ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ – Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε στις 12 Δεκεμβρίου την σύσταση ειδικής ομάδας εργασίας για την «παρακολούθηση και αντιμετώπιση των επιπτώσεων» πιθανών προσπαθειών του κινεζικού καθεστώτος να λογοκρίνει ή να εκφοβίσει άτομα ή επιχειρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ενέργεια αυτή αποτελεί απάντηση στις αυξανόμενες προσπάθειες του Πεκίνου να φιμώσει τους επικριτές που ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ), διεξάγει μια από τις πιο εξελιγμένες και εκτεταμένες εκστρατείες διεθνικής καταστολής στον κόσμο, σύμφωνα με ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο Μπάιντεν εξέδωσε μνημόνιο για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού, με την σύσταση της «Ομάδας παρακολούθησης και δράσης για την λογοκρισία στην Κίνα» εντός του εκτελεστικού γραφείου. Διέταξε τον βοηθό του προέδρου για θέματα εθνικής ασφάλειας και τον διευθυντή του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου να ηγηθούν της ομάδας εργασίας.
Η ομάδα θα αναπτύξει μια «στρατηγική για την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων των προσπαθειών της ΛΔΚ να λογοκρίνει ή να εκφοβίσει, στις Ηνωμένες Πολιτείες ή σε οποιαδήποτε από τις κτήσεις ή εδάφη της, οποιοδήποτε πρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένης μιας εταιρείας των Ηνωμένων Πολιτειών που δραστηριοποιείται στη ΛΔΚ, που ασκεί την ελευθερία του λόγου», σύμφωνα με το μνημόνιο.
Η ειδική ομάδα εργασίας θα περιλαμβάνει εκπροσώπους από διάφορες υπηρεσίες και οργανισμούς και θα συγκεντρώσει πληροφορίες από τους ενδιαφερόμενους φορείς του ιδιωτικού τομέα και τα μέσα ενημέρωσης. Η ομάδα θα εκδίδει ετήσια έκθεση προς τον πρόεδρο και τις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου.
«Πρόκειται για μια καλή αρχή», έγραψε στο Χ ο Μάικλ Σόμπολικ, ανώτερος συνεργάτης σε θέματα μελετών Ινδο-Ειρηνικού στο Αμερικανικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής.
«Η κυβέρνηση Τραμπ θα πρέπει να συνεχίσει αυτή την ειδική ομάδα -με μια επιπλέον (και πολύ σημαντική) αλλαγή. Ο Τραμπ θα πρέπει να επεκτείνει τις παραμέτρους της ομάδας ώστε να εξετάζει την λογοκρισία του ΚΚΚ όχι μόνο εντός της Αμερικής αλλά και εντός της Κίνας. Εκεί είναι που οι φόβοι του κόμματος για την ελευθερία του λόγου είναι μεγαλύτεροι. Εκεί είναι που το ΚΚΚ είναι πιο αδύναμο».
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) λογοκρίνει εδώ και καιρό τους επικριτές του στο εσωτερικό της χώρας και, τα τελευταία χρόνια, έχει εντείνει τις προσπάθειές του να επεκτείνει αυτήν τη λογοκρισία σε παγκόσμιο επίπεδο, με στόχο να εμποδίσει κάθε κριτική για τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του.
Σε μια έκθεση του Οκτωβρίου, η Επιτροπή Εσωτερικής Ασφάλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων (CHS) περιέγραψε λεπτομερώς πρόσφατες περιπτώσεις κατασκοπείας και διακρατικής καταστολής του ΚΚΚ στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Το Πεκίνο καταπατά συνεχώς την αμερικανική κυριαρχία για να κατασκοπεύει, να εκφοβίζει και να παρενοχλεί όχι μόνο τους επικριτές, αλλά ακόμη και τους Αμερικανούς πολίτες», δήλωσε ο πρόεδρος του CHS Μαρκ Γκρην (Ρ-Tενν.). «Για να είμαστε σαφείς, ο αντίπαλός μας δεν είναι ο κινεζικός λαός, αλλά η απειλή που προέρχεται από το τυραννικό καθεστώς που καταπιέζει τον ίδιο του τον λαό, διαπράττει γενοκτονία, λογοκρίνει την ομιλία και επιδιώκει να υπονομεύσει μια αντιπροσωπευτική κυβέρνηση».
Μια πρόσφατη υπόθεση αφορά έναν Κινέζο πράκτορα που προσπάθησε να δωροδοκήσει την εφορία για να προωθήσει τη διακρατική καταστολή του Πεκίνου κατά του Shen Yun Performing Arts, το οποίο εδρεύει στην Νέα Υόρκη. Το Shen Yun βρίσκεται εδώ και καιρό στη λίστα στόχων του ΚΚΚ, επειδή αποκαλύπτει τις παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων του καθεστώτος.
Ο Τζον Τσεν, 72 ετών, πολιτογραφημένος πολίτης των ΗΠΑ, έλαβε ποινή φυλάκισης 20 μηνών για τον ρόλο του σε ένα σχέδιο δωροδοκίας 50.000 δολαρίων υπό την καθοδήγηση ενός αξιωματούχου των κινεζικών μυστικών υπηρεσιών για την ανάκληση του μη κερδοσκοπικού καθεστώτος του Shen Yun.
Στις 12 Δεκεμβρίου, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε επίσης την σύσταση «Ομάδας Δράσης για την Αντιμετώπιση του Οικονομικού Εξαναγκασμού».
Η ειδική ομάδα θα «επιβλέπει την ανάπτυξη και την εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για την αντιμετώπιση και την αποτροπή οικονομικών πρακτικών εξαναγκασμού από χώρες που προκαλούν ανησυχία, συμπεριλαμβανομένης της ΛΔΚ».
Τα μέτρα αυτά ελήφθησαν για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του «Νόμου περί Εξουσιοδότησης της Εθνικής Άμυνας» (NDAA) για το οικονομικό έτος 2023, τον οποίο ο Μπάιντεν υπέγραψε ως νόμο τον Δεκέμβριο του 2022.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Ο Λευκός Οίκος κατηγόρησε στις 25 Ιουλίου το Ιράν ότι προωθεί και χρηματοδοτεί ορισμένες από τις φιλοπαλαιστινιακές διαμαρτυρίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Γνωρίζουμε ότι το Ιράν χρηματοδοτεί και ενθαρρύνει ορισμένες από τις δραστηριότητες διαμαρτυρίας εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο Τζον Κίρμπι, εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, σε ενημέρωση Τύπου του Λευκού Οίκου.
Το σχόλιό του απηχούσε μια πρόσφατη δήλωση της διευθύντριας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ Άβριλ Χέινς, αλλά ο κος Κίρμπι τόνισε ότι μόνο ορισμένες διαδηλώσεις επηρεάζονται από το καθεστώς της Τεχεράνης.
«Δεν πιστεύουμε ότι όλη η δραστηριότητα διαμαρτυρίας εκεί έξω σε καθημερινή βάση χρηματοδοτείται πλήρως από το Ιράν», σημείωσε.
Τα σχόλια αυτά έγιναν αφού ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, κατά τη διάρκεια ομιλίας του σε κοινή συνεδρίαση του αμερικανικού Κογκρέσου, καταδίκασε τους Αμερικανούς διαδηλωτές για βοήθεια προς το Ιράν.
Χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν γύρω από το Καπιτώλιο των ΗΠΑ, καθώς ο κος Νετανιάχου εκφωνούσε την ομιλία του στους νομοθέτες. Οι διαδηλωτές αντικατέστησαν αμερικανικές σημαίες με παλαιστινιακές και έβαλαν φωτιά σε αμερικανικές σημαίες στον σταθμό Union Station κοντά στο Καπιτώλιο.
Η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις εξέδωσε δήλωση στις 25 Ιουλίου με την οποία καταδίκασε τους διαδηλωτές.
«Χθες, στον σταθμό Union Station στην Ουάσινγκτον, είδαμε κατάπτυστες πράξεις από αντιπατριώτες διαδηλωτές και επικίνδυνη ρητορική που τροφοδοτείται από μίσος», είπε. «Καταδικάζω το κάψιμο της αμερικανικής σημαίας. Αυτή η σημαία είναι σύμβολο των υψηλότερων ιδανικών μας ως έθνος και παριστάνει την υπόσχεση της Αμερικής».
Σε δήλωσή της στις 9 Ιουλίου, η κα Χέινς προειδοποίησε ότι το Ιράν προσπαθεί να υποδαυλίσει τις διαδηλώσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες για να υποστηρίξει την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς.
«Το Ιράν γίνεται ολοένα και πιο επιθετικό στις προσπάθειες εξωτερικής επιρροής του, επιδιώκοντας να υποδαυλίσει τη διχόνοια και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς μας θεσμούς», δήλωσε η κα Χέινς. «Έχουμε παρατηρήσει παράγοντες που συνδέονται με την κυβέρνηση του Ιράν να παριστάνουν τους ακτιβιστές στο διαδίκτυο, επιδιώκοντας να ενθαρρύνουν τις διαμαρτυρίες και παρέχοντας ακόμη και οικονομική υποστήριξη στους διαδηλωτές.»
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν συναντήθηκε με τον κο Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο στις 25 Ιουλίου για να συζητήσουν για τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, εστιάζοντας στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα και την απελευθέρωση των ομήρων που κρατούνται από την τρομοκρατική οργάνωση.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο πρόεδρος Μπάιντεν τόνισε την ανάγκη να καλυφθούν τα εναπομείναντα κενά και να οριστικοποιηθεί η ειρηνευτική συμφωνία το συντομότερο δυνατό, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο.
Οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν στον Λευκό Οίκο και με τις οικογένειες των Αμερικανών ομήρων.
Η κα Χάρις είχε την ίδια ημέρα ξεχωριστή συνάντηση με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό. Η συνάντηση με τον κο Νετανιάχου απέκτησε νέα σημασία καθώς αναδείχθηκε ως η πιθανή υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία αυτή την εβδομάδα, μετά την αποχώρηση του προέδρου Μπάιντεν από την κούρσα του 2024.
Η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις εξασφάλισε έναν εντυπωσιακό κατάλογο υποστηρικτών για την υποψηφιότητά της για το προεδρικό χρίσμα μετά από την ανακοίνωση του προέδρου Τζο Μπάιντεν ότι αποχωρεί από την κούρσα του 2024.
Ο κατάλογος των υποστηρικτών της περιλαμβάνει τους προέδρους και των 50 πολιτειακών προεδρείων των κομμάτων, αντιπροσώπους του συνεδρίου από τουλάχιστον τέσσερεις πολιτείες και μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του κόμματος, όπως είναι οι Κλίντον, οι κυβερνήτες της Καλιφόρνια, της Πενσυλβάνια και του Νιου Τζέρσεϊ και ο μεγαλοχορηγός των Δημοκρατικών Άλεξ Σόρος.
Ο αυξανόμενος συνασπισμός πίσω από την κα Χάρις, ο οποίος ξεκίνησε με την υποστήριξη του προέδρου, την έχει σχεδόν εξασφαλίσει ως υποψήφια του κόμματος για να αντιμετωπίσει τον υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον Νοέμβριο.
Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να χρειαστεί να αντιμετωπίσει έναν εσωκομματικό αντίπαλο πριν οι αντιπρόσωποι των Δημοκρατικών οριστικοποιήσουν με την ψήφο τους την υποψηφιότητά της τον επόμενο μήνα. Επιπλέον, η κα Χάρις δεν έχει ακόμη ορίσει υποψήφιο σύντροφο. Την Κυριακή, μίλησε με τον κυβερνήτη της Πενσυλβάνια Τζος Σαπίρο και τον κυβερνήτη της Βόρειας Καρολίνας Ρόυ Κούπερ.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν προσέφερε την υποστήριξή του στην κα Χάρις λίγο μετά την ανακοίνωση της απόφασής του να παραδώσει τη σκυτάλη.
«Η πρώτη μου απόφαση ως υποψήφιος του κόμματος το 2020 ήταν να επιλέξω την Κάμαλα Χάρις ως αντιπρόεδρό μου. Και ήταν η καλύτερη απόφαση που πήρα», δήλωσε ο πρόεδρος στο X.
«Σήμερα θέλω να προσφέρω την πλήρη υποστήριξή μου στην Κάμαλα για την υποψηφιότητά της ως εκπρόσωπος του κόμματός μας στις προεδρικές εκλογές του 2024.»
Η κα Χάρις δήλωσε ότι είναι έτοιμη να εργαστεί για να «κερδίσει επάξια το χρίσμα».
«Θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να ενώσω το Δημοκρατικό Κόμμα και το έθνος μας, και για να νικήσω τον Ντόναλντ Τραμπ», δήλωσε η κα Χάρις. «Έχουμε 107 ημέρες μέχρι την ημέρα των εκλογών. Μαζί θα δώσουμε τη μάχη. Και μαζί θα νικήσουμε.»
Ορισμένοι χορηγοί των Δημοκρατικών, νομοθέτες και διασημότητες είχαν καλέσει τον πρόεδρο Μπάιντεν να εγκαταλείψει την υποψηφιότητα του κόμματος, μετά από την πρώτη προεδρική τηλεμαχία με τον έτερο υποψήφιο Ντόναλντ Τραμπ στις 27 Ιουνίου. Ο πρόεδρος είχε επανειλημμένα δηλώσει ότι ήταν μια «κακή βραδιά» και ότι δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένος, και αρχικά είχε δεσμευτεί να παραμείνει στην κούρσα. Εν τούτοις, περισσότεροι από τριάντα Δημοκρατικοί της Βουλής των Αντιπροσώπων και πέντε γερουσιαστές τού ζήτησαν δημοσίως να αποχωρήσει.
Ο πρόεδρος ανακοίνωσε την αποχώρησή του ενώ βρισκόταν σε αυτοαπομόνωση στο Rehoboth Beach του Ντέλαγουερ, λόγω της τρίτης κρίσης του COVID-19.
Το επόμενο βήμα
Το Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών έχει προγραμματιστεί για τις 19-22 Αυγούστου στο Σικάγο. Αρχικά, η εκδήλωση θα αποτελούσε την επικύρωση της υποψηφιότητας του προέδρου Μπάιντεν για την προεδρία. Οι σχεδόν 4.700 αντιπρόσωποι σχεδίαζαν να ψηφίσουν για τον υποψήφιο ουσιαστικά λίγο πριν από την έναρξη του συνεδρίου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει τουλάχιστον 3.896 αντιπροσώπους που έχουν δεσμευτεί να τον υποστηρίξουν μετά τη νίκη του σε όλες τις προκριματικές εκλογές και τις εκλογικές αναμετρήσεις των πολιτειών του 2024, εκτός από την επικράτεια της Αμερικανικής Σαμόα. Οι κανόνες της Δημοκρατικής Εθνικής Επιτροπής (DNC) εμποδίζουν τον πρόεδρο να τους μεταβιβάσει σε άλλον υποψήφιο, αλλά η υποστήριξή του στην κα Χάρις πιθανότατα να έχει αντίκτυπο στην επιλογή του υποψηφίου που θα υποστηρίξουν.
Παρά τα σχέδια της κας Χάρις να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία, δεν αποκλείεται να παρουσιαστούν και άλλοι υποψήφιοι κατά τη διάρκεια ή πριν από το συνέδριο.
Εάν κανένας υποψήφιος δεν λάβει αρκετές ψήφους για το χρίσμα στον πρώτο γύρο, οι ηγέτες του κόμματος και άλλες ελίτ των Δημοκρατικών, γνωστοί ως «υπερ- αντιπρόσωποι», μπορούν να ψηφίσουν στους επόμενους γύρους. Το κόμμα διαθέτει περισσότερους από 700 υπερ-αντιπροσώπους.
Το χρίσμα του αντιπροέδρου θα αποφασιστεί σε ξεχωριστή ψηφοφορία στο συνέδριο. Κανονικά, το συνέδριο εγκρίνει την επιλογή του αντιπροέδρου από τον υποψήφιο πρόεδρο. Εάν η κα Χάρις λάβει γρήγορα την υποστήριξη όλων των υποψήφιων αντιπροσώπων, θα μπορούσε να ορίσει έναν υποψήφιο αντιπρόεδρο και οι αντιπρόσωποι να τον επικυρώσουν.
Ωστόσο, εάν η επιλογή του προεδρικού υποψηφίου εξελιχθεί σε μια παρατεταμένη μάχη, η αντιπροεδρία θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος των διαπραγματεύσεων των υποψηφίων.
Χρηματοδότηση και νομικά ζητήματα
Η προεκλογική εκστρατεία του προέδρου Μπάιντεν ανέφερε πρόσφατα ότι διαθέτει στο ταμείο της περισσότερα από 91 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά. Με τις συνεισφορές από άλλες συμμαχικές επιτροπές εκστρατείας των Δημοκρατικών, το σύνολο ξεπερνά τα 240 εκατομμύρια δολάρια.
Η ActBlue, μια επιτροπή πολιτικής δράσης και πλατφόρμα συγκέντρωσης κεφαλαίων, ανακοίνωσε ότι, από τη στιγμή της εξαγγελίας της υποψηφιότητάς της, η νέα προεδρική εκστρατεία της κας Χάρις έχει συγκεντρώσει περισσότερα από 27,5 εκατομμύρια δολάρια.
«Οι δωρεές μικροποσών στο ActBlue, μέσα στις πέντε πρώτες ώρες της προεδρικής εκστρατείας της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις, ανέρχονται σε πάνω από 27,5 εκατομμύρια δολάρια», ανέφερε το ActBlue στο X.
«Οι οπαδοί της βάσης είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να την υποστηρίξουν ως υποψήφια των Δημοκρατικών.»
Ωστόσο, εμπειρογνώμονες σε θέματα χρηματοδότησης εκστρατειών αναφέρουν ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν περιορισμοί στον τρόπο με τον οποίο θα δαπανηθούν αυτά τα χρήματα με έναν νέο υποψήφιο. Δεδομένου ότι το όνομα της κας Χάρις ήταν στην εκστρατεία δίπλα στο όνομα του προέδρου Μπάιντεν, θα μπορούσε να αξιοποιήσει όλο το κεφάλαιο για τη δική της εκστρατεία. Εάν το κόμμα συσπειρωθεί γύρω από έναν νέο υποψήφιο, θα μπορούσαν να υπάρξουν περιορισμοί στο πώς θα δαπανηθούν αυτά τα χρήματα.
Νομικοί εμπειρογνώμονες λένε ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για μια ανεξάρτητη επιτροπή πολιτικής δράσης, αλλά το υπόλοιπο δεν μπορεί απλώς να μεταφερθεί σε έναν διαφορετικό υποψήφιο.
Περαιτέρω εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι Δημοκρατικοί στην αντικατάσταση του υποψηφίου του κόμματος είναι οι ομοσπονδιακές και πολιτειακές νομικές προκλήσεις. Κάθε πολιτεία ορίζει ξεχωριστά τον τρόπο με τον οποίο τα κόμματα πρέπει να επιλέγουν τους υποψηφίους τους για την προεδρία, και πολιτείες όπως το Οχάιο και η Αλαμπάμα έπρεπε ήδη να βρουν νομοθετικές λύσεις για να διασφαλίσουν ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν θα εμφανιστεί στα ψηφοδέλτια της πολιτείας φέτος λόγω των προθεσμιών πιστοποίησης.
Ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάικ Τζόνσον (Ρ-Λουιζιάνα) δήλωσε σε συνέντευξή του στο CNN την Κυριακή ότι οι Δημοκρατικοί θα έχουν «πραγματικά προβλήματα» εάν αντικαταστήσουν τον πρόεδρο Μπάιντεν ως υποψήφιο του κόμματος φέτος.
«Θέλω να πω, κάθε πολιτεία έχει το δικό της εκλογικό σύστημα. Αυτό είναι το συνταγματικό μας σύστημα», είπε.
«Αυτός είναι ο τρόπος που γίνεται. Και σε ορισμένες από αυτές τις πολιτείες, είναι ένα πραγματικό εμπόδιο».
Ο πολιτικός στρατηγιστής Κρίστοφερ Μπρους δήλωσε στους Epoch Times ότι «οι Δημοκρατικοί πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ρεπουμπλικάνων και να ενωθούν».
«Οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι πολύ απρόβλεπτες. Αυτό έχει να συμβεί από το 1968, πιστεύω», είπε.
«Δεν είναι πλέον το ευρύ κοινό ή ακόμη και γενικά οι Δημοκρατικοί που θα εκλέξουν τους υποψηφίους τους. Τώρα, αυτό γίνεται προς τους αντιπροσώπους», δήλωσε ο κος Μπρους.
«Οι αντιπρόσωποι αποφασίζουν. Δεν θα έχουμε πια αυτή τη διαδικασία προκριματικών ανά πολιτεία, κάτι που δεν είναι ακριβώς ο πιο δημοκρατικός τρόπος να γίνονται τα πράγματα. Αλλά με τις εκλογές τόσο κοντά, η Δημοκρατική Εθνική Επιτροπή πρέπει, με κάποιον τρόπο, να επιλέξει έναν υποψήφιο».
Ο κος Μπρους είπε ότι αν η κα Χάρις περάσει, «θα υπάρξει μεγάλη αναστάτωση στη μαύρη κοινότητα».
«Η Μπάιντεν-Χάρις είναι μια διαφορετική νομική οντότητα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης πηγαίνει στη Δημοκρατική Εθνική Επιτροπή», δήλωσε ο κος Μπρους, ο οποίος είναι επίσης δικηγόρος. «Υπάρχουν τρόποι να το παρακάμψουμε, αλλά δεν θα έλεγα ότι είναι εύκολο».
Ο κος Μπρους δήλωσε ότι είναι ζωτικής σημασίας για την κα Χάρις να επιλέξει τον υποψήφιο σύντροφό της το συντομότερο δυνατόν, ώστε οι αντιπρόσωποι να ενημερωθούν για την επιλογή του αντιπροέδρου.
Ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Εθνικής Επιτροπής Χάιμε Χάρισον δήλωσε την Κυριακή ότι «το έργο που πρέπει να γίνει τώρα, αν και πρωτοφανές, είναι σαφές».
«Τις επόμενες ημέρες, το κόμμα θα αναλάβει μια διάφανη και ομαλή διαδικασία για να προχωρήσει μπροστά», ανέφερε ο κος Χάρισον σε δήλωσή του, με «έναν υποψήφιο που μπορεί να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο».
Σημείωσε, επίσης, ότι «σε σύντομο χρονικό διάστημα, ο αμερικανικός λαός θα ενημερωθεί από το Δημοκρατικό Κόμμα για τα επόμενα βήματα και την πορεία της διαδικασίας ανάδειξης των υποψηφίων».
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν απευθύνθηκε στο έθνος στις 14 Ιουλίου από το Οβάλ Γραφείο, τονίζοντας την ανάγκη να ‘πέσουν οι τόνοι στην πολιτική μας’ μετά την απόπειρα δολοφονίας του πολιτικού του αντιπάλου στις εκλογές του 2024, του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
«Δεν είμαστε εχθροί. Είμαστε γείτονες ή φίλοι, συνάδελφοι, πολίτες και πάνω από όλα, είμαστε φίλοι Αμερικανοί», είπε ο πρόεδρος. «Πρέπει να είμαστε ενωμένοι.»
Αυτή ήταν η πρώτη του εμφάνιση στο Οβάλ Γραφείο από τις 7 Οκτωβρίου 2023, μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ. Μίλησε για μόλις πάνω από 6 λεπτά, αναφέροντας πως η πολιτική ρητορική στην χώρα «έχει υπερθερμανθεί» και ότι «είναι ώρα να ηρεμήσουμε».
Οι πυροβολισμοί, σημείωσε, καλούν τους Αμερικάνους να «κάνουν ένα βήμα πίσω, να δουν που βρισκόμαστε και πώς προχωράμε από εδώ και πέρα».
Ο πρόεδρος επανέλαβε την καταδίκη της επίθεσης, λέγοντας: «Δεν υπάρχει χώρος στην Αμερική για αυτού του είδους τη βία ή για οποιαδήποτε βία. Τελεία. Χωρίς εξαιρέσεις.»
«Η δύναμη για την αλλαγή της Αμερικής θα πρέπει πάντα να είναι στα χέρια του λαού – όχι στα χέρια επίδοξων δολοφόνων», πρόσθεσε ο πρόεδρος.
Οι αρχές ταυτοποίησαν τον νεκρό σκοπευτή ως τον 20χρονο Τόμας Μάθιου Κρουκς από το Μπέθεν Παρκ της Πενσυλβανίας. Σύμφωνα με τις Μυστικές Υπηρεσίες, ο Κρουκς πυροβόλησε πολλές φορές από υψηλή θέση, κοντά στο σημείο της συγκέντρωσης, προτού σκοτωθεί από τους πράκτορες των Μυστικών Υπηρεσιών.
Μια σφαίρα τρύπησε το δεξί αυτί του πρώην προέδρου Τραμπ. Ο πιθανός Ρεπουμπλικανός υποψήφιος πρόεδρος έκανε έκκληση για ενότητα στις 14 Ιουλίου, προσθέτοντας ότι πιστεύει πως ο Θεός τού έσωσε την ζωή. Ένας παρευρισκόμενος στη συγκέντρωση, ο Κόρεϋ Κομπερατόρε, πυροσβέστης και πατέρας δύο παιδιών, σκοτώθηκε στην επίθεση, ενώ άλλοι δύο τραυματίστηκαν σοβαρά.
«Η διαφωνία είναι αναπόφευκτη στην αμερικανική δημοκρατία. Είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Η πολιτική, όμως, δεν πρέπει ποτέ να γίνει ένα μικρό πεδίο μάχης ούτε, Θεός φυλάξοι, ένα πεδίο θανάτου», είπε ο πρόεδρος Μπάιντεν κατά την πρόσφατη ομιλία του από το Οβάλ Γραφείο.
Είχε μιλήσει προηγουμένως στον Τύπο από το Δωμάτιο Ρούσβελτ στον Λευκό Οίκο, δηλώνοντας ότι ζήτησε να γίνει «ανεξάρτητη αναθεώρηση» της ασφάλειας για τη συγκέντρωση στην Πενσυλβανία. Υποσχέθηκε να μοιραστεί τα αποτελέσματα της έρευνας με το κοινό.
Ο πρόεδρος είπε πως το FBI διεξάγει τη δική του έρευνα, η οποία είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο, και παρότρυνε τον κόσμο να μην σπεύσει σε συμπεράσματα.
«Δεν γνωρίζουμε το κίνητρο του σκοπευτή ακόμη ούτε τις απόψεις του ούτε τις σχέσεις του», είπε ο πρόεδρος κατά την ομιλία του από το Οβάλ Γραφείο.
Κατηύθυνε επίσης τις Μυστικές Υπηρεσίες να αναθεωρήσουν όλα τα μέτρα ασφαλείας για την Ρεπουμπλικανική Εθνική Συνέλευση, η οποία θα ξεκινούσε στις 14 Ιουλίου στο Μιλγουόκι. Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ είπε πως θα παρευρεθεί στη συνέλευση παρόλα αυτά, και πως είναι καιρός να αποδεχθεί την επίσημη υποψηφιότητά του για να κατέβει στις εκλογές για δεύτερη φορά στον Λευκό Οίκο στις 18 Ιουλίου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέβαλε το ταξίδι του της 15ης Ιουλίου στο Ώστιν του Τέξας, όπου ήταν προγραμματισμένο να σχολιάσει τον εορτασμό της μνήμης της 60ης επετείου του Νόμου περί Πολιτικών Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος θα συνέχιζε να λαμβάνει ενημερώσεις στην Αίθουσα Συναντήσεων το πρωί της Τρίτης, προτού κατευθυνθεί προς το Λας Βέγκας.
Επιπλέον, η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις ανέβαλλε το προγραμματισμένο της ταξίδι για την προεκλογική εκστρατεία στη Νότια Φλόριδα της 14ης Ιουλίου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν είπε νωρίτερα πως μίλησε με τον προκάτοχό του το βράδυ μετά το συμβάν, περιγράφοντας την κλήση ως «σύντομη αλλά θετική».
Ο πρόεδρος εξέφρασε, επίσης, τα συλλυπητήρια του στην οικογένεια του ανθρώπου που σκοτώθηκε κατά το συμβάν.
Σύμφωνα τον κυβερνήτη της Πενσυλβανίας Τζος Σαπίρο, ο κος Κομπερατόρε θυσιάστηκε για να προστατεύσει την οικογένεια του από τους πυροβολισμούς.
ΜΠΑΡΙ, Ιταλία-Η σύνοδος κορυφής της G7 των επτά πλουσιότερων δημοκρατιών του κόσμου ολοκληρώθηκε στις 15 Ιουνίου, με ενιαίες αποφάσεις και δράσεις που υπογράμμισαν τη σταθερή τους στάση έναντι της Κίνας και της Ρωσίας.
Ενώ αντιμετώπισαν διάφορες παγκόσμιες προκλήσεις, οι ηγέτες συνάντησαν πολλές τριβές για ένα αμφιλεγόμενο θέμα: πώς να αντιμετωπίσουν την άμβλωση στο ανακοινωθέν τους, το οποίο χρησιμεύει ως τελική δήλωση της συνόδου κορυφής.
Οι ηγέτες της G7 συγκεντρώθηκαν στις 13 Ιουνίου στο νότιο ιταλικό παραθαλάσσιο θέρετρο Borgo Egnazia για την 50ή σύνοδο κορυφής τους.
Το ανακοινωθέν που κυκλοφόρησε φέτος σηματοδότησε μια αξιοσημείωτη αλλαγή σε σχέση με τις δηλώσεις των προηγούμενων ετών, αντανακλώντας μια πιο διεκδικητική στάση απέναντι στην Κίνα.
Οι ηγέτες της G7 εξέφρασαν «βαθιά ανησυχία» για την υποστήριξη που παρέχει το Πεκίνο στη στρατιωτικο-βιομηχανική βάση της Ρωσίας, προτρέποντας την Κίνα να σταματήσει να μεταφέρει αγαθά διπλής χρήσης, όπως εξαρτήματα όπλων και εξοπλισμό, που χρησιμοποιούνται από τη ρωσική βιομηχανία.
Οι ηγέτες της G7 δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν να «λαμβάνουν μέτρα κατά φορέων στην Κίνα» που βοηθούν σημαντικά την πολεμική μηχανή της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων τραπεζών και άλλων οντοτήτων.
Το ανακοινωθέν κατέδειξε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είναι επιτέλους πρόθυμες να ευθυγραμμιστούν με τη μακροχρόνια θέση των ΗΠΑ για την Κίνα, παρά την υψηλή οικονομική τους εξάρτηση από την κομμουνιστική χώρα. Αυτό περιλαμβάνει τη δέσμευση να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της βιομηχανικής πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας της Κίνας, το οποίο καταπνίγει την καινοτομία στις δυτικές χώρες.
«Θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε μέτρα, όπως είναι απαραίτητο και κατάλληλο, για να προστατεύσουμε τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις μας από αθέμιτες πρακτικές», δήλωσαν οι ηγέτες.
Όταν ρωτήθηκε για τον λόγο αυτής της αλλαγής στην πολιτική της Κίνας, ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι οι ηγέτες της G7 έχουν πλέον καλύτερη κατανόηση της φιλοδοξίας του επικεφαλής της Κίνας Σι Τζινπίνγκ να «αποκαταστήσει την κυριαρχία της Κίνας», ιδίως στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και ενδεχομένως και πέραν αυτής.
Η νίκη του Μπάιντεν
Όταν οι ηγέτες της G7 συγκλήθηκαν για πρώτη φορά, η κύρια εστίασή τους ήταν να συμφωνήσουν σε ένα σχέδιο για τη χρήση των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την παροχή δανείων στην Ουκρανία, ένα θέμα που συγκέντρωσε σημαντική προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης. Πριν από τη σύνοδο κορυφής, Αμερικανοί αξιωματούχοι προσπάθησαν να μειώσουν τις προσδοκίες για να αποφύγουν πιθανή απογοήτευση.
Κατά την εναρκτήρια ημέρα της συνόδου κορυφής, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν «βάλει πολλή ενέργεια και προσπάθεια» για το σχέδιο.
Αφού οι ηγέτες δήλωσαν ότι επιτέλους κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, ο πρόεδρος Μπάιντεν βρήκε την ευκαιρία να στείλει ένα μήνυμα στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, δηλώνοντας: «Δεν μπορεί να μας καθυστερεί, δεν μπορεί να μας διχάσει».
Τα σχόλιά του έγιναν κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου στις 13 Ιουνίου με τον Ουκρανό ομόλογό του, Βολοντιμίρ Ζελένσκι.
Με αυτή τη συμφωνία, οι τεχνικές λεπτομέρειες της οποίας ακόμη επεξεργάζονται, ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε επίσης την ευκαιρία να στείλει ένα μήνυμα στους Αμερικανούς φορολογούμενους που είναι κουρασμένοι από την αποστολή δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Ουκρανία. Σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους, η G7 «βάζει τη Ρωσία να πληρώσει» για τον πόλεμο στην Ουκρανία και όχι τους φορολογούμενους.
Ωστόσο, ο πρόεδρος Μπάιντεν έφτασε στη σύνοδο κορυφής με άδεια χέρια, χωρίς να προσφέρει κανένα θετικό νέο σχετικά με το ειρηνευτικό σχέδιο για τη Γάζα. Ενημέρωσε τους ηγέτες της G7 για τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής. Εν τω μεταξύ, έμαθε ότι η Χαμάς απέρριψε μια πρόταση που υποστηρίχθηκε από την Αμερική.
Στις 13 Ιουνίου, όταν οι δημοσιογράφοι ρώτησαν αν θα επιτευχθεί σύντομα ειρηνευτική συμφωνία για τη Γάζα, ο Πρόεδρος Μπάιντεν είπε: «Όχι», προσθέτοντας: «Δεν έχω χάσει την ελπίδα».
Κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής, τα μέσα ενημέρωσης έγιναν μάρτυρες της αλλαγής της διάθεσης του Προέδρου Μπάιντεν, καθώς επέκρινε έναν δημοσιογράφο που έκανε ερώτηση για τη Γάζα κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου με τον Ουκρανό πρόεδρο.
«Μακάρι να παίζατε λίγο με τους κανόνες. Είμαι εδώ για να μιλήσω για μια κρίσιμη κατάσταση στην Ουκρανία», είπε στους δημοσιογράφους, ζητώντας τους να αφήσουν τις ερωτήσεις τους σχετικά με τη Γάζα για αργότερα.
Στην τελική δήλωση της συνόδου κορυφής, οι ηγέτες εξέφρασαν την ενότητά τους στην υποστήριξή τους για άμεση κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, την απελευθέρωση όλων των ομήρων και την πορεία προς μια λύση δύο κρατών.
Διαμάχη για την άμβλωση
Παρά την επίδειξη ενότητας για την αντιμετώπιση πολλών παγκόσμιων κρίσεων στη σύνοδο κορυφής, ένα θέμα έχει διασπάσει αυτή την ενότητα: οι αμβλώσεις.
Διπλωματικές πηγές διέρρευσαν στα μέσα ενημέρωσης ότι η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, οικοδέσποινα της συνόδου, προσπαθούσε να αφαιρέσει κάθε αναφορά στην άμβλωση από την τελική δήλωση της συνόδου.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν φέρεται να διαφώνησε με τις προσπάθειες της κ. Μελόνι, απαιτώντας μια σαφή αναφορά στα «αναπαραγωγικά δικαιώματα», που να συνάδει τουλάχιστον με το περσινό ανακοινωθέν.
Η ένταση έγινε γνωστή κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Ιουνίου, όταν ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος υπέστη βαριά ήττα στις πρόσφατες ευρωεκλογές, επέκρινε την ιταλική κυβέρνηση επειδή δεν προστατεύει το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση.
Σε απάντηση, η κ. Μελόνι κατηγόρησε τον Γάλλο πρόεδρο ότι χρησιμοποιεί το φόρουμ της G7 ως προεκλογική εκστρατεία για να κερδίσει πολιτικούς πόντους, χωρίς να αναφέρει το όνομά του.
Οι τεταμένες σχέσεις μεταξύ του Γάλλου και του Ιταλού ηγέτη ήταν εμφανείς κατά τη διάρκεια της χειραψίας τους στη σύνοδο κορυφής, με ένα βίντεο μιας συνάντησης να γίνεται γρήγορα γνωστό στο διαδίκτυο.
Η ηγέτιδα της Ιταλίας κατάφερε να διαγράψει την αναφορά της «πρόσβασης σε ασφαλείς και νόμιμες αμβλώσεις» από την τελική δήλωση, αποδεικνύοντας την ισχυρή επιρροή της ως οικοδέσποινα.
Όταν ρωτήθηκε αν ο πρόεδρος Μπάιντεν ήταν ικανοποιημένος με την ορολογία που συμπεριλήφθηκε στην τελική δήλωση, ο αξιωματούχος δήλωσε ότι ο πρόεδρος «υποστηρίζει πλήρως την ορολογία».
ΠΟΥΛΙΑ, Ιταλία – Οι ηγέτες της G7 κατέληξαν σε συμφωνία στις 13 Ιουνίου για τη χρήση των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης υποστήριξής τους στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η G7 θα παράσχει στην Ουκρανία δάνειο χρησιμοποιώντας ως εγγύηση τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Το συνολικό ποσό είναι ασαφές προς το παρόν, αλλά μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί για 50 δισεκατομμύρια δολάρια. Το ρίσκο θα μοιραστεί μεταξύ των άλλων χωρών της G7.
Ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν δήλωσαν στους δημοσιογράφους ότι το δάνειο θα ξεκινήσει φέτος και τόνισαν ότι έτσι ουσιαστικά η Ρωσία πληρώνει το δάνειο και όχι οι φορολογούμενοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις χώρες της G7.
«Η Ρωσία πληρώνει», δήλωσε ένας ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης. «Το εισόδημα προέρχεται από τη ροή των τόκων επί των ακινητοποιημένων περιουσιακών στοιχείων, και αυτός είναι ο μόνος δίκαιος τρόπος αποπληρωμής. Η αρχή παραμένει ανέγγιχτη προς το παρόν. Αλλά έχουμε την ευχέρεια να κατασχέσουμε το κεφάλαιο αργότερα, αν υπάρχει η πολιτική βούληση.»
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με ανάρτησή του στο Χ, είχε εκφράσει την ελπίδα ότι η συμφωνία για τα περιουσιακά στοιχεία θα οριστικοποιηθεί την Πέμπτη.
«Όλος ο ουκρανικός λαός, περιλαμβανομένων των πολεμιστών μας, βλέπουν ότι η G7 θα υποστηρίζει πάντα την Ουκρανία», έγραψε. «Είμαι ευγνώμων στους εταίρους μας για την πίστη τους σε εμάς και τη νίκη μας.»
Κατά την προετοιμασία της κρίσιμης συνόδου κορυφής, οι υπουργοί Οικονομικών της G7 διεξήγαγαν συζητήσεις σχετικά με τη νομιμότητα της χρήσης δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων αξίας περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που φυλάσσονται σε ευρωπαϊκούς λογαριασμούς, ως εγγύηση για την παροχή δανείου στην Ουκρανία για την ανοικοδόμηση. Κύριος πολέμιος του σχεδίου θεωρείται η Γαλλία.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέφερε πριν αναχωρήσει από τη Γαλλία την περασμένη εβδομάδα ότι είχε καταλήξει σε συμφωνία με τον κο Μακρόν σχετικά με το σχέδιο χρήσης των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων.
Όταν ρωτήθηκε πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες μπόρεσαν να υπερκεράσουν τις ανησυχίες του Γάλλου προέδρου, ο ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης απάντησε ότι ρώτησαν ποια είναι η εναλλακτική λύση εάν η Ουκρανία δεν χρηματοδοτείται επαρκώς.
«Ποιο θα ήταν το ανατριχιαστικό αποτέλεσμα σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο», ρώτησε. «Ποιο θα ήταν το μήνυμα προς τους ‘μονοκράτορες’, ότι μπορούν να επανασχεδιάσουν τα σύνορα με τη βία; Αυτά είναι τα κόστη, νομίζω, που όλοι συμφωνήσαμε ότι είναι απαράδεκτα, και γι’ αυτό ενεργήσαμε.»
Ο ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης δήλωσε επίσης ότι τα κεφάλαια θα πάνε σε πολλαπλούς προορισμούς στην Ουκρανία, περιλαμβανομένης της ανθρωπιστικής βοήθειας και της στήριξης της ανοικοδόμησης. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι υπήρχαν «ορισμένες δικαιοδοσίες” που θα προτιμούσαν τα χρήματα να διατεθούν για στρατιωτική υποστήριξη.
Η συμφωνία επετεύχθη μία ημέρα αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν την επιβολή διευρυμένων κυρώσεων σε περισσότερες από 300 οργανώσεις και φυσικά πρόσωπα, με σκοπό να «αυξήσουν τους κινδύνους που αναλαμβάνουν τα ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όταν συναλλάσσονται με την πολεμική οικονομία της Ρωσίας», σύμφωνα με τον Αμερικανό σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Τζέικ Σάλλιβαν.
Μετά από τις συναντήσεις του με τους ηγέτες της G7 στις 13 Ιουνίου, ο πρόεδρος Μπάιντεν θα υπογράψει μια 10ετή διμερή συμφωνία ασφαλείας με τον κο Ζελένσκι, σηματοδοτώντας τη σταθερή δέσμευση των ΗΠΑ να στηρίξουν την εμπόλεμη χώρα ενάντια στη ρωσική επιθετικότητα.
Πρόκειται για την 50ή σύνοδο κορυφής των ηγετών των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας, της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας, της Ιταλίας και του Καναδά – των επτά πιο προηγμένων οικονομιών στον κόσμο – και, μαζί με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, οι συζητήσεις αναμένεται να καλύψουν επίσης τον πόλεμο στη Γάζα, την οικονομική ασφάλεια, την τεχνητή νοημοσύνη, τη μετανάστευση, την κλιματική αλλαγή και την επισιτιστική ασφάλεια.
Το άρθρο περιέχει νέες ειδήσεις και αναμένεται να ενημερωθεί.
Μια σημαντική είδηση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού έκλεψε τις εντυπώσεις στη φετινή ετήσια σύνοδο κορυφής στο Νταβός της Ελβετίας, όπου οι πλουσιότεροι και ισχυρότεροι άνθρωποι του κόσμου συγκεντρώθηκαν για να συζητήσουν τις παγκόσμιες προκλήσεις.
Η νίκη-ρεκόρ του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Αϊόβα στις 15 Ιανουαρίου έγινε το θέμα συζήτησης στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) στο χιονοδρομικό χωριό των Άλπεων. Σύμφωνα με ορισμένους παρατηρητές, το ζήτημα της πιθανής επιστροφής του στον Λευκό Οίκο κυριάρχησε στις συζητήσεις στα δείπνα και τα πάρτι καθ’ όλη τη διάρκεια της συνόδου κορυφής, επισκιάζοντας ακόμη και τα πιο πιεστικά παγκόσμια ζητήματα.
Χιλιάδες εκπρόσωποι της παγκόσμιας ελίτ, μεταξύ των οποίων διευθύνοντες σύμβουλοι, τραπεζίτες και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, συγκεντρώθηκαν στο Νταβός για την 54η ετήσια συνάντηση του WEF από τις 15 έως τις 19 Ιανουαρίου. Μεταξύ των συμμετεχόντων, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ άσκησε ανοιχτή κριτική στον πρώην πρόεδρο.
«Όλοι μας ανησυχούμε γι’ αυτό, επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη οικονομία, η μεγαλύτερη αμυντική χώρα στον κόσμο και έχει υπάρξει φάρος της δημοκρατίας, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά της», δήλωσε όταν ρωτήθηκε για τις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές κατά τη διάρκεια συνέντευξης στο Bloomberg στις 17 Ιανουαρίου.
«Πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί».
Η κ. Λαγκάρντ, η οποία διετέλεσε επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, χαρακτήρισε τον Ντόναλντ Τραμπ σαφή «απειλή» για την Ευρώπη κατά τη διάρκεια πρόσφατης συνέντευξης στο France 2, λόγω της στάσης του σχετικά με τους δασμούς, το ΝΑΤΟ και την κλιματική αλλαγή.
Την τελευταία ημέρα της συνόδου κορυφής, εκτίμησε ότι η πιο αποτελεσματική στρατηγική της Ευρώπης για να προετοιμαστεί για μια ενδεχόμενη επιστροφή του Τραμπ είναι να περάσει στην επίθεση.
«Η καλύτερη άμυνα, αν θέλουμε να το δούμε έτσι, είναι η επίθεση», δήλωσε κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης σε πάνελ στις 19 Ιανουαρίου. «Για να επιτεθείς σωστά, πρέπει να είσαι δυνατός στο εσωτερικό. Έτσι, το να είσαι ισχυρός σημαίνει να έχεις μια ισχυρή, σε βάθος αγορά, να έχεις μια πραγματική ενιαία αγορά».
Ο Φιλίπ Χίλντεμπραντ, πρώην επικεφαλής της ελβετικής κεντρικής τράπεζας και νυν αντιπρόεδρος της BlackRock, εξέφρασε παρόμοιες απόψεις για τις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές.
«Ξέρετε, το έχουμε ξαναπεράσει, επιζήσαμε, οπότε θα δούμε τι σημαίνει», δήλωσε ο κ. Χίλντεμπραντ στο Bloomberg στο Νταβός. «Σίγουρα, από μια ευρωπαϊκή προοπτική, από ένα είδος παγκοσμιοποιητικής, ατλαντικής προοπτικής, είναι φυσικά μια μεγάλη ανησυχία».
Ο Γκόρντον Μπράουν, πρώην πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, εξέφρασε παρόμοια συναισθήματα.
«Ανησυχώ για την απειλή μιας προεδρίας Τραμπ», δήλωσε στο CNBC στο ελβετικό χιονοδρομικό κέντρο στις 17 Ιανουαρίου.
«Λέει ότι θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα Ουκρανίας-Ρωσίας σε μια μέρα. Αλλά αν το πρόβλημα Ουκρανία-Ρωσία λυθεί εις βάρος της Ουκρανίας και θεωρηθεί ως νίκη του Πούτιν, τότε το πλήγμα στην ευρωπαϊκή αυτοπεποίθηση θα είναι απολύτως τεράστιο».
Όφελος εκστρατείας;
Οι ανησυχίες σχετικά με την πιθανή επιστροφή του πρώην προέδρου στον Λευκό Οίκο επεκτάθηκαν πέρα από το Νταβός.
Ο Γκάι Βερχόφσταντ, πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου και νυν μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξέφρασε παρόμοιες ανησυχίες μετά τη νίκη του Τραμπ στην Αϊόβα.
«Οι Ρεπουμπλικάνοι στέλνουν ένα μήνυμα στον κόσμο: η δημοκρατία μάχεται για την επιβίωση… Το παράθυρο κλείνει και για την Ευρώπη», έγραψε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X στις 16 Ιανουαρίου.
Ο Ρίτσαρντ Ντίρλοβ, πρώην επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε πρόσφατα ότι η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να αποτελέσει «πολιτική απειλή» για το Ηνωμένο Βασίλειο και το ΝΑΤΟ.
«Πρέπει να προσθέσετε μια πολιτική απειλή, για την οποία ανησυχώ, η οποία είναι η επανεκλογή του Τραμπ … η οποία νομίζω ότι, για την εθνική ασφάλεια του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι προβληματική», δήλωσε στο Sky News στις 14 Ιανουαρίου. «Διότι αν ο Τραμπ, όπως ήταν, ενεργήσει βιαστικά και βλάψει την ατλαντική συμμαχία, αυτό είναι μεγάλη υπόθεση για το Ηνωμένο Βασίλειο».
Ο κος Τραμπ έχει συχνά εκφράσει τις ανησυχίες του για τη μεγάλη εξάρτηση του ΝΑΤΟ από τις Ηνωμένες Πολιτείες και προέτρεψε τα κράτη μέλη να αυξήσουν τις συνεισφορές τους στις αμυντικές δαπάνες.
Ο Μπράιαν Σέιτσικ, Ρεπουμπλικανός στρατηγικός αναλυτής και πρώην μέλος του επιτελείου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, δήλωσε ότι πιστεύει ότι οι δηλώσεις που έγιναν από τις «παγκόσμιες ελίτ» στη συνάντηση του Νταβός θα μπορούσαν να ωφελήσουν την εκστρατεία του πρώην προέδρου.
«Είτε μας αρέσει είτε όχι, δεν είναι οπαδοί του Τραμπ. Ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι», δήλωσε ο κ. Σέιτσικ στους Epoch Times.
«Οι άνθρωποι που μιλάνε για την κλιματική αλλαγή και κηρύττουν την κοσμοθεωρία τους για την κλιματική αλλαγή, ενώ παίρνουν ιδιωτικά αεροπλάνα για μια πολυτελή ευρωπαϊκή πόλη, δεν είναι πραγματικά αυτό στο οποίο επικεντρώνονται ιδιαίτερα οι βασικοί ταλαντευόμενοι ψηφοφόροι στη Τζόρτζια, το Μίσιγκαν, την Πενσυλβάνια και την Αριζόνα αυτές τις μέρες».
Ο Τζέιμι Ντάιμον επαινεί τον Τραμπ
Κατά τη διάρκεια μιας μάλλον απροσδόκητης στιγμής στο Νταβός, ο Τζέιμι Ντάιμον, διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan, αναστάτωσε τα πνεύματα, χαιρετίζοντας τις πολιτικές του πρώην προέδρου Τραμπ και προτρέποντας τους Δημοκρατικούς να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους απέναντι στους Ρεπουμπλικάνους “MAGA”.
«Μακάρι οι Δημοκρατικοί να σκέφτονταν λίγο πιο προσεκτικά όταν μιλούν περί MAGA», δήλωσε στις 17 Ιανουαρίου κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο CNBC στο Νταβός.
«Νομίζω ότι αυτή η αρνητική συζήτηση για τους MAGA θα βλάψει την προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν».
Τα σχόλια του κ. Ντάιμον ήρθαν δύο ημέρες μετά την επικράτηση του πρώην προέδρου έναντι των Ρεπουμπλικανών ανταγωνιστών του στις εκλογές της Αϊόβα.
«Κάντε ένα βήμα πίσω, να είστε ειλικρινείς. Είχε κάπως δίκιο για το ΝΑΤΟ και κάπως δίκιο για τη μετανάστευση. Ανέπτυξε την οικονομία αρκετά καλά. Το εμπόριο και η φορολογική μεταρρύθμιση λειτούργησαν. Είχε δίκιο για την Κίνα», δήλωσε ο κ. Ντάιμον.
«Δεν είχε άδικο για ορισμένα από αυτά τα κρίσιμα ζητήματα και γι’ αυτό τον ψήφισαν».
Τον Νοέμβριο του 2023, ο κ. Ντάιμον, ο οποίος κάνει δωρεές κυρίως στο Δημοκρατικό Κόμμα, προέτρεψε όλους, συμπεριλαμβανομένων των Δημοκρατικών, να υποστηρίξουν την υποψήφια των Ρεπουμπλικανών για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών Νίκι Χέιλι, υποστηρίζοντας ότι θα αποτελούσε ισχυρότερη εναλλακτική λύση έναντι του πρώην προέδρου.
Ο Μάικ Ο’Σάλιβαν, πρώην επικεφαλής επενδύσεων στην Credit Suisse, δήλωσε ότι πιστεύει ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι εταιρικοί ηγέτες «δικαίως ανησυχούν» για μια δεύτερη θητεία του Τραμπ.
Ο κ. Ο’Σάλιβαν διετέλεσε μέλος του Συμβουλίου για τη Νέα Οικονομία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Είναι επίσης συγγραφέας του βιβλίου “The Levelling: What’s Next After Globalization”, ενός βιβλίου που εξετάζει πώς η παγκοσμιοποίηση έχει φτάσει στο τέλος της και δίνει τη θέση της σε μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων με γνώμονα τις αξίες.
«Ο Τραμπ έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνει πρόεδρος από ό,τι είχε στην πρώτη του εκστρατεία», δήλωσε ο κ. Ο’Σάλιβαν στους Epoch Times σε ηλεκτρονικό μήνυμα.
«Κυβερνήσεις και εταιρείες ανησυχούν δικαίως για το πώς θα μπορούσε να υπονομεύσει το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και το μοναδικό οικονομικό καθεστώς της Αμερικής», είπε.
Ωστόσο, η ατμόσφαιρα μεταξύ των ηγετών των αμερικανικών επιχειρήσεων που συμμετείχαν στο φόρουμ ήταν πολύ διαφορετική- ορισμένοι απέρριψαν ιδιαιτέρως τις ανησυχίες που εξέφρασαν οι Ευρωπαίοι.
«Θα κερδίσει την προεδρία», δήλωσε ένας διευθύνων σύμβουλος αμερικανικής τράπεζας στο CNBC. «Πολλές από τις πολιτικές του ήταν σωστές».
Ένας άλλος διακεκριμένος επιχειρηματικός ηγέτης δήλωσε κατ’ ιδίαν ότι οι Ευρωπαίοι δεν κατανοούν τους ελέγχους και τις ισορροπίες που έχει ενσωματώσει η κυβέρνηση των ΗΠΑ.
«Είναι σωστό να είμαστε προσεκτικοί, αλλά δεν θα είναι το τέλος του κόσμου», είπε.
Η ομιλία του Τραμπ στο Νταβός
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Ντόναλντ Τραμπ ταξίδεψε στο Νταβός δύο φορές, το 2018 και το 2020, για να συμμετάσχει στις συναντήσεις του WEF. Στην εναρκτήρια ομιλία του το 2020, αναφέρθηκε στις προστατευτικές εμπορικές πολιτικές του και στη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών ως του μεγαλύτερου παραγωγού πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο.
Εξέφρασε επίσης ανοιχτά τον σκεπτικισμό του απέναντι στην κλιματική αλλαγή, βάζοντας στο στόχαστρο αυτό που αποκάλεσε «κινδυνολόγους» και «ριζοσπάστες σοσιαλιστές».
«Πρέπει να απορρίψουμε τους αιώνιους προφήτες της καταστροφής και τις προβλέψεις τους για την αποκάλυψη. Είναι οι κληρονόμοι των ανόητων χαρτορίχτρων του χθες», είχε δηλώσει ο κος Τραμπ.
Συνέχισε τονίζοντας ιστορικά παραδείγματα λανθασμένων προβλέψεων, όπως η κρίση υπερπληθυσμού τη δεκαετία του 1960, η μαζική πείνα τη δεκαετία του 1970 και το προβλεπόμενο τέλος του πετρελαίου τη δεκαετία του 1990. Χαρακτήρισε αυτές τις λανθασμένες προβλέψεις ως έργο «κινδυνολόγων» που κυνηγούν ανελέητα την εξουσία.
«Αυτοί οι κινδυνολόγοι απαιτούν πάντα το ίδιο πράγμα: απόλυτη εξουσία για να κυριαρχήσουν, να μεταμορφώσουν και να ελέγξουν κάθε πτυχή της ζωής μας», είπε. «Δεν θα αφήσουμε ποτέ τους ριζοσπάστες σοσιαλιστές να καταστρέψουν την οικονομία μας, να καταστρέψουν τη χώρα μας ή να εξαλείψουν την ελευθερία μας».
Η ομιλία του συνάντησε ανάμεικτες αντιδράσεις, αλλά εξόργισε ιδιαίτερα ορισμένους από την ελίτ, κυρίως τον Κλάους Σβαμπ, ιδρυτή και εκτελεστικό πρόεδρο του φόρουμ.
Το WEF υπό πίεση
Ο κ. Σβαμπ, Γερμανός οικονομολόγος και καθηγητής, ίδρυσε το WEF το 1971 με στόχο την προώθηση του καπιταλισμού των ενδιαφερομένων μερών, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι εταιρείες πρέπει να εξυπηρετούν τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων μερών τους αντί να επικεντρώνονται αποκλειστικά στους μετόχους.
Με την πάροδο των ετών, το WEF εξελίχθηκε σε ένα παγκοσμίως αναγνωρισμένο φόρουμ διαλόγου. Επικεντρώνεται σε θέματα που, όπως λέει, αποτελούν πιεστικές παγκόσμιες προκλήσεις -όπως η λεγόμενη κλιματική κρίση, η φτώχεια, η ανισότητα του πλούτου, η επισιτιστική ασφάλεια και οι πανδημίες- και φέρνει σε επαφή τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, το φόρουμ αντιμετωπίζει όλο και περισσότερο κριτική, με ερωτήματα σχετικά με τη χρησιμότητα των συζητήσεών του για την επίλυση των προβλημάτων των απλών ανθρώπων.
Το κλίμα αποτελεί εξέχον θέμα στο Νταβός, και η χρήση ιδιωτικών τζετ από τους συμμετέχοντες έχει προκαλέσει κατηγορίες για υποκρισία. Επιπλέον, η πρόσκληση ατόμων με αμφισβητήσιμο ιστορικό ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει εγείρει ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία του φόρουμ.
Ο Φορντ Ο’Κόνελ, πολιτικός αναλυτής και στρατηγικός σύμβουλος των Ρεπουμπλικανών, δήλωσε ότι οι παγκόσμιες ελίτ στο Νταβός δεν ενδιαφέρονται για τις δυσκολίες που βιώνουν οι Αμερικανοί εργαζόμενοι.
«Η αδιαφορία των περισσότερων παγκόσμιων ελίτ για την αμερικανική ευημερία ή τους αγώνες της εργατικής τάξης είναι εμφανής», δήλωσε στους Epoch Times.
«Οι απόψεις τους έχουν ελάχιστη σημασία για τους καθημερινούς Αμερικανούς που ζουν από μεροκάματο σε μεροκάματο και θα έχουν ελάχιστη επιρροή στους ψηφοφόρους των ΗΠΑ στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές του 2024».
Ο πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι επέλεξε να πετάξει με εμπορική πτήση στο Νταβός για τη σύνοδο κορυφής, όπου επέκρινε ανοιχτά τη «σοσιαλιστική» ατζέντα της εκδήλωσης στην κεντρική του ομιλία.
“Σήμερα, είμαι εδώ για να σας πω ότι ο δυτικός κόσμος βρίσκεται σε κίνδυνο. Και κινδυνεύει επειδή εκείνοι που υποτίθεται ότι πρέπει να υπερασπιστούν τις αξίες της Δύσης συνδιαλέγονται με ένα όραμα για τον κόσμο που οδηγεί αναπόφευκτα στον σοσιαλισμό και κατ’ επέκταση στη φτώχεια”, δήλωσε ο νεοεκλεγείς φιλελεύθερος πρόεδρος στο πλήθος του Νταβός στις 17 Ιανουαρίου.
Ο Κέβιν Ρόμπερτς, πρόεδρος του Heritage Foundation, μιας συντηρητικής δεξαμενής σκέψης με έδρα την Ουάσινγκτον, επέκρινε επίσης την ατζέντα του φόρουμ κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στο Νταβός στις 18 Ιανουαρίου και κάλεσε τις μελλοντικές ρεπουμπλικανικές κυβερνήσεις να απορρίψουν όλες τις προτάσεις του WEF.
«Ο ίδιος ο λόγος που βρίσκομαι εδώ στο Νταβός είναι για να εξηγήσω σε πολλούς ανθρώπους σε αυτή την αίθουσα και που παρακολουθούν, με όλο το σεβασμό, χωρίς να θέλω να το πάρουν προσωπικά, ότι είστε μέρος του προβλήματος», είπε.
Ο κ. Ρόμπερτς υπερασπίστηκε τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ και υποστήριξε ότι οι παγκόσμιες ελίτ έχουν παραπληροφορήσει τον μέσο άνθρωπο για θέματα όπως η παράνομη μετανάστευση, το κλίμα και η δημόσια ασφάλεια.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποδέχτηκε στον Λευκό Οίκο, χθες Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου, τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος συνεχίζει να ζητά βοήθεια για τη χώρα του που παραμένει σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Ρωσία.
Ο κος Ζελένσκι συναντήθηκε επίσης με νομοθέτες και των δύο κομμάτων, αν και η ανταπόκριση στο αίτημά του για βοήθεια γίνεται όλο και πιο δύσκολη, καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες είναι διχασμένοι σχετικά με τη μελλοντική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Είναι η έκτη προσωπική συνάντηση του κου Ζελένσκι με τον πρόεδρο Μπάιντεν και η τρίτη επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, ύψους 325 εκατομμυρίων δολαρίων (305 εκατ. ευρώ), που περιλαμβάνει σημαντικές δυνατότητες αεράμυνας.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ζήτησε από το Κογκρέσο τον περασμένο μήνα να εγκρίνει πρόσθετη χρηματοδότηση ύψους 24 δισεκατομμυρίων δολαρίων (22 δισεκ. ευρώ) για την Ουκρανία, στο πλαίσιο συμπληρωματικής πρότασης προϋπολογισμού. Ωστόσο, λόγω των αυξανόμενων ανησυχιών τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά, το νέο αίτημα προκαλεί πολιτική διαμάχη.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά με την υποστήριξη του Κογκρέσου για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας κατά τη διάρκεια της διμερούς συνάντησής του με τον κο Ζελένσκι, ο Πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε: «Βασίζομαι στην καλή κρίση του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση».
Από τον Φεβρουάριο του 2022, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαθέσει 113 δισεκ. δολάρια (106 εκατ. ευρώ) σε στρατιωτική, οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ουκρανία και τις χώρες που πλήττονται από τον πόλεμο. Η τρέχουσα χρηματοδότηση επρόκειτο να διαρκέσει έως τις 30 Σεπτεμβρίου. Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν επιβεβαίωσε ότι τα κονδύλια θα εξαντληθούν σύντομα.
«Θα θέλαμε πρόσθετους πόρους από το Κογκρέσο την 1η Οκτωβρίου για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα διακοπεί η παροχή», δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου του Λευκού Οίκου στις 21 Σεπτεμβρίου.
Ο κος Σάλιβαν σημείωσε ότι, ενώ υπάρχει μια «ηχηρή, αρκετά μικρή μειοψηφία μελών» που διατυπώνει ερωτήματα, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών, τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων, επιθυμεί να συνεχιστεί η ροή κονδυλίων προς την Ουκρανία.
Περισσότεροι από είκοσι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων έστειλαν νέα επιστολή στον Λευκό Οίκο στις 21 Σεπτεμβρίου, με την οποία δεσμεύτηκαν να αντιταχθούν στην πρόσθετη χρηματοδότηση της Ουκρανίας και απαίτησαν από τον πρόεδρο να εξηγήσει πού πήγαν τα χρήματα των φορολογουμένων.
«Ο αμερικανικός λαός πρέπει να γνωρίζει πού πήγαν τα χρήματά του. Πώς πάει η αντεπίθεση; Είναι οι Ουκρανοί πιο κοντά στη νίκη από ό,τι ήταν πριν από 6 μήνες; Ποια είναι η στρατηγική μας και ποιο είναι το σχέδιο εξόδου του προέδρου; Τι ορίζει η κυβέρνηση ως νίκη στην Ουκρανία;», αναφέρεται στην επιστολή.
Επιπλέον, ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι (R-Calif.) δήλωσε ότι απέρριψε το αίτημα του Ουκρανού προέδρου να μιλήσει σε κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του. Ο κος Μακάρθι δήλωσε ότι το Κογκρέσο «δεν είχε χρόνο» λόγω των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων για τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης, προκειμένου να αποφευχθεί το κλείσιμο της κυβέρνησης στο τέλος του μήνα.
«Απλώς δεν είχαμε χρόνο», δήλωσε ο κος Μακάρθι στους δημοσιογράφους στις 21 Σεπτεμβρίου. «Και αυτή είναι μια αρκετά πολυάσχολη εβδομάδα. Ασχολούμαστε με το θέμα της χρηματοδότησης.»
Ωστόσο, δήλωσε ότι μια διακομματική ομάδα μελών θα συναντηθεί με τον κο Ζελένσκι.
Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Κίρμπι απάντησε στις αντιρρήσεις των Ρεπουμπλικανών για πρόσθετη χρηματοδότηση της Ουκρανίας, προειδοποιώντας στις 20 Σεπτεμβρίου ότι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχωρήσουν και αφήσουν τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να αναλάβει την Ουκρανία, το ανθρώπινο και χρηματικό κόστος θα είναι «υπερβολικά υψηλότερο».
«Το κόστος της υπεράσπισης της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας, πιστέψτε με, γίνεται πολύ πιο ακριβό τόσο σε αίμα όσο και σε θησαυρούς, περιλαμβανομένου του αμερικανικού αίματος», δήλωσε ο κος Κίρμπι στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης.
«Δεν υπάρχει μια λευκή επιταγή για την Ουκρανία, διότι κάθε τι που παρέχουμε στην Ουκρανία γίνεται μετά από πλήρη διαβούλευση με τα μέλη του Κογκρέσου.»
Ο Ζελένσκι εξοργίζει Ευρωπαίους συμμάχους
Η πρώτη στάση του Ουκρανού προέδρου αυτή την εβδομάδα ήταν στη Νέα Υόρκη, όπου απηύθυνε αυτοπροσώπως ομιλία στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, για πρώτη φορά μετά την εισβολή της Ρωσίας στη χώρα του τον Φεβρουάριο του 2022.
Ο κος Ζελένσκι εκφώνησε μια συγκινητική ομιλία προς τους παγκόσμιους ηγέτες στις 19 Σεπτεμβρίου, προειδοποιώντας τους για την αυξανόμενη ρωσική επιθετικότητα πέραν της Ουκρανίας.
«Η μαζική καταστροφή κερδίζει έδαφος», δήλωσε ο κος Ζελένσκι. «Ο επιτιθέμενος εκμεταλλεύεται πολλά άλλα πράγματα, τα οποία χρησιμοποιούνται όχι μόνο εναντίον της χώρας μου, αλλά και εναντίον των δικών σας χωρών.
»Και ο στόχος του σημερινού πολέμου εναντίον της Ουκρανίας είναι να μετατρέψει τη γη μας, το λαό μας, τις ζωές μας, τους πόρους μας σε όπλο εναντίον σας, εναντίον της διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες.»
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Ουκρανός πρόεδρος κατηγόρησε επίσης τη Ρωσία για απαγωγή παιδιών από την Ουκρανία, κάνοντας λόγο για «γενοκτονία».
«Αυτά τα παιδιά στη Ρωσία διδάσκονται να μισούν την Ουκρανία και όλοι οι δεσμοί με τις οικογένειές τους καταστρέφονται. Πρόκειται σαφώς για γενοκτονία», είπε.
Ορισμένες από τις δηλώσεις του κου Ζελένσκι στα Ηνωμένα Έθνη, ωστόσο, εξόργισαν κάποιες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Πολωνός πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι ανακοίνωσε στις 20 Σεπτεμβρίου ότι η χώρα του θα σταματήσει να παρέχει όπλα στην Ουκρανία. Η απόφαση αυτή ελήφθη λίγο μετά την κλήση του πρεσβευτή της Ουκρανίας από τη Βαρσοβία λόγω διαφωνίας για τις εξαγωγές σιτηρών.
Η Πολωνία υπήρξε σταθερός σύμμαχος της Ουκρανίας από τότε που ξεκίνησε η πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή πέρυσι. Η χώρα φιλοξενεί επίσης 1 εκατομμύριο Ουκρανούς πρόσφυγες, οι οποίοι έχουν λάβει διάφορα είδη κυβερνητικής βοήθειας.
«Παύουμε να μεταφέρουμε όπλα στην Ουκρανία, επειδή εξοπλίζουμε τώρα την Πολωνία με πιο σύγχρονα όπλα», δήλωσε ο κος Μοραβιέτσκι, ο οποίος μίλησε στο Polsat News.
Στην ομιλία του στον ΟΗΕ την προηγούμενη ημέρα, ο κος Ζελένσκι είχε υπονοήσει ότι ορισμένες χώρες προσποιούνται ότι υποστηρίζουν την Ουκρανία, ενώ στην πραγματικότητα βοηθούν τη Ρωσία με τις εξαγωγές σιτηρών.
«Είναι ανησυχητικό ότι κάποιοι στην Ευρώπη προσποιούνται αλληλεγγύη σε ένα πολιτικό θέατρο, μετατρέποντας το σιτάρι σε θρίλερ. Μπορεί να φαίνεται ότι παίζουν τους δικούς τους ρόλους. Στην πραγματικότητα, βοηθούν να στηθεί η σκηνή για έναν ηθοποιό της Μόσχας», είχε δηλώσει.
Κατά τη διάρκεια της ετήσιας ομιλίας του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 19 Σεπτεμβρίου, ο πρόεδρος Μπάιντεν κάλεσε τους παγκόσμιους ηγέτες να σταθούν στο πλευρό της Ουκρανίας: «Πρέπει να αντισταθούμε σε αυτή τη γυμνή επιθετικότητα σήμερα, για να αποτρέψουμε άλλους επίδοξους επιτιθέμενους αύριο», είπε. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τους συμμάχους και τους εταίρους μας σε όλο τον κόσμο, θα συνεχίσουν να στέκονται στο πλευρό του γενναίου λαού της Ουκρανίας, καθώς υπερασπίζεται την κυριαρχία του, την εδαφική του ακεραιότητα και την ελευθερία του.»
Μια εκδήλωση μνήμης στην πρωτεύουσα της χώρας στις 9 Ιουνίου τίμησε τα εκατομμύρια των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που έχασαν τη ζωή τους από τον κομμουνισμό τον περασμένο αιώνα.
Το Ίδρυμα Μνήμης Θυμάτων Κομμουνισμού (Victims of Communism Memorial Foundation-VOC) πραγματοποίησε την 16η ετήσια τελετή κατάθεσης στεφάνων, στην οποία συμμετείχαν πρεσβείες, εκπρόσωποι αιχμάλωτων εθνών και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η εκδήλωση τίμησε τα περισσότερα από 100 εκατομμύρια θύματα του κομμουνισμού τον περασμένο αιώνα, καθώς και εκείνους που εξακολουθούν να υποφέρουν υπό κομμουνιστικά καθεστώτα, όπως στην Κίνα.
Κατά τη διάρκεια των δηλώσεών του στην τελετή, ο Λι Έντουαρντς (Lee Edwards), ιδρυτικός πρόεδρος της οργάνωσης, τόνισε τη σημασία του να μην παραβλέπουμε τις θυσίες των ανθρώπων που υπέφεραν κάτω από κομμουνιστικά καθεστώτα.
«Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να ερχόμαστε στο μνημείο κάθε Ιούνιο μέχρι εκείνη την αναπόφευκτη ημέρα που θα ξέρουμε ότι η Κίνα είναι ελεύθερη, η Κούβα είναι ελεύθερη, το Βιετνάμ είναι ελεύθερο, η Βόρεια Κορέα είναι ελεύθερη και το Λάος είναι ελεύθερο», δήλωσε ο Έντουαρντς, σημειώνοντας ότι περισσότεροι από 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν κάτω από αυτά τα καταπιεστικά κομμουνιστικά καθεστώτα.
«Ακριβώς όπως έπεσε το Τείχος του Βερολίνου και κατέρρευσε η αυτοκρατορία του κακού, είμαστε βέβαιοι ότι ο κομμουνισμός θα καταλήξει στον στάχτη της ιστορίας και όλα τα αιχμάλωτα έθνη δεν θα είναι πλέον αιχμάλωτα». Η VOC είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που ιδρύθηκε με διακομματική νομοθεσία που υπογράφηκε από τον Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον το 1993.
Στόχος της είναι να εκπαιδεύει τους ανθρώπους σχετικά με την ιδεολογία, την ιστορία και την κληρονομιά του κομμουνισμού και να υπερασπίζεται την ελευθερία όσων εξακολουθούν να κρατούνται αιχμάλωτοι σε κομμουνιστικές χώρες.
Χρειάζεται περισσότερη ευαισθητοποίηση
Η πρόεδρος της VOC Ελίζαμπεθ Έντουαρντς Σπάλντινγκ (Elizabeth Edwards Spalding) δήλωσε ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για την ενημέρωση του κοινού και την ευαισθητοποίηση σχετικά με τους κινδύνους του κομμουνισμού.
«Θα υπάρξει νίκη. Απλώς πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση», δήλωσε η Σπάλντινγκ στην Epoch Times. «Υπάρχει μεγάλη άγνοια εκεί έξω».
Η Σπάλντινγκ σημείωσε ότι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης δεν σηματοδότησε το τέλος του κομμουνισμού ούτε τις απειλές που συνιστούσε. Και εκτός από το κοινό, οι ηγέτες του ελεύθερου κόσμου χρειάζονται καλύτερη κατανόηση του κομμουνισμού, είπε.
«Πιστεύω ότι ο ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει συνήθως πολύ καλό ένστικτο και θα ήθελα να είναι σε θέση να μιλήσει περισσότερο» κατά του κομμουνισμού, δήλωσε η Σπάλντινγκ.
«Θα καλούσα όλους τους παγκόσμιους ηγέτες μας να συνειδητοποιήσουν ότι η πολιτική βασίζεται τελικά στην ηθική», είπε, καθώς κάλεσε τις δυτικές κυβερνήσεις και εταιρείες να απόσυρουν τις επενδύσεις τους από την Κίνα.
«Ας αφήσουμε πίσω μας τις πολιτικές που δεν ήταν ποτέ σωστές, που παραβιάστηκαν, και ας ενθαρρύνουμε πραγματικά τους ανθρώπους να απόσυρουν τις επενδύσεις τους από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Και αυτός θα είναι ένας τρόπος για να συνεχίσουμε να θρυμματίζουμε λίγο λίγο το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας».
Η τελετή πραγματοποιήθηκε στο άγαλμα του Μνημείου των Θυμάτων του Κομμουνισμού κοντά στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Η φιγούρα είναι αντίγραφο του αγάλματος της Θεάς Δημοκρατίας, το οποίο δημιουργήθηκε από διαδηλωτές στην πλατεία Τιενανμέν το 1989, αλλά αργότερα καταστράφηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας κατά τη διάρκεια μιας βίαιης καταστολής.
Η Κούβα, το Λάος, η Βόρεια Κορέα, το Βιετνάμ και η Βενεζουέλα είναι οι χώρες όπου ο κομμουνισμός επιμένει σήμερα, μαζί με την Κίνα.
Ακόμη και σε χώρες όπου ο κομμουνισμός δεν είναι το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, οι σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ιδέες εξακολουθούν να επηρεάζουν τις κυβερνητικές πολιτικές και τα κοινωνικά κινήματα.
Στη φετινή εκδήλωση, ο Μπουτσούνγκ Τσέρινγκ (Bhuchung Tsering), Θιβετιανός συγγραφέας και ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τιμήθηκε με το Μετάλλιο Ελευθερίας Τρούμαν-Ρίγκαν για τις προσπάθειές του να φέρει την ελευθερία και τη δημοκρατία στους Θιβετιανούς που ζουν υπό κομμουνιστική τυραννία.
Πέρυσι, το ίδρυμα άνοιξε το Μουσείο Θυμάτων του Κομμουνισμού στην Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με τον Κεν Πόουπ (Ken Pope), διευθύνοντα σύμβουλο του ιδρύματος, στόχος του VOC και του μουσείου είναι να εκπαιδεύσει τον κόσμο και να αλλάξει τις αντιλήψεις για τον κομμουνισμό στις αμερικανικές σχολικές αίθουσες.
«Ειδικά οι μαθητές και ορισμένοι εκπαιδευτικοί φαίνεται να έχουν μια ρομαντική εικόνα για το τι πραγματικά είναι ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός», δήλωσε ο Πόουπ στην Epoch Times.
Ανέφερε την κομμουνιστική ηγεσία της Κίνας ως παράδειγμα ενός καθεστώτος που επιδίδεται σε φρικαλεότητες όπως γενοκτονία, στρατόπεδα αναμόρφωσης, στειρώσεις και εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων.
«Η αποστολή μας είναι πραγματικά να εκπαιδεύσουμε τους Αμερικανούς πολίτες και τους πολίτες σε όλο τον κόσμο για την πραγματική ιστορία του κομμουνισμού», δήλωσε ο Πόουπ.
ΧΙΡΟΣΙΜΑ, Ιαπωνία – Η οικονομική ασφάλεια θα αποτελέσει το κύριο θέμα της δεύτερης ημέρας της συνόδου κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7) στη Χιροσίμα, με τους ηγέτες να σχεδιάζουν δράσεις για την αντιμετώπιση των «οικονομικών εκβιασμών» του Πεκίνου, οι οποίες όμως δεν θα τους αποξενώσουν από την Κίνα.
Οι χώρες της G7 – ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Καναδάς, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία – αναμένεται να ανακοινώσουν «ένα κοινό σύνολο εργαλείων» για την αντιμετώπιση των επιδιώξεων της Κίνας, δήλωσε ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν στους δημοσιογράφους στις 19 Μαΐου, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της G7.
«Αυτά τα εργαλεία οικονομικής ασφάλειας θα περιλαμβάνουν μέτρα για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας στις αλυσίδες του ανεφοδιασμού μας. Θα περιλαμβάνουν επίσης μέτρα για την προστασία της ευαίσθητης τεχνολογίας, όπως οι έλεγχοι των εξαγωγών και τα μέτρα για τις εξερχόμενες επενδύσεις», δήλωσε ο Σάλιβαν.
Για πρώτη φορά, το ανακοινωθέν της G7 θα περιγράφει «βασικά στοιχεία στα οποία όλες οι χώρες της G-7 ευθυγραμμίζονται όσον αφορά την αντιμετώπιση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας», σύμφωνα με τον Σάλιβαν.
Ωστόσο, οι ηγέτες θα τονίσουν ότι στόχος τους είναι «η απεξάρτηση από την Κίνα, όχι το ‘διαζύγιο’ από αυτήν».
Πώς αξιοποιεί η Κίνα την οικονομική της ισχύ
Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει εντείνει τις προσπάθειές της να αξιοποιήσει την οικονομική της ισχύ για να επιβάλει πολιτικές αλλαγές σε όλο τον κόσμο.
Για παράδειγμα, αφότου η Αυστραλία ζήτησε να γίνει ανεξάρτητη έρευνα για την προέλευση του COVID-19 τον Απρίλιο του 2020, το κομμουνιστικό καθεστώς ανακοίνωσε εμπορικές κυρώσεις σε επιλεγμένα αυστραλιανά προϊόντα.
Αυτού του είδους ο οικονομικός εκβιασμός της Αυστραλίας από το κινεζικό καθεστώς ήταν και μια «προειδοποίηση» για άλλες χώρες, όπως είχε επισημάνει η Λιζ Τρας, τότε υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Υπήρξαν και άλλες περιπτώσεις κινεζικού οικονομικού εκβιασμού στο παρελθόν, μεταξύ άλλων της Ιαπωνίας, η οποία είδε κινεζικές αποστολές μετάλλων σπάνιων γαιών να μπλοκάρονται λόγω εδαφικής διαμάχης το 2010. Η Νότια Κορέα αντιμετώπισε επιχειρηματικό μποϊκοτάζ από την Κίνα το 2017, μετά από την εγκατάσταση ενός αμερικανικού συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας. Και πρόσφατα, το Πεκίνο προέβη σε αντίποινα κατά της Λιθουανίας, αφότου η δεύτερη προσπάθησε να ενισχύσει τους δεσμούς της με την Ταϊβάν.
Η Κίνα άσκησε πρόσφατα πιέσεις και σε αμερικανικές εταιρείες. Για παράδειγμα, ως αντίδραση στην απαγόρευση εξαγωγών προηγμένων ημιαγωγών από τις ΗΠΑ, το Πεκίνο ξεκίνησε έρευνα για την εταιρεία τσιπ μνήμης Micron. Επιπλέον, τον Μάρτιο, η κινεζική αστυνομία εισέβαλε στο γραφείο της Mintz Group, μιας αμερικανικής εταιρείας οικονομικού ελέγχου στο Πεκίνο και συνέλαβε πέντε Κινέζους πολίτες που εργάζονταν για την εταιρεία. Αργότερα, η κινεζική αστυνομία ανέκρινε υπαλλήλους στο υποκατάστημα της αμερικανικής εταιρείας συμβούλων Bain & Co. στη Σαγκάη.
Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Ρίσι Σούνακ επέστησε την προσοχή στον οικονομικό εκβιασμό που ασκεί η Κίνα ενόψει της σημερινής συνόδου της Ομάδας των Επτά.
Οι ηγέτες αναμένεται να ανακοινώσουν τον σχηματισμό μιας νέας πλατφόρμας συντονισμού της G7 για την αντιμετώπιση του κινεζικού οικονομικού εκβιασμού, η οποία «θα ασχοληθεί με την αυξανόμενη και ολέθρια χρήση οικονομικών μέτρων πίεσης για την άσκηση παρεμβατικής πολιτικής στις κυριαρχικές υποθέσεις άλλων κρατών», δήλωσε ο Σούνακ στις δηλώσεις του πριν από τη συνάντηση. «Θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι όσον αφορά την αυξανόμενη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Η Κίνα διεξάγει έναν οργανωμένο και στρατηγικό οικονομικό αγώνα.»
«Άμεση και ειλικρινής»
Ο Σάλιβαν ρωτήθηκε αν η δήλωση της G7, η οποία θα δημοσιευθεί σύντομα, θα επιδεινώσει τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας.
«Νομίζω ότι θα βρείτε τη δήλωση της συνόδου να είναι απολύτως ξεκάθαρη. Δεν είναι εχθρική ή ανούσια. Είναι απλώς άμεση και ειλικρινής”, απάντησε. «Είναι μια πολυδιάστατη, σύνθετη πολιτική για μια σύνθετη σχέση με μια πραγματικά σημαντική χώρα”.
Επίσης, ως απάντηση στην πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» (Belt and Road Initiative) της Κίνας, οι ηγέτες της G7 θα προτείνουν μια στρατηγική για την ενίσχυση των επενδύσεων σε υποδομές σε υπανάπτυκτες χώρες.
Οι ηγέτες υπόσχονται, επίσης, να μην εξαρτώνται από την Κίνα για κρίσιμα ορυκτά και να λάβουν μέτρα για τη δημιουργία ποικίλων και ανθεκτικών αλυσίδων ανεφοδιασμού για καθαρή ενέργεια, τα οποία θα συμπεριληφθούν στη δήλωση της G-7.