Παρασκευή, 18 Ιούλ, 2025

Η Thyssenkrupp, ιδιοκτήτρια της εμβληματικής χαλυβουργίας της Γερμανίας, θα γίνει εταιρεία χαρτοφυλακίου μετά από 200 χρόνια

Ο ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης χαλυβουργίας της Γερμανίας, Thyssenkrupp, δήλωσε τη Δευτέρα ότι στοχεύει να μετατραπεί σε εταιρεία χαρτοφυλακίου μετά από δύο αιώνες ως κατασκευαστής.

Η εταιρεία, που κάποτε ήταν σύμβολο της γερμανικής κατασκευαστικής δύναμης, έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες τα τελευταία χρόνια με υψηλό κόστος, δασμούς, φθηνότερους ασιάτες ανταγωνιστές και δυσκολίες γύρω από την πράσινη μετάβαση της χαλυβουργίας.

Στις 26 Μαΐου, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι σχεδιάζει να πουλήσει μειοψηφικά μερίδια στα τμήματα αυτοκινητοβιομηχανίας, εμπορίας υλικών και πράσινων τεχνολογιών τα επόμενα χρόνια.

Η Thyssenkrupp είναι το αποτέλεσμα μιας συγχώνευσης το 1999 μεταξύ των παλαιότερων βιομηχανικών γιγάντων της Γερμανίας, της Krupp, η οποία ιδρύθηκε το 1811, και της Thyssen, η οποία ιδρύθηκε το 1891.

Η εταιρεία λέει τώρα ότι στόχος είναι να γίνει μια εταιρεία χαρτοφυλακίου, μια οργάνωση που δεν παράγει η ίδια αγαθά ή υπηρεσίες, αλλά αντ’ αυτού κατέχει μετοχές σε άλλες εταιρείες, με μετοχές σε ανεξάρτητους επιχειρηματικούς τομείς.

«Ένα τέτοιο βήμα θα μας επιτρέψει να αξιοποιήσουμε πλήρως το δυναμικό δημιουργίας αξίας των επιχειρήσεων και να χρησιμοποιήσουμε την ανεξαρτησία τους με στοχευμένο τρόπο για επενδύσεις, ευκαιρίες αγοράς και περαιτέρω ανάπτυξη», δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Thyssenkrupp, Μιγκέλ Λόπες.

Νωρίτερα μέσα στον μήνα, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι σχεδίαζε να περικόψει 11.000 από τις 27.000 θέσεις εργασίας της — ή περίπου το 40% του εργατικού δυναμικού της στον τομέα του χάλυβα — τα επόμενα χρόνια.

Στις 15 Μαΐου, το τμήμα χάλυβα της Thyssenkrupp — του οποίου ο Τσέχος δισεκατομμυριούχος Ντάνιελ Κρετίνσκυ κατέχει το 20% και θέλει να κατέχει ένα επιπλέον 30% για να το μετατρέψει σε κοινοπραξία 50-50 — κατέγραψε ζημίες 23 εκατομμυρίων ευρώ (25 εκατομμύρια δολάρια), σε σύγκριση με κέρδη 68 εκατομμυρίων ευρώ (73 εκατομμύρια δολάρια) πέρυσι.

Το αργότερο μέχρι το 2045, η παραγωγή χάλυβα στη Γερμανία πρέπει να παράγει «σχεδόν μηδενικές» εκπομπές λόγω των γερμανικών νόμων που στοχεύουν στην ουδετερότητα ολόκληρης της οικονομίας ως προς τα αέρια του θερμοκηπίου.

Οι αρχές θέλουν οι επιχειρήσεις να στραφούν από τις παραδοσιακές υψικαμίνους σε ηλεκτρικούς τοξωτούς φούρνους. Η γερμανική κυβέρνηση θέλει επίσης η μέθοδος υψικαμίνου να μετατραπεί σε μια μέθοδο παραγωγής με βάση το υδρογόνο.

Ωστόσο, νωρίτερα μέσα στον μήνα, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η «πράσινη μονάδα χάλυβα» ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, η μεγαλύτερη επένδυση της εταιρείας, θα είναι οικονομική.

Ο Λόπες δήλωσε ότι η προσδοκία του ήταν ότι θα ήταν διαθέσιμες επαρκείς ποσότητες οικονομικά προσιτού πράσινου υδρογόνου κατά την ολοκλήρωση. Ωστόσο, τώρα λέει ότι αυτές οι υποθέσεις ήταν πολύ φιλόδοξες.

«Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε οικονομικά το εργοστάσιο στο άμεσο μέλλον», δήλωσε ο Λόπες.

«Εάν αυτό δεν αλλάξει, υπάρχει κίνδυνος το Ντούισμπουργκ να φιλοξενήσει ένα από τα πιο σύγχρονα εργοστάσια παραγωγής χάλυβα στον κόσμο, χωρίς επαρκή προμήθεια του επιθυμητού πράσινου υδρογόνου».

Η συν-επικεφαλής του λαϊκιστικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο ήρθε δεύτερο με μικρή διαφορά στις πρόσφατες ομοσπονδιακές εκλογές, δήλωσε ότι η διάλυση της Thyssenkrupp «συμβολίζει την παρακμή της οικονομίας μας».

«Η κάποτε περήφανη χαλυβουργική εταιρεία αντιπροσωπεύει πολλές γερμανικές εταιρείες που ξεμένουν από δυνάμεις λόγω του υψηλού κόστους», δήλωσε η Άλις Βάιντελ σε μια ανάρτηση στις 26 Μαΐου στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, σύμφωνα με μια μετάφραση. «Χρειαζόμαστε μια οικονομική ανάκαμψη».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν δασμούς 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ, καθώς και αμοιβαίους δασμούς 10% σε σχεδόν όλα τα άλλα αγαθά.

Η εφαρμογή ενός περαιτέρω δασμού 50% των ΗΠΑ σε άλλα προϊόντα της ΕΕ αναβλήθηκε για να διευκολυνθούν οι περαιτέρω διαπραγματεύσεις μετά από τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στις 26 Μαΐου.

Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, είναι γνωστή για το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της και τις εξαγωγές υψηλής ποιότητας.

Σύμφωνα με πρόσφατη οικονομική πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Γερμανία, μετά από ελαφρά συρρίκνωση για δύο συνεχόμενα χρόνια, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές στάσιμη το 2025.

Η χώρα παλεύει με την απώλεια προσιτού ρωσικού φυσικού αερίου, τα ιστορικά κλεισίματα εργοστασίων της Volkswagen και τον έντονο ανταγωνισμό από φθηνότερα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα.

Το έλλειμμα της γερμανικής κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνει υψηλό και ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να αυξηθεί στο 64,7% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2026.

Μόσχα και Κίεβο ανταλλάσουν κατηγορίες για τη συνέχιση του πολέμου

Ευθύνες εκατέρωθεν επιρρίπτουν η Ρωσία και η Ουκρανία για την παράταση της μεταξύ τους σύρραξης, η οποία τον Φεβρουάριο έκλεισε ήδη τα τρία χρόνια και μπήκε στον τέταρτο.

Στις 27 Μαΐου, το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας δήλωσε ότι το Κίεβο, με την υποστήριξη ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, έχει προβεί σε προκλητικά βήματα με στόχο την εκτροπή των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων.

«Με πρωτοβουλία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο άμεσος ρωσο-ουκρανικός διάλογος για μια ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία επαναλήφθηκε», ανέφερε το υπουργείο στο επίσημο κανάλι του στο Telegram. «Ταυτόχρονα, το καθεστώς του Κιέβου, υποστηριζόμενο από ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, έχει προβεί σε μια σειρά από προκλητικά βήματα που αποσκοπούν στη διατάραξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας.»

Ο διάλογος για τον οποίο κάνει λόγο η δήλωση του ρωσικού υπουργείου έγινε στις 16 Μαΐου, όταν Ρώσοι και Ουκρανοί διαπραγματευτές συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου πραγματοποίησαν άμεσες συνομιλίες για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια. Ωστόσο, οι ηγέτες των δύο χωρών απείχαν.

Οι αξιωματούχοι συμφώνησαν σε μια σημαντική ανταλλαγή κρατουμένων, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή το σαββατοκύριακο, και κάλεσαν για περαιτέρω συνομιλίες με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.

Σύμφωνα με τη Μόσχα, το Κίεβο έχει εντείνει τις επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος — χρησιμοποιώντας πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη που παρέχονται από τη Δύση — την περασμένη εβδομάδα.

Από τις 20 Μαΐου, η ρωσική αεράμυνα έχει αναχαιτίσει περισσότερα από 2.300 ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων 1.465 εκτός της ζώνης σύγκρουσης, ανέφερε το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας.

Οι δηλώσεις της Μόσχας έγιναν μία ημέρα αφότου ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς ανακοίνωσε ότι η χώρα του, μαζί με άλλους συμμάχους του Κιέβου, δεν θα επιβάλλει πλέον περιορισμούς βεληνεκούς στους δυτικούς πυραύλους που παρέχονται στην Ουκρανία.

«Δεν υπάρχουν πλέον περιορισμοί εμβέλειας για τα όπλα που παραδίδονται στην Ουκρανία — ούτε από τους Βρετανούς ούτε από τους Γάλλους ούτε από εμάς ούτε από τους Αμερικανούς», δήλωσε ο Μερτς σε τηλεοπτική του εμφάνιση. «Αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία θα μπορεί να αμυνθεί επιτιθέμενη σε στρατιωτικές θέσεις στη Ρωσία.»

Ένας εκπρόσωπος του Κρεμλίνου δήλωσε ότι τα σχόλια του Μερτς ήταν επικίνδυνα και «αντίθετα με τις φιλοδοξίες μας για επίτευξη πολιτικής διευθέτησης».

Ο Ζελένσκι κατηγορεί τη Μόσχα

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι κατηγόρησε τη Μόσχα ότι προετοιμάζει νέο κύμα επιθετικών επιχειρήσεων.

Σε δήλωση που εξέδωσε το γραφείο του στις 26 Μαΐου, ο Ζελένσκι, επικαλούμενος «πληροφορίες που ελήφθησαν από μυστικές υπηρεσίες», δήλωσε ότι η Μόσχα «δεν σχεδιάζει να τερματίσει τον πόλεμο».

«Προς το παρόν, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι εξετάζουν σοβαρά την ειρήνη ή τη διπλωματία», είπε. «Αντίθετα, άφθονα στοιχεία δείχνουν ότι προετοιμάζουν νέες επιθετικές επιχειρήσεις. […] Αυτή είναι μια κατάφωρη περιφρόνηση όσων επιδιώκουν την ειρήνη και προσπαθούν να κάνουν τη διπλωματία να λειτουργήσει.»

Συνέχισε λέγοντας ότι οι ρωσικές επιθέσεις κατά ουκρανικών στόχων «γίνονται, κάθε βράδυ, ολοένα και πιο θρασείς και μεγαλύτερης κλίμακας».

Ο Ζελένσκι είπε επίσης ότι η Ρωσία είχε εκτοξεύσει περισσότερα από 900 drone κατά στόχων στην Ουκρανία τις προηγούμενες τρεις ημέρες, «μαζί με βαλλιστικούς πυραύλους και πυραύλους κρουζ».

«Είναι μια σαφής πολιτική επιλογή [από τη Μόσχα]… να συνεχίσει να διεξάγει τον πόλεμο και να καταστρέφει ζωές», είπε.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι καλωσορίζει τον Γερμανό καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς στο Κίεβο. Ουκρανία, 10 Μαΐου 2025. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)

 

Τα σχόλια του Ουκρανού ηγέτη έγιναν μετά από τρεις ημέρες έντονων ρωσικών επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε αρκετές ουκρανικές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας, Κιέβου.

Σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους, οι επιθέσεις κόστισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 12 ανθρώπους και προκάλεσαν εκτεταμένες υλικές ζημιές.

Όσον αφορά τη συνολική ποσότητα πυρομαχικών που χρησιμοποιήθηκαν, ήταν η μεγαλύτερη ρωσική αεροπορική επίθεση στην Ουκρανία από την έναρξη της σύγκρουσης, στις αρχές του 2022.

Με αφορμή αυτές τις επιθέσεις, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι «σκότωσε πολλούς ανθρώπους».

«Είμαστε στη μέση μιας συζήτησης και εκτοξεύει πυραύλους στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις», δήλωσε ο Τραμπ στους δημοσιογράφους, στις 25 Μαΐου.

Σε μεταγενέστερη ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ έγραψε ότι ο Ρώσος ομόλογός του «τρελάθηκε εντελώς».

Στην ίδια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ επέκρινε και τον Ζελένσκι, λέγοντας ότι ο τελευταίος «δεν κάνει χάρη στη χώρα του μιλώντας με τον τρόπο που μιλάει».

Σε ανακοίνωσή του στις 27 Μαΐου, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ισχυρίστηκε ότι οι πρόσφατες αεροπορικές επιδρομές του είχαν ως στόχο «αποκλειστικά ουκρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις [και έγιναν] σε απάντηση στις ουκρανικές επιθέσεις μεγάλης κλίμακας με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ρωσικές περιοχές».

Την ίδια ημέρα, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ερωτηθείς για τα σχόλια του Τραμπ για τη Ρωσία, δήλωσε ότι η έντονη αντίδραση του προέδρου των ΗΠΑ  οφειλόταν στο ότι οι ειρηνευτικές του προσπάθειες σαμποτάρονταν από Ευρωπαίους αξιωματούχους.

Η ΕΕ εγκρίνει αμυντικό κονδύλιο 150 δισ. ευρώ καθώς αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρόλο στην ασφάλεια της

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε επίσημα ένα φιλόδοξο πρόγραμμα χρηματοδότησης, ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την ενίσχυση της άμυνας της ευρωπαϊκής ηπείρου, την ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας και τη σταδιακή απεξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια περίοδο που ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και πληθαίνουν οι αβεβαιότητες σχετικά με τη μελλοντική αμερικανική εμπλοκή στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, εν μέσω αυξανόμενων γεωστρατηγικών πιέσεων στον Ειρηνικό από την Κίνα.

Το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, υπό την ονομασία Security Action for Europe (SAFE), οριστικοποιήθηκε υπό την προεδρία της Πολωνίας στο Συμβούλιο της ΕΕ και ανακοινώθηκε στις 27 Μαΐου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη κοινή στρατιωτική επένδυση στην ιστορία της Ένωσης, παρέχοντας στα κράτη-μέλη πρόσβαση σε ανταγωνιστικά, μακροπρόθεσμα δάνεια για την προμήθεια αμυντικών συστημάτων σε κρίσιμους τομείς, όπως το πυροβολικό, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η κυβερνοάμυνα και τα πυραυλικά συστήματα ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς.

Ο υπουργός της Πολωνίας για θέματα ΕΕ, Άνταμ Σλάπκα, χαρακτήρισε το πρόγραμμα «άνευ προηγουμένου» και φέρεται να δήλωσε ότι ενισχύει τόσο τις αμυντικές δυνατότητες όσο και τη βιομηχανική βάση της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας, προσθέτοντας πως όσο περισσότερα επενδύει η Ένωση στην ασφάλεια και την άμυνά της τόσο πιο αποτελεσματικά αποτρέπει απειλές εις βάρος της.

Το SAFE, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ στις 29 Μαΐου, προβλέπει επίσης την άμεση ένταξη της Ουκρανίας στο πρόγραμμα, επιτρέποντας στη χώρα να συμμετέχει από κοινού με τα κράτη-μέλη και άλλους εταίρους στις προμήθειες όπλων. Η ένταξη αυτή στοχεύει στην ενίσχυση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας, στην απόκτηση απαραίτητων οπλικών συστημάτων και στη σύσφιξη των δεσμών της Ουκρανίας με τον ευρωπαϊκό αμυντικό τομέα, καθώς η χώρα συνεχίζει την αντίστασή της απέναντι στη ρωσική εισβολή.

Πέραν της Ουκρανίας, η συμμετοχή στο SAFE είναι ανοιχτή και για άλλες χώρες με υπάρχουσες συμφωνίες ασφαλείας με την ΕΕ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, για την πλήρη συμμετοχή τρίτων χωρών θα απαιτηθούν επιπλέον συμφωνίες που θα προβλέπουν, μεταξύ άλλων, περιορισμούς στο ποσοστό μη ευρωπαϊκού περιεχομένου στα συμβόλαια αμυντικών προμηθειών.

Το SAFE αποτελεί την πρώτη φάση του ευρύτερου σχεδίου ReArm Europe, το οποίο φιλοδοξεί να κινητοποιήσει πάνω από 840 δισεκατομμύρια δολάρια για αμυντικές δαπάνες μέσω δανείων της ΕΕ, χαλάρωσης των εθνικών δημοσιονομικών περιορισμών και προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε δηλώσει τον Μάρτιο, κατά την ανακοίνωση του σχεδίου, ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μια εποχή επανεξοπλισμού. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της, η ΕΕ είναι πλέον έτοιμη να αυξήσει μαζικά τις αμυντικές της δαπάνες, τόσο για την κάλυψη των άμεσων αναγκών στήριξης της Ουκρανίας όσο και για τη μακροπρόθεσμη επένδυση στην ίδια της την ασφάλεια, τονίζοντας πως έχει έρθει η στιγμή η Ευρώπη να αναλάβει περισσότερες ευθύνες.

Μαζί με πρόσφατες διμερείς συνθήκες, όπως το νέο αμυντικό σύμφωνο Γαλλίας-Πολωνίας, και θεσμικές πρωτοβουλίες, όπως το υπό σχεδιασμό Συμβούλιο Ασφαλείας Γαλλίας-Γερμανίας, το SAFE εντάσσεται στη γενικότερη ευρωπαϊκή στρατηγική για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου και πιο ανεξάρτητου συστήματος άμυνας.

Γάλλοι στρατιώτες συμμετέχουν σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τον βρετανικό στρατό στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Η ώθηση για την υλοποίηση του SAFE σχετίζεται και με τις πιέσεις που ασκεί η Ουάσιγκτον. Ήδη από την αρχή της νέας του θητείας και την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε επιτακτικά από την Ευρώπη να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά της, ύστερα από δεκαετίες εξάρτησης από την αμερικανική προστασία.

Η έγκριση του SAFE αντανακλά επίσης την αυξανόμενη ανησυχία των Βρυξελλών για τις πρόσφατες κινήσεις της Μόσχας. Το Σαββατοκύριακο, η Ρωσία εξαπέλυσε αυτό που ουκρανικές πηγές περιέγραψαν ως τη μεγαλύτερη εναέρια επίθεση από την έναρξη του πολέμου, εκτοξεύοντας εκατοντάδες drone και πυραύλους κατά μη στρατιωτικών στόχων σε ολόκληρη τη χώρα. Η επίθεση σημειώθηκε λίγες ώρες πριν από μια νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων, εν μέσω προσπαθειών της κυβέρνησης Τραμπ να μεσολαβήσει για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.

Σενάριο αστικής μάχης στο πλαίσιο κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ του γαλλικού και του βρετανικού στρατού στο στρατόπεδο Σισόν, στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει υιοθετήσει τον ρόλο του διαμεσολαβητή στη σύγκρουση, άσκησε κριτική στην πρόσφατη κλιμάκωση, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ως «απαράδεκτες» και αφήνοντας να εννοηθεί ότι εξετάζει την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Μόσχας. Αργότερα, προειδοποίησε ότι ο Ρώσος ηγέτης «παίζει με τη φωτιά». Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, στις 27 Μαΐου, ο Τραμπ υποστήριξε πως, αν δεν ήταν η δική του ηγεσία, «πολλά πολύ άσχημα πράγματα θα είχαν ήδη συμβεί στη Ρωσία».

Ορισμένοι Αμερικανοί νομοθέτες, μεταξύ των οποίων ο γερουσιαστής Τσακ Γκράσλι (R-Iowa) από την Αϊόβα, έχουν επίσης καλέσει τον Τραμπ να προχωρήσει στην επιβολή επιπρόσθετων κυρώσεων, επικαλούμενοι τις συνεχιζόμενες απώλειες αμάχων στην Ουκρανία.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζήτησε την επιβολή νέων ποινικών μέτρων κατά της Ρωσίας, σημειώνοντας σε πρόσφατη ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η βαρβαρότητα αυτή δεν μπορεί να ανασχεθεί χωρίς ισχυρή και ουσιαστική πίεση προς τη ρωσική ηγεσία.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, διαμηνύει ότι παραμένει ανοιχτή σε κατάπαυση του πυρός και διπλωματική διευθέτηση της παρατεταμένης σύγκρουσης, επιμένοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα «βασικά αίτια» του πολέμου — διατύπωση που, σύμφωνα με το Κίεβο, υποκρύπτει απαίτηση για ουκρανική συνθηκολόγηση.

Τραμπ: «Απόλυτα ικανοποιημένος» με το σχέδιο για δασμούς 50% στην ΕΕ

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε την Τρίτη ότι η απόφασή του να επιβάλει δασμούς ύψους 50% στις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν επιτυχής, καθώς ανάγκασε τις Βρυξέλλες να επισπεύσουν τις διαπραγματεύσεις για εμπορική συμφωνία.

Υπενθυμίζεται ότι την προηγούμενη εβδομάδα ο Τραμπ είχε απειλήσει ότι οι νέοι δασμοί θα τεθούν σε ισχύ από 1η Ιουνίου. Τελικά, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσα στο Σαββατοκύριακο, ανακοίνωσε ότι το μέτρο μετατίθεται για τις 9 Ιουλίου, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη διαβουλεύσεις.

Σε νέα ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την ικανοποίησή του για τις εξελίξεις, υπογραμμίζοντας: «Είμαι εξαιρετικά ικανοποιημένος από τη δασμολόγηση 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά αφού μέχρι τώρα οι συνομιλίες προχωρούσαν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς».

«Μόλις ενημερώθηκα ότι η ΕΕ επικοινώνησε για να κανονιστούν άμεσα ημερομηνίες συνάντησης. Πρόκειται για θετική εξέλιξη και ελπίζω ότι, όπως και στην περίπτωση της Κίνας, οι Ευρωπαίοι θα ανοίξουν επιτέλους τις αγορές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες», σημείωσε.

Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ δεν παρέλειψε να επισημάνει πως διατηρεί το δικαίωμα να επιβάλλει εμπορική συμφωνία «αν δεν υπάρξει συμφωνία ή εφόσον οι ΗΠΑ αντιμετωπιστούν άδικα».

Πριν την προσωρινή αναστολή των δασμών, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει την ΕΕ ως «εξαιρετικά δύσκολο» εταίρο στις διαπραγματεύσεις, ενώ υποστήριξε πως οι συνομιλίες «δεν οδηγούσαν πουθενά».

Η αναβολή των δασμών προέκυψε μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο Ντόναλντ Τραμπ με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το περασμένο Σαββατοκύριακο.

Εκπρόσωπος της Κομισιόν, η Πάουλα Πίνιο, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις. «Υπάρχει νέα δυναμική στις συνομιλίες και από την πλευρά μας ήμασταν πάντα έτοιμοι να επιτύχουμε συμφωνία», τόνισε η κ. Πίνιο.

Από την πλευρά της, η φον ντερ Λάιεν επιβεβαίωσε σε ανάρτησή της στο Χ (πρώην Twitter) την επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο και υπογράμμισε ότι «η ΕΕ και οι ΗΠΑ διατηρούν την πιο σημαντική και στενή εμπορική σχέση παγκοσμίως». Πρόσθεσε, επίσης, ότι η Ευρώπη είναι «έτοιμη να προχωρήσει γρήγορα και αποφασιστικά» και ότι «για να υπάρξει καλή συμφωνία, θα χρειαστούμε χρόνο μέχρι τις 9 Ιουλίου».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προτείνει συμφωνία «μηδέν για μηδέν», που προβλέπει την άρση των δασμών στα βιομηχανικά αγαθά, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων. Η αμερικανική πλευρά, ωστόσο, ξεκαθάρισε πως δεν θα μειώσει τους δασμούς κάτω από το 10% για σχεδόν όλους τους εμπορικούς εταίρους της. Παράλληλα, ο Τραμπ έχει ανακοινώσει γενικευμένες επιβαρύνσεις 25% σε χάλυβα και αυτοκίνητα.

Το εν λόγω βασικό ποσοστό 10% ανακοινώθηκε στις αρχές Απριλίου στο πλαίσιο της ημέρας «Απελευθέρωσης» που κήρυξε ο Λευκός Οίκος, επιβάλλοντας αυξημένους δασμούς σε βασικούς εμπορικούς εταίρους. Περίπου μία εβδομάδα αργότερα, ο Τραμπ αποφάσισε να «παγώσει» τους αυξημένους δασμούς για 90 ημέρες.

Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση αύξησε τους δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα στο 145%. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, Ουάσιγκτον και Πεκίνο συμφώνησαν να μειωθούν οι δασμοί κατά 115% και στις δύο πλευρές.

Πέραν των ανακοινώσεων για τους νέους ευρωπαϊκούς δασμούς, ο Τραμπ διευκρίνισε πως σκοπεύει να επιβάλει φόρο εισαγωγής 25% σε όλα τα smartphones που δεν κατασκευάζονται εντός ΗΠΑ.

Είχε ήδη ενημερώσει τον Τιμ Κουκ της Apple, όπως ανέφερε σε ανάρτησή του την περασμένη εβδομάδα: «Εδώ και καιρό έχω ξεκαθαρίσει πως τα iPhone που πωλούνται στις ΗΠΑ θα πρέπει να κατασκευάζονται εδώ και όχι στην Ινδία ή οπουδήποτε αλλού. Διαφορετικά, η Apple θα πληρώνει δασμούς τουλάχιστον 25% στις ΗΠΑ».

Αργότερα, ο Τραμπ διευκρίνισε ότι το μέτρο αφορά όλα τα smartphones και όχι μόνο τα προϊόντα της Apple.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Η Volvo Cars καταργεί 3.000 θέσεις εργασίας για μείωση κόστους

ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ, Γερμανία—Η Volvo Cars με έδρα τη Σουηδία καταργεί 3.000 θέσεις εργασίας στο πλαίσιο ενός προγράμματος μείωσης κόστους, καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία αντιμετωπίζει προκλήσεις από τις εμπορικές εντάσεις και την επακόλουθη οικονομική αβεβαιότητα.

Η εταιρεία δήλωσε τη Δευτέρα ότι περίπου 1.200 από τις μειώσεις θέσεων εργασίας θα προέλθουν από εργαζόμενους στη Σουηδία, ενώ άλλες 1.000 θέσεις που καλύπτονται επί του παρόντος από συμβούλους, κυρίως στη Σουηδία, πρόκειται επίσης να καταργηθούν.

Οι υπόλοιπες απώλειες θέσεων εργασίας θα αφορούν άλλες παγκόσμιες αγορές. Οι περισσότερες από τις θέσεις εργασίας που περικόπτονται είναι θέσεις γραφείου.

«Οι ενέργειες που ανακοινώθηκαν σήμερα ήταν δύσκολες αποφάσεις, αλλά είναι σημαντικά βήματα καθώς χτίζουμε μια ισχυρότερη και ακόμη πιο ανθεκτική Volvo Cars», δήλωσε ο Χάκαν Σάμιουελσον, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Volvo Cars.

«Η αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται στη μέση μιας δύσκολης περιόδου. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, πρέπει να βελτιώσουμε τη δημιουργία ταμειακών ροών και να μειώσουμε διαρθρωτικά το κόστος μας.»

Η εταιρεία, που ανήκει στην κινεζική Geely, απασχολεί 42.600 υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης.

Οι αυτοκινητοβιομηχανίες σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίζουν αρκετές αντιξοότητες, μεταξύ των οποίων το υψηλότερο κόστος για τις πρώτες ύλες, τη μειωμένη ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτων και την επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα και χάλυβα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Η Volvo Cars έχει την κύρια έδρα και τα γραφεία ανάπτυξης προϊόντων της στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας και κατασκευάζει αυτοκίνητα και SUV στο Βέλγιο, τη Νότια Καρολίνα και την Κίνα.

Η Γερμανία αίρει τους περιορισμούς: ελεύθερη η Ουκρανία να χρησιμοποιεί δυτικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς

Η Γερμανία επιβεβαίωσε ότι δεν ισχύουν πλέον περιορισμοί ως προς το βεληνεκές των δυτικών όπλων που παραδίδονται στην Ουκρανία, με τη Μόσχα να χαρακτηρίζει την εξέλιξη ως πιθανό πλήγμα στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρήντριχ Μερτς, δήλωσε στις 26 Μαΐου, κατά τη διάρκεια φόρουμ της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης WDR, ότι η Ουκρανία είναι πλέον ελεύθερη να χρησιμοποιεί τα δυτικά όπλα που διαθέτει για να πλήττει στρατιωτικούς στόχους βαθιά στο έδαφος της Ρωσίας.

Ο ίδιος υπογράμμισε πως το Κίεβο οφείλει να μπορεί να στοχεύει στρατιωτικές υποδομές της Μόσχας, ιδίως όταν η Ρωσία επιτίθεται σε ουκρανικούς αμάχους, σημειώνοντας ότι μια χώρα που μπορεί να αντιμετωπίζει έναν επιτιθέμενο μόνο εντός της επικράτειάς της, δεν αμύνεται επαρκώς.

Η δήλωση Μερτς ήρθε λίγες ώρες μετά από μαζική αεροπορική επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, τα ξημερώματα της 25ης Μαΐου, με εκτόξευση 367 drone και πυραύλων – η μεγαλύτερη σε αριθμό επιθέσεων από την έναρξη του πολέμου τον Φεβρουάριο του 2022. Τουλάχιστον δώδεκα άνθρωποι σκοτώθηκαν.

Η επίθεση σημειώθηκε λίγο πριν από την τρίτη και τελευταία ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ των δύο πλευρών, στο πλαίσιο προσπαθειών αποκλιμάκωσης. Η ανταλλαγή θεωρήθηκε το μοναδικό απτό αποτέλεσμα πρόσφατης συνόδου στην Τουρκία, η οποία σηματοδότησε την επανεκκίνηση των απευθείας επαφών Ρώσων και Ουκρανών διαπραγματευτών.

Παρά τις αρχικές προσδοκίες – και σχετικές δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ – ότι θα παρίσταντο οι πρόεδροι Βλαντίμιρ Πούτιν και Βολοντίμιρ Ζελένσκι, οι δύο ηγέτες τελικά απείχαν, έπειτα από την αιφνίδια απόφαση του Πούτιν να μην παραστεί, κάτι που οδήγησε και τον Ουκρανό πρόεδρο να αποσυρθεί.

Οι συνομιλίες πραγματοποιήθηκαν από χαμηλόβαθμους αξιωματούχους και κατέληξαν στην ανταλλαγή αιχμαλώτων, χωρίς συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.

Ο Τραμπ, ο οποίος προσπαθεί να ενθαρρύνει τις δύο πλευρές να τερματίσουν τον πόλεμο μέσω διαλόγου, δήλωσε πρόσφατα ότι επικοινώνησε τηλεφωνικά τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι και οι δύο συμφώνησαν να συνεχίσουν τις επαφές. Παράλληλα, άφησε να εννοηθεί πως οι ΗΠΑ σκοπεύουν να μειώσουν τον ρόλο τους ως ενδιάμεσου στις διαπραγματεύσεις.

Σε δηλώσεις του, στις 25 Μαΐου, λίγο μετά το νέο κύμα ρωσικών επιθέσεων στην Ουκρανία, ο Τραμπ εξέφρασε την έκπληξή του για την απόφαση του Πούτιν να κλιμακώσει τη σύγκρουση, παρά το γεγονός ότι βρίσκονταν σε εξέλιξη ειρηνευτικές συνομιλίες. Όπως ανέφερε σε δημοσιογράφους στο αεροδρόμιο του Νιου Τζέρσεϋ, δεν είναι ικανοποιημένος από τη στάση του Ρώσου προέδρου, και δεν καταλαβαίνει «τι του συνέβη».

Η αντίδραση του Κρεμλίνου στις δηλώσεις Μερτς ήταν άμεση. Ο εκπρόσωπος Τύπου Ντμίτρι Πεσκόφ προειδοποίησε στις 16 Μαΐου –πριν από την επίσημη επιβεβαίωση του Βερολίνου– ότι τέτοιες αποφάσεις αποτελούν απειλή για τη διαδικασία ειρήνευσης. Όπως είπε, αν πράγματι έχουν ληφθεί τέτοιες αποφάσεις, είναι σε απόλυτη αντίθεση με τις ρωσικές επιδιώξεις για πολιτική διευθέτηση και είναι «επικίνδυνες».

Αν και δεν ανέφερε συγκεκριμένα πιθανά αντίμετρα, το Κρεμλίνο έχει στο παρελθόν αφήσει να εννοηθεί ότι η διεύρυνση της δυτικής εμπλοκής ή οι επιθέσεις της Ουκρανίας εντός ρωσικού εδάφους ενδέχεται να προκαλέσουν ευρύτερες στρατιωτικές αντιδράσεις.

Ο Μερτς απέφυγε να διευκρινίσει αν η Γερμανία σκοπεύει πλέον να παραδώσει στην Ουκρανία τους πυραύλους Taurus, όπλα μεγάλου βεληνεκούς με δυνατότητα πλήγματος έως και 500 χιλιομέτρων. Ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, είχε ασκήσει πιέσεις στην προηγούμενη κυβέρνηση Σολτς για να εγκρίνει την αποστολή τους.

Η σημερινή γερμανική κυβέρνηση δεν αποκαλύπτει λεπτομέρειες για τα οπλικά συστήματα που παρέχει στην Ουκρανία, επικαλούμενη λόγους επιχειρησιακής ασφάλειας.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, έχει κατ’ επανάληψη ζητήσει από τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να άρουν τους περιορισμούς στη χρήση όπλων μεγάλου βεληνεκούς, υποστηρίζοντας ότι η δυνατότητα στοχεύσεων εντός Ρωσίας θα άλλαζε τα δεδομένα υπέρ της Ουκρανίας και θα εξανάγκαζε τη Μόσχα να διαπραγματευτεί.

Αν και ο Ουκρανός πρόεδρος δεν σχολίασε άμεσα τις δηλώσεις Μερτς, τη Δευτέρα κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να επιβάλει «νέες και ισχυρές κυρώσεις» κατά της Ρωσίας, εκτιμώντας ότι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως εγγύηση για κατάπαυση του πυρός και «επίδειξη σεβασμού» από τη ρωσική πλευρά.

Σε ερώτηση για τις επικρίσεις του Τραμπ προς τον Πούτιν, ο Πεσκόφ απάντησε ότι το Κρεμλίνο είναι ευγνώμον στους Αμερικανούς – και προσωπικά στον Τραμπ – για τη συμβολή τους στην οργάνωση της διαπραγματευτικής διαδικασίας, αποφεύγοντας να σχολιάσει την επίθεση. Παρατήρησε, πάντως, ότι η παρούσα φάση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη και επιβαρυμένη συναισθηματικά για όλους τους εμπλεκομένους.

Με τη συμβολή της Aldgra Fredly και πληροφορίες από το  Reuters

Γερμανικό δικαστήριο καταδικάζει 4 πρώην διευθυντές της Volkswagen για απάτη σε σκάνδαλο εκπομπών

ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ, Γερμανία—Ένα γερμανικό δικαστήριο καταδίκασε τη Δευτέρα τέσσερις πρώην διευθυντές της Volkswagen για απάτη και επέβαλε σε δύο από αυτούς ποινές φυλάκισης για τη συμμετοχή τους στην χειραγώγηση των ελέγχων εκπομπών, σχεδόν μια δεκαετία μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου σχετικά με τη απάτη σε οχήματα ντίζελ από την εταιρεία.

Ο πρώην επικεφαλής ανάπτυξης ντίζελ καταδικάστηκε σε τεσσεράμισι χρόνια φυλάκιση και ο επικεφαλής ηλεκτρονικών συστημάτων κίνησης σε δύο χρόνια και επτά μήνες από το δικαστήριο του Μπράουνσβαϊγκ, ανέφερε το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων dpa. Δύο άλλοι έλαβαν ποινές με αναστολή 15 μηνών και 10 μηνών.

Το σκάνδαλο ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2015, όταν η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ εξέδωσε ειδοποίηση παραβίασης, λέγοντας ότι η εταιρεία είχε πειράξει λογισμικό ελέγχου κινητήρα που επέτρεπε στα αυτοκίνητα να περνούν τις δοκιμές εκπομπών, ενώ εξέπεμπαν πολύ περισσότερη ρύπανση στην πραγματική οδήγηση.

Η εταιρεία έχει καταβάλει περισσότερα από 33 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα και αποζημιώσεις σε ιδιοκτήτες οχημάτων. Δύο διευθυντές της VW καταδικάστηκαν σε φυλάκιση στις ΗΠΑ. Ο πρώην επικεφαλής του τμήματος Audi της εταιρείας, Ρούπερτ Στάντλερ, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 21 μηνών με αναστολή και πρόστιμο 1,1 εκατομμυρίου ευρώ (1,25 εκατομμύρια δολάρια). Η ποινή υπόκειται ακόμη σε έφεση.

Απουσιάζει από τη δίκη, η οποία διήρκησε σχεδόν τέσσερα χρόνια, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος Μάρτιν Βίντερκορν. Οι διαδικασίες εναντίον του έχουν ανασταλεί λόγω προβλημάτων υγείας και δεν είναι σαφές πότε μπορεί να δικαστεί. Ο Βίντερκορν αρνήθηκε ότι διέπραξε κάποιο αδίκημα.

Επιπλέον υποθέσεις βρίσκονται σε εξέλιξη εναντίον 31 άλλων υπόπτων στη Γερμανία.

Οδηγός παρέσυρε πλήθος με αυτοκίνητο σε παρέλαση στο Λίβερπουλ – Τουλάχιστον 47 τραυματίες, ανάμεσά τους παιδιά

Τουλάχιστον 47 άνθρωποι, ανάμεσά τους τέσσερα παιδιά, τραυματίστηκαν όταν ένα αυτοκίνητο έπεσε πάνω σε πλήθος κατά τη διάρκεια παρέλασης για την κατάκτηση του τίτλου της Premier League από τη Λίβερπουλ, το βράδυ της Δευτέρας, σύμφωνα με την αστυνομία.

Η αστυνομία του Μέρσεϊσάιντ ανέφερε ότι δέχθηκε κλήσεις λίγο μετά τις 6 το απόγευμα τοπική ώρα, για «σύγκρουση οχήματος με πολλούς πεζούς» στην οδό Γουότερ, στο κέντρο της πόλης.

Στο σημείο συνελήφθη ένας άνδρας, που φέρεται να ήταν ο οδηγός του αυτοκινήτου. Όπως δήλωσε η βοηθός αρχηγού της τοπικής αστυνομίας, Τζέννυ Σιμς, πρόκειται για έναν 53χρονο λευκό Βρετανό από την ευρύτερη περιοχή του Λίβερπουλ. Η ίδια σημείωσε πως διεξάγονται εκτεταμένες έρευνες για να διαπιστωθούν τα αίτια του περιστατικού και κάλεσε τους πολίτες να αποφύγουν τη διάδοση εικασιών ή παραπληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ο Ντέηβ Κίτσιν, από την Υπηρεσία Ασθενοφόρων Βορειοδυτικής Αγγλίας, ανέφερε ότι 27 άνθρωποι μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία, ενώ άλλοι 20 έλαβαν τις πρώτες βοήθειες στο σημείο. Ανάμεσα στους τραυματίες βρίσκονται τέσσερα παιδιά, εκ των οποίων το ένα έχει υποστεί σοβαρά τραύματα. Παράλληλα, ένας διασώστης ποδηλάτης παρασύρθηκε από το όχημα, χωρίς ωστόσο να τραυματιστεί. Ο Κίτσιν πρόσθεσε ότι αρκετοί τραυματίες μετέβησαν μόνοι τους σε νοσοκομεία, μετά το «σοβαρό συμβάν».

Ο επικεφαλής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας του Μέρσεϊσάιντ, Νικ Σερλ, δήλωσε ότι τέσσερις άνθρωποι είχαν παγιδευτεί κάτω από το όχημα, αλλά απεγκλωβίστηκαν με ταχύτητα. Όπως είπε, τα σωστικά συνεργεία ανύψωσαν το όχημα και μετέφεραν τους παγιδευμένους στους συναδέλφους τους στα ασθενοφόρα. Η Πυροσβεστική θα διατηρήσει παρουσία στην περιοχή για τις επόμενες ημέρες.

Υλικό από τα κοινωνικά δίκτυα δείχνει ένα γκρι μίνι βαν περικυκλωμένο από πολίτες και αστυνομικούς στη διαδρομή της παρέλασης, λίγο πριν ξεκινήσει να κινείται μέσα στο πλήθος, παρασύροντας κόσμο κατά μήκος του δρόμου, προτού σταματήσει και περικυκλωθεί από οπαδούς.

Ο Χάρρυ Ρασίντ, ο οποίος είχε πάει στην παρέλαση με τη σύζυγό του και τα δύο του παιδιά, δήλωσε στο Associated Press ότι το αυτοκίνητο κινούνταν «εξαιρετικά γρήγορα». Όπως περιέγραψε, στην αρχή ακούστηκε ένας ήχος σαν «ποπ, ποπ, ποπ» καθώς οι άνθρωποι χτυπούσαν πάνω στο καπό. Μόλις το όχημα σταμάτησε, το πλήθος κινήθηκε εναντίον του και άρχισε να σπάει τα τζάμια. Ωστόσο, όπως είπε, ο οδηγός ξανάβαλε μπρος και συνέχισε να περνά μέσα από το πλήθος. «Ήταν τρομερό», πρόσθεσε, «και μπορούσες να ακούσεις τα χτυπήματα καθώς περνούσε πάνω από ανθρώπους».

Άλλος αυτόπτης μάρτυρας, ο Πήτερ Τζόουνς, ανέφερε στο ίδιο μέσο ότι το όχημα πέρασε δίπλα του καθώς κόσμος το καταδίωκε για να το σταματήσει. Σύμφωνα με την περιγραφή του, ο οδηγός παρέσυρε άτομα και η αστυνομία, μαζί με διασώστες, έτρεξε προς το σημείο, ενώ τραυματίες δέχονταν βοήθεια στην άκρη του δρόμου.

Η αστυνομία συνεχίζει τις έρευνες για τα αίτια της σύγκρουσης. Η Τζέννυ Σιμς επανέλαβε την έκκληση να μη διαδίδεται «σκληρό οπτικό υλικό» από το περιστατικό, προσθέτοντας ότι, βάσει των μέχρι στιγμής στοιχείων, πρόκειται για μεμονωμένο συμβάν και δεν αναζητείται άλλο πρόσωπο σε σχέση με αυτό. Το περιστατικό δεν αντιμετωπίζεται προς το παρόν ως τρομοκρατική ενέργεια.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κηρ Στάρμερ, δήλωσε μέσω των κοινωνικών δικτύων ότι ενημερώνεται διαρκώς για την κατάσταση, χαρακτηρίζοντας τις σκηνές στο Λίβερπουλ «φρικτές» και εκφράζοντας τη συμπαράστασή του στους τραυματίες και τους πληγέντες.

Οι φίλαθλοι της Λίβερπουλ είχαν συγκεντρωθεί για να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του 20ού πρωταθλήματος πρώτης κατηγορίας στην ιστορία της ομάδας, ισοφαρίζοντας το σχετικό ρεκόρ.

Ο επικεφαλής του δημοτικού συμβουλίου του Λίβερπουλ, Λίαμ Ρόμπινσον, δήλωσε ότι το περιστατικό «σκίασε μία κατά τα άλλα χαρμόσυνη ημέρα για την πόλη». Όπως είπε, «οι σκέψεις μας είναι με όλους τους πληγέντες» και πρόσθεσε ότι η πόλη έχει μακρά παράδοση ενότητας και αλληλεγγύης σε δύσκολες στιγμές – κάτι που, όπως εκτίμησε, θα φανεί και τις επόμενες ημέρες.

Σε ανακοίνωσή της, η Λίβερπουλ ανέφερε ότι βρίσκεται σε άμεση επικοινωνία με την αστυνομία του Μέρσεϊσάιντ και εξέφρασε τη συμπαράστασή της προς όλους όσοι επηρεάστηκαν από το σοβαρό αυτό περιστατικό.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Γιατί οι κάτοχοι κρυπτονομισμάτων γίνονται στόχος απαγωγής

Καθώς η διασημότητα του Twitch, Κέητλυν Σιραγκούσα (πιο γνωστή ως Amouranth), κοιμόταν στο σπίτι της στο Χιούστον, τρεις άνδρες εισέβαλαν και τη χτύπησαν με πιστόλι, απαιτώντας να παραδώσει τα κρυπτονομίσματά της.

Αυτό που δεν γνώριζαν οι κλέφτες ήταν ότι ο σύζυγός της, Νικ Λη, ήταν στο μπάνιο. Ο Λη βγήκε με ένα όπλο και πυροβόλησε τους άνδρες, αναγκάζοντάς τους να φύγουν, δήλωσε η Σιραγκούσα στο Fox News.

Το περιστατικό της 2ας Μαρτίου είναι μόνο ένα από μια πρόσφατη σειρά περιστατικών που ώθησαν τις αρχές να προειδοποιήσουν τους επενδυτές σε κρυπτονομίσματα και τα άτομα που κατέχουν μεγάλα ποσά ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων ότι αποτελούν στόχους απαγωγής και ληστείας.

Μια άλλη επίθεση καταγράφηκε σε κάμερα και μεταδόθηκε από το μέσο ενημέρωσης Le Parisien, που έδειξε πλάνα από μια απόπειρα απαγωγής, στις 13 Μαΐου, μιας 34χρονης γυναίκας και της 2χρονης κόρης της — συγγενών επενδύτριας σε κρυπτονομίσματα.

Ο Τζέημσον Λοπ, επικεφαλής τεχνολογίας της εταιρείας λύσεων φύλαξης κρυπτονομισμάτων Casa, έχει συντάξει μια βάση δεδομένων με φυσικές επιθέσεις, η οποία δείχνει 23 γνωστά περιστατικά μέχρι στιγμής φέτος, σε σύγκριση με 32 ολόκληρου του 2024.

Ο Λοπ πιστεύει ότι πολλά άτομα έχουν στοχοποιηθεί επειδή επιδείκνυαν τον πλούτο τους σε κρυπτονομίσματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

«Η Amouranth, για παράδειγμα, η οποία δέχτηκε επίθεση στο Τέξας, σχεδόν σίγουρα δέχτηκε επίθεση επειδή δημοσίευσε ένα στιγμιότυπο οθόνης του πορτοφολιού της που περιείχε Bitcoin αξίας 20 εκατομμυρίων δολαρίων», είπε.

Ενώ οι περισσότερες τράπεζες των ΗΠΑ ζητούν από τους πελάτες να ειδοποιήσουν εκ των προτέρων πριν από την ανάληψη μεγάλων ποσών από τους λογαριασμούς τους, αυτή η επιπλέον προφύλαξη δεν είναι διαθέσιμη στον χώρο των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων.

Ο Ντέηβιντ Μακ Κέλβυ, πρώην επικεφαλής επιθεωρητής ντετέκτιβ της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου, ο οποίος τώρα διευθύνει την εταιρεία ερευνών TM Eye, δήλωσε ότι το ελάττωμα με τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία είναι ότι μόλις οι εγκληματίες έχουν πρόσβαση σε στοιχεία ενός κρυπτονομίσματος, μπορούν να πάρουν τα πάντα.

Το πλεονέκτημα των κρυπτονομισμάτων για πολλούς ανθρώπους είναι ότι είναι αποκεντρωμένα και δεν χρειάζεται να βασίζονται σε τράπεζες, δήλωσε ο Μάικλ Λίτμαν, διευθυντής καινοτομίας στην Digital Frontier στο Λονδίνο.

Ωστόσο, είπε, «υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα στην αποκέντρωση».

«Όταν σας πειράζουν ή όταν αδειάζει το πορτοφόλι σας, δεν υπάρχει επιστροφή… Δεν έχετε αριθμό τεχνικής υποστήριξης, δεν έχετε τράπεζα για να καλέσετε και να πείτε ότι κάτι έχει συμβεί.»

Οι επενδυτές κρυπτονομισμάτων και οι μεγάλοι κάτοχοι ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων παγκοσμίως προειδοποιούνται για τον αυξανόμενο κίνδυνο απαγωγής και ληστείας. (Brandon Bell/Getty Images)

 

Οι περισσότερες επιθέσεις δεν δημοσιοποιούνται

Οι απαγωγές και άλλες απόπειρες εκβιασμού είναι γνωστές στον κλάδο ως «επιθέσεις με κλειδί», που πήραν το όνομά τους από ένα καρτούν σε ένα κόμικ που ονομάζεται XKCD. Το σκίτσο δείχνει έναν «κρυπτοσπαστικό» να φαντάζεται ότι θα ματαίωνε οποιαδήποτε απόπειρα κλοπής με κρυπτογράφηση υψηλού επιπέδου, μόνο και μόνο για να τον χτυπήσουν στο κεφάλι με ένα κλειδί των 5 δολαρίων και να τον αναγκάσουν να παραδώσει τον κωδικό πρόσβασης.

«Μπορείτε να έχετε ένα τρελό επίπεδο μαθηματικής ασφάλειας γύρω από τα δεδομένα σας, τα ιδιωτικά σας κλειδιά, οτιδήποτε. Αλλά αν μπορεί κάποιος να το παρακάμψει σχεδόν ακαριαία, τότε αυτή είναι μια σημαντική αδυναμία στο πρόγραμμά σας», είπε ο Λοπ.

Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μια σειρά από «επιθέσεις με κλειδί», συμπεριλαμβανομένης μίας στις 3 Μαΐου, στην οποία ο πατέρας ενός επενδυτή κρυπτονομισμάτων διασώθηκε από την αστυνομία κοντά στο Παρίσι.

Ο Φαμπρίς Γκαρντόν, διευθυντής της δικαστικής αστυνομίας, δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό RTL ότι ένα από τα δάχτυλα του θύματος είχε κοπεί κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας. Το όνομα του θύματος δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί. Επτά άτομα συνελήφθησαν σε σχέση με αυτό το περιστατικό.

Συνέβη τέσσερις μήνες αφότου απαγωγείς ακρωτηρίασαν το χέρι του Ντέηβιντ Μπάλλαντ, συνιδρυτή της εταιρείας κρυπτονομισμάτων Ledger, κατά τη διάρκεια ενός ξεχωριστού περιστατικού απαγωγής και λύτρων.

Τον Νοέμβριο του 2024, ο Ντην Σκούρκα, Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας κρυπτονομισμάτων WonderFi με έδρα το Τορόντο, απήχθη και στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος αφού κατέβαλε λύτρα 1 εκατομμυρίου δολαρίων.

Τον Ιούνιο του 2024, ένας Βρετανός επενδυτής κρυπτονομισμάτων δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης — η ανάρτηση έχει πλέον διαγραφεί — ότι είχε δεχτεί επίθεση από τρεις άνδρες με ματσέτες, οι οποίοι τον ανάγκασαν να ανοίξει το βιβλίο του και στη συνέχεια μετέφεραν όλα τα κρυπτονομίσματά του.

Το 2022, ο Άιντεν Πλετέρσκι, ο αυτοαποκαλούμενος «Βασιλιάς των Κρυπτονομισμάτων», απήχθη υπό την απειλή όπλου στο κέντρο του Τορόντο, ξυλοκοπήθηκε και κρατήθηκε αιχμάλωτος για τρεις ημέρες.

Ένας άντρας αγοράζει bitcoin σε ένα ΑΤΜ Bitstop σε αίθουσα εκθέσεων κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου Bitcoin 2022. Μαϊάμ, 7 Απριλίου 2022. (Marco Bello/Getty Images)

 

«Αυτοί οι κακοποιοί είναι έξυπνοι και υπάρχουν μερικές πάρα πολύ επαγγελματικές συμμορίες τριγύρω, συμπεριλαμβανομένων Νοτιοαμερικανών, που θα περάσουν μέρες παρακολουθώντας, ελέγχοντας τον τρόπο ζωής κάποιου, τοποθετώντας ιχνηλάτες στα αυτοκίνητά του και ελέγχοντας την τοποθεσία των καμερών CCTV», δήλωσε ο Μακ Κέλβυ.

Ο Λοπ είπε ότι είναι «αρκετά λογικό να υποθέσουμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επιθέσεων δεν δημοσιοποιείται ποτέ».

«Υπάρχουν πολλά θύματα που δεν επικοινωνούν ποτέ με τις αρχές επιβολής του νόμου επειδή φοβούνται ότι αυτό θα οδηγήσει απλώς στη δημοσιότητα της επίθεσης και θα τους καταστήσει μεγαλύτερο στόχο.»

Μετά από μια σειρά ληστειών, απαγωγών και απόπειρων απαγωγής που συνδέονται με ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία, ο υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας, Μπρουνό Ρεταιγιώ, συναντήθηκε με ηγετικά στελέχη της βιομηχανίας κρυπτονομισμάτων της χώρας. Δήλωσε στο ραδιοφωνικό δίκτυο Europe1, στις 16 Μαΐου, ότι η συνάντηση έγινε για να διασφαλιστεί ότι «γνώριζαν τους κινδύνους» και να «συνεργαστούν μαζί τους για να διασφαλίσουν την ασφάλειά τους».

Σύλληψη

Έχοντας αποκτήσει πρόσβαση σε ένα πορτοφόλι κρυπτονομισμάτων — που μερικές φορές αναφέρεται ως ledger — ένας εγκληματίας μπορεί να μεταφέρει ολόκληρο το περιεχόμενο στο δικό του ψηφιακό πορτοφόλι, αφήνοντας λίγα στοιχεία για την ταυτότητά του.

Αυτή η αύρα ασφάλειας οδηγεί τους εγκληματίες να κάνουν λάθη, είπε ο Λοπ, και «αυτό είναι καλό για τις αρχές επιβολής του νόμου, επειδή τους βοηθά να εντοπίζουν πιο εύκολα τους ανθρώπους και να τους βρίσκουν».

Ωστόσο, είπε, λίγα τοπικά αστυνομικά τμήματα έχουν τις γνώσεις που απαιτούνται για τον εντοπισμό κλεμμένων κρυπτονομισμάτων και η εμπειρογνωμοσύνη συχνά βρίσκεται μόνο σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

«Έχω συνεργαστεί με το FBI σε αρκετές περιπτώσεις και μπορώ να σας πω ότι, μόνο και μόνο λόγω των περιορισμών πόρων των αρχών επιβολής του νόμου σε εθνικό επίπεδο, γενικά δεν πρόκειται να κυνηγήσουν κλοπές και επιθέσεις [κρυπτονομισμάτων], εκτός αν μιλάμε για εκατομμύρια δολάρια ή περισσότερα», είπε ο Λοπ.

Στις αρχές Μαΐου, τρεις έφηβοι κατηγορήθηκαν για κλοπή 4 εκατομμυρίων δολαρίων σε κρυπτονομίσματα και μη ανταλλάξιμα token (NFT) τον Νοέμβριο του 2024, επιβεβαίωσε το Τμήμα Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λας Βέγκας στην Epoch Times.

Νωρίτερα φέτος, η εταιρεία κρυπτονομισμάτων Bybit δήλωσε ότι οι χάκερ είχαν κλέψει ψηφιακό νόμισμα αξίας 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων σε αυτό που θεωρείται η μεγαλύτερη ληστεία του είδους της.

Τεχνικοί σε ένα εργοστάσιο εξόρυξης κρυπτονομισμάτων εργάζονται στο κέντρο λειτουργιών δικτύου στο Hernandarias της Παραγουάης, στις 2 Αυγούστου 2024. (Daniel Duarte/AFP μέσω Getty Images)

 

Έγκλημα «χαμηλού κινδύνου, υψηλής αμοιβής»

Σύμφωνα με τον Μακ Κέλβυ, οι εγκληματίες τείνουν να κινούνται προς εγκλήματα «χαμηλού κινδύνου, υψηλής ανταμοιβής» και, όπως ακριβώς μετακινήθηκαν από ένοπλες ληστείες στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, τώρα είναι πιθανό να έλκονται προς εγκλήματα που σχετίζονται με κρυπτονομίσματα.

Τα τελευταία χρόνια, το κινεζικό οργανωμένο έγκλημα έχει εμπλακεί σε κυβερνοαπάτες βιομηχανικής κλίμακας από κόμβους στη Βιρμανία (γνωστή και ως Μιανμάρ), την Καμπότζη και το Λάος.

Ο Μάθιου Χόγκαν, ντετέκτιβ της Πολιτειακής Αστυνομίας του Κονέκτικατ και αξιωματικός στις Ομάδες Εργασίας Οικονομικών Εγκλημάτων της Μυστικής Υπηρεσίας, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι έχει σημειωθεί τεράστια αύξηση στις μακροπρόθεσμες απάτες, γνωστές ως «pig butchering», οι οποίες περιλαμβάνουν την προσέλκυση ανθρώπων σε πλαστές επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα.

Ο Μάικλ Έγκλαντερ, διευθύνων σύμβουλος ενός ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων με έδρα την Πολωνία, της Plasbit, συμβουλεύει τους ανθρώπους να επενδύουν στην ασφάλεια για την προστασία κρίσιμων πληροφοριών.

«Επειδή μόλις κάποιος αποφασίσει ότι αξίζετε ως στόχος, είναι ήδη πολύ αργά για να είστε προσεκτικοί», δημοσίευσε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, στις 12 Μαΐου.

Τα κρυπτογραφικά πορτοφόλια διατίθενται σε διαφορετικές μορφές. Τα τελευταία χρόνια, τα «κρύα πορτοφόλια» έχουν γίνει πιο δημοφιλή επειδή δεν είναι συνδεδεμένα στο διαδίκτυο και λιγότερο επιρρεπή σε hacking, σε αντίθεση με τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια, γνωστά ως «ζεστά πορτοφόλια».

«Ένα κρύο πορτοφόλι […] σας προστατεύει κυρίως από τους χάκερ επειδή τα κλειδιά [του κωδικού πρόσβασης] σας δεν βρίσκονται πλέον σε μια συσκευή γενικής χρήσης συνδεδεμένη στο διαδίκτυο», δήλωσε ο Λοπ.

Παρατήρησε όμως ότι εξακολουθεί να μην προστατεύει τους επενδυτές κρυπτονομισμάτων από απάτες που βασίζονται στην εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης ενός ατόμου.

Εργαζόμενοι μεταφέρουν μηχανήματα εξόρυξης κρυπτονομισμάτων σε μια φάρμα κρυπτονομισμάτων, η οποία περιλαμβάνει περισσότερες από 3.000 ομάδες μηχανημάτων εξόρυξης. Ντουτζιανγκγιάν, επαρχία Σετσουάν, Κίνα, 31 Μαρτίου 2021. (STR/AFP μέσω Getty Images)

Η Αυστραλία στηρίζει τη νέα συμφωνία του ΠΟΥ για τις πανδημίες

Η Αυστραλία εξέφρασε την υποστήριξή της στη νέα διεθνή συμφωνία για τις πανδημίες που ενέκρινε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), τη στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες επέλεξαν να μην συμμετάσχουν στη διαδικασία.

Όπως ανέφεραν Αυστραλοί αξιωματούχοι, η συμφωνία ενσωματώνει τα «διδάγματα από την πανδημία COVID-19» και ενισχύει τη «συλλογική δράση» για την αντιμετώπιση μελλοντικών απειλών, με έμφαση στην ενίσχυση της επιδημιολογικής επιτήρησης και της πρόσβασης σε εμβόλια.

Ο υπουργός Υγείας Μαρκ Μπάτλερ και η υπουργός Εξωτερικών Πέννυ Γουόνγκ χαρακτήρισαν την υιοθέτηση της συμφωνίας ως ένα «σημαντικό βήμα» για την προετοιμασία και την αντίδραση σε μελλοντικές υγειονομικές κρίσεις.

Η Γουόνγκ σημείωσε πως η διεθνής συνεργασία στον τομέα της υγείας είναι απαραίτητη για την ασφάλεια της Αυστραλίας και του κόσμου, ενώ τόνισε ότι η υιοθέτηση της συμφωνίας καταδεικνύει τη σημασία της παγκόσμιας συνεργασίας για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων.

Από την πλευρά του, ο Μπάτλερ ανέφερε ότι η εκδήλωση μιας νέας πανδημίας αποτελεί ζήτημα του «πότε» και όχι του «αν», προσθέτοντας ότι υπάρχει συλλογική ευθύνη για την προστασία της δημόσιας υγείας σε όλα τα κράτη.

Η στάση της Καμπέρας έρχεται σε αντίθεση με αυτήν της Ουάσιγκτον, η οποία αποφάσισε να μην συμμετάσχει στην πρώτη διεθνή συμφωνία του ΠΟΥ και, ως εκ τούτου, δεν δεσμεύεται από αυτήν σε ενδεχόμενη πανδημία.

Ωστόσο, στο εσωτερικό της Αυστραλίας υπήρξαν αντιδράσεις. Ο γερουσιαστής του Φιλελεύθερου Κόμματος Άλεξ Άντικ εξέφρασε ανησυχίες ότι η συμφωνία ενδέχεται να περιορίσει την αρμοδιότητα των τοπικών αρχών, μεταφέροντας εξουσίες σε «υπερεθνικούς γραφειοκράτες χωρίς λογοδοσία».

Σε μήνυμά του προς τους υποστηρικτές του, στις 23 Μαΐου, ο Άντικ δήλωσε ότι η συμφωνία μπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις κυρίαρχων κρατών σε περιόδους υγειονομικών κρίσεων και κάλεσε την Αυστραλία να αποχωρήσει από τον ΠΟΥ. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι προκαλεί ανησυχία η αναφορά στο προοίμιο της συμφωνίας σε απειλές όπως η κλιματική αλλαγή, διερωτώμενος αν τα κράτη θα ακολουθούν πλέον αυτόματα τις συστάσεις του ΠΟΥ σε περίπτωση κήρυξης «κλιματικής έκτακτης ανάγκης».

Η κυβέρνηση Αλμπανέζε, πάντως, διαβεβαίωσε ότι η Αυστραλία θα διατηρήσει «πλήρη κυριαρχία» και θα λαμβάνει αποφάσεις για τη δημόσια υγεία με βάση το εθνικό συμφέρον.

Ο Μπάτλερ ανέφερε ότι με την ενεργοποίηση της συμφωνίας τόσο η Αυστραλία όσο και η ευρύτερη περιοχή θα είναι καλύτερα προετοιμασμένες για τον περιορισμό των κινδύνων και την έγκαιρη αντίδραση σε περίπτωση πανδημίας, γεγονός που, όπως σημείωσε, θα συμβάλει στη διάσωση ζωών και στη μείωση των οικονομικών συνεπειών.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επεσήμανε ότι η Αυστραλία θα ξεκινήσει τη διαδικασία επικύρωσης της συμφωνίας όταν αυτή ανοίξει για υπογραφές, κάτι που αναμένεται να γίνει στα μέσα του 2026. Υπενθύμισε επίσης ότι, παρά την υιοθέτηση της συμφωνίας από την Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας, απομένουν τεχνικά ζητήματα που πρέπει να οριστικοποιηθούν.

Τι προβλέπει η συμφωνία του ΠΟΥ

Η συμφωνία υιοθετήθηκε με την υποστήριξη 124 κρατών, χωρίς καμία αντίρρηση, ενώ 11 χώρες απουσίαζαν από την ψηφοφορία.

Το κείμενο προβλέπει την ενίσχυση μέτρων πρόληψης και επιτήρησης για την αποτροπή πανδημιών. Κεντρικό στοιχείο αποτελεί το «Σύστημα Πρόσβασης και Κοινής Χρήσης Οφελών σε Παθογόνους» (Pathogen Access and Benefit-Sharing System-PABS) του ΠΟΥ.

Σύμφωνα με αυτό, τα συμμετέχοντα κράτη δεσμεύονται να κοινοποιούν γενετικά δεδομένα νέων παθογόνων με πανδημικό δυναμικό, προκειμένου να επιταχύνεται η ανάπτυξη θεραπειών και εμβολίων.

Επιπλέον, οι φαρμακευτικές εταιρείες υποχρεούνται να διαθέτουν το 20% της παραγωγής τους στον ΠΟΥ σε περίπτωση πανδημίας — το 10% με έκπτωση και το υπόλοιπο 10% δωρεάν, ώστε να διανέμεται σε φτωχότερες χώρες.

Όπως αναφέρεται στη συμφωνία, κάθε κατασκευάστρια εταιρεία θα πρέπει, μέσω νομικά δεσμευτικών συμβάσεων με τον ΠΟΥ, να διασφαλίζει άμεση πρόσβαση στο 20% της πραγματικής παραγωγής της από ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια, θεραπείες και διαγνωστικά μέσα για τον παθογόνο παράγοντα που προκαλεί την έκτακτη ανάγκη.

Η συμφωνία διευκρινίζει ότι ο ΠΟΥ δεν διαθέτει εξουσία να επιβάλλει απαγόρευση κυκλοφορίας, περιορισμούς μετακινήσεων σε άλλες χώρες ή υποχρεωτικούς εμβολιασμούς.

Τέλος, αναγνωρίζεται η σημασία και οι επιπτώσεις στην υγεία από διευρυνόμενες απειλές όπως η κλιματική αλλαγή, η φτώχεια, η πείνα, η αδυναμία των συστημάτων πρωτοβάθμιας φροντίδας και η εξάπλωση της μικροβιακής αντοχής.