Πέμπτη, 28 Μαρ, 2024

Η διασπορά του ιού εντείνει τα προβλήματα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας

Τα νέα ξεσπάσματα της COVID-19 στην Ασία επιτείνουν τα παγκόσμια προβλήματα της αλυσίδας εφοδιασμού που ξεκίνησαν με την έναρξη της πανδημίας και τα μέτρα διακοπής λειτουργίας πέρυσι. Το τελευταίο κύμα μολύνσεων στη Μαλαισία και σε άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας οδήγησε στο κλείσιμο εργοστασίων και λιμένων, προκαλώντας σοβαρές διαταραχές στον εφοδιασμό ημιαγωγών και πρώτων υλών.

Οικονομολόγοι και ειδικοί στην εφοδιαστική αλυσίδα (logistics) προβλέπουν ότι τέτοιου είδους ελλείψεις θα συνεχιστούν έως το 2022, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τις πληθωριστικές πιέσεις.

Η έλλειψη εργατικού δυναμικού και τα εμπόδια στην αλυσίδα εφοδιασμού που προκαλούνται από την παραλλαγή Δέλτα δεν έχουν μόνο ως αποτέλεσμα επιχειρήσεις που παραπαίουν στην Ασία  αλλά έχουν επίσης αντίκτυπο σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

«Η Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ, η Ινδονησία, η Μαλαισία και οι Φιλιππίνες μαζί αντιπροσωπεύουν περίπου το 6% των παγκόσμιων εξαγωγών, αλλά η κυριαρχία τους στα ηλεκτρονικά, επιφέρει μεγάλο αντίκτυπο σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα», γράφει ο Vaibhav Tandon, οικονομολόγος στο Northern Trust σε ένα πρόσφατο άρθρο.

«Η Μαλαισία έχει μετατραπεί σε κόμβο για δοκιμές και συσκευασίες τσιπ, με τα ηλεκτρονικά και ηλεκτρικά προϊόντα να αντιπροσωπεύουν το 39 τοις εκατό των συνολικών εξαγωγών της χώρας», δήλωσε.

Οι πρόσφατες ελλείψεις τσιπ έχουν αναγκάσει τη General Motors να διακόψει την παραγωγή για το μεγαλύτερο μέρος της συναρμολόγησης για τη Βόρεια Αμερική μετά την Εργατική Πρωτομαγιά. Η Ford, η Toyota και η Volkswagen ανακοίνωσαν επίσης περικοπές στην παραγωγή ως απάντηση στις παγκόσμιες ελλείψεις ημιαγωγών.

Η αυτοκινητοβιομηχανία, ωστόσο, δεν είναι ο μόνος τομέας που έχει χτυπηθεί.

«Όλα έχουν επηρεαστεί, από πλυντήρια και στεγνωτήρια μέχρι PlayStation και Xboxes», δήλωσε ο Stephen Ezell, αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Τεχνολογίας Πληροφοριών και Καινοτομίας.

Οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας «παίζουν σημαντικό ρόλο σε διάφορες πτυχές της διαδικασίας παραγωγής ημιαγωγών», είπε στην The Epoch Times.

Η διαδικασία παραγωγής τσιπ είναι παγκόσμια, με διαφορετικές χώρες να εξειδικεύονται σε διαφορετικά στάδια σε όλη την αξιακή αλυσίδα.

Οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, ιδιαίτερα η Μαλαισία, το Βιετνάμ και οι Φιλιππίνες, έχουν εξειδικευτεί στην τελική φάση της κατασκευής τσιπ -συναρμολόγηση, συσκευασία και δοκιμή- που είναι λιγότερο θέμα δεξιοτήτων και απαιτητικό σε κεφάλαια σε σύγκριση με το στάδιο κατασκευής.

Ενώ η δραστηριότητα συναρμολόγησης, συσκευασίας και δοκιμών συγκεντρώνεται κυρίως στην Ταϊβάν και την Κίνα, οι νέες εγκαταστάσεις που χτίζονται πρόσφατα στη Νοτιοανατολική Ασία έχουν καταστήσει την περιοχή ένα νέο κόμβο για την κατασκευή τσιπ.

Η καταστροφή που έφερε η παραλλαγή Δέλτα στην Ασία είναι το τελευταίο, όχι όμως και το σημαντικότερο περιστατικό για τη βιομηχανία ημιαγωγών, είπε ο Ezell.

Η παγκόσμια έλλειψη τσιπ είχε ήδη επιδεινωθεί από μια σειρά γεγονότων φέτος, σημείωσε, όπως φωτιά σε εργοστάσιο τσιπ στην Ιαπωνία, έντονη ξηρασία στην Ταϊβάν και χειμερινή καταιγίδα στο Τέξας.

«Το ανεπαρκές απόθεμα τσιπ και η σταθερή ζήτηση πιθανότατα θα διατηρήσουν τις τιμές των αυτοκινήτων και άλλων παραγωγών αυξημένες στο άμεσο μέλλον», έγραψε ο Scott Anderson, επικεφαλής οικονομολόγος της Bank of the West, σε πρόσφατο άρθρο.

Οι απότομες αυξήσεις των τιμών των αυτοκινήτων συνέβαλαν σημαντικά στον υψηλό πληθωρισμό φέτος. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή για νέα οχήματα αυξήθηκε 6,4% ετησίως τον Ιούλιο, ενώ ο δείκτης τιμών για μεταχειρισμένα αυτοκίνητα και φορτηγά αυξήθηκε κατά 41,6% την ίδια περίοδο.

«Επίδραση ντόμινο»

Το Λος Άντζελες και το Λονγκ Μπιτς, τα δύο πιο πολυσύχναστα λιμάνια των ΗΠΑ, αντιμετώπισαν επίσης εξαιρετική συμφόρηση εν μέρει λόγω του κλεισίματος εργοστασίων και λιμένων στην Ασία.

Ο τερματικός σταθμός Meishan της Κίνας στο λιμάνι Ningbo-Zhoushan, το τρίτο πιο πολυσύχναστο λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο, έκλεισε για δύο εβδομάδες τον Αύγουστο μετά από ένα μήνα κλεισίματος του λιμανιού Yantian της Κίνας στα τέλη Μαΐου.

«Κάθε φορά που υπάρχουν καθυστερήσεις και επιπτώσεις στα λιμάνια προέλευσης, σίγουρα θα δείτε αυτό το φαινόμενο ντόμινο εδώ», δήλωσε ο Mario Cordero, εκτελεστικός διευθυντής στο λιμάνι του Λονγκ Μπιτς, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου σε απάντηση σε ερώτηση της The Epoch Times.

Η Νότια Καλιφόρνια, σημείωσε, είναι «το επίκεντρο των εισαγωγών από την Ασία στις Ηνωμένες Πολιτείες» και οι καθυστερήσεις στην Ασία είναι ένας από τους λόγους που τα δύο λιμάνια της Καλιφόρνιας είχαν ρεκόρ αγκυροβολημένων σκαφών έξω από το λιμάνι.

Πριν από δύο εβδομάδες, αυτά τα λιμάνια είχαν 44 έως 46 αγκυροβολημένα πλοία, είπε, σε σύγκριση με μόλις εννέα πλοία τον Ιούνιο.

Ενώ πολλοί προβλέπουν ότι το πρόβλημα έλλειψης τσιπ θα επιλυθεί το 2022, ορισμένοι ειδικοί του κλάδου προειδοποιούν ότι θα χρειαστούν χρόνια για να επανέλθει η παγκόσμια τροφοδότηση τσιπ σε κανονικά επίπεδα.

Η μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα έχει επιδεινώσει επίσης το πρόβλημα.

Ο πρόεδρος της Ford Europe Gunnar Herrmann προβλέπει ότι η έλλειψη θα συνεχιστεί έως το 2024. Σε συνέντευξή του στο CNBC, ο Herrmann είπε ότι η παραγωγή ενός Ford Focus απαιτεί περίπου 300 τσιπ, ενώ ένα ηλεκτρικό όχημα μπορεί να απαιτήσει έως και 3.000 τσιπ.

«Δεν είναι μόνο οι ημιαγωγοί», είπε, προσθέτοντας ότι άλλα προϊόντα όπως το λίθιο, τα πλαστικά και ο χάλυβας είναι επίσης σε έλλειψη. «Βρίσκεις ελλείψεις και περιορισμούς παντού».

Για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας έλλειψης τσιπ, αρκετοί κατασκευαστές τσιπ, όπως η Intel, η Samsung και η TSMC, ανακοίνωσαν φιλόδοξα σχέδια επέκτασης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά η δημιουργία νέας παραγωγικής ικανότητας διαρκεί αρκετά χρόνια, σύμφωνα με τους ειδικούς του κλάδου.

ΗΠΑ, Ταϊβάν επανεκκινούν τον εμπορικό διάλογο παρά τις αντιλογίες του Πεκίνου

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ – Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ταϊβάν στις 29 Ιουνίου συνέχισαν τον διάλογο για εμπορικά θέματα μετά από πέντε χρόνια, κίνηση που προκάλεσε θυμό στο Πεκίνο, που επιδιώκει κυριαρχία επί του φιλελεύθερου δημοκρατικού νησιού.

Οι συζητήσεις άνοιξαν πάλι για το Πλαίσιο Συμφωνίας Εμπορίου και Επενδύσεων (TIFA), που είχε σταματήσει το 2016. Στην εξ αποστάσεως συνάντηση, Αμερικανοί και Ταϊβανοί αξιωματούχοι υποσχέθηκαν να εμβαθύνουν την σχέση εμπορίου και επενδύσεων.

Το Γραφείο του Αμερικανού Εμπορικού Αντιπροσώπου, που ηγήθηκε της συνάντησης, είπε σε δήλωση ότι οι δύο πλευρές συζήτησαν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως δημιουργία σταθερών αλυσίδων ανεφοδιασμού και καταπολέμηση εξαναγκαστικής εργασίας και κλιματικής αλλαγής.

Μετά την ψηφιακή συνάντηση, ο επικεφαλής διπλωμάτης της Ταϊβάν, Τζον Ντενγκ, επανέλαβε την φιλοδοξία της Ταϊβάν για μια διμερή εμπορική συμφωνία.

«Εκφράσαμε στις ΗΠΑ ότι η Ταϊβάν ελπίζει να υπογράψει μια εμπορική συμφωνία», είπε σε δημοσιογράφους. «Πιστεύουμε ότι αν συνεχίσουμε να δουλεύουμε σκληρά, θα επιτύχουμε τους στόχους μας κάποτε.»

Αν και η αμερικανική υπηρεσία εμπορίου υποσχέθηκε να εντείνει τις σχέσεις της με την Ταϊβάν και συμφώνησε να διεξάγει συναντήσεις εργασιακού επιπέδου στο μέλλον, απέφυγε να αναφέρει διαπραγματεύσεις για ένα ολοκληρωμένο σύμφωνο ελεύθερου εμπορίου.

«Στην συνεδρίαση του Συμβουλίου TIFA, Αμερικανοί αξιωματούχοι έδωσαν έμφαση στην σημασία της σχέσης εμπορίου και επενδύσεων ΗΠΑ-Ταϊβάν, και εξέφρασαν μια επιθυμία για ισχυρότερες και πιο σταθερές επαφές στο μέλλον», λέει η δήλωση του Γραφείου Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ.

Και οι δύο πλευρές συμφώνησαν να αντιμετωπίσουν κάποια εμπορικά ζητήματα, όπως τα υπάρχοντα εμπόδια στην αγορά για τους Αμερικανούς παραγωγούς χοιρινού και βοδινού, και άλλα θέματα όπως «νομοθεσία πνευματικών δικαιωμάτων, επενδύσεις, και διαφάνεια κανονισμών».

Μια παγκόσμια έλλειψη τσιπ υπολογιστών ενίσχυσε την οικονομική και στρατηγική σημασία της Ταϊβάν πρόσφατα, καθώς το αυτοκυβερνώμενο νησί είναι έδρα κάποιων από τις μεγαλύτερες και πιο ανεπτυγμένες εταιρείες κατασκευής τσιπ στον κόσμο.

«Μετά από σχεδόν πέντε χρόνια έλλειψης διαλόγου, είναι σημαντικό να επιστρέψουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να αντιμετωπίσουμε τα εμπόδια στην αγορά και νέες προκλήσεις», είπε ο Ρούπερτ Χάμμοντ-Τσάμπερς, πρόεδρος του Επιχειρηματικού Συμβουλίου ΗΠΑ-Ταϊβάν, στην Epoch Times.

«Έχοντας πει αυτό, αυτή η πλατφόρμα είναι ταπεινή έτσι διστάζω να πάρω ψίχουλα και να τα αποκαλέσω πολυτελές δείπνο. Σημαντικά εμπόδια αγοράς σε επενδύσεις και φορολόγηση, για παράδειγμα, πρέπει να επιλυθούν με ευρύτερες συμφωνίες.»

Σύμφωνα με τον Χάμμοντ-Τσάμπερς, οι επενδύσεις και η φορολόγηση είναι κρίσιμες περιοχές που εμποδίζουν την ελεύθερη ροή αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ταϊβάν.

 

Ο Αμερικανός γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο, πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κογκρέσου για την Κίνα, ακούει και ρωτά μάρτυρες σε ακρόαση για την «Θρησκεία με “κινεζικά χαρακτηριστικά”: Δίωξη και έλεγχος στην Κίνα του Σι Τζινπίνγκ», στις 23 Ιουλίου 2015. (Gary Feuerberg/ Epoch Times)

 

Μια δικομματική ομάδα 42 Αμερικανών γερουσιαστών έστειλε μια επιστολή στην Εμπορική Αντιπρόσωπο των ΗΠΑ, Κάθριν Τάι, προτρέποντάς την να επαναφέρει τον διάλογο για εμπορικά σύμφωνα με την Ταϊπέι.

«Αιτούμαστε με σεβασμό να δώσετε προτεραιότητα σε αυτούς τους διαλόγους και να κάνετε βήματα για να αρχίσετε να θέτετε τα θεμέλια για διαπραγμάτευση ενός συμφώνου ελεύθερου εμπορίου, ή άλλων αρχικών συμφωνιών, με την Ταϊβάν», έγραψαν οι γερουσιαστές στην επιστολή.

Τον Αύγουστο 2020, η πρόεδρος της Ταϊβάν Τσάι Ινγκ-γουέν ανακοίνωσε την άρση των περιορισμών στις εισαγωγές αμερικανικού βοδινού και χοιρινού, που ήταν ένα βασικό εμπόδιο για μια εμπορική συμφωνία.

«Τώρα είναι η στιγμή για τις Ηνωμένες Πολιτείες να πράξουν αντίστοιχα και να αρχίσουν τις διαπραγματεύσεις. Είναι σασφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόκειται να κερδίσουν πολύ πράττοντας έτσι», δήλωσε η επιστολή.

Ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Κηθ Κρακ εξέφρασε παρόμοιες σκέψεις, λέγοντας: «Ένα σύμφωνο ελεύθερου εμπορίου έπρεπε εδώ και καιρό να είχε γίνει.»

Το προηγούμενο έτος, ο Κρακ είχε κρίσιμο ρόλο στην βελτίωση των σχέσεων με την Ταϊπέι υπό την διοίκηση Τραμπ. Ηγήθηκε μιας αποστολής στην Ταϊβάν, ως ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που επισκέφθηκε την Ταϊβάν για δεκαετίες.

Πριν την διμερή συνάντηση αυτής της εβδομάδας, το Πεκίνο είχε συστήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες να σταματήσουν όλα τα είδη επίσημων επαφών με την Ταϊβάν.

Σε απάντηση, η εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου Τζεν Σάκι είπε: «η υποστήριξή μας προς την Ταϊβάν είναι συμπαγής και σταθερή», κατά την διάρκεια συνέντευξης τύπου στις 28 Ιουνίου.

«Η Ταϊβάν είναι μια ευημερούσα δημοκρατία και μεγάλη οικονομία και εταίρος ασφαλείας. Και θα συνεχίσουμε να ενισχύουμε την σχέση μας σε όλους τους τομείς», είπε, σημειώνοντας πως η Κίνα «πράττει με όλο και πιο έντονες ενέργειες για να αποδυναμώσει την δημοκρατία στην Ταϊβάν.»

 

Ακολουθήστε μας στο Telegram @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο SafeChat @epochtimesgreece

Οι ΗΠΑ πρέπει να κάνουν περισσότερα για να σταματήσουν την βίαιη αφαίρεση οργάνων στην Κίνα, λέει πάνελ ειδικών

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Το κινεζικό καθεστώς σκοτώνει ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ για τα όργανά τους για περισσότερα από 20 χρόνια, και οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τον τερματισμό αυτού του εγκλήματος, σύμφωνα με ένα πάνελ ειδικών.

Σε ομιλία σε ένα εξ αποστάσεως πάνελ που διοργανώθηκε από την ομάδα υπεράσπισης «Γιατροί Κατά της Βίαιης Αφαίρεσης Οργάνων» (DAFOH) στις 19 Νοεμβρίου, ο Αμερικανός βουλευτής Στηβ Σαμπό (Ρ-Οχάιο) καταδίκασε την βίαιη αφαίρεση οργάνων από κρατούμενους συνείδησης, χαρακτηρίζοντάς την «φρικτή και βάρβαρη».

«Η τελευταία φορά που η Βουλή των Αντιπροσώπων της Αμερικής, ενέκρινε ψήφισμα που καταδικάζει τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ, ήταν πριν από περίπου τέσσερα χρόνια», είπε, αναφερόμενος στο H.Res. 343 (Ψήφισμα Βουλής 343). «Έκτοτε είχαμε μεγάλες αλλαγές όσον αφορά τα μέλη του Κογκρέσου και του προσωπικού. Έτσι, για πολλούς ανθρώπους, αυτό θα μπορούσε να είναι ένα εντελώς νέο ζήτημα».

Το Φάλουν Ντάφα, επίσης γνωστό ως Φάλουν Γκονγκ, είναι μια πνευματική άσκηση που περιλαμβάνει τέσσερις ήπιες σωματικές ασκήσεις, διαλογισμό και ηθικές διδασκαλίες που βασίζονται στις αρχές της αλήθειας, καλοσύνης, και ανεκτικότητας. Η άσκηση διώκεται βάρβαρα από το κινεζικό καθεστώς τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Εκατοντάδες χιλιάδες υποστηρικτές έχουν ριχτεί σε φυλακές, στρατόπεδα εργασίας και κέντρα πλύσης εγκεφάλου, όπου πολλοί βασανίστηκαν σε μια προσπάθεια να τους αναγκάσουν να αποκηρύξουν την πίστη τους, σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφοριών για το Φάλουν Ντάφα.

Ο Σαμπό είπε ότι εργάζεται για μια νέα νομοθεσία που θα ονόμαζε το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ως δράστη για την βίαιη αφαίρεση οργάνων από ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ.

«Η νομοθεσία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Βρισκόμαστε ακόμη σε διαπραγματεύσεις, αλλά ελπίζω ότι σύντομα θα έχουμε ένα νομοσχέδιο», δήλωσε ο Σαμπό.

Κατηγορίες για την βίαιη αφαίρεση οργάνων από ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ, τα οποία μετά θα χρησιμοποιούνταν για χειρουργική επέμβαση μεταμόσχευσης, εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 2006. Ο πρώην βουλευτής του καναδικού κοινοβουλίου Ντέιβιντ Κίλγκουρ και ο δικηγόρος ειδικός ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ντέιβιντ Μάτας, διενήργησαν ανεξάρτητες έρευνες και δημοσίευσαν ευρήματα που επιβεβαιώνουν τις κατηγορίες. Ο ερευνητής δημοσιογράφος Ίθαν Γκάτμαν διεξήγαγε επίσης ανεξάρτητες έρευνες και έγραψε ένα βιβλίο σχετικά με το θέμα, με τίτλο «The Slaughter» [Η Σφαγή].

Το περασμένο καλοκαίρι, ένα ανεξάρτητο δικαστήριο εθελοντών με έδρα το Λονδίνο, το οποίο ονομαζόταν China Tribunal [Δικαστήριο Κίνας], κατέληξε μετά την έρευνά του ότι η βίαιη αφαίρεση οργάνων πραγματοποιείται στην Κίνα εδώ και χρόνια «σε σημαντική κλίμακα», με τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ ως «κύρια πηγή» ανθρωπίνων οργάνων.

Το Δικαστήριο είπε ότι το τρομερό έγκλημα έχει προκαλέσει «σε πολλούς ανθρώπους να πεθάνουν φρικτά και άσκοπα».

Ο Ματ Σόμον, αντιπρόεδρος κυβερνητικών υποθέσεων στο κρατικό πανεπιστήμιο της Αριζόνα και πρώην βουλευτής των ΗΠΑ, προέτρεψε πιο δυναμική δράση για να σταματήσει η εμπορία οργάνων.

«Δεν είμαι σίγουρος ότι αρκεί απλώς να φτιάχνουμε νομοσχέδια που καταδικάζουν το έγκλημα. Νομίζω ότι πρέπει να έχουμε νομοθεσία που στην πραγματικότητα έχει δόντια πίσω της [εξαναγκάζει δράση]», είπε.

Ο Σόμον πρότεινε ότι ένας τρόπος να σταματηθεί το έγκλημα είναι να επιβληθούν κυρώσεις στους Αμερικανούς που αγοράζουν ή χρησιμοποιούν όργανα που αφαιρέθηκαν βίαια από την Κίνα, καθώς και σε επιχειρήσεις που ασχολούνται με αυτό.

«Αν πραγματικά το καταστρέψουμε εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα κάνει μεγάλη διαφορά», είπε.

Η Κίνα είναι η μόνη χώρα που είναι γνωστό ότι διεξάγει κρατική αφαίρεση οργάνων, σύμφωνα με τον Γουέλντον Τζίλκριζ, αναπληρωτή διευθυντή του DAFOH.

«Είναι πραγματικά το μόνο μέρος όπου μπορεί να συμβεί αυτό», είπε κατά την συζήτηση. «Έχετε μια χώρα και μια κυβέρνηση που … λειτουργεί τα ιδρύματα υγείας, το δικαστικό σώμα, το σύστημα φυλακών, τα στρατόπεδα εργασίας, τον στρατό και τα στρατιωτικά νοσοκομεία. Έχει πραγματικά τα χέρια της σε όλα, ώστε να μπορεί να ενορχηστρώνει την βίαιη αφαίρεση οργάνων.»

Οι φρικαλεότητες του ΚΚΚ έπρεπε να είχαν διερευνηθεί από τα Ηνωμένα Έθνη, σύμφωνα με τον Χαμίντ Σαμπί, δικηγόρο που διετέλεσε σύμβουλος στο Δικαστήριο της Κίνας.

«Ωστόσο, μια ατυχής κατάσταση στο σημερινό πολιτικό περιβάλλον είναι ότι λόγω της δύναμης μεγάλων κρατών όπως η Κίνα, είναι πολύ δύσκολο να πιέσεις οποιονδήποτε οργανισμό του ΟΗΕ να διερευνήσει τέτοιες φρικαλεότητες», είπε κατά την συζήτηση.

Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece

Λευκός Οίκος: Οι καραντίνες είναι «εξαιρετικά επιβλαβείς»

Ενημέρωση: 13 Οκτωβρίου

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Καθώς ο αριθμός των φορέων του ιού της Γουχάν ολοένα και αυξάνεται παγκοσμίως, αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου προτείνουν την μη επιβολή ενός δεύτερου γύρου κλεισίματος, λέγοντας ότι είναι «εξαιρετικά επιβλαβές» για τη δημόσια υγεία και την οικονομία μακροπρόθεσμα.

«Αυτό που υποστηρίζει η επιστημονική κοινότητα στις υψηλότερες βαθμίδες παγκοσμίως, ευθυγραμμίζεται πλήρως με αυτά που εδώ και μήνες λέει ο πρόεδρος», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης.

Από τον Μάρτιο, οι στρατηγικές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ επικεντρώνονται στην προστασία των ευπαθών ομάδων, στο άνοιγμα των σχολείων και στην αποκατάσταση της κοινωνίας, δήλωσε ο αξιωματούχος.

Η στρατηγική του προέδρου ευθυγραμμίζεται με αυτό που υποστηρίζουν «κορυφαίοι επιδημιολόγοι και ειδικοί σε θέματα κοινωνικής υγείας, δηλαδή ότι οι καραντίνες δεν εξαλείφουν τον ιό. Οι καραντίνες είναι εξαιρετικά επιβλαβείς».

Την περασμένη εβδομάδα, αρκετοί ιατρικοί ερευνητές, υγειονομικοί επιστήμονες και ιατροί υπέγραψαν την Διακήρυξη του Great Barrington, η οποία αναφέρει ότι «οι τρέχουσες πολιτικές καραντίνας παράγουν καταστροφικές επιπτώσεις στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη δημόσια υγεία».

Μέχρι και τις 12 Οκτωβρίου, περισσότεροι από 8.700 ιατρικοί ερευνητές, 22.000 ιατροί και 380.000 ενδιαφερόμενοι πολίτες παγκοσμίως υπέγραψαν την δήλωση. Στους υπογράφοντες περιλαμβάνεται ο Δρ. Μάρτιν Κούλντροφ (Martin Kulldorff), καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, η Δρ. Σουνέτρα Γκούπτα (Sunetra Gupta), καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ο Δρ. Τζέι Μπατατσάρια (Jay Bhattacharya), καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

Διαβάστε επίσης

«Η προστασία των ευπαθών ομάδων θα πρέπει να είναι ο κεντρικός στόχος των μέτρων για τη δημόσια υγεία για την COVID-19», αναφέρει η διακήρυξη. «Όσοι δεν είναι ευάλωτοι θα πρέπει αμέσως να έχουν τη δυνατότητα να ξαναρχίσουν τη ζωή τους κανονικά».

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εξέφρασε επίσης ανησυχίες για τα μέτρα καραντίνας. Ο ειδικός απεσταλμένος του ΠΟΥ για την COVID-19 παροτρύνει τους παγκόσμιους ηγέτες να σταματήσουν να χρησιμοποιούν την καραντίνα ως την πρωταρχική μέθοδο ελέγχου της διασποράς του ιού του ΚΚΚ (Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα), κοινώς γνωστού ως νέου κορωνοϊού.

«Εμείς στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας δεν υποστηρίζουμε τις καραντίνες ως πρωταρχικό μέσο ελέγχου αυτού του ιού», δήλωσε ο Νταβίντ Ναβάρο στην Spectator σε συνέντευξή του στις 8 Οκτωβρίου.

Διαβάστε επίσης

Ο ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Τραμπ δήλωσε ότι νέα κλεισίματα της κοινωνίας υιοθετούνται σε διάφορα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών, και σε άλλες περιοχές βρίσκονται υπό συζήτηση. Ωστόσο, αυτά τα μέτρα έχουν άμεσο κόστος υγειονομικής περίθαλψης, προειδοποίησε.

Για παράδειγμα, «τα δεδομένα βρήκαν ότι δεν έχει γίνει διάγνωση στο 46% των έξι κορυφαίων καρκίνων στις Ηνωμένες Πολιτείες σε σύγκριση με πέρυσι».

Οι παρατεταμένες καραντίνες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού στα παιδιά, λιγότερους ελέγχους και θεραπεία καρκίνου και επιδείνωση της ψυχικής υγείας, σύμφωνα με ειδικούς στον τομέα της υγείας.

Ένας ακόμα ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης προειδοποίησε για τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις της καραντίνας.

«Υπάρχει παλαιότερη βιβλιογραφία που αποδεικνύει ότι η αύξηση της ανεργίας κατά 1% σχετίζεται με την αύξηση κατά 1% στις αυτοκτονίες», είπε. Οι περισσότερο επηρεασμένοι από αυτό το ζήτημα είναι οι οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, «δεδομένου της απώλειας θέσεων εργασίας τον Μάρτιο και τον Απρίλιο».

Στον αρνητικό αντίκτυπο του κλεισίματος της κοινωνίας περιλαμβάνεται επίσης η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας και η κακοποίηση παιδιών, είπε.

Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα επικριθεί για τον χειρισμό της πανδημίας και την υποτίμηση της όλης κατάστασης. Και ύστερα από τη διάγνωσή του, κατηγορήθηκε ότι έκανε τον Λευκό Οίκο σημείο εξάπλωσης του COVID.

«Ακόμη και με σημαντικά μέτρα αντιμετώπισης που όλοι μας ακολουθούμε πολύ ευλαβικά, ο ιός δεν εξαλείφεται πλήρως», δήλωσε ο αξιωματούχος.

«Δεν μπορούμε να εξαλείψουμε όλα τα κρούσματα. Και αυτό που κάνουμε είναι να επικεντρωθούμε στη διάσωση των ζωών διότι έχουμε μάθει πολλά για τον ιό».

Ο αξιωματούχος είπε ότι το ποσοστό θνησιμότητας έχει μειωθεί κατά 85% από την κορύφωση τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Η διάρκεια παραμονής και τα ποσοστά θνησιμότητας στα νοσοκομεία έχουν επίσης μειωθεί σημαντικά από τότε.

Ο Ivan Pentchoukov συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Αμερικανικές εταιρείες μετακινούν αλυσίδες εφοδιασμού έξω από την Κίνα, εξερευνούν εγγύτερες επιλογές

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας και η πανδημία COVID-19 ανάγκασαν τις εταιρείες να μειώσουν την υπερβολική εξάρτησή τους από την Κίνα που είχε σε πολλές περιπτώσεις γίνει ο μοναδικός προμηθευτής υλικών και εμπορευμάτων.

Οι αμερικανικές μάρκες έχουν αρχίσει να διερευνούν επιλογές προμήθειας πιο κοντά στις ΗΠΑ, με την Λατινική και την Νότια Αμερική να κερδίζουν σημαντικά την προσοχή τους κατά τους τελευταίους μήνες, σύμφωνα με έρευνα της Qima, μιας εταιρείας διερεύνησης των διεθνών αλυσίδων ανεφοδιασμού, με έδρα το Χονγκ Κονγκ.

Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο μεταξύ περισσότερων από 200 επιχειρήσεων σε όλο τον κόσμο, διαπίστωσε ότι οι ερωτηθέντες απομακρύνουν όλο και περισσότερο τις πηγές τους [υλικών ή εμπορευμάτων] από την Κίνα. Ενενήντα τρία τοις εκατό των Αμερικανών ερωτηθέντων, ανέφεραν ότι είχαν σχέδια να δώσουν μεγαλύτερη ποικιλία στις αλυσίδες εφοδιασμού τους. Εν τω μεταξύ, λιγότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους ερωτηθέντες είχαν μια παρόμοια στρατηγική.

Η Κίνα εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός παγκόσμιος παράγοντας για την προμήθεια εμπορευμάτων, ωστόσο, η κυριαρχία της έχει γίνει «αισθητά λιγότερο δυνατή» σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με το συμπερασματικό έγγραφο της Qima που παρουσιάζει τα βασικά ευρήματα της έρευνας.

Για παράδειγμα, το 75 τοις εκατό των ερωτηθέντων παγκοσμίως, ανέφεραν την Κίνα μεταξύ των 3 κορυφαίων γεωγραφικών πηγών προμήθειας φέτος, σε σύγκριση με το ισοπεδωτικό 96 τοις εκατό του 2019.

Πολλές εταιρείες, ιδίως εκείνες της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης, έχουν κάνει προτεραιότητα την δημιουργία ποικιλίας στους προμηθευτές για ένα χρονικό διάστημα, με το Βιετνάμ να συνεχίζει να κερδίζει δημοτικότητα ως εναλλακτική λύση στην Κίνα.

«Κατατασσόμενο σταθερά μεταξύ των περιφερειακών ανταγωνιστών της Κίνας, το Βιετνάμ συνεχίζει να αποκομίζει τα περισσότερα οφέλη από τη συνεχιζόμενη μαζική έξοδο δυτικών αγοραστών από την Κίνα, με το 40% των ερωτηθέντων στην ΕΕ και σχεδόν ίδιο ποσοστό εταιρειών των ΗΠΑ, να αναφέρουν το Βιετνάμ μεταξύ των κορυφαίων περιοχών προμήθειας υλικού», ανέφερε η έρευνα.

Μεταξύ άλλων ασιατικών χωρών, η Ταϊβάν αναδεικνύεται «ένας αδιαμφισβήτητος ηγέτης» καθώς απολαμβάνει τεράστια προτίμηση ως αγορά προμήθειας υλικών κατά την γνώμη των αμερικανικών εταιρειών.

Η πανδημία έχει επιταχύνει επίσης την ανάγκη επιστροφής των γραμμών προμήθειας πίσω στο εθνικό έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών, ή στην εγγύς περιοχή της Λατινικής και Νότιας Αμερικής.

«Για τις εταιρείες που εδρεύουν στις ΗΠΑ, περιοχές προμήθειας εγγύτερα στην πατρίδα τους συνεχίζουν να αυξάνονται σταθερά, με την δημοτικότητα της Λατινικής και της Νότιας Αμερικής σχεδόν διπλάσια σε σύγκριση με πέρυσι», ανέφερε η έρευνα της Qima.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι το 39 τοις εκατό των εταιρειών που εδρεύουν στις ΗΠΑ ανέφεραν σχέδια να προμηθεύονται περισσότερο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Βόρεια Αμερική και 13 τοις εκατό από την Νότια και Λατινική Αμερική.

«Εν τω μεταξύ, οι εταιρείες της ΕΕ στρέφονται όλο και περισσότερο στην Τουρκία ως κοντινότερο προορισμό», ανέφερε η έρευνα.

Για δεκαετίες, οι περισσότερες μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ έχουν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε εγκαταστάσεις και ανθρώπινους πόρους στην Κίνα για να αποκτήσουν πρόσβαση στην κινεζική αγορά και έχουν ήδη εγκαταλείψει την πνευματική τους ιδιοκτησία ως «ποινή εισόδου» στην Κίνα.

Ωστόσο, η πανδημία, σε συνδυασμό με το αρνητικό συναίσθημα κατά του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος τους τελευταίους μήνες, ανάγκασε πολλά εταιρικά συμβούλια να αλλάξουν δραματικά τις στρατηγικές τους.

Η βιωσιμότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας έχει επίσης γίνει ένα φλέγον πολιτικό ζήτημα στις ΗΠΑ, καθώς πλησιάζουν οι εθνικές εκλογές του Νοεμβρίου.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεσμεύθηκε να τερματίσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από την Κίνα και να φέρει πίσω 1 εκατομμύριο θέσεις εργασίας στην δεύτερη θητεία του. Πρόσφατα πρότεινε την παροχή φορολογικών διευκολύνσεων και την παροχή «100% μειώσεων δαπανών για βασικές βιομηχανίες όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα και η ρομποτική» για να παρακινηθούν οι εταιρείες να παράγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Τραμπ υπέγραψε επίσης εκτελεστική εντολή στις 6 Αυγούστου για να διασφαλίσει ότι βασικά φάρμακα, ιατρικά εφόδια και ιατρικός εξοπλισμός παράγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο πρώην αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο Δημοκρατικός υποψήφιος, δεσμεύθηκε επίσης να «φέρει πίσω κρίσιμες αλυσίδες εφοδιασμού». Υποσχέθηκε να «ενισχύσει την βιομηχανική και τεχνολογική δύναμη της Αμερικής και να διασφαλίσει ότι το μέλλον “κατασκευάζεται σε όλη την Αμερική” από όλους τους εργάτες της Αμερικής».

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η Κίνα έχει γίνει ένας σημαντικός παγκόσμιος προμηθευτής. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η Κίνα αντιπροσωπεύει σχεδόν το 20% του παγκόσμιου εμπορίου στην κατασκευή ενδιάμεσων προϊόντων, από το 4% το 2002.

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Πώς διαφέρει η Epoch Times από άλλες εφημερίδες;

Η Epoch Times είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη ανεξάρτητη εφημερίδα στην Αμερική. Είμαστε διαφορετικοί από άλλους οργανισμούς μέσων μαζικής ενημέρωσης επειδή δεν επηρεαζόμαστε από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Ο μόνος μας στόχος είναι να φέρουμε στους αναγνώστες μας ακριβείς πληροφορίες και να είμαστε υπεύθυνοι στο κοινό.
Δεν ακολουθούμε την ανθυγιεινή τάση στο σημερινό περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης, της δημοσιογραφίας που έχει μια ατζέντα, και αντ’ αυτού χρησιμοποιούμε τις αρχές μας Αλήθεια και Παράδοση ως πυξίδα.

Αν εκτιμάτε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία μας, βοηθήστε μας να συνεχίσουμε. Στηρίξτε την αλήθεια και την παράδοση.

[give_form id=”3924″]

Οι ΗΠΑ πιέζουν την Ευρώπη να απαγορεύσει τον κινεζικό προμηθευτή ελέγχου ασφαλείας

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πιέζει την Ευρώπη να απαγορεύσει τον μεγαλύτερο κατασκευαστή μηχανημάτων ακτίνων Χ και σαρωτών της Κίνας, λέγοντας ότι η εταιρεία αποτελεί απειλή για την ασφάλεια.

Η κινεζική κρατική εταιρεία Nuctech, η οποία παρέχει συστήματα ελέγχου φορτίου, αποσκευών και επιβατών σε αεροδρόμια και άλλα λιμάνια εισόδου, έχει εισβάλει στην ευρωπαϊκή αγορά τα τελευταία χρόνια.

Τα συστήματα που ελέγχουν φορτία και αποσκευές θα μπορούσαν να προσφέρουν σε εταιρείες όπως η Nuctech εύκολη πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και εμπορικές πληροφορίες, κάνοντας τους αξιωματούχους των ΗΠΑ να ανησυχούν ότι η Nuctech μπορεί να παραδώσει τέτοιου είδους δεδομένα στο κινεζικό καθεστώς.

Σύμφωνα με ένα άρθρο της Wall Street Journal, ένα εσωτερικό υπόμνημα του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ με ημερομηνία 26 Μαΐου αναφέρει τα βασικά σημεία της αμερικανικής προσπάθειας πίεσης στην Ευρώπη και προειδοποιεί για την επέκταση της Nuctech στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια και λιμάνια.

Το υπουργείο Εξωτερικών σε ξεχωριστό σημείωμα στις 8 Μαΐου δήλωσε ότι ο Κινέζος προμηθευτής έκανε προσφορές για συμβάσεις σε περισσότερες από δώδεκα ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα, η Φινλανδία, μέλος του Οργανισμού Συνθήκης του Βόρειου Ατλαντικού, έκλεισε συμβόλαιο με τη Nuctech, απορρίπτοντας τις προσπάθειες των αμερικανικών ομάδων συμφερόντων, σύμφωνα με το σημείωμα που είδε το περιοδικό.

Η Nuctech ιδρύθηκε το 1997 από τον Χου Χαϊφένγκ, γιο του πρώην ηγέτη του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος Χου Τζιντάο. Πέρυσι, η πλειοψηφία της μητρικής εταιρείας της Nuctech μεταφέρθηκε στην China National Nuclear Corp., η οποία διαχειρίζεται τα πυρηνικά όπλα και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η εταιρεία «έχει γίνει ένα διεθνώς διάσημο brand στον κλάδο ασφάλειας και επιθεώρησης», με παρουσία σε 160 χώρες και περιοχές.

Τα μηχανήματα της Nuctech χρησιμοποιούνται ευρέως σε ευρωπαϊκά λιμάνια εισόδου, προκαλώντας ανησυχία ότι μια κινεζική κρατική εταιρεία έχει γνώσεις για όλα τα αεροδρόμια και τα λιμάνια σε ολόκληρη την Ευρώπη, σύμφωνα με άρθρο της Politico που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο. Τα τελευταία έξι χρόνια, η κινεζική εταιρεία έχει κερδίσει 58 συμβάσεις με τις συνοριοφυλακές και τις τελωνειακές αρχές και άλλους κυβερνητικούς οργανισμούς σε 22 από τις 28 χώρες μέλη της ΕΕ.

Η εταιρεία κατάφερε επίσης να οικοδομήσει τη φήμη της μέσω προσοδοφόρων συμβάσεων, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2008 στο Πεκίνο, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016 στη Βραζιλία, το 2015 Expo του Μιλάνου και το τουρνουά τένις Wimbledon Open 2015.

Η παγκόσμια αγορά ελέγχου ασφαλείας εκτιμήθηκε σε περίπου 7 δισεκατομμύρια δολάρια το 2019.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εκτιμά ότι η Nuctech είναι κυρίαρχος παίκτης στην αγορά εξοπλισμού διαλογής θαλάσσιων φορτίων στην Ευρώπη, με μερίδιο 90% και κατέχει έως και 50% μερίδιο αγοράς για έλεγχο αποσκευών επιβατών και φορτίου αεροδρομίου στην Ευρώπη.

Οι επιχειρηματικές πρακτικές της εταιρείας, ωστόσο, υπόκεινται σε αυξημένο έλεγχο.

Η Αμερικανική Υπηρεσία Ασφάλειας Μεταφορών (TSA) απαγόρευσε την κινεζική εταιρεία από το μεγαλύτερο μέρος της αμερικανικής αγοράς αεροδρομίων το 2014. Η εταιρεία κατηγορήθηκε αργότερα ότι διατηρεί λομπίστες στην Ουάσινγκτον για να επηρεάσει την TSA και συνδέθηκε επίσης με κατηγορίες διαφθοράς σε πολλές χώρες.

Η Nuctech έχει αναπτυχθεί σημαντικά λόγω της ικανότητάς της να υποτιμά τους ανταγωνιστές της σε πολλές χώρες.

Ο Άξελ Βος, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τη Γερμανία, εξέφρασε ανησυχίες για την εταιρεία τον Δεκέμβριο, κατηγορώντας ότι «χρησιμοποίησε μια τεράστια στρατηγική τιμολόγησης χαμηλού επιπέδου» για να κερδίσει συμβόλαια.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε αυτό το μήνα ότι θα υιοθετήσει προστατευτικές πολιτικές για να υπερασπιστεί τις εταιρείες της έναντι επιδοτούμενων ξένων ανταγωνιστών, μια προσπάθεια να περιοριστούν οι δραστηριότητες κινεζικών εταιρειών όπως η Nuctech.

Μετά από μια περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, η ΕΕ θα εισαγάγει ένα νέο νομικό μέσο για τις ξένες επιδοτήσεις το επόμενο έτος, σύμφωνα με την Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μάργκρεθ Βεστάγκερ, υπεύθυνη για τον ανταγωνισμό και την ψηφιακή πολιτική.

Η νέα πολιτική θα μπλοκάρει τις επενδύσεις και την υποβολή προσφορών δημόσιου διαγωνισμού από μεγάλες επιδοτούμενες ξένες εταιρείες.

Κατά την τελευταία δεκαετία, μέσω μεγάλων κρατικών επιδοτήσεων, η Κίνα κατάφερε να δημιουργήσει τους δικούς της εθνικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Και πρόσφατα, αυτές οι επιδοτήσεις χρησιμοποιήθηκαν ευρέως για την επίτευξη κυριαρχίας σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, όπως περιγράφεται στο σχέδιο «Made in China 2025».

Ένας εκπρόσωπος της Nuctech είπε στην Wall Street Journal ότι η εταιρεία δεν γνώριζε την προσπάθεια των ΗΠΑ για πιέσεις. Η εταιρεία αρνήθηκε επίσης κατηγορίες ότι έλαβε κρατική επιδότηση ή κυβερνητικές οδηγίες.

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Γνωρίζατε ότι είμαστε ανεξάρτητοι;

Η Epoch Times είναι ανεξάρτητη από οποιαδήποτε επιρροή από εταιρείες, κυβερνήσεις ή πολιτικά κόμματα. Ο μόνος μας στόχος είναι να δίνουμε στους αναγνώστες μας ακριβείς πληροφορίες και να είμαστε υπεύθυνοι προς το κοινό.

 

Η Ευρώπη καταφεύγει σε εμπορικό προστατευτισμό προς αντιμετώπιση κρατικών επιδοτήσεων

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά στην υιοθέτηση προστατευτικών κανόνων για την υπεράσπιση των εταιρειών της έναντι επιδοτούμενων ξένων ανταγωνιστών, μια κίνηση που αναμένεται να περιορίσει τις δραστηριότητες κρατικών κινεζικών εταιρειών στην Ευρώπη.

Η Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργκρέτε Βέσταγκερ, υπεύθυνη για τον ανταγωνισμό και την ψηφιακή πολιτική, δήλωσε ότι η ΕΕ πρέπει να διαθέτει «το σωστό εργαλείο» για την αντιμετώπιση των άδικων ξένων επιδοτήσεων που είναι «εκτός ελέγχου» και «χωρίς επιτήρηση».

«Ζητάμε από τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη να ανταγωνίζονται δίκαια και τεκμηριωμένα στα προϊόντα, την ποιότητα, τις προσιτές τιμές, την καινοτομία, χωρίς οι φορολογούμενοι να αναλαμβάνουν τους λογαριασμούς τους», είπε στις 23 Ιουνίου σε μια εξ αποστάσεως διάσκεψη που διοργανώθηκε από το Ατλαντικό Συμβούλιο.

Πρόσθεσε ότι ο στόχος της νέας πολιτικής είναι να προωθήσει τον θεμιτό ανταγωνισμό στην παραγωγή και τις επενδύσεις και επίσης να υποστηρίξει τις ευρωπαϊκές εταιρείες όταν αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα ένα λεπτομερές έγγραφο ανάλυσης για τις ζημίες που προκλήθηκαν από ξένες επιδοτήσεις στο μπλοκ.

Σύμφωνα με το έγγραφο, οι ξένες επιδοτήσεις έχουν διάφορες μορφές, όπως άτοκες χορηγήσεις δανείων, απεριόριστες εγγυήσεις, εισφορές κεφαλαίου, προτιμησιακή φορολογική μεταχείριση, φορολογικές πιστώσεις και επιχορηγήσεις.

Αυτές οι επιδοτήσεις προκαλούν «απώλεια ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας των εταιρειών που δεν λαμβάνουν τέτοιες επιδοτήσεις», ανέφερε η έκθεση.

Μετά από μια περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, η ΕΕ θα εισαγάγει ένα νέο νομικό όργανο που θα χειριστεί τις ξένες επιδοτήσεις το επόμενο έτος.

Οι αθέμιτες και στρεβλωτικές στο εμπόριο κυβερνητικές επιδοτήσεις έχουν καταστεί μείζον ζήτημα στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα, ενώ οι κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου απέτυχαν να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα, ιδίως όταν προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το κινεζικό οικονομικό μοντέλο.

Το ζήτημα των επιδοτήσεων αποτέλεσε επίσης κορυφαία ανησυχία για τη διοίκηση του Τραμπ και ήταν ένας από τους λόγους για την έναρξη εμπορικού πολέμου με την Κίνα.

Η πρώτη φάση της εμπορικής συμφωνίας της Κίνας που υπεγράφη τον Ιανουάριο δεν επιλύει πλήρως αυτό το πρόβλημα και θα είναι δύσκολο να εκτονωθούν οι εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας εάν το ζήτημα των κρατικών επιδοτήσεων παραμείνει άλυτο στις συνομιλίες της δεύτερης φάσης με την Κίνα, σύμφωνα με ειδικούς.

Την τελευταία δεκαετία, μέσω μεγάλων κρατικών επιχορηγήσεων, η Κίνα κατάφερε να δημιουργήσει τους δικούς της εθνικούς πρωταθλητές σε βασικές βιομηχανίες, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα ηλιακά πάνελ. Και πρόσφατα, αυτές οι επιδοτήσεις χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό για να επιτευχθεί κυριαρχία σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, όπως περιγράφεται στο σχέδιο «Made in China 2025».

Σε απάντηση σε ερωτήσεις σχετικά με το κατά πόσον τα νέα εργαλεία προστατευτισμού της ΕΕ θα απειλούσαν την παγκοσμιοποίηση, η Βέσταγκερ είπε ότι η ΕΕ «δεν θα συμβιβαστεί ποτέ» για το κράτος δικαίου και τις «αρχές ίσης μεταχείρισης».

Αυτά τα προστατευτικά μέτρα θα εμποδίσουν επίσης τους Κινέζους αγοραστές «ευκαιριών» που αναζητούν να αποκτήσουν πτωχευμένα επενδυτικά αγαθά και εταιρείες στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Η Βέσταγκερ είπε ότι ήλπιζε πως «το επίσημο έγγραφο για τις ξένες επιδοτήσεις θα διαβαστεί σε παγκόσμιο επίπεδο».

Είπε επίσης ότι η ΕΕ δεν θα συμβιβαστεί για την «επιβολή του νόμου περί ανταγωνισμού» στο ψηφιακό εμπόριο.

«Ελπίζω ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπορούμε ακόμα να το προχωρήσουμε», είπε, αναφερόμενη σε μια παγκόσμια λύση για τους φόρους ψηφιακών υπηρεσιών.

Η διαμάχη για τους ψηφιακούς φόρους αυξήθηκε μετά την αποχώρηση της Ουάσινγκτον από τις παγκόσμιες διαπραγματεύσεις την περασμένη εβδομάδα, αυξάνοντας τους φόβους για έναν νέο εμπορικό πόλεμο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του μπλοκ.

Είπε ότι το να έχουμε μια παγκόσμια συναίνεση θα ήταν η καλύτερη λύση «αντί εμείς εδώ στην Ευρώπη να πρέπει να το επιδιώξουμε μόνοι μας».

Νωρίτερα, ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αποσυρθούν από τις διαπραγματεύσεις που επιδιώκουν να ξαναγράψουν τους διασυνοριακούς φορολογικούς κανόνες για το ψηφιακό εμπόριο. Ισχυρίστηκε ότι οι συνομιλίες είχαν φτάσει σε «αδιέξοδο».

Οι διαπραγματεύσεις που συντονίστηκαν από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) συνεχίζονται εδώ και μήνες με στόχο την εξεύρεση λύσης μέχρι το τέλος του έτους.

Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να σχεδιάζουν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις για την φορολόγηση του ψηφιακού εμπορίου του ΟΟΣΑ τον Ιούλιο, σύμφωνα με το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών.

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Αμερόληπτα και ανεξάρτητα νέα

Η Epoch Times είναι αμερόληπτη και βασίζεται σε αξίες. Πιστεύουμε ότι η αληθινή δημοσιογραφία στηρίζεται σε ηθικές αρχές. Επικεντρωνόμαστε σε σημαντικά ζητήματα και σε πολιτικές και τον αντίκτυπό τους, όχι σε κομματική μεροληψία. Δεν ακολουθούμε την ανήθικη τάση της δημοσιογραφίας που υπηρετεί μια ατζέντα, αλλά αντ’ αυτού χρησιμοποιούμε τις αρχές μας Αλήθεια και Παράδοση ως πυξίδα για να γράφουμε με ειλικρίνεια.

Ξεκίνησε η έξοδος της παραγωγικής βιομηχανίας των Η.Π.Α από την Κίνα

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Η πανδημία του ιού του KKK (COVID-19) έχει φέρει στο προσκήνιο τον κίνδυνο του παγκόσμιου εφοδιασμού και σε πρόσφατα στοιχεία που συλλέχθηκαν από μια εταιρεία επιθεώρησης εφοδιαστικής αλυσίδας με έδρα το Χονγκ Κονγκ, δείχνουν ότι οι αμερικανικές εταιρείες έχουν ήδη αρχίσει να απομακρύνουν τις πηγές τους από την Κίνα.

Η έξοδος της παραγωγής ήταν ήδη σε εξέλιξη λόγω της αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας το 2019. Ο ιός του ΚΚΚ (Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας), έχει επιταχύνει αυτή την τάση και ενθάρρυνε περισσότερες εταιρείες να μειώσουν την υπερβολική εξάρτησή τους από την Κίνα ως τον μοναδικό τους προμηθευτή.

Μεγάλο μέρος της παραγωγής μεταφέρεται στη Νοτιοανατολική Ασία και τη Νότια Ασία, σύμφωνα με έκθεση της Qima, μιας εταιρείας ελέγχου ποιότητας και εφοδιαστικής αλυσίδας στο Χονγκ Κονγκ. Η έκθεση Qima βασίζεται σε δεδομένα που συλλέγονται από δεκάδες χιλιάδες ελέγχους της αλυσίδας εφοδιασμού που διενεργούνται παγκοσμίως για εταιρείες καταναλωτικών αγαθών και λιανικών πωλήσεων. Οι εταιρείες χρησιμοποιούν αυτές τις αναφορές για να λάβουν αποφάσεις σχετικά με το εάν θα μετεγκατασταθούν σε μια νέα χώρα-προμηθευτή.

Κατά τους πρώτους δύο μήνες του έτους, η ζήτηση για επιθεωρήσεις και ελέγχους από αγοραστές της Βόρειας Αμερικής αυξήθηκε κατά 45% ετησίως στη Νοτιοανατολική Ασία, με το Βιετνάμ, τη Βιρμανία (επίσης γνωστή ως Μιανμάρ) και τις Φιλιππίνες να αποκομίζουν τα οφέλη, αναφέρει η έκθεση. Εν τω μεταξύ, η ζήτηση για ελέγxους της αλυσίδας εφοδιασμού αυξήθηκε κατά 52% στη Νότια Ασία, με το Μπαγκλαντές να γίνεται ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς, ειδικά για τις γνωστές εταιρείες κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης.

Επιπλέον, μια δημοσκόπηση της Qima που πραγματοποιήθηκε σε περισσότερες από 200 εταιρείες στα τέλη Φεβρουαρίου, έδειξε ότι το 87% των ερωτηθέντων πίστευαν ότι η πανδημία θα προκαλούσε σημαντικές αλλαγές στη διαχείριση της αλυσίδας εφοδιασμού τους στο μέλλον.

Για να μετριαστούν οι κίνδυνοι της έλλειψης εφοδιασμού που οφείλονται στο κλείσιμο των εργοστασίων στην Κίνα, περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες σημείωσαν εξάλλου ότι είχαν ήδη αρχίσει να στρέφονται σε προμηθευτές περιοχών που δεν έχουν επηρεαστεί από τον ιό.

Η τάση αυτή ωστόσο, διακόπηκε τους τελευταίους μήνες καθώς ο COVID-19, η ασθένεια που προκλήθηκε από τον ιό του ΚΚΚ, εξαπλώθηκε και σε άλλα μέρη στον κόσμο. Το μέλλον της ασιατικής μεταποίησης εκτός Κίνας θα εξαρτηθεί από την ικανότητα επιβίωσης των χωρών από αυτή την υγειονομική κρίση.

«Μετά από ένα πολύ δυναμικό ξεκίνημα στην αρχή της χρονιάς, όταν η Κίνα έκλεισε, μπήκαμε επίσης και στην καραντίνα για τον COVID-19» δήλωσε ο Μάθιου Λαμπάς (Mathieu Labasse), διευθυντής μάρκετινγκ της Qima, στην The Epoch Times.

Είπε ότι η καραντίνα επηρέασε τόσο την παραγωγή όσο και τη ζήτηση με αποτέλεσμα το κλείσιμο των παγκόσμιων εξαγωγικών αγορών.

«Είδαμε ότι οι προμήθειες μειώθηκαν πάνω από 40 τοις εκατό τον Απρίλιο και τον Μάιο στη Νοτιοανατολική Ασία σε σχέση με πέρυσι και έως και 80 τοις εκατό στις Νότια Ασία, Ινδία, Μπαγκλαντές και Πακιστάν», είπε.

Ωστόσο, η εταιρεία ελέγχου πιστεύει ότι η διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας και της τάσης κοντά σε ακτές, θα ανέλθει σε νέα ύψη όταν ξαναρχίσει το παγκόσμιο εμπόριο.

«Οι εταιρίες και οι λιανικές πωλήσεις που περνάνε από αυτήν την καταιγίδα είναι πιθανόν να καταλήξουν σε μεγάλες αναδιαμορφώσεις των προμηθευτικών χαρτοφυλακίων τους, αποτελούμενα από εργοστάσια που κατάφεραν να επιβιώσουν μέσω καραντίνας», ανέφερε η έκθεση.

Η επιβράδυνση της παγκόσμιας ζήτησης λόγω της καραντίνας, ιδίως στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, έπληξε επίσης τους Κινέζους προμηθευτές.

«Πράγματι, μετά από μια σύντομη ανάκαμψη στα μέσα Μαρτίου, όταν τα εργοστάσια της Κίνας άνοιξαν ξανά ο αριθμός των προμηθειών μειώθηκε πάλι απότομα τον Απρίλιο και το Μάιο καθώς οι εξαγωγικές αγορές έκλεισαν», δήλωσε ο Λαμπάσε. «Καταγράψαμε 20% μείωση των αποθεματικών στην Κίνα σε σχέση με πέρυσι κατά τη διάρκεια αυτών των δύο μηνών».

Ωστόσο, η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική για εξοπλισμούς ατομικής προστασίας, καθώς η Κίνα είναι ο κυρίαρχος παγκόσμιος προμηθευτής. «Είδαμε μια τεράστια εισροή προστατευτικών μασκών ειδικά από τα μέσα Μαΐου», δήλωσε ο Λαμπάσε.

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες η Κίνα έχει γίνει ένας σημαντικός παγκόσμιος προμηθευτής. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η Κίνα αντιπροσωπεύει σχεδόν το 20% του παγκόσμιου εμπορίου στην κατασκευή ενδιάμεσων προϊόντων, από 4% που ήταν το 2002. Οι περισσότερες μεγάλες αμερικανικές εταιρείες έχουν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε εγκαταστάσεις και ανθρώπινο δυναμικό στην Κίνα για να αποκτήσουν πρόσβαση στην κινεζική αγορά, με τίμημα να έχουν εγκαταλείψει την πνευματική τους ιδιοκτησία.

Ωστόσο, η πανδημία σε συνδυασμό με το πικρό συναίσθημα κατά του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος τους τελευταίους μήνες, ανάγκασε πολλά εταιρικά συμβούλια να επανεξετάσουν τις σχέσεις τους με την Κίνα.

Σε μια προσπάθεια διαφοροποίησης της αλυσίδας εφοδιασμού της, η Apple πέρυσι ζήτησε από τους σημαντικότερους προμηθευτές της να εξετάσουν το ενδεχόμενο μεταφοράς ορισμένων τμημάτων της παραγωγής τους από την Κίνα στη Νοτιοανατολική Ασία.

Επίσης, η εταιρεία ξεκίνησε τη διαδικασία μεταφοράς της παραγωγή των AirPods, των δημοφιλών ασύρματων ακουστικών της από την Κίνα στο Βιετνάμ. Τουλάχιστον 50 πολυεθνικές συμπεριλαμβανομένων αμερικανικών, ιαπωνικών και ταϊβανικών εταιρειών, ανακοίνωσαν στα σχέδια τους για το 2020 ν’ απομακρύνουν την κατασκευή από την Κίνα ώστε να αποφύγουν τους δασμούς των ΗΠΑ.

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Γνωρίζατε ότι είμαστε ανεξάρτητοι;

Η Epoch Times είναι ανεξάρτητη από οποιαδήποτε επιρροή από εταιρείες, κυβερνήσεις ή πολιτικά κόμματα. Ο μόνος μας στόχος είναι να δίνουμε στους αναγνώστες μας ακριβείς πληροφορίες και να είμαστε υπεύθυνοι προς το κοινό.

Ακολουθήστε την Epoch Times στο Twitter: @EpochTimesGr

 

Περισσότερες χώρες ενδέχεται να πέσουν στην παγίδα χρέους της Κίνας με την COVID-19

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ – Μέσω του προγράμματος Belt and Road Initiative (BRI), η Κίνα έδωσε δισεκατομμύρια δολάρια ως δάνεια σε χώρες χαμηλού εισοδήματος για να βοηθήσει στην κατασκευή τεράστιων έργων υποδομής. Και τώρα με την πανδημία COVID-19, η ανησυχία για μια επικείμενη κρίση χρέους έχει αυξηθεί στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς οι περισσότερες εξ αυτών έχουν ήδη «σπάσει» υπό το βάρος του τεράστιου χρέους τους προς την Κίνα.

Ξεκινώντας το 2013, το BRI της Κίνας, που αναφέρεται επίσης ως «One Belt, One Road» [Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος] ή «New Silk Road», είναι ένα από τα πιο φιλόδοξα και αμφιλεγόμενα αναπτυξιακά προγράμματα στον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια, το πρόγραμμα ονομάζεται πλέον ως «παγίδα χρέους», λόγω των επιθετικών πρακτικών δανεισμού του Πεκίνου.

Το BRI συνέβαλε στη σημαντική συσσώρευση εξωτερικού χρέους σε πολλές χώρες χαμηλού εισοδήματος, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Διεθνούς Χρηματοδότησης (IIF).

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η Κίνα έχει γίνει ένας μεγάλος παγκόσμιος δανειστής, με το οφειλόμενο προς αυτήν χρέος να ξεπερνά τα $5,5 τρισεκατομμύρια το 2019 — περισσότερο από το 6% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, ανέφερε η έκθεση του IIF.

Το BRI έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καθοδήγηση της δανειοδοτικής δραστηριότητας της Κίνας τα τελευταία χρόνια, καθιστώντας το Πεκίνο τον μεγαλύτερο πιστωτή παγκοσμίως σε χώρες με χαμηλό εισόδημα. Από την έναρξή του, το πρόγραμμα διέθεσε περισσότερα από $730 δισεκατομμύρια σε υπερπόντια επενδυτικά και κατασκευαστικά έργα σε περισσότερες από 112 χώρες, σύμφωνα με την έκθεση.

Μεταξύ των χωρών του BRI, το Τζιμπουτί, η Αιθιοπία, το Λάος, οι Μαλδίβες και το Τατζικιστάν βαθμολογούνται ως «υψηλού κινδύνου ζημίας χρέους» από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), πράγμα που σημαίνει ότι είναι πιθανό να χρεοκοπήσουν ή να αντιμετωπίσουν προβλήματα εξυπηρέτησης του τεράστιου χρέους τους.

Επιπλέον, μια πρόσφατη ακαδημαϊκή μελέτη που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο Kiel για την Παγκόσμια Οικονομία υποδηλώνει ότι τα κινεζικά υπερπόντια δάνεια μπορεί να είναι υψηλότερα από αυτά που αναφέρθηκαν. Η μελέτη λέει ότι έως και το 50% των κινεζικών δανείων είναι «κρυμμένα», καθώς δεν αναφέρονται στο ΔΝΤ ή στην Παγκόσμια Τράπεζα. Οι μη διαφανείς πρακτικές δανεισμού της Κίνας ενισχύουν την ευπάθεια του χρέους στις φτωχές χώρες.

Με κίνδυνο πλέον επικείμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Σρι Λάνκα συσσωρεύει επί του παρόντος περισσότερο κινεζικό χρέος. Παρόλο που η χώρα αυτή με τα βαριά χρέη πρέπει να πραγματοποιήσει αποπληρωμή δανείου $4,8 δισεκατομμυρίων φέτος, έχει καταλήξει σε συμφωνία με την Κίνα για επιπρόσθετο δανεισμό τουλάχιστον $1 δισεκατομμυρίου, σύμφωνα με την Nikkei Asian Review.

Η Σρι Λάνκα αναφέρεται συχνά ως σαφές παράδειγμα παγίδευσης σε κινεζικό χρέος και αναγκαστικής παράδοσης στρατηγικών περιουσιακών στοιχείων στην Κίνα. Μια κινεζική κρατική εταιρεία ανέλαβε τον έλεγχο του νότιου λιμανιού Χαμπαντότα της Σρι Λάνκα το 2017 με 99ετή μίσθωση μετά τη χρεοκοπία της χώρας.

«Τα λιμάνια έχουν διπλή χρήση σχεδόν σε κάθε χώρα — πολιτική χρήση καθώς και στρατιωτική χρήση», δήλωσε η Μπόνι Γκλικ, αναπληρώτρια διευθύντρια του Αμερικανικού Οργανισμού Διεθνούς Ανάπτυξης, στο πρόγραμμα American Thought Leaders της Epoch Times.

«Και με τον τρόπο που η Κίνα χαρτογράφησε τον κόσμο, εξέτασε πολύ στρατηγικά τα πιο πολύτιμα λιμάνια πρώτα και πλησίασε τις χώρες αυτές ανάλογα».

Το ίδιο συνέβη και στη χώρα του Τζιμπουτί στην Ανατολική Αφρική, σημείωσε, όπου η Κίνα δημιούργησε λιμάνι σε επικράτεια που της παραχώρησε το Τζιμπουτί. Η χώρα βρίσκεται στην είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ισχυρά αμυντικά συμφέροντα. Σχεδόν το 10 τοις εκατό των παγκόσμιων εξαγωγών πετρελαίου και το 20 τοις εκατό όλων των εμπορικών αγαθών διέρχονται από την διώρυγα του Σουέζ, περνώντας κοντά από το Τζιμπουτί.

«Το Τζιμπουτί δεν μπόρεσε να πληρώσει το δάνειό του και η Κίνα ελέγχει πλέον τις δραστηριότητες στο λιμάνι του Τζιμπουτί», είπε η Γκλικ, αποκαλώντας το BRI «Μια ζώνη, ένας δρόμος, ένας μονόδρομος προς μη επιλύσιμο χρέος».

Ελάφρυνση χρέους

Τόσο ο Όμιλος της Παγκόσμιας Τράπεζας όσο και το ΔΝΤ προέτρεψαν τις οικονομίες της G-20, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, να παρέχουν ελάφρυνση χρέους στις 76 φτωχότερες χώρες του κόσμου και να τις επιτρέψουν να ανακατευθύνουν κεφάλαια για την καταπολέμηση της πανδημίας.

Η Κίνα έχει υπογράψει το «Πρόγραμμα αναστολής αποπληρωμής χρέους» που συμφωνήθηκε από τα έθνη της G-20, το οποίο παρέχει ένα πάγωμα αποπληρωμής χρέους για τα φτωχότερα έθνη, κατόπιν αιτήματος. Η αναστολή θα διαρκέσει από την 1η Μαΐου έως το τέλος του 2020.

Σύμφωνα με την Γκλικ, η αρχική κινεζική απάντηση στην ελάφρυνση χρέους ήταν θετική.

Αλλά αργότερα, «άρχισαν να θέτουν κάθε είδους προϋποθέσεις για το είδος του χρέους που θα ληφθεί υπόψη για την ελάφρυνση χρέους, προσπαθώντας προσεκτικά να περάσουν την κλωστή στην βελόνα για να αφήσουν το διμερές χρέος» προς την Κίνα εκτός των διαπραγματεύσεων, είπε.

Τα τεράστια κατασκευαστικά έργα του BRI χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω ενός ευρέος φάσματος τοπικής αυτοδιοίκησης και κρατικών φορέων της Κίνας.

Η κυβέρνηση Τραμπ διατύπωσε μια σκληρή γραμμή ενάντια στις φιλοδοξίες της Κίνας να αυξήσει το αποτύπωμά της στις αναδυόμενες αγορές και η πανδημία έχει ενισχύσει αυτές τις ανησυχίες.

Ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο είπε ότι ολόκληρος ο κόσμος ξυπνά στις προκλήσεις που θέτει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα.

«Η Κίνα κυβερνήθηκε από ένα βίαιο, αυταρχικό καθεστώς, ένα κομμουνιστικό καθεστώς, από το 1949. Για αρκετές δεκαετίες, πιστεύαμε ότι το καθεστώς θα γίνει περισσότερο σαν εμάς μέσω εμπορίου, επιστημονικών ανταλλαγών, διπλωματικής προσέγγισης, δίνοντάς τους πρόσβαση στον ΠΟΕ (Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου) ως αναπτυσσόμενο έθνος», είπε σε δημοσιογράφους στις 20 Μαΐου.

«Αυτό δεν συνέβη. Υποτιμήσαμε πολύ τον βαθμό στον οποίο το Πεκίνο είναι ιδεολογικά και πολιτικά εχθρικό προς τα ελεύθερα έθνη».

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan

Το γνωρίζατε;

Η Epoch Times είναι η πρώτη και μοναδική εφημερίδα που εκθέτει την πραγματική φύση, τον αντίκτυπο και τον τελικό στόχο του κομμουνισμού. Εξηγούμε τη ζημιά του στα ηθικά μας θεμέλια και στις ανατολικές και δυτικές παραδόσεις. Συζητάμε επίσης τα αποτελέσματα του σοσιαλισμού και τον αντίκτυπό του στην οικονομική και πολιτική σταθερότητα των χωρών.

Ο Κόσμος αποχαιρετά την εποχή της παγκοσμιοποίησης

Γράφει η Emel Akan.


Ανάλυση ειδήσεων

ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Η παγκοσμιοποίηση, η οποία έχει διαμορφώσει την παγκόσμια οικονομική κατάσταση τις τελευταίες δεκαετίες, ήταν ήδη σε προβληματική θέση πριν από την πανδημία. Και με την εμφάνιση της COVID-19, η υποχώρηση από την παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση έχει αποκτήσει δυναμική, θέτοντας σε κίνηση μια παγκόσμια αναδιοργάνωση που αναμένεται να εφαρμοστεί εδώ και δεκαετίες.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι τα μαθήματα που πήραμε από την πανδημία δικαιώνουν τις πολιτικές «America First» που είχε επιλέξει.

Ενώ δέχτηκε δριμεία κριτική για την προστατευτική του στάση, η οποία προκάλεσε μια θεμελιώδη αλλαγή στην παγκόσμια κατάσταση του εμπορίου τα τελευταία χρόνια, η πανδημία έχει αποδείξει ότι είχε δίκιο και ότι οι παγκοσμιοποιητές έκαναν λάθος, είπε.

«Με πολλούς τρόπους, μάθαμε πολλά, και θα φέρουμε πίσω την κατασκευαστική βιομηχανία, κάτι που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κάνουμε χωρίς αυτό», δήλωσε στο Fox Business στις 14 Μαΐου. «Πολλοί άνθρωποι λένε: ‘Ο Τραμπ ήταν σωστός’. Μιλάω για αυτό εδώ και πολύ καιρό».

«Ανούσιες αλυσίδες εφοδιασμού» είναι σε όλο τον κόσμο, είπε, σημειώνοντας ότι «ένα μικρό κομμάτι του κόσμου έχει προβλήματα και το όλο πράγμα χαλάει».

Ο Τραμπ πιστεύει ότι η εποχή των «παγκοσμιοποιητών» που ήθελαν να «κάνουν τον κόσμο πλούσιο» σε βάρος των Αμερικανών έχει επίσης λήξει.

«Δεν γνωρίζω ούτε ποιο είναι το σκεπτικό αυτών των ανθρώπων. Αλλά αυτές οι μέρες έχουν τελειώσει. Και τουλάχιστον αυτό, τους τελευταίους δύο μήνες, έχει αποδειχθεί σωστό».

Με την πανδημία, η κοινή γνώμη έχει επίσης μετατοπιστεί κατά της παγκοσμιοποίησης. Οι άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ενοχληθεί διαπιστώνοντας ότι η υγεία τους εξαρτάται από την Κίνα, που είναι ο κυρίαρχος προμηθευτής προστατευτικού εξοπλισμού και κρίσιμων φαρμάκων.

Η υπερβολική εξάρτηση από μια μόνο χώρα για εξοπλισμό και φάρμακα που σώζουν ζωές κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει αποκαλύψει την ευπάθεια των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού. Ήγειρε επίσης ανησυχίες σχετικά με την καθαρότητα και την ασφάλεια κατανάλωσης χιλιάδων φαρμάκων που παράγονται στην Κίνα.

Μια έρευνα του Pew Research Center τον Μάρτιο διαπίστωσε ότι περίπου τα δύο τρίτα των Αμερικανών έχουν τώρα μια δυσμενή άποψη για την Κίνα. Και τις τελευταίες εβδομάδες, όλο και περισσότερες χώρες ζητούν το Πεκίνο να αναλάβει την ευθύνη για την αρχική αντίδραση του καθεστώτος στο ξέσπασμα.

Ο κόσμος μετά την πανδημία

Η κατάσταση μετά την πανδημία θα είναι πολύ διαφορετική, καθώς πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εγκαταλείπουν επίσης την παγκοσμιοποίηση και μιλούν για αποσύνδεση από την Κίνα.

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι εμφανίστηκε στην εθνική τηλεόραση στις 12 Μαΐου για να ανακοινώσει το νέο του πακέτο τόνωσης, με φιλοδοξία να δημιουργήσει μια «αυτοδύναμη Ινδία». Το σχέδιο αναμένεται να ενισχύσει την πρωτοβουλία «Make in India» και την παραγωγική ικανότητα της χώρας.

Τον περασμένο μήνα, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, Σίντζο Άμπε, ανακοίνωσε ότι η κυβέρνησή του διέθεσε περισσότερα από $2 δισεκατομμύρια σε κεφάλαια για να βοηθήσει τις ιαπωνικές εταιρείες να μεταφέρουν την παραγωγή από την Κίνα σε άλλη χώρα.

Ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας είπε στην Financial Times στις 16 Απριλίου ότι η πανδημία «θα αλλάξει τη φύση της παγκοσμιοποίησης, με την οποία ζούμε τα τελευταία 40 χρόνια», προσθέτοντας ότι «ήταν σαφές ότι αυτό το είδος παγκοσμιοποίησης έφτασε στο τέλος του κύκλου του, υπονόμευε τη δημοκρατία».

Το σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης που εκπόνησε η Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράμμισε τη σημασία της οικοδόμησης «στρατηγικής αυτονομίας» σε ζωτικές αλυσίδες εφοδιασμού και τη μείωση της εξάρτησης από τρίτες χώρες.

«Καταστρέψαμε πραγματικά την παγκοσμιοποίηση», δήλωσε ο Μάικλ Ο’Σάλλιβαν, συγγραφέας του βιβλίου «The Leveling: What’s Next After Globalization», στην Epoch Times.

Συνήθως, σε μια τέτοια κρίση, είπε, οι χώρες τείνουν να δημιουργούν μια διεθνή ομάδα συντονισμού «για να σώσουν τον κόσμο».

Αντ’ αυτού, οι μεγάλες δυνάμεις διαφωνούν τώρα μεταξύ τους, συναγωνίζονται για ιατρικά εφόδια και  αγωνίζονται για την απαγόρευση των εξαγωγών ειδικών και απλών μασκών και άλλου προσωπικού προστατευτικού εξοπλισμού, είπε.

Στον μετα-πανδημικό κόσμο, ολόκληρη η ιδέα ενός πολυπολικού κόσμου θα κερδίσει περισσότερη δύναμη, είπε.

Ο Ο’Σάλλιβαν, στο βιβλίο του, περιγράφει τη νέα παγκόσμια τάξη σε μια εποχή μετά την παγκοσμιοποίηση, στην οποία τρεις σημαντικοί παίκτες θα κυριαρχήσουν στην γεωπολιτική: η Σινο-κεντρική Ασία, η βόρεια και νότια Αμερική και η Ευρώπη.

Μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από την Κίνα

Παρόμοια με τον τρόπο με τον οποίο οι διάφορες χώρες αντέδρασαν στις διαταραχές της αλυσίδας εφοδιασμού, η κυβέρνηση Τραμπ έχει εντείνει τις προσπάθειες να κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες «πιο ανεξάρτητες, αυτάρκεις και ανθεκτικές».

Στις 14 Μαΐου, ο Τραμπ υπέγραψε μια εκτελεστική εντολή που έδωσε στην αμερικανική υπηρεσία Διεθνούς Οικονομικής και Επιχειρηματικής Ανάπτυξης, νέες δυνάμεις για την υποστήριξη κατασκευαστών στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η υπηρεσία διεθνών επενδύσεων συνήθως έκανε επενδύσεις σε έργα οικονομικής ανάπτυξης σε άλλες χώρες. Με αυτήν τη νέα κρατική εντολή, θα βοηθήσει επίσης τις βασικές βιομηχανίες που παράγουν ζωτικά αγαθά και υπηρεσίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στις 18 Μαΐου, η κυβέρνηση Τραμπ υπέγραψε μια σύμβαση $354 εκατομμυρίων με την Phlow Corp., μια εταιρεία με έδρα τη Βιρτζίνια, για την κατασκευή κρίσιμων φαρμάκων και συστατικών φαρμάκων για χρήση στον αγώνα κατά του κοροναϊού.

Η Phlow θα συνεργαστεί με μια ομάδα εταιρειών του ιδιωτικού κλάδου για την κατασκευή προϊόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας εγκατάστασης παραγωγής που θα κατασκευαστεί στη Βιρτζίνια.

Ο Τραμπ προέβλεψε νωρίτερα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να είναι αυτάρκεις στον χώρο της υγείας «εντός δύο ετών».

Ο Λευκός Οίκος σχεδιάζει επίσης να ανακοινώσει μια εκτελεστική εντολή που θα απαιτήσει από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να αγοράσουν ιατρικά προϊόντα κατασκευασμένα στις ΗΠΑ. Η παραγγελία αναμένεται να βοηθήσει στη δημιουργία μιας αγοράς για τους κατασκευαστές ώστε να επενδύσουν και να παράγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Υπάρχει μια ισχυρή διμερής ώθηση στη δημιουργία νομοθεσίας για τη μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από κινεζικά προϊόντα, η οποία αντιπροσώπευε σχεδόν το 18% των εισαγωγών αγαθών από τις ΗΠΑ το 2019.

Ο ιός, ο οποίος έστειλε κύματα σοκ μέσω των αλυσίδων εφοδιασμού, ανάγκασε επίσης διοικητικά συμβούλια εταιρειών να επανεξετάσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με τα επιχειρηματικά τους μοντέλα.

Σε μια προφανή νίκη για τις προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ να φέρει την παραγωγή στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Taiwan Semiconductor, η μεγαλύτερη εταιρεία κατασκευής τσιπ (ψηφιακών πυρήνων υπολογιστών) στον κόσμο, στις 14 Μαΐου ανακοίνωσε σχέδια για την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής στην Αριζόνα.

Η εταιρεία είπε ότι θα επενδύσει περίπου $12 δισεκατομμύρια για το εργοστάσιο, το οποίο έχει προγραμματιστεί να ανοίξει έως το 2024. Σχεδιάζει να απασχολήσει περίπου 1.600 άτομα, ενώ παράλληλα δημιουργεί έμμεσα χιλιάδες άλλες θέσεις εργασίας.

Οι εταιρείες θα αντιμετωπίσουν πιέσεις από τους μετόχους, τις ρυθμιστικές αρχές και τις κυβερνήσεις για να κάνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού πιο τοπικές και ανθεκτικές για να αποτρέψουν μελλοντικά σοκ. Ωστόσο, η μετακίνηση των αλυσίδων εφοδιασμού μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από το προβλεπόμενο, σύμφωνα με τον Τζιμ Ράιντ, στρατηγικό σύμβουλο της Deutsche Bank.

«Η χαλάρωση των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας θα πρέπει να ενισχύσει τη θέση των εργαζομένων στις δυτικές οικονομίες», έγραψε σε ένα άρθρο. «Εάν οι δυτικοί εργαζόμενοι υπήρξαν το κύριο θύμα της παγκοσμιοποίησης, θα επωφεληθούν από την απο-παγκοσμιοποίηση. Αλλά αυτή η δομική αλλαγή θα χρειαστεί δεκαετίες και όχι χρόνια, για να καρποφορήσει».

Ακολουθήστε την Emel στο Twitter: @mlakan