Δευτέρα, 15 Σεπ, 2025

Το κινεζικό καθεστώς παραμένει ένας από τους χειρότερους καταπατητές της θρησκευτικής ελευθερίας

Η Επιτροπή των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία (U.S. Commission on International Religious Freedom-USCIRF) ανέφερε στην ετήσια έκθεσή της για το 2025, που δημοσιεύθηκε στις 25 Μαρτίου, ότι το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας συνεχίζει να εφαρμόζει την «διαβρωτική πολιτική της σινοποίησης» εις βάρος θρησκευτικών ομάδων. Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ομοσπονδιακή επιτροπή, οι συνθήκες θρησκευτικής ελευθερίας στην Κίνα το 2024 παρέμειναν «μεταξύ των χειρότερων παγκοσμίως», καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) εξακολουθεί να επιβάλλει την ιδεολογική του ατζέντα σε κάθε πτυχή της θρησκευτικής ζωής.

Κατά την παρουσίαση της έκθεσης, αρκετοί νομοθέτες εξέφρασαν τις ανησυχίες τους, μεταξύ αυτών και ο Τζον Μούλεναρ (R-Mich.), πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής για το ΚΚΚ. Ο ίδιος δήλωσε ότι η πολιτική σινοποίησης της θρησκείας από το Πεκίνο συνιστά μια ολομέτωπη επίθεση στην πίστη και στους πολίτες που επιλέγουν να πιστεύουν σε κάτι ανώτερο από τον κομμουνισμό.

Η έκθεση αναφέρει ότι το ΚΚΚ επιδίδεται επί δεκαετίες σε διώξεις κατά των θρησκευτικών κοινοτήτων, ενώ καταγράφει εγκλήματα όπως η γενοκτονία των Ουιγούρων, οι στρατόπεδα εγκλεισμού, η καταστροφή τζαμιών και η υποχρεωτική στείρωση γυναικών. Γίνεται επίσης αναφορά στην αλλοίωση ιερών κειμένων, συμπεριλαμβανομένης της Βίβλου, με στόχο – σύμφωνα με την έκθεση – τη διαστρέβλωση των θρησκευτικών διδαχών σε κομμουνιστική προπαγάνδα.

Το κινεζικό καθεστώς διεξάγει πόλεμο κατά της πίστης για περισσότερα από 100 χρόνια, με τους διαδοχικούς ηγέτες του Κόμματος να έχουν ξεκινήσει τη μία εκστρατεία μετά την άλλη για την καταστολή και τον έλεγχο των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Κίνα.

Η USCIRF επισημαίνει ότι οι κινεζικές αρχές στοχεύουν συγκεκριμένες θρησκευτικές ομάδες, όπως τους μουσουλμάνους Ουιγούρους, τους Χούι, τους Θιβετιανούς βουδιστές, τους Χριστιανούς και τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ. Αναφέρει επίσης ότι το καθεστώς χρησιμοποιεί τεχνολογίες μαζικής παρακολούθησης, όπως τεχνητή νοημοσύνη, αναγνώριση προσώπου και φωνής, για να επιτηρεί αυτές τις ομάδες.

Υποθέσεις διώξεων

Στην έκθεση κατονομάζονται άτομα που υπέστησαν διώξεις, μεταξύ αυτών ο προτεστάντης πάστορας Καν Σιαογιόνγκ, ο οποίος καταδικάστηκε σε 14 χρόνια φυλάκισης τον Ιανουάριο του 2024 με κατηγορίες που, σύμφωνα με την USCIRF, στερούνται βάσης.

Ένα ακόμη παράδειγμα είναι η υπόθεση της Σου Να, ασκούμενης του Φάλουν Γκονγκ, η οποία καταδικάστηκε το 2022 σε οκταετή κάθειρξη. Η Σου ήταν μία από τους 11 ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ που φυλακίστηκαν επειδή παρείχαν πληροφορίες στην Epoch Times σχετικά με την αρχική διαχείριση της πανδημίας COVID-19 από την Κίνα.

Το Φάλουν Γκονγκ, γνωστό και ως Φάλουν Ντάφα, αποτελεί παραδοσιακή πνευματική πρακτική που περιλαμβάνει διαλογιστικές ασκήσεις και ηθικές διδασκαλίες βασισμένες στις αρχές της αλήθειας, της καλοσύνης και της ανεκτικότητας. Το 1999, το ΚΚΚ αποφάσισε να εξαλείψει την πρακτική, καθώς ο αριθμός των ασκούμενων είχε ξεπεράσει τα μέλη του Κόμματος, φτάνοντας τα 70 εκατομμύρια, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις.

Η καταστολή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με εκατομμύρια άτομα να κρατούνται σε φυλακές, στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και άλλες εγκαταστάσεις, ενώ πολλές χιλιάδες έχουν βασανιστεί ή εκτελεστεί, σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφόρησης για το Φάλουν Ντάφα.

Συλλήψεις κατασκόπων

Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης περιπτώσεις ατόμων που συνελήφθησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για συνεργασία με το κινεζικό καθεστώς. Ο μηχανικός Λι Πινγκ, πολιτογραφημένος Αμερικανός πολίτης, καταδικάστηκε τον Νοέμβριο σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης για κατασκοπεία υπέρ της Κίνας, μεταφέροντας πληροφορίες για αντιφρονούντες στις κινεζικές αρχές.

Σε ξεχωριστή υπόθεση, ο Τζον Τσεν καταδικάστηκε σε 20 μήνες φυλάκισης επειδή επιχείρησε να επηρεάσει την Εφορία των ΗΠΑ (IRS) ώστε να αφαιρέσει το μη κερδοσκοπικό καθεστώς του καλλιτεχνικού οργανισμού Shen Yun Performing Arts, που προβάλλει την παραδοσιακή κινεζική κουλτούρα πριν την άνοδο του ΚΚΚ στην εξουσία. Ο συνεργός του Λιν Φενγκ καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 16 μηνών αρκετούς μήνες νωρίτερα.

Η έκθεση επεσήμανε επίσης την υπόθεση κατά της Λίντα Σουν, πρώην αναπληρώτριας προσωπάρχη της κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Κάθι Χόχουλ, για φερόμενη κατασκοπεία υπέρ της Κίνας. Η Σουν φέρεται να «εμπόδισε τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης να ασχοληθεί δημοσίως με τη μαζική φυλάκιση των Ουιγούρων στην Κίνα με βάση τα στοιχεία ενός Κινέζου κυβερνητικού αξιωματούχου», ανέφερε η έκθεση.

Σχόλια

Ο Γερουσιαστής Τζέιμς Λάνκφορντ (R-Okla.), μέλος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, δήλωσε στην Epoch Times κατά τη διάρκεια εκδήλωσης ότι θα συνεχίσει να εκφράζεται ανοιχτά υπέρ της σημασίας της θρησκευτικής ελευθερίας. Τόνισε ότι έχει τοποθετηθεί επανειλημμένα επί του ζητήματος και θα συνεχίσει να το κάνει, καθώς η Κίνα εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, πως οι Ουιγούροι είναι ικανοποιημένοι και ότι κανείς δεν διώκεται. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ισχυρισμοί αυτοί είναι ψευδείς.

Υπογράμμισε επίσης ότι η δυνατότητα των ατόμων να έχουν, να αλλάζουν ή να επιλέγουν την πίστη τους θα πρέπει να θεωρείται θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για άτομα στο Θιβέτ, Ουιγούρους ή άλλες κοινότητες.

Ο Βουλευτής Μπραντ Σέρμαν (D-Calif.), μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, επεσήμανε ότι η αντιμετώπιση της καταπίεσης από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας. Ανέφερε ότι θα ήθελε να είχε επισημάνει το γεγονός ότι οι Ουιγούροι, όπως και πολλές άλλες θρησκευτικές ομάδες στην Κίνα, υφίστανται καταπίεση.

Προτάσεις

Η έκθεση περιλαμβάνει αρκετές συστάσεις προς την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, μεταξύ των οποίων η εκ νέου κατάταξη της Κίνας ως «χώρας ιδιαίτερης ανησυχίας» βάσει του Νόμου για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία (International Religious Freedom Act-IRFA) του 1998. Μια άλλη πρόταση αφορά τη συνεργασία με διεθνείς εταίρους για την επιβολή κυρώσεων σε Κινέζους αξιωματούχους και οντότητες που παραβιάζουν τη θρησκευτική ελευθερία.

Επιπλέον, η έκθεση προτείνει στο Κογκρέσο να εξετάσει τη θέσπιση νομοθεσίας που θα αυστηροποιεί τους περιορισμούς στη χρήση τεχνολογιών από την Κίνα, εφόσον αυτές συμβάλλουν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παράλληλα, εισηγείται την απαγόρευση πληρωμένων λόμπι από εκπροσώπους κινεζικών οντοτήτων που υπονομεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και την ανάδειξη των ανησυχιών για τη θρησκευτική ελευθερία στην Κίνα μέσω επισκέψεων αντιπροσωπειών, συναντήσεων και ακροάσεων.

Ο αντιπρόεδρος της USCIRF, Μέιρ Σολοβέιτσικ, δήλωσε ότι, παρά τις αυξανόμενες απειλές κατά της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων, υπάρχει πραγματική ευκαιρία να αποτραπεί οποιαδήποτε οπισθοχώρηση αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος και, εφόσον υπάρξει η απαραίτητη ενέργεια και αποφασιστικότητα, να προωθηθεί περαιτέρω. Υπογράμμισε ότι η θρησκευτική ελευθερία αποτελεί σαφή προτεραιότητα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο πρόεδρος της USCIRF, Στίβεν Σνέκ, τόνισε ότι η αμερικανική κυβέρνηση οφείλει να συνεχίσει να αντιστέκεται σθεναρά απέναντι στις απειλές κατά του παγκόσμιου δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας.

Των Frank Fang και Eva Fu

1.500 καλλιτέχνες του Shen Yun ζητούν επίσημη έρευνα για τις παρεμβάσεις της Κίνας κατά του θιάσου

Πάνω από 1.500 καλλιτέχνες και συγγενείς μελών της γνωστής ομάδας χορού και μουσικής Shen Yun υπέγραψαν αίτημα προς τις αμερικανικές αρχές ζητώντας τη διερεύνηση επιθέσεων από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), τις οποίες καταγγέλλουν ως «επιχείρηση κακόβουλης και ξένης επιρροής». Η πρωτοβουλία ανακοινώθηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαρτίου 2025 στο Lincoln Center στη Νέα Υόρκη, λίγο πριν την έναρξη παράστασης του Shen Yun.

Το Shen Yun, που είναι διεθνώς γνωστό για τις παραστάσεις παραδοσιακού κινέζικου χορού και μουσικής, ιδρύθηκε από ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ, μιας πνευματικής ομάδας που διώκεται από το κινεζικό καθεστώς. Σύμφωνα με τους υπογράφοντες, το Πεκίνο έχει εντείνει πρόσφατα τις προσπάθειές του να υπονομεύσει τις πολιτιστικές δραστηριότητες του καλλιτεχνικού θιάσου, χρησιμοποιώντας παραπληροφόρηση, νομικές επιθέσεις, αλλά και άμεσες απειλές βίας.

Τα τελευταία δύο χρόνια, όπως καταγγέλλουν οι καλλιτέχνες, σημειώθηκε κατακόρυφη αύξηση των απειλητικών ενεργειών, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων απειλών για βόμβα, που οδήγησαν ακόμα και σε εκκένωση μεγάλων θεάτρων, όπως το Kennedy Center στην Ουάσιγκτον, λίγο πριν τις προγραμματισμένες παραστάσεις του Shen Yun.

Ο παρουσιαστής της ομάδας, Λισάι Λέμις, ανέφερε: «Έχουμε οικογένειες που διώκονται στην Κίνα. Υπάρχουν καλλιτέχνες ανάμεσά μας που δεν μπόρεσαν να δουν τους γονείς τους πριν φύγουν από τη ζωή. Παρά τις δυσκολίες αυτές, συνεχίζουμε τις παραστάσεις μας, προσπαθώντας να δώσουμε φωνή σε όσους δεν μπορούν να μιλήσουν».

Παράλληλα, οι υπογράφοντες επισήμαναν ότι συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης, κυρίως τους New York Times, αναπαρήγαγαν αβάσιμους ισχυρισμούς για το εργασιακό περιβάλλον εντός του Shen Yun, χωρίς να διερευνούν τυχόν διασυνδέσεις των καταγγελόντων με το κινεζικό καθεστώς. Ο χορευτής της ομάδας, Πιοτρ Χουάνγκ, χαρακτήρισε τις κατηγορίες αυτές «προσβλητικές και αναληθείς», τονίζοντας ότι «αποσκοπούν μόνο στη δυσφήμιση της ομάδας και του έργου μας».

Η Κέι Ρούμπατσεκ, παραγωγός ντοκιμαντέρ και μητέρα καλλιτεχνών, επισήμανε ότι φοβάται για την ασφάλεια των παιδιών της, καθώς καταγράφηκαν ακόμα και προσπάθειες δολιοφθοράς στα τουριστικά λεωφορεία του Shen Yun με σκισμένα ελαστικά, κάτι που θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο. «Δεν πρόκειται απλώς για απειλές. Είναι απόπειρες εγκληματικής ενέργειας», πρόσθεσε.

Το αίτημα που υπογράφτηκε από 1.557 άτομα απαιτεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να διερευνήσει την ανάμειξη της Κίνας σε αυτές τις επιθέσεις, καθώς και από το Κογκρέσο και τον πρόεδρο την ενίσχυση προστασίας των αμερικανικών εταιρειών από την κινεζική επέμβαση. Ζητεί επίσης από τα μέσα ενημέρωσης να ενεργούν με υπευθυνότητα και να αποκαλύπτουν τυχόν δεσμούς όσων συνεργάζονται μαζί τους με το Πεκίνο.

Κατά τον Λέβι Μπρόουντι, διευθυντή του Κέντρου Πληροφόρησης Φάλουν Ντάφα, η εκστρατεία της Κίνας δεν αφορά μόνο το Shen Yun: «Αποτελεί μέρος μιας στρατηγικής του Πεκίνου για χρήση θεσμών των ΗΠΑ εναντίον της ίδιας της Αμερικής. Αν αυτό δεν αντιμετωπιστεί τώρα, δεν θα σταματήσει εδώ».

Το Shen Yun και οι υποστηρικτές του επισημαίνουν ότι παρά τις πρωτοφανείς αυτές προκλήσεις θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζουν την τέχνη τους παγκοσμίως. «Δεν μας φοβίζουν», σημείωσε ο Χουάνγκ. «Η αντίδραση του Πεκίνου δείχνει ότι είμαστε στον σωστό δρόμο».

Η Σουηδία αυξάνει δραστικά τις αμυντικές δαπάνες έως το 2030, ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός

Σε μια σημαντική αναθεώρηση των αμυντικών προτεραιοτήτων της χώρας για την προσεχή πενταετία προχωρά η σουηδική κυβέρνηση, καθώς ο πρωθυπουργός Ουλφ Κρίστερσον ανακοίνωσε πως έως το 2030 η Σουηδία θα διαθέτει πλέον για την άμυνα το 3,5% του ΑΕΠ της.

Η ανακοίνωση έγινε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο κος Κρίστερσον στη Ρώμη, στις 26 Μαρτίου 2025, σημειώνοντας ότι η νέα στρατηγική αντανακλά τις αυξημένες προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, τον Μάρτιο του 2024.

«Μια νέα εκ βάθρων κατάσταση στον τομέα της ασφάλειας επιβάλλει νέες αποφάσεις — τόσο κατεπείγουσες όσο και μακροπρόθεσμες», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός, τονίζοντας παράλληλα πως είναι αναγκαίο η Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερο μέρος της υπεράσπισης της ηπείρου.

Η Σουηδία, της οποίας οι αμυντικές δαπάνες μέχρι φέτος ανέρχονταν στο 2,4% του ΑΕΠ, είχε αρχικά στόχο να φτάσει στο 2,6% έως το 2028. Ωστόσο η τελευταία κυβερνητική κίνηση προβλέπει υψηλότερη και ταχύτερη αύξηση, υπό το πρίσμα των πιέσεων που ασκούν μεγάλες δυνάμεις εντός της συμμαχίας — ιδιαίτερα οι ΗΠΑ — προς την κατεύθυνση της δραστικής ενίσχυσης των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων.

Αναφερόμενος σε αυτό τον παράγοντα, ο κος Κρίστερσον σημείωσε ότι αναμένει το ΝΑΤΟ, στο εγγύς μέλλον, να θέσει ως νέο στόχο μεταξύ 3% και 4% του ΑΕΠ για τις δαπάνες των χωρών-μελών. Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη ζητήσει από τις χώρες του ΝΑΤΟ την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5%, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το σημερινό όριο του 2%.

Για να χρηματοδοτηθεί η φιλόδοξη αυτή αμυντική πρωτοβουλία, η σουηδική κυβέρνηση συμφώνησε με το συντηρητικό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών να εξασφαλίσει πρόσθετα δάνεια ύψους περίπου 300 δισεκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (27,6 δισ. ευρώ), τα οποία θα αποπληρωθούν έως το 2035.

Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Κρίστερσον επιβεβαίωσε πως αυξάνεται και η οικονομική βοήθεια της Σουηδίας προς την Ουκρανία, από 25 δισ. κορώνες σε 40 δισ. κορώνες για το έτος 2025, ως μέρος της ευρύτερης δέσμευσης της χώρας στην ασφάλεια της Ευρώπης.

Η Σουηδία μέχρι πρόσφατα είχε μακρά παράδοση στρατιωτικής ουδετερότητας, μεγαλύτερης των 200 χρόνων. Η ιστορική απόφαση ένταξης στο ΝΑΤΟ το Μάρτιο του 2024 σηματοδότησε μία κομβική αλλαγή, καθιστώντας άμεσα απαραίτητη την ταχεία αύξηση της αμυντικής της ικανότητας στο νέο περιβάλλον ασφαλείας.

Αυτή η κίνηση της Σουηδίας ακολουθεί ευρύτερες περιφερειακές τάσεις ενίσχυσης των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων, με αντίστοιχα μέτρα να αποφασίζονται πρόσφατα και σε άλλες χώρες, όπως στη Νορβηγία και την Πολωνία. Ειδικότερα, η Πολωνία ανακοίνωσε ότι γίνεται η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα χρησιμοποιήσει ευρωπαϊκά κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης για αμυντικούς σκοπούς, ενισχύοντας υποδομές, καταφύγια, καθώς και τις πολωνικές αμυντικές βιομηχανίες.

Η απόφαση αυτή της Σουηδίας εκτιμάται πως θα ενισχύσει περαιτέρω την αποτρεπτική δυνατότητα του ΝΑΤΟ στην περιοχή της Βαλτικής και στη Σκανδιναβία, όπου η παρουσία και η στρατηγική δραστηριότητα της Ρωσίας παραμένει ανησυχητικά έντονη. Παράλληλα, η κίνηση αυτή θα συμβάλει στη συνολικότερη προσπάθεια της συμμαχίας να ενισχύσει την ασφάλεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Πρόκειται για μία απόφαση ιστορικής σημασίας, που αναμένεται να καθορίσει την αμυντική και δημοσιονομική πολιτική της Σουηδίας για τα ερχόμενα χρόνια, αφήνοντας οριστικά πίσω της δύο αιώνες ουδετερότητας και επηρεάζοντας σημαντικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη Βόρεια Ευρώπη.

Σταθερή η αμερικανική δέσμευση στην ευρωπαϊκή άμυνα, λέει ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας

Ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας Τόρε Ο. Σάντβικ, με δήλωσή του στις 25 Μαρτίου, υπογράμμισε την ισχυρή δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην άμυνα της Ευρώπης, καθησυχάζοντας τις ανησυχίες ορισμένων Ευρωπαίων συμμάχων εν μέσω αυξανόμενων προτροπών από την αμερικανική κυβέρνηση για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή υπευθυνότητα στον τομέα της άμυνας.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο Reuters, ο κος Σάντβικ επεσήμανε πως η Νορβηγία «δεν διαπιστώνει κανένα σημάδι αποδυνάμωσης της αμερικανικής υποστήριξης» στην ασφάλεια της γηραιάς ηπείρου. Ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Μας έχει επιβεβαιωθεί από τον Αμερικανό υπουργό Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, καθώς και από τον ίδιο τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ προς πλήθος Ευρωπαίων ηγετών, ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σταθερά πίσω από το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ», αναφερόμενος στην κεντρική δέσμευση του Βορειοατλαντικού Συμφώνου για συλλογική άμυνα σε περίπτωση επίθεσης εναντίον κράτους-μέλους της συμμαχίας.

Αν και η δέσμευση των ΗΠΑ στην κοινή άμυνα δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει ζητήσει επανειλημμένα από τις ευρωπαϊκές χώρες να ενισχύσουν τις αμυντικές τους προσπάθειες ώστε να επωμιστούν μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να συνεισφέρουν περίπου τα δύο τρίτα των συνολικών αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ, στοιχείο που δημιουργεί επίμονες συζητήσεις εντός του μπλοκ για πιο δίκαιη κατανομή του κόστους.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας ότι δεν μπορεί πλέον να εξαρτάται αποκλειστικά από την αμερικανική προστασία, έχει ήδη δρομολογήσει την υλοποίηση της στρατηγικής «Ετοιμότητα 2030» (Readiness 2030). Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία στοχεύει στην ανάπτυξη μιας ισχυρής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσα από αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού κυρίως από Ευρωπαίους προμηθευτές. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε πρόσφατα σχετικά: «Η αρχιτεκτονική ασφαλείας στην οποία βασιζόμασταν δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη. Οφείλουμε να αγοράζουμε περισσότερο ευρωπαϊκά, κάτι που σημαίνει ενίσχυση της ευρωπαϊκής βάσης αμυντικής και βιομηχανικής τεχνολογίας, προώθηση της καινοτομίας και δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού».

Η στρατηγική της ΕΕ αναμένεται να κινητοποιήσει περισσότερα από 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές δαπάνες στα ερχόμενα χρόνια, προβλέποντας επίσης δάνεια προς τα κράτη-μέλη συνολικού ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ για επενδύσεις στον αμυντικό τομέα.

Από τη μεριά της, η Νορβηγία αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα, καθώς ήδη το 2024 έφθασε τον συμμαχικό στόχο του 2% του ΑΕΠ της που προορίζεται για την άμυνα και προγραμματίζει να διπλασιάσει τις αμυντικές της δαπάνες ως το 2036. Μάλιστα ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας ανέφερε ότι η κυβέρνηση του Όσλο ενδέχεται να αναθεωρήσει προς τα επάνω τα ήδη φιλόδοξα σχέδιά της, λόγω των μεταβαλλόμενων αναγκών ασφαλείας: «Διανύουμε μόλις δυόμιση μήνες σε ένα δωδεκαετές μακροπρόθεσμο πρόγραμμα άμυνας και ήδη βλέπουμε ότι πρέπει να το αναθεωρήσουμε».

Η Νορβηγία έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία για το ΝΑΤΟ, καθώς παρακολουθεί μια εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή στον βόρειο Ατλαντικό στην οποία δρουν μεταξύ άλλων πυρηνικά υποβρύχια του ρωσικού Βόρειου Στόλου. Ο Σάντβικ χαρακτήρισε τη συνεργασία της χώρας του με τις ΗΠΑ στη συγκεκριμένη περιοχή ως «εξαιρετικά σημαντική» και επεσήμανε ότι υπάρχει «καλή επικοινωνία» για τα κοινά σχέδια στον τομέα της άμυνας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η παραδοχή της ανάγκης για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή στρατιωτική αυτονομία δεν σημαίνει απαραίτητα αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ευρωπαϊκό αμυντικό χάρτη αλλά, αντίθετα, επισημαίνει την ανάγκη μιας πιο ισορροπημένης συμμαχίας, όπου όλα τα μέρη θα αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.

Η τρέχουσα δυναμική υπογραμμίζει ότι η ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται πλέον σε μια φάση επαναπροσδιορισμού, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να διατηρούν σταθερά δεσμευμένες στο ΝΑΤΟ, αλλά σαφέστατα ζητώντας μεγαλύτερη ευρωπαϊκή δέσμευση και περισσότερες επενδύσεις στον τομέα της άμυνας. Οι εξελίξεις των ερχόμενων ετών θα κρίνουν αν και κατά πόσο η Ευρώπη μπορεί να σταθεί πιο αυτόνομα και αποτελεσματικά έναντι των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων στον τομέα της ασφάλειας.

Τραμπ ανακοινώνει δασμούς στην αυτοκινητοβιομηχανία — Ανησυχία στις αγορές

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να ανακοινώσει την επιβολή νέων δασμών στην αυτοκινητοβιομηχανία, στο πλαίσιο των ευρύτερων προσπαθειών του για τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής και την αλλαγή των εμπορικών σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών με άλλες χώρες. Η σχετική επίσημη ανακοίνωση είναι προγραμματισμένη για την Τετάρτη 26 Μαρτίου, σύμφωνα με την εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ.

«Όλες αυτές οι δράσεις γίνονται προς το καλό της χώρας μας», δήλωσε η κα Λέβιτ σε ενημέρωση των δημοσιογράφων στις 26 Μαρτίου. «Η κυβέρνηση εργάζεται καθημερινά με στόχο το συμφέρον των Αμερικανών πολιτών».

Ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ είχε προϊδεάσει για την εξέλιξη αυτή από τη Δευτέρα, 24 Μαρτίου, όταν σε δηλώσεις του προς δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ανέφερε χαρακτηριστικά: «Θα ενεργήσουμε στο ζήτημα των αυτοκινήτων, ένα θέμα που γνωρίζετε εδώ και καιρό. Θα το ανακοινώσουμε σύντομα, ίσως μέσα στις επόμενες ημέρες. Και μετά έρχεται η 2α Απριλίου. Εκείνη την ημέρα θα ξεκινήσουν οι αμοιβαίοι δασμοί.»

Η 2α Απριλίου έχει ήδη περιγραφεί από τον Αμερικανό πρόεδρο ως «Ημέρα Απελευθέρωσης της Αμερικής», καθώς προτίθεται να επιβάλει συνολικά αμοιβαίους δασμούς σε εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Η ανακοίνωση για τους δασμούς στα αυτοκίνητα έχει ήδη προκαλέσει αναταραχή στις αμερικανικές αγορές, με τις μετοχές μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών να υποχωρούν: η Tesla Motors καταγράφει τις μεγαλύτερες απώλειες, της τάξεως του 6%, η General Motors του 1,4%, και η Ford του 1%.

Συνολικότερα, η είδηση προκάλεσε πιέσεις και στους χρηματιστηριακούς δείκτες. Ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq υποχώρησε σχεδόν κατά 400 μονάδες (2,2%), ενώ o S&P 500 και o Dow Jones κατέγραψαν πτώση 1,3% και 0,5% αντίστοιχα.

Παρά τις ανησυχίες των επενδυτών, ορισμένες διεθνείς αυτοκινητοβιομηχανίες φαίνεται να προετοιμάζονται ήδη για ενδεχόμενη μεταφορά μονάδων παραγωγής στις ΗΠΑ, ώστε να αποφύγουν τους δασμούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη ανακοίνωση της νοτιοκορεατικής Hyundai για επένδυση ύψους 20 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ, εκ των οποίων τα 5,8 δισ. προορίζονται για νέο εργοστάσιο στη Λουιζιάνα.

Παράλληλα, ο διευθύνων σύμβουλος της Volvo, Τζιμ Ρόουαν, δήλωσε ότι η εταιρεία έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει ορισμένες γραμμές παραγωγής στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις της στις ΗΠΑ, ενώ η Stellantis σκοπεύει να επαναλειτουργήσει μονάδα παραγωγής στο Ιλινόις το 2027. Επίσης, η Honda εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο παραγωγής του υβριδικού Civic στην Ιντιάνα αντί για το Μεξικό.

Ωστόσο, οι δασμοί αυτοκινήτων αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης εμπορικής στρατηγικής της κυβέρνησης Τραμπ. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ δήλωσε πρόσφατα ότι η Ουάσιγκτον προτίθεται να εξετάσει και άλλα εμπορικά εμπόδια, όπως τη νομισματική χειραγώγηση, τις κυβερνητικές επιδοτήσεις και την παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων. «Θα τους πούμε ‘να, αυτές είναι οι περιοχές όπου θεωρούμε ότι υπάρχουν αδικίες. Αν τις αντιμετωπίσετε, δεν θα υπάρξουν εμπόδια μέσω δασμών’», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Από τη άλλη πλευρά, ο πρόεδρος Τραμπ άφησε ανοιχτή την πόρτα σε ελαστικότερη προσέγγιση για συγκεκριμένες χώρες. Όπως είπε χαρακτηριστικά πριν λίγες ημέρες, «μας έχουν χρεώσει τόσο πολύ που αισθάνομαι κάπως άβολα να τους χρεώσω το ίδιο ποσό. Θα είναι ουσιαστικοί δασμοί, αλλά θα υπάρξει και ευελιξία, ανάλογα με τις συνθήκες».

Οι αποφάσεις αυτές αναμένεται να πυροδοτήσουν εκ νέου συζητήσεις γύρω από τη βιωσιμότητα των εμπορικών πολιτικών προστατευτισμού και των συνεπειών τους στην παγκόσμια οικονομία. Για τώρα, πάντως, τα βλέμματα των επενδυτών, της αγοράς και των ξένων κυβερνήσεων είναι στραμμένα στις επικείμενες επίσημες ανακοινώσεις της Ουάσιγκτον.

Την αντίθεσή του στο σχέδιο «υπερ-πρεσβείας» της Κίνας στο Λονδίνο εξέφρασε το δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ

Τοπικό δημοτικό συμβούλιο στη Βρετανία εξέδωσε ψήφισμα που εκφράζει επίσημα την αντίθεσή του στο σχέδιο της Κίνας για την ανέγερση «υπερ-πρεσβείας» στην τοποθεσία του πρώην Royal Mint Court στο κέντρο του Λονδίνου. Το ψήφισμα προτάθηκε στο δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ, προαστίου δυτικά του Λονδίνου, το βράδυ της 20ής Μαρτίου, από τον Άντι Νγκ Σίου-Χονγκ, πρώην δημοτικό σύμβουλο του Χονγκ Κονγκ και νυν μέλος του βρετανικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος στην περιοχή.

Ο Άντι Νγκ, που μετοίκησε στη Βρετανία μετά την παραίτησή του από το δημοτικό συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ το 2021 λόγω του πολιτικού κλίματος και της καταστολής από τον κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς, υπογράμμισε στην ομιλία του την ανησυχία των κατοίκων του Γουόκιγχαμ και της ευρύτερης κοινότητας των Βρετανών πολιτών από το Χονγκ Κονγκ σχετικά με την πιθανή ενίσχυση της επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) στη Βρετανία.

«Η κινεζική ‘υπερ-πρεσβεία’ δεν είναι απλώς ένα κτήριο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Νγκ. «Δημιουργεί ανησυχίες για τη δημιουργία κέντρων κατασκοπείας, παράνομων αστυνομικών σταθμών εκτός χώρας, καθώς και για τη δυνατότητα άσκησης διεθνούς καταστολής, με δυνητικά επικίνδυνες συνέπειες για τη Βρετανία.»

Στο ψήφισμα αναφέρθηκε επίσης η μεγάλη διαδήλωση της 8ης Φεβρουαρίου στον χώρο της πρώην βασιλικής υπηρεσίας Νομισματοκοπείου στο Λονδίνο. Κατά τη διάρκεια εκείνης της κινητοποίησης, χιλιάδες διαδηλωτές κατέλαβαν τους γύρω δρόμους, προκαλώντας κυκλοφοριακά προβλήματα ακόμη και στο εμβληματικό Tower Bridge, με αποτέλεσμα αρκετούς τραυματισμούς και συλλήψεις. Σύμφωνα με το ψήφισμα, η ανεπαρκής υποδομή της περιοχής δεν μπορεί να φιλοξενήσει με ασφάλεια μία τεραστίων διαστάσεων διπλωματική εγκατάσταση.

Η πρόταση του Νγκ έλαβε θερμή υποστήριξη από τα άλλα μέλη του δημοτικού συμβουλίου. Οι δημοτικοί σύμβουλοι Πρου Μπρέυ και Στήβεν Κόνγουεϋ ανέφεραν ότι αρκετοί Βρετανοί πολίτες μοιράζονται τις ανησυχίες σχετικά με το αποτύπωμα ασφάλειας που θα άφηνε η νέα «υπερ-πρεσβεία» του ΚΚΚ.

Το δημοτικό συμβούλιο ψήφισε υπέρ της πρότασης με ανάταση χεριών, με μέλη του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος και των Συντηρητικών να στηρίζουν το ψήφισμα, ενώ οι εκπρόσωποι του κόμματος των Εργατικών απείχαν της ψηφοφορίας.

Πρακτικά, το δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ θα απευθύνει ανοιχτή επιστολή προς την αντιπρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας, Άντζελα Ρέινερ, η οποία καλείται να λάβει υπ’ όψιν τις ανησυχίες αυτές και να απορρίψει τα σχέδια για την ανέγερση της κινεζικής «υπερ-πρεσβείας».

Το συγκεκριμένο θέμα έχει αποκτήσει μεγάλη σημασία λόγω της συρροής πολιτών από το Χονγκ Κονγκ στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την εισαγωγή του Σχεδίου Εθνικής Ασφάλειας από το Πεκίνο στην περιοχή, το 2020. Τα στατιστικά στοιχεία του βρετανικού υπουργείου Εσωτερικών δείχνουν πάνω από 176.000 εγκρίσεις αδειών παραμονής για πολίτες του Χονγκ Κονγκ μεταξύ 2021 και 2024.

Η ιστορικής σημασίας αυτή απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Γουόκιγχαμ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντίστοιχα ψηφίσματα και άλλων τοπικών συμβουλίων, ασκώντας πίεση στο Λονδίνο για να επανεξετάσει τη στάση του απέναντι στη διπλωματική παρουσία του Πεκίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Συναγερμός στις ΗΠΑ για την εκμετάλλευση ορυκτών από την Κίνα στην Αφρική

Σε συναγερμό βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς ειδικοί καταθέτοντας στο Κογκρέσο επεσήμαναν ότι η εντεινόμενη εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Αφρικής από την Κίνα απειλεί άμεσα την αμερικανική οικονομία, θέτει σε κίνδυνο τις εφοδιαστικές αλυσίδες και πλήττει την εθνική ασφάλεια της χώρας.

Σε συνεδρίαση της Υποεπιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων με θέμα «Μέταλλα, ορυκτά και εξορύξεις: Πώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας τροφοδοτεί συγκρούσεις και εκμετάλλευση στην Αφρική», κορυφαίοι αναλυτές υπέδειξαν συγκεκριμένους κινδύνους για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.

Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ειδικός σε θέματα ασφάλειας και ορυκτών του Ατλαντικού Συμβουλίου, Τζόζεφ Νγκουράμο, «το κινεζικό μοντέλο βασίζεται στην εκμετάλλευση των πόρων της Αφρικής προκαλώντας πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση προς όφελος του Πεκίνου». Σύμφωνα με τον ίδιο, το Πεκίνο υποστηρίζει διεφθαρμένα καθεστώτα και ελίτ που πλουτίζουν εις βάρος του τοπικού πληθυσμού. Τέτοια μοντέλα διακυβέρνησης, σύμφωνα με τον Νγκουράμο, έχουν ήδη οδηγήσει σε πολεμικές συγκρούσεις σε χώρες όπως το Σουδάν και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.

Η επιρροή της Κίνας στον μεταλλευτικό τομέα της Αφρικής είναι σχεδόν απόλυτη. Η περιοχή διαθέτει πάνω από το 40% των παγκοσμίων αποθεμάτων ορυκτών, απαραίτητων για σύγχρονες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων του κοβαλτίου, του τανταλίου και του λιθίου. Ο Νγκουράμο υπογράμμισε ότι η εξάρτηση των δυτικών χωρών από την Κίνα στον τομέα αυτό εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους, από οικονομικούς έως και στρατιωτικούς, καθώς τα ορυκτά αυτά είναι αναγκαία και για προηγμένα οπλικά συστήματα.

Έγκλημα και διαφθορά στα ορυχεία της Αφρικής

Το μέγεθος των προβλημάτων κατέδειξε η κατάθεση του αναλυτή Σάσα Λέζνεφ από τον οργανισμό The Sentry, ο οποίος ανέφερε ότι σχεδόν οι μισές από τις μεγαλύτερες κινεζικές επενδύσεις στον τομέα εξορύξεων έχουν γίνει στην υποσαχάρια Αφρική, όπου παρατηρούνται «σοβαρά προβλήματα διαφθοράς». Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στο Κονγκό η Κίνα έκλεισε συμφωνία ύψους 6,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία-κέλυφος CCC έδωσε μεγάλα χρηματικά ποσά ως δωροδοκίες σε κυβερνητικά στελέχη.

Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι και η καταγγελία περί συστηματικής παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Νγκουράμο ανέφερε ότι δεκάδες χιλιάδες παιδιά εργάζονται στην εξόρυξη ορυκτών στην Αφρική υπό απάνθρωπες συνθήκες, εκτεθειμένα σε τοξικές ουσίες, συχνά χωρίς καν στοιχειώδη εξοπλισμό προστασίας. Ανέφερε ακόμη, επικαλούμενος τη Διεθνή Αμνηστία, ότι πολλές κινεζικές εταιρείες στην περιοχή εμπλέκονται στο εμπόριο «χρυσού συγκρούσεων», χρηματοδοτώντας ένοπλες ομάδες.

Η στρατηγική σημασία του χρυσού για την Κίνα

Ο ειδικός αναλυτής Τιερί Ντονγκάλα ανέφερε στην κατάθεσή του ότι η Κίνα αγοράζει ποσότητες-ρεκόρ χρυσού από την Αφρική και άλλες περιοχές, πιθανόν για να δημιουργήσει ένα νέο ανταγωνιστικό νόμισμα στο δολάριο, ενισχύοντας τη θέση της στην παγκόσμια αγορά. Πρότεινε μάλιστα οι ΗΠΑ να προχωρήσουν σε έκδοση ειδικών αδειών εμπορίας ορυκτών ώστε να περιοριστεί η παράνομη αγορά που ελέγχεται σήμερα από κινεζικά συμφέροντα.

Αντίδραση των ΗΠΑ: Προτάσεις και προβληματισμός

Κατά την κατάθεση, ο Λέζνεφ κάλεσε την κυβέρνηση Τραμπ και τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο σε εντονότερη δράση, προτείνοντας τη δημιουργία μιας ειδικής διεθνούς πρωτοβουλίας που θα στοχεύει στον περιορισμό του παράνομου εμπορίου χρυσού και τη θέσπιση αυστηρότερων κυρώσεων εναντίον εταιρειών και ατόμων που συμμετέχουν σε διαφθορά και εμπορία «ορυκτών συγκρούσεων».

Οι ειδικοί επεσήμαναν τέλος ότι, παρά την κινεζική υπεροχή στον κλάδο, η Αμερική εξακολουθεί να διαθέτει μεγάλη ισχύ, καθώς οι κινεζικές εταιρείες χρειάζονται πρόσβαση στις αμερικανικές αγορές. Όπως κατέληξε ο Νγκουράμο, «εάν οι ΗΠΑ δεν δράσουν εγκαίρως, το κενό ηγεσίας στην Αφρική και διεθνώς θα το καλύψουν αυταρχικά καθεστώτα, επηρεάζοντας δυσμενώς τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Οι επόμενες κινήσεις που θα αναλάβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούνται καθοριστικές για τη διαμόρφωση νέων ισορροπιών στην παγκόσμια αγορά ασφαλούς εφοδιασμού και στρατηγικών πρώτων υλών.

Νέα συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για στρατηγικά ορυκτά αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε στην Ουκρανία μία νέα ολοκληρωμένη συμφωνία για τα σπάνια και στρατηγικά ορυκτά, σύμφωνα με δηλώσεις του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στις 25 Μαρτίου 2025, στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Ουκρανίας «Ukrinform». Η πρόταση έρχεται καθώς ΗΠΑ, Ουκρανία και Ρωσία βρίσκονται σε διπλωματικές διαβουλεύσεις στη Σαουδική Αραβία για τον τερματισμό της πολύχρονης πολεμικής σύγκρουσης.

Η προτεινόμενη νέα συμφωνία χαρακτηρίστηκε από τον πρόεδρο Ζελένσκι ως «πλήρους κλίμακας», ξεπερνώντας τα όρια της προηγούμενης προκαταρκτικής συμφωνίας-πλαισίου. «Η ομάδα μου με ενημέρωσε χθες για τα νέα δεδομένα», δήλωσε ο Ουκρανός πρόεδρος, προσθέτοντας: «Πρόκειται για μία μεγάλη, στρατηγική συμφωνία όπως την έχουν ήδη οραματιστεί οι Ηνωμένες Πολιτείες. Έχουν ξεπεράσει πια προηγούμενα στάδια, όπως η αρχική συμφωνία πλαισίου, και τώρα προτείνουν μία ολοκληρωμένη συμφωνία.»

Η αρχική συμφωνία είχε τεθεί στο περιθώριο τον περασμένο Φεβρουάριο, μετά την έντονη διαφωνία που προέκυψε στον Λευκό Οίκο κατά τη συνάντηση των προέδρων Τραμπ, Ζελένσκι και του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς.

Από αμερικανικής πλευράς, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε πρόσφατα πως αναμένει σύντομα την υπογραφή συμφωνίας για τα στρατηγικά ορυκτά, ενώ εξετάζεται ταυτόχρονα και η δυνατότητα ανάληψης από αμερικανικές εταιρείες της ιδιοκτησίας ή της διαχείρισης ουκρανικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. «Μιλάμε αυτή τη στιγμή και για εδάφη και για γραμμές οριοθέτησης και για μονάδες ηλεκτρικού ρεύματος ή την ιδιοκτησία τους», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι «ορισμένοι πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ πρέπει να κατέχουν και να διαχειρίζονται αυτές τις μονάδες, λόγω της τεχνογνωσίας που διαθέτουν».

Η σημασία των σπανίων γαιών εξηγείται και από την πρόσφατη αναφορά του Τραμπ πως η Ουκρανία «ουσιαστικά συμφώνησε» να παραχωρήσει πρόσβαση στις ΗΠΑ σε κοιτάσματα με εκτιμώμενη αξία που αγγίζει τα 500 δισ. δολάρια. Τα συγκεκριμένα ορυκτά είναι ζωτικής σημασίας για σύγχρονες τεχνολογίες που κυμαίνονται από ηλεκτρικά οχήματα μέχρι συστήματα καθοδήγησης πυραύλων.

Ωστόσο, σύμφωνα με έκθεση της υπηρεσίας αξιολόγησης S&P του Φεβρουαρίου 2025, η εκμετάλλευση αυτών των κοιτασμάτων δεν αναμένεται εύκολη, καθώς βασίζεται σε αξιολογήσεις της σοβιετικής εποχής. Μερικά από τα κοιτάσματα βρίσκονται σε περιοχές πίσω από γραμμές μάχης, ενώ άλλα απαιτούν προηγμένη τεχνολογία εξόρυξης και σταθερή ενεργειακή υποδομή.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, ζήτησε λεπτομερή ανάλυση και περαιτέρω διαπραγματεύσεις πριν τη λήψη αποφάσεων, σχολιάζοντας: «Θέλω να δω πρώτα πλήρες κείμενο, πλήρη διευκρίνιση όλων των επιμέρους όρων, και μόνο τότε θα προχωρήσουμε σε συζητήσεις, έχοντας επίγνωση ότι πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό έγγραφο.»

Ανάλυση και επιπτώσεις

Η υπογραφή μίας τέτοιας συμφωνίας θα μπορούσε να αποτελέσει καίριο οικονομικό και γεωπολιτικό επίτευγμα για την Ουκρανία, προσελκύοντας μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις και λειτουργώντας σε βάθος χρόνου ως μέσο ενίσχυσης της εθνικής της οικονομίας και ασφάλειας. Από την άλλη πλευρά, η άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στην εκμετάλλευση ουκρανικών πόρων, ιδιαίτερα σε έναν τόσο σημαντικό στρατηγικό τομέα, αναμένεται να έχει περιφερειακές και διεθνείς επιπτώσεις, ιδίως σε σχέση με τη Ρωσία και τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής.

Καθώς Ουκρανία και ΗΠΑ βρίσκονται σε τελική φάση συζητήσεων για τη συμφωνία, οι αποφάσεις αναμένονται σύντομα, διαμορφώνοντας τις βάσεις για ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας στον τομέα των κρίσιμων πρώτων υλών, το οποίο ενδεχομένως να επηρεάσει δραστικά την οικονομική και γεωπολιτική σταθερότητα τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης. Οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι κρίσιμες, καθώς αναμένουμε τις οριστικές αποφάσεις των δύο ηγετών.

Το Shen Yun και η πολιτιστική κληρονομιά της Κίνας μαγεύουν το Νιου Τζέρσεϋ

Η καλλιτεχνική ομάδα Shen Yun Performing Arts ζωντάνεψε τη βαθιά πολιτιστική κληρονομιά της αρχαίας Κίνας σε μία παράσταση στο State Theatre του Νιου Τζέρσεϋ, στις 22 Μαρτίου. Ο υπεύθυνος δημόσιας ενημέρωσης της πόλης, Μπερτ Μπάρον, παρέδωσε στο Shen Yun επίσημη ανακήρυξη εκ μέρους του δημάρχου Τζέημς Κέιχιλ.

«Είναι μια απίστευτη εμπειρία, τα κοστούμια, η μουσική, το συναίσθημα που σου δημιουργεί, όλα είναι τόσο μαγευτικά. Είναι συγκλονιστικό. Είναι το καλό εναντίον του κακού, και μας υπενθυμίζει πόσο καλό υπάρχει ακόμα στον κόσμο σήμερα», δήλωσε ο Μπάρον.

«Σε εμπνέει. Σε πολλά σημεία, είναι γεμάτο χαρά. Είναι πολύ φωτεινό, και η απεικόνιση των θεοτήτων, της ανθρωπότητας και της αλληλεπίδρασης τους είναι πραγματικά εξαιρετική», είπε ο επιχειρηματίας Λεν Ντελ Γκάουντιο.

«Τα χρώματα είναι πολύ ζωντανά, και τα γραφικά συμπληρώνουν υπέροχα τους χορευτές. Με κάνει να νιώθω όμορφα και ανάλαφρα», ανέφερε η σχεδιάστρια μόδας Τζόαν Ραβάσι.

Από το 2006, το Shen Yun περιοδεύει σε όλο τον κόσμο με αποστολή να αναβιώσει τον μακραίωνο παραδοσιακό κινεζικό πολιτισμό και αξίες, εμπνευσμένων από τη θεϊκή παράδοση, πριν την επικράτηση του κομμουνισμού. Το κοινό αντιδρά θετικά στην παράσταση και στον τρόπο με τον οποίο ζωντανεύει αυτές τις αξίες και αντιλαμβάνεται το βαθύτερο νόημα της.

«Είναι ένα σημαντικό μήνυμα για τη δύναμη της πνευματικότητας, της αγάπης και της σημασίας της καλοσύνης. Η καλοσύνη είναι η καλύτερη θρησκεία στον κόσμο. Ας είμαστε απλώς καλοί ο ένας με τον άλλον. Αυτή η παράσταση μας υπενθυμίζει τη σημασία της απλής καλοσύνης», πρόσθεσε ο Μπάρον.

«Αυτό είναι το μήνυμα που χρειαζόμαστε σήμερα. Χρειαζόμαστε περισσότερη ενσυναίσθηση, περισσότερη καλοσύνη και μεγαλύτερη εκτίμηση για όλα τα καλά που έχουμε», σημείωσε η παρουσιάστρια Μπελίντα Μαγιοντίαζ.

Το Shen Yun θα εμφανιστεί στο θέατρο Ντέηβιντ Χ. Κοχ του Λίνκολν Σέντερ στη Νέα Υόρκη από την Τετάρτη και θα παραμείνει εκεί μέχρι τις 12 Απριλίου.

Πηγή: ΝTDNews

Τραμπ εναντίον Κίνας: Επέκταση των περιορισμών σε τεχνολογικές εταιρείες

Οι ΗΠΑ ανακοινώνουν την ένταξη 50 κινεζικών εταιρειών σε εμπορική «μαύρη λίστα», με στόχο την προστασία της εθνικής ασφάλειας και της τεχνολογικής υπεροχής.

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε, στις 25 Μαρτίου, σε νέα αυστηροποίηση των εμπορικών περιορισμών εναντίον της Κίνας, προσθέτοντας συνολικά 80 εταιρείες στην «Entity List» του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, από τις οποίες τουλάχιστον οι 50 έχουν έδρα στην Κίνα. Η κίνηση αυτή περιορίζει δραστικά την πρόσβασή τους σε προηγμένες αμερικανικές τεχνολογίες.

«Δεν θα επιτρέψουμε σε αντίπαλες χώρες να ενισχύσουν την στρατιωτική τους ικανότητα και να απειλήσουν τις ζωές των Αμερικανών πολιτών εκμεταλλευόμενοι την αμερικανική τεχνολογία », δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ σε επίσημη ανακοίνωση.

Ανάμεσα στις εταιρείες που βρίσκονται πλέον στη λίστα είναι έξι θυγατρικές του κινεζικού κολοσσού Inspur Group, ενός από τους μεγαλύτερους παρόχους υπηρεσιών cloud στην Κίνα. Το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου τις κατηγορεί ότι βοήθησαν την Inspur στην ανάπτυξη υπερυπολογιστών με εμφανή στρατιωτική χρήση, καθώς και στην απόκτηση προηγμένης τεχνολογίας από τις ΗΠΑ για λογαριασμό του Πεκίνου.

Το 2020, η Inspur είχε ήδη χαρακτηριστεί από το αμερικανικό υπουργείο Αμύνης ως εταιρεία που συνδέεται με τον κινεζικό στρατό, ενώ το 2023 εντάχθηκε για πρώτη φορά στην «Entity List». Πέντε από αυτές τις θυγατρικές έχουν έδρα στην Κίνα και μία στην Ταϊβάν.

Η αντίδραση της Ταϊβάν ήταν άμεση, με το υπουργείο Οικονομίας να ανακοινώνει πως ξεκινάει έρευνα για πιθανές παραβάσεις των κανονιστικών περιορισμών. Σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων CNA, ο υπουργός Οικονομίας Κουό Τζιε-Χόυ δεσμεύτηκε ότι «σε περίπτωση διαπίστωσης παραβιάσεων, η κυβέρνηση θα επιβάλει άμεσα κυρώσεις».

Εκτός από την Inspur, οι ΗΠΑ επέβαλαν περιορισμούς και σε άλλες τέσσερις κινεζικές εταιρείες, μεταξύ αυτών και στη Nettrix Information Industry, τη μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία κατασκευής υπολογιστικών server. Σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, οι εταιρείες αυτές εμπλέκονται στην ανάπτυξη υπερσύγχρονων υπερυπολογιστών, γνωστών ως exascale, ικανών να επεξεργάζονται τεράστιους όγκους δεδομένων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ενισχύοντας έτσι στρατιωτικά προγράμματα του Πεκίνου.

Παράλληλα, άλλες κινεζικές οντότητες, μεταξύ των οποίων η Ακαδημία Τεχνητής Νοημοσύνης του Πεκίνου και η Beijing Innovation Wisdom Technology, εντάχθηκαν στη λίστα επειδή προσπάθησαν να αποκτήσουν κρίσιμες αμερικανικές τεχνολογίες προς ενίσχυση του στρατιωτικού εκσυγχρονισμού του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας.

Άμεση ήταν η αντίδραση του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, με τον εκπρόσωπο Γκουό Τζιακούν να κατηγορεί τις ΗΠΑ για «καταστολή κινεζικών εταιρειών», στη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης των δημοσιογράφων, στις 26 Μαρτίου.

Ο υφυπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ αρμόδιος για τη βιομηχανία και την ασφάλεια, Τζέφρυ Κέσλερ, υπογράμμισε ότι η κίνηση αυτή στοχεύει στη διασφάλιση ότι «η αμερικανική τεχνολογία δεν θα χρησιμοποιείται ποτέ ενάντια στον αμερικανικό λαό». Ο κος Κέσλερ τόνισε ότι αυτά τα μέτρα αποτελούν «ένα σαφές και ισχυρό μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις» για να παύσουν οι προσπάθειες της Κίνας να «αξιοποιεί αμερικανικές τεχνολογίες και προϊόντα σε προγράμματα που απειλούν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».

Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο, όχι μόνο στις εταιρείες που βρίσκονται πλέον στη λίστα, αλλά και στις συνολικές σχέσεις της τεχνολογικής βιομηχανίας των δύο υπερδυνάμεων. Αναλυτές εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε περαιτέρω εντατικοποίηση της αντιπαράθεσης μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου στον τομέα της τεχνολογικής καινοτομίας και ασφάλειας, με σημαντικές επιπτώσεις στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και τις εμπορικές συναλλαγές.

Συμπερασματικά, η νέα αυτή κίνηση της αμερικανικής κυβέρνησης δείχνει μία περαιτέρω σκλήρυνση απέναντι στο Πεκίνο, με τις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας να δοκιμάζονται για άλλη μια φορά. Η εξέλιξη αυτή έρχεται να ενισχύσει προηγούμενες δράσεις της Ουάσιγκτον, η οποία επιχειρεί να διαφυλάξει την τεχνολογική της υπεροχή και ασφάλεια, οδηγώντας τη σινοαμερικανική διαμάχη σε μία νέα περίοδο αυξημένης έντασης.