Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Παράδοση και φολκλόρ στον ελληνικό χορό: οι συρτοί χοροί

Κάλλιο χορευταράς να ‘μουνα πέρι
κόλλες πού νά κρατῶ καί μολυβάκια,
θά ‘σερνα συρτό χορό, χέρι μέ χέρι,
μ’ ὅλα μας τοῦ γιαλοῦ τά καραβάκια.
Κι ἕν’ ἀψηλό τραγούδι γιά σιρόκους
θ’ ἄρχιζα, γι’ ἀφροπούλια καί γιά ἕνα
γλαρό καράβι μέ πανιά καί κόντρα φλόκους
πού θά ‘ρχονταν νά μ’ ἔπαιρνε καί μένα.
Μέ χώρις Καρυωτάκη, Πολυδούρη,
μόνο νά τραγουδᾶν τριγύρω οἱ κάβοι,
κι οἱ πένες μου πενιές σ’ ἕνα σαντούρι
ἄσπρα πανιά σου οἱ κόλλες μου, καράβι!
Γιαλό-γιαλό νά φεύγουμε καί ἄντε!
Νά λέμε ὅλο γιά μάτια, ὅλο γιά μάτια,
κι ἐκεῖ —λές κομφετί μές στό λεβάντε—
ὅλα μου τά γραφτά χίλια κομμάτια!
Καί, σάν χτισμένη ἐκεῖ ἀπό κιμωλία,
βαθιά νά χάνεται ἡ Χαλκίδα πέρα,
μ’ ὅλα μου ἀνοιγμένα τά βιβλία,
καθώς μπουλούκι γλάροι στόν ἀέρα… *

(Γιάννης Σκαρίμπας, 1893-1984)

Η Ελλάδα, με την πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά, διατηρεί μέχρι και σήμερα έναν θησαυρό παραδοσιακών χορών που εκφράζουν τη χαρά, τον πόνο, την κοινωνική συνοχή και την ιστορική μνήμη του ελληνικού λαού. Ο παραδοσιακός χορός δεν είναι απλώς διασκέδαση· αποτελεί μέσο έκφρασης, συναισθημάτων και συλλογικής ταυτότητας.

Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα ο ντόπιος χορός δεν παραμένει τόσο ζωντανός και στενά δεμένος με την καθημερινή ζωή του λαού όσο στην Ελλάδα. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τους Έλληνες· σε πολλά φολκλορικά συγκροτήματα του εξωτερικού διδάσκονται ελληνικοί χοροί, ενώ χιλιάδες ξένοι επισκέπτονται την Ελλάδα ειδικά για να συμμετάσχουν σε σεμινάρια ή να χορέψουν σε πανηγύρια και κέντρα διασκέδασης.

Ο ελληνικός χορός εξακολουθεί να ζει δυναμικά: ως παραδοσιακός χορός στα χωριά, ως φολκλορική έκφραση σε χορευτικά συγκροτήματα, ως λαϊκός χορός σε ταβέρνες συνοδείᾳ κλαρίνων, λύρας, κεμεντσεδών και μπουζουκιών, ακόμη και ως τουριστικός χορός μέσα από το γνωστό συρτάκι.

Παραδοσιακός και φολκλορικός χορός – Διευκρινίσεις

Ο όρος «παραδοσιακός» χρησιμοποιείται συχνά χωρίς σαφή διάκριση, γι’ αυτό είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε το νόημά του, ειδικά όσον αφορά τον χορό. Παραδοσιακός χορός είναι εκείνος που μεταδίδεται άμεσα από γενιά σε γενιά, αποτελώντας ζωντανό μέρος της λαϊκής παιδείας και κουλτούρας.

Αντίθετα, φολκλορικός θεωρείται ο παραδοσιακός χορός που έχει αποκοπεί από το φυσικό κοινωνικό του περιβάλλον. Εξωτερικά μπορεί να μοιάζει ίδιος, ωστόσο ουσιαστικά διαφέρει. Το βασικό του γνώρισμα είναι ότι η μετάδοσή του δεν γίνεται οργανικά, αλλά μέσω οργανωμένων δομών, όπως είναι οι χοροδιδάσκαλοι, τα μέσα ενημέρωσης ή οι δισκογραφικές εταιρείες.

Ένα δύσκολο ζήτημα είναι η κατηγοριοποίηση των εκφράσεων που βρίσκονται ανάμεσα στον παραδοσιακό και τον φολκλορικό χορό. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι τέτοιοι διαχωρισμοί δεν συνεπάγονται ιεραρχική αξιολόγηση. Ο παραδοσιακός χορός δεν είναι «ανώτερος» από τον φολκλορικό, τον λαϊκό, το μπαλέτο ή οποιοδήποτε άλλο είδος. Το σημαντικό είναι να γνωρίζουμε τι χορεύουμε και να επιλέγουμε αυτό που μας εκφράζει καλύτερα.

Ευτυχώς, στην Ελλάδα οι τοπικοί χοροί συνεχίζουν να διατηρούνται ζωντανοί.

Η ελληνική παραδοσιακή ενδυμασία

Ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ελληνικής λαϊκής τέχνης, με έντονο τοπικό χρώμα, είναι η παραδοσιακή ενδυμασία. Οι ποικιλίες της είναι πολλές, καθώς επηρεάζονται τόσο από τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες όσο και από τη χρήση τους (γιορτινές, καθημερινές, εποχικές κ.ά.).

Γυναικείες ενδυμασίες

Οι γυναικείες φορεσιές ξεχωρίζουν για τους έντονους χρωματικούς συνδυασμούς και τα εντυπωσιακά τους στολίδια. Το βασικό τους κομμάτι είναι το φαρδύ πουκάμισο, συνήθως λευκού χρώματος, που επιτρέπει την άνετη κίνηση. Πάνω απ’ αυτό φοριέται το φόρεμα (φουστάνι), το οποίο ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή. Το εξωτερικό ένδυμα περιλαμβάνει συνήθως πανωφόρια όπως το σιγκούνι, η φλοκάτα ή ο τζουμπές. Η φορεσιά ολοκληρώνεται με γιλέκα, ζώνες, την ποδιά, καθώς και κοσμήματα, κεφαλόδεσμο, κάλτσες και υποδήματα.

Ανδρικές ενδυμασίες

Οι ανδρικές φορεσιές είναι πιο λιτές στους χρωματισμούς και με λιγότερα διακοσμητικά στοιχεία. Η ποικιλία είναι επίσης μεγάλη, με κάθε γεωγραφική περιοχή να ξεχωρίζει για κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Στη νησιωτική Ελλάδα, κύριο ένδυμα είναι η βράκα – ένα φουσκωτό παντελόνι, με την κρητική εκδοχή να ξεχωρίζει για την κομψότητά της. Στην ηπειρωτική χώρα, συναντάμε μάλλινα παντελόνια όπως η μπουραζάνα, το σαλβάρι ή τα τσαχτσίρια.

Η φουστανέλα, ωστόσο, αποτελεί την πιο γνωστή ανδρική φορεσιά της ηπειρωτικής Ελλάδας· λευκή πτυχωτή φούστα, η οποία, κατά ορισμένους, κατάγεται από τον αρχαιοελληνικό χιτώνα, ενώ κατά άλλους έχει ρωμαϊκή προέλευση. Οι ανδρικές ενδυμασίες περιλαμβάνουν επίσης πουκάμισο, γιλέκο, ζώνες ή ζωνάρια, ενώ στο κεφάλι φέρουν φέσι, κόκκινο μαλακό σκούφο αλλά και μαντήλι (Πελοπόννησος, Κρήτη) ή καλπάκι (Στέρεα Ελλάδα, Ήπειρος). Τα υποδήματα, τα γνωστά τσαρούχια, είναι φτιαγμένα από δέρμα χοίρου και φέρουν φούντες και σόλες με πρόκες. Σε πολλά νησιά φοριούνται μπότες.

Η φορεσιά, όπως και η μουσική, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του παραδοσιακού χορού. Στις σύγχρονες φολκλορικές αναπαραστάσεις, η χρήση της ενισχύει τη σύνδεση τόσο του χορευτή όσο και του θεατή με το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο του χορού. Για τον άνθρωπο της υπαίθρου, άλλωστε, η φορεσιά και ο χορός ήταν αδιαχώριστα. Ο καλός χορευτής έπρεπε να είναι και καλοντυμένος.

Ονοματολογία και κατηγοριοποίηση των ελληνικών χορών

Οι χοροί της ηπειρωτικής Ελλάδας ονομάζονται «στεριανοί», ενώ αυτοί των νησιών «νησιώτικοι».

Μια ακόμη βασική διάκριση είναι αυτή ανάμεσα στους συρτούς και τους πηδηχτούς χορούς. Οι συρτοί χαρακτηρίζονται από ομαλές, συρόμενες κινήσεις κοντά στο έδαφος, ενώ οι πηδηχτοί από έντονα πατήματα και αναπηδήσεις. Ορισμένοι χοροί συνδυάζουν και τα δύο στοιχεία, δημιουργώντας μικτές μορφές. Οι χορευτικές κινήσεις ποικίλλουν ανάλογα με την περιοχή· σε ορεινά μέρη, τα βήματα συχνά έχουν έντονα στοιχεία πηδηχτών χορών.

Βασικά χορευτικά σχήματα

Κύκλος (ανοιχτός ή κλειστός): το πιο συνηθισμένο σχήμα στους ελληνικούς χορούς.

Διπλοκάγκελο: δύο κύκλοι (εσωτερικός και εξωτερικός), όπου χορεύουν άντρες και γυναίκες εναλλάξ. Συχνός στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία.

Λαβύρινθος: σύνθετα σχήματα με διασταυρώσεις, όπως στον τσακώνικο, ζωναράδικο ή πηλιορείτικο.

Ευθεία γραμμή: οι χορευτές παρατάσσονται σε ευθεία (π.χ. χασάπικος, φυσούνι).

Ζευγαρωτοί χοροί: κυρίως ερωτικοί, εκτελούνται από ζευγάρια με συγχρονισμένες ή αυτοσχεδιαστικές κινήσεις.

Αντικριστοί χοροί: οι χορευτές τοποθετούνται ο ένας απέναντι στον άλλον, είτε σε μικτά είτε σε ομοιογενή ζευγάρια.

Ατομικοί χοροί: ο χορευτής χορεύει μόνος του, συχνά αναπαριστώντας μια σκηνή (όπως θερισμός), ενίοτε με χρήση αντικειμένων ή για επίδειξη δεξιοτεχνίας.

Ο συρτός χορός και τα διάφορα είδη του

Ο συρτός είναι από τους πιο διαδεδομένους και αναγνωρίσιμους ελληνικούς χορούς. Χαρακτηρίζεται από ρυθμό σε 2/4 ή 4/4 και από συνεχόμενα, ομαλά βήματα. Είναι κοινωνικός χορός που εκτελείται σε κύκλο, με πιάσιμο από τα χέρια.

Είδη συρτών χορών

Καλαματιανός – Ο πιο γνωστός συρτός, με 7 βήματα και ρυθμό 7/8

Συρτός στα τρία – Ρυθμός 3/4, διαδεδομένος στην Πελοπόννησο

Συρτός στα δύο– στην Ήπειρο ονομάζεται και Πωγωνίσιος

Νησιώτικος συρτός – Πιο ελαφρύς και γρήγορος, με έντονη συμμετοχή βιολιού ή σαντουριού

Συρτός της Κρήτης (σιγανός) – Εκτελείται πριν τον πεντοζάλη· αργός και επιβλητικός.

Συρτός χανιώτικος – Παραλλαγή του συρτού με πιο γρήγορο ρυθμό και συγκεκριμένο χορευτικό μοτίβο

Συρτός Μακεδονίας-Θράκης – Χορεύεται κυκλικά, με αρκετές τοπικές παραλλαγές

Ο καλαματιανός

Οι ελληνικοί χοροί έχουν ιδιαίτερη θέση στον ελληνικό πολιτισμό. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία. Ανάλογα με την περιοχή αλλάζει η μουσική, ο ρυθμός , τα βήματα. Υπάρχουν ωστόσο κάποιοι χοροί που χορεύονται σε όλη την Ελλάδα και που σχεδόν κάθε Έλληνας ξέρει να χορεύει, καθώς όλοι τους διδάσκονται στο μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο. O «Καλαματιανός», ένας από τους πιο δημοφιλείς συρτούς, είναι ένας από αυτούς.

Οι ρίζες του χάνονται στην αρχαιότητα: πάνω σε αρχαία αγγεία, βλέπουμε χορευτές πιασμένους όπως στον καλαματιανό χορό, ενώ υπάρχουν και επιγραφές που αναφέρονται στους συρτούς χορούς.

Ιστορία και μέτρο

Ο καλαματιανός έχει λατρευτική καταγωγή  και συνδέεται άμεσα με την τελετή και το βαθύτερο νόημα του γάμου. Ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η μεγάλη μελωδική ποικιλία που παρουσιάζει. Πολλές φορές είναι τονισμένος πάνω στη σπάνια μουσική κλίμακα των 7/8, ένα μουσικό μέτρο που είναι, κατά κύριο λόγο, ελληνικό στην καταγωγή και που βρίσκεται και σε άλλους νεοελληνικούς χορούς. Η πρωτοτυπία, όμως, στον καλαματιανό χορό είναι ότι οι τρεις μετρικές κινήσεις, που είναι οι βασικές του ρυθμού και που με αυτές «κρατιέται» ο χρόνος του χορού, δεν είναι ισόχρονες, όπως θα περιμέναμε. Αντίθετα, η πρώτη από αυτές έχει μεγαλύτερη διάρκεια κατά ένα όγδοο από όση έχουν οι δύο επόμενες. Καθώς, λοιπόν, μπαίνουν μέσα στο βασικό αυτό μοτίβο οι άλλες μελωδικές ποικιλίες και παραλλαγές, γίνονται αιτία για πολλές μουσικές διαφοροποιήσεις, που ακολουθούν η μία την άλλη και γεννούν χρωματισμούς χάρη στους οποίους ο καλαματιανός παρουσιάζεται να έχει και να εκφράζει όχι μόνο διαρκείς διαφοροποιήσεις και ευχαρίστηση, αλλά και αιώνια νεανικότητα, που φαίνεται γεμάτη από αισιόδοξη ψυχολογία για την αντίληψη και το νόημα της ζωής. Η σημερινή ονομασία του – «καλαματιανός» – δείχνει τη σύγχρονη προέλευσή του από την Πελοπόννησο. Η χαρούμενη μουσική που τον συνοδεύει και ο ευχάριστος ρυθμός του τον καθιέρωσαν τελικά τις διάφορες παραλλαγές του σε όλη την Ελλάδα.

Για την αρχαία καταγωγή, εξάλλου, του συρτού χορού, εκτός από τις άλλες μαρτυρίες, που οι περισσότερες προέρχονται από αρχαίες παραστάσεις συρτού χορού πάνω σε μαρμάρινα ανάγλυφα και αγγεία, έχουμε, παράλληλα, και μια σπουδαία επιγραφική μαρτυρία: Σε λατρευτική επιγραφή, που βρέθηκε στο αρχαίο Ακραίφνιο της Βοιωτίας και που τη χρονολογούν στα πρώτα χρόνια που ζούσε ο Χριστός, αναφέρεται ότι κάποιος Βοιωτός αγωνοθέτης, που λεγόταν Επαμεινώνδας, γιός του Επαμεινώνδα, «τας πατρίους πομπάς και την των συρτών όρχησιν θεοσεβώς επετέλεσε». Αυτό σημαίνει ότι μαζί με τις λατρευτικές ιερές πομπές υπήρχε ως αναπόσπαστο στοιχείο της λατρείας και η «πάτριος όρχησις» των συρτών χορών, που έπρεπε μάλιστα να εκτελεστούν «θεοσεβώς», δηλαδή με σεβασμό στο Θεό. Από τον πληθυντικό, όμως, «των συρτών όρχησις» της αρχαίας επιγραφής, βλέπουμε ότι συνέβαινε στην αρχαιότητα το ίδιο που συμβαίνει και σήμερα, ότι δηλαδή οι συρτοί χοροί είναι πολλοί και είχαν και έχουν διαφορετικές υποδιαιρέσεις και ποικιλίες, που, όμως, όλες ανήκουν στη γενική κατηγορία των συρτών χορών. Ο χρονικός ρυθμός των συρτών χορών δεν είναι πάντα o ίδιος, αλλά ξεχωρίζει για την εξαιρετική ποικιλία και τους χρωματισμούς.

Η μουσική, τις πιο πολλές φορές, είναι γρήγορη και με ευχάριστο χαρακτήρα. Μια αισιοδοξία, δηλαδή, και μια φανερή ψυχική ικανοποίηση προβάλλονται, σαν να χρησιμεύουν για ψυχολογική βάση και αρχή αυτού του χορού που στη συνέχεια εκφράζεται με ανάλογες χορευτικές κινήσεις. Τώρα, δεν είναι δύσκολο να φτάσουμε στην ανακάλυψη της καταγωγής του καλαματιανού χορού. Το σχετικό με τον χορό τραγούδι εγκωμιάζει ιδιαίτερα το μεταξωτό καλαματιανό μαντήλι, που, τραγουδώντας ο χορευτής, λέει ότι θέλει πολύ να το αποκτήσει, για να το δέσει γύρω από το λαιμό του. Το τελευταίο αιτιολογικό, για εμάς σήμερα, είναι τουλάχιστον παράξενο. Αλλά από τα σχετικά γαμήλια έθιμα, γνωρίζουμε ότι σε παλιότερα χρόνια, στο γάμο η νύφη χάριζε, όπως εξακολουθεί και σήμερα, στους στενούς συγγενείς και φίλους του γαμπρού από ένα μεταξωτό καλαματιανό μαντήλι, που εκείνοι, όμως, αντί να το φορούν στο στήθος, όπως γίνεται σήμερα, είχαν έθιμο να το δένουν γύρω από το λαιμό τους. Γιατί; Επειδή ένα τέτοιο δέσιμο έδειχνε και συμβόλιζε την αφοσίωση και τη φιλία. Στο βάθος, λοιπόν, δεν ήταν χορός τοπικός που χορευόταν μόνο στην Καλαμάτα Ήταν ένας πανελλήνιος αρχαίος κυκλικός χορός, που άνηκε στην «πάτριον όρχησιν των συρτών χορών», και πάνω από όλα, ήταν ένας συρτός χορός του γάμου, αφιερωμένος στο «νόημα του δεσμού και στην πιστή φιλία και συναδέλφωση του γαμήλιου θιάσου». Εκτός από τα άλλα μέσα της τελετής, ο σκοπός κατορθωνόταν και με το περίφημο καλαματιανό μαντήλι, αυτό το σπουδαίο και ιερό σύμβολο του δεσμού. Αυτός, λοιπόν, είναι ο καλαματιανός χορός. Είναι ο σπουδαιότερος από τους συρτούς χορούς που όλοι τους είναι αρχαίοι ελληνικοί χοροί και είναι χαρακτηριστικός ιδιαίτερα για την αρμονία του, την ποικιλία του, τη λατρευτική καταγωγή του και βέβαια για τον απευθείας δεσμό του με την τελετή και το βαθύτερο νόημα του γάμου.

Τα βήματα

Χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, σε κύκλο, πιασμένους από τα χέρια. Ο πρώτος μπορεί να αυτοσχεδιάζει και να κάνει φιγούρες. Συχνά κρατάει ένα άσπρο μαντήλι στο δεξί του χέρι. Ο χορός έχει 12 βήματα. Ανάλογα την περιοχή, υπάρχουν μικρές παραλλαγές, π.χ. στον τρόπο που σταυρώνεις τα πόδια. Τα βήματα μπορεί να φαίνονται πολλά, αλλά στην πραγματικότητα το σημαντικό είναι να ακολουθείς τον ρυθμό της μουσικής. Ακόμα κι αν δεν ξέρετε τα βήματα, μην διστάσετε να μπείτε στον χορό και να ακολουθήσετε τον ρυθμό των υπολοίπων. Σκοπός είναι να περάσετε καλά και όσο πιο πολύ τον χορεύετε τόσο πιο εύκολος θα σας φαίνεται.

Η μουσική

Η μουσική που συνοδεύει τον καλαματιανό είναι συνήθως εύθυμη και ο ρυθμός ποικίλει ανάλογα με την περιοχή. Το πιο αντιπροσωπευτικό τραγούδι, από όπου ίσως πήρε και το όνομά του, είναι το «Μαντήλι καλαματιανό», όπου η τραγουδίστρια ζητάει από τον αγαπημένο της, όταν πάει στην Καλαμάτα να της φέρει ένα μεταξωτό μαντήλι για τον λαιμό ως ένδειξη της αγάπης του (η Καλαμάτα ήταν γνωστή για την παραγωγή μεταξωτών μαντηλιών).

Ένα άλλο γνωστό τραγούδι που χορεύεται κυρίως στη Μακεδονία και συνοδεύεται από χάλκινα όργανα είναι το «Μήλο μου κόκκινο». Αν και ο τραγουδιστής μιλάει για μια ερωτική απογοήτευση, ο ρυθμός είναι ιδιαίτερα χαρούμενος. Αυτό είναι άλλωστε το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των μακεδονίτικων χορών.

Για τη σεμνότητα και την αρμονικότητα, η εκτέλεση του συρτού χορού γίνεται από πολλούς μαζί χορευτές και χορεύτριες, που είναι πιασμένοι από τα χέρια και χορεύουν σε σχήμα κύκλου. Διαπιστώνει κανείς ότι είναι ένας χορός «κυκλικός» ή «κύκλιος», όπως οι ανάλογοι αρχαίοι ελληνικοί χοροί. Ο πρώτος του χορού, ο κορυφαίος, λέγεται σήμερα «μπροστινός» και είναι αυτός που «σέρνει το χορό». Είναι ο μόνος που αυτές τις στιγμές έχει ιδιαίτερη τιμή, αλλά και ο μόνος που μπορεί να έχει χορευτικές πρωτοβουλίες, που οι άλλοι πρέπει να παρακολουθούν και να ακολουθούν. Τον «μπροστινό» διαδέχονται κάθε τόσο άλλοι, και έτσι όλοι οι χορευτές περνούν από την τιμητική θέση και αναλαμβάνουν χορευτικές πρωτοβουλίες, έχοντας έτσι την ευκαιρία να επιδείξουν τις χορευτικές τους ικανότητες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Άλκης Ράφτης, «Ο κόσμος του ελληνικού χορού», εκδόσεις Πολύτυπο, 1985

Ηλίας Δήμας, «Η χορευτική παράδοση της Ηπείρου», ιδιωτική έκδοση, 1993

Γιώργος Ρούμπης, «Ελληνικοί χοροί», εκδόσεις Κ. Σμπίλιας, 1990

 

Ζεϊμπέκικο: Ο χορός της ψυχής, του πόνου, της αλήθειας

Από τα οικογενειακά τραπέζια μέχρι τα μεγάλα νυχτερινά κέντρα, το ζεϊμπέκικο (ή ο ζεϊμπέκικος) είναι ένας χορός που συνοδεύει την ελληνική ζωή με τρόπο σχεδόν μυστηριακό. Πολλοί θεωρούν ότι ‘ξέρουν’ να τον χορεύουν, λίγοι όμως τον αντιλαμβάνονται στην ουσία του.

Ο ζεϊμπέκικος, για τους περισσότερους Έλληνες, είναι ο πρώτος χορός που δοκιμάζουν, σε μικρή ηλικία. Συνήθως, κάποιοι συγγενείς τούς ‘ανεβάζουν’ σε μια ταβέρνα, να κάνουν μερικά βήματα υπό τα χειροκροτήματα. Κάπου εκεί γεννιέται και η ψευδαίσθηση ότι «το έχουμε». Όμως, όπως εξηγεί και ο επαγγελματίας χορευτής Δημήτρης Πετρόπουλος, η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική.

Η καταγωγή του ζεϊμπέκικου

Σύμφωνα με τον κο Πετρόπουλο, ο ζεϊμπέκικος έχει αρχαίες ρίζες. Στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι συγγενείς των νεκρών πολεμιστών — κυρίως γυναίκες — χόρευαν κυκλικά γύρω από το σώμα του νεκρού. Το χορευτικό αυτό μοιρολόι με τον καιρό εξελίχθηκε στον ζεϊμπέκικο που γνωρίζουμε σήμερα.

Ο ζεϊμπέκικος είναι ο πιο καθαρός ελληνικός ρυθμός, πάνω στον οποίο χτίστηκε σε μεγάλο βαθμό το ρεμπέτικο τραγούδι. Παρατηρώντας τη μελωδική του γραμμή, θα διακρίνουμε καθαρά επάνω του την προέκταση της βυζαντινής μουσικής, όχι μόνο εξετάζοντας το ένστικτο των λαϊκών μουσικών και τις κλίμακες που διατηρούνται αναλλοίωτες, αλλά ακόμη και τις πτώσεις, τα διαστήματα και τον τρόπο της εκτέλεσης. Όλα μαρτυρούν την πηγή, πού δεν είναι άλλη από την απέριττη εκκλησιαστική υμνωδία. Το δημοτικό τραγούδι έχει κι αυτό κοινά με το ζεϊμπέκικο στοιχεία, που είναι επίσης φανερά στο ρεμπέτικο.

Ίχνη του ρεμπέτικου και  επέκταση του ζεϊμπέκικου εμφανίζονται σε όλα τα αστικά κέντρα της περιόδου της αποσύνθεσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δηλαδή με την εμφάνιση των αστικών κοινωνιών. Η επίδραση της βυζαντινής μουσικής είναι φανερή και σε ό,τι αφορά τα ηχοχρώματα και τις μελωδίες, τις κλίμακές, αλλά και τις πολλές ανατολικές επιδράσεις.

Ο Μάρκος Δραγούμης, μουσικολόγος μετά από μια μεγάλη έρευνα και μελέτη πάνω στο ρεμπέτικο και στο μικρασιατικό τραγούδι, δίνει από ιστορικής πλευράς την εξής άποψη για τις ρίζες του ρεμπέτικου:

«Οι μουσικές ανταλλαγές, που είχαν αρχίσει πριν το 17ο αιώνα, ίσως και πιο πριν, ανάμεσα στον ποικίλο πληθυσμό που αποτελούσε το λαϊκό υπόστρωμα των αστικών κέντρων του Αιγαίου, του Ελλήσποντου, της Προποντίδας και της Μαύρης Θάλασσας, συνεχίστηκαν με έντονο ρυθμό ως την καταστροφή της Σμύρνης το 1922.

»Οι ανταλλαγές αυτές προκάλεσαν τη δημιουργία απειράριθμων μελωδιών, που οι ρίζες τους βρίσκονται κυρίως στη βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική με τους ‘ήχους’ της, στην τούρκικη κλασική μουσική με τα ‘μακάμια’ της που ονομάστηκαν από μας ‘δρόμοι’ – στη δημοτική μουσική της Μυσίας, της Αν. Θράκης, της Βιθυνίας και των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας, στα ελληνικά νησιώτικα και αστικά λαϊκά τραγούδια και τέλος στη δημοτική μουσική των βορείων γειτόνων μας και ιδιαίτερα των Ρουμάνων.

»Η μουσική αυτή – ίσως επειδή ήταν κάπως ανομοιογενής – δεν τράβηξε όσο θα έπρεπε την προσοχή των λαογράφων μας, κι έτσι δεν ευτύχησε να καταγραφεί σε νότες και να δημοσιευθεί σε ειδικές συλλογές, όπως η πιο παλιά δημοτική μουσική μας. Δεν χάθηκε όμως. Ένα μεγάλο μέρος της διαφυλάχτηκε σε μια σειρά από δίσκους 78 στροφών, που ηχογραφήθηκαν στις ΗΠΑ κατά τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του αιώνα μας, με εκτελεστές Έλληνες μετανάστες. Εξετάζοντας το υλικό αυτό βλέπουμε ότι πέρα από την καλλιτεχνική του αξία, έχει και μεγάλη ιστορική σημασία, γιατί αποτελεί την πιο ουσιαστική πηγή που διαθέτουμε για τη μελέτη των καταβολών του ρεμπέτικου τραγουδιού.»

Ιστορικά στοιχεία

Ο τούρκικος χορός ζεϊμπέκ (zeybek ή zeybeği ) δεν έχει καμία σχέση με το ελληνικό ζεϊμπέκικο. Ρυθμικά, είναι μια μορφή αργού τσιφτετελιού που χορεύεται συνήθως ομαδικά, όμως έχει τις ρίζες του σε τούρκικο παραδοσιακό χορό. Χορευόταν από τους Ζεϊμπέκους ή Ζεϊμπέκηδες, φυλή της Μικράς Ασίας, που προήλθε από μια πρόσμειξη Γιουρούκων (νομάδες κάτοικοι της Πίνδου, οι οποίοι μετακινήθηκαν στα παράλια της Μ. Ασίας) και Τουρκμένων νομάδων που μετακινήθηκαν από την Ασία (Τουρκμενιστάν). Έτσι, δημιουργήθηκε μια νέα φυλή, από επαγγελματίες πολεμιστές. Η ύπαρξή τους ήταν άλλοτε ενοχλητική και επικίνδυνη και άλλοτε χρήσιμη. Η άγρια πολεμική τους παρουσία άλλοτε τρόμαζε τις αρχές, προκαλώντας την εκτόπισή τους και άλλοτε γινόταν χρήσιμη, ανάλογα με την περίσταση. Όταν τους χρησιμοποιούσαν, τους πρόσφεραν διάφορα προνόμια.

Στις τάξεις των επιστρατευμένων Ζεϊμπέκηδων υπήρχαν και Έλληνες Χριστιανοί, πολλοί από τους οποίους είχαν εξισλαμιστεί, όπως οι γενίτσαροι. Αργότερα, σχημάτισαν δικές τους ομάδας Ελλήνων ένοπλων Ζεϊμπέκων, οι οποίοι ήταν σε αντιπαλότητα με τους Τούρκους Ζεϊμπέκους. Οι Ζεϊμπέκοι αυτοί ποτέ δεν ξέχασαν τις ελληνικές ρίζες τους.

Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο οι Τούρκοι Ζεϊμπέκηδες πολέμησαν κατά του ελληνικού στρατού. Τις πολεμικές αυτές ομάδες τις διέλυσε ο Κεμάλ Ατατούρκ αργότερα.

Τα χαρακτηριστικά του χορού  τους δεν έχουν καμία σχέση με τον ελληνικό μοναχικό ζεϊμπέκικο.

Το ελληνικό ζεϊμπέκικο

Το ελληνικό ζεϊμπέκικο προήλθε από το ρεμπέτικο τραγούδι (1870-1922 στην Μ. Ασία), από μουσικές προσμείξεις ελληνικής παραδοσιακής και βυζαντινής μουσικής, και συνεχίσθηκε στην Ελλάδα, πριν (καφέ αμάν) και μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Η μουσική του ελληνικού ζεϊμπέκικου στα 9/8 δεν έχει καμία σχέση με τα 4/4 και τον ρυθμό του αργού τσιφτετελιού του τούρκικου zeybek.

Μια ματιά στον τρόπο που χορεύεται το zeybek σήμερα, κοινωνικά ή παραδοσιακά με τις στολές, αρκεί για να καταδείξει τις διαφορές των δύο χορών, που μοιάζουν μόνο κατ’ όνομα. Υπάρχουν πολλά είδη zeybek, που μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά κανένα δεν μοιάζει με το ελληνικό ζεϊμπέκικο.

Το ελληνικό ζεϊμπέκικο ήταν κάποτε χορός μοναχικός και μόνο για τους άντρες. Σήμερα τον χορεύουν όλοι, άντρες γυναίκες, και όχι απαραίτητα μόνοι. Ο ζεϊμπέκικος σήμερα χορεύεται είτε αντικρυστά είτε μοναχικά. Κάθε χορευτής του έχει τις δικές του φιγούρες, με τις οποίες εκφράζεται. Επίσης, ο κάθε χορευτής χορεύει μόνο ένα τραγούδι, μόνο μία φορά! Πολλές φορές είναι το ‘δικό του’, συγκεκριμένο τραγούδι και όχι ένα τυχαίο.

Παλιότερα, καμιά φορά ακόμη και στις ημέρες μας, συμβαίνει κάποιος να τολμήσει να διακόψει κάποιον που χορεύει ζεϊμπέκικο. Αυτός ρισκάρει! Κάπως έτσι ξεκίνησε στα χρόνια της Κατοχής, ο θεσμός της «παραγγελιάς». Δηλαδή οι μουσικοί, συνήθως με το αζημίωτο, προανήγγειλαν το όνομα του ‘δικαιούχου’ στον επόμενο χορό. Όσο χόρευε αυτός, δεν επιτρεπόταν να χορέψει κανείς άλλος μαζί του στον ίδιο χώρο ή να τον ενοχλήσει.

Ο μύθος της «αυθόρμητης γνώσης»

Πολλοί πιστεύουν ότι επειδή αγαπούν ένα τραγούδι ή νιώθουν το ρυθμό, μπορούν και να χορέψουν ζεϊμπέκικο. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική: όπως κάθε χορός, έτσι και αυτός απαιτεί γνώση των βασικών βημάτων και της σωστής σωματικής έκφρασης.

Τα συχνότερα λάθη

Σύμφωνα με τον επαγγελματία χορευτή Δημήτρη Πετρόπουλο:

1.    Ρυθμός: Το πιο συχνό λάθος είναι η αδυναμία παρακολούθησης του ρυθμού 9/8, που είναι βασικό στοιχείο του ζεϊμπέκικου.
2.   Στερεότυπα φύλου: Ο ζεϊμπέκικος δεν είναι ανδρικός χορός. Η ιστορική του ρίζα έχει σχέση με τη γυναικεία έκφραση πένθους.
3.   Επιφανειακή προσέγγιση: Πετάγματα λουλουδιών, σαμπάνιες και επιδεικτικά καραγκιοζιλίκια προσβάλλουν τον βαθιά πένθιμο χαρακτήρα του χορού. Πρόκειται    για χορό πόνου, μοναξιάς, απώλειας. Δεν είναι ούτε πανηγυρικός ούτε επιδεικτικός. Δεν υπάρχει ούτε ένα τραγούδι ζεϊμπέκικου που να μιλά για χαρά.

Πώς χορεύεται σωστά

Ο σωστός ζεϊμπέκικος ξεκινά από τη στάση σώματος:

1. Το βλέμμα στο πάτωμα.
2. Τα χέρια ανοιχτά, παλάμες προς τα έξω — σαν να ζητάς χώρο.
3. Τα γόνατα λυγισμένα, οι κινήσεις κυκλικές, όχι απότομες ή ακανόνιστες.
4. Οι φιγούρες (όπως το χτύπημα του ποδιού) δεν είναι για εντυπωσιασμό, αλλά για να εκφράσουν εσωτερική ένταση και πόνο.

Ο ζεϊμπέκικος ως προσωπική έκφραση

Στο αυθεντικό ζεϊμπέκικο, ο χορευτής χορεύει μόνος του και μόνο ένα τραγούδι, συχνά το δικό του. Είναι μια μορφή προσωπικής κατάθεσης, όχι μια χορευτική παράσταση.

Η «παραγγελιά» δημιουργήθηκε για να προστατεύσει την ιερότητα του χορευτή. Όποιος διακόψει ή μπει στον χορό χωρίς άδεια, παλιά κινδύνευε σοβαρά — με πιο ακραίο παράδειγμα την υπόθεση του Νίκου Κοεμτζή, το 1973.

Ο ζεϊμπέκικος δεν είναι απλώς βήματα και φιγούρες — είναι μια μορφή ψυχικής έκφρασης, πόνου και αξιοπρέπειας. Αν θέλεις να τον μάθεις, μάθε πρώτα να τον σέβεσαι. Όπως λέει και ο Δ. Πετρόπουλος: «Όλοι νομίζουν πως ξέρουν. Όταν όμως καταλάβουν τι είναι αυτός ο χορός, συνειδητοποιούν πόσο άδικο είχαν.»

Λέγεται πως το ζεϊμπέκικο σβήνει. Ο αρχαϊκός χορός της Θράκης που τον μετέφεραν οι Ζεϊμπέκηδες στη Μικρά Ασία και τον επανέφεραν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες του 1922 έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο· δεν έχει θέση σε μια νέα κοινωνία με άλλα αιτήματα και άλλες προτεραιότητες. Μπορεί και να είναι έτσι. Αν χαθούν η αδικία, ο έρωτας και ο πόνος· αν βρεθεί ένας άλλος τρόπος που οι άντρες θα μπορούν να εκφράζουν τα αισθήματά τους με τόση ομορφιά και ευγένεια, μπορεί να χαθεί και το ζεϊμπέκικο.

Όμως, βλέπεις μερικές φορές κάτι παλικάρια να γεμίζουν την πίστα με ήθος και λεβεντιά που σε κάνουν να ελπίζεις όχι απλώς για τον συγκεκριμένο χορό, αλλά για τον κόσμο ολόκληρο.

Ο ζεϊμπέκικος δεν είναι για να «τον μάθεις». Είναι για να τον νιώσεις και να τον σεβαστείς. Αν θέλεις να τον χορέψεις, άσε τον εγωισμό έξω από την πίστα. Κράτα τα μάτια χαμηλά, άσε την ψυχή σου να πονέσει — και τότε, ίσως, αρχίσεις να χορεύεις.

Από το χασάπικο στο συρτάκι: Χοροί που συνδέουν τους ανθρώπους και υμνούν τη ζωή

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο χορός είναι ένα θείο δώρο, προσφερόμενο από τους θεούς στους ανθρώπους. Δεν τον θεωρούσαν απλώς μορφή τέχνης ή διασκέδασης, αλλά ένα μέσο επικοινωνίας, έκφρασης συναισθημάτων και σύνδεσης με το θείο.

Πράγματι, ο κοινωνικός χορός ομορφαίνει τη ζωή, συνδέει τα μέλη μιας κοινότητας και μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Είναι ένα πολιτιστικό και κοινωνικό αγαθό, που μεταφέρει τις αξίες και τις παραδόσεις των παλαιότερων γενεών στις επόμενες, συμβάλλοντας τόσο στη διατήρηση όσο και στην εξέλιξη του άυλου πολιτισμού.

Χασάπικος

Ο χασάπικος είναι ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς ελληνικούς χορούς, με καταγωγή από τη Μικρά Ασία, τη Μακεδονία και την Κωνσταντινούπολη. Οι ρίζες του φτάνουν μέχρι τη βυζαντινή εποχή, όταν χορευόταν ως τελετουργική αναπαράσταση μάχης με σπαθιά από τη συντεχνία των Ελλήνων κρεοπωλών – εξ ου και το όνομά του, που προήλθε από την τουρκική λέξη kasap, που σημαίνει κρεοπώλης.

Αρχικά, ο χορός ήταν ανδρικός και εκτελούνταν σε δύο σειρές: η πρώτη κρατούσε όπλα (μαχαίρια, ραβδιά, μαστίγια) και η δεύτερη ήταν άοπλη. Τα βήματα ήταν συγχρονισμένα, με μεγάλη ακρίβεια, ώστε όλοι να κινούνται σαν ένα σώμα. Ο χασάπικος θεωρούνταν χορός τιμής, δύναμης και τάξης, ενώ συνδέεται με στρατιωτικές κινήσεις και πιθανώς με την πολεμική τακτική των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Παλιότερα, για να χορέψουν κάποιοι χασάπικο, έπρεπε να φορούν τραγιάσκα με σηκωμένο γείσο και να κάνουν το ίδιο βήμα σαν να είναι όλοι ένα σώμα. Τα βήματα και η περιγραφή έμοιαζαν – και μοιάζουν ακόμα – με την παράθεση τελετουργικών κινήσεων σε μια προσπάθεια σύνδεσης του χορού με την αρχαιότητα, με τον τρόπο στάσης και τακτικής κίνησης, στο στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή την αναπαράσταση των στάσεων των πολεμιστών του.

Κατά την Τουρκοκρατία, τον χόρευαν επίσης οι γενίτσαροι και οι αρναούτες, γι’ αυτό και ονομαζόταν συχνά και αρναούτικος. Ήταν τόσο συνδεδεμένος με τους χασάπηδες της Κωνσταντινούπολης, ώστε χορευόταν κάθε Πάσχα ως έθιμο από τη συντεχνία τους.

Μορφές και εξέλιξη του χασάπικου

Ο χασάπικος διακρίνεται σε δύο βασικές κατηγορίες: τον αργό (γνωστό και ως «βαρύς χασάπικος») και τον γρήγορο, που ονομάζεται χασαποσέρβικος. Στη σημερινή του μορφή, χορεύεται από άνδρες και γυναίκες, σε μικρές ομάδες των 2 έως 4 ατόμων, με τα χέρια πιασμένα στους ώμους. Η αρμονία και ο συγχρονισμός είναι απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχία του χορού, ο οποίος χαρακτηρίζεται από κίνηση προς όλες τις κατευθύνσεις (μπροστά, πίσω, δεξιά και αριστερά) με μέτωπο προς το κοινό, καθιστώντας τον ιδιαίτερα θεαματικό. Ο χασάπικος χορός βασίζεται πάνω στον ρυθμό 4/4 και ο τρόπος που χορεύεται συνήθως έρχεται σαν μια προέκταση του δημοτικού τρόπου.

Σήμερα απαντά σε τέσσερις παραλλαγές: χασάπικο, χασαποσέρβικο, χασάπικο βαρύ/αργό και «πολίτικο»/«ταταυλιανό»

Με το πέρασμα των χρόνων και την εξάπλωση του μπουζουκιού, ο χορός μεταφέρθηκε στις πόλεις, ενώ γνώρισε μεγάλη προβολή μέσω του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Πολλές από τις χορογραφίες που διδάσκονται σήμερα προέρχονται από τις ταινίες της εποχής, όπου πρωταγωνιστές και χορευτές παρουσίαζαν εντυπωσιακές εκτελέσεις του χασάπικου σε σκηνές σε νυχτερινά κέντρα.

Σήμερα, θεωρείται ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ελληνικούς χορούς στο εξωτερικό — αν και συχνά συγχέεται με το συρτάκι — και αποτελεί ζωντανό σύμβολο της λαϊκής παράδοσης και της ιστορίας μας.

Ο χορός του Ζορμπά: το μοναδικό συρτάκι

Το συρτάκι είναι ένας δημοφιλής ελληνικός χορός που χορογραφήθηκε από τον Γιώργο Προβία το 1964 για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς» (Zorba the Greek). Τη μουσική για την ταινία που βραβεύτηκε με Όσκαρ συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης. Παρόλο που είναι ένας πολύ νέος χορός, χωρίς αρχαίες ρίζες, είναι ο πιο διάσημος ελληνικός χορός στο εξωτερικό.

Αν και δεν θεωρείται «παραδοσιακός» χορός, η μουσική του σύνδεση τους με τον ελληνικό πολιτισμό γίνεται κατανοητή από όλους, όπου κι αν ακουστεί στον πλανήτη.

Άντονυ Κουήν και Άλαν Μπέητς, στην πασίγνωστη σκηνή του χορού δίπλα στη θάλασσα, στην ταινία του Μ. Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς». (ΑΠΕ ΜΠΕ)

 

Η ταινία, που κυκλοφόρησε το 1965, με πρωταγωνιστή τον Άντονυ Κουήν στον ομώνυμο ρόλο, είναι βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά».

Ο χαρακτήρας του Ζορμπά συμβολίζει την ελευθερία, την αγάπη για τη ζωή και τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Ο Άντονυ Κουήν, που ενσάρκωσε τον ήρωα, αγαπήθηκε από τους Έλληνες και έμεινε για πάντα συνδεδεμένος με την Ελλάδα.

Η σκηνή στην οποία χορεύει συρτάκι δίπλα στη θάλασσα έγινε θρυλική. Από τότε, η μουσική του Θεοδωράκη και ο χορός του Ζορμπά ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο και ερμηνεύτηκαν από διαφορετικούς μουσικούς από όλες τις χώρες και όλα τα μουσικά είδη.

Εντυπωσιακές είναι οι συγκεντρώσεις του κόσμου, όταν διοργανώνεται ένας ομαδικός χορός από ελληνικές και κυπριακές κοινότητες στο εξωτερικό ή από δήμους στην Ελλάδα, με πλήθη ανθρώπων να χορεύουν στον δρόμο ή σε κάποια πλατεία το συρτάκι του Ζορμπά, όπως έγινε στην Οττάβα το 2011, στο Μπέρμιγχαμ το 2012, στην πόλη Κλουζ-Ναπόκα της Ρουμανία το 2017, μεταξύ άλλων, αλλά και στη Ρόδο με 1.600 άτομα και στον Βόλο με 5.640 άτομα, ηλικίας από 14 έως 89 ετών, ρεκόρ που καταγράφηκε στο ρεκόρ Γκίνες το 2012.

Λαϊκοί χοροί: ο ρυθμός της ψυχής ενός λαού

Ο χορός είναι μια από τις αρχαιότερες μορφές τέχνης. Προέκυψε από την ανάγκη του ανθρώπου να εκφράζει τα συναισθήματά του με τη βοήθεια του σώματος και αντικατοπτρίζει την καθημερινή ζωή του ανθρώπου και την εργασία του. Οι χαρούμενες και οι θλιβερές εμπειρίες εκφράζονταν επίσης μέσω κινήσεων σε συγκεκριμένο ρυθμό και, αργότερα, με τη συνοδεία μουσικής.

Ο λαϊκός χορός είναι χαρακτηριστικός μιας συγκεκριμένης περιοχής και ενός λαού, και διακρίνεται από τις ιδιαίτερες κινήσεις, τον ρυθμό, τα κοστούμια και άλλα χαρακτηριστικά του. Ένας τέτοιος χορός μεταδίδει τα συναισθήματα του χορευτή και τη στάση του απέναντι σε κάτι, και μόνο δευτερευόντως απευθύνεται στο κοινό. Είναι απολύτως δημοκρατικός ως προς τον χορευτή και προσιτός σε όλους. Δεν χρειάζεται να είσαι επαγγελματίας, αρκεί να έχεις την επιθυμία να μεταδώσεις τα συναισθήματά σου μέσω του χορού.

Ο χορός εμφανίστηκε ήδη στα αρχαία χρόνια, όταν οι κοινωνίες ήταν ακόμα σε πρωτόλεια κατάσταση. Όλα τα σημαντικά γεγονότα στη ζωή του πρωτόγονου ανθρώπου — η γέννηση, ο θάνατος, η θεραπεία των ασθενών, η επιλογή νέου αρχηγού της φυλής, η προσευχή για την καλή σοδειά και τον καλό καιρό — συνοδεύονταν από χορούς. Η χορευτική τέχνη ήταν, όπως και είναι ακόμη, παρούσα στις πολιτιστικές παραδόσεις κάθε ανθρώπινης κοινότητας, σε κάθε εθνογραφική ομάδα. Σταδιακά, ο χορός αποσπάστηκε από το τραγούδι και έγινε ξεχωριστή μορφή τέχνης.

Ως τέτοια, με αμιγώς επικοινωνιακή και εφήμερη φύση, ο χορός προϋποθέτει μία τριαδική σχέση: μεταξύ του δημιουργού που συνθέτει, του χορευτή και του κοινού. Δεν είναι μια απλή μορφή κίνησης αλλά μια πολύπλοκη διαδικασία, μια μορφή τέχνης, η οποία ως τέτοια ακολουθεί τους δικούς της κανόνες, με αποτέλεσμα να αποτελεί ένα αυτοτελές γνωστικό αντικείμενο.

Οι χοροί-πρόγονοι

Το αρχαιότερο είδος λαϊκού χορού, που υπάρχει σχεδόν σε όλες τις εθνογραφικές ομάδες, είναι ο κυκλικός χορός. Οι κινήσεις του είναι απλές και συνίστανται στο περπάτημα σε κύκλο με μουσική συνοδεία ή τραγούδι. Η μορφή του κύκλου πιθανώς συμβόλιζε τον ήλιο. Κυκλικοί χοροί υπήρχαν και υπάρχουν μέχρι σήμερα σε όλους τους σλαβικούς λαούς, όπως και στον ελληνικό. Στη Λιθουανία ονομάζεται κορόγκοντ, στη Μολδαβία και τη Ρουμανία χόρα, στη Βουλγαρία χορό, στους Κροάτες κόλο.

Μία άλλη διακριτή αρχαιότατη χορευτική παράδοση είναι αυτή της αφρικανικής ηπείρου. Η ιδιαιτερότητα των αφρικανικών χορών είναι η κυριαρχία του ρυθμού. Η αφρικανική κουλτούρα έδωσε το υλικό για την ανάπτυξη πολλών χορών της Λατινικής Αμερικής: μάμπο, μερένγκε, σάμπα, τσα-τσα-τσα, λαμπάντα και πολλών άλλων. Ακόμη και τα σύγχρονα χορευτικά στυλ – τζαζ, ποπ, ροκ εν ρολ, χιπ χοπ, μπρέικ ντανς, RnB κ.ά. – έχουν στη βάση τους τους λαϊκούς χορούς των μαύρων πληθυσμών του πλανήτη.

Οι ευρωπαϊκοί χοροί

Κάθε λαός έδωσε τα δικά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα στους χορούς του. Στην Αρχαία Αίγυπτο, η χορευτική τέχνη είχε κυρίως τελετουργικό χαρακτήρα, ενώ αργότερα στους τελετουργικούς χορούς προστέθηκαν οι πολεμικοί χοροί, που είχαν ως στόχο να ανεβάσουν το ηθικό των πολεμιστών πριν από τη μάχη. Στην Ελλάδα, με την ανάπτυξη της θεατρικής τέχνης, εμφανίστηκε ο σκηνικός χορός. Έτσι, στην αρχαιότητα, οι λαϊκοί χοροί μπορούν να χωριστούν σε: σκηνικούς, πολεμικούς, ιερούς (θρησκευτικούς, τελετουργικούς) και κοινωνικούς. Στον Μεσαίωνα, γίνεται διαίρεση σε αυλικούς και λαϊκούς χορούς. Αυτή η διαίρεση δεν είχε πολύ σαφή όρια και συχνά οι ίδιες κινήσεις υπήρχαν τόσο στα δύο είδη.

How did medieval people dance? - Medievalists.net

Την περίοδο από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα, αναπτύσσονται στην Ευρώπη ο χορός του σαλονιού και το μπαλέτο. Ωστόσο, οι ρίζες της αυλικής και της σκηνικής χορογραφίας βρίσκονται στους λαϊκούς χορούς.

Παραδείγματος χάριν, το γνωστό και αγαπητό σε πολλούς βαλς προήλθε από τον παλιό λαϊκό χορό βόλτα, ενώ η μαζούρκα, που κυριαρχούσε τον 18ο-19ο αιώνα, κατάγεται από τους πολωνικούς λαϊκούς χορούς μαζούρ, κουγιαβάκ και ομπέρεκ.

Το «αηδιαστικό και ανήθικο» βαλς - Fosonline

Ορισμένοι λαϊκοί χοροί είναι το σήμα κατατεθέν μιας χώρας, όπως η ταραντέλα για την Ιταλία, η κάλινκα και η μπαρίνια για τη Ρωσία, ο καζάκ και ο γκόπακ για την Ουκρανία, ο κρακοβιάκ για την Πολωνία και ο τσάρντας για την Ουγγαρία. Άλλοι έχουν εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, ενσωματώνοντας εθνικά χαρακτηριστικά διαφορετικών περιοχών, όπως η πόλκα και οι τσιγγάνικοι χοροί όπως το φλαμένκο. Υπάρχουν αμέτρητοι στυλ και είδη λαϊκών χορών, αλλά όλα έχουν ένα κοινό στοιχείο: αντανακλούν την ιστορία ενός λαού, την ψυχή και τον χαρακτήρα του.

Χαρακτηριστικά των λαϊκών χορών

Για έναν χορευτή, οι λαϊκοί χοροί έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού του δίνουν τη δυνατότητα να μεταμορφωθεί κυριολεκτικά. Μελετώντας τους λαϊκούς χορούς του κόσμου, κατανοούμε και το χρώμα και τα χαρακτηριστικά κάθε εθνότητας: την ευρύτητα της ψυχής του ρωσικού χορού, την ελαφρότητα του ιρλανδικού χορού, την ανδρεία του ουκρανικού, τον ενθουσιασμό του μαυροβούνιου χορού, τη φιλοσοφία του κινεζικού και του ιαπωνικού χορού, τη μοναδικότητα του ελληνικού…

Για τους θεατές, είναι ένα είδος ευκαιρίας να ταξιδέψουμε σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, χωρίς να βγουν από την αίθουσα…

Οι λαϊκοί χοροί ή φολκ χοροί είναι οι κινήσεις και ο ρυθμός της ψυχής ενός λαού στο φυσικό περιβάλλον στο οποίο ζούσαν ή ζουν οι άνθρωποι, για να εκφράσουν τα συναισθήματα, τις διαθέσεις και τις παραδόσεις τους. Αυτοί οι χοροί, αρχικά, εκτελούνταν από τους χορευτές για τον εαυτό τους και, στη συνέχεια, για το κοινό. Πολλοί λαϊκοί χοροί έχουν διατηρηθεί μέχρι σήμερα, έχοντας υποστεί μια ορισμένη εξέλιξη.

Οι ευρωπαϊκοί λαϊκοί χοροί διακρίνονται για τη μεγάλη ποικιλία των κοστουμιών, τη δυναμική και τις κινήσεις που είναι χαρακτηριστικές για τη μία ή την άλλη γεωγραφική περιοχή.

Οι ελληνικοί χοροί από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα

Ο χορός αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα εκφραστικά μέσα και χρονολογικά έπεται του τραγουδιού. Στην αρχαία Ελλάδα, η λέξη ‘χορός’ αναφερόταν και στον χορό της τραγωδίας, αλλά και στον τόπο όπου χόρευαν. Σήμερα, χορός ονομάζεται το σύνολο των ρυθμικών κινήσεων και συσπάσεων του σώματος, αυτό που ονομαζόταν στην αρχαιότητα όρχηση ή χορεία.

Εκείνη την εποχή, ο χορός ήταν και ένα από τα βασικότερα στοιχεία της εκπαίδευσης των νέων, ένας τρόπος εκπαίδευσης των παιδιών για τα κοινωνικά ήθη και τρόπους, και τον θεωρούσαν ζωτικής σημασίας για τη φυσική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών.

dance-of-the-muses

Η Τερψιχόρη, μία από τις εννέα Μούσες, ήταν η προστάτιδα του χορού, που ήταν αναπόσπαστο μέρος τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου βίου.

Με τον χορό σηματοδοτούνταν πλήθος εορτές, τελετές και δραστηριότητες συγκεκριμένων ομάδων, όπως κοινότητες κυνηγών, τελετές ενηλικίωσης, γάμου, θανάτου, ψυχαγωγίας, χορευτικές εορτές και θρησκευτικές δραστηριότητες.

ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ/ARMY DANCES FROM ANTIQUITY TO THE GREEK FOLK TRADITION | greek culture/ελληνικός πολιτισμός

Στην αρχαία Σπάρτη, ο χορός αποτελούσε μέρος της σκληρής στρατιωτικής εκπαίδευσης των νέων Σπαρτιατών. Oι θρησκευτικοί χοροί αποτελούσαν μέρος των θρησκευτικών τελετών και μυστηρίων , ενώ στις θεατρικές παραστάσεις επαγγελματίες χορευτές, δηλαδή οι ορχηστές, εκτελούσαν τους χορούς στην τραγωδία, στην κωμωδία και στο σατυρικό δράμα. Ακόμα και η προετοιμασία για τους αγώνες και τους πολέμους περιελάμβανε πολεμικούς χορούς. Στον ιδιωτικό τους βίο, οι αρχαίοι Έλληνες χόρευαν στα συμπόσια και στους γάμους, ενώ για να αποχαιρετήσουν τους νεκρούς, οι θρηνωδοί εκτελούσαν τους χορούς του πένθους.

Στους σύγχρονους νεοελληνικούς χορούς, τους λεγόμενους παραδοσιακούς, συναντώνται ρυθμοί και μουσικά μοτίβα της αρχαίας Ελλάδας. Οι παραδοσιακοί χοροί διαιρούνται ουσιαστικά σε δυο κατηγορίες: στους «συρτούς» και στους «πηδηκτούς».

Ο τόπος και οι χοροί του: «Τσάμικος» - Επί Ασπαλάθων - Ι.Ν. Αγίων Αναργύρων Ηλιουπόλεως

Η ονομασία του κάθε χορού συνήθως σχετίζεται με τον τόπο καταγωγής του (ο συρτός-καλαματιανός, ο μακεδονικός κ.ά.) ή έχει την ονομασία κύριων προσώπων (ο Μενούσης, ο Μανέτας). Επίσης, μπορεί να παίρνει την ονομασία του από τις διάφορες εποχές (ο πασχαλινός χορός) ή να προέρχεται από ονομασίες επαγγελμάτων (ο χορός των σφουγγαράδων) κ.ο.κ.

Οι ελληνικοί παραδοσιακοί χοροί παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ποικιλία από παραλλαγές και επηρεάζονται μορφολογικά από τον τόπο καταγωγής τους. Κάθε περιοχή ή χωριό της Ελλάδας έχει τους δικούς του χορούς, οι οποίοι διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή ή ακόμη και από χωριό σε χωριό. Αυτή η διαφορά των χορών οφείλεται σε λόγους όπως το κλίμα, ο τρόπος ζωής των κατοίκων, οι πόλεμοι και οι καταστροφές και άλλοι. Είναι γνωστό ότι οι χοροί της ηπειρωτικής Ελλάδας έχουν «βαρύ» ύφος και γι’ αυτό αποκαλούνται συχνά και «λεβέντικοι», σε αντίθεση με αυτούς της νησιωτικής Ελλάδας, οι οποίοι είναι περισσότερο «ανάλαφροι» και λυρικοί.

Η πορεία και εξέλιξη των Ελληνικών Παραδοσιακών Χορών - Apollon Dance Studio - Blog

Χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με το θέμα, το σχήμα, το φύλο, τον τόπο.

Ανάλογα με το θέμα τους χωρίζονται σε:

  • Θρησκευτικούς
  • Πολεμικούς ή πυρρίχιους
  • Ερωτικούς
  • Πολεμο-ερωτικούς χορούς

Πυρρίχιος. Ο πολεμικός χορός των αρχαίων Ελλήνων που χόρεψαν οι μυθικοί δαίμονες Κουρήτες για να σώσουν τον νεογέννητο Δία από τα χέρια του Κρόνου. Διασώθηκε από τους Πόντιους - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Ανάλογα με το σχήμα τους χωρίζονται σε:

  • Κυκλικούς
  • Αντικριστούς χορούς

Τους κυκλικούς χορούς τους συναντάμε σε ανοικτό κύκλο και πιο σπάνια σε κλειστό. Αντικριστοί χοροί ή καρσιλαμάδες λέγονται οι χοροί, όπου οι χορευτές στέκονται αντικριστά σε δυο σειρές απέναντι-αντικριστά.

Υπάρχουν βέβαια και χοροί όπως το ζεϊμπέκικο, που χορεύονται από ένα άτομο, ή ο χορός των μαχαιριών, που χορεύεται από δύο άτομα.

Ανάλογα με το φύλο χωρίζονται σε:

  • Ανδρικούς
  • Γυναικείους
  • Μικτούς

Ανάλογα με τον τόπο, χωρίζονται σε:

  • Πανελλήνιους ή εθνικούς
  • Τοπικούς

Οι εθνικοί χοροί είναι ο συρτός-καλαματιανός και ο τσάμικος ή κλέφτικος. Τοπικοί χοροί είναι οι ηπειρώτικοι, οι θρακιώτικοι, οι νησιώτικοι, οι κρητικοί, οι χοροί της Μακεδονίας, οι ποντιακοί και άλλοι.

Ο κάθε χορός χορεύεται διαφορετικά, έχει τη δική του μουσική και το όνομά του έχει κάποια σημασία.

Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι χοροί, όπως της βόρειας Ελλάδος, οι οποίοι φέρουν αλληλεπιδράσεις με χορούς των γειτονικών λαών (βαλκανικών) και χορεύονται με διάφορες κατά τόπους παραλλαγές σε όλη τη βαλκανική περιοχή. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως σε μερικά νησιά, η αλληλεπίδραση προέρχεται από την ύπαρξη της εκάστοτε δύναμη κατοχής (Ενετοκρατία, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία).

Μάθετε τα πάντα για το χορό ProDance.gr

Το μοντέλο της μητρότητας ως κοινωνικό παράγωγο

Η μητρότητα είναι ένα αρκετά σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο με μακρά εξελικτική ιστορία, πολιτισμικά και ατομικά χαρακτηριστικά, που εξετάζεται από δύο κύριες θέσεις: η μητρότητα ως παροχή συνθηκών για την ανάπτυξη ενός παιδιού και η μητρότητα ως μέρος της προσωπικής σφαίρας της γυναίκας.

Επί του παρόντος, υπάρχουν πολλές απόψεις για τη μητρότητα. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν τα μητρικά συναισθήματα ως φυσικό χαρακτηριστικό μιας γυναίκας. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η μητρότητα είναι μια έννοια που όχι μόνο εξελίσσεται, αλλά έχει διαφορετικό περιεχόμενο σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Αν εξετάσουμε τους τρεις κύριους κοινωνικούς γυναικείους ρόλους σε αλληλεπίδραση (μητέρα, σύζυγος και ελεύθερα συνειδητοποιημένη γυναίκα), θα δούμε ότι σε διαφορετικές εποχές ο κυρίαρχος ρόλος αλλάζει.

Κάθε πολιτισμός έχει τον δικό του θεσμό της μητρότητας, αναπόσπαστο μέρος του οποίου αποτελούν οι τρόποι ανατροφής μιας γυναίκας ως μητέρας, σχεδιασμένοι για το γεγονός ότι η μητέρα θα συνειδητοποιήσει μερικά από τα περιεχόμενα των λειτουργιών της συνειδητά και κάποια όχι. Κατά συνέπεια, δεν αναγνωρίζονται πλήρως όλες οι λειτουργίες της μητέρας από τη συνείδηση ​​του κοινού. Όλα αυτά μαζί συνιστούν μια συγκεκριμένη κοινωνικοπολιτισμική πορεία προς το «μοντέλο της μητρότητας», το οποίο είναι ένα εργαλείο που δημιουργείται ταυτόχρονα από τη φύση και την κοινωνία για το παιδί ως εκπρόσωπο του είδους του και του πολιτισμού του.

Η κοινωνία δεν βρίσκεται σε παγιωμένη κατάσταση, αλλά συνεχώς εξελίσσεται. Επομένως, αλλαγές στο μοντέλο της μητρότητας αντανακλούν τις αλλαγές στην κοινωνία, που αντιστοιχούν σε αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις, αναδιαμορφώνοντας τη στάση της γυναίκας απέναντι στον ρόλο της ως μητέρας. Στις σύγχρονες συνθήκες, αυτές οι αλλαγές είναι εξαιρετικά γρήγορες. Η πορεία προς το λεγόμενο «μοντέλο μητρότητας», το οποίο αναπτύσσεται εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια και περιλαμβάνει τους τρόπους διαμόρφωσης μίας γυναίκας σε μητέρα, είναι εν μέρει συνειδητή και εν μέρει ασυνείδητη.

Στην εποχή μας, η θέση της μητρότητας στην ιεραρχία των αξιών μιας σύγχρονης γυναίκας φαίνεται πως έχει υποβαθμιστεί αισθητά. Η αύξηση της επιθυμίας για επαγγελματική ανέλιξη και καριέρα, για υλική ευημερία και υψηλό επίπεδο κατανάλωσης παρεμποδίζουν τη μητρότητα. Υπάρχει ένα νέο μοντέλο προσωπικότητας, το οποίο δεν έχει αρμονική και συμπληρωματική σχέση με τη μητρότητα. Η σημερινή κατάσταση επιδεινώνεται από τη διακοπή των δεσμών μεταξύ των γενεών και, κατά συνέπεια, από την απώλεια των παραδοσιακών τρόπων μεταφοράς εμπειριών και επισημοποίησης της αλληλεπίδρασης μητέρας-παιδιού. Μια γυναίκα στο κατώφλι της μητρότητας αποδεικνύεται ότι αγνοεί τα στοιχειώδη χαρακτηριστικά της ανάπτυξης του παιδιού και τη λειτουργία της στη φροντίδα του και στην επικοινωνία μαζί του.

Στις σημερινές συνθήκες, οι νέες μητέρες πρέπει να λαμβάνουν τις πληροφορίες που τους λείπουν. Όλα αυτά απαιτούν τη στοχευμένη διαμόρφωση όχι μόνο των πληροφοριακών, αλλά και των συναισθηματικών θεμελίων της μητρικής σφαίρας. Η κατασκευή της γίνεται καθήκον του ίδιου του υποκειμένου της μητρότητας. Μια γυναίκα πρέπει να αναπτύξει τα συναισθήματά της και να ξέρει τι ρόλο παίζει αυτό στην ανάπτυξη του παιδιού, γιατί το χρειάζεται η ίδια και τι πρέπει να γίνει για να αναπτύξει αυτά τα συναισθήματα. Η προετοιμασία για τη μητρότητα δεν πρέπει να περιορίζεται στη διαχείριση της εγκυμοσύνης και στις πληροφορίες σχετικά με τη φροντίδα και τη σίτιση των παιδιών. Πρέπει απαραίτητα να περιλαμβάνει την ανάπτυξη της συναισθηματικής σφαίρας της γυναίκας, τη διαίσθηση και τον έλεγχο των τρόπων επικοινωνίας με ένα παιδί πριν από τη γέννησή του.

Στην πόλη, δραστηριότητες για την ανάπτυξη της μητρικής ικανότητας σε νεαρές μητέρες ως ψυχοσυναισθηματική ετοιμότητα για μητρότητα κατά την περίοδο της αναμονής, του τοκετού και της ανατροφής ενός παιδιού παρέχονται από ειδικούς βοήθειας γυναικών που βρίσκονται σε κρίσιμες καταστάσεις στη ζωή τους, όπως το Κέντρο Κοινωνικής Βοήθειας Οικογένειας και Παιδιών. Υπάρχουν ακόμα οι βοηθοί μητρότητας.

Το αναμενόμενο αποτέλεσμα της διαδικασίας διαμόρφωσης των θεμελίων της μητρικής ικανότητας είναι η ανεπτυγμένη στάση της μητέρας προς το παιδί ως θέμα όχι μόνο σωματικών, αλλά και ψυχικών αναγκών και υποκειμενικών εμπειριών. Αυτή περιλαμβάνει την ικανότητα να ανταποκρίνεται επαρκώς στις εκδηλώσεις του παιδιού, την ικανότητα να εστιάζει στα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του παιδιού και στη δική του κατάσταση προκειμένου να κατανοήσει το παιδί, την ύπαρξη των απαραίτητων γνώσεων σχετικά με τη σωματική και ψυχική ανάπτυξη του παιδιού, σχετικά με τα ηλικιακά χαρακτηριστικά της αλληλεπίδρασής του με τον κόσμο, την ικανότητα συνεργασίας με το παιδί. Κατακτώντας δεξιότητες γονικής μέριμνας και διδασκαλίας που είναι κατάλληλες για τα ηλικιακά χαρακτηριστικά του παιδιού, οι νέες μητέρες μπορούν να ανταποκριθούν καλύτερα και πληρέστερα στον νέο τους ρόλο, αναπληρώνοντας την έλλειψη πείρας και την ατροφία των μητρικών τους ενστίκτων.

Της Εμελιάνοβας Γκαλίνας Νικολάγιεβνα, επικεφαλής του τμήματος βοήθειας σε γυναίκες που βρίσκονται σε δύσκολες καταστάσεις ζωής, κρατικό δημοσιονομικό ίδρυμα της Σεβαστούπολης, Κέντρο Κοινωνικής Βοήθειας στην Οικογένεια και τα Παιδιά
Andryushchenko A.I., Κοινωνιολογία της οικογένειας. Αγία Πετρούπολη, 2011
Brutman V.I., Radionova M.S., Σχηματισμός προσκόλλησης μητέρας-παιδιού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. 1997. Νο 6. σελ. 38-47
Winnicott D.V., Τα μικρά παιδιά και οι μητέρες τους. Μ., 2008
Schneider L.B., ψυχολογία των οικογενειακών σχέσεων. Μ., 2013

Επιμέλεια: Βαλεντίνα Λισάκ