Παρασκευή, 18 Ιούλ, 2025

Το Ισραήλ στο πλευρό των Δρούζων της Συρίας εν μέσω πολιτικών αναταράξεων

Το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι θα υπερασπιστεί τη μειονότητα των Δρούζων στη νότια Συρία, εν μέσω των εξελίξεων που αφορούν τη νέα κυβέρνηση της χώρας. Η απόφαση αυτή ελήφθη ως αντίδραση στη μεταχείριση που επιφυλάσσει το νέο συριακό καθεστώς στην αλαουιτική μειονότητα.

Εκπρόσωπος του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου χαρακτήρισε τις πρόσφατες επιθέσεις κατά των Αλαουιτών στις παράκτιες περιοχές της Συρίας ως «σφαγή αμάχων». Σε ενημέρωση Τύπου στις 10 Μαρτίου, ο εκπρόσωπος Νταβίντ Μένσερ δήλωσε ότι το Ισραήλ είναι έτοιμο, αν χρειαστεί, να υπερασπιστεί τον πληθυσμό των Δρούζων στη Συρία από τις δυνάμεις του νέου καθεστώτος, τονίζοντας πως δεν θα επιτρέψει να βλαφθεί η κοινότητα.

Οι Δρούζοι, οι οποίοι ακολουθούν μια θρησκεία που προέρχεται από το Ισλάμ, έχουν κοινότητες και στο Ισραήλ και στον Λίβανο. Ο πληθυσμός των Δρούζων στο Ισραήλ περιλαμβάνει 24.000 άτομα που ζουν στα Υψίπεδα του Γκολάν, περιοχή που το Ισραήλ κατέλαβε κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 και αργότερα προσάρτησε. Η προσάρτηση αυτή αναγνωρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά όχι από τη διεθνή κοινότητα.

Το Ισραήλ διατηρεί καλές σχέσεις με τη δική του δρουζική κοινότητα, πολλά μέλη της οποίας υπηρετούν στις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις.

Οι Δρούζοι είχαν ευθυγραμμιστεί με το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ κατά τη διάρκεια της πεντηκονταετούς διακυβέρνησής του και παραμένουν αβέβαιοι για τις συνέπειες της αλλαγής εξουσίας. Ο ανατραπείς πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, ανήκει στους Αλαουίτες, οι οποίοι ακολουθούν ένα παρακλάδι του σιιτικού Ισλάμ με στοιχεία γνωστικισμού, χριστιανισμού και εσωτερισμού.

Η ανακοίνωση του ισραηλινού πρωθυπουργικού γραφείου ήρθε σε μια περίοδο κατά την οποία το νέο συριακό καθεστώς προσπαθεί να επιβάλει την εξουσία του σε περιοχές της χώρας όπου κυριαρχούν διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες.

Παραμένει ασαφές το πώς θα επηρεαστούν οι Δρούζοι της Συρίας από τη συμφωνία που υπέγραψε στις 10 Μαρτίου η νέα κυβέρνηση με τις κουρδικές Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF), που μέχρι πρότινος ήλεγχαν τις πετρελαιοφόρες περιοχές της βορειοανατολικής Συρίας.

Σύμφωνα με αυτήν τη συμφωνία, όλοι οι πολιτικοί και στρατιωτικοί θεσμοί στη βορειοανατολική Συρία, συμπεριλαμβανομένων των συνοριακών περασμάτων, των αεροδρομίων και των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων, θα ενσωματωθούν στη διοίκηση του συριακού κράτους. Παράλληλα, ανεπιβεβαίωτες αναφορές έκαναν λόγο για αντίστοιχη συμφωνία στην επαρχία Σουγουέιντα, όπου πλειοψηφούν οι Δρούζοι, σύμφωνα με δημοσίευμα της Times of Israel, στις 11 Μαρτίου.

Με βάση αυτήν τη συμφωνία, οι δυνάμεις ασφαλείας των Δρούζων θα υπάγονται στο συριακό Υπουργείο Εσωτερικών, η αστυνομία θα προέρχεται από την τοπική κοινότητα, αλλά ο κυβερνήτης της επαρχίας και ο αρχηγός της αστυνομίας δεν θα είναι Δρούζοι. Οι Δρούζοι θα μπορούν να υπηρετούν στη δημόσια διοίκηση.

Η επαρχία Σουγουέιντα συνορεύει με την Ιορδανία, αλλά όχι με το Ισραήλ.

Η νέα κυβέρνηση της Συρίας σχηματίστηκε από μέλη της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), μιας σουνιτικής ισλαμιστικής οργάνωσης που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χαρακτηρίσει ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση. Η HTS είχε συνδεθεί με την αλ Κάιντα και για ένα διάστημα με το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), πριν αποσχιστεί και από τις δύο ομάδες.

Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων μαχών για τον έλεγχο των παράκτιων περιοχών όπου ζουν οι Αλαουίτες, η νέα κυβέρνηση της Συρίας φέρεται να σκότωσε 973 αμάχους και 250 Αλαουίτες μαχητές, ενώ περισσότεροι από 230 κυβερνητικοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους, σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πολλοί θεωρούν τις επιθέσεις αυτές ως πράξεις αντεκδίκησης.

Βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φέρονται να δείχνουν κυβερνητικούς στρατιώτες να φορτώνουν Αλαουίτες σε φορτηγά και να τους ποδοπατούν, ενώ άλλα καταγράφουν εκτελέσεις Αλαουιτών στους δρόμους.

Μέλη των συριακών δυνάμεων επιβαίνουν σε ένα όχημα στη Λαττάκεια της Συρίας, στις 7 Μαρτίου 2025. (Karam al-Masri/Reuters)

 

Η συριακή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διεξάγει έρευνα για τα γεγονότα.

Ο Ισραηλινός εκπρόσωπος Νταβίντ Μένσερ υπενθύμισε ότι το Ισραήλ είχε προειδοποιήσει τη διεθνή κοινότητα να κρίνει τη νέα κυβέρνηση της Συρίας από τις πράξεις της και όχι από τα λόγια της. Σύμφωνα με τον ίδιο, η κατάσταση επιβεβαιώνει τη βαρβαρότητα της τζιχαντιστικής διακυβέρνησης και της τρομοκρατίας.

Το Ισραήλ δεν θα ανεχθεί την παρουσία τρομοκρατικών στοιχείων και ένοπλων δυνάμεων που αποτελούν απειλή για τους πολίτες του στα νότια σύνορα της Συρίας, ενώ οι προσπάθειες του νέου καθεστώτος και των τρομοκρατικών οργανώσεων να εδραιωθούν στην περιοχή θα αποτραπούν.

Μαχητές της νέας συριακής κυβέρνησης γεμίζουν έναν εκτοξευτή πυραύλων στη Μπανίγια. Συρία, 7 Μαρτίου 2025. (Ali Haj Suleiman/Getty Images)

 

Μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF) κινήθηκαν γρήγορα προς τη βόρεια Συρία, καταλαμβάνοντας στρατιωτικές βάσεις κοντά στα σύνορα και εξουδετερώνοντας εγκαταστάσεις του πρώην καθεστώτος για να αποτρέψουν την κατάληψή τους από εχθρικές δυνάμεις.

Η ισραηλινή κυβέρνηση ενέκρινε επίσης πενταετές σχέδιο ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη στήριξη των Δρούζων και των Τσερκέζων στο βόρειο Ισραήλ, ενώ ανακοίνωσε πρωτοβουλία για την απασχόληση των Σύρων Δρούζων σε ισραηλινές πόλεις στα Υψίπεδα του Γκολάν.

Του Dan M. Berger

Με πληροφορίες από το Associated Press και το Reuters

Μάρκο Ρούμπιο: Η Ρωσία πρέπει να αποδεχθεί την εκεχειρία 30 ημερών με την Ουκρανία

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, επανέλαβε την έκκληση προς τη Ρωσία να αποδεχθεί συμφωνία εκεχειρίας 30 ημερών με την Ουκρανία, επισημαίνοντας ότι παραμένουν ανοιχτές πολλές διαπραγματευτικές επιλογές για μια πιο μόνιμη λήξη του πολέμου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία ανακοίνωσαν από κοινού την πρόταση προσωρινής εκεχειρίας μετά τη λήξη συνομιλιών στη Σαουδική Αραβία στις 11 Μαρτίου. Σε κοινή τους δήλωση, οι διαπραγματευτές ανέφεραν ότι η αρχική εκεχειρία θα διαρκέσει 30 ημέρες, με δυνατότητα παράτασης εφόσον Μόσχα και Κίεβο σημειώσουν πρόοδο στις ειρηνευτικές συνομιλίες.

«Όλοι αναμένουμε με ανυπομονησία την απάντηση της Ρωσίας και την παροτρύνουμε να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο τερματισμού των εχθροπραξιών», δήλωσε ο Ρούμπιο στους δημοσιογράφους, κάνοντας στάση στην Ιρλανδία στις 12 Μαρτίου, καθώς επέστρεφε στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Ρούμπιο τόνισε πως ενδεχόμενη αρνητική απάντηση από τη Μόσχα θα υποχρεώσει την Ουάσιγκτον να επανεξετάσει τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας στις διαπραγματεύσεις.

«Αν πουν όχι, θα καταλάβουμε πολλά για τους στόχους τους και τον τρόπο σκέψης τους», σημείωσε.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε την Τετάρτη ότι η Μόσχα αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες για την πρόταση εκεχειρίας. Δεν απέκλεισε, ωστόσο, το ενδεχόμενο τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ο Ρούμπιο ανέφερε ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει πολλαπλούς διαύλους επικοινωνίας για να προωθήσει τις συνομιλίες.

Εδαφικές παραχωρήσεις της Ουκρανίας

Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των δημοσιογράφων την Τετάρτη, ο Ρούμπιο επιβεβαίωσε ότι οι συζητήσεις μεταξύ των εκπροσώπων των ΗΠΑ και της Ουκρανίας περιλάμβαναν τη δυνατότητα εδαφικών παραχωρήσεων από το Κίεβο ως μέρος μιας συμφωνίας με τη Ρωσία.

«Είχαμε συνομιλίες», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ θεωρούν μη ρεαλιστικό για την Ουκρανία να περιμένει ότι θα ανακτήσει όλα τα εδάφη που έχει χάσει από το 2014. Ο Ρούμπιο υπογράμμισε πως και οι δύο πλευρές πρέπει να σταματήσουν τις μάχες χωρίς να επιδιώκουν τη μέγιστη πολεμική τους νίκη.

Σύμφωνα με εκτίμηση του Ινστιτούτου Μελέτης του Πολέμου στις 21 Φεβρουαρίου, η Ρωσία ελέγχει σήμερα περίπου το 20% της προπολεμικής ουκρανικής επικράτειας. Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει ήδη προτείνει ανταλλαγή εδαφών που ελέγχει η Ρωσία στην Ουκρανία με την απόσυρση των ουκρανικών δυνάμεων από περιοχές εντός των ρωσικών συνόρων στην περιφέρεια του Κουρσκ.

Η Μόσχα υποστηρίζει ότι έχει ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της στο Κουρσκ, αλλά οι ουκρανικές δυνάμεις εξακολουθούν να διατηρούν παρουσία εντός της Ρωσίας. Παραμένει ασαφές εάν ο Ζελένσκι θα διατηρήσει αυτό το διαπραγματευτικό χαρτί στις τελικές ειρηνευτικές συνομιλίες και αν θα μπορέσει να το ανταλλάξει με κάποια περιοχή της προπολεμικής Ουκρανίας.

Ο Ρούμπιο αρνήθηκε να αποκαλύψει λεπτομέρειες σχετικά με τους όρους που το Κίεβο είναι διατεθειμένο να αποδεχθεί.

Ουκρανοί στρατιώτες στοχεύουν με όλμο προς τις ρωσικές θέσεις στην περιοχή Σούμι. Ουκρανία, 9 Μαρτίου 2025. (Diego Fedele/Getty Images)

 

«Δεν πρόκειται να δημοσιοποιήσουμε τι ακριβώς συζητήσαμε, καθώς σε κάθε διαπραγμάτευση υπάρχει το στοιχείο της διατήρησης στρατηγικών πλεονεκτημάτων», είπε.

Τόνισε ότι οι συνομιλίες επικεντρώθηκαν περισσότερο στη διαδικασία διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα παρά στους τελικούς όρους μιας ειρηνευτικής συμφωνίας.

«Το κύριο θέμα της συζήτησής μας ήταν η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, όχι οι συγκεκριμένοι όροι, αλλά τα βήματα που πρέπει να γίνουν», εξήγησε.

Εγγυήσεις ασφαλείας και φυσικοί πόροι

Ο Ζελένσκι έχει θέσει επανειλημμένα το ζήτημα των διεθνών εγγυήσεων ασφαλείας ως βασική προϋπόθεση για μια τελική ειρηνευτική συμφωνία, προτείνοντας την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.

Ο Πούτιν αντιτίθεται εδώ και χρόνια στην ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία και έχει δηλώσει ότι η πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή το 2022 είχε στόχο να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο.

Πρόσφατα, Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν προτείνει την ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων εντός της Ουκρανίας για την επιβολή μιας τελικής συμφωνίας. Η κυβέρνηση Τραμπ εμφανίζεται ανοιχτή σε αυτή την πρόταση, εφόσον εφαρμοστεί εκτός του πλαισίου του Άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, το οποίο προβλέπει αμοιβαία στρατιωτική συνδρομή μεταξύ των μελών της Συμμαχίας. Ωστόσο, η Μόσχα παραμένει επιφυλακτική απέναντι σε οποιαδήποτε τρίτη δύναμη στην Ουκρανία.

(από αριστερά) Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Γουόλτς, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μωσαάντ μπιν Μοχάμεντ αλ-Αιμπάν, ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Αντρίι Σίμπιχα, ο επικεφαλής του προεδρικού γραφείου της Ουκρανίας Αντρίι Γιέρμακ και ο υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας Ρουστέμ Ουμερόφτο συμμετέχουν σε συνάντηση στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, στις 11 Μαρτίου 2025. (Salah Malkawi/Getty Images)

 

Ο Ρούμπιο δήλωσε πως η εγγύηση ασφαλείας για την Ουκρανία μπορεί να λάβει διαφορετικές μορφές.

«Δεν έχουμε κάποια προδιαμορφωμένη λύση. Το βασικό είναι ότι πρέπει να είναι κάτι που θα κάνει την Ουκρανία να αισθάνεται ότι μπορεί να αποτρέψει και να αποθαρρύνει μια μελλοντική εισβολή», είπε. «Το πώς θα διαμορφωθεί αυτό, είναι κάτι που θα εξετάσουμε αν φτάσουμε σε εκείνο το στάδιο».

Οι διαπραγματεύσεις για τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία έχουν ήδη αποδειχθεί σημείο τριβής στις συνομιλίες μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι.

Ο Ζελένσκι επισκέφθηκε την Ουάσινγκτον στις 28 Φεβρουαρίου, όπου ο Λευκός Οίκος είχε παρουσιάσει τη συνάντηση ως μια ευκαιρία για την ολοκλήρωση μιας συμφωνίας οικονομικής συνεργασίας μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας. Ωστόσο, οι συνομιλίες κατέρρευσαν λόγω διαφωνιών σχετικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας και τις ουκρανικές υποχωρήσεις που απαιτούνται για την ειρήνη.

Ο Τραμπ είχε παρουσιάσει τη συμφωνία ως μια ευκαιρία για τις ΗΠΑ να ανακτήσουν μέρος των χρημάτων που έχουν δαπανήσει για την υποστήριξη της Ουκρανίας.

Ο Ρούμπιο, πάντως, δεν χαρακτήρισε τη συνεργασία για τους φυσικούς πόρους ως εγγύηση ασφαλείας, αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατηγικής εμπλοκής των ΗΠΑ.

Οι εκλογές της Γροιλανδίας καθοριστικές για τη σχέση της με τις ΗΠΑ

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Τα βλέμματα του κόσμου ήταν στραμμένα στη Γροιλανδία, καθώς οι κάτοικοι ψήφιζαν στις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 11 Μαρτίου. Τα αποτελέσματα μπορεί να προαναγγέλλουν μια ώθηση για ανεξαρτησία από το Βασίλειο της Δανίας.

Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι επόμενες εβδομάδες και μήνες, οι εκλογές μπορεί ακόμη και να ανοίξουν τον δρόμο για μια επιτυχημένη αμερικανική προσπάθεια απόκτησης ή στενής συνεργασίας με την επικράτεια, σύμφωνα με τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ — αν και ο Τραμπ επέλεξε μια πιο ήπια πινελιά τις τελευταίες ημέρες.

«Υποστηρίζουμε σθεναρά το δικαίωμά σας να καθορίσετε το μέλλον σας και, αν το επιλέξετε, σας καλωσορίζουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», είπε ο Τραμπ στον λαό της Γροιλανδίας στην κοινή ομιλία του στο Κογκρέσο στις 6 Μαρτίου. Παρόμοια γλώσσα χρησιμοποίησε σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 9 Μαρτίου, υποσχόμενος στη Γροιλανδία θέσεις εργασίας και χρήματα με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η οικονομία της Γροιλανδίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αλιεία.

Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Γροιλανδία συνδέεται αφ’ ενός με τα κοιτάσματα σπάνιων γαιών της, που χρησιμοποιούνται σε μπαταρίες, λέιζερ και μια σειρά από άλλες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων κρίσιμων αμυντικών εφαρμογών. Εξίσου σημαντική είναι και η στρατηγική θέση της Γροιλανδίας στην Αρκτική, που προκαλεί το ενδιαφέρον και της Κίνας και της Ρωσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν ήδη στρατιωτική παρουσία στη Γροιλανδία, τη διαστημική βάση Pituffik.

Ενώ ο Ούλρικ Πραμ Γκαντ του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών της Δανίας έγραψε τον Ιανουάριο ότι η πρόσθετη συσσώρευση στρατιωτικής παρουσίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένταση και δεν δικαιολογείται από την πραγματικότητα, ο διευθύνων σύμβουλος της GreenMet Ντρου Χορν, απόστρατος καταδρομέας που υπηρέτησε στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, επικαλέστηκε την τεχνογνωσία του στην εθνική ασφάλεια λέγοντας ότι οι απειλές από τη Ρωσία και την Κίνα είναι χειροπιαστές.

«Το ερώτημα είναι ποιος θα τους περιορίσει; Όχι η Δανία, σωστά; Οι Ηνωμένες Πολιτείες [θα το κάνουν]», δήλωσε στην Epoch Times ο Χορν, ο οποίος επισκέφτηκε τη Γροιλανδία τον Ιανουάριο για να αναπτύξει δεσμούς για εξορύξεις. «Θα πρέπει να είναι μέρος της Βόρειας Αμερικής, αν θέλει».

Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Μπούραπ Έγκεντε απάντησε γρήγορα στον Τραμπ, λέγοντας ότι η Γροιλανδία «είναι δική μας». Ο Έγκεντε ηγείται ενός κόμματος υπέρ της ανεξαρτησίας, του Inuit Ataqatigiit. Θέλησε να κάνει τις εκλογές στις 11 Μαρτίου, αφού ο Τραμπ μίλησε για την απόκτηση της Γροιλανδίας μερικές εβδομάδες πριν από την ημέρα της ορκωμοσίας του.

Στις προσφορές που έκανε στις 6 και 9 Μαρτίου στη Γροιλανδία, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε λιγότερο έντονο τόνο από ό,τι σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 22 Δεκεμβρίου, στην οποία έγραφε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πιστεύουν ότι η ιδιοκτησία και ο έλεγχος της Γροιλανδίας είναι απόλυτη αναγκαιότητα». Λίγο αργότερα, ο γιος του προέδρου, ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, επισκέφτηκε την αυτόνομη περιοχή.

Ο βουλευτής Μπάντυ Κάρτερ (Ρ-Γεωργία), ο οποίος εισήγαγε ένα νομοσχέδιο που εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να διαπραγματευτεί για τη Γροιλανδία και να τη μετονομάσει σε «Κόκκινη, Λευκή και Γαλάζια χώρα», επανέλαβε την πρόσφατη υποστήριξη του Τραμπ για την αυτοδιάθεση της Γροιλανδίας σε μια δήλωση που εστάλη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην Epoch Times, προσθέτοντας ότι ελπίζει ότι η χώρα θα επιλέξει να ενσωματωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Αυτή η συμφωνία θα ήταν ωφέλιμη και για τις δύο πλευρές και έχω εμπιστοσύνη στον επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για να την ολοκληρώσει», είπε.

Greenlandic Prime Minister Mute Bourup Egede speaks at a press conference in Copenhagen, Denmark, on Jan. 10, 2025. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP/Getty Images)
Ο πρώην πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Μπούραπ Έγκεντε μιλά σε συνέντευξη Τύπου στην Κοπεγχάγη. Δανία, 10 Ιανουαρίου 2025. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP/Getty Images)

 

Ο Λώρενς «Τσιπ» Μουρ, δικηγόρος που υπηρέτησε στον Λευκό Οίκο στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, είπε στην Epoch Times ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ «αφήνει τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους» στη Γροιλανδία, κατά τη γνώμη του

Ο Τραμπ «δεν θέλει να πιέσει πολύ τα πράγματα, γιατί τελικά είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρουν οι Γροιλανδοί για τον εαυτό τους», πρόσθεσε ο Μουρ.

Οι εκλογές στις 11 Μαρτίου καθόρισαν τη σύνθεση του κοινοβουλίου (Inatsisartut) των 31 μελών. Η Γροιλανδία είναι ένα αρκτικό έθνος με σχεδόν 57.000 ανθρώπους, όπου κυριαρχούν οι Ινουίτ, οι περισσότεροι από τους οποίους μιλούν γροιλανδικά και όχι δανέζικα. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ενσωμάτωσης της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ θα προσέκρουε στην κυρίαρχη διάθεση του πληθυσμού, που πλειοψηφικά τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας του νησιού.

Δημοσκόπηση δημοσιευμένη στα τέλη Ιανουαρίου από το βρετανικό ερευνητικό πρακτορείο Verian δείχνει ότι το 56% των Γροιλανδών θα ψήφιζαν υπέρ της ανεξαρτησίας, με το 28% να είναι αντίθετο και το 17% να είναι αβέβαιο. Η ίδια δημοσκόπηση διαπίστωσε ότι το 85% των ερωτηθέντων ήταν αντίθετοι με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι Σκανδιναβοί έφτασαν για πρώτη φορά στη Γροιλανδία, το μεγαλύτερο νησί στον κόσμο, τον 10ο αιώνα, ενώ η δανέζικη αποικιακή παρουσία χρονολογείται από το 1721. Το 1953, η Γροιλανδία έγινε διοικητική περιφέρεια της Δανίας, ενώ το 1979 περισσότεροι από το 70%  ψήφισαν υπέρ της εθνικής κυριαρχίας, δίνοντας στη Γροιλανδία ακόμη μεγαλύτερη αυτονομία.

Το 2009, η Γροιλανδία ψήφισε τον νόμο για την αυτοδιοίκηση της Γροιλανδίας, δημιουργώντας μια διαδικασία πολλαπλών σταδίων μέσω της οποίας η περιφέρεια θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία της από τη Δανία. Αυτός ο οδηγός περιλαμβάνει δημοψήφισμα από τον λαό της Γροιλανδίας και, τελικά, τη συναίνεση του Folketing, του κοινοβουλίου της Δανίας.

Ο Μουρ προέβλεψε ότι το Folketing δεν θα επεδίωκε να αναιρέσει μια ώθηση ανεξαρτησίας, εάν έφτανε σε αυτό το τελικό στάδιο της διαδικασίας.

«Η κοινοβουλευτική παρέμβαση σε αυτό το στάδιο θα ήταν άτοπη και θα υπονόμευε τη βούληση του λαού της Γροιλανδίας όπως εκφράζεται μέσω των εκλογών και του δημοψηφίσματος, εάν τα πράγματα φτάσουν σε αυτό το σημείο», είπε.

President Donald Trump talks about Greenland as he addresses a joint session of Congress in the House chamber as Vice President JD Vance and House Speaker Mike Johnson listen at the U.S. Capitol in Washington on March 4, 2025. (Julia Demaree Nikhinson/AP Photo)
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απευθύνεται σε κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου στην αίθουσα της Βουλής, στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Πίσω διακρίνονται ο αντιπρόεδρος Τζέιμς Βανς (α) και ο πρόεδρος της Βουλής Μάικ Τζόνσον (δ). Ουάσιγκτον, 4 Μαρτίου 2025. (Julia Demaree Nikhinson/AP Photo)

 

Πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να στείλουν εμπορικούς απεσταλμένους σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας ανεξαρτησίας — συγκεκριμένα, όταν οι εκτελεστικοί υπουργοί της Γροιλανδίας, το Naalakkersuisut, διαπραγματεύονται με τη δανέζικη κυβέρνηση.

«Ο πολιτικός κίνδυνος είναι ένας παράγοντας σε οποιαδήποτε επένδυση στο εξωτερικό. Εάν οι ΗΠΑ πρόκειται να επενδύσουν πολλά χρήματα στη Γροιλανδία, οι ΗΠΑ θα θέλουν να εξασφαλιστούν από τον κίνδυνο των κρατικοποίησεων ή από νομοθετικές αλλαγές, ώστε οι επενδύσεις τους να μην χαθούν ή μειωθούν λόγω της κυβερνητικής δραστηριότητας της Γροιλανδίας», είπε.

Μια ανεξάρτητη Γροιλανδία θα μπορούσε να ακολουθήσει ποικίλους δρόμους συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Πέλε Μπρόμπεργκ, ο οποίος ηγείται του κόμματος Naleraq που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Γροιλανδίας, έγραψε στο U.S. News and World Report ότι η Γροιλανδία θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία και στη συνέχεια «να επιδιώξει το καθεστώς της ‘ελεύθερης ένωσης’, με το οποίο θα λαμβάναμε την υποστήριξη και την προστασία των ΗΠΑ με αντάλλαγμα στρατιωτικά δικαιώματα, χωρίς να γίνει έδαφος των ΗΠΑ».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμφωνίες ελεύθερης ένωσης με το Παλάου, τη Μικρονησία και τα Νησιά Μάρσαλ.

Δύο μήνες προτού οι Γροιλανδοί προετοιμαστούν να συλλογιστούν τις επιλογές τους στις κάλπες, ο Κούπανουκ Όλσεν, ένας δημοφιλής Γροιλανδός, δήλωσε:

«Πιστεύω ακράδαντα στην ανεξαρτησία της Γροιλανδίας. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να επεκτείνουμε τις συνεργασίες μας και να δημιουργήσουμε επιχειρηματικές σχέσεις με χώρες πέρα ​​από τη Δανία», είπε σε βίντεο που ανήρτησε τον Ιανουαρίο στο Instagram.

«Ελπίζω ότι θα ενισχύσουμε τις σχέσεις μας με τους  Ινουίτ του Καναδά και της Αλάσκας στο εγγύς μέλλον», πρόσθεσε.

Το Ιράν αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο διαλόγου με τις ΗΠΑ για τα πυρηνικά

Το Ιράν έδειξε ότι είναι ανοιχτό σε διάλογο με την Ουάσιγκτον, εφόσον οι συνομιλίες περιοριστούν σε ζητήματα που αφορούν το πυρηνικό του πρόγραμμα. Σύμφωνα με ανάρτηση της ιρανικής αποστολής στον ΟΗΕ, στις 9 Μαρτίου, στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, η Τεχεράνη θα μπορούσε να εξετάσει τέτοιες συζητήσεις εάν ο στόχος είναι να διασκεδαστούν οι ανησυχίες σχετικά με την πιθανή στρατιωτικοποίηση του πυρηνικού της προγράμματος.

Η ανακοίνωση αυτή ήρθε δύο ημέρες μετά τη δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι επεδίωξε να προσεγγίσει την ιρανική ηγεσία για να διαπραγματευτεί μια νέα πυρηνική συμφωνία που θα αντικαταστήσει εκείνη από την οποία απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την πρώτη του θητεία.

Ο Τραμπ επανέλαβε πρόσφατα ότι το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, αναφέροντας ότι δεν αποκλείει τη χρήση στρατιωτικής δράσης προκειμένου να αποτραπεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ωστόσο, στις 8 Μαρτίου, μία ημέρα μετά τη δήλωση του Τραμπ για επαφές με την Τεχεράνη, ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, απέρριψε το ενδεχόμενο συνομιλιών με ξένες κυβερνήσεις και ηγέτες που, όπως είπε, επιδιώκουν να επιβάλουν νέους περιορισμούς στο Ιράν.

Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ υπέγραψε νέο μνημόνιο εθνικής ασφάλειας, διατάσσοντας την επαναφορά της πολιτικής «μέγιστης πίεσης» απέναντι στο Ιράν, την οποία είχε εφαρμόσει και στην πρώτη του θητεία. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ο στόχος της ανανεωμένης εκστρατείας οικονομικών κυρώσεων είναι η αποτροπή απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν και η αντιμετώπιση της προσπάθειας της Τεχεράνης να αναπτύξει πυραύλους και άλλες ασύμμετρες και συμβατικές στρατιωτικές δυνατότητες. Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος υποστήριξε ότι μέσω αυτής της πίεσης επιδιώκει την αποδυνάμωση του δικτύου των ιρανικών πληρεξουσίων στη Μέση Ανατολή.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, σε ανάρτησή του στις 9 Μαρτίου, ανέφερε ότι οι διαπραγματεύσεις δεν πρέπει να διεξάγονται υπό πίεση ή απειλές, καθώς, όπως τόνισε, η διαπραγμάτευση είναι διαφορετική από την επιβολή και τις διαταγές. Ο ίδιος σημείωσε ότι το Ιράν διαβουλεύεται με τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Ρωσία και την Κίνα — χώρες που παραμένουν συμβαλλόμενα μέρη της πυρηνικής συμφωνίας του 2015 — σχετικά με την εύρεση τρόπων για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και της διαφάνειας στο πυρηνικό του πρόγραμμα, με αντάλλαγμα την άρση των «παράνομων κυρώσεων».

Αν και η ιρανική αποστολή στον ΟΗΕ διαβεβαίωσε ότι η Τεχεράνη είναι διατεθειμένη να ακούσει τις διεθνείς ανησυχίες περί απόκτησης πυρηνικών όπλων, ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το πυρηνικό της πρόγραμμα και πως τέτοιου είδους συνομιλίες «δεν θα γίνουν ποτέ». Σύμφωνα με τον Αραγτσί, το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας ήταν και θα παραμείνει αποκλειστικά ειρηνικό και συνεπώς δεν τίθεται θέμα «πιθανής στρατιωτικοποίησής» του.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA) έχει εκφράσει ανησυχία για τη συνεχιζόμενη παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου υψηλής καθαρότητας από το Ιράν. Σε έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 26 Φεβρουαρίου, ο οργανισμός εκτίμησε ότι η Τεχεράνη έχει συσσωρεύσει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%.

Για να παραχθεί υλικό κατάλληλο για πυρηνικά όπλα, το ουράνιο πρέπει να εμπλουτιστεί σε επίπεδο 90%.

Στην ίδια έκθεση, ο ΟΗΕ τόνισε ότι το Ιράν είναι το μοναδικό κράτος χωρίς πυρηνικά όπλα που παράγει τέτοιου είδους υλικό, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση «ιδιαίτερα ανησυχητική».

Ο χρόνος για την Τεχεράνη μπορεί να είναι περιορισμένος όσον αφορά την προοπτική συνομιλιών. Σε συνέντευξή του στο Fox Business, στις 7 Μαρτίου, ο Τραμπ δήλωσε ότι μπορούν να κάνουν μια συμφωνία που θα ήταν εξίσου καλή σαν να είχαν νικήσει στρατιωτικά, τόνισε ωστόσο ότι «ο χρόνος λιγοστεύει».

Ο SDF και η Δαμασκός συμφωνούν για την επανένταξη των Κούρδων

Οι Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF), που υποστηρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και κυριαρχούνται από κουρδικά στοιχεία, υπέγραψαν συμφωνία με τη νέα κυβέρνηση της Δαμασκού τη Δευτέρα, επανεντάσσοντας τη βορειοανατολική περιοχή στην υπόλοιπη χώρα.

Ο SDF δημιουργήθηκε το 2015 με την υποστήριξη των ΗΠΑ και συνέβαλε στην ήττα του ISIS στην ανατολική Συρία μέχρι το 2019, δημιουργώντας τελικά μια αυτόνομη περιοχή πλούσια σε πετρέλαιο, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας.

Ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας Άχμεντ αλ Σάρα και ο διοικητής του SDF Μαζλούμ Άμπντι επισημοποίησαν τη συμφωνία τη Δευτέρα, ενώ το κείμενο της συμφωνίας δημοσιεύθηκε στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Συρίας SANA.

Η παρούσα κυβέρνηση της Δαμασκού σχηματίστηκε από μέλη της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), μιας σουνιτικής ισλαμιστικής οργάνωσης που έχει χαρακτηριστεί ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Η HTS προήλθε από το Μέτωπο αλ Νούσρα (ANF), τον συριακό κλάδο της αλ Κάιντα.

Σύμφωνα με το SANA, η συμφωνία αναγνωρίζει την κουρδική κοινότητα ως αναπόσπαστο μέρος του συριακού κράτους, με την εγγύηση των πολιτικών και συνταγματικών της δικαιωμάτων. Προβλέπει επίσης την ενσωμάτωση όλων των πολιτικών και στρατιωτικών θεσμών της βορειοανατολικής Συρίας στη διοίκηση του συριακού κράτους, συμπεριλαμβανομένων των συνοριακών διαβάσεων, των αεροδρομίων και των πετρελαϊκών και ενεργειακών εγκαταστάσεων. Και οι δύο πλευρές στοχεύουν στην πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας έως το τέλος του 2025.

Οικοδομώντας ένα καλύτερο αύριο

Δεν έχει διευκρινιστεί εάν ο SDF θα διαλυθεί πλήρως, παραδίδοντας τα όπλα, ώστε να ενσωματωθεί σε έναν νέο συριακό στρατό. Ο Άμπντι δήλωσε μέσω της πλατφόρμας X ότι σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, εργάζονται για να διασφαλίσουν μια μεταβατική φάση που θα αντανακλά τις προσδοκίες του λαού τους για δικαιοσύνη και σταθερότητα. Υπογράμμισε ότι δεσμεύονται να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον που θα εγγυάται τα δικαιώματα όλων των Σύρων και θα εκπληρώνει τις επιδιώξεις τους για ειρήνη και αξιοπρέπεια, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία ως πραγματική ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας Συρίας που θα αγκαλιάζει όλα τα στοιχεία της και θα διασφαλίζει την καλή γειτονία.

Η συμφωνία αυτή επετεύχθη λίγες ημέρες μετά την έκφραση ανησυχίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τις δολοφονίες μελών της αλαουιτικής μειονότητας στη βορειοδυτική Συρία από τις δυνάμεις της HTS. Στις 9 Μαρτίου, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο κάλεσε τις συριακές αρχές να αναγκάσουν τους υπεύθυνους για αυτές τις σφαγές να λογοδοτήσουν, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών, των Δρούζων, των Αλαουιτών και των Κούρδων.

Στις 10 Μαρτίου, σε συνέντευξή του στο Reuters, ο αλ Σάρα δήλωσε ότι η Συρία είναι ένα κράτος δικαίου και ο νόμος εφαρμόζεται για όλους. Τόνισε ότι αγωνίστηκαν για να υπερασπιστούν τους καταπιεσμένους και δεν θα επιτρέψουν να χυθεί άδικα αίμα χωρίς τιμωρία ή λογοδοσία, ακόμα και μεταξύ των πιο κοντινών τους ανθρώπων.

Τον Δεκέμβριο, η HTS, με την υποστήριξη του SDF και του υποστηριζόμενου από την Τουρκία Εθνικού Στρατού της Συρίας (SNA), ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από τη Ρωσία πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος ανήκει στη μειονότητα των Αλαουιτών και κατέφυγε στη Μόσχα. Ακολούθησαν συγκρούσεις στον βορρά, με τον SNA να καταλαμβάνει την πόλη Μάνμπιτζ από τον SDF.

Η Τουρκία αντιτίθεται εδώ και καιρό στον SDF, λόγω των στενών δεσμών του με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από την Άγκυρα, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον. Το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιγράφει τον SDF ως έναν «πολυεθνικό συνασπισμό Κούρδων, Αράβων και χριστιανών μαχητών», κυριαρχούμενο από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), οι οποίες ιδρύθηκαν το 2012 από βετεράνους του PKK, συμπεριλαμβανομένου του Μαζλούμ Άμπντι.

Στις 27 Φεβρουαρίου, ο φυλακισμένος ηγέτης του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν απηύθυνε έκκληση στην οργάνωση να καταθέσει τα όπλα, δηλώνοντας ότι κάθε σύγχρονη κοινότητα και πολιτική οντότητα που δεν έχει κατασταλεί δια της βίας πρέπει να ενταχθεί στο κράτος και την κοινωνία με δική της βούληση και να λάβει σχετική απόφαση. Πρόσθεσε επίσης ότι όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα και ότι το PKK πρέπει να διαλυθεί.

SDF εναντίον ISIS

Από την ήττα του ISIS, ο SDF διαδραματίζει βασικό ρόλο στη συνεργασία με τις αμερικανικές δυνάμεις για την καταπολέμηση τζιχαντιστικών στοιχείων στην ανατολική Συρία. Στις 6 Μαρτίου, πραγματοποίησε επιδρομή στην πόλη Σαχίλ, όπου συνέλαβε τον Σαλάχ Μοχάμεντ αλ Αμπντουλάχ, που περιγράφηκε από την κεντρική διοίκηση των ΗΠΑ ως «ηγέτης πυρήνα του ISIS». Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, κατασχέθηκαν όπλα και πυρομαχικά. Η Centcom τόνισε ότι η επιχείρηση ήταν μέρος της συνεχιζόμενης εκστρατείας για την εξάλειψη του ISIS, με τις αμερικανικές δυνάμεις να παρέχουν τεχνική υποστήριξη και πληροφορίες στον SDF.

Του Chris Summers

Με πληροφορίες από το Reuters

Νίκη της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης στις εκλογές της Γροιλανδίας

Το κεντροδεξιό κόμμα Demokraatit επικράτησε στις βουλευτικές εκλογές της Γροιλανδίας, με βασικό ζήτημα στην προεκλογική ατζέντα το ενδεχόμενο ένταξης του νησιού στις Ηνωμένες Πολιτείες, έπειτα από δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Το 2019, ο Τραμπ είχε εκφράσει ενδιαφέρον για την αγορά της Γροιλανδίας, πρόταση που είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση της Δανίας και την τοπική ηγεσία του νησιού. Το ζήτημα επανήλθε πέρυσι, όταν ο Τραμπ, ως υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η Γροιλανδία «θα έπρεπε να γίνει μέρος της Αμερικής».

Το αποτέλεσμα των εκλογών

Το Demokraatit, το οποίο υποστηρίζει μια σταδιακή πορεία προς την ανεξαρτησία της Γροιλανδίας, συγκέντρωσε το 29,9% των ψήφων, σημειώνοντας σημαντική άνοδο σε σύγκριση με το 9,1% που είχε λάβει στις εκλογές του 2021. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε το κόμμα Naleraq με 24,5%, το οποίο προκρίνει την ταχύτερη απόσχιση από τη Δανία.

Ο επικεφαλής του Demokraatit, Γενς Φρέντερικ Νίλσεν, θα πρέπει να διαπραγματευτεί για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού. Το κυβερνών Inuit Ataqatigiit και ο εταίρος του, Siumut, περιορίστηκαν συνολικά στο 36% των ψήφων, έναντι του 66,1% των προηγούμενων εκλογών. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Μούτε Έγκεντε δήλωσε ότι σέβεται το εκλογικό αποτέλεσμα και εμφανίστηκε ανοιχτός σε συνεργασίες.

Η πορεία προς την ανεξαρτησία

Η Γροιλανδία, πρώην αποικία της Δανίας, απολαμβάνει μερική αυτονομία από το 1979, ενώ η Κοπεγχάγη διατηρεί τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της νομισματικής πολιτικής, παρέχοντας παράλληλα ετήσια οικονομική στήριξη ύψους περίπου 1 δισ. δολαρίων.

Αν και το 2009 οι κάτοικοι απέκτησαν το δικαίωμα να κηρύξουν πλήρη ανεξαρτησία μέσω δημοψηφίσματος, η διαδικασία δεν έχει προχωρήσει λόγω ανησυχιών σχετικά με την οικονομική βιωσιμότητα της χώρας χωρίς την υποστήριξη της Δανίας.

Το ενδιαφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών

Οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ έχουν προκαλέσει συζητήσεις στο νησί, καθώς η γεωπολιτική σημασία της Γροιλανδίας αυξάνεται. Το λιώσιμο των πάγων καθιστά πιο προσιτούς τους φυσικούς της πόρους, ενώ Κίνα και Ρωσία ενισχύουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Αρκτική.

Σε πρόσφατο τηλεοπτικό ντιμπέιτ, οι ηγέτες όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων της Γροιλανδίας δήλωσαν ότι δεν υποστηρίζουν το ενδεχόμενο προσχώρησης του νησιού στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Έγκεντε χαρακτήρισε την πρόταση των ΗΠΑ ασεβή, δηλώνοντας ότι η Γροιλανδία δεν είναι προς πώληση.

Σύμφωνα με τις ΗΠΑ η ένταξη της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ θα μπορούσε να προσφέρει οικονομική ανάπτυξη, καλύτερες υποδομές, υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και περισσότερες ευκαιρίες στους κατοίκους της.

Διχογνωμίες ως προς τη στρατηγική ανεξαρτησίας

Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειονότητα των Γροιλανδών στηρίζει την ανεξαρτησία, ωστόσο υπάρχουν διαφωνίες για το χρονοδιάγραμμα και τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί.

Το Naleraq, που υποστηρίζει την ταχεία ανεξαρτητοποίηση, αύξησε τα ποσοστά του, αξιοποιώντας το αυξημένο διεθνές ενδιαφέρον. Το κόμμα επιδιώκει συμφωνία με τη Δανία για την ανεξαρτησία της Γροιλανδίας πριν από τις επόμενες εκλογές.

Την ίδια στιγμή, η οικονομική βιωσιμότητα του νησιού παραμένει αντικείμενο συζήτησης. Η Γροιλανδία διαθέτει σημαντικούς φυσικούς πόρους, όπως σπάνιες γαίες, ωστόσο οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και οι προκλήσεις για την εκμετάλλευσή τους έχουν καθυστερήσει την αξιοποίησή τους.

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ

Νομοθετική πρόταση για τις επιστροφές παράνομων μεταναστών παρουσίασε η ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε χθες Τρίτη τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για τις επιστροφές των παράνομων μεταναστών με ταχύτερες, απλούστερες και αποτελεσματικότερες διαδικασίες σε όλη την ΕΕ.

Το νέο νομικό πλαίσιο για τις επιστροφές, το οποίο ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Οκτώβριο του 2024, αποτελεί βασικό στοιχείο για τη συμπλήρωση του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε τον Μάιο του 2024 και θα τεθεί σε εφαρμογή στα μέσα του 2026 και το οποίο καθορίζει ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη μετανάστευση, καθώς και ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου.

Τα ποσοστά επιστροφής σε ολόκληρη την ΕΕ ανέρχονται σήμερα μόλις στο 20%. «Μόλις ο ένας στους πέντε εγκαταλείπει την ΕΕ και αυτό δεν είναι αποδεκτό. Οι κοινωνίες μας δεν θα το ανεχτούν», τόνισε ο επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων και Μετανάστευσης Μάγκνους Μπρούνερ, ο οποίος χαρακτήρισε τη νομοθετική πρόταση της Επιτροπής «σημείο καμπής». «Βάζουμε τον ευρωπαϊκό μας σπίτι σε τάξη», διαβεβαίωσε ο Μ. Μπρούνερ, προσθέτοντας: «Με το νέο ευρωπαϊκό σύστημα επιστροφών, θα διασφαλίσουμε ότι όσα άτομα δεν έχουν δικαίωμα παραμονής στην ΕΕ, όντως επιστρέφουν. Έτσι, θα ενισχυθεί σημαντικά η εμπιστοσύνη στο κοινό μας ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και μετανάστευσης.»

Για να τεθεί σε ισχύ, η πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Ο επίτροπος Μπρούνερ δήλωσε ότι ελπίζει στην έγκρισή της «το συντομότερο δυνατόν», αν και πρόκειται για εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα, πολιτικά και νομικά, που διχάζει τα κράτη-μέλη.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι νέοι κανόνες θα δώσουν στα κράτη-μέλη τα απαραίτητα εργαλεία ώστε οι επιστροφές να γίνουν πιο αποτελεσματικές, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Οι νέοι κοινοί κανόνες περιλαμβάνουν:

– Ευρωπαϊκό σύστημα με τη μορφή κανονισμού που περιλαμβάνει κοινές διαδικασίες για την έκδοση αποφάσεων επιστροφής, και τη θέσπιση ευρωπαϊκής εντολής επιστροφής που θα εκδίδεται από τα κράτη-μέλη. Τα 27 διαφορετικά συστήματα που ισχύουν σήμερα σημαίνουν κατακερματισμό σε επίπεδο Ένωσης, σημειώνει η Επιτροπή.

Χάρη στην αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων επιστροφής, ένα κράτος μέλος θα μπορεί να αναγνωρίζει και να εκτελεί απευθείας απόφαση επιστροφής που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος-μέλος, χωρίς να χρειάζεται να κινήσει νέα διαδικασία. Έως την 1η Ιουλίου 2027, ένα έτος μετά την έναρξη εφαρμογής του συμφώνου για τη μετανάστευση και το άσυλο, η Επιτροπή θα επανεξετάσει κατά πόσον τα κράτη-μέλη έχουν θεσπίσει κατάλληλες ρυθμίσεις για την αποτελεσματική διεκπεραίωση των ευρωπαϊκών εντολών επιστροφής και θα εκδώσει εκτελεστική απόφαση που θα καθιστά υποχρεωτική την αναγνώριση και την εκτέλεση απόφασης επιστροφής που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος-μέλος.

– Σαφείς κανόνες για την αναγκαστική επιστροφή και παράλληλη παροχή κινήτρων για οικειοθελή επιστροφή: Οι αναγκαστικές επιστροφές θα είναι υποχρεωτικές όταν ένα πρόσωπο που διαμένει παράνομα στην ΕΕ δεν συνεργάζεται, διαφεύγει σε άλλο κράτος-μέλος, δεν αποχωρεί από την ΕΕ εντός της καθορισμένης προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης ή συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια. Η προσέγγιση αυτή παρέχει κίνητρα για οικειοθελή επιστροφή εντός των καθορισμένων προθεσμιών αναχώρησης από την ΕΕ.

– Αυστηρότερες υποχρεώσεις των επιστρεφόντων, οι οποίες αντισταθμίζονται από σαφείς διασφαλίσεις – ρητές υποχρεώσεις συνεργασίας με τις εθνικές αρχές καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας επιστροφής. Τα μέτρα αυτά συμπληρώνονται από σαφείς συνέπειες σε περίπτωση άρνησης συνεργασίας, όπως η μείωση ή η άρνηση χορήγησης επιδομάτων ή η κατάσχεση ταξιδιωτικών εγγράφων. Ταυτόχρονα, θα ενισχυθούν τα κίνητρα συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης για οικειοθελή επιστροφή.

– Ισχυρές διασφαλίσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας επιστροφής: Όλα τα μέτρα που σχετίζονται με τις επιστροφές πρέπει να υλοποιούνται με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών και διεθνών προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό διασφαλίζεται μέσω σαφών διαδικασιών, όπως το δικαίωμα προσφυγής, η στήριξη των ευάλωτων ατόμων, οι ισχυρές διασφαλίσεις για τους ανηλίκους και τις οικογένειες και η τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης.

– Αυστηρότεροι κανόνες για τον περιορισμό των περιπτώσεων κατάχρησης και την αντιμετώπιση της διαφυγής: Τα κράτη-μέλη θα διαθέτουν ενισχυμένους κανόνες για τον εντοπισμό των επιστρεφόντων, όπως η δυνατότητα να ζητούν χρηματική εγγύηση, η τακτική υποβολή εκθέσεων ή η υποχρέωση των επιστρεφόντων να διαμένουν σε τόπο που ορίζεται από τις εθνικές αρχές. Οι νέοι κανόνες καθορίζουν σαφείς όρους για κράτηση εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, καθώς και εναλλακτικές λύσεις αντί της κράτησης. Η κράτηση μπορεί να διαρκέσει έως και 24 μήνες, αντί για 18 μήνες που είναι το σημερινό όριο. Επιπλέον, το ανασταλτικό αποτέλεσμα των αποφάσεων επιστροφής δεν θα είναι πλέον αυτόματο, εκτός εάν συντρέχουν ζητήματα μη επαναπροώθησης.

– Ειδικοί κανόνες για τα άτομα που συνιστούν κίνδυνο για την ασφάλεια: Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να ελέγχουν εγκαίρως κατά πόσον ένα άτομο παρουσιάζει κίνδυνο για την ασφάλεια. Μόλις εντοπιστούν, τα άτομα αυτά υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες, όπως υποχρεωτική αναγκαστική επιστροφή, μεγαλύτερης διάρκειας απαγόρευση εισόδου και ξεχωριστοί χώροι κράτησης. Η κράτηση μπορεί να παραταθεί πέραν της κανονικής διάρκειας των 24 μηνών με δικαστική εντολή.

– Επανεισδοχή ως μέρος της διαδικασίας επιστροφής: Για να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην απόφαση επιστροφής και την επιστροφή σε μια τρίτη χώρα, οι νέοι κανόνες θεσπίζουν κοινή διαδικασία ώστε να διασφαλίζεται ότι η απόφαση επιστροφής ακολουθείται συστηματικά από αίτηση επανεισδοχής. Προβλέπουν επίσης τη δυνατότητα διαβίβασης δεδομένων σε τρίτες χώρες με σκοπό την επανεισδοχή.

– Κέντρα επιστροφής: Τα κράτη-μέλη έχουν ζητήσει καινοτόμες λύσεις για τη διαχείριση της μετανάστευσης. Με αυτή την πρόταση θεσπίζεται η νομική δυνατότητα για επιστροφή ατόμων που διαμένουν παράνομα στην ΕΕ και έχουν λάβει τελεσίδικη απόφαση επιστροφής σε τρίτη χώρα βάσει συμφωνίας ή ρύθμισης που έχει συναφθεί διμερώς ή σε επίπεδο ΕΕ. Αυτή η συμφωνία ή ρύθμιση μπορεί να συναφθεί με τρίτη χώρα που σέβεται τα διεθνή πρότυπα και τις αρχές για τα ανθρώπινα δικαιώματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Οι οικογένειες με ανηλίκους και οι ασυνόδευτοι ανήλικοι εξαιρούνται, ενώ ο τρόπος που εφαρμόζονται αυτές οι συμφωνίες ή ρυθμίσεις πρέπει να παρακολουθείται.

Της Μαρίας Αρώνη

Έπεσε η κυβέρνηση της Πορτογαλίας

Έπειτα από μόλις ένα χρόνο στην εξουσία, η συντηρητική κυβέρνηση μειοψηφίας της Πορτογαλίας κατέρρευσε χθες Τρίτη, καθώς δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο.

Ο πρωθυπουργός υπό παραίτηση Λουίς Μοντενέγκρου υπέστη καθαρή ήττα στην πορτογαλική εθνική αντιπροσωπεία, έπειτα από εβδομάδες καταγγελιών της αντιπολίτευσης για σύγκρουση συμφερόντων λόγω δοσοληψιών οικογενειακής επιχείρησης.

Η Πορτογαλία οδηγείται έτσι στις τρίτες βουλευτικές εκλογές σε ισάριθμα χρόνια.

Στη θεωρία, ο πρόεδρος Μαρσέλου Χεμπέλου ντε Σόουζα θα μπορούσε να αναθέσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε κάποιον άλλο πολιτικό της κυβερνώσας Δημοκρατικής Συμμαχίας ή στον επικεφαλής της αντιπολίτευσης Πέντρου Νούνου Σάντους του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αναμένεται να έχει συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς αργότερα σήμερα το πρωί.

Ωστόσο, το πιο πιθανό σενάριο μοιάζει να είναι πως ο αρχηγός του κράτους θα διαλύσει τη Βουλή και θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, που θα μπορούσαν να διεξαχθούν την 11η ή τη 18η Μαΐου.

Η πολιτική κρίση ήταν απρόσμενη για αρκετούς αναλυτές, καθώς η υγεία της οικονομίας της Πορτογαλίας κρίνεται καλή, η ανάπτυξη καταγράφει ρεκόρ και η ανεργία βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά παρότι συνεχίζουν να εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας.

Η αντιπολίτευση καταγγέλλει πως η εταιρεία Spinumvira, που ίδρυσε ο κος Μοντενέγκρου το 2021, επωφελήθηκε από το ότι ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης του κράτους της Ιβηρικής και έκλεισε συμβάσεις με διάφορες ιδιωτικές εταιρείες.

Ο απερχόμενος πρωθυπουργός αρνείται πως έγινε οτιδήποτε παράνομο και τονίζει πως πλέον η επιχείρηση ανήκει στους γιους του. Ωστόσο, απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία για το πελατολόγιο της εταιρείας.

Ο Λουίς Μοντενέγκρου κατάφερε να ξεπεράσει δυο προτάσεις μομφής αφού ξέσπασε το σκάνδαλο πριν από τη χθεσινή ψηφοφορία. Εννοεί μολαταύτα να είναι εκ νέου υποψήφιος, παρά τον σάλο. Δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν εξάλλου ότι η Δημοκρατική Συμμαχία μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερο αποτέλεσμα από ό,τι τον Μάρτιο του 2024.

Η Αυστραλία απαντά στις ρωσικές προειδοποιήσεις για την Ουκρανία

Μία μέρα μετά την προειδοποίηση της ρωσικής πρεσβείας στην Καμπέρα προς την Αυστραλία να μην εμπλακεί στη σύγκρουση με την Ουκρανία, το υπουργείο Εξωτερικών απάντησε με σθένος ότι δεν πρόκειται να πτοηθεί.

«Το μήνυμά μας προς τη Ρωσία είναι: σταματήστε την παράνομη εισβολή σας στην Ουκρανία. Δεν θα μας αποτρέψετε από το να εργαζόμαστε για μια δίκαιη ειρήνη για τον λαό της Ουκρανίας», δήλωσε το υπουργείο στην εφημερίδα The Epoch Times.

Εκπρόσωπος του υπουργείου τόνισε ότι η Αυστραλία έχει μία περήφανη παράδοση στην υποστήριξη της ειρήνης, με 80 χρόνια συμμετοχής σε διεθνείς αποστολές ειρηνευτικής φύσεως.

«Η Αυστραλία έχει πει ότι, αν λάβουμε αίτημα για στήριξη με αποστολή ειρηνευτικής δύναμης, θα το εξετάσουμε», σημείωσε ο εκπρόσωπος.

Η ρωσική πρεσβεία εξέδωσε ανακοίνωση προειδοποιώντας την Αυστραλία να μην προχωρήσει σε περαιτέρω συνεισφορές στον πόλεμο στην Ουκρανία — η χώρα έχει ήδη στείλει βοήθεια αξίας άνω του 1,5 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων όπλων και εξοπλισμού.

«Σε όσους τείνουν να ερμηνεύσουν τα παραπάνω ως απειλή: δεν είναι. Είναι προειδοποίηση. Η Ρωσία δεν έχει καμία πρόθεση να βλάψει Αυστραλούς», ανέφερε η πρεσβεία.

«Η Καμπέρα μπορεί εύκολα να αποφύγει τα μπλεξίματα, αρκεί να απέχει από ανεύθυνες περιπέτειες στη ζώνη της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης.»

Τον Δεκέμβριο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι 43.000 Ουκρανοί έχουν χάσει τη ζωή τους από την έναρξη του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου 2022.

Ο Αλμπανέζε ανοιχτός σε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονι Αλμπανέζε, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα εξετάσει το ενδεχόμενο αποστολής προσωπικού για την υποστήριξη αποστολών ειρήνευσης.

«Έχω πει ξεκάθαρα, δημόσια και επανειλημμένα ότι θα εξετάσουμε τη συμμετοχή μας σε οποιαδήποτε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία», είπε ο Αλμπανέζε στους δημοσιογράφους στις 9 Μαρτίου.

«Δεν μπορείς να έχεις ειρηνευτικές δυνάμεις χωρίς ειρήνη. Γι’ αυτό, κοιτάζοντας μπροστά, είναι σημαντικό να γίνει προγραμματισμός και η Αυστραλία θα συμμετάσχει σε αυτή τη συνάντηση».

Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι η κυβέρνησή του θα ενταχθεί στην ευρωπαϊκή «συμμαχία των προθύμων» κατά της ρωσικής επιθετικότητας.

Ο Αλμπανέζε σημείωσε ότι είναι νωρίς για αποφάσεις σχετικά με στρατεύματα, αλλά έχει ήδη στείλει εκπρόσωπο να συζητήσει στρατηγικές ασφάλειας για την Ουκρανία σε συνάντηση Ευρωπαίων αρχηγών άμυνας.

Εν τω μεταξύ, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Πίτερ Ντάτον, απέρριψε την ιδέα αποστολής αυστραλιανών στρατευμάτων στην Ουκρανία, λέγοντας: «Πιστεύω ότι είναι καθήκον των Ευρωπαίων […] όπως είπε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουν περισσότερα για την άμυνα της Ευρώπης», δήλωσε στο ABC News.

Ο Ντάτον είχε ζητήσει στο παρελθόν περισσότερη στρατιωτική στήριξη της Αυστραλίας προς την Ουκρανία, όπως εξοπλισμό, προμήθειες και βοήθεια.

Μαζί με τους Ντέιβιντ Κόλμαν και Άντριου Χέιστι, είχαν επικρίνει την ανταπόκριση της κυβέρνησης Αλμπανέζε ως αργή και ανεπαρκή.

Οι ΗΠΑ επαναφέρουν τη στρατιωτική βοήθεια καθώς η Ουκρανία συμφωνεί σε 30ήμερη εκεχειρία

Το Κίεβο συμφώνησε να προχωρήσει σε 30ήμερη εκεχειρία με τη Μόσχα, στο πλαίσιο προσπαθειών για την επανέναρξη διαπραγματεύσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Αντιπροσωπείες από την Ουάσιγκτον και το Κίεβο εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση στις 11 Μαρτίου, στην οποία ανακοινώθηκε η προτεινόμενη 30ήμερη παύση των εχθροπραξιών, έπειτα από έναν εκτεταμένο γύρο συνομιλιών στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας.

Τις Ηνωμένες Πολιτείες εκπροσώπησαν ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, και ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μάικ Ουόλτζ. Από την πλευρά της Ουκρανίας, στις συνομιλίες συμμετείχαν ο υπουργός Εξωτερικών, Αντρίι Συμπίχα, ο προεδρικός σύμβουλος, Αντρίι Γερμάκ, και ο υπουργός Άμυνας, Ρουστέμ Ουμέροφ.

Η συμφωνία της Τζέντας προβλέπει αρχικά μια 30ήμερη κατάπαυση του πυρός, με τη δυνατότητα παράτασης, εφόσον οι δύο πλευρές επιδιώξουν μια πιο μακροπρόθεσμη ειρηνευτική συμφωνία.

«Θα μεταφέρουμε τώρα αυτή την πρόταση στους Ρώσους και ελπίζουμε να πουν ναι», δήλωσε ο Ρούμπιο σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση.

ΗΠΑ και Ουκρανία επαναφέρουν τη συνεργασία τους

Η συνάντηση της Τρίτης έδωσε την ευκαιρία σε Ουάσινγκτον και Κίεβο να επανεκκινήσουν τις δια ζώσης διαπραγματεύσεις, μετά από μια έντονη αντιπαράθεση στις 28 Φεβρουαρίου, στο Οβάλ Γραφείο, μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, και του Ουκρανού ομολόγου του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η διαφωνία αφορούσε την προθυμία της Ουκρανίας να διαπραγματευτεί και να κάνει συμβιβασμούς με τη Ρωσία.

Στις ημέρες που ακολούθησαν, ο Τραμπ διέταξε την αναστολή κάθε αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών.

Ωστόσο, μετά τις συνομιλίες στην Τζέντα, οι ΗΠΑ και η Ουκρανία ανακοίνωσαν ότι η Ουάσινγκτον θα άρει το «πάγωμα» στη διαμοίραση πληροφοριών και θα επαναφέρει τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο.

«Το πιο σημαντικό είναι να φύγουμε από εδώ με την ισχυρή αίσθηση ότι η Ουκρανία είναι έτοιμη να πάρει δύσκολες αποφάσεις», δήλωσε ο Ρούμπιο στις 10 Μαρτίου, καθ’ οδόν προς τη συνάντηση.

Ο ίδιος τόνισε ότι και η Ρωσία θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για δύσκολες αποφάσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί μια μελλοντική ειρηνευτική συμφωνία.

Αναζητώντας συμβιβασμό: Τι περιμένει η Ουάσιγκτον από το Κίεβο

Όταν ρωτήθηκε ποιες είναι οι συγκεκριμένες δύσκολες αποφάσεις που η κυβέρνηση Τραμπ αναμένει από την Ουκρανία, ο Ρούμπιο απάντησε ότι και οι δύο πλευρές πρέπει να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η σύγκρουση δεν μπορεί να επιλυθεί με στρατιωτικά μέσα.

«Οι Ρώσοι δεν μπορούν να κατακτήσουν ολόκληρη την Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για την Ουκρανία, σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, να απωθήσει τους Ρώσους πίσω στα σύνορα του 2014», εξήγησε ο Ρούμπιο.

Προς το παρόν, μένει να φανεί πώς θα απαντήσει η Μόσχα στην πρόταση.

Επιθέσεις και από τις δύο πλευρές λίγο πριν τις συνομιλίες

Λίγες μόλις ώρες πριν από την έναρξη των συνομιλιών, οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν εκατοντάδες επιθετικά drones σε 10 διαφορετικές ρωσικές περιοχές. Οι ρωσικές αρχές ανέφεραν ότι κατέρριψαν 343 από αυτά, αλλά τρία άτομα σκοτώθηκαν και 18 τραυματίστηκαν, ανάμεσά τους και τρία παιδιά.

Σε ξεχωριστό περιστατικό, Ουκρανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η Ρωσία εξαπέλυσε 126 επιθετικά drones και έναν βαλλιστικό πύραυλο Iskander-M εναντίον της Ουκρανίας κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η ουκρανική Πολεμική Αεροπορία ανέφερε ότι κατέρριψε τον βαλλιστικό πύραυλο και 79 από τα drones, ενώ άλλα 35 drones δεν έφτασαν στους στόχους τους για αδιευκρίνιστους λόγους.