Κάλλιο χορευταράς να ‘μουνα πέρι
κόλλες πού νά κρατῶ καί μολυβάκια,
θά ‘σερνα συρτό χορό, χέρι μέ χέρι,
μ’ ὅλα μας τοῦ γιαλοῦ τά καραβάκια.
Κι ἕν’ ἀψηλό τραγούδι γιά σιρόκους
θ’ ἄρχιζα, γι’ ἀφροπούλια καί γιά ἕνα
γλαρό καράβι μέ πανιά καί κόντρα φλόκους
πού θά ‘ρχονταν νά μ’ ἔπαιρνε καί μένα.
Μέ χώρις Καρυωτάκη, Πολυδούρη,
μόνο νά τραγουδᾶν τριγύρω οἱ κάβοι,
κι οἱ πένες μου πενιές σ’ ἕνα σαντούρι
ἄσπρα πανιά σου οἱ κόλλες μου, καράβι!
Γιαλό-γιαλό νά φεύγουμε καί ἄντε!
Νά λέμε ὅλο γιά μάτια, ὅλο γιά μάτια,
κι ἐκεῖ —λές κομφετί μές στό λεβάντε—
ὅλα μου τά γραφτά χίλια κομμάτια!
Καί, σάν χτισμένη ἐκεῖ ἀπό κιμωλία,
βαθιά νά χάνεται ἡ Χαλκίδα πέρα,
μ’ ὅλα μου ἀνοιγμένα τά βιβλία,
καθώς μπουλούκι γλάροι στόν ἀέρα… *
(Γιάννης Σκαρίμπας, 1893-1984)
Η Ελλάδα, με την πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά, διατηρεί μέχρι και σήμερα έναν θησαυρό παραδοσιακών χορών που εκφράζουν τη χαρά, τον πόνο, την κοινωνική συνοχή και την ιστορική μνήμη του ελληνικού λαού. Ο παραδοσιακός χορός δεν είναι απλώς διασκέδαση· αποτελεί μέσο έκφρασης, συναισθημάτων και συλλογικής ταυτότητας.
Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα ο ντόπιος χορός δεν παραμένει τόσο ζωντανός και στενά δεμένος με την καθημερινή ζωή του λαού όσο στην Ελλάδα. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τους Έλληνες· σε πολλά φολκλορικά συγκροτήματα του εξωτερικού διδάσκονται ελληνικοί χοροί, ενώ χιλιάδες ξένοι επισκέπτονται την Ελλάδα ειδικά για να συμμετάσχουν σε σεμινάρια ή να χορέψουν σε πανηγύρια και κέντρα διασκέδασης.
Ο ελληνικός χορός εξακολουθεί να ζει δυναμικά: ως παραδοσιακός χορός στα χωριά, ως φολκλορική έκφραση σε χορευτικά συγκροτήματα, ως λαϊκός χορός σε ταβέρνες συνοδείᾳ κλαρίνων, λύρας, κεμεντσεδών και μπουζουκιών, ακόμη και ως τουριστικός χορός μέσα από το γνωστό συρτάκι.
Παραδοσιακός και φολκλορικός χορός – Διευκρινίσεις
Ο όρος «παραδοσιακός» χρησιμοποιείται συχνά χωρίς σαφή διάκριση, γι’ αυτό είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε το νόημά του, ειδικά όσον αφορά τον χορό. Παραδοσιακός χορός είναι εκείνος που μεταδίδεται άμεσα από γενιά σε γενιά, αποτελώντας ζωντανό μέρος της λαϊκής παιδείας και κουλτούρας.
Αντίθετα, φολκλορικός θεωρείται ο παραδοσιακός χορός που έχει αποκοπεί από το φυσικό κοινωνικό του περιβάλλον. Εξωτερικά μπορεί να μοιάζει ίδιος, ωστόσο ουσιαστικά διαφέρει. Το βασικό του γνώρισμα είναι ότι η μετάδοσή του δεν γίνεται οργανικά, αλλά μέσω οργανωμένων δομών, όπως είναι οι χοροδιδάσκαλοι, τα μέσα ενημέρωσης ή οι δισκογραφικές εταιρείες.
Ένα δύσκολο ζήτημα είναι η κατηγοριοποίηση των εκφράσεων που βρίσκονται ανάμεσα στον παραδοσιακό και τον φολκλορικό χορό. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι τέτοιοι διαχωρισμοί δεν συνεπάγονται ιεραρχική αξιολόγηση. Ο παραδοσιακός χορός δεν είναι «ανώτερος» από τον φολκλορικό, τον λαϊκό, το μπαλέτο ή οποιοδήποτε άλλο είδος. Το σημαντικό είναι να γνωρίζουμε τι χορεύουμε και να επιλέγουμε αυτό που μας εκφράζει καλύτερα.
Ευτυχώς, στην Ελλάδα οι τοπικοί χοροί συνεχίζουν να διατηρούνται ζωντανοί.
Η ελληνική παραδοσιακή ενδυμασία
Ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ελληνικής λαϊκής τέχνης, με έντονο τοπικό χρώμα, είναι η παραδοσιακή ενδυμασία. Οι ποικιλίες της είναι πολλές, καθώς επηρεάζονται τόσο από τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες όσο και από τη χρήση τους (γιορτινές, καθημερινές, εποχικές κ.ά.).
Γυναικείες ενδυμασίες
Οι γυναικείες φορεσιές ξεχωρίζουν για τους έντονους χρωματικούς συνδυασμούς και τα εντυπωσιακά τους στολίδια. Το βασικό τους κομμάτι είναι το φαρδύ πουκάμισο, συνήθως λευκού χρώματος, που επιτρέπει την άνετη κίνηση. Πάνω απ’ αυτό φοριέται το φόρεμα (φουστάνι), το οποίο ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή. Το εξωτερικό ένδυμα περιλαμβάνει συνήθως πανωφόρια όπως το σιγκούνι, η φλοκάτα ή ο τζουμπές. Η φορεσιά ολοκληρώνεται με γιλέκα, ζώνες, την ποδιά, καθώς και κοσμήματα, κεφαλόδεσμο, κάλτσες και υποδήματα.
Ανδρικές ενδυμασίες
Οι ανδρικές φορεσιές είναι πιο λιτές στους χρωματισμούς και με λιγότερα διακοσμητικά στοιχεία. Η ποικιλία είναι επίσης μεγάλη, με κάθε γεωγραφική περιοχή να ξεχωρίζει για κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Στη νησιωτική Ελλάδα, κύριο ένδυμα είναι η βράκα – ένα φουσκωτό παντελόνι, με την κρητική εκδοχή να ξεχωρίζει για την κομψότητά της. Στην ηπειρωτική χώρα, συναντάμε μάλλινα παντελόνια όπως η μπουραζάνα, το σαλβάρι ή τα τσαχτσίρια.
Η φουστανέλα, ωστόσο, αποτελεί την πιο γνωστή ανδρική φορεσιά της ηπειρωτικής Ελλάδας· λευκή πτυχωτή φούστα, η οποία, κατά ορισμένους, κατάγεται από τον αρχαιοελληνικό χιτώνα, ενώ κατά άλλους έχει ρωμαϊκή προέλευση. Οι ανδρικές ενδυμασίες περιλαμβάνουν επίσης πουκάμισο, γιλέκο, ζώνες ή ζωνάρια, ενώ στο κεφάλι φέρουν φέσι, κόκκινο μαλακό σκούφο αλλά και μαντήλι (Πελοπόννησος, Κρήτη) ή καλπάκι (Στέρεα Ελλάδα, Ήπειρος). Τα υποδήματα, τα γνωστά τσαρούχια, είναι φτιαγμένα από δέρμα χοίρου και φέρουν φούντες και σόλες με πρόκες. Σε πολλά νησιά φοριούνται μπότες.
Η φορεσιά, όπως και η μουσική, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του παραδοσιακού χορού. Στις σύγχρονες φολκλορικές αναπαραστάσεις, η χρήση της ενισχύει τη σύνδεση τόσο του χορευτή όσο και του θεατή με το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο του χορού. Για τον άνθρωπο της υπαίθρου, άλλωστε, η φορεσιά και ο χορός ήταν αδιαχώριστα. Ο καλός χορευτής έπρεπε να είναι και καλοντυμένος.
Ονοματολογία και κατηγοριοποίηση των ελληνικών χορών
Οι χοροί της ηπειρωτικής Ελλάδας ονομάζονται «στεριανοί», ενώ αυτοί των νησιών «νησιώτικοι».
Μια ακόμη βασική διάκριση είναι αυτή ανάμεσα στους συρτούς και τους πηδηχτούς χορούς. Οι συρτοί χαρακτηρίζονται από ομαλές, συρόμενες κινήσεις κοντά στο έδαφος, ενώ οι πηδηχτοί από έντονα πατήματα και αναπηδήσεις. Ορισμένοι χοροί συνδυάζουν και τα δύο στοιχεία, δημιουργώντας μικτές μορφές. Οι χορευτικές κινήσεις ποικίλλουν ανάλογα με την περιοχή· σε ορεινά μέρη, τα βήματα συχνά έχουν έντονα στοιχεία πηδηχτών χορών.
Βασικά χορευτικά σχήματα
Κύκλος (ανοιχτός ή κλειστός): το πιο συνηθισμένο σχήμα στους ελληνικούς χορούς.
Διπλοκάγκελο: δύο κύκλοι (εσωτερικός και εξωτερικός), όπου χορεύουν άντρες και γυναίκες εναλλάξ. Συχνός στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία.
Λαβύρινθος: σύνθετα σχήματα με διασταυρώσεις, όπως στον τσακώνικο, ζωναράδικο ή πηλιορείτικο.
Ευθεία γραμμή: οι χορευτές παρατάσσονται σε ευθεία (π.χ. χασάπικος, φυσούνι).
Ζευγαρωτοί χοροί: κυρίως ερωτικοί, εκτελούνται από ζευγάρια με συγχρονισμένες ή αυτοσχεδιαστικές κινήσεις.
Αντικριστοί χοροί: οι χορευτές τοποθετούνται ο ένας απέναντι στον άλλον, είτε σε μικτά είτε σε ομοιογενή ζευγάρια.
Ατομικοί χοροί: ο χορευτής χορεύει μόνος του, συχνά αναπαριστώντας μια σκηνή (όπως θερισμός), ενίοτε με χρήση αντικειμένων ή για επίδειξη δεξιοτεχνίας.
Ο συρτός χορός και τα διάφορα είδη του
Ο συρτός είναι από τους πιο διαδεδομένους και αναγνωρίσιμους ελληνικούς χορούς. Χαρακτηρίζεται από ρυθμό σε 2/4 ή 4/4 και από συνεχόμενα, ομαλά βήματα. Είναι κοινωνικός χορός που εκτελείται σε κύκλο, με πιάσιμο από τα χέρια.
Είδη συρτών χορών
Καλαματιανός – Ο πιο γνωστός συρτός, με 7 βήματα και ρυθμό 7/8
Συρτός στα τρία – Ρυθμός 3/4, διαδεδομένος στην Πελοπόννησο
Συρτός στα δύο– στην Ήπειρο ονομάζεται και Πωγωνίσιος
Νησιώτικος συρτός – Πιο ελαφρύς και γρήγορος, με έντονη συμμετοχή βιολιού ή σαντουριού
Συρτός της Κρήτης (σιγανός) – Εκτελείται πριν τον πεντοζάλη· αργός και επιβλητικός.
Συρτός χανιώτικος – Παραλλαγή του συρτού με πιο γρήγορο ρυθμό και συγκεκριμένο χορευτικό μοτίβο
Συρτός Μακεδονίας-Θράκης – Χορεύεται κυκλικά, με αρκετές τοπικές παραλλαγές
Ο καλαματιανός
Οι ελληνικοί χοροί έχουν ιδιαίτερη θέση στον ελληνικό πολιτισμό. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία. Ανάλογα με την περιοχή αλλάζει η μουσική, ο ρυθμός , τα βήματα. Υπάρχουν ωστόσο κάποιοι χοροί που χορεύονται σε όλη την Ελλάδα και που σχεδόν κάθε Έλληνας ξέρει να χορεύει, καθώς όλοι τους διδάσκονται στο μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο. O «Καλαματιανός», ένας από τους πιο δημοφιλείς συρτούς, είναι ένας από αυτούς.
Οι ρίζες του χάνονται στην αρχαιότητα: πάνω σε αρχαία αγγεία, βλέπουμε χορευτές πιασμένους όπως στον καλαματιανό χορό, ενώ υπάρχουν και επιγραφές που αναφέρονται στους συρτούς χορούς.
Ιστορία και μέτρο
Ο καλαματιανός έχει λατρευτική καταγωγή και συνδέεται άμεσα με την τελετή και το βαθύτερο νόημα του γάμου. Ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η μεγάλη μελωδική ποικιλία που παρουσιάζει. Πολλές φορές είναι τονισμένος πάνω στη σπάνια μουσική κλίμακα των 7/8, ένα μουσικό μέτρο που είναι, κατά κύριο λόγο, ελληνικό στην καταγωγή και που βρίσκεται και σε άλλους νεοελληνικούς χορούς. Η πρωτοτυπία, όμως, στον καλαματιανό χορό είναι ότι οι τρεις μετρικές κινήσεις, που είναι οι βασικές του ρυθμού και που με αυτές «κρατιέται» ο χρόνος του χορού, δεν είναι ισόχρονες, όπως θα περιμέναμε. Αντίθετα, η πρώτη από αυτές έχει μεγαλύτερη διάρκεια κατά ένα όγδοο από όση έχουν οι δύο επόμενες. Καθώς, λοιπόν, μπαίνουν μέσα στο βασικό αυτό μοτίβο οι άλλες μελωδικές ποικιλίες και παραλλαγές, γίνονται αιτία για πολλές μουσικές διαφοροποιήσεις, που ακολουθούν η μία την άλλη και γεννούν χρωματισμούς χάρη στους οποίους ο καλαματιανός παρουσιάζεται να έχει και να εκφράζει όχι μόνο διαρκείς διαφοροποιήσεις και ευχαρίστηση, αλλά και αιώνια νεανικότητα, που φαίνεται γεμάτη από αισιόδοξη ψυχολογία για την αντίληψη και το νόημα της ζωής. Η σημερινή ονομασία του – «καλαματιανός» – δείχνει τη σύγχρονη προέλευσή του από την Πελοπόννησο. Η χαρούμενη μουσική που τον συνοδεύει και ο ευχάριστος ρυθμός του τον καθιέρωσαν τελικά τις διάφορες παραλλαγές του σε όλη την Ελλάδα.
Για την αρχαία καταγωγή, εξάλλου, του συρτού χορού, εκτός από τις άλλες μαρτυρίες, που οι περισσότερες προέρχονται από αρχαίες παραστάσεις συρτού χορού πάνω σε μαρμάρινα ανάγλυφα και αγγεία, έχουμε, παράλληλα, και μια σπουδαία επιγραφική μαρτυρία: Σε λατρευτική επιγραφή, που βρέθηκε στο αρχαίο Ακραίφνιο της Βοιωτίας και που τη χρονολογούν στα πρώτα χρόνια που ζούσε ο Χριστός, αναφέρεται ότι κάποιος Βοιωτός αγωνοθέτης, που λεγόταν Επαμεινώνδας, γιός του Επαμεινώνδα, «τας πατρίους πομπάς και την των συρτών όρχησιν θεοσεβώς επετέλεσε». Αυτό σημαίνει ότι μαζί με τις λατρευτικές ιερές πομπές υπήρχε ως αναπόσπαστο στοιχείο της λατρείας και η «πάτριος όρχησις» των συρτών χορών, που έπρεπε μάλιστα να εκτελεστούν «θεοσεβώς», δηλαδή με σεβασμό στο Θεό. Από τον πληθυντικό, όμως, «των συρτών όρχησις» της αρχαίας επιγραφής, βλέπουμε ότι συνέβαινε στην αρχαιότητα το ίδιο που συμβαίνει και σήμερα, ότι δηλαδή οι συρτοί χοροί είναι πολλοί και είχαν και έχουν διαφορετικές υποδιαιρέσεις και ποικιλίες, που, όμως, όλες ανήκουν στη γενική κατηγορία των συρτών χορών. Ο χρονικός ρυθμός των συρτών χορών δεν είναι πάντα o ίδιος, αλλά ξεχωρίζει για την εξαιρετική ποικιλία και τους χρωματισμούς.
Η μουσική, τις πιο πολλές φορές, είναι γρήγορη και με ευχάριστο χαρακτήρα. Μια αισιοδοξία, δηλαδή, και μια φανερή ψυχική ικανοποίηση προβάλλονται, σαν να χρησιμεύουν για ψυχολογική βάση και αρχή αυτού του χορού που στη συνέχεια εκφράζεται με ανάλογες χορευτικές κινήσεις. Τώρα, δεν είναι δύσκολο να φτάσουμε στην ανακάλυψη της καταγωγής του καλαματιανού χορού. Το σχετικό με τον χορό τραγούδι εγκωμιάζει ιδιαίτερα το μεταξωτό καλαματιανό μαντήλι, που, τραγουδώντας ο χορευτής, λέει ότι θέλει πολύ να το αποκτήσει, για να το δέσει γύρω από το λαιμό του. Το τελευταίο αιτιολογικό, για εμάς σήμερα, είναι τουλάχιστον παράξενο. Αλλά από τα σχετικά γαμήλια έθιμα, γνωρίζουμε ότι σε παλιότερα χρόνια, στο γάμο η νύφη χάριζε, όπως εξακολουθεί και σήμερα, στους στενούς συγγενείς και φίλους του γαμπρού από ένα μεταξωτό καλαματιανό μαντήλι, που εκείνοι, όμως, αντί να το φορούν στο στήθος, όπως γίνεται σήμερα, είχαν έθιμο να το δένουν γύρω από το λαιμό τους. Γιατί; Επειδή ένα τέτοιο δέσιμο έδειχνε και συμβόλιζε την αφοσίωση και τη φιλία. Στο βάθος, λοιπόν, δεν ήταν χορός τοπικός που χορευόταν μόνο στην Καλαμάτα Ήταν ένας πανελλήνιος αρχαίος κυκλικός χορός, που άνηκε στην «πάτριον όρχησιν των συρτών χορών», και πάνω από όλα, ήταν ένας συρτός χορός του γάμου, αφιερωμένος στο «νόημα του δεσμού και στην πιστή φιλία και συναδέλφωση του γαμήλιου θιάσου». Εκτός από τα άλλα μέσα της τελετής, ο σκοπός κατορθωνόταν και με το περίφημο καλαματιανό μαντήλι, αυτό το σπουδαίο και ιερό σύμβολο του δεσμού. Αυτός, λοιπόν, είναι ο καλαματιανός χορός. Είναι ο σπουδαιότερος από τους συρτούς χορούς που όλοι τους είναι αρχαίοι ελληνικοί χοροί και είναι χαρακτηριστικός ιδιαίτερα για την αρμονία του, την ποικιλία του, τη λατρευτική καταγωγή του και βέβαια για τον απευθείας δεσμό του με την τελετή και το βαθύτερο νόημα του γάμου.
Τα βήματα
Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, σε κύκλο, πιασμένους από τα χέρια. Ο πρώτος μπορεί να αυτοσχεδιάζει και να κάνει φιγούρες. Συχνά κρατάει ένα άσπρο μαντήλι στο δεξί του χέρι. Ο χορός έχει 12 βήματα. Ανάλογα την περιοχή, υπάρχουν μικρές παραλλαγές, π.χ. στον τρόπο που σταυρώνεις τα πόδια. Τα βήματα μπορεί να φαίνονται πολλά, αλλά στην πραγματικότητα το σημαντικό είναι να ακολουθείς τον ρυθμό της μουσικής. Ακόμα κι αν δεν ξέρετε τα βήματα, μην διστάσετε να μπείτε στον χορό και να ακολουθήσετε τον ρυθμό των υπολοίπων. Σκοπός είναι να περάσετε καλά και όσο πιο πολύ τον χορεύετε τόσο πιο εύκολος θα σας φαίνεται.
Η μουσική
Η μουσική που συνοδεύει τον καλαματιανό είναι συνήθως εύθυμη και ο ρυθμός ποικίλει ανάλογα με την περιοχή. Το πιο αντιπροσωπευτικό τραγούδι, από όπου ίσως πήρε και το όνομά του, είναι το «Μαντήλι καλαματιανό», όπου η τραγουδίστρια ζητάει από τον αγαπημένο της, όταν πάει στην Καλαμάτα να της φέρει ένα μεταξωτό μαντήλι για τον λαιμό ως ένδειξη της αγάπης του (η Καλαμάτα ήταν γνωστή για την παραγωγή μεταξωτών μαντηλιών).
Ένα άλλο γνωστό τραγούδι που χορεύεται κυρίως στη Μακεδονία και συνοδεύεται από χάλκινα όργανα είναι το «Μήλο μου κόκκινο». Αν και ο τραγουδιστής μιλάει για μια ερωτική απογοήτευση, ο ρυθμός είναι ιδιαίτερα χαρούμενος. Αυτό είναι άλλωστε το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των μακεδονίτικων χορών.
Για τη σεμνότητα και την αρμονικότητα, η εκτέλεση του συρτού χορού γίνεται από πολλούς μαζί χορευτές και χορεύτριες, που είναι πιασμένοι από τα χέρια και χορεύουν σε σχήμα κύκλου. Διαπιστώνει κανείς ότι είναι ένας χορός «κυκλικός» ή «κύκλιος», όπως οι ανάλογοι αρχαίοι ελληνικοί χοροί. Ο πρώτος του χορού, ο κορυφαίος, λέγεται σήμερα «μπροστινός» και είναι αυτός που «σέρνει το χορό». Είναι ο μόνος που αυτές τις στιγμές έχει ιδιαίτερη τιμή, αλλά και ο μόνος που μπορεί να έχει χορευτικές πρωτοβουλίες, που οι άλλοι πρέπει να παρακολουθούν και να ακολουθούν. Τον «μπροστινό» διαδέχονται κάθε τόσο άλλοι, και έτσι όλοι οι χορευτές περνούν από την τιμητική θέση και αναλαμβάνουν χορευτικές πρωτοβουλίες, έχοντας έτσι την ευκαιρία να επιδείξουν τις χορευτικές τους ικανότητες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Άλκης Ράφτης, «Ο κόσμος του ελληνικού χορού», εκδόσεις Πολύτυπο, 1985
Ηλίας Δήμας, «Η χορευτική παράδοση της Ηπείρου», ιδιωτική έκδοση, 1993
Γιώργος Ρούμπης, «Ελληνικοί χοροί», εκδόσεις Κ. Σμπίλιας, 1990