Παρασκευή, 05 Σεπ, 2025

Ισραήλ και Χαμάς σε σύγκρουση για τους πυροβολισμούς σε χώρους διανομής βοήθειας στη Γάζα

Το ζήτημα των θανατηφόρων πυροβολισμών κατά Παλαιστινίων αμάχων που κατευθύνονταν σε σημείο διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα προκαλεί νέα ένταση μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς. Το υπουργείο Υγείας της Γάζας, υπό τον έλεγχο της Χαμάς, υποστήριξε ότι 27 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους από πυρά ισραηλινών στρατιωτών στις 3 Ιουνίου, καθώς προσπαθούσαν να προσεγγίσουν σημείο παροχής βοήθειας.

Απαντώντας στις κατηγορίες, ο εκπρόσωπος των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (IDF), Έφι Ντεφρίν, δήλωσε σε επίσημη ανακοίνωση την ίδια μέρα ότι πρόκειται για «ψευδείς πληροφορίες» που διαδίδει η Χαμάς. Σύμφωνα με τον ίδιο, μέλη της Χαμάς «έχουν συλληφθεί να πυροβολούν πολίτες που κατευθύνονται για να συλλέξουν ανθρωπιστική βοήθεια», επιχειρώντας έτσι να εμποδίσουν την πρόσβαση των πολιτών στα ζωτικής σημασίας εφόδια.

Το περιστατικό έλαβε χώρα στη Χαν Γιούνις, στη νότια Λωρίδα της Γάζας, όπου φωτογραφίες κατέγραψαν Παλαιστίνιους να μεταφέρουν σακούλες με τρόφιμα και ανθρωπιστική βοήθεια, τα οποία διανεμήθηκαν από το Gaza Humanitarian Foundation – οργανισμό με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες και με έγκριση του Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά, το αφήγημα γύρω από το συμβάν διχάζει τη διεθνή κοινότητα: από τη μία, το υπουργείο Υγείας της Γάζας κάνει λόγο για «δολοφονική ενέργεια» του Ισραήλ, από την άλλη, το Ισραήλ απορρίπτει κατηγορηματικά τις καταγγελίες, αντιστρέφοντας τις ευθύνες προς τη Χαμάς.

Στη δήλωσή του, ο Έφι Ντεφρίν τόνισε: «Η Χαμάς προσπαθεί να σταματήσει τους Παλαιστινίους από το να λάβουν την ανθρωπιστική βοήθεια που χρειάζονται. Έχουμε παρατηρήσει μέλη της Χαμάς να ανοίγουν πυρ εναντίον πολιτών.» Ωστόσο, απτές αποδείξεις για τις αλληλοκατηγορίες δεν δόθηκαν δημόσια στη διάθεση ανεξάρτητων μέσων ή διεθνών οργανώσεων έως τη στιγμή σύνταξης του παρόντος άρθρου.

Από τον Οκτώβριο του 2023 η Λωρίδα της Γάζας βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρή ανθρωπιστική κρίση, λόγω των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών, των ισραηλινών αποκλεισμών και του ελέγχου που ασκεί η Χαμάς σε μεγάλο μέρος της περιοχής. Η διανομή βοήθειας έχει επανειλημμένως παρεμποδιστεί, με αλληλοκατηγορίες μεταξύ των εμπλεκομένων για το ποιος φέρει την ευθύνη.

Η Ισραηλινή πλευρά διατηρεί τη θέση ότι δεν στοχεύει αμάχους και κατηγορεί τη Χαμάς αφενός για τη χρήση αμάχων ως «ανθρώπινες ασπίδες» και αφετέρου για παρακώλυση της απρόσκοπτης δίοδος ανθρωπιστικής βοήθειας. Στον αντίποδα, η Χαμάς και φορείς που βρίσκονται υπό τον έλεγχό της ισχυρίζονται για πολλοστή φορά ότι το Ισραήλ ευθύνεται για το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών αμάχων και για την παρεμπόδιση της παροχής βοήθειας.

Το συγκεκριμένο συμβάν —είτε πρόκειται για εμπλοκή των ισραηλινών δυνάμεων είτε για ενέργεια της Χαμάς— υπογραμμίζει τη δυσκολία της επαλήθευσης πληροφοριών στο πεδίο της Γάζας, ενόσω η εθνική και παγκόσμια κοινή γνώμη παρακολουθεί με ανησυχία την ανθρωπιστική κατάσταση. Οι αντιφατικές μαρτυρίες και η έλλειψη ανεξάρτητης διασταύρωσης των γεγονότων περιπλέκουν τις προσπάθειες των διεθνών οργανώσεων να αποδώσουν ευθύνες και να ενισχύσουν την ασφαλή πρόσβαση στην ανθρωπιστική βοήθεια.

Για τους αμάχους της Γάζας, κάθε νέα επίθεση ή περιστατικό βίας επιδεινώνει περαιτέρω τις ήδη δεινές συνθήκες διαβίωσης και υπογραμμίζει την αναγκαιότητα διαφανών διαδικασιών διανομής βοήθειας και αμερόληπτης διερεύνησης των καταγγελιών.

H πρόσφατη αλληλοκατηγορία Ισραήλ και Χαμάς για το περιστατικό στους χώρους διανομής βοήθειας αναδεικνύει εκ νέου το βαθύ έλλειμμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στα δύο μέρη και το σύνθετο τοπίο της Γάζας, όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να διακριθούν τα όρια μεταξύ προπαγάνδας, πραγματικότητας και στρατηγικών επιδιώξεων. Μέχρι να προκύψουν ανεξάρτητες και πειστικές αποδείξεις, η διασφάλιση της ακεραιότητας των αμάχων και η ανεμπόδιστη πρόσβαση στη βοήθεια πρέπει να παραμείνουν προτεραιότητα για τη διεθνή κοινότητα.

ΟΗΕ: Η ανεμπόδιστη είσοδος της ανθρωπιστικής βοήθειας πρέπει να αποκατασταθεί αμέσως στη Γάζα

«Για άλλη μια φορά, γινόμαστε μάρτυρες αδιανόητων απωλειών ζωής στη Γάζα», αναφέρει σε γραπτή ενημέρωσή του ο ΟΗΕ για την κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ «καταδικάζει την απώλεια ζωών και τον τραυματισμό Παλαιστινίων που αναζητούν βοήθεια στη Γάζα».

«Είναι απαράδεκτο. Άμαχοι διακινδυνεύουν – και σε αρκετές περιπτώσεις χάνουν – τη ζωή τους για να πάρουν τρόφιμα. Οι Παλαιστίνιοι έχουν το θεμελιώδες δικαίωμα στην επαρκή τροφή και στην απαλλαγή από την πείνα», τονίζεται.

Ο Γενικός Γραμματέας συνεχίζει να ζητεί την άμεση και ανεξάρτητη διερεύνηση αυτών των γεγονότων και την απόδοση ευθυνών στους δράστες.

«Οι βασικές ανάγκες του πληθυσμού στη Γάζα είναι τεράστιες και δεν ικανοποιούνται. Το Ισραήλ έχει σαφείς υποχρεώσεις βάσει του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου να συμφωνεί και να διευκολύνει την ανθρωπιστική βοήθεια για όλους τους αμάχους που την έχουν ανάγκη», αναφέρει ο ΟΗΕ.

Η ανεμπόδιστη είσοδος της ανθρωπιστικής βοήθειας, τονίζεται, πρέπει να αποκατασταθεί αμέσως. Πρέπει να επιτραπεί στον ΟΗΕ να εργαστεί με ασφάλεια και προστασία υπό συνθήκες πλήρους σεβασμού των ανθρωπιστικών αρχών.

Επίσης ο ΟΗΕ υπογραμμίζει ότι «όλοι οι όμηροι πρέπει να απελευθερωθούν αμέσως και άνευ όρων».

Ο Γενικός Γραμματέας συνεχίζει να ζητεί άμεση μόνιμη και βιώσιμη κατάπαυση του πυρός.

ΗΠΑ: Στήριξη του σχεδίου ενσωμάτωσης ξένων μαχητών στον μετα-Άσαντ συριακό στρατό

Η αμερικανική κυβέρνηση δια του ειδικού απεσταλμένου της για τη Συρία, Τόμας Μπαράκ, εξέφρασε τη στήριξη της στο σχέδιο ενσωμάτωσης χιλιάδων ξένων Ισλαμιστών μαχητών στις τάξεις του ανασυγκροτούμενου συριακού στρατού μετά την αναμενόμενη αποχώρηση του καθεστώτος Άσαντ. Παράλληλα, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να υποστηρίζουν την ενσωμάτωση κουρδικών πολιτοφυλακών στη νέα στρατιωτική διάρθρωση της Συρίας.

Απαντώντας σε ερώτηση στις 2 Ιουνίου σχετικά με τη στάση της Ουάσιγκτον απέναντι στο εν λόγω σχέδιο της Δαμασκού, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία και ειδικός απεσταλμένος για τη Συρία, Τόμας Μπαράκ, δήλωσε εμφατικά πως «η Ουάσιγκτον στηρίζει το σχέδιο», διευκρινίζοντας ωστόσο πως η εφαρμογή του πρέπει να γίνει «με διαφάνεια». Η προωθούμενη στρατηγική αφορά την απορρόφηση μαχητών που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ένοπλη αντιπαράθεση με το προηγούμενο καθεστώς, πολλοί εκ των οποίων προέρχονται από το εξωτερικό και ανήκουν σε ισλαμιστικές ομάδες που συμμετείχαν στον ευρύτερο συριακό εμφύλιο.

Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ, δια στόματος του ίδιου αξιωματούχου, επανέλαβαν την επιθυμία τους για την ένταξη των κουρδικών πολιτοφυλακών –κυρίως του SDF (Syrian Democratic Forces), όπου κυριαρχεί η YPG– στη μετα-Άσαντ σύνθεση του συριακού στρατού, στο πλαίσιο μιας νέας εθνικής ενότητας που θα εγγυηθεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα στη χώρα.

Η συριακή κρίση, με δεκάδες ξένους μαχητές να πολεμούν στο έδαφός της τα τελευταία δεκατρία χρόνια, έχει οδηγήσει σε πλείστες προτάσεις για την «απορρόφηση» εκτός συνόρων δυνάμεων στην εθνική στρατιωτική δομή της χώρας μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ. Πρόκειται για μια σύνθετη και δυνητικά αμφιλεγόμενη προσπάθεια, καθώς εμπλέκονται –πέραν των Σύρων ανταρτών– ισλαμιστές και μισθοφόροι από διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, αλλά και κουρδικά στοιχεία που φιλοδοξούν σε νέο πολιτικό και στρατιωτικό ρόλο.

Η θέση των ΗΠΑ, όπως την εξέφρασε ο Τόμας Μπαράκ, εστιάζει στην ανάγκη να καταστούν όλες οι διαδικασίες αξιόπιστες και διαφανείς, με στόχο την αποφυγή νέων κύκλων βίας και την ενίσχυση του μεταβατικού στρατιωτικού σχήματος. Η ενσωμάτωση πρώην αντιμαχόμενων στοιχείων σε ενιαία δομή εκτιμάται πως θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για μελλοντικές συγκρούσεις, υπό προϋποθέσεις συνεκτικής ηγεσίας και διεθνούς εποπτείας.

Μαχητές των SDF υπό κουρδική ηγεσία ανεμίζουν σημαίες από όχημα κατά τη διάρκεια πομπής αυτοκινητοπομπής καθώς εγκαταλείπουν το Χαλέπι της Συρίας, στις 9 Απριλίου 2025. Mohamad Daboul/Middle East Images/AFP μέσω Getty Images

 

Το αμερικανικό σχέδιο για ενσωμάτωση ξένων δυνάμεων και Κούρδων μαχητών στη συριακή στρατιωτική δομή έχει προκαλέσει ανάμεικτες αντιδράσεις στην περιοχή. Λίγες ημέρες νωρίτερα, ευρωπαϊκά δημοσιεύματα έκαναν λόγο για άρση των οικονομικών κυρώσεων της ΕΕ στη Συρία, εξέλιξη που δείχνει μετατόπιση στις δυτικές προσεγγίσεις. Αντίθετα, χώρες όπως η Τουρκία διατηρούν σοβαρές επιφυλάξεις, ιδιαίτερα έναντι της θεσμικής αναβάθμισης των κουρδικών οργανώσεων που θεωρούν συγγενείς με το ΡΚΚ.

Παράλληλα, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα της διαχείρισης πιθανών ριζοσπαστικών τάσεων που εμπεριέχουν πολλές ξένες μαχητικές ομάδες. Ειδικοί σε ζητήματα ασφάλειας επισημαίνουν τον κίνδυνο διαιώνισης ακραίων ιδεολογιών εάν δεν υπάρξουν σαφείς εγγυήσεις και προγράμματα επανένταξης υπό διεθνή παρακολούθηση.

Η στήριξη των ΗΠΑ σε μια τέτοια μεταβατική αρχιτεκτονική ασφάλειας παγιώνει την πρόθεση παρατεταμένης αμερικανικής επιρροής στη διαμόρφωση του νέου συριακού κράτους, επιδιώκοντας ταυτόχρονα τη σταθερότητα μέσω συμπερίληψης πρώην αντιμαχομένων. Ωστόσο, η επιτυχία ή αποτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί από τον βαθμό διαφάνειας, την ικανότητα διαχείρισης αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ εθνοθρησκευτικών ομάδων και την αποδοχή από γειτονικά κράτη.

Για τη συριακή κοινωνία, η ένταξη μαχητών διαφορετικής προέλευσης συνιστά πρόκληση ενότητας και ασφάλειας, ενώ για τις περιφερειακές δυνάμεις αποτελεί τεστ ανθεκτικότητας των ισορροπιών στην πολύπαθη περιοχή. Παράλληλα, η αμερικανική επιμονή στην ενσωμάτωση των Κούρδων αναμένεται να δημιουργήσει επιπρόσθετες εντάσεις με τους περιφερειακούς συμμάχους της Ουάσιγκτον.

Καθώς οι διεργασίες για τη «μετα-Άσαντ» Συρία επιταχύνονται, το αμερικανικό «πράσινο φως» στην ενσωμάτωση ξένων και κουρδικών δυνάμεων ανοίγει τον δρόμο για μια νέα στρατιωτική δομή στη χώρα. Το εγχείρημα ωστόσο απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, διαφάνεια και διεθνή εποπτεία, ώστε να διασφαλίσει πραγματική ασφάλεια, πολιτική συνοχή και αποτροπή νέων συγκρούσεων σε μια από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές της Μέσης Ανατολής.

Η Χαμάς απαντά στην αμερικανική πρόταση κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα

Η οργάνωση Χαμάς δήλωσε το Σάββατο ότι υπέβαλε επίσημη απάντηση στην πρόταση κατάπαυσης του πυρός που στηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με την οποία θα διακοπεί ο πόλεμος στη Γάζα για τουλάχιστον 60 ημέρες και θα διασφαλιστεί η απελευθέρωση περίπου των μισών από τους εναπομείναντες ομήρους.

Σε ανακοίνωσή της στο κανάλι Telegram, η Χαμάς γνωστοποίησε ότι, στο πλαίσιο της συμφωνίας, θα προχωρήσει σε απελευθέρωση δέκα ζωντανών ομήρων καθώς και δεκαοκτώ σορών, με αντάλλαγμα την απελευθέρωση από το Ισραήλ «συμφωνημένου αριθμού Παλαιστινίων κρατουμένων».

Αιτήματα για μόνιμη εκεχειρία και ανθρωπιστική πρόσβαση

Παράλληλα, η Χαμάς διατυπώνει την απαίτηση για μόνιμη κατάπαυση του πυρός, ευρεία πρόσβαση σε ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα και πλήρη αποχώρηση των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων από την περιοχή. Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, η οργάνωση ζητά «ολοκληρωτικό τερματισμό των εχθροπραξιών» και την «παροχή εγγυήσεων» για την ομαλή διανομή βοήθειας στον άμαχο πληθυσμό.

Η πρόταση, η οποία διαμορφώθηκε ύστερα από διαπραγματεύσεις στις οποίες συμμετείχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, προέβλεπε αρχικά αναστολή των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα κατά τη διάρκεια της συμφωνημένης περιόδου, με στόχο την διευκόλυνση της απελευθέρωσης ομήρων και Παλαιστινίων κρατουμένων, καθώς και τη βελτίωση των ανθρωπιστικών συνθηκών στην περιοχή.

Διπλωματικές προσπάθειες και αντιδράσεις

Το Ισραήλ, από την πλευρά του, έχει επανειλημμένα τονίσει ότι απαιτείται η επιστροφή όλων των ομήρων, ενώ διατηρεί την επιφυλακτική στάση του ως προς τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για εκεχειρία χωρίς την οριστική κατάρρευση της Χαμάς ως στρατιωτικής δύναμης.

Η διεθνής κοινότητα, με πρωταγωνιστικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών, ασκεί πιέσεις και προς τα δύο μέρη να προχωρήσουν σε συμφωνία που θα επιτρέψει την αποκλιμάκωση της κρίσης, την αποκατάσταση της σταθερότητας και την αύξηση της πρόσβασης σε ανθρωπιστική βοήθεια. Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει καλέσει επανειλημμένως για την εξεύρεση λύσης που θα διασφαλίζει την ασφάλεια των πολιτών και στις δύο πλευρές, αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στην απελευθέρωση των ομήρων.

Μέχρι στιγμής, η ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει δημοσιοποιήσει επίσημη απάντηση στην πρόταση της Χαμάς. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι εξετάζουν διεξοδικά το περιεχόμενο της απάντησης και των όρων που θέτει η παλαιστινιακή οργάνωση, ενώ η συζήτηση συνεχίζεται σε διπλωματικό επίπεδο τόσο στα Ηνωμένα Έθνη όσο και στις μεγάλες πρωτεύουσες.

Το ζήτημα της ανταλλαγής ομήρων με Παλαιστινίους κρατούμενους αποτελεί σταθερό σημείο έντασης στις διαπραγματεύσεις, ενώ ο ακριβής αριθμός των ατόμων που προβλέπεται να απελευθερωθούν, καθώς και οι προϋποθέσεις πλήρους εκεχειρίας παραμένουν υπό αμφισβήτηση.

Οι συνέπειες στην ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα

Η ανθρωπιστική κρίση στη Λωρίδα της Γάζας έχει επιδεινωθεί σημαντικά τις τελευταίες εβδομάδες, με τους διεθνείς οργανισμούς να κάνουν λόγο για ανάγκη άμεσης και απρόσκοπτης πρόσβασης σε τρόφιμα, νερό, φάρμακα και άλλες βασικές υπηρεσίες για τον πληθυσμό. Οι αντιδράσεις της Χαμάς και του Ισραήλ στο αμερικανικής στήριξης σχέδιο θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της σύγκρουσης και τις προοπτικές για ειρήνη στην περιοχή.

Η κατάσταση παραμένει ρευστή, με την προσοχή της διεθνούς κοινότητας στραμμένη στην επίτευξη συμφωνίας που θα θέσει τέλος σε έναν από τους πλέον αιματηρούς κύκλους βίας στη Μέση Ανατολή τα τελευταία χρόνια.

Με την συμβολή του Associated Press

Αμερικανική «ανάσα» στη Συρία: Η Ουάσιγκτον αίρει κυρώσεις για να στηρίξει την ανοικοδόμηση

Η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την Παρασκευή τη μερική άρση των κυρώσεων σε βάρος της Συρίας, με στόχο να δοθεί ώθηση στην οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας, μετά την ανατροπή του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ πέρυσι. Στο ίδιο πνεύμα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ χαρακτήρισε την κίνηση αυτή ως το πρώτο βήμα υλοποίησης του οράματος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για μια «νέα σχέση» μεταξύ Ουάσιγκτον και Δαμασκού.

Η σχετική απόφαση ακολουθεί τις πρόσφατες δηλώσεις-έκπληξη του Αμερικανού προέδρου κατά την περιοδεία του στη Μέση Ανατολή, όπου έκανε σαφή την πρόθεσή του να προχωρήσει στην άρση των αμερικανικών κυρώσεων κατά της Συρίας.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών, εκδόθηκε γενική άδεια (GL25), η οποία, στην πράξη, επιτρέπει τις περισσότερες οικονομικές συναλλαγές με τη νέα συριακή κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου του τραπεζικού τομέα και των υπηρεσιών πετρελαίου. Επιπλέον, η άδεια καλύπτει και ορισμένα πρόσωπα που βρίσκονταν μέχρι πρότινος υπό καθεστώς κυρώσεων, όπως ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας, Άχμεντ αλ-Σαράα, γνωστός έως πρόσφατα ως Αμπού Μουχάμαντ αλ-Τζολάνι.

Η Ουάσιγκτον εκτιμά πως η απόφαση αυτή θα διευκολύνει την επιστροφή επενδύσεων και επιχειρηματικής δραστηριότητας στον συριακό ιδιωτικό τομέα, επισημαίνοντας ότι συμβαδίζει με τη στρατηγική «Πρώτα η Αμερική» που προωθεί ο Λευκός Οίκος.

«Αυτή είναι μόνο μία πτυχή μιας ευρύτερης κυβερνητικής προσπάθειας για την πλήρη άρση των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στη Συρία λόγω των βιαιοτήτων του καθεστώτος Άσαντ», ανέφερε το Υπουργείο Οικονομικών.

Παράλληλα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ χορήγησε εξάμηνη εξαίρεση από τον Νόμο «Καισάρ» (Caesar Act), ώστε οι αμερικανικοί εταίροι της Ουάσιγκτον να μπορούν να επενδύουν και να συμμετέχουν στην ανοικοδόμηση της Συρίας, χωρίς να παρεμποδίζονται από τις κυρώσεις. Ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε πως το μέτρο αυτό θα ενισχύσει την αποκατάσταση βασικών υποδομών στη Συρία, όπως το ρεύμα, η ενέργεια, το νερό και η υγιεινή, και θα διευκολύνει την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας σε μια χώρα που ταλανίζεται ακόμα από τις πληγές του πολέμου.

«Οι σημερινές ενέργειες αποτελούν το πρώτο βήμα για να πάρει σάρκα και οστά το όραμα του προέδρου για μια νέα εποχή στις σχέσεις Συρίας-ΗΠΑ», ανέφερε ο Ρούμπιο.

Άμεσα αντέδρασε με ανακοίνωσή του και το Υπουργείο Εξωτερικών της Συρίας, χαιρετίζοντας την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να άρει τις κυρώσεις. Η εξέλιξη αυτή έρχεται αμέσως μετά τη συνάντηση του προέδρου Τραμπ με τον αλ-Σαράα στη Σαουδική Αραβία, στις 14 Μαΐου. Σύμφωνα με τον Ρούμπιο, η Ουάσιγκτον έχει καταστήσει σαφές στη Δαμασκό ότι η άρση των κυρώσεων θα πρέπει να ακολουθηθεί άμεσα από «συγκεκριμένα μέτρα σε κρίσιμους τομείς πολιτικής».

«Ο πρόεδρος Τραμπ δίνει έτσι στη συριακή ηγεσία την ευκαιρία να διασφαλίσει την ειρήνη και τη σταθερότητα, όχι μόνο εντός της χώρας, αλλά και στις σχέσεις της με όλη την περιοχή», δήλωσε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας.

Υπενθυμίζεται πως, πριν από αυτή τη συνάντηση, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι η κυβέρνησή του κινείται προς την επανασύσταση διπλωματικών σχέσεων με τη Συρία. «Δίνω εντολή για τον τερματισμό των κυρώσεων ώστε να δοθεί στη Συρία μια πραγματική ευκαιρία να κάνει ένα νέο ξεκίνημα», είχε πει χαρακτηριστικά στο Επενδυτικό Φόρουμ ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας στο Ριάντ, στις 13 Μαΐου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χαρακτηρίσει τη Συρία «κρατικό χορηγό της τρομοκρατίας» ήδη από το 1979, ενώ το 2011 επέβαλαν αυστηρότερες κυρώσεις με αφορμή την αιματηρή καταστολή διαδηλωτών από το καθεστώς Άσαντ. Αυτή η σκληρή πολιτική αποτέλεσε το έναυσμα για έναν εμφύλιο που κράτησε 13 χρόνια μέχρι την τελική ανατροπή του καθεστώτος από αντικαθεστωτικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ – οργάνωση που, πάντως, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν ως τρομοκρατική.

Την άρση των οικονομικών κυρώσεων ανακοίνωσε και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 20 Μαΐου, υπό το σκεπτικό να υποστηριχθεί η «αναδόμηση μιας νέας, δημοκρατικής και πολυφωνικής Συρίας, απαλλαγμένης από καταστροφικές ξένες παρεμβάσεις».

Με την συμβολή των Ράιαν Μόργκαν και Reuters

Σφοδρές διεθνείς αντιδράσεις από τα πυρά του ισραηλινού στρατού κατά αντιπροσωπείας ξένων διπλωματών στην Τζενίν

Σφοδρές και άμεσες είναι οι διεθνείς αντιδράσεις από τους πυροβολισμούς του ισραηλινού στρατού σήμερα κατά αντιπροσωπείας ξένων διπλωματών στην Τζενίν, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, ένα συμβάν που έρχεται εν μέσω της αυξημένης διεθνούς πίεσης κατά του Ισραήλ για τη διεξαγωγή του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.

Οποιαδήποτε απειλή κατά της ζωής διπλωματών είναι «απαράδεκτη», αντέδρασε η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλλας. «Καλούμε το Ισραήλ να διερευνήσει αυτό το περιστατικό και να καταστήσει υπόλογους τους υπεύθυνους», τόνισε η Κάλλας σε δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες.

«Απαιτούμε άμεση διευκρίνιση από την ισραηλινή κυβέρνηση για το τι συνέβη. Οι απειλές κατά διπλωματών είναι απαράδεκτες», δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι με ανάρτηση στο Χ.

Το ισπανικό υπουργείο Εξωτερικών καταδίκασε «έντονα» τα πυρά από τον ισραηλινό στρατό κατά ξένων διπλωματών. «Το υπουργείο διερευνά όλα όσα συνέβησαν. Στην ομάδα των διπλωματών συμμετείχε ένας Ισπανός, ο οποίος είναι καλά στην υγεία του. Είμαστε σε επαφή με άλλες εμπλεκόμενες χώρες για να δώσουμε μια κοινή απάντηση σε ό,τι συνέβη, το οποίο καταδικάζουμε έντονα», ανέφερε το ισπανικό ΥΠΕΞ σε σύντομη ανακοίνωση που έστειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Ο υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου Μαξίμ Πρεβό απαίτησε «πειστικές εξηγήσεις» από το Ισραήλ για το συμβάν, λέγοντας ότι τα προειδοποιητικά πυρά στόχευσαν «περίπου 20 διπλωμάτες», συμπεριλαμβανομένου ενός Βέλγου.

«Είναι καλά, ευτυχώς», είπε ο Πρεβό με ανάρτηση στο X, αναφορικά με τον Βέλγο διπλωμάτη. «Αυτοί οι διπλωμάτες πραγματοποιούσαν επίσημη επίσκεψη στην Τζενίν, έπειτα από συντονισμό με τον ισραηλινό στρατό, σε μια πομπή περίπου είκοσι σαφώς αναγνωρίσιμων οχημάτων», καταδίκασε ο επικεφαλής της βελγικής διπλωματίας.

Ένας Δυτικός διπλωματικός αξιωματούχος, του οποίου η χώρα εκπροσωπείτο στην αντιπροσωπεία, μίλησε για «σοβαρό περιστατικό στο οποίο θα αντιδράσουμε», σύμφωνα με τους Times of Israel.

«Δεν πρόκειται για “ταλαιπωρία”», είπε ο αξιωματούχος, απαντώντας στην ανακοίνωση του ισραηλινού στρατού και στην εκδοχή του για το συμβάν, όπου εξέφρασε τη «λύπη του για την ταλαιπωρία που προκλήθηκε» στους ξένους διπλωμάτες. «Η αντιπροσωπεία παρέκκλινε από την εγκεκριμένη διαδρομή και εισήλθε σε μια περιοχή όπου δεν είχε εξουσιοδότηση να βρίσκεται», υποστήριξε ο ισραηλινός στρατός στην ανακοίνωσή του. «Ισραηλινοί στρατιώτες που επιχειρούσαν στην περιοχή έριξαν προειδοποιητικά πυρά για να τους κρατήσουν μακριά».

«Αυτό είναι ένα σοβαρό περιστατικό στο οποίο θα αντιδράσουμε κατάλληλα, μετά από διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας», ανέφερε ο Δυτικός αξιωματούχος.

Η Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ), που διοργάνωσε την επίσκεψη των διπλωματών, κατηγόρησε Ισραηλινούς στρατιώτες ότι άνοιξαν πυρ με «πραγματικά πυρά» εναντίον της αντιπροσωπείας.

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές και το παλαιστινιακό πρακτορείο ειδήσεων Wafa, στην επίσκεψη συμμετείχαν διπλωμάτες από την Κίνα, την Τουρκία, τον Καναδά την Ιαπωνία και το Μεξικό, καθώς και από πολλές ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Ισπανίας.

Το υπουργείο Εξωτερικών της ΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα ένα σύντομης διάρκειας βίντεο που δείχνει δεκάδες άτομα, συμπεριλαμβανομένων φωτογράφων, κοντά σε ένα σημείο ελέγχου του στρατού στην Τζενίν. Δύο άτομα που φορούν στολές του ισραηλινού στρατού φαίνονται να σημαδεύουν με όπλα την ομάδα των διπλωματών. Έπειτα ακούγονται πυροβολισμοί και η ομάδα των διπλωματών τρέχει πίσω στα αυτοκίνητά της.

Το παλαιστινιακό ΥΠΕΞ στην ανακοίνωσή του καταδίκασε την «κατάφωρη και σοβαρή παραβίαση του διεθνούς δικαίου» από τις «ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις».

Η εφημερίδα Times of Israel ανέφερε πως οι στρατιώτες πυροβόλησαν στον αέρα από το εσωτερικό του καταυλισμού προσφύγων της Τζενίν, λέγοντας πως δεν έχουν αναφερθεί τραυματισμοί.

«Ήταν το τελευταίο τμήμα της επίσκεψης και ξαφνικά ακούσαμε πυροβολισμούς από τον καταυλισμό προσφύγων της Τζενίν», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας διπλωμάτης που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί. «Δεν πυροβόλησαν μία ή δύο φορές. Ήταν σαν επαναλαμβανόμενοι πυροβολισμοί. Αυτό είναι τρέλα. Δεν είναι φυσιολογικό», είπε.

Η ΕΕ επανεξετάζει τη συμφωνία εμπορίου με το Ισραήλ λόγω της επιχείρησης στη Γάζα

Σε φάση επανεξέτασης εισέρχεται η πολιτική και οικονομική συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ισραήλ, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες για την ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα. Η εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής, Κάγια Κάλλας, ανακοίνωσε την Τρίτη ότι οι Βρυξέλλες λαμβάνουν υπόψη τους τη «καταστροφική» κατάσταση στον παλαιστινιακό θύλακα και πως εξετάζουν άμεσα τη σχέση τους με το Ισραήλ.

«Η ανθρωπιστική βοήθεια που επιτρέπει το Ισραήλ να εισέλθει στη Γάζα είναι, βεβαίως, ένα θετικό βήμα, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό», δήλωσε η κ. Κάλλας στους δημοσιογράφους. «Η βοήθεια πρέπει να ρέει άμεσα, απρόσκοπτα και σε μεγάλη κλίμακα – αυτό είναι το ελάχιστο αναγκαίο. Η άσκηση πιέσεων είναι απαραίτητη ώστε να αλλάξει η παρούσα κατάσταση», συμπλήρωσε.

Το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ, πάντως, απέρριψε τις ευρωπαϊκές επικρίσεις, σημειώνοντας ότι αντικατοπτρίζουν ελλιπή κατανόηση της σύνθετης πραγματικότητας που αντιμετωπίζει η χώρα. «Οι θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραγνωρίζουν τις πολλαπλές προκλήσεις και τα πραγματικά διλήμματα ασφαλείας του Ισραήλ», τόνισε στη δική του ανακοίνωση το Ισραηλινό ΥΠΕΞ, έπειτα από την τοποθέτηση της κ. Κάλλας.

Η συζήτηση για τη δυνατότητα αναθεώρησης των εμπορικών σχέσεων της ΕΕ με το Ισραήλ έρχεται σε μία περίοδο γενικής όξυνσης των ευρωπαϊκών επικρίσεων, με αφορμή τον πολύ μεγάλο αριθμό θυμάτων και την ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα. Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ζητούν από το Ισραήλ να διασφαλίσει σημαντικά μεγαλύτερη πρόσβαση στη βοήθεια και να σταματήσει τις επιχειρήσεις που πλήττουν τους αμάχους.

Το μέλλον της συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Ισραήλ παραμένει αβέβαιο, ενώ η πίεση προς το Τελ Αβίβ διαρκώς αυξάνεται στον απόηχο των εξελίξεων στη Γάζα.

Με την συμβολή των Associated Press και Reuters

Δεκάδες πτώματα σε νοσοκομείο της Λιβύης μετά από συγκρούσεις αντίπαλων πολιτοφυλακών

Τουλάχιστον 58 αγνώστου ταυτότητας πτώματα εντοπίστηκαν σε νοσοκομείο της Τρίπολης μετά από πρόσφατες συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων ένοπλων ομάδων στη δυτική Λιβύη, σύμφωνα με τις τοπικές αρχές.

Όπως ανέφερε το υπουργείο Εσωτερικών της χώρας, έχουν ξεκινήσει έρευνες για την ταυτοποίηση των πτωμάτων, με 23 από αυτά να έχουν ήδη εξεταστεί. Στην ίδια ανακοίνωση, τονιζόταν ότι ελήφθησαν όλα τα απαραίτητα νομικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της τεκμηρίωσης στοιχείων και της συλλογής δειγμάτων.

Τα πτώματα εντοπίστηκαν στις 19 Μαΐου σε νοσοκομείο που ελεγχόταν από τοπική πολιτοφυλακή, της οποίας ο ηγέτης σκοτώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα σε επίθεση από αντίπαλη ένοπλη οργάνωση. Μέχρι πρόσφατα, η περιοχή Αμπού Σαλίμ βρισκόταν υπό τον έλεγχο του λεγόμενου «Μηχανισμού Στήριξης της Σταθερότητας» (Stabilization Support Apparatus – SSA).

Στις 12 Μαΐου, ο επικεφαλής του SSA, Αμπντελγκανί Κικλί —γνωστός και ως Γκανίουα— σκοτώθηκε στην Τρίπολη από μέλη της αντίπαλης ένοπλης οργάνωσης «Ταξιαρχία 444».

Παράλληλα, μονάδες του SSA σε άλλες περιοχές της δυτικής Λιβύης δέχθηκαν επίθεση και υπέστησαν ήττα από ένοπλες ομάδες που φέρονται να είναι ευθυγραμμισμένες με τον πρωθυπουργό Αμπντελχαμίντ Αλ Ντμπεϊμπά, επικεφαλής της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας (Government of National Unity- GNU) με έδρα την Τρίπολη.

Την επόμενη ημέρα, σφοδρές συγκρούσεις ξέσπασαν στην Τρίπολη μεταξύ πολιτοφυλακών που υποστηρίζουν τον Ντμπεϊμπά και της ένοπλης ομάδας «Δύναμη Ειδικής Αποτροπής» (γνωστής και ως Rada), η οποία αντιτίθεται στον πρωθυπουργό.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, τουλάχιστον οκτώ άμαχοι σκοτώθηκαν κατά τις συγκρούσεις.

Μετά από δύο ημέρες έντασης, το υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι τακτικές δυνάμεις, σε συντονισμό με τις αρμόδιες υπηρεσίες ασφαλείας, έλαβαν μέτρα για την αποκατάσταση της τάξης, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης ουδέτερων μονάδων.

Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών, τα πτώματα εντοπίστηκαν στο Νοσοκομείο Αμπού Σαλίμ, το οποίο βρίσκεται στη πυκνοκατοικημένη ομώνυμη συνοικία της Τρίπολης. Δύο ημέρες νωρίτερα, εννέα ακόμη αγνώστου ταυτότητας πτώματα είχαν βρεθεί στο Νοσοκομείο Αλ Χάντρα της ίδιας περιοχής, όπως ανέφεραν οι αρχές.

Η εξουδετέρωση του SSA φαίνεται να ενίσχυσε τη θέση του Ντμπεϊμπά, ο οποίος παραμένει επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης και θεωρείται σύμμαχος της Τουρκίας.

Όπως και το GNU, ο SSA λειτουργούσε στο πλαίσιο του Προεδρικού Συμβουλίου που σχηματίστηκε το 2021 μέσα από μια πολιτική διαδικασία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Την ίδια χρονιά, οι προγραμματισμένες εκλογές δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω συνεχιζόμενων διαφωνιών μεταξύ αντίπαλων παρατάξεων, γεγονός που επέτρεψε στον Ντμπεϊμπά να παραμείνει στην εξουσία.

Αιτήματα για παραίτηση του πρωθυπουργού

Στις 16 Μαΐου, τρεις υπουργοί της GNU υπέβαλαν αιφνιδίως την παραίτησή τους, την ώρα που εκατοντάδες διαδηλωτές είχαν συγκεντρωθεί στην Πλατεία των Μαρτύρων της Τρίπολης, ζητώντας την αποχώρηση του Ντμπεϊμπά και τη διεξαγωγή εκλογών. Οι διαδηλωτές τον κατηγόρησαν ότι αδυνατεί να αποκαταστήσει την ηρεμία στην πρωτεύουσα και να περιορίσει την επιρροή των ένοπλων ομάδων.

Την ίδια ημέρα, η Αποστολή του ΟΗΕ στη Λιβύη εξέφρασε ανησυχία για τη συνεχιζόμενη βία, καλώντας όλες τις πλευρές να διασφαλίσουν την προστασία του άμαχου πληθυσμού της Τρίπολης.

Λίβυοι διαδηλωτές συγκεντρώνονται στην πλατεία Μαρτύρων για να ζητήσουν την παραίτηση της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, στην Τρίπολη της Λιβύης, στις 16 Μαΐου 2025. (AFP μέσω Getty Images)

 

Σε τηλεοπτικό του διάγγελμα στις 17 Μαΐου, ο Ντμπεϊμπά ανέφερε ότι η εξάλειψη των ένοπλων ομάδων που λειτουργούν εκτός κρατικού ελέγχου αποτελεί «ένα συνεχιζόμενο έργο». Υπογράμμισε, επίσης, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει επιείκεια απέναντι σε όποιον συνεχίζει να εμπλέκεται σε φαινόμενα διαφθοράς ή εκβιασμού. Στόχος της κυβέρνησης, όπως είπε, είναι η δημιουργία μιας Λιβύης απαλλαγμένης από πολιτοφυλακές και διαφθορά.

Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το γραφείο του στις 18 Μαΐου, υπογραμμίστηκε ότι η GNU επιδιώκει την «εξάλειψη των ένοπλων σχηματισμών που δεν υπάγονται σε αστυνομικές ή στρατιωτικές δομές».

Η Λιβύη παραμένει σε κατάσταση σχετικής αστάθειας από το 2011, όταν μια εξέγερση με τη στήριξη του ΝΑΤΟ οδήγησε στην ανατροπή και τον θάνατο του Μουάμαρ Καντάφι. Από το 2014, η χώρα έχει διαιρεθεί μεταξύ δύο αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων: της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στη δυτική Λιβύη και του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, που διατηρεί τον έλεγχο της ανατολικής Λιβύης.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ουγγρικό «διαζύγιο» με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: Εγκρίθηκε ο νόμος αποχώρησης

Η Ουγγρική Βουλή ενέκρινε, τη Δευτέρα 20 Μαΐου, το νομοσχέδιο που θέτει σε κίνηση τη διαδικασία αποχώρησης της χώρας από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), μια απόφαση που αναμένεται να ολοκληρωθεί σε διάστημα ενός έτους.

Η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν ανακοίνωσε την πρόθεσή της για αποχώρηση τον Απρίλιο, αμέσως μετά την παρουσία του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, στη Βουδαπέστη — μια επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε παρά το ένταλμα σύλληψης που είχε εκδώσει το ΔΠΔ σε βάρος του Ισραηλινού ηγέτη.

Ο Όρμπαν δεν έκρυψε την δυσφορία του για την απόφαση του ΔΠΔ, χαρακτηρίζοντάς το ως «όχι πια ένα αμερόληπτο δικαστήριο του κράτους δικαίου, αλλά ένα πολιτικό δικαστήριο». Ούτως ή άλλως, αρνήθηκε τη σύλληψη Νετανιάχου, καταγγέλλοντας την απόφαση του ΔΠΔ ως «προκλητική, κυνική και παντελώς απαράδεκτη».

Στην ψηφοφορία της Τρίτης, 134 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης από το ΔΠΔ και 37 κατά. Το σχετικό νομοσχέδιο τονίζει: «Η Ουγγαρία απορρίπτει κατηγορηματικά τη χρήση διεθνών οργανισμών — και ειδικά ποινικών δικαστηρίων — ως εργαλεία πολιτικής πίεσης».

Από την πλευρά του, ο Νετανιάχου χαιρέτισε την ουγγρική απόφαση, κάνοντάς λόγο για «μία γενναία και αρχών επιλογή».

Το σημείο τριβής δημιουργήθηκε μετά το ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε το ΔΠΔ τον Νοέμβριο του 2024 σε βάρος του Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας του Ισραήλ, Γιοάβ Γκαλάντ, κατηγορώντας τους για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας σχετικά με τον πόλεμο στη Γάζα κατά της Χαμάς. Η Χάγη κατηγορεί το Ισραήλ, μεταξύ άλλων, για «χρήση λιμού ως όπλο πολέμου» μέσω του περιορισμού ανθρωπιστικής βοήθειας και για εσκεμμένες επιθέσεις κατά αμάχων. Το Τελ Αβίβ απορρίπτει τις κατηγορίες ως αβάσιμες.

Οι ισραηλινές αρχές υποστηρίζουν ότι το ΔΠΔ έχασε την αξιοπιστία του προχωρώντας σε διώξεις εναντίον δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών που ασκούν το δικαίωμα άμυνας, επιμένοντας ότι οι διώξεις έχουν πολιτικά κίνητρα και εδράζονται σε αντισημιτισμό.

Σημειώνεται ότι τυπικά η αποχώρηση μιας χώρας από το ΔΠΔ ολοκληρώνεται ένα χρόνο μετά τη γραπτή γνωστοποίηση στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ.

Το ΔΠΔ ιδρύθηκε το 1998 με το Καταστατικό της Ρώμης, ως δικαστήριο που θα παρείχε λύση όταν δεν υπήρχαν άλλες δυνατότητες απονομής δικαιοσύνης για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονίες. Ξεκίνησε να λειτουργεί το 2002 και η Ουγγαρία υπήρξε ιδρυτικό μέλος του.

Όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ — συμπεριλαμβανομένης της Ουγγαρίας — είναι μέλη του ΔΠΔ, κάτι που σημαίνει πως έχουν υποχρέωση εκτέλεσης των ενταλμάτων καθώς δεσμεύονται από το Καταστατικό της Ρώμης. Ανάμεσα στα μέλη συγκαταλέγεται και η – αμφιλεγόμενη διεθνώς – «Παλαιστινιακή Αρχή».

Αντίθετα, μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, το Ισραήλ, η Ινδία, το Πακιστάν, η Τουρκία και το Ιράν δεν έχουν προσχωρήσει στο Δικαστήριο.

Η ουγγρική αποχώρηση δεν είναι το μόνο μέτωπο κατά του ΔΠΔ το τελευταίο διάστημα. Τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε προεδρικό διάταγμα για επιβολή περιορισμών εισόδου και οικονομικών κυρώσεων σε όσους βοηθούν το ΔΠΔ να ερευνήσει τον ρόλο των ΗΠΑ ή συμμάχων τους.

Όπως αναφέρεται στη σχετική διάταξη: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν απτές και σημαντικές κυρώσεις σε όσους ευθύνονται για τις παραβιάσεις του ΔΠΔ, που μπορεί να περιλαμβάνουν και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, αλλά και απαγόρευση εισόδου στη χώρα τόσο για τα στελέχη και συνεργάτες του ΔΠΔ όσο και για τις οικογένειές τους, καθώς η παραμονή τους στις ΗΠΑ θα μπορούσε να θίξει τα συμφέροντά μας».

Σύμφωνα με την αμερικανική Προεδρία, οι ΗΠΑ «παραμένουν προσηλωμένες στη λογοδοσία και στην ειρηνική διευθέτηση των διεθνών υποθέσεων, αλλά το ΔΠΔ και τα μέρη της Ρώμης οφείλουν να σεβαστούν την απόφαση των ΗΠΑ και άλλων κρατών να μην υπαχθούν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ, όπως αρμόζει στα κυριαρχικά τους δικαιώματα».

Μεταξύ όσων στοχοποιήθηκαν από τις αμερικανικές κυρώσεις ήταν και ο τότε επικεφαλής εισαγγελέας του ΔΠΔ, Καρίμ Καν.

Τον Μάιο του 2024, ο Καρίμ Καν εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά των ηγετών της Χαμάς Γιαχία Σινουάρ, Μοχάμεντ Ντέιφ και Ισμαήλ Χανίγια, για εγκλήματα πολέμου όπως η ομηρεία, αλλά και για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών. Και οι τρεις επικεφαλής της Χαμάς είναι πλέον νεκροί.

Διορία 10 ημερών από τη Δαμασκό για την ένταξη ενόπλων ομάδων στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας

Η νέα ισλαμιστική κυβέρνηση της Συρίας, που ανέλαβε την εξουσία μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ τον περασμένο Δεκέμβριο, κάλεσε όλες τις ανεξάρτητες ένοπλες ομάδες να ενταχθούν στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας εντός δέκα ημερών, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν κυρώσεις, σύμφωνα με ανακοίνωση του Σύρου υπουργού Άμυνας, Μούρχαφ Αμπού Κάσρα.

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση που εκδόθηκε το βράδυ της 17ης Μαΐου, ο Αμπού Κάσρα δήλωσε ότι «στρατιωτικές μονάδες» έχουν ήδη ενταχθεί σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο υπό κυβερνητικό έλεγχο.

Ο ίδιος τόνισε την ανάγκη να προχωρήσουν και οι υπόλοιπες μικρότερες στρατιωτικές ομάδες στην ένταξή τους στο υπουργείο Άμυνας «εντός μέγιστου χρονικού διαστήματος δέκα ημερών», ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία ενοποίησης και οργάνωσης.

Η ανακοίνωση δεν διευκρίνιζε ποιες ομάδες αφορά τελικά το τελεσίγραφο, ενώ εκτιμάται ότι δεν στρέφεται κατά των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), κουρδο-αραβικής ένοπλης συμμαχίας που υποστηρίζεται από την Ουάσιγκτον και ελέγχει μεγάλο μέρος της βορειοανατολικής Συρίας.

Ήδη από τον Μάρτιο, ο SDF είχε υπογράψει συμφωνία με τη Δαμασκό για την ένταξη των μαχητών της στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και για την παράδοση του ελέγχου των περιοχών και θεσμών που διαχειρίζεται στο συριακό κράτος.

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, είχε τότε χαιρετίσει τη συμφωνία, δηλώνοντας ότι η Ουάσιγκτον παραμένει προσηλωμένη σε μια πολιτική μετάβαση στη Συρία «με πειστική και μη σεχταριστική διακυβέρνηση, ως τη βέλτιστη οδό για την αποφυγή νέας σύγκρουσης».

Ωστόσο, στις 15 Μαΐου, η Τουρκία—η οποία θεωρεί τον SDF τρομοκρατική οργάνωση—δήλωσε πως οι όροι της συμφωνίας δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί στην πράξη.

Όπως ανέφερε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, έπειτα από συναντήσεις με τον Ρούμπιο και τον Σύρο ομόλογό του στην Αττάλεια, «αναμένουμε την υλοποίηση αυτών των βημάτων». Ο Φιντάν υπογράμμισε ότι «για να επιτευχθεί σταθερότητα στη Συρία, απαιτείται μια συνολική κυβέρνηση και μία ενιαία, νόμιμη ένοπλη δύναμη».

Συνεχιζόμενη βία

Το καθεστώς του Σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ ανατράπηκε τον Δεκέμβριο από επίθεση ανταρτών με επικεφαλής την οργάνωση Χεζμπ Ταχρίρ Αλ Σαμ (HTS), σουνιτική ένοπλη ομάδα με παρελθόν συνδεδεμένο με την Αλ Κάιντα.

Έκτοτε, η νέα κυβέρνηση υπό την HTS έχει επιχειρήσει να εδραιώσει τον έλεγχό της και να ενοποιήσει τις πολυδιασπασμένες ένοπλες ομάδες υπό κρατική διοίκηση.

Λίγο μετά την ανατροπή του προηγούμενου καθεστώτος, σουνιτικές ένοπλες οργανώσεις που είχαν πολεμήσει κατά του Άσαντ—συμπεριλαμβανομένης της HTS—συμφώνησαν να ενταχθούν στο κρατικό σύστημα ασφάλειας.

Απόφοιτοι των δυνάμεων γενικής ασφάλειας της Συρίας υπό τη νέα διοίκηση της χώρας παρευρίσκονται σε τελετή στην , στις 12 Φεβρουαρίου 2025. (Aaref Watad/AFP μέσω Getty Images)

 

Ωστόσο, στη Συρία εξακολουθούν να δρουν ανεξάρτητες ένοπλες ομάδες, κάποιες εκ των οποίων στηρίζουν τη νέα κυβέρνηση, ενώ άλλες της εναντιώνονται.

Τον Μάρτιο, σουνίτες μαχητές στην επαρχία Λαττάκειας σκότωσαν εκατοντάδες μέλη της κοινότητας των Αλαουιτών, θρησκευτικής μειονότητας από την οποία κατάγεται η οικογένεια Άσαντ.

Τον Απρίλιο, δεκάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν στη νότια Συρία, ύστερα από συγκρούσεις ανάμεσα σε σουνίτες ενόπλους και μέλη της μειονότητας των Δρούζων.

Στις 17 Μαΐου, συριακές δυνάμεις ασφαλείας πραγματοποίησαν επιχειρήσεις κατά στόχων που συνδέονται με την τρομοκρατική οργάνωση ISIS στο Χαλέπι, κατά τις οποίες, σύμφωνα με τις αρχές, σκοτώθηκαν τρία μέλη της οργάνωσης.

Το υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε επίσης τον θάνατο ενός μέλους των δυνάμεων ασφαλείας και τη σύλληψη άλλων τεσσάρων υπόπτων.

Την επόμενη ημέρα, τρεις αστυνομικοί σκοτώθηκαν όταν παγιδευμένο αυτοκίνητο εξερράγη κοντά σε αστυνομικό τμήμα στην επαρχία Ντέιρ Εζ Ζορ, σύμφωνα με το συριακό κρατικό πρακτορείο SANA.

Μέχρι την ώρα δημοσίευσης δεν είχε υπάρξει ανάληψη ευθύνης για την επίθεση.

Στο μεταξύ, κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία στις 13–14 Μαΐου, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συναντήθηκε με τον Άχμεντ Αλ Σαρά, μεταβατικό ηγέτη της Συρίας και επικεφαλής της HTS.

Μετά τη συνάντηση, ο Τραμπ ανακοίνωσε την άρση των μακροχρόνιων αμερικανικών κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στο καθεστώς Άσαντ.

Ο Σύρος υπουργός Εσωτερικών, Άνας Χατάμπ, δήλωσε ότι η απόφαση αυτή θα συμβάλει στην «εδραίωση της ασφάλειας και της σταθερότητας και στην προώθηση της κοινωνικής ειρήνης στη Συρία και στην ευρύτερη περιοχή».

Με πληροφορίες του Reuters