Τρίτη, 09 Σεπ, 2025

Δέκα φορές μεγαλύτερη άνοδος εισοδήματος επί Τραμπ σύμφωνα με τον Στήβεν Μουρ

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπερασπίστηκε το οικονομικό του έργο στις 7 Αυγούστου, παρουσιάζοντας στους δημοσιογράφους μια σειρά διαγραμμάτων για την απασχόληση και τα εισοδήματα των νοικοκυριών.

Παρουσίᾳ του Στήβεν Μουρ, συνιδρυτή της ομάδας άσκησης πίεσης «Committee to Unleash Prosperity», ο Τραμπ ανέδειξε τις οικονομικές επιδόσεις της προεδρίας του, αντιπαραβάλλοντάς τες με εκείνες του πρώην προέδρου Τζο Μπάιντεν.

Το πρώτο διάγραμμα ανέδειξε ότι το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας των ΗΠΑ υπερεκτίμησε τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας κατά το 2023 και το 2024 κατά σχεδόν 1,5 εκατομμύριο – με 855.000 θέσεις να εξαρτώνται από ετήσια αναθεώρηση των στοιχείων και 601.000 από μηνιαίες διορθώσεις.

Ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι ίσως δεν πρόκειται απλώς για σφάλμα. «Εκεί είναι το κακό», τόνισε ο πρόεδρος. «Αν ήταν λάθος, πάει κι έρχεται. Δεν νομίζω ότι είναι λάθος».

Ο Μουρ, ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου «Trumponomics», σχολίασε ότι ακόμη και αν δεν έγινε σκόπιμα, «είναι ανικανότητα».

Την περασμένη εβδομάδα, το Γραφείο ανακοίνωσε ότι η αμερικανική οικονομία δημιούργησε μόλις 73.000 νέες θέσεις εργασίας τον Ιούλιο – σημαντικά λιγότερες από τις προσδοκίες.

Παράλληλα, προχώρησε σε συνολική πτωτική αναθεώρηση των στοιχείων Μαΐου και Ιουνίου κατά 258.000 θέσεις – πρόκειται για τη μεγαλύτερη διόρθωση δύο συνεχόμενων μηνών από το 1979.

Λίγο μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων του Ιουλίου, ο πρόεδρος ανακοίνωσε την αποπομπή της Έρικα ΜακΊνταρφερ, επιτρόπου του Γραφείου.

Τα τελευταία χρόνια, το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας έχει προβεί επανειλημμένα σε σημαντικές αναθεωρήσεις στα μηνιαία στοιχεία απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.

Αν και κάποιες διορθώσεις είναι συνηθισμένες μετά από νέα συγκέντρωση στοιχείων, οι αναθεωρήσεις για τον Μάιο και τον Ιούνιο ήταν μεγαλύτερες του συνηθισμένου, όπως παραδέχθηκε το ίδιο το Γραφείο.

Τρία ακόμη διαγράμματα εξέτασαν την εξέλιξη του πραγματικού διάμεσου εισοδήματος νοικοκυριού. Χρησιμοποιώντας στοιχεία από την ετήσια έρευνα του Αμερικανικού Γραφείου Απογραφής, o Μουρ και η ομάδα του διαπίστωσαν ότι το συνολικό πραγματικό διάμεσο εισόδημα νοικοκυριού είχε αυξηθεί σχεδόν κατά 1.200 δολάρια μέχρι τον Ιούνιο του 2025.

Η ανάλυση των εισοδηματικών κλιμακίων αναδεικνύει σημαντική διαφορά μεταξύ των προεδριών Τραμπ και Μπάιντεν. Για το 50ό εκατοστημόριο, δηλαδή τα νοικοκυριά μέσου εισοδήματος, το πραγματικό διάμεσο εισόδημα αυξήθηκε άνω των 6.400 δολαρίων.

«Κύριε πρόεδρε, εξασφαλίσατε για τη μέση οικογένεια δέκα φορές μεγαλύτερη αύξηση εισοδήματος απ’ ό,τι ο Τζο Μπάιντεν, και αυτό χάρη στις πολιτικές σας», δήλωσε ο Μουρ.

Για το 25ο εκατοστημόριο των νοικοκυριών, το κέρδος σε πραγματικό εισόδημα κατά την πρώτη τετραετία Τραμπ ανήλθε σε 3.955 δολάρια, ενώ επί Μπάιντεν σημειώθηκε μείωση 172 δολαρίων.

Για το 75ο εκατοστημόριο, το εισόδημα αυξήθηκε κατά 9.855 δολάρια επί Τραμπ, περισσότερο από το σχεδόν 6.000 δολάρια κατά τη διακυβέρνηση Μπάιντεν.

Ο πρόεδρος χαρακτήρισε αυτούς τους αριθμούς «απίστευτους», προσθέτοντας: «Αν τα έλεγα αυτά, κανείς δεν θα τα πίστευε».

Γυναίκα σε κατάστημα στο Μπέρλινγκτον του Νιου Τζέρσεϋ. ΗΠΑ, 16 Φεβρουαρίου 2025. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Λευκός Οίκος επιδεικνύει θετικά μακροοικονομικά στοιχεία. Τον Ιούνιο, το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι η πραγματική μισθολογική αύξηση στους εργαζόμενους χειρωνακτικών επαγγελμάτων κατά τους πρώτους πέντε μήνες της δεύτερης θητείας Τραμπ ήταν η υψηλότερη των τελευταίων σχεδόν 60 ετών.

Από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο, η πραγματική αύξηση ωριαίας αμοιβής για τους παραγωγικούς και μη εποπτικούς υπαλλήλους ανήλθε σε 1,7%. Την ίδια περίοδο, επί Μπάιντεν, οι πραγματικές αυξήσεις στους βασικούς εργαζόμενους μειώθηκαν κατά 1,7%.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, το ξέσπασμα που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2021 έπληξε τα αμερικανικά νοικοκυριά, φθάνοντας σε τεσσαρακονταετές υψηλό τον Ιούνιο του 2022.

Συνολικά, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 20%, επηρεάζοντας τα πάντα, από τρόφιμα και καύσιμα μέχρι στέγαση. Η αγοραστική δύναμη των Αμερικανών μειώθηκε κατά περίπου 17%.

Η πραγματική αύξηση μισθών ήταν -1,5% από τον Ιανουάριο του 2021 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2024, δηλαδή ο πληθωρισμός υπερέβαινε τις αμοιβές σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν.

Δεκάδες αναφορές – από την έκθεση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ για την οικονομική ευημερία των νοικοκυριών μέχρι τον Δείκτη Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης του Conference Board –κατέδειξαν τη γενικευμένη ανησυχία της κοινής γνώμης για την οικονομία.

Παρά τη βελτίωση των αριθμών στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση, το καταναλωτικό κλίμα παρέμενε χαμηλό. Τον Ιούνιο του 2022, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο της ιστορίας του, υπό το βάρος της ανησυχίας για τον πληθωρισμό.

Ο πληθωρισμός και η οικονομία μετατράπηκαν σε κομβικά ζητήματα των εκλογών του 2024, συμβάλλοντας στην επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο με δεύτερη θητεία.

Δημοσκόπηση της Gallup, που δημοσιεύθηκε έναν μήνα πριν τις αμερικανικές εκλογές, έδειξε ότι η οικονομία αποτελούσε το σημαντικότερο ζήτημα για το 52% των ψηφοφόρων – το υψηλότερο ποσοστό από την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης.

Η ίδια έρευνα ανέδειξε ότι η πλειοψηφία των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων θεωρούσε τον Τραμπ καταλληλότερο να διαχειριστεί την οικονομία από ό,τι την αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρρις.

Επικοινωνία Σι-Πούτιν για την ουκρανική κρίση καθώς εκπνέει το τελεσίγραφο των ΗΠΑ

Στις 8 Αυγούστου, ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, συνομίλησε τηλεφωνικά με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, για την ουκρανική κρίση, όπως επιβεβαίωσε το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών.

Η τηλεφωνική επικοινωνία έλαβε χώρα λίγο πριν από πιθανή συνάντηση του Πούτιν με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και συνέπεσε με το χρονικό όριο που είχε θέσει ο Τραμπ στο Κρεμλίνο για την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας με το Κίεβο.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του Κρεμλίνου, στη διάρκεια της συνομιλίας ο Πούτιν ενημέρωσε τον Σι για τα βασικά αποτελέσματα της πρόσφατης συνάντησής του με τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή, Στηβ Γουίτκοφ, στις 6 Αυγούστου.

Οι δύο ηγέτες αντάλλαξαν απόψεις για σημαντικά διμερή και διεθνή ζητήματα, μεταξύ των οποίων και η προσεχής επίσκεψη του Πούτιν στο Πεκίνο.

Σε ενημέρωση του Πεκίνου, αναφέρεται ότι ο Πούτιν παρουσίασε στον Σι την οπτική της Μόσχας για την Ουκρανία και τις τελευταίες επαφές Ρωσίας-ΗΠΑ, εκφράζοντας παράλληλα την πρόθεσή του να διατηρήσει στενή επικοινωνία με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας.

Ο Σι ανέλυσε τη θέση του Πεκίνου σχετικά με το ουκρανικό ζήτημα, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια περίπλοκη υπόθεση χωρίς απλές λύσεις.

Όπως ανέφερε το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας, ο Σι δήλωσε: «Η κινεζική πλευρά χαίρεται να βλέπει τη Ρωσία και τις ΗΠΑ να διατηρούν επαφή, να βελτιώνουν τις σχέσεις τους και να προωθούν μια πολιτική επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία».

Στις 6 Αυγούστου, ο Τραμπ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας «μεγάλης πιθανότητας για συνάντηση που θα μπορούσε να οδηγήσει στο τέλος του πολέμου στην Ουκρανία», μετά από συνομιλίες με τον Πούτιν.

Ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε από το Οβάλ Γραφείο: «Σήμερα είχαμε πολύ καλές συνομιλίες με τον πρόεδρο Πούτιν και υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να βρισκόμαστε κοντά στη λήξη…», όταν ερωτήθηκε και για το ενδεχόμενο συνάντησης με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο προσεχές διάστημα.

Την επόμενη μέρα, το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε ότι ο Πούτιν θα συναντηθεί με τον Τραμπ εντός των επόμενων ημερών. 

Ο Τραμπ είχε προειδοποιήσει ότι θα επιβάλει αυστηρούς δασμούς στη Ρωσία, εάν δεν υπάρξει πρόοδος στις συνομιλίες για την ειρήνη στην Ουκρανία έως τις 9 Αυγούστου.

Τα μέτρα που εξετάζει η αμερικανική κυβέρνηση ενδέχεται να περιλαμβάνουν και δευτερογενείς κυρώσεις εναντίον χωρών όπως η Κίνα και η Ινδία, που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Στις 6 Αυγούστου, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για την επιβολή δασμών 25% στην Ινδία, λόγω των συνεχιζόμενων αγορών ρωσικού πετρελαίου, προσθέτοντας ότι αντίστοιχα μέτρα κατά του Πεκίνου βρίσκονται υπό εξέταση.

Σχετικά με αυτές τις απειλές των ΗΠΑ, κατά την ενημέρωση της 8ης Αυγούστου, το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας διαμήνυσε ότι σκοπεύει να συνεχίσει τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία.

Η εκπρόσωπος Κουό Τζιακούν δήλωσε: «Θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε μέτρα για τον ενεργειακό εφοδιασμό που εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα της Κίνας».

Το Πεκίνο έχει καθιερωθεί ως κρίσιμος οικονομικός αιμοδότης της Ρωσίας σε αυτήν την περίοδο πολέμου, με το διμερές εμπόριο να φτάνει τα 244,8 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, έναντι 240,1 δισεκατομμυρίων το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία των κινεζικών τελωνείων.

Επιπλέον, η Κίνα έχει επικριθεί ότι παρέχει εργαλειομηχανές, τσιπ και άλλα υλικά για πολιτικές και στρατιωτικές χρήσεις, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τον αμυντικό τομέα της Ρωσίας.

Οι ηγέτες των δύο χωρών επαναλαμβάνουν σταθερά ότι η συνεργασία τους δεν έχει όρια, όπως είχαν διακηρύξει στις 4 Φεβρουαρίου 2022, λίγες εβδομάδες πριν ο Πούτιν διατάξει την εισβολή στην Ουκρανία.

Ο Σι επισκέφθηκε τη Μόσχα τον Μάιο, ενώ ο Πούτιν αναμένεται να ταξιδέψει σύντομα στην Κίνα, για τις εκδηλώσεις της Ημέρας Νίκης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με το Κρεμλίνο.

Με τη συμβολή του Chris Summers

Φράγμα Μιγιούν: Η Δαμόκλειος Σπάθη που κρέμεται πάνω από το Πεκίνο

Σχολιασμός

Έντονες βροχοπτώσεις προκάλεσαν καταστροφές στο βόρειο τμήμα της Κίνας στα τέλη Ιουλίου, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε από εκτεταμένες και αιφνιδιαστικές εκροές νερού από φράγματα με υψηλές παροχές. Μέχρι τις 31 Ιουλίου, τουλάχιστον 60 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους και δεκάδες παραμένουν αγνοούμενοι. Ιδιαίτερα καταστροφική ήταν η εκροή από το φράγμα Μιγιούν.

Τα τελευταία χρόνια, με τη συσσώρευση υπερβολικών ποσοτήτων νερού από το κεντρικό τμήμα του έργου μεταφοράς νερού Νότου-Βορρά, οι αρχές περιορίστηκαν να θεωρούν ως επίτευγμα τη μεγάλη αποθηκευτική ικανότητα και την υψηλή στάθμη του φράγματος. Το νερό που αποθηκεύεται πωλείται για κέρδος και αποτελεί επίσης αξιοθέατο για τον τουρισμό, ενώ αγνοήθηκαν οι ελλείψεις στην ποιότητα κατασκευής και η περιορισμένη χωρητικότητα του φράγματος.

Στο πλαίσιο της πολιτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) για την αντιπλημμυρική προστασία, κύριος στόχος είναι η αποφυγή κατάρρευσης των φραγμάτων. Ωστόσο, πολλά από αυτά παρουσιάζουν δομικές αδυναμίες, παλαιά υποδομή και ανεπαρκή συντήρηση, που μειώνουν την αποτελεσματικότητά τους. Ως αποτέλεσμα, οι εκτάκτου ανάγκης ή ακόμα και αιφνιδιαστικές εκροές κατά τις έντονες βροχοπτώσεις έχουν γίνει συχνό φαινόμενο, παρά τις υποσχέσεις που έχουν δοθεί στους κατοίκους.

Σε περίπτωση κατάρρευσης του κύριου φράγματος, πλημμυρικά ύδατα ύψους σχεδόν δύο μέτρων θα μπορούσαν να φτάσουν μέχρι την πλατεία Τιεν Αν Μεν στο Πεκίνο. Για την αποφυγή μιας τέτοιας καταστροφής, οι αρχές απελευθερώνουν γρήγορα μεγάλες ποσότητες νερού για να μειώσουν την πίεση στο φράγμα.

Από τις 27 Ιουλίου, λόγω της συνεχιζόμενης εισροής, το φράγμα Μιγιούν άρχισε να εκτονώνει νερό προς τα κατάντη. Μέχρι τις 29 Ιουλίου, η συνολική εκροή έφτασε τα 180 εκατ. κυβικά μέτρα, ποσότητα αντίστοιχη με την εκκένωση πάνω από του μισού όγκου της λίμνης Ντιρ Κρικ στην Πολιτεία Γιούτα των ΗΠΑ μέσα σε λίγες ημέρες. Η ροή, που έφτανε σχεδόν τα 1.133 κυβικά μέτρα ανά δευτερόλεπτο — αρκετή για να γεμίσει μια ολυμπιακών διαστάσεων πισίνα κάθε δύο δευτερόλεπτα — είχε τη δυνατότητα να υπερχειλίσει ποταμούς, να καταστρέψει καλλιέργειες, να πλημμυρίσει δρόμους και να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή όσων ζουν κατάντη.

Πέρα από το φράγμα Μιγιούν, και άλλα φράγματα στα δυτικά, βορειοδυτικά και βορειοανατολικά προάστια του Πεκίνου άνοιξαν τις πύλες τους, μεταξύ αυτών τα φράγματα Μπαϊχεμπάο, Γιουντουσάν, Χαϊζί, Σιγιού, Χουανγκσονγκγιού, Τζαϊτάνγκ, Τζουγουό, Λουοπολίνγκ και Σαντζιαντιάν.

Οι επίσημες αναφορές του κινεζικού κρατικού τύπου για τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και περιουσίες από τις πρόσφατες πλημμύρες θεωρούνται πιθανόν υποτιμημένες, καθώς το ΚΚΚ είναι γνωστό για τη συγκάλυψη πραγματικών δεδομένων.

Προηγούμενες εκροές από το φράγμα Μιγιούν

Η εκκένωση νερού από το φράγμα Μιγιούν για την προστασία του Τζονγκνανχάι, της κεντρικής έδρας του ΚΚΚ στο Πεκίνο, δεν είναι πρωτόγνωρη. Κάθε φορά που εκκενώνεται το φράγμα, οι περιοχές γύρω από το Πεκίνο υφίστανται σημαντικές ζημιές.

  • Πρώτη εκροή (1969): Κατά τη διάρκεια της έντασης μετά τη σύγκρουση στα Σινο-Σοβιετικά σύνορα το 1969, η Σοβιετική Ένωση φέρεται να σχεδίαζε καταστροφικές επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένων στόχων στο Πεκίνο και πυρηνικών εγκαταστάσεων. Για να αποφευχθούν πλημμύρες σε περίπτωση επίθεσης, οι κινεζικές αρχές εκκένωσαν το φράγμα Μιγιούν και εκκένωσαν το Πεκίνο από ανώτατους αξιωματούχους και τις οικογένειές τους, θέτοντας όμως σε κίνδυνο τον πληθυσμό.

  • Δεύτερη εκροή (1976): Ο σεισμός στο Τανγκσάν τον Ιούλιο του 1976 προκάλεσε σοβαρές ζημιές στο φράγμα Μπαϊχέ του Μιγιούν. Για να αποτραπεί η κατάρρευση, οι αρχές ανατίναξαν έναν κοντινό λόφο για υλικό ενίσχυσης και διέταξαν παρατεταμένη εκροή νερού, η οποία συνεχίστηκε για πάνω από δύο εβδομάδες μέχρι την πλήρη εκκένωση της δεξαμενής.

Φράγμα Μιγιούν

Με επιφάνεια 186 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το φράγμα Μιγιούν είναι το μεγαλύτερο του είδους του στο βόρειο τμήμα της Κίνας. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά προάστια του Πεκίνου, περίπου 72 χλμ. από το κέντρο της πόλης.

Αρχικά κατασκευάστηκε με σκοπό τον έλεγχο πλημμυρών, την άρδευση, την παραγωγή ενέργειας και την υδατοκαλλιέργεια, χωρίς να προορίζεται για ύδρευση της πόλης.

Οι εργασίες ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 1958 και ολοκληρώθηκαν το 1960, υπό το σχεδιασμό του Τμήματος Υδραυλικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου Τσίνγκχουα με επικεφαλής τον καθηγητή Τζάνγκ Γκουανγκντού. Από τότε όμως, το φράγμα αντιμετωπίζει προβλήματα που απαιτούν συνεχείς ενισχύσεις, επεκτάσεις και επισκευές.

Το φράγμα Μιγιούν και το έργο μεταφοράς νερού Νότου-Βορρά

Η ύδρευση του Πεκίνου βασιζόταν αρχικά στο φράγμα Γκουαντίνγκ και στα τοπικά υπόγεια ύδατα. Όμως, η μείωση των υδάτων στον Γκουαντίνγκ, λόγω πολλαπλών φραγμάτων στον ποταμό Γιονγκντίνγκ, ανάγκασαν το ΚΚΚ να αναθέσει το φράγμα Μιγιούν ως κύρια πηγή ύδρευσης το 1982. Εκείνη την εποχή, τα αποθέματα ήταν επαρκή.

Η κατάσταση άλλαξε το 2015, μετά την ολοκλήρωση του κεντρικού τμήματος του έργου μεταφοράς νερού Νότου-Βορρά, που μεταφέρει νερό από τον ποταμό Γιανγκτσέ στα ξηρά βόρεια, όπως το Πεκίνο, μέσω καναλιών και αντλιοστασίων.

Ετησίως, περίπου 1 δισ. κυβικά μέτρα νερού διοχετεύονται στο Πεκίνο, με το έργο να έχει αναλάβει πλέον τον κύριο ρόλο ύδρευσης, αντικαθιστώντας το Μιγιούν.

Μια αεροφωτογραφία δείχνει μια περιοχή που έχει πληγεί από πλημμύρες μετά από έντονες βροχοπτώσεις στο χωριό Σιναντζουάνγκ, στην περιοχή Μιγιούν, στα περίχωρα του Πεκίνου, στις 28 Ιουλίου 2025. (Jade Gao/AFP μέσω Getty Images)

 

Από το 2015, τμήματα αυτού του νερού αποθηκεύονται και στο φράγμα Μιγιούν, όπως και σε άλλα τοπικά φράγματα. Το νερό μεταφέρεται αρχικά από τον ποταμό Γιανγκτσέ στη λίμνη Τουαντσένγκ στο Πεκίνο, από όπου αντλείται και ανυψώνεται μέσω δικτύου σωληνώσεων και αντλιοστασίων στο φράγμα Μιγιούν.

Η αποθηκευτική ικανότητα του Μιγιούν αυξήθηκε σημαντικά από την εισροή του νερού του Νότου, σπάζοντας διαρκώς ρεκόρ. Το 2013 έφτασε τα 793 εκατ. κυβικά μέτρα, το 2018 τα 2,2 δισ., ενώ τον Ιούλιο του 2025 άγγιξε τα 3,6 δισ., με στάθμη νερού σχεδόν 155 μέτρα, ξεπερνώντας το ανώτατο όριο των 152 μέτρα που έχει θεσπιστεί για αντιπλημμυρική ασφάλεια.

Το φράγμα Μιγιούν βρίσκεται πάνω από 100 μέτρα υψηλότερα από την πλατεία Τιεν Αν Μεν, και όπως το φράγμα Γκουαντίνγκ, κρέμεται πάνω από το Πεκίνο σαν Δαμόκλειος Σπάθη.

Σε περίπτωση κατάρρευσης, η πλημμύρα θα μπορούσε να καλύψει όχι μόνο το Πεκίνο, αλλά και τις γειτονικές περιοχές Τιαντζίν, Μπαοντί και Τζισιάν.

Του Wang Weiluo

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι γνώμες του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Η «Ταξιαρχία Αστραπή» χτυπά τους τρομοκράτες στην Αφρική

Στρατιωτικές πηγές των Ηνωμένων Πολιτειών και διεθνείς αναλυτές ασφαλείας επισημαίνουν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις αυξάνουν σημαντικά τις επιθέσεις τους κατά της Αλ Σαμπάμπ, του παρακλαδιού της Αλ Κάιντα στη Σομαλία, που θεωρείται η πλέον ισχυρή τρομοκρατική οργάνωση στην Αφρική.

Στο πλαίσιο αυτό, παράλληλα με αεροπορικές επιδρομές που στοχεύουν ηγετικά στελέχη, η ειδικά εκπαιδευμένη σομαλική μονάδα, γνωστή ως «Ταξιαρχία Αστραπή» (Lightning Brigade), καταστρέφει βάσεις τζιχαντιστών σε όλη την εύθραυστη περιοχή της Αφρικανικής Ρόγας.

Βασικό όπλο στις αμερικανικές επιχειρήσεις αποτελεί η εντολή που έδωσε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προς τους στρατιωτικούς διοικητές στην Αφρική, επιτρέποντάς τους να διεξάγουν αεροπορικές επιθέσεις και επιχειρήσεις για την εξόντωση τρομοκρατών χωρίς να απαιτείται η έγκριση του Λευκού Οίκου.

Η στόχευση της Αλ Σαμπάμπ εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, καθώς ειδικοί εκτιμούν ότι η επόμενη σοβαρή τρομοκρατική επίθεση κατά δυτικών στόχων πιθανότατα θα σχεδιαστεί από την Αφρική. Σε έκθεση που κατατέθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 25 Ιουλίου, ειδική ομάδα ανέφερε ότι η απειλή από το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), την Αλ Κάιντα και τα παρακλάδιά τους παραμένει «ιδιαίτερα έντονη σε περιοχές της Αφρικής».

Αναλυτές συγκρούσεων επισημαίνουν πως η Αφρική αποτελεί σήμερα το επίκεντρο των δύο κύριων θεάτρων τρομοκρατίας στον κόσμο: την περιοχή του Σαχέλ, που εκτείνεται από τη Δυτική έως την Ανατολική Αφρική, και το Κέρας της Αφρικής, όπου η Σομαλία φιλοξενεί ισχυρές τρομοκρατικές οργανώσεις όπως το ISIS και την Αλ Κάιντα.

Η πρώην πράκτορας πληροφοριών του νοτιοαφρικανικού στρατού, Τζάσμιν Όππερμαν, ανέφερε ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στη Μέση Ανατολή έχουν αναγκάσει την Αλ Κάιντα και το ISIS να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στην Αφρική. Πρόσθεσε πως οι τρομοκρατικές οργανώσεις αναπτύσσουν δυνάμεις σε περιοχές με περιορισμένους αντιτρομοκρατικούς πόρους και όπου η γεωγραφία ευνοεί την απόκρυψη, όπως οι έρημοι, τα οροπέδια και τα τροπικά δάση.

Στην ίδια έκθεση του ΟΗΕ αναφέρεται ότι η Αλ Σαμπάμπ συνεργάζεται με την υποστηριζόμενη από το Ιράν τρομοκρατική οργάνωση των Χούθι, οι οποίοι εκπαιδεύουν μαχητές της Αλ Σαμπάμπ στην Υεμένη.

Η Αλ Σαμπάμπ, η οποία έχει ως βάση της τη Σομαλία, δρα σε ολόκληρη την Αφρική και διαθέτει υποστηρικτές και χρηματοδότες σε όλη την ήπειρο, με δεσμούς σε εξτρεμιστικές ομάδες στη Μέση Ανατολή. Σύμφωνα με μαρτυρίες ηγετών του αμερικανικού AFRICOM προς το Κογκρέσο, η Αλ Σαμπάμπ απορρίπτει τη δημοκρατία και επιδιώκει την ένωση των περιοχών όπου κατοικούν Σομαλοί σε Τζιμπουτί, Κένυα, Αιθιοπία και Σομαλία σε ένα ισλαμικό κράτος.

Υπό τον νόμο της σαρία που επιβάλλει η οργάνωση, οι γυναίκες και τα κορίτσια στερούνται εκπαίδευσης, ενώ «άπιστοι» και αντίπαλοι εκτελούνται, ακόμη και με αποκεφαλισμό. Ειδικοί υπογραμμίζουν ότι η Αλ Σαμπάμπ έχει σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους από την ίδρυσή της το 2006. Η οργάνωση χαρακτηρίζει την επίσημη κυβέρνηση της Σομαλίας ως «παράνομη» και υποχείριο ξένων δυνάμεων.

Η Όππερμαν σημείωσε ότι η Αλ Σαμπάμπ έχει ως κεντρικό στόχο τη δολοφονία δυτικών «απίστων», ιδίως Αμερικανών. Από το 2017 έχει διαπράξει πάνω από 1.000 δολοφονίες, μεταξύ των οποίων Αμερικανών πολιτών και αξιωματούχων της σομαλικής κυβέρνησης, κυρίως με βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας και αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς. Σύμφωνα με την Όππερμαν, η ηγεσία της οργάνωσης επιδιώκει να πραγματοποιήσει μία «τρομοκρατική πράξη διεθνούς βαρύτητας», παρόμοια με την επίθεση της Αλ Κάιντα στις ΗΠΑ, στις 11 Σεπτεμβρίου 2001.

Οι αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας επιβεβαιώνουν ότι ορισμένα από τα ιδρυτικά μέλη της Αλ Σαμπάμπ εκπαιδεύτηκαν με την Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν. Συνδέσεις έχουν εξακριβωθεί μεταξύ της Αλ Σαμπάμπ και κορυφαίων στελεχών της Αλ Κάιντα στην Ανατολική Αφρική, που οργάνωσαν τις βομβιστικές επιθέσεις στις αμερικανικές πρεσβείες στην Κένυα και την Τανζανία το 1998, με 224 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 12 Αμερικανοί. Το 2013, η Αλ Σαμπάμπ εξαπέλυσε επίθεση στο εμπορικό κέντρο Westgate στο Ναϊρόμπι, με περίπου 70 νεκρούς, ανάμεσά τους και αρκετούς δυτικούς. Το 2015, επιτέθηκε σε πανεπιστήμιο στη βορειοανατολική Κένυα, σκοτώνοντας σχεδόν 150 χριστιανούς φοιτητές. Η πιο θανατηφόρα επίθεση της οργάνωσης έγινε με βομβιστική επίθεση φορτηγού στη Μογκαντίσου το 2017, με πάνω από 500 νεκρούς.

Η Σελάμ Ταντέσε Ντεμίσι, αναλύτρια θεμάτων τρομοκρατίας στο Αφρικανικό Κέρας για το Ινστιτούτο Ασφάλειας Νοτίου Αφρικής, δήλωσε ότι η Αλ Σαμπάμπ είναι επί του παρόντος «σε αναγέννηση». Μέσα στο 2025 έχει ανακαταλάβει σημαντικές περιοχές στη κεντρική Σομαλία, αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Σομαλό πρόεδρο Χασάν Σέιχ Μοχαμούντ και απειλεί όλο και περισσότερο την πρωτεύουσα Μογκαντίσου.

Τα συντρίμμια ενός αυτοκινήτου μετά από επίθεση της Aλ Σαμπάμπ σε αστυνομικό τμήμα στα περίχωρα του Μογκαντίσου. Σομαλία, 16 Φεβρουαρίου 2022. (Hassan Ali Elmi/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Όππερμαν περιέγραψε την Αλ Σαμπάμπ ως «μία από τις πιο ισχυρές, πειθαρχημένες και εξελιγμένες» τρομοκρατικές ομάδες παγκοσμίως. Επεσήμανε δε ότι πλέον δεν πρόκειται για μια ομάδα που χρησιμοποιεί αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και RPG, αλλά για μαχητές που εκπαιδεύονται τακτικά στη Μέση Ανατολή και έχουν συστήσει στενές συμμαχίες με τους Χούθι στην Υεμένη. Επίσης, εξασφαλίζουν προηγμένα όπλα, όπως πυραυλικά συστήματα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ενώ λαμβάνουν χρηματοδότηση από υπόγειες ομάδες και εταιρείες-βιτρίνα σε χώρες όπως η Νότια Αφρική.

Η οργάνωση έχει οργανωθεί σαν να είναι «κυβέρνηση εν αναμονή», διαθέτοντας όχι μόνο στρατιωτικούς διοικητές αλλά και «υπουργούς δημοσίων έργων» και «υπουργούς άμυνας».

Η Ντεμίσι σημείωσε ότι η αποχώρηση υποστήριξης από την Αφρικανική Ένωση και τον ΟΗΕ προς τη σομαλική κυβέρνηση έχει δημιουργήσει πολιτική αστάθεια και «κενό ασφαλείας». Η Αλ Σαμπάμπ εκμεταλλεύεται αυτές τις συνθήκες, εφαρμόζοντας «μαλακότερες» τακτικές που κερδίζουν τη στήριξη των πολιτών, δημιουργώντας τοπικές διοικήσεις που παρέχουν βασικές υπηρεσίες, επιτρέποντας την ελεύθερη διέλευση ανθρώπων και εμπορευμάτων χωρίς καταβολή χρημάτων, επιτρέποντας διαδηλώσεις και προβάλλοντας εικόνα υπευθυνότητας και διακυβέρνησης. Συνολικά, η οργάνωση προβάλλεται όλο και περισσότερο ως μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση στην κυβέρνηση Μοχαμούντ.

Η Όππερμαν επεσήμανε ότι η κυβέρνηση Τραμπ έχει αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της απειλής από την Αλ Σαμπάμπ. Σε αντίθεση με τη μείωση των στρατιωτικών πόρων των ΗΠΑ σε άλλες ζώνες συγκρούσεων, το αμερικανικό AFRICOM ενισχύει τις επιχειρήσεις του στη Σομαλία. Η AFRICOM έχει σχηματίσει αποτελεσματική συνεργασία με τις σομαλικές ειδικές δυνάμεις Danab («Αστραπή»). Στη συνήθη τακτική τους, οι μαχητές Danab εμπλέκονται σε μάχες στο έδαφος με την Αλ Σαμπάμπ και παρέχουν πληροφορίες στους Αμερικανούς που εκτελούν αεροπορικές επιδρομές με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, πλήττοντας τους τρομοκράτες και τους ηγέτες τους.

Η ιστοσελίδα της AFRICOM δείχνει σημαντική αύξηση των αεροπορικών επιδρομών κατά της Αλ Σαμπάμπ και του ISIS από την ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ τον Ιανουάριο. Σε συνέντευξη Τύπου, στις 28 Ιουλίου, ο αναπληρωτής διοικητής της AFRICOM, υποστράτηγος Τζον Μπρένναν, ανέφερε ότι η αντιτρομοκρατική δράση στη Σομαλία αποτελεί «το σημαντικότερο κομμάτι» των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Αφρική.

Ο Μπρένναν τόνισε ότι η κύρια προσπάθεια της AFRICOM είναι η καταπολέμηση των παρακλαδιών του ISIS και της Αλ Κάιντα στην Ανατολική Αφρική, που θεωρούνται η μεγαλύτερη απειλή κατά της αμερικανικής επικράτειας. Αναφερόμενος σε αξιολόγηση της AFRICOM του 2022, χαρακτήρισε την Αλ Σαμπάμπ ως «το μεγαλύτερο, πλουσιότερο και πιο θανατηφόρο παρακλάδι της Αλ Κάιντα στον κόσμο σήμερα». Σύμφωνα με τον Μπρένναν, μία από τις πιο ουσιαστικές αποφάσεις της κυβέρνησης Τραμπ ήταν η παραχώρηση αρμοδιοτήτων στους στρατιωτικούς διοικητές για πιο στοχευμένες επιχειρήσεις, ώστε να υποστηρίζουν πιο ενεργά τους εταίρους στο πεδίο.

Τον Μάρτιο, η Όππερμαν ανέφερε ότι η κυβέρνηση Τραμπ χαλάρωσε τους περιορισμούς για τις αεροπορικές επιδρομές. Την ίδια περίοδο, το DefenseNews είχε αναφέρει ότι ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε στους διοικητές μεγαλύτερη αυτονομία στη λήψη αποφάσεων για επιθετικές ενέργειες. Ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ επιβεβαίωσε την εντολή σε ανάρτηση στην πλατφόρμα X. Η Όππερμαν υποστήριξε ότι ο αριθμός των επιδρομών με μη επανδρωμένα αεροσκάφη που πραγματοποιήθηκαν μετά τον Μάρτιο δείχνει ότι η AFRICOM επιδιώκει την εξόντωση των ηγετών της Αλ Σαμπάμπ έναν προς έναν. Η πιο πρόσφατη επιδρομή της AFRICOM, στις 25 Ιουλίου, εξόντωσε αρκετά μέλη της Αλ Σαμπάμπ.

Η Ντεμίσι δήλωσε ότι η AFRICOM συνήθως δεν δημοσιοποιεί τον αριθμό των θυμάτων από τις επιχειρήσεις της, ωστόσο διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι αμερικανικές και σομαλικές δυνάμεις έχουν σκοτώσει περίπου 120 τρομοκράτες της Αλ Σαμπάμπ φέτος.

Το 2024, η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε εγκρίνει μόλις δέκα αεροπορικές επιδρομές κατά της Αλ Σαμπάμπ και του ISIS στη Σομαλία.

Το 2025, υπό την προεδρία Τραμπ, έχουν καταγραφεί περίπου τριάντα επιδρομές με πρωτοβουλία των Αμερικανών στη χώρα, σύμφωνα με την Όππερμαν, η οποία κατέληξε λέγοντας ότι παρά τους ισχυρισμούς πως η κυβέρνηση Τραμπ έχει αποσύρει την προσοχή της από την τρομοκρατία, τα γεγονότα στην Ανατολική Αφρική και στο Αφρικανικό Κέρας δείχνουν το αντίθετο. «Αυτό δείχνει πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση σε αυτήν την περιοχή του κόσμου», τόνισε.

Η εφημερίδα The Epoch Times έχει κάνει αίτημα για σχολιασμό στην AFRICOM.

Του Darren Taylor

«Ιστορική συμφωνία ειρήνης» υπογράφουν Αζερμπαϊτζάν-Αρμενία σήμερα στην Ουάσιγκτον

Οι ηγέτες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν θα υπογράψουν σήμερα στην Ουάσιγκτον, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών, μια «ιστορική» συμφωνία ειρήνης για τον τερματισμό της εδαφικής σύγκρουσης που ταλανίζει εδώ και δεκαετίες τις δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

«Πολλοί ηγέτες επιχείρησαν να βάλουν τέλος σε αυτόν τον πόλεμο, χωρίς επιτυχία· αυτό επιτεύχθηκε τώρα», διακήρυξε χθες, Πέμπτη, το βράδυ ο Τραμπ μέσω του Truth Social, προσθέτοντας ότι η κυβέρνησή του ήταν σε διαπραγματεύσεις με τις δύο πλευρές «για αρκετό καιρό».

Επιπλέον, διευκρίνισε ότι μια «τελετή υπογραφής της ειρήνης» θα οργανωθεί στη διάρκεια αυτής της «ιστορικής συνόδου κορυφής» με τη συμμετοχή του Αζέρου προέδρου Ιλχάμ Αλίεφ και του Αρμένιου πρωθυπουργού Νικόλ Πασινιάν.

Ο Αμερικανός πρόεδρος θα υποδεχθεί αρχικά τους δύο ηγέτες χωριστά και θα υπογράψει με καθέναν μια διμερή συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη χώρα τους, πριν από την υπογραφή της τριμερούς συμφωνίας που θα πραγματοποιηθεί στις 16:15 (23:14 ώρα Ελλάδος).

Η σύγκρουση των δύο εθνών χρονολογείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν η αζερική περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στην οποία πλειοψηφούσε ο αρμενικός πληθυσμός, αποσχίστηκε από το Αζερμπαϊτζάν με την υποστήριξη της Αρμενίας. Μετά τη διάλυση  της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, οι δύο ανεξάρτητες πλέον χώρες ενεπλάκησαν σε δύο πολέμους μεταξύ τους, με το Αζερμπαϊτζάν να ανακτά το μεγαλύτερο μέρος των αποσχισθέντων εδαφών το 2020. Το 2023, ο αζερικός στρατός κατέλαβε και την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Τον Μάρτιο, ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ Στηβ Γουίτκοφ επισκέφθηκε την περιοχή με αποστολή να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μίας ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ των δύο όμορων χωρών, η οποία αναμένεται να μεταμορφώσει τον Νότιο Καύκασο και να αναδείξει την ενεργειακή σημασία του για την ευρύτερη περιοχή. Παρόλο που τα εδάφη αυτά ήδη διατρέχονται από αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου, οι συγκρούσεις και τα κλειστά σύνορα υποβάθμιζαν τη λειτουργία τους.

«[Η ειρηνευτική συμφωνία] θα ανοίξει τον δρόμο για σημαντικές οικονομικές συνεργασίες, ώστε να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες της περιοχής του Νοτίου Καυκάσου», σημείωσε σχετικά ο Τραμπ. «Νιώθω υπερήφανος που οι ηγέτες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν είχαν το θάρρος να πάρουν αυτήν την απόφαση για τον λαό τους. Είναι μία ιστορική ημέρα για την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τις Ηνωμένες Πολιτείες και όλον τον κόσμο».

Σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο CBS, το κείμενο της συμφωνίας δίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες δικαιώματα διαμόρφωσης ενός διαδρόμου 43 χιλιομέτρων στο αρμενικό έδαφος, ο οποίος θα ονομαστεί «Οδός Τραμπ για τη διεθνή ειρήνη και ευημερία» ή TRIPP (Trump Route for International Peace and Prosperity).

Ο Λευκός Οίκος δεν απάντησε σε ερωτήσεις του Γαλλικού Πρακτορείου σχετικά με τις πληροφορίες αυτές.

Το Ερεβάν επιβεβαίωσε ότι ο πρωθυπουργός της Αρμενίας θα έχει συνομιλία με τον Αμερικανό πρόεδρο «για την ενίσχυση της στρατηγικής σύμπραξης ανάμεσα στην Αρμενία και τις Ηνωμένες Πολιτείες». Η αρμενική κυβέρνηση πρόσθεσε πως μια «τριμερής σύνοδος […] με τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Αζέρο πρόεδρο θα πραγματοποιηθεί επίσης για να συμβάλει στην ειρήνη, την ολοκλήρωση και την οικονομική συνεργασία στην περιοχή».

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η υπογραφή της τελικής συμφωνίας σήμερα επιστεγάζει τις προσπάθειες της αμερικανικής διπλωματίας, οι οποίες αποτελούν μέρος μίας ευρύτερης κίνησης προς τη γεφύρωση διαφορών μεταξύ χωρών όπως η Ινδία και το Πακιστάν, η Καμπότζη και η Ταϊλάνδη, η Ρουάντα και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό.

Ωστόσο, η πλέον αναμενόμενη συνθήκη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που θα θέσει τέλος σε έναν πόλεμο που διαρκεί πάνω από 3 χρόνια παραμένει ακόμα σκιώδης, παρά την πρόοδο που φαίνεται να έχει σημειωθεί μετά την πρόσφατη επίσκεψη του Στηβ Γουίτκοφ στη Μόσχα. Καρπός της συνάντησής του με τον πρόεδρο Πούτιν, η η προσδοκία μίας συνάντησης μεταξύ του Ρώσου και του Αμερικανού προέδρου, η οποία αναμένεται να ανακοινωθεί εντός των προσεχών ημερών, σύμφωνα με το Κρεμλίνο.

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή των Ryan Morgan, Victoria Friedman, Chris Summers και πληροφορίες από Reuters και ΑΠΕ ΜΠΕ

ΗΠΑ: 50 εκατ. δολάρια η αμοιβή για τη σύλληψη του Μαδούρο

Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε την αύξηση της αμοιβής για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, στα 50 εκατομμύρια δολάρια, διπλασιάζοντας το προηγούμενο ποσό. Την ανακοίνωση έκανε στις 7 Αυγούστου η υπουργός Δικαιοσύνης, Πάμ Μπόντι, μέσω βίντεο που ανήρτησε στην πλατφόρμα Χ.

Η Μπόντι υποστήριξε ότι ο Μαδούρο χρησιμοποιεί ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Tren de Aragua, το καρτέλ Σιναλόα και το Καρτέλ των Ήλιων, για να εισαγάγει στις ΗΠΑ «θανατηφόρα ναρκωτικά και βία». Όπως είπε, η κοινή αμοιβή που είχαν προσφέρει τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Εξωτερικών ανερχόταν μέχρι πρότινος στα 25 εκατ. δολάρια, αλλά αποφασίστηκε η αύξησή της στα 50 εκατομμύρια.

Σύμφωνα με την ίδια, η Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών (DEA) έχει κατασχέσει έως σήμερα 30 τόνους κοκαΐνης που συνδέονται με τον Μαδούρο και τους συνεργάτες του, εκ των οποίων σχεδόν επτά τόνοι αποδίδονται απευθείας σε εκείνον. Η κοκαΐνη, όπως παρατήρησε, συχνά νοθεύεται με φαιντανύλη, προκαλώντας «ανυπολόγιστες ανθρώπινες απώλειες» στις ΗΠΑ. Πρόσθεσε δε ότι έχουν δεσμευθεί περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 700 εκατ. δολαρίων, μεταξύ των οποίων δύο ιδιωτικά αεροσκάφη και εννέα οχήματα.

Η υπουργός τόνισε ότι, παρά τις κατασχέσεις, «η τρομοκρατική διακυβέρνηση του Μαδούρο συνεχίζεται» και τον χαρακτήρισε «έναν από τους μεγαλύτερους διακινητές ναρκωτικών στον κόσμο» και «απειλή για την εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ.

Το υπουργείο Πληροφοριών της Βενεζουέλας δεν απάντησε σε αίτημα σχολιασμού μέχρι τη δημοσίευση του ρεπορτάζ. Οι αμερικανικές αρχές καλούν όποιον διαθέτει πληροφορίες να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την DEA στον αριθμό 1-202-307-4228 ή μέσω της ιστοσελίδας DEA.gov/submit-tip.

Παράλληλα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, σε πρόσφατη ανακοίνωσή του, χαρακτήρισε το καθεστώς του Μαδούρο «παράνομο» και υποστήριξε ότι ο Βενεζουελανός ηγέτης «αψήφησε τη βούληση του λαού» αυτοανακηρυσσόμενος νικητής στις τελευταίες εκλογές πριν από έναν χρόνο.

Ο Ρούμπιο διαβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να στηρίζουν την «αποκατάσταση της δημοκρατικής τάξης και της δικαιοσύνης» στη Βενεζουέλα, υπογραμμίζοντας ότι «όσοι κλέβουν στις εκλογές και καταφεύγουν στη βία για να διατηρηθούν στην εξουσία υπονομεύουν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».

Στις 25 Ιουλίου, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών κατέταξε το Καρτέλ του Ήλιων (Cartel de los Soles) στη λίστα των «Ειδικά Καθορισμένων Παγκόσμιων Τρομοκρατών» (Specially Designated Global Terrorist – SDGT), κατηγορώντας τον Μαδούρο και υψηλόβαθμα στελέχη του καθεστώτος ότι ηγούνται της οργάνωσης και συνεργάζονται με καρτέλ ναρκωτικών που απειλούν την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή του Tom Ozimek

Τραμπ: Ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων δασμών κατά της Κίνας

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής πρόσθετων δασμών σε κινεζικά προϊόντα μετά τις πρόσφατες ενέργειες κατά της Ινδίας για την αγορά ρωσικού πετρελαίου.

«Είναι πιθανό να συμβεί. Μπορεί να γίνει. Ειλικρινά, δεν ξέρω. Δεν μπορώ να σας πω ακόμη. Το κάναμε με την Ινδία. Μάλλον θα το κάνουμε και με κάποιους ακόμη. Ένας από αυτούς θα μπορούσε να είναι η Κίνα», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Η ως άνω τοποθέτηση έγινε με την υπογραφή του προεδρικού διατάγματος που επιβάλλει επιπλέον δασμό ύψους 25% σε ινδικά προϊόντα, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής για τον περιορισμό της αγοράς ρωσικού πετρελαίου από τρίτες χώρες, ώστε να συρρικνωθεί η οικονομική στήριξη της Ρωσίας και οι δυνατότητές της στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία.

Η απάντηση του Πεκίνου

Απαντώντας στις αμερικανικές πιέσεις, το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε τις κατηγορίες περί εξαναγκασμού, υπογραμμίζοντας: «Η κυβέρνησή μας θα διασφαλίζει πάντα τον ενεργειακό της εφοδιασμό με τρόπους που εξυπηρετούν τα εθνικά μας συμφέροντα».

Η κυβέρνηση Τραμπ επιχειρεί να πιέσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να συναινέσει σε ειρηνευτική συμφωνία, ασκώντας ταυτόχρονα πίεση στους κύριους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου – μεταξύ των οποίων η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία. Αρχικά, ο Τραμπ είχε δώσει στη Ρωσία προθεσμία 50 ημερών για να σταματήσει τις ενέργειές της στην Ουκρανία, προθεσμία που στη συνέχεια μειώθηκε σε 10-12 ημέρες.

Μιλώντας για το ζήτημα στην εκπομπή Squawk Box του CNBC, ο Τραμπ τόνισε: «Η αγορά ρωσικού αργού από την Ινδία τροφοδοτεί τη ρωσική πολεμική μηχανή». Η Ινδία, από την πλευρά της, υπεραμύνθηκε της στάσης της, δηλώνοντας πως πρώτη της προτεραιότητα παραμένει η παροχή προσιτής ενέργειας στους πολίτες της.

Σύμφωνα με ανάλυση του Κέντρου Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα, από την επιβολή του ευρωπαϊκού εμπάργκο στα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα, Κίνα και Ινδία αναδείχθηκαν ως οι κυριότεροι αγοραστές ρωσικού αργού. Συγκεκριμένα, από τον Δεκέμβριο του 2022 έως τον Ιούνιο του 2025, η Κίνα απορρόφησε το 47% και η Ινδία το 38% των ρωσικών εξαγωγών αργού πετρελαίου.

Δηλώσεις από Κίνα και Κρεμλίνο

Σχολιάζοντας τους αμερικανικούς δασμούς, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Γκουτζιαζουνίν, επανέλαβε σε συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη πως «η αντίθεση του Πεκίνου στη χρήση δασμών είναι διαχρονική και σαφής». Την ίδια στιγμή, το Κρεμλίνο άφησε να εννοηθεί ότι εντός των επόμενων ημερών ενδέχεται να πραγματοποιηθεί συνάντηση μεταξύ Πούτιν και Τραμπ.

Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Χάουαρντ Λούτνικ, ανέφερε ότι η αναστολή της επιβολής αμερικανικών δασμών στις κινεζικές εισαγωγές, η οποία λήγει στις 12 Αυγούστου, ενδέχεται να παραταθεί για ακόμη 90 ημέρες.

Στρατιωτικό σχέδιο για αφοπλισμό της Χεζμπολάχ από τον στρατό του Λιβάνου

Η κυβέρνηση του Λιβάνου ενέκρινε στις 5 Αυγούστου την ανάθεση προς τον εθνικό στρατό της κατάρτισης σχεδίου, το οποίο θα περιορίζει τη νόμιμη κατοχή όπλων στις έξι επίσημες υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας έως τα τέλη του έτους—απόφαση που ουσιαστικά οδηγεί στον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ, της σιιτικής οργάνωσης που στηρίζεται από το Ιράν και δρα εκτός κρατικού ελέγχου.

Το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να αναθέσει στον λιβανικό στρατό την εκπόνηση σχεδίου για τον έλεγχο όλων των όπλων πριν από το τέλος του έτους, με υποχρέωση να το παρουσιάσει στο υπουργικό συμβούλιο πριν ολοκληρωθεί ο τρέχων μήνας. Ο πρωθυπουργός του Λιβάνου, Ναουάφ Σαλάμ, δήλωσε σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα στις 5 Αυγούστου: «Θα συνεχίσουμε τη συζήτηση για το έγγραφο που υπέβαλαν οι Αμερικανοί την Πέμπτη».

Η απόφαση της Τρίτης ακολούθησε επίσκεψη του Αμερικανού απεσταλμένου, Τομ Μπάρακ, στον Λίβανο τον Ιούλιο, ο οποίος έχει καλέσει επανειλημμένως σε αφοπλισμό της συγκεκριμένης ομάδας.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν τη Χεζμπολάχ τρομοκρατική οργάνωση και συνομιλούν αποκλειστικά με το λιβανικό κράτος, όχι με την ίδια την ομάδα», τόνισε ο κ. Μπάρακ σε συνέντευξη Τύπου εκείνη την περίοδο.

Υπογράμμισε μάλιστα ότι το ζήτημα του αφοπλισμού αποτελεί εσωτερική υπόθεση, δηλώνοντας: «Η Αμερική αναγνωρίζει τη Χεζμπολάχ ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση. Δεν έχουμε κανέναν λόγο να συζητούμε οτιδήποτε με τη Χεζμπολάχ. Δεν μας αφορά. Συζητούμε με το κράτος, την κυβέρνησή σας, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε».

Η Χεζμπολάχ ιδρύθηκε το 1982, ως απάντηση, σύμφωνα με τη CIA, στην εισβολή του Ισραήλ στον Λίβανο εκείνης της χρονιάς. Εκτιμάται ότι το 2024 διέθετε έως και 50.000 ενόπλους, αποτελούμενος από τακτικό και εφεδρικό προσωπικό.

Το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών την ενέταξε στις τρομοκρατικές οργανώσεις το 2014. Η οργάνωση και οι σύμμαχοί της διαθέτουν σχεδόν τις μισές έδρες στο λιβανικό κοινοβούλιο και συμμετέχουν από το 2005 και σε κυβερνητικούς θώκους.

Με τηλεοπτικό του μήνυμα την Τρίτη, ο ηγέτης της Χεζμπολάχ, Ναΐμ Κάσεμ, απέρριψε τα αιτήματα αφοπλισμού. Τόνισε: «Δεν αποδεχόμαστε τις αμερικανικές απαιτήσεις και δεν δεχόμαστε κανένα χρονοδιάγραμμα για αφοπλισμό».

Πέρυσι, Ισραήλ και Χεζμπολάχ κατέληξαν σε εκεχειρία που τερμάτισε πάνω από έναν χρόνο αεροπορικών και πυραυλικών επιθέσεων στα σύνορα· επί δύο μήνες, ο ισραηλινός στρατός επιχειρούσε να απομακρύνει τη Χεζμπολάχ από τα βόρεια σύνορα του Ισραήλ.

Στις 27 Ιουνίου, οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF) ανακοίνωσαν ότι εξόντωσαν έναν από τους ιδρυτές της Χαμάς μαζί με δύο ηγετικά στελέχη της Χεζμπολάχ, τον Άμπας αλ-Χασάν Ουάμπι και τον Χασάν Μοχάμεντ Χαμούντι.

Οι Ισραηλινοί ανέφεραν: «Ο Ουάμπι ήταν τρομοκράτης με αρμοδιότητα στη συλλογή πληροφοριών στο Τάγμα Radwan της Χεζμπολάχ, σκοτώθηκε κοντά στη Μαρόνα, νότια του Λιβάνου. Συμμετείχε σε προσπάθειες ανασυγκρότησης της Χεζμπολάχ και στη διακίνηση όπλων».

Μέλη της Χεζμπολάχ χαιρετούν και υψώνουν τις κίτρινες σημαίες της οργάνωσης κατά τη διάρκεια της κηδείας των συντρόφων τους που σκοτώθηκαν σε ισραηλινή επίθεση εναντίον των οχημάτων τους, στη Σεχάμπια του Λιβάνου, στις 17 Απριλίου 2024. AFP μέσω Getty Images

 

Ο Χαμούντι διαχειριζόταν τον τομέα των αντιαρματικών πυραύλων της Χεζμπολάχ στην περιοχή Μπιν Τζμπέιλ, κατευθύνοντας αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ, σύμφωνα με τις IDF. Σκοτώθηκε κοντά στην Κανίν, στον Λίβανο.

Στις 17 και 18 Σεπτεμβρίου 2024, χιλιάδες φορητοί δέκτες (pagers) και εκατοντάδες ασύρματοι πομποδέκτες που προορίζονταν για χρήση από την Χεζμπολάχ εξερράγησαν ταυτόχρονα σε δύο ξεχωριστά περιστατικά στον Λίβανο και τη Συρία, προκαλώντας 39 νεκρούς και περισσότερους από 3.400 τραυματίες. Πολλοί από τους τραυματίες υπέστησαν βαρείς ακρωτηριασμούς και οφθαλμολογικές βλάβες.

Οι αρχικές εκτιμήσεις ανέφεραν πως είτε έγινε εκμετάλλευση ελαττωματικών μπαταριών στα συγκεκριμένα μηχανήματα είτε τοποθετήθηκαν και πυροδοτήθηκαν εκρηκτικοί μηχανισμοί εντός των συσκευών. Το Ισραήλ επιβεβαίωσε τις επιθέσεις, όταν εκπρόσωπος του γραφείου του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε: «Ο Ισραηλινός ηγέτης ενέκρινε τις επιθέσεις».

Ο εκπρόσωπος του Νετανιάχου, Όμερ Ντόστρι, επιβεβαίωσε: «Ο πρωθυπουργός άναψε το πράσινο φως για την επιχείρηση με τους pagers στον Λίβανο», στις 11 Νοεμβρίου.

Με την συμβολή των Νταν Μ. Μπέργκερ και Τ. Τζ. Μουσκάρο

Έγκριση για τη μεγαλύτερη κρεμαστή γέφυρα παγκοσμίως: Σύνδεση Σικελίας-Καλαβρίας

Το πράσινο φως για την κατασκευή της μεγαλύτερης κρεμαστής γέφυρας ενός ανοίγματος στον κόσμο, που θα συνδέει την ηπειρωτική Ιταλία με τη Σικελία, έδωσε την Τετάρτη η ιταλική κυβέρνηση.

Η νέα γέφυρα θα διασχίζει το στενό της Μεσσήνης, με συνολικό μήκος 2,3 μίλια, ξεπερνώντας έτσι το σημερινό ρεκόρ της γέφυρας Τσανάκκαλε 1915 στην Τουρκία, η οποία ενώνει την Ευρώπη με την Ασία πάνω από τα Δαρδανέλλια.

Το Yπουργείο Μεταφορών της Ιταλίας ανακοίνωσε ότι «η Διυπουργική Επιτροπή Οικονομικού Προγραμματισμού και Βιώσιμης Ανάπτυξης ενέκρινε το έργο προϋπολογισμού 13,5 δισεκατομμυρίων ευρώ».

Ο υπουργός Μεταφορών, Ματέο Σαλβίνι, δήλωσε: «Το έργο θα επιταχύνει την ανάπτυξη στη νότια Ιταλία, γνωστή και ως Μετσόγιορνο». Η γέφυρα θα συνδέει την ηπειρωτική χώρα βόρεια της Ρέτζιο Καλάμπρια με τη Μεσσήνη της Σικελίας.

Η CIPES ανέφερε πως «το έργο έχει εξασφαλισμένη χρηματοδότηση, με κονδύλια που έχουν ήδη προβλεφθεί στους προϋπολογισμούς του 2024 και 2025».

Οι προκαταρκτικές εργασίες μπορεί να ξεκινήσουν αργότερα εντός του έτους, ενώ η κυρίως κατασκευή αναμένεται να αρχίσει το 2026. Η ιδέα για τη σύνδεση της Σικελίας με την υπόλοιπη Ιταλία μέσω γέφυρας συζητείται από τη δεκαετία του 1960, καθώς θεωρείται κλειδί για την ανάπτυξη του ιταλικού νότου.

Ωστόσο, εδώ και δεκαετίες εγείρονται ανησυχίες σχετικά με τον σεισμικό κίνδυνο, το τεράστιο κόστος, αλλά και τον φόβο εμπλοκής των μαφιόζικων οργανώσεων της Σικελίας και της Καλαβρίας στην υπεξαίρεση κονδυλίων.

Η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι, η οποία ανέλαβε το 2022, έχει θέσει το έργο σε απόλυτη προτεραιότητα, εξασφαλίζοντας 15,63 δισ. δολάρια για τα επόμενα 10 χρόνια για τη γέφυρα, καθώς και για συνακόλουθους οδικούς και σιδηροδρομικούς άξονες.

Η γέφυρα θα εξυπηρετεί οχήματα και τρένα, με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και δύο σιδηροδρομικές γραμμές, καθώς και πεζόδρομους στα πλάγια.

Η εκτέλεση του έργου ανατέθηκε στην κοινοπραξία Eurolink, με επικεφαλής τον όμιλο WeBuild, κατόπιν διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας. Στη σύμπραξη συμμετέχουν η ισπανική Sasser, ο ιαπωνικός όμιλος IHI και ο αυστραλιανός Cloth Group, που ανήκει στη WeBuild.

Σε δήλωσή του που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Cloth Group την Τετάρτη, ο διευθύνων σύμβουλος της WeBuild, Πιέτρο Σαλίνι, τόνισε: «Η Ιταλία απέδειξε για ακόμη μια φορά πως μπορεί να συστρατευθεί γύρω από ένα μεγαλεπήβολο έργο που θα αλλάξει τη χώρα».

Ο Σαλίνι πρόσθεσε πως «η απόφαση αυτή σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας εποχής οράματος, τόλμης και εμπιστοσύνης στις δυνατότητες της ιταλικής βιομηχανίας και του τομέα των υποδομών γενικότερα».

Το 2023, η WeBuild διόρισε τον Τζιάνι ΝτεΤζενάρο – πρώην αρχηγό της ιταλικής αστυνομίας και υφυπουργό Πληροφοριών και Ασφαλείας – πρόεδρο της Eurolink.

Η WeBuild υπολογίζει πως κατά τη φάση της κατασκευής του έργου μπορούν να δημιουργηθούν έως και 100.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ το έργο προβλέπεται να ολοκληρωθεί έως το 2032.

Η εταιρεία, η μεγαλύτερη κατασκευαστική στην Ιταλία, συμμετέχει επίσης στο παγκόσμιο μεγαλεπήβολο πρότζεκτ NEOM της Σαουδικής Αραβίας—μιας «έξυπνης» γραμμικής πόλης του μέλλοντος.

Η Sasser έχει αναλάβει εργασίες στη διεύρυνση της Διώρυγας του Παναμά, ενώ η IHI έχει συμμετάσχει στην κατασκευή της γέφυρας Ακάσι στην Ιαπωνία, που ενώνει τα νησιά Χονσού και Σικόκου, καθώς και της γέφυρας Οσμάν Γκαζί στην Τουρκία.

Η Σικελία και, απέναντι, η Καλαβρία, φιλοξενούν δύο από τα ισχυρότερα μαφιόζικα δίκτυα της Ιταλίας, που διαρθρώνονται σε μικρότερες φατρίες οικογενειών και φρατριών. Η Κόζα Νόστρα στη Σικελία και η Ντραγκέτα στην Καλαβρία έχουν κατά το παρελθόν εμπλακεί σε υπεξαίρεση κονδυλίων από κρατικά έργα.

Μια γυναίκα περπατά με τον σκύλο της κατά μήκος της ακτής της Σικελίας, με την ιταλική ηπειρωτική χώρα να είναι ορατή από την άλλη πλευρά του Στενού της Μεσσήνης, Ιταλία, στις 5 Αυγούστου 2025. Yara Nardi/Reuters

 

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο Σαλβίνι δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι «το έργο δεν μπορούσε να δρομολογηθεί πριν επικυρωθεί η απόφαση της CIPES από το Ελεγκτικό Συνέδριο».

Η σημερινή κάτοχος του ρεκόρ μήκους ενιαίου ανοίγματος, η γέφυρα Τσανάκκαλε 1915, κατασκευάστηκε το 2022 και έχει συνολικό μήκος 6 μιλίων, με το μεγαλύτερο ενιαίο άνοιγμα να φτάνει το 1,25 μίλι.

Το «1915» στον τίτλο της γέφυρας παραπέμπει στη χρονιά της τουρκικής νίκης επί των βρετανικών, γαλλικών, αυστραλιανών και νεοζηλανδικών δυνάμεων στη Μάχη της Καλλίπολης, κοντά στην Τσανάκκαλε, κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Συνάντηση Πούτιν-Τραμπ: Νέα σελίδα στις αμερικανορωσικές σχέσεις

Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, θα συναντηθεί μέσα στις επόμενες ημέρες με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Πούτιν, Γιούρι Ουσάκοφ, δήλωσε: «Μετά από πρόταση της αμερικανικής πλευράς, έχει επιτευχθεί καταρχήν συμφωνία για διεξαγωγή διμερούς συνάντησης σε ανώτατο επίπεδο τις επόμενες ημέρες». Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος είναι να πραγματοποιηθεί η σύνοδος μέσα στην επόμενη εβδομάδα.

Ο Πούτιν ανέφερε ότι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θα αποτελούσαν κατάλληλη χώρα φιλοξενίας για τη συνάντηση. Την ίδια ημέρα, συναντήθηκε στη Μόσχα με τον ηγέτη των ΗΑΕ, σεΐχη Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ αλ-Ναχιάν.

Παράλληλα, εξέφρασε το ενδεχόμενο συνάντησης και με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, επισημαίνοντας όμως, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων TASS, ότι «οι απαραίτητες συνθήκες για τη διεξαγωγή αυτής της συνάντησης βρίσκονται ακόμη αρκετά μακριά».

Τον Μάιο, ο Τραμπ επισκέφθηκε την πρωτεύουσα των ΗΑΕ, Άμπου Ντάμπι, όπου ανακοίνωσε νέες επενδυτικές συμφωνίες αξίας άνω των 200 δισ. δολαρίων, ενισχύοντας τη συνεργασία των ΗΠΑ με τη χώρα της Αραβικής Χερσονήσου.

Αυτή η προγραμματιζόμενη σύνοδος θα αποτελέσει την πρώτη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν από την επιστροφή του πρώτου στον Λευκό Οίκο στις αρχές του έτους.

Στις 6 Αυγούστου, ο Τραμπ δήλωσε, «Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γίνει μια σύνοδος για τερματισμό της σύγκρουσης Ρωσίας – Ουκρανίας». Συμπλήρωσε, «Είχαμε πολύ καλές συνομιλίες με τον πρόεδρο Πούτιν σήμερα και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να φτάσουμε στο τέλος… Αυτό το μονοπάτι ήταν μακρύ και παραμένει μακρύ, όμως υπάρχει σοβαρή περίπτωση να υπάρξει συνάντηση πολύ σύντομα».

Ο ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, βρέθηκε αυτήν την εβδομάδα στη Μόσχα και συναντήθηκε για τρεις ώρες με τον Πούτιν την Τετάρτη. Ο Γουίτκοφ έφτασε στη ρωσική πρωτεύουσα λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που είχε θέσει ο Τραμπ για πρόοδο στη διαπραγμάτευση σχετικά με την ειρήνη. Ο Τραμπ είχε απειλήσει ότι θα επιβάλει σκληρούς δασμούς στη Ρωσία, αν δεν σημειωνόταν πρόοδος στις συνομιλίες με την Ουκρανία έως τις 9 Αυγούστου.

Οι κυρώσεις που προτείνει η κυβέρνηση Τραμπ ενδέχεται να περιλαμβάνουν και δευτερογενείς δασμούς σε χώρες που αγοράζουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τη Ρωσία, όπως η Κίνα και η Ινδία. Δεν είναι σαφές ποια επίπτωση θα έχει η ανακοίνωση της συνάντησης ως προς την προαναφερθείσα διορία του Τραμπ.

Εδώ και αρκετούς μήνες, η Ουκρανία πιέζει για άμεση κατάπαυση του πυρός, ενώ η Ρωσία επιμένει πως επιδιώκει μια διαρκή λύση και όχι μια απλή παύση των εχθροπραξιών.

Στις 7 Αυγούστου, σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, ο Ζελένσκι ανέφερε: «Η Ουκρανία ποτέ δεν επιδίωξε τον πόλεμο και εργάζεται για την ειρήνη. Το βασικό είναι η Ρωσία, που ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο, να λάβει πραγματικά μέτρα για να σταματήσει τη δική της επιθετικότητα».

Τόνισε ακόμη: «Η διεθνής κοινότητα έχει μοχλούς πίεσης στον επιτιθέμενο και τα μέσα για να επαληθεύει αν τηρούνται οι δεσμεύσεις. Είμαι ευγνώμων σε όσους παραμένουν σταθερά προσηλωμένοι στο να δοθεί τέλος σε αυτόν τον πόλεμο με αξιοπρέπεια».

Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι μίλησε με τον Τραμπ την Τετάρτη και σχεδίαζε να συνομιλήσει με τον καγκελάριο της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, καθώς και με άλλους ευρωπαίους ηγέτες την Πέμπτη.

Δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε στην Ουκρανία την Πέμπτη καταγράφει αύξηση της υποστήριξης σε μια διαπραγματευτική λύση.

Σε έρευνα της Gallup τον Ιούλιο του 2022, το 73% των Ουκρανών δήλωναν ότι ήθελαν να συνεχιστεί ο αγώνας μέχρι τη νίκη, όμως στη φετινή έρευνα της Gallup σε δείγμα 1.000 ατόμων, το ποσοστό αυτό υποχώρησε στο 24%, ενώ το 69% εκτιμά πλέον ότι η Ουκρανία θα πρέπει να επιδιώξει μια συμφωνία το συντομότερο δυνατό, ποσοστό που ήταν στο 22% το 2022. Η Gallup δεν περιέλαβε ερώτημα για το ποια εδάφη ενδεχομένως θα δεχόταν να παραχωρήσει η Ουκρανία.

Η επερχόμενη σύνοδος θα είναι η πρώτη συνάντηση ηγετών ΗΠΑ και Ρωσίας από τον Ιούνιο του 2021, όταν ο Πούτιν είχε συναντηθεί στη Γενεύη με τον τότε πρόεδρο Τζο Μπάιντεν. Μετά τη σύνοδο εκείνη, ο Τραμπ είχε δηλώσει στο Fox News  και τον Σον Χάνιτι: «Νομίζω πως ήταν μια καλή μέρα για τη Ρωσία. Δεν θεωρώ ότι αποκομίσαμε κάτι».

Στις 5 Αυγούστου, από τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ σχολίασε: «Αυτός είναι ο πόλεμος του Μπάιντεν, όχι ο δικός μου. Πρόκειται για χάος. Και εγώ είμαι εδώ για να μας βγάλω από αυτό. Σταμάτησα πέντε πολέμους στους τελευταίους πέντε μήνες στην πραγματικότητα, και θέλω αυτός να είναι ο έκτος, για να είμαι ειλικρινής—και αυτό δεν συμπεριλαμβάνει καν το Ιράν, όπου εξουδετερώσαμε τα πυρηνικά τους αποθέματα, γιατί θα αποκτούσαν πυρηνικά όπλα εντός δύο μηνών».

Με την συμβολή του Associated Press