Η Χαμάς απέρριψε την πιο πρόσφατη πρόταση του Ισραήλ για προσωρινή εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας, δηλώνοντας ότι δεν πρόκειται να δεχθεί άλλες επιμέρους συμφωνίες και απαιτώντας μια συνολική λύση για τον τερματισμό του πολέμου και την ανταλλαγή ομήρων με Παλαιστίνιους κρατούμενους.
Ο επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της Χαμάς, Χαλίλ Αλ-Χάγια, δήλωσε σε τηλεοπτικό διάγγελμα την Πέμπτη ότι η οργάνωση δεν θα αποδεχθεί άλλες επιμέρους συμφωνίες με το Ισραήλ, απαιτώντας αντ’ αυτών μια συνολική συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου και την ανταλλαγή Ισραηλινών ομήρων με Παλαιστίνιους κρατουμένους.
Σύμφωνα με την εφημερίδα The Times of Israel, η πρόταση του Ισραήλ περιλάμβανε 45ήμερη εκεχειρία, την απελευθέρωση 10 ζωντανών Ισραηλινών ομήρων, την αποφυλάκιση 1.231 Παλαιστινίων κρατουμένων για λόγους ασφαλείας, καθώς και την επανεκκίνηση της ροής ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη Γάζα.
Η Χαμάς εξακολουθεί να κρατά 59 Ισραηλινούς, εκ των οποίων μέχρι και 24 θεωρείται πως είναι εν ζωή. Το Ισραήλ απαιτεί επίσης την επιστροφή των σορών των νεκρών ομήρων.
Ένας από τους βασικούς όρους που έχει απορρίψει η Χαμάς είναι ο αφοπλισμός της. Ο Αλ-Χάγια χαρακτήρισε την ισραηλινή αντιπρόταση «ανεφάρμοστη» και με «αδύνατους όρους».
Η οργάνωση είχε απελευθερώσει 38 ομήρους στο πλαίσιο εκεχειρίας που τέθηκε σε ισχύ στις 19 Ιανουαρίου. Τον Μάρτιο, οι ισραηλινές δυνάμεις επανεκκίνησαν τις χερσαίες και αεροπορικές επιχειρήσεις στη Γάζα, αφού η Χαμάς απέρριψε την παράταση της εκεχειρίας χωρίς συνολική συμφωνία για τον τερματισμό των εχθροπραξιών.
Αξιωματούχοι του Ισραήλ δηλώνουν πως η στρατιωτική επιχείρηση θα συνεχιστεί έως ότου απελευθερωθούν όλοι οι όμηροι και η Γάζα αποστρατιωτικοποιηθεί. Από την πλευρά της, η Χαμάς επιμένει πως θα προχωρήσει σε απελευθέρωση ομήρων μόνο στο πλαίσιο συνολικής συμφωνίας και απορρίπτει κατηγορηματικά την απαίτηση για αφοπλισμό.
Σε δήλωσή του, ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζέιμς Χιούιτ, ανέφερε: «Οι δηλώσεις της Χαμάς αποδεικνύουν ότι δεν επιδιώκουν την ειρήνη αλλά τη διαιώνιση της βίας. Οι όροι που έχει θέσει η κυβέρνηση Τραμπ παραμένουν αμετάβλητοι: απελευθερώστε τους ομήρους ή αντιμετωπίστε την κόλαση».
Παράλληλα, Αιγύπτιοι μεσολαβητές προσπαθούν να επαναφέρουν τη συμφωνία εκεχειρίας του Ιανουαρίου, η οποία έληξε τον Μάρτιο χωρίς να υπάρξει συμφωνία για τη δεύτερη φάση. Κατά τη διάρκεια της δίμηνης κατάπαυσης του πυρός, επιστράφηκαν στο Ισραήλ 25 ζωντανοί όμηροι και 8 νεκρά σώματα, σε αντάλλαγμα για σχεδόν 2.000 Παλαιστίνιους κρατουμένους, ανάμεσά τους και άτομα που εξέτιαν ποινές ισόβιας κάθειρξης.
Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, έχει επανειλημμένα ξεκαθαρίσει ότι η χώρα του δεν πρόκειται να δεχθεί ξανά τη Χαμάς ως στρατιωτική ή διοικητική δύναμη στα σύνορά της. Η συνέχιση των επιχειρήσεων έχει τη στήριξη της σκληροπυρηνικής κυβερνητικής συμμαχίας του Νετανιάχου, ορισμένα μέλη της οποίας έχουν απειλήσει με κατάρρευση της κυβέρνησης σε περίπτωση που τερματιστεί ο πόλεμος.
Ωστόσο, η ισραηλινή κοινωνία εμφανίζεται όλο και πιο διχασμένη. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που επικαλείται η The Times of Israel, η πλειοψηφία των Ισραηλινών υποστηρίζει τον τερματισμό του πολέμου, εφόσον εξασφαλιστεί η απελευθέρωση όλων των ομήρων.
Συγκέντρωση διαδηλωτών, κυρίως υποστηρικτών των Χούτι, κατά τη διάρκεια συλλαλητηρίου για την υποστήριξη της Χεζμπολάχ του Λιβάνου και των Παλαιστινίων στη Λωρίδα της Γάζας, στη Σαναά της Υεμένης, 18 Οκτωβρίου 2024. (Khaled Abdullah/Reuters)
Ο πόλεμος ξεκίνησε με την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, κατά την οποία σκοτώθηκαν 1.200 άνθρωποι—στην πλειοψηφία τους Ισραηλινοί πολίτες—τραυματίστηκαν χιλιάδες και 251 άτομα απήχθησαν. Το Ισραήλ απάντησε με ευρεία στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα.
Κατά τη διάρκεια των 15 μηνών πολέμου—με εξαίρεση μια οκταήμερη εκεχειρία τον Νοέμβριο του 2023—η Γάζα έχει δεχθεί εκτεταμένες καταστροφές. Υπολογίζεται ότι περίπου 50.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, με το Ισραήλ να εκτιμά ότι σχεδόν οι μισοί ήταν μαχητές της Χαμάς.
Η συντριπτική πλειονότητα των κτιρίων έχει υποστεί σοβαρές ζημιές, ενώ οι περίπου 2 εκατομμύρια κάτοικοι έχουν εκτοπιστεί επανειλημμένα, είτε προσπαθώντας να αποφύγουν τις συγκρούσεις είτε ανταποκρινόμενοι σε προειδοποιήσεις του Ισραήλ για επικείμενες επιχειρήσεις.
Στις 18–19 Μαρτίου, το Ισραήλ ξεκίνησε νέες αεροπορικές επιδρομές, στοχεύοντας τα εναπομείναντα ηγετικά στελέχη της Χαμάς. Παράλληλα, οι ισραηλινές δυνάμεις έχουν επανακαταλάβει στρατηγικά σημεία, όπως τους διαδρόμους που χωρίζουν τη Γάζα από την Αίγυπτο και τις πόλεις μεταξύ τους.
Όπως ανακοίνωσε ο στρατός, αυτή τη φορά προτίθεται να διατηρήσει την παρουσία του στις περιοχές αυτές, προκειμένου να αποτρέψει τη μετακίνηση όπλων και μαχητών της Χαμάς—σε αντίθεση με την προηγούμενη φάση του πολέμου.
Το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε χθες Μ. Παρασκευή την προσεχή απόσυρση περίπου χιλίων στρατιωτών ανεπτυγμένων στη Συρία, από το σύνολο των 2.000 που δρουν στη χώρα, στο πλαίσιο του αγώνα εναντίον των τζιχαντιστών.
Οι ΗΠΑ διατηρούν στρατιωτική παρουσία στη συριακή επικράτεια για χρόνια, στο πλαίσιο διεθνούς συνασπισμού που συγκρότησαν εναντίον της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ). Η οργάνωση αυτή συνετρίβη το 2019, όμως πυρήνες της παραμένουν ενεργοί.
Οι ΗΠΑ πρόκειται να μειώσουν «την αμερικανική παρουσία στη Συρία σε λιγότερους από χίλιους στρατιώτες τους επόμενους μήνες», ανέφερε ο Σον Παρνέλ, εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου, στην ανακοίνωση που δημοσιοποίησε.
Αυτή η αναδιάταξη δυνάμεων «αντανακλά τα σημαντικά βήματα που κάναμε για να φθείρουμε τις επιχειρησιακές δυνατότητες» του ΙΚ «στην περιφέρεια και παγκοσμίως», συνέχισε, αναφερόμενος ευρύτερα στην «επιτυχία των ΗΠΑ» στη μάχη εναντίον της οργάνωσης.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, που επέστρεψε στην προεδρία των ΗΠΑ την 20ή Ιανουαρίου, αντιμετώπιζε για καιρό με σκεπτικισμό την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη Συρία και η πτώση τον Δεκέμβριο του Μπασάρ αλ Άσαντ, που αντικαταστάθηκε από συμμαχία ισλαμιστών, δεν άλλαξε τα δεδομένα γι’ αυτόν.
«Σε κάθε περίπτωση, στη Συρία γίνεται χαμός, αλλά δεν είναι φίλη μας […] δεν είναι δική μας μάχη», παρατήρησε μέσω Truth Social τον Δεκέμβριο ο Αμερικανός πρόεδρος, ενώ βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη η επίθεση που έβαλε τέλος σε πενήντα χρόνια κυριαρχίας της οικογένειας Άσαντ στην εξουσία στη Δαμασκό.
Η κατάληψη πελώριων τομέων της επικράτειας της Συρίας και του Ιράκ από το 2014 από το ΙΚ οδήγησε σε επέμβαση διεθνούς συνασπισμού υπό τις ΗΠΑ, με σκοπό να υποστηριχθούν, κυρίως από αέρος, μονάδες του ιρακινού στρατού και οι Κούρδοι που μάχονταν εναντίον του ΙΚ επί του πεδίου.
Η Ουάσιγκτον ανέπτυξε παράλληλα μερικές χιλιάδες στρατιωτικούς των ειδικών δυνάμεων για να υποστηρίξουν τοπικές δυνάμεις και για να διεξάγονται χωριστές αμερικανικές επιχειρήσεις.
Μετά την ανακήρυξη της νίκης επί του ΙΚ, το 2017 στο Ιράκ και το 2019 στη Συρία, παρέμειναν στοιχεία του αμερικανικού στρατού επιτόπου, κυρίως σε βορειοανατολικούς τομείς, για την αντιμετώπιση πυρήνων των τζιχαντιστών που απέμεναν.
Οι αντιδράσεις για την υποστήριξη της βρετανικής κυβέρνησης στην προβολή της σειράς του Netflix «Adolescence» στα σχολεία εντείνονται, με περισσότερους από 1.800 πολίτες – μεταξύ των οποίων πολλοί ειδικοί και γονείς – να υπογράφουν επιστολή με την οποία καλούν την κυβέρνηση να μην χρησιμοποιήσει τη σειρά ως εκπαιδευτικό εργαλείο.
Μετά τις θετικές κριτικές και τις εκκλήσεις στο Κοινοβούλιο για καθολική προβολή της σειράς στους εφήβους, το Netflix ανακοίνωσε ότι θα τη διαθέσει δωρεάν σε όλα τα γυμνάσια και λύκεια.
Η σειρά, που έχει ήδη ξεπεράσει τα 125 εκατομμύρια προβολές, αφηγείται την ιστορία του 13χρονου Τζέημι, ο οποίος μαχαιρώνει μέχρι θανάτου μία συμμαθήτριά του, έχοντας φαινομενικά ριζοσπαστικοποιηθεί μέσω διαδικτυακής επαφής με τη λεγόμενη «ανδρόσφαιρα» και την κουλτούρα των «ακούσιων αγάμων». Στο σενάριο γίνεται αναφορά και στον influencer Άντριου Τέητ.
Η ερευνήτρια διδακτορικού και ιδρύτρια της φιλανθρωπικής οργάνωσης VictimFocus, Τζέιμι Σράιβ, συνυπέγραψε την επιστολή μαζί με την ψυχολόγο Δρ Τζέσικα Τέιλορ, εκφράζοντας έκπληξη για την ταχύτητα με την οποία εγκρίθηκε η χρήση της σειράς –με σήμανση «15+»– ως διδακτικού υλικού.
Η Σράιβ δήλωσε στην Epoch Times: «Υπάρχει ειρωνεία και υποκρισία εδώ. Στη σειρά βλέπουμε τους καθηγητές να προβάλλουν απλώς ταινίες αντί να διδάσκουν, μέσα σε ένα παθητικό περιβάλλον που ονομάζεται μάθηση. Και τώρα προτείνεται ακριβώς το ίδιο: να δείχνουμε μια ταινία, υποτίθεται για εκπαιδευτικούς σκοπούς.»
Αναρωτήθηκε κατά πόσο το σχολικό περιβάλλον είναι κατάλληλο για την προβολή μιας τέτοιας σειράς σε ευαίσθητους εφήβους, τονίζοντας πως πολλοί εκπαιδευτικοί δεν έχουν την κατάλληλη κατάρτιση για να παρέχουν την απαραίτητη υποστήριξη.
«Υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί περαιτέρω σύγχυση ή ακόμη και να ενισχυθεί ο ριζοσπαστισμός σε παιδιά που θα ταυτιστούν με τον πρωταγωνιστή – ιδιαίτερα επειδή παρουσιάζεται συχνά με συμπάθεια. Η Κέητι, το θύμα, δεν έχει φωνή στη σειρά. Το μόνο που υπονοείται είναι ότι εκφόβιζε τον Τζέημι.»
«Δεν πρόκειται για ψυχοεκπαιδευτικό υλικό. Δεν δημιουργήθηκε για αυτόν τον σκοπό. Είναι ένα σημαντικό και εξαιρετικό δράμα, που αξίζει να παρακολουθήσουν οι γονείς, αλλά σίγουρα δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να δείξουμε μαζικά στα παιδιά.»
Ορισμένοι σχολιαστές εξέφρασαν αμφιβολίες για τη μεταχείριση της σειράς ως ντοκιμαντέρ, επισημαίνοντας ότι δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ειδικοί τόνισαν ότι δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις μαζικής ριζοσπαστικοποίησης αγοριών από την κουλτούρα των «ακούσιων αγάμων», και ότι η αντιμετώπιση της σειράς ως κοινωνικό σχόλιο ενέχει τον κίνδυνο πρόκλησης ηθικού πανικού και δαιμονοποίησης της ανδρικής ταυτότητας ως «τοξικής».
Η Σράιβ διευκρινίζει ότι η ίδια δεν θα χαρακτήριζε το φαινόμενο «ηθικό πανικό», καθώς υπάρχουν επαρκή στοιχεία που δείχνουν ότι νέοι άνδρες ριζοσπαστικοποιούνται διαδικτυακά μέσα από μισογυνιστικό περιεχόμενο. Ωστόσο, επεσήμανε ότι ο πραγματικός κίνδυνος δεν προέρχεται τόσο από τα άτομα επιρροής (influencer), όσο από τη διάδοση ακραίας και βίαιης πορνογραφίας.
«Αν δούμε την ιστοσελίδα Pornhub, πάνω από το 90% των βίντεο περιλαμβάνουν κάποιας μορφής βία κατά των γυναικών. Γνωρίζουμε επίσης ότι πάνω από το 50% των χρηστών είναι παιδιά και ότι πάνω από το 50% των δεκάχρονων έχουν παρακολουθήσει πορνογραφία», δήλωσε επικαλούμενη έρευνα του 2016 που χρηματοδοτήθηκε από την NSPCC.
Πρόσθεσε ότι, παρότι αναγνωρίζεται η αύξηση επιθέσεων με μαχαίρι μεταξύ ανηλίκων, οι μελέτες δείχνουν ότι οι «σοκαριστικές τακτικές» έχουν περιορισμένη επίδραση σε θέματα πολιτισμικής αλλαγής, ενώ σκληρές εικόνες μπορούν να τραυματίσουν πιο ευαίσθητα παιδιά ή θύματα κακοποίησης.
«Θυμάμαι όταν ήμουν στο σχολείο, μας έδειχναν ταινίες για τους κινδύνους της διαδικτυακής παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Ήταν βάσιμες ανησυχίες, λόγω των εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων και της αποπλάνησης, αλλά κάποιες ταινίες ήταν τρομακτικές και φαίνεται πως επανατραυμάτιζαν παιδιά που είχαν ήδη κακοποιηθεί.»
Κανονικοποιώντας το σπάνιο
Η Μόλλυ Κίνγκσλεϋ, από την οργάνωση «Us For Them», χαρακτήρισε «σκανδαλώδη» την κυβερνητική πρόταση για προβολή της σειράς στα σχολεία: «Δεν καταλαβαίνω τι προσπαθούμε να πετύχουμε δείχνοντάς το στα παιδιά στο σχολείο. Θέλουμε να τα μορφώσουμε, να τα τρομάξουμε ή να τα ντροπιάσουμε;»
«Μεταθέτουμε την ευθύνη για αυτές τις φρικαλεότητες – σε αυτή την περίπτωση φανταστικές, ας μην το ξεχνάμε – στα παιδιά, τη στιγμή που οι ενήλικες όφειλαν να τα προστατεύουν. Επίσης, υπάρχει ο κίνδυνος να κανονικοποιηθεί κάτι σπάνιο, δίνοντας την εντύπωση ότι τέτοια περιστατικά συμβαίνουν σε όλα τα σχολεία, ενώ στην πραγματικότητα δεν ισχύει κάτι τέτοιο για τα περισσότερα παιδιά.»
Η άποψή της ενισχύεται από τα δεδομένα του προγράμματος «Prevent», του κύριου κρατικού μηχανισμού κατά της ριζοσπαστικοποίησης νεαρών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στα 2023–24 καταγράφηκαν μόλις εννέα παραπομπές για πιθανή ριζοσπαστικοποίηση από ιδεολογία «ακούσιων αγάμων» – μόλις το 2% των περιστατικών που αντιμετώπισε το «Channel», ο παρεμβατικός βραχίονας του προγράμματος.
Η Κίνγκσλεϋ συμφώνησε με τη Σράιβ ότι η χρήση του διαδικτύου και ο εθισμός στις οθόνες είναι υπαρκτά και σύνθετα προβλήματα, τα οποία απαιτούν μια πιο «ολιστική» προσέγγιση, αντί να προβάλλεται στα παιδιά η πιο ακραία έκφραση του φαινομένου μέσω μιας σειράς με βαθμολογία «15+» που αναφέρεται σε μία δολοφονία.
«Για πολλούς από εμάς, το πιο σοκαριστικό στοιχείο του ‘Adolescence’, και ίσως το πιο ρεαλιστικό, ήταν η εικόνα αυτής της ‘γενιάς ζόμπι’ που δημιούργησαν τα έξυπνα κινητά. Παιδιά που περπατούν στους διαδρόμους του σχολείου με το κεφάλι σκυμμένο στις οθόνες, χωρίς να κοιτάζουν γύρω τους – μια ολόκληρη υποκουλτούρα τεχνολογίας», είπε.
Το Family Education Trust (FET), οργανισμός που προωθεί τις οικογενειακές αξίες και την κοινωνική υπευθυνότητα, επίσης εξέφρασε αντίθεση στην προβολή της σειράς στα σχολεία. Τόνισε ότι η σειρά έχει εσφαλμένα χαρακτηριστεί ως ντοκιμαντέρ από τον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ και άλλους αξιωματούχους.
«Παρότι το ‘Adolescence’ είναι μια δυνατή δραματική σειρά με εξαιρετικές ερμηνείες, μας προβληματίζει η σπασμωδική αντίδραση που ακολούθησε, οδηγώντας τον πρωθυπουργό να δηλώσει ότι επιθυμεί όλα τα παιδιά άνω των 11 ετών να την παρακολουθήσουν», ανέφερε ο οργανισμός.
«Η χρήση του όρου ‘ακούσιοι άγαμοι’ για παιδιά κάτω των 16 ετών προϋποθέτει ότι είναι φυσιολογικό για 13χρονα να έχουν σεξουαλικές σχέσεις. Δεν γίνεται καμία αναφορά στο όριο συναίνεσης ή στο γεγονός ότι είναι παράνομο για παιδιά να κάνουν σεξ, καθώς δεν μπορούν να συναινέσουν.»
Το FET υπενθύμισε ότι κάθε παιδί αναπτύσσεται με διαφορετικό ρυθμό και ότι πολλά 13χρονα δεν έχουν καν μπει στην εφηβεία. «Τα περισσότερα παιδιά αυτής της ηλικίας δεν έχουν σεξουαλική δραστηριότητα, και πολλά δεν έχουν καν νιώσει έλξη. Το να τα χαρακτηρίζουμε ‘ακούσια άγαμα’ επειδή δεν έχουν κάνει σεξ, κινδυνεύει να τα ανησυχήσει, κάνοντάς τα να πιστεύουν ότι έχουν κάποιο πρόβλημα.»
«Δαιμονοποίηση» των λευκών αγοριών της εργατικής τάξης
Το Ίδρυμα για την Παιδεία και την Εκπαίδευση (Foundation for Education and Training-FET) εξέφρασε ιδιαίτερη ανησυχία για την ενδεχόμενη «δαιμονοποίηση» του λευκού, άνδρα της εργατικής τάξης.
«Η σειρά παρουσιάζει τα λευκά αγόρια της εργατικής τάξης σαν να είναι όλα εν δυνάμει βιαστές και δολοφόνοι, ιδίως αν περνούν πολύ χρόνο στο διαδίκτυο. Αυτό δεν βασίζεται σε αποδείξεις.»
Παρότι πράγματι υπάρχει πρόβλημα επιθέσεων με μαχαίρι στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα θύματα και οι δράστες αυτών των εγκλημάτων είναι σε δυσανάλογο βαθμό νεαροί μαύροι άνδρες σε αστικές περιοχές. Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (Office for National Statistics-ONS), το ένα τρίτο των επιθέσεων με μαχαίρι λαμβάνει χώρα στο Λονδίνο και συνδέεται με δραστηριότητες συμμοριών».
Το FET ανέφερε επίσης ότι τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν πως η απουσία πατέρα σχετίζεται έντονα με τα ποσοστά εγκληματικότητας στους νέους άνδρες, και αυτό είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στη μαύρη κοινότητα.
«Οι δημιουργοί επέλεξαν να παρουσιάσουν ένα λευκό αγόρι από σταθερή οικογένεια με παντρεμένους γονείς, ενώ στην πραγματικότητα το 76% των νεαρών ανδρών στις φυλακές της Αγγλίας και της Ουαλίας δεν είχαν πατέρα παρόντα στη ζωή τους, και πάνω από το ένα τρίτο των νεαρών κρατουμένων είναι μαύροι. Θα έπρεπε να μπορούμε να συζητήσουμε αυτά τα ζητήματα χωρίς να κατηγορούμαστε για ρατσισμό».
Ο πρωθυπουργός, υποστηρίζοντας την πρόταση για προβολή της σειράς στα σχολεία, δήλωσε ότι την παρακολούθησε μαζί με τον 16χρονο γιο και την 14χρονη κόρη του, χαρακτηρίζοντάς την ως μία «πολύ καλή δραματική σειρά». «Η βία που διαπράττεται από νεαρούς, επηρεασμένους από αυτά που βλέπουν στο διαδίκτυο, είναι πραγματικό πρόβλημα. Είναι αποτρόπαιο και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε», υπογράμμισε.
Ο Κιρ Στάρμερ σημείωσε πάντως ότι δεν υπάρχει «μαγική λύση» ούτε κάποιο «πολιτικό εργαλείο» που να μπορεί να δώσει απάντηση στα σύνθετα προβλήματα που εξερευνά η σειρά, η οποία είχε περισσότερες από 66 εκατομμύρια προβολές τις δύο πρώτες εβδομάδες, με την κυκλοφορία της να συμπίπτει με την έναρξη ισχύος του Νόμου για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο.
Οι συγγραφείς και συνδημιουργοί της σειράς, Τζακ Θορν και Στήβεν Γκράχαμ, ανέφεραν ότι το έργο δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και δεν αποσκοπεί στον σχολιασμό φυλετικών ζητημάτων, αλλά στην ανάδειξη του μισογυνισμού και της βίας των ανδρών κατά κοριτσιών και γυναικών.
Ο Γκράχαμ, που υποδύεται τον πατέρα του Τζέημι στη σειρά, δήλωσε στο BBC Radio Times ότι η έμπνευση για την ιστορία προήλθε εν μέρει από τη δολοφονία της 12χρονης Άβα Γουάιτ από έναν 14χρονο στο Λίβερπουλ και της 14χρονης Ελιάν Αντάμ από τον 17χρονο Χασσάν Σεντάμου σε στάση λεωφορείου στο Λονδίνο. Αναφέρθηκε επίσης στη δολοφονία της Μπριάννα Γκρέυ, έφηβης που είχε δηλώσει ότι ήταν διεμφυλική, από τους 17χρονους Σκάρλετ Τζένκινσον και Έντι Ράτκλιφ, οι οποίοι, σύμφωνα με πληροφορίες, είχαν καταναλώσει μεγάλο όγκο βίαιου διαδικτυακού περιεχομένου.
Η αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος, Κέμι Μπάντενοχ, δήλωσε στο BBC ότι δεν έχει παρακολουθήσει τη σειρά και «μάλλον δεν θα το κάνει τώρα», προσθέτοντας: «Όπως δεν χρειάζεται να δω τη σειρά ‘Casualty’ για να καταλάβω τι συμβαίνει στο NHS, έτσι δεν χρειάζεται να δω μια συγκεκριμένη σειρά στο Netflix για να καταλάβω τι συμβαίνει. Είναι μυθοπλασία, δεν είναι ντοκιμαντέρ.»
Χρηματοδοτικές συνδέσεις με την κυβέρνηση
Η οργάνωση IntoFilm διευκολύνει την προβολή της σειράς σε σχολεία, ενώ η Tender παράγει εκπαιδευτικά φυλλάδια που τη συνοδεύουν. Και οι δύο οργανισμοί χρηματοδοτούνται εν μέρει από την κυβέρνηση, μέσω του υπουργείου Πολιτισμού, Μέσων και Αθλητισμού, το οποίο επίσης επιχορηγεί την εταιρεία Warp Films, παραγωγό της σειράς «Adolescence».
Η IntoFilm υποστηρίζεται από το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου και στο παρελθόν είχε προωθήσει δωρεάν ΛΟΑΤ περιεχόμενο για τα σχολεία, περιλαμβανομένου του ντοκιμαντέρ «1 Year», που παρουσιάζει τη φυλομετάβαση ενός κοριτσιού μέσω ιατρικών παρεμβάσεων.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ πραγματοποιεί συνάντηση στρογγυλής τραπέζης με τον συγγραφέα του βιβλίου «Adolescence» Τζακ Θορν, στο Λονδίνο, στις 31 Μαρτίου 2025. (Τζακ Τέιλορ/Getty Images)
Η υπουργός Εσωτερικών, Υβέτ Κούπερ, ανακοίνωσε μία έρευνα για τον μισογυνισμό βασισμένη σε μοντέλα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας έναν μήνα μετά τη νίκη των Εργατικών στις εκλογές, με την κυβέρνηση να επαναλαμβάνει τη δέσμευσή της για την εφαρμογή και ενίσχυση του «Νόμου για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο», που είχε ψηφιστεί επί των Συντηρητικών.
Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη ανακοινώσει αν θα εφαρμόσει την αναθεώρηση του προγράμματος σεξουαλικής και συναινετικής εκπαίδευσης στα σχολεία, όπως είχε σχεδιαστεί από την προηγούμενη συντηρητική κυβέρνηση. Η υπουργός Παιδείας, Μπρίτζετ Φίλλιπσον, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι σκοπεύει να εισαγάγει μαθήματα που θα εστιάζουν στην επιρροή του διαδικτυακού μισογυνισμού, της πορνογραφίας και στην εκπαίδευση για τη συναίνεση, αν και οι λεπτομέρειες του προγράμματος δεν έχουν ακόμη παρουσιαστεί.
Ωστόσο, το FET είναι μεταξύ των οργανισμών που εκφράζουν επιφυλάξεις για τη διδασκαλία στα παιδιά ότι η «αρρενωπότητα» είναι εν δυνάμει «τοξική», ενώ η έννοια της «ενδυνάμωσης» των κοριτσιών και γυναικών προωθείται χωρίς αντίστοιχη κριτική. Αναφερόμενο στην έκθεσή του για το 2024, σύμφωνα με την οποία 3 στα 10 σχολεία διδάσκουν ότι η ανδρική φύση αποτελεί πρόβλημα, το FET υπογράμμισε: «Το να διδάσκουμε στα αγόρια ότι είναι ‘τοξικά’ απλώς και μόνο επειδή είναι αγόρια, το μόνο που θα καταφέρει είναι να τα στρέψει ακόμη περισσότερο προς άτομα επιρροής που μισούν τις γυναίκες, όπως ο Άντριου Τέητ.
«Για εκείνους που συμμετέχουν — έστω και επιφανειακά — σε εκφοβισμό, μισογυνισμό και βία, η παρακολούθηση του ‘Adolescence’ θα μπορούσε να ενισχύσει τις [μισογυνικές] τάσεις, ενώ άλλοι μαθητές μπορεί να αναζητήσουν ακριβώς το περιεχόμενο κατά του οποίου η σειρά εφιστά την προσοχή.»
Ο νέος κανονισμός του Πεκίνου για τις ιατρικές προμήθειες για τον στρατό είναι μέρος της συνεχιζόμενης προετοιμασίας του κινεζικού καθεστώτος για πόλεμο, αλλά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι επίκειται επίθεση στην Ταϊβάν, δήλωσαν ειδικοί από το Ινστιτούτο Έρευνας Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊβάν (INDSR) στις 15 Απριλίου.
Στις 5 Απριλίου, το Πεκίνο δημοσίευσε ενημερωμένους κανονισμούς για ιατρικές προμήθειες για τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΛΑΣ) που απαιτούν από τον στρατό να εφαρμόσει ένα σύστημα αποθεμάτων ιατρικού εφοδιασμού για τη διατήρηση της ετοιμότητας πολέμου.
Ο νέος κανονισμός, ο οποίος πρόκειται να τεθεί σε ισχύ στην 1 Ιουνίου, απαγορεύει την ιδιοποίηση στρατιωτικών ιατρικών προμηθειών για πολιτική χρήση. Σε περιπτώσεις σημαντικής καταστροφής, επιδημίας ή άλλων έκτακτων περιστατικών, η μεταφορά ιατρικών προμηθειών για πολιτική χρήση θα απαιτεί την έγκριση του κεντρικού Τμήματος Επιμελητείας του ΛΑΣ.
Ο Σεν Μινγκ-σου, ερευνητής στο INDSR και πρώην διευθυντής του Τμήματος Έρευνας Εθνικής Ασφάλειας του ινστιτούτου, είπε ότι ο νέος κανονισμός είναι η τελευταία από μια σειρά κινήσεων του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) για να προετοιμαστεί για έναν πόλεμο φθοράς παρόμοιο με τον συνεχιζόμενο πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.
Η διαχείριση των ιατρικών προμηθειών είναι «πολύ σημαντική» στον πόλεμο, είπε ο Σεν στην Epoch Times, επειδή ο στρατός θα χρειαστεί μεγάλες ποσότητες φαρμάκων, αίματος, αντιβιοτικών και άλλων ιατρικών προμηθειών, συμπεριλαμβανομένων προμηθειών ξένης παραγωγής.
«Για να αποφευχθούν οι ελλείψεις, [ο ΛΑΣ] πρέπει να είναι καλά εφοδιασμένος πριν από τον όποιον πόλεμο», είπε.
Ο Γουάνγκ Σιου-γουέν, συνεργάτης ερευνητής στο INDSR στο τμήμα κινεζικής πολιτικής, στρατιωτικών, και πολεμικών θεμάτων, είπε ότι ο ΛΑΣ θα μπορούσε να ανταποκριθεί στους δασμούς των ΗΠΑ προετοιμάζοντας κάθε ενδεχόμενο αντίκτυπο στις εισαγωγές ιατρικών προμηθειών της Κίνας.
Χρονολόγιο
Ενώ το ΚΚΚ δεν κυβέρνησε ποτέ την Ταϊβάν, η «ενοποίηση» με το αυτοδιοικούμενο νησί ήταν ο μακροπρόθεσμος στόχος του Πεκίνου και το καθεστώς δεν απέκλεισε ποτέ το ενδεχόμενο να πάρει το νησί με τη βία.
Από τότε που ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2024, το ΚΚΚ έχει εντείνει τη ρητορική του εναντίον των αποκαλούμενων αυτονομιστών της Ταϊβάν και δήλωσε ότι οι «σκληροί» υποστηρικτές της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν μπορεί να τιμωρηθούν με θάνατο.
Το κινεζικό καθεστώς έχει επίσης εντείνει τις στρατιωτικές δραστηριότητες και τις περιπολικές δραστηριότητες στα στενά της Ταϊβάν τα τελευταία χρόνια, στέλνοντας αεροσκάφη και πλοία του ΛΑΣ και της ακτοφυλακής στο στενό σχεδόν καθημερινά.
Το 2023, ο διευθυντής της CIA, Ουίλλιαμ Μπερνς, επικαλέστηκε τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ στο συμπέρασμα ότι ο ηγέτης του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, είχε διατάξει τον ΛΑΣ να είναι έτοιμος να εισβάλει στην Ταϊβάν μέχρι το 2027.
Το 2024, ο Γιουάν Χονγκμπίνγκ, πρώην καθηγητής νομικής στο διάσημο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου της Κίνας, το οποίο έχει διασυνδέσεις στα ανώτερα κλιμάκια του ΚΚΚ, είπε στην Epoch Times ότι οι ηγέτες του κόμματος συμβουλεύτηκαν να χαράξουν μια στρατηγική για να «λύσουν το ζήτημα της Ταϊβάν έως το 2027» για να παρέχουν «πολιτική εγγύηση» για το Εθνικό Κογκρέσο του ΚΚΚ 21.
Στην κεντρική του ομιλία τον Φεβρουάριο στο Αμυντικό Φόρουμ της Χονολουλού, ο ναύαρχος Σάμιουελ Τζ. Παπάρο, διοικητής της Διοίκησης Ινδο-Ειρηνικού των ΗΠΑ, περιέγραψε τις στρατιωτικές ασκήσεις του ΛΑΣ γύρω από την Ταϊβάν ως «πρόβες για την διά της βίας ενοποίηση» και όχι ως «ασκήσεις».
Ενώ ορισμένοι ειδικοί αμφισβητούν την προθυμία ή την ικανότητα του ΚΚΚ να επιτεθεί στην Ταϊβάν, ειδικά εν μέσω μιας φαινομενικής εκκαθάρισης εντός του ΛΑΣ, ορισμένοι έχουν αρχίσει να πιστεύουν ότι το καθεστώς θα κάνει μια τέτοια κίνηση νωρίτερα από το αναμενόμενο.
Ο Ταϊβανέζος εν αποστρατεία στρατηγός Γιου Τσουνγκ-τσι είπε παλαιότερα στην Epoch Times ότι ενώ οι συλλήψεις των «πιο ένθερμων υποστηρικτών του Σι στο στρατό» δείχνουν σημάδια αποδυνάμωσης της δύναμής του, υπάρχει η πιθανότητα οι προφανείς εκκαθαρίσεις να είναι αντιπερισπασμοί που καλύπτουν τις προετοιμασίες για μια πραγματική επίθεση στην Ταϊβάν.
Ο Χουνγκ Τζου-τσιε, συνεργάτης ερευνητής και αναπληρωτής διευθυντής στο τμήμα κινεζικών πολιτικών, στρατιωτικών και πολεμικών θεμάτων του INDSR, είπε ότι ο ΛΑΣ προετοιμάζεται για πόλεμο, μεταξύ άλλων με τη διεξαγωγή ασκήσεων στα στενά της Ταϊβάν και τη ρύθμιση των ιατρικών του προμηθειών. Ωστόσο, είπε, δεν φαίνεται να είναι έτοιμος για εισβολή στην Ταϊβάν φέτος.
«Ο Σι Τζινπίνγκ δίνει μεγάλη έμφαση στην ενίσχυση των πολεμικών δυνατοτήτων του ΛΑΣ, αλλά η εστίαση δεν είναι εξ ολοκλήρου στην Ταϊβάν», είπε στην Epoch Times, σημειώνοντας ότι ο Σι χρειάζεται επίσης έναν ισχυρότερο ΛΑΣ για να διατηρήσει την εξουσία και να βοηθήσει στην προώθηση του «ονείρου του ΚΚΚ για μια ισχυρή χώρα και ισχυρό στρατό».
Ο Χουνγκ είπε ότι δεν πιστεύει ότι ο ΛΑΣ είναι έτοιμος, λόγω της διάλυσης της Στρατηγικής Δύναμης Υποστήριξής του (ΣΔΥ) το 2024.
Τον Απρίλιο του 2024, ο ΛΑΣ χώρισε το ΣΔΥ σε δυνάμεις Αεροδιαστημικής, Κυβερνοχώρου και Υποστήριξης Πληροφοριών.
Ο Χουνγκ είπε ότι ο ΛΑΣ θα χρειαζόταν χρόνο για να λειτουργήσουν καλά οι νέες δυνάμεις.
«Και με τη διαφθορά εντός του ΛΑΣ, η πιθανότητα επίθεσης στην Ταϊβάν σε έξι μήνες είναι εξαιρετικά χαμηλή», είπε ο Χουνγκ. Απαντούσε σε ένα άρθρο της 9ης Απριλίου στον ιστότοπο αμυντικής ανάλυσης 19FortyFive, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές πληροφοριών που είπαν ότι τώρα πιστεύουν ότι μια εισβολή θα μπορούσε να συμβεί μέσα στους επόμενους έξι μήνες.
Τον Μάρτιο, το Πεκίνο δήλωσε ότι ήταν έτοιμο να πολεμήσει έναν «εμπορικό πόλεμο ή οποιοδήποτε είδος πολέμου» θέλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες αφότου η κυβέρνηση Τραμπ άρχισε να αυξάνει τους δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα, προκαλώντας εικασίες για τα σχέδια του ΚΚΚ.
Ο Γουάνγκ είπε ότι δεν είναι καλή στιγμή για τον ΛΑΣ να επιτεθεί στην Ταϊβάν γιατί θα ηττηθεί από την Ουάσιγκτον.
Εάν η πίεση από την κυβέρνηση Τραμπ έκανε το ΚΚΚ να εξαπολύσει επίθεση στην Ταϊβάν, το Πεκίνο θα μπορούσε «να πέσει σε μια αμερικανική παγίδα», είπε.
Είπε ότι είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τους ηγέτες του ΛΑΣ που δεν πιστεύουν ότι τώρα είναι η ώρα να επιτεθούν στην Ταϊβάν.
«Όταν νομίζουν ότι έχει έρθει η ώρα, θα ξεκινήσουν δράση», είπε.
Παρατεταμένος πόλεμος
Για να προετοιμαστεί για μια κινεζική εισβολή ή αποκλεισμό, ο στρατός της Ταϊβάν έχει εξασκήσει τις ικανότητές του ταχείας απόκρισης, οι οποίες θα μπορούσαν να μετατρέψουν μια κινεζική άσκηση γύρω από το νησί σε πόλεμο αστραπή.
Τον Οκτώβριο του 2024, η Ταϊπέι ανακοίνωσε σχέδια να διατηρήσει την παροχή τροφίμων της Ταϊβάν εάν ένας κινεζικός αποκλεισμός διακόψει τη ναυτιλία προς το νησί.
Ο Σεν είπε ότι η πιθανότητα μιας γρήγορης πολιορκίας φαίνεται χαμηλή επειδή ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας έδειξε ότι οι κινήσεις στρατευμάτων μπορούν να ανιχνευθούν από τις δυνάμεις πληροφοριών.
Είναι «ολοένα και πιο πιθανό» μια επίθεση στην Ταϊβάν να μετατραπεί σε «παρατεταμένο πόλεμο», είπε.
«Γι’ αυτό το ΚΚΚ δημιούργησε ένα επαρχιακό γραφείο αμυντικής κινητοποίησης, αύξησε το αποθεματικό του σε χρυσό και [υποτίθεται] απαγόρευσε σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό για να αποφύγει τον αντίκτυπο των κυρώσεων», είπε ο Σεν.
Ο Σου Τζου-γιουν, ερευνητής στο INDSR και διευθυντής του Τμήματος Αμυντικής Στρατηγικής και Πόρων του Ινστιτούτου, είχε δηλώσει στο παρελθόν στην Epoch Times ότι ένας αποκλεισμός θα ήταν επίσης επικίνδυνος για το ΚΚΚ. Ένας μακροχρόνιος αποκλεισμός πιθανότατα θα προκαλούσε παρέμβαση επειδή «καμία χώρα δεν θα ανεχόταν» τον αποκλεισμό μιας από τις πιο πολυσύχναστες ναυτιλιακές διαδρομές στον κόσμο, είπε.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία σκοπεύουν να υπογράψουν μια βασική συμφωνία ορυκτών σπάνιων γαιών την επόμενη εβδομάδα.
Η συμφωνία χορηγεί στην Ουάσιγκτον έσοδα από την εκμετάλλευση σπάνιων ορυκτών, υδρογονανθράκων, πετρελαίου και φυσικού αερίου από το Κίεβο με αντάλλαγμα τη συνεχιζόμενη βοήθεια εθνικής ασφάλειας.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι η Ουάσιγκτον και το Κίεβο πιθανότατα θα οριστικοποιήσουν τη συμφωνία την επόμενη εβδομάδα, υπό την προϋπόθεση ότι το Κίεβο θα παραμείνει προσηλωμένο σε αυτήν.
«Έχουμε μια συμφωνία για τα ορυκτά, που υποθέτω ότι θα υπογραφεί την Πέμπτη, την επόμενη Πέμπτη, σύντομα… Υποθέτω ότι θα τηρήσουν τη συμφωνία, οπότε θα δούμε», είπε ο Τραμπ.
Η παρούσα συμφωνία, μία από τις διάφορες εκδοχές που έχουν προτείνει οι ΗΠΑ, επιδιώκεται ως μέσο για την ανάκτηση των χρημάτων που έχουν ξοδέψει οι Ηνωμένες Πολιτείες για να βοηθήσουν την άμυνα της Ουκρανίας ενάντια στη συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε επικρίνει τους αρχικούς όρους, οι οποίοι όπως είπε δεν παρείχαν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία σε περίπτωση μελλοντικής επίθεσης της Ρωσίας, και ήταν απρόθυμος να δώσει τον πλούτο που έχει η Ουκρανία χωρίς συγκεκριμένες υποσχέσεις εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρόλ’ αυτά, συμφώνησε με το σχέδιο του Τραμπ για κατάπαυση του πυρός και δεσμεύτηκε να προχωρήσει τη συμφωνία για τις σπάνιες γαίες όταν η κυβέρνηση Τραμπ ανέστειλε κάθε είδους βοήθεια προς την χώρα του.
Μέχρι τώρα, από την εισβολή της Ρωσίας το 2022, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παράσχει στην Ουκρανία άμεση βοήθεια αξίας περίπου 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κυρίως σε μορφή όπλων που μεταφέρθηκαν απευθείας από τις ΗΠΑ στα ουκρανικά αποθέματα.
Όταν πιέστηκε να αποκαλύψει λεπτομέρειες σχετικά με τη συμφωνία για τα ορυκτά, ο Τραμπ παρέπεμψε στον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσσεντ, ο οποίος είπε ότι μια συμφωνία που μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με την πρώτη εκδοχή θα υπογραφεί πιθανότατα στα τέλη της επόμενης εβδομάδας.
«Εξακολουθούμε να δουλεύουμε τις λεπτομέρειες», είπε ο Μπέσσεντ. «Στόχος μας είναι η 26η Απριλίου περίπου.»
«Είναι ουσιαστικά αυτό στο οποίο είχαμε συμφωνήσει προηγουμένως, όταν ο πρόεδρος [Ζελένσκι] ήταν εδώ… Νομίζω ότι είναι μια συμφωνία 80 σελίδων και αυτό είναι που θα υπογραφεί.»
Ο Τραμπ είχε προτείνει ότι η Ουκρανία θα έδινε στις Ηνωμένες Πολιτείες σπάνιες γαίες και κρίσιμα κοιτάσματα ορυκτών αξίας 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά οι λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς. Η πιο πρόσφατη εκδοχή της συμφωνίας που δημοσιοποιήθηκε δεν επιδιώκει να ανακτήσει την προηγούμενη χρηματική βοήθεια των ΗΠΑ και θα δημιουργήσει ένα κοινό ταμείο ανασυγκρότησης ΗΠΑ-Ουκρανίας που θα τροφοδοτεί τα κέρδη των Ηνωμένων Πολιτείων από την ουκρανική ανάπτυξη ορυκτών.
Η Ουκρανία διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα τιτανίου, ουρανίου και άλλων σπάνιων ορυκτών της Ευρώπης, αλλά μεγάλο μέρος αυτού του πλούτου βρίσκεται επί του παρόντος σε ρωσικά κατεχόμενα εδάφη. Ωστόσο, αυτό που μπορεί να προσφέρει το Κίεβο είναι τα απαραίτητα μέσα για την απεξάρτηση των αλυσίδων εφοδιασμού κρίσιμων γαιών των ΗΠΑ από την Κίνα.
Σύμφωνα με τον Μπέσσεντ, τα έσοδα από τους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας θα επανεπενδυθούν σε βασικούς τομείς που θα οδηγήσουν στην οικονομική επέκταση, διασφαλίζοντας ότι οι χώρες που δεν υποστήριξαν την άμυνα της Ουκρανίας δεν θα επωφεληθούν από την ανοικοδόμησή της.
Ο Ζελένσκι είπε σε τηλεοπτική δήλωση την Πέμπτη ότι οι συνομιλίες για τη συμφωνία είχαν σημειώσει πρόοδο και ότι μια οικονομική εταιρική σχέση θα ωφελήσει και τις δύο χώρες. Υπογράμμισε επίσης ότι το Κίεβο έχει αποδεχθεί την έκκληση της Ουάσιγκτον για άνευ όρων κατάπαυση του πυρός.
«Η Ουκρανία αποδέχτηκε αμέσως αυτήν την προσφορά, πριν από περισσότερο από ένα μήνα. Η Ρωσία την έχει αγνοήσει μέχρι στιγμής και… αυτό είναι το βασικό πρόβλημα», είπε.
Οι μέχρι τώρα προσπάθειες του Τραμπ για προσωρινή κατάπαυση του πυρός έχουν αποδειχθεί άκαρπες.
Ο Πούτιν όχι μόνον δεν έχει συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός, αλλά ενέτεινε τις ρωσικές επιθέσεις κατά της Ουκρανίας, σε μια προφανή προσπάθεια να αυξήσει τα κέρδη της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης προτού δεσμευτεί για διαπραγματεύσεις.
Μια αρχική συμφωνία μερικής κατάπαυσης του πυρός, στην οποία είχαν συμφωνήσει τόσο η ηγεσία της Ουκρανίας όσο και αυτή της Ρωσίας τον περασμένο μήνα, επεδίωκε να σταματήσει τις επιθέσεις σε μη στρατιωτικές ενεργειακές υποδομές για 30 ημέρες. Ωστόσο, η περιορισμένη παύση έληξε άδοξα, με ένα χτύπημα σε εγκατάσταση πετρελαίου σε ρωσικό κατεχόμενο έδαφος και τους αξιωματούχους των δύο εμπλεκόμενων χωρών να αλληλοκατηγορούνται για την παραβίαση της εκεχειρίας.
Σύμφωνα με δηλώσεις του Ρώσου προέδρου, οι προϋποθέσεις για τον τερματισμό του πολέμου περιλαμβάνουν την παραχώρηση τεσσάρων ανατολικών επαρχιών της Ουκρανίας στη Ρωσία, την οριστική απόφαση για μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, και την απαγόρευση παραμονής ξένων στρατευμάτων σε ουκρανικό έδαφος για οποιονδήποτε λόγο.
Ο Τραμπ επανέλαβε την Πέμπτη ότι ελπίζει να διαμορφωθεί μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός σύντομα παρά τις οπισθοδρομήσεις.
«Θέλουμε να σταματήσουν οι θάνατοι και οι δολοφονίες», δήλωσε.
Η Μόσχα προειδοποίησε σήμερα ότι θα θεωρήσει οποιοδήποτε πλήγμα σε ρωσικούς στόχους με γερμανικούς πυραύλους Taurus ως «άμεση συμμετοχή» της Γερμανίας στον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς το Βερολίνο εξετάζει το ενδεχόμενο να προμηθεύσει το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις.
«Ένα πλήγμα με αυτούς τους πυραύλους εναντίον ρωσικών εγκαταστάσεων (…) θα θεωρηθεί ως άμεση συμμετοχή της Γερμανίας σε εχθροπραξίες στο πλευρό του καθεστώτος του Κιέβου, με όποιες συνέπειες αυτό συνεπάγεται», τόνισε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα, σύμφωνα με τα ρωσικά πρακτορεία ειδήσεων.
Ο Φρίντριχ Μερτς, ο κατά πάσα πιθανότητα επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας τάχθηκε σε συνέντευξη του την Κυριακή υπέρ της παράδοσης του πυραυλικού συστήματος Taurus στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις, «αλλά σε συντονισμό με τους Ευρωπαίους εταίρους». Ο απερχόμενος καγκελάριος Όλαφ Σολτς αρνιόταν διαρκώς να προμηθεύσει το Κίεβο με αυτό το πυραυλικό σύστημα.
Το Κρεμλίνο είχε ήδη καταγγείλει τη Δευτέρα τον κίνδυνο «κλιμάκωσης» εάν το Βερολίνο προχωρήσει με την κίνηση αυτή.
Η Ζαχάροβα τόνισε ότι η εκτόξευση αυτών των πυραύλων είναι αδύνατη χωρίς την άμεση βοήθεια της Bundeswehr (γερμανικές ένοπλες δυνάμεις).
Η Ρωσία είχε στο παρελθόν απειλήσει τη Δύση όταν ΗΠΑ και Βρετανία προμήθευσαν το Κίεβο με αμερικανικούς πυραύλους ATACMS και βρετανικούς πυραύλους Storm Shadow.
Αφού το Κίεβο χρησιμοποίησε αυτά τα όπλα εναντίον ρωσικού εδάφους, η Μόσχα απάντησε εκτοξεύοντας τον πειραματικό υπερηχητικό πύραυλο Oreshnik (Ορέσνικ – «φουντουκιά» στα ρωσικά) εναντίον ενός μεγάλου ουκρανικού στρατιωτικού εργοστασίου.
Η Ρωσία έχει απειλήσει να χρησιμοποιήσει ξανά αυτό τον πύραυλο.
Νέα ισραηλινά πλήγματα στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 37 Παλαιστίνιους σήμερα στη Λωρίδα της Γάζας, εκ των οποίων 35 εκτοπισμένοι που είχαν βρει καταφύγιο σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, όπως ανακοίνωσε η παλαιστινιακή πολιτική προστασία.
Ο ισραηλινός στρατός, που δεν σχολίασε άμεσα τα πλήγματα, έχει εντείνει τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς και έχει διευρύνει τις χερσαίες επιχειρήσεις του στην πολιορκημένη Λωρίδα της Γάζας, από τότε που ξεκίνησε και πάλι την επίθεσή του εκεί στις 18 Μαρτίου.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου εκτιμά ότι η αυξημένη στρατιωτική πίεση θα αναγκάσει τη Χαμάς να παραδώσει τους ομήρους που απήγαγε κατά την επίθεση που εξαπέλυσε η ισλαμιστική παλαιστινιακή οργάνωση στις 7 Οκτωβρίου 2023 στο νότιο Ισραήλ.
Η επίθεση αυτή πυροδότησε τον πόλεμο στον παλαιστινιακό θύλακα, όπου το Ισραήλ εξαπέλυσε σε αντίποινα επίθεση, η οποία προκάλεσε τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων, τον εκτοπισμό της πλειονότητας των 2,4 εκατ. κατοίκων της λωρίδας της Γάζας, καθώς και ανθρωπιστική καταστροφή.
«Τουλάχιστον 16 μάρτυρες, στην πλειονότητά τους γυναίκες και παιδιά, και 23 ακόμα άνθρωποι τραυματίστηκαν, από άμεσο πλήγμα με δύο ισραηλινούς πυραύλους σε σκηνές που φιλοξενούσαν εκτοπισμένες οικογένειες στην περιοχή της Αλ-Μαουάσι, στη Χαν Γιούνις», στο νότιο τμήμα του παλαιστινιακού θύλακα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος αυτής της υπηρεσίας διασωστών, ο Μαχμούντ Μπασάλ.
Άλλο πλήγμα σε σκηνή με εκτοπισμένους προκάλεσε τον θάνατο επτά ανθρώπων «κυρίως γυναικών και παιδιών» και τον τραυματισμό 13 άλλων στην Μπέιτ Λάχια, στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, πρόσθεσε ο ίδιος.
Ένας πατέρας και το παιδί του σκοτώθηκαν επίσης και 13 άνθρωποι τραυματίστηκαν σε τρίτο πλήγμα σε άλλη σκηνή με εκτοπισμένους, επίσης στην περιοχή Αλ-Μαουάσι, δήλωσε ο ίδιος.
Σε πλήγμα σε αυτοσχέδιο καταυλισμό στην Τζαμπάλια (βόρεια), σκοτώθηκαν τουλάχιστον επτά μέλη της ίδιας οικογένειας, δήλωσε η πολιτική προστασία σε ανακοίνωση. Παράλληλα, ανακοίνωσε ότι τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν από ισραηλινό πλήγμα σε σχολείο όπου είχαν καταφύγει εκτοπισμένοι σε καταυλισμό της ίδιας πόλης. Δύο ακόμα άνθρωποι σκοτώθηκαν από πυρά του ισραηλινού πυροβολικού στη συνοικία Σουτζιάγια της Πόλης της Γάζας.
Εικόνες του Γαλλικού Πρακτορείου δείχνουν σκηνές να φλέγονται στην περιοχή της Αλ-Μαουάσι ύστερα από τα πλήγματα και μέλη της πολιτικής προστασίας να προσπαθούν να σβήσουν τη φωτιά.
«Ήμασταν στη σκηνή μας και ξαφνικά βλέπουμε ένα κόκκινο φως. Μετά έγινε έκρηξη στις σκηνές και ξέσπασε φωτιά. Τα πάντα εξερράγησαν. Τρέξαμε στη θάλασσα και από εκεί είδαμε τη φωτιά να εξαπλώνεται από τη μία σκηνή στην άλλη. Παιδιά διαμελίστηκαν! Για ποια ανθρωπιά μιλούν;», δήλωσε η Ίσραα Αμπουλρούς, που έχει εκτοπιστεί στο Μαουάσι.
H σλοβακική κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Ρόμπερτ Φίτσο, προχώρησε σε αυστηρότερη ρύθμιση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ), ρίχνοντας λάδι στη φωτιά μιας ήδη τεταμένης σχέσης με τον χώρο της κοινωνίας των πολιτών. Ο Φίτσο κατηγόρησε δημόσια τις ΜΚΟ ότι σχεδιάζουν να εντείνουν τις διαδηλώσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής, προσδίδοντάς τους ενεργό πολιτικό ρόλο.
Στις 16 Απριλίου, το κοινοβούλιο της Σλοβακίας ψήφισε νέους, αυστηρούς κανόνες που επιβάλλουν στις ΜΚΟ λεπτομερή δημοσίευση της λίστας των δωρητών τους, καθώς και αναλυτικές καταστάσεις με τα ονόματα των στελεχών τους. Για διοικητικά λάθη προβλέπονται πλέον αυστηρά πρόστιμα, γεγονός που έχει ξεσηκώσει ανησυχίες στον κλάδο.
Οι ίδιες οι οργανώσεις χαρακτηρίζουν το νέο θεσμικό πλαίσιο ως «ρωσικό νόμο», επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση επιχειρεί να φιμώσει τους επικριτές της από τον χώρο της κοινωνίας των πολιτών. Συχνές είναι οι παρομοιώσεις του πρωθυπουργού Φίτσο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ ο ίδιος δεν έχει κρύψει ποτέ την απέχθειά του προς όσες ΜΚΟ χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό και ειδικά από το Ίδρυμα του ουγγρο-αμερικανού δισεκατομμυριούχου Τζορτζ Σόρος.
Επαναλαμβάνοντας τις κατηγορίες του, ο Φίτσο ισχυρίστηκε ότι οι ΜΚΟ ετοιμάζουν μαζικές αντιδράσεις για να πιέσουν την κυβέρνηση. Οι οργανώσεις, ωστόσο, διαψεύδουν κατηγορηματικά τα παραπάνω. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρίτσαρντ Γκλουκ, βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος SMER-SSD, «οι ΜΚΟ αποτελούν μια γκρί ζώνη· κάνουν πολιτική, χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό, και κανείς δεν γνωρίζει πού πάνε τα χρήματα αυτά».
Η κυβέρνηση είχε εξετάσει ακόμη πιο δραστικές αλλαγές, όπως το να χαρακτηρίσει τις ΜΚΟ «οργανώσεις με ξένη χρηματοδότηση» κατά τα πρότυπα της Ρωσίας και της Γεωργίας – κάτι που προκάλεσε άμεση αντίδραση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόσθετες ρυθμίσεις, όπως ο χαρακτηρισμός στελεχών ΜΚΟ που συναντούνται με πολιτικούς ως «λομπίστες» και η δυνατότητα του υπουργείου Εσωτερικών να διαλύει οργανώσεις για διοικητικά σφάλματα, απορρίφθηκαν τελικά, κατόπιν διαφωνιών μεταξύ των ίδιων των συμμάχων του Φίτσο στο κοινοβούλιο.
Οι ΜΚΟ θεωρούν ότι το νέο καθεστώς επιδιώκει τον εκφοβισμό τους και ανοίγει νομικές «τρύπες» που μπορεί να παραβιάζουν συνταγματικά δικαιώματα και αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως τόνισε η Καταρίνα Μπατκόβα, διευθύντρια της Via Iuris και γνωστή υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «τον λέμε ρωσικό νόμο, όχι επειδή είναι πιστό αντίγραφο, αλλά επειδή αντλεί έμπνευση από τη Ρωσία και κινείται σε πλήρη αντίθεση με το σύνταγμα και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Ο βασικός του στόχος είναι σαφής: στοχοποίηση και περιορισμός της δράσης των πολιτών».
Ο Συνήγορος των Δικαιωμάτων του Πολίτη, Ρόμπερτ Ντομπροβότσκι, όσο και ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Μάικλ Ο’ Φλάχερτι, κάλεσαν τους βουλευτές στη Μπρατισλάβα να επανεξετάσουν τον νέο νόμο.
Η πρωτοβουλία της σλοβακικής κυβέρνησης εντάσσεται σε ένα ευρύτερο κύμα αυστηρότερων ελέγχων στις ΜΚΟ σε όλη την Ευρώπη, με την προσοχή να εστιάζεται στη διαφάνεια στη χρηματοδότηση αλλά και στον ρόλο που διαδραματίζουν σε κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Στη Γεωργία, τη ίδια ημέρα, το κοινοβούλιο ενέκρινε νόμο που απαγορεύει στις ξένες δωρητές να παρέχουν επιχορηγήσεις χωρίς κρατική έγκριση, ένα μέτρο που πολλοί χαρακτηρίζουν ως χτύπημα στη φιλοδυτική αντιπολίτευση.
Αντίστοιχα, στην Ουγγαρία, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν έχει εκφράσει ανοιχτά δυσπιστία προς τις ΜΚΟ, προειδοποιώντας ότι θα λάβει σκληρά νομικά μέτρα εναντίον όσων χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό – συνοψίζοντας με τη φράση πως κάθε ξένο κεφάλαιο που επηρεάζει τα ουγγρικά πολιτικά πράγματα οφείλει να γίνεται γνωστό δημοσίως.
Ηχηρή παρέμβαση στο μέλλον της αυτοκίνησης στην Ευρώπη κάνει το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), καλώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναθεωρήσει τη συνολική απαγόρευση πώλησης νέων αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035. Σύμφωνα με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, από το 2035 και μετά καμία νέα ταξινόμηση αυτοκινήτου δεν θα επιτρέπεται αν το όχημα εκλύει διοξείδιο του άνθρακα (CO2), γεγονός που οδηγεί ουσιαστικά εκτός αγοράς τα νέα συμβατικά αυτοκίνητα βενζίνης και πετρελαίου.
Σε δηλώσεις του στους Financial Times στις 16 Απριλίου, ο επικεφαλής του ΕΛΚ, Μάνφρεντ Βέμπερ, επεσήμανε πως οι αγοραστές θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα επιλογής ακόμη και συμβατικών οχημάτων, αρκεί να αντισταθμίζουν τις εκπομπές άνθρακα. «Χρησιμοποιώ έναν κλασικό κινητήρα με συμβατικά καύσιμα, αλλά πληρώνω για να αποθηκεύεται το παραγόμενο CO2 στο υπέδαφος — ίσως αυτή να είναι μια επιχειρηματική λύση του μέλλοντος», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η Epoch Times απηύθυνε ερώτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με το εάν εξετάζεται το ενδεχόμενο να αρθεί η απαγόρευση μελλοντικά, σε περίπτωση που υπάρξει τεχνολογία που θα συλλαμβάνει το CO2 από τα καυσαέρια των οχημάτων. Το ΕΛΚ, η ισχυρότερη πολιτική οικογένεια της Ευρώπης στην οποία ανήκει και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει διατυπώσει επανειλημμένα τη διαφωνία του με την οριζόντια απαγόρευση και ζητά αναθεώρηση.
Ήδη από τον Οκτώβριο 2024, το ΕΛΚ είχε προειδοποιήσει ότι αν παραμείνουν ως έχουν οι σχεδιασμοί, θα υπάρξει αλματώδης αύξηση του κόστους για τους Ευρωπαίους οδηγούς, ενώ ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας κινδυνεύει να μεταφερθεί μαζικά στην Κίνα και αλλού, με απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας. Φέτος, η Κομισιόν πρότεινε ηπιότερους στόχους για τις εκπομπές νέων οχημάτων, ωστόσο προς το παρόν παραμένει σταθερή στην απαγόρευση των κινητήρων εσωτερικής καύσης από το 2035.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία τονίζει την αρχή της «τεχνολογικής ουδετερότητας», επιτρέποντας κάθε λύση, όπως τα συνθετικά καύσιμα (e-fuels), που ανταποκρίνεται στους στόχους μείωσης των εκπομπών. Ήδη, από την 1η Ιανουαρίου, ισχύει νέα δέσμευση για μείωση κατά 15% των εκπομπών CO2 σε αυτοκίνητα και ελαφρά φορτηγά, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2021. Η φον ντερ Λάιεν δήλωσε στις 4 Μαρτίου πως η Επιτροπή σχεδιάζει να δώσει τρία χρόνια αντί για ένα στη βιομηχανία για να πιάσει τους στόχους: «Οι στόχοι παραμένουν ίδιοι, αλλά δίνουμε περισσότερο χρόνο στη βιομηχανία», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Μέχρι στιγμής, οι προτάσεις της προέδρου δεν έχουν εγκριθεί, καθώς απαιτείται έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών-μελών, τα οποία έχουν δικαίωμα να προτείνουν και άλλες αλλαγές. Όσο πλησιάζουν τα χρονικά ορόσημα για τη μείωση των εκπομπών, οι φωνές για αναθεώρηση της απαγόρευσης πληθαίνουν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ιταλού υπουργού Ενέργειας, Τζιλμπέρτο Πικέτο Φρατίν, ο οποίος από το επιχειρηματικό φόρουμ της Cernobbio χαρακτήρισε την ευρωπαϊκή απαγόρευση «παράλογη» και ζήτησε ρητά την επανεξέτασή της. Την ίδια ώρα, η Volkswagen στη Γερμανία εξετάζει για πρώτη φορά το ενδεχόμενο λουκέτων σε εργοστάσια, με τη διοίκηση να προτάσσει στόχο εξοικονόμησης 11 δισ. δολαρίων έως το 2026, εν όψει της στροφής στα ηλεκτρικά οχήματα και της έντονης πίεσης από τα φθηνότερα κινεζικά μοντέλα.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ένωσης Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), για το 2024 η Κίνα παραμένει η μεγαλύτερη πηγή εισαγωγών νέων αυτοκινήτων στην ΕΕ με μερίδιο αγοράς 17,2%. Στην ACEA εκπροσωπούνται 15 κορυφαίοι κατασκευαστές, μεταξύ των οποίων οι BMW, Ford, Mercedes-Benz και Volkswagen.
Δύσκολο το πέρασμα στην εποχή των «μηδενικών εκπομπών»
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ACEA έχει επισημάνει επανειλημμένα πως από την ευρωπαϊκή πολιτική λείπουν κρίσιμες προϋποθέσεις για ουσιαστική μετάβαση στην παραγωγή και την υιοθέτηση οχημάτων μηδενικών εκπομπών. Ανάμεσα στα προβλήματα που εντοπίζει είναι το ελλιπές δίκτυο φόρτισης και ανεφοδιασμού με υδρογόνο, η ανάγκη ανταγωνιστικού βιομηχανικού περιβάλλοντος, η παροχή «προσιτής καθαρής ενέργειας», τα επαρκή κίνητρα για αγορά και φορολογία, αλλά και η διασφάλιση πρώτων υλών, υδρογόνου και μπαταριών.
«Ούτε η οικονομική ανάπτυξη ούτε η αποδοχή του καταναλωτή ούτε η εμπιστοσύνη στις υποδομές έχουν εξελιχθεί στον βαθμό που απαιτείται. Ως εκ τούτου, η μετάβαση στα μηδενικών εκπομπών οχήματα παραμένει εξαιρετικά απαιτητική, με αυξανόμενους φόβους για την επίτευξη των στόχων μείωσης εκπομπών για το 2025», επισημαίνει η ACEA.
«Η σημερινή νομοθεσία δεν λαμβάνει υπ΄όψιν τις τεράστιες αλλαγές στο γεωπολιτικό και οικονομικό τοπίο τα τελευταία χρόνια, ενώ η αδυναμία προσαρμογής της στα δεδομένα της πραγματικής αγοράς διαβρώνει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα του κλάδου», υπογραμμίζει η Ένωση. «Υπάρχει έτσι το ενδεχόμενο είτε για επιβολή δυσβάσταχτων προστίμων δισεκατομμυρίων — πόροι που θα μπορούσαν να επενδυθούν στη μετάβαση — είτε για επιπλέον περικοπές στην παραγωγή, απώλεια θέσεων εργασίας και υποβάθμιση της ευρωπαϊκής εφοδιαστικής αλυσίδας, τη στιγμή που ο ανταγωνισμός από άλλες αγορές οχημάτων εντείνεται συνεχώς», καταλήγει.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε τη μείωση των βασικών της επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, επικαλούμενη τη σταθερή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τις εντεινόμενες πιέσεις που απειλούν την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, καθώς οι εμπορικές εντάσεις κλιμακώνονται διεθνώς και η επιχειρηματική εμπιστοσύνη υποχωρεί.
Συγκεκριμένα, με απόφαση που γνωστοποιήθηκε στις 17 Απριλίου, το επιτόκιο καταθέσεων διαμορφώνεται πλέον στο 2,25%, αγγίζοντας το ανώτατο όριο της ζώνης που οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν προσδιορίσει ως «ουδέτερη» για την οικονομία – δηλαδή ούτε επεκτατική, ούτε περιοριστική. Ανάλογες μειώσεις ανακοίνωσε η ΕΚΤ και για το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης (στο 2,4%) και το επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης (στο 2,65%). Οι νέες ρυθμίσεις θα ισχύσουν από τις 23 Απριλίου.
Όπως υπογράμμισε σε ανακοίνωσή της η ΕΚΤ, οι διαδικασίες αποκλιμάκωσης των τιμών βαίνουν καλώς, με τον γενικό αλλά και τον δομικό πληθωρισμό να σημειώνουν περαιτέρω υποχώρηση τον Μάρτιο. Ακόμη και ο πληθωρισμός στις υπηρεσίες, που παρέμενε πεισματικά υψηλός, έδειξε σαφή μείωση, ενώ οι αυξήσεις μισθών φαίνεται να επιβραδύνονται, με τις βασικές πληθωριστικές πιέσεις να ευθυγραμμίζονται πλέον με τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.
Παρά τα μέτρα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας που ελήφθησαν το προηγούμενο διάστημα, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ σημείωσε ότι η αβεβαιότητα γύρω από το παγκόσμιο εμπόριο βαραίνει σημαντικά τις προοπτικές της οικονομίας της Ευρωζώνης.
«Η αυξημένη αβεβαιότητα τείνει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων», αναφέρει η ανακοίνωση, προειδοποιώντας πως η αρνητική αντίδραση των αγορών στις εμπορικές εντάσεις μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη πιο αυστηρές συνθήκες χρηματοδότησης και να πιέσει περαιτέρω τις οικονομικές επιδόσεις της Ευρωζώνης.
Σε συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, επιβεβαίωσε το κλίμα ανησυχίας, σημειώνοντας ότι οι καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη αυξάνονται λόγω των νέων εμπορικών εμποδίων, των γεωπολιτικών εντάσεων και της επιδείνωσης της επενδυτικής ψυχολογίας.
«Οι προοπτικές της οικονομίας καλύπτονται από εξαίρετη αβεβαιότητα», δήλωσε η κ. Λαγκάρντ. «Οι διαταραχές στο παγκόσμιο εμπόριο, οι εντάσεις στις αγορές και το γεωπολιτικό ρίσκο επηρεάζουν αρνητικά τις επιχειρηματικές επενδύσεις. Αν οι καταναλωτές γίνουν πιο επιφυλακτικοί για το μέλλον, ενδέχεται να περιορίσουν και τις δαπάνες τους».
Οι καταναλωτικές δαπάνες αποτελούν θεμέλιο της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη – όπως και στις ΗΠΑ, απορροφούν σχεδόν τα δύο τρίτα του ΑΕΠ. Έτσι, ενδεχόμενη κάμψη στη ζήτηση των νοικοκυριών θα μπορούσε να επηρεάσει καθοριστικά την ανάπτυξη του μπλοκ.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ επεσήμανε επίσης ότι, παρά τη σχετική ανθεκτικότητα που επέδειξε η οικονομία της ευρωζώνης – με σύμμαχο τη σταθερή αγορά εργασίας, την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος, και τα πρώτα σημάδια σταθεροποίησης της βιομηχανικής παραγωγής – το συνολικό κλίμα παραμένει εύθραυστο. Οι εκτιμήσεις για το πρώτο τρίμηνο παραμένουν θετικές, ωστόσο η γενικότερη εικόνα έχει επιδεινωθεί σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Μαρτίου.
«Οι καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη είναι πλέον περισσότεροι», τόνισε, προσθέτοντας πως οι εμπορικές εντάσεις και η συνακόλουθη αβεβαιότητα αναμένεται να περιορίσουν τις εξαγωγές και την αναπτυξιακή δυναμική της ευρωζώνης, με πιθανές αρνητικές συνέπειες για τις επενδύσεις και την κατανάλωση.
Ο ετήσιος πληθωρισμός στην ευρωζώνη υποχώρησε στο 2,2% τον Μάρτιο χάρη στη μείωση των τιμών ενέργειας και τη σχετική πτώση των τιμών υπηρεσιών στο 3,5%, ήτοι μισή ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από τα τέλη του 2024. Οι μισθολογικές πιέσεις επίσης χαλαρώνουν, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης των αποδοχών να περιορίζεται στο 4,1% στο τελευταίο τρίμηνο του 2024 από 4,5% το προηγούμενο.
Η κ. Λαγκάρντ επεσήμανε ότι εξωγενείς παράγοντες θα μπορούσαν να ωθήσουν τον πληθωρισμό ακόμη χαμηλότερα: μεταξύ αυτών, η ενίσχυση του ευρώ, η αποκλιμάκωση των διεθνών τιμών ενέργειας και το ενδεχόμενο αύξησης των κινεζικών εξαγωγών στην ευρωπαϊκή αγορά, λόγω των αμερικανικών δασμών, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στις τιμές.
Αντιθέτως, επιβάρυνση στον πληθωρισμό θα μπορούσαν να προκαλέσουν αυξημένες άμυνες δαπάνες, δημόσιες επενδύσεις και η περαιτέρω διάσπαση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, που θα επιβάρυναν το κόστος των εισαγόμενων προϊόντων.
Πάντως, παρά το αβέβαιο κλίμα και το ότι οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη θεωρούνται αυξημένοι, η ΕΚΤ δεν έδωσε σαφώς το στίγμα της για τις επόμενες κινήσεις. Η κ. Λαγκάρντ επανέλαβε τη δέσμευση της Τράπεζας για πολιτική «εξαρτημένη από τα δεδομένα», διαμηνύοντας ότι κάθε απόφαση θα λαμβάνεται συνεδρίαση με συνεδρίαση, χωρίς προκαθορισμένες δεσμεύσεις για την πορεία των επιτοκίων.
Οι αγορές ωστόσο εξακολουθούν να αναμένουν τουλάχιστον δύο περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ εντός του 2025 – κάποιοι αναλυτές μάλιστα εκτιμούν ότι ενδέχεται να γίνει και τρίτη, αν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέψουν. Η Τράπεζα, πάντως, τόνισε ότι οι επόμενες κινήσεις θα εξαρτηθούν από τα οικονομικά στοιχεία που θα συλλέγονται, την πορεία του δομικού πληθωρισμού και τις εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ αποκάλυψε πως κατά τη σημερινή συνεδρίαση εξετάστηκε ακόμη και το ενδεχόμενο μεγαλύτερης μείωσης, κατά 50 μονάδες βάσης, ωστόσο η τελική ομόφωνη απόφαση ήταν υπέρ της πιο ήπιας –κατά 25 μονάδες– κίνησης.
Οι αναλυτές της ING σχολίασαν ότι η επιλογή της περιορισμένης μείωσης αντανακλά, εκτός από την αβεβαιότητα, και την πιθανότητα ανατροπών που θα μπορούσαν να βελτιώσουν το κλίμα, όπως για παράδειγμα τυχόν εκτόνωση των εμπορικών εντάσεων ή γρηγορότερη υλοποίηση δημοσιονομικών μέτρων στη Γερμανία.
Παράλληλα, σημείωσαν ότι οι τελικές επισημάνσεις της κ. Λαγκάρντ προς τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης – να προχωρήσουν σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις – αποτελούν μια εκ των πραγμάτων παραδοχή ότι τα περιθώρια της ΕΚΤ να στηρίξει την οικονομία χωρίς συνδρομή των κυβερνήσεων είναι περιορισμένα.
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες μειώσεις επιτοκίων», σημείωσαν οι οικονομολόγοι της ING, υποστηρίζοντας πως η ΕΚΤ εμφανίζει σαφώς μεγαλύτερη αίσθηση επείγοντος.
Την ίδια στιγμή, στην Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανανέωσε τις πιέσεις προς την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων. Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ωστόσο, δήλωσε ότι η νομισματική πολιτική βρίσκεται προς το παρόν σε ισορροπία και ότι απαιτείται περισσότερη σαφήνεια σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού πριν ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση.