Σάββατο, 13 Σεπ, 2025

Η νέα στρατηγική της Κίνας για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων

Τα τελευταία χρόνια, ακόμη και πριν από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, το Πεκίνο έχει αντιληφθεί το εξής: ότι η κινεζική οικονομία έχει άμεση ανάγκη από ξένες επενδύσεις και επιχειρηματικά συμφέροντα.

Επί χρόνια, οι Κινέζοι αξιωματούχοι συμπεριφέρονταν σαν να έχουν το πάνω χέρι. Θεωρούσαν, όχι λανθασμένα, ότι οι ξένοι επενδυτές θα υπέμεναν πολλά προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στην τεράστια κινεζική αγορά.

Έτσι, επέβαλλαν αυστηρούς όρους σε αμερικανικές, ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρείες: πολύπλοκη γραφειοκρατία, αδιαφορία για την εφαρμογή των νόμων περί πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά κυρίως την υποχρέωση κάθε ξένης εταιρείας να συνεργάζεται με εγχώριο εταίρο, αποκαλύπτοντας τεχνογνωσία και εμπορικά μυστικά. Οι πρακτικές αυτές βρέθηκαν στο επίκεντρο των κυριότερων παραπόνων της κυβέρνησης Τραμπ την περίοδο 2018-2019.

Το κινεζικό καθεστώς δεν άλλαξε πορεία τότε, ωστόσο η αποχώρηση ξένων κεφαλαίων οδήγησε τελικά τις Αρχές του Πεκίνου να αναπροσαρμόσουν σταδιακά τη στάση τους – μια τάση που έχει γίνει ιδιαίτερα εμφανής τις τελευταίες εβδομάδες.

Σε μικρό χρονικό διάστημα, ανακοινώθηκαν μέτρα για την προστασία των ξένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και το καλοκαίρι θεσπίστηκαν φορολογικά κίνητρα έως και 10% για όσες ξένες επιχειρήσεις επανεπενδύσουν τα κέρδη τους στην Κίνα.

Τον επόμενο μήνα, επτά βασικές κρατικές υπηρεσίες – ανάμεσά τους η Εθνική Επιτροπή Ανάπτυξης και Μεταρρυθμίσεων, το υπουργείο Οικονομικών και η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας – συνυπέγραψαν ανακοίνωση για την εφαρμογή μέτρων ενίσχυσης των επαναεπενδύσεων από ξένες εταιρείες. Όλες αυτές οι νέες πρωτοβουλίες εμφανίζονται εξαιρετικά φιλόξενες για τα διεθνή κεφάλαια και τις επιχειρήσεις του εξωτερικού.

Πλέον, οι τοπικές κυβερνήσεις οφείλουν να καταγράφουν και να στηρίζουν τις ξένες επενδύσεις, με διευρυμένο ορισμό των δικαιούχων. Οι νέοι κανονισμοί αποσκοπούν στη μείωση του κόστους των ξένων αναπτύξεων, με ευκολότερη πρόσβαση σε βιομηχανική γη, συμφωνίες μίσθωσης με δυνατότητα εξαγοράς και ευέλικτη μεταβίβαση γης.

Οι εποπτικές Αρχές καλούνται να επιταχύνουν και να απλοποιήσουν τη διαδικασία έγκρισης έργων, ιδίως για επενδύσεις που επωφελούνται από τις πρόσφατες φοροελαφρύνσεις – μέτρα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα κερδοφορίας, μεταξύ των οποίων και συναλλαγματικά κέρδη.

Οι κινήσεις αυτές είναι άμεσα συνδεδεμένες με τη σοβαρή μείωση των ξένων επενδύσεων τα τελευταία χρόνια. Απογοητευμένες από τις καταχρηστικές πρακτικές του Πεκίνου και επηρεασμένες από τη δυσπιστία που επικρατεί σε Ουάσιγκτον, Βρυξέλλες και Τόκυο για τις εμπορικές σχέσεις με την Κίνα, πολλές ξένες εταιρείες αποσύρονται από τη χώρα.

Το 2023, καταγράφηκε καθαρή εκροή ξένων κεφαλαίων, ενώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, οι ξένες επενδύσεις σημείωσαν πτώση 15,2% σε σύγκριση με τα ήδη πεσμένα επίπεδα του 2024. Αυξημένες επενδύσεις παρατηρούνται σε ορισμένους κλάδους – ηλεκτρονικό εμπόριο, φαρμακευτικά προϊόντα, αεροδιαστημικός εξοπλισμός, ιατρικές συσκευές – όμως δεν αρκούν για να αντισταθμίσουν τη συνολική πτωτική τάση.

Οι οικονομικές συνέπειες της μείωσης αυτής είναι προφανείς – επηρεάζουν όχι μόνο τις εξαγωγές, αλλά το σύνολο της κινεζικής οικονομίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ίδιου του Πεκίνου, οι επιχειρήσεις με ξένα κεφάλαια συνεισφέρουν το 20-30% του κινεζικού ΑΕΠ.

Παρότι οι πρόσφατες γενναίες παραχωρήσεις ίσως προκαλέσουν θετική ανταπόκριση από επιχειρήσεις των ΗΠΑ, της Ευρώπης, της Ιαπωνίας και άλλων αγορών, είναι αμφίβολο αν η Κίνα θα ανακτήσει ξανά τον ρόλο του πρώτου προορισμού για τις διεθνείς επενδύσεις.

Οι άνθρωποι της αγοράς δεν ξεχνούν εύκολα προγενέστερες καταχρηστικές πρακτικές και ανησυχούν ότι η πρόσφατη στροφή φιλικότητας του Πεκίνου μπορεί εύκολα να ανατραπεί αν αλλάξουν οι συνθήκες. Γνωρίζουν επίσης πως η αυξημένη ανταπόκριση στα νέα κίνητρα θα ενισχύσει την έκθεσή τους, κάνοντάς τους ευάλωτους σε ενδεχόμενες πολιτικές ανατροπές.

Τέλος, τα τελευταία χρόνια, πολλοί μάνατζερ έχουν διαπιστώσει ότι υπάρχουν ασφαλέστερες επενδυτικές ευκαιρίες σε άλλες περιοχές της Ασίας και στη Λατινική Αμερική. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να κινηθούν με αυξημένη επιφύλαξη.

Του Milton Ezrati

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.

Πρωτοβουλία του Βερολίνου για τηλεδιασκέψεις Ευρωπαίων με τον Τραμπ εν όψει της συνόδου στην Αλάσκα

Επείγουσα πρωτοβουλία διαμεσολάβησης μεταξύ Ουκρανίας, Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ αναλαμβάνει η καγκελαρία εν όψει της συνάντησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν στις 15 Αυγούστου, στην Αλάσκα.

Την Τετάρτη, στις 15:00 (ώρα Ελλάδος), η γερμανική κυβέρνηση διοργανώνει τηλεδιάσκεψη μεταξύ των ηγετών της Φινλανδίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Βρετανίας, της Πολωνίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ και του Ουκρανού προέδρου· μία ώρα αργότερα θα πραγματοποιηθεί τηλεδιάσκεψη μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών, του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και του αντιπροέδρου Τζ. Ντ. Βανς. Ο στόχος της γερμανικής διαμεσολαβητικής προσπάθειας είναι να σχηματιστεί κοινή διατλαντική θέση πριν από τη σύνοδο της Αλάσκας.

Σύμφωνα με την εφημερίδα BILD, οι συνομιλίες θα εστιάσουν στις μεθόδους αύξησης της πίεσης στη Ρωσία, στο θέμα της σειράς των συναντήσεων για διαπραγματεύσεις μετά την Παρασκευή, στα ουκρανικά εδάφη τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανταλλαχθούν και σε εγγυήσεις για το Κίεβο ώστε η Ρωσία να μην μπορεί να προχωρήσει περισσότερο δυτικά, πέρα από τα εδάφη που θα έχει αποκτήσει.

Η πρώτη τηλεδιάσκεψη της Τετάρτης «θα χρησιμεύσει ως προετοιμασία εν όψει της συνομιλίας με τον πρόεδρο Τραμπ», με τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ και του Ουκρανού προέδρου.

«Οι συνομιλίες θα συνεχιστούν σίγουρα και αυτή την εβδομάδα», δήλωσε ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Μάιερ. «Για τον καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς είναι σημαντικό να υπάρχει κοινή ευρωπαϊκή θέση ώστε να έχει επιρροή».

Αναφερόμενος στη χθεσινοβραδινή τηλεφωνική συνομιλία του κου Μερτς με τον Αμερικανό πρόεδρο, ο εκπρόσωπος τόνισε ότι συμφωνήθηκε να τηρηθεί εμπιστευτικότητα. «Η συνάντηση (στις 15 Αυγούστου) θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική στιγμή για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο καγκελάριος εξακολουθεί να ελπίζει ότι στη συνάντηση της Αλάσκας θα λάβει μέρος ο Ουκρανός πρόεδρος. Μια δίκαιη ειρήνη ερήμην της Ουκρανίας είναι αδιανόητη και τα σύνορα δεν επιτρέπεται να μετακινούνται με τη χρήση βίας», πρόσθεσε ο Στέφεν Μάιερ.

Της Φ. Καραβίτη

Η επανεμφάνιση του Μπάο Φαν: Τέλος στο μυστήριο της εξαφάνισης του Κινέζου τραπεζίτη

Ο γνωστός Κινέζος επενδυτικός τραπεζίτης Μπάο Φαν επανεμφανίστηκε σχεδόν τριάντα μήνες μετά την αιφνίδια εξαφάνισή του τον Φεβρουάριο του 2023.

Πολλαπλές ανεξάρτητες πηγές επιβεβαίωσαν στο οικονομικό μέσο Caixin ότι ο Μπάο αφέθηκε πρόσφατα ελεύθερος από την επίσημη κράτηση.

Όταν εξαφανίστηκε, ο Μπάο ήταν άνθρωπος με σημαντική επιρροή και πληθώρα διασυνδέσεων στον χρηματοοικονομικό τομέα της Κίνας, με κεντρικό ρόλο σε μερικές από τις σημαντικότερες συγχωνεύσεις και εξαγορές της χώρας.

Η μυστηριώδης απουσία του προκάλεσε έντονη ανησυχία στους κύκλους της κινέζικης οικονομίας και τεχνολογίας. Οι κινεζικές Αρχές δεν αναγνώρισαν ποτέ δημόσια κάποια έρευνα εις βάρος του ούτε έδωσαν διευκρινίσεις αναφορικά με την παρατεταμένη εξαφάνισή του. Η εταιρεία του, China Renaissance Holdings, ήταν αυτή που ενημέρωσε πρώτη το κοινό για την απουσία του, στις 16 Φεβρουαρίου 2023, δηλώνοντας αρχικά αδυναμία επικοινωνίας. Δέκα ημέρες αργότερα, στις 26 Φεβρουαρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας διευκρίνισε: «Συνεργάζεται με τις Αρχές στο πλαίσιο μίας έρευνας».

Ο Μπάο ίδρυσε τη China Renaissance το 2005· όταν εξαφανίστηκε ήταν πρόεδρος, εκτελεστικός διευθυντής, διευθύνων σύμβουλος και κύριος μέτοχος.

Σύμφωνα με το Caixin, η υπόθεση του Μπάο συνδεόταν με μια παλαιότερη έρευνα διαφθοράς που αφορούσε τον Ζονγκ Λιν, πρώην στέλεχος της China Renaissance και υψηλόβαθμο αξιωματούχο της Κινεζικής Τράπεζας Βιομηχανίας και Εμπορίου (ICBC). Ο Μπάο φέρεται να ενέκρινε μπόνους πρόσληψης 20 εκατομμυρίων γουάν στον Ζονγκ μετά την αποχώρησή του από την κρατική τράπεζα, ποσό το οποίο αργότερα βρέθηκε στο στόχαστρο των Αρχών ως πιθανή δωροδοκία.

Η έρευνα κατά συναδέλφου του εξελίχθηκε σε ξεχωριστή υπόθεση σε βάρος του ίδιου του Μπάο. Τελικά, τον εντόπισαν στο αεροδρόμιο Πουντόνγκ της Σαγκάης στα μέσα του 2023, καθώς επιχειρούσε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Ο Μπάο αποτελούσε εξέχουσα προσωπικότητα του χρηματοοικονομικού κλάδου της Κίνας. Γεννημένος το 1970, ίδρυσε τον όμιλο China Renaissance σε ηλικία 35 ετών.

Προηγουμένως, είχε διατελέσει επικεφαλής στρατηγικής στον κινεζικό όμιλο τεχνολογίας Asia Info Group και είχε εργαστεί σε διεθνείς επενδυτικές τράπεζες όπως η Morgan Stanley και η Credit Suisse, αποκτώντας συνολικά επτά χρόνια εμπειρίας στη Γουόλ Στρητ.

Το 2015, η China Renaissance διαμεσολάβησε σε καθοριστικές συγχωνεύσεις του κινεζικού διαδικτύου, όπως «τη συγχώνευση των κολοσσών μεταφορών με ταξί DiDi και Kuide», «τη συγχώνευση των ιστοσελίδων μικρών αγγελιών 58.com και ganji.com», «τη συνένωση του ηλεκτρονικού καταστήματος Meituan με την πλατφόρμα online κριτικών Dianping», καθώς και «τη συγχώνευση των ταξιδιωτικών πρακτορείων Trip και Qunar».

Έκτοτε, ο Μπάο είχε κεντρικό ρόλο σχεδόν σε κάθε σημαντική δημόσια εγγραφή, γύρο χρηματοδότησης ή εξαγορά στον κινεζικό τεχνολογικό τομέα.

Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας IT Juzi, η China Renaissance διαμεσολάβησε σε 439 δημόσιες συναλλαγές, με τη συμμετοχή 727 διαφορετικών επενδυτών στην περίοδο 2014-2021, μεταξύ των οποίων μερικά από τα μεγαλύτερα κινεζικά επενδυτικά κεφάλαια. Η φήμη του ως «βασιλιά των συγχωνεύσεων και εξαγορών» στην Κίνα θεωρείται απολύτως δικαιολογημένη.

Μετά την ανακοίνωση της εξαφάνισής του το Φεβρουάριο του 2023, η μετοχή της China Renaissance σημείωσε κατακόρυφη πτώση, άνω του 20%.

Λόγω της αβεβαιότητας και της αδυναμίας της εταιρείας να οριστικοποιήσει τους οικονομικούς της λογαριασμούς χωρίς τον Μπάο στο τιμόνι, η διαπραγμάτευση της μετοχής ανεστάλη για περίπου 17 μήνες.

Όταν η διαπραγμάτευση επανήλθε το Σεπτέμβριο του 2024, έπειτα από την επίσημη παραίτηση του Μπάο και την ανάληψη της ηγεσίας από νέα διοικητική ομάδα, η αξία της μετοχής υπέστη νέα κατακρήμνιση, με απώλειες της τάξης του 66% έως 72% μόλις την πρώτη ημέρα.

Η εταιρεία κατέγραψε επίσης σημαντικές απώλειες εσόδων αυτή την περίοδο, γεγονός που αποτυπώνει τις διαρκείς δυσκολίες της να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Η κράτηση του Μπάο αποτέλεσε σημείο καμπής στην εκστρατεία του προέδρου Σι Τζινπίνγκ για πάταξη της διαφθοράς σε υψηλά κλιμάκια, των επισφαλών δανειοδοτήσεων και του δυσανάλογου ρόλου των ιδιωτών μεγαλοεπενδυτών στη χρηματοπιστωτική αγορά της Κίνας.

Η εκστρατεία αυτή, με σύνθημα την καταπολέμηση της χλιδής και την ενίσχυση της εποπτείας, οδήγησε σε μια σειρά από συλλήψεις υψηλόβαθμων στελεχών, αναστολές διαπραγμάτευσης και διάχυτη ανησυχία στον επενδυτικό και τραπεζικό τομέα της χώρας.

Η απελευθέρωση του Μπάο γίνεται σε μια περίοδο κατά την οποία ο Σι Τζινπίνγκ εμφανίζεται αποδυναμωμένος, όπως καταδεικνύουν οι συχνές αναφορές των κεντρικών αρχών και του στρατού στη συλλογική λήψη αποφάσεων.

Συμπίπτει επίσης με την αναθεώρηση ή και την κατάργηση πολλών από τις πολιτικές του Σι, σε μια προσπάθεια του Πεκίνου να αποκαταστήσει το επιχειρηματικό κλίμα εν μέσω παρατεταμένης οικονομικής επιβράδυνσης.

Απορρίφθηκε η προσφυγή της Wikipedia κατά του βρετανικού νόμου για την ασφάλεια στο διαδίκτυο

Η διαχειρίστρια εταιρεία της Wikipedia απέτυχε στις 11 Αυγούστου να ανατρέψει δικαστικά τον βρετανικό Νόμο για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο (Online Safety Act – OSA), ο οποίος ενδέχεται να την υποχρεώσει να επαληθεύει τις ταυτότητες των χρηστών που συνεισφέρουν στην πλατφόρμα.

Όπως ανέφερε το Ίδρυμα Wikimedia, «αν η Wikipedia υπαχθεί στις υποχρεώσεις της Κατηγορίας 1, θα αναγκαστούμε να περιορίσουμε δραστικά τον αριθμό των Βρετανών που έχουν πρόσβαση στον ιστότοπο».

Αν η απόφαση παραμείνει σε ισχύ, σύμφωνα με ανακοίνωση του Ιδρύματος Wikimedia μετά την έκδοση της απόφασης, οι πρώτες αποφάσεις για την κατηγοριοποίηση των ιστοσελίδων από την Ofcom αναμένονται μέσα στο καλοκαίρι.

Το Ίδρυμα δήλωσε πως θα συνεχίσει να αναζητά λύσεις για την προστασία της Wikipedia και των δικαιωμάτων των χρηστών της όσο προχωρεί η εφαρμογή του νόμου.

Ο νόμος, που η βρετανική κυβέρνηση επαινεί ως τον πρώτο παγκοσμίως που θεσπίζει κανονισμούς για την ασφάλεια στο διαδίκτυο, τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 2023, ωστόσο οι διατάξεις που αφορούν το λεγόμενο «νόμιμο περιεχόμενο» ενεργοποιήθηκαν από τον Μάρτιο του 2025.

Ο OSA επιβάλλει στις διαδικτυακές πλατφόρμες να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των πολιτών από εγκληματικές δραστηριότητες, γεγονός που αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη διακυβέρνηση του διαδικτύου.

Σύμφωνα με τον νόμο, οι ιστότοποι που επιτρέπουν αλληλεπίδραση χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των φόρουμ, όφειλαν να έχουν ολοκληρώσει αξιολόγηση κινδύνου από παράνομες ενέργειες έως τις 16 Μαρτίου και να την έχουν υποβάλει στην Ofcom έως τις 31 Μαρτίου.

Η Ofcom προειδοποίησε πως η μη συμμόρφωση μπορεί να επιφέρει κυρώσεις, μεταξύ των οποίων πρόστιμα ύψους έως 18 εκατ. στερλινών ή το 10% των ετήσιων εσόδων μίας εταιρείας, ή και δικαστικές εντολές για αποκλεισμό της πρόσβασης στη Βρετανία.

Πρόσφατες διατάξεις του νόμου απαιτούν επίσης από τις πλατφόρμες τη λήψη αυστηρών μέτρων επαλήθευσης ηλικίας, ώστε να προστατεύονται οι ανήλικοι από περιεχόμενο που θεωρείται επιβλαβές—όπως εκφοβισμός, πορνογραφία, αυτοτραυματισμός και μισαλλοδοξία.

Αυτό πρακτικά συνεπάγεται ότι όλοι οι ενήλικοι χρήστες στο Ηνωμένο Βασίλειο καλούνται να αποδείξουν πως δεν είναι ανήλικοι για να μπορούν να επισκέπτονται ορισμένες ιστοσελίδες.

Ο επικεφαλής νομικός σύμβουλος του Ιδρύματος Wikimedia, Φιλ Μπράντλεϊ-Σμάιγκ, είχε δηλώσει τον Μάιο πως οι υποχρεώσεις της Κατηγορίας 1, αν επιβληθούν, θα «υπονομεύσουν σοβαρά το απόρρητο και την ασφάλεια των εθελοντών της Wikipedia, θα εκθέσουν την εγκυκλοπαίδεια σε χειραγώγηση και βανδαλισμούς, και θα αποσπάσουν πολύτιμους πόρους από τη διασφάλιση και τη βελτίωση της Wikipedia και των υπόλοιπων έργων του Wikimedia».

Αν και ο δικαστής Τζέρεμι Τζόνσον απέρριψε την προσφυγή, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η Wikimedia να επανέλθει δικαστικά στην περίπτωση που η Ofcom αποφασίσει να εντάξει τη Wikipedia στην Κατηγορία 1.

Τόνισε πως «η απόφασή μου δεν δίνει το πράσινο φως στην Ofcom ή στον αρμόδιο υπουργό να εφαρμόσουν ένα καθεστώς που θα παρεμποδίσει ουσιωδώς τη λειτουργία της Wikipedia».

Το Ίδρυμα χαιρέτισε το σχόλιο του δικαστή, υπογραμμίζοντας πως η Ofcom και η βρετανική κυβέρνηση έχουν ευθύνη να διασφαλίσουν την προστασία της Wikipedia.

Η Wikipedia επισημαίνει ότι τα κείμενα της συντάσσονται και εποπτεύονται από μία παγκόσμια κοινότητα σχεδόν 260.000 εθελοντών, οι οποίοι θέτουν και εφαρμόζουν τους κανόνες για τη διατήρηση της ουδετερότητας και της αξιοπιστίας της πλατφόρμας.

Μέσα σε 25 χρόνια, αυτό το ανθρωποκεντρικό μοντέλο εποπτείας καθιέρωσε τη Wikipedia ως μοναδικό αποθετήριο αξιόπιστης πληροφόρησης σε περισσότερες από 300 γλώσσες, με 65 εκατομμύρια λήμματα που προβάλλονται πάνω από 15 δισεκατομμύρια φορές τον μήνα διεθνώς.

Ο Λάρι Σάνγκερ, ένας από τους συνιδρυτές της Wikipedia, έχει κατηγορήσει την ιστοσελίδα ότι απομακρύνθηκε από την ουδετερότητα και έχει μετατραπεί σε εργαλείο αριστερής προπαγάνδας.

Ο Σάνγκερ, που ίδρυσε τη Wikipedia μαζί με τον Τζίμι Γουέιλς το 2001 και αποχώρησε τον επόμενο χρόνο, διατυπώνει συχνά ανοικτά την κριτική του προς τον ιστότοπο.

Σε συνέντευξή του στην εκπομπή «American Thought Leaders» του Epic TV το 2021, ο Σάνγκερ είχε πει: «Η Wikipedia κατέβαλε πραγματική προσπάθεια για ουδετερότητα περίπου στα πρώτα πέντε της χρόνια. Μετά ξεκίνησε μια μακρά, αργή διολίσθηση σε αυτό που εγώ αποκαλώ αριστερή προπαγάνδα».

Συμπλήρωσε: «Οποιοσδήποτε βρίσκεται στη δεξιά, ή ακόμη και εκφράζει αντίθετες απόψεις, συχνά βλέπει να υπάρχει στην Wikipedia άρθρο που διαστρεβλώνει χονδροειδώς τα επιτεύγματά του, συχνά παραλείπει βασικά στοιχεία της δουλειάς του και παρουσιάζει λανθασμένα τα κίνητρά του. Η Wikipedia τον παρουσιάζει ως συνωμοσιολόγο ή ακροδεξιό ή οτιδήποτε άλλο, ενώ οι φίλοι του και όσοι τον γνωρίζουν δεν θα τον περιέγραφαν έτσι».

Εκπρόσωπος της Ofcom δήλωσε στην Epoch Times μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: «Λάβαμε υπόψη την απόφαση του δικαστηρίου και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τα ζητήματα κατηγοριοποιημένων υπηρεσιών και τους σχετικούς πρόσθετους κανόνες ασφάλειας στο διαδίκτυο για αυτές τις εταιρείες».

Με την συμβολή των Reuters, Ιζαμπέλ βαν Μπρούγκεν, Γιαν Γεκιέλεκ

Τραμπ: Αναμένω μια εποικοδομητική συνάντηση με τον Πούτιν

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σήμερα πως αναμένει μία εποικοδομητική συνάντηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, κατά τη διάρκεια της συνόδου τους που έχει προγραμματιστεί για την Παρασκευή στην Αλάσκα, με στόχο τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε επίσης πως είναι «αναστατωμένος» από την άρνηση του Ουκρανού ομολόγου του Βολοντίμιρ Ζελένσκι να παραχωρήσει εδάφη στη Ρωσία στο πλαίσιο μιας συμφωνίας, που θα έβαζε τέλος στη σύρραξη.

«Επομένως, θα μιλήσω στον Βλαντίμιρ Πούτιν και θα του πω ότι πρέπει να τερματίσει αυτόν τον πόλεμο. Πρέπει να τον τερματίσει», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους.

Ο επικεφαλής του αμερικανικού κράτους ανέφερε επίσης πως σε μια μελλοντική συνάντηση θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνεται και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Το Μπακού καταδικάζει τα ρωσικά πλήγματα σε ενεργειακές εγκαταστάσεις του Αζερμπαϊτζάν στην Ουκρανία

Ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, καταδίκασε τα ρωσικά αεροπορικά πλήγματα στην Ουκρανία, τα οποία είχαν ως στόχο εγκαταστάσεις ενέργειας που ανήκουν στη Socar, τη κρατική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου του Αζερμπαϊτζάν.

Ο Αλίεφ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας στις 10 Αυγούστου με τον Ουκρανό ομόλογό του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου τύπου του Αζέρου προέδρου.

Στη συνομιλία, οι δύο ηγέτες καταδίκασαν τα σκόπιμα αεροπορικά πλήγματα της Ρωσίας εναντίον αποθηκευτικής μονάδας πετρελαίου της Socar καθώς και άλλων αζερικών εγκαταστάσεων και ενός σταθμού συμπίεσης φυσικού αερίου που μεταφέρει αζερικό αέριο στην Ουκρανία.

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν την πεποίθησή τους ότι αυτές οι επιθέσεις δεν θα πλήξουν τη συνεργασία των δύο χωρών στον τομέα της ενέργειας.»

Την περασμένη εβδομάδα, οι αρχές στο Κίεβο ανακοίνωσαν ότι η Ρωσία έπληξε αντλιοστάσιο ιδιοκτησίας του Μπακού στη νότια περιφέρεια της Οδησσού, το οποίο χρησιμοποιούνταν για την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το ουκρανικό Υπουργείο Ενέργειας δήλωσε τότε: «Πρόκειται για καθαρό ρωσικό χτύπημα σε υποδομές αμιγώς πολιτικές, με στόχο τον ενεργειακό τομέα και, ταυτόχρονα, τις σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους στην Ευρώπη.»

Με ανακοίνωση της 6ης Αυγούστου, την οποία επικαλέστηκε το κρατικό πρακτορείο TASS, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας επιβεβαίωσε ότι οι ρωσικές δυνάμεις έπληξαν εγκαταστάσεις του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου που στηρίζουν τη λειτουργία του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος της Ουκρανίας.

Τον περασμένο μήνα, η Ουκρανία διοχέτευσε για πρώτη φορά αζερικό αέριο μέσω της διαδρομής Τρανσβαλκανικός, ενώ ανακοίνωσε σχέδια για αύξηση των εισαγωγών από το Αζερμπαϊτζάν.

Από την εισβολή της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία το 2022, οι ρωσικές επιθέσεις σε ουκρανικές ενεργειακές υποδομές έχουν πολλαπλασιαστεί, με χρήση κυρίως πυραύλων και drones.

Η Ουκρανία απαντά με σχεδόν καθημερινές επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε διάφορους στόχους στη δυτική Ρωσία, συχνά πλήττοντας ενεργειακές εγκαταστάσεις. Αμφότερες οι πλευρές, πάντως, ισχυρίζονται ότι χρησιμοποιούν όπλα ακριβείας εναντίον αποκλειστικά στρατιωτικών στόχων, επιδιώκοντας να μην υπάρξουν θύματα μεταξύ των αμάχων.

Κρίση στις σχέσεις Μόσχας – Μπακού

Τους τελευταίους μήνες, οι σχέσεις Ρωσίας και Αζερμπαϊτζάν, μιας μικρής χώρας στον νότιο Καύκασο, έχουν επιδεινωθεί αισθητά έπειτα από δεκαετίες σταθερότητας.

Το πρώτο μεγάλο ρήγμα σημειώθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν αεροσκάφος επιβατικής πτήσης του Αζερμπαϊτζάν, που εκτελούσε το δρομολόγιο Μπακού–Γκρόζνι στη νοτιοανατολική Ρωσία, συνετρίβη στο Καζακστάν.

Ομάδες έκτακτης ανάγκης στον τόπο συντριβής ενός επιβατικού αεροσκάφους της Azerbaijan Airlines κοντά στο Ακτάου του Καζακστάν, στις 25 Δεκεμβρίου 2024. Issa Tazhenbayev/AFP μέσω Getty Images

 

Το Αζερμπαϊτζάν κατηγόρησε τη ρωσική αντιαεροπορική άμυνα ότι χτύπησε κατά λάθος το αεροπλάνο, προκαλώντας τη συντριβή και τον θάνατο 38 επιβατών.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν εξέφρασε στη συνέχεια τη λύπη του για το τραγικό γεγονός, αποφεύγοντας ωστόσο να αναλάβει ευθύνη εκ μέρους της Μόσχας.

Οι σχέσεις επιδεινώθηκαν και άλλο τον Ιούλιο, όταν συνελήφθησαν στο Αζερμπαϊτζάν αρκετοί Ρώσοι υπήκοοι, ανάμεσά τους και δύο δημοσιογράφοι, με διάφορες κατηγορίες.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, οι ρωσικές αρχές είχαν συλλάβει αρκετούς ομογενείς Αζέρους, δύο εκ των οποίων πέθαναν υπό κράτηση, ως ύποπτοι για συμμετοχή σε οργανωμένο έγκλημα.

Σε αντίποινα, το Μπακού ανακοίνωσε πανεθνική απαγόρευση όλων των προγραμματισμένων ρωσικών πολιτιστικών εκδηλώσεων και αρνήθηκε να συμμετάσχει στη συνεδρίαση του Οικονομικού Συμβουλίου της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (CIS), που πραγματοποιήθηκε στις 18 Ιουλίου στη Μόσχα.

Το Αζερμπαϊτζάν αποτελεί διαχρονικό μέλος της CIS, μπλοκ υπό ρωσική ηγεσία που περιλαμβάνει εννέα πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.

Σε μια ακόμη αιχμηρή δήλωση κατά της Μόσχας στις 19 Ιουλίου, ο Αλίεφ δήλωσε στους δημοσιογράφους πως η Ουκρανία «…δεν πρέπει ποτέ να αποδεχθεί την κατοχή από ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις».

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υποδέχεται τον Πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ στο Λευκό Οίκο στις 8 Αυγούστου 2025. Madalina Kilroy/The Epoch Times

 

Στις 8 Αυγούστου, το Αζερμπαϊτζάν και η Αρμενία υπέγραψαν στην Ουάσιγκτον ιστορική συμφωνία για τον τερματισμό δεκαετιών συγκρούσεων στον Νότιο Καύκασο, περιοχή την οποία η Μόσχα ανέκαθεν θεωρεί ζωτική για τα συμφέροντά της.

Σε τελετή με οικοδεσπότη τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο Αλίεφ και ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν, υπέγραψαν συμφωνία που ανοίγει τον δρόμο για ένα διμερές αμερικανικής πρωτοβουλίας διάδρομο διαμετακόμισης.

Με πληροφορίες από το Reuters

ΗΠΑ και Ιορδανία συμμετέχουν σε συνάντηση για την ανοικοδόμηση της Συρίας

Η Ιορδανία θα φιλοξενήσει την Τρίτη συνάντηση μεταξύ αξιωματούχων των ΗΠΑ και της Συρίας με αντικείμενο την ανοικοδόμηση της Συρίας, όπως επιβεβαίωσε την Κυριακή το Υπουργείο Εξωτερικών της Ιορδανίας.

Σύμφωνα με σχετική ανάρτηση στην πλατφόρμα X, στη συνάντηση αναμένεται να δώσουν το παρών ο Σύρος υπουργός Εξωτερικών Ασάντ Χασάν αλ-Σαϊμπανί και ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Συρία, Τόμας Μπαράκ, μαζί με άλλους εκπροσώπους και από τις τρεις χώρες.

Όπως αναφέρει το Υπουργείο, οι διπλωμάτες θα εξετάσουν την κατάσταση στη Συρία και τρόπους ανασυγκρότησης της χώρας προκειμένου να διασφαλιστούν η ασφάλεια, η σταθερότητα και η κυριαρχία της, να καλυφθούν οι προσδοκίες του «αδελφικού συριακού λαού» και να διασφαλιστούν τα δικαιώματα όλων των Σύρων.

Ο Μπαράκ, ο οποίος κατέχει παράλληλα τη θέση του πρέσβη στην Τουρκία, κοινοποίησε την ανάρτηση στο X, σημειώνοντας: «Η δέσμευση αυτή υπογραμμίζει την κοινή μας αποφασιστικότητα να προχωρήσουμε προς ένα μέλλον όπου η Συρία και όλοι οι πολίτες της θα μπορούν να ζουν με ειρήνη, ασφάλεια και ευημερία».

Η Epoch Times επικοινώνησε με το συριακό ΥΠΕΞ για σχόλιο σχετικά με τη συνάντηση, ωστόσο μέχρι τη δημοσίευση δεν υπήρξε απάντηση.

Η πρωτοβουλία ακολουθεί διαβουλεύσεις Σύρων αξιωματούχων με ξένους διπλωμάτες τις τελευταίες εβδομάδες. Στις 6 Αυγούστου, ο Μπαράκ και ο Σύρος ηγέτης Αχμάντ αλ-Σαράα συζήτησαν τις τρέχουσες πολιτικές και ασφαλείας εξελίξεις στη χώρα.

Υπενθυμίζεται πως ο αλ-Σαράα, ο οποίος είχε συνδεθεί στο παρελθόν με την Αλ Κάιντα, ανέλαβε επικεφαλής διαφόρων συριακών παρατάξεων το φετινό Ιανουάριο, μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ-Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024.

Νέες επενδύσεις στη Συρία

Παράλληλα, Σύροι αξιωματούχοι συναντήθηκαν τον Αύγουστο με περιφερειακούς και διεθνείς εταίρους για την ενίσχυση της ανάπτυξης και των επενδύσεων.

Στις 6 Αυγούστου, η Συρία υπέγραψε 12 στρατηγικά έργα με ξένες εταιρείες, συνολικής αξίας 14 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Sana’a.

Σε αυτά περιλαμβάνεται συμφωνία 4 δισ. δολαρίων για την κατασκευή νέου αεροδρομίου στη Δαμασκό, έργο δημόσιας μεταφοράς ύψους 2 δισ. δολαρίων, καθώς και εμπορικό κέντρο ύψους 60 εκατ. δολαρίων.

Σύμβουλος της ανώτατης αρχής για την οικονομική ανάπτυξη της Συρίας ανέφερε: «Αυτές οι επενδύσεις θα προσφέρουν θέσεις εργασίας και θα ανοίξουν τον δρόμο για την είσοδο Σύρων και ξένων επενδυτών στην αγορά».

Στις 24 Ιουλίου, στο Συρο-Σαουδαραβικό Επενδυτικό Φόρουμ στη Δαμασκό, σαουδαραβικές επιχειρήσεις υπέγραψαν 47 συμφωνίες, συνολικής αξίας 24 δισ. δολαρίων.

Σύμφωνα με το σαουδαραβικό πρακτορείο ειδήσεων, ο υπουργός Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας, Χάλεντ αλ-Φαλίχ, δήλωσε πως περισσότεροι από 20 κρατικοί φορείς και 100 κορυφαίες ιδιωτικές εταιρείες της Σαουδικής Αραβίας συμμετείχαν στο φόρουμ για επενδύσεις σε τομείς όπως η ενέργεια, οι υποδομές, η υγεία και η γεωργία.

Ο αλ-Φαλίχ τόνισε πως υπογράφηκαν συμφωνίες ύψους περίπου 11 δισ. ριάλ στη Σαουδική Αραβία για υποδομές και ακίνητα, μεταξύ των οποίων η κατασκευή τριών εργοστασίων τσιμέντου, ενώ 4 δισ. ριάλ προορίζονται για τον τηλεπικοινωνιακό τομέα, περιλαμβάνοντας την ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών, κέντρων δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης.

Άρση κυρώσεων

Στις 30 Ιουνίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ήρε το μεγαλύτερο μέρος των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στη Συρία, δίνοντάς της τη δυνατότητα να ανασυγκροτηθεί και να ενισχύσει την οικονομία της.

Οι κυρώσεις που είχαν τεθεί σε ισχύ από το 2011 λόγω του εμφυλίου διατηρούνται για τον Άσαντ και άλλα μεμονωμένα πρόσωπα.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ σημείωσε στην ενημέρωση προς τους δημοσιογράφους πριν την υπογραφή: «Πρόκειται για μια προσπάθεια να στηριχθεί και να προωθηθεί η πορεία της χώρας προς τη σταθερότητα και την ειρήνη».

Παρομοίως, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε την άρση των κυρώσεων τον Μάιο, με την αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Κάγια Κάλλας, να αναφέρει: «Η Ένωση ήθελε να συμβάλει στην ανοικοδόμηση μιας νέας, πολυμερούς και ειρηνικής Συρίας».

Η απόφαση ακολούθησε την άρση των κυρώσεων από το Ηνωμένο Βασίλειο τον Απρίλιο. Στις 24 Ιουλίου, εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ χαιρέτισαν το τέλος του καθεστώτος των κυρώσεων, δηλώνοντας πως πλέον δεν δικαιολογούνται μετά την ανατροπή του Άσαντ.

Η άρση τους ανοίγει ελπιδοφόρους δρόμους ανάκαμψης και κάλεσαν τη μεταβατική κυβέρνηση να: «Δώσει προτεραιότητα στην αποκατάσταση βιώσιμων υποδομών και δημόσιων υπηρεσιών για την προάσπιση των ποικίλων ανθρώπινων δικαιωμάτων που διακυβεύονται στη Συρία».

Οι ειδικοί ανέφεραν αυτά τα σημεία σε σχετική δήλωσή τους. Το Ινστιτούτο Carnegie για τη Διεθνή Ειρήνη, που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, εκτιμά ότι το κόστος της ανοικοδόμησης της Συρίας κυμαίνεται μεταξύ 250 και 400 δισ. δολαρίων.

Ο Τραμπ αναλαμβάνει τον έλεγχο της αστυνομίας της Ουάσιγκτον και ενεργοποιεί την Εθνοφρουρά

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε στις 11 Αυγούστου ότι ενεργοποιεί εκατοντάδες μέλη της Εθνοφρουράς για αποστολή στην αμερικανική πρωτεύουσα, με στόχο την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας.

«Σήμερα είναι Ημέρα Απελευθέρωσης στην Ουάσιγκτον και θα πάρουμε πίσω την πρωτεύουσά μας», δήλωσε ο Τραμπ σε συνέντευξη Τύπου. «Την παίρνουμε πίσω με τις εξουσίες που έχουν ανατεθεί στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο Τραμπ επικαλέστηκε το Άρθρο 740 του Νόμου περί Αυτοδιοίκησης της Ουάσιγκτον του 1973, το οποίο δίνει στον πρόεδρο τον έλεγχο του Μητροπολιτικού Αστυνομικού Τμήματος για 48 ώρες.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η υπουργός Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι αναλαμβάνει τη διοίκηση της αστυνομίας της πόλης, ενώ ο Τέρρυ Κόουλ, επικεφαλής της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών (DEA), ορίζεται προσωρινός ομοσπονδιακός επίτροπος της αστυνομίας της Ουάσιγκτον.

Ο πρόεδρος υπέγραψε προεδρικό διάταγμα που κηρύσσει έκτακτη ανάγκη λόγω αυξημένης εγκληματικότητας στην Περιφέρεια της Κολούμπια και προεδρικό υπόμνημα για την επιστράτευση της τοπικής Εθνοφρουράς. Τα μέλη της Εθνοφρουράς δεν θα έχουν δικαίωμα συλλήψεων, θα μπορούν όμως να κρατούν υπόπτους έως ότου φθάσει η αστυνομία.

«Η δήμαρχος της Ουάσιγκτον, Μύριελ Μπάουζερ, είναι καλή, προσπάθησε, αλλά της δόθηκαν πολλές ευκαιρίες και η εγκληματικότητα επιδεινώνεται, η πόλη γίνεται ολοένα και πιο βρώμικη και λιγότερο ελκυστική», έγραψε ο Τραμπ στο Truth Social στις 10 Αυγούστου, λίγο πριν την ανακοίνωση.

Μιλώντας στο MSNBC στις 10 Αυγούστου, η Μπάουζερ δήλωσε: «Δεν παρατηρούμε έξαρση της εγκληματικότητας». Την ίδια μέρα, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι θα απομακρυνθούν οι άστεγοι από την Ουάσιγκτον. «Οι άστεγοι πρέπει να αποχωρήσουν άμεσα. Θα σας παρέχουμε καταλύματα, αλλά μακριά από το Καπιτώλιο», ανήρτησε στο Truth Social.

Στις 7 Αυγούστου, ο πρόεδρος διέταξε την ενίσχυση των ομοσπονδιακών δυνάμεων ασφαλείας στην πρωτεύουσα. «Ο πρόεδρος Τραμπ έδωσε εντολή για αυξημένη παρουσία ομοσπονδιακών σωμάτων ασφαλείας για την προστασία αθώων πολιτών», δήλωσε στην Epoch Times η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ.

Η επιχείρηση, υπό τον συντονισμό της Αστυνομίας Εθνικών Πάρκων, περιλαμβάνει την Αστυνομία του Καπιτωλίου, την Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας, την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας, τη Δίωξη Ναρκωτικών, υπηρεσίες μετανάστευσης και απέλασης, το Γραφείο Αλκοόλ, Καπνού, Όπλων και Εκρηκτικών, την Υπηρεσία Μάρσαλ και την Εισαγγελία της Περιφέρειας της Κολούμπια. Ο ακριβής αριθμός των συμμετεχόντων αστυνομικών δεν έγινε γνωστός.

Την προηγούμενη εβδομάδα, πρώην υπάλληλος του υπουργείου Αποδοτικότητας της Κυβέρνησης δέχθηκε επίθεση όταν προσπάθησε να αποτρέψει απόπειρα κλοπής οχήματος. «Η εγκληματικότητα στην Ουάσιγκτον έχει ξεφύγει εντελώς», σχολίασε ο Τραμπ στο Truth Social στις 5 Αυγούστου με αφορμή το περιστατικό. «Αν η πόλη δεν συμμαζευτεί σύντομα, θα αναγκαστούμε να την αναλάβουμε σε ομοσπονδιακό επίπεδο, να τη διοικήσουμε όπως πρέπει και να στείλουμε το μήνυμα στους εγκληματίες ότι δεν θα ξεφεύγουν πλέον».

Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Μητροπολιτικής Αστυνομίας της Ουάσιγκτον, το συνολικό έγκλημα στην πόλη μειώθηκε κατά 7% τον πρώτο οκτάμηνο του 2025 σε σύγκριση με πέρυσι. Η βίαιη εγκληματικότητα σημείωσε πτώση 26%, ενώ η εγκληματικότητα κατά της περιουσίας μειώθηκε κατά 4%. Τα δεδομένα δείχνουν μείωση 12% στις ανθρωποκτονίες, πτώση 50% στα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης, 28% στις ληστείες και 20% στις διαρρήξεις. Για το 2024, καταγράφηκε μείωση 35% στη βίαιη εγκληματικότητα και 11% στην εγκληματικότητα κατά της περιουσίας, οδηγώντας συνολικά σε μείωση της εγκληματικότητας κατά 15%.

Με τη συμβολή της Aldgra Fredly

Η Αυστραλία προχωρά σε αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους

Την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους στη 80ή Σύνοδο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο ανακοίνωσε τη Δευτέρα ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Άντονυ Αλμπανέζε, μετά από σχετική συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Με την απόφαση αυτή, ο Αλμπανέζε συντάσσεται με τους ηγέτες του Καναδά, της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίοι γνωστοποίησαν πρόσφατα ότι θα προχωρήσουν στην αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους κατά την ίδια μεγάλη διεθνή συνάντηση. Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας έχει επίσης αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ακολουθήσει.

Ο Αλμπανέζε δήλωσε πως «η αναγνώριση στηρίζεται σε δεσμεύσεις που έχει λάβει η Καμπέρα από την Παλαιστινιακή Αρχή, την κυβερνητική οντότητα που ελέγχει τη Δυτική Όχθη υπό την κυριαρχία της Φατάχ». Σε ξεχωριστή ανακοίνωση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του, ανέλυσε τις δεσμεύσεις αυτές, οι οποίες περιλαμβάνουν τον αποκλεισμό της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς από οποιονδήποτε κυβερνητικό ρόλο στην Παλαιστίνη, την αποστρατιωτικοποίηση καθώς και τη διεξαγωγή εκλογών.

Σημείωσε επίσης: «Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί μέρος μιας συντονισμένης παγκόσμιας προσπάθειας για την αναθέρμανση της προοπτικής της λύσης των δύο κρατών». Σύμφωνα με τον ίδιο, η Καμπέρα είχε τις δύο τελευταίες εβδομάδες διαβουλεύσεις με αρκετούς ηγέτες, μεταξύ των οποίων ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Κηρ Στάρμερ, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου.

«Η λύση των δύο κρατών αποτελεί την μεγαλύτερη ελπίδα της ανθρωπότητας για να σπάσει ο κύκλος της βίας στη Μέση Ανατολή και να τερματιστούν η σύγκρουση, η οδύνη και ο λιμός στη Γάζα», ανέφερε ο Αυστραλός πρωθυπουργός. Υπογράμμισε ακόμη πως η απόφασή του ενισχύει τη διεθνή πίεση για επίσημη δρομολόγηση της λύσης των δύο κρατών, άμεση κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας και απελευθέρωση όλων των ομήρων που κρατούνται ακόμη από τη Χαμάς μετά την αιματηρή επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023 κατά του Ισραήλ.

«Η Χαμάς συνεχίζει να υπονομεύει την προοπτική της λύσης των δύο κρατών και απορρίπτει το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ. Η Χαμάς οφείλει να απελευθερώσει άμεσα, άνευ όρων και με αξιοπρέπεια τους ομήρους που απήχθησαν βίαια στις 7 Οκτωβρίου 2023», πρόσθεσε. Η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές πως η Χαμάς δεν μπορεί να έχει κανέναν ρόλο σε ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος.

Ο Αλμπανέζε επέκρινε στη συνέχεια την κυβέρνηση Νετανιάχου, λέγοντας: «Η κυβέρνηση Νετανιάχου σβήνει κάθε ελπίδα για τη λύση των δύο κρατών, επεκτείνοντας γρήγορα τους παράνομους εποικισμούς, απειλώντας με προσάρτηση τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και δηλώνοντας ανοιχτά την αντίθεσή της στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους».

Η απάντηση του Ισραήλ ήρθε μέσω του Ισραηλινού πρέσβη στην Αυστραλία, Αμίρ Μαϊμόν, ο οποίος σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X επέκρινε έντονα την απόφαση της Καμπέρας. «Η Αυστραλία υπονομεύει την ασφάλεια του Ισραήλ αναγνωρίζοντας παλαιστινιακό κράτος, τη στιγμή που η Χαμάς εξακολουθεί να σκοτώνει, να απαγάγει και να αρνείται την ειρήνη. Η απόφαση αυτή δεν αλλάζει την πραγματικότητα επί του εδάφους. Η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται με διακηρύξεις, αλλά όταν όσοι έχουν επιλέξει τη βία την εγκαταλείψουν και πάψει κάθε προτροπή και πράξη βίας. Το να επιβραβεύονται όσοι χρησιμοποιούν την τρομοκρατία ως πολιτικό εργαλείο στέλνει το επικίνδυνο μήνυμα ότι η βία οδηγεί σε πολιτικό όφελος», τόνισε.

Το Ισραήλ ξεκίνησε τη στρατιωτική επιχείρηση κατά της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023, κατά την οποία τρομοκράτες υπό την καθοδήγηση της Χαμάς σκότωσαν περίπου 1.200 Ισραηλινούς αμάχους και απήγαγαν 251 ακόμη. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της ισραηλινής κυβέρνησης, 49 από τους απαχθέντες εξακολουθούν να κρατούνται όμηροι, ενώ ένας όμηρος παραμένει στη Γάζα από το 2014. Το υπουργείο Υγείας υπό τον έλεγχο της Χαμάς ανακοίνωσε την Κυριακή πως οι νεκροί στη Λωρίδα της Γάζας από τις 7 Οκτωβρίου 2023 ξεπερνούν τις 61.000· το υπουργείο δεν διαχωρίζει αμάχους από μαχητές στα στοιχεία του και η ακρίβειά τους δεν μπορεί να επαληθευτεί από την Epoch Times.

Τους τελευταίους δύο μήνες, αρκετά δυτικά κράτη δήλωσαν την πρόθεσή τους να αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος. Στις 24 Ιουλίου, ο Μακρόν ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει επισήμως στην αναγνώριση κατά τη συνεδρίαση του ΟΗΕ, επικαλούμενος την ανάγκη τερματισμού του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Στάρμερ διαμήνυσε πως το Ηνωμένο Βασίλειο θα κάνει το ίδιο, εφόσον το Ισραήλ δεν συναινέσει σε κατάπαυση του πυρός και βελτιώσει τις ανθρωπιστικές συνθήκες στη Γάζα. Την επόμενη μέρα, ο Καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϋ ανακοίνωσε πως ο Καναδάς θα αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος στον ΟΗΕ με την προϋπόθεση ότι η Παλαιστινιακή Αρχή θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, μεταξύ των οποίων η διεξαγωγή εκλογών το 2026 και η αποφυγή στρατιωτικοποίησης. Τη Δευτέρα, ο υπουργός Εξωτερικών της Νέας Ζηλανδίας Ουίνστον Πήτερς δήλωσε ότι η χώρα του θα εξετάσει επίσης εάν θα προχωρήσει σε επίσημη αναγνώριση τον Σεπτέμβριο.

Όπως τόνισε ο Πήτερς, «η Νέα Ζηλανδία έχει διαμηνύσει εδώ και καιρό ότι η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους είναι ζήτημα χρόνου και όχι αμφιβολίας».

Συμφωνία Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν: Ο νέος «Διάδρομος Τραμπ» αλλάζει το γεωπολιτικό τοπίο στον Νότιο Καύκασο

Ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει για τον Νότιο Καύκασο, καθώς Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν υπέγραψαν στις 8 Αυγούστου κοινή διακήρυξη, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών, με στόχο να τερματίσουν δεκαετίες συγκρούσεων μεταξύ των δύο χωρών. Στο πλευρό τους, στον Λευκό Οίκο και με οικοδεσπότη τον Ντόναλντ Τραμπ, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Νικόλ Πασινιάν και ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ υπέγραψαν, επίσης, δεύτερη συμφωνία που ανοίγει τον δρόμο για την κατασκευή περιφερειακού διαδρόμου, ανεπτυγμένου από αμερικανικούς φορείς. Η επίμαχη χερσαία αρτηρία, που θα φέρει το όνομα «Διάδρομος Τραμπ για Διεθνή Ειρήνη και Ευημερία», θα συνδέει το Αζερμπαϊτζάν με τον θύλακα του Ναχιτσεβάν, ο οποίος βρίσκεται αποκομμένος από την υπόλοιπη χώρα λόγω Αρμενίας και συνορεύει με την Τουρκία.

Όπως επισημαίνει η γεωπολιτική αναλύτρια Άνα Μαρία Έβανς, «ο σχεδιαζόμενος διάδρομος μπορεί να προκαλέσει σημαντικές γεωπολιτικές, οικονομικές και γεωστρατηγικές ανακατατάξεις τόσο στην περιοχή όσο και πέραν αυτής. Μια αποτελεσματική εμπορική διασύνδεση μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας μπορεί να αναδείξει και τις δύο σε κύριους παίκτες των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων», τονίζει η καθηγήτρια στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας στην Epoch Times.

Ο Μαμούκιτ Σαρατέλι, ανώτερος εταίρος στο Central Asia Caucasus Institute του American Foreign Policy Council, αναφέρει: «Αυτή η πρωτοβουλία αναμένεται να δημιουργήσει μακροχρόνιες ευκαιρίες για ελεύθερη και ανοιχτή συνδεσιμότητα μεταξύ της ευρύτερης Κεντρικής Ασίας, της Ευρώπης και της Μεσογείου μέσω του Νοτίου Καυκάσου».

Κατά την τελετή υπογραφής, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε τον σχεδιαζόμενο διάδρομο ως «ειδική ζώνη διέλευσης που θα επιτρέψει στο Αζερμπαϊτζάν πλήρη πρόσβαση στο Ναχιτσεβάν, πάντα με απόλυτο σεβασμό στην κυριαρχία της Αρμενίας». Πρόσθεσε ότι η Αρμενία θα συνάψει αποκλειστική σύμπραξη με τις ΗΠΑ για την ανάπτυξη του διαδρόμου, διάρκειας έως 99 ετών. «Περιμένουμε μεγάλη ανάπτυξη υποδομών από αμερικανικές εταιρείες, οι οποίες ανυπομονούν να επενδύσουν στις δύο χώρες», τόνισε χαρακτηριστικά.

Λίγο πριν τις υπογραφές, ανώτατος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου ανέφερε πως στην υλοποίηση του έργου θα συμμετάσχει πιθανότατα κοινοπραξία για τη διαχείριση των σχετικών υποδομών. Ο Σαρατέλι, μιλώντας στην Epoch Times, χαρακτήρισε την παρούσα συμφωνία ως «πλαίσιο εργασίας», επισημαίνοντας ότι μένουν πολλά να διευκρινιστούν. Ωστόσο, τόνισε ότι ο αμερικανικός ρόλος στο σχήμα αυτό συνιστά γεωπολιτική τομή, που εδραιώνει μακροπρόθεσμη αμερικανική παρουσία στην περιοχή. Πρόσθεσε πάντως ότι «η συμμετοχή των ΗΠΑ απαιτεί περαιτέρω διευκρινήσεις».

Η ιδέα ενός διαδρόμου που θα ενώνει με χερσαίο τρόπο το Αζερμπαϊτζάν με τον θύλακα του Ναχιτσεβάν μέσω Αρμενίας έχει επανέλθει τα τελευταία πέντε χρόνια, με πρωτοβουλία κυρίως του Αζερμπαϊτζάν και της Τουρκίας, η οποία τον αποκαλεί «Διάδρομο Ζανγκεζούρ» μετά τον πόλεμο του 2020, οπότε το Αζερμπαϊτζάν –με τη στήριξη της Άγκυρας– ανέκτησε την επίμαχη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Για την Άγκυρα, που μοιράζεται μικρό αλλά καίριο σύνορο με τον Ναχιτσεβάν, ο διάδρομος θεωρείται μέσο για δυναμική ανατολική επέκταση και εδραίωση γέφυρας προς τον ιστορικό της σύμμαχο, το Αζερμπαϊτζάν, και στη συνέχεια προς την Κασπία Θάλασσα.

Σύμφωνα με τον Σαρατέλι, «το αμερικανικό σχήμα, παραμερίζοντας παλιές αντιπαλότητες, θα άρει τα τεχνητά εμπόδια στο διμερές εμπόριο μεταξύ Αζερμπαϊτζάν, Αρμενίας και Τουρκίας. Παράλληλα, θα διαμορφώσει πολλαπλές διαδρομές — από την Κασπία διά του Αζερμπαϊτζάν προς Αρμενία, με διέλευση από τον Ναχιτσεβάν στην Τουρκία· ή μέσω Αζερμπαϊτζάν–Γεωργίας προς Τουρκία ή τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας».

Η Έβανς συμφωνεί ότι «το συγκεκριμένο έργο θα ενισχύσει την οικονομική ενσωμάτωση Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν μετά από δεκαετίες εχθρότητας». Σε ό,τι αφορά τις ευρύτερες προοπτικές, επισημαίνει πως «μία σταθερή διαμετακομιστική λειτουργία με ορθολογικές διαδικασίες ελέγχου και τελωνείων θα αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα του λεγόμενου Middle Corridor, μειώνοντας χρόνους και κόστος διαμετακόμισης μεταξύ Κίνας και Ευρώπης».

Ο Διεθνής Μεταφορικός Διάδρομος Υπερκαυκάσου, γνωστός χαλαρά ως Middle Corridor, είναι μια πολυτροπική ανατολικοδυτική διαδρομή που εκτείνεται από το λιμάνι Λιενγιουνγκάνγκ της Κίνας έως την Ανατολική Ευρώπη. Με μήκος πάνω από 3.000 χιλιόμετρα, περνά από το Καζακστάν, στην Κασπία, και έπειτα διασχίζει Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία και Τουρκία. Το Πεκίνο εντάσσει τον συγκεκριμένο διάδρομο στη στρατηγική του «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», με στόχο την ενίσχυση της διασύνδεσής του με την Ευρώπη και την αύξηση της επιρροής του στην Κεντρική Ασία και τον Νότιο Καύκασο, υπερφαλαγγίζοντας ανταγωνιστές.

«Ο διάδρομος θα επιτρέψει τη διακίνηση εμπορευμάτων διαμέσου του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας χωρίς τη μεσολάβηση Ρωσίας, Ιράν ή Κίνας. Οι “χαμένοι” εδώ είναι Κίνα, Ρωσία και Ιράν», ανέφερε ανώτατος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου λίγο πριν τις υπογραφές. «Οι “κερδισμένοι” είναι η Δύση», πρόσθεσε. «Η ισχύς που θα προσφέρει αυτό στις αμερικανικές επιχειρήσεις και στην ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρώπη θα είναι τεράστια».

Η Έβανς συμφωνεί ότι «Κίνα, Ρωσία και Ιράν δεν θα δουν με καλό μάτι τη σταθερή αμερικανική παρουσία και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης στον προγραμματιζόμενο διάδρομο· αυτός πρόκειται να μετατραπεί σε κρίσιμο κόμβο των ανατολικών–δυτικών εφοδιαστικών αλυσίδων. Η αμερικανική επένδυση στις υποδομές διαμετακόμισης εξασφαλίζει ποικιλία εφοδιαστικής και μειώνει την εξάρτηση από Ρωσία και Κίνα», σημειώνει. «Η Κίνα, π.χ., αναμένεται τελικά να δει περιορισμένο όφελος από τη δική της επένδυση στο λιμάνι Ανακλία της Γεωργίας, σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις», προσθέτει.

Η ίδια χαρακτηρίζει το έργο «μια αναπάντεχη και καλοδεχούμενη ανατροπή της κινεζικής στρατηγικής κυριαρχίας στους παγκόσμιους διαδρόμους μέσω μεταφορικής υποδομής. Η αμερικανική επένδυση συνιστά καινοτόμο διπλωματική κίνηση που θα αντισταθμίσει τη ρωσο-κινεζική επιρροή στην παγκόσμια εφοδιαστική». Παρά το ότι «θα απαιτηθεί χρόνος, μόλις ο διάδρομος τεθεί σε λειτουργία, θα μειώσει περαιτέρω τον ρόλο του υφιστάμενου Βόρειου Διαδρόμου και θα φέρει την αμερικανική παρουσία στα σύνορα του Ιράν».

Ο Βόρειος Διάδρομος, άλλη διαμετακομιστική οδός που συνδέει Κίνα και Ευρώπη, διέρχεται από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Μετά τη ρωσική εισβολή στην ανατολική Ουκρανία το 2022, η Δύση έχει επιβάλει πολλαπλές κυρώσεις στη Ρωσία, αποσκοπώντας στον περιορισμό του διαμετακομιστικού ρόλου της συγκεκριμένης διαδρομής. Αν υλοποιηθεί, ο νέος διάδρομος θα διασχίζει τη νότια Αρμενία, βόρεια του ιρανικού συνόρου, ενδεχομένως πλήττοντας και τον ρωσοϊρανικό βορρά–νότο εμπορικό άξονα.

Στις 27 Ιουλίου, ο Αλί Ακμπαρ Βελαγιατί, σύμβουλος του ανώτατου ηγέτη του Ιράν αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, δήλωσε: «Ο διάδρομος των ΗΠΑ θα αποκόψει το Ιράν από τον Καύκασο, επιβάλλοντας χερσαίο αποκλεισμό στο Ιράν και τη Ρωσία στη νότια περιοχή». Ο Σαρατέλι θεωρεί τις δηλώσεις αυτές συναισθηματική αντίδραση. «Το Ιράν, παρότι αποδυναμωμένο από τις ιδεολογικές και γεωπολιτικές του επιλογές, παραμένει παίκτης στην περιοχή», εξηγεί. Το διμερές εμπόριο Ιράν–Ρωσίας βασίζεται κυρίως σε υφιστάμενους διαδρόμους μέσω της Κασπίας αλλά και μέσω Αζερμπαϊτζάν διαμέσου του Διεθνούς Διαδρόμου Βορρά–Νότου. Ο συγκεκριμένος διάδρομος, υπό κατασκευή, θα συνδέσει μόλις ολοκληρωθεί τη βόρεια Ευρώπη και τη κεντρική Ρωσία μέσω Αζερμπαϊτζάν με τα λιμάνια του Ινδικού Ωκεανού.

Στις 9 Αυγούστου, εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών δήλωσε πως «η συμφιλίωση Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν οφείλει να στηρίζεται στον απεριόριστο σεβασμό στις προτεραιότητες των πλευρών και των γειτονικών κρατών. Η συμμετοχή εξωπεριφερειακών δυνάμεων πρέπει να ενισχύει την ειρηνευτική ατζέντα και να μη δημιουργεί πρόσθετα εμπόδια ή διαχωριστικές γραμμές», σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS.