση του σφουμάτο (sfumato), μία μέθοδο που συνίσταται στην ανάμειξη λεπτών στρωμάτων  αραιωμένου χρώματος. Οι πινελιές που προκύπτουν είναι τόσο λεπτές που δεν μπορούν να εντοπιστούν ούτε με μικροσκόπιο.

Η ιδιοφυΐα του Λεονάρντο στην ακριβή αποτύπωση της Τζινέβρα φαίνεται τόσο στη σύνθεση όσο και στην τεχνική.  Κατ’ αρχάς, τοποθέτησε τη φιγούρα σε γωνία τριών τετάρτων, αντί της πιο συμβατικής μετωπικής όψης που υπερίσχυε στην εποχή του. Αυτός ο νέος νατουραλισμός μεταμόρφωσε την αναγεννησιακή ζωγραφική. Οι σύγχρονοι του Λεονάρντο – συμπεριλαμβανομένου του Μιχαήλ Αγγέλου – θεώρησαν την πόζα και την τεχνική του επαναστατικές.

Το έργο «Τζινέβρα ντε Μπέντσι» είναι ζωγραφισμένο με φόντο ένα φυσικό τοπίο, το οποίο θεωρούταν μία ακόμη απόκλιση από το καθιερωμένο πρότυπο της εποχής, που ήταν οι εσωτερικοί χώροι. Η μορφή της Τζινέβρας πλαισιώνεται από έναν άρκευθο ή κεδρόμηλο – η ιταλική λέξη για τον άρκευθο είναι ginepro.

Επιπλέον, στο πίσω μέρος του πίνακα, ο Λεονάρντο ζωγράφισε ένα «Στεφάνι από δάφνη, φοίνικα και άρκευθο, με έναν πάπυρο στη μέση όπου αναγράφεται Virtutem Forma Decorat (Η ομορφιά κοσμεί την αρετή)». Η δάφνη και ο φοίνικας ήταν το προσωπικό έμβλημα του Μπερνάρντο Μπέμπο, του όχι και τόσο μυστικού θαυμαστή της. Στη περίπτωση αυτή είναι τοποθετημένα αριστερά και δεξιά του αρκεύθου.

Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Στεφάνι από δάφνη, φοίνικα και άρκευθο, με πάπυρο όπου αναγράφεται Virtutem Forma Decorat», περ. 1474–1478. Τέμπερα σε πάνελ. 38 x 35 εκ. Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσιγκτον. (Public Domain)

 

Τσετσίλια Γκαλλεράνι

Το μοντέλο στον πίνακα του Λεονάρντο «Η Κυρία με την ερμίνα» ήταν η Τσετσίλια Γκαλλεράνι, ερωμένη του Λουδοβίκου Σφόρτσα, δούκα του Μιλάνου. Το πορτρέτο ζωγραφίστηκε γύρω στα 1489 με 1490, όταν ο Λεονάρντο προσελήφθη από τον δούκα. Όπως και η Τζινέβρα, η Γκαλλεράνι ποζάρε στην αγαπημένη του πόζα των τριών τετάρτων. Οι αποχρώσεις του δέρματος της γυναίκας όπως και η γούνα της ερμίνας που κρατάει είναι ζωγραφισμένες με το φίνο και απαλό σφουμάτο του Λεονάρντο.

Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Η Κυρία με την ερμίνα», περ. 1489. Λάδι και τέμπερα σε πάνελ, 54 x 40 εκ. Εθνικό Μουσείο Κρακοβίας, Πολωνία. (Public Domain)

 

Το σκούρο φόντο του καμβά δεν ήταν αρχικά ζωγραφισμένο από τον Λεονάρντο. Τον 17ο αιώνα, κάποιος ζωγράφισε πάνω στο πρωτότυπο του, το οποίο ήταν κατά κύριο λόγο ένα γκριζωπό μπλε. Οι συντηρητές δεν είναι σίγουροι για το πώς ήταν το αρχικό φόντο και η απεικόνιση με ακτίνες Χ απέτυχε να δώσει μία πειστική απάντηση. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η αρχική παλέτα του Λεονάρντο ήταν πιο ζωντανή και ότι ο καμβάς έγινε πιο θολός μετά από μία σειρά μικροαλλαγών.

Ο πίνακας μεταφέρθηκε στην Πολωνία γύρω στα 1800. Ο πρίγκιπας Άνταμ Τσαρτορίσκι τον χάρισε στη μητέρα του, την ιδρύτρια του Μουσείου Czartoryski. Ο θρύλος λέει ότι εκείνη ζήτησε την προσθήκη του μαύρου φόντου – η Ιζαμπέλα Τσαρτορίσκι, όπως φαίνεται, δεν είχε την ευαισθησία των σύγχρονων επιμελητών. Όσον αφορά την ερμίνα, παρατήρησε: «Αν είναι σκύλος, είναι πολύ άσχημος». Ευτυχώς που δεν ζήτησε να καλυφθεί και αυτή με χρώμα.

Είναι πιθανό η ερμίνα να συμβολίζει τον Λουδοβίκο Σφόρτσα. Καθώς το 1488 του απενεμήθη το παράσημο της Ερμίνας  από τον βασιλιά της Νάπολης, ήταν γνωστός ως «η Λευκή Ερμίνα». Άλλη μία ερμηνεία για την παρουσία του ζώου στον πίνακα είναι η σύνδεση της ονομασίας του ζώου – ερμίνα ή γαλή (;) – με το όνομα της γυναίκας – Γκαλλερίνα. Ή, ίσως η ερμίνα αναφέρεται στη σχέση των εραστών. Στην αναγεννησιακή παράδοση, οι ερμίνες θεωρούνταν προστάτιδες των εγκύων. Το 1491, η Σεσίλια γέννησε έναν γιο και σύντομα έπρεπε να εγκαταλείψει την αυλή. Πήρε τον πίνακα, ο οποίος μπορεί να ήταν το αποχαιρετιστήριο δώρο του δούκα.

Λίζα Γκεραρντίνι

Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Μόνα Λίζα», μεταξύ 1503–1505. Λάδι σε ξύλο λεύκας, 76 x 51 εκ. Μουσείο του Λούβρου, Γαλλία. (Public Domain)

 

Προς το τέλος της ζωής του ο Λεονάρντο δημιούργησε ένα πραγματικά αξιοσημείωτο πορτρέτο. Το όνομα της γυναίκας ήταν Λίζα Γκεραρντίνι. Σε ηλικία 16 ετών, παντρεύτηκε έναν έμπορο μετάξης ονόματι Φραντσέσκο ντι Μπαρτολομέο ντι Ζανόμπι ντελ Τζοκόντο, ο οποίος ανέθεσε στον Λεονάρντο να ζωγραφίσει το πορτρέτο της γυναίκας του γύρω στο 1503.

Ζωγραφισμένος με λάδι σε πάνελ από ξύλο λεύκας, ο καμβάς φαίνεται να έχει τροποποιηθεί πολλές φορές από τον καλλιτέχνη. Το πορτρέτο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της τεχνικής σφουμάτο Το φόντο, παρόμοιο με αυτό του πίνακα «Τζινέβρα ντε Μπέντσι», παρασύρει τους θεατές σε ένα τοπίο της Τοσκάνης από εναέρια προοπτική. Ο Λεονάρντο ήταν ένας από τους πρώτους ζωγράφους που ενσωμάτωσε αυτή την ατμοσφαιρική τεχνική στους πίνακές του. Σήμερα, η «Τζοκόντα», γνωστή και ως «Μόνα Λίζα», είναι ο πιο διάσημος πίνακας παγκοσμίως. Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.

Ο πίνακας βρισκόταν στο Λούβρο από το 1797, μέχρι που κλάπηκε το 1911 από τον Βιντσέντσο Περούτζα έναν Ιταλό μπογιατζή και τεχνίτη υαλοπινάκων. Έχοντας προσληφθεί στο Λούβρο για να τοποθετήσει προστατευτικά τζάμια πάνω σε πίνακες ανεκτίμητης αξίας, σκεπτόταν την ιταλική τέχνη που λεηλατήθηκε από τον Ναπολέοντα  – και αποφάσισε να πάει πίσω ένα μέρος της.

Ειρωνικά, έκλεψε το μοναδικό κομμάτι που είχε δοθεί νόμιμα στον Φραγκίσκο Α΄ της Γαλλίας από τον Λεονάρντο στο τέλος της ζωής του. Η κλοπή και η επακόλουθη επιστροφή της «Μόνα Λίζα» έκαναν τον πίνακα διάσημο. Εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο μυστηρίου, με πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Αρχικά αν επρόκειτο για έργο κατά παραγγελία, γιατί ο Λεονάρντο δεν τον παρέδωσε; Γιατί συνέχισε να τον δουλεύει; Γιατί, στο τέλος της ζωής του, τον έδωσε (ή τον πούλησε) στον βασιλιά της Γαλλίας;

Είναι πιθανό ο πίνακας αυτός να έγινε για τον Λεονάρντο η ενσάρκωση του αναγεννησιακού ιδεώδους της γυναικείας ομορφιάς. Ίσως θα μπορούσε να ήταν ένας πλατωνικός έρωτας, όπως εκείνος του Δάντη για τη Βεατρίκη, το είδος που εμπνέει τον ποιητή της «Θείας Κωμωδίας».  Αποτέλεσε και η Λίζα παρόμοια έμπνευση για τον Λεονάρντο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ με βεβαιότητα…

Του Bob Kirchman

Μαρία Άννα Μότσαρτ: Το ξεχασμένο παιδί-θαύμα

Όλοι γνωρίζουν την ιδιοφυΐα του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ. Συγκριτικά λίγοι, όμως, γνωρίζουν ότι είχε μια μεγαλύτερη αδελφή, που ήταν επίσης εξαιρετικά ταλαντούχος μουσικός.

Στα νεανικά τους χρόνια, και τα δύο παιδιά γυρνούσαν μαζί την Ευρώπη και έδιναν παραστάσεις ενώπιον των υψηλών και ισχυρών. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, η Μαρία Άννα Μότσαρτ επισκιάστηκε από τον λαμπρό αδελφό της. Το ταλέντο της αγνοήθηκε και, μέχρι πρόσφατα, ήταν σχεδόν ξεχασμένη. Τι συνέβη;

Δύο ταλαντούχα αδέλφια

Ο Λεοπόλδος Μότσαρτ (1719-87) και η σύζυγός του Άννα Μαρία (1720-78) απέκτησαν επτά παιδιά, αλλά τα πέντε πέθαναν σε βρεφική ηλικία. Από τα δύο επιζώντα παιδιά, η μοίρα του ενός είναι παγκοσμίως γνωστή. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος Βόλφγκανγκ Θεόφιλος Μότσαρτ, πιο γνωστός ως Βόλφγκανγκ Αμαντέους (1756-91), μεγάλωσε και έγινε ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες όλων των εποχών.

Πέντε χρόνια νωρίτερα, είχε γεννηθεί ένα άλλο παιδί: Η Μαρία Άννα Βαλμπούργκα Ιγκνάτια Μότσαρτ (1751-1829) ή, όπως την αποκαλούσε η οικογένειά της, Νάνερλ. Ο Λεοπόλδος, αυλικός συνθέτης, άρχισε να τη διδάσκει τσέμπαλο όταν ήταν 7 ετών και μάλιστα έφτιαξε γι’ αυτή μία συλλογή συνθέσεων, ταξινομημένες κατά σειρά δυσκολίας. Ο νεαρός «Βόλφερλ» (το παιδικό παρατσούκλι του Βόλφγκανγκ) παρακολουθούσε τα μαθήματα από την κούνια του, απορροφώντας το πρότυπο της αδελφής του. Όταν άρχισε και ο ίδιος να επιδεικνύει μουσικό ταλέντο, ο Λεοπόλδος αποφάσισε να αξιοποιήσει την εκπαίδευσή τους.

ZoomInImage
Πορτραίτο της Μαρίας Άννας σε παιδική ηλικία, το 1763. (Public Domain)

 

Περιοδεία στην Ευρώπη

Το καλοκαίρι του 1763, ολόκληρη η οικογένεια Μότσαρτ έκανε μία μεγάλη περιοδεία στην Ευρώπη, με εμφανίσεις σε πολλές μεγάλες πρωτεύουσες. Η Νάνερλ ήταν σχεδόν 12 ετών και ο Βόλφγκανγκ 7 ετών. Για να περνούν την ώρα τους στις μεγάλες διαδρομές με τις άμαξες, τα παιδιά δημιούργησαν ένα φανταστικό βασίλειο που ονόμασαν Das Konigreich Riicken (σε ελεύθερη απόδοση «Το Ανάποδο Βασίλειο» ή «Το Βασίλειο του Πίσω»).

Αυτός ο φανταστικός κόσμος δημιούργησε πολλές ιστορικές εικασίες. Τι ακριβώς ήταν αυτό το Ανάποδο Βασίλειο; Δυστυχώς, λίγες συγκεκριμένες λεπτομέρειες έχουν φτάσει σε εμάς πέρα από ένα ασαφές περίγραμμα. Όπως το περιγράφει η Τζέιν Γκλόβερ στο βιβλίο της «Οι γυναίκες του Μότσαρτ: Η οικογένειά του, οι φίλοι του, η μουσική του», γνωρίζουμε ότι επρόκειτο για ένα βασίλειο το οποίο συγκυβερνούσαν ως βασιλιάς και βασίλισσα ο Βόλφερλ και η Νάνερλ. Ο υπηρέτης τους Σεμπάστιαν έκανε μερικές φορές σχέδια γι’ αυτούς, εμπνευσμένα από όλα τα παλάτια, τα βασιλικά δικαιώματα και τη χλιδή που συναντούσαν στη μεγάλη τους περιοδεία. Προφανώς, ήταν μια διέξοδος για τα παιδιά από το απαιτητικό πρόγραμμα των δημόσιων εμφανίσεών τους.

ZoomInImage
Καρμοντέλ, «Η οικογένεια Μότσαρτ σε περιοδεία: Λεοπόλδος, Βόλφγκανγκ και Νάνερλ», γύρω στο 1763. Υδατογραφία. (Public Domain)

 

Καθώς ταξίδευαν σε όλη την Ευρώπη, τα αδέλφια έπαιζαν μπροστά σε ακροατήρια πλούσιων τραπεζιτών, ευγενών και βασιλιάδων. Έδωσαν παραστάσεις για την αυτοκράτειρα Μαρία Τερέζα της Αυστρίας, τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ’  της Γαλλίας και τον βασιλιά Γεώργιο Γ΄ της Μεγάλης Βρετανίας. Στο Λονδίνο, ο πατέρας τους τους διαφήμισε και τους δύο ως «θαύματα της φύσης». Εκεί, έπαιξαν ακόμη και για κοινό της μεσαίας τάξης, στην ταβέρνα του Κόρνχιλ.

Ο Βόλφερλ θαύμαζε τη μεγαλύτερη αδελφή του, αλλά οι ικανότητές του ξεπερνούσαν τις δικές της και ο ίδιος κέρδιζε το πιο ενθουσιώδες χειροκρότημα. Του έβαζαν διάφορες δοκιμασίες, όπως το να παρέχει τη γραμμή του μπάσου σε μια δεδομένη μελωδία ή να αναγνωρίζει τους τόνους των κουδουνιών και των ρολογιών (εκτός από τα πιο συνηθισμένα όργανα). Αν και οι θεατές θαύμαζαν τις ικανότητες της Νάνερλ στα πλήκτρα, μαγεύονταν κυριολεκτικά από τον Βόλφγκανγκ.

Όταν η οικογένεια Μότσαρτ επέστρεψε τελικά στο Σάλτσμπουργκ, τρία χρόνια μετά την αναχώρησή της, η Νάνερλ παρέμεινε εκεί. Ήταν πλέον έφηβη, έχοντας ξεφύγει από την κατηγορία του «παιδιού-θαύματος». Στο Λονδίνο, ο Λεοπόλδος την έκανε να μοιάζει μικρότερη, έτσι ώστε ο κόσμος να εντυπωσιάζεται περισσότερο. Αλλά το παιχνίδι είχε πλέον τελειώσει.

Αποσύρεται από το προσκήνιο

Καθώς η φήμη του Βόλφγκανγκ μεγάλωνε, οι ικανότητες της Νάνερλ περνούσαν στην αφάνεια. Εκείνη και η μητέρα της διάβαζαν με φθόνο τα γράμματα του Λεοπόλδου και του Βόλφγκανγκ.

Στην αλληλογραφία μεταξύ του Βόλφγκανγκ και της Μαρίας Άννα εμφανίζονται περιστασιακά αναφορές στο Βασίλειο του Πίσω. Σε μια επιστολή με ημερομηνία 14 Αυγούστου 1773, ο Βόλφγκανγκ αποκαλεί τη Νάνερλ «βασίλισσά του».

Καθώς περνούσαν τα χρόνια, όμως, αυτός ο φανταστικός κόσμος γινόταν όλο και πιο μακρινός για τη Νάνερλ. Η πραγματικότητα είχε εδραιωθεί για τα καλά. Περιορίστηκε να παραδίδει μαθήματα τσέμπαλου, να παίζει και να συνθέτει τα δικά της κομμάτια ιδιωτικά στο Σάλτσμπουργκ. Και όταν ο Βόλφγκανγκ βρήκε νέο σπίτι στη Βιέννη, έχασε το παιδικό της σύντροφο και συγκυβερνήτη του Ανάποδου Βασιλείου.

Όταν η μητέρα τους πέθανε το 1778, ο μόνος της σύντροφος ήταν ο γκρινιάρης Λεοπόλδος. Πάντα ήταν ευερέθιστη, αλλά τώρα ξέσπαγε σε κλάματα και φωνές συνεχώς. Το 1784 παντρεύτηκε έναν μεγαλύτερο της, τον χήρο Ιωάννη Βαπτιστή Φραγκίσκο φον Μπέρχτολντ τσου Ζόνενμπουργκ., ο οποίος είχε ήδη πέντε παιδιά του, και πήγε να ζήσει μαζί τους στο αυστριακό χωριό όπου ο σύζυγος της υπηρετούσε ως νομάρχης. Έτσι, σε ηλικία 33 ετών εξαφανίστηκε από την ιστορία της οικογένειας Μότσαρτ.

ZoomInImage
Πορτραίτο του συζύγου της Νάνερλ, Ιωάννη Βαπτιστή Φραγκίσκου φον Μπέρχτολντ τσου Ζόνενμπουργκ, από άγνωστο καλλιτέχνης, τέλη 18ου αιώνα. Μουσείο του Σάλτσμπουργκ. (Public Domain)

 

Νάνερλ η συνθέτις

Ωστόσο, επανεμφανίστηκε την επόμενη δεκαετία. Όταν πέθανε ο αδερφός της, την πλησίασαν οι βιογράφοι του, για να τους δώσει τις επιστολές και τις καταχωρήσεις ημερολογίου που είχε στην κατοχή της. Είναι χάρη στη Νάνερλ που γνωρίζουμε τόσες λεπτομέρειες για την πρώιμη ζωή του Βόλφγκανγκ , συμπεριλαμβανομένου του μυστηριώδους Βασιλείου του Πίσω.

Γνωρίζουμε επίσης ότι και η ίδια η Νάνερλ έγραψε μουσική, αφού ο Βόλφγκανγκ είχε επαινέσει τις συνθέσεις της σε ορισμένες από τις επιστολές του. Σε ένα γράμμα, με ημερομηνία 7 Ιουλίου 1770, την ενθάρρυνε, έχοντας λάβει το τραγούδι «Ψέματα» που εκείνη είχε γράψει: «Αγαπητή μου αδερφή! Με έκπληξη ανακαλύπτω ότι μπορείς να συνθέτεις τόσο απολαυστικά. Με μια λέξη, το τραγούδι σου «Ψέματα» είναι πολύ όμορφο. Πρέπει να συνθέτεις πιο συχνά.»

Ούτε αυτό το τραγούδι ούτε καμία άλλη μουσική που έγραψε δεν έχει επιβιώσει. Πρόσφατα, όμως, ένας Αυστραλός καθηγητής μουσικής, ο Μάρτιν Τζάρβις, κατέληξε σε διαφορετικό συμπέρασμα. Αφού διεξήγαγε σχολαστικές επιστημονικές αναλύσεις των χειρογράφων του Μότσαρτ, ισχυρίστηκε ότι δύο από τα πέντε κοντσέρτα για βιολί του Βόλφγκανγκ, με διαφορετικό γραφικό χαρακτήρα, μπορεί να γράφτηκαν από τη Νάνερλ.

Η Νάνερλ στα μυθιστορήματα

Δυστυχώς, πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ πώς ακουγόταν η μουσική της Νάνερλ. Και ενώ δεν υπάρχουν βιογραφίες της Μαρίας Άννας Μότσαρτ, υπήρξαν αρκετές μυθιστορηματικές μεταφορές της ζωής της, ακόμη και μια ταινία.

Το πιο πρόσφατο από αυτά τα μυθιστορήματα, και το πιο ιδιαίτερο, είναι το «Το Βασίλειο του Πίσω» (The Kingdom of Back) της Μαρί Λου. Γράφοντας από την οπτική του Νάνερλ, η Λου επικεντρώνει την ιστορία της γύρω από τον φανταστικό κόσμο που τα δύο παιδιά-θαύματα δημιούργησαν μαζί:

«Θα πρέπει να δώσουμε ένα όνομα στο βασίλειο», ανακοίνωσε ο Βόλφερλ. […] «Ας το ονομάσουμε «Το Βασίλειο του Πίσω», δήλωσε.

«Τι περίεργο όνομα», ψιθύρισα. «Γιατί;»

Ο  Βόλφερλ φαινόταν ευχαριστημένος με τον εαυτό του. «Επειδή είναι όλα ανάποδα, έτσι δεν είναι;» απάντησε. «Τα δέντρα στέκονται στα κεφάλια τους, το φεγγάρι βρίσκεται που έπρεπε να έχει ήλιο.»

ZoomInImage
Η ιστορική μυθοπλασία της Μαρί Λου, για την αδερφή του Μότσαρτ, Νάνερλ.

 

Καθώς η ιστορία εξελίσσεται, πραγματικά ιστορικά γεγονότα συνυφαίνονται με έναν όλο και πιο περίτεχνο κόσμο φαντασίας, «ένα όνειρο με ομίχλη και αστέρια, πρίγκιπες των νεράιδων και βασίλισσες της νύχτας». Καθώς η «άλλη Μότσαρτ» παραγκωνίζεται από το ταλέντο του αδελφού της, το «Βασίλειο του Πίσω» αναλαμβάνει να συμβολίσει τις εσωτερικές της συγκρούσεις, αντανακλώντας τους αγώνες και τις επιθυμίες της.

Οι φανταστικές αφηγήσεις της Λου και άλλων μυθιστοριογράφων είναι η πληρέστερη εικόνα που μπορούμε να έχουμε πιθανότατα για τα επιτεύγματα και τους εσωτερικούς αγώνες της Μαρίας Άννας Μότσαρτ. Αλλά παρόλο που η ιστορία της παραμένει ένα από τα μεγάλα «Και αν…;», τα επιτεύγματα της αναγνωρίζονται επιτέλους στην εποχή μας. Δεν είναι πια ένα ξεχασμένο θαύμα.

Του Andrew Benson Brown

Η διαχρονική κομψότητα του κλασικού στυλ

Η  Ταΐσια Μαραντίτσι είναι μια 25χρονη Μολδαβή που ζει στο Ντουμπάι, που ανέκαθεν αγαπούσε και εκφραζόταν μέσα από τη μόδα, παρόλο που πιστεύει ότι η πραγματική αξία ενός ατόμου προέρχεται από μέσα, όχι από οποιαδήποτε εξωτερική εκδήλωση.

Αν και αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο με πτυχίο στη λογιστική και τη διαχείριση πληροφορικής, η αληθινή της αγάπη ήταν πάντα ο πειραματισμός με τη μόδα. Στο τρίτο έτος της στο πανεπιστήμιο στο Βουκουρέστι, παρακολούθησε ένα εντατικό πρακτικό μάθημα στη ραπτική και την κατασκευή πατρόν, το οποίο, όπως λέει, της έδωσε μια «βαθύτερη κατανόηση» της τέχνης.

Από την Ώντρεϊ Χέπμπορν μέχρι τη Μέριλιν Μονρόε και την Ελίζαμπεθ Τέυλορ, οι αστέρες του παλιού Χόλλυγουντ διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό το κριτήριο και την αισθητική της Ταΐσια. Αντί να προσπαθεί να μιμηθεί τις σύγχρονες τάσεις, η νεαρή γυναίκα επιδιώκει την εκλεπτυσμένη κομψότητα.

«Μου αρέσει που το κλασικό επανέρχεται στον σύγχρονο κόσμο», δήλωσε η Ταΐσια στην Epoch Times. «Το στυλ μου είναι ένας συνδυασμός διαχρονικής κομψότητας και vintage μόδας με μια σύγχρονη πινελιά.»

«Το να φοράω σεμνά και κομψά ρούχα αντικατοπτρίζει τον σεβασμό και την εκτίμησή μου προς τον εαυτό μου και τον κόσμο γύρω μου», λέει.

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
Η Ταΐσια Μαραντίτσι, 25 ετών, αποφοίτησε από τη Λογιστική και τη Διοίκηση Πληροφορικής και παρακολούθησε μαθήματα ραπτικής στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου. (Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

Μιλώντας για το πάθος της για το ρετρό ντύσιμο, η Ταΐσια  λέει ότι η αναβίωσή του κλασικού και του ρομαντικού στυλ αντανακλά τις μεταβαλλόμενες απόψεις.

«Αποδεικνύει ότι δεν χρειάζεται να δείχνεις τα πάντα για να δείχνεις όμορφη ή μοντέρνα. Για μένα, η σεμνότητα είναι ουσιώδες μέρος ενός εκλεπτυσμένου και κομψού ντύσιμο. Μπορείτε να είστε δημιουργικοί στην επιλογή ρούχων και αξεσουάρ, αφήνοντας παράλληλα χώρο στη φαντασία σας.»

Η Ταΐσια ζει στο Ντουμπάι με τον σύζυγό της Βασίλι Μαραντίτσι, με τον οποίο είναι μαζί εδώ και επτά χρόνια. Περιγράφοντας τον σύζυγό της ως «ταλαντούχο δημιουργό βίντεο, μοντέρ και σκηνοθέτη», λέει ότι πάντα στήριζαν ο ένας τον άλλον σε δημιουργικά έργα.

«Ο γάμος έχει να κάνει με τη συνεργασία και την από κοινού ανάπτυξη. Είναι πραγματικό προνόμιο να ζεις τη ζωή σου δίπλα σε κάποιον», λέει χαρακτηριστικά.

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
Η Ταΐσια λέει ότι η πίστη της τη βοηθά να διατηρεί την ακεραιότητά της. (Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

Η νεαρή fashionista λατρεύει να ψωνίζει ρούχα σε vintage καταστήματα, μικρές επιχειρήσεις και εταιρείες με διαχρονική αισθητική: Son de Flor, The Seamstress of Bloomsbury, LilySilk, Paris/64, Saint Savoy, Goelia, Little Women Atelier, Linennaive, Simple Retro και άλλα. Φοράει επίσης κομμάτια που κληρονόμησε από τη μητέρα της, τα οποία προσαρμόζει στο δικό της στυλ.

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
Οι γονείς της έδιναν μεγάλη σημασία στη «σεμνότητα και την απλότητα». (Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

Η Ταΐσια μεγάλωσε σε μια θρησκευόμενη οικογένεια, η οποία έδινε μεγάλη σημασία στη σεμνότητα και την απλότητα. Ο πατέρας της ήταν ιερέας και η μητέρα της φορούσε συχνά μακριά, πτυχωτά φορέματα. Η οικογένειά της είχε μεγάλη επιρροή πάνω της, αλλά όταν μπήκε στην εφηβεία, άρχισε να αντιστέκεται στους κανόνες της.

«Πέρασα μια επαναστατική περίοδο, πειραματιζόμουν με μίνι φούστες, ρούχα bodycon και στενά τζιν ως μια μορφή αυτοέκφρασης», λέει.

Καθώς μεγάλωνε και σκεφτόταν τις αξίες της, άρχισε να εκτιμά αυτές τις πρώτες επιρροές και το προσωπικό της στυλ άρχισε να εξελίσσεται περαιτέρω.

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
Για την Ταΐσια η θηλυκότητα και η αγνότητα είναι «δύναμη, χάρη και αυθεντικότητα». (Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

«Η πίστη μου μου έδωσε τα θεμέλια για να παραμείνω πιστή στον εαυτό μου. Μου θυμίζει ότι η αξία μου πηγάζει από μέσα, όχι από την εξωτερική εμφάνιση.»

Τώρα η Ταΐσια νιώθει ότι έχει βρει ακριβώς τον συνδυασμό στοιχείων που της ταιριάζει. Τα σύνολά της συνδυάζουν υφάσματα όπως μάλλινο, μετάξι και λινό, ουδέτερους τόνους και αποχρώσεις του κόκκινου. Της αρέσει να δημιουργεί ρούχα που  μοιάζουν τόσο «νοσταλγικά  και μοντέρνα».

Την ελκύουν ιδιαίτερα οι δεκαετίες του 1940 και του 1950 και η Ταΐσια αποκαλεί την εμφάνιση του Dior το ζενίθ εκείνης της εποχής. Ταυτόχρονα, θαυμάζει τις «καθαρές γραμμές, τους ουδέτερους τόνους και την αβίαστη κομψότητα της δεκαετίας του 1990».

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
(Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

Σε εποχές όπου βασιλεύει η πολυπλοκότητα, η Ταΐσια νιώθει «δυνατή, σίγουρη και κομψή».

Πώς ορίζει τη θηλυκότητα και το θηλυκό στυλ;

«Για μένα, είναι δύναμη, χάρη και αυθεντικότητα. Είναι η αυτοπεποίθηση με την οποία αποδέχεται μια γυναίκα τον εαυτό της όπως είναι, ενώ εξακολουθεί να είναι ευγενική και να νοιάζεται για τους άλλους. Η θηλυκότητα, κατά τη γνώμη μου, είναι η ικανότητα να κατέχεις τις μοναδικές σου ιδιότητες και να αναπτύσσεσαι σε κάθε στάδιο της ζωής, επιδεικνύοντας σοφία και ανθεκτικότητα. Τα ρούχα είναι ένας τρόπος για να εκφράσουμε αυτές τις αξίες: απαλά, ρέοντα υφάσματα που διατηρούν τη δομή τους και την ισορροπία.»

Элегантность вне времени: скромная мода набирает популярность
(Ευγενική παραχώρηση της Ταΐσια Μαραντίτσι)

 

Μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η Ταΐσια ενθαρρύνει τις γυναίκες να ανακαλύψουν την αξία της διαχρονικής μόδας αντί να ακολουθούν δουλικά φευγαλέες τάσεις.

«Στόχος μου είναι να προωθήσω την ατομικότητα και τη συνειδητή κατανάλωση», λέει.

Αναπτύσσοντας μια μοναδική αίσθηση αυτοέκφρασης, η  Ταΐσια συμβουλεύει όσες επιθυμούν να βρουν το δικό τους μοναδικό στυλ να πειραματιστούν και να δώσουν προσοχή στο πώς νιώθουν τα ρούχα.

«Αφήστε τα ρούχα σας να αντανακλούν και να ενισχύσουν την εσωτερική σας αυτοπεποίθηση, αντί να αφήνετε τις τάσεις της μόδας να υπαγορεύουν τους κανόνες σας. Δεν υπάρχει σωστός ή λάθος τρόπος για να εκφράσετε το στυλ σας – το κύριο πράγμα είναι να παραμείνετε πιστές στον εαυτό σας. Η μόδα έχει απίστευτη δύναμη μεταμόρφωσης και αυτοέκφρασης, οπότε μη φοβάστε να την κάνετε δική σας!»

Μαστογραφία: Απαραίτητη μετά τα 40 ή μετά τα 50;

Περίπου το 20% των γυναικών στα 40 τους θα καθυστερούσαν τον έλεγχο για καρκίνο του μαστού μέχρι περίπου την ηλικία των 50 ετών, εάν τους δινόταν η δυνατότητα ενημερωμένης επιλογής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα στο περιοδικό Annals of Internal Medicine.

Η μελέτη βρήκε πως οι γυναίκες που επέλεξαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία (απεικονιστικός έλεγχος για τον πρώιμο εντοπισμό του καρκίνου του μαστού) είχαν καταταχθεί σε κατηγορία χαμηλού κινδύνου και ανησυχούσαν περισσότερο για τη ζημιά που θα μπορούσε να προκληθεί από την υπερδιάγνωση.

«Συνήθεις λόγοι για την αναβολή του ελέγχου περιλαμβάνουν την έλλειψη οικογενειακού ιστορικού, τον μικρό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και τις ανησυχίες για τυχόν βλάβες από τους απεικονιστικούς ελέγχους», αναφέρουν στη μελέτη τους οι συγγραφείς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο.

«Αυτά τα δεδομένα υποδεικνύουν πως πολλές γυναίκες που θέλουν να αναβάλουν τον απεικονιστικό έλεγχο λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα αποδεικτικά στοιχεία και αποφασίζουν πως, για αυτές, οι ζημιές υπερτερούν των πλεονεκτημάτων στην ηλικία τους», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η ενημέρωση επηρεάζει την απόφαση

Η έρευνα αξιολόγησε σχεδόν 500 γυναίκες ηλικίας 39 έως 49, στις οποίες δόθηκε ένα βοήθημα σχετικά με τη λήψη απόφασης για το εάν θα ήθελαν να συμμετάσχουν σε απεικονιστικό έλεγχο για τον καρκίνο του μαστού. Τα 2/3 των γυναικών είχαν ήδη υποβληθεί σε μαστογραφία.

Το βοήθημα που έλαβαν αποκάλυπτε τις πιθανές επιπλοκές της υπερδιάγνωσης. Για παράδειγμα, σημειώθηκε πως από τις 1.000 γυναίκες που ελέγχονται μεταξύ 40 και 49 ετών, οι 239 λαμβάνουν ψευδώς θετικό αποτέλεσμα, όπως και 220 γυναίκες ηλικίας 50 έως 59 ετών.

Το βοήθημα ανέφερε, επίσης, πως η έναρξη του απεικονιστικού ελέγχου στην ηλικία των 40 ετών θα μπορούσε να σώσει μια ακόμη ζωή από τα 1.000 άτομα που υποβάλλονται σε έλεγχο. Ωστόσο, δεν ανέφερε άλλα οφέλη της πρώιμης ανίχνευσης, όπως την πιθανότητα για λιγότερο εντατική θεραπεία σε περίπτωση που ανιχνευτεί καρκίνος.

Οι συμμετέχουσες στην έρευνα έλαβαν, επίσης, μια προσωπική βαθμολόγηση κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, με βάση τον υπολογισμό κινδύνου του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου (National Cancer Institute).

Οι περισσότερες γυναίκες που ερωτήθηκαν (το 57,2%) επέλεξαν να κάνουν μαστογραφία ακόμη και αφού ενημερώθηκαν για τα πλεονεκτήματα και τους πιθανούς κινδύνους.

Προτού διαβάσουν το βοήθημα επιλογής, το 8% είπε πως θα ήθελαν να καθυστερήσουν τη μαστογραφία τους. Αφού το διάβασαν, το 18% είπε πως θα ανέβαλαν τη μαστογραφία μέχρι να κλείσουν τα 50.

Οι περισσότερες γυναίκες που επέλεξαν να την καθυστερήσουν ήταν αυτές που κρίθηκαν πως διέτρεχαν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενώ αυτές με τις περισσότερες πιθανότητες δεν θέλησαν να αναβάλουν την εξέταση.

Ωστόσο, οι συγγραφείς δεν παρατήρησαν αύξηση στον αριθμό των γυναικών που δήλωσαν πως δεν ήθελαν ποτέ να υποβληθούν σε μαστογραφία, αφού διάβασαν το βοήθημα.

Έκπληξη από τα δεδομένα της υπερδιάγνωσης

Παρόλο που η μαστογραφία μπορεί να σώσει ζωές, ενέχει και ορισμένους κινδύνους, περιλαμβανομένων των ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων, των μη αναγκαίων βιοψιών και της υπερδιάγνωσης.

Τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα είναι πολύ συχνά. Μια μελέτη έδειξε ότι 1 στις 10 γυναίκες που υποβάλλεται σε απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού για πρώτη φορά θα λάβει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα.

Στις ΗΠΑ, η πιθανότητα να έχει πράγματι καρκίνο του μαστού μια γυναίκα που βγαίνει θετική στην εξέταση είναι περίπου 7%, σύμφωνα με μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου. Ωστόσο, άλλες έρευνες δηλώνουν πως αυτό το ποσοστό θα μπορούσε να κυμαίνεται από 4% έως και 50%.

Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας έδειξαν ότι οι γυναίκες ξαφνιάστηκαν από τα στατιστικά της υπερδιάγνωσης, με ποσοστό περίπου 37% να εκφράζει έκπληξη.

Σχεδόν το ίδιο ποσοστό γυναικών ανέφερε, επίσης, πως τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν σχετικά με την υπερδιάγνωση ήταν «πολύ διαφορετικά» από αυτό που πίστευαν προηγουμένως.

Από το 2009 μέχρι το 2022 που διεξήχθη η έρευνα, η Ειδική Ομάδα Προληπτικών Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Preventive Services Task Force – USPSTF) συμβούλευε πως ο απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να είναι ατομική απόφαση του καθενός για άτομα ηλικίας 40 έως 49 ετών. Ωστόσο, τον Απρίλιο του 2024, η USPSTF άλλαξε τις οδηγίες της, συστήνοντας τον διετή απεικονιστικό έλεγχο για καρκίνο του μαστού σε όλες τις γυναίκες που έχουν κλείσει τα 40.

Της Marina Zhang

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Αντιδράσεις για τις δηλώσεις γερουσιαστή σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών στο Ιράν

Αυστραλή ακαδημαϊκός που πέρασε 804 ημέρες φυλακισμένη στο Ιράν επέκρινε τη γερουσιαστή Φατίμα Πέιμαν, η οποία χαρακτήρισε το Ιράν «υπέροχο μέρος» για τις γυναίκες.

Η Πέιμαν, πρώην μέλος του Εργατικού Κόμματος και γερουσιαστής της Δυτικής Αυστραλίας, συμμετείχε σε εκδήλωση στο Σίδνεϊ που φέρεται να είχε στόχο να αντικρούσει τους δυτικούς ισχυρισμούς για τη διακυβέρνηση του Ιράν. Σε βίντεο από την εκδήλωση, η γερουσιαστής ανέφερε ότι η κατάσταση των γυναικών στο Ιράν είναι θετική, χαρακτηρίζοντας τις αντίθετες πληροφορίες ως προπαγάνδα. Σύμφωνα με την ίδια, το Ιράν επιτρέπει στις γυναίκες να εργάζονται και να συμμετέχουν στις δημοκρατικές διαδικασίες.

Παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Οι δηλώσεις της προκάλεσαν την αντίδραση της Κάιλι Μουρ-Γκίλμπερτ, πρώην λέκτορα Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, η οποία είχε φυλακιστεί στο Ιράν για πάνω από δύο χρόνια με την κατηγορία της κατασκοπείας. Μέσω των κοινωνικών δικτύων, απάντησε στη γερουσιαστή ότι το Ιράν δεν διαθέτει «δημοκρατικές διαδικασίες» και ότι οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά. Υπενθύμισε, επίσης, ότι η Πέιμαν είχε παραστεί σε έρευνα της Γερουσίας σχετικά με τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν πριν από δύο χρόνια.

Η Μουρ-Γκίλμπερτ κατηγόρησε την Πέιμαν και για συνέντευξη που έδωσε στο Press TV, χαρακτηρίζοντάς το ως «προπαγανδιστικό όργανο της Ισλαμικής Δημοκρατίας», και υπενθύμισε ότι το συγκεκριμένο κανάλι έχει απαγορευτεί σε ορισμένες δυτικές χώρες. Τόνισε την ειρωνεία του γεγονότος ότι η Πέιμαν, η οποία είναι πρόσφυγας από το Αφγανιστάν και γνωρίζει τις διακρίσεις κατά των γυναικών εκεί, αρνείται τις αντίστοιχες συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στο Ιράν. Αναρωτήθηκε, επίσης, ποιο θα μπορούσε να είναι το όφελος από την υιοθέτηση μιας τόσο θετικής προς το ιρανικό καθεστώς στάσης .

Κάιλι Μουρ-Γκίλμπερτ. (AAP Image/Παροχή από το Υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου)

 

Σφοδρή ήταν και η αντίδραση της Βρετανό-Ιρανής δικηγόρου και ακτιβίστριας Ελίσια Λε Μπον, η οποία συνέκρινε τις δηλώσεις της Πέιμαν με τον ισχυρισμό ότι η ναζιστική Γερμανία αντιμετώπιζε ευνοϊκά τις γυναίκες, επειδή τους επέτρεπε να συμμετέχουν στο καθεστώς. Σύμφωνα με την ίδια, ο ρόλος των γυναικών στην Ιρανική Επαναστατική Φρουρά (Islamic Revolutionary Guard Corps – IRGC) αφορά την επιβολή της υποχρεωτικής μαντίλας, με στόχο τη σύλληψη και την τιμωρία όσων δεν συμμορφώνονται.

Η Λε Μπον τόνισε ότι στο Ιράν δεν υπάρχει πραγματική δημοκρατία, καθώς το σύστημα Βελαγιάτ-ι Φακίχ δίνει απόλυτη εξουσία στον Ανώτατο Ηγέτη., και αναρωτήθηκε γιατί – αν οι συνθήκες για τις γυναίκες στο Ιράν είναι τόσο ευνοϊκές – γιατί οι ίδιες οι Ιρανές αγωνίζονται για την ανατροπή του καθεστώτος.

Επιδείνωση της κατάστασης

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Ιράν (Center for Human Rights in Iran – CHRI), η ενδοοικογενειακή βία και τα «εγκλήματα τιμής» στη χώρα αυξάνονται ραγδαία. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού, Χαντί Γκάεμι, επεσήμανε ότι το ιρανικό κράτος δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη αυτών των εγκλημάτων και ότι η δικαστική εξουσία της χώρας συχνά δεν επιβάλλει επαρκείς ή και καθόλου ποινές στους δράστες.

Η συζήτηση για τα δικαιώματα των γυναικών στο Ιράν αναζωπυρώθηκε το 2022, μετά τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί, η οποία συνελήφθη από την αστυνομία ηθών και πέθανε υπό κράτηση, επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα της. Ο θάνατός της πυροδότησε εκτεταμένες διαδηλώσεις, με γυναίκες να διαμαρτύρονται δημόσια, ακόμη και αφαιρώντας τα ρούχα τους.

Το 2024, ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ ανέφεραν ότι οι διαδηλώσεις στο Ιράν προκάλεσαν τουλάχιστον 551 θανάτους, εκ των οποίων 49 γυναικών και 68 παιδιών.

Το γραφείο της γερουσιαστή Πέιμαν κλήθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις της.

Της Crystal-Rose Jones