Ρωσικός πύραυλος έθεσε επιτυχώς σε τροχιά τον ιρανικό δορυφόρο τηλεπικοινωνιών Nahid-2, σύμφωνα με ρωσικά μέσα ενημέρωσης. Πρόκειται για την πέμπτη εκτόξευση ιρανικού δορυφόρου από τη Ρωσία από το 2022.
Ο πύραυλος Soyuz, σχεδιασμένος από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, μετέφερε τον δορυφόρο Nahid-2 στις 25 Ιουλίου από εμπορική πλατφόρμα εκτόξευσης στο κοσμοδρόμιο Βοστότσνι, στην ανατολική επαρχία Αμούρ της Ρωσίας. Στην ίδια αποστολή μεταφέρθηκαν επίσης 19 ρωσικοί δορυφόροι διαφόρων τύπων.
Ο Nahid-2, κατασκευασμένος στο Ιράν, προορίζεται να παρέχει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην Τεχεράνη για τα επόμενα δύο χρόνια. Η εκτόξευσή του ακολούθησε εκείνες των δορυφόρων Kowsar και Hodhod τον Νοέμβριο του 2024 – τις πρώτες ιρανικές εκτοξεύσεις που πραγματοποιήθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα της Ρωσίας.
Η επιτυχής αποστολή έρχεται σε αντίθεση με τις πέντε διαδοχικές αποτυχημένες εκτοξεύσεις του ιρανικού πολιτικού διαστημικού προγράμματος τα τελευταία χρόνια. Η εξέλιξη αυτή ερμηνεύεται από παρατηρητές ως ένδειξη ότι ο κρατικός οργανισμός Roscosmos της Ρωσίας, που διαχειρίζεται το κοσμοδρόμιο Βοστότσνι, ενδέχεται να διαδραματίσει αυξανόμενο ρόλο στις μελλοντικές ιρανικές διαστημικές αποστολές.
Ξεχωριστό διαστημικό πρόγραμμα, υπό τον έλεγχο των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), το οποίο χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από πολλές δυτικές χώρες, έχει πραγματοποιήσει επιτυχείς στρατιωτικές εκτοξεύσεις την ίδια περίοδο. Ωστόσο, η σχετική στρατιωτική εγκατάσταση φέρεται να βομβαρδίστηκε από το Ισραήλ στα τέλη του περασμένου έτους.
Τον Ιανουάριο, η Τεχεράνη και η Μόσχα υπέγραψαν 20ετή «συνθήκη στρατηγικής συνεργασίας», με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας σε σειρά τομέων, όπως η στρατιωτική τεχνολογία, η πυρηνική ενέργεια και οι εμπορικές συναλλαγές.
Η είδηση της εκτόξευσης έγινε γνωστή καθώς Ιρανοί και Ευρωπαίοι διπλωμάτες ετοιμάζονταν να συναντηθούν την Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη, σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ευρωπαϊκές χώρες έχουν προειδοποιήσει ότι ενδέχεται να επαναφέρουν κυρώσεις αν η Τεχεράνη δεν επιτρέψει την επιστροφή διεθνών επιθεωρητών.
Η στρατηγική σύμπλευση Ρωσίας–Ιράν προβλέπει επίσης συνεργασία απέναντι σε «κοινές στρατιωτικές απειλές» και δημιουργία βάσης για μελλοντικές κοινές ασκήσεις. Η ηγεσία της Μόσχας έχει επιδιώξει την τελευταία περίοδο στενότερες σχέσεις με αυταρχικά καθεστώτα, όπως της Κίνας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, προκειμένου να υποστηρίξει τις πολεμικές της ανάγκες στην Ουκρανία και να παρακάμψει τις δυτικές κυρώσεις μέσω εναλλακτικών αλυσίδων εφοδιασμού.
Πέραν της στρατηγικής συμφωνίας, οι δύο χώρες έχουν ενισχύσει και τον τομέα της στρατιωτικής συνεργασίας. Η Ρωσία έχει προμηθεύσει το Ιράν με μαχητικά αεροσκάφη και άλλα τεχνολογικά μέσα, ενώ η Τεχεράνη έχει αποστείλει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυρομαχικά για ρωσική χρήση.
Με πληροφορίες από τα Associated Press και Reuters
Οι εχθροπραξίες στα σύνορα της Καμπότζης και της Ταϊλάνδης στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 33 ανθρώπους σε αμφότερες τις πλευρές των συνόρων, σύμφωνα με τους πιο πρόσφατους, σημερινούς επίσημους απολογισμούς των θυμάτων, ενώ η Πνομ Πεν απαίτησε από την Μπανγκόκ «άμεση κατάπαυση του πυρός».
Η διένεξη για την κυριαρχία σε παραμεθόριες περιοχές, που διαρκεί δεκαετίες, εκτραχύνθηκε την Πέμπτη σε μάχες με την εμπλοκή μαχητικών αεροσκαφών, αρμάτων μάχης, στοιχείων του πυροβολικού και χερσαίων δυνάμεων – στο χειρότερο επίπεδο βίας των τελευταίων δεκαετιών, χειρότερο κι από αυτό του 2011 – εξωθώντας το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να συνεδριάσει εκτάκτως κεκλεισμένων των θυρών χθες.
Σήμερα, το υπουργείο Άμυνας της Καμπότζης ανακοίνωσε πως 13 άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι 71 τραυματίστηκαν στην καμποτζιανή πλευρά.
Ο ταϊλανδικός στρατός ανέφερε από την πλευρά του ότι σκοτώθηκαν πέντε στρατιωτικοί χθες Παρασκευή, αυξάνοντας τον επίσημο απολογισμό των θυμάτων στους 20 νεκρούς στην πλευρά της Ταϊλάνδης – 14 πολίτες και έξι στρατιωτικούς.
Πλέον ο απολογισμός των θυμάτων ξεπέρασε αυτόν της προηγούμενης σειράς συγκρούσεων των δυο κρατών, από το 2008 έως το 2011 (28 νεκροί).
Οι δυο πλευρές έκαναν λόγο για νέες εχθροπραξίες περί τις 05:00 (τοπική ώρα· 01:00 ώρα Ελλάδας). Η Πνομ Πεν κατηγόρησε τις ταϊλανδικές ένοπλες δυνάμεις ότι έπληξαν με «πέντε οβίδες βαρέος πυροβολικού» τοποθεσίες στην παραμεθόρια επαρχία Πορσάτ.
Οι συγκρούσεις ανάγκασαν να φύγουν από τα σπίτια τους σε περιοχές κοντά στα σύνορα περισσότερους από 138.000 ανθρώπους στην Ταϊλάνδη και άλλους 35.000 και πλέον στην Καμπότζη.
Μετά τη συνεδρίαση κεκλεισμένων των θυρών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, ο πρεσβευτής της Καμπότζης στον οργανισμό Τσι Κεβ είπε πως η χώρα του θέλει κατάπαυση του πυρός.
«Η Καμπότζη απαίτησε άμεση κατάπαυση του πυρός άνευ όρων και καλέσαμε επίσης να υπάρξει ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης», είπε στον Τύπο.
Πριν από τη συνεδρίαση του ΣΑ, η Ταϊλάνδη δεν απέκλεισε να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις, με πιθανή μεσολαβήτρια τη Μαλαισία.
Η Μαλαισία ασκεί το τρέχον διάστημα την εναλλασσόμενη προεδρία του Συνδέσμου Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), του οποίου είναι μέλη οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές.
«Είμαστε έτοιμοι, αν η Καμπότζη θέλει να επιλυθεί το ζήτημα αυτό μέσω της διπλωματικής οδού, με διμερή τρόπο ή ακόμη και με τη μεσολάβηση της Μαλαισίας, είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε. Όμως μέχρι τώρα δεν έχουμε λάβει καμιά απάντηση», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ταϊλάνδης Νικορντζέ Μπαλανκουρά.
Νωρίτερα, ο μεταβατικός πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης Πλούμθαμ Γουετσαγιατσάι προειδοποίησε πως η κλιμάκωση των συγκρούσεων μπορεί να μετατραπεί σε «πόλεμο».
Οι δυο πλευρές κατηγορούν η μια την άλλη πως άνοιξε πυρ πρώτη. Η Ταϊλάνδη καταγγέλλει πως η Καμπότζη έβαλε στο στόχαστρο πολιτικές υποδομές, συμπεριλαμβανομένων νοσοκομείου και πρατηρίου καυσίμων. Η Καμπότζη, από την άλλη, καταγγέλλει πως η Ταϊλάνδη έκανε χρήση πυρομαχικών διασποράς.
«Πώς μπορούν (σ.σ. οι Ταϊλανδοί) να κατηγορούν εμάς, μια μικρή χώρα με στρατό που έχει υποτριπλάσιο μέγεθος [από τον δικό τους], που δεν έχει αεροπορία», ότι «επιτεθήκαμε στον μεγάλο γείτονα», διερωτήθηκε ο πρεσβευτής της Καμπότζης στα Ηνωμένα Έθνη.
Σύμφωνα με τον Τσι Κεβ, το Συμβούλιο Ασφαλείας «κάλεσε τα δυο μέρη σε αυτοσυγκράτηση – στη μέγιστη αυτοσυγκράτηση – και να βρουν διπλωματική λύση. Αυτό ζητάμε κι εμείς».
Αυτές οι μάχες ανάμεσα στα δυο βασίλεια αποτελούν σοβαρή κλιμάκωση της διένεξής τους εδώ και δεκαετίες για τα σύνορά τους – μήκους 800 χιλιομέτρων και πλέον – που είχαν χαραχτεί κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής της πάλαι ποτέ Ινδοκίνας.
Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, το 2013, επέλυσε το πρόβλημα θεωρητικά, αλλά η διευθέτηση δεν διήρκεσε παρά μια δωδεκαετία. Η τρέχουσα κρίση άρχισε τον Μάιο, με έναυσμα τον θάνατο Χμερ στρατιώτη σε ανταλλαγή πυρών, μία νύχτα του Μαΐου, σε διεκδικούμενη περιοχή γνωστή με την ονομασία «Σμαραγδένιο Τρίγωνο».
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εξέδωσε συμβουλευτική γνώμη στις 23 Ιουλίου, αναφέροντας ότι οι χώρες θα μπορούσε να παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο εάν δεν λάβουν επαρκή μέτρα για το κλίμα.
Παρόλο που η γνώμη δεν είναι δεσμευτική, αναμένεται να επηρεάσει τις δικαστικές διαμάχες που σχετίζονται με το κλίμα και τις παγκόσμιες συζητήσεις πολιτικής. Νομικοί ειδικοί λένε ότι η απόφαση μπορεί να παράσχει τη βάση για να ζητήσουν οι χώρες αποζημιώσεις για ζημιές που συνδέονται με το κλίμα.
«Η μη λήψη κατάλληλων μέτρων από ένα κράτος για την προστασία του κλιματικού συστήματος […] μπορεί να συνιστά διεθνώς παράνομη πράξη», δήλωσε ο πρόεδρος του ΔΔΧ, δικαστής Γιούτζι Ιγουασάβα.
«[Υπάρχει] ένα υπαρξιακό πρόβλημα πλανητικών διαστάσεων που θέτει σε κίνδυνο όλες τις μορφές ζωής και την ίδια την υγεία του πλανήτη μας.»
Η υπόθεση ασκήθηκε από το Βανουάτου, ένα νησιωτικό έθνος του Ειρηνικού, και υποστηρίχθηκε από περισσότερες από 130 χώρες. Ο υπουργός Κλιματικής Αλλαγής του Βανουάτου, Ραλφ Ρεγκενβάνου, χαιρέτισε την απόφαση, σύμφωνα με το τοπικό μέσο ενημέρωσης PINA.
Το Διεθνές Δικαστήριο δήλωσε ότι όλες οι χώρες, όχι μόνο εκείνες που είναι συμβαλλόμενα μέρη σε συνθήκες για το κλίμα, όπως η Συμφωνία του Παρισίου, έχουν ευθύνες βάσει του Διεθνούς Δικαίου να βοηθήσουν στην πρόληψη της περιβαλλοντικής ζημίας.
Όπου συμβαίνουν παραβιάσεις, οι χώρες θα μπορούσαν να υποχρεωθούν να σταματήσουν τις επιβλαβείς ενέργειες, να παράσχουν εγγυήσεις κατά της επανάληψης και να προσφέρουν αποζημιώσεις – υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει σαφής και άμεση σύνδεση μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας που προκλήθηκε. Το δικαστήριο σημείωσε ότι αυτά τα ζητήματα θα πρέπει να αξιολογούνται κατά περίπτωση.
Νομική αντίσταση και ανησυχίες για την κυριαρχία
Αμερικανοί αξιωματούχοι αντιμετωπίζουν εδώ και καιρό με σκεπτικισμό τις διεθνείς αποφάσεις που επιχειρούν να διαμορφώσουν την εγχώρια πολιτική για το κλίμα.
Τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Συμφωνία του Παρισίου για δεύτερη φορά. Η απόσυρση αναμένεται να τεθεί σε ισχύ στις αρχές του 2026.
Ο Τραμπ τερμάτισε επίσης όλες τις οικονομικές δεσμεύσεις βάσει της Σύμβασης-Πλαισίου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Σχεδίου Χρηματοδότησης για το Κλίμα. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ότι οι πρόσφατες διεθνείς συμφωνίες για το κλίμα δεν αντικατοπτρίζουν τις αξίες των ΗΠΑ ούτε την πραγματική τους συμβολή στους περιβαλλοντικούς στόχους.
Ο Τραμπ δήλωσε ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης Μπάιντεν για το κλίμα αύξησαν το εγχώριο κόστος ενέργειας, επιδείνωσαν τον πληθωρισμό και τελικά ωφέλησαν γεωπολιτικούς αντιπάλους όπως η Κίνα.
Είπε ότι το Πεκίνο συχνά υπέγραφε παγκόσμιες συμφωνίες για το κλίμα μόνο και μόνο για να αγνοήσει μετά τους όρους τους. Η Κίνα, μέλος της Συμφωνίας του Παρισίου, ήταν υπεύθυνη για το 30,1% των παγκόσμιων εκπομπών, ενώ οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 11,3%, σύμφωνα με στοιχεία του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Απαντώντας στη γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τέυλορ Ρότζερς δήλωσε: «Όπως πάντα, ο πρόεδρος Τραμπ και ολόκληρη η κυβέρνηση έχουν δεσμευτεί να θέσουν την Αμερική πάνω απ’ όλα και να δώσουν προτεραιότητα στα συμφέροντα των απλών Αμερικανών».
Άλλα έθνη έχουν επίσης αντιταχθεί στην ιδέα ότι το Διεθνές Δικαστήριο ή οποιοδήποτε διεθνές όργανο μπορεί να επιβάλει υποχρεώσεις που δεν έχουν συμφωνηθεί ρητά σε δεσμευτικές συνθήκες.
Τον Δεκέμβριο του 2024, κατά τη διάρκεια προφορικών αγορεύσεων στο Διεθνές Δικαστήριο, ο Μαξίμ Μουσίκιν, διευθυντής του Νομικού Τμήματος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, αμφισβήτησε το κατά πόσον τα κράτη θα μπορούσαν να θεωρηθούν νομικά υπεύθυνα για ζημιές που σχετίζονται με το κλίμα.
Είπε ότι, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, είναι σχεδόν αδύνατο να προσδιοριστεί το υπεύθυνο κράτος, η συγκεκριμένη παράνομη πράξη ή ακόμη και το πληττόμενο κράτος σε μεμονωμένες περιπτώσεις που συνδέονται με το κλίμα.
Ο Μουσίκιν υποστήριξε επίσης ότι η νομική ευθύνη δεν θα πρέπει να επεκτείνεται στις μελλοντικές γενιές. Υποστήριξε ότι τα άτομα που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί δεν μπορούν να θεωρηθούν νομικά υποκείμενα και ότι η βλάβη που προκαλείται σε αυτά δεν μπορεί να διαπιστωθεί με σαφήνεια, καθώς δεν έχει ακόμη συμβεί και δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια.
Νομικοί εμπειρογνώμονες λένε ότι η συμβουλευτική γνώμη του Διεθνούς Δικαστηρίου μπορεί να επηρεάσει τις διαδικασίες σε εθνικά δικαστήρια, μηχανισμούς διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών και άλλα φόρουμ, ιδίως εν όψει της Συνόδου Κορυφής για το κλίμα COP30 που έχει προγραμματιστεί για αργότερα φέτος στο Μπελέμ της Βραζιλίας.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάλεσε τον Κινέζο ομόλογό της να διασφαλίσει πιο ισορροπημένο εμπόριο με την Ευρώπη, καθώς οι τρέχουσες σχέσεις μεταξύ Βρυξελλών και Πεκίνου έχουν φτάσει σε «σημείο καμπής».
Η φον ντερ Λάιεν, μαζί με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, βρέθηκε στο Πεκίνο στις 24 Ιουλίου για τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας.
Στις εναρκτήριες παρατηρήσεις της, η φον ντερ Λάιεν δήλωσε στον Κινέζο ηγέτη, Σι Τζινπίνγκ, ότι η διμερής συνεργασία έχει εμβαθυνθεί τις τελευταίες πέντε δεκαετίες από την καθιέρωση επίσημων δεσμών.
«Όμως, καθώς η συνεργασία μας έχει εμβαθυνθεί, έχουν εμβαθυνθεί και οι ανισορροπίες. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο καμπής», δήλωσε. «Η εξισορρόπηση των διμερών μας σχέσεων είναι απαραίτητη. Για να το πετύχουμε αυτό, είναι ζωτικής σημασίας για την Κίνα και την Ευρώπη να αναγνωρίσουν τις αντίστοιχες ανησυχίες μας και να προτείνουν πραγματικές λύσεις».
Μιλώντας στον Σι μαζί με τη φον ντερ Λάιεν, ο Κόστα κάλεσε το κινεζικό καθεστώς να «χρησιμοποιήσει την επιρροή του στη Ρωσία για να σεβαστεί τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και να τερματίσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας», σύμφωνα με τις προετοιμασμένες δηλώσεις του. Ο Σι αναγνώρισε ότι οι σχέσεις του Πεκίνου με τις Βρυξέλλες βρίσκονται τώρα «για άλλη μια φορά σε κρίσιμο σημείο». Ωστόσο, είπε στους Ευρωπαίους ηγέτες να κάνουν μια «στρατηγική επιλογή» εν όψει αυτού που αποκάλεσε «επιταχυνόμενες αλλαγές που δεν έχουν παρατηρηθεί εδώ και έναν αιώνα και ενός ταραγμένου διεθνούς τοπίου», σύμφωνα με βίντεο που μετέδωσε το CCTV, ο κρατικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας της Κίνας.
Οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ Κίνας και Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Ένα μακροχρόνιο παράπονο των Βρυξελλών είναι ότι οι κινεζικές αρχές επιδοτούν ανοιχτά τις εγχώριες επιχειρήσεις τους σε διάφορους τομείς. Αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν προειδοποιήσει για τους κινδύνους που υπάρχουν όταν εν μέσω υποτονικής εγχώριας ζήτησης, οι κινεζικές εταιρείες κατακλύζουν τις αγορές της ΕΕ με φθηνά ηλεκτρικά οχήματα, μεταξύ άλλων προϊόντων.
Η φον ντερ Λάιεν και ο Κόστα τόνισαν επίσης την ανάγκη εξισορρόπησης της εμπορικής σχέσης σε συνάντηση με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ, στις 24 Ιουλίου.
Ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ (Κ) μιλάει κατά την εναρκτήρια ομιλία του σε συνάντηση με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής Κίνας-ΕΕ στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο Πεκίνο, στις 24 Ιουλίου 2025. (Mahesh Kumar A.-Pool/Getty Images)
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ, το εμπορικό έλλειμμα της Ένωσης με την Κίνα διογκώθηκε στα 305 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024.
Στο α΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, η Κίνα εξήγαγε αγαθά αξίας 267 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ εισήγαγε 125 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τα τελωνειακά στοιχεία του Πεκίνου. Το πλεόνασμα, ύψους σχεδόν 143 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ήταν 21% υψηλότερο από τα 118 δισεκατομμύρια δολάρια που καταγράφηκαν πέρυσι.
Περισσότερο περιπλέκει τα ζητήματα η σχέση του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, την οποία η φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε ως «καθοριστικό παράγοντα» για την προώθηση των σχέσεων ΕΕ-Κίνας.
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της 24ης Ιουλίου, οι ηγέτες της ΕΕ επανέλαβαν την έκκλησή τους προς την Κίνα να απέχει από την παροχή «υλικής υποστήριξης που στηρίζει τη στρατιωτικοβιομηχανική βάση της Ρωσίας», σύμφωνα με την ανακοίνωση των Βρυξελλών.
Στις συναντήσεις έγινε επίσης αναφορά στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το ΚΚΚ στις δυτικές περιοχές του Σιντζιάνγκ και του Θιβέτ, καθώς και στη διάβρωση των θεμελιωδών ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ.
«Η προώθηση και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί κεντρικό πυλώνα της συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας», δήλωσε ο Κόστα σε δημοσιογράφους στο Πεκίνο μετά τη Σύνοδο Κορυφής.
«Επαναλάβαμε τις ανησυχίες μας και θα συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με αυτό το σημαντικό θέμα.»
Ένα επίτευγμα της Συνόδου Κορυφής, σύμφωνα με την φον ντερ Λάιεν, ήταν στο μέτωπο των σπάνιων γαιών, με τις δύο πλευρές να συμφωνούν να θεσπίσουν «έναν αναβαθμισμένο μηχανισμό εφοδιασμού εξαγωγών» που θα στοχεύει στην αντιμετώπιση ζητημάτων που προκύπτουν από τους περιορισμούς των εξαγωγών της Κίνας σε αυτά τα κρίσιμα υλικά.
«Με άλλα λόγια, εάν υπάρχουν σημεία συμφόρησης, αυτός ο αναβαθμισμένος μηχανισμός υποστήριξης της αλυσίδας εφοδιασμού μπορεί να ελέγξει και να λύσει αμέσως το πρόβλημα ή το ζήτημα που υπάρχει», δήλωσε η πρόεδρος στη συνέντευξη Τύπου.
Έντεκα άνθρωποι σκοτώθηκαν στις 24 Ιουλίου, έπειτα από ανταλλαγή πυρών μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων της Ταϊλάνδης και της Καμπότζης σε αμφισβητούμενη περιοχή κατά μήκος των κοινών συνόρων τους.
Οι δύο κυβερνήσεις αντάλλαξαν αμοιβαίες κατηγορίες για την πρόκληση των στρατιωτικών συγκρούσεων, ενώ στις 23 Ιουλίου και οι δύο προχώρησαν σε υποβάθμιση των διπλωματικών τους σχέσεων, μετά τον τραυματισμό αρκετών Ταϊλανδών στρατιωτών από νάρκη. Η Μπανγκόκ ανακοίνωσε το κλείσιμο ολόκληρης της συνοριακής γραμμής μήκους 800 χιλιομέτρων και το κλείσιμο όλων των συνοριακών διελεύσεων.
Σύμφωνα με τον υπηρεσιακό πρωθυπουργό της Ταϊλάνδης, Φουμτάμ Βετσαγιατσάι, μεταξύ των θυμάτων περιλαμβάνονται δέκα άμαχοι και ένας στρατιώτης. Ο ταϊλανδικός στρατός ανέφερε ότι έξι από τους νεκρούς βρίσκονταν σε πρατήριο καυσίμων στην επαρχία Σι Σα Κετ, ενώ τουλάχιστον 14 άτομα τραυματίστηκαν σε τρεις παραμεθόριες επαρχίες. Δεν έχει αποσαφηνιστεί άμεσα πού σημειώθηκαν οι υπόλοιπες απώλειες.
Οι συγκρούσεις της 24ης Ιουλίου φέρονται να ξέσπασαν ως αντίποινα για τον τραυματισμό πέντε Ταϊλανδών στρατιωτών από νάρκη την προηγούμενη ημέρα. Ως απάντηση, η Ταϊλάνδη προχώρησε στην απόσυρση του πρεσβευτή της από την Πνομ Πενχ και στην απέλαση του Καμποτζιανού εκπροσώπου από την Μπανγκόκ.
Σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊλάνδης καταδίκασε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, «με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο», την παραβίαση της κυριαρχίας και του Διεθνούς Δικαίου, επισημαίνοντας ότι η τοποθέτηση ναρκών κατά προσωπικού εντός ταϊλανδικού εδάφους προκάλεσε τραυματισμούς κατά τη διάρκεια περιπολιών στις 16 και 23 Ιουλίου 2025.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση της Καμπότζης κατηγόρησε την Ταϊλάνδη για ρίψεις βομβών από πολεμικά αεροσκάφη κοντά στον αρχαίο ναό Πρεά Βιχέαρ (διάσημος ινδουιστικός ναός στα σύνορα Καμπότζης-Ταϊλάνδης, μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO). Η Ταϊλάνδη, από την πλευρά της, ισχυρίστηκε ότι εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές εναντίον στρατιωτικών στόχων.
Το πρωί της 24ης Ιουλίου αναφέρθηκαν συγκρούσεις κοντά στον ινδουιστικό ναό Τα Μουέν Θομ (αρχαίος ναός κοντά στον ναό Πρεά Βιχέαρ), στα σύνορα μεταξύ της επαρχίας Σουρίν της Ταϊλάνδης και της επαρχίας Όνταρ Μεάντσεϊ της Καμπότζης.
Ταϊλανδοί στρατιώτες επιθεωρούν μια περιοχή όπου, σύμφωνα με τον Βασιλικό Στρατό της Ταϊλάνδης, βρέθηκαν δύο νάρκες κατά προσωπικού, σε μια παραμεθόρια περιοχή στην επαρχία Ουμπόν Ρατσατάνι της Ταϊλάνδης, στις 21 Ιουλίου 2025. (Βασιλικός Στρατός της Ταϊλάνδης μέσω AP)
Η Μπανγκόκ κάλεσε την Καμπότζη να τερματίσει τις επανειλημμένες ενέργειες που – όπως δήλωσε – συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου. Τόνισε ότι τέτοιες ενέργειες αντιβαίνουν στις αρχές της καλής γειτονίας και υπονομεύουν τη διεθνή αξιοπιστία της Καμπότζης.
Η ταϊλανδική κυβέρνηση ανέφερε ακόμη ότι είναι έτοιμη να εντείνει τα μέτρα αυτοάμυνας, σε περίπτωση που η Καμπότζη συνεχίσει – όπως υποστηρίζει – τις επιθετικές ενέργειες εις βάρος της ταϊλανδικής επικράτειας.
Το υπουργείο Άμυνας της Καμπότζης δήλωσε ότι η Ταϊλάνδη χρησιμοποίησε μη επανδρωμένο αεροσκάφος πριν ανοίξει πυρ, υποστηρίζοντας ότι οι δυνάμεις της ενήργησαν αποκλειστικά στο πλαίσιο της αυτοάμυνας, απαντώντας σε «απρόκλητη παραβίαση» της εδαφικής της ακεραιότητας.
Η ταϊλανδική πρεσβεία στην Πνομ Πενχ κάλεσε τους Ταϊλανδούς πολίτες που βρίσκονται στην Καμπότζη να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Πρόκειται για τη δεύτερη ένοπλη αντιπαράθεση των δύο χωρών το 2025. Τον Μάιο, Καμποτζιανός στρατιώτης σκοτώθηκε σε αψιμαχία σε μικρή, αμφισβητούμενη περιοχή.
Διπλωματική κρίση και παρασκηνιακή επικοινωνία
Μετά το περιστατικό του Μαΐου, η τότε πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Παετονγκτάρν Σιναουάτρα, είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον πρώην πρωθυπουργό της Καμπότζης, Χουν Σεν. Η συνομιλία αυτή διέρρευσε στα μέσα, προκαλώντας πολιτική αναστάτωση. Στη διάρκειά της, η Σιναουάτρα άσκησε κριτική σε Ταϊλανδό στρατιωτικό διοικητή και αναφέρθηκε στον Χουν Σεν ως «θείο». Ο γιος του τελευταίου, Χουν Μανέτ, είναι ο σημερινός πρωθυπουργός της Καμπότζης.
Η Σιναουάτρα τέθηκε σε αναστολή από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ταϊλάνδης την 1η Ιουλίου, μετά την κατάθεση αιτήματος αποπομπής της από 36 γερουσιαστές, οι οποίοι την κατηγόρησαν για ανειλικρίνεια και παραβίαση συνταγματικών κανόνων δεοντολογίας.
Γεωπολιτικές ισορροπίες και διαμάχη για τον ναό Πρεά Βιχέαρ
Η Καμπότζη θεωρείται στενός σύμμαχος της Κίνας στην περιοχή. Τον Απρίλιο, το Πεκίνο ολοκλήρωσε τα εγκαίνια της αναβαθμισμένης ναυτικής βάσης στο Ρεάμ, που διαθέτει υποδομές για ελλιμενισμό αεροπλανοφόρου.
Η εδαφική διαμάχη Ταϊλάνδης-Καμπότζης έχει μακρά ιστορία, με ρίζες σε χάρτη του 1907, όταν η Καμπότζη βρισκόταν υπό γαλλική αποικιακή διοίκηση. Η Πνομ Πενχ χρησιμοποιεί αυτόν τον χάρτη ως βάση διεκδικήσεων, ενώ η Μπανγκόκ τον θεωρεί ανακριβή.
Το επίκεντρο της διαμάχης είναι η περιοχή γύρω από τον ναό Πρεά Βιχέαρ, ηλικίας χιλίων ετών. Το 1962, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αναγνώρισε την κυριαρχία της Καμπότζης επί του ναού, απόφαση που επιβεβαίωσε εκ νέου το 2013.
Η Καμπότζη έχει απευθυνθεί εκ νέου στο Δικαστήριο για επίλυση της συνοριακής διαφοράς, αλλά η Ταϊλάνδη έχει απορρίψει τη δικαιοδοσία του.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι η Γαλλία θα αναγνωρίσει επίσημα την Παλαιστίνη ως κράτος τους επόμενους μήνες, προκαλώντας την αντίδραση της ισραηλινής ηγεσίας.
Σε δήλωσή του, ο Μακρόν ανέφερε ότι θα ανακοινώσει επίσημα την απόφαση στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο, επικαλούμενος την επείγουσα ανάγκη να τερματιστεί ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς στη Γάζα.
«Η επείγουσα ανάγκη σήμερα είναι να τερματιστεί ο πόλεμος στη Γάζα και να διασωθεί ο άμαχος πληθυσμός. Η ειρήνη είναι εφικτή. Χρειαζόμαστε άμεση κατάπαυση του πυρός, την απελευθέρωση όλων των ομήρων και μαζική ανθρωπιστική βοήθεια για τον λαό της Γάζας», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος στο X.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου καταδίκασε την κίνηση αυτή, λέγοντας ότι «ανταμείβει την τρομοκρατία» και ενδεχομένως θα οδηγήσει στη δημιουργία «ακόμη ενός αντιπροσώπου του Ιράν». «Ας είμαστε σαφείς: οι Παλαιστίνιοι δεν επιδιώκουν να αποκτήσουν κράτος δίπλα στο Ισραήλ, αλλά στη θέση του», δήλωσε.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, παραδοσιακά ο ισχυρότερος σύμμαχος του Ισραήλ, δήλωσαν ότι «απορρίπτουν σθεναρά» τη γαλλική πρωτοβουλία. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, σχολίασε πως πρόκειται για «ράπισμα στο πρόσωπο των θυμάτων της 7ης Οκτωβρίου» και χαρακτήρισε την απόφαση «αψήφιστη» και επιζήμια για την προοπτική ειρήνευσης.
Στο πλαίσιο της γαλλικής απόφασης, η Γαλλία και η Σαουδική Αραβία θα συμπροεδρεύσουν τον Σεπτέμβριο σε διεθνή Σύνοδο Κορυφής με στόχο την αναζωογόνηση της ειρηνευτικής διαδικασίας και την ενίσχυση της λύσης των δύο κρατών. Η σύνοδος είχε αρχικά προγραμματιστεί για τον Ιούνιο, αλλά αναβλήθηκε λόγω της ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. Στο μεταξύ, στις 28 και 29 Ιουλίου προβλέπεται συνάντηση σε επίπεδο υπουργών στη Νέα Υόρκη.
Μέχρι σήμερα, τουλάχιστον 142 χώρες έχουν αναγνωρίσει κράτος της Παλαιστίνης, σύμφωνα με καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP).
Ο αντιπρόεδρος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), Χουσεΐν αλ Σέιχ, χαιρέτισε την πρωτοβουλία Μακρόν ως βήμα προς την «εγκαθίδρυση του ανεξάρτητου κράτους μας». Θετικά ανταποκρίθηκε και η Χαμάς, κάνοντας λόγο για «θετική εξέλιξη» και καλώντας κι άλλες κυβερνήσεις να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Γαλλίας.
Η Σαουδική Αραβία χαρακτήρισε την απόφαση «ιστορική» και ενθάρρυνε άλλες χώρες να προχωρήσουν σε ανάλογες ενέργειες.
Ο Μακρόν, σε επιστολή του προς τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, ανέφερε ότι η Γαλλία σκοπεύει να κινητοποιήσει «όλους τους διεθνείς εταίρους που επιθυμούν να συμμετάσχουν» στην πρωτοβουλία.
Στις 19 Μαΐου, Βρετανία, Καναδάς και Γαλλία είχαν εκδώσει κοινή διακήρυξη αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικής αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους, χωρίς ωστόσο να ακολουθήσει άμεση υλοποίηση. Κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο, στις 10 Ιουλίου, ο Μακρόν πρότεινε κοινή αναγνώριση από Γαλλία και Βρετανία, πρόταση που προς το παρόν παραμένει στάσιμη.
Στην Ευρώπη, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Νορβηγία αναγνώρισαν παλαιστινιακό κράτος τον Μάιο του 2024, ενώ ακολούθησε η Σλοβενία τον Ιούνιο.
«Μαζί, πρέπει να προστατεύσουμε αυτό που ο Νετανιάχου προσπαθεί να καταστρέψει. Η λύση των δύο κρατών είναι η μόνη λύση», είχε δηλώσει ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ.
Ωστόσο, η Ευρώπη παραμένει διχασμένη. Η Γερμανία, π.χ., έχει εκφράσει επιφυλάξεις, εκτιμώντας ότι η αναγνώριση, σε αυτή τη συγκυρία, θα έστελνε «λανθασμένο μήνυμα».
Σε επιστολή του προς τον Γάλλο πρόεδρο, με ημερομηνία 9 Ιουνίου, ο Μαχμούντ Αμπάς φέρεται να δεσμεύεται για την αποστρατιωτικοποίηση της Χαμάς – της οργάνωσης που ευθύνεται για την επίθεση στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023 – στο πλαίσιο του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους. Ο Αμπάς δήλωσε επίσης πρόθυμος να προκηρύξει βουλευτικές και προεδρικές εκλογές το 2026 για την ενίσχυση της πολιτικής νομιμοποίησης της Παλαιστινιακής Αρχής, συμπεριλαμβανομένης της Λωρίδας της Γάζας.
Ο πρόεδρος Μακρόν επεσήμανε ότι διαπιστώνει θετικές ενδείξεις για την προώθηση της λύσης των δύο κρατών και εξέφρασε την ελπίδα πως θα καταφέρει να πείσει και την ισραηλινή ηγεσία ότι κάτι τέτοιο συνιστά και δικό της συμφέρον.
Η ανακοίνωση της αναγνώρισης έγινε στον απόηχο της διαπίστωσης του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου Στηβ Γουίτκοφ για την «αποτυχία» των έμμεσων διαπραγματεύσεων στην Ντόχα, που είχαν ως στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας.
Το Ισραήλ αντιμετωπίζει αυξανόμενη διεθνή πίεση για τερματισμό του πολέμου και άρση του αποκλεισμού στη Γάζα, που έχει οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις σε ανθρωπιστική βοήθεια για τους περισσότερους από δύο εκατομμύρια κατοίκους του παλαιστινιακού θύλακα.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ ανήγγειλε «επείγουσα» συνάντηση με τους ομολόγους του της Γαλλίας και της Γερμανίας, προκειμένου να εξεταστούν τρόποι άμεσης παύσης των συγκρούσεων και διανομής της αναγκαίας ανθρωπιστικής βοήθειας.
Στη Γαλλία, ο Ζορντάν Μπαρντελά, πρόεδρος του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού, επέκρινε την απόφαση του Μακρόν ως «βιαστική» και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι προσφέρει στη Χαμάς «ανέλπιστη θεσμική και διεθνή νομιμοποίηση».
Αντιθέτως, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας, χαρακτήρισε την απόφαση «ηθική νίκη» αλλά επέκρινε την καθυστέρηση στην εφαρμογή της.
Η Χαμάς επιβεβαίωσε τις πρώτες πρωινές ώρες ότι επέδωσε την απάντησή της στην πιο πρόσφατη πρόταση του Ισραήλ για κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας, καθώς αντιπροσωπείες των δύο πλευρών συνεχίζουν τις έμμεσες διαπραγματεύσεις τους στο Κατάρ.
«Η Χαμάς επέδωσε στους μεσολαβητές την απάντηση της και των [άλλων] παλαιστινιακών παρατάξεων στην πρόταση για κατάπαυση του πυρός», ανέφερε το παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα μέσω Telegram.
Η απάντηση, σύμφωνα με πηγή ενήμερη για τις διαπραγματεύσεις στη Ντόχα, περιλαμβάνει προτεινόμενες τροποποιήσεις σε σημεία που αφορούν την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας, τους χάρτες των ζωνών από όπου θα αποσυρθούν τα ισραηλινά στρατεύματα και τις εγγυήσεις για τον οριστικό τερματισμό του πολέμου.
Οι δύο πλευρές προσπαθούν να καταλήξουν σε συμφωνία η οποία, σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, θα επιτρέψει την απελευθέρωση δέκα ζώντων ομήρων με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση αριθμού παλαιστινίων κρατουμένων, ο οποίος παραμένει αδιευκρίνιστος.
Ωστόσο, οι συνομιλίες συνεχίζονται εδώ και περισσότερες από δύο εβδομάδες χωρίς να έχει επιτευχθεί συμφωνία. Κάθε πλευρά επιρρίπτει στην άλλη την ευθύνη, κατηγορώντας την ότι αρνείται να υποχωρήσει σε βασικά ζητήματα.
Για την ισραηλινή κυβέρνηση, η εξουδετέρωση των στρατιωτικών και διοικητικών δομών της Χαμάς θεωρείται μη διαπραγματεύσιμη. Από την άλλη πλευρά, το παλαιστινιακό κίνημα ζητεί εγγυήσεις ότι η κατάπαυση του πυρός θα έχει διάρκεια, πλήρη αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τον θύλακα και ανεμπόδιστη είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, όπου ο πληθυσμός αντιμετωπίζει λιμό.
Ο Νταβίντ Μένσερ, εκπρόσωπος της ισραηλινής κυβέρνησης, κατηγόρησε χθες για ακόμη μία φορά τη Χαμάς ότι δημιουργεί εμπόδια στις συνομιλίες.
«Το Ισραήλ αποδέχθηκε την πρόταση του Κατάρ και την επικαιροποιημένη πρόταση του ειδικού απεσταλμένου της αμερικανικής προεδρίας, Στιβ Γουίτκοφ. Είναι η Χαμάς αυτή που αρνείται», δήλωσε σε δημοσιογράφους, διευκρινίζοντας ότι Ισραηλινοί διαπραγματευτές παραμένουν στη Ντόχα και ότι οι συνομιλίες συνεχίζονται.
Η αμερικανική διπλωματία ανέφερε προχθές, Τρίτη, ότι ο Γουίτκοφ θα μεταβεί στην Ευρώπη εντός της εβδομάδας για συνομιλίες σχετικά με τη Γάζα και ότι ενδέχεται κατόπιν να ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή.
Η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, διαβεβαίωσε ότι ο Γουίτκοφ «τρέφει τη σθεναρή ελπίδα πως θα καταλήξουμε σε νέα κατάπαυση του πυρός καθώς και σε ανθρωπιστικό διάδρομο για τη διανομή βοήθειας», προσθέτοντας ότι «σε αυτές τις ρυθμίσεις τα δύο μέρη έχουν στην πραγματικότητα συμφωνήσει».
Οι Αμερικανοί έχουν γίνει κορυφαίοι στόχοι ομάδων απάτης που συνδέονται με την Κίνα στη Νοτιοανατολική Ασία, καθώς οι επιλεκτικές καταστολές του Πεκίνου ώθησαν τους εγκληματίες να στοχεύσουν περισσότερους Αμερικανούς, σύμφωνα με έκθεση του Κογκρέσου που δημοσιεύθηκε αυτόν τον μήνα.
Ενώ η Κίνα ανέφερε μείωση 30% στα χρήματα που χάθηκαν από διαδικτυακές απάτες το 2024, η απώλεια των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε κατά 42%, δήλωσε η Επιτροπή Οικονομίας και Ασφάλειας ΗΠΑ-Κίνας (USCC) στις 18 Ιουλίου.
Σε ένα παράδειγμα, η έκθεση περιέγραφε πώς ένας 82χρονος άνδρας από τη Βιρτζίνια, ονόματι Ντέννις, έγινε φίλος με μια «γυναίκα» ονόματι «Τζέσσι» στο Facebook. Μετά από μήνες συνομιλίας, η «Τζέσσι» εξαφανίστηκε, μαζί με τις οικονομίες μιας ζωής του Ντέννις, αμέσως μόλις ο Ντέννις πείστηκε να επενδύσει τα χρήματα σε κρυπτονομίσματα. Ο Ντέννις αυτοκτόνησε.
Η ιστορία του Ντένις είναι μια τυπική απάτη «σφαγής χοίρων», στην οποία ένας απατεώνας χτίζει μια προσωπική σχέση με ένα θύμα, που ονομάζεται «πάχυνση του χοίρου», πριν το πείσει να επενδύσει σε ψεύτικα σχέδια ή «σφαγή του χοίρου».
Αυτοί οι απατεώνες, πολλοί από τους οποίους είναι και οι ίδιοι θύματα εμπορίας ανθρώπων, συχνά φυλακίζονται σε κέντρα απάτης βιομηχανικής κλίμακας που διευθύνονται από κινεζικά εγκληματικά δίκτυα στη Νοτιοανατολική Ασία. Το USCC δήλωσε ότι τα κέντρα απάτης έχουν «εξελιχθεί σε μια τεράστια εγκληματική βιομηχανία που ανταγωνίζεται το παγκόσμιο εμπόριο ναρκωτικών – συμπεριλαμβανομένης της αγοράς φαιντανύλης – σε κλίμακα και πολυπλοκότητα».
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2023, τα κέντρα απάτης στη Βιρμανία, την Καμπότζη και το Λάος απέφεραν έσοδα ~43,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή περίπου το 40% του συνολικού ΑΕΠ των χωρών.
Σύνδεση κυβέρνησης
Πολλά από τα κέντρα εγκληματικότητας βιομηχανικής κλίμακας, τα οποία τροφοδότησαν διαφθορά και βία στις χώρες υποδοχής τους, έχουν δεσμούς με στοιχεία του κινεζικού καθεστώτος, ανέφερε η επιτροπή. «Οι Κινέζοι εγκληματίες πίσω από κέντρα απάτης έχουν χτίσει δεσμούς – μερικούς εμφανείς, άλλους αμφισβητήσιμους – με την κινεζική κυβέρνηση, υιοθετώντας πατριωτική ρητορική, υποστηρίζοντας την Πρωτοβουλία «Ένας δρόμος, μία ζώνη» (Belt and Road – BRI) της Κίνας και προωθώντας φιλο-κινεζική προπαγάνδα στο εξωτερικό.
«Ως αποτέλεσμα, τα κινεζικά συνδικάτα εγκλήματος έχουν επεκταθεί σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία με έμμεση – τουλάχιστον – υποστήριξη από στοιχεία της κινεζικής κυβέρνησης», αναφέρει η έκθεση.
Ω παράδειγμα ανέφερε το πώς οι Κινέζοι εγκληματίες, Σε Τζιτζιάνγκ και Γουάν Κουόκ-κόι, γνωστοί ως «Σπασμένο Δόντι», επανεφηύραν τους εαυτούς τους ως υποστηρικτές των πρωτοβουλιών του Κομμουνιστικού Κόμματος τηςΚίνας (ΚΚΚ), ώστε να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις διασυνδέσεις για να κερδίσουν υποστήριξη και πόρους και να αποφύγουν την κυβερνητική καταστολή.
Φέτος, το Πεκίνο ξεκίνησε εκ νέου την καταστολή των κέντρων απάτης, μετά την εξαφάνιση του Κινέζου ηθοποιού Ουάνγκ Σινγκ που κέρδισε τεράστια δημοσιότητα στα μέσα ενημέρωσης.
Ο Ουάνγκ, ο οποίος είχε μικρούς ρόλους στην ταινία «Ip Man 3» και στην τηλεοπτική σειρά «The Tale of Rose», εξαφανίστηκε αφού εξαπατήθηκε και ταξίδεψε στην Ταϊλάνδη με το πρόσχημα ότι θα έκανε κάποια γυρίσματα.
Όταν η κοπέλα του στράφηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δημοσιοποιήσει την εξαφάνιση, ενεπλάκησαν οι Αρχές και ο Γουάνγκ διασώθηκε από ένα κέντρο απάτης πέρα από τα σύνορα, στη Βιρμανία, όπου είχε ήδη εκπαιδευτεί στο πώς να πραγματοποιεί απάτες μέσω τηλεφωνικών κλήσεων.
Το USCC δήλωσε ότι η καταστολή του Πεκίνου ήταν επιλεκτική, εστιάζοντας σε κέντρα που στοχεύουν Κινέζους.
Αυτό οδήγησε «τις κινεζικές εγκληματικές οργανώσεις να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι μπορούν να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη με χαμηλότερο κίνδυνο στοχεύοντας πολίτες πλούσιων χωρών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε η έκθεση, προσθέτοντας ότι το κινεζικό καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει το πρόβλημα ως μοχλό για να επεκτείνει την επιρροή του στη Νοτιοανατολική Ασία.
Δικαστήριο της Μόσχας καταδίκασε γυναίκα σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης επειδή ασκεί Φάλουν Γκονγκ. Οι παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκφράζουν ανησυχία για την «ανατριχιαστική συμμαχία» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας.
Η γυναίκα, η 47χρονη Νατάλια Μινένκοβα, καταδικάστηκε στις 23 Ιουλίου, μετά από ένα χρόνο υπό κράτηση, με την κατηγορία της «διεξαγωγής δραστηριοτήτων μιας ανεπιθύμητης οργάνωσης».
Η ποινή φυλάκισης επιβλήθηκε μόλις μια ημέρα αφότου οι Αρχές της Σιβηρίας έκαναν έφοδο στο σπίτι μιας άλλης ασκούμενης του Φάλουν Γκονγκ, κατάσχοντας το τηλέφωνο και τον φορητό υπολογιστή της, επιβεβαιώνοντας ότι η καταστολή των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ στη Ρωσία έχει κλιμακωθεί τον τελευταίο χρόνο, με επτά ακόμη ασκούμενους να έχουν διωχθεί ή συλληφθεί από τον Μάρτιο του 2024.
Στα τέλη Ιουνίου, ο Ρώσος πολίτης Τζου Γιουν καταδικάστηκε επίσης σε τρία χρόνια φυλάκισης, ενώ τον Νοέμβριο του 2024 η Οξάνα Στσετκίνα από την πόλη Πιατιγκόρσκ της νότιας Ρωσίας έλαβε ποινή φυλάκισης δύο ετών για τη σύνδεσή της με τους «Φίλους του Φάλουν Γκονγκ», σύλλογο που το ρωσικό δικαστήριο χαρακτήρισε «ανεπιθύμητο».
Ο αμφιλεγόμενος νόμος, βάσει του οποίου «η άσκηση των δραστηριοτήτων μιας ανεπιθύμητης οργάνωσης» θεωρείται έγκλημα, ψηφίστηκε το 2015. Έκτοτε, έχει χρησιμοποιηθεί από τις ρωσικές αρχές κατά περισσότερων από 100 οργανισμών, καθώς και δημοσιογράφων και ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο Ληβάι Μπράουντ, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Πληροφοριών Φάλουν Ντάφα, δήλωσε ότι η τάση τιμωρίας των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ επειδή κάνουν διαλογισμό είναι «επικίνδυνη και βαθιά ανησυχητική».
Το γεγονός ότι η Μινένκοβα καταδικάστηκε τρεις ημέρες μετά από μια σημαντική επέτειο του Φάλουν Γκονγκ, την 26η επέτειο από την έναρξη της δίωξης στην Κίνα, εγείρει σοβαρά ερωτήματα, είπε.
«Είτε σκόπιμη είτε όχι, η χρονική συγκυρία απηχεί το εγχειρίδιο του Πεκίνου και σηματοδοτεί μια ανατριχιαστική ευθυγράμμιση με την αυταρχική καταστολή του», δήλωσε ο Μπράουντ στην Epoch Times.
«Το ότι η Ρωσία υποκύπτει στις πιέσεις του Πεκίνου, απαγορεύοντας το Φάλουν Γκονγκ και φυλακίζοντας τους δικούς της πολίτες, θίγει την ίδια της την κυριαρχία και την εθνική της αξιοπρέπεια. Η ιστορία δεν θα δει με καλό μάτι όσους επιλέγουν να συνεργαστούν με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας – το πιο βάναυσο κομμουνιστικό καθεστώς στον κόσμο σήμερα».
Λιβάι Μπράουντι, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Πληροφόρησης Φάλουν Ντάφα, στο Σικάγο στις 15 Μαρτίου 2024. (Samira Bouaou/The Epoch Times)
Μια «ευρύτερη τάση διεθνικής καταστολής»
Ένα «ανησυχητικό μοτίβο» αναδύεται με την αυξανόμενη κινεζική επιρροή και την επέκταση της καταστολής του Φάλουν Γκονγκ παγκοσμίως, σύμφωνα με τον Μπράουντ.
Η συλλήψη της Μινένκοβα τον Μάιο του 2024 έλαβε χώρα δύο εβδομάδες πριν από μια συνάντηση μεταξύ του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Κινέζου επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ, η οποία κορυφώθηκε με την υπόσχεση των δύο για μια «νέα εποχή» συνεργασίας. Παρόμοιες συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν επίσης στη Σερβία και τη Μαλαισία τον περασμένο χρόνο, πριν από τα ταξίδια του Σι στις αντίστοιχες χώρες, κάτι που ο Μπράουντ θεωρεί ως αντανάκλαση μιας «ευρύτερης τάσης διεθνικής καταστολής που συνδέεται με την εμβέλεια του Πεκίνου».
«Αυτά τα περιστατικά εγείρουν σοβαρές ανησυχίες ότι η Μόσχα και άλλες κυβερνήσεις ενδέχεται να καταστέλουν ειρηνικές πνευματικές ομάδες για να ευθυγραμμιστούν στενότερα με το Πεκίνο – χρησιμοποιώντας την καταστολή ως μορφή διπλωματικού νομίσματος», είπε.
Πέρα από τις προσωρινές κρατήσεις που παρατηρούνται στη Σερβία και τη Μαλαισία, η κατάσταση στη Ρωσία φαίνεται ιδιαίτερα πιεστική: η Μόσχα έχει κατατάξει επτά ενώσεις που σχετίζονται με το Φάλουν Γκονγκ ως παράνομες και έχει απαγορεύσει αρκετά δημοσιεύματα που σχετίζονται με το Φάλουν Γκονγκ, συμπεριλαμβανομένου του κύριου βιβλίου της άσκησης, το Τζούαν Φάλουν, καθώς και μιας έκθεσης σχετικά με την κρατική αφαίρεση οργάνων στην Κίνα.
Το 2017, ορισμένες ρωσικές πόλεις απαγόρευσαν και μια έκθεση ζωγραφικής, η οποία παρουσίαζε πίνακες που απεικονίζουν πραγματικές ιστορίες βασανιστηρίων και διώξεων του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα. Το τοπικό γραφείο του εισαγγελέα επικαλέστηκε τη «σκοπιμότητα διατήρησης καλών διεθνών σχέσεων» για να δικαιολογήσει την ενέργεια.
Καθώς η Ρωσία εκδίδει πλέον «ποινές για διαλογισμό», φαίνεται ότι η Μόσχα «λαμβάνει ακραία μέτρα για να κερδίσει την εύνοια του Πεκίνου», δήλωσε ο Μπράουντ.
Ακολουθώντας τη συνείδηση
Η Μινένκοβα, βοηθός διευθύντρια ενός προμηθευτή οδοντιατρικού εξοπλισμού, ασκεί Φάλουν Γκονγκ για περισσότερο από μια δεκαετία.
«Λέμε την αλήθεια για τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ, και το ΚΚΚ το φοβάται αυτό», δήλωσε στο δικαστήριο στις 23 Ιουλίου. «Και εδώ, στη Ρωσία, κάνει τις βρώμικες πράξεις του με τα χέρια σας, με τα χέρια ανακριτών, εισαγγελέων, αξιωματικών της FSB.
»Ανεξάρτητα από το πόσο καιρό και προσεκτικά οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου αναζητούν στοιχεία για το ‘έγκλημα’ για το οποίο δικάζομαι, δεν θα τα βρουν, επειδή δεν υπάρχει έγκλημα και ενοχή. Και οι αξιωματικοί επιβολής του νόμου το γνωρίζουν αυτό», είπε η Μινένκοβα.
Αναφέρθηκε, ακόμα, στη δημοτικότητα του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα κατά τη δεκαετία του 1990, όταν περίπου 70 έως 100 εκατομμύρια άνθρωποι ασκούνταν αποκομίζοντας τόσο σωματικά όσο και ψυχικά οφέλη, εξηγώντας πώς το 1999 το αθεϊστικό καθεστώς κήρυξε πόλεμο κατά της άσκησης, την οποία θεώρησε ως απειλή για την εξουσία του Κόμματος, κινητοποιώντας τους πόρους ενός έθνους για την εξάλειψή της.
Η Μινένκοβα απέδωσε στην άσκηση τη θεραπεία των προβλημάτων στομάχου, του πονόλαιμου και της χρόνιας αμυγδαλίτιδας που είχε στο παρελθόν. Ο χαρακτήρας της έχει επίσης βελτιωθεί λόγω της άσκησης, είπε, και η αδερφή της, με την οποία μάλωνε παλιότερα συνεχώς, της είπε κάποτε ότι «έχει αλλάξει πολύ».
Η Ναταλία Μινένκοβα κρατάει μια φωτογραφία μιας ασκούμενης του Φάλουν Γκονγκ που διώχθηκε μέχρι θανάτου στην Κίνα, στην καταδίκη της Μινένκοβα στο Περιφερειακό Δικαστήριο Τουσίνσκυ της Μόσχας, στις 23 Ιουλίου 2025. (Ευγενική παραχώρηση της SOTAvision)
Έχει γράψει επιστολές και έχει παρακολουθήσει ιατρικά φόρουμ και άλλες εκδηλώσεις που εφιστούν την προσοχή στη συνεχιζόμενη δίωξη κατά του Φάλουν Γκονγκ, συμπεριλαμβανομένης της εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων στην Κίνα, η οποία στοχεύει κρατούμενους της πίστης της, επειδή, όπως δήλωσε, δεν μπορεί να παραμείνει σιωπηλή μπροστά στις δολοφονίες.
«Είναι πολύ οδυνηρό να βλέπω ότι η χώρα μου, αντί να με προστατεύει από τις διώξεις του ΚΚΚ και να βοηθά στην αποκάλυψη βασανιστηρίων, δολοφονιών και αφαιρέσεων οργάνων στην Κίνα, είναι ένα όργανο στα χέρια του ΚΚΚ και διώκει τους ίδιους τους πολίτες της», δήλωσε η Μινένκοβα.
«Η φυλακή δεν είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί σε έναν άνθρωπο. Είναι πολύ χειρότερο να χάσεις τον εαυτό σου αρνούμενος να ενεργήσεις σύμφωνα με τη συνείδησή σου.»
Η ρωσική Πολεμική Ναυτική ξεκίνησε μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις σε Ειρηνικό και Αρκτικό Ωκεανό, καθώς και στις θάλασσες Βαλτική και Κασπία, όπως ανακοίνωσε στις 23 Ιουλίου το υπουργείο Άμυνας της Μόσχας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, που αναρτήθηκε στο κανάλι του υπουργείου στο Telegram, οι πενθήμερες ασκήσεις με την ονομασία «Καταιγίδα Ιουλίου» αποσκοπούν στον έλεγχο της ετοιμότητας του ρωσικού ναυτικού για «μη συμβατικές επιχειρησιακές αποστολές», όπως η ανάπτυξη όπλων ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς, μη επανδρωμένων συστημάτων και τεθωρακισμένου εξοπλισμού.
Το ρωσικό υπουργείο ανέφερε ότι στις ασκήσεις συμμετέχουν πάνω από 150 πλοία, 120 αεροσκάφη, 10 παράκτια συστήματα πυραυλικής άμυνας, 950 μονάδες στρατιωτικού εξοπλισμού και περισσότεροι από 15.000 στρατιώτες.
Κατά τη διάρκεια των ασκήσεων, οι ναυτικές δυνάμεις αναμένεται να αναπτυχθούν σε περιοχές επιχειρησιακής δράσης, να εκτελέσουν αντιπλοϊκές επιχειρήσεις και να προστατεύσουν βάσεις και οικονομικές δραστηριότητες, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Περιλαμβάνεται επίσης εξάσκηση στην απόκρουση επιθέσεων από εναέρια και θαλάσσια μη επανδρωμένα μέσα, καθώς και σε προσβολές κατά στόχων και εχθρικών ναυτικών δυνάμεων.
Όπως μετέδωσε το ρωσικό πρακτορείο TASS, στις ασκήσεις συμμετέχουν οι Στόλοι του Βορρά, του Ειρηνικού και της Βαλτικής, καθώς και ο μικρός στόλος της Κασπίας. Η ολοκλήρωσή τους αναμένεται στις 27 Ιουλίου. Τη γενική εποπτεία ασκεί ο ναύαρχος Αλεξάντρ Μοϊσέγεφ, ο οποίος ανέλαβε αρχηγός του ρωσικού ναυτικού το 2024.
Στο υπόβαθρο αυτών των κινήσεων βρίσκεται η παρατεταμένη στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η οποία ξεκίνησε το 2022 με την εισβολή και προσάρτηση εκτεταμένων περιοχών στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της χώρας. Από την έναρξη της σύγκρουσης, το ρωσικό ναυτικό έχει υποστεί σημαντικές απώλειες, ιδίως στη Μαύρη Θάλασσα.
Ο Στόλος της Μαύρης Θάλασσας, που παραμένει σε λειτουργία, εδρεύει στην Κριμαία, την οποία η Ρωσία κατέλαβε το 2014. Η τότε φιλορωσική τοπική διοίκηση είχε προχωρήσει σε δημοψήφισμα για την απόσχιση από την Ουκρανία, το οποίο όμως δεν αναγνωρίζεται διεθνώς.
Πολεμικό πλοίο κατά τη διάρκεια ναυτικών ασκήσεων σε άγνωστη τοποθεσία, στις 30 Ιουλίου 2024. (Ρωσικό Υπουργείο Άμυνας/Φωτογραφία μέσω Reuters)
Ο μεγαλύτερος στόλος της χώρας, ο Βόρειος, επιχειρεί από το Σεβερομόρσκ κοντά στη Θάλασσα του Μπάρεντς.
Παρά τις απώλειες, η Ρωσία θεωρείται ότι διατηρεί την τρίτη ισχυρότερη ναυτική δύναμη παγκοσμίως, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Σύμφωνα με ανοικτές πηγές, το ρωσικό ναυτικό αριθμεί περίπου 160.000 εν ενεργεία στρατιωτικούς και περισσότερα από 220 πολεμικά πλοία, συμπεριλαμβανομένων 14 πυρηνοκίνητων υποβρυχίων εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων.
Φιλοδοξίες 25ετίας για θαλάσσια ισχύ
Στα τέλη Μαΐου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ενέκρινε μια φιλόδοξη ναυτική στρατηγική διάρκειας 25 ετών, με στόχο την ενίσχυση της ρωσικής θαλάσσιας ισχύος. Όπως δήλωσε τον Ιούνιο ο Νικολάι Πατρούσεφ, κορυφαίος σύμβουλος του Κρεμλίνου, το σχετικό έγγραφο καθορίζει τις βασικές απαιτήσεις για τη μελλοντική δύναμη μάχης του στόλου και τις κύριες αποστολές του σε περιόδους ειρήνης και πολέμου.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Argumenty i Fakty, ο Πατρούσεφ σημείωσε ότι το έγγραφο επιδιώκει να απαντήσει στο ερώτημα ποια θα πρέπει να είναι η ναυτική ισχύς της Ρωσίας, ώστε να μπορεί να υπερασπίζεται αποτελεσματικά τα συμφέροντά της στο παγκόσμιο θαλάσσιο περιβάλλον.
Περιλαμβάνει, επίσης, αξιολόγηση της παγκόσμιας στρατιωτικοπολιτικής κατάστασης, καταγραφή πιθανών μελλοντικών εστιών έντασης και συγκριτική ανάλυση των κύριων ναυτικών δυνάμεων παγκοσμίως.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το στρατηγικό αυτό πλαίσιο λαμβάνει υπ’ όψιν την εμπειρία από την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία και υπογραμμίζει την ανάγκη ανάπτυξης τεχνολογικών καινοτομιών που θα επιτρέπουν στη ρωσική ναυτική δύναμη να υπερτερεί των αντιπάλων της.
Ο Πατρούσεφ φέρεται να δήλωσε πως είναι αναγκαίο να σχεδιαστούν και να ναυπηγηθούν πλοία με τακτικά και τεχνικά χαρακτηριστικά ικανά να υπερβούν τις δυνατότητες ξένων στόλων. Τμήματα της συνέντευξής του επικαλέστηκε και το TASS.
Εκτός από σύμβουλος του Πούτιν, ο Πατρούσεφ είναι πρόεδρος της νεοϊδρυθείσας Ναυτικής Ακαδημίας της Ρωσίας. Η ίδρυση της Ακαδημίας το 2024 αποσκοπεί στην ενίσχυση της ναυτικής ισχύος της χώρας, την αξιοποίηση της Βόρειας Θαλάσσιας Οδού που συνδέει την Ευρασία με τον Ειρηνικό, και τη διατήρηση της ρωσικής πρόσβασης σε κρίσιμες θαλάσσιες αρτηρίες.