Σάββατο, 21 Δεκ, 2024

Κάστρο Guédelon: Ζωντανεύοντας τον 13ο αιώνα, μέρος α΄

GUÉDELON, Γαλλία – Τον Μεσαίωνα, τα κάστρα καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της ευρύτερης περιοχής. Όταν χτιζόταν ένα κάστρο, κοντά του ξεφύτρωναν χωριά, όπου κατοικούσαν οι τεχνίτες και τις οικογένειές τους. Ένα δάσος, ένα λατομείο και το χώμα με στρώματα πηλού ήταν απαραίτητα για την παροχή των υλικών για την οικοδόμηση.

Πριν από 26 χρόνια, ένας Γάλλος ξεκίνησε ένα μεγαλόπνοο εγχείρημα, για να αναδείξει τις μεσαιωνικές μεθόδους εργασίας, μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια, στο χτίσιμο ενός κάστρου. Αποκάλεσε δε το έργο αυτό Γκεντελόν (Guédelon).

Το κάστρο Γκεντελόν είναι το πνευματικό παιδί του Μισέλ Γκιγιό, ενός ανθρώπου που τον αποκάλεσαν θεοπάλαβο όταν αποφάσισε να χτίσει ένα κάστρο του 13ου αιώνα, με μεθόδους και εργαλεία του 13ου αιώνα, στη Γαλλία του 21ου αιώνα. Ακόμα κι αν ήταν μια πραγματοποιήσιμη ιδέα, γιατί να θέλει κανείς να κάνει κάτι τέτοιο; Αλλά η αφοσίωση του κου Γκιγιό στην επιθυμία του να παρουσιάσει τη μεσαιωνική ζωή στο κοινό, οδήγησαν τελικά στη γέννηση του εγχειρήματος Γκεντελόν.

 A castle must be built in the right setting, near a forest and quarry. (Courtesy of Guédelon)
Ένα κάστρο πρέπει να χτιστεί στο κατάλληλο περιβάλλον, κοντά σε δάσος και λατομείο. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Η διάρκεια κατασκευής του Γκεντελόν υπολογίστηκε σε περίπου 25 χρόνια. Οι τεχνίτες, ντυμένοι με ρούχα εποχής, δεσμεύτηκαν για τη σχεδόν τριακονταετή διαδικασία και τον μεθοδικό, αργό, αλλά αποφασιστικό ρυθμό της κατασκευής με τους πέτρινους όγκους. Οι κότες και οι χήνες τσιμπολογούν ελεύθερα το έδαφος και τα μαντρωμένα πρόβατα περιμένουν υπομονετικά να κουρευτεί το μαλλί τους, για να το πάρει ο ανυφαντής. Ο ήχος της πέτρας που δουλεύεται με σφυρί και καλέμι ή του σιδήρου που σφυρηλατείται με σπίθες να πετούν έχει μια ρυθμική ποιότητα που αναμειγνύεται με το οργανικό περιβάλλον. Το παρελθόν είναι παρόν σε κάθε στροφή στο Γκεντελόν.

Το Γκεντελόν πρόκειται να αποτελέσει ένα παράδειγμα πειραματικής αρχαιολογίας τεραστίων διαστάσεων για την καλύτερη κατανόηση του έργου των αρχιμαστόρων του 13ου αιώνα. Ο λόγος που επιλέχθηκε ο συγκεκριμένος αιώνας ήταν γιατί γενικά θεωρείται ως η «χρυσή εποχή» του Μεσαίωνα. Ο καιρός τότε ευνοούσε τόσο τις καλλιέργειες όσο και τις οικοδομές, ο κόσμος ευημερούσε και γενικά ήταν μια ειρηνική εποχή με λίγες σχετικά πολεμικές συρράξεις. Ήταν μια εποχή μεγάλων καινοτομιών, πολλές από τις οποίες χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα.

 A water wheel built by hand. (Courtesy of Guédelon)
Ένας χειροποίητος νερόμυλος. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Η αποστολή του κου Γκιγιό

Ο κος Γκιγιό ανέπτυξε το πάθος του για τα κάστρα μεγαλώνοντας στη Γαλλία της δεκαετίας του 1950, ανάμεσα σε άφθονα μεσαιωνικά ερείπια που αποτελούσαν συνηθισμένο προορισμό οικογενειακών διακοπών. Αυτό δεν ήταν και τόσο διασκεδαστικό για τον κο Γκιγιό εκείνη την εποχή. Αν έχεις δει ένα ερείπιο, τα έχεις δει όλα, σκεφτόταν – όμως παρά την απέχθειά του (ή ίσως εξαιτίας της) για τα ερειπωμένα μεσαιωνικά κάστρα, γεννήθηκε μέσα του η επιθυμία να δει ένα κάστρο να ζωντανεύει. Θα μπορούσε να χτίσει ο ίδιος ένα; Ήταν ένα μεγαλεπήβολο όνειρο, αλλά στη γενέτειρά του, το Μπερί, στην κοιλάδα του Λίγηρα, τα μεγάλα όνειρα ήταν αρκετά συχνό φαινόμενο. Το Μπερί ήταν, επίσης, η πατρίδα της Ιωάννας της Λωραίνης.

 Château de Saint-Fargeau, Yonne, Bourgogne, France. (<a class="extiw" title="fr:Utilisateur:Christophe.Finot" href="https://fr.wikipedia.org/wiki/Utilisateur:Christophe.Finot">Christophe.Finot</a>/<a class="mw-mmv-license" href="https://creativecommons.org/licenses/by-sa/3.0" target="_blank" rel="noopener">CC BY-SA 3.0</a>)
Κάστρο Σαιν-Φαρζώ, Υόννη, Βουργουνδία, Γαλλία. (Christophe.Finot/CC BY-SA 3.0)

 

Μεγαλώνοντας, ο κος Γκιγιό σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι  ζωγραφική, ιστορία της τέχνης και γεωμετρία, ενώ στη συνέχεια άρχισε να ενδιαφέρεται για τα άλογα και τις ιππικές τέχνες. Με τα χρήματα που κέρδισε από τη διδασκαλία μαθημάτων ιππασίας και, σε συνδυασμό με τον αχαλίνωτο ενθουσιασμό του, κατάφερε να πείσει την τράπεζα να του δανείσει τα χρήματα για να αγοράσει το πρώτο του κάστρο, το Λα Ρος (La Roche). Το Λα Ρος ήταν το πρώτο από τα πολλά κάστρα του κου Γκιγιό και το μοναδικό που απέκτησε στην πατρίδα του, το Μπερί.

Το 1979, οι επιστάτες ενός ερειπωμένου κάστρου του 15ου αιώνα, του Σατώ Σαιν-Φαρζώ (Château Saint-Fargeau), θεώρησαν ότι ο κος Γκιγιό ήταν αυτός που έπρεπε να αναλάβει την αποκατάσταση του παραμελημένου κτίσματος στην περιοχή Πουιζέ της Γαλλίας. Το Σαιν-Φαρζώ βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Βουργουνδίας, μόλις δύο ώρες οδήγησης νότια του Παρισιού, στα μισά της διαδρομής μεταξύ της Πόλης του Φωτός και της Ντιζόν.

Το κάστρο του Σαιν-Φαρζώ ήταν η ιδανική τοποθεσία για την υλοποίηση της μεσαιωνικής θεατρικής παράστασης που ήθελε να υλοποιήσει ο κος Γκιγιό. Κάθε χρόνο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, 600 ηθοποιοί και 60 άλογα αναπαριστούν ένα ιστορικό θέαμα που καλύπτει 1.000 χρόνια και φέρνει τη μεσαιωνική εποχή στο προσκήνιο.

 Horse-drawn cart hauling timbers for castle construction. (Courtesy of Guédelon)
Η ξυλεία για την κατασκευή του κάστρου μεταφέρεται με κάρο. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Μετά την επιτυχημένη ανακαίνιση του Σαιν-Φαρζώ, χρειαζόταν μια μεγαλύτερη πρόκληση. Το Σαιν-Φαρζώ τον είχε πείσει για την αγάπη του κοινού για τον Μεσαίωνα και ότι ένα πειραματικό μεσαιωνικό εργοτάξιο, αυθεντικό σε κάθε λεπτομέρεια, θα είχε ευρεία απήχηση.

«Είπα στον εαυτό μου ότι οι τρελές πράξεις είναι τα μόνα πράγματα για τα οποία δεν μετανιώνει κανείς στη ζωή του», δηλώνει ο κος Γκιγιό στο βιβλίο «Guedelon: Fanatics for a Fortress» των Φιλίπ Μινάρ και Φρανσουά Φοτσέ. Αλλά, για να γίνει το όνειρό του πραγματικότητα, χρειαζόταν ένα ακόμη άτομο: τη Μαριλίν Μαρτάν.

Η Κυρά του κάστρου

Ο κος Γκιγιό χρειαζόταν κάποιον που θα τον βοηθούσε στην εποπτεία του έργου, στην αγορά του οικοπέδου, στη χρηματοδότηση του κτισίματος και στη συγκρότηση του συνεργείου. Αυτός ο κάποιος ήταν η κα Μαρτάν, η οποία έγινε γνωστή ως η «Κυρά του κάστρου».

Η κα Μαρτάν είχε ιδρύσει λίγο καιρό πριν την Emeraude, μια ένωση αποκατάστασης που ειδικευόταν στη συντήρηση των παραποτάμιων όχθεων, βοηθώντας αρκετούς ανέργους της περιοχής να βρουν εργασία. Για να αξιοποιήσει στο έπακρο την επιχείρησή της, επέστρεψε στα θρανία για να σπουδάσει δασολογία. Μέσω της εργασίας της, γνώρισε τον κο Γκιγιό και έφερε μερικούς από τους εργάτες της στο εγχείρημα Γκεντελόν.

Αυτό που έλειπε μόνο ήταν το οικόπεδο. Ένας γεωγραφικός χάρτης της περιοχής μετατράπηκε σε χάρτη θησαυρού για την ανεύρεση του μεγαλύτερου κοιτάσματος ψαμμίτη στην περιοχή. Το μέρος που εντοπίστηκε ήταν ιδιόκτητο, χωρίς εμπορική αξία, αλλά αποτελούσε χρυσωρυχείο για την παροχή της πέτρας, του ξύλου, του νερού και της άμμου που χρειάζονταν για την κατασκευή.

Οι ιδιοκτήτες δεν ήθελαν να πουλήσουν τη γη τους, παρόλο που δεν τη χρησιμοποιούσαν. Αλλά ένα από τα χαρακτηριστικά της κας Μαρτάν είναι η επιμονή. Έτσι, η κατασκευή άρχισε το 1997.

Κατασκευή

Ο Ζακ Μουλάν, ο επικεφαλής αρχιτέκτονας ιστορικών μνημείων στη Γαλλία, έκανε το σχέδιο του κάστρου ακολουθώντας τους οικοδομικούς κανόνες του 13ου αιώνα, κανόνες που είχε θέσει η Καθολική Εκκλησία. Αλλά, η αυθεντικότητα είναι το κλειδί για το Γκεντελόν, ξεκινώντας από τα πλούσια υλικά που παρέχει η γη, όπως οι γέρικες βελανιδιές και ο σιδηρούχος ψαμμίτης που μεταφέρθηκε από το λατομείο.

 A blacksmith keeps the forge fire going. (Courtesy of Guédelon)
Ο σιδεράς συντηρεί τη φωτιά του σιδηρουργείου. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Οι τεχνίτες εκπαιδεύτηκαν στις μεθόδους κατασκευής κάστρων που χρησιμοποιούνταν πριν από οκτώ αιώνες. Η ικανότητα προσαρμογής ήταν το μοναδικό απαιτούμενο προσόν για να συμμετέχει κανείς στο έργο. Άνθρωποι από διαφορετικά επαγγέλματα, από αρτοποιούς μέχρι ηλεκτρολόγους, έλαβαν ειδική εκπαίδευση για να δουλέψουν ως τεχνίτες του 13ου αιώνα.

Ένα από τα θέλγητρα της δουλειάς ήταν η εξασφαλισμένη εργασία για τουλάχιστον 23 χρόνια που θα διαρκούσε το έργο. Επίσης θα μάθαιναν μια νέα τέχνη, θα στεγάζονταν στις εγκαταστάσεις και τα έξοδα διαβίωσής τους θα ήταν ελάχιστα.

 Stonemasons setting stone in a structure. (Courtesy of Guédelon)
Λιθοξόοι τοποθετούν μια πέτρα στην οικοδομή. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Το αρχικό συνεργείο αποτελούνταν από 50 λιθοξόους, ξυλουργούς, λατόμους, κεραμοποιούς, μαστόρους, ξυλοκόπους, αγγειοπλάστες, κατασκευαστές σχοινιών και καλαθιών, υφαντές, εργάτες και έναν σιδερά, οι οποίοι διδάχθηκαν και δούλεψαν με τις αρχαίες τεχνικές που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των κάστρων τον Μεσαίωνα.

Τεχνικές κατασκευής

Οι εργασίες άρχισαν με τα εργαλεία που σφυρηλάτησε ο σιδηρουργός. Η ξυλεία κόπηκε και δουλεύτηκε με το χέρι και οι πέτρες από το λατομείο σμιλεύτηκαν μία μία και τοποθετήθηκαν προσεκτικά στη θέση τους με το χέρι και με το νήμα της στάθμης μόνο να τους καθοδηγεί.

Τα υλικά δένονταν με σχοινιά από κάνναβη και μεταφέρονταν με χειροποίητα ιππήλατα κάρα. Για την κατασκευή της σταθερής γέφυρας που χρησιμοποιήθηκε, κόπηκαν 57 βελανιδιές από το δάσος Γκεντελόν, τετραγωνίστηκαν και πριονίστηκαν από τους ξυλοκόπους, κόπηκαν και συναρμολογήθηκαν από τους ξυλουργούς με 670 καρφιά, που σφυρηλατήθηκαν ένα προς ένα από τον σιδηρουργό.

 Preparing a stone to be hewn. (Courtesty of Guédelon)
Προετοιμάζοντας μια πέτρα για να λαξευτεί. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Το 2006, ο αρχιμάστορας Πατρίς Στεφάν εξήγησε στους επισκέπτες τη χρήση του κονιάματος που χρησιμοποιούσαν: «Αυτό το κονίαμα είναι διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιείται στις σύγχρονες κατασκευές. Στεγνώνει αργά, γεγονός που επιτρέπει την ευελιξία των τοίχων, κάτι πολύ καλό όταν τους κτυπούσαν πολεμικές φατρίες. Χρειάζονται χρόνια για να στεγνώσει πλήρως». Κάποιος θα μπορούσε επίσης να το αποκαλέσει μεσαιωνική αντισεισμική προστασία.

Για την παρασκευή του κονιάματος χρειαζόταν ασβεστόλιθος, ένα από τα λίγα υλικά που δεν υπήρχαν στο Γκεντελόν. Ένα γειτονικό λατομείο παρείχε την πέτρα, η οποία στη συνέχεια ψηνόταν σε κλίβανο, για να παραχθεί ο ασβέστης που ήταν απαραίτητος για το κονίαμα και το ασβέστωμα των τοίχων. Η μέθοδος του ασβεστόλιθου μελετάται σήμερα εκ νέου για να χρησιμοποιηθεί στις σύγχρονες κατασκευές αντί του τσιμέντου.

Παρόλο που το έργο απαιτούσε οικοδομικά εργαλεία και μεθόδους του 13ου αιώνα, επιτράπηκαν ορισμένες σύγχρονες προσθήκες για λόγους ασφαλείας. Παραδείγματος χάριν, ο νόμος για τις οικοδομικές κατασκευές στη Γαλλία απαιτεί γυαλιά ασφαλείας και μπότες ενισχυμένες με σίδερο μπροστά – ακόμη και για την κατασκευή ενός μεσαιωνικού κάστρου. Επιπλέον, ειδικά σχοινιά συνέδεαν το βαρούλκο με τον τροχό του πέλματος για την ανύψωση των λίθων του ενός τόνου.

 The on-site vegetable garden which grows hemp for making rope. (Courtesy of  Guédelon)
Στον λαχανόκηπο του εργοταξίου καλλιεργείται κάνναβη για την κατασκευή των σχοινιών. (ευγενική παραχώρηση του Guédelon)

 

Όσοι συμμετείχαν εθελοντικά πλήρωσαν ένα μικρό ποσό για να μάθουν τις απαραίτητες για το Γκεντελόν τέχνες. Μια νεαρή γυναίκα από τη Σουηδία, η οποία δούλευε στην κοπή της πέτρας, είπε: «Αισθάνομαι προνομιούχα που συμμετέχω σε μια τέτοια προσπάθεια που θα προσφέρει στο κοινό, ιδίως στα παιδιά, μια εικόνα της ζωής του 13ου αιώνα».

Το Γκεντελόν υπήρξε ένα τεράστιο επιστημονικό πείραμα που παρείχε ένα νέο μέσο για την καλύτερη χρήση των πόρων της γης, κάτι που ήταν μέρος αυτού που ήθελε ο κος Γκιγιό, μαζί με την εκπαιδευτική αξία που θα είχε για τους μελλοντικούς επισκέπτες.

Το Γκεντελόν είχε ολοκληρωθεί κατά το ένα τρίτο όταν γιόρτασε τα 10α γενέθλιά του το 2007. Το κάστρο αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το 2033, και στη συνέχεια θα αρχίσει η κατασκευή ενός παρεκκλησιού και ενός χωριού, παρέχοντας σε μια άλλη γενιά την ευκαιρία να δει τον Μεσαίωνα να ζωντανεύει.

Η γράφουσα επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Γκεντελόν το 2006. Ξαναπήγε τον Μάιο του 2023, για να διαπιστώσει την πρόοδο που έχει συντελεστεί μέσα σε αυτά τα 17 χρόνια. Στο β΄μέρος του αφιερώματος, παρουσιάζεται το κάστρο Γκεντελόν όπως είναι το 2023.

Της Debra Amundson

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

«Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και το φάσμα των φατριών»: μια σειρά συζητήσεων με αφορμή το θεατρικό έργο του Παντελή Μπουκάλα

«Το θέατρο (και η λογοτεχνία γενικότερα) είναι τέχνη της απορίας και των ερωτημάτων, όχι των τελεσίδικων απαντήσεων, και μάλιστα σε ζητήματα για τα οποία η ιστοριογραφία δεν συμφωνεί στις προσεγγίσεις και τα συμπεράσματά της. Είναι τέχνη μέχρις ενός σημείου αρχαιολογική: δοκιμάζει να αναδείξει τις στρώσεις των συναισθημάτων και των σκέψεων των ηρώων της, αποφεύγει όμως να προσφέρει έτοιμη τη μία και μόνη ερμηνεία τους.»

Με βάση αυτή τη ρήση του Παντελή Μπουκάλα, μετά από κάθε παράσταση, στο Studio Μαυρομιχάλη θα βρίσκεται μια προσωπικότητα από διαφορετικούς χώρους της δημόσιας ζωής, προκειμένου να γίνει συζήτηση, όχι μόνο για τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, αλλά και για τη μεγαλειώδη στιγμή του ελληνικού έθνους, την Επανάσταση του 1821. Με τους ήρωες της, τους προδότες της, τα αμφιλεγόμενα πρόσωπα, τις αντιφάσεις της, τις προσδοκίες, τις διαψεύσεις,, τα φωτεινά αλλά και τα σκοτεινά της σημεία. Και φυσικά για το πώς αυτή η μεγαλειώδης εξέγερση καθόρισε τη συνέχεια του Ελληνισμού μέχρι σήμερα. Γιατί, όπως πάλι σημειώνει ο Παντελής Μπουκάλας, «η εθνική αυτογνωσία είναι ένα αέναο ζητούμενο».

Στις 10 Νοεμβρίου καλεσμένος είναι ο ιστορικός, υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, Τάσος Σακελλαρόπουλος, ενώ ακολουθούν στις 24 Νοεμβρίου ο ιστορικός, επίτιμο μέλος του Ιδρύματος Μεσογειακών Σπουδών και ομότιμος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Χρήστος Λούκος, στις 15 Δεκεμβρίου ο καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής και στις 22 Δεκεμβρίου η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας Νέων Χρόνων στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστήμιου Κρήτης Ελευθερία Ζέη.

Η είσοδος στη συζήτηση είναι δωρεάν για το κοινό που θέλει να την παρακολουθήσει.

Λίγα λόγια για την παράσταση

Πόσο συνδεδεμένοι είμαστε με την ιστορία μας;

Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ από ποια πρόσωπα ή ποια γεγονότα πήραν τα ονόματά τους οι οδοί και οι πλατείες που ζούμε ή εργαζόμαστε ή διασχίζουμε σε καθημερινή βάση; Έχουμε ποτέ επιχειρήσει αυτήν τη μικρή σύνδεση με το παρελθόν μας;

Αυτή ήταν η αφορμή για να προχωρήσουμε στη δημιουργία μιας παράστασης για τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, έναν από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής επανάστασης του 1821, από τον οποίον πήρε το όνομά της η οδός Μαυρομιχάλη και κατ’ επέκταση το θέατρό μας, Studio Μαυρομιχάλη.

Και είχαμε την τεράστια τύχη και τιμή, συνοδοιπόρος μας σε αυτή μας την προσπάθεια να είναι ο Παντελής Μπουκάλας, που ανέλαβε τη συγγραφή του έργου.

Παντελής Μπουκάλας: Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση, ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, ο οικείος μας Πετρόμπεης, παραμένει, αν όχι ένα σημείο αμφιλεγόμενο, πάντως ένα πρόσωπο του Αγώνα ευρύτερα γνωστό όχι για τη μεγάλη συμβολή του στα επαναστατικά χρόνια αλλά για την εμπλοκή της οικογένειάς του στη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια. Στις 9 Οκτωβρίου 1831, ο Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, γιος και αδερφός αντίστοιχα του ηγέτη των Μανιατών, πυροβόλησαν και μαχαίρωσαν θανάσιμα τον Κυβερνήτη στο Ναύπλιο, έξω από τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος. Στη βαθύτατα διχασμένη Ελλάδα, που δεν είχε βρει ακόμα έναν στέρεο βηματισμό, άλλοι θρηνούσαν κι άλλοι πανηγύριζαν.

Γνώριζε άραγε ο Πετρόμπεης τι σχεδίαζαν οι άμεσοι συγγενείς του; Οι ιστοριογραφικές υποθέσεις ποικίλλουν, όπως ποικίλλουν και για την ενδεχόμενη εμπλοκή της Γαλλίας και της Αγγλίας στον φόνο. Διαθέτουμε, ωστόσο, μιαν απάντηση του ίδιου του Πέτρου: «Τι μέτρον ήθελον λάβει αν ο υιός μου και ο αδελφός μου εξεμυστηρεύοντο εις εμέ την συνωμοσίαν των; Ήθελον ακούσει την φωνήν της εκδικήσεως και του αυστηρού πατριωτισμού; Ή το γήρας αυτό και η θρησκεία ήθελον με καταφέρει να λησμονήσω τον Άρχοντα διά να ελεήσω τον άνδρα; Ιδού εξέτασις βασανική δι’ εμέ».

Η απάντηση αυτή πρέπει να συνεκτιμηθεί με τη μεγάλη σημασία που της αξίζει, επειδή δόθηκε σε χρόνο ιστορικά και συναισθηματικά ουδέτερο: γράφτηκε τον Δεκέμβριο του 1842, όταν η υπόληψη της μαυρομιχαλαίικης οικογένειας είχε αποκατασταθεί και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νέα Ημέρα της Τεργέστης στις 25 Μαρτίου 1843.

Ο Πετρόμπεης αρνείται κατηγορηματικά ότι γνώριζε. Η απάντησή του πρέπει να θεωρηθεί ειλικρινής και τίμια, διότι ακόμα και τότε, πέντε χρόνια πριν από τον θάνατό του, δεν συμπληρώνει την άρνησή του αυτή με μια δεύτερη απάντηση που θα βόλευε τη συνείδησή του και θα ενίσχυε το κύρος του. Δεν λέει δηλαδή ότι θα απέτρεπε τους συγγενείς του από το φονικό εγχείρημά τους. Αντίθετα, εκτίθεται εκουσίως στην κριτική, λέγοντας ότι, μια δεκαετία μετά, εξακολουθεί να βασανίζεται από το ερώτημα τι θα έπραττε, αν όντως γνώριζε.

Το θέατρο (και η λογοτεχνία γενικότερα) είναι τέχνη της απορίας και των ερωτημάτων, όχι των τελεσίδικων απαντήσεων, και μάλιστα σε ζητήματα για τα οποία η ιστοριογραφία δεν συμφωνεί στις προσεγγίσεις και τα συμπεράσματά της.

Είναι τέχνη μέχρις ενός σημείου αρχαιολογική: δοκιμάζει να αναδείξει τις στρώσεις των συναισθημάτων και των σκέψεων των ηρώων της, αποφεύγει όμως να προσφέρει έτοιμη τη μία και μόνη ερμηνεία τους.

* * * * *

Η παράσταση «Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και το φάσμα των φατριών», σε κείμενο του Παντελή Μπουκάλα, ανέβηκε αρχικά τον Μάιο του 2023 στο Studio Μαυρομιχάλη από τον Θεατρικό Οργανισμό «Νέος λόγος» και τώρα συνεχίζει και την επόμενη περίοδο 2023-24 με επιχορήγηση από το Υπουργείο Πολιτισμού. Το έργο γράφτηκε κατόπιν παραγγελίας του θεάτρου Studio Μαυρομιχάλη στον Παντελή Μπουκάλα.

Πετρόμπεης

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής – Στέλλα Κρούσκα – Κλεοπάτρα Τολόγκου

Σκηνικά – Κοστούμια: Μάγδα Καλορίτη

Μουσική: Νείλος Καραγιάννης

Φωτισμοί: Φώτης Μακρής

Βίντεο παράστασης: Φοίβος Σαμαρτζής

3D γραφικά: Κωνσταντίνος Οικονόμου

Φωτογραφίες: Δάφνη Δίγκα

Παίζει ο Φώτης Μακρής.

Μαζί του στην σκηνή ο μουσικός Νείλος Καραγιάννης.

Ημέρες και ώρες παράστασης: Κάθε Παρασκευή στις 21:00

Διάρκεια: 90΄, χωρίς διάλειμμα

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:

Κανονικό : 12 ευρώ

Φοιτητικό, κάτω των 25 ετών, άνω των 65 : 10 ευρώ

Άνεργοι, ατέλειες, Α.Μ.Ε.Α.  : 8 ευρώ

Προπώληση: https://www.viva.gr/tickets/theater/o-petrompeis-mauromixalis-kai-to-fasma-ton-fatrion/

Διεύθυνση: Μαυρομιχάλη 134, Νεάπολη Εξαρχείων

Τηλ.: 210 6453330

(με πληροφορίες από το Αθηνόραμα)

Το ανάκτορο των Αρχανών: Ένα μινωικό ανάκτορο που ήρθε πρόσφατα στο φως

Ένα λαμπερό ανάκτορο, στην κυριολεξία, φαίνεται ότι ήταν το μινωικό ανάκτορο των Αρχανών, όπως αποκάλυψε η φετινή ανασκαφή τής Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό τη διεύθυνση της δρος Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη. Όπως ενημερώνει ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, η ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο βορειότερο, μέχρι στιγμής, τμήμα του ανακτόρου προσέθεσε πολλά νέα στοιχεία για το κτίριο και συμπλήρωσε τις γνώσεις μας για την αρχιτεκτονική και την κατασκευή του. Συγκεκριμένα, ανασκάφηκαν ο ισόγειος χώρος και ο πρώτος όροφος, ενώ πλήθος λίθων είχαν καταπέσει από τον δεύτερο ή τρίτο όροφο, συμπαρασύροντας τμήματα των δαπέδων.

Όπως σημειώνει η ίδια ανακοίνωση, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο των φετινών ανασκαφών ήταν η αποκάλυψη της χρήσης για την κατασκευή του ενός λαμπερού υλικού, του γυψόλιθου, γνωστού από τη Φαιστό και την Κνωσό. Στις Αρχάνες χρησιμοποιήθηκε καθ’ υπερβολήν σε παραστάδες, πολύθυρα κ. ά. δημιουργώντας την εντύπωση του «λαμπερού» κτιρίου. Σημαντική ήταν και η αποκάλυψη του πολύθυρου του ανακτόρου, το οποίο μαζί με το δίθυρο -που επίσης αποκαλύφθηκε- από γυψόλιθο και έναν κεντρικό κίονα συγκροτούν το τμήμα ενός «Minoan Hall», σημαντικού στοιχείου της πολυτελούς  μινωικής αρχιτεκτονικής.

Ένα ακόμη νέο στοιχείο είναι ο εντοπισμός του σημείου από όπου είχε αρχίσει η πυρκαγιά με αποτέλεσμα την καταστροφή αυτού του τμήματος του ανακτόρου. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, όπως είχε διαπιστωθεί στις ανασκαφές του 1999/2000 όλο το βόρειο ανασκαμμένο τμήμα (δωμάτια 30-33) είχε καταστραφεί από ισχυρή πυρκαγιά, αντίθετα με το λοιπό προς νότια και δυτικά τμήμα, το οποίο και ανεσκάφη τότε. Η πυρκαγιά είχε φθάσει στους 1.000 βαθμούς, όπως είχε γνωμοδοτήσει τότε η Πυροσβεστική Υπηρεσία, η οποία είχε κληθεί. Στον χώρο 33, εξάλλου, που δεν ήταν αποθηκευτικός, είχαν βρεθεί συγκεντρωμένα περί τα 20 μεγάλα πιθάρια, που περιείχαν κρασί, λάδι, ακόμη και υφάσματα, όπως επίσης ιδιαίτερα αγγεία για άρωμα και ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος.

Από την ανασκαφή του 2023 φάνηκε ότι η φωτιά προήλθε από έναν χώρο ανωτέρου ορόφου. Παχύ στρώμα στάχτης και καμένου ξύλου βρέθηκε κυρίως στο ΒΑ τμήμα και έφθασε μέχρι το δάπεδο. Από το σημείο αυτό ίσως εξαπλώθηκε η φωτιά. Στη γωνία αυτή του ανασκαφέντος χώρου θα υπήρχε ιερό, όπως δείχνουν τα λίγα διασωθέντα θραύσματα από λίθινα αγγεία: ένα από ορεία κρύσταλλο, ένα από γκρίζο/λευκόλιθο, ένα από εγχάρακτο στεατίτη, καθώς και τμήματα οψιανού. Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο οψιανός δεν είναι σύνηθες εργαλείο στην εποχή αυτή (ΥΜΙ περίοδο, περί το 1600 π. Χ.). Το πλήθος των οψιανών, επομένως, που βρίσκεται εδώ έχει μάλλον τελετουργικό/μαγικό χαρακτήρα.

Στο ιερό έχουν βρεθεί ακόμη τμήματα από μικροσκοπικά δείγματα μεγάλων αγγείων, όπως π.χ. από χύτρες, που είναι αφιερωματικά. Ένα ακόμη τελετουργικό εύρημα ήταν ένας θαλάσσιος τρίτωνας, που αποτελούσε όργανο επίκλησης της θεότητας, όπως γνωρίζουμε από σφραγίδα που έχει βρεθεί στο Ιδαίον Άντρο. Θαλάσσια βότσαλα μεγαλύτερου μεγέθους, που συμβολίζουν τη θαλάσσια υπόσταση της θεότητας και τη χρήση τους γνωρίζουμε από την Κνωσό, βρέθηκαν λίγο μακρύτερα (χώρος 37). Τα βότσαλα αυτά συλλέχθηκαν διασπαρμένα κοντά σε έναν εξαίρετο σφραγιδόλιθο από αχάτη με παράσταση ψαριού, που βρέθηκε στον διπλανό χώρο (34). Το ιερό, όπως συμβαίνει συχνά, δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά στα μινωικά χρόνια, σημειώνει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση του ΥΠΠΟ που αναφέρει πολλά σημαντικά στοιχεία από τις νέες έρευνες.

Το ανάκτορο των Αρχανών βρίσκεται 15 χλμ από αυτό της Κνωσού, με το οποίο, όπως υπολογίσθηκε από τον Γιάννη Σακελλαράκη (Ανακοίνωση σε Κρητολογικό Συνέδριο) έχει το ίδιο μέγεθος. Για την ιστορία του εντοπισμού του, ο σερ Άρθουρ Έβανς, προφανώς έχοντας επισημάνει κάποια στοιχεία, πίστεψε, σύμφωνα με τις βικτωριανές αντιλήψεις της εποχής, ότι εκεί θα βρισκόταν το «θερινό ανάκτορο» της Κνωσού. Το ανάκτορο στη συνέχεια αναζήτησαν οι Μαρινάτος και Πλάτων αλλά σε λάθος θέσεις.

Έτσι, τη δεκαετία του΄60, ο νεαρός τότε αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης, ψάχνοντας στα υπόγεια των σπιτιών αλλά και αποτυπώνοντας ορατά ερείπια βυθισμένα στους δρόμους, είχε την καλή τύχη να βρεθεί στην είσοδο του ανακτόρου, το οποίο αποδείχθηκε μεγαλοπρεπές: Τριώροφο, κατασκευασμένο από λαξευτούς πωρόλιθους, με τοιχογραφίες που εικονίζουν φυτικά και θαλάσσια μοτίβα και γυναικεία μορφή, δάπεδα από χρωματιστούς σχιστόλιθους, βωμούς και πλήθος κινητών, πολύτιμων αντικειμένων, όπως: χρυσελεφάντινα ειδώλια, ανάγλυφους λίθινους λύχνους, ποικίλα αγγεία, ειδώλια κ.ά. Όλα αυτά δεν άφηναν αμφιβολία για την αποκάλυψη του περιζήτητου ανακτόρου από το οποίο ήρθαν στο φως ο θεατρικός του χώρος και το Αρχείο. Ακόμη, ένα από τα ευρήματα, ο περίφημος «οικίσκος των Αρχανών» αποτελεί το μοντέλο για τη μορφή, που θα είχε ένα μινωικό σπίτι, βάζοντας έτσι, τον σύγχρονο άνθρωπο μέσα σ’ αυτό.

Ε.Μ.

Αλληλογραφώντας με την πατρίδα

Υπήρξαν ένα καθοριστικής σημασίας μέσο εμψύχωσης, για τους στρατιώτες του Αλβανικού Έπους. Τα δέματα και τα γράμματα προς τους στρατιώτες, που λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1940 βρίσκονταν ήδη στα χιονισμένα βουνά, ήταν μια οδηγία που είχε δοθεί από το υπουργείο Εσωτερικών και το υπουργείο Στρατιωτικών, με στόχο να τους κρατήσει συναισθηματικά ακμαίους, αν και οι συνθήκες που βίωναν μακριά από τα σπίτια τους και τις οικογένειες τους ήταν δύσκολες.

Γυναίκες και άνδρες από όλη τη χώρα έστελναν στα βουνά δέματα που περιείχαν τσιγάρα, χαρτζιλίκι, μια φανέλα, ένα κασκόλ ή ένα ζευγάρι γάντια και ένα γράμμα, χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη, αφού αυτά έφταναν με φορτηγά και μουλάρια στα βουνά και αφήνονταν για να τα παραλάβουν τυχαία οι φαντάροι μας, όπως είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ιστορικός- ερευνητής Κωστής Μαμαλάκης.

«Πλησιάζοντας τα Χριστούγεννα του 1940, με το κρύο και τις κακουχίες να έχουν δυσκολέψει πάρα πολύ τις συνθήκες, η αποστολή τέτοιων δεμάτων ήταν πολύ σημαντική. Ακόμη και αν δεν υπήρχε συγκεκριμένη σύνδεση είτε οικογενειακή είτε φιλική, ένα γράμμα μπορούσε να δώσει ελπίδα σε έναν στρατιώτη στο μέτωπο. Ότι κάποιος τον σκέφτεται, ότι ένας συμπατριώτης του ή μια συμπατριώτισσα προσεύχεται για να είναι καλά», ανέφερε ο κος Μαμαλάκης.

Από τις αξιομνημόνευτες και περίεργες μικρές ανθρώπινες ιστορίες, τμήματα της μεγάλης ιστορίας του Αλβανικού Έπους, είναι και αυτή του στρατιώτη Εμμανουήλ Ασημιανάκη στα χιονισμένα βουνά, που παρέλαβε ένα τέτοιο δέμα, στις 14-12-1940.

Η αποστολέας έγραφε μεταξύ άλλων: «Αγαπητέ στρατιώτη. Φθάνουν Χρηστούγεννα. Όλλοι οι άνθρωποι μένουν στα σπίτια τους για να εορτάσουν….Εσείς οι ήρωές μας θα τα επεράσετε εις τα βουνά της Ηπείρου…Έχετε τη βοήθειαν του Θεού και νικάται τον αιμοβόρο εχθρό… Πρέπει να έχετε θάρρος και επιμονή… Θα νικήσετε όμως και έτσι θα γυρίσετε εις τα σπίτια σας νικηταί…».

Η νεαρή γυναίκα ζητούσε από τον στρατιώτη να της απαντήσει στο γράμμα της, όπως και έπραξε.

Ο στρατιώτης, διαβάζοντας το γράμμα, αναγνώρισε στην αποστολέα την ίδια του την αδελφή, τη Σοφία Ασημιανάκη, που ζώντας μέσα στο ίδιο της το σπίτι την αγωνία του αδελφού στο μέτωπο του πολέμου, είχε την ευαισθησία να στείλει σε έναν οποιοδήποτε στρατιώτη ένα δέμα που περιελάμβανε μεταξύ άλλων το γράμμα, τσιγάρα και 50 δραχμές και που ποτέ δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα ήταν ο ίδιος της ο αδελφός.

Την επιστολή της νεαρής γυναίκας και την απαντητική επιστολή του αδελφού της έχει στο αρχείο του ο ιστορικός – ερευνητής Κωστής Μαμαλάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στην απίστευτη αυτή σύμπτωση, την οποία, όπως τόνισε, είχε συμπεριλάβει στο ημερολόγιό του ως ιστορία και ο αξιωματικός Γεώργιος Καβός, που είχε τον Εμμανουήλ Ασημιανάκη, στην μονάδα του.

Όπως είπε ο κος Μαμαλάκης, στην απάντησή του ο Εμμανουήλ Ασημιανάκης αρχικά δεν αποκαλύφθηκε.

«Αγαπημένη πατριώτισσα… Η σημερινή ημέρα είναι χωρίς υπερβολήν μια από τις ποιο ευτηχησμένες της ζωής μου… Εις εμέ λοιπόν κατά την διανομήν επεφύλαξε η τύχη να κληρωθή το δικό σας δέμα… Εκπληρών λοιπόν την επιθυμίαν σας, σας γράφω και σας απαντώ… Να είσθαι βεβαία ηρωική πατριώτισσα ότι ο Έλλην στρατιώτης θα εκτελέση το καθήκον του παντού και πάντοτε. Πολύ δε περισσότερον όταν σκέπτετε ότι πίσω από αυτόν ευρίσκεται η σεμνή Ελληνοπούλα που περιμένη από αυτόν την ελευθερίαν και την σωτηρίαν της τιμής της…».

Πιο κάτω στην απάντησή του, ο Εμμανουήλ Ασημιανάκης αναφέρεται σε «μυθιστορηματικές» συμπτώσεις, γράφοντας χαρακτηριστικά: «Ούτε εγώ λοιπόν δεν πίστεβα εις αυταίς μέχρι της στιγμής όπου έλαβα το δέμα σας. Γιαυτό και θα φυλάξω τα δύο τσιγάρα όπου μου έστειλες και όταν γυρίσω νικητής, θα τα φουμάρουμε μαζί. Γιατί γλυκιά μου αδελφή Σοφία, ο στρατιώτης όπου έλλαβε το δέμα και την επιστολήν σας είμαι εγώ ο Αδελφός σου Ασημιανάκης Εμμ. Τα σέβη μου εις την Μητέρα και τα φιλιά μου εις την συσηγό μου Καλιόπη και αδελφή μας Μαρίκα, θείο Μηχάλη και εις όλους τους συνγγενείς. Σε φιλώ και ευχαριστό διά το ευγεναίς έσθιμα σου υπέρ της Αγαπημένης μας πατρίδος Ελλάδος. Σε φιλό και μένω υπόχρεος ο Αδελφός σου Ε. Ασημιανάκης».

Οι στρατιώτες στο μέτωπο είχαν την ανάγκη να γράφουν συχνά, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κος Μαμαλάκης, ο οποίος συμπλήρωσε ότι αυτή η συνήθεια, συνδεόταν και με το φόβο του θανάτου.

«Έγραφαν και συνδέονταν με την πατρίδα, σκηνοθετούσαν στο μυαλό τους μια μητέρα, μια αδελφή που τους περίμενε. Έχει υπάρξει καταγραφή, ότι στρατιώτης έγραφε σχεδόν κάθε δύο ημέρες. Μια τέτοια επαναλαμβανόμενη ανάγκη να επικοινωνήσει, ίσως να σχετιζόταν και με το φόβο που είχαν αυτοί οι άνθρωποι ότι το κάθε γράμμα τους μπορεί και να ήταν το τελευταίο», εξήγησε ο κος Μαμαλάκης.

Πάτρα: Το καταφύγιο των Υψηλών Αλωνίων, καταφύγιο ιστορικής μνήμης

Σε «καταφύγιο» ιστορικής μνήμης και γνώσης έχει μετατραπεί το μεγαλύτερο και σημαντικότερο καταφύγιο που ξεκίνησε να λειτουργεί στην Πάτρα με την έναρξη του πολέμου του 1940, αφού η αχαϊκή πρωτεύουσα ήταν πρώτη μεγάλη πόλη που βομβαρδίστηκε στις 28 Οκτωβρίου από τα ιταλικά αεροπλάνα.

Με πρωτοβουλία του πολιτιστικού τομέα του Δήμου Πατρέων, ‘αποτυπώνονται’, μέσα από την έκθεση που λειτουργεί στο καταφύγιο, μοναδικής αξίας αρχειακού και ιστορικού υλικού στιγμές, από την κήρυξη του πολέμου, τους πρώτους βομβαρδισμούς της Πάτρας, την κατοχή της από τα ναζιστικά στρατεύματα, την αντίσταση και την απελευθέρωση της πόλης.

Ο ιστορικός χώρος του καταφυγίου, κάτω από την πλατεία Υψηλών Αλωνίων, ήταν γνωστός σε πολλούς κατοίκους της ευρύτερης περιοχής και όχι μόνο, αλλά παρέμενε αναξιοποίητος.

Τον Οκτώβριο του 2014, το περιφερειακό τμήμα του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας οργάνωσε την παρουσίαση της ομάδας εργασίας, με θέμα τους τρόπους αξιοποίησης του καταφυγίου, στο πλαίσιο των παράλληλων δράσεων της έκθεσης «Φαντάσου την πόλη: Πάτρα 2014».

Στη συνέχεια, με πρωτοβουλίες του Δήμου Πατρέων, το καταφύγιο αξιοποιήθηκε και αποδόθηκε ως χώρος ιστορικής μνήμης το 2020, στο πλαίσιο των εορτασμών για την απελευθέρωση της Πάτρας από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, στις 4 Οκτωβρίου του 1944.

Σύμφωνα με τον δήμο, ο χώρος του καταφυγίου είναι επισκέψιμος σε ετήσια βάση και πλέον έχει μετατραπεί σε πόλο έλξης για σχολεία, φορείς και συλλογικότητες από πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Το ιστορικό του καταφυγίου περιγράφεται σε μία από τις εισόδους, όπου αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Το καταφύγιο των Υψηλών Αλωνίων έχει κατασκευαστεί κάτω από την πλατεία και τα δύο σημεία πρόσβασης βρίσκονται στο πρανές που αρχίζει από το πάνω μέρος του πεζόδρομου της Τριών Ναυάρχων, συνεχίζει βορειοανατολικά, παράλληλα με την οδό Αθανασίου Διάκου και αποτελεί μέρος του Ρωμαϊκού αναλημματικού τοίχου. Ο συγκεκριμένος τοίχος έχει μήκος περίπου 70 μέτρων και πιθανότατα κτίστηκε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα και έκτοτε – ιδιαίτερα κατά τον 19ο αιώνα – υπέστη αρκετές προσθήκες με αποτέλεσμα να έχει την σημερινή μορφή.»

»Αν και δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία ή έγγραφες μαρτυρίες για την κατασκευή του καταφυγίου, εικάζεται ότι κατασκευάστηκε στη δεκαετία του 1930 για να επιτελέσει τον σκοπό της προφύλαξης των αμάχων σε περίπτωση αεροπορικής επιδρομής μαζί με τους υπόγειους χώρους ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων της Πάτρας.

»Πρόκειται για το παλαιότερο και μεγαλύτερο καταφύγιο το οποίο υπήρχε στην Πάτρα και έσωσε αρκετό κόσμο τόσο κατά τη διάρκεια των αεροπορικών βομβαρδισμών των Ιταλών το 1940 όσο και στη συνέχεια, έπειτα από αρκετούς μήνες, από τα αεροσκάφη της γερμανικής αεροπορίας.

»Να σημειωθεί ότι η Πάτρα ήταν η πρώτη μεγάλη πόλη της Ελλάδας που βομβαρδίστηκε από τα αεροπλάνα των Ιταλών το 1940. Μάλιστα, τα καταφύγια λειτουργούσαν βάσει κανονισμού, τον οποίο έπρεπε να τηρούν οι πολίτες.

»Μέσα στο καταφύγιο μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς τους πέντε μικρούς θαλάμους που αποτελούν και τους χώρους εκείνους που φιλοξενούσαν για ώρες τους Πατρινούς, οι οποίοι έτρεχαν να σωθούν, όταν άκουγαν τις σειρήνες.

»Το καταφύγιο αποτελείται από τρεις διαδρόμους-στοές που συνδέονται μεταξύ τους σε σχήμα «Π» μήκους 39,13 μέτρων, 30,10 μέτρων και 39,50 μέτρων αντίστοιχα και πλάτους δύο μέτρων. Τα άκρα των δύο μεγαλύτερων και παράλληλων στοών αποτελούν τις εισόδους από τον δρόμο.

»Εσωτερικά σε διάφορα σημεία παραπλεύρως των στοών υπάρχουν πέντε μικροί θάλαμοι από 5 τ.μ. έως 8 τ.μ. ο καθένας. Το συνολικό εμβαδόν του καταφυγίου είναι 210 τ.μ., ενώ το μέγιστο ύψος είναι 2,10 μέτρα.

»Οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από πέτρα, οι τοξωτές οροφές από κεραμικά στοιχεία (συμπαγή τούβλα) και οι δύο είσοδοί του έχουν σιδερένιες πόρτες με καμάρα σε ημικυκλικό τόξο.

»Πρόκειται χωρίς αμφιβολία για ένα από τα πιο ιστορικά και σημαντικά – ίσως το σημαντικότερο – καταφύγιο που έχει κατασκευαστεί και συνέβαλε στην προστασία των Πατρινών από τις αεροπορικές επιδρομές κατά τη διάρκεια της τριπλής φασιστικής κατοχής. Ωστόσο δεν είναι το μόνο, καθώς με βάση μαρτυρίες και πηγές συνολικά μέχρι τον Δεκέμβριο του 1940 είχαν διαμορφωθεί περισσότερα από 30 καταφύγια στην πόλη της Πάτρας, τα περισσότερα από τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα.»

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μαρτυρίες και καταγραφές, ως καταφύγια χρησιμοποιήθηκαν υπόγεια μεγάλων κτιρίων, που εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να υπάρχουν μέσα στο κέντρο της πόλης.

Στη διασταύρωση της οδού Παναχαϊκού με την περιμετρική οδό της πλατείας των Υψηλών Αλωνίων, λίγα μόλις μέτρα  μακρύτερα από το προαναφερόμενο καταφύγιο, υπάρχει ακόμα – αλλά ανακατασκευασμένο – το κτίριο του οποίου το μεγάλο υπόγειο χρησιμοποιείτο για να προστατευθούν οι κάτοικοι από τις βόμβες.

Στη γειτονική λεωφόρο Δ. Γούναρη και στη διασταύρωσή της με την οδό Κορίνθου υπάρχει το δικαστικό μέγαρο, το υπόγειο του οποίου χρησιμοποιήθηκε και αυτό ως καταφύγιο.

Ακριβώς απέναντι, βρίσκεται το παλιό τριώροφο κτίριο, όπου σήμερα στεγάζεται η «Πολυφωνική» χορωδία της Πάτρας. Το υπόγειο του τριώροφου κτιρίου χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, με τις εισόδους να είναι και σήμερα ορατές.

Εκεί κοντά, στη διασταύρωση των οδών Κανακάρη και Βότση, το υπόγειο της κλινικής χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, όπως και το υπόγειο του κτιρίου, στη διασταύρωση των οδών Μαιζώνος και Ερμού, κοντά στην κεντρική πλατεία Γεωργίου.

Στον ίδιο δρόμο, την οδό Μαιζώνος, υπάρχει το μεγάλο κτίριο, όπου μέχρι πριν από λίγα χρόνια στεγάζονταν τα Αρσάκεια σχολεία και τώρα πρόκειται να στεγάσει το δημαρχείο της πόλης. Στο υπόγειό του έβρισκαν προσωρινή ασφάλεια πολλοί Πατρινοί, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως νοσοκομείο. Μάλιστα, οι μεγάλοι κόκκινοι σταυροί που υπήρχαν στους εξωτερικούς τοίχους συντηρήθηκαν στο πλαίσιο εργασιών ανακαίνισης του κτιρίου.

Ως καταφύγια χρησιμοποιήθηκαν επίσης το υπόγειο του ιστορικού ιερού ναού της Παντάνασσας, το υπόγειο του γειτονικού κτιρίου της πρώην κλινικής «Λάζαρη», αλλά και το υπόγειο του επιβλητικού κτιρίου, γνωστότερου ως οικία Γαλανόπουλου, όπου βρίσκεται σχεδόν απέναντι από το Ρωμαϊκό Ωδείο.

Πείνα και πλούτος στον πόλεμο του ’40: η άνομη δράση των μαυραγοριτών

Της Τόνιας Α. Μανιατέα

«Το μυστικό της κερδοσκοπίας είναι να αγοράζεις όταν το αίμα ρέει στους δρόμους». Ο Βρετανός Νέιθαν Ρόθστσαϊλντ, της γνωστής οικογενείας τραπεζιτών η γερμανοεβραϊκή (Ρότ-σιλτ) ρίζα της οποίας τοποθετείται κάπου στον 16ο αι., σε μία κυνική ομολογία, δίνει κάποτε τη «χρυσή συνταγή» του ρέοντος χρήματος ταυτόχρονα με το αίμα… Στα μέσα του 19ου αι., μ΄ έναν εύσχημο τρόπο, ο Αριστοτέλης Ωνάσης έρχεται να επιβεβαιώσει: «οι κρίσεις γεννούν Κροίσους». Ουδέποτε διαψεύστηκαν από την ιστορία…

Στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, το 1938, μετά το οδυνηρό παγκόσμιο κραχ, 80 στους 100 Έλληνες συγκεντρώνουν λιγότερο από το μισό του εθνικού εισοδήματος (περίπου 640 εκατομ. δολάρια). Το υπόλοιπο μισό και πλέον κατέχουν οι ανήκοντες στο 20%. Αυτήν την εποχή ο μέσος Έλληνας καταναλώνει ετησίως 18 κιλά κρέας και 3 κιλά φρέσκο ψάρι έναντι 63 και 15 του Άγγλου, αντίστοιχα. Έρευνα της Κοινωνίας των Εθνών, μεταξύ είκοσι χωρών, τοποθετεί την Ελλάδα στην τελευταία θέση σε κατανάλωση γάλακτος και αβγών. Ο μέσος όρος ζωής του Έλληνα δεν ξεπερνά τα 50 χρόνια!

Αλλά τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα…

Πολύ σύντομα, η Ελλάδα θα εμπλακεί στον πόλεμο. Όσο οι Έλληνες πολεμούν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, η Βέρμαχτ προσπαθεί να σπάσει την αντίστασή τους. Σε μία μνημειώδη επίθεση φιλίας, αποτυπωμένη σε προπαγανδιστικά φυλλάδια, που κυκλοφορούν στο μέτωπο, προσπαθεί να εξηγήσει: «… Ημείς οι Γερμανοί στρατιώται ερχόμεθα όχι ως εχθροί σας… Κανένας άλλος λαός δεν αγαπά και δεν θαυμάζει τόσον την μεγάλην ιστορίαν σας και τον πολιτισμόν σας, όσο ο γερμανικός… Ημείς τιμώμεν και σεβόμεθα τον ηρωισμόν σας… Έλληνες, όχι ως εχθροί ερχόμεθα ημείς, αλλά διά να κατανικώμεν την Αγγλίαν, η οποία σας παρεκίνησεν εις αυτόν τον παράλογον πόλεμον κατά ημών, αναγκάζοντάς σας να παραχωρήσετε εις αυτήν στρατιωτικά στηρίγματα…».

Αλλά και από την ελληνική πλευρά καταγράφεται αμηχανία. «Πρώτη αντίδραση του πληθυσμού, η περιέργεια κι αμέσως ύστερα η απογοήτευση», σημειώνει στο ημερολόγιό του ο λογοτέχνης Γιώργος Θεοτοκάς. «Αγάπη για τους Γερμανούς δεν υπήρχε ποτέ στην Ελλάδα, υπήρχε όμως ανέκαθεν ένας θολός θαυμασμός από μακριά (για τη δύναμή τους, το σύστημά τους, τη σοβαρότητά τους). Η επαφή μαζί τους κλόνισε αυτόν τον θαυμασμό»…

Πριν τον πόλεμο, το γερμανικό κεφάλαιο έχει μπει ειρηνικά και με όλες τις τιμές στην ελληνική αγορά, με ποσοστό μεγαλύτερο του 40% των ελληνικών εξαγωγών να καταλήγουν σε Γερμανία και Αυστρία. Με τον πόλεμο, οι εξαντλημένοι και ταλαιπωρημένοι Έλληνες καλούνται να διαχειριστούν τη σημαντικότερη απειλή της ύπαρξής τους από τον βασικό πελάτη των προϊόντων τους. Αυτός είναι ένας αγώνας επιβίωσης, από τον οποίο η Ελλάδα πρέπει να βγει νικήτρια με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.

Η είσοδος των Γερμανών στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1941, σηματοδοτεί την έναρξη της πείνας και της εξαθλίωσης. Ο κατοχικός στρατός δεσμεύει για τις ανάγκες του κάθε αναλώσιμο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η χώρα στερεύει από τρόφιμα. Τον χειμώνα του ίδιου έτους, οι άνθρωποι πέφτουν νεκροί στους δρόμους των πόλεων. Οι άσπονδοι φίλοι και θαυμαστές της Ελλάδας, Γερμανοί τοποτηρητές, διαμαρτύρονται στους ανωτέρους τους ότι οι Έλληνες κατακτημένοι πεθαίνουν από ασιτία και δυσκολεύουν το… έργο της επιτήρησης.

Ο Χέρμαν Γκέρινγκ, εξέχουσα προσωπικότητα του χιτλερικού περιβάλλοντος, στέλνει στους στρατιωτικούς διοικητές των κατεχόμενων εδαφών μία λάβρα επιστολή, στην οποία αποκαλύπτεται το πραγματικό σχέδιο των κατακτητών: «… δεν σας στείλαμε εκεί για να δουλέψετε για την ευημερία των λαών, που σας εμπιστευτήκαμε, αλλά για να πάρετε όσα περισσότερα μπορείτε, ώστε να μπορέσει να ζήσει ο γερμανικός λαός […] Αυτή η συνεχής έγνοια για τους ξένους πρέπει να τελειώνει μια για πάντα! Καρφί δεν μου καίγεται όταν μου λέτε ότι οι άνθρωποι της ζώνης ευθύνης σας πεθαίνουν από την πείνα! Αφήστε τους να πεθάνουν, εφόσον έτσι δεν λιμοκτονεί κανένας Γερμανός!».

Αυτή είναι εκπεφρασμένη η πεμπτουσία του δόγματος του Γ΄ Ράιχ: η εκμετάλλευση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών των κατακτημένων από τους εισβολείς και η παραχώρηση όλων των τοπικών προϊόντων στον γερμανικό στρατό, που… υφίσταται θυσίες στον βωμό του οράματος της Νέας Ευρώπης.

ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ: ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ! ΣΩΣΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ!

Οι Γερμανοί επιτάσσουν τις παραγωγικές μονάδες της χώρας και κατάσχουν πρώτες ύλες και προϊόντα. Για τη συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής η Ελλάδα καλείται να καταβάλλει μηνιαίως ποσό της τάξης των 25 εκατομ. μάρκων! Οι δυνάμεις κατοχής βάζουν χέρι και στα αποθεματικά της Τραπέζης της Ελλάδος. «Δανείζονται». Οι αυξανόμενες απαιτήσεις τους προκαλούν ραγδαία υποτίμηση της αγοραστικής δύναμης της δραχμής. Το πληθωριστικό νόμισμα γεμίζει την αγορά. Το κομπόδεμα μερικών χιλιάδων δραχμών -κόπων μιας ζωής του συνετού νοικοκυριού- ισοδυναμεί πλέον με μία χούφτα χώμα. Εκατομμύρια δραχμές δεν αρκούν για μια οκά λάδι.

[«Μετά τον πόλεμο, βρεθήκαμε στο σπίτι με μια στοίβα άχρηστα χαρτονομίσματα από ΄κείνα τα κοτζαμάνικα (εκ του τουρκικού kocaman – πελώριος). Τα φύλαξα και τα ΄δωσα στα εγγόνια μου να τα παίξουν αεροπλανάκια» θα αφηγηθεί στην υπογράφουσα υπέργηρος που πολέμησε στο μέτωπο της Αλβανίας.]

Οι νέοι στο μέτωπο πολεμούν με λύσσα για την πατρίδα, ενώ τα γυναικόπαιδα στις πόλεις δίνουν καθημερινές μάχες επιβίωσης. Ο λαός εξοντώνεται με κάθε τρόπο. Στην περιφέρεια, όπου παράγονται τα προϊόντα που συντηρούν τους κατακτητές, κάτι μετρημένο περισσεύει και για τις ανάγκες των κατοίκων. Στις πόλεις, όμως… Τρόφιμα με το σταγονόμετρο διανέμονται σε συσσίτια, όπου εξαθλιωμένοι άνθρωποι περιμένουν σε ατελείωτες ουρές, τα παιδιά ρισκάρουν τη ζωή τους σαλτάροντας σε γερμανικά καμιόνια με φαγώσιμα και πρώτα ύλες, που μπορούν να πουληθούν στην αγορά για ένα κομμάτι ψωμί, μία μπομπότα φτιαγμένη από κακής ποιότητας αλεύρι και ροκανίδια. Γάτες, σκύλοι, πουλιά, γαϊδουράκια μετατρέπονται στην απαραίτητη για τον ανθρώπινο οργανισμό πρωτεΐνη…

Από τον Νοέμβριο του 1941 έως τον Μάρτιο του 1942 η διατροφή της μέσης οικογένειας αλλάζει δραματικά. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, εκμηδενίζεται το ποσοστό των διατρεφομένων κανονικά (πρόσληψη 2.500 θερμίδων και άνω), ενώ σε μόλις 4% περιορίζεται το ποσοστό εκείνων που λαμβάνουν 1.800-2.500 θερμίδες (οριακά επαρκής διατροφή). Η ανεπαρκής διατροφή (1.200-1.800 θερμίδες) αφορά ποσοστό 18%, ο υποσιτισμός (600-1.200 θερμίδες) ποσοστό 63% και ο εντονότατος υποσιτισμός (0-600 θερμίδες) ποσοστό 15%!

Τα κάρα του δήμου μαζεύουν πτώματα από τους δρόμους. Το μέλλον της χώρας, τα παιδιά της, κείτονται αποστεωμένα, ξέπνοα. Μακρινές φωνές από τα εναπομείναντα ραδιόφωνα καλούν σε σωτηρία του εθνικού κεφαλαίου… «Ο Ερυθρός Σταυρός κάμνει θερμή έκκληση στα πατριωτικά αισθήματα κάθε Έλληνος και καλεί όλους, όσοι έχουν τα μέσα να αναλάβουν τη διατροφή ενός ή δύο παιδιών παρέχοντας σε αυτά την ημερήσια τροφή, με την πλήρη βεβαιότητα ότι με τη φιλάνθρωπη αυτή ενέργεια προσφέρει ύψιστες εθνικές υπηρεσίες».

Αυτόν τον εφιαλτικό χρόνο, στις πόλεις της Ελλάδας η πείνα σκοτώνει περισσότερους από 7.000 ανθρώπους κάθε μήνα. Στο τέλος του πολέμου, οι νεκροί από την ασιτία θα έχουν αγγίξει τους 500.000. Μοναδική ευκολία στο έργο των κατακτητών προσφέρουν οι μαυραγορίτες, οι δωσίλογοι, οι προδότες του τόπου και των ιδανικών του. Η ύπαρξή τους, από γεννήσεως του κόσμου, είναι δεδομένη. Τους βρίσκεις σε κάθε εποχή, σε κάθε «πολιτισμένη» γωνιά του πλανήτη, σε κάθε αγώνα επιβίωσης, σε κάθε κρίση που θα γεννήσει μερικούς Κροίσους….

Ο Χίτλερ το ξέρει καλά. Το διατρανώνει μέσα από το «πόνημά» του, με τίτλο «Ο Αγών μου»: «… ο νικητής, αν είναι έξυπνος, θα εμπιστευθεί σε πρόσωπα της εθνικότητας του νικημένου λαού, που δεν έχουν ούτε χαρακτήρα ούτε τιμή, τον ρόλο του δεσμοφύλακα διότι γνωρίζει ότι τα πρόσωπα αυτά θα τον βοηθήσουν στο έργο της ολοκληρωτικής υποδούλωσης των συμπατριωτών τους, κατά τρόπο πολύ σκληρότερο και πολύ πιο ανελέητο από εκείνον που θα μεταχειριζόταν ένα οποιοδήποτε ξένο κτήνος»!

«ΣΕ ΚΑΘΕ ΤΟΠΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΠΛΟΥΤΙΣΟΥΝ»

Όσοι αντιστέκονται ακόμα στον μεγάλο λιμό έχουν ξεπουλήσει το λιγοστό βιος τους στη μαύρη αγορά. Τα σπίτια σχεδόν έχουν αδειάσει απ’ ό,τι πολύτιμο διαθέτουν. Ένα κόσμημα, ένα ραδιόφωνο, μια ραπτομηχανή, ένα τραπέζι. Για δύο οκάδες λάδι, τρεις κονσέρβες κρέας, μια χούφτα σταφίδες, πέντε οκάδες ψειριασμένο αλεύρι. Πρόθυμοι αγοραστές βρίσκονται παντού. Στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων φιλοξενούνται τα δελτία διανομής τροφίμων, στην τελευταία μικρές αγγελίες ενδιαφερόμενων αγοραστών «εις συμφέρουσας τιμάς»… Στο μεταξύ, τα νοσοκομεία δημοσιεύουν προειδοποιήσεις: «Φέρεται εις γνώσιν του κοινού ότι ουδείς ασθενής θα εισάγηται εις το Θεραπευτήριον εάν δεν προσκομίση το δελτίον άρτου αυτού».

Είναι, βέβαια, κι αυτοί οι περιστασιακοί. Οι εξ ανάγκης… Αυτοί που δεν είναι όλοι μαυραγορίτες. Φέρνουν από την περιφέρεια λιγοστά αγροτικά προϊόντα για να τα μοσχοπουλήσουν στην πόλη. Μπορεί να είναι και σαλταδόροι. Τρυπώνουν στα τρένα τροφοδοσίας του γερμανικού στρατού με αγροτικά προϊόντα, σε σταθμούς λίγο έξω από την Αθήνα και ώσπου να φτάσουν στο αμαξοστάσιο του Ρέντη, έχουν παραχώσει στα σακιά τους ό,τι έχουν προλάβει να βουτήξουν από τα βαγόνια, που προορίζονται συνήθως για τις ανάγκες των κατακτητών.

Ψηφίδες του ιδιότυπου κύκλου συναλλαγής, που ανοίγει συνήθως ο πόλεμος. Οι σαλταδόροι πωλούν τρόφιμα αντί αδρών ποσών, με τα οποία κι αυτοί συντηρούν οικογένειες. Άλλοι πάλι αποθησαυρίζουν χρήμα και κάποιοι άλλοι, που δέχονται και κοσμήματα ή μικροαντικείμενα, τα μεταπωλούν σε μεγαλεμπόρους…

Η έλλειψη γεννά την ανάγκη και η ανάγκη τη ζήτηση. Όσο η ζήτηση αυξάνεται, τόσο φουντώνει η «μαύρη αγορά». Κι αφού τα νοικοκυριά έχουν αποψιλωθεί, ήρθε η στιγμή να δοθούν και οι… τοίχοι. Ένα σπίτι στην πόλη ή στην περιφέρεια, ένα κομμάτι γης… Οι αετονύχηδες κάνουν χρυσές δουλειές επιδιδόμενοι σε έναν φρικώδη καννιβαλισμό, που κοσμίως θα καταγραφεί στην ιστορία ως «οικονομικός δοσιλογισμός». Πατούν στην αγωνία της επιβίωσης, αρπάζουν ό,τι μπορούν, αποδεκατίζουν περιουσίες, στύβουν ζωές…

[«Σε κάθε τόπο θα βρεθούν κάμποσα φιλόδοξα καθάρματα, που θα εξυπηρετήσουν πρόθυμα τους σκοπούς μου, γιατί αυτός θα είναι ο μόνος τρόπος να αναδειχθούν και να πλουτίσουν στη χώρα τους…» – Χίτλερ, «Ο Αγών μου»]

Σε υπόμνημά της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλησάντων Ακινήτων επί Κατοχής, θα δώσει σε καιρό ειρήνης πλέον, ένα παράδειγμα κατάπτυστης συναλλαγής:

Ας πούμε ότι ένα ακίνητο έχει προπολεμική αξία 500.000 δραχμές ή 500 λίρες (1 λίρα=1.000 δρχ.). Λόγω πληθωρισμού στην Κατοχή το ακίνητο αυτό θα είχε αξία 1.000.000 δραχμών ή 50 λιρών (1 λίρα=20.000 δρχ.). Αυτή ήταν, λοιπόν, η τιμή του προσυμφώνου. Αρχικά κλεινόταν μία συμφωνία που προέβλεπε την αγορά του ακινήτου συνήθως στο 1/10 έως και 1/20 της προπολεμικής αξίας του. Αλλά ο αγοραστής με διάφορα προσχήματα (φόρτο εργασίας, προβλήματα στους τίτλους κ.ά.) καθυστερούσε την υπογραφή του συμβολαίου. Ύστερα από κανέναν μήνα εσκεμμένης κωλυσιεργίας, οπότε η δραχμή έχανε ισχύ και η λίρα κέρδιζε, τα χρήματα που έπαιρνε στο χέρι του ο πωλητής είχαν χάσει ακόμη περισσότερο την αξία τους. Σε κάθε περίπτωση και βάσει του νομοθετικού διατάγματος, σύμφωνα με το οποίο κάθε ποσό συναλλαγής άνω των 30.000 δρχ. έπρεπε αναγκαστικά να κατατίθεται σε τράπεζα ή στο ταχυδρομικό ταμιευτήριο, ο πωλητής ήταν υποχρεωμένος να καταθέσει το αντίτιμο της πώλησης σε τραπεζικό κατάστημα και να «τραβάει» από τον λογαριασμό του κατά διαστήματα 30.000 δρχ. Ώσπου να πάρει όλο το ποσό της πώλησης, η αξία του χρήματος είχε πέσει στα τάρταρα… Έτσι, από τις 50 λίρες, που θεωρητικά θα έπρεπε να εισπράξει από την πώληση του ακινήτου του, έφτανε να εισπράττει 5!

Σύμφωνα δε με αυτό το ίδιο όργανο που συστήνουν οι πωλητές για να διεκδικήσουν κάποτε την επιστροφή των περιουσιών τους, η προπολεμική αξία των αστικών ακινήτων, που στον πόλεμο άλλαξαν χέρια αντί συνολικού ποσού 4.500.000 χρυσών λιρών, άγγιζε τα 63.000.000 λίρες, δηλαδή μεσούσης της ανάγκης για επιβίωση κοστολογήθηκαν στο 1/14 της πραγματικής τους αξίας! Τα δε αγροτικά ακίνητα πουλήθηκαν στο 1/20 της αξίας τους (1.050.000 έναντι 21.000.000 χρυσών λιρών)! Ειδικότερα, σύμφωνα με το «Ειδικό Βιβλίο Απογραφής», 150.000 ακίνητα πουλήθηκαν έναντι 0,10 – 3 χρυσών λιρών, 100.000 έναντι 3-50 λιρών, 80.000 έναντι 50-200 λιρών και 20.000 έναντι 200-4.000 λιρών.

Σε συνθήκες πολέμου και πείνας κάποιοι έκαναν χρυσές δουλειές… Από ένα σύνολο 60.000 αγοραστών, κατά τη διάρκεια της επίμαχης περιόδου, 40.000 αγόρασαν ένα ακίνητο, 10.000 δύο ακίνητα, 5.000 τρία, 3.000 από τέσσερα έως δέκα ακίνητα, 1.500 από ένδεκα έως είκοσι, 400 από 21 έως 50 ακίνητα και 100 από 51 και πάνω! Από αυτή την ιδιότυπη πυραμίδα αποθησαύρισης κέρδους πάνω στις ανάγκες επιβίωσης απελπισμένων ανθρώπων, προκύπτει ότι 5.000 Έλληνες βγήκαν από τον πόλεμο αισθητά πλουσιότεροι, έχοντας στην κατοχή τους από τέσσερα έως και 50 και πλέον ακίνητα!

Η Ομοσπονδία Αγοραστών, από την πλευρά της, σε ένα αντίστοιχο υπόμνημα, θα ισχυριστεί ότι «… τα ελατήρια των πωλήσεων δεν ήτο η πείνα και η πενία και η αναπότρεπτος ανάγκη, αλλά ήτο η εμπορία και η κερδοσκοπική επιχείρησις. Αι εξαιρέσεις πωλήσεων λόγω ανάγκης είναι σχετικώς ελάχισται…» και πως «το 85% των πωληθέντων κατά την κατοχήν ακινήτων ήσαν βεβαρυμένα δι ενυπόθηκων δανείων δι υγειών προπολεμικών δραχμών, εξοφληθέντων διά πληθωρικών της κατοχής και συνεπώς υπερωφελήθησαν αδικήσαντες τους ενυπόθηκους δανειστάς τους»…

Το θέμα είναι πως, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, μόνο τη διετία 1941-42, δηλαδή την περίοδο της πείνας και της εξαθλίωσης του πληθυσμού, άλλαξαν χέρια 259.000 ακίνητα από τα συνολικά 350.000 που πουλήθηκαν καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Άλλωστε, μετά το ’42, το επισιτιστικό πρόβλημα του ελληνικού πληθυσμού κάπως θα εξωραϊστεί με την αποστολή διεθνούς βοήθειας μέσω Ερυθρού Σταυρού και την πύκνωση των συσσιτίων. Με κάποιον τρόπο, οι άνθρωποι θα ελέγχουν την πείνα τους και θα περιφρουρούν ό,τι βιος τούς έχει απομείνει.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης, πάντως, θα διενεργήσει τη δική του έρευνα. Με εγκύκλιό του της 7ης Ιουλίου του 1948 προς όλα τα υποθηκοφυλακεία της χώρας, θα ζητήσει στοιχεία για τις αγοραπωλησίες της Κατοχής. Ο εμφύλιος εμποδίζει την αποστολή στοιχείων από το σύνολο των υπηρεσιών. Με ό,τι στοιχείο έχει αποσταλεί, προκύπτουν 237.959 αγοραπωλησίες κατά την επίμαχη περίοδο. Δεν συμπεριλαμβάνεται η περιφέρεια.

Οι πωλητές καταγγέλλουν ότι μεταξύ των αγοραστών βρίσκονται βιομήχανοι, επιχειρηματίες, κτηματίες, έμποροι, εφοπλιστές, εργολάβοι, τραπεζίτες και νομικά πρόσωπα, όπως για παράδειγμα η Εθνική Τράπεζα. Οι αγοραστές απαντούν ότι σε ποσοστό 90% είναι μικροί επαγγελματίες, δημόσιοι υπάλληλοι, μικροκτηματίες, εργάτες, μικρέμποροι, βιοτέχνες, γεωργοί, συνταξιούχοι…

Καθώς ο πόλεμος μαίνεται, οι Σύμμαχοι, που βλέπουν τις αρπαγές, τις λεηλασίες, τις απάνθρωπες αγοραπωλησίες σε όλες, λίγο πολύ, τις ευρωπαϊκές χώρες, που έχει καταλάβει ο Άξονας, σημειώνουν ότι είναι «αποφασισμένοι να μη δεχθούν ή ανεχθούν τοιαύτας κακάς πράξεις…» και εκδηλώνουν την πρόθεσή τους να αποκαταστήσουν τις αδικίες… «Αι Σύμμαχοι Κυβερνήσεις ειδοποιούν πρωτίστως τους ενδιαφερομένους, ότι επιφυλάσσουν τα δικαιώματά τους να θεωρήσουν ακύρους τας μεταβιβάσεις ή ποσά των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των και συμφερόντων οιασδήποτε φύσεως εις χώραν κατελημμένην ή ελεγχομένην ή εμμέσως υπό του Άξονος…» διακηρύσσουν με ανακοίνωση τους οι συμμαχικές δυνάμεις στις 5 Ιανουαρίου του 1943.

Η λήξη του πολέμου αφήνει μια Ελλάδα καθημαγμένη. Με απώλεια 13% του πληθυσμού της, κατεστραμμένες υποδομές, 3.700 πόλεις, χωριά και οικισμούς ερείπια, 1.200.000 πολίτες άστεγους. Εκείνοι που πούλησαν για ένα κομμάτι ψωμί τα σπίτια και τα χωράφια τους αισιοδοξούν -και με τη στήριξη των συμμάχων- να τα πάρουν πίσω. Να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα. Να επουλώσουν τις πληγές τους. Πολύ σύντομα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες-θύματα του Άξονα ενεργοποιούνται μηχανισμοί δημοκρατικής ανασυγκρότησης, που προσανατολίζονται πρωτίστως στην κάθαρση του εσωτερικού τους από τα φασιστικά υπολείμματα και τους συνεργάτες τους. Επιπλέον, κινούν διαδικασίες επιστροφής των περιουσιών «που απωλέσθησαν αδίκως εν καιρώ πολέμου». Σε Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Γαλλία και αλλού δωσίλογοι και «κοράκια» οδηγούνται σε δίκες και τιμωρούνται παραδειγματικά.

Η Ελλάδα δεν έχει χρόνο. Προετοιμάζει άλλο μέτωπο πολέμου. Αυτό του Εμφυλίου. Μετά τη λήξη και αυτού του πολέμου, θα επιβληθούν πρόστιμα στους «μαύρους αγοραστές της κατοχικής ευκαιρίας». Οι περιουσίες δεν θα επιστραφούν. Όσο για τα πρόστιμα, δεν θα εισπραχθούν ποτέ στο ύψος που καταβλήθηκαν…

 

ΠΗΓΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

– «Η ελληνική αντίσταση 1941-1944» στο «Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950: Ένα έθνος σε κρίση», Ι. Χόνδρου (Εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ – Αθήνα 2006)

– Ιστορία των Ελλήνων – Σύγχρονος Ελληνισμός 1940-1949, συλλογικό (Εκδ. ΔΟΜΗ – Αθήνα 2000)

– «Η οικονομία της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής» – Ιστορία του ελληνικού έθνους (Εκδ. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ – Αθήνα 2000)

– «Αγοραπωλησίες Ακινήτων 1941-1944 – Οι “χρυσές” ευκαιρίες της Κατοχής», Π. Σάμιου (Εκδ. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ – Αθήνα 2019)

– Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, Μαύρη Βίβλος της Κατοχής, Αθήνα 2006

– «Τετράδια Ημερολογίου (1939-1945)», Γ. Θεοτοκά (Εκδ. ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 1980)

– «Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗΣ / Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ», D. Irving (Εκδ. ΓΚΟΒΟΣΤΗ – Αθήνα, 2001)

– ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ – Πρόσωπα, στιγμές και γεγονότα που άλλαξαν τον κόσμο 1940-1949, συλλογικό (Εκδ. Η. Μανιατέα – Αθήνα 2006)

– Μουσείο Μπενάκη

– Αρχείο εφημερίδων Τ. Α. Μανιατέα

«Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»

Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος

Που με τα μάτια μιας παρθένας άνοιγε ο καιρός

Kαθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας

Kι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες

 

Eκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου

Kαι μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό

Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε

Mα όλος ο κόπος τ’ ουρανού

Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα

Πρωί, στα πόδια του βουνού

Tώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει.

 

Tώρα η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκαλιάρικα

Πιάνει και σβήνει ένα ένα τα λουλούδια επάνω της·

Mες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν

Aπό λιμό χαράς κείτουνται τα τραγούδια·

Bράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά

Kόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.

 

Χειμώνας μπαίνει ώς το μυαλό. Κάτι κακό

Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου

 

Tα όρνια μοιράζουνται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.

 

Τώρα μες στα θολά νερά μια ταραχή ανεβαίνει·

 

O άνεμος αρπαγμένος απ’ τις φυλλωσιές

Φυσάει μακριά τη σκόνη του

Tα φρούτα φτύνουν το κουκούτσι τους

H γη κρύβει τις πέτρες της

O φόβος σκάβει ένα λαγούμι και τρυπώνει τρέχοντας

Tην ώρα που μέσ’ από τα ουράνια θάμνα

Tο ούρλιασμα της συννεφολύκαινας

Σκορπάει στου κάμπου το πετσί θύελλα ανατριχίλας

Κι ύστερα στρώνει στρώνει χιόνι χιόνι αλύπητο

Kι ύστερα πάει φρουμάζοντας στις νηστικές κοιλάδες

Kι ύστερα βάζει τους ανθρώπους ν’ αντιχαιρετίσουνε:

Φωτιά ή μαχαίρι!

 

Γι’ αυτούς που με φωτιά ή μαχαίρι κίνησαν

Kακό θ’ ανάψει εδώ. Μην απελπίζεται ο σταυρός

Mόνο ας προσευχηθούν μακριά του οι μενεξέδες!

 

Γ´

Γι’ αυτούς η νύχτα ήταν μια μέρα πιο πικρή

Λιώναν το σίδερο, μασούσανε τη γης

O Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο

 

Kάθε βροντή ένας θάνατος καβάλα στον αέρα

Kάθε βροντή ένας άντρας χαμογελώντας άντικρυ

Στο θάνατο ―κι η μοίρα ό,τι θέλει ας πει.

 

Ξάφνου η στιγμή ξαστόχησε κι ήβρε το θάρρος

Kαταμέτωπο πέταξε θρύψαλα μες στον ήλιο

Kιάλια, τηλέμετρα, όλμοι, κέρωσαν!

 

Εύκολα σαν χασές που σκίστηκεν ο αγέρας!

Εύκολα σαν πλεμόνια που άνοιξαν οι πέτρες!

Το κράνος κύλησε από την αριστερή μεριά…

 

Στο χώμα μόνο μια στιγμή ταράχτηκαν οι ρίζες

Ύστερα σκόρπισε ο καπνός κι η μέρα πήε δειλά

Nα ξεγελάσει την αντάρα από τα καταχθόνια

 

Mα η νύχτα ανασηκώθηκε σαν πατημένη οχιά

Mόλις σταμάτησε για λίγο μες στα δόντια ο θάνατος―

Kι ύστερα χύθηκε μεμιάς ώς τα χλωμά του νύχια!

 

Δ´

Τώρα κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη

M’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά

M’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί

Mοιάζει μπαξές που τού ’φυγαν άξαφνα τα πουλιά

Mοιάζει τραγούδι που το φίμωσαν μέσα στη σκοτεινιά

Mοιάζει ρολόι αγγέλου που εσταμάτησε

Mόλις είπανε «γεια παιδιά» τα ματοτσίνορα

Kι η απορία μαρμάρωσε…

 

Κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη.

Αιώνες μαύροι γύρω του

Aλυχτούν με σκελετούς σκυλιών τη φοβερή σιωπή

Kι οι ώρες που ξανάγιναν πέτρινες περιστέρες

Aκούν με προσοχή·

Όμως το γέλιο κάηκε, όμως η γη κουφάθηκε

Όμως κανείς δεν άκουσε την πιο στερνή κραυγή

Όλος ο κόσμος άδειασε με τη στερνή κραυγή.

 

Κάτω απ’ τα πέντε κέδρα

Xωρίς άλλα κεριά

Kείτεται στην τσουρουφλισμένη χλαίνη·

Άδειο το κράνος, λασπωμένο το αίμα

Στο πλάι το μισοτελειωμένο μπράτσο

Kι ανάμεσ’ απ’ τα φρύδια―

Mικρό πικρό πηγάδι, δαχτυλιά της μοίρας

Mικρό πικρό πηγάδι κοκκινόμαυρο

Πηγάδι όπου κρυώνει η θύμηση!

Ω! μην κοιτάτε, ω μην κοιτάτε από πού του-

Aπό πού του ’φυγε η ζωή. Μην πείτε πώς

Mην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου

Έτσι λοιπόν η μια στιγμή Έτσι λοιπόν η μια

Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη

Kι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!

 

Ήλιε δεν ήσουν ο παντοτινός;

Πουλί δεν ήσουν η στιγμή χαράς που δεν καθίζει;

Λάμψη δεν ήσουν η αφοβιά του σύγνεφου;

Κι εσύ περβόλι ωδείο των λουλουδιών

Kι εσύ ρίζα σγουρή φλογέρα της μαγνόλιας!

 

Έτσι καθώς τινάζεται μες στη βροχή το δέντρο

Kαι το κορμί αδειανό μαυρίζει από τη μοίρα

Kι ένας τρελός δέρνεται με το χιόνι

Kαι τα δυο μάτια πάνε να δακρύσουν―

Γιατί, ρωτάει ο αϊτός, πού ’ναι το παλικάρι;

Κι όλα τ’ αϊτόπουλ’ απορούν πού ’ναι το παλικάρι!

Γιατί, ρωτάει στενάζοντας η μάνα, πού ’ναι ο γιος μου;

Κι όλες οι μάνες απορούν πού να ’ναι το παιδί!

Γιατί, ρωτάει ο σύντροφος, πού να ’ναι ο αδερφός μου;

Κι όλοι του οι σύντροφοι απορούν πού να ’ναι ο πιο μικρός!

Πιάνουν το χιόνι, καίει ο πυρετός

Πιάνουν το χέρι και παγώνει

Παν να δαγκάσουνε ψωμί κι εκείνο στάζει από αίμα

Kοιτούν μακριά τον ουρανό κι εκείνος μελανιάζει

Γιατί γιατί γιατί γιατί να μη ζεσταίνει ο θάνατος

Γιατί ένα τέτοιο ανόσιο ψωμί

Γιατί ένας τέτοιος ουρανός εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος!

 

ΣT´

Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε

Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί

Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·

Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε

Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·

Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά

Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα…

Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι

Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν

Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί

Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες

Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα

Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια

Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά

Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!

 

Ήταν γερό παιδί·

Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα

Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων

Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του

Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,

Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες

Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του

H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε

Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο

Nα βάφει τα λουλούδια

Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει

Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν…

Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του

Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος

Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα…

 

Ήταν γενναίο παιδί.

Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του

Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά

Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι

(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό

Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)

Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά

Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του

―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―

Με το αίμα πάνω από τα φρύδια

Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε

Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν

Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής

Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο

Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας

Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας

Δεν έκλαψαν

Γιατί να κλάψουν

Ήταν γενναίο παιδί!

 

Τα δέντρα είναι από κάρβουνο που η νύχτα δεν κορώνει.

Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος

Tίποτε. Μες στην παγωνιά κουρνιάζουν τα βουνά

Γονατισμένα. Κι από τις χαράδρες βουίζοντας

Aπ’ τα κεφάλια των νεκρών η άβυσσο ανεβαίνει…

Δεν κλαίει πια ούτ’ η Λύπη. Σαν την τρελή που ορφάνεψε

Γυρνάει, στο στήθος της φορεί μικρό κλαδί σταυρού

Δεν κλαίει. Μονάχ’ από τα μελανά ζωσμένη Ακροκεραύνια

Πάει ψηλά και στήνει μια πλάκα φεγγαριού

Mήπως και δουν τον ίσκιο τους γυρνώντας οι πλανήτες

Kαι κρύψουν τις αχτίδες τους

Kαι σταματήσουν

Eκεί στο χάος ασθμαίνοντας εκστατικοί…

 

Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος

Σφίγγεται η ερημιά στον μαύρο της μποξά

Σκυφτή πίσω από μήνες-σύννεφα αφουκράζεται

Tι να ’ναι που αφουκράζεται, σύννεφα-μήνες μακριά;

Με τα κουρέλια των μαλλιών στους ώμους ―αχ αφήστε την―

Mισή κερί μισή φωτιά μια μάνα κλαίει ―αφήστε την―

Στις παγωμένες άδειες κάμαρες όπου γυρνάει αφήστε την!

Γιατί δεν είναι η μοίρα χήρα κανενός

Kι οι μάνες είναι για να κλαιν, οι άντρες για να παλεύουν

Tα περιβόλια για ν’ ανθούν των κοριτσιών οι κόρφοι

Tο αίμα για να ξοδεύεται, ο αφρός για να χτυπά

Kι η λευτεριά για ν’ αστραφτογεννιέται αδιάκοπα!

 

Πέστε λοιπόν στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο

Tώρα που πια η πατρίδα του σκοτείνιασε στη γη

Aν θέλει να μη χάσει από την περηφάνια του·

Ή τότε πάλι με χώμα και νερό

Aς γαλαζοβολήσει αλλού μιαν αδελφούλα Ελλάδα!

Πέστε στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο

Mην καταπροσωπήσει πια μήτε μια μαργαρίτα

Στη μαργαρίτα πέστε νά ’βγει μ’ άλλη παρθενιά

Mη λερωθεί από δάχτυλα που δεν της πάνε!

 

Χωρίστε από τα δάχτυλα τ’ αγριοπερίστερα

Kαι μην αφήστε ήχο να πει το πάθος του νερού

Kαθώς γλυκά φυσά ουρανός μες σ’ αδειανό κοχύλι

Mη στείλτε πουθενά σημάδι απελπισιάς

Mόν’ φέρτε από τις περιβόλες της παλικαριάς

Tις ροδωνιές όπου η ψυχή του ανάδευε

Tις ροδωνιές όπου η ανάσα του έπαιζε

Μικρή τη νύφη χρυσαλλίδα

Που αλλάζει τόσες ντυμασιές όσες ριπές το ατλάζι

Στον ήλιο, σαν μεθοκοπούν χρυσόσκον’ οι χρυσόμυγες

Kαι παν με βιάση τα πουλιά ν’ ακούσουνε απ’ τα δέντρα

Ποιου σπόρου γέννα στύλωσε το φημισμένο κόσμο!

 

Θ´

Φέρτε κανούρια χέρια τι τώρα ποιος θα πάει

Ψηλά να νανουρίσει τα μωρά των άστρων!

Φέρτε καινούρια πόδια τι τώρα ποιος θα μπει

Στον πεντοζάλη πρώτος των αγγέλων!

Kαινούρια μάτια ―Θε μου― τι τώρα πού θα παν

Nα σκύψουν τα κρινάκια της αγαπημένης!

Αίμα καινούριο τι με ποιο χαράς χαίρε θ’ ανάψουν

Και στόμα, στόμα δροσερόν από χαλκό κι αμάραντο

Tι τώρα ποιος στα σύννεφα θα πει «γεια σας παιδιά!»

 

Mέρα, ποιος θ’ αψηφήσει τα ροδακινόφυλλα

Nύχτα, ποιος θα μερέψει τα σπαρτά

Ποιος θα σκορπίσει πράσινα καντήλια μες στους κάμπους

Ή θ’ αλαλάξει θαρρετά κατάντικρυ απ’ τον ήλιο

Για να ντυθεί τις θύελλες καβάλα σ’ άτρωτο άλογο

Kαι να γενεί Αχιλλέας των ταρσανάδων!

Ποιος θ’ ανεβεί στο μυθικό και μαύρο ερημονήσι

Για ν’ ασπαστεί τα βότσαλα

Kαι ποιος θα κοιμηθεί

Για να περάσει από τους Ευβοϊκούς του ονείρου

Nά ’βρει καινούρια χέρια, πόδια, μάτια

Aίμα και λαλιά

Nα ξαναστυλωθεί στα μαρμαρένια αλώνια

Kαι να ριχτεί ―αχ τούτη τη φορά―

Kαι να ριχτεί του Χάρου με την αγιοσύνη του!

 

 

Ήλιος, φωνή χαλκού, κι άγιο μελτέμι

Πάνω στα στήθη του όμοναν: «Ζωή να σε χαρώ!»

Δύναμη εκεί πιο μαύρη δε χωρούσε

Mόνο με φως χυμένο από δαφνόκλαδο

Kι ασήμι από δροσιά μόνον εκεί ο σταυρός

Άστραφτε, καθώς χάραζε η μεγαλοσύνη

Κι η καλοσύνη με σπαθί στο χέρι πρόβελνε

Nα πει μεσ’ απ’ τα μάτια του και τις σημαίες τους «Ζω!»

 

Γεια σου μωρέ ποτάμι οπού ’βλεπες χαράματα

Παρόμοιο τέκνο θεού μ’ ένα κλωνί ρογδιάς

Στα δόντια, να ευωδιάζεται από τα νερά σου·

Γεια σου κι εσύ χωριατομουσμουλιά που αντρείευες

Kάθε που ’θελε πάρει Αντρούτσος τα όνειρά του·

Κι εσύ βρυσούλα του μεσημεριού που έφτανες ώς τα πόδια του

Κι εσύ κοπέλα που ήσουνα η Ελένη του

Που ήσουνα το πουλί του, η Παναγιά του, η Πούλια του

Γιατί και μια μόνο φορά μες στη ζωή αν σημάνει

Aγάπη ανθρώπου ανάβοντας

Άστρον απ’ άστρο τα κρυφά στερεώματα,

Θα βασιλεύει πάντοτες παντού η θεία ηχώ

Για να στολίζει με μικρές καρδιές πουλιών τα δάση

Mε λύρες από γιασεμιά τα λόγια των ποιητών

 

Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει―

Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει ανάβοντας!

 

IA´

Κείνοι που επράξαν το κακό ― γιατί τους είχε πάρει

Tα μάτια η θλίψη πήγαιναν τρικλίζοντας

Γιατί τους είχε πάρει

Tη θλίψη ο τρόμος χάνονταν μέσα στο μαύρο σύγνεφο

Πίσω! και πια χωρίς φτερά στο μέτωπο

Πίσω! και πια χωρίς καρφιά στα πόδια

Eκεί που γδύν’ η θάλασσα τ’ αμπέλια και τα ηφαίστεια

Στους κάμπους της πατρίδας πάλι και με το φεγγάρι αλέτρι

Πίσω! Στα μέρη όπου λαγωνικά τα δάχτυλα

Mυρίζονται τη σάρκα κι όπου η τρικυμία βαστά

Όσο ένα γιασεμί λευκό στο θέρος της γυναίκας!

 

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο

Ζωή δεν είχαν πίσω τους μ’ έλατα και με κρύα νερά

M’ αρνί, κρασί και τουφεκιά, βέργα και κληματόσταυρο

Παππού δεν είχαν από δρυ κι απ’ οργισμένο άνεμο

Στο καραούλι δεκαοχτώ μερόνυχτα

Mε πικραμένα μάτια·

Τους πήρε μαύρο σύγνεφο ― δεν είχαν πίσω τους αυτοί

Θειο μπουρλοτιέρη, πατέρα γεμιτζή

Mάνα που να ’χει σφάξει με τα χέρια της

Ή μάνα μάνας που με το βυζί γυμνό

Xορεύοντας να ’χει δοθεί στη λευτεριά του Χάρου!

 

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο

Mα κείνος που τ’ αντίκρισε στους δρόμους τ’ ουρανού

Aνεβαίνει τώρα μοναχός και ολόλαμπρος!

 

IB´

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει

Aνεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος…

 

Λουλούδια αγοροκόριτσα του κρυφογνέφουνε

Kαι του μιλούν με μια ψηλή φωνή που αχνίζει στον αιθέρα

Γέρνουν και κατ’ αυτόν τα δέντρα ερωτεμένα

Mε τις φωλιές χωμένες στη μασχάλη τους

Mε τα κλαδιά τους βουτηγμένα μες στο λάδι του ήλιου

Θαύμα ― τι θαύμα χαμηλά στη γη!

Άσπρες φυλές μ’ ένα γαλάζιο υνί χαράζουνε τους κάμπους

Στράφτουν βαθιά οι λοφοσειρές

Kαι πιο βαθιά τ’ απρόσιτα όνειρα των βουνών της άνοιξης!

 

Ανεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος

Tόσο πιωμένος από φως που φαίνεται η καρδιά του

Φαίνεται μες στα σύννεφα ο Όλυμπος ο αληθινός

Kαι στον αέρα ολόγυρα ο αίνος των συντρόφων…

Tώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο από το αίμα

Στους όχτους του μονοπατιού συνάζουνται τα ζώα

Γρυλίζουν και κοιτάζουνε σα να μιλούνε

Ο κόσμος όλος είναι αληθινά μεγάλος

Γίγας που κανακεύει τα παιδιά του

 

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο λένε, το Πάσχα τ’ ουρανού!

 

IΓ´

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο―

 

Λένε γι’ αυτόν που κάηκε μες στη ζωή

Όπως η μέλισσα μέσα στου θυμαριού το ανάβρυσμα·

Για την αυγή που πνίγηκε στα χωματένια στήθια

Eνώ μηνούσε μιαν ημέρα πάλλαμπρη·

Για τη νιφάδα που άστραψε μες στο μυαλό κι εσβήστη

Tότες που ακούστηκε μακριά η σφυριγματιά της σφαίρας

Kαι πέταξε ψηλά θρηνώντας η Αλβανίδα πέρδικα!

 

Λένε γι’ αυτόν που μήτε καν επρόφτασε να κλάψει

Για τον βαθύ καημό του Έρωτα της ζωής

Που είχε όταν δυνάμωνε μακριά ο αγέρας

Kαι κρώζαν τα πουλιά στου χαλασμένου μύλου τα δοκάρια

Για τις γυναίκες που έπιναν την άγρια μουσική

Στο παραθύρι ορθές σφίγγοντας το μαντίλι τους

Για τις γυναίκες που απελπίζαν την απελπισιά

Προσμένοντας ένα σημάδι μαύρο στην αρχή του κάμπου

 

Ύστερα δυνατά πέταλα έξω απ’ το κατώφλι

Λένε για το ζεστό και αχάιδευτο κεφάλι του

Για τα μεγάλα μάτια του όπου χώρεσε η ζωή

Tόσο βαθιά, που πια να μην μπορεί να βγει ποτέ της!

 

IΔ´

Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα

Tου κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:

Ελευθερία

Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:

EΛEYΘEPIA

Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος

 

Στεριές ιριδοχτυπημένες πέφτουν στά νερά

Kαράβια μ’ ανοιχτά πανιά πλέουν μες στους λειμώνες

Tα πιο αθώα κορίτσια

Tρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών

Kι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη

Παιδιά! δεν είναι άλλη γη ωραιότερη…

 

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!

 

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει

Oλοένα εκείνος ανεβαίνει·

Τώρα λάμπουνε γύρω του οι πόθοι που ήταν μια φορά

Xαμένοι μες στης αμαρτίας τη μοναξιά·

Γειτόνοι της καρδιάς του οι πόθοι φλέγονται·

Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του

Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του

«Πουλιά καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!»

«Σύντροφοι σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!»

Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γυαλίζει στα μαλλιά του

 

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!*

* * * * *

Στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός πρεσβευτής Εμανουέλε Γκράτσι θα επισκεφθεί τον Έλληνα πρωθυπουργό και ξυπνώντας τον θα του επιδώσει τελεσίγραφο σύμφωνα με το οποίο η Ιταλία, προκειμένου να αισθανθεί ασφαλής, απαιτούσε να καταλάβει βάσεις και άλλα σημεία του ελληνικού εδάφους – όσα θα έκρινε ότι θα χρειαζόταν ως το τέλος της παγκόσμιας σύρραξης. Ο Ιωάννης Μεταξάς θα απορρίψει αμέσως το τελεσίγραφο, λέγοντας: «Alors, c’est la guerre. Λοιπόν, έχουμε πόλεμο».

Η Ελλάδα είναι πλέον σε πόλεμο με την Ιταλία, έναν πόλεμο στον οποίο θα πάρει μέρος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού ο Οδυσσέας Ελύτης, κινδυνεύοντας να πεθάνει από βαρύ τύφο. «Στο μέτωπο αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήταν μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με το ζώο για να βρεθώ σε βατό δρόμο και να διακομισθώ στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχαν αποφασίσει, αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου». Έτσι θα περιγράψει ο Ελύτης, μια εικοσαετία και πλέον αργότερα, σε συνέντευξή του στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική», το 1962, την οδυνηρή περιπέτεια του πολέμου, αλλά και τη νικηφόρα προσπάθειά του να κρατηθεί στη ζωή.

Ο Ελύτης πήρε εξιτήριο τον Απρίλιο του 1941, έκλεινε τότε τα τριάντα του χρόνια, αλλά η φωτιά του αλβανικού μετώπου δεν έσβησε ποτέ από τη μνήμη του. Το 1945 θα δημοσιεύσει στο περιοδικό «Τετράδιο» την ποιητική σύνθεση «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», που αποτελεί, όπως μας προετοιμάζει ο τίτλος, ωδή για τον θρίαμβο της Ελλάδας στη σύγκρουσή της με τον ιταλικό στρατό, αλλά και μία ελεγεία για το άλγος των πεσόντων και τη χαμένη νιότη.

Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος,…

Και μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό,

Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε

Μα όλος ο κόπος τ’ ουρανού,

Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα

Πρωί στα πόδια του βουνού,

Τώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει,…

Χειμώνας μπαίνει ως το μυαλό. Κάτι κακό

Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου,

Τα όρνια μοιράζονται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.

 

Η ευδία, η ευεργεσία της φύσης και η χαρά της γης και του ουρανού θα δώσουν τη θέση τους στο απειλητικό τοπίο του χειμώνα, στην επερχόμενη φωτιά των όπλων και στον θάνατο, ο οποίος είναι καθ’ οδόν και θα προκαλέσει σύντομα την απόλυτη συντριβή. Προηγείται, καθώς προχωρούμε στο ποίημα, η ανδρεία του ελληνικού στρατού. Άκαμπτοι, παγωμένοι και μπαρουτοκαπνισμένοι πολεμιστές με επικεφαλής τον νεαρό ανθυπολοχαγό, που θα πέσει εντέλει νεκρός, χωρίς ψυχή, με το βλέμμα του να κοιτάζει το πουθενά και την τελευταία να έχει αναχωρήσει για τα πέρατα του κόσμου. Κι αν η δύναμη και το θάρρος της ζωής πρόλαβαν να κρατήσουν μια ύστατη ικμάδα και να δώσουν λίγο ακόμα φως, ο θάνατος θα βάλει τέρμα στην κυριαρχία του ήλιου και στο νεανικό σφρίγος, διώχνοντας την ομορφιά και καλωσορίζοντας το σκοτάδι. Κι όλοι, φύση της Γης, ουράνια σώματα, σκιές του δάσους και άνθρωποι, θα κλάψουν όχι μόνο για τον ανθυπολοχαγό μα και για όσους χάθηκαν μαζί του, ταξιδεύοντας στο άπειρο, κόντρα στο θάμβος, την ένταση, την ψυχική παληκαριά και τα κάποτε αστείρευτα αποθέματα των χαμένων.

Όμως, όσο κι αν πονάει, όσο κι αν ρημάζει ο θάνατος, τίποτε και κανένας δεν έχει τελειώσει, τίποτε και κανένας δεν νοείται να περάσει στη λήθη και στον αφανισμό. Ο νεκρός ανθυπολοχαγός και οι σαρωμένοι συστρατιώτες του δεν προορίζονται για να κηδευτούν, αλλά για θρέψουν με τη μνήμη του αγώνα τους όλους τους καινούργιους κορμούς που θα βλαστήσουν, τώρα κιόλας, τριγύρω τους, κατεβάζοντας στο σκληρό έδαφος την ουράνια σφαίρα, φέρνοντας το όνειρο στον καθημερινό βίο και τραγουδώντας το πώς σε λίγο τα πάντα θα ξεκινήσουν από την αρχή. Γιατί τα πάντα έγιναν για την ελευθερία και τα πάντα αυτή δοξάζουν:

 

Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:

Ελευθερία.

Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος

[…]

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!

 

Με το «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», ο Ελύτης θα απομακρυνθεί από τον υπερρεαλισμό και από τη φυσική μαγεία των νεανικών του χρόνων για να αναμείξει εφεξής στην ποίησή του τον σκληρό ρεαλισμό της Ιστορίας με την εκ παραλλήλου προσήλωση στο ονειρικό, το μυστηριακό και το υπερβατικό του ελληνικού κοσμοειδώλου. Η ποιητική του γλώσσα θα αποκαλύψει περαιτέρω το μυστήριο της γέννησης των πραγμάτων, το ξαφνικό αγκάλιασμα της έλλογης συνείδησης με το βάθος υποβολής των φθόγγων – από εδώ, άλλωστε, αντλεί η γλώσσα το ήθος και την ηθική της, από εδώ ανασύρει και τη μεγάλη χρονική της διάρκεια. Γιατί η γλώσσα είναι μεταξύ άλλων, ή και πρωτίστως, ποίηση και επειδή η ελληνική ποίηση, από τη Σαπφώ και τον Όμηρο μέχρι και τις ημέρες μας, έχει καταφέρει να διατηρήσει στο ακέραιο, αν και με εντελώς διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, τόσο το μέταλλο όσο και το μέγεθος της φωνής της.

Β. Χατζηβασιλείου

* Το ποίημα (από το Ποίηση, Ίκαρος 2002) και η φωτογραφία προέρχονται από την ιστοσελίδα «Περί ου»

Επέτειος της 28ης Οκτωβρίου: «Πηγή έμπνευσης ο αγώνας των προγόνων μας»

«Διανύουμε εποχή μεγάλων κρίσεων, ανακατατάξεων και πολέμων σκληρών και αβέβαιων. Ο αγώνας που έδωσαν με αυταπάρνηση οι πρόγονοί μας ήταν, είναι και θα παραμείνει στον αιώνα τον άπαντα πηγή έμπνευσης, αυτοπεποίθησης και ακλόνητου σθένους για όλους εμάς που υπηρετούμε στις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά και για ολόκληρο το έθνος, για όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες.»

Αυτό τόνισε ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ) στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος στην ημερήσια διαταγή του για την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940, απευθυνόμενος στους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, στρατιώτες, ναύτες, σμηνίτες, εθνοφύλακες, εφέδρους και το πολιτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.

«Πριν από 83 χρόνια ακριβώς, η πατρίδα μας κλήθηκε για ακόμα μία φορά να σκεφτεί για το μέλλον της και να λάβει ιστορικές αποφάσεις για την πλευρά της Ιστορίας στην οποία θέλει να βρεθεί.

»Και δεν χρειάστηκε παρά μόνο μία λέξη για να γίνει κατανοητό πέρα για πέρα στους λάτρεις του αναθεωρητισμού και της αστάθειας, ότι η Ελλάδα ούτε εύκολος αντίπαλος ήταν, ούτε πειθήνιο όργανο τυράννων και αναθεωρητών της διεθνούς τάξης. Το Ελληνικό ΟΧΙ απέναντι στην απαίτηση για την ατιμωτική παράδοση της Ελλάδος υπήρξε βροντερό και αμείλικτο, με αυτά που ακολούθησαν στα πεδία των μαχών να το αποδεικνύουν με τρόπο σκληρό, επικό και μεγαλειώδη», ανέφερε.

«Η Ελληνική ψυχή, οι Έλληνες μαχητές του ’40 κατάφεραν όχι μόνο να αποκρούσουν την σφοδρή ιταλική επίθεση στο Καλπάκι και στην Πίνδο, ξαφνιάζοντας την παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά να περάσουν στη συνέχεια σε μία σαρωτική και ξέφρενη αντεπίθεση, κατατροπώνοντας και παρασύροντας διαδοχικά στο πέρασμά τους τις επίλεκτες Ιταλικές Μεραρχίες στον Μοράβα και στην Κορυτσά, στο Πόγραδετς και στους Άγιους Σαράντα, στη Χειμάρρα και στην Κλεισούρα, στην Τρεμπεσίνα και στο Ύψωμα 731, απελευθερώνοντας ακόμη μια φορά τη Βόρεια Ήπειρο», είπε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ.

«Η μικρή σε έκταση Ελλάδα ύψωσε το πελώριο μπόι της Ψυχής της και το τεράστιο ιστορικό της ανάστημα και κατάφερε να διαλύσει τον μύθο της παντοδυναμίας του Άξονος, αποδεικνύοντας με περίτρανο τρόπο ακόμα μια φορά στην Ιστορία της ότι: “Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα”!», συμπλήρωσε.

«Σήμερα κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ και  τον οφειλόμενο φόρο τιμής σ’ όλους εκείνους που με την γενναιότητα, την αφοσίωση, την περιφρόνηση προς το θάνατο και τη μεγαλοσύνη της ψυχής τους, μας έδειξαν όχι μόνο τον θησαυρό της ανδρείας και του πείσματος, που φυλάει μέσα της η ελληνική ψυχή, αλλά και την ακατάβλητη βούλησή της για τη νίκη», κατέληξε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ.

Έκθεση και αφιέρωμα της ΕΣΗΕΑ για τους δημοσιογράφους στην αντίσταση 1940-1944

Μια έκθεση ζωγραφικής κι ένας πολύτιμος συλλογικός τόμος που εκκινούν από ντοκουμέντα του ελληνοϊταλικού πολέμου, της Κατοχής και του Ολοκαυτώματος εγκαινιάστηκαν την Τετάρτη 25 Οκτωβρίου στην ΕΣΗΕΑ, στο χώρο της Βιβλιοθήκης της «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας», όπου και θα παραμείνουν μέχρι τις 14 Νοεμβρίου.

Πρόκειται για διπλή παραγωγή του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ, που φέρνει στο φως άγνωστες πηγές της περιόδου, από την πολύτιμη Βιβλιοθήκη Πουρνάρα της ΕΣΗΕΑ και το ιστορικό αρχείο της Ενώσεως, το οποίο ερευνά ο ιστορικός Δημήτρης Σκλαβενίτης. Και, πάνω απ’ όλα, αποτίει φόρο τιμής στους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους που ύψωσαν το ανάστημα τους στον φασισμό την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τιμά τους δημοσιογράφους που αντιστάθηκαν και αγωνίστηκαν για την ελευθερία.

Η έκδοση «Η Αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία» αφιερώνεται στον Κωστή Παπαδάκη, τον πρώτο νεκρό δημοσιογράφο του μετώπου.

Η αφήγηση της έκθεσης ξεκινά με το πηλίκιο του 23χρονου Κωστή Παπαδάκη, δημοσιογράφου στο «Ελεύθερον Βήμα» (μετέπειτα «Το Βήμα»). «ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΦΗΣΩΜΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ», έγραφε στην τελευταία του ανταπόκριση, στις 3 Νοεμβρίου 1940, παραμονή του θανάτου του. Σκοτώθηκε σε μάχη στον λόφο Νεστορίου Καστοριάς.

Στην ίδια προθήκη, η δημοσιογραφική του ταυτότητα και τα τρία τελευταία του γράμματα στην οικογένεια του, συγκινούν, δημιουργούν αναστοχασμό και περισυλλογή για την περίοδο της ναζιστικής κατοχής που ακολούθησε, οδηγώντας τη χώρα στην εξαθλίωση.

«Υποκλινόμαστε ενώπιον αυτών που θυσιάστηκαν, ιδίως στους δημοσιογράφους που με την γραφίδα τους αφύπνισαν τους Έλληνες» χαιρέτησε στην παρουσίαση του διπλού αφιερώματος η πρόεδρος του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ , Μαρία Αντωνιάδου. Στους δημοσιογράφους που επιχείρησαν μέσω των παράνομων εφημερίδων και την επισιτική δράση του συλλογικού τους οργάνου, της ΕΣΗΕΑ, να αντισταθούν στον κατακτητή και να αντιμετωπίσουν τις δυσχερείς οικονομικές συνθήκες που έπλητταν τον κλάδο τους

Το «Δελτίο Απόντων» της Χριστίνας Κάλμπαρη

Συνεχίζοντας την περιήγηση, διάσπαρτα στον όροφο της Βιβλιοθήκης είναι τα έργα ζωγραφικής και τα σχέδια της Χριστίνας Κάλμπαρη με γενικό τίτλο «Δελτίο Απόντων». Δημιουργήθηκαν ειδικά για τον χώρο της Βιβλιοθήκης, με αφετηρία φωτογραφίες και κινηματογραφικά ντοκουμέντα από την Κατοχή και το Ολοκαύτωμα. Συνομιλούν με τα έργα της ενότητας «H εκδρομή» και σκιαγραφούν τη γαλήνη μιας μονοήμερης εκδρομής στη φύση, καθώς αυτή επισκιάζεται από την αδιόρατη απειλή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η ενότητα των έργων – εμπνευσμένη από τη νουβέλα της ‘Αννα Ζέγκερς «Η εκδρομή των κοριτσιών που χάθηκαν» – είχε πρωτοπαρουσιαστεί στην ομώνυμη ατομική της έκθεση στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων, την άνοιξη του 2023.

Χριστίνα Κάλμπαρη
Χριστίνα Κάλμπαρη – «Δελτίο Απόντων» / Ερημιά, 2023, ακρυλικό σε καμβά, 40×50εκ.

 

«Η Κάλμπαρη δεν μας ανασυνδέει μόνο με μία από τις ένδοξες σελίδες ηρωισμού και τον βαρύ φόρο αίματος που κατέβαλε ο λαός μας. Μας παραπέμπει και στο σήμερα όπου μαίνονται κι άλλοι πόλεμοι, ο ένας στην καρδιά της Ευρώπης και μάλιστα σε τόπους όπου οκτώ δεκαετίες νωρίτερα σημειώθηκαν μερικές από τις πιο επιφανείς νίκες κατά του ναζισμού . Όπως και τότε έτσι και σήμερα , ο αναθεωρητισμός και η απόπειρα επιβολής των όπλων σπέρνουν θάνατο και δεν μπορούν παρά να αποκρουστούν από τη Δύση», είπε η υπουργός Πολιτισμού χαιρετίζοντας τα εγκαίνια της έκθεσης.

Έκδοση: «Η αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία»

Στο άλλο σκέλος του αφιερώματος, η πολύτιμη έκδοση «Η αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία» (εκδ. Μέλισσα) του Μορφωτικού ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ σε συνεργασία με τα Εκπαιδευτήρια Ελληνογερμανική Αγωγή, αντλεί υλικό από το Αρχείο Εφημερίδων της Βιβλιοθήκης της ΕΣΗΕΑ «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας» και το Ιστορικό Αρχείο της Ένωσης.

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει κείμενα δημοσιογράφων-μελών της Ένωσης σχετικά με την περίοδο 1940-1944, όπως προκύπτουν μέσα από την επεξεργασία του αρχειακού υλικού. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται εφημερίδες της περιόδου του ελληνοϊταλικού πολέμου και της Κατοχής.

Η συλλεκτική έκδοση περιλαμβάνει κείμενα επτά δημοσιογράφων, μελών της Ένωσης:

  • Αλέξης Παπαχελάς – «Κοινό μέτωπο κατά του εχθρού»
  • Μαρία Καρχιλάκη – «Οι γενναίοι της κατοχικής Αθήνας»
  • Γιώτα Αντωνοπούλου – «Σχολεία στη δίνη του πολέμου και ο ρόλος του Τύπου»
  • Αντώνης Σρόιτερ – «Η Απελευθέρωση μέσα από τις σελίδες του Τύπου»
  • Χρήστος Νικολαΐδης – «Η Κλεισούρα του μετώπου»
  • Στρατής Αγγελής – «Η επισιτιστική δράση της ΕΣΗΕΑ στην Κατοχή»
  • Νίκος Κιάος – «Ο πρώτος νεκρός δημοσιογράφος του μετώπου και η διαιώνιση των ιδανικών της Αντίστασης από τους δημοσιογράφους»

Τον γενικό συντονισμό της έκδοσης είχε η Κατερίνα Λυμπεροπούλου, μέλος του ΔΣ του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ.

Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο «ΜΕΛΙΣΣΑ» και πραγματοποιήθηκε με τις χορηγίες του υπουργείου Πολιτισμού, της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης και του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Εκτός από τους συγγραφείς του τόμου, την παρουσίαση χαιρέτησαν επίσης ο Σταύρος Σάββας, γενικός διευθυντής της Ελληνογερμανικής Αγωγής και ο Μάνος Αλχανάτης, Α΄Αντιπρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος.

* * * * *

Πληροφορίες 

Έκθεση «Δελτίο Απόντων» της Χριστίνας Κάλμπαρη

Εγκαίνια έκθεσης: Τετάρτη 25 Οκτωβρίου, 12:00 και 19:00-21:00

Διάρκεια έκθεσης: 25 Οκτωβρίου – 14 Νοεμβρίου 2023

Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα- Τρίτη- Πέμπτη: 9:00-16:00

Τετάρτη- Παρασκευή: 9:00-19:00

Σάββατο-Κυριακή κλειστά

Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.

Βιβλιοθήκη της ΕΣΗΕΑ «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας»

2ος όροφος, Ακαδημίας 20, 10671 Αθήνα

τηλ: 210 3675560

Για περισσότερες πληροφορίες:

Γραμματεία Μορφωτικού Ιδρύματος ΕΣΗΕΑ |morfotiko@esiea.gr | 2103675400 

 

Αρχιτεκτονική: Η μεσαιωνική γοητεία του καθεδρικού ναού του Έξετερ

Ο καθεδρικός ναός του Έξετερ στέκεται περήφανα στο κέντρο του Έξετερ, στη νοτιοδυτική κομητεία του Ντέβον της Αγγλίας. Με ιστορία που εκτείνεται από τη ρωμαϊκή εποχή έως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο μεγάλος καθεδρικός ναός προσφέρει μια συναρπαστική εικόνα της μεσαιωνικής Βρετανίας με τα έξοχα γοτθικά χαρακτηριστικά του. Μέχρι σήμερα, ο καθεδρικός ναός του Έξετερ θεωρείται το καλύτερο παράδειγμα του διακοσμημένου γοτθικού αρχιτεκτονικού στυλ (1280-1380), ενός αγγλικού γοτθικού στυλ.

Το 1050, ο βασιλιάς Εδουάρδος ο Ομολογητής (1003-1066) έχτισε τον Καθεδρικό Ναό του Έξετερ σε μια τοποθεσία όπου προηγουμένως υπήρχαν πολλά θρησκευτικά κτίρια, μεταξύ των οποίων μια χριστιανική τοποθεσία του 5ου αιώνα, μια αγγλοσαξονική κατασκευή του 10ου αιώνα και ένας νορμανδικός καθεδρικός ναός που χρονολογείται από το 1180. Το κύριο σώμα του σημερινού καθεδρικού ναού, που ολοκληρώθηκε γύρω στο 1400, είναι σε γοτθικό ρυθμό που εισήχθη από τη Γαλλία τη δεκαετία του 1240, με πλούσιo στολισμό και διακόσμηση.

Το κτίριο υπέστη ζημιές με το πέρασμα των αιώνων, κυρίως κατά τη διάλυση των μοναστηριών, τον αγγλικό εμφύλιο πόλεμο και τον βομβαρδισμό του Έξετερ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου,. Ωστόσο, βελτιώθηκε και ανακαινίστηκε κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα.

Ο καθεδρικός ναός του Έξετερ είναι γνωστός για την πέτρινη κατασκευή του, η οποία είναι ιδιαίτερα εμφανής στην θολωτή οροφή του καθεδρικού ναού, η οποία είναι ο μακρύτερος συνεχής μεσαιωνικός πέτρινος θόλος στον κόσμο. Η λαξευτή οροφή διαθέτει όμορφες κεφαλές στήριξης και διακοσμητικά καλύμματα, τα οποία ήταν ευδιάκριτα στη γοτθική αρχιτεκτονική. Αυτά τα στηρίγματα είναι συχνά έντονα χρωματισμένα, δείχνοντας ότι οι μεσαιωνικές εκκλησίες ήταν κάποτε γεμάτες με ζωηρά χρώματα.

Ο καθεδρικός ναός περιλαμβάνει γλυπτά στη στοά του ιεροψάλτη, παράθυρα με σπουδαία βιτρώ και ένα αστρονομικό ρολόι, τα οποία χρονολογούνται από τον 13ο και 14ο αιώνα.

The west façade is dominated by three rows of statues, which represent heaven. The bottom row shows carved angels supporting the figures above. Most of the figures in the middle row represent the kings of Judah. Statues of the apostles, the four evangelists, and prophets of the Old Testament fill the upper row. A representation of God is in the top row. Restorers discovered red paint with flecks of blue, green, and gold at the rear of the statues, confirming that they were highly colored and a most beautiful sight in the Middle Ages. (travellight/Shutterstock)
Στη δυτική πρόσοψη δεσπόζουν τρεις σειρές αγαλμάτων, τα οποία αναπαριστούν τον ουρανό. Στην κάτω σειρά υπάρχουν ξυλόγλυπτοι άγγελοι που υποστηρίζουν τις πάνω μορφές. Οι περισσότερες από τις μορφές στη μεσαία σειρά αναπαριστούν τους βασιλιάδες του Ιούδα. Τα αγάλματα των αποστόλων, των τεσσάρων Ευαγγελιστών και των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης γεμίζουν την επάνω σειρά. Μια αναπαράσταση του Θεού βρίσκεται επίσης στην επάνω σειρά. Οι αναστηλωτές ανακάλυψαν κόκκινο χρώμα με κηλίδες μπλε, πράσινου και χρυσού στο πίσω μέρος των αγαλμάτων, επιβεβαιώνοντας ότι ήταν έντονα χρωματισμένα ώστε να συνιστούν ένα πολύ όμορφο θέαμα κατά τον Μεσαίωνα. (travellight/Shutterstock)

 

The bright and airy nave of Exeter Cathedral is under a 14th century stone vault. The vault runs from the west wall of the nave to the Great East Window at the end of the quire (choir), and the large organ. Unlike churches in the Romanesque style where ribs were mainly added to support the roof, the ribs here also serve a decorative purpose, creating a beautiful pattern. (travellight/Shutterstock)
Το φωτεινό και ευάερο κεντρικό κλίτος του Καθεδρικού Ναού του Έξετερ βρίσκεται κάτω από έναν πέτρινο θόλο του 14ου αιώνα. Ο θόλος εκτείνεται από τον δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους μέχρι το Μεγάλο Ανατολικό Παράθυρο στο τέλος της εξέδρας της χορωδίας και το μεγάλο εκκλησιαστικό όργανο. Σε αντίθεση με τις εκκλησίες του ρωμανικού ρυθμού όπου οι νευρώσεις προστέθηκαν κυρίως για να στηρίξουν την οροφή, οι νευρώσεις εδώ εξυπηρετούν επίσης διακοσμητικό σκοπό, δημιουργώντας ένα όμορφο μοτίβο. (travellight/Shutterstock)

 

A closer look at the magnificent vaulted ceiling of Exeter Cathedral shows how the stone vault is supported by elegant decorative ribs, which are met by round carved bosses at each end. This style of vaulting is known as a tierceron, and Exeter Cathedral is one of the most impressive examples of this style, with over 400 colored bosses, making it one of the most important collections of medieval stone carvings in England.  (DeFacto/CC BY-SA 4.0)
Μια προσεκτική ματιά στη θαυμάσια θολωτή οροφή του Καθεδρικού Ναού του Έξετερ δείχνει ότι ο πέτρινος θόλος στηρίζεται σε κομψές διακοσμητικές νευρώσεις, οι οποίες συναντώνται με στρογγυλά σκαλισμένα εξογκώματα σε κάθε άκρο. Αυτό το στυλ θόλου είναι γνωστό ως tierceron, και ο Καθεδρικός Ναός του Έξετερ είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά παραδείγματα αυτού του στυλ, με περισσότερες από 400 χρωματιστές προεξοχές, κάτι που τον καθιστά μια από τις σημαντικότερες συλλογές μεσαιωνικών πέτρινων γλυπτών στην Αγγλία. (DeFacto/CC BY-SA 4.0)

 

At the east end of the cathedral, visitors can admire the beautiful Lady Chapel, displaying an impressive stained-glass window in the Gothic decorated style. The chapel was formerly the cathedral library, which at one time held almost 5,000 volumes. (travellight/Shutterstock)
Στο ανατολικό άκρο του καθεδρικού ναού, οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν το όμορφο παρεκκλήσι της Θεοτόκου, με ένα εντυπωσιακό βιτρώ γοτθικού στυλ. Το παρεκκλήσι ήταν παλαιότερα η βιβλιοθήκη του καθεδρικού ναού, η οποία κάποτε περιείχε σχεδόν 5.000 τόμους. (travellight/Shutterstock)

 

The Great East Window is a beautiful display of Medieval stained glass. Situated above the two arches framing the main altar of the Lady Chapel, the window depicts religious figures and prominent noble families. The elaborate window features circles, flower designs, and medieval glass depicting 19 figures and several coats of arms. (DeFacto/CC BY-SA 4.0)
Το Μεγάλο Ανατολικό Παράθυρο είναι ένα υπέροχο δείγμα μεσαιωνικού βιτρώ. Τοποθετημένο πάνω από τις δύο καμάρες που πλαισιώνουν τον κύριο βωμό του παρεκκλησίου της Θεοτόκου, το παράθυρο απεικονίζει θρησκευτικές μορφές και εξέχουσες ευγενείς οικογένειες. Το περίτεχνο παράθυρο διαθέτει κύκλους, σχέδια λουλουδιών και μεσαιωνικό γυαλί που αναπαριστά 19 μορφές και αρκετά οικόσημα. (DeFacto/CC BY-SA 4.0)

 

A balcony that projects from the north side of the nave is known as the Minstrel’s Gallery. This balcony is decorated with 12 carved angels playing musical instruments. While the purpose of this gallery is not known, it is likely to have been used by musicians. (DeFacto/CC BY-SA 4.0)
Ένας εξώστης που προεξέχει από τη βόρεια πλευρά του κυρίως ναού είναι γνωστός ως ο Εξώστης των Μενεστρέλων (μενεστρέλοι=πλανόδιοι μουσικοί). Αυτό το μπαλκονάκι είναι διακοσμημένο με 12 σκαλιστούς αγγέλους που παίζουν μουσικά όργανα. Αν και ο σκοπός αυτού του εξώστη δεν είναι γνωστός, είναι πιθανό να χρησιμοποιήθηκε από μουσικούς. (DeFacto/CC BY-SA 4.0)

 

The Grand Organ, located on the central pulpitum (a massive screen that separates the choir and the main altar) is one of the most distinctive features of Exeter Cathedral. Created by John Loosemore in 1665, the organ contains over 4,000 pipes and has adapted to the continuous musical demands of the cathedral over the last few centuries. (Karl Gruber/CC BY 3.0)
Το Μεγάλο Όργανο, που βρίσκεται στο κεντρικό άμβωνα (ένα τεράστιο παραβάν που χωρίζει τη χορωδία από την κύρια Αγία Τράπεζα), είναι ένα από τα πιο ξεχωριστά χαρακτηριστικά του Καθεδρικού Ναού του Έξετερ. Κατασκευασμένο από τον Τζον Λούζμορ το 1665, αυτό το εκκλησιαστικό όργανο περιέχει περισσότερους από 4.000 σωλήνες και έχει προσαρμοστεί στις συνεχείς μουσικές απαιτήσεις του καθεδρικού ναού κατά τη διάρκεια των τελευταίων αιώνων. (Karl Gruber/CC BY 3.0)

 

Dating from 1484, Exeter’s astronomical clock is a working model based on the solar system as it was understood at the time. The earth is in the center, represented by a fixed golden ball, with the moon and sun rotating around it. In the outer circle, a clock hand indicates the day in the lunar month and the hour of the day, as represented by the ball inside the lunar circle and the black fleur-de-lys disk representing the sun. The text below the main dial translates as “The hours pass and are reckoned to our account.” It is said that this clock is the source of the reputed English nursery rhyme “Hickory Dickory Dock.” (DeFacto/CC BY-SA 4.0)
Το αστρονομικό ρολόι του Έξετερ χρονολογείται από το 1484 και είναι ένα λειτουργικό μοντέλο βασισμένο στο ηλιακό σύστημα, όπως το αντιλαμβάνονταν εκείνη την εποχή. Η γη, που αντιπροσωπεύεται από μια χρυσή σφαίρα, βρίσκεται στο κέντρο, με τη σελήνη και τον ήλιο να περιστρέφονται γύρω της. Στον εξωτερικό κύκλο, ένας δείκτης του ρολογιού δείχνει την ημέρα του σεληνιακού μήνα και την ώρα της ημέρας, όπως αντιπροσωπεύεται από τη σφαίρα μέσα στον σεληνιακό κύκλο και τον μαύρο δίσκο με τον χρυσό κρίνο που αντιπροσωπεύει τον ήλιο. Το κείμενο κάτω από το κύριο καντράν μεταφράζεται ως εξής: «Οι ώρες περνούν και υπολογίζονται στον λογαριασμό μας». Λέγεται ότι αυτό το ρολόι είναι η πηγή του πασίγνωστου αγγλικού παιδικού τραγουδιού «Hickory Dickory Dock». (DeFacto/CC BY-SA 4.0)

 

Της Ariane Triebswetter

Επιμέλεια: Αλία Ζάε