Παρασκευή, 19 Σεπ, 2025

Ανοιχτό το ενδεχόμενο γαλλικών πυρηνικών όπλων στην Πολωνία

Η Πολωνία δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να δεχθεί στην επικράτειά της γαλλικά πυρηνικά όπλα. Τη θέση αυτή διατύπωσε ο πρόεδρος της χώρας, Καρέλ Ναράκι, μιλώντας σε γαλλικά μέσα ενημέρωσης,  δηλώνοντας: «Πιστεύω ότι η Πολωνία πρέπει να ενταχθεί στο πρόγραμμα πυρηνικής διαμοιρασμένης άμυνας».

Οι σχετικές δηλώσεις έγιναν κατά τη διάρκεια συνέντευξης στην τηλεόραση LCI της Γαλλίας στις 16 Σεπτεμβρίου, απόσπασμα της οποίας αναρτήθηκε στην πλατφόρμα X. Ο Ναράκι τόνισε ακόμη πως η Πολωνία πρέπει να αποκτήσει δικές της πυρηνικές δυνατότητες – τόσο στον τομέα της ενέργειας όσο και στην άμυνα.

Τον Μάιο, η Γαλλία και η Πολωνία υπέγραψαν ιστορική συνθήκη ασφαλείας με στόχο την ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας στους τομείς της άμυνας και της πυρηνικής ενέργειας.

Η συνθήκη, στην οποία περιλαμβάνεται ρήτρα αμοιβαίας άμυνας, υπεγράφη στο Νανσύ της Γαλλίας από τον πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν και τον Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ.

Κατά την τελετή υπογραφής, ο Τουσκ δήλωσε: «Από σήμερα, η Γαλλία και η Πολωνία θα μπορούν να στηρίζονται η μία στην άλλη σε κάθε περίσταση». Ο ίδιος είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο η συνθήκη να επεκτείνει την αποκαλούμενη «πυρηνική ομπρέλα» της Γαλλίας και στην Πολωνία, αν και κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται ρητά στο κείμενο της συμφωνίας.

Νωρίτερα, τον Μάρτιο, ο Μακρόν είχε εκφράσει την πρόθεσή του να συζητήσει την ενδεχόμενη επέκταση της «πυρηνικής ομπρέλας» της Γαλλίας και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υπό τον φόβο της ρωσικής απειλής.

«Αποφάσισα να ανοίξω τη στρατηγική συζήτηση για την προστασία των συμμάχων μας στην ευρωπαϊκή ήπειρο μέσω των μέσων αποτροπής που διαθέτουμε», είχε δηλώσει ο Γάλλος πρόεδρος.

Αυτή τη στιγμή, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι τα μόνα δύο ευρωπαϊκά κράτη που διαθέτουν πυρηνικά οπλοστάσια.

Κατά την πρόσφατη συνέντευξή του, ο Ναράκι ρωτήθηκε αν αναμένει να σταθμεύουν γαλλικά πυρηνικά όπλα στην Πολωνία. Απαντώντας είπε: «Είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα. Θέλουμε να αναπτύξουμε αυτή τη δυνατότητα. Ίσως είναι νωρίς ακόμα για να μιλήσουμε για κάτι τέτοιο, αλλά αν με ρωτάτε αν η Πολωνία θα πρέπει να είναι μέρος του προγράμματος πυρηνικού διαμοιρασμού, η απάντησή μου είναι σαφώς ναι. Θέλω να κάνω ό,τι χρειάζεται για να διασφαλίσω τη χώρα μου».

Οι τοποθετήσεις του Ναράκι έγιναν λίγο μετά την αναχαίτιση περισσοτέρων από δώδεκα ρωσικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, τα οποία παραβίασαν τον πολωνικό εναέριο χώρο, προκαλώντας ανησυχία στις δυτικές πρωτεύουσες.

Ως απάντηση, η Πολωνία έκλεισε τα σύνορά της με τη Λευκορωσία, τον στενότερο σύμμαχο της Ρωσίας στην Ευρώπη, υποστηρίζοντας πως η παραβίαση του εναέριου χώρου ήταν μία εσκεμμένη επίθεση – ισχυρισμός τον οποίο η Μόσχα απορρίπτει.

Παράλληλα, τα σχόλια του προέδρου της Πολωνίας συμπίπτουν με τη λήξη μεγάλης κλίμακας στρατιωτικών ασκήσεων που πραγματοποίησαν από κοινού η Ρωσία και η Λευκορωσία, κατά τις οποίες οι δύο χώρες δοκίμασαν αμυντικά τους σχέδια ενάντια σε θεωρητικούς εχθρούς.

Πεδίο εκπαίδευσης, στο πλαίσιο των στρατιωτικών ασκήσεων Zapad-2025 που διεξήγαν Ρωσία και Λευκορωσία από κοινού, ανατολικά του Μινσκ. Λευκορωσία, 15 Σεπτεμβρίου 2025. (Olesya Kurpyayeva/AFP μέσω Getty Images)

 

Όπως ανέφερε το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS, στις ασκήσεις περιλαμβανόταν και ο σχεδιασμός χρήσης πυρηνικών όπλων, καθώς και δοκιμές των υπερηχητικών πυραυλικών συστημάτων τύπου Orshnik.

Το 2023, η Λευκορωσία βρέθηκε στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής όταν η Μόσχα αποκάλυψε ότι σχεδιάζει να αναπτύξει πυρηνικά όπλα στις λευκορωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις.  Αξιωματούχοι της Λευκορωσίας, περιλαμβανομένου του προέδρου Αλεξάντερ Λουκασένκο, επιβεβαίωσαν ότι αδιευκρίνιστος αριθμός ρωσικών πυρηνικών κεφαλών βρίσκεται ήδη στη χώρα.

Τον Αύγουστο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε: «Οι ειδικοί μας επέλεξαν το σημείο για τις μελλοντικές θέσεις» αναφερόμενος στο πυραυλικό σύστημα Orshnik, το οποίο μπορεί να φέρει πυρηνικά, προσθέτοντας ότι θα παραδοθεί στη Λευκορωσία πριν το τέλος του έτους.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ολοκληρώθηκαν οι πενθήμερες στρατιωτικές ασκήσεις Ρωσίας – Λευκορωσίας

Ρωσία και Λευκορωσία ολοκλήρωσαν πενθήμερες ευρείας κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις, κατά τις οποίες οι σύμμαχοι δοκίμασαν την ικανότητά τους να αποκρούσουν επιθέσεις από υποθετικούς εχθρούς.

Την 16η Σεπτεμβρίου, τελευταία ημέρα των κοινών γυμνασίων, ο Στόλος της Βαλτικής της Ρωσίας επέδειξε τις στρατηγικές του δυνατότητες πραγματοποιώντας συντονισμένη πυραυλική επίθεση κατά ναυτικών στόχων, σύμφωνα με το ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο TASS, το οποίο επικαλείται το υπουργείο Άμυνας της Μόσχας.

Οι ασκήσεις με την επωνυμία Zapad-2025 πραγματοποιήθηκαν σε εδάφη της Ρωσίας και της Λευκορωσίας αλλά και σε διεθνή ύδατα, με την επίσημη έναρξή τους να γίνεται στις 12 Σεπτεμβρίου.

Όπως αναφέρει το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, τα γυμνάσια αποσκοπούν στη βελτίωση των δεξιοτήτων των διοικητών και των επιτελείων, στην ενίσχυση της διαλειτουργικότητας και της εκπαίδευσης σε πεδίο εθνικών και συμμαχικών δυνάμεων, καθώς και στη διασφάλιση της στρατιωτικής ασφάλειας της περιοχής.

Σύμφωνα με την TASS, η πρώτη φάση της άσκησης περιλάμβανε σενάρια απόκρουσης επιθέσεων κατά συμμαχικού κράτους, ενώ η δεύτερη επικεντρώθηκε στη διοίκηση δυνάμεων για την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας και την κατατρόπωση του εχθρού, με τη συμμετοχή και φιλικών κρατών.

Οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις περιέλαβαν, επίσης, προγραμματισμό χρήσης πυρηνικών όπλων και των υπερηχητικών πυραύλων Orshnik, σύμφωνα με το ίδιο πρακτορείο.

Στο πενθήμερο των γυμνασίων, Ρώσοι και Λευκορώσοι στρατιωτικοί έλαβαν μέρος σε σενάρια χερσαίου και εναέριου πολέμου σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις των δύο κρατών.

Στις 13 Σεπτεμβρίου, ρωσικά αεροσκάφη ικανά να φέρουν πυρηνικά όπλα έπληξαν εικονικές εχθρικές θέσεις, ενώ δυνάμεις από Ρωσία και Λευκορωσία εκτέλεσαν από κοινού επιχειρήσεις αντιμετώπισης δολιοφθορών.

Δύο ημέρες αργότερα, πυροβολαρχίες στην περιοχή του Καλίνινγκραντ της Ρωσίας δοκιμάστηκαν απέναντι σε εικονικές δυνάμεις εισβολής.

Παραμονή της έναρξης των ασκήσεων, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, χαρακτήρισε τα γυμνάσια «συνήθεις ασκήσεις ρουτίνας, που δεν στρέφονται εναντίον κανενός». Όπως σημείωσε, «πρόκειται για τη συνέχιση της αμυντικής συνεργασίας και τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ δύο στρατηγικών συμμάχων».

Η Λευκορωσία, πρώην σοβιετική δημοκρατία και μέλος της Ένωσης Κρατών με τη Ρωσία, έχει επανειλημμένως χαρακτηριστεί από το Κρεμλίνο ως «ο υπ’ αριθμόν ένα» σύμμαχος της Μόσχας.

Από το 1999, οι δύο χώρες συνδέονται με τη Συνθήκη Ένωσης, η οποία αποσκοπεί στην εμβάθυνση των σχέσεων των δύο γειτόνων που μοιράζονται σύνορα μήκους 1.240 χλμ. Στο πλαίσιο της συνθήκης, Ρωσία και Λευκορωσία διαθέτουν κοινή αρχιτεκτονική ασφάλειας, με περιφερειακή ομάδα δυνάμεων και ενοποιημένο σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συναντά τον πρόεδρο της Λευκορωσίας Αλεξάντερ Λουκασένκο στο Κρεμλίνο της Μόσχας στις 13 Μαρτίου 2025. Maxim Shemetov/Pool/AFP μέσω Getty Images

 

Το 2023, η Λευκορωσία βρέθηκε στο επίκεντρο της διεθνούς προσοχής όταν η Μόσχα ανακοίνωσε πως θα αναπτύξει πυρηνικά όπλα σε λευκορωσικά στρατιωτικά συγκροτήματα. Ο Αλεξάντρ Λουκασένκο, πρόεδρος της Λευκορωσίας, επιβεβαίωσε στη συνέχεια ότι ρωσικές πυρηνικές κεφαλές – χωρίς να αναφερθεί σε αριθμό – έχουν ήδη μεταφερθεί στο έδαφος της χώρας.

Στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Πάβελ Μουράβικο, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου και πρώτος υφυπουργός Άμυνας της Λευκορωσίας, δήλωσε: «Οι δύο στρατοί εκπλήρωσαν όλα τα καθήκοντα που είχαν θέσει στο πλαίσιο των κοινών ασκήσεων Zapad». Πρόσθεσε, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο BelTA του Μινσκ: «Μεταξύ των σημαντικών γεγονότων ήταν ο προγραμματισμός και η διερεύνηση της χρήσης μη-στρατηγικών πυρηνικών όπλων».

Ο Μουράβικο διευκρίνισε ότι αυτό περιλαμβάνει την αξιολόγηση και ανάπτυξη των ρωσικής κατασκευής υπερηχητικών πυραύλων Orshnik, ικανών να φέρουν πυρηνικά φορτία.

Στις αρχές του περασμένου μήνα, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε ότι το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα θα παραδοθεί στη Λευκορωσία πριν το τέλος του έτους, σημειώνοντας: «Οι ειδικοί μας έχουν επιλέξει το σημείο που θα εγκατασταθεί. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη οι προπαρασκευαστικές εργασίες».

Τα κοινά γυμνάσια Ρωσίας-Λευκορωσίας ξεκίνησαν λιγότερο από μία εβδομάδα αφότου η γειτονική Πολωνία κατέρριψε αρκετά ρωσικά drones στον εναέριο χώρο της – περιστατικό που προκάλεσε συναγερμό στη Δύση και οδήγησε την Πολωνία στο κλείσιμο των συνόρων της με τη Λευκορωσία.

Η αστυνομία επιθεωρεί ένα σπίτι που υπέστη ζημιές από τα συντρίμμια ενός ρωσικού drone που συνετρίβη στο χωριό Wyryki-Wola της Πολωνίας στις 10 Σεπτεμβρίου 2025. Wojtek Radwanski/AFP μέσω Getty Images

 

Ωστόσο, τις τελευταίες ημέρες διαφαίνονται ενδείξεις πως η Ουάσιγκτον επιδιώκει να βελτιώσει τις διπλωματικές της σχέσεις με το Μινσκ, οι οποίες είχαν ανασταλεί από το 2022.

Την περασμένη εβδομάδα, ο ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου Τζον Κόουλ επισκέφθηκε τη Λευκορωσία, όπου ανέφερε ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ελπίζει να ξανανοίξει την αμερικανική πρεσβεία στο Μινσκ, να εξομαλύνει τις διμερείς σχέσεις και να δώσει ώθηση στο εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.

Ο Τραμπ ήρε επίσης τις αμερικανικές κυρώσεις κατά της λευκορωσικής αεροπορικής εταιρείας Belavia, μετά την απόφαση Λουκασένκο να απελευθερώσει 52 κρατουμένους, ανάμεσά τους και αρκετούς δημοσιογράφους.

Ως περαιτέρω ένδειξη αποκλιμάκωσης, τουλάχιστον δύο Αμερικανοί στρατιωτικοί παρατηρητές προσκλήθηκαν στη Λευκορωσία για να παρακολουθήσουν τα πενθήμερα κοινά γυμνάσια, ενώ προσκλήσεις στάλθηκαν και σε στελέχη της Τουρκίας και της Ουγγαρίας, αμφότερων μελών του ΝΑΤΟ.

Με την συμβολή του Reuters

Το κύριο κόμμα της τουρκικής αντιπολίτευσης αντιμέτωπο με δικαστικές αποφάσεις, συλλήψεις και αποχωρήσεις

Στην Τουρκία, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, έχει βρεθεί σε κατάσταση αναταραχής μετά από μια σειρά δικαστικών αποφάσεων και συλλήψεων κορυφαίων στελεχών του.

Στις αρχές του μήνα, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης διέταξε τον επικεφαλής του παραρτήματος του κόμματος στην πόλη, Οζγκιούρ Τσελίκ, να εγκαταλείψει τη θέση του. Ο αναπληρωτής πρόεδρος του CHP για τις εξωτερικές υποθέσεις, Ιλχάν Ουζγκέλ, δήλωσε ότι η απομάκρυνση έγινε με δικαστική εντολή και αντικαταστάθηκε από έναν [κυβερνητικά διορισμένο] επίτροπο, κάτι που χαρακτήρισε πρωτοφανές στην τουρκική ιστορία και μέρος μιας πολυμέτωπης επίθεσης κατά του κόμματος, που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2023.

Σύμφωνα με την απόφαση, η εκλογή του Τσελίκ το 2023 είχε σημαδευτεί από παρατυπίες, συμπεριλαμβανομένης της εξαγοράς ψήφων — κατηγορία την οποία το κόμμα αρνείται. Το δικαστήριο όρισε τον πρώην αξιωματούχο του CHP Γκιουρσέλ Τεκίν ως προσωρινό επικεφαλής. Ο Τεκίν, στενός συνεργάτης του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, που ηγήθηκε του CHP επί 13 χρόνια μέχρι το 2023, θεωρείται εκπρόσωπος της «παλαιάς φρουράς» του κόμματος.

Αναλυτές και μέλη του CHP σημειώνουν ότι κάποιοι κατηγορούν την «παλαιά φρουρά» ότι επιχειρεί να επανακτήσει τον έλεγχο με τη βοήθεια της κυβέρνησης, που υπό τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) βρίσκεται στην εξουσία εδώ και δύο δεκαετίες. Ο ανεξάρτητος πολιτικός αναλυτής Αϊντίν Σεζέρ υποστήριξε ότι υπήρξαν καταγγελίες για εξαγορά ψήφων στις εκλογές του 2023 που ο Κιλιτσντάρογλου έχασε, για τις οποίες κινητοποιήθηκε η Δικαιοσύνη. Κατά τον Σεζέρ, το AKP δεν έχασε την ευκαιρία να ξεκινήσει δικαστική διαδικασία εναντίον των αποτελεσμάτων.

Ο Ουζγκέλ, από την άλλη πλευρά, απέρριψε την άποψη ότι το κόμμα πλήττεται από εσωτερικές διαμάχες, υπογραμμίζοντας ότι το CHP είναι πιο ενωμένο από ποτέ και ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει την κατάσταση ως εσωτερική ρήξη, ενώ στην πραγματικότητα το κόμμα συσπειρώνεται επειδή βρίσκεται υπό επίθεση.

Η αντιπαράθεση στην Κωνσταντινούπολη

Στις 8 Σεπτεμβρίου, ο Τεκίν εμφανίστηκε στα κεντρικά γραφεία του CHP στην Κωνσταντινούπολη, συνοδευόμενος από την αστυνομία, για να αναλάβει καθήκοντα. Βουλευτές του CHP αντέδρασαν δυναμικά, αποκλείοντας την είσοδο και συγκρουόμενοι με τις δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες χρησιμοποίησαν σπρέι πιπεριού και προχώρησαν σε συλλήψεις.

Ο βουλευτής Γκοχάν Γκουναϊντίν, σε ζωντανό βιντεομήνυμα από το σημείο, κατηγόρησε τις Αρχές ότι επιδιώκουν να αποδομήσουν τη δημοκρατία και απευθυνόμενος στον Τεκίν είπε πως μπορεί να μπήκε με την αστυνομία, αλλά η δικαιοσύνη και η δημοκρατία δεν θα παραδοθούν.

Ο Ερντογάν, σχολιάζοντας το επεισόδιο, κατηγόρησε το CHP ότι παραβιάζει το κράτος δικαίου και υποκινεί αναταραχή. Τόνισε ότι άλλο είναι η κριτική στις δικαστικές αποφάσεις και άλλο η περιφρόνηση προς αυτές, ξεκαθαρίζοντας πως η μη συμμόρφωση δεν θα γίνει ανεκτή.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, δικαστήριο της Άγκυρας επρόκειτο να αποφανθεί για άλλη υπόθεση, η οποία αμφισβητούσε τη νομιμότητα του συνεδρίου του 2023, όπου ο Κιλιτσντάρογλου αντικαταστάθηκε από τον Οζγκιούρ Οζέλ. Ο Ουζγκέλ σημείωσε ότι υπάρχει πιθανότητα να επιχειρηθεί η απομάκρυνση του Οζέλ και η εγκατάσταση νέου επιτρόπου, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο επανόδου του Κιλιτσντάρογλου.

Εκστρατεία συλλήψεων

Τον τελευταίο χρόνο, δεκάδες μέλη και αιρετοί του CHP συνελήφθησαν με κατηγορίες που θεωρούνται πολιτικά υποκινούμενες. Η πιο ηχηρή υπόθεση αφορά τον δήμαρχο Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, του οποίου η σύλληψη τον Μάρτιο προκάλεσε το μεγαλύτερο κύμα διαδηλώσεων στην Τουρκία εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Ο Ιμάμογλου, που θεωρείται πιθανός αντίπαλος του Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές, παραμένει προφυλακισμένος με κατηγορίες για διαφθορά και τρομοκρατία, τις οποίες αρνείται.

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας υπέρ του συλληφθέντος δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαρτίου 2025. (Chris McGrath/Getty Images)

 

Ο Σεζέρ υποστήριξε ότι αν ο Ιμάμογλου ήταν υποψήφιος για την προεδρία, θα είχε μεγάλες πιθανότητες να νικήσει τον Ερντογάν, γεγονός που, όπως είπε, εξηγεί γιατί το AKP δεν επιθυμεί την υποψηφιότητά του.

Στις δημοτικές εκλογές του 2024, το CHP κέρδισε τους τρεις μεγαλύτερους δήμους της χώρας – Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και Άγκυρα – αλλά και αρκετούς άλλους. Έκτοτε, πάνω από δώδεκα δήμαρχοι του κόμματος έχουν συλληφθεί με διάφορες κατηγορίες.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε καταγγείλει την «αυθαίρετη αποπομπή και φυλάκιση εκλεγμένων δημάρχων» από τις τουρκικές αρχές, με την κυβέρνηση να απαντά ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και ότι το κυβερνών κόμμα δεν ασκεί επιρροή στις αποφάσεις.

Ο ηγέτης του CHP, Οζγκιούρ Οζέλ (στο κέντρο), κάθεται δίπλα σε μια άδεια θέση που είχε κρατηθεί για τον συλληφθέντα δήμαρχο Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, σε κομματικό συνέδριο στην Άγκυρα, Τουρκία, 6 Απριλίου 2025. (Serdar Ozsoy/Getty Images)

 

Παράλληλα, ο Ουζγκέλ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι χρησιμοποιεί τα δικαστήρια ως πολιτικό εργαλείο. Ο Σεζέρ παρατήρησε ότι το CHP δεν έχει καταφέρει να οργανώσει επαρκή αντίσταση, καθώς οι διαδηλώσεις δεν επαρκούν.

Μαζικές αποχωρήσεις

Πρόσθετο πλήγμα για το CHP αποτέλεσαν οι πρόσφατες αποχωρήσεις δημάρχων που προσχώρησαν στο AKP. Ο Ουζγκέλ εξήγησε ότι αρκετοί φοβούνται τη φυλάκιση και αλλάζουν πολιτική στέγη, κάτι που χαρακτήρισε λυπηρό αλλά αναπόφευκτο, καθώς δεν έχουν όλοι το θάρρος του Ιμάμογλου ή άλλων φυλακισμένων δημάρχων.

Ο Σεζέρ συμφώνησε ότι οι αποχωρήσεις οφείλονται στον φόβο δίωξης, σημειώνοντας ότι αρκετοί δήμαρχοι βρίσκονται ήδη υπό κράτηση και άλλοι εγκαταλείπουν το κόμμα για να αποφύγουν την ίδια τύχη.

Όταν ρωτήθηκε αν η κατάσταση ισοδυναμεί με υπαρξιακή κρίση για το CHP, απάντησε καταφατικά, επισημαίνοντας ότι το κόμμα αναζητά την ταυτότητά του: αν θα είναι σοσιαλδημοκρατικό, αν θα εκφράσει καθολικές αριστερές αξίες ή αν θα προσαρμοστεί για να προσελκύσει κεντροδεξιούς ψηφοφόρους. Υπογράμμισε επίσης την άνοδο του εθνικισμού στο εσωτερικό του κόμματος, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός νέου αριστερού κόμματος σε περίπτωση διάσπασης.

Ο Ουζγκέλ, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι το AKP χάνει έδαφος, ιδίως μεταξύ των νέων ψηφοφόρων, και προσπαθεί να διατηρηθεί στην εξουσία ενισχύοντας τον έλεγχό του. Τόνισε ότι το CHP βρίσκεται υπό πολυμέτωπη επίθεση και βασίζεται στην κοινωνία, τα μέλη και τους ψηφοφόρους του για να αντέξει.

Αντιπαράθεση Ουκρανίας-Ρωσίας για εδαφικές νίκες στη βορειοανατολική Ουκρανία

Τόσο η Ουκρανία όσο και η Ρωσία υποστηρίζουν ότι σημείωσαν πρόοδο στη βορειοανατολική περιοχή της Σούμι, η οποία συνορεύει με τη δυτική Ρωσία.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δήλωσε σε βιντεοσκοπημένο μήνυμα ότι οι ουκρανικές δυνάμεις καταγράφουν σημαντικές επιτυχίες κοντά στα σύνορα:«Οι μονάδες μας συνεχίζουν να προωθούνται προς την κατεύθυνση των κρατικών συνόρων της Ουκρανίας», ανέφερε στις 14 Σεπτεμβρίου.

Αντίθετα, την ίδια ημέρα, ο Ρώσος στρατιωτικός αναλυτής Αντρέι Μαρατσκό υποστήριξε ότι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν νέα εδάφη ανατολικά του χωριού Ούνικιβκα στη Σούμι.  

«Οι Ουκρανοί μαχητές προσπαθούν να αντεπιτεθούν στην περιοχή της Ούνικιβκα», δήλωσε ο Μαρατσκό στο κρατικό ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS, προσθέτοντας: «Τα στρατεύματά μας λαμβάνουν σειρά μέτρων και αξιοποιούν την κατάσταση προς όφελός τους. Καταλάβαμε αρκετές νέες θέσεις στο ανατολικό τμήμα της Ούνικιβκα».

Ο Μαρατσκό σημείωσε επίσης μικρή προέλαση των ρωσικών δυνάμεων προς το χωριό Κότιν, περίπου 24 χιλιόμετρα δυτικά. Την προηγούμενη εβδομάδα, το TASS μετέδωσε ότι τμήματα της 47ης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας της Ουκρανίας είχαν περικυκλωθεί σε δασική ζώνη, νότια της Ούνικιβκα, χαρακτηρίζοντας το συγκεκριμένο χωριό σημαντικό κόμβο ανεφοδιασμού των ουκρανικών δυνάμεων στη Σούμι.

Η Epoch Times δεν κατόρθωσε να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς και των δύο πλευρών. Η σύγκρουση ξεκίνησε το 2022, με τη ρωσική εισβολή σε τέσσερις περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας.  

Πέρυσι, το Κίεβο εξαπέλυσε αιφνιδιαστική επίθεση από τη Σούμι προς την περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας, αλλά αργότερα υποχώρησε μετά από αντεπίθεση και εκδίωξη των ουκρανικών δυνάμεων τον Απρίλιο.

Η Μόσχα μετά ανακοίνωσε σχέδια για τη δημιουργία «ζώνης ασφαλείας» στη Σούμι, ώστε να αποτρέψουν μελλοντικές διασυνοριακές επιθέσεις, ενώ ο Ζελένσκι είχε δηλώσει τον Ιούνιο ότι η Ρωσία έχει αναπτύξει πάνω από 50.000 στρατιώτες στην περιοχή. Τέλη του 2022, η Μόσχα ισχυρίστηκε την προσάρτηση των ουκρανικών περιοχών Ντονέτσκ, Λουγκάνσκ, Κουρσκ και Ζαπορίζια, που θεωρούνται πλέον ρωσικό έδαφος.

Στην ομιλία του, ο Ζελένσκι αναφέρθηκε και στο μέτωπο του Ντονέτσκ, όπου είπε ότι οι ουκρανικές δυνάμεις «συνεχίζουν να επιχειρούν στην κατεύθυνση του Ντομπερπίλια» και υπογράμμισε: «Έχουν σημασία οι αποτροπές των ρωσικών επιθέσεων από τους δικούς μας».

Ένας Ουκρανός στρατιώτης στέκεται σε ένα καταφύγιο κοντά στο Kostyantynivka στην περιφέρεια του Ντονέτσκ, Ουκρανία, στις 2 Μαΐου 2025. GenyaSvilov/AFP μέσω Getty Images

 

Ρωσικές δυνάμεις είχαν προηγουμένως κινηθεί προς το Ντομπερπίλια — μια στρατηγική κωμόπολη περίπου 23 χιλιόμετρα βόρεια του Πόκροβσκ — εγείροντας ανησυχίες στο Κίεβο για ενδεχόμενο περικύκλωσης του Πόκροβσκ, σημαντικού συγκοινωνιακού κόμβου, γνωστού και ως μέρος της «ζώνης-οχυρού» του Κιέβου.  

Παρά τις προηγούμενες αναφορές για αυξημένη ρωσική δραστηριότητα, ο διορισμένος από το Κίεβο περιφερειάρχης του Ντονέτσκ, Βαντίμ Φιλίσκιν, δήλωσε στις 14 Αυγούστου με ανάρτηση στο Telegram: «Η γραμμή του μετώπου κρατάει· η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί στο Ντομπερπίλια».

Στις 14 Σεπτεμβρίου, ο επικεφαλής της φιλορωσικής «Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ», Ντένις Πουσελίν, δήλωσε: «Το προγεφύρωμα που δημιούργησαν οι δυνάμεις μας προς το Ντομπερπίλια παραμένει. Ο εχθρός προσπαθεί διαρκώς να αντεπιτεθεί ή να επιτεθεί σε μεμονωμένες θέσεις, ωστόσο οι μονάδες μας παραμένουν εκεί», σύμφωνα με το TASS.

Με πληροφορίες από το Reuters

Συγκρούσεις στην Κωνσταντινούπολη ανάμεσα σε αστυνομία και υποστηρικτές της αντιπολίτευσης

Επεισόδια σημειώθηκαν στις 8 Σεπτεμβρίου έξω από τα κεντρικά γραφεία του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) στην Κωνσταντινούπολη, όταν δυνάμεις των ΜΑΤ συγκρούστηκαν με διαδηλωτές. Το κόμμα έχει βρεθεί τους τελευταίους μήνες στο επίκεντρο κυβερνητικών πιέσεων, με δεκάδες μέλη του – μεταξύ αυτών και εκλεγμένοι αξιωματούχοι – να έχουν συλληφθεί.

Βουλευτές του CHP απέκλεισαν την είσοδο των γραφείων στη συνοικία Σαριγέρ σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν την απομάκρυνση του επικεφαλής του παραρτήματος Κωνσταντινούπολης, Οζγκιούρ Τσελίκ, μετά από σχετική απόφαση δικαστηρίου. Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων, οι αστυνομικές δυνάμεις έκαναν χρήση σπρέι πιπεριού και προχώρησαν σε προσαγωγές υποστηρικτών της αντιπολίτευσης.

Το δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι, λόγω φερόμενων παρατυπιών, ο Τσελίκ έπρεπε να απομακρυνθεί από τη θέση του, στην οποία ορίστηκε προσωρινά ο πρώην αντιπρόεδρος του CHP, Γκιουρσέλ Τεκίν. Το κόμμα απέρριψε την απόφαση χαρακτηρίζοντάς την «ανυπόστατη» και τόνισε ότι ο Τεκίν είχε στο παρελθόν διαγραφεί, δηλώνοντας αποφασισμένο να διατηρήσει τον Τσελίκ στη θέση του.

Παρά τις αντιδράσεις, ο Τεκίν εμφανίστηκε στα κεντρικά γραφεία συνοδευόμενος από αστυνομική δύναμη για να αναλάβει καθήκοντα. Μιλώντας στους δημοσιογράφους πριν την είσοδό του, υποστήριξε ότι δεν ενεργεί εκ μέρους του κράτους και εξέφρασε πρόθεση να επιλύσει τα εσωκομματικά ζητήματα.

Σε ζωντανό μήνυμα μέσω διαδικτύου, ο βουλευτής του CHP Γκιοκχάν Γκιουνάιντιν κατηγόρησε τις αστυνομικές δυνάμεις που συνόδευαν τον Τεκίν ότι επιχειρούν να «υπονομεύσουν τη δημοκρατία». Ο ίδιος σημείωσε πως ακόμη κι αν η είσοδος στα γραφεία έγινε με τη συνδρομή της αστυνομίας, το κόμμα δεν προτίθεται να προδώσει τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία, και πρόσθεσε ότι ο αγώνας δεν θα σταματήσει εκεί.

Ως απάντηση, το CHP κάλεσε τους υποστηρικτές του να διαδηλώσουν, γεγονός που οδήγησε τις αρχές στην επιβολή νέας απαγόρευσης συγκεντρώσεων. Προκειμένου να περιοριστούν πιθανές ταραχές, οι αρχές διέκοψαν προσωρινά τη λειτουργία δημοφιλών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως το X, το WhatsApp, το TikTok, το Facebook και το Instagram.

Σε μεταγενέστερες δηλώσεις του, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε το CHP ότι αγνοεί το κράτος δικαίου και υποκινεί κοινωνικές αναταραχές. Υπογράμμισε ότι άλλο πράγμα είναι η κριτική σε δικαστικές αποφάσεις και άλλο η περιφρόνησή τους, προσθέτοντας ότι η μη συμμόρφωση δεν θα γίνει ανεκτή.

Ο υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλικαγιά προειδοποίησε ότι το κράτος θα πράξει «ό,τι είναι αναγκαίο» απέναντι σε κάθε παράνομη πρωτοβουλία.

Παρά ταύτα, στις 9 Σεπτεμβρίου, η εφημερίδα Sozcu ανέφερε ότι το CHP εξακολουθούσε να μη δέχεται τον διορισμό του Τεκίν και είχε μεταφέρει την έδρα του κόμματος σε άλλη συνοικία της Κωνσταντινούπολης.

Συνεχιζόμενη καταστολή

Τα επεισόδια στην Κωνσταντινούπολη εντάσσονται σε μια ευρύτερη κυβερνητική καταστολή κατά του CHP από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).

Τον τελευταίο χρόνο, δεκάδες στελέχη του CHP έχουν συλληφθεί με κατηγορίες για διαφθορά και τρομοκρατία, τις οποίες οι ίδιοι θεωρούν πολιτικά υποκινούμενες. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι εκείνη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, του οποίου η σύλληψη τον Μάρτιο προκάλεσε το μεγαλύτερο κύμα διαδηλώσεων της τελευταίας δεκαετίας. Ο Ιμάμογλου, που θεωρείται πιθανός προεδρικός αντίπαλος του Ερντογάν, παραμένει προφυλακισμένος εν αναμονή της δίκης του.

Επεισόδια κατά τη διάρκεια διαδήλωσης υποστήριξης του Εκρέμ Ιμάμογλου. Κωνσταντινούπολη, 23 Μαρτίου 2025. (Kemal Aslan/AFP μέσω Getty Images)

 

Στις περσινές τοπικές εκλογές, οι υποψήφιοι του CHP είχαν επικρατήσει στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις – Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και Άγκυρα – καθώς και σε αρκετούς άλλους δήμους. Λίγο πριν από τη σύλληψη του Ιμάμογλου, δύο ακόμη δήμαρχοι του CHP στην επαρχία Κωνσταντινούπολης καθαιρέθηκαν έπειτα από καταδίκες σε παρόμοιες κατηγορίες.

Την ίδια στιγμή, οκτώ εκλεγμένοι δήμαρχοι στην ανατολική Τουρκία, που πρόσκεινται στο φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας και Ισότητας (DEM), απομακρύνθηκαν επίσης από τα καθήκοντά τους, μετά από καταδίκες για τρομοκρατία. Όλοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες, κάνοντας λόγο για πολιτική δίωξη.

Νωρίτερα φέτος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε καταδικάσει αυτό που χαρακτήρισε «αυθαίρετη καθαίρεση και φυλάκιση δημοκρατικά εκλεγμένων δημάρχων» από τις τουρκικές αρχές. Η κυβέρνηση της Τουρκίας απορρίπτει τις επικρίσεις, υποστηρίζοντας ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί ανεξάρτητα από το κυβερνών κόμμα.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ζώνη Οχυρών: Η τελευταία γραμμή άμυνας της Ουκρανίας

Η Ζώνη Οχυρών, η τελευταία αμυντική γραμμή της Ουκρανίας, αποτελεί κρίσιμο μέτωπο στη συνεχιζόμενη σύγκρουση με τη Ρωσία.

Κίεβο ελπίζει ότι η αλυσίδα οχυρωμένων πόλεων στα βορειοδυτικά του Ντονέτσκ, γνωστή ως «Ζώνη Οχυρών», θα καταφέρει να αναχαιτίσει περαιτέρω προέλαση των ρωσικών δυνάμεων.

Ωστόσο, η περιοχή αυτή αποτελεί ταυτόχρονα και κομβικό χώρο που η Μόσχα αναμένεται να διεκδικήσει είτε στα πεδία των μαχών, είτε στο τραπέζι διαπραγματεύσεων ειρήνης.

Ανάμεσα στις βασικές απαιτήσεις της Ρωσίας περιλαμβάνεται η αναγνώριση της κυριαρχίας της σε τέσσερις ουκρανικές περιφέρειες, μεταξύ αυτών το Ντονέτσκ και το Λουγκάνσκ, που η Μόσχα ισχυρίζεται πως προσάρτησε το 2022.

Η Ζώνη Οχυρών αντιστοιχεί στο τελευταίο 25% της επαρχίας του Ντονέτσκ που παραμένει υπό ουκρανικό έλεγχο.

«Αυτό είναι που κρατά την ουκρανική αντίσταση ζωντανή, γιατί αν οι Ρώσοι καταλάβουν το υπόλοιπο της επαρχίας, μπορούν να κηρύξουν τη λήξη του πολέμου. Θα έχουν πετύχει τους στόχους του Πούτιν», εξηγεί ο Βρετανός αμυντικός αναλυτής, Τιμ Ρίπλεϊ.

Η συγκεκριμένη ζώνη εκτείνεται κάθετα σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από βορρά προς νότο, παράλληλα με τον οδικό άξονα H-20, συνδέοντας κρίσιμες πόλεις του Ντονμπάς όπως το Σλοβιάνσκ, το Κραματόρσκ, τη Ντρούσκιβκα και την Κονστιτίνιβκα.

Από κοινού, τα σημεία αυτά λειτουργούν ως διοικητικό και υλικοτεχνικό νευραλγικό κέντρο της Ουκρανίας στην περιοχή.

Ο Τούρκος στρατιωτικός αναλυτής Αμπντουλάχ Εγάρ επισημαίνει: «Η γραμμή αυτή αποτελεί νευραλγικό δίκτυο εφοδιασμού με πυκνές οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις. Η Ρωσία δεν μπορεί να προχωρήσει βαθύτερα στο βορειοδυτικό Ντονέτσκ χωρίς να τη διασπάσει».

Πηγή: ISWCreated με Datawrapper

 

Υπογραμμίζει μάλιστα πως «η Ζώνη Οχυρών δεν είναι απλώς γραμμή άμυνας. Αποτελεί ψυχολογική, πολιτική και διπλωματική πηγή ηθικού και νομιμοποίησης. Όσο παραμένει άθικτη, τόσο ενισχύεται η δυτική στήριξη. Στέλνει το μήνυμα, εντός κι εκτός Ουκρανίας, ότι η χώρα συνεχίζει να αντιστέκεται, ακλόνητα οχυρωμένη».

Ενίσχυση και προετοιμασία ετών

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του αμερικανικού Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Πολέμου (ISW), το Κίεβο τα τελευταία έντεκα χρόνια ενισχύει συστηματικά την αμυντική διάταξη της Ζώνης και αναπτύσσει σημαντικές βιομηχανικές και στρατιωτικές υποδομές εντός και γύρω από τις πόλεις αυτές.

Πηγή: ISWCreated με Datawrapper

 

Ο Εγάρ αναφέρει ότι από το 2014 η Ουκρανία θωρακίζει τη γραμμή με χαρακώματα, ναρκοπέδια, αντιαρματικά εμπόδια («δόντια δράκου»), πολυβολεία, τσιμεντένια οχυρώματα και υπόγεια κέντρα διοίκησης. Επιπλέον, η βαριά βιομηχανική μορφολογία της περιοχής, με τσιμεντοβιομηχανίες, ανθρακωρυχεία και μεταλλουργικές εγκαταστάσεις, προσφέρει πρόσθετη προστασία.

«Η Ζώνη σφύζει και από επιθετικά όπλα – πυροβολικό, drones, αντιαρματικά, που λειτουργούν σε διασυνδεδεμένο δίκτυο πυρών. Στα μετόπισθεν υπάρχουν και δευτερεύουσες γραμμές άμυνας», επισημαίνει ο Εγάρ.

Παρά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, ο ίδιος διαπιστώνει ότι αυτά επισκιάζονται από την υστέρηση σε ισχύ πυρός και κυριαρχία στον αέρα.

Ο Ρίπλεϊ συμφωνεί, τονίζοντας ότι «η Ουκρανία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια καλά εφοδιασμένη δύναμη, με σαφή αριθμητική υπεροχή». «Δεν πρόκειται για μια αδιάρρηκτη εφεδρική δύναμη σταθερά ανεπτυγμένη στα χαρακώματα. Προσπαθούν να κρατήσουν τη γραμμή με ό,τι διαθέτουν, το οποίο ολοένα εξαντλείται», σημειώνει. «Όσο ανθεκτικές κι αν είναι οι οχυρώσεις, η αντοχή τους εξαρτάται από τον αριθμό των στρατιωτών που τις επανδρώνουν και από το πόσο πυροβολικό καλύπτει το μέτωπο».

Η μάχη για το Ντονμπάς

Το 2022, η Μόσχα εισέβαλε σε τέσσερις ανατολικές περιφέρειες της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων του Ντονέτσκ και του γειτονικού Λουγκάνσκ, που αποτελούν το βιομηχανικά πλούσιο Ντονμπάς.

Την ίδια χρονιά, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε την προσάρτηση αυτών των περιοχών – μια ενέργεια που το Κίεβο και η πλειονότητα των δυτικών πρωτευουσών καταδικάζουν ως παράνομη και δεν αναγνωρίζουν. Αυτή τη στιγμή, οι ρωσικές δυνάμεις ελέγχουν σχεδόν ολόκληρο το Λουγκάνσκ και περίπου το 75% του Ντονέτσκ, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας της περιφέρειας.

Το κατεστραμμένο κέντρο της πόλης Κοστιάντινοβκα, θέατρο σφοδρών μαχών με τις ρωσικές δυνάμεις, στις 19 Απριλίου 2025. Iryna Rybakova/93η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία της Ουκρανίας μέσω AP

 

Για να καταλάβει το υπόλοιπο 25%, περίπου 6.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η Ρωσία πρέπει πρώτα να διασπάσει τη Ζώνη Οχυρών – κάτι που, σύμφωνα με το ISW, προς το παρόν αδυνατεί να πραγματοποιήσει άμεσα.

Δυτικές εκτιμήσεις επισημαίνουν ότι η Ζώνη αποτελεί το βέλτιστο οχυρό της Ουκρανίας, όπου κάθε άμεση επίθεση θα επιφέρει σοβαρές απώλειες στο ρωσικό στρατό.

«Η Ζώνη επιβραδύνει τη ρωσική προέλαση και αυξάνει το κόστος και τον κίνδυνο για τη Μόσχα. Κάθε σημείο της γραμμής ενισχύει τα γειτονικά, πολλαπλασιάζοντας τη συνολική αμυντική ικανότητα», αναφέρει ο Εγάρ.

Όπως εξηγεί, στην περίπτωση άμεσης επίθεσης, η Ρωσία καλείται να πολεμήσει ταυτόχρονα σε πολλά σημεία, κάτι που καταπονεί σημαντικά τις δυνάμεις της, δίνοντας στον ουκρανικό στρατό πολύτιμο χρόνο για ανασυγκρότηση, εφοδιασμό κι ενίσχυση διεθνούς υποστήριξης.

Επιχειρήσεις φθοράς και αβέβαιο μέλλον

Στη νεότερη έκθεσή του το ISW αναφέρει ότι οι ρωσικές δυνάμεις καταβάλλουν προσπάθειες να υπερκεράσουν τη Ζώνη από νοτιοδυτικά, σε μια διαδικασία που εκτιμάται ότι μπορεί να διαρκέσει χρόνια.

Ο Εγάρ, ωστόσο, αμφισβητεί το χρονοδιάγραμμα, προειδοποιώντας: «Αν η Ρωσία αυξήσει την πίεση στο Ντνιεπροπετρόφσκ, η Ουκρανία ίσως εξαναγκαστεί να αποσύρει εφεδρείες από το Ντονέτσκ και να αποδυναμώσει τη Ζώνη Οχυρών.

Πηγή: ISWCreated με Datawrapper

 

Η Μόσχα πιέζει ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα, στο Ντονέτσκ και στη γραμμή του Δνείπερου, εφαρμόζοντας τακτική φθοράς. Εάν οι ουκρανικές εφεδρείες και τα αποθέματα πυρομαχικών εξαντληθούν περαιτέρω, το χρονοδιάγραμμα μπορεί να συντομεύσει δραματικά».

Σκεπτικισμό εκφράζει και ο Ρίπλεϊ σχετικά με το πόσο θα αντέξει η γραμμή άμυνας: «Όλα εξαρτώνται από το αν οι δυνάμεις που βρίσκονται εκεί σήμερα διατηρήσουν τη μαχητική τους ισχύ, τον απαραίτητο εξοπλισμό και τα πυρομαχικά. Όταν αρχίσουν να φθείρονται, η δυνατότητα άμυνας καταρρέει. Ήδη έχουν καταγράψει φθορά και αναγκάζονται σε υποχωρήσεις λόγω έλλειψης στρατιωτών για να κρατήσουν τη γραμμή και να αποφύγουν την περικύκλωση».

Ερωτηθείς πόσο χρόνο δίνει στην Ουκρανία, υπό κανονικές συνθήκες, πριν διασπαστεί πλήρως η Ζώνη, ο Ρίπλεϊ απαντά: «Στην καλύτερη περίπτωση, έναν ακόμη χρόνο. Μέχρι το τέλος του έτους, όλες αυτές οι πόλεις θα έχουν πέσει ή θα απειλούνται άμεσα. Βλέπουμε ήδη τον ρυθμό προέλασης της Ρωσίας από το περασμένο καλοκαίρι. Αν συνεχιστεί έτσι για έξι μήνες ακόμη, ολόκληρο το Ντονέτσκ θα έχει χαθεί».

Σφοδρές μάχες και αντικρουόμενες δηλώσεις για τον έλεγχο στη Δνιπροπετρόβσκ

Ενταμένες μάχες σημειώνονται στην ανατολικοκεντρική περιφέρεια της Δνιπροπετρόβσκ, δυτικά του Ντονέτσκ, σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές από το Κίεβο.

Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του ουκρανικού στρατού, Βίκτορ Τριχομπόφ, «ρωσικές δυνάμεις έχουν εισέλθει σε δύο οικισμούς στη Δνιπροπετρόβσκ, τη Ζαπορόζσκ και τη Νοβοχιρίβκα, όπου προσπαθούν να εδραιώσουν παρουσία».

Μιλώντας στο πρακτορείο Reuters στις 26 Αυγούστου, ο Τριχομπόφ ανέφερε ότι οι ουκρανικές δυνάμεις στην περιοχή «δίνουν μάχες για να διατηρήσουν τις θέσεις τους».

Την ίδια ημέρα, το ουκρανικό μπλογκ «Deep State War», που παρακολουθεί τις εξελίξεις στα μέτωπα, μετέδωσε μέσω Telegram ότι οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν και τους δύο οικισμούς.

Ωστόσο, το ουκρανικό γενικό επιτελείο διέψευσε άμεσα αυτές τις πληροφορίες, δηλώνοντας: «Οι αναφορές περί κατάληψης των εν λόγω οικισμών από τους Ρώσους δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Οι ουκρανικές αμυντικές δυνάμεις αναχαίτισαν την προέλαση των Ρώσων εισβολέων και συνεχίζουν να ελέγχουν τη Ζαπορόζσκ παρά τις συνεχείς προσπάθειες του εχθρού».

Η ανακοίνωση συνέχισε, επισημαίνοντας: «Εξίσου σφοδρές μάχες διεξάγονται στην περιοχή της Νοβοχιρίβκα, όπου οι στρατιώτες μας προκαλούν σημαντικές απώλειες στον εχθρό».

Από ρωσικής πλευράς, η Μόσχα υποστηρίζει πως έχει καταλάβει αρκετά χωριά και οικισμούς στη Δνιπροπετρόβσκ, συμπεριλαμβανομένων της Ζαπορόζσκ και της Νοβοχιρίβκα.

Στα τέλη Ιουνίου, τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν πως οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν το χωριό Νταχνόι, ύστερα από μήνες αργής αλλά σταθερής προέλασης.

Ο φιλορώσος αξιωματούχος Βλαντίμιρ Ρόγκοφ ανέφερε ότι οι ρωσικά στρατεύματα απέκρουσαν μονάδες των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων από τον πρώτο οικισμό της περιφέρειας.

Πυροσβέστες εργάζονται στον τόπο ενός ρωσικού πυραυλικού χτυπήματος στο Ντνίπρο της Ουκρανίας, στις 21 Νοεμβρίου 2024. Υπηρεσία Τύπου της Κρατικής Υπηρεσίας Έκτακτης Ανάγκης της Ουκρανίας στην περιοχή Ντνίπροπετροφσκ/Φυλλάδιο μέσω Reuters

 

Έκτοτε, το ρωσικό Υπουργείο Άμυνας ισχυρίζεται πως έχει καταλάβει επιπλέον οικισμούς στην περιοχή, όπως τη Μαλεΐβκα, το Γιανβάρσκογε και το Βορονόι. Στα μέσα Αυγούστου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας της Ρωσίας (FSB) ανακοίνωσε την καταστροφή τεσσάρων ουκρανικών μονάδων παραγωγής πυραύλων σε συνδυασμένη επιχείρηση, με το επίσημο ουκρανικό πρακτορείο αντιπληροφόρησης να διαψεύδει τους ισχυρισμούς αυτούς.

Στις 20 Αυγούστου, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι οι δυνάμεις του κατέλαβαν τη Νοβοχιρίβκα στη Δνιπροπετρόβσκ. Τέσσερις ημέρες αργότερα, ανακοίνωσε την κατάληψη της Φίλια, στο πλαίσιο επιθετικών επιχειρήσεων.

Στις 25 Αυγούστου, ρωσικά κανάλια στο Telegram μετέδωσαν πως η Ζαπορόζσκ «απελευθερώθηκε», γεγονός που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, βελτίωσε την τακτική θέση των ρωσικών δυνάμεων και επέτρεψε την περικύκλωση ουκρανικών μονάδων στην περιοχή.

Αξιωματούχος της αυτοανακηρυχθείσας Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ, που χαίρει της αναγνώρισης της Μόσχας, δήλωσε: «Η κατάληψη του οικισμού επέτρεψε στις ρωσικές δυνάμεις να περικυκλώσουν ουκρανικές ένοπλες μονάδες που βρίσκονταν στην περιοχή».

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει υποβαθμίσει τη στρατηγική σημασία της ρωσικής προέλασης στη Δνιπροπετρόβσκ, εκτιμώντας πως στόχος είναι να αποκομίσει η Μόσχα επικοινωνιακά οφέλη.

Η Epoch Times δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς αμφοτέρων των πλευρών σχετικά με τη διεξαγωγή των εχθροπραξιών.

Από τις αρχές του 2022, η Ρωσία έχει εμπλακεί στην κατάληψη διαφόρων περιοχών της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ουκρανίας, ανάμεσά τους το Ντονέτσκ, το Λουγκάνσκ, τη Ζαπορίζια και τη Χερσώνα.

Αργότερα, η Μόσχα ανακοίνωσε την προσάρτηση των εν λόγω περιοχών, θεωρώντας τις πλέον τμήμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ενώ το Κίεβο παραμένει αμετακίνητο στην πρόθεσή του να τις ανακτήσει, μαζί με την Κριμαία που είχε προσαρτηθεί από τη Ρωσία το 2014.

Παρά τις πρόσφατες επιχειρήσεις, η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να θέσει υπό τον έλεγχό της τη Δνιπροπετρόβσκ, η οποία συνορεύει με το Ντονέτσκ, τη Ζαπορίζια και τη Χερσώνα.

Η Σουέιντα εκτός των επερχόμενων εκλογών στη Συρία

Οι βουλευτικές εκλογές στη Συρία, οι πρώτες υπό τη νέα ισλαμιστική ηγεσία της χώρας και προγραμματισμένες για τον Σεπτέμβριο, δεν θα διεξαχθούν στην ταραγμένη επαρχία Σουέιντα, στη νότια Συρία, ούτε στις επαρχίες Ράκκα και Χασάκα στη βορειοανατολική χώρα, όπως δήλωσαν Σύροι αξιωματούχοι.

Σύμφωνα με το συριακό πρακτορείο ειδήσεων Ekhbariya, που επικαλέστηκε εκπρόσωπο της εκλογικής επιτροπής, η ψηφοφορία στις τρεις επαρχίες θα αναβληθεί μέχρι να διαμορφωθούν «κατάλληλες συνθήκες». Τον περασμένο μήνα, ο επικεφαλής της επιτροπής είχε δηλώσει στο κρατικό πρακτορείο SANA ότι οι εκλογές για την ανάδειξη των 210 μελών της Λαϊκής Συνέλευσης θα πραγματοποιηθούν μεταξύ 15 και 20 Σεπτεμβρίου.

Η Σουέιντα έχει γνωρίσει τις τελευταίες εβδομάδες επαναλαμβανόμενα επεισόδια σεχταριστικής βίας, με εκατοντάδες νεκρούς. Η περιοχή φιλοξενεί τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Δρούζων στη Μέση Ανατολή, μιας μειονοτικής θρησκευτικής κοινότητας που συνδέεται με κλάδο του σιιτικού Ισλάμ.

Η βία ξέσπασε στα μέσα Ιουλίου, όταν σουνίτες ένοπλοι συγκρούστηκαν με Δρούζους μαχητές, γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση στην αποστολή δυνάμεων ασφαλείας για να περιορίσουν την ένταση. Ωστόσο, οι μάχες γρήγορα επεκτάθηκαν ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τους Δρούζους που αντιτάχθηκαν στην ανάπτυξη στρατού στην επαρχία.

Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, εκτίμησε ότι οι νεκροί ξεπέρασαν τους 1.500, μεταξύ αυτών 720 κάτοικοι και τουλάχιστον 430 άνδρες των κυβερνητικών δυνάμεων.

Ύστερα από τρεις ημέρες συγκρούσεων, το υπουργείο Άμυνας της Συρίας ανακοίνωσε κατάπαυση του πυρός μετά από διαβουλεύσεις με Δρούζους ηγέτες. Παράλληλα, το Ισραήλ – όπου επίσης ζει κοινότητα Δρούζων – πραγματοποίησε επιθέσεις εναντίον συριακών κυβερνητικών θέσεων, συμπεριλαμβανομένων εγκαταστάσεων του υπουργείου Άμυνας, με το αιτιολογικό της «προστασίας» της μειονότητας.

Στις αρχές Αυγούστου, περιορισμένες συγκρούσεις ξανάρχισαν στη Σουέιντα, όταν η Δαμασκός κατηγόρησε πολιτοφυλακές Δρούζων για επιθέσεις κατά κυβερνητικών στόχων.

Την περασμένη εβδομάδα, ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία Γκέιρ Πέντερσεν προειδοποίησε ότι η βία μπορεί να αναζωπυρωθεί ανά πάσα στιγμή, παρά την εύθραυστη εκεχειρία. Μιλώντας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, τόνισε ότι «η απειλή αναζωπύρωσης των συγκρούσεων παραμένει παρούσα, όπως και οι πολιτικές φυγόκεντρες δυνάμεις που απειλούν την κυριαρχία, την ενότητα, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας».

Αναβολή στη Ράκκα και τη Χασάκα

Στη βορειοανατολική Συρία, οι επαρχίες Ράκκα και Χασάκα, όπου επίσης ανεστάλη η εκλογική διαδικασία, βρίσκονται κυρίως υπό τον έλεγχο των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (Syrian Democratic Forces – SDF), μιας κουρδικής συμμαχίας που υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η απόφαση προκάλεσε αντιδράσεις από τη Δημοκρατική Αυτόνομη Διοίκηση της Βόρειας και Ανατολικής Συρίας (Democratic Autonomous Administration of North and East Syria – DAANES), η οποία λειτουργεί παράλληλα με τις SDF και δηλώνει ότι ενεργεί ανεξάρτητα από την κεντρική κυβέρνηση.

Σε ανακοίνωσή της στις 24 Αυγούστου, υποστήριξε ότι οι εκλογές «δεν είναι δημοκρατικές και δεν εκφράζουν σε καμία περίπτωση τη βούληση των Σύρων», προσθέτοντας ότι «δεν αποτελούν παρά συνέχεια μιας πολιτικής περιθωριοποίησης και αποκλεισμού».

Η διοίκηση τόνισε επίσης ότι οι επαρχίες Ράκκα και Χασάκα είναι «σχετικά ασφαλείς» σε σύγκριση με άλλες περιοχές της χώρας.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ ανατράπηκε από επίθεση αντικαθεστωτικών δυνάμεων με την υποστήριξη της Τουρκίας, υπό την ηγεσία της οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), μιας σουνιτικής ένοπλης ομάδας με παλαιότερες διασυνδέσεις με την Αλ Κάιντα.

Από τον Ιανουάριο, επικεφαλής της μεταβατικής συριακής κυβέρνησης είναι ο ηγέτης της HTS, Αχμέντ αλ Σαρά, γνωστός στο παρελθόν ως Μοχάμεντ αλ Γκολανί. Τον Φεβρουάριο ο Σαρά, ο οποίος έχει δεσμευθεί για την προστασία των θρησκευτικών μειονοτήτων της χώρας, είχε εκτιμήσει ότι η Συρία θα χρειαστεί έως και πέντε χρόνια πριν μπορέσει να πραγματοποιήσει την πρώτη προεδρική εκλογή μετά την εποχή Άσαντ.

Με πληροφορίες από Reuters και Associated Press

Η Ουάσιγκτον επιδιώκει μετοχικό μερίδιο στην Intel

Η αμερικανική κυβέρνηση επιδιώκει να αποκτήσει μετοχικό μερίδιο στην Intel, όπως δήλωσε ο υπουργός Εμπορίου, Χάουαρντ Λούτνικ, στις 19 Αυγούστου.

Τον Νοέμβριο του 2024, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε εγκρίνει στην Intel σχεδόν 11 δισ. δολάρια σε επιχορηγήσεις μέσω του νόμου για τα Chips and Science, ο οποίος στοχεύει στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής ημιαγωγών, έτσι ώστε να στηριχθούν τα επενδυτικά της σχέδια για κατασκευή εντός ΗΠΑ.

Αντί να προσφέρει απλώς επιδοτήσεις, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποκομίσουν οφέλη από τη συμφωνία.

Σύμφωνα με τον Λούτνικ, «πρέπει να αποκτήσουμε μετοχικό μερίδιο για τα χρήματά μας, άρα θα καταβάλουμε τα κεφάλαια που έχουν ήδη δεσμευτεί από τη διοίκηση Μπάιντεν».

Ο Λούτνικ τόνισε στην εκπομπή «Squawk on the Street» του CNBC, σε συνέντευξη την Τρίτη: «Θα λάβουμε μετοχές έναντι του ποσού αυτού, εξασφαλίζοντας καλή απόδοση για τον Αμερικανό φορολογούμενο, αντί να μοιράζουμε απλώς επιχορηγήσεις».

Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν θα αποκτήσει δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχή στη διοίκηση της Intel μέσω της επένδυσης. Δεν αποκάλυψε το ακριβές ποσοστό μετοχών που προτείνεται να αποκτηθεί.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, σημείωσε σε ενημέρωση στις 19 Αυγούστου ότι το υπουργείο Εμπορίου συνεχίζει να ρυθμίζει τις λεπτομέρειες, ώστε να διασφαλιστεί η συμμετοχή της κυβέρνησης στην Intel.

Η Λέβιτ δήλωσε: «Ο πρόεδρος θέλει να τεθούν πάνω απ’ όλα οι ανάγκες της Αμερικής, τόσο σε θέματα ασφάλειας όσο και οικονομίας. Πρόκειται για πρωτότυπη ιδέα που δεν έχει εφαρμοστεί ξανά, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι κρίσιμες αλυσίδες εφοδιασμού θα επαναπατριστούν, αλλά και ότι οι ΗΠΑ θα αποκομίσουν οφέλη».

Η νέα αυτή πρωτοβουλία λαμβάνει χώρα ενώ η εταιρεία, αποτιμώμενη στα 110 δισ. δολάρια, ανακοίνωσε ότι η SoftBank της Ιαπωνίας θα επενδύσει 2 δισ. δολάρια σε κοινές μετοχές της Intel, ενισχύοντας τη δέσμευσή της στην καινοτομία τεχνολογίας και ημιαγωγών στις ΗΠΑ.

Η μετοχή της Intel έκανε άλμα έως 11% κατά τη συνεδρίαση της 19ης Αυγούστου, ανεβάζοντας τα συνολικά φετινά κέρδη της μετοχής στο περίπου 27%.

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Τραμπ κάλεσε τον διευθύνοντα σύμβουλο της Intel, Λίπου Ταν, να παραιτηθεί λόγω φερόμενων διασυνδέσεων με κινεζικές τεχνολογικές επιχειρήσεις.

«Ο διευθύνων σύμβουλος της Intel είναι έντονα διχασμένος και πρέπει να παραιτηθεί άμεσα. Δεν υπάρχει άλλη λύση», ανέφερε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στις 7 Αυγούστου, στην πλατφόρμα Truth Social.

Μερικές ημέρες αργότερα, στις 11 Αυγούστου και κατόπιν συνάντησης με τον Ταν, ο πρόεδρος σχολίασε πάλι στο Truth Social: «Η συνάντηση ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Η επιτυχία και η άνοδός του είναι μια συναρπαστική ιστορία. Ο κος Ταν και μέλη του υπουργικού μου συμβουλίου θα συνεργαστούν και θα καταθέσουν προτάσεις την επόμενη εβδομάδα».

Σε κάθε περίπτωση, ο Λούτνικ τόνισε πως «στόχος της διοίκησης είναι να βοηθήσει την Intel να πετύχει και να διασφαλίσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα καταστούν παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή τσιπ.

«Θέλουμε η Intel να πετύχει στην Αμερική», είπε χαρακτηριστικά. «Θέλουμε το τρανζίστορ να κατασκευάζεται στις ΗΠΑ, έτσι δεν είναι; Θέλουμε να το κάνει ένας Αμερικανός».

Τους τελευταίους μήνες, ο πρόεδρος Τραμπ και η κυβέρνησή του ανέπτυξαν σχέσεις συνεργασίας με κορυφαίες εταιρείες στρατηγικής σημασίας.

Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Χάουαρντ Λούτνικ μιλάει στη Σύνοδο Κορυφής για την Ενέργεια και την Καινοτομία της Πενσυλβάνια στο Πανεπιστήμιο Carnegie Mellon. Πίτσμπουργκ, 15 Ιουλίου 2025. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

Πρόσφατα εγκρίθηκαν εξαγωγικές άδειες στην Advanced Micro Devices και την NVIDIA, επιτρέποντάς τους να επαναλάβουν τις πωλήσεις συγκεκριμένων τσιπ τεχνητής νοημοσύνης στην Κίνα.

Ως αντάλλαγμα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα λαμβάνει το 15% των εσόδων που θα προκύπτουν από αυτή τη δραστηριότητα.

Τον Ιούνιο, ο Τραμπ ενέκρινε την εξαγορά της αμερικανικής U.S. Steel από τη Nippon Steel της Ιαπωνίας, αφού παραχωρήθηκε στο αμερικανικό Δημόσιο μία «χρυσή μετοχή».

Η ιδιαίτερη αυτή συμφωνία παρέχει στην κυβέρνηση το δικαίωμα διορισμού μέλους στο διοικητικό συμβούλιο και δικαίωμα βέτο σε αποφάσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απολύσεις ή περικοπές επενδύσεων.

Τον προηγούμενο μήνα, το υπουργείο Άμυνας έγινε ο μεγαλύτερος μέτοχος στην εταιρεία σπάνιων γαιών MP Materials, αποκτώντας προνομιούχες μετοχές αξίας 400 εκατ. δολαρίων.

Εργασίες στο ορυχείο σπάνιων γαιών MP Materials στο Mountain Pass της Καλιφόρνια. ΗΠΑ, 30 Ιανουαρίου 2020. (Steve Marcus/Reuters)

 

Παραδοσιακά, η Ουάσιγκτον αποκτούσε απευθείας μερίδια σε εταιρείες μόνο υπό καθεστώς οικονομικής κρίσης. Στις αρχές της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης 2008-09, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έγινε μέτοχος σε ασφαλιστικό κολοσσό (American International Group), αυτοκινητοβιομηχανία (General Motors), αλλά και τράπεζες όπως η Bank of America και η Citigroup.

Η εταιρεία ηλιακών πάνελ Solyndra έλαβε δάνεια με την εγγύηση του Δημοσίου μετά την ψήφιση του νόμου Obama για την ανάκαμψη. Χρόνια αργότερα, η Solyndra κατέρρευσε, επιβαρύνοντας τους Αμερικανούς φορολογούμενους με 528 εκατ. δολάρια.

Υπάρχουν πάντως και επιφυλάξεις για το κατά πόσο η κρατική παρέμβαση μπορεί να αποτελέσει λύση για την Intel, η οποία έχει βρεθεί πίσω έναντι ανταγωνιστών όπως η AMD, η Broadcom, η NVIDIA και η TSMC τα τελευταία χρόνια.

Η Νάνσυ Τένγκλερ, διευθύνουσα σύμβουλος της Laffer Tengler Investments, σημειώνει σε δήλωσή της στην Epoch Times: «Γενικά, η Intel έχει μείνει τόσο πίσω τεχνολογικά ώστε ίσως αυτό να προσφέρει κάποιο όφελος, αλλά δεν βλέπω πλεονέκτημα για τον Αμερικανό φορολογούμενο ούτε απαραίτητα για τη βιομηχανία των τσιπ. Το να δοθεί ο έλεγχος στον ιδιωτικό τομέα θα ήταν προτιμότερο· θα επιλύσουν τα προβλήματα γρήγορα», συμπληρώνει. «Δεν έχει σημασία πόσο καλός επιχειρηματίας είσαι. Άφησέ το στον ιδιωτικό τομέα, άσε ανθρώπους σαν εμένα να είναι επικριτικοί και άφησε την κυβέρνηση να κάνει τη δουλειά της».

Το Μπακού καταδικάζει τα ρωσικά πλήγματα σε ενεργειακές εγκαταστάσεις του Αζερμπαϊτζάν στην Ουκρανία

Ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, καταδίκασε τα ρωσικά αεροπορικά πλήγματα στην Ουκρανία, τα οποία είχαν ως στόχο εγκαταστάσεις ενέργειας που ανήκουν στη Socar, τη κρατική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου του Αζερμπαϊτζάν.

Ο Αλίεφ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας στις 10 Αυγούστου με τον Ουκρανό ομόλογό του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου τύπου του Αζέρου προέδρου.

Στη συνομιλία, οι δύο ηγέτες καταδίκασαν τα σκόπιμα αεροπορικά πλήγματα της Ρωσίας εναντίον αποθηκευτικής μονάδας πετρελαίου της Socar καθώς και άλλων αζερικών εγκαταστάσεων και ενός σταθμού συμπίεσης φυσικού αερίου που μεταφέρει αζερικό αέριο στην Ουκρανία.

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν την πεποίθησή τους ότι αυτές οι επιθέσεις δεν θα πλήξουν τη συνεργασία των δύο χωρών στον τομέα της ενέργειας.»

Την περασμένη εβδομάδα, οι αρχές στο Κίεβο ανακοίνωσαν ότι η Ρωσία έπληξε αντλιοστάσιο ιδιοκτησίας του Μπακού στη νότια περιφέρεια της Οδησσού, το οποίο χρησιμοποιούνταν για την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το ουκρανικό Υπουργείο Ενέργειας δήλωσε τότε: «Πρόκειται για καθαρό ρωσικό χτύπημα σε υποδομές αμιγώς πολιτικές, με στόχο τον ενεργειακό τομέα και, ταυτόχρονα, τις σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους στην Ευρώπη.»

Με ανακοίνωση της 6ης Αυγούστου, την οποία επικαλέστηκε το κρατικό πρακτορείο TASS, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας επιβεβαίωσε ότι οι ρωσικές δυνάμεις έπληξαν εγκαταστάσεις του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου που στηρίζουν τη λειτουργία του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος της Ουκρανίας.

Τον περασμένο μήνα, η Ουκρανία διοχέτευσε για πρώτη φορά αζερικό αέριο μέσω της διαδρομής Τρανσβαλκανικός, ενώ ανακοίνωσε σχέδια για αύξηση των εισαγωγών από το Αζερμπαϊτζάν.

Από την εισβολή της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία το 2022, οι ρωσικές επιθέσεις σε ουκρανικές ενεργειακές υποδομές έχουν πολλαπλασιαστεί, με χρήση κυρίως πυραύλων και drones.

Η Ουκρανία απαντά με σχεδόν καθημερινές επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε διάφορους στόχους στη δυτική Ρωσία, συχνά πλήττοντας ενεργειακές εγκαταστάσεις. Αμφότερες οι πλευρές, πάντως, ισχυρίζονται ότι χρησιμοποιούν όπλα ακριβείας εναντίον αποκλειστικά στρατιωτικών στόχων, επιδιώκοντας να μην υπάρξουν θύματα μεταξύ των αμάχων.

Κρίση στις σχέσεις Μόσχας – Μπακού

Τους τελευταίους μήνες, οι σχέσεις Ρωσίας και Αζερμπαϊτζάν, μιας μικρής χώρας στον νότιο Καύκασο, έχουν επιδεινωθεί αισθητά έπειτα από δεκαετίες σταθερότητας.

Το πρώτο μεγάλο ρήγμα σημειώθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν αεροσκάφος επιβατικής πτήσης του Αζερμπαϊτζάν, που εκτελούσε το δρομολόγιο Μπακού–Γκρόζνι στη νοτιοανατολική Ρωσία, συνετρίβη στο Καζακστάν.

Ομάδες έκτακτης ανάγκης στον τόπο συντριβής ενός επιβατικού αεροσκάφους της Azerbaijan Airlines κοντά στο Ακτάου του Καζακστάν, στις 25 Δεκεμβρίου 2024. Issa Tazhenbayev/AFP μέσω Getty Images

 

Το Αζερμπαϊτζάν κατηγόρησε τη ρωσική αντιαεροπορική άμυνα ότι χτύπησε κατά λάθος το αεροπλάνο, προκαλώντας τη συντριβή και τον θάνατο 38 επιβατών.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν εξέφρασε στη συνέχεια τη λύπη του για το τραγικό γεγονός, αποφεύγοντας ωστόσο να αναλάβει ευθύνη εκ μέρους της Μόσχας.

Οι σχέσεις επιδεινώθηκαν και άλλο τον Ιούλιο, όταν συνελήφθησαν στο Αζερμπαϊτζάν αρκετοί Ρώσοι υπήκοοι, ανάμεσά τους και δύο δημοσιογράφοι, με διάφορες κατηγορίες.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, οι ρωσικές αρχές είχαν συλλάβει αρκετούς ομογενείς Αζέρους, δύο εκ των οποίων πέθαναν υπό κράτηση, ως ύποπτοι για συμμετοχή σε οργανωμένο έγκλημα.

Σε αντίποινα, το Μπακού ανακοίνωσε πανεθνική απαγόρευση όλων των προγραμματισμένων ρωσικών πολιτιστικών εκδηλώσεων και αρνήθηκε να συμμετάσχει στη συνεδρίαση του Οικονομικού Συμβουλίου της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (CIS), που πραγματοποιήθηκε στις 18 Ιουλίου στη Μόσχα.

Το Αζερμπαϊτζάν αποτελεί διαχρονικό μέλος της CIS, μπλοκ υπό ρωσική ηγεσία που περιλαμβάνει εννέα πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.

Σε μια ακόμη αιχμηρή δήλωση κατά της Μόσχας στις 19 Ιουλίου, ο Αλίεφ δήλωσε στους δημοσιογράφους πως η Ουκρανία «…δεν πρέπει ποτέ να αποδεχθεί την κατοχή από ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις».

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υποδέχεται τον Πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ στο Λευκό Οίκο στις 8 Αυγούστου 2025. Madalina Kilroy/The Epoch Times

 

Στις 8 Αυγούστου, το Αζερμπαϊτζάν και η Αρμενία υπέγραψαν στην Ουάσιγκτον ιστορική συμφωνία για τον τερματισμό δεκαετιών συγκρούσεων στον Νότιο Καύκασο, περιοχή την οποία η Μόσχα ανέκαθεν θεωρεί ζωτική για τα συμφέροντά της.

Σε τελετή με οικοδεσπότη τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο Αλίεφ και ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν, υπέγραψαν συμφωνία που ανοίγει τον δρόμο για ένα διμερές αμερικανικής πρωτοβουλίας διάδρομο διαμετακόμισης.

Με πληροφορίες από το Reuters