Παρασκευή, 05 Σεπ, 2025

Κάιρο: Οι αραβικές χώρες υιοθετούν το αιγυπτιακό σχέδιο για την ανοικοδόμηση της Λωρίδας της Γάζας

Οι ηγέτες των αραβικών χωρών που συνεδρίασαν χθες Τρίτη στο Κάιρο υιοθέτησαν το αιγυπτιακό σχέδιο για την ανοικοδόμηση της Γάζας, ανακοίνωσε ο Αιγύπτιος πρόεδρος Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι.

Το σχέδιο, που είναι μια εναλλακτική πρόταση απέναντι σε εκείνη του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη δημιουργία μιας «Ριβιέρας της Μέσης Ανατολής» στον παλαιστινιακό θύλακα, στοχεύει στην ανοικοδόμηση της Λωρίδας της Γάζας χωρίς την εκτόπιση των κατοίκων της.

Ο Σίσι είπε ότι η πρότασή του έγινε δεκτή κατά την ολοκλήρωση της συνόδου. Νωρίτερα, είχε δηλώσει ότι είναι βέβαιος πως ο Τραμπ θα μπορούσε να φέρει την ειρήνη.

Τα βασικά ερωτήματα πουπρέπει να απαντηθούν για το μέλλον της Γάζας είναι το ποιος θα κυβερνά τον θύλακα και ποιες χώρες θα χορηγήσουν τα δισεκατομμύρια δολάρια που απαιτούνται για την ανοικοδόμησή του.

Ο Σίσι είπε ότι η Αίγυπτος συνεργάζεται με τους Παλαιστινίους για τη συγκρότηση μιας επιτροπής αποτελούμενης από ανεξάρτητους Παλαιστίνιους τεχνοκράτες, που θα αναλάβουν τη διοίκηση της Γάζας. Η επιτροπή αυτή θα επιβλέπει τη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας και θα διαχειρίζεται τις υποθέσεις του θύλακα προσωρινά, μέχρι να περάσει υπό τον έλεγχο της Παλαιστινιακής Αρχής, πρόσθεσε.

Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα είναι το μέλλον της Χαμάς, της οργάνωση που προκάλεσε τον πόλεμο της Γάζας με την επίθεση που εξαπέλυσε στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023.

Ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς χαιρέτισε την αιγυπτιακή πρόταση και προέτρεψε τον Τραμπ να στηρίξει το σχέδιο που δεν περιλαμβάνει την εκτόπιση των Παλαιστινίων κατοίκων. Ο Αμπάς είπε επίσης ότι είναι έτοιμος να προκηρύξει προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν, υπογραμμίζοντας ότι η Παλαιστινιακή Αρχή είναι η μοναδική νόμιμη κυβερνητική και στρατιωτική δύναμη στα Παλαιστινιακά Εδάφη.

Ο Αμπάς, ένας από τους αρχιτέκτονες των ειρηνευτικών συμφωνιών του Όσλο (1993) με το Ισραήλ, που δημιούργησαν ελπίδες για την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, βλέπει τη νομιμότητά του να υπονομεύεται σταθερά από τον ισραηλινό εποικισμό στη Δυτική Όχθη. Πολλοί Παλαιστίνιοι εξάλλου θεωρούν την κυβέρνησή του διεφθαρμένη, αντιδημοκρατική και εκτός πραγματικότητας.

Για οποιαδήποτε προσπάθεια ανοικοδόμησης, πάντως, θα χρειαστεί η στήριξη των πλούσιων χωρών του Κόλπου, όπως των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Σαουδικής Αραβίας, που διαθέτουν τα απαιτούμενα κεφάλαια.

Τα ΗΑΕ, που βλέπουν τη Χαμάς και άλλες ισλαμιστικές οργανώσεις ως υπαρξιακή απειλή, θέλουν τον άμεσο και πλήρη αφοπλισμό της, ωστόσο άλλες αραβικές χώρες προκρίνουν μια πιο σταδιακή προσέγγιση, ανέφεραν πηγές με γνώση του θέματος.

Στην ομιλία του στη σύνοδο, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας πρίγκιπας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν, είπε ότι απαιτούνται διεθνείς εγγυήσεις ότι η τρέχουσα εκεχειρία θα διατηρηθεί.

Οι ηγέτες των ΗΑΕ και του Κατάρ δεν πήραν τον λόγο στις ανοιχτές συνεδριάσεις της συνόδου.

Ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της Χαμάς, ο Σάμι Άμπου Ζούχρι, απέρριψε την έκκληση για αφοπλισμό της οργάνωσης, επιμένοντας ότι το δικαίωμα στην αντίσταση είναι αδιαπραγμάτευτο. Ο Άμπου Ζούχρι είπε στο πρακτορείο Reuters ότι η οργάνωση δεν θα δεχτεί καμία προσπάθεια επιβολής σχεδίων, καμία μορφή μη παλαιστινιακής κυβέρνησης ούτε την παρουσία ξένων δυνάμεων.

Αφού η Χαμάς εκδίωξε την Παλαιστινιακή Αρχή από τη Γάζα, μετά τον σύντομο εμφύλιο πόλεμο του 2007, έχει καταπνίξει κάθε αντιπολίτευση στον θύλακα.

Μία πηγή είπε στο Reuters ότι το Ισραήλ δεν θα αντιταχθεί στο να αναλάβει την ευθύνη διακυβέρνησης της Γάζας μια αραβική οντότητα, εφόσον φύγει η Χαμάς από το προσκήνιο. Όμως άλλος Ισραηλινός αξιωματούχος υπογράμμισε ότι ο στόχος του πολέμου ήταν εξαρχής να καταστραφούν οι στρατιωτικές και διοικητικές δυνατότητες της παλαιστινιακής οργάνωσης. «Επομένως, εάν πρόκειται να πείσουν τη Χαμάς να αποστρατιωτικοποιηθεί, αυτό πρέπει να γίνει αμέσως. Τίποτα άλλο δεν θα γίνει δεκτό», είπε.

Ισραηλινοί αξιωματούχοι λένε ότι περίπου 20.000 μαχητές της Χαμάς έχουν σκοτωθεί από την έναρξη του πολέμου.

Συριακές δυνάμεις αναπτύσσονται κοντά στη Δαμασκό

Το μεταβατικό καθεστώς της Συρίας έχει αναπτύξει δυνάμεις ασφαλείας στην πόλη Τζαραμάνα, που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Δαμασκού, ανέφερε το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων SANA της χώρας στις 3 Μαρτίου.

Σύμφωνα με το SANA, η κίνηση έπεται της δολοφονίας ενός αξιωματούχου του υπουργείου Άμυνας —που ταυτοποιήθηκε ως Αχμάντ αλ-Κατίμπ— ο οποίος πυροβολήθηκε από άγνωστους ενόπλους κοντά στην Τζαραμάνα.

Οι δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή εργάζονται για να «συλλάβουν αυτά τα άτομα [υπεύθυνα για τη δολοφονία] και να τα οδηγήσουν στη δικαιοσύνη», υποστήριξε ο Αντισυνταγματάρχης Χουσάμ Ταχάν, αξιωματούχος των υπηρεσιών ασφαλείας, σύμφωνα με το SANA.

«Ένοπλα άτομα εκτός κρατικής αρχής απέρριψαν όλες τις διαμεσολαβήσεις και συμφωνίες», είπε ο Ταχάν.

Πρόσθεσε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας προσπάθησαν «να τερματίσουν την κατάσταση χάους και τα παράνομα σημεία ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί από παράνομες ομάδες που διαπράττουν απαγωγές, δολοφονίες, και ένοπλες ληστείες».

Τρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Δαμασκού, ο πληθυσμός της Τζαραμάνα αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από Δρούζους, μια μειονοτική θρησκευτική αίρεση, και Χριστιανούς.

«Καμία συριακή γεωγραφική περιοχή δεν θα παραμείνει εκτός του ελέγχου των κρατικών θεσμών», είπε ο Ταχάν, σύμφωνα με το SANA.

«Είμαστε μάρτυρες σημαντικής συνεργασίας από τους κατοίκους της πόλης Τζαραμάνα σε αυτό το θέμα.»

Τον Δεκέμβριο του 2024, ο Σύρος ηγέτης Μπασάρ αλ Άσαντ εκδιώχθηκε από την εξουσία και ο συριακός εθνικός στρατός διαλύθηκε, εν όψει επίθεσης ανταρτών που υποστηρίζονταν από τη γειτονική Τουρκία.

Της επίθεσης ηγήθηκε η Hayat Tahrir al-Sham (HTS), χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική ομάδα από τις ΗΠΑ, της οποίας ο αρχηγός, Αχμάντ αλ-Σάρα, έχει αναλάβει τον ρόλο του προσωρινού ηγέτη της Συρίας.

Στις 3 Μαρτίου, το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu της Τουρκίας ανέφερε ότι έκτοτε η ηρεμία είχε αποκατασταθεί στην Τζαραμάνα μετά από συνομιλίες μεταξύ ηγετών της τοπικής κοινότητας και αξιωματούχων του υπουργείου Εσωτερικών της Συρίας.

Σύμφωνα με το Anadolu, οι αναταραχές ξεκίνησαν στις 28 Φεβρουαρίου όταν ο αλ-Κατίμπ, ένας αξιωματούχος του Υπουργείου Άμυνας της Συρίας υπό την ηγεσία της HTS, σκοτώθηκε σε σημείο ελέγχου από άγνωστους ενόπλους.

Το πρακτορείο ειδήσεων ανέφερε επίσης — επικαλούμενο τον Μουσάμπ αλ-Σαμί, τοπικό αξιωματούχο ασφαλείας — ότι ένα αστυνομικό τμήμα κοντά στη Τζαραμάνα είχε επίσης δεχθεί επίθεση.

Ο αλ-Σαμί είπε ότι η κρίση διαδόθηκε αργότερα μετά από διαβουλεύσεις μεταξύ αξιωματούχων ασφαλείας και ηγετών της τοπικής κοινότητας.

«Τις επόμενες ημέρες, η συνεργασία μας με τους ανθρώπους της Τζαραμάνα θα ενισχυθεί», αναφέρθηκε ότι είπε.

Οχήματα του ισραηλινού στρατού κινούνται στη ζώνη ασφαλείας που επιτηρείται από τον ΟΗΕ, η οποία χωρίζει τις ισραηλινές και συριακές δυνάμεις κοντά στο χωριό Δρούζων Ματζάλ Σαμς, που βρίσκεται στα προσαρτημένα από το Ισραήλ Υψίπεδα Γκολάν, στις 21 Δεκεμβρίου 2024. (Jalaa Marey/AFP μέσω Getty Images)

 

Διφορούμενες περιστάσεις

Οι συνθήκες γύρω από την πρόσφατη αναταραχή παραμένουν ασαφείς.

Την 1η Μαρτίου, το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (SOHR) ανέφερε «πολλά περιστατικά διαταραχής ασφάλειας» μέσα και γύρω από τη Τζαραμάνα, τα οποία, όπως είπε, είχαν οδηγήσει σε πολλούς θανάτους και τραυματισμούς.

«Αυτές οι ενέργειες ώθησαν τη γενική υπηρεσία ασφαλείας [της Συρίας] να ξεκινήσει μια μεγάλης κλίμακας εκστρατεία ασφαλείας στην πόλη», ανέφερε η υπηρεσία επιτήρησης δικαιωμάτων που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Σύμφωνα με το SOHR, ένοπλοι κάποια στιγμή μπήκαν στην Τζαραμάνα, «όπου συγκρούστηκαν με ένοπλα μέλη της τοπικής κοινότητας των Δρούζων».

Ένας Δρούζος μαχητής σκοτώθηκε στη μάχη σώμα με σώμα και άλλα εννέα άτομα τραυματίστηκαν, ανέφερε.

Το SOHR ανέφερε επίσης ότι άγνωστοι ένοπλοι άνοιξαν πυρ εναντίον πολιτικού οχήματος στην περιοχή, τραυματίζοντας δύο μέλη της κοινότητας των Δρούζων.

Ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Ισραήλ Κατς, εν τω μεταξύ, διέταξε πρόσφατα τον ισραηλινό στρατό να «προετοιμαστεί να υπερασπιστεί» την κοινότητα των Δρούζων της Συρίας, σύμφωνα με την Times of Israel.

Σε δήλωση της 1ης Μαρτίου, το γραφείο του Κατς ισχυρίστηκε ότι η Τζαραμάνα δεχόταν «επίθεση από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος».

«Δεν θα επιτρέψουμε στο ακραίο ισλαμικό καθεστώς στη Συρία να βλάψει τους Δρούζους», αναφέρει η δήλωση. «Αν το καθεστώς βλάψει τους Δρούζους, θα το χτυπήσουμε κι εμείς».

Η Τζαραμάνα απέχει περίπου 55 χιλιόμετρα από τα σύνορα του Ισραήλ.

Λίγο μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, οι ισραηλινές δυνάμεις εισήλθαν στο συριακό έδαφος στην περιοχή των Υψωμάτων του Γκολάν, όπου συγκεντρώνεται μεγάλο μέρος της κοινότητας των Δρούζων της Συρίας.

Τον περασμένο μήνα, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι το εβραϊκό κράτος δεν θα επιτρέψει στις συριακές δυνάμεις να «εισέλθουν στην περιοχή νότια της Δαμασκού».

Η κυβέρνησή του έκανε επίσης σαφές ότι οι ισραηλινές δυνάμεις που τώρα κατέχουν περιοχές της Συρίας θα παραμείνουν στην περιοχή για αόριστο χρόνο.

Του Άντριου Μόροου

ΗΠΑ: Έγκριση 4 δισ. δολαρίων σε στρατιωτική βοήθεια για το Ισραήλ

Ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Μάρκο Ρούμπιο, λαμβάνει μέτρα για την ταχύτερη παράδοση της στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ, δεσμευόμενος να τηρήσει τις συμφωνίες ασφαλείας των ΗΠΑ με τη χώρα.

Σε δήλωσή του, την 1η Μαρτίου, ανέφερε ότι υπέγραψε διάταγμα για την ενεργοποίηση έκτακτων εξουσιών, προκειμένου να επιταχυνθεί η αποστολή στρατιωτικής βοήθειας ύψους περίπου 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς το Ισραήλ. Επεσήμανε ότι το μερικό εμπάργκο όπλων που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε οδηγήσει στην αδικαιολόγητη καθυστέρηση προμήθειας ορισμένων όπλων και πυρομαχικών προς το Ισραήλ. Ωστόσο, αυτή η κατάσταση ανατράπηκε υπό τη διοίκηση του προέδρου Τραμπ.

Κατά τη δεύτερη θητεία της, η κυβέρνηση Τραμπ έχει εγκρίνει σχεδόν 12 δισ. δολάρια σε πωλήσεις όπλων προς το Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Ρούμπιο, η απόφαση αυτή συνδέεται με την ακύρωση από τον πρόεδρο Τραμπ ενός μνημονίου της εποχής Μπάιντεν, το οποίο είχε επιβάλει περιορισμούς στη στρατιωτική βοήθεια προς το Ισραήλ, την ώρα που η χώρα διεξήγαγε επιχειρήσεις επιβίωσης σε πολλαπλά μέτωπα κατά του Ιράν και των συμμάχων του.

Η δήλωσή του φαίνεται να αναφέρεται στην απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να παγώσει την αποστολή βομβών 900 κιλών προς το Ισραήλ, λόγω ανησυχιών ότι οι βόμβες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε πυκνοκατοικημένες περιοχές της Γάζας. Τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση Τραμπ ήρε τον περιορισμό, επιτρέποντας την παράδοση των όπλων στο Ισραήλ τον προηγούμενο μήνα.

Ο Ρούμπιο τόνισε ότι η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει «όλα τα διαθέσιμα μέσα» για να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών προς το Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξής του απέναντι σε απειλές.

Η Υπηρεσία Συνεργασίας για την Αμυντική Ασφάλεια των ΗΠΑ (Defense Security Cooperation Agency-DSCA) ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι ενέκρινε πιθανές πωλήσεις όπλων στο Ισραήλ, συνολικής αξίας σχεδόν 3 δισ. δολαρίων, σε διάφορες συμφωνίες. Η πρώτη συμφωνία αφορά την πώληση 35.529 γενικών βομβών MK 84 ή BLU-117 και 4.000 διατρητικών κεφαλών I-2000, αξίας 2,04 δισ. δολαρίων, με τις πρώτες παραδόσεις να ξεκινούν το επόμενο έτος.

Σύμφωνα με την DSCA, ο υπουργός Εξωτερικών αποφάσισε και παρείχε αναλυτική αιτιολόγηση ότι υφίσταται έκτακτη ανάγκη που απαιτεί την άμεση πώληση των παραπάνω αμυντικών ειδών και υπηρεσιών προς την κυβέρνηση του Ισραήλ, καθώς αυτό εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Από το συνολικό ποσό των 3 δισ. δολαρίων, περισσότερα από 675 εκατομμύρια αφορούν πυρομαχικά, εξοπλισμό υποστήριξης και κιτ καθοδήγησης, με τις παραδόσεις να ξεκινούν το 2028. Μια επιπλέον συμφωνία, αξίας 295 εκατομμυρίων δολαρίων, αφορά την προμήθεια στο Ισραήλ ερπυστριοφόρων μπουλντόζων D9R και D9T της Caterpillar.

Λήξη της εκεχειρίας

Η στρατιωτική βοήθεια των 4 δισ. δολαρίων παρέχεται λίγο μετά τη λήξη της εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς, το περασμένο Σαββατοκύριακο. Ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ, Στιβ Γουίτκοφ, πρότεινε μια νέα συμφωνία εκεχειρίας, με σκοπό την προσωρινή κατάπαυση του πυρός κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού και του εβραϊκού Πάσχα. Το Ραμαζάνι αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 30 Μαρτίου, ενώ το Πάσχα στις 20 Απριλίου.

Παρότι το Ισραήλ αποδέχθηκε την πρόταση, η Χαμάς αρνήθηκε να την αποδεχθεί, σύμφωνα με ανάρτηση της 2ας Μαρτίου από το γραφείο του Ισραηλινού πρωθυπουργού στην πλατφόρμα Χ. Ως αποτέλεσμα, ο πρωθυπουργός Νετανιάχου αποφάσισε την αναστολή της εισόδου όλων των ειδών και προμηθειών στη Λωρίδα της Γάζας από το πρωί της ίδιας ημέρας.

Στις 4 Φεβρουαρίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε τη μετακίνηση των κατοίκων της Γάζας εκτός της Λωρίδας, καθώς και την ανάληψη της ανοικοδόμησης της περιοχής από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με στόχο τη μόνιμη επίλυση των συγκρούσεων στην περιοχή. Μετά την πρόταση του Τραμπ, ειδικοί επισήμαναν ότι η ιδέα της επίλυσης της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης μέσω της δημιουργίας δύο κρατών φαίνεται να χάνει έδαφος. Ο Ίλαϊ Σπέρλινγκ (Eli Sperling), βοηθός καθηγητή του Israel Institute στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, ανέφερε ότι η προοπτική αυτή είναι πιθανώς ξεγραμμένη.

Πολλοί αναλυτές εξωτερικής πολιτικής, πρόσθεσε, έχουν συζητήσει την πιθανότητα η Γάζα να εξελιχθεί σε ένα ανεξάρτητο κρατίδιο, ενδεχομένως ενσωματωμένο αργότερα σε παλαιστινιακό κράτος. Ωστόσο, επεσήμανε ότι τόσο η πλειοψηφία των Παλαιστινίων όσο και των Ισραηλινών απορρίπτουν πλέον μια τέτοια λύση.

Τον περασμένο μήνα, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, υποστηρίζοντας ότι λειτουργεί ως μηχανισμός προστασίας κρατών που διαπράττουν σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, διέκοψε τη χρηματοδότηση της Υπηρεσίας Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (U.N. Relief and Works Agency-UNRWA), χαρακτηρίζοντάς τη συστηματικά αντισημιτική και εχθρική προς το Ισραήλ.

Με τη συμβολή του Dan M. Berger 

Ο ισραηλινός στρατός αναμετράται με τις αποτυχίες της 7ης Οκτωβρίου

Η έρευνα του ισραηλινού στρατού για την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (Israel Defense Forces – IDF) απέτυχαν να προστατεύσουν τους Ισραηλινούς πολίτες, καθώς η Μεραρχία της Γάζας καταλήφθηκε τις πρώτες ώρες του πολέμου, επιτρέποντας στους τρομοκράτες να αποκτήσουν τον έλεγχο και να πραγματοποιήσουν σφαγές σε κοινότητες και οδικές αρτηρίες της περιοχής.

Μια σύνοψη 19 σελίδων της έρευνας, την οποία απέκτησε η Epoch Times από τις IDF, επικεντρώνεται στα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτό που χαρακτηρίζεται ως «η εξόφθαλμη αποτυχία της 7ης Οκτωβρίου». Σύμφωνα με την έρευνα, οι ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας βασίστηκαν σε λανθασμένες στρατηγικές, επιχειρησιακές και τακτικές αντιλήψεις, οι οποίες τροφοδοτήθηκαν από εσφαλμένες πληροφορίες.

Λάθη σημειώθηκαν τις νυχτερινές ώρες πριν από την επίθεση, η οποία ξεκίνησε στις 6:29 το πρωί του Σαββάτου, ημέρα που συνέπιπτε με το εβραϊκό Σάββατο (Σαμπάτ) και μια εβραϊκή γιορτή. Επιπλέον, αστοχίες σημειώθηκαν και κατά τη διάρκεια της μάχης, καθώς οι αρχικά αιφνιδιασμένες και υποστελεχωμένες ισραηλινές δυνάμεις κατάφεραν σταδιακά να ανασυνταχθούν και να ανακτήσουν τον έλεγχο.

Η αναφορά επισημαίνει ότι οι IDF πραγματοποίησαν 41 ξεχωριστές έρευνες σχετικά με τις επιμέρους μάχες που διεξήχθησαν σε κοινότητες, στρατιωτικές βάσεις και οδικές αρτηρίες. Διαπιστώθηκε ότι ο στρατός γενικά ακολούθησε τα υφιστάμενα επιχειρησιακά σχέδιά του, τα οποία όμως δεν προέβλεπαν μια μεγάλης κλίμακας επίθεση.

Ο απερχόμενος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, αντιστράτηγος Χέρτσι Χαλεβί, υπέβαλε την παραίτησή του στις 21 Ιανουαρίου, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την αποτυχία – το υψηλότερο σε βαθμό στέλεχος που το έχει πράξει μέχρι στιγμής. Είχε διευκρινίσει ότι η έρευνα θα ολοκληρωνόταν πριν από την αποχώρησή του στις 6 Μαρτίου. Η σύνοψη του πορίσματος είναι λιτή σε λεπτομέρειες και δεν κατονομάζει υπευθύνους, ενώ χρησιμοποιεί όρους όπως «εκτιμήσεις κατάστασης» και «θεσμικοί μηχανισμοί».

Πολλά από τα συμπεράσματα της έρευνας δεν προκαλούν έκπληξη στο Ισραήλ, καθώς η κοινωνία είναι βαθιά βυθισμένη στον πόλεμο, τον μεγαλύτερης διάρκειας στην ιστορία της, από εκείνη την ημέρα. Εκατοντάδες χιλιάδες έφεδροι επιστρατεύθηκαν, με τους περισσότερους να παραμένουν ακόμη σε υπηρεσία. Ισραηλινές κοινότητες υπέστησαν επιθέσεις με ρουκέτες μέχρι την επίτευξη εκεχειριών με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο και τη Χαμάς στη Γάζα.

Η οικονομία επλήγη σοβαρά, καθώς επιχειρήσεις οδηγήθηκαν σε κλείσιμο λόγω της επιστράτευσης των ιδιοκτητών και των εργαζομένων τους, ο τουρισμός κατέρρευσε και οι αεροπορικές εταιρείες ανέστειλαν τις πτήσεις τους προς και από το Ισραήλ. Εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι συνοριακών περιοχών – τόσο κοντά στη Γάζα όσο και στον βορρά, όπου η Χεζμπολάχ εξαπέλυε συνεχείς βομβαρδισμούς – αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Παράλληλα, αμέτρητες εθελοντικές οργανώσεις αναδύθηκαν για να καλύψουν τις ανάγκες των εκτοπισμένων και των στρατευμένων, παρέχοντας στέγαση, είδη ένδυσης και στρατιωτικό εξοπλισμό.

Αυτοκίνητο που καταστράφηκε σε επίθεση με ρουκέτες στη νότια ισραηλινή πόλη Άσκελον στις 10 Οκτωβρίου 2023. (Jack Guez/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο πόλεμος, που διαρκεί ήδη 510 ημέρες, έχει κοστίσει τη ζωή σε 846 Ισραηλινούς στρατιώτες, 925 Ισραηλινούς πολίτες και 59 ομήρους στη Γάζα. Οι Ισραηλινοί γνωρίζουν ότι ο στρατός αιφνιδιάστηκε και δεν είχε επαρκείς δυνάμεις σε επιφυλακή λόγω της εορταστικής ημέρας. Γνωρίζουν ότι τα ηλεκτρονικά συστήματα επιτήρησης των συνόρων απέτυχαν και ότι ο στρατός χρειάστηκε ώρες για να κινητοποιήσει ενισχύσεις προς τις πολιορκημένες κοινότητες, τις οποίες στη συνέχεια χρειάστηκε επιπλέον χρόνος για να ασφαλίσει. Γνωρίζουν, επίσης, ότι οι μαχητές της Χαμάς διέθεταν λεπτομερείς πληροφορίες για τη διαμόρφωση των κοινοτήτων, τις ρουτίνες ασφαλείας και τα συστήματα παρακολούθησης – πολλές από τις οποίες φαίνεται πως προήλθαν από Παλαιστινίους εργαζόμενους στις περιοχές αυτές, ανθρώπους που οι Ισραηλινοί συχνά θεωρούσαν φίλους.

Η ισραηλινή ηγεσία έχει δεσμευθεί να εξετάσει τα λάθη που οδήγησαν στον θάνατο 1.200 πολιτών και στη σύλληψη 251 ομήρων. Η έρευνα είχε καθυστερήσει λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου, ενώ ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει κατηγορηθεί από τους επικριτές του ότι επιδίωξε να αναβάλει τη διεξαγωγή της, προκειμένου να αποφύγει να αναλάβει την πολιτική ευθύνη.

Λανθασμένες εκτιμήσεις

Η έρευνα εστίασε στις στρατιωτικές αποτυχίες, ωστόσο αναφέρεται επίσης στις πολιτικές και τις πληροφοριακές παραμέτρους που συνέβαλαν σε αυτές. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα, το Ισραήλ είχε λανθασμένες εκτιμήσεις σχετικά με τη Χαμάς εδώ και χρόνια, από το τέλος της σύγκρουσης του 2014 έως τις 7 Οκτωβρίου. Η χώρα θεωρούσε ότι η απειλή από τη Γάζα ήταν δευτερεύουσα σε σχέση με εκείνες από το Ιράν και τη Χεζμπολάχ.

Το σύστημα αεράμυνας Iron Dome του Ισραήλ αναχαιτίζει ρουκέτες που εκτοξεύτηκαν από τη Γάζα, στις 11 Οκτωβρίου 2023. (Mahmud Hams/AFP μέσω Getty Images)

 

Η στρατηγική του Ισραήλ βασιζόταν στη διαχείριση της σύγκρουσης, επιδιώκοντας να διατηρήσει και να βελτιώσει σταδιακά την υπάρχουσα κατάσταση. Οι ηγέτες του πίστευαν λανθασμένα ότι η Χαμάς δεν είχε συμφέρον ούτε προετοιμαζόταν για έναν μεγάλης κλίμακας πόλεμο και ότι μπορούσαν να επηρεάσουν τις αποφάσεις της μέσω πιέσεων που θα μείωναν τα κίνητρα για στρατιωτική αντιπαράθεση.

Το Ισραήλ είχε υπερβολική εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα του συνοριακού φράχτη, παρά τη μείωση της στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατό να διαχειριστείς μια σύγκρουση με έναν εχθρό που στοχεύει στην ολοκληρωτική σου καταστροφή.

Του Dan M. Berger

Ο Οτσαλάν καλεί το ΡΚΚ να καταθέσει τα όπλα και δηλώνει ότι αναλαμβάνει την «ιστορική ευθύνη για το κάλεσμα αυτό»

Ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) Αμπντουλάχ Οτσαλάν κάλεσε σήμερα την οργάνωση που ο ίδιος δημιούργησε το 1978 να καταθέσει τα όπλα της και απηύθυνε έκκληση για επίλυση του κουρδικού ζητήματος στην Τουρκία μέσω της «ειρήνης και της δημοκρατίας».

Το μήνυμα του Οτσαλάν ανέγνωσαν σε συνέντευξη στην Κωνσταντινούπολη τα μέλη της διευρυμένης αντιπροσωπείας του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών και Ισότητας (DEM) που τον επισκέφθηκε νωρίτερα στο νησί-φυλακή Ιμραλί της Προποντίδας, όπου κρατείται τα τελευταία 26 χρόνια.

«Συγκαλέστε το συνέδριό σας και αποφασίστε, όπως θα έκανε εθελοντικά κάθε σύγχρονη κοινότητα και κόμμα του οποίου η ύπαρξη δεν έχει καταργηθεί βίαια, ότι όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα και το ΡΚΚ πρέπει να διαλυθεί. Στέλνω τους χαιρετισμούς μου σε όλους εκείνους που πιστεύουν στη συνύπαρξη και προσβλέπουν στο κάλεσμά μου: το ΡΚΚ πρέπει να αυτοδιαλυθεί. Όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα» αναφέρει ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν.

Ο ίδιος σημειώνει ότι το κάλεσμα του αρχηγού του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) Ντεβλέτ Μπαχτσελί, η βούληση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και η θετική ανταπόκριση των άλλων πολιτικών κομμάτων στο κάλεσμα αυτό «δημιούργησαν ένα περιβάλλον στο οποίο κάλεσα να καταθέσουν τα όπλα και αναλαμβάνω την ιστορική ευθύνη για το κάλεσμα αυτό».

Σε άλλο σημείο της ανακοίνωσής του ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν κάνει μία αναδρομή στην ιστορική συνύπαρξη των Κούρδων και των Τούρκων και τους λόγους για τους οποίους η συνύπαρξη αυτή κατέστη εύθραυστη: «Σε περισσότερα από χίλια χρόνια ιστορίας, οι τουρκικές και κουρδικές σχέσεις έχουν καθοριστεί στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνεργασίας και συμμαχίας και οι Τούρκοι και οι Κούρδοι θεώρησαν απαραίτητο να παραμείνουν σε αυτή την εθελοντική συμμαχία προκειμένου να διατηρήσουν την ύπαρξή τους και να επιβιώσουν έναντι ηγεμονικών δυνάμεων».

«Τα τελευταία 200 χρόνια του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού σημαδεύτηκαν κυρίως από τον στόχο της διάλυσης αυτής της συμμαχίας. Οι εμπλεκόμενες δυνάμεις έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση αυτού του στόχου σύμφωνα με τα ταξικά τους συμφέροντα. Η διαδικασία αυτή επιταχύνθηκε με τις μονιστικές ερμηνείες της (σ.σ. Τουρκικής) Δημοκρατίας. Σήμερα, το κύριο καθήκον είναι η αναδιάρθρωση της ιστορικής σχέσης, η οποία έχει καταστεί εξαιρετικά εύθραυστη, χωρίς να αποκλείεται το πνεύμα της αδελφοσύνης και του σεβασμού των πεποιθήσεων».

Η αναφορά του Οτσαλάν στις «μονιστικές ερμηνείες της Δημοκρατίας» σχετίζεται με την κυρίαρχη αντίληψη των ιδρυτικών αρχών της Τουρκικής Δημοκρατίας περί ύπαρξης ενός έθνους, του τουρκικού, και της άρνησης της αποδοχής της κουρδικής ταυτότητας.

Στη συνέχεια της ανακοίνωσης ο Οτσαλάν επισημαίνει: «Η ανάγκη για μια δημοκρατική κοινωνία είναι αναπόφευκτη. Το ΡΚΚ, η μακροβιότερη και πιο εκτεταμένη εξέγερση και ένοπλη δράση στην ιστορία της (σ.σ. Τουρκικής) Δημοκρατίας, βρήκε κοινωνική βάση και υποστήριξη μόνο επειδή οι δίαυλοι της δημοκρατικής πολιτικής ήταν κλειστοί. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα των ακραίων εθνικιστικών παρεκκλίσεων, όπως ένα ξεχωριστό έθνος-κράτος, ομοσπονδία, διοικητική αυτονομία ή πολιτισμικές λύσεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην ιστορική συγκρότηση της κοινωνίας. Ο σεβασμός των ταυτοτήτων, η ελεύθερη έκφραση, η δημοκρατική αυτοοργάνωση όλων των τμημάτων της κοινωνίας με βάση τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές δομές τους είναι δυνατές μόνο με την ύπαρξη μιας δημοκρατικής κοινωνίας και ενός δημοκρατικού πολιτικού χώρου», αναφέρει και συνεχίζει.

«Ο δεύτερος αιώνας της Δημοκρατίας μπορεί να εξασφαλίσει μια διαρκή και αδελφική συνέχεια μόνο αν στεφθεί με τη δημοκρατία. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στη δημοκρατία για την αναζήτηση και την υλοποίηση ενός πολιτικού συστήματος. Η δημοκρατική συναίνεση είναι ο θεμελιώδης δρόμος. Η γλώσσα της εποχής της ειρήνης και της δημοκρατικής κοινωνίας πρέπει να αναπτυχθεί σύμφωνα με αυτή την πραγματικότητα».

Στην αρχή του κειμένου που ανέγνωσε η αντιπροσωπεία του DEM, o Οτσαλάν προβαίνει σε μία αναδρομή στα αίτια της δημιουργίας και της πτώσης του ΡΚΚ: «Το ΡΚΚ γεννήθηκε στον 20ό αιώνα, στην πιο βίαιη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, εν μέσω δύο παγκόσμιων πολέμων, στη σκιά της εμπειρίας του πραγματικού σοσιαλισμού και του Ψυχρού Πολέμου ανά τον κόσμο. Η απόλυτη άρνηση της κουρδικής πραγματικότητας και ο περιορισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών -ιδιαίτερα της ελευθερίας της έκφρασης- διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση και την ανάπτυξη του PKK. Όσον αφορά τη θεωρία, το πρόγραμμα, τη στρατηγική και την τακτική που υιοθέτησε, το PKK βρισκόταν κάτω από τη βαριά πραγματικότητα του αιώνα και του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού. Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στη δεκαετία του 1990 λόγω εσωτερικών δυναμικών, το τέλος της άρνησης της κουρδικής ταυτότητας στη χώρα και οι εξελίξεις στην ελευθερία της έκφρασης αποδυνάμωσαν της σημασία της ίδρυσης του PKK».

Στις 22 Οκτωβρίου πέρυσι, ο πρόεδρος του υπερεθνικιστικού ΜΗΡ και κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, προς έκπληξη των πάντων, είχε καταθέσει πρόταση για αποφυλάκιση του Οτζαλάν, υπό αυστηρά περιοριστικούς όρους αν αυτός αποκηρύξει δημοσίως στην τουρκική Εθνοσυνέλευση την ένοπλη δράση και καλέσει τα μέλη του ΡΚΚ να διαλύσουν την οργάνωση. Ο Οτσαλάν είχε απευθύνει παρόμοια έκκληση και κατά τη διάρκεια μιας αποτυχημένης ειρηνευτικής διαδικασίας πριν από μια δεκαετία.

Συνεχίζονται οι ισραηλινές επιχειρήσεις στη Δυτική Όχθη

Ο ισραηλινός στρατός συνεχίζει τις επιχειρήσεις του στη Δυτική Όχθη, με έμφαση στους προσφυγικούς καταυλισμούς στη Σαμάρεια, και συγκεκριμένα στο βόρειο τμήμα της περιοχής. Σύμφωνα με ανακοινώσεις του υπουργού Άμυνας του Ισραήλ, Ισραέλ Κατζ, οι Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας (Israel Defense Forces – IDF) έχουν λάβει εντολή να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους στους καταυλισμούς της Τζενίν, της Τούλκαρμ και του Νουρ αλ-Σαμς.

Η απόφαση αυτή συνοδεύτηκε από την ανάπτυξη αρμάτων μάχης στη Δυτική Όχθη για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες, με τον στρατό να προετοιμάζεται για μακροχρόνια παραμονή στην περιοχή. Οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι περίπου 40.000 Παλαιστίνιοι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους στην Τζενίν και την Τούλκαρμ από την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στις 21 Ιανουαρίου. Ο Κατζ τόνισε πως δεν θα επιτραπεί η επιστροφή των εκτοπισμένων ούτε η ανασυγκρότηση των ένοπλων οργανώσεων που επιχειρούσαν εντός των καταυλισμών.

Ο ισραηλινός στρατός προέβη και σε κατεδαφίσεις κατοικιών και υποδομών, με τις ισραηλινές αρχές να επισημαίνουν ότι πολλά από τα κτήρια που καταστράφηκαν περιείχαν όπλα και εκρηκτικούς μηχανισμούς. Παράλληλα, σύμφωνα με τον απόστρατο ταξίαρχο Αμίρ Αβίβι, οι τρομοκρατικές οργανώσεις Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ είχαν εγκαθιδρύσει ισχυρά προπύργια στους καταυλισμούς, ενώ ο ίδιος υπογράμμισε ότι οι κάτοικοι των πόλεων της περιοχής φαίνεται να τηρούν ουδέτερη στάση απέναντι στις επιχειρήσεις.

Ισραηλινοί στρατιώτες συλλαμβάνουν δύο άνδρες στον καταυλισμό των Παλαιστινίων προσφύγων στην Τούλκαρμ, κατά τη διάρκεια ισραηλινής στρατιωτικής επιχείρησης στη Σαμάρεια, στις 18 Φεβρουαρίου 2025. (Jaafar Ashtiyeh/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις κλιμακώθηκαν περαιτέρω μετά από εκρήξεις που σημειώθηκαν σε τρία λεωφορεία κοντά στο Τελ Αβίβ, στις 20 Φεβρουαρίου. Αν και δεν υπήρξαν τραυματισμοί, σύμφωνα με την Times of Israel, οι αρχές διαπίστωσαν ότι οι εκρηκτικοί μηχανισμοί είχαν κατασκευαστεί στη Δυτική Όχθη και έφεραν την επιγραφή «Εκδίκηση από την Τούλκαρμ». Ενώ η ένοπλη πτέρυγα της Χαμάς στην Τούλκαρμ εξήρε την επίθεση, δεν ανέλαβε επίσημα την ευθύνη. Η αστυνομία εκτίμησε ότι η τεχνική κατασκευής των βομβών, οι οποίες ήταν συνδεδεμένες με χρονοδιακόπτες, αποτελεί ένδειξη για την προέλευσή τους.

Στην Τζενίν, οι ισραηλινές δυνάμεις έχουν προχωρήσει σε εκτεταμένες κατεδαφίσεις, δημιουργώντας πλατείς δρόμους, μία τακτική που έχει ήδη εφαρμοστεί στη Γάζα. Ο Μπασίρ Ματαχέν, εκπρόσωπος της Τζενίν, παρομοίασε την κατάσταση με τις επιχειρήσεις στον καταυλισμό της Τζαμπαλίγια στη βόρεια Γάζα, όπου ο ισραηλινός στρατός είχε προβεί σε εκτεταμένες στρατιωτικές ενέργειες. Ο Κατζ ανέφερε ότι οι καταυλισμοί έχουν εκκαθαριστεί για τουλάχιστον έναν χρόνο και ότι οι κάτοικοί τους δεν θα επιτραπεί να επιστρέψουν.

Η επιχείρηση είχε στόχο τη Χαμάς και την Ισλαμική Τζιχάντ, τρομοκρατικές ομάδες που υποστηρίζονται από το Ιράν και έχουν εδραιωθεί στους καταυλισμούς εδώ και δεκαετίες. Εν τω μεταξύ, η Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία είχε συγκρουστεί με τις ένοπλες οργανώσεις στα τέλη του προηγούμενου έτους σε μια προσπάθεια να ανακτήσει τον έλεγχο της περιοχής, καταδίκασε την αποστολή αρμάτων μάχης στη Δυτική Όχθη. Εκπρόσωπός της χαρακτήρισε την κίνηση ως «επικίνδυνη κλιμάκωση» που δεν θα συμβάλει στη σταθερότητα.

Ισραηλινό στρατιωτικό όχημα συμμετέχει στην επιδρομή στην Τζενίν. Δυτική Όχθη, 21 Ιανουαρίου 2025. (Raneen Sawafta/Reuters)

 

Παράλληλα με αυτές τις εξελίξεις, επανέρχονται στη διεθνή ατζέντα συζητήσεις σχετικά με το μέλλον των Παλαιστινίων, ιδίως μετά από πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, στις οποίες πρότεινε τη μετεγκατάσταση των κατοίκων της Γάζας και την ανοικοδόμηση της περιοχής ως διεθνούς μητροπολιτικού κέντρου. Η πρόταση αυτή έχει αναζωπυρώσει τη συζήτηση για εναλλακτικές λύσεις πέρα από την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, η οποία θεωρείται πλέον λιγότερο πιθανή μετά τον πόλεμο που ακολούθησε την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023.

Οι περισσότερες τρομοκρατικές δραστηριότητες στη Σαμάρεια ξεκινούν από τους καταυλισμούς και οι τρομοκρατικές ομάδες ελέγχουν τις περιοχές, δήλωσε ο ταξίαρχος εν αποστρατεία Αμίρ Αβίβι σε συνέντευξή του στο Φόρουμ Άμυνας και Ασφάλειας του Ισραήλ στις 24 Φεβρουαρίου. Ο Αβίβι ανέφερε επίσης ότι πίσω από τις εκρήξεις στα λεωφορεία βρίσκεται ιρανικός τρομοκρατικός πυρήνας. Σύμφωνα με τον ίδιο, το Ιράν, έχοντας αποδυναμωθεί στρατιωτικά σε Λίβανο, Γάζα και Συρία, προσπαθεί να ενισχύσει την επιρροή του στην περιοχή της Ιουδαίας και της Σαμάρειας υποκινώντας βία. Οι ισραηλινές υπηρεσίες ασφαλείας εξετάζουν επίσης εάν η Χεζμπολάχ ή άλλες ιρανικές οργανώσεις είχαν άμεση εμπλοκή στις πρόσφατες επιθέσεις.

Τέλος, ο Κατζ δήλωσε ότι η Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNRWA) έχει ενημερωθεί να διακόψει τη δραστηριότητά της στους καταυλισμούς. Η δράση της UNRWA είχε ήδη απαγορευτεί από το Ισραήλ στα εδάφη του, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, καθώς έχει κατηγορηθεί για διασυνδέσεις με τη Χαμάς. Οι ισραηλινές αρχές ανέφεραν ότι εννέα εργαζόμενοι της υπηρεσίας είχαν εμπλακεί άμεσα στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου. Μέχρι πρόσφατα, η λειτουργία της UNRWA στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα δεν είχε επηρεαστεί, αλλά πλέον το Ισραήλ δηλώνει ότι δεν θα επιτρέψει την επαναλειτουργία της στους καταυλισμούς.

Ο Αβίβι δήλωσε ότι πίσω από τις βομβιστικές επιθέσεις στα λεωφορεία βρίσκεται ένας ιρανικός τρομοκρατικός πυρήνας. Το Ιράν και οι εντολοδόχοι του, Χεζμπολάχ και Χαμάς, ηττήθηκαν στον Λίβανο και τη Γάζα, και έχοντας χάσει την επιρροή του στη Συρία με την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, προσπαθούν να αντισταθμίσουν την κατάσταση με την αναβάθμιση των συγκρούσεων στο μοναδικό πεδίο που είναι ακόμη διαθέσιμο, την Ιουδαία και τη Σαμάρεια, ισχυρίζεται.

Του Dan M. Berger

Με πληροφορίες από Associated Press και Reuters

Η Χαμάς ανακοινώνει συμφωνία για ταυτόχρονη ανταλλαγή Ισραηλινών ομήρων και Παλαιστινίων κρατουμένων

Η Χαμάς ανακοίνωσε την Τρίτη ότι συμφώνησε σε ταυτόχρονη ανταλλαγή των σορών Ισραηλινών ομήρων και Παλαιστινίων κρατουμένων, καθώς η πρώτη φάση της εκεχειρίας στη Γάζα πλησιάζει στην ολοκλήρωσή της.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της οργάνωσης, η απόφαση ελήφθη κατά τη διάρκεια συνομιλιών της αντιπροσωπείας της στο Κάιρο, όπου επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να εφαρμόσει «όλα τα στάδια και τις διατάξεις» της συμφωνίας εκεχειρίας.

Ανταλλαγή σορών πριν τη λήξη της εκεχειρίας

Η συμφωνία επιτεύχθηκε ύστερα από την απόφαση του Ισραήλ να καθυστερήσει την απελευθέρωση περισσότερων από 600 Παλαιστινίων κρατουμένων από τις 22 Φεβρουαρίου, με το Τελ Αβίβ να κατηγορεί τη Χαμάς για «επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις» της συμφωνίας εκεχειρίας, καθώς κατά τις παραδόσεις σορών Ισραηλινών ομήρων πραγματοποιούσε «εξευτελιστικές τελετές» στη Γάζα.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Χαμάς ανέφερε ότι θα παραδώσει τις σορούς τεσσάρων Ισραηλινών ομήρων με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων, καθώς και αδιευκρίνιστου αριθμού γυναικών και παιδιών που κρατούνται σε ισραηλινές φυλακές, την ίδια ημέρα.

Δεν έχει δοθεί ακριβής ημερομηνία για την ανταλλαγή, ενώ η ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει εκδώσει ακόμα επίσημη τοποθέτηση.

Διαπραγματεύσεις για τις επόμενες φάσεις της συμφωνίας

Σύμφωνα με τους όρους της πρώτης φάσης της εκεχειρίας, η Χαμάς απελευθέρωσε 33 Ισραηλινούς ομήρους σε αντάλλαγμα για εκατοντάδες Παλαιστινίους κρατουμένους, ενώ το Ισραήλ αποσύρθηκε προς τα ανατολικά, απομακρύνοντας τις δυνάμεις του από κατοικημένες περιοχές της Γάζας. Οι διαπραγματεύσεις για τις επόμενες φάσεις αναμένονται σε μεταγενέστερο στάδιο.

Ο ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι θα επισκεφθεί το Κατάρ, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία αυτή την εβδομάδα, προκειμένου να συζητήσει την επόμενη φάση της συμφωνίας εκεχειρίας.

«Θα φτάσουμε στη δεύτερη φάση, και είμαι ιδιαίτερα επικεντρωμένος σε αυτό. Πιστεύω ότι θα συμβεί», δήλωσε σε συνέντευξή του στο CBS News.

Στη δεύτερη φάση της εκεχειρίας, η οποία δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί, το Ισραήλ επιδιώκει την απελευθέρωση όλων των εναπομεινάντων ομήρων, μεταξύ των οποίων εκτιμάται ότι βρίσκονται 24 ζωντανοί Ισραηλινοί, καθώς και την πλήρη απόσυρση της Χαμάς από τη Γάζα. Σε αντάλλαγμα, η Χαμάς ζητά την απελευθέρωση περισσότερων Παλαιστινίων κρατουμένων και τον τερματισμό της ισραηλινής στρατιωτικής εκστρατείας στη Γάζα.

ΟΗΕ: «Τελευταία ευκαιρία» για λύση δύο κρατών

Η ειδική συντονίστρια των Ηνωμένων Εθνών για τη διαδικασία ειρήνης στη Μέση Ανατολή, Σίγκριντ Κάαγκ, δήλωσε την Τρίτη ότι μπορεί να είναι «η τελευταία ευκαιρία» για την επίτευξη λύσης δύο κρατών στο ισραηλινο-παλαιστινιακό ζήτημα.

«Μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα μέλλον όπου ένα ασφαλές και προστατευμένο Ισραήλ θα συνυπάρχει με ένα βιώσιμο και ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος», ανέφερε η Κάαγκ ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. «Αυτό απαιτεί συνεχή, συντονισμένη προσπάθεια, αφοσίωση και πολιτικό θάρρος από όλες τις πλευρές.»

Το χρονικό της σύγκρουσης

Οι Ισραηλινές Δυνάμεις Ασφαλείας ξεκίνησαν τη στρατιωτική τους επιχείρηση στη Γάζα ως απάντηση στις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, κατά τις οποίες περισσότεροι από 1.100 άνθρωποι σκοτώθηκαν, χιλιάδες τραυματίστηκαν και 250 άτομα απήχθησαν.

Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Γάζας, το οποίο ελέγχεται από τη Χαμάς, οι ισραηλινές επιχειρήσεις έχουν προκαλέσει περισσότερους από 48.000 θανάτους. Ωστόσο, το υπουργείο δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ αμάχων και μελών της Χαμάς.

Αντιδράσεις για τις δηλώσεις γερουσιαστή σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών στο Ιράν

Αυστραλή ακαδημαϊκός που πέρασε 804 ημέρες φυλακισμένη στο Ιράν επέκρινε τη γερουσιαστή Φατίμα Πέιμαν, η οποία χαρακτήρισε το Ιράν «υπέροχο μέρος» για τις γυναίκες.

Η Πέιμαν, πρώην μέλος του Εργατικού Κόμματος και γερουσιαστής της Δυτικής Αυστραλίας, συμμετείχε σε εκδήλωση στο Σίδνεϊ που φέρεται να είχε στόχο να αντικρούσει τους δυτικούς ισχυρισμούς για τη διακυβέρνηση του Ιράν. Σε βίντεο από την εκδήλωση, η γερουσιαστής ανέφερε ότι η κατάσταση των γυναικών στο Ιράν είναι θετική, χαρακτηρίζοντας τις αντίθετες πληροφορίες ως προπαγάνδα. Σύμφωνα με την ίδια, το Ιράν επιτρέπει στις γυναίκες να εργάζονται και να συμμετέχουν στις δημοκρατικές διαδικασίες.

Παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Οι δηλώσεις της προκάλεσαν την αντίδραση της Κάιλι Μουρ-Γκίλμπερτ, πρώην λέκτορα Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, η οποία είχε φυλακιστεί στο Ιράν για πάνω από δύο χρόνια με την κατηγορία της κατασκοπείας. Μέσω των κοινωνικών δικτύων, απάντησε στη γερουσιαστή ότι το Ιράν δεν διαθέτει «δημοκρατικές διαδικασίες» και ότι οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά. Υπενθύμισε, επίσης, ότι η Πέιμαν είχε παραστεί σε έρευνα της Γερουσίας σχετικά με τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν πριν από δύο χρόνια.

Η Μουρ-Γκίλμπερτ κατηγόρησε την Πέιμαν και για συνέντευξη που έδωσε στο Press TV, χαρακτηρίζοντάς το ως «προπαγανδιστικό όργανο της Ισλαμικής Δημοκρατίας», και υπενθύμισε ότι το συγκεκριμένο κανάλι έχει απαγορευτεί σε ορισμένες δυτικές χώρες. Τόνισε την ειρωνεία του γεγονότος ότι η Πέιμαν, η οποία είναι πρόσφυγας από το Αφγανιστάν και γνωρίζει τις διακρίσεις κατά των γυναικών εκεί, αρνείται τις αντίστοιχες συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στο Ιράν. Αναρωτήθηκε, επίσης, ποιο θα μπορούσε να είναι το όφελος από την υιοθέτηση μιας τόσο θετικής προς το ιρανικό καθεστώς στάσης .

Κάιλι Μουρ-Γκίλμπερτ. (AAP Image/Παροχή από το Υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου)

 

Σφοδρή ήταν και η αντίδραση της Βρετανό-Ιρανής δικηγόρου και ακτιβίστριας Ελίσια Λε Μπον, η οποία συνέκρινε τις δηλώσεις της Πέιμαν με τον ισχυρισμό ότι η ναζιστική Γερμανία αντιμετώπιζε ευνοϊκά τις γυναίκες, επειδή τους επέτρεπε να συμμετέχουν στο καθεστώς. Σύμφωνα με την ίδια, ο ρόλος των γυναικών στην Ιρανική Επαναστατική Φρουρά (Islamic Revolutionary Guard Corps – IRGC) αφορά την επιβολή της υποχρεωτικής μαντίλας, με στόχο τη σύλληψη και την τιμωρία όσων δεν συμμορφώνονται.

Η Λε Μπον τόνισε ότι στο Ιράν δεν υπάρχει πραγματική δημοκρατία, καθώς το σύστημα Βελαγιάτ-ι Φακίχ δίνει απόλυτη εξουσία στον Ανώτατο Ηγέτη., και αναρωτήθηκε γιατί – αν οι συνθήκες για τις γυναίκες στο Ιράν είναι τόσο ευνοϊκές – γιατί οι ίδιες οι Ιρανές αγωνίζονται για την ανατροπή του καθεστώτος.

Επιδείνωση της κατάστασης

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Ιράν (Center for Human Rights in Iran – CHRI), η ενδοοικογενειακή βία και τα «εγκλήματα τιμής» στη χώρα αυξάνονται ραγδαία. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού, Χαντί Γκάεμι, επεσήμανε ότι το ιρανικό κράτος δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη αυτών των εγκλημάτων και ότι η δικαστική εξουσία της χώρας συχνά δεν επιβάλλει επαρκείς ή και καθόλου ποινές στους δράστες.

Η συζήτηση για τα δικαιώματα των γυναικών στο Ιράν αναζωπυρώθηκε το 2022, μετά τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί, η οποία συνελήφθη από την αστυνομία ηθών και πέθανε υπό κράτηση, επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα της. Ο θάνατός της πυροδότησε εκτεταμένες διαδηλώσεις, με γυναίκες να διαμαρτύρονται δημόσια, ακόμη και αφαιρώντας τα ρούχα τους.

Το 2024, ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ ανέφεραν ότι οι διαδηλώσεις στο Ιράν προκάλεσαν τουλάχιστον 551 θανάτους, εκ των οποίων 49 γυναικών και 68 παιδιών.

Το γραφείο της γερουσιαστή Πέιμαν κλήθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις της.

Της Crystal-Rose Jones

Η ηγεσία της Συρίας μετά τον Άσαντ πραγματοποιεί Σύνοδο Εθνικού Διαλόγου στη Δαμασκό

Η ηγεσία της Συρίας μετά τον Άσαντ συγκάλεσε μια σύνοδο «εθνικού διαλόγου» στη Δαμασκό στις 25 Φεβρουαρίου, στην οποία λέγεται ότι συμμετείχαν εκατοντάδες άνθρωποι από όλη τη χώρα.

«Η Συρία απελευθερώθηκε μόνη της και της ταιριάζει να οικοδομηθεί μόνη της», είπε ο προσωρινός επικεφαλής Αχμέντ αλ-Σαράα στην εναρκτήρια ομιλία του.

«Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια εξαιρετική, ιστορική, και σπάνια ευκαιρία. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε κάθε στιγμή για να υπηρετήσουμε τα συμφέροντα του λαού μας και της χώρας μας».

Σύμφωνα με τους διοργανωτές, η μονοήμερη εκδήλωση στοχεύει στη χάραξη του πολιτικού μέλλοντος της Συρίας δυόμισι μήνες μετά την κατάρρευση του μακροχρόνιου καθεστώτος του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ που έγινε δυνατή από επίθεση ανταρτών που υποστηρίζει η Τουρκία.

Οι παρευρισκόμενοι αναμένεται ότι συζήτησαν συστάσεις για ένα νέο εθνικό οικονομικό πλαίσιο και τα σχέδια της μεταβατικής κυβέρνησης για θεσμική μεταρρύθμιση.

Σε προηγούμενες παρατηρήσεις, ο αλ-Σαράα είχε πει ότι η σύνοδος κορυφής θα δώσει μια τελική δήλωση στην οποία θα μπορούσε τελικά να βασιστεί μια συνταγματική διακήρυξη.

Ο Χασάν αλ-Ντουγκαΐμ, εκπρόσωπος της προπαρασκευαστικής επιτροπής της συνόδου κορυφής, είπε ότι οι συστάσεις της διάσκεψης θα εξεταστούν από μια επερχόμενη μεταβατική κυβέρνηση που θα αναλάβει εξουσία την 1η Μαρτίου.

Μια ημέρα πριν από τη διάσκεψη, αξιωματούχοι δήλωσαν ότι εκατοντάδες άνθρωποι από όλη τη Συρία είχαν προσκληθεί να συμμετάσχουν σε αυτό που ο αλ-Ντουγκαΐμ χαιρέτισε ως «ιστορικό γεγονός».

Τον περασμένο Δεκέμβριο, το καθεστώς Άσαντ, που διοικούσε για πολλά χρόνια την χώρα, ανατράπηκε από μια επίθεση ανταρτών που υποστηρίζονταν από την Τουρκία υπό την ηγεσία της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), μιας τρομοκρατικής ομάδας με παλιότερες διασυνδέσεις με την Αλ Κάιντα.

Στα τέλη του περασμένου μήνα, οι διοικητές των ανταρτών συναντήθηκαν στη Δαμασκό, όπου ο αρχηγός του HTS αλ-Σαράα (παλιότερα γνωστός ως Μοχάμεντ αλ-Γκολάνι) ανακηρύχθηκε προσωρινός αρχηγός για μια απροσδιόριστη «μεταβατική φάση».

Το κοινοβούλιο της Συρίας διαλύθηκε επίσης, το σύνταγμά της από την εποχή του Άσαντ καταργήθηκε, και ο αλ-Σαράα εξουσιοδοτήθηκε να σχηματίσει ένα προσωρινό νομοθετικό συμβούλιο.

Στην πρώτη δημόσια ομιλία του ως επικεφαλής στις 30 Ιανουαρίου, ο αλ-Σαράα, 43 ετών, δεσμεύτηκε να συγκαλέσει μια σύνοδο εθνικού διαλόγου για να ακούσει «διαφορετικές απόψεις για το μελλοντικό πολιτικό μας πρόγραμμα».

Σε τηλεοπτικά σχόλια λίγο αργότερα, είπε ότι η σύνοδος κορυφής θα αντιμετωπίσει τα περισσότερο επείγοντα προβλήματα της χώρας και θα παράγει ένα τελικό έγγραφο στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί μια «συνταγματική διακήρυξη».

Μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στις αρχές Δεκεμβρίου, ο αλ-Σαράα είχε αρχικά δηλώσει ότι η διαμόρφωση ενός νέου συντάγματος θα μπορούσε να διαρκέσει έως και τρία χρόνια.

Δυνάμεις των ΗΠΑ στη βορειοανατολική πόλη Καμισλί, που ελέγχεται κυρίως από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις υπό την ηγεσία των Κούρδων, στην επαρχία Χασάκα της Συρίας, στις 9 Ιανουαρίου 2025. (Delil Souleiman/AFP μέσω Getty Images)

 

Ομάδες καλούνται σε αφοπλισμό

Σύμφωνα με τον αλ-Ντουγκαΐμ, τον εκπρόσωπο της επιτροπής, από 400 έως 1.000 άτομα από όλη τη Συρία επρόκειτο να παρευρεθούν στη σύνοδο εθνικού διαλόγου.

Στα μέσα Φεβρουαρίου, η επιτροπή δήλωσε ότι οι ένοπλες ομάδες που αρνήθηκαν να καταθέσουν τα όπλα τους και να υποταχθούν στην αρχή της διοίκησης υπό την ηγεσία του HTS δεν θα προσκληθούν στην εκδήλωση.

«Όποιος δεν καταθέσει τα όπλα… δεν θα έχει κανένα ρόλο στον εθνικό διάλογο», είπε ο αλ-Ντουγκαΐμ στους δημοσιογράφους τότε.

Τις ημέρες πριν από τη σύνοδο, η προπαρασκευαστική επιτροπή πραγματοποίησε συναντήσεις και στις 14 επαρχίες της Συρίας για να αποφασίσει ποιος θα προσκληθεί να συμμετάσχει.

Η επταμελής επιτροπή φέρεται να περιλαμβάνει πέντε άτομα που είτε είναι μέλη του HTS είτε είναι γνωστό ότι είναι κοντά στην ομάδα. Δεν περιλαμβάνει Αλαουίτες —την ομάδα από την οποία προέρχεται η οικογένεια Άσαντ— ή μέλη της μεγάλης κοινότητας των Δρούζων της Συρίας.

Οι Δρούζοι και οι Αλαουίτες είναι από τις σημαντικότερες θρησκευτικές μειονότητες της χώρας.

Ο Σεΐχης Χικμάτ αλ-Χατζρί, πνευματικός ηγέτης της κοινότητας των Δρούζων της Συρίας, αμφισβήτησε την ικανότητα της διοίκησης υπό την ηγεσία του HTS να διαχειρίζεται τη χώρα ή να επιλύει τα μυριάδες προβλήματά της.

«Σεβόμαστε όλες τις απόψεις», είπε ο αλ-Χατζρί σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Reuters. «Αλλά δεν έχουμε δει την ικανότητα να καθοδηγήσουν τη χώρα ή να διαμορφώσουν ένα κράτος με τον σωστό τρόπο.»

«Συμβιώνουμε με αυτό, ελπίζοντας ότι τα πράγματα θα οργανωθούν ή ότι κάτι νέο θα συμβεί μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου».

Ούτε κάποιος από την αυτόνομη περιοχή της Συρίας υπό την ηγεσία των Κούρδων, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της χώρας, ή από τις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) προσκλήθηκε να παραστεί στη σύνοδο, είπαν στο Reuters αξιωματούχοι και από τις δύο ομάδες.

Σε προηγούμενες δηλώσεις, η διοίκηση υπό την ηγεσία του HTS ζήτησε την ενσωμάτωση των μελών των SDF στον ανασυσταθέντα εθνικό στρατό της Συρίας.

Οπλισμένος, υποστηριζόμενος και εκπαιδευμένος από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο SDF υπό την ηγεσία των Κούρδων δημιουργήθηκε το 2015.

Συνεργάζεται στενά με περίπου 2.000 στρατιώτες των ΗΠΑ που εξακολουθούν να βρίσκονται στη βορειοανατολική Συρία ως μέρος ενός διεθνούς συνασπισμού που έχει ως αποστολή την καταπολέμηση της τρομοκρατικής ομάδας ISIS.

του Άντριου Μόροου

Το Reuters συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Άγκυρα: Επιτείνεται η καταστολή του PKK, αλλά και οι επαφές με τον Οτσαλάν

Την περασμένη εβδομάδα, οι τουρκικές αρχές συνέλαβαν δεκάδες άτομα για ύποπτους δεσμούς με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στις 18 Φεβρουαρίου, ο υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλικαγιά ανακοίνωσε ότι σχεδόν 300 ύποπτοι συνελήφθησαν σε διάφορες επαρχίες, μεταξύ αυτών στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα. «Είμαστε αποφασισμένοι να εξαλείψουμε την τρομοκρατία σε όλες τις μορφές της», δήλωσε, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο Anadolu.

Επικριτές, ωστόσο, κατηγορούν την κυβέρνηση ότι χρησιμοποιεί τα μέτρα κατά της τρομοκρατίας ως πρόσχημα για την καταστολή πολιτικών αντιπάλων. Ο Ιλχάν Ουζγκέλ, αναπληρωτής πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), έκανε λόγο για αυταρχική πορεία της κυβέρνησης που πλέον έχει ξεφύγει από τον έλεγχο.

Επιθέσεις και αντίποινα

Το PKK διεξάγει ένοπλη δράση κατά της τουρκικής κυβέρνησης από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, με επιθέσεις σε στρατιωτικούς και πολιτικούς στόχους που έχουν στοιχίσει εκατοντάδες ζωές.

Τον Οκτώβριο του 2024, ένοπλοι του PKK επιτέθηκαν στην έδρα τουρκικής αμυντικής εταιρείας στην Άγκυρα, σκοτώνοντας πέντε άτομα. Σε αντίποινα, η τουρκική πολεμική αεροπορία εξαπέλυσε επιδρομές κατά θέσεων του PKK στο βόρειο Ιράκ, καθώς και στη Συρία, όπου δραστηριοποιείται η συμμαχική οργάνωση YPG.

Μέλη της κουρδικής πολιτοφυλακής της Συρίας YPG, στο χωριό Εσμέ στην επαρχία Χαλέπι της Συρίας, στις 22 Φεβρουαρίου 2015. (Mursel Coban/Depo Photos μέσω AP, αρχείο)

Καθαιρέσεις αξιωματούχων και αντιδράσεις

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι πρόσφατες επιχειρήσεις είναι κρίσιμες για τη διατήρηση της εθνικής ασφάλειας. Ο Γερλικαγιά δήλωσε ότι η εκστρατεία στοχεύει στη διασφάλιση της «ειρήνης, της ενότητας και της ασφάλειας» της χώρας.

Τουρκικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνονται και μέλη της αντιπολίτευσης, καθώς και δημοσιογράφοι. Σύμφωνα με το Bianet, μέλη του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας και Ισότητας (DEM) και μικρότερων αριστερών κομμάτων βρέθηκαν στο στόχαστρο των Αρχών.

Το τελευταίο διάστημα, αρκετοί εκλεγμένοι αξιωματούχοι καθαιρέθηκαν από τις θέσεις τους με την κατηγορία διασυνδέσεων με το PKK. Στις 11 Φεβρουαρίου, εννέα δημοτικοί σύμβουλοι του CHP στην Κωνσταντινούπολη συνελήφθησαν για ύποπτους δεσμούς με την οργάνωση. Το CHP αρνείται τις κατηγορίες, χαρακτηρίζοντάς τις πολιτικά υποκινούμενες.

Στις 14 Φεβρουαρίου, δήμαρχος του DEM στην επαρχία Βαν απομακρύνθηκε από το αξίωμά του έπειτα από καταδίκη για «συνδρομή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση». Το DEM έκανε λόγο για «πλήγμα στη λαϊκή βούληση». Από τις τοπικές εκλογές του 2023, οκτώ δήμαρχοι του DEM και δύο του CHP έχουν καθαιρεθεί με παρόμοιες κατηγορίες.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατήγγειλε τις απομακρύνσεις δημάρχων ως αυθαίρετες, ωστόσο η τουρκική κυβέρνηση επιμένει ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα.

Ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν απευθύνεται στους υποστηρικτές του στην Κωνσταντινούπολη. Τουρκία, 28 Μαΐου 2023. (Murad Sezer/Reuters)

Διαβουλεύσεις με τον Οτσαλάν

Οι τελευταίες επιχειρήσεις κατά του PKK συμπίπτουν με μυστικές συνομιλίες μεταξύ της κυβέρνησης και του φυλακισμένου ηγέτη της οργάνωσης, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.

Τον Οκτώβριο του 2024, ο ηγέτης του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), Ντεβλέτ Μπαχτσελί, κάλεσε τον Οτσαλάν να διατάξει τα μέλη του PKK να καταθέσουν τα όπλα, προτείνοντας την πιθανή αποφυλάκισή του μετά από 25 χρόνια κράτησης. Παρότι την επόμενη ημέρα το PKK εξαπέλυσε την επίθεση στην Άγκυρα, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε αργότερα την υποστήριξή του στη διαδικασία, κάνοντας λόγο για «ιστορική ευκαιρία» επίλυσης της σύγκρουσης.

Στα τέλη Δεκεμβρίου, ο Οτσαλάν φέρεται να δήλωσε ότι είναι διατεθειμένος να συμβάλει σε μια λύση. Τον Φεβρουάριο, ο συμπρόεδρος του DEM, Τουντσέρ Μπακίρχαν, ανέφερε ότι ο Οτσαλάν επρόκειτο να απευθύνει «ιστορικό κάλεσμα».

Μασκοφόρες γυναίκες έφιππες μεταφέρουν την κουρδική σημαία κατά τη διάρκεια εορτασμού της Ημέρας της Κουρδικής Σημαίας στο Αρμπίλ, πρωτεύουσα της βόρειας αυτόνομης κουρδικής περιοχής του Ιράκ, στις 17 Δεκεμβρίου 2024. (Safin Hamid/AFP μέσω Getty Images)

Μυστικές επαφές στο Ιράκ

Ο Οτσαλάν αναμενόταν να απευθύνει το μήνυμά του στις 15 Φεβρουαρίου, ωστόσο αυτό δεν συνέβη.

Παράλληλα, στις 16 Φεβρουαρίου, στελέχη του DEM επισκέφθηκαν την ημιαυτόνομη κουρδική περιοχή του Ιράκ, όπου παρέδωσαν μήνυμα του Οτσαλάν στον ηγέτη του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος, Μασούντ Μπαρζανί. Ο Μπαρζανί δήλωσε έτοιμος να στηρίξει την ειρηνευτική διαδικασία. Σύμφωνα με αναλυτές, η οικογένεια Μπαρζανί επιδιώκει να διαδραματίσει μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Άγκυρας και PKK, αλλά και να ενισχύσει τη γεωπολιτική της θέση εν όψει πιθανών εξελίξεων στη Συρία.

Παρά τις πρωτοβουλίες, παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τις επιδιώξεις των εμπλεκόμενων πλευρών και τους όρους μιας ενδεχόμενης συμφωνίας.

Με πληροφορίες από Reuters και Associated Press