Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Είναι το Πακιστάν ο προάγγελος της αποτυχίας του κινεζικού BRI;

Σχολιασμός

Επειδή τα ανθρακωρυχεία εκπέμπουν μεγάλες ποσότητες δηλητηριώδους μονοξειδίου του άνθρακα, οι ανθρακωρύχοι παλαιότερα έπαιρναν μαζί τους ένα καναρίνι σε κλουβί. Ο ευαίσθητος οργανισμός του πτηνού υπέκυπτε στα αυξανόμενα επίπεδα αερίου πολύ πριν από τους ανθρακωρύχους, προειδοποιώντας τους εγκαίρως. Το Πακιστάν, ως πρώιμος και ενθουσιώδης συμμετέχων στο BRI, υφίσταται πρώτο τις συνέπειες, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις άλλες χώρες που συμμετέχουν στην κινεζική πρωτοβουλία.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Πακιστάν σχετίζεται με το ενεργειακό δίκτυο που κατασκευάστηκε για τη χώρα από την πρωτοβουλία BRI, γνωστή και ως «Μία ζώνη, ένας δρόμος». Το δίκτυο ήταν εξαιρετικά ακριβό εξαρχής και, επειδή η Κίνα κατασκεύασε πολύ μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη από όση χρειάζεται το Πακιστάν, το χρέος που τώρα αντιμετωπίζει η χώρα είναι απλά μη βιώσιμο.

Δεν πρόκειται απλώς για μια ατυχή, λανθασμένη εκτίμηση – κάτι που συμβαίνει στις διεθνείς επενδύσεις. Αντίθετα, είναι χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το σχέδιο του Πεκίνου.

Στο πλαίσιο της BRI, το Πεκίνο προσεγγίζει λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη και προτείνει να κατασκευάσει υποδομές που, θεωρητικά, θα τα βοηθήσουν να αναπτυχθούν οικονομικά, προσφέροντας δάνεια για τη χρηματοδότηση του έργου, πάντα από κινεζικές κρατικές τράπεζες. Επιπλέον, αναθέτει σε κινεζικές εργολαβικές εταιρείες την κατασκευή και σε κινεζική διαχείριση τη λειτουργία του έργου μετά την ολοκλήρωσή του.

Όλα τα πλεονεκτήματα βρίσκονται στην πλευρά του Πεκίνου. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, η χώρα-αποδέκτης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις, η ιδιοκτησία του έργου μεταβιβάζεται στο Πεκίνο. Ακόμη και αν η χώρα αποπληρώσει το δάνειο, παραμένει εξαρτημένη από την Κίνα για τη διαχείριση και τη συντήρηση του έργου.

Υπάρχει και άλλο ένα πρόβλημα. Λόγω του ότι οι κινεζικές αρχές επιλέγουν τα έργα κυρίως για πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους, και όχι για οικονομικούς, τα έργα συχνά δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της χώρας-αποδέκτη: είναι ή υπερβολικά μεγάλα ή πολύ μικρά. Επιπλέον, καθώς χρησιμοποιούνται τα χρήματα της χώρας-αποδέκτη μέσω δανείου, η Κίνα έχει μικρό κίνητρο να προσαρμόσει τα έργα στις πραγματικές ανάγκες. Οι χώρες που προσεγγίζονται από το Πεκίνο δεν έχουν συνήθως την ικανότητα να αξιολογήσουν με ακρίβεια τις οικονομικές τους ανάγκες.

Για το Πακιστάν, η πρόταση της Κίνας πριν από μία δεκαετία φαινόταν ελκυστική. Η χώρα είχε έλλειμμα στην ηλεκτροπαραγωγή. Η Κίνα κατασκεύασε μια σειρά από εργοστάσια άνθρακα, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας, με συνολικό κόστος περίπου 25 δισ. δολαρίων, ποσό τεράστιο για το Πακιστάν. Εκτός από την υποχρέωση αποπληρωμής του δανείου σε μόλις 10 χρόνια, το Πακιστάν δεσμεύτηκε να αγοράζει όλη την ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγουν οι κινεζικές μονάδες για τα επόμενα 40 χρόνια και υποσχέθηκε σε κινεζικές κρατικές εταιρείες απόδοση 34% στην επένδυση.

Ήταν προφανές από την αρχή ότι το Πακιστάν δεν θα μπορούσε ποτέ να τηρήσει αυτούς τους όρους. Επειδή οι υπολογισμοί ήταν πολιτικοί και διπλωματικοί, η Κίνα κατασκεύασε πολύ μεγαλύτερη παραγωγική ικανότητα από όση θα χρειαστεί το Πακιστάν για πολλά χρόνια, κατά κάποιες εκτιμήσεις έως και 40% επιπλέον. Ωστόσο, οι όροι υποχρεώνουν το Πακιστάν να αγοράζει όλη την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια.

Για να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις, το Πακιστάν αύξησε την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδα υψηλότερα ακόμα και από αυτά που έχουν ανεπτυγμένες και πλουσιότερες χώρες. Έτσι, η ηλεκτρική ενέργεια για μερικά φώτα, ένα μικρό ψυγείο και μερικούς ανεμιστήρες μπορεί να κοστίζει σε μια πακιστανική οικογένεια περίπου 60 ευρώ τον μήνα, ποσό ιδιαίτερα υψηλό δεδομένου ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας ανέρχεται σε περίπου 125 ευρώ τον μήνα.

Το Πακιστάν έχει ήδη καθυστέρηση πληρωμών ύψους 1 δισ. δολαρίων προς τις κινεζικές κρατικές τράπεζες, ενώ οφείλει επιπλέον 9 δισ. δολάρια για δύο νέα κινεζικά πυρηνικά εργοστάσια.

Το Πακιστάν βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση από τις περισσότερες άλλες χώρες που συμμετέχουν στην BRI, κυρίως επειδή ήταν ένας από τους πρώτους συμμετέχοντες, όχι επειδή οι συμφωνίες με άλλες χώρες είναι διαφορετικές. Ήδη, η Σρι Λάνκα έχει χρεοκοπήσει, ενώ αρκετές αφρικανικές χώρες αναγκάστηκαν να επαναδιαπραγματευτούν τους όρους των δανείων. Πρόσφατα, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ αναγκάστηκε να υποσχεθεί επιπλέον χρηματοδότηση στην Αφρική για να αποτρέψει την αποχώρηση ορισμένων συμμετεχόντων από το πρόγραμμα.

Εάν το Πακιστάν είναι ενδεικτικό, το σχέδιο της BRI έχει θεμελιώδεις αδυναμίες. Ακόμη χειρότερα, οι οικονομικές δυσκολίες των συμμετεχόντων χωρών θα μπορούσαν να επιβαρύνουν τις κινεζικές τράπεζες και εργολαβικές εταιρείες, σε μια περίοδο που η ίδια η κινεζική οικονομία, με το υψηλό της χρέος και την υποτονική της ανάπτυξη, δεν έχει την πολυτέλεια για τέτοιου είδους πιέσεις.

Του Milton Ezrati

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.

Η κινεζική πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» σε κρίση: Αποχωρήσεις και αδιέξοδα

Σε τροχιά αποδόμησης εισέρχεται η μεγαλεπήβολη πρωτοβουλία του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ για παγκόσμια επιρροή, καθώς η Βραζιλία έγινε, στα τέλη του 2024, η πιο πρόσφατη μεγάλη οικονομία που απορρίπτει το φιλόδοξο σχέδιο «Μία ζώνη, ένας δρόμος» (Belt and Road Initiative – BRI).

Η απόφαση του προέδρου Λούλα να διατηρήσει απλές διμερείς σχέσεις με το Πεκίνο, αντί της επίσημης ένταξης στο BRI, έρχεται να προστεθεί στις αποχωρήσεις της Ινδίας και της Ιταλίας, αντανακλώντας τον αυξανόμενο σκεπτικισμό για τα μακροπρόθεσμα οφέλη του προγράμματος, που ξεκίνησε το 2013 με μεγάλες προσδοκίες και κατάφερε να προσελκύσει 150 χώρες.

Το ‘στολίδι’ που έχασε τη λάμψη του

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποτυχίας του εγχειρήματος αποτελεί ο Οικονομικός Διάδρομος Κίνας-Πακιστάν (CPEC), που θεωρούνταν το ‘στολίδι’ του BRI. Το στρατηγικής σημασίας λιμάνι Γκουαντάρ παραμένει ανενεργό, θύμα κακού σχεδιασμού και διαφθοράς, ενώ κρίσιμα έργα υποδομής μένουν ημιτελή καθώς το Πεκίνο αρνείται τη χρηματοδότηση αν δεν αναλάβει το Πακιστάν ένα δυσβάσταχτο χρέος.

Η ‘διπλωματία του χρέους’ και οι συνέπειές της

Η περίπτωση της Σρι Λάνκα αποτελεί προειδοποίηση για τους κινδύνους της κινεζικής ‘διπλωματίας του χρέους’. Η χώρα αναγκάστηκε να παραχωρήσει το λιμάνι Χαμπαντότα για 99 χρόνια σε κινεζική εταιρεία, ενώ το Λάος, υπό το βάρος των χρεών, παρέδωσε τον έλεγχο του 90% του εθνικού δικτύου ηλεκτρισμού στην Κίνα.

Στρατηγικές ανησυχίες και γεωπολιτικές προεκτάσεις

Πέρα από την οικονομική εξάρτηση, οι επενδύσεις του BRI εγείρουν σοβαρά ζητήματα ασφαλείας. Πολλές υποδομές, σχεδιασμένες για εμπορική χρήση, έχουν τη δυνατότητα μετατροπής σε στρατιωτικά σημεία στήριξης, επιτρέποντας στην Κίνα να επεκτείνει το στρατηγικό της αποτύπωμα στον Ινδικό Ωκεανό και πέραν αυτού.

Το 2023 σηματοδότησε μια δραματική καμπή, με τη συμμετοχή στο BRI να σταματά εντελώς σε 19 χώρες, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών εταίρων όπως η Τουρκία και η Κένυα. Παρότι οι συνολικές κινεζικές επενδύσεις στο εξωτερικό εμφανίσαν αύξηση 10% το 2024, η άνοδος αυτή αποδίδεται κυρίως σε μη-BRI επενδύσεις και στον παγκόσμιο πληθωρισμό, παρά σε πραγματική επέκταση της πρωτοβουλίας.

Η πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι το φιλόδοξο σχέδιο του Πεκίνου δεν επεκτείνεται πλέον, αλλά υποχωρεί σιωπηλά. Όλο και περισσότερες χώρες, αναγνωρίζοντας τους κινδύνους, επιδιώκουν να απεμπλακούν από την επιρροή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, αφήνοντας πίσω τους ένα δίκτυο μη βιώσιμων χρεών, ημιτελών έργων και αυξημένης εξάρτησης από το Πεκίνο.