Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ένα πακέτο μέτρων-αντίποινα που μπορεί να φτάσει τα 95 δισ. ευρώ (107,2 δισ. δολάρια) σε αμερικανικές εισαγωγές, αν αποβούν άκαρπες οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για την άρση των δασμών που επέβαλε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.
Το σχέδιο αυτό, εφόσον υιοθετηθεί, αποτελεί την ευρωπαϊκή απάντηση στους δασμούς επί ευρωπαϊκών αυτοκινήτων αλλά και στα αμερικανικά μέτρα αντιποίνων. Στο στόχαστρο της ΕΕ βρίσκονται προϊόντα όπως το αμερικανικό κρασί, θαλασσινά, αεροσκάφη, αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, χημικά, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, φαρμακευτικά και βιομηχανικά είδη.
Η Κομισιόν, ως εκτελεστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, ανακοίνωσε πως από τις 10 Ιουνίου θα θέσει το πακέτο υπό δημόσια διαβούλευση. Μέλη της ΕΕ αλλά και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις καλούνται να εκφράσουν τις απόψεις τους πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις για την ενεργοποίηση των μέτρων.
«Οι δασμοί ήδη πλήττουν τις διεθνείς οικονομίες», τόνισε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εξέφρασε δε την προσήλωση της Ένωσης στην ανάγκη επίτευξης αμοιβαίας συμφωνίας με τις ΗΠΑ: «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν καλές συμφωνίες που θα ωφελήσουν καταναλωτές και επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», σημείωσε.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάντως, ξεκαθαρίζει ότι η Ευρώπη προετοιμάζεται για όλα τα ενδεχόμενα, υπογραμμίζοντας τη σημασία της διαβούλευσης που εγκαινιάζεται ώστε να καθοδηγηθούν οι σχεδιασμοί για τα πιθανά αντίμετρα.
Η σύγκρουση εντείνεται καθώς οι ευρωπαϊκές εξαγωγές αντιμετωπίζουν δασμούς της τάξεως του 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και αυτοκίνητα, όπως και 10% σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα εμπορεύματα – με τον κίνδυνο η επιβάρυνση να αυξηθεί στο 20% αν λήξει, στις 8 Ιουλίου, η 90ήμερη αναστολή που αποφάσισε ο Τραμπ για τα αντίποινα.
Η Κομισιόν επιμένει πως προτιμά λύση μέσα από διαπραγμάτευση και όχι κλιμάκωση με αλλεπάλληλα αντίποινα. Τον Απρίλιο, μάλιστα, η ΕΕ είχε εγκρίνει δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 21 δισ. ευρώ (κυρίως 25% σε καλαμπόκι, σιτάρι, μοτοσικλέτες και ρούχα), αλλά τους ανέστειλε όταν η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε «πάγωμα» για 90 μέρες.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι αμερικανικοί δασμοί αφορούν πλέον ευρωπαϊκά προϊόντα 380 δισ. ευρώ – το 70% των συνολικών ευρωπαϊκών εξαγωγών – με το ενδεχόμενο να αυξηθούν ως και το 97% αν η Ουάσιγκτον προχωρήσει σε νέες ενέργειες για φάρμακα, ημιαγωγούς, κρίσιμα μέταλλα και φορτηγά. Η λίστα της ΕΕ ενδέχεται να συμπεριλάβει φαρμακευτικά είδη και ημιαγωγούς.
Η Κομισιόν ζητά τώρα τη συμβολή των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που πλήττονται, όπως είχε κάνει και στη διαβούλευση του Μαρτίου για τα μέταλλα, από όπου συγκεντρώθηκαν 660 απαντήσεις.
Τα ευρωπαϊκά αντίμετρα δεν θα φτάσουν σε όγκο τα αμερικανικά δασμολογικά μέτρα, καθώς οι εισαγωγές της ΕΕ από τις ΗΠΑ ήταν το 2024 335 δισ. ευρώ, αισθητά λιγότερες από τις εξαγωγές της προς αυτή (532 δισ. ευρώ).
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η απάντηση της ΕΕ θα είναι «αναλογική» και στόχος δεν είναι η περαιτέρω όξυνση της αντιπαράθεσης.
Σημειώνεται πως η Ουάσιγκτον έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο υπηρεσιών με την Ευρώπη – ένα σημείο που δεν παραβλέπουν οι Βρυξέλλες, ενώ εξετάζουν και περιορισμούς εξαγωγής για παλιοσίδερα και χημικά προϊόντα αξίας 4,4 δισ. ευρώ σε αμερικανικές εταιρείες. Το σκραπ, βασική πρώτη ύλη της χαλυβουργίας, δεν καλύπτεται από τους αμερικανικούς δασμούς στα μέταλλα, με ανησυχίες να πωληθεί εκτός ΕΕ.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να καταθέσει προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) για τους αμερικανικούς δασμούς, ξεκινώντας με διαβουλεύσεις. Όπως ανέφερε ο αρμόδιος επίτροπος, Μαρός Σέφτσοβιτς, «βάζουμε ζήτημα στον ΠΟΕ για να αμφισβητήσουμε δασμούς που θεωρούμε αδικαιολόγητους και αντίθετους στους κανόνες του διεθνούς εμπορίου».
Από την αμερικανική πλευρά, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε στις 7 Μαΐου ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται και πως οι ΗΠΑ πιέζουν τους Ευρωπαίους να μειώσουν δασμούς και ρυθμιστικά εμπόδια για να βελτιωθούν οι εμπορικές σχέσεις.
Η κίνηση των Βρυξελλών έρχεται μόλις λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ περί εμπορικής συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο – χώρα που, υπενθυμίζεται, έχει αποχωρήσει από την ΕΕ μετά το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit.