Δευτέρα, 02 Ιούν, 2025

Βανς: Το Bitcoin είναι στρατηγικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ έναντι της Κίνας

Ο Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζ. Ντ. Βανς, δήλωσε πως η εχθρική στάση της Κίνας απέναντι στα αποκεντρωμένα κρυπτονομίσματα, όπως το Bitcoin, αποτελεί ακόμη έναν λόγο για τον οποίο οι ΗΠΑ πρέπει να υιοθετήσουν αυτή την τεχνολογία.

«Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας δεν συμπαθεί το Bitcoin. Κι εμείς θα έπρεπε να αναρωτηθούμε: γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί ο μεγαλύτερος αντίπαλός μας είναι τόσο αντίθετος στο Bitcoin; Αν το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας απομακρύνεται από το Bitcoin, τότε ίσως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να κινηθούν προς την αντίθετη κατεύθυνση – και αυτό ακριβώς σκοπεύουμε να κάνουμε», δήλωσε ο Βανς.

Μιλώντας στο συνέδριο Bitcoin 2025 στο Λας Βέγκας στις 28 Μαΐου, ο Βανς αναφέρθηκε στα σχέδια της κυβέρνησης για την ενσωμάτωση των κρυπτονομισμάτων στην ευρύτερη οικονομία. Την ίδια ημέρα, το Υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ ανακάλεσε οδηγία που προειδοποιούσε τους διαχειριστές συνταξιοδοτικών προγραμμάτων 401(k) να αποφεύγουν την ένταξη κρυπτονομισμάτων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια.

Ο Βανς χαρακτήρισε το Bitcoin στρατηγικό περιουσιακό στοιχείο, επισημαίνοντας ότι οι ΗΠΑ πρέπει να αξιοποιήσουν το προβάδισμά τους έναντι του κινεζικού καθεστώτος, αφού περίπου 50 εκατομμύρια Αμερικανοί – και ο αριθμός αυξάνεται – είναι κάτοχοι Bitcoin.

Η Κίνα έχει απαγορεύσει τη διαπραγμάτευση και τις επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα από το 2019, ενώ το 2021 η κεντρική της τράπεζα ανακοίνωσε πλήρη καταστολή κάθε σχετικής δραστηριότητας.

Ο Βανς ανέφερε πως για τους υποστηρικτές του, το κρυπτονόμισμα λειτουργεί ως «ασφαλές καταφύγιο» απέναντι στον πληθωρισμό και τις πολιτικές διώξεις, φέρνοντας ως παράδειγμα περιπτώσεις ανθρώπων που αποκλείστηκαν από χρηματοοικονομικές υπηρεσίες λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων.

«Με τον Πρόεδρο Τραμπ, το crypto έχει πλέον έναν υποστηρικτή και σύμμαχο στον Λευκό Οίκο», υπογράμμισε. «Στη δική μας κυβέρνηση, κατανοούμε το πλήρες δυναμικό της βιομηχανίας ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων – όχι απλώς ως επενδυτικό μέσο ή καινοτομία, αλλά ως σύμβολο και μοχλό προσωπικής ελευθερίας για όλους τους πολίτες μας».

Παράλληλα, προέτρεψε την κοινότητα των κρυπτονομισμάτων να παραμείνει ενεργή στις δημόσιες πολιτικές συζητήσεις, επισημαίνοντας ότι «ό,τι συμβεί με την τεχνητή νοημοσύνη θα επηρεάσει σημαντικά, με θετικό ή αρνητικό τρόπο, την πορεία του Bitcoin. Και φυσικά, οι εξελίξεις στο Bitcoin θα επηρεάσουν και την τεχνητή νοημοσύνη». Καταλήγοντας, τόνισε: «Το σημαντικότερο είναι να διασφαλίσουμε ότι η Αμερική δεν θα πληγεί αρνητικά από τις εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη».

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη προσελκύσει την υποστήριξη της κοινότητας των crypto κατά την προεκλογική του εκστρατεία, όταν δεσμεύτηκε να δημιουργήσει εθνικό στρατηγικό απόθεμα Bitcoin και να μετατρέψει τις ΗΠΑ στην «πρωτεύουσα των crypto στον κόσμο». Υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα με στόχο την ανάδειξη των Ηνωμένων Πολιτειών σε ηγέτη στον τομέα των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων και της χρηματοοικονομικής τεχνολογίας, προστατεύοντας παράλληλα την οικονομική ελευθερία. Δημιούργησε επίσης ομάδα εργασίας για την τεχνητή νοημοσύνη και τα κρυπτονομίσματα, με επικεφαλής τον επιχειρηματία Ντέιβιντ Σακς, λίγες ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.

Τον Μάρτιο, ο πρόεδρος διοργάνωσε σύνοδο για τα crypto στον Λευκό Οίκο, συγκεντρώνοντας κορυφαία στελέχη του κλάδου για να συζητήσουν τη διαμόρφωση πολιτικής.

Η Γερουσία έχει ήδη προωθήσει νομοθεσία για τα κρυπτονομίσματα, η οποία προβλέπει ότι τα «σταθερά νομίσματα» (stablecoins), που έχουν σταθερή αξία συνδεδεμένη με ασφαλές περιουσιακό στοιχείο, θα πρέπει να εκδίδονται μόνο από αδειοδοτημένες εταιρείες.

Ο Τραμπ έχει επίσης καταργήσει προηγούμενους περιορισμούς στον τομέα των crypto. Τον Απρίλιο υπέγραψε νόμο που ακυρώνει υποχρεώσεις αναφοράς για συναλλαγές με ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία, ενώ τον Μάρτιο, το Γραφείο του Επόπτη του Νομίσματος ανακάλεσε οδηγία που απαγόρευε σε τράπεζες τη συμμετοχή σε συγκεκριμένες δραστηριότητες σχετικές με τα κρυπτονομίσματα.

Της Catherine Yang με πληροφορίες από το Reuters.

Τα κέρδη της μητρικής εταιρείας της Temu μειώθηκαν σχεδόν κατά 50% εν μέσω «εξωτερικών» πιέσεων και αμερικανικών δασμών

Η PDD Holdings Inc., η μητρική εταιρεία της πλατφόρμας λιανικής και αγορών Temu με έδρα τη Σαγκάη, σημείωσε σημαντική μείωση στα κέρδη και τις πωλήσεις του πρώτου τριμήνου, καθώς η κινεζική βιομηχανία ηλεκτρονικού εμπορίου αντιμετωπίζει αυξανόμενες προκλήσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες εντείνουν τις εμπορικές συνομιλίες με το Πεκίνο.

Στην έκθεση του πρώτου τριμήνου που δημοσιεύθηκε πριν από τις προσυνεδριακές συναλλαγές στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, η PDD δήλωσε ότι τα καθαρά της κέρδη μειώθηκαν κατά 47%, στα 14,74 δισεκατομμύρια γουάν (1,77 δισεκατομμύρια ευρώ) από 27,9 δισεκατομμύρια γουάν (3,36 δισεκατομμύρια ευρώ) ένα χρόνο νωρίτερα. Τα έσοδα ανήλθαν σε 95,67 δισεκατομμύρια γουάν (11,67 δισεκατομμύρια ευρώ), αυξημένα κατά 10%, από 86,8 δισεκατομμύρια γουάν (10,61 δισεκατομμύρια ευρώ), το πρώτο τρίμηνο του 2024.

Σε προσαρμοσμένη βάση, η PDD ανακοίνωσε κέρδη 5,19 γουάν ανά μετοχή (0,64 ευρώ ανά μετοχή), πολύ χαμηλότερα από τις προσδοκίες της Wall Street για 2,62 δολάρια (2,32 ευρώ) ανά μετοχή, με πωλήσεις 103,06 δισεκατομμυρίων γουάν (12,64 δισεκατομμύρια ευρώ), σύμφωνα με τη FactSet. Ένα γουάν ισούται με 0,12 ευρώ.

Αυτά τα απογοητευτικά αποτελέσματα οδήγησαν τα αμερικανικά αποθετήρια (ADR) της PDD σε πτώση. Το ADR μειώθηκε κατά 13,64% στο Χρηματιστήριο Nasdaq, κλείνοντας στα 102,98 δολάρια. Στο Λονδίνο, οι μετοχές της εταιρείας διατηρούνταν στα 118,15 δολάρια πριν από το άνοιγμα. Η κινεζική πολυεθνική ξεκίνησε τις δραστηριότητές της στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, αφού μετέφερε τα γραφεία της στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας στις αρχές του 2023, λίγους μήνες μετά την έναρξη της διαδικτυακής αγοράς της στις ΗΠΑ και την επέκταση των δραστηριοτήτων της στην Ευρώπη.

Κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης της εταιρείας με αναλυτές, η οποία μεταφράστηκε από τα κινέζικα, ο πρόεδρος και συν-διευθύνων σύμβουλος της PDD, Λέι Τσεν, απέδωσε τα θλιβερά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου σε επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στην διαδικτυακή πλατφόρμα της εταιρείας για την υποστήριξη των εμπόρων ηλεκτρονικού εμπορίου και των καταναλωτών που αγοράζουν και πωλούν προϊόντα Temu σε χαμηλές τιμές. Είπε ότι αυτές οι επενδύσεις επηρέασαν σημαντικά τη βραχυπρόθεσμη κερδοφορία.

«Ξεκινώντας από τις αρχές του τρέχοντος έτους, πραγματοποιήσαμε σημαντικές επενδύσεις στο οικοσύστημα της πλατφόρμας μας και πραγματοποιήσαμε μια ταχεία μετατόπιση στο εξωτερικό περιβάλλον», δήλωσε ο Τσεν. «Από τη μία πλευρά, το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί για να μειώσει περαιτέρω τις χρεώσεις για τους εμπόρους μας, βελτιώνοντας το επιχειρηματικό περιβάλλον της πλατφόρμας μας».

«Από την άλλη πλευρά, θα επενδύσουμε επίσης περισσότερα για να αυξήσουμε τις πωλήσεις των εμπόρων μας και να τους βοηθήσουμε να προσαρμοστούν καλύτερα στις νέες προκλήσεις. Το πρώτο τρίμηνο, τα έσοδά μας ήταν [13,2 δισεκατομμύρια δολάρια], τα οποία επιβραδύνθηκαν σημαντικά εν μέσω ραγδαίων αλλαγών στο εξωτερικό περιβάλλον, ταυτόχρονα λόγω της αναντιστοιχίας μεταξύ των κύκλων επιχειρηματικών επενδύσεων και απόδοσης.»

Οι εξωτερικοί παράγοντες που ανέφερε ο Τσεν περιλαμβάνουν την πολιτική de minimis των ΗΠΑ και τους αμοιβαίους δασμούς στην Κίνα, τους οποίους ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ σταμάτησε προσωρινά για 90 ημέρες στις αρχές Απριλίου για να επιτρέψει την προώθηση των εμπορικών συνομιλιών μεταξύ των δύο χωρών. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη συμφωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες μείωσαν τον δασμολογικό συντελεστή στις κινεζικές εισαγωγές στο 30% από την κορύφωση του 145%. Σε αντάλλαγμα, η κινεζική κυβέρνηση μείωσε τον εισαγωγικό δασμό στα αμερικανικά προϊόντα στο 10% από 125%.

Επιπλέον, ο Τραμπ υπέγραψε στις αρχές Απριλίου εκτελεστικό διάταγμα που τερματίζει την απαλλαγή de minimis ή «αδασμολόγητων» για τις κινεζικές και τις εισαγωγές του Χονγκ Κονγκ. Αυτό επηρεάζει σχεδόν όλα τα κινεζικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των μικρών αποστολών ηλεκτρονικού εμπορίου αξίας κάτω των 800 δολαρίων και των ταχυδρομικών παραδόσεων, οι οποίες πλέον έχουν είτε φόρο 120% επί της αξίας του αντικειμένου είτε μια σταθερή χρέωση ανά τεμάχιο από 100 έως 200 δολάρια.

Ωστόσο, ένα νέο εκτελεστικό διάταγμα που εξέδωσε ο Τραμπ στις 12 Μαΐου μείωσε τον συντελεστή δασμού στις αποστολές de minimis από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ από 120% σε 54%, με ισχύ από τις 14 Μαΐου.

Σύμφωνα με ειδικούς του κλάδου λιανικής, οι κινεζικοί γίγαντες του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως η Shein και η Temu, εκμεταλλεύονται την εξαίρεση de minimis αποστέλλοντας απευθείας πακέτα χαμηλής αξίας σε πελάτες των ΗΠΑ. Η Temu και ο Όμιλος Shein, η κινεζική πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου που ειδικεύεται σε φθηνά ρούχα και είδη μόδας, αποτελούν σχεδόν το ήμισυ όλων των αποστολών de minimis προς τις Ηνωμένες Πολιτείες από την Κίνα, σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής Επιλογής της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ για το 2023.

Ο αναλυτής της Bank of America, Κέρτις Ναγκλ, δήλωσε σε πρόσφατη ερευνητική έκθεση που εστάλη στην Epoch Times ότι οι δασμοί των ΗΠΑ και οι πρόσθετοι φόροι σε κινεζικά προϊόντα θα μπορούσαν να μετριάσουν τον ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου από διαδικτυακούς προμηθευτές όπως η Temu και η Shein, οι οποίοι πρόσφατα ανακοίνωσαν έναν νέο γύρο αυξήσεων τιμών και μείωσαν τις δαπάνες διαφήμισης στις ΗΠΑ εν μέσω του συνεχιζόμενου εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας.

Τα κέρδη της PDD αυξήθηκαν ραγδαία μετά την κυκλοφορία της διαδικτυακής εφαρμογής Temu στις Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη του 2022, με τα λειτουργικά κέρδη να αυξάνονται κατά 93% το 2023 και 85% το 2024, επωφελούμενα από την ικανότητά της να στέλνει προϊόντα χαμηλού κόστους, κινεζικής παραγωγής απευθείας στους Αμερικανούς καταναλωτές χωρίς να πληρώνει δασμούς.

Ωστόσο, όσον αφορά το μέλλον, ο επικεφαλής οικονομικός διευθυντής της PDD Holdings προειδοποίησε κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης ότι η μητρική εταιρεία της Temu αναμένει να συνεχίσει να βλέπει επιβράδυνση στην αύξηση των πωλήσεων.

«Όπως ανακοινώθηκε προηγουμένως, αναμένεται επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης καθώς η επιχείρησή μας κλιμακώνεται και αναδύονται προκλήσεις. Αυτή η τάση έχει επιταχυνθεί περαιτέρω από τις αλλαγές στο εξωτερικό περιβάλλον κατά το πρώτο τρίμηνο», δήλωσε ο Τζουν Λιου, αντιπρόεδρος οικονομικών της PDD.

Λαγκάρντ: Το ευρώ είναι ικανό να αμφισβητήσει την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου

Το ενδεχόμενο το ευρώ να αναδειχθεί σε σοβαρή εναλλακτική του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος έθεσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ, υπό τον όρο να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε βαθύτερη ενοποίηση στον χρηματοοικονομικό και αμυντικό τομέα.

Κατά τη διάρκεια ομιλίας της στις 26 Μαΐου στη Σχολή Hertie του Βερολίνου, η Λαγκάρντ ανέφερε ότι η παγκόσμια οικονομική τάξη, η οποία βασίζεται επί δεκαετίες στο δολάριο, υφίσταται κλονισμούς λόγω των εμπορικών πολιτικών του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με την ίδια, η εξέλιξη αυτή δημιουργεί τη δυνατότητα για μια «παγκόσμια στιγμή του ευρώ», ικανή να αμφισβητήσει τον κυρίαρχο ρόλο του δολαρίου στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Οι δηλώσεις της προέδρου της ΕΚΤ έγιναν λίγες ώρες αφότου ο Τραμπ συμφώνησε να αναβάλει την επιβολή δασμών 50% στα ευρωπαϊκά προϊόντα, γεγονός που ενίσχυσε τόσο τις ευρωπαϊκές μετοχές όσο και το ευρώ, ενώ το δολάριο υποχώρησε.

Η Λαγκάρντ προειδοποίησε ότι η υποχώρηση από τον πολυμερισμό απειλεί το διεθνές σύστημα κανόνων που έχει στηρίξει το παγκόσμιο εμπόριο τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως επισήμανε, η οικονομική εξωστρέφεια δίνει τη θέση της στον προστατευτισμού, και κάθε αλλαγή που οδηγεί σε μείωση του παγκόσμιου εμπορίου ή σε κατακερματισμό σε οικονομικά μπλοκ θα έχει αρνητικές συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Παρότι το δολάριο εξακολουθεί να κυριαρχεί στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η Λαγκάρντ παρατήρησε ότι ο ρόλος του αμφισβητείται όλο και περισσότερο, λόγω γεωπολιτικής αστάθειας και μονομερών αμερικανικών κινήσεων. Εκτίμησε, ωστόσο, ότι η Ευρώπη δεν είναι ακόμη έτοιμη να αξιοποιήσει πλήρως την ευκαιρία που παρουσιάζεται.

Για να μπορέσει το ευρώ να αμφισβητήσει την κυριαρχία του δολαρίου, υπογράμμισε ότι η ΕΕ θα πρέπει να ολοκληρώσει την επί σειρά ετών καθυστερούμενη προσπάθεια για βαθύτερη ενοποίηση, περιλαμβανομένης της δημιουργίας ενιαίας κεφαλαιαγοράς, της σύσφιγξης των νομικών και θεσμικών δεσμών και της μείωσης της εξάρτησης από τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας.

Ανάλογο μήνυμα είχε στείλει και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος, ο οποίος σε εκδήλωση στη Μαδρίτη τον Απρίλιο είχε δηλώσει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις με γνώμονα το κοινό συμφέρον και όχι το εθνικό, εάν θέλει το ευρώ να αποκτήσει ισχυρότερο ρόλο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Ο ίδιος είχε εκτιμήσει ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε καλή θέση για να επιτύχει αυτόν τον στόχο μέσα στα επόμενα χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει επιπλέον ενοποίηση.

Οι εκκλήσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων για μεγαλύτερη ενότητα εντείνονται καθώς οι εμπορικές πολιτικές της Ουάσιγκτον συνεχίζουν να επηρεάζουν τις παγκόσμιες αγορές. Στις 25 Μαΐου, ο πρόεδρος Τραμπ αποφάσισε να καθυστερήσει την επιβολή των προαναγγελθέντων δασμών από την 1η Ιουνίου στην 9η Ιουλίου, μετά από σχετικό αίτημα της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για περισσότερο χρόνο προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία.

Ο Τραμπ έχει επανειλημμένως χρησιμοποιήσει τους δασμούς ως μοχλό πίεσης σε οικονομικές και διπλωματικές διαπραγματεύσεις, υποστηρίζοντας ότι είναι αναγκαία μια αναδιάρθρωση του εμπορίου ώστε να διορθωθούν δεκαετίες άνισης μεταχείρισης των ΗΠΑ από τρίτες χώρες. Έχει υποστηρίξει επίσης ότι η πολιτική του θα οδηγήσει σε οικονομική άνθηση, παρά τις βραχυπρόθεσμες δυσκολίες.

Παρά τις επανειλημμένες προβλέψεις περί υποχώρησης του δολαρίου, τα τελευταία στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δείχνουν ότι το αμερικανικό νόμισμα εξακολουθεί να αντιστοιχεί σχεδόν στο 58% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων, με το ευρώ να ακολουθεί με λίγο λιγότερο από 20%.

Από την πλευρά του, ο Κρίστοφερ Γουόλερ, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), εξέφρασε επιφυλάξεις για το ενδεχόμενο το ευρώ να αντικαταστήσει το δολάριο. Μιλώντας σε συνέδριο κεντρικών τραπεζών στις Μπαχάμες τον Φεβρουάριο, ανέφερε ότι παρά τους ανησυχητικούς τίτλους, το δολάριο εξακολουθεί να κυριαρχεί ως μέσο αποθήκευσης αξίας, ως μέσο συναλλαγών και ως λογιστική μονάδα.

Ο Γουόλερ επεσήμανε ότι το μέγεθος, η ρευστότητα και η αξιοπιστία των αγορών αμερικανικών κρατικών ομολόγων παραμένουν αξεπέραστα και αποτελούν τον βασικό λόγο για τον οποίο το δολάριο παραμένει θεμέλιο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις προσπάθειες χωρών όπως η Κίνα να απεξαρτηθούν από το δολάριο, σημείωσε ότι το ευρώ δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ισχυρή παρουσία στο παγκόσμιο εμπόριο, στις διεθνείς τραπεζικές συναλλαγές ή στις αγορές συναλλάγματος. Εκτός Ευρώπης, οι περισσότερες διασυνοριακές συναλλαγές, περιλαμβανομένων και εκείνων σε ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία, εξακολουθούν να τιμολογούνται σε δολάρια.

Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά, σε περιόδους παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αναταραχής, οι επενδυτές και οι κυβερνήσεις αναζητούν ασφαλές καταφύγιο, γεγονός που οδηγεί σχεδόν πάντα σε «στροφή προς το δολάριο». Τέτοια παραδείγματα ήταν το 2008 και το 2020, τα οποία –κατά τον ίδιο– επιβεβαιώνουν ότι το δολάριο είναι και παραμένει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, καθώς σε περιόδους κρίσης «ο κόσμος καταφεύγει στο δολάριο, δεν απομακρύνεται από αυτό».

Η αναβάθμιση του ευρωπαϊκού δικτύου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κοστίζει τρισεκατομμύρια

Η φιλοδοξία της Ευρώπης να πετύχει μηδενικές καθαρές εκπομπές έως το 2050 βασίζεται στην ενίσχυση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας, γεγονός που ενδέχεται να τριπλασιάσει την ποσότητα ηλεκτρισμού που διακινείται μέσω των δικτύων μεταφοράς.

Ωστόσο, το υφιστάμενο δίκτυο έχει σχεδιαστεί για σταθερή και συγκεντρωτική παραγωγή ηλεκτρισμού από εργοστάσια λιγνίτη. Η προσαρμογή του σε ένα σύστημα που θα διαχειρίζεται τεράστιες και ασυνεχείς ροές ενέργειας αποτελεί τη μεγαλύτερη τεχνική πρόκληση από τη δημιουργία του.

Το κόστος αυτής της αναβάθμισης, χωρίς να υπολογίζονται οι επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα, αποκαλύπτεται σταδιακά. Πρόσφατες εκτιμήσεις ανεβάζουν το κόστος αναβάθμισης των γραμμών μεταφοράς στην ηπειρωτική Ευρώπη μεταξύ 2 και 3 τρισεκατομμυρίων ευρώ έως τα μέσα του αιώνα. Μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο φορέας National Grid ESO είχε εκτιμήσει από το 2020 ότι για την επίτευξη του στόχου μηδενικών εκπομπών απαιτούνται επενδύσεις ύψους 3 τρισεκατομμυρίων λιρών μέσα σε 30 χρόνια.

Ο Σαμουέλ Φουρφάρι, πρώην ανώτερο στέλεχος της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ε.Ε., επισήμανε ότι η επέκταση της ανανεώσιμης ενέργειας συνεπάγεται την ανάγκη για πολλαπλασιασμό των διασυνδέσεων μεταξύ κρατών. Όπως ανέφερε, η αποκεντρωμένη παραγωγή απαιτεί νέες συνδέσεις ανάμεσα σε εκατοντάδες χιλιάδες σημεία, με καλώδια χαλκού και υποσταθμούς, γεγονός που εκτοξεύει το κόστος.

Υποστήριξε επίσης ότι η κατασκευή νέων γραμμών για τη διασύνδεση των αποκεντρωμένων μονάδων απαιτεί ακριβό εξοπλισμό και υλικά, ενώ προειδοποίησε πως η τελική επιβάρυνση θα περάσει στους καταναλωτές, οι οποίοι ενδέχεται να αντιδράσουν όταν συνειδητοποιήσουν τις επιπτώσεις στον λογαριασμό ρεύματος.

Με δεσμευτικούς στόχους μηδενικών εκπομπών σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο, η επιτάχυνση της εγκατάστασης ανανεώσιμων πηγών σημαίνει ότι τα δίκτυα που είχαν σχεδιαστεί για ροές από ορυκτά καύσιμα πρέπει να μετατραπούν ώστε να υποστηρίζουν ενέργεια από ήλιο και άνεμο. Σήμερα, το ηλεκτρικό δίκτυο καλύπτει περίπου το 18% της ενεργειακής ζήτησης στο Ηνωμένο Βασίλειο και το 23% στην Ε.Ε., όμως ως το 2050 εκτιμάται ότι θα καλύπτει περίπου το 60%. Βραχυπρόθεσμα, η συνολική ζήτηση προς το δίκτυο ενδέχεται να αυξηθεί έως και 40% την περίοδο 2023–2035.

Τον προηγούμενο μήνα, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο –συγγραφείς της έκθεσης που αποτιμά το κόστος στα 2–3 τρισεκατομμύρια ευρώ– ανέφεραν ότι αυτό το ποσό είναι απαραίτητο για την επέκταση, αναβάθμιση και ψηφιοποίηση των δικτύων, ώστε να διασφαλιστεί τόσο η αξιόπιστη ενσωμάτωση των ανανεώσιμων όσο και η ασφάλεια εφοδιασμού. Προειδοποίησε επίσης ότι η Ευρώπη ανταγωνίζεται πλέον διεθνώς για τα απαραίτητα υλικά και εξοπλισμό, γεγονός που επιβαρύνει τις εφοδιαστικές αλυσίδες.

Τα ευρωπαϊκά δίκτυα είχαν αρχικά σχεδιαστεί για ροές εναλλασσόμενου ρεύματος (AC) από μεγάλους σταθμούς προς τους καταναλωτές. Πλέον, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς (Transmission System Operators-TSOs) 36 χωρών πρέπει να σχεδιάσουν και να λειτουργήσουν ένα ριζικά διαφορετικό σύστημα, ικανό να διαχειριστεί μεταβλητή παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), η οποία παράγει τόσο εναλλασσόμενο όσο και συνεχές ρεύμα (DC).

Περίπου οι μισές γραμμές μεταφοράς στην Ευρώπη είναι άνω των 40 ετών, ενώ τα υφιστάμενα δίκτυα διανομής εκτείνονται σε περισσότερα από 9 εκατομμύρια χιλιόμετρα. Ο στόχος είναι να φτάσουν τα 16,8 εκατομμύρια χιλιόμετρα, με αντικατάσταση πάνω από 4 εκατομμύρια χιλιόμετρα πεπαλαιωμένων γραμμών.

Έκθεση των οργανισμών Beyond Fossil Fuels, Ember, E3G και IEEFA σημείωσε ότι πολλοί διαχειριστές δικτύων δεν συμβαδίζουν με τον ρυθμό της ενεργειακής μετάβασης. Σύμφωνα με τους συντάκτες, η επίτευξη καθαρού ενεργειακού συστήματος ως το 2035 αποτελεί κρίσιμο ορόσημο για την απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ωστόσο, ανέφεραν ότι σε πολλές χώρες έχουν δημιουργηθεί ουρές έργων ΑΠΕ που περιμένουν να συνδεθούν στο δίκτυο, με τον όγκο των εκκρεμών έργων να ξεπερνά τις απαιτούμενες νέες εγκαταστάσεις για την επίτευξη των στόχων του 2030.

Η έκθεση τονίζει ότι απαιτούνται μακροπρόθεσμες επενδύσεις με στήριξη από μητρικές εταιρείες, δημόσιους φορείς και πρόσβαση σε πράσινη χρηματοδότηση.

Οράματα για την ενέργεια το 2030

Σύμφωνα με την BFF, πέντε χώρες (Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Λιθουανία) έχουν ζητήσει από τους διαχειριστές μεταφοράς να εξετάσουν σενάρια πλήρους αντικατάστασης της ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο με ανανεώσιμες πηγές έως το 2035.

Ασκείται, ωστόσο, κριτική στις φιλόδοξες και δαπανηρές κυβερνητικές δεσμεύσεις. Ο Άντι Μέιερ (Andy Mayer), διευθύνων σύμβουλος και αναλυτής ενέργειας στο φιλελεύθερο ινστιτούτο Institute of Economic Affairs, εξέφρασε την άποψη ότι το σχέδιο επέκτασης των δικτύων σύμφωνα με τα σημερινά χρονοδιαγράμματα είναι μη ρεαλιστικό. Όπως ανέφερε, το συνολικό κόστος, οι περιορισμοί των εφοδιαστικών αλυσίδων, η διαθεσιμότητα πρώτων υλών και η διεθνής εμπορική κατάσταση καθιστούν ανέφικτο τον επιδιωκόμενο ρυθμό.

Κατά τον ίδιο, όταν οι πολιτικές επιδιώξεις προηγούνται των οικονομικών σημάτων της αγοράς, οι τιμές εκτοξεύονται. Υποστήριξε ότι οι σημερινές προτάσεις συγχέουν τη δέσμευση για μηδενικές εκπομπές με την επιβολή των ΑΠΕ ως μοναδική λύση, παραμερίζοντας τεχνολογίες όπως η πυρηνική ενέργεια, η οποία πλέον επανέρχεται σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ο Μέιερ επισήμανε ακόμη ότι πρόσφατη βλάβη στο ηλεκτρικό δίκτυο –που προκάλεσε διακοπές ρεύματος σε Ισπανία, Πορτογαλία και νότια Γαλλία στις 28 Απριλίου– ενδέχεται, σύμφωνα με ορισμένες αναλύσεις, να σχετίζεται με την αυξημένη εξάρτηση του ισπανικού δικτύου από διαλείπουσες ΑΠΕ.

Κατέληξε λέγοντας πως εάν υιοθετηθεί μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση, όπου οι σταθερές και αξιόπιστες μορφές παραγωγής ηγούνται και χρηματοδοτούν την επέκταση του δικτύου, τότε το κόστος θα μπορούσε να παραμείνει διαχειρίσιμο.

Από την πλευρά του, ο Φουρφάρι δήλωσε στην Epoch Times ότι «οι καταναλωτές» θα επωμιστούν τελικά το κόστος, σημειώνοντας ότι όταν συνειδητοποιήσουν τη συνεχή αύξηση στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, θα αντιδράσουν λέγοντας πως «δεν ζήτησαν ποτέ να έχουν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».

Του Owen Evans

Έναρξη του προγράμματος ενίσχυσης θερμοκηπιακών καλλιεργειών στις 23 Ιουνίου

Το νέο πρόγραμμα για την ενίσχυση των θερμοκηπιακών καλλιεργειών, που ξεκινά στις 23 Ιουνίου, παρουσιάζεται ως το πρώτο βήμα για τον εκσυγχρονισμό της φυτικής παραγωγής και του πρωτογενούς τομέα.

Σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες, η ανθεκτικότητα της αγροτικής παραγωγής συνδέεται με την ανάπτυξη σύγχρονων αυτόνομων παραγωγικών μονάδων υπό κάλυψη, όπως τα θερμοκήπια, που ευνοούνται ιδιαίτερα στην Ελλάδα λόγω του γεωγραφικού της πλεονεκτήματος και του μεσογειακού της κλίματος. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι η διασφάλιση της βιωσιμότητας των φυσικών πόρων καθίσταται πιο επιτακτική εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων.

Σημαντικός παράγοντας θεωρείται και η εξασφάλιση των αναγκαίων κεφαλαίων για τη στήριξη της παραγωγικής δραστηριότητας στον αγροτικό τομέα. Ο στόχος του εκσυγχρονισμού είναι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η αύξηση της παραγωγικότητας και η ενίσχυση της ανθεκτικότητας της παραγωγής, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καταναλωτών για ασφαλή και ποιοτικά τρόφιμα.

Το πρόγραμμα έχει δημόσια δαπάνη 150 εκατ. ευρώ και, μαζί με την ιδιωτική συμμετοχή και την αναμενόμενη υπερδέσμευση, αναμένεται να κινητοποιήσει πόρους ύψους έως και 600 εκατ. ευρώ σε εθνικό επίπεδο.

Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, χαρακτήρισε την πρωτοβουλία ως εθνική επιλογή, αναφερόμενος στις δυνατότητες της ελληνικής γεωργίας και στην ανάγκη μετάβασης σε ένα νέο μοντέλο παραγωγής που σέβεται το περιβάλλον, ενσωματώνει την τεχνολογία και στηρίζει τους παραγωγούς. Τόνισε ακόμη ότι η χώρα αντιμετωπίζει ταυτόχρονα μεγάλες προκλήσεις και σημαντικές ευκαιρίες, υπογραμμίζοντας τη σημασία της λήψης αποφάσεων και της υλοποίησης σχεδίων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εποχής.

Από την πλευρά του, ο Γενικός Διευθυντής Αγροτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς, Αλκιβιάδης Αλεξάνδρου, ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η Τράπεζα Πειραιώς είχε αναγνωρίσει την ανάγκη εκσυγχρονισμού των θερμοκηπιακών καλλιεργειών και ήδη από το 2021 είχε ιδρύσει Κέντρο Αριστείας με αντικείμενο τη μελέτη και την υλοποίηση έργων στον αγροδιατροφικό τομέα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η τράπεζα θα συμβάλει στην υλοποίηση επενδύσεων ύψους 300 εκατ. ευρώ για σύγχρονα θερμοκήπια, μέσα από ένα συνδυασμό χρηματοδοτήσεων και συμβουλευτικών υπηρεσιών.

Όπως δήλωσε, η χρηματοδοτική στήριξη περιλαμβάνει προεξόφληση του 100% της επιχορήγησης καθώς και μακροπρόθεσμα δάνεια, ανάλογα με τη φύση της κάθε επένδυσης. Τόνισε ότι στόχος είναι η ταχεία υλοποίηση των σχεδίων, ώστε οι επενδυτές να αποκομίσουν εγκαίρως τα οφέλη και να ενισχυθεί η επισιτιστική επάρκεια της χώρας, με αντίκτυπο τόσο στην τοπική όσο και στην εθνική οικονομία.

Πρόγραμμα

Οι αιτήσεις θα γίνονται δεκτές έως και τις 26 Αυγούστου με τον προϋπολογισμό του κάθε επενδυτικού σχεδίου να ανέρχεται μεταξύ 30.000-1.000.000 ευρώ.

Το ποσοστό της επιχορήγησης ορίζεται ως:

60% – Εξοπλισμός τεχνολογίας αιχμής εντός των επιλέξιμων κατασκευών, Συστήματα υδροπονίας, αεροπονίας, Αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκινούμενα μηχανήματα (ελκυστήρες, μηχανές συλλογής κ.λπ.)

50% – σε όλες τις επιλέξιμες δαπάνες εκτός των παραπάνω

Επιπλέον των ανωτέρω

+10% μέγιστο 70% – Γεωργοί νεαρής ηλικίας ανεξαρτήτως χωροθέτησης έδρας εκμετάλλευσης

+10% μέγιστο 70% – Δικαιούχοι με έδρα στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους

+10% μέγιστο 65% – Δικαιούχοι με έδρα σε Θεσσαλία, ΠΕ Έβρου και Δήμο Δομοκού

+10% μέγιστο 65% – Δικαιούχοι με έδρα σε ηπειρωτικές περιοχές που συμπεριλαμβάνονται στα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (αφορά ΠΕ Δυτικής Μακεδονίας, δηλαδή Κοζάνη και Φλώρινα, καθώς και Αρκαδία, όπου προβλέπεται απόσυρση λιγνιτικών μονάδων

Δικαιούχοι

* Φυσικά πρόσωπα: έως 63 ετών, έχουν υποβάλλει ΟΣΔΕ 2024 και είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών ως επαγγελματίες αγρότες, ως νεοεισερχόμενοι επαγγελματίες αγρότες ή ως κάτοχοι αγροτικής εκμετάλλευσης

* Νομικά πρόσωπα: έχουν στο καταστατικό τους ως δραστηριότητα την άσκηση της γεωργίας, έχουν διάρκεια έως 31.12.2035 & 5 έτη μετά την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου και είναι επιλέξιμοι όσοι συστήσουν ΝΠ που πληροί τις προϋποθέσεις πριν την υποβολή της αίτησης

* Συλλογικά σχήματα: εγγεγραμμένα και ενήμερα στο μητρώο, διακριτή λογιστική διαχείριση και κατά τις 3 προηγούμενες χρήσεις με κερδοφόρο μέσο όρο αποτελεσμάτων προ φόρων και αποσβέσεων και μέσο κύκλο εργασιών και Euro60.000 (εξαιρουμένων των νεοσύστατων)

Επιλέξιμες είναι οι εξής δαπάνες:

*Θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις με συστήματα υδροπονίας/αεροπονίας

* Συμβατικές θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις

* Δικτυοκήπια

* Εγκαταστάσεις τύπου ΤΟΛ για κάλυψη καλλιεργειών

* Θάλαμοι καλλιέργειας κλειστού τύπου κιβωτίου ISO 668

* Κλειστοί θάλαμοι μανιταριών.

Μερικές ενδεικτικές επιλέξιμες επενδύσεις είναι:

* Ανέγερση, επέκταση και εκσυγχρονισμός γεωργικών κατασκευών (κλασικά θερμοκήπια στο έδαφος, υδροπονικά θερμοκήπια, δικτυοκήπια, εγκαταστάσεις τύπου υψηλού ΤΟΛ για κάλυψη καλλιεργειών, κλειστοί θάλαμοι καλλιέργειας μανιταριών, θάλαμοι καλλιέργειας κλειστού τύπου κιβωτίου ISO 668) με εφαρμογή της ΥΑ 2243

* Επενδύσεις που συμβάλλουν στην αξιοποίηση ΑΠΕ (αγροβολταϊκά, φωτοβολταϊκά, κ.λπ.)

* Αγορά, μεταφορά και εγκατάσταση πολυετών φυτειών

* Αγορά καινούργιου αυτοκινήτου με ψυκτικό θάλαμο για την εξυπηρέτηση εκμετάλλευσης παραγωγής ανθέων

* Γενικές δαπάνες, στις οποίες περιλαμβάνεται κάθε δαπάνη λήψης υπηρεσιών που συνδέονται με το σχέδιο

* Μηχανολογικός εξοπλισμός

– υδροπονικά συστήματα, εξοπλισμός θέρμανσης, κουρτίνες, συστήματα θέρμανσης και ψύξης, κ.λπ.

– γεωργικοί ελκυστήρες των κατηγοριών Τ2 και Τ4.1 (<70hp)

– φυτικής παραγωγής που χρησιμοποιείται αποκλειστικά εντός των θερμοκηπίων όπως μηχανήματα κατεργασίας εδάφους, λιπασματοδιανομείς, ψεκαστικά μηχανήματα, συλλεκτικές μηχανές και εξοπλισμός συλλογής, κλαδευτικά αναρτώμενα και συρόμενα, εξαρτήματα ελκυστήρων αναρτώμενα

* Αγορά γης (μέχρι 10% των συνολικών επιλέξιμων δαπανών) και κατασκευές για την εξυπηρέτηση των θερμοκηπίων ([αποθήκες, ψυγεία, διαλογητήρια] <800 τμ, ομβροδεξαμενές, οικίσκοι φιλοξενίας <60 τμ)

Η θέση της Ελλάδας σε θερμοκηπιακές εκμεταλλεύσεις

Σε σύνολο Ευρωπαϊκής Ένωσης οι εκμεταλλεύσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας ανέρχονται σε 167.570 και αναπτύσσονται σε 1,4 εκατ. στρέμματα. Η χώρα μας καταλαμβάνει την έκτη θέση στη σχετική λίστα με 8.319 εκμεταλλεύσεις σε 48.720 στρέμματα.

Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ιταλία με συνολικά 28.720 εκμεταλλεύσεις και εκτάσεις που φτάνουν τα 389.100 στρέμματα, ακολουθεί η Ισπανία με 21.860 εκμεταλλεύσεις και 452.000 στρέμματα. Την πρώτη τριάδα ολοκληρώνει η Ρουμανία με 19.570 εκμεταλλεύσεις σε 33.000 στρέμματα. Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι η γειτονική Τουρκία έχει θερμοκηπιακές εκμεταλλεύσεις οι οποίες επεκτείνονται σε μια έκταση 750.000 στρεμμάτων, περισσότερο από το 1/2 της συνολικής ευρωπαϊκής έκτασης θερμοκηπιακών εγκαταστάσεων.

Σημειώνεται τέλος ότι στην ελληνική επικράτεια, τη μερίδα του λέοντος κατέχει το νησί της Κρήτης με συνολικά 2.932 εκμεταλλεύσεις σε 15.509 στρέμματα. Ακολουθεί η Κεντρική Μακεδονία με 1.470 εκμεταλλεύσεις σε 5.333 στρέμματα και η Δυτική Ελλάδα με 774 εκμεταλλεύσεις σε 15.627 στρέμματα.

Του Θ. Παπακώστα

ΕΚΤ: Ψηφιακό το μέλλον και για τον τραπεζικό τομέα – Το μοντέλο των ψηφιακών τραπεζών

Οι τραπεζικές υπηρεσίες διεκπεραιώνονται όλο και σε μεγαλύτερο βαθμό ηλεκτρονικά, οδηγώντας στην εμφάνιση αμιγώς ψηφιακών πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν διαθέτουν καθόλου δίκτυο φυσικών καταστημάτων αλλά πραγματοποιούν όλες τις συναλλαγές τους διαδικτυακά.

Οι ψηφιακές τράπεζες αποτελούν ουσιαστικά την προέκταση του ψηφιακού μετασχηματισμού των παραδοσιακών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία έχουν περιορίσει δραστικά το δίκτυο των καταστημάτων, καθώς οι συναλλαγές τους γίνονται στη μεγάλη πλειονότητά τους ηλεκτρονικά – με όφελος για τις ίδιες (μείωση κόστους λειτουργίας) και για τους πελάτες τους που εξυπηρετούνται εύκολα μέσω διαδικτυακών συναλλαγών ή εφαρμογών στο κινητό.

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, στο τέλος του 2024 λειτουργούσαν 60 αμιγώς ψηφιακές τράπεζες στην Ευρωζώνη, από τις οποίες οι 7 ήταν θυγατρικές παραδοσιακών τραπεζών. Το μερίδιό τους στο ενεργητικό του τραπεζικού συστήματος παραμένει ακόμη χαμηλό, αν και αυξήθηκε από 3,1% το 2019 στο 3,9% το 2024.

Βασικό χαρακτηριστικό των τραπεζών αυτών είναι ότι ενισχύουν τον ανταγωνισμό προς όφελος των καταναλωτών, καθώς προσφέρουν υψηλότερα επιτόκια για την προσέλκυση καταθέσεων. Το 80% της χρηματοδότησης των ψηφιακών πιστωτικών ιδρυμάτων προέρχεται από μικροκαταθέτες, τα χρήματα των οποίων καλύπτονται σε ποσοστό 90% από εθνικά συστήματα ασφάλισης καταθέσεων. Αντίθετα, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και ο δανεισμός από τη διατραπεζική αγορά παίζουν πολύ μικρότερο ρόλο στη χρηματοδότησή τους.

Το μέσο επιτόκιο καταθέσεων που προσφέρουν οι ανεξάρτητες ψηφιακές τράπεζες ανέρχεται σε περίπου 2,5%, έναντι 1,5% από τις ψηφιακές τράπεζες που είναι θυγατρικές παραδοσιακών ιδρυμάτων και 1% από τις συστημικές τράπεζες της Ευρωζώνης. Υπάρχει, δηλαδή, μια σημαντικά υψηλότερη ανταμοιβή των καταθετών από τις αμιγώς ψηφιακές τράπεζες.

Η ΕΚΤ σημειώνει ότι η απουσία άλλων πηγών χρηματοδότησης των ψηφιακών τραπεζών – όπως εταιρικών καταθέσεων και δανεισμού από τη διατραπεζική αγορά – τις καθιστά πιο ευάλωτες σε ενδεχόμενο τραπεζικού πανικού ή μαζικών αναλήψεων καταθέσεων και, για να αντιμετωπίσουν έναν τέτοιο κίνδυνο, διατηρούν υψηλά επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαίων.

Όσον αφορά το ενεργητικό των ψηφιακών τραπεζών, παρατηρούνται δύο μοντέλα. Το πρώτο είναι αυτό των παραδοσιακών τραπεζών που χρησιμοποιούν τις καταθέσεις τους για να χορηγούν δάνεια και να έχουν κέρδη από τη δραστηριότητα αυτή (τη διαφορά μεταξύ επιτοκίων δανείων και καταθέσεων), με τις ψηφιακές τράπεζες να εξειδικεύονται συνήθως σε κάποια κατηγορία δανείων – καταναλωτικά, στεγαστικά ή επιχειρηματικά – και μόνο λίγες να διαθέτουν διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια δανείων.

Το δεύτερο μοντέλο αφορά τράπεζες που διαθέτουν μικρό μόνο ποσοστό των καταθέσεων που συγκεντρώνουν για τη χορήγηση δανείων, τοποθετώντας το υπόλοιπο σε ρευστά στοιχεία ενεργητικού, όπως τα διαθέσιμα σε κεντρικές τράπεζες. Τα πολύ υψηλά «μαξιλάρια» ρευστότητας των ψηφιακών τραπεζών είναι πιθανόν να αντανακλούν και την περιορισμένη δραστηριότητά τους στις χορηγήσεις δανείων.

Το υψηλότερο κόστος καταθέσεων και οι υψηλές πάγιες δαπάνες (για τα ηλεκτρονικά τεχνολογικά συστήματα) έχουν ως αποτέλεσμα οι ψηφιακές τράπεζες να παραμένουν λιγότερο κερδοφόρες από τις παραδοσιακές, παρά το ότι δεν διαθέτουν δίκτυο καταστημάτων. Στη χαμηλότερη κερδοφορία τους συμβάλλουν και οι υψηλότεροι κεφαλαιακοί δείκτες, καθώς αυτό τους στερεί τη δυνατότητα πιο προσοδοφόρων τοποθετήσεων.

Του Άκη Χαραλαμπίδη

Καλοκαίρι με drone, μυστικούς ελέγχους και «τουρίστες-εφοριακούς»

Με τη θερινή περίοδο να βρίσκεται προ των πυλών και την τουριστική δραστηριότητα να ανεβάζει ταχύτητα, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της ΑΑΔΕ τίθενται σε πλήρη επιφυλακή. Στο επίκεντρο βρίσκεται ένα εκτεταμένο επιχειρησιακό σχέδιο, το οποίο προβλέπει περισσότερους από 40.000 ελέγχους σε τουριστικές περιοχές, νησιά και ζώνες αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας. Ο στόχος είναι διττός: η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και ο εντοπισμός εποχικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια παύουν τη λειτουργία τους χωρίς να αποδώσουν τους αναλογούντες φόρους.

Το επιχειρησιακό πλάνο, το οποίο ενεργοποιείται σταδιακά από τα τέλη Μαΐου, εκτείνεται σε καθημερινή βάση, με ελέγχους καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας – πρωί, απόγευμα και βράδυ – ακόμη και κατά τις αργίες.

Ζωντανός συντονισμός και ψηφιακή τεχνολογία αιχμής

Η «καρδιά» της επιχείρησης θα βρίσκεται στην Αίθουσα Επιχειρήσεων της ΑΑΔΕ, από όπου θα πραγματοποιείται ο κεντρικός συντονισμός σε πραγματικό χρόνο. Οι ελεγκτικές ομάδες θα μεταδίδουν εικόνες και στοιχεία από τα σημεία ελέγχου – φωτογραφίες, βίντεο και επιτόπιες αναφορές – ενισχύοντας τον άμεσο εντοπισμό παρατυπιών.

Σε πιο σύνθετες αποστολές, θα αξιοποιούνται drone για την εναέρια επιτήρηση επιχειρήσεων πριν την ελεγκτική παρέμβαση. Η εναέρια παρακολούθηση αναμένεται να ενισχύσει τη στοχευμένη προσέγγιση των ελέγχων, ιδίως σε δυσπρόσιτες ή πολυσύχναστες περιοχές, όπου η συνολική εικόνα του χώρου διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην τελική αξιολόγηση.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη χρήση της εφαρμογής ΕΛΕΓΧΟΣlive, η οποία είναι εγκατεστημένη σε tablet που φέρουν οι ελεγκτές. Μέσω της εφαρμογής αυτής, οι εφοριακοί έχουν άμεση πρόσβαση στο φορολογικό προφίλ κάθε επιχείρησης, με δυνατότητα διασταυρώσεων σε πραγματικό χρόνο με δηλωθέντα εισοδήματα, δηλώσεις ΦΠΑ και λοιπά στοιχεία από τα ηλεκτρονικά αρχεία της ΑΑΔΕ. Ο έλεγχος ολοκληρώνεται με την έκδοση και επί τόπου κοινοποίηση σημειώματος προς τον ελεγχόμενο.

Μυστικοί έλεγχοι και «τουρίστες-εφοριακοί»

Το σχέδιο προβλέπει και ελέγχους με μυστική ταυτότητα. Εφοριακοί μεταμφιεσμένοι σε τουρίστες θα επισκέπτονται καταστήματα εστίασης, ενοικιαζόμενα δωμάτια, παραλιακά μπαρ και λοιπές εποχικές επιχειρήσεις, προκειμένου να διαπιστώσουν αν εκδίδονται νόμιμα παραστατικά. Η πρακτική αυτή έχει αποδειχθεί αποτελεσματική τα προηγούμενα έτη, κυρίως σε τουριστικούς προορισμούς με υψηλή εποχικότητα.

Ενίσχυση των Δ.Ο.Υ. και γεωγραφική διασπορά των ελέγχων

Για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών, η ΑΑΔΕ έχει προχωρήσει σε ενίσχυση κρίσιμων Δ.Ο.Υ. σε τουριστικές περιοχές για τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Στις Δ.Ο.Υ. που ενισχύονται περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αυτές της Μυκόνου, Θήρας, Ρόδου, Κω, Κέρκυρας, Χανίων, Ζακύνθου, Πάρου, Νάξου, Ηρακλείου, Σύρου, καθώς και άλλες σε ηπειρωτικές και νησιωτικές περιοχές με αυξημένη τουριστική κίνηση.

Σαρωτικοί έλεγχοι και κυρώσεις

Οι ελεγκτικές αρχές θα εξετάζουν, μεταξύ άλλων:

  • Την έκδοση αποδείξεων και τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις ΦΠΑ

  • Την τήρηση των φορολογικών βιβλίων

  • Τη φορολογική συμπεριφορά κάθε επαγγελματία βάσει του ιστορικού του

  • Πιθανές ενδείξεις ύπαρξης «εικονικών» επιχειρήσεων που λειτουργούν αποκλειστικά κατά τη θερινή περίοδο

Σε περιπτώσεις παραβάσεων προβλέπονται άμεσα μέτρα αναστολής λειτουργίας, όπως:

  • Αναστολή 48 ωρών για μη έκδοση άνω των 10 αποδείξεων ή για συναλλαγές χωρίς απόδειξη συνολικής αξίας άνω των 500 ευρώ

  • Αναστολή 96 ωρών σε περίπτωση υποτροπής εντός του ίδιου ή του επόμενου έτους

  • Αναστολή 10 ημερών για πολλαπλές υποτροπές εντός δύο φορολογικών ετών

  • Επιπλέον 10 ημέρες αναστολής για παραβίαση σφραγισμένου καταστήματος

Η ΑΑΔΕ επιδιώκει να στείλει σαφές μήνυμα ότι η φορολογική συμμόρφωση δεν αποτελεί μόνο ζήτημα νομιμότητας, αλλά θεμέλιο για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ιδίως σε περιόδους αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας. Οι τουριστικές επιχειρήσεις καλούνται να επιδείξουν διαφάνεια και συνέπεια – όχι μόνο έναντι της πολιτείας, αλλά και στο πλαίσιο του θεμιτού ανταγωνισμού.

Του Θανάση Παπαδή

Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ΗΠΑ και ΕΕ για τους δασμούς

Η ομάδα διαπραγματευτών της κυβέρνησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απαιτεί να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε μονομερείς μειώσεις δασμών σε αμερικανικά εισαγόμενα αγαθά, διαμηνύοντας πως εάν δεν υπάρξουν παραχωρήσεις από τις Βρυξέλλες δεν θα σημειωθεί πρόοδος στις συνομιλίες για την αποφυγή των αμερικανικών «ανταποδοτικών» δασμών 20%, αναφέρει ρεπορτάζ που δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα Financial Times.

Ο αντιπρόσωπος της αμερικανικής προεδρίας για το εμπόριο (USTR) Τζέημισον Γκρηρ αναμένεται να τονίσει στον Ευρωπαίο επίτροπο Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς πως το πρόσφατο «επεξηγηματικό σημείωμα» που υπέβαλαν οι Βρυξέλλες στην Ουάσιγκτον εν όψει των συνομιλιών είναι κατώτερο των αμερικανικών προσδοκιών, αναφέρει η εφημερίδα, επικαλούμενη πηγές της που δεν κατονομάζει.

Στο δημοσίευμα αναφέρεται πως η ΕΕ επεδίωκε να υπάρξει συναινετικό κείμενο-πλαίσιο εν όψει των διαπραγματεύσεων, αλλά τα δυο μέρη απέχουν ακόμη πολύ.

Το πρακτορείο ειδήσεων Reuters σημειώνει πως δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει άμεσα τις πληροφορίες της εφημερίδας. Ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ούτε οι υπηρεσίες του USTR απάντησαν αμέσως όταν το πρακτορείο τούς ζήτησε να σχολιάσουν το δημοσίευμα.

Οι ΗΠΑ εφαρμόζουν τελωνειακούς δασμούς 25% στα αυτοκίνητα, στο αλουμίνιο και στον χάλυβα, καθώς και δασμούς «βάσης» 10% σε σχεδόν όλα τα υπόλοιπα αγαθά που εισάγονται στην αμερικανική αγορά από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, αφού μείωσαν στο μισό τους «ανταποδοτικούς» δασμούς 20% που ανήγγειλαν τον Απρίλιο για 90 ημέρες, προκειμένου να δοθεί περιθώριο να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις ώστε να κλειστεί ευρύτερη συμφωνία.

Σε αντάλλαγμα, οι 27 ανέστειλαν τους δασμούς που είχαν ανακοινώσει πως θα εφάρμοζαν ως αντίποινα για τους αμερικανικούς. Η Κομισιόν πρότεινε κατόπιν μηδενικούς δασμούς για όλα τα βιομηχανικά προϊόντα εκατέρωθεν.

Οι διαπραγματεύσεις για το εμπόριο είναι αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αφού κλειστεί η όποια συμφωνία, πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με άλλα λόγια τα 27 κράτη-μέλη, και επίσης να επικυρωθεί από το ΕΚ.

Οι Σινο-αμερικανοί στο «μάτι» του εμπορικού πολέμου: ανασφάλεια και αλλαγές στις μικρές επιχειρήσεις

Η αβεβαιότητα και η ανησυχία κυριαρχούν στη σινο-αμερικανική κοινότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου «σφίγγει τη θηλιά» γύρω από τις μικρές, συνήθως οικογενειακές, επιχειρήσεις τους. Η ραγδαία άνοδος των δασμών προκαλεί τριγμούς σε μαγαζιά που επί χρόνια στηρίζονται σε εισαγωγές από την Κίνα, αναγκάζοντας πολλούς να επαναξιολογήσουν τις επιλογές τους: κάποιοι παλεύουν να επιβιώσουν από τις αυξήσεις τιμών, άλλοι ψάχνουν εναλλακτικές αγορές στην Ασία, ενώ δεν λείπουν και εκείνοι που σκέφτονται, με βαριά καρδιά, να βάλουν λουκέτο.

«Πολλές επιχειρήσεις καταρρέουν. Είναι τεράστιο το πλήγμα», αποκαλύπτει η Κέητυ, ιδιοκτήτρια μικρού καταστήματος. Το παράπονό της αποτελεί αντανάκλαση μιας συνολικής αγωνίας στη γειτονιά των Σινο-αμερικανών: Οι συνεχείς αλλαγές στη φορολογία των εισαγωγών έκαναν την επιβίωση εξαιρετικά δύσκολη.

Από τη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της αμερικανικής προεδρίας ο Ντόναλντ Τραμπ, επιβλήθηκε σειρά δασμών επί των κινεζικών προϊόντων, στέλνοντας στα ύψη τις τιμές εισαγωγών στη χώρα. Τον περασμένο Απρίλιο, οι δασμοί έφτασαν στο αστρονομικό 145%. Σε απάντηση, η Κίνα επέβαλε δασμούς 125% στα αμερικανικά προϊόντα, με αποτέλεσμα ένα σκηνικό εμπορικού αποκλεισμού που έστειλε τις μικρές επιχειρήσεις να «σαλπάρουν» σε αχαρτογράφητα νερά.

Μέσα σε μερικές εβδομάδες, οι δύο χώρες συμφώνησαν σε μία εκεχειρία 90 ημερών· ωστόσο, τα βασικά μέτρα παρέμειναν, με τον ελάχιστο δασμό να ανέρχεται στο 30%. Για τους περισσότερους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, αυτό το ποσοστό εξακολουθεί να είναι απαγορευτικό.

Το ερώτημα που πλανάται πλέον είναι αν η κινεζική παροικία θα καταφέρει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Κάποιοι εξετάζουν τη μεταφορά της εφοδιαστικής αλυσίδας τους σε άλλες ασιατικές χώρες, όπως το Βιετνάμ ή η Ταϊλάνδη. Όμως το κόστος, η ποιότητα και η συνέπεια των νέων προμηθευτών παραμένουν αβέβαιες.

Όλα αυτά διαμορφώνουν μια ζοφερή πραγματικότητα για εκατοντάδες μικρές επιχειρήσεις: ένα τοπίο γεμάτο αγωνία, ανατροπές και αβεβαιότητα, όπου και η παραμικρή επιχειρηματική απόφαση μπορεί να κρίνει το μέλλον όλης της οικογένειας.

Η Moody’s υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ

Η Moody’s Ratings υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών από Αaa σε Αa1, αφαιρώντας από τη χώρα την τελευταία κορυφαία αξιολόγηση που διέθετε από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης. Η απόφαση, η οποία ελήφθη στις 16 Μαΐου, αποδόθηκε στη συνεχιζόμενη αύξηση του δημόσιου χρέους, την εκτίναξη των πληρωμών τόκων και την έλλειψη πολιτικής βούλησης για περιορισμό των χρόνιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

Η Moody’s ανέφερε πως παρατηρείται διαρκής επιδείνωση των δημοσιονομικών θεμελιωδών μεγεθών διαχρονικά, επί διαδοχικών κυβερνήσεων, ενώ σημείωσε ότι δεν αναμένει τα ισχύοντα σχέδια πολιτικής να οδηγήσουν σε ουσιαστική μείωση του ελλείμματος στο προσεχές μέλλον.

Όπως επισημάνθηκε, η υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα σε κλίμακα 21 σημείων αντανακλά την πολυετή αύξηση των δεικτών χρέους και πληρωμών τόκων του κράτους σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με άλλα κράτη με παρόμοια αξιολόγηση. Σύμφωνα με τον οίκο, δεν εκτιμάται ότι οι τρέχουσες δημοσιονομικές προτάσεις θα οδηγήσουν σε σημαντικές μειώσεις των υποχρεωτικών δαπανών ή των ελλειμμάτων σε βάθος χρόνου.

Παρά την υποβάθμιση, η Moody’s αναβάθμισε την προοπτική της πιστοληπτικής αξιολόγησης από «αρνητική» σε «σταθερή», στη νέα βαθμίδα Αa1. Ο οίκος επικαλέστηκε τη συνεχιζόμενη ισχύ των βασικών θεσμών των ΗΠΑ καθώς και την εμπιστοσύνη στη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα της οικονομίας.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εξαιρετικά πλεονεκτήματα, όπως το μέγεθος, η ανθεκτικότητα και η δυναμική της οικονομίας τους, καθώς και ο ρόλος του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος. Επιπλέον, ενώ τους τελευταίους μήνες παρατηρείται κάποιος βαθμός πολιτικής αβεβαιότητας, εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν την μακρά παράδοση αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής υπό την καθοδήγηση μιας ανεξάρτητης Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed).

Η αναφορά της Moody’s στην ανεξαρτησία της Fed γίνεται σε μια περίοδο εντεινόμενων πολιτικών πιέσεων προς την Κεντρική Τράπεζα. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει αυξήσει τις δημόσιες επικρίσεις του προς τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, κατηγορώντας τον ότι καθυστερεί τις μειώσεις επιτοκίων και ότι χρησιμοποιεί τη νομισματική πολιτική για πολιτικούς σκοπούς. Αν και ο Τραμπ δήλωσε πρόσφατα ότι δεν σχεδιάζει να απομακρύνει τον Πάουελ, τα σχόλιά του έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την πολιτική επιρροή στη λειτουργία της κεντρικής τράπεζας—παράγοντας που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Moody’s παρακολουθεί στενά.

Παρά τα στοιχεία θεσμικής ανθεκτικότητας που επικαλείται η Moody’s για την απόδοση «σταθερής» προοπτικής, τα δημοσιονομικά δεδομένα πίσω από την υποβάθμιση είναι ανησυχητικά. Ο οίκος προβλέπει ότι το ομοσπονδιακό έλλειμμα θα ανέλθει κοντά στο 9% του ΑΕΠ έως το 2035, από 6,4% το 2024, κυρίως λόγω αυξημένων δαπανών για κοινωνικά επιδόματα και της επιβάρυνσης από τους τόκους. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί από 98% του ΑΕΠ το 2024 στο 134% έως το 2035. Μέχρι τότε, μόνο οι πληρωμές τόκων ενδέχεται να απορροφούν έως και το 30% των ομοσπονδιακών εσόδων—ποσοστό υπερτριπλάσιο σε σύγκριση με το 2021.

Οι προβλέψεις αυτές συμβαδίζουν με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την τελευταία μηνιαία έκθεση, το έλλειμμα για τους πρώτους επτά μήνες του οικονομικού έτους 2025 ανέρχεται ήδη σε περισσότερα από 1,048 τρισεκατομμύρια δολάρια. Παρότι τον Απρίλιο καταγράφηκε πλεόνασμα 258 δισ. λόγω της φορολογικής περιόδου, οι συνολικές δαπάνες έχουν φθάσει τα 4,16 τρισεκατομμύρια, με τις καθαρές πληρωμές τόκων να ανέρχονται στα 579 δισ.—τοποθετώντας τις ΗΠΑ σε πορεία προς το υψηλότερο ετήσιο ποσό εξυπηρέτησης χρέους στην ιστορία τους.

Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών αύξησε σημαντικά τις προβλέψεις για νέο δανεισμό. Στην τελευταία του εκτίμηση, το υπουργείο δήλωσε ότι αναμένει να δανειστεί 514 δισ. δολάρια για την περίοδο Απριλίου–Ιουνίου—ποσό υπερτετραπλάσιο σε σχέση με την εκτίμηση του Φεβρουαρίου. Προβλέπεται επιπλέον δανεισμός 554 δισ. κατά το τρίτο τρίμηνο, γεγονός που υποδεικνύει συνεχιζόμενη πίεση στα δημόσια οικονομικά.

Η υποβάθμιση αναζωπύρωσε τις εκκλήσεις οικονομικών παρατηρητηρίων και ειδικών προϋπολογισμού για άμεση δράση προς σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών. Ο Μάικλ Πίτερσον, επικεφαλής του Ιδρύματος Peter G. Peterson, σχολίασε ότι η απόφαση της Moody’s θα έπρεπε να λειτουργήσει ως «καμπανάκι» για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Όπως ανέφερε σε δήλωσή του, όσοι αναζητούσαν ένα σημείο καμπής για να σταματήσουμε την αύξηση του εθνικού χρέους, δεν έχουν παρά να δουν την υποβάθμιση της Moody’s. Πρόσθεσε ότι δεν είναι αποδεκτό για μια μεγάλη χώρα όπως οι ΗΠΑ να υπονομεύει τη δική της πιστοληπτική αξιοπιστία, τονίζοντας ότι υπάρχουν λύσεις στο τραπέζι που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα με την κατάλληλη ηγεσία.

Η απόφαση της Moody’s προκάλεσε επίσης αντιδράσεις από μερίδα οικονομολόγων, οι οποίοι θεώρησαν ότι η αξιολόγηση αντανακλά πολιτικά κίνητρα παρά αντικειμενική οικονομική ανάλυση. Ο οικονομολόγος και πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στίβεν Μουρ, υποστήριξε ότι η Moody’s λειτουργεί πλέον περισσότερο ως πολιτικός φορέας παρά ως οίκος αξιολόγησης. Όπως δήλωσε, ο οίκος υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Αμερικής επί προεδρίας Τραμπ, ενώ δεν είχε πράξει το ίδιο όταν, κατά την περίοδο Μπάιντεν, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 5 τρισ. δολάρια και ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 9%. Κατά την άποψή του, οι φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ της ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν από τον Τραμπ ενισχύουν την ευημερία και μειώνουν τον πιστωτικό κίνδυνο.