Πέμπτη, 18 Σεπ, 2025

Νέες αποκαλύψεις για συνομιλίες αξιωματούχων στο Signal προκαλούν πολιτικές αντιδράσεις

Καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις στην Ουάσιγκτον μετά την αποκάλυψη από το περιοδικό «The Atlantic» επιπλέον μηνυμάτων από ομαδική συνομιλία κορυφαίων αξιωματούχων των ΗΠΑ στην εφαρμογή Signal. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της 26ης Μαρτίου, στο chat συμμετείχαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς, ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, η διευθύντρια των Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ, καθώς και ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Αρχικά, ο Λευκός Οίκος είχε χαρακτηρίσει ψευδείς τους ισχυρισμούς για κοινοποίηση απόρρητων πληροφοριών ή πολεμικών σχεδίων στην εν λόγω συνομιλία. Στην πρόσφατη όμως δημοσίευση, το Atlantic φέρεται να επιβεβαιώνει πως συγκεκριμένα μηνύματα ανέφεραν λεπτομέρειες, όπως ακριβείς χρόνους πραγματοποίησης επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) και μαχητικά F-18 εναντίον των Χούθι της Μέσης Ανατολής.

«Οι δηλώσεις που έγιναν από Χέγκσεθ, Γκάμπαρντ, Ράτκλιφ και Τραμπ, σε συνδυασμό με τις κατηγορίες ότι λέμε ψέματα, μας ώθησαν στην απόφαση να δημοσιεύσουμε αυτά τα μηνύματα για να βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του», δήλωσε ο αρχισυντάκτης του Atlantic, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, ο οποίος μάλιστα είχε προστεθεί στη συνομιλία προκαλώντας σάλο.

Ο Λευκός Οίκος αντέδρασε έντονα, με την εκπρόσωπο Τύπου Κάρολαϊν Λέβιτ να επισημαίνει μέσω του X (πρώην Twitter) ότι «το Atlantic παραδέχθηκε πως τελικά αυτά δεν ήταν ‘πολεμικά σχέδια’». Αντίστοιχα, το Πεντάγωνο σε δικό του μήνυμα επέκρινε το περιοδικό για τη χρήση και στη συνέχεια απόσυρση της φράσης «πολεμικά σχέδια», υποστηρίζοντας ότι «αναδιπλώθηκαν πολύ γρήγορα».

Πολιτική θύελλα και κριτική από τους Δημοκρατικούς

Οι αποκαλύψεις έχουν εντείνει την πολιτική αντιπαράθεση στο Καπιτώλιο, με τον ηγέτη της Δημοκρατικής μειοψηφίας στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, να ζητά άμεσα έρευνα για την υπόθεση. «Πρόκειται για ζήτημα υψίστης σοβαρότητας. Η χρήση ανοικτών εφαρμογών για την κοινοποίηση ευαίσθητων πληροφοριών θέτει σε κίνδυνο την εθνική μας ασφάλεια, τις ένοπλες δυνάμεις και κάθε Αμερικανό πολίτη», δήλωσε χαρακτηριστικά στη Γερουσία.

Παράλληλα, μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος απαίτησαν η Γενική Επιθεώρηση του υπουργείου Άμυνας (Department of Defense Office of Inspector General) να πραγματοποιήσει ανεξάρτητη έρευνα προκειμένου «να διαπιστωθεί πώς ακριβώς συνέβη αυτή η διαρροή, ποιες διαδικασίες δεν τηρήθηκαν και ποιοι ευθύνονται».

Κριτική για τη χρήση της εφαρμογής Signal

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε αρχικά υποστηρίξει πως δεν υπήρξε διαμοιρασμός απορρήτων δεδομένων, παραδέχθηκε εμμέσως πως η χρήση της εφαρμογής αυτής δεν ήταν πλήρως κατάλληλη. Μιλώντας στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, επεσήμανε πως κατά πάσα πιθανότητα «δεν θα χρησιμοποιήσουμε πολύ στο μέλλον την εφαρμογή Signal, εκτός αν είμαστε υποχρεωμένοι λόγω ειδικών περιστάσεων να το πράξουμε».

Το βάρος της ευθύνης για τη διαρροή ανέλαβε πάντως ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Μάικλ Γουόλτς, αναγνωρίζοντας πως ήταν εκείνος που πρόσθεσε τον δημοσιογράφο Γκόλντμπεργκ στο γκρουπ, και αποτρέποντας έτσι την αναζήτηση ευθυνών σε υφιστάμενους υπηρεσιακούς παράγοντες.

Ανησυχίες και προοπτική

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί όχι μόνο πλήττει το κύρος της κυβέρνησης Τραμπ σε επίπεδο χειρισμού απόρρητων δεδομένων αλλά θέτει και σοβαρά ερωτήματα για τη συνεχιζόμενη χρήση κοινών εφαρμογών για επικοινωνίες υψηλής σημασίας. Δείχνει επίσης πως η ενίσχυση των πρωτοκόλλων ασφαλείας καθώς και η σαφής καθοδήγηση των αξιωματούχων της κυβέρνησης ως προς τη διαχείριση ευαίσθητων πληροφοριών αποτελεί πλέον μία κορυφαία προτεραιότητα.

Η υπόθεση θα συνεχίσει να απασχολεί έντονα τόσο τις αρχές ασφαλείας των ΗΠΑ όσο και την πολιτική σκηνή της χώρας, καθώς αναμένεται η έναρξη ανεξάρτητων ερευνών που ήδη αποφασίστηκαν, σε μία περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Τραμπ υπογράφει διάταγμα για παρεμπόδιση της ψήφου μη πολιτών στις ομοσπονδιακές εκλογές

Την υπογραφή προεδρικού διατάγματος ανακοίνωσε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, στις 25 Μαρτίου 2025 στον Λευκό Οίκο, με στόχο την αυστηροποίηση των διαδικασιών διασφάλισης της συμμετοχής μόνο Αμερικανών πολιτών στις ομοσπονδιακές εκλογές. Το διάταγμα εστιάζει στον αποκλεισμό της ψήφου από μετανάστες χωρίς έγγραφα νομιμοποίησης ή άλλους μη πολίτες, ενισχύοντας τους ελέγχους εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους των πολιτειών.

«Εκλογική νοθεία. Έχετε ακούσει τον όρο; Με αυτό το μέτρο θα βάλουμε τέλος στο φαινόμενο, ελπίζω», δήλωσε ο Τραμπ την ώρα που υπέγραφε το προεδρικό διάταγμα.

Παράλληλα, η απόφαση του Αμερικανού προέδρου προβλέπει την ενεργή εμπλοκή ομοσπονδιακών υπηρεσιών όπως του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας και της Υπηρεσίας Κοινωνικής Ασφάλισης για τη διασταύρωση στοιχείων μεταξύ εκλογικών καταλόγων των πολιτειών και των ομοσπονδιακών βάσεων δεδομένων, με στόχο την επαλήθευσης του καθεστώτος υπηκοότητας των εγγεγραμμένων εκλογέων.

Ειδικότερα, ο πρόεδρος Τραμπ αναθέτει στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας και στην υπουργό Κρίστι Νόεμ να συνεργαστεί με την υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, προκειμένου να παρασχεθούν στους κρατικούς και τοπικούς εκλογικούς αξιωματούχους όλα τα αναγκαία εργαλεία για την πιστοποίηση της υπηκοότητας και των στοιχείων κοινωνικής ασφάλισης των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων.

Επιπλέον, η γενική εισαγγελέας Παμ Μπόντι καλείται από τον πρόεδρο να προχωρήσει στην άμεση δίωξη περιπτώσεων ατόμων που παρανόμως συμμετείχαν στις εκλογές είτε ως μη πολίτες είτε ψηφίζοντας επανειλημμένα στην ίδια εκλογική διαδικασία.

Το διάταγμα επεκτείνει τη λειτουργία της Ομοσπονδιακής Εκλογικής Επιτροπής (Election Assistance Commission), προσδιορίζοντας ότι στις αιτήσεις εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους μέσω αλληλογραφίας θα απαιτείται υποχρεωτική προσκόμιση τεκμηρίων Αμερικανικής υπηκοότητας, όπως το διαβατήριο των ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, η εντολή του προέδρου Τραμπ επισημαίνει την ανάγκη συμμόρφωσης των πολιτειών ως προς την τήρηση των ημερομηνιών καταμέτρησης των ψήφων, απαιτώντας να μην προσμετρώνται ψηφοδέλτια που φθάνουν μετά την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών. Σε περιπτώσεις παραβάσεων της νομοθεσίας σχετικά με την ημερομηνία λήψης ψήφων, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα δύναται να διακόπτει τη χρηματοδότηση προς τις εν λόγω πολιτείες.

Αντιδράσεις από τις πολιτείες και νομικές προσφυγές

Έντονος προβληματισμός επικρατεί ήδη μεταξύ αρκετών πολιτειών στις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν τις νέες απαιτήσεις ως παρέμβαση στην αρμοδιότητά τους να διεξάγουν τις εκλογικές διαδικασίες. Στο παρελθόν, ανάλογες αποφάσεις του προέδρου Τραμπ είχαν προκαλέσει σειρά δικαστικών προσφυγών με αποφάσεις που συχνά μπλοκάριζαν τις οδηγίες του.

Ο ίδιος ο Τραμπ, αναγνωρίζοντας την πιθανότητα προσφυγής, πρόσθεσε στο διάταγμα ότι εάν οποιοδήποτε άρθρο της απόφασης κριθεί παράνομο από τα δικαστήρια, τα υπόλοιπα σημεία του διατάγματος δεν θα επηρεαστούν.

Ανάλυση και συνέπειες της απόφασης Τραμπ

Η υπογραφή του προεδρικού διατάγματος σηματοδοτεί μία ακόμη πολιτικά φορτισμένη πρωτοβουλία της κυβέρνησης Τραμπ σε σχέση με το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ και τη μετανάστευση, θέματα που έχουν προκαλέσει πολωμένες αντιδράσεις στο παρελθόν. Ενώ οι υποστηρικτές υπογραμμίζουν πως επιβάλλεται κάθαρση στην εκλογική διαδικασία και προστασία από την παρανομία, οι επικριτές κάνουν λόγο για ένα μέτρο που κινδυνεύει να οδηγήσει σε περιορισμό της πρόσβασης στις κάλπες ακόμα και για νόμιμους ψηφοφόρους, κυρίως όσων προέρχονται από μεταναστευτικές κοινότητες.

Με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογικές περιόδους, το προεδρικό διάταγμα αναμένεται να προκαλέσει κοινωνικές αντιπαραθέσεις καθώς και αναρίθμητες δικαστικές διαμάχες, μετατρέποντας ξανά το θέμα της εκλογικής διαδικασίας στις ΗΠΑ σε κρίσιμο πολιτικό και νομικό ζήτημα.

Σε κάθε περίπτωση, ο δρόμος προς την πλήρη εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος φαίνεται μακρύς και περίπλοκος, με κάθε πλευρά να ετοιμάζεται ήδη για τον επόμενο γύρο νομικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων.

Κέννεντυ: Το υπουργείο Υγείας αναλαμβάνει τα προγράμματα ειδικής αγωγής και σχολικής διατροφής

Το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Department of Health and Human Services – HHS) είναι έτοιμο να αναλάβει τη διαχείριση ενός προγράμματος που αφορά μαθητές με ειδικές ανάγκες, καθώς και ενός προγράμματος που σχετίζεται με τη σχολική διατροφή, δήλωσε στις 21 Μαρτίου ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζούνιορ.

Όπως ανάρτησε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, το HHS είναι απολύτως προετοιμασμένο να αναλάβει την ευθύνη για την υποστήριξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες και την εποπτεία των διατροφικών προγραμμάτων που διαχειριζόταν έως τώρα το υπουργείο Παιδείας. Τόνισε, επίσης, ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να εξασφαλίσει την πρόσβαση όλων των Αμερικανών στους απαραίτητους πόρους για την ευημερία τους, υπογραμμίζοντας ότι η φροντίδα των πιο ευάλωτων πολιτών αποτελεί εθνική προτεραιότητα.

Στις 20 Μαρτίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα, με το οποίο δόθηκε εντολή στον υπουργό Παιδείας να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη σταδιακή κατάργηση του υπουργείου. Σύμφωνα με το διάταγμα, θα πρέπει ταυτόχρονα να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη παροχή κρίσιμων υπηρεσιών και προγραμμάτων.

Ο πρόεδρος δήλωσε στους δημοσιογράφους την επόμενη ημέρα ότι η διαχείριση των φοιτητικών δανείων θα μεταφερθεί στη Διοίκηση Μικρών Επιχειρήσεων (Small Business Administration-SBA), ενώ το HHS θα αναλάβει τα προγράμματα ειδικής αγωγής και διατροφής. Εκτίμησε ότι η αλλαγή αυτή θα είναι αποτελεσματική και πρόσθεσε ότι, μετά από αυτή τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, το μόνο που απομένει είναι οι μαθητές να λαμβάνουν καθοδήγηση από ανθρώπους που τους αγαπούν και τους φροντίζουν, συμπεριλαμβανομένων των γονέων τους, οι οποίοι, όπως επισήμανε, θα έχουν πλέον ενεργό ρόλο στην εκπαίδευση των παιδιών, σε συνεργασία με τα σχολικά συμβούλια, τους κυβερνήτες και τις πολιτειακές αρχές.

Η ευθύνη της εποπτείας των σχολικών γευμάτων ανήκει επί του παρόντος στο υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.

Νομοθετικό πλαίσιο και χρηματοδότηση

Σύμφωνα με τον Νόμο για την εκπαίδευση ατόμων με αναπηρίες (Individuals with Disabilities Education Act-IDEA), το υπουργείο Παιδείας παρέχει επιχορηγήσεις στα σχολεία για την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρίες. Το 2021, περίπου 6,6 εκατομμύρια μαθητές πληρούσαν τα κριτήρια του νόμου, σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση για την εφαρμογή του. Μόνο για το οικονομικό έτος 2024, διατέθηκαν 15 δισεκατομμύρια δολάρια στο πλαίσιο του προγράμματος, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου.

Η υπουργός Παιδείας Λίντα ΜακΜάχον δήλωσε στις 22 Μαρτίου στο Fox News ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει ποιοι φορείς είναι καταλληλότεροι για τη διαχείριση των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Παιδείας. Ανέφερε ότι ορισμένα προγράμματα του IDEA επιστρέφουν στο HHS, καθώς εκεί είχαν αρχικά ενταχθεί. Υποστήριξε, επίσης, ότι η χρηματοδότηση του Τίτλου I, καθώς και η χρηματοδότηση του IDEA για παιδιά με αναπηρίες και ειδικές ανάγκες, προϋπήρχαν του υπουργείου Παιδείας και λειτουργούσαν αποτελεσματικά.

Κατά την ακρόασή της στη Γερουσία για την επικύρωση του διορισμού της, η ΜακΜάχον είχε δηλώσει ότι το HHS μπορεί να διαχειριστεί πιο αποτελεσματικά το IDEA. Τότε, είχε επισημάνει πως η διατήρηση της χρηματοδότησης για τα παιδιά με αναπηρίες αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα και πως είναι κρίσιμης σημασίας η απρόσκοπτη συνέχιση αυτών των προγραμμάτων.

Αντιδράσεις και νομικές αμφισβητήσεις

Ωστόσο, επικριτές της απόφασης υποστηρίζουν ότι η μεταφορά αρμοδιοτήτων παραβιάζει τη νομοθεσία. Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, εντός του υπουργείου Παιδείας προβλέπεται ειδικό Γραφείο Προγραμμάτων Ειδικής Αγωγής, το οποίο αποτελεί την αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση και υλοποίηση του IDEA, καθώς και άλλων προγραμμάτων που σχετίζονται με την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρίες.

Η γερουσιαστής Πάττυ Μάρρεϋ (D-Wash.) χαρακτήρισε την απόφαση «κατάφωρη παραβίαση της εκπαιδευτικής και δημοσιονομικής νομοθεσίας», σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα Bluesky.

Επιπλέον, ο Ντέρεκ Μπλακ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας, δήλωσε μέσω του X ότι η μεταφορά της ειδικής αγωγής εκτός του υπουργείου Παιδείας είναι παράνομη και αντισυνταγματική.

Ο Τραμπ θα υπογράψει διαταγή για την κατάργηση του υπουργείου Παιδείας

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα στις 20 Μαρτίου που θα διευκολύνει τη διάλυση του υπουργείου Παιδείας των ΗΠΑ, κάνοντας ένα βήμα προς την εκπλήρωση μίας προεκλογικής υπόσχεσης.

Το διάταγμα, το οποίο προετοιμάζεται εδώ και εβδομάδες, θα υπογραφεί σε εκδήλωση του Λευκού Οίκου με παρόντες πολλούς Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες και επιτρόπους εκπαίδευσης των πολιτειών, όπως επιβεβαίωσε ο Λευκός Οίκος.

Ο Τραμπ θα ζητήσει από την πρόσφατα επιβεβαιωμένη υπουργό Παιδείας του, Λίντα ΜακΜάχον, να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προετοιμαστεί για το κλείσιμο του υπουργείου Παιδείας και να μεταβιβάσει την εξουσία του στις πολιτείες, σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Λευκού Οίκου που έλαβε το NTD TV, αδελφό ΜΜΕ της Epoch Times.

Σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο, η εντολή στοχεύει επίσης να διασφαλίσει ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, δεν θα υπάρξει διακοπή στην παροχή υπηρεσιών, προγραμμάτων και παροχών στα οποία βασίζονται οι Αμερικανοί.

Υπάρχει ακόμη οδηγία για προγράμματα ή δραστηριότητες που λαμβάνουν εναπομείναντα κονδύλια του υπουργείου Παιδείας να απέχουν από την προώθηση του αποκαλούμενου DEI – «διαφορετικότητα, ισότητα, ένταξη» – και της ιδεολογίας φύλου.

Το υπουργείο Παιδείας δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα για σχολιασμό.

Η ΜακΜάχον, που επιβεβαιώθηκε από τη Γερουσία στις 3 Μαρτίου, είπε στο πρώτο της μήνυμα προς τους υπαλλήλους, που είχε τον τίτλο «Η τελική αποστολή του υπουργείου μας», ότι «το όραμά της είναι ευθυγραμμισμένο με το όραμα του προέδρου: να στείλει την εκπαίδευση πίσω στις πολιτείες».

«Η δουλειά μας είναι να σεβαστούμε τη βούληση του αμερικανικού λαού και του προέδρου που εξέλεξαν, ο οποίος μας ανέθεσε να επιτύχουμε την εξάλειψη της γραφειοκρατικής πληγής εδώ στο υπουργείο Παιδείας – μία κρίσιμη αποστολή – γρήγορα και υπεύθυνα», δήλωσε.

Το υπουργείο Παιδείας απασχολούσε περίπου 4.200 εργαζομένους πριν από την πρόσφατη απόλυση περίπου 1.300, και την εξαγορά άλλων 600.

Η τρέχουσα μορφή του οργανισμού προέρχεται από έναν νόμο του 1979 που τον έκανε ανεξάρτητο χωρίζοντάς τον από το υπουργείο Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας.

Ο ρόλος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στην εκπαίδευση, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, έχει αποτύχει για μαθητές, γονείς και δασκάλους.

Οι βαθμολογίες της Εθνικής Αξιολόγησης της Εκπαιδευτικής Προόδου (NAEP) δείχνουν ότι η επίδοση των μαθητών δεν έχει βελτιωθεί, παρά τα περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια που επενδύθηκαν από την ίδρυση του υπουργείου Παιδείας το 1979, σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο.

Ο Τραμπ υποσχέθηκε κατά την εκστρατεία να καταργήσει το υπουργείο Παιδείας, ισχυριζόμενος ότι είναι υπεύθυνο για την κατήχηση της νεολαίας της Αμερικής.

Στις 4 Φεβρουαρίου, ο Τραμπ ανέφερε παγκόσμιες κατατάξεις που έχουν τις Ηνωμένες Πολιτείες πίσω από πολλές άλλες χώρες, παρά το ότι ξοδεύουν τα περισσότερα ανά μαθητή. Τότε πρότεινε ότι θα μπορούσε να συνεργαστεί με το Κογκρέσο και τα συνδικάτα καθηγητών για την κατάργηση της υπηρεσίας, αλλά δεν απέκλεισε επίσης το ενδεχόμενο έκδοσης εκτελεστικού διατάγματος.

Δικαστική εντολή για επαναπρόσληψη χιλιάδων απολυμένων ομοσπονδιακών υπαλλήλων

Δύο ομοσπονδιακοί δικαστές διέταξαν την κυβέρνηση Τραμπ στις 13 Μαρτίου να επαναπροσλάβει χιλιάδες εργαζόμενους που είχαν απολυθεί κατά τη δοκιμαστική περίοδο από δεκάδες ομοσπονδιακά υπουργεία και υπηρεσίες.

Ο δικαστής Ουίλιαμ Όλσαπ του Ομοσπονδιακού Περιφερειακού Δικαστηρίου του Σαν Φρανσίσκο αποφάνθηκε ότι η Υπηρεσία Προσωπικού (Office of Personnel Management-OPM) δεν είχε την εξουσία να διατάξει τις απολύσεις αυτές και ότι υπήρχαν αποδείξεις ότι η υπηρεσία είχε αθέμιτα καθοδηγήσει την απόλυση νεοεισερχόμενων υπαλλήλων. Σύμφωνα με την απόφαση, έξι υπουργεία – το Πεντάγωνο, το υπουργείο Υποθέσεων Βετεράνων, το υπουργείο Γεωργίας, το υπουργείο Ενέργειας, το υπουργείο Εσωτερικών και το υπουργείο Οικονομικών – οφείλουν να επαναπροσλάβουν τους υπαλλήλους που απολύθηκαν στις 14 Φεβρουαρίου κατόπιν οδηγιών της OPM και του υπηρεσιακού της διευθυντή.

Ο ακριβής αριθμός των εργαζομένων που επαναπροσλαμβάνονται δεν είναι σαφής, ωστόσο εκτιμάται ότι υπερβαίνει τους 9.100, σύμφωνα με δημόσιες δηλώσεις τριών από τα εμπλεκόμενα υπουργεία.

Παράλληλα, άλλος ομοσπονδιακός δικαστής, ο Τζέιμς Μπρένταρ από το Μέριλαντ, εξέδωσε προσωρινή διαταγή για την παύση των μαζικών απολύσεων σε 18 υπουργεία και ομοσπονδιακές υπηρεσίες. Με την απόφασή του, τα υπουργεία υποχρεούνται να επαναπροσλάβουν τους απολυμένους υπαλλήλους μέχρι τις 17 Μαρτίου. Η απόφαση αυτή ήρθε ως απάντηση σε αγωγή που κατέθεσαν 19 πολιτείες και η Περιφέρεια της Κολούμπια, οι οποίες υποστήριξαν ότι οι απολύσεις ήταν παράνομες.

Η απόφαση αφορά τα υπουργεία Γεωργίας, Εμπορίου, Παιδείας, Ενέργειας, Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, Εσωτερικής Ασφάλειας, Στέγασης και Αστικής Ανάπτυξης, Εσωτερικών, Εργασίας, Μεταφορών, Οικονομικών και Υποθέσεων Βετεράνων. Επιπλέον, επηρεάζει υπηρεσίες όπως το Γραφείο Οικονομικής Προστασίας Καταναλωτών, η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος, η Ομοσπονδιακή Αρχή Ασφάλισης Καταθέσεων, η Γενική Υπηρεσία Διοίκησης, η Υπηρεσία Μικρών Επιχειρήσεων και η Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ.

Ο Λευκός Οίκος και το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν προέβησαν άμεσα σε σχόλια για τις δικαστικές αποφάσεις.

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 200.000 εργαζόμενοι σε δοκιμαστική περίοδο σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων νεοπροσληφθέντων υπαλλήλων και εργαζομένων που πρόσφατα έλαβαν προαγωγή.

Η OPM είχε επικοινωνήσει με τις υπηρεσίες σχετικά με την απόλυση εργαζομένων στη δοκιμαστική περίοδο. Την ημέρα της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου, ο υπηρεσιακός διευθυντής της OPM, Τσαρλς Ιζέλ, είχε δηλώσει ότι γενικά οι νεότεροι υπάλληλοι μπορούν να απολυθούν χωρίς να ενεργοποιηθούν τα δικαιώματά τους για έφεση. Στις 14 Φεβρουαρίου, η OPM είχε ενημερώσει τις υπηρεσίες να απομακρύνουν τους υπαλλήλους υπό δοκιμή που δεν θεωρούνταν «απολύτως απαραίτητοι». Δύο εβδομάδες αργότερα, η OPM ανέφερε ότι όταν οι υπηρεσίες δεν εκμεταλλεύονται την περίοδο δοκιμής, «οι υπάλληλοι που είναι ανεπαρκείς παραμένουν στον ομοσπονδιακό τομέα για υπερβολικά μεγάλο διάστημα, καθώς οι επόπτες είναι λιγότερο πιθανό να απολύσουν έναν εργαζόμενο που διαθέτει πλήρη δικαιώματα προσφυγής».

Τα συνδικάτα προσέφυγαν νομικά κατά της υπηρεσίας, ισχυριζόμενα ότι δεν είχε την εξουσία να διατάξει απολύσεις. Από την πλευρά τους, οι κυβερνητικοί δικηγόροι ανέφεραν ότι η OPM παρείχε μόνο οδηγίες και όχι εντολές. Σε αναθεωρημένες οδηγίες της στις 4 Μαρτίου, η OPM διευκρίνισε ότι οι ίδιες οι υπηρεσίες έχουν την τελική εξουσία και ευθύνη όσων αφορά τις αποφάσεις για το προσωπικό.

Τα συνδικάτα υποστήριξαν επίσης ότι οι απολύσεις παραβίαζαν την ομοσπονδιακή νομοθεσία, η οποία ορίζει συγκεκριμένες διαδικασίες για τις μαζικές απολύσεις. Σύμφωνα με τις καταγγελίες τους, οι υπάλληλοι ενημερώθηκαν ότι η OPM είχε διατάξει τις απολύσεις, ενώ πολλοί έλαβαν πρότυπα έγγραφα που ανέφεραν ως αιτία απόλυσης την «ανεπαρκή απόδοση».

Οι κυβερνητικοί δικηγόροι αντέτειναν ότι οι απολύσεις ήταν νόμιμες, καθώς οι ίδιες οι υπηρεσίες είχαν αξιολογήσει και αποφασίσει κατά πόσο οι υπάλληλοι υπό δοκιμή ήταν κατάλληλοι για συνέχιση της εργασίας τους.

Ο δικαστής Όλσαπ ανέφερε ότι υπήρχαν αποδείξεις πως ορισμένοι υπάλληλοι απολύθηκαν λόγω χαμηλής απόδοσης, παρότι είχαν λάβει θετική αξιολόγηση λίγους μήνες νωρίτερα. Χαρακτήρισε λυπηρό το γεγονός ότι η κυβέρνηση απέλυσε καλούς εργαζομένους, αποδίδοντας την απόλυσή τους σε χαμηλή απόδοση, παρότι – όπως είπε – γνώριζε ότι αυτό δεν ήταν αληθές.

Με πληροφορίες από το Reuters και το Associated Press

Κένεντι: Οι τεχνητές χρωστικές πρέπει να εξαφανιστούν από τα τρόφιμα

Ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Φ. Κένεντι δήλωσε πρόσφατα σε στελέχη κορυφαίων εταιρειών τροφίμων ότι θέλει να απομακρυνθούν οι τεχνητές χρωστικές από την αμερικανική αγορά τροφίμων πριν ολοκληρώσει τη θητεία του, σύμφωνα με νέο email που διέρρευσε.

Ο Κένεντι, επικεφαλής του υπουργείου Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (HHS), συναντήθηκε στις 10 Μαρτίου με στελέχη των εταιρειών PepsiCo, Tyson Foods και άλλων μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου. Όπως ανέφερε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, η συζήτηση επικεντρώθηκε στην ασφάλεια των τροφίμων, τονίζοντας πως «θα ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών απομακρύνοντας τις τοξικές ουσίες από τα τρόφιμά μας».

Στη συνάντηση συμμετείχε και η Consumer Brands Association, μια εμπορική ένωση που εκπροσωπεί εταιρείες όπως η PepsiCo και άλλες επιχειρήσεις τροφίμων και καταναλωτικών προϊόντων.

Σε email που στάλθηκε μετά τη συνάντηση και το οποίο περιήλθε στην κατοχή της εφημερίδας The Epoch Times, η ένωση ανέφερε ότι ο Κένεντι εξέφρασε την πρόθεσή του να συνεργαστεί με τη βιομηχανία με πνεύμα συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης.

Επιπλέον, μετέφερε την ισχυρή επιθυμία της κυβέρνησης Τραμπ να αφαιρεθούν από την αγορά οι τεχνητές χρωστικές, όπως η FD&C Blue No. 1, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα ως επείγουσα προτεραιότητα που πρέπει να διευθετηθεί πριν από τη λήξη της θητείας του.

Ο Κένεντι φέρεται να δήλωσε ότι αναμένει «πραγματικές και ουσιαστικές αλλαγές» μέσω της απομάκρυνσης «των χειρότερων συστατικών» από τα τρόφιμα.

Ο ρόλος του FDA και οι πολιτειακές απαγορεύσεις

Ο Κάιλ Διαμαντάς, αναπληρωτής επίτροπος για τα ανθρώπινα τρόφιμα στον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), ενημέρωσε τους συμμετέχοντες ότι η βιομηχανία δεν μπορεί να δράσει μόνη της και πως ο FDA θα συνεργαστεί με τις εταιρείες, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα ομοσπονδιακό ρυθμιστικό πλαίσιο που θα αποτρέψει την ύπαρξη διαφορετικών νομοθεσιών από πολιτεία σε πολιτεία.

Το 2024, η Καλιφόρνια απαγόρευσε τη χρήση τεχνητών χρωστικών στα σχολικά γεύματα, ενώ και άλλες πολιτείες κινούνται προς την ψήφιση παρόμοιων νομοθεσιών. Τον Ιανουάριο, ο FDA ανακάλεσε την έγκριση του Red No. 3, μιας από τις τεχνητές χρωστικές που χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα.

Ο Κένεντι προειδοποίησε επίσης ότι αν η βιομηχανία δεν αναλάβει δράση, θα παρέμβει η κυβέρνηση.

«Τη Δευτέρα, οι ηγέτες της βιομηχανίας συναντήθηκαν με τον υπουργό Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, Ρόμπερτ Φ. Κένεντι Τζούνιορ, για να συζητήσουν την πρωτοβουλία του “Κάντε την Αμερική Υγιή Ξανά” και τη συνεργασία για τη διατήρηση της πρόσβασης των καταναλωτών σε ασφαλή, οικονομικά προσιτά και βολικά προϊόντα», δήλωσε η πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της Consumer Brands Association, Μελίσα Χόκσταντ, σε email προς την Epoch Times.

«Ήταν μια εποικοδομητική συζήτηση και προσβλέπουμε στη συνέχιση της συνεργασίας με τον υπουργό και τους εξειδικευμένους επιστήμονες του HHS για τη στήριξη της δημόσιας υγείας, την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και την προώθηση της ελευθερίας επιλογής».

Οι αντιδράσεις της βιομηχανίας τροφίμων

Εκπρόσωπος της PepsiCo δήλωσε στην Epoch Times μέσω email ότι η συνάντηση αποτέλεσε ένα παραγωγικό πρώτο βήμα συνεργασίας με την κυβέρνηση Τραμπ και ότι η εταιρεία επικεντρώνεται στην προσφορά μιας ευρείας γκάμας τροφίμων και ποτών που είναι βολικά, οικονομικά προσιτά και ασφαλή, συμπεριλαμβανομένων επιλογών χωρίς τεχνητές χρωστικές.

«Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών στην αποστολή του να παρέχει ασφαλή, οικονομικά προσιτά και υγιεινά τρόφιμα για όλους», ανέφερε εκπρόσωπος της Kraft Heinz στην Epoch Times.

Ο FDA δεν απάντησε σε σχετικό αίτημα για σχολιασμό.

Κατάργηση κανονισμών για πρόσθετα τροφίμων

Εκπρόσωπος του HHS αρνήθηκε να σχολιάσει τη συνάντηση, αλλά υπενθύμισε ότι ο Κένεντι προχώρησε πρόσφατα σε κατάργηση κανονισμού που επέτρεπε στους κατασκευαστές τροφίμων να χρησιμοποιούν πρόσθετα χωρίς την έγκριση του FDA.

«Για πάρα πολύ καιρό, οι κατασκευαστές συστατικών και οι χορηγοί τους εκμεταλλεύονταν ένα νομικό κενό που επέτρεπε την εισαγωγή νέων συστατικών και χημικών ουσιών στην αμερικανική αγορά τροφίμων χωρίς καμία γνωστοποίηση προς τον FDA ή το κοινό», ανέφερε ο Κένεντι σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Τόνισε επίσης ότι η συνάντησή του με τα στελέχη των μεγάλων εταιρειών τροφίμων αφορούσε «την ασφάλεια των τροφίμων και τη ριζική διαφάνεια για την προστασία της υγείας όλων των Αμερικανών, ειδικά των παιδιών μας».

Κλείνοντας την τοποθέτησή του, επανέλαβε το σύνθημά του: «Ας κάνουμε την Αμερική υγιή ξανά».

Ο διευθυντής του FBI Κρίστοφερ Ρέυ θα παραιτηθεί, ανοίγοντας τον δρόμο για τον Κας Πατέλ

Ο διευθυντής του FBI Κρίστοφερ Ρέυ πρόκειται να παραιτηθεί σύντομα, ανακοίνωσε η υπηρεσία στις 11 Δεκεμβρίου, ανοίγοντας τον δρόμο για τον υποψήφιο του εκλεγμένου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση του διευθύνοντα.

Ο Ρέυ, 57 ετών, δήλωσε στους υπαλλήλους του FBI κατά τη διάρκεια ομιλίας ότι θα παραιτηθεί όταν η τρέχουσα διοίκηση λήξει τον Ιανουάριο του 2025, δήλωσε εκπρόσωπος του FBI στην Epoch Times σε ηλεκτρονικό μήνυμα.

«Μετά από εβδομάδες προσεκτικής σκέψης, αποφάσισα ότι το σωστό για την υπηρεσία είναι να υπηρετήσω μέχρι το τέλος της τρέχουσας διοίκησης τον Ιανουάριο και στη συνέχεια να παραιτηθώ», είπε ο Ρέυ στους υπαλλήλους του FBI.

«Στόχος μου είναι να διατηρήσω την εστίαση στην αποστολή μας – το ουσιώδες έργο που κάνετε για λογαριασμό του αμερικανικού λαού κάθε μέρα. Κατά την άποψή μου, αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγουμε να παρασύρουμε την υπηρεσία βαθύτερα σε διαμάχη, ενισχύοντας παράλληλα τις αξίες και τις αρχές που είναι τόσο σημαντικές για τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε τη δουλειά μας».

Ο Ρέυ υπηρετεί επί του παρόντος μια 10ετή θητεία που ξεκίνησε το 2017.

Ο Τραμπ διόρισε τον Ρέυ κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επέλεξε να διατηρήσει τον Ρέυ στην θέση του κατά την διάρκεια της θητείας του.

Ο Τραμπ πρότεινε τον Κας Πατέλ, πρώην ομοσπονδιακό εισαγγελέα, να γίνει διευθυντής του FBI, μόλις ο εκλεγμένος πρόεδρος αναλάβει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου 2025.

Οι διευθυντές του FBI απαιτούν επιβεβαίωση από την Γερουσία.

Ο Τραμπ πανηγύρισε την απόφαση του Ρέυ να παραιτηθεί, λέγοντας ότι θα τερματίσει αυτό που περιέγραψε ως «μετατροπή σε όπλο» του υπουργείου Δικαιοσύνης.

«Θέλουμε πίσω το FBI μας και αυτό θα συμβεί τώρα», ανέφερε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ζητώντας παράλληλα την επιβεβαίωση του Πατέλ.
Ο Πατέλ απάντησε επίσης στην είδηση, λέγοντας στους δημοσιογράφους στο Καπιτώλιο: «Προσβλέπουμε σε μια πολύ ομαλή μετάβαση στο FBI και θα είμαι έτοιμος να ξεκινήσω την πρώτη ημέρα».
Ο Πατέλ, 44 ετών, εργάστηκε ως δημόσιος συνήγορος μετά την αποφοίτησή του από τη νομική σχολή. Το 2014, μεταπήδησε σε ρόλο ομοσπονδιακού εισαγγελέα.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ, ο Πατέλ βοήθησε την Επιτροπή Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ να συγκεντρώσει στοιχεία που έδειχναν ότι το FBI δεν ενήργησε σωστά όταν ερευνούσε τον πρώην σύμβουλο της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, Κάρτερ Πέιτζ. Ο ειδικός εισαγγελέας Τζον Ντάραμ διαπίστωσε αργότερα ότι οι πράκτορες του FBI υποκινούνταν από μεροληψία επιβεβαίωσης στην έρευνα, η οποία δεν κατέδειξε συντονισμό μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας και της Ρωσίας.

Ο Πατέλ εργάστηκε αργότερα για το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου. Το 2020, εργάστηκε στο Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Και κατά τους τελευταίους μήνες της πρώτης θητείας του Τραμπ, ήταν επικεφαλής του προσωπικού τού εκτελούντος χρέη υπουργού Άμυνας Κρίστοφερ Μίλερ.

Ο Τραμπ δήλωσε κατά την ανακοίνωση της επιλογής του για την ηγεσία του FBI: «Ο Κας θα εργαστεί υπό την εξαιρετική μας Γενική Εισαγγελέα, Παμ Μπόντι, για να επαναφέρει την πίστη, τη γενναιότητα, και την ακεραιότητα στο FBI».

Ο Πατέλ δήλωσε στην Epoch Times μετά την επιλογή του: «Θα αποκαταστήσουμε την ακεραιότητα, την λογοδοσία, και την ισότιμη δικαιοσύνη στο δικαστικό μας σύστημα και θα επιστρέψουμε το FBI στη νόμιμη αποστολή του: την προστασία του αμερικανικού λαού».

Ο Ρέυ ήταν βοηθός ομοσπονδιακού δικαστή μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική Σχολή του Γέιλ. Στη συνέχεια υπηρέτησε ως ομοσπονδιακός εισαγγελέας προτού διοριστεί επικεφαλής του Ποινικού Τμήματος του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ υπό τον Πρόεδρο Τζορτζ Μπους.

Το FBI το 2022 εκτέλεσε ένταλμα έρευνας στο σπίτι του Τραμπ στη Φλόριντα, στο πλαίσιο μιας από τις δύο ομοσπονδιακές νομικές υποθέσεις που ασκήθηκαν εναντίον του πρώην προέδρου. Ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν έκανε τίποτα κακό. Οι εισαγγελείς έκλεισαν τις υποθέσεις μετά τη νίκη του Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου.

Ο Τραμπ και πολλοί άλλοι Ρεπουμπλικάνοι έχουν επανειλημμένα επικρίνει το FBI, υποστηρίζοντας ότι οι ενέργειές του τροφοδοτούνται από κομματισμό.

Ο Ρέυ δήλωσε σε επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων το 2023 ότι ήταν Ρεπουμπλικάνος σε όλη του τη ζωή και δεν ενήργησε με προκατάληψη.

«Η ιδέα ότι είμαι προκατειλημμένος απέναντι στους συντηρητικούς μού φαίνεται κάπως τρελή, δεδομένου του προσωπικού μου ιστορικού», είπε τότε.

Η FDA εγκρίνει νέα εμβόλια κατά του COVID-19

Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε, στις 22 Αυγούστου, νέα εμβόλια κατά του Covid-19 από την Moderna και την Pfizer-BioNTech.

Τα εμβόλια, βασισμένα στην τεχνολογία αγγελιοφόρου ριβονουκλεϊκού οξέος (mRNA), στοχεύουν στο στέλεχος KP.2.

«Αυτά τα ενημερωμένα εμβόλια πληρούν τα αυστηρά, επιστημονικά κριτήρια της υπηρεσίας για την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα κατασκευής», δήλωσε ο Δρ Πήτερ Μαρκς, διευθυντής του Κέντρου Βιολογικής Αξιολόγησης και Έρευνας (Center for Biologics Evaluation and Research) της FDA.

«Δεδομένης της φθίνουσας ανοσίας του πληθυσμού από την προηγούμενη έκθεση στον ιό και από τον προηγούμενο εμβολιασμό, συνιστούμε έντονα σε αυτούς που πληρούν τις προδιαγραφές να σκεφτούν τη λήψη του αναβαθμισμένου εμβολίου κατά του COVID-19, ώστε να προστατευθούν καλύτερα από τις παραλλαγές του ιού που κυκλοφορούν»

Οι κριτικοί τόνισαν πως δεν έχει δημοσιοποιηθεί δεδομένα κλινικών δοκιμών από τα εμβόλια.

«Η δήλωση του Δρος Μαρκς πως «αυτά τα αναβαθμισμένα εμβόλια πληρούν τα αυστηρά, επιστημονικά κριτήρια της υπηρεσίας για την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα κατασκευής» φαίνεται αβάσιμη όταν η FDA δεν απαιτεί από τους κατασκευαστές των βιολογικών [προϊόντων] mRNA να παρέχουν επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία στο κοινό για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα τους», είπε στους Epoch Times η Μπάρμπαρα Λόε Φίσερ, συνιδρύτρια και πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Πληροφόρησης Εμβολίων.

Οι κατασκευαστές ανέφεραν πως δοκιμές σε ζώα δείχνουν ότι τα εμβόλια ενεργοποιούν εξουδετερωτικά αντισώματα.

Η FDA, το φθινόπωρο του 2023, σταμάτησε τον προηγούμενο κύκλο εμβολιασμού κατά του COVID-19. Αλλά, σύμφωνα με ομοσπονδιακά δεδομένα, η προστασία που παρείχαν αυτά τα εμβόλια μειώθηκε δραστικά με την πάροδο του χρόνου.

Δεδομένα από ένα δίκτυο των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ, για παράδειγμα, έδειξαν ότι η προστασία ενάντια στη νοσηλεία έφτασε μέχρι το 31% και έπεσε στο 4% μετά από αρκετούς μήνες.

Αυτά τα δεδομένα, καθώς και άλλες πληροφορίες, οδήγησαν την FDA να ακολουθήσει τη σύσταση των συμβούλων της και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού έδωσε οδηγίες στους κατασκευαστές για να εαναβαθμίσουν τα εμβόλια τους.

Οι σύμβουλοι είπαν ότι τα νέα εμβόλια θα στοχεύουν το στέλεχος JN.1. Η FDA αρχικά συμφώνησε αλλά, αργότερα, είπε ότι θα στοχεύουν την παραλλαγή KP.2.

Η Moderna και η Pfizer επέλεξαν να στοχεύσουν το KP.2. Ένα προσεχές εμβόλιο της Novavax αναμένεται να στοχεύει το JN.1.

«Τα εμβόλια mRNA κατά του COVID-19 έχουν χορηγηθεί σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ, και τα πλεονεκτήματά τους υπερέχουν των κινδύνων», επεσήμανε η FDA.

Οι παρενέργειες των εμβολίων περιλαμβάνουν καρδιακή φλεγμονή και πονοκέφαλο.

Αξιωματούχοι είπαν ότι σκοπεύουν να έχουν διαθέσιμα εμβόλια κάθε φθινόπωρο, όμοια με τον ρυθμό αναβάθμισης των εμβολίων κατά της γρίπης.

Εντός ολίγων ημερών, τα παιδιά ηλικίας από έξι μηνών έως τεσσάρων ετών, τα οποία δεν έχουν εμβολιαστεί ποτέ, θα μπορούν να λάβουν τρεις δόσεις του εμβολίου Pfizer και δύο δόσεις του εμβολίου Moderna. Αυτοί που έχουν ήδη εμβολιαστεί κατά του COVID-19, θα μπορούν να λάβουν μία ή δύο δόσεις από όποιο από τα δύο εμβόλια επιθυμούν.

Παιδιά πάνω από πέντε ετών και ενήλικες θα μπορούν να λάβουν μία δόση από οποιοδήποτε εμβόλιο, άσχετα αν έχουν εμβολιαστεί η όχι στο παρελθόν.

Η Pfizer δεν έχει ανταποκριθεί ακόμη στην εκποίηση.

Ο Στεφάν Μπανσέλ, διευθύνων σύμβουλος της Moderna, είπε ότι η εταιρεία της Μασαχουσέτης καλωσόρισε την κίνηση αυτή.

«Εκτιμούμε την έγκαιρη αναθεώρηση της FDA των ΗΠΑ και ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους να μιλήσουν με τους παρόχους υγείας σχετικά με τη λήψη του αναβαθμισμένου εμβολίου κατά του COVID-19, μαζί με το εμβόλιο της γρίπης, αυτό το φθινόπωρο», δήλωσε ο κος Μπανσέλ.

Η Moderna είπε ότι το εμβόλιό της θα είναι διαθέσιμο στο κοινό μέσα σε λίγες μέρες.

Ο COVID-19 έφτασε πρόσφατα σε πολύ υψηλά επίπεδα σε 32 πολιτείες των ΗΠΑ, καθώς και στην περιοχή της Κολούμπια, ανέφεραν ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι υγείας αυτόν τον μήνα, παραθέτοντας στοιχεία από τα λύματα.

Περίπου το 18% των καταγεγραμμένων τεστ κατά του COVID-19 την περασμένη εβδομάδα βγήκαν θετικά, περίπου 1% περισσότερο από τις προηγούμενες δύο εβδομάδες, δήλωσε το CDC. Οι εβδομαδιαίες εισαγωγές στα επείγοντα που συνδέονται με COVID-19 ήταν λιγότερες, παρόλο που οι θάνατοι που συνδέονται με την ασθένεια έχουν αυξηθεί προσφάτως, είπε η υπηρεσία.

Η πιο επικρατούσα παραλλαγή αυτήν τη στιγμή είναι η KP.3, ακολουθούμενη από την KP.2.3 και την LB.1, σύμφωνα με τα γονιδιωματικά δεδομένα του CDC. Οι εκτιμήσεις για τις δύο εβδομάδες έως την 17η Αυγούστου έδειξαν την KP.3.1.1 ως την επικρατέστερη παραλλαγή.

Εκπρόσωπος του CDC ανέφερε σε email που απέστειλε στους Epoch Times  ότι η KP.3.1.1 «είναι αρκετά παρόμοια με τις άλλες παραλλαγές που κυκλοφορούν στις ΗΠΑ» και ότι «όλες οι υπάρχουσες γενεαλογίες είναι απόγονοι της JN.1, η οποία εμφανίστηκε στα τέλη του 2023».

Του Zachary Stieber

 

Το FBI αποκτά πρόσβαση στο κινητό τηλέφωνο του επίδοξου δολοφόνου του Τραμπ

Πράκτορες του FBI απέκτησαν πρόσβαση στο τηλέφωνο που άνηκε στον Τόμας Κρουκς, τον άντρα που ταυτοποιήθηκε από τα όργανα της τάξης ως ο επίδοξος δολοφόνος του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με δήλωση Τύπου της 15ης Ιουλίου.

Ειδικοί συνεχίζουν να αναλύουν το τηλέφωνο και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές που ανήκαν στον Κρουκς, οποίος πυροβολήθηκε από τα όργανα της τάξης έξω από τη συγκέντρωση του Τραμπ στο Μπάτλερ της Πενσυλβανίας στις 13 Ιουλίου, αφού έριξε πέντε σφαίρες κατά του πρώην προέδρου.

Οι πράκτορες ολοκλήρωσαν την έρευνα στο σπίτι και το όχημα του Κρουκς και πήραν συνέντευξη από σχεδόν 100 όργανα της τάξης, παρευρισκόμενους της συγκέντρωσης και άλλους αυτόπτες μάρτυρες, σύμφωνα με δηλώσεις του FBI. Το FBI εξετάζει επίσης πληροφορίες που έλαβε ύστερα από τον πυροβολισμό, περιλαμβανομένων φωτογραφιών και βίντεο από τη σκηνή.

Πλάνα από βίντεο της οικίας της οικογένειας Κρουκς δείχνουν άτομα με στολές να μιλούν με έναν άντρα που άνοιξε την πόρτα.

Ο Τόμας Κρουκς ήταν 20 ετών. Αποφοίτησε από το Λύκειο Μπέθελ Παρκ και εργαζόταν ως βοηθός διατροφής σε γηροκομείο της περιοχής. Ήταν καταγεγραμμένος Ρεπουμπλικανός και είχε κάνει δωρεές σε μια φιλελεύθερη ομάδα τον Ιανουάριο του 2021.

Για την επίθεση, ο Κρουκς χρησιμοποίησε ένα τουφέκι τύπου AR, το οποίο αγόρασε νόμιμα, σύμφωνα με το FBI. Μία από τις σφαίρες διαπέρασε το δεξί αυτί του πρώην προέδρου Τραμπ, οποίος κατά τα άλλα είναι καλά στην υγεία του, σύμφωνα με συνεργάτες του. Τη Δευτέρα παρουσιάστηκε στη Ρεπουμπλικανική Εθνική Συνέλευση με έναν επίδεσμο στο αυτί του .

Ο Κόρεϋ Κομπερατόρε, 50 ετών και πρώην αρχηγός της πυροσβεστικής, δέχθηκε επίσης μία σφαίρα, με μοιραίο αποτέλεσμα. Άλλοι δύο άντρες, ο Ντέιβιντ Ντατς από το Νιου Κένσινγκτον και ο Τζέιμς Κόπενχεϊβερ από το Μουν Τάουνσιπ της Πενσυλβανίας, τραυματίστηκαν αλλά η κατάσταση τους είναι σταθερή από την Κυριακή.

Οι πυροβολισμοί προήλθαν από την ταράτσα ενός κτιρίου, περίπου 135 μέτρα από το σημείο όπου μιλούσε ο πρώην πρόεδρος Τραμπ.

Ο αντισυνταγματάρχης Τζορτζ Μπίβενς της Πολιτειακής Αστυνομίας της Πενσυλβανίας είπε στους δημοσιογράφους πως πίστευε ότι το κτίριο ήταν εκτός της περιμέτρου ασφαλείας της συγκέντρωσης.

«Είναι εξαιρετικά δύσκολο να έχουμε έναν χώρο ανοικτό στο κοινό και ταυτόχρονα απόλυτα ασφαλή από κάθε πιθανό κίνδυνο, ενάντια σε έναν πολύ αποφασισμένο εισβολέα», είπε. «Οι απαιτήσεις είναι πάρα πολλές.»

Ο κος Μπίβενς πρόσθεσε πως μια έρευνα σχετικά με τον πυροβολισμό «θα μας δώσει πραγματικά μια ευκαιρία να δούμε πού έγιναν λάθη και τι μπορεί να γίνει καλύτερα στο μέλλον”.

Αυτόπτες μάρτυρες από τη συγκέντρωση είπαν πως έδειχναν προς τον Κρουκς στην ταράτσα του κτιρίου προτού ξεκινήσουν οι πυροβολισμοί, και πως η αστυνομία είχε δεχθεί αναφορές για τη συμπεριφορά του. Ένας αστυνομικός του δήμου Μπάτλερ, ο οποίος αναζητούσε τον ύποπτο, συνάντησε τον Κρουκς αλλά δεν τον αντιμετώπισε, αντιθέτως κατέβηκε στο έδαφος. Ένας ελεύθερος σκοπευτής σκότωσε τον Κρουκς δευτερόλεπτα αφότου πυροβόλησε με το AR-15 κατά του πρώην προέδρου.

Το FBI είπε πως ο Κρουκς δεν ήταν γνώριμος στους πράκτορες πριν τους πυροβολισμούς και πως δεν είναι ακόμη γνωστό το κίνητρο της επίθεσης.

Η Κίμπερλι Τσιτλ, διευθύντρια των Μυστικών Υπηρεσιών των ΗΠΑ, είπε τη Δευτέρα πως η υπηρεσία συνεργάζεται με τις ομοσπονδιακές, κρατικές και τοπικές υπηρεσίες για να κατανοήσουν τι συνέβη και «πώς μπορούμε να εμποδίσουμε ένα τέτοιο περιστατικό από το να ξανασυμβεί».

Η κα Τσιτλ, μέχρι στιγμής, αγνοεί τις φωνές που ζητούν την παραίτηση της, και ο Λευκός Οίκος λέει πως ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν της έχει εμπιστοσύνη.

Οι προσπάθειες για πρόσβαση στη διεύθυνση του Τόμας Κρουκς δεν ήταν επιτυχείς.

Του Zachary Stieber, με τη συμβολή του Jack Phillips και πληροφορίες από το Associated Press.

Μετάφραση: Βλαδίμηρος Αλεξάντρωφ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

 

Το Κάνσας μηνύει την Pfizer υποστηρίζοντας ότι η εταιρεία «παραπλάνησε» το κοινό σχετικά με το εμβόλιο COVID-19

Το Κάνσας στις 17 Ιουνίου μήνυσε την Pfizer, υποστηρίζοντας ότι ο φαρμακευτικός κολοσσός «παραπλάνησε» τα μέλη του κοινού με διάφορους ισχυρισμούς σχετικά με το εμβόλιο COVID-19.

Η Pfizer, για παράδειγμα, δήλωσε την 1η Απριλίου 2021 ότι δεν υπήρχαν «σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια μέχρι και έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση» του εμβολίου που παρασκευάζει με τη γερμανική BioNTech, σημειώνει η αγωγή.

Αλλά τα έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν μέσω της αγωγής έδειξαν ότι η βάση δεδομένων ανεπιθύμητων συμβάντων της Pfizer, η οποία περιλαμβάνει αναφερόμενα προβλήματα μετά τον εμβολιασμό από όλο τον κόσμο, περιείχε ήδη 158.893 ανεπιθύμητα συμβάντα από τις 28 Φεβρουαρίου 2021.

«Οι ισχυρισμοί της Pfizer ότι το εμβόλιο COVID-19 δεν είχε προβλήματα ασφάλειας ήταν ανακόλουθοι με τα δεδομένα ανεπιθύμητων συμβάντων που κατείχε», αναφέρει η αγωγή, που κατατέθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα του Κάνσας Κρις Κόμπατς. «Η Pfizer απέκρυψε, αποσιώπησε ή παρέλειψε σημαντικά στοιχεία που είχε στην κατοχή της και τα οποία έδειχναν σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια που σχετίζονται με το εμβόλιο COVID-19 της Pfizer».

Η μήνυση υπογραμμίζει επίσης πώς η Pfizer στο ίδιο δελτίο Τύπου ανέφερε ότι οι εμβολιασμένοι συμμετέχοντες στη δοκιμή απολάμβαναν 91,3% προστασία έναντι του COVID-19 έως και έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση.

Τα έγγραφα που δημοσιεύθηκαν αργότερα, ωστόσο, έδειξαν ότι η Pfizer κατέγραψε 83,7% αποτελεσματικότητα μεταξύ των συμμετεχόντων στη δοκιμή τέσσερις μήνες μετά τη δεύτερη δόση, ενώ βρήκε ενδείξεις σε δείγματα αίματος ότι η αποτελεσματικότητα μειωνόταν ακόμη περισσότερο στους έξι μήνες.

Η Pfizer αποκάλυψε τη φθίνουσα αποτελεσματικότητα στις 28 Ιουλίου 2021, σε ένα προτυπωμένο έγγραφο.

Το δελτίο Τύπου που εξέδωσε εκείνη την ημέρα ανέφερε θετικά ευρήματα από μια άλλη μελέτη, αλλά παρέλειψε να αναφερθεί στην προδημοσιευμένη εργασία ή στο πώς είχε βρει ενδείξεις εξασθένησης της προστασίας

«Η αποσιώπηση, η απόκρυψη και η παράλειψη της Pfizer σχετικά με τη φθίνουσα αποτελεσματικότητα του εμβολίου COVID-19 επέτρεψε στην Pfizer να επωφεληθεί από τους εμβολιασμούς των πολιτών του Κάνσας, οι οποίοι μπορεί να είχαν αποτραπεί από το εμβόλιο COVID-19 της Pfizer εάν γνώριζαν για τη φθίνουσα αποτελεσματικότητά του», αναφέρεται στην αγωγή.

Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021, η Pfizer κέρδισε σχεδόν 8 δισεκατομμύρια δολάρια από το εμβόλιο COVID-19.

Η αγωγή σημειώνει επίσης ότι ο Άλμπερτ Μπούρλα, διευθύνων σύμβουλος της Pfizer, δήλωσε στις αρχές του 2023 ότι «επανεξετάζουμε και αναλύουμε συνεχώς τα δεδομένα» και «δεν έχουμε δει ούτε ένα σήμα, παρόλο που έχουμε διανείμει δισεκατομμύρια δόσεις».

Μέχρι τότε, αξιωματούχοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού είχαν δηλώσει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία έδειχναν ότι το εμβόλιο προκαλεί μυοκαρδίτιδα, αφού εντοπίστηκε για πρώτη φορά ένα σήμα για τη φλεγμονή της καρδιάς το 2021. Η Pfizer ανέφερε σε έγγραφο που διέρρευσε με ημερομηνία 11 Φεβρουαρίου 2022 ότι υπήρξαν «αυξημένα κρούσματα μυοκαρδίτιδας» που αναφέρθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά τον εμβολιασμό της Pfizer και η ετικέτα του εμβολίου της από το 2021 έφερε προειδοποίηση για τον κίνδυνο της φλεγμονής.

Η 69σέλιδη καταγγελία του κ. Κόμπατς, που κατατέθηκε στο περιφερειακό δικαστήριο της κομητείας Τόμας, υποστηρίζει ότι η Pfizer προέβη σε ψευδείς, παραπλανητικούς και δόλιους ισχυρισμούς κατά παράβαση των αποφάσεων συναίνεσης που είχε συνάψει προηγουμένως με το Κάνσας και άλλες πολιτείες για να διευθετήσει ξεχωριστές καταγγελίες. Σε έναν από τους διακανονισμούς, η Pfizer κατέβαλε το 2008 60 εκατομμύρια δολάρια για την προώθηση δύο συνταγογραφούμενων φαρμάκων και συμφώνησε να παρουσιάζει προσεκτικά τις πληροφορίες για τα προϊόντα της.

«Η Pfizer προέβη σε πολλαπλές παραπλανητικές δηλώσεις για να εξαπατήσει το κοινό σχετικά με το εμβόλιό της σε μια εποχή που οι Αμερικανοί χρειάζονταν την αλήθεια», ανέφερε ο κ. Κόμπατς σε δήλωσή του.

Ο κ. Κόμπατς θέλει το δικαστήριο να δηλώσει ότι οι ισχυρισμοί της Pfizer σχετικά με το εμβόλιό της παραβιάζουν τις αποφάσεις συναίνεσης και ζητά αποζημίωση, καθώς και πρόστιμο 20.000 δολαρίων για κάθε παραβίαση από τις συμφωνίες.

Η Pfizer σε δήλωσή της προς τα ειδησεογραφικά πρακτορεία ανέφερε ότι η υπόθεση πιθανότατα δεν θα τελεσφορήσει.

«Είμαστε υπερήφανοι που αναπτύξαμε το εμβόλιο COVID-19 σε χρόνο ρεκόρ εν μέσω μιας παγκόσμιας πανδημίας και σώσαμε αμέτρητες ζωές. Οι δηλώσεις της Pfizer σχετικά με το εμβόλιο COVID-19 ήταν ακριβείς και επιστημονικά τεκμηριωμένες. Η εταιρεία πιστεύει ότι η υπόθεση της πολιτείας δεν έχει βάση και θα απαντήσει στην αγωγή εν ευθέτω χρόνω», δήλωσε η εταιρεία με έδρα τις ΗΠΑ.

«Η Pfizer είναι βαθιά αφοσιωμένη στην ευημερία των ασθενών που εξυπηρετεί και δεν έχει υψηλότερη προτεραιότητα από τη διασφάλιση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των θεραπειών και των εμβολίων της».

Το εμβόλιο της Pfizer είναι αυτό που έχει χορηγηθεί περισσότερο στις Ηνωμένες Πολιτείες, με πάνω από 367 εκατομμύρια εμβολιασμούς σε όλη τη χώρα από τότε που έγινε διαθέσιμο στα τέλη του 2020.