Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Τα έθιμα του Πάσχα γίνονται αξίες ζωής με φόντο το Λεωνίδιο και τη λίμνη Τιβεριάδα

Με λόγο στοχαστικό και γεμάτο συμβολισμούς, που συνδυάζει τη βιωματική προσέγγιση των σύγχρονων παιδιών με την πλούσια πασχαλινή παράδοση κάθε τόπου, στην Ελλάδα και την Κύπρο, το νέο παιδικό βιβλίο του συγγραφέα και πρώην δημάρχου Θάσου Κώστα Χατζηεμμανουήλ είναι μια νουβέλα που μπορεί να απευθύνεται σε παιδιά αλλά διαβάζεται ευχάριστα από κάθε ηλικία.

Ολόκληρο το βιβλίο, από το εξώφυλλο μέχρι την εικονογράφηση και τη συγγραφή των ιστοριών, αποπνέει μια γλυκιά νοσταλγία, είναι γεμάτο παιδικές αναμνήσεις και «μοσχοβολάει» Άνοιξη. Αν και τιτλοφορείται «Στα Ακρογιάλια της Τιβεριάδας», οι μικροί πρωταγωνιστές και οι ιστορίες τους διαδραματίζονται στο Λεωνίδιο, την πανέμορφη κωμόπολη της Αρκαδίας, όπου το Πάσχα γιορτάζεται τόσο ξεχωριστά, με αποκορύφωμα το έθιμο με τα μικρά αερόστατα που αφήνονται στον ουρανό.

Στο καλαίσθητο βιβλίο των 48 σελίδων, που κυκλοφόρησε μόλις πριν από έναν μήνα από τις εκδόσεις «ΠΛΗΡΩΤΙΚΑ» και προλογίζει ο μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης κ. Γεώργιος, η λίμνη της Τιβεριάδας δεν είναι για τον συγγραφέα ένας γεωγραφικός τόπος, είναι σύμβολο. Είναι το τοπίο, όπου ο Λόγος του Θεού σάρκωσε την Αγάπη, εκεί όπου τα θαύματα νίκησαν την απελπισία. Η πραγματική δράση εκτυλίσσεται στο Λεωνίδιο, συνδυάζοντας τη βιωματική προσέγγιση των παιδιών με την πλούσια πασχαλινή παράδοση, όχι μόνο της συγκεκριμένης περιοχής αλλά κάθε γωνιάς της Ελλάδας, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στα νησιά, στην Πελοπόννησο, στην Κύπρο και αλλού.

Ο κος Χατζηεμμανουήλ, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπογραμμίζει εύστοχα πως «τα έθιμα και οι παραδόσεις δεν πρέπει να αποτελούν στερεότυπες, άνυδρες ιστορικές αναπαραστάσεις που τις περισσότερες φορές μπορεί να κουράζουν. Στόχος μου ήταν μέσα από τις ιστορίες να στείλουμε μηνύματα που τα παιδιά μπορούν να κατανοήσουν και να τα κάνουν βίωμα.»

«Το κάψιμο του Ιούδα που τόσο έχει διχάσει την κοινωνία μας», συνεχίζει ο συγγραφέας από τη Θάσο, «δεν μπορεί να συνεχίζει να αποτελεί ένα απολίθωμα του χρόνου. Ο Ιούδας δεν είναι ο κακός Εβραίος, είναι ο κακός μας εαυτός. Καίγοντας ένα ομοίωμα καίμε όλα όσα μας ενοχλούν και θέλουμε να τα αλλάξουμε. Το έθιμο του Λαζάρου στην Κύπρο αποκτάει άλλο νόημα μετά την επέλαση του Αττίλα και την καταστροφή που σπέρνει στη μεγαλόνησο. Τότε, η ανάσταση του Λαζάρου αντικατοπτρίζει την ανάσταση της Κύπρου και αυτό φαίνεται μέσα από τον τρόπο που βιώνουν το έθιμο οι κάτοικοι. Ακόμα και αυτά τα υπέροχα αερόστατα που στέλνονται στον ουρανό μεταφέρουν ευχές, προσευχές και τα ονόματα παιδιών από όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως χρώματος, φυλής, θρησκεύματος, που έχασαν πρόωρα τη ζωή τους.»

Η χαρά του να βιώνεις το Πάσχα ως παιδί

Σε αυτό το διαφορετικό θεματικό βιβλίο για το Πάσχα, η παρέα του Λουκά και του Χριστόφορου περνούν τις διακοπές τους μέσα σε ένα μοναδικής ομορφιάς φυσικό περιβάλλον που ευωδιάζει πασχαλιές. Ακούνε μοναδικές ιστορίες ανθρώπων, από κάθε μεριά της Ελλάδας, που μεταμορφώνουν τα έθιμα και τις παραδόσεις σε αξίες ζωής, σε έμπνευση για ένα καλύτερο αύριο.

Και σε αυτό το τελευταίο του βιβλίο, ο άνθρωπος στον οποίο οι Θάσιοι οφείλουν το μεγάλο έργο της αναστήλωσης του αρχαίου θεάτρου που ντύθηκε με το ολόλευκο φημισμένο μάρμαρο του νησιού, ο πολιτισμός παραμένει ένα δυνατό στοιχείο. Το Πάσχα στην Ελλάδα, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο του Κώστα Χατζηεμμανουήλ, είναι ένας πολύχρωμος χάρτης από φωνές, μυρωδιές, ήχους και εικόνες που υφαίνουν τον ιστό μιας κοινής πολιτιστικής και θρησκευτικής ταυτότητας.

Το Λεωνίδιο, φωλιασμένο ανάμεσα στα βουνά και τη θάλασσα της Αρκαδίας, γίνεται το φυσικό σκηνικό μιας απρόσμενης συνάντησης πολιτιστικών παραδόσεων. Με τα έντονα πασχαλινά του έθιμα, δεν είναι απλώς μια όμορφη κωμόπολη αλλά ένας ζωντανός φορέας πολιτισμού. Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας και όλα τα έθιμα που τις συνοδεύουν είναι πράξεις μνήμης και ελπίδας. Μέσα από τα μάτια των παιδιών, που βλέπουν χωρίς προκατάληψη και αισθάνονται χωρίς φραγμούς, αποκαλύπτεται η βαθύτερη αλήθεια των εθίμων που δεν είναι απλώς αναπαραστάσεις, αλλά τρόποι να διατηρήσουν ζωντανή την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη, την ενσυναίσθηση, την αγάπη για τον εαυτό τους και τους άλλους.

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

 

Αυτό το βιβλίο, επομένως, δεν επιχειρεί να καταγράψει απλώς έθιμα ούτε να εξηγήσει τον πασχαλινό κύκλο με εθνογραφική ακρίβεια. Επιχειρεί κάτι πιο ουσιαστικό, να εστιάσει στον τρόπο που το Πάσχα βιώνεται από εκείνους που δεν έχουν ακόμη φθαρεί από τη ρουτίνα της ενηλικίωσης. Γι’ αυτό, στο τέλος του βιβλίου, υπάρχουν οδηγίες προς «αεροναυπηγούς», ώστε τα παιδιά, με τη βοήθεια ενός μεγάλου, να μπορέσουν να κατασκευάσουν το δικό τους αερόστατο, με την προτροπή του συγγραφέα να μην ξεχάσουν να γράψουν ευχές και προσευχές πριν το αφήσουν να ανέβει στον νυχτερινό ουρανό.

Του Β. Λωλίδη

Άστον Χολ: Μια ιακωβιανή εντυπωσιακή κατοικία

Το Άστον Χολ σχεδιάστηκε από τον Άγγλο αρχιτέκτονα Τζον Θορπ και χτίστηκε για τον Σερ Τόμας Χολτ μεταξύ 1618 και 1635, σε ένα πάρκο στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας. Το αρχοντικό αυτό κατατάσσεται μεταξύ των τελευταίων και των σπουδαιότερων κατοικιών της ιακωβιανής περιόδου, χτισμένων από αυλικούς για τη βασιλική πρόοδο (περιοδεία του βασιλείου) του μονάρχη.

Αυτές οι ειδικές κατοικίες χτίστηκαν κατά τις περιόδους Τυδόρ, Ελισαβετιανής και Ιακωβιανής, και αντιπροσωπεύουν μια μοναδική αγγλική αντίληψη της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Ο ιστορικός αρχιτεκτονικής Τζον Σάμμερσον τα θεωρούσε «τα πιο τολμηρά από όλα τα αγγλικά κτήρια». Στυλιστικά, εισήγαγαν εκλεκτικά μείγματα κλασικών, μεσαιωνικών και τοπικών παραδοσιακών αγγλικών στοιχείων.

Το Άστον Χολ αποτελεί παράδειγμα του ιακωβιανού ύφους της Αγγλίας στα τέλη του 16ου αιώνα, το οποίο εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιακώβου Α’, από το 1603 έως το 1625. Όπως τα περισσότερα ιακωβιανά αρχοντικά, το Άστον Χολ αντανακλά το τοπίο. Κατασκευάστηκε κυρίως με ντόπια υλικά: κόκκινο τούβλο, ξυλεία, και πέτρα. Τα μεγάλα περιγράμματα της εξοχικής κατοικίας είναι καθαρά κλασικά στις αναλογίες και τη συμμετρία τους, ενώ οι εξωτερικές διακοσμήσεις έχουν τις ρίζες τους στην ύστερη μεσαιωνική αγγλική αρχιτεκτονική — περιλαμβανομένων των αετωμάτων, των παραθύρων και των καμινάδων.

Το εσωτερικό του Άστον Χολ διαθέτει επένδυση από σκούρο ξύλο, περίπλοκα ξυλουργικά στοιχεία και γύψινα διακοσμητικά οροφής — κοινά στοιχεία της ιακωβιανής αρχιτεκτονικής. Κατά την κατασκευή του,  ήταν δημοφιλής η κλασική ιταλική αισθητική, έτσι οι πολύχρωμοι τοίχοι κυριαρχούν στο σπίτι. Τα διακοσμητικά χαρακτηριστικά, αν και δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από δωμάτιο σε δωμάτιο, είναι επίσης ένα εκλεκτικό μείγμα.

Σήμερα, επιβιώνει ως διατηρητέο ​​σπίτι (προστατευόμενο από το κράτος). Η ιστορία του μεγάλη: πολιορκήθηκε κατά τη διάρκεια του αγγλικού εμφυλίου πολέμου, δέχτηκε τη βασιλική αυλή, ενώ αργότερα ενέπνευσε τον Αμερικανό συγγραφέα Ουάσιγκτον Ίρβινγκ.

Χτισμένο σε ένα δημόσιο πάρκο, το εξοχικό αρχοντικό προοριζόταν να είναι ταυτόχρονα γραφικό και γαλήνιο. Η νότια πλευρά του Άστον Χολ βλέπει προς τον κήπο της κυρίας Χολτ. Τα συμμετρικά του όρια και τα μοτίβα του σχεδιάστηκαν για να εντυπωσιάζουν τους βασιλικούς επισκέπτες, δελεάζοντας τις αισθήσεις τους με σαγηνευτικά χρώματα και αρώματα. (Tony Hisgett/CC BY 2.0)

 

Η μπροστινή είσοδος του Άστον Χολ αναδεικνύει την πλούσια ιστορία και τον σχεδιασμό του σπιτιού. Οι πέτρινες αυλακωτές κολώνες, τα κιονόκρανα, η στρογγυλεμένη αψίδα και οι περίπλοκες γλυπτές διακοσμήσεις κάνουν την κύρια είσοδο το πιο κλασικό μέρος του εξωτερικού. (kudrik/Shutterstock)

 

Η αυθεντική οροφή του 17ου αιώνα της Μεγάλης Αίθουσας διαθέτει εξαιρετικά διακοσμητικά γύψινα ανάγλυφα, ένα κοινό στοιχείο της ιακωβιανής αρχιτεκτονικής που μπορεί να δει κανείς σε όλο το σπίτι. Το δωμάτιο διαθέτει επίσης περίπλοκες ξυλόγλυπτες επενδύσεις, πέτρινες καμάρες και ζωφόρο. (Tony Hisgett/CC BY 2.0)

 

Σχεδόν αναλλοίωτη από τότε που χτίστηκε το Άστον Χολ, η Μακριά Αίθουσα Παρουσίασης είναι το μεγαλύτερο, καλύτερα διατηρημένο δωμάτιο του αρχοντικού. Με μήκος 40 μέτρα, διαθέτει ξυλόγλυπτους τοίχους με επένδυση, μεγάλα, ομοιόμορφα κατανεμημένα παράθυρα και οροφή με γύψινα διακοσμητικά στοιχεία. Τον 17ο αιώνα, το μήκος του δωματίου παρουσίασης ενός αρχοντικού αντανακλούσε τον πλούτο και το κύρος του ιδιοκτήτη. (Oscar Gonzalez Fuentes/Shutterstock)

 

Με κόκκινους τοίχους, τζάκι με ανάγλυφες μορφές και στοιχεία και απλή οροφή, η Μικρή Τραπεζαρία χαρακτηρίζεται από μια νηφάλια και διακριτική κομψότητα, που θυμίζει περισσότερο τη γεωργιανή αισθητική παρά το ιακωβιανό ύφος. Μεταξύ 1771 και 1848, η Μικρή Τραπεζαρία χρησιμοποιήθηκε ως αίθουσα πρωινού. (Oscar Gonzalez Fuentes/Shutterstock)

 

Το Μεγάλο Δωμάτιο Δείπνου του Άστον Χολ προοριζόταν για πολύ ειδικές περιστάσεις, όπως μια επίσκεψη από τον βασιλιά Κάρολο Ι. Από τις φιγούρες στην κορυφή των τετράγωνων στηλών μέχρι την περίτεχνη ζωφόρο (κάτω από την οροφή), η τραπεζαρία περιέχει πλήθος κλασικών γλυπτικών στοιχείων. Το ιακωβιανό τζάκι απεικονίζει το οικόσημο του Χολτ. (Oscar Gonzalez Fuentes/Shutterstock)

 

Του James Baresel

Βρίσκοντας τη σοφία στο παρελθόν: Η οροφή της Καπέλα Σιξτίνα

Οι καλλιτεχνικές μας παραδόσεις είναι γεμάτες σοφία. Μπορούμε να κοιτάξουμε στο παρελθόν και, με ανοιχτά μυαλά και καρδιές, να απορροφήσουμε τα μαθήματα της πολιτιστικής μας ιστορίας. Η ιταλική Αναγέννηση είναι γεμάτη από σπουδαίες ιστορίες που οδήγησαν σε εξαιρετικά έργα τέχνης, και η ιστορία του Μιχαήλ Άγγελου αποτελεί ένα διαχρονικό παράδειγμα.

Η ιστορία ξεκινά στη Ρώμη του 16ου αιώνα, η οποία εξελίσσεται γρήγορα σε πολιτιστικό κέντρο του δυτικού κόσμου. Σε ηλικία 33 ετών, ο Μιχαήλ Άγγελος κλήθηκε από τον Πάπα Ιούλιο Β’ να ζωγραφίσει την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα. Ο Μιχαήλ Άγγελος δεν ήταν ζωγράφος – ήταν γλύπτης – και όταν του ζητήθηκε να ζωγραφίσει την οροφή, απάντησε: «Η ζωγραφική δεν είναι η τέχνη μου».

Η οροφή της Σιξτίνα ζωγραφίστηκε μεταξύ 1508-1512, από τον Μιχαήλ Άγγελο. Οροφογραφία, Καπέλα Σιξτίνα, Βατικανό. (Public Domain)

 

Γιατί τότε ο Πάπας Ιούλιος Β’ ζήτησε από τον Μιχαήλ Άγγελο να ζωγραφίσει αντί να σμιλεύσει; Σύμφωνα με τον Τζόρτζιο Βαζάρι «Οι ζωές των πιο εξαιρετικών ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων» («Le Vite de più eccellenti architetti, pittori, et scultori italiani, da Cimabue insino a’ tempi nostri», Giorgio Vasari, 1550), ο Μιχαήλ Άγγελος υποπτευόταν ότι ο Μπραμάντε (Bramante), ένας ιδιαίτερα σεβαστός αρχιτέκτονας που εργαζόταν για τον Πάπα Ιούλιο Β’, ήθελε να καταστρέψει τη φήμη του, βάζοντάς τον να ζωγραφίσει την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα:

«Με αυτόν τον τρόπο φάνηκε δυνατό στον Μπραμάντε και σε άλλους ανταγωνιστές του [Μιχαήλ Άγγελου] να τον απομακρύνουν από τη γλυπτική, στην οποία τον έβλεπαν τέλειο, και να τον βυθίσουν στην απόγνωση, πιστεύοντας ότι αν τον ανάγκαζαν να ζωγραφίσει, θα έκανε έργο λιγότερο άξιο επαίνου, αφού δεν είχε εμπειρία από τα χρώματα της τοιχογραφίας…»

Είναι αλήθεια ότι ο Μιχαήλ Άγγελος δεν είχε εμπειρία στην τοιχογραφία, αλλά αυτό δεν τον απέτρεψε. Ο Γουίλιαμ Γουάλας (William Wallace), κορυφαίος εμπειρογνώμονας στον Μιχαήλ Άγγελο, παρατηρεί ότι «την εποχή της Σιξτίνα, ο Μιχαήλ Άγγελος προσπαθεί ακόμη να γίνει ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης όλων των εποχών. Συμπεριφέρεται περισσότερο σαν τον καλλιτέχνη που σμίλευσε τον ‘Δαβίδ’: ‘Είμαι ο καλύτερος γλύπτης. Τώρα, θα γίνω ο καλύτερος ζωγράφος. Θα γίνω ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης όλων των εποχών’. Υποφέρει ακόμα από την ύβρη της νιότης».

Για τέσσερα εξαντλητικά χρόνια, ο Μιχαήλ Άγγελος πήρε όσα έμαθε για την τοιχογραφία και ζωγράφισε ακούραστα την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα. Παρόλο που δεν είχε την εκπαίδευση ενός ζωγράφου, κατέληξε να ολοκληρώσει μία από τις μεγαλύτερες και πιο εκπληκτικές τοιχογραφίες στην ιστορία. Το έργο του δεν ήταν εύκολο – σύμφωνα με το βιβλίο του Ρος Κινγκ «Ο Μιχαήλ Άγγελος και η οροφή του Πάπα» («Michelangelo and the Pope’s Ceiling», Ross King, 2002), ο Μιχαήλ Άγγελος έπρεπε να αντιμετωπίσει οικογενειακά ζητήματα, αντιπαλότητες, τεχνικές ατυχίες και πολιτικές ίντριγκες. Στα προσωπικά του σημειωματάρια, ο ίδιος περιγράφει επανειλημμένα τα προβλήματά του ενώ ζωγράφιζε την οροφή: «Ζω εδώ περιτριγυρισμένος από τις μεγαλύτερες ανησυχίες, υποφέροντας από τη μεγαλύτερη σωματική κόπωση: Δεν έχω κανέναν φίλο και δεν θέλω κανέναν – δεν έχω χρόνο για να φάω την απαραίτητη τροφή».

Ο Μιχαήλ Άγγελος δεν άφησε τις κακουχίες να τον αποθαρρύνουν. Αντιθέτως, μετέτρεψε τις δοκιμασίες του σε οπτική δοξολογία του θείου. Ο Κινγκ αναφέρει ότι ο Μιχαήλ Άγγελος δεν ήταν ικανοποιημένος από το αρχικό σχέδιο με τους 12 αποστόλους και ζήτησε την άδεια του Πάπα να είναι ακόμη πιο φιλόδοξος και να χρησιμοποιήσει το ανθρώπινο σώμα για να εξερευνήσει το εύρος της ανθρώπινης σχέσης με τον Θεό. Ο Πάπας συμφώνησε και το αρχικό σχέδιο των 12 αποστόλων μετατράπηκε σε ένα πολύπλοκο σχέδιο που περιελάμβανε περισσότερες από 300 μορφές.

Ο Μιχαήλ Άγγελος συμπεριέλαβε όχι μόνο θέματα από τον Χριστιανισμό, αλλά και μορφές από τον Ιουδαϊσμό και τον παγανισμό. «Η Σιξτίνα δεν είναι μόνο εννέα ιστορίες της Γένεσης. Είναι ολόκληρη η σφαιρική εικόνα της δημιουργίας», εξηγεί ο Γουάλας. «Είναι τα πάντα. Δεν είναι ένας διαχωρισμός μεταξύ χριστιανισμού και παγανισμού. Είναι η Δημιουργία του Θεού, ο οποίος δημιούργησε την παγανιστική αρχαιότητα πριν δημιουργήσει τον χριστιανισμό. Αυτός δημιούργησε τον κόσμο. Οι Σίβυλλες είναι το αντίστοιχο των προφητών, είναι ο παγανιστικός κόσμος πριν έρθει ο Χριστιανισμός. Έτσι, έχουμε παγανιστικές Σίβυλλες [στη Σιξτίνα], έχουμε και εβραϊκές ιστορίες στη Σιξτίνα. Η Σιξτίνα δεν είναι χριστιανική, εβραϊκή ή παγανιστική – είναι όλη η δημιουργία.»

Μελέτη για τη Σίβυλλα της Λιβύης, μεταξύ 1510-1511 από τον Μιχαήλ Άγγελο. Κόκκινη κιμωλία, λευκή κιμωλία και κάρβουνο σε χαρτί, 287 εκ επί 220 εκ. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Η Σίβυλλα της Λιβύης, μεταξύ 1508-1512, από τον Μιχαήλ Άγγελο. Τοιχογραφία, Καπέλα Σιξτίνα, Βατικανό. (Public Domain)

 

Ο Μιχαήλ Άγγελος όχι μόνο συμπεριέλαβε χριστιανικές, ιουδαϊκές και ειδωλολατρικές μορφές σε μια σύνθεση, αλλά ζωγράφισε και μια οπτική απεικόνιση του Θεού – κάτι σπάνιο για τους καλλιτέχνες. «Πρόκειται για τον Θεό και την αρχή της δημιουργίας του Θεού, και Του αξίζει να ζωγραφιστεί», λέει ο Γουάλας. «Είναι αλήθεια ότι στην παλαιότερη χριστιανική τέχνη, μερικές φορές ο Θεός δεν απεικονίζεται ή είναι μόνο το χέρι του ή κάτι τέτοιο, οπότε είναι πολύ τολμηρό να φανταστεί κανείς πώς είναι ο Θεός. Ο Μιχαήλ Άγγελος μας έδωσε μια εικόνα του Θεού που έχει γίνει ο κανόνας για το πώς μοιάζει ο Θεός για πολλούς ανθρώπους στον κόσμο».

Αυτή η απεικόνιση του Θεού, η «Δημιουργία του Αδάμ» είναι μια από τις πιο εμβληματικές εικόνες στον κόσμο. Ο Μιχαήλ Άγγελος ζωγράφισε τον Αδάμ τη στιγμή της αφύπνισής του, όπου και συναντά τον δημιουργό του. Ένας ξαπλωμένος Αδάμ κοιτάζει με λαχτάρα τα μάτια του Θεού και απλώνει το χέρι του για να αγγίξει τον δημιουργό του. Ο Θεός -μαζί με τις βιβλικές μορφές που τον περιβάλλουν- κινείται με μεγάλη ορμή προς τον Αδάμ. Ικανοποιημένος από το δημιούργημά του, ο Θεός απλώνει το χέρι του για να αγγίξει τον Αδάμ.

Λεπτομέρεια από τη «Δημιουργία του Αδάμ», μεταξύ 1508-1512, από τον Μιχαήλ Άγγελο. Τοιχογραφία, Καπέλα Σιξτίνα, Βατικανό. (Public Domain)

 

Ο χώρος μεταξύ των δακτύλων του Αδάμ και του Θεού είναι τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά: «Τα λίγα εκατοστά που χωρίζουν τις άκρες των δακτύλων τους είναι η μεγαλύτερη αναστολή του χρόνου και της αφήγησης στην ιστορία της τέχνης», λέει ο Γουάλας στο βιβλίο του «Μιχαήλ Άγγελος: Ο καλλιτέχνης, ο άνθρωπος και η εποχή του» («Michelangelo: The Artist, the Man, and His Times», 2011). Αν ο Αδάμ κατέβαλε λίγη περισσότερη προσπάθεια, αν μπορούσε να ανταποκριθεί στην προσπάθεια του Θεού, φαίνεται ότι θα άγγιζε τον Θεό και ο διαχωρισμός μεταξύ τους θα έπαυε να υπάρχει.

Αφότου ζωγράφισε πάνω από 300 μορφές σε περισσότερες από 150 ξεχωριστές εικαστικές ενότητες, ο Μιχαήλ Άγγελος ολοκλήρωσε την οροφή προς ικανοποίηση του Πάπα Ιουλίου Β’. Η οροφή της Σιξτίνα αποκαλύφθηκε την Ημέρα των Αγίων Πάντων, την 1η Νοεμβρίου 1512.

Η οροφή της Σιξτίνα ζωγραφίστηκε μεταξύ 1508-1512 από τον Μιχαήλ Άγγελο. Τοιχογραφία, Καπέλα Σιξτίνα, Βατικανό. (Public Domain)

 

«Είναι αρκετά αξιοθαύμαστο και αξιοσημείωτο το γεγονός ότι επέμεινε δεδομένου τού τι αντιμετώπιζε», σχολιάζει ο Γουάλας. «Το ίδιο το γεγονός της ζωγραφικής μιας οροφής είναι από μόνο του εκπληκτικό. Υπήρχαν όλων των ειδών τα προβλήματα. Πρέπει να θαυμάσουμε ότι επέμεινε υπό απίστευτη πίεση, αντιμετωπίζοντας προκλήσεις που είναι αδιανόητες – πολλοί άλλοι άνθρωποι θα τα είχαν παρατήσει, αλλά εκείνος όχι.»

Εδώ βρίσκεται ένα ψήγμα σοφίας: Ο Μιχαήλ Άγγελος επέμεινε στις δυσκολίες του με πίστη και ισχυρή επιθυμία να εκφράσει οπτικά το θείο. Αν και κλήθηκε να ολοκληρώσει ένα έργο που του ήταν ξένο, όχι μόνο στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, αλλά και ξεπέρασε τις προσδοκίες. Η εμπνευσμένη προσπάθειά του να εκφράσει το θείο μέσω της ανθρώπινης μορφής, παρά τις πολλές δυσκολίες, τον βοήθησε να δημιουργήσει ένα θαύμα που συνεχίζουμε να εκτιμούμε 500 χρόνια μετά.

Του Eric Bess

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Radiant Life.