Σάββατο, 01 Νοέ, 2025

Εντολή Τραμπ για νέες πυρηνικές δοκιμές στις Ηνωμένες Πολιτείες

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έδωσε εντολή στο Πεντάγωνο να ξεκινήσει εκ νέου τις πυρηνικές δοκιμές, τερματίζοντας μια αναστολή που ίσχυε εδώ και τρεις δεκαετίες.

Ο Τραμπ ανέφερε σε ανάρτησή του στο Truth Social ότι, λόγω των προγραμμάτων άλλων χωρών, είχε δώσει εντολή στο υπουργείο Πολέμου να αρχίσει να πραγματοποιεί δοκιμές πυρηνικών όπλων «σε ίση βάση». Επεσήμανε δε ότι η διαδικασία αυτή θα ξεκινήσει άμεσα.

Η ανάρτηση έγινε λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα, όπου οι δύο ηγέτες συζήτησαν εμπορικά ζητήματα.

Οι πυρηνικές δοκιμές στην ατμόσφαιρα, στο διάστημα ή κάτω από τη θάλασσα έχουν απαγορευτεί από το 1963, με τη Συνθήκη Μερικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών, η οποία επέτρεπε τη συνέχιση των υπόγειων δοκιμών για αρκετές δεκαετίες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποίησαν την τελευταία υπόγεια δοκιμή πυρηνικού όπλου τον Σεπτέμβριο του 1992. Την ίδια χρονιά, ο τότε πρόεδρος Τζορτζ Μπους ανακοίνωσε ότι η χώρα θα επιβάλει μονομερώς αναστολή σε όλες τις πυρηνικές δοκιμές, συμπεριλαμβανομένων και των υπόγειων.

Αντίστοιχα, η Κίνα πραγματοποίησε την τελευταία υπόγεια δοκιμή της το 1996 και στη συνέχεια ανακοίνωσε αναστολή στις πυρηνικές δοκιμές, την οποία τηρεί έως σήμερα.

Ο Τραμπ συνέδεσε την απόφαση για επανέναρξη των δοκιμών με την προσπάθεια της πρώτης του θητείας να διατηρηθεί το αμερικανικό πυρηνικό οπλοστάσιο σε ισορροπία με εκείνα της Ρωσίας και της Κίνας.

Ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν περισσότερα πυρηνικά όπλα από οποιαδήποτε άλλη χώρα, επισημαίνοντας πως αυτό επιτεύχθηκε χάρη στην πλήρη αναβάθμιση και ανακαίνιση των υπαρχόντων όπλων κατά την πρώτη του θητεία. Τόνισε επίσης ότι, λόγω της «τεράστιας καταστροφικής ισχύος» τους, απεχθανόταν την ανάγκη για τέτοιες ενέργειες, αλλά δεν είχε άλλη επιλογή. Υποστήριξε ακόμη ότι η Ρωσία ακολουθεί δεύτερη και η Κίνα «αρκετά πίσω», αν και, όπως είπε, θα φτάσει σε αντίστοιχα επίπεδα «μέσα σε πέντε χρόνια».

Δεν είναι σαφές από την ανάρτησή του εάν οι νέες δοκιμές θα διεξαχθούν υπόγεια, υποθαλάσσια, στην ατμόσφαιρα ή στο διάστημα. Ωστόσο, οι υπόγειες δοκιμές αποτελούν την προτιμώμενη επιλογή των πυρηνικά εξοπλισμένων χωρών, καθώς οι δοκιμές στην ατμόσφαιρα ή κάτω από το νερό εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για το περιβάλλον. Πρόκειται, επομένως, για το πιθανότερο σενάριο, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τηρήσει τη Συνθήκη του 1963 για περισσότερα από 60 χρόνια.

Τον τελευταίο καιρό, σημαντικοί αντίπαλοι των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα, έχουν πραγματοποιήσει δοκιμές όπλων.

Ανάμεσά τους περιλαμβάνεται ο πύραυλος κρουζ Burevestnik της Ρωσίας, ένα πυρηνοκίνητο όπλο που, σύμφωνα με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, διαθέτει απεριόριστη εμβέλεια και ικανότητα να παρακάμπτει τα υφιστάμενα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας.

Λίγες ώρες πριν από την άφιξη του Τραμπ στη Νότια Κορέα, η Βόρεια Κορέα ανακοίνωσε ότι δοκίμασε πύραυλο κρουζ με πυρηνική δυνατότητα στη θάλασσα δυτικά της χώρας.

Παρότι έχουν περάσει χρόνια από την τελευταία πυρηνική έκρηξη, η τελευταία επιβεβαιωμένη δοκιμή που προκάλεσε πυρηνική έκρηξη έγινε τον Σεπτέμβριο του 2017 από τη Βόρεια Κορέα. Η δοκιμή πραγματοποιήθηκε υπόγεια και εντοπίστηκε από την αμερικανική σεισμική τεχνολογία.

Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν ο Τραμπ σκοπεύει να επαναφέρει πλήρους κλίμακας πυρηνικές εκρήξεις ή αν το Πεντάγωνο θα περιοριστεί σε δοκιμές τεχνολογιών μεταφοράς πυρηνικών κεφαλών, παρόμοιες με εκείνες που διεξάγουν τελευταία η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα.

Μέχρι σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποιούν δοκιμές πυρηνικών όπλων μέσω εξελιγμένων υπολογιστικών προσομοιώσεων, ερευνών πυρηνικών αντιδράσεων σε ελεγχόμενα περιβάλλοντα και άλλων μεθόδων που δεν απαιτούν πραγματική πυρηνική έκρηξη.

Του Joseph Lord

Τραμπ και Σι καταλήγουν σε συμφωνία για δασμούς και σπάνιες γαίες

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε σήμερα, Πέμπτη 30 Οκτωβρίου, μια σειρά εμπορικών συμφωνιών στις οποίες κατέληξαν με τον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, στη συνάντησή τους, σύμφωνα με τις οποίες οι ΗΠΑ θα μειώσουν τους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα με αντάλλαγμα άλλες οικονομικές παραχωρήσεις από το Πεκίνο.

Ο Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους μέσα στο προεδρικό αεροσκάφος Air Force One λίγο μετά την αναχώρησή του από το Μπουσάν της Νότιας Κορέας, χαρακτήρισε τη συνάντηση «εξαιρετική» και είπε ότι ήταν επωφελής «και για τις δύο μεγάλες και ισχυρές χώρες», τονίζοντας ότι «αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θα έπρεπε να συνυπάρχουν».

Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, οι δασμοί θα μειωθούν κατά 10% – με το συνολικό ποσοστό να διαμορφώνεται στο 47% –  ενώ η Κίνα θα προβεί σε αγορές σόγιας από Αμερικανούς αγρότες, θα επιτρέψει την εξαγωγή μετάλλων σπάνιων γαιών και θα περιορίσει τη ροή των πρόδρομων ουσιών της φαιντανύλης.

Ο περιορισμός και ο έλεγχος της παραγωγής και διακίνησης φαιντανύλης και ανάλογων ουσιών ήταν ένας από τους λόγους που είχαν επιβληθεί οι δασμοί των ΗΠΑ στην Κίνα τον Ιανουάριο, με τον Τραμπ να αποδίδει σε κινεζική δραστηριότητα την απότομη αύξηση των θανάτων από οπιοειδή παγκοσμίως και κατηγορώντας κινεζικές επιχειρήσεις ότι κερδοσκοπούν οδηγώντας στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους.

Μετά τη συνάντησή του με τον Σι, ο πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Κινέζος ηγέτης «θα εργαστεί σκληρά για να σταματήσει τον θάνατο που προέρχεται από αυτές τις ουσίες», προσθέτοντας ότι ο Σι φάνηκε «πολύ αποφασισμένος να επιβάλει τον νόμο στο εσωτερικό της χώρας του» και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρακολουθούν την πρόοδο.

Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στη στρατιωτική βάση Γκίμχε της Νότιας Κορέας, γύρω στις 11:15 το πρωί τοπική ώρα, και διήρκεσε σχεδόν δύο ώρες. Ήταν η πρώτη φορά που οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο αφότου ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο. Η προηγούμενη συνάντησή τους είχε γίνει στην Οσάκα (Ιαπωνία) το 2019, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της G20.

Η συνάντηση των δύο ηγετών έγινε στο περιθώριο της συνόδου του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC). Την προηγουμένη, ο Τραμπ είχε συναντήσει τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο Λι Τζε Μιουνγκ για να συζητήσουν επενδύσεις και θέματα ασφαλείας, χωρίς να υπογραφεί εμπορική συμφωνία. Ο Σι αναμένεται να παραμείνει στη Νότια Κορέα έως την 1η Νοεμβρίου, έχοντας προγραμματίσει διμερή συνάντηση με τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο.

Στις 26 Οκτωβρίου, Αμερικανοί και Κινέζοι διαπραγματευτές είχαν ανακοινώσει ότι κατέληξαν σε πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο αναμενόταν να επικυρωθεί στη συνάντηση Τραμπ-Σι.

«Μια συμφωνία για τα πάντα»

Πληθώρα θεμάτων τέθηκαν υπό συζήτηση, όπως οι δασμοί, η φαιντανύλη, οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η ασφάλεια στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού και το ζήτημα των πολιτικών κρατουμένων.

Κινέζοι εκπρόσωποι, επιβεβαιώνοντας τη συνάντηση στις 29 Οκτωβρίου, χαρακτήρισαν τη σχέση μεταξύ Τραμπ και Σι «αναντικατάστατη» για τη στρατηγική σχέση των δύο χωρών και υποσχέθηκαν μια «εις βάθος» ανταλλαγή απόψεων.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι η λίστα των θεμάτων που θέλει να συζητήσει με τον Σι είναι εκτενής και ότι αναμένει συνεργασία και παραχωρήσεις από το Πεκίνο σε αρκετά από αυτά.

Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν επίσης καταστήσει σαφές ότι οι δασμοί 100% ανεστάλησαν, καθώς το Πεκίνο φέρεται διατεθειμένο να μην προχωρήσει με το πρόγραμμα περιορισμού των εξαγωγών σπάνιων γαιών.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα επιβάλλουν εκατέρωθεν τριψήφιους δασμούς από τον Απρίλιο, αναβάλλοντας ωστόσο συνεχώς την εφαρμογή τους, δίνοντας προτεραιότητα στις διαπραγματεύσεις. Η τρέχουσα προθεσμία θα έληγε στις 9 Νοεμβρίου, εάν δεν υπήρχε συμφωνία στις διαπραγματεύσεις της 30ής Οκτωβρίου.

Σύμφωνα με τη συνομιλία των δύο ηγετών, το Πεκίνο αναμένεται να αναστείλει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών για περίπου ένα έτος, ενώ ο Τραμπ επιταχύνει τη διαφοροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας, υπογράφοντας σχετικές συμφωνίες με την Ταϊλάνδη, την Ιαπωνία και τη Μαλαισία σε συναντήσεις που είχε κατά την περιοδεία του στην Ασία τις τελευταίες ημέρες.

Σημαντικό ζήτημα αποτέλεσαν και οι Αμερικανοί αγρότες, οι οποίοι ήταν βασικοί προμηθευτές σόγιας στην Κίνα. Ωστόσο, φέτος, ως αντίδραση στους αμερικανικούς δασμούς, η ασιατική χώρα στράφηκε σε άλλους παραγωγούς όπως η Βραζιλία και η Αργεντινή, αφήνοντας τους Αμερικανούς εκτεθειμένους, με μια συγκομιδή που είναι η μεγαλύτερη εδώ και πολλά χρόνια.

Οι ενώσεις αγροτών απηύθυναν έκκληση στον Τραμπ, ενώ Κινέζοι αξιωματούχοι ζήτησαν από τους Αμερικανούς παραγωγούς να ασκήσουν πίεση για τη μείωση των δασμών. Ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσει τα έσοδα από τους δασμούς για να ενισχύσει τους αγρότες βραχυπρόθεσμα, ενώ ζήτησε από την Κίνα να τετραπλασιάσει τις αγορές σόγιας από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αν και πολλές χώρες έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες που τους επιτρέπουν να «εξαγοράζουν» τα ελλείμματα τους μέσω επενδύσεων δισεκατομμυρίων δολαρίων αντί για αγορές αμερικανικών αγαθών, οι ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια καθιστούν απίθανη μια τέτοια τακτική εκ μέρους του Πεκίνου. Ο Τραμπ έχει τονίσει ότι επιδιώκει «μια συμφωνία για τα πάντα» και όχι μια παραδοσιακή εμπορική συμφωνία.

Όσον αφορά την φαιντανύλη, η Κίνα αναμένεται να περιορίσει τις εξαγωγές πρόδρομων χημικών ουσιών και να συμβάλει στην καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών που προκαλεί κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τραμπ είχε δηλώσει στις 28 Οκτωβρίου ότι, εφόσον το Πεκίνο συνεργαστεί, η Ουάσιγκτον θα μειώσει τον δασμό% που επιβλήθηκε στις κινεζικές εξαγωγές σχετικές με τη φαιντανύλη.

Άλλα θέματα που είχε δηλώσει ο Τραμπ ότι προτίθεται να θίξει ήταν ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας, η Ταϊβάν και η απελευθέρωση του πολιτικού κρατουμένου Τζίμμυ Λάι, φιλοδημοκρατικού εκδότη στο Χονγκ Κονγκ, που κρατείται από το 2020.

Εκτίναξη της αξίας της Nvidia

Στη λίστα των θεμάτων μπήκε και το ζήτημα του υπερσύγχρονου ημιαγωγού Blackwell της Nvidia, το οποίο ο Τραμπ ανέφερε στις 29 Οκτωβρίου. Ο πρόεδρος είπε ότι πρόκειται για έναν «υπερ-ημιαγωγό» για τον οποίο ενδέχεται να συζητήσει με τον Σι, προκαλώντας άνοδο της μετοχής της εταιρείας. Την Τετάρτη, η Nvidia έγινε η πρώτη εταιρεία με αποτίμηση 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.

Οι πωλήσεις ημιαγωγών της Nvidia προς την Κίνα έχουν διαταραχθεί λόγω του εμπορικού πολέμου. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε αρχικά σχεδιάσει να περιορίσει περαιτέρω τις εξαγωγές της εταιρείας προς την Κίνα, αλλά αναθεώρησε μετά από επικοινωνία του προέδρου με τον διευθύνοντα σύμβουλο Τζένσεν Χουάνγκ.

Το Πεκίνο, ωστόσο, εξέφρασε ανησυχία για την ανατροπή της απόφασης, επικαλούμενο ζητήματα ασφαλείας όπως πιθανά «παραθυράκια» και συστήματα εντοπισμού θέσης. Οι κινεζικές αρχές κάλεσαν την Nvidia να παράσχει πληροφορίες και διαβεβαιώσεις. Η εταιρεία δεν αποκάλυψε τι της ζητήθηκε, αλλά διέψευσε την ύπαρξη τέτοιων λειτουργιών.

Παράλληλα, κινεζικοί φορείς κάλεσαν τις εγχώριες επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν εγχώριους ημιαγωγούς αντί για ξένους. Ο Χουάνγκ, σε εκδήλωση της Nvidia στις 29 Οκτωβρίου, ανέφερε ότι δεν έχει υποβάλει αιτήσεις για άδειες εξαγωγής στην Κίνα, λέγοντας πως «οι κινεζικές αρχές έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν επιθυμούν την παρουσία της Nvidia στη χώρα αυτή τη στιγμή».

Ο Χουάνγκ, που την Τρίτη ανακοίνωσε παραγγελίες ημιαγωγών αξίας 500 δισ. δολαρίων και σχέδια για την κατασκευή επτά υπερυπολογιστών για την αμερικανική κυβέρνηση, ήταν να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στις 29 Οκτωβρίου. Είπε ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Νότια Κορέα «ενδέχεται να υπάρξουν ανακοινώσεις που θα ενθουσιάσουν τον κορεατικό λαό και τον πρόεδρο Τραμπ», χωρίς να αποκαλύψει λεπτομέρειες.

Εντεινόμενος ανταγωνισμός

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα προσπαθούν επίσης να επιδείξουν τη διπλωματική τους ισχύ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Ο Τραμπ, Αμερικανοί αξιωματούχοι και ξένοι ομόλογοί τους τόνισαν τη σημασία της αμερικανικής ηγεσίας στην περιοχή, καθώς τα ασιατικά κράτη στρέφονται στις Ηνωμένες Πολιτείες για θέματα ασφάλειας.

Πέρα από τις εμπορικές συμφωνίες, ο Τραμπ υπέγραψε συμφωνίες που ενισχύουν τη συνεργασία στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, προβλέπουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και αυξάνουν τη συνεργασία και τις επενδύσεις σε προηγμένες τεχνολογίες.

Από την πλευρά τους, Κινέζοι αξιωματούχοι κάλεσαν άλλες χώρες να συνεργαστούν με το Πεκίνο ώστε να αντισταθούν στους αμερικανικούς δασμούς.

Των Catherine Yang και Travis Gillmore

Με πληροφορίες από το Reuters

Οι ΗΠΑ δίνουν τεχνολογία πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στη Νότια Κορέα

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι η Ουάσιγκτον θα μοιραστεί ευαίσθητη τεχνολογία πυρηνικής πρόωσης με τη Νότια Κορέα, προκειμένου η σύμμαχός της να κατασκευάσει δικό της πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, με στόχο την αντιμετώπιση περιφερειακών απειλών.

Η κίνηση αυτή θεωρείται μείζονος σημασίας για την ασφάλεια της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού, καθώς επιτρέπει στη Σεούλ να κατασκευάσει το πρώτο της πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, αυξάνοντας την ικανότητα της απέναντι σε Κίνα και Βόρεια Κορέα.

Η συνεργασία στον τομέα της πυρηνικής τεχνολογίας αποφασίστηκε στη σύνοδο κορυφής της Τετάρτης που είχε ο Αμερικανός πρόεδρος με τον πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Λι Τζε Μιουνγκ, όπου συζητήθηκε επίσης ο εκσυγχρονισμός της στρατιωτικής συμμαχίας των δύο χωρών και οι εμπορικές συμφωνίες μεταξύ τους. Τα αποτελέσματα της συνομιλίας των δύο ηγετών μοιράστηκε ο Ντ. Τραμπ αργότερα  στο Truth Social.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η Νότια Κορέα έχει δεσμευτεί να επενδύσει 150 δισεκατομμύρια δολάρια στα αμερικανικά ναυπηγεία, με την κατασκευή του πυρηνοκίνητου υποβρυχίου να έχει προγραμματιστεί να γίνει στο ναυπηγείο Philly Shipyard, το οποίο ανήκει στον νοτιοκορεατικό όμιλο Hanwha Group.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι η στρατιωτική συμμαχία των δύο χωρών «είναι ισχυρότερη από ποτέ» και πως βάσει αυτής της συνεργασίας, ενέκρινε να προχωρήσει η Νότια Κορέα την κατασκευή ενός πυρηνοκίνητου υποβρυχίου αντί των «παλαιού τύπου και λιγότερο ευέλικτων ντιζελοκίνητων» που διαθέτει σήμερα. Ο Αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε τη συνάντηση «εξαιρετικό ταξίδι με έναν εξαιρετικό πρόεδρο της Νότιας Κορέας».

Η συνάντηση του Τραμπ με τον Λι πραγματοποιήθηκε στην πόλη Γκεονγκτζού, με τις συζητήσεις να επικεντρώνονται στην ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων και της οικονομικής συνεργασίας των δύο χωρών.

Καθώς η Νότια Κορέα αντιμετωπίζει τη διαρκή απειλή του αναπτυσσόμενου πυρηνικού και πυραυλικού προγράμματος της Βόρειας Κορέας, οι αναλυτές έχουν επανειλημμένως θέσει το ερώτημα αν η Σεούλ θα πρέπει να εξοπλιστεί με δικά της πυρηνικά όπλα. Με πρόσβαση πλέον σε τεχνολογία πυρηνοκίνητων υποβρυχίων, η χώρα αποκτά τη δυνατότητα για μεγαλύτερη αυτονομία στις περιπολίες της, καθώς τα υποβρύχια αυτά μπορούν να παραμένουν κάτω από την επιφάνεια του νερού για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα χωρίς να χρειάζεται να αναδύονται τακτικά, σε αντίθεση με τα ντιζελοκίνητα μοντέλα.

Αν και ο Τραμπ είχε επιδιώξει στο παρελθόν να προσεγγίσει διπλωματικά τη Βόρεια Κορέα,  αναγνώρισε κατά την πρώτη του θητεία ότι μια σοβαρή στρατιωτική σύγκρουση με τη χώρα αυτή παραμένει πιθανή.

Η προσφορά τεχνολογίας πυρηνικής πρόωσης στη Νότια Κορέα συνιστά διαφοροποίηση της πολιτικής της Ουάσιγκτον στο συγκεκριμένο θέμα, όπου μέχρι τώρα διατηρούσε αυστηρό έλεγχο και μοιραζόταν την τεχνογνωσία μόνο με στενούς συμμάχους , όπως η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, στο πλαίσιο της συμφωνίας AUKUS.

Ο Τραμπ, ωστόσο, έχει μειώσει τη σημασία της AUKUS, υποστηρίζοντας ότι η στρατιωτική ισχύς των Ηνωμένων Πολιτειών είναι από μόνη της αρκετή για να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε απειλή από την Κίνα.

Για τη Νότια Κορέα, ανέφερε ότι η χώρα ανέλαβε συγκεκριμένες οικονομικές δεσμεύσεις ώστε να αντισταθμίσει μέρος του βάρους της άμυνας.

Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε σε ανάρτησή του ότι η Σεούλ συμφώνησε να καταβάλει στις Ηνωμένες Πολιτείες 350 δισεκατομμύρια δολάρια, ως αντάλλαγμα για τη μείωση των δασμών που της επιβάλλονται, καθώς και να αγοράζει «τεράστιες ποσότητες» αμερικανικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ οι επενδύσεις πλουσίων νοτιοκορεατικών εταιρειών και επιχειρηματιών στις ΗΠΑ θα ξεπεράσουν τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια.

Της Kimberly Hayek

Με πληροφορίες από τα Reuters και Associated Press

Διεθνείς οργανώσεις καλούν τον Τραμπ να θέσει το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα 

Αυξανόμενη πίεση δέχεται ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, να φέρει στο προσκήνιο το κρίσιμο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα κατά τη διάρκεια της επικείμενης συνάντησής του με τον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, στη Νότια Κορέα σήμερα, 30 Οκτωβρίου.

Μεταξύ των οργανώσεων που συντονίζουν τη σχετική εκστρατεία συγκαταλέγεται και το Κέντρο Πληροφόρησης για το Φάλουν Ντάφα, το οποίο ζητά επίμονα να συζητηθεί η τύχη όσων φυλακισμένων ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ έχουν συγγενείς στις ΗΠΑ.

Σε δήλωσή του, το Κέντρο τονίζει: «Αιτούμαστε να αναδείξει ο πρόεδρος το θέμα των φυλακισμένων του Φάλουν Γκονγκ που έχουν οικογένεια στις Ηνωμένες Πολιτείες και να ζητήσει τον τερματισμό της εκστρατείας διακρατικών διώξεων από το ΚΚΚ στο αμερικανικό έδαφος».

Ο αριθμός των φυλακισμένων οπαδών του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα για λόγους συνείδησης παραμένει αδιευκρίνιστος, ενώ πολλοί εξ αυτών έχουν συγγενείς που ζουν στις ΗΠΑ και αγωνίζονται για την απελευθέρωσή τους.

Το Φάλουν Γκονγκ, γνωστό και ως Φάλουν Ντάφα, αποτελεί πνευματική πρακτική που ιδρύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και διδάσκει τις αρετές της αλήθειας, της καλοσύνης και της ανεκτικότητας. Το 1999, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας εξαπέλυσε εκστρατεία βίαιης καταστολής εναντίον της πρακτικής, στην οποία μέχρι τότε ασκούνταν έως και 100.000.000 άτομα σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις.

Η καταστολή, ωστόσο, συνεχίζεται μέχρι σήμερα με τις αναφορές να κάνουν λόγο για παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια, καταναγκαστική εργασία, ακόμα και αφαιρέσεις οργάνων από ζωντανούς κρατούμενους με αποτέλεσμα τον θάνατό τους.

Η πρακτική του Φάλουν Γκονγκ έχει πλέον εξαπλωθεί σε περίπου 100 χώρες, ωστόσο όσοι έχουν συγγενείς στην Κίνα συχνά υφίστανται απειλές από το ΚΚΚ. Τα τελευταία χρόνια, οι Αμερικανοί βρίσκονται αντιμέτωποι με το φαινόμενο της διακρατικής καταστολής του κινεζικού καθεστώτος, μέρος της οποίας αποτελεί και η ύπαρξη παράνομου κινεζικού αστυνομικού σταθμού στη Νέα Υόρκη, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Παρά το κλείσιμο του σταθμού, τέτοιες δραστηριότητες δεν φαίνεται να έχουν τερματιστεί εν γένει.

Σύμφωνα με την οργάνωση Freedom House, που δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τις διακρατικές διώξεις από αυταρχικά καθεστώτα, η Κίνα βρίσκεται μεταξύ των πλέον διαβόητων παραβατών. Πηγές που επικαλείται η εφημερίδα The Epoch Times αναφέρουν πως το 2022 δόθηκε εντολή από Πεκίνο για εντατικοποίηση των διώξεων των οπαδών του Φάλουν Γκονγκ και στο εξωτερικό, με έμφαση στον χειρισμό των μέσων ενημέρωσης για τη δημιουργία θετικής εικόνας του καθεστώτος και την εμπλοκή αμερικανικών κρατικών υπηρεσιών.

Παρά τις πιέσεις, οι ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ ανά τον κόσμο συνεχίζουν τις δράσεις τους που στοχεύουν στην ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας για τις πρακτικές του ΚΚΚ. Στις ΗΠΑ, όλο και περισσότεροι ζητούν την απελευθέρωση συγγενών που κρατούνται στην Κίνα εξαιτίας της πνευματικής τους πίστης. Το Κέντρο Πληροφόρησης για το Φάλουν Ντάφα έχει καταγράψει πληθώρα τέτοιων περιπτώσεων, επισημαίνοντας πως η λίστα του δεν είναι ολοκληρωμένη.

Η Κάρεν Κονγκ, Αμερικανίδα πολίτης από την Καλιφόρνια, δηλώνει ότι η αδερφή και ο ανιψιός της κρατούνται στην Κίνα από το 2022 με την κατηγορία της διανομής ενημερωτικού υλικού για τις διώξεις του ΚΚΚ. Όπως λέει: «Το 2024 έμαθα από το Νοσοκομείο 109 της Κίνας ότι ο ανιψιός μου, Χου Λιτζούν, βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση». Επιπροσθέτως, αποκάλυψε ότι ακόμη μία αδερφή της, φυλακισμένη από το 2009, πέθανε στη φυλακή το 2020.

Τα αδέλφια Στήβεν και Σανσάν Γουόνγκ, Αμερικανοί πολίτες που ζουν στη Νέα Υόρκη, αγωνίζονται για την απελευθέρωση της μητέρας τους, Άι Χουά Λιου, η οποία καταδικάστηκε σε τετραετή κάθειρξη επειδή εξασκεί Φάλουν Γκονγκ. Όπως αναφέρουν, «ο δικηγόρος που προσέλαβε η οικογένεια δέχθηκε πιέσεις ώστε να μην αναλάβει την υπόθεση», ενώ η μητέρα τους στερήθηκε το δικαίωμα επίσκεψης από μέλη της οικογένειάς της από τον Ιούλιο του 2022, έτσι ώστε τώρα δεν γνωρίζουν τίποτα για την κατάστασή της.

Στο υπόμνημά τους σημειώνεται ότι οι γονείς τους υφίστανται διαρκείς διώξεις από το 2011 λόγω των θρησκευτικών πεποιθήσεών τους, με τη μητέρα τους να έχει συλληφθεί συνολικά 11 φορές, και τον πατέρα τους να έχει χάσει τη ζωή του το 2009.

Ανάλογη περίπτωση και για την Τσεν Τζινγκγιού, κάτοικο Νέας Υόρκης, που ζητά την απελευθέρωση της αδελφής της, Τσεν Τζινγκχουί, η οποία συνελήφθη τον Μάρτιο του 2024 και ακόμη δεν της έχει επιτραπεί να δει την οικογένειά της. Η Τζινγκχουί, λογίστρια, έχει στο παρελθόν συλληφθεί για τη διανομή πληροφορικού υλικού σχετικού με το Φάλουν Γκονγκ.

Η Ντινγκ Γιου, επίσης από την Καλιφόρνια, ζητάι την απελευθέρωση της μητέρας της, Μερνγκ Σιαοχόνγκ, η οποία συνελήφθη τον Μάιο του 2023 επειδή προωθούσε το Φάλουν Γκονγκ. Η οικογένεια ενημερώθηκε από τον νομικό της σύμβουλο ότι η Μερνγκ και ακόμη ένας ασκούμενος υπέστησαν αστυνομική βία κατά την ανάκριση τους, με αποτέλεσμα την παραμονή τους στο νοσοκομείο για δύο μήνες. Σύμφωνα με τον δικηγόρο, η Μερνγκ φέρει σοβαρά τραύματα, μεταξύ των οποίων κακώσεις στον αυχένα και το αυτί, καθώς και φραγμένη αρτηρία, ζητήματα που δεν αποκαταστάθηκαν ούτε μετά την αποφυλάκισή της.

Καθοριστική συνάντηση Τραμπ-Σι στη Νότια Κορέα

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται στην Γκεονγκτζού, στη Νότια Κορέα, λίγες ώρες πριν ολοκληρώσει την πολυάσχολη περιοδεία του στην Ασία με μια συνάντηση υψηλών διακυβευμάτων με τον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, σήμερα 30 Οκτωβρίου.

Οι δύο ηγέτες θα καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στις 11:00 π.μ., σε συνάντηση που μπορεί να διαρκέσει έως δύο ώρες, πριν ο Τραμπ αναχωρήσει για την Ουάσιγκτον.

Ο Τραμπ συναντήθηκε με τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο Λι Τζε Μιουνγκ στις 29 Οκτωβρίου, με αντικείμενο τις επενδύσεις και τα θέματα ασφάλειας, χωρίς ωστόσο να υπογραφεί εμπορική συμφωνία.

Ο Σι αναμένεται να παραμείνει στη Νότια Κορέα και την 1η Νοεμβρίου για διμερή συνάντηση με τον Νοτιοκορεάτη ομόλογό του.

Αμερικανοί και Κινέζοι διαπραγματευτές εμπορίου ανακοίνωσαν στις 26 Οκτωβρίου ότι έχουν καταλήξει σε ένα πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών, και ότι αναμένεται η οριστική συμφωνία να προκύψει από τη συνάντηση Τραμπ-Σι.

«Συμφωνία σε όλα»

Πληθώρα ζητημάτων τίθενται επί τάπητος καθώς οι δύο ηγέτες αναμένεται να συζητήσουν για δασμούς, φαιντανύλη, παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, ασφάλεια στον Ινδο-Ειρηνικό και πολιτικούς κρατουμένους.

Εκπρόσωποι της Κίνας, που επιβεβαίωσαν τη συνάντηση στις 29 Οκτωβρίου, χαρακτήρισαν τη σχέση υψηλού επιπέδου μεταξύ Τραμπ και Σι «αναντικατάστατη στις στρατηγικές σχέσεις των δύο χωρών» και προανήγγειλαν «εκτενή ανταλλαγή απόψεων».

Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι ο κατάλογος των θεμάτων που σκοπεύει να θέσει στον Σι είναι μακρύς και αναμένει συνεργασία και παραχωρήσεις από το Πεκίνο σε αρκετές από αυτές τις προκλήσεις.

Παράλληλα, Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν διαμηνύσει πως οι δασμοί 100% δεν είναι πλέον υπό συζήτηση, δεδομένου ότι το Πεκίνο σχεδιάζει να αναστείλει ένα πρόγραμμα περιορισμού των εξαγωγών σπάνιων γαιών που θεωρείται αποσταθεροποιητικό.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα είχαν επιβάλει εκατέρωθεν τριψήφιους δασμούς τον περασμένο Απρίλιο, τους οποίους ωστόσο ανέστειλαν επανειλημμένα, δίνοντας προτεραιότητα στις διαπραγματεύσεις.

Η επόμενη κρίσιμη ημερομηνία είναι η 9η Νοεμβρίου, η οποία ενδέχεται να μετατεθεί ξανά εάν δεν υπάρξει τελική συμφωνία στις 30 Οκτωβρίου.

Το Πεκίνο προβλέπεται να αναστείλει τους τελευταίους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών τουλάχιστον για έναν χρόνο, ενώ ο Τραμπ επιταχύνει τη διαφοροποίηση της αλυσίδας εφοδιασμού, έχοντας υπογράψει σχετικές συμφωνίες με την Ταϊλάνδη, την Ιαπωνία και τη Μαλαισία τις προηγούμενες ημέρες.

Ψηλά στην ατζέντα βρίσκονται και οι Αμερικανοί αγρότες, τους οποίους – όπως έχει τονίσει ο Τραμπ –  επιχειρεί να αξιοποιήσει ως μοχλό πίεσης το Πεκίνο.

«Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής αμερικανικής σόγιας, αγοράζοντας περισσότερη από όση όλοι οι υπόλοιποι πελάτες μαζί», ανέφερε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Ωστόσο, φέτος, η Κίνα μποϊκόταρε την εισαγωγή αμερικανικής σόγιας, καλύπτοντας τις ανάγκες της κυρίως από Βραζιλία και Αργεντινή, αφήνοντας εκτεθειμένους τους Αμερικανούς παραγωγούς.

Οι αγροτικοί σύλλογοι απηύθυναν εκκλήσεις στον Τραμπ, ενώ Κινέζοι αξιωματούχοι παρότρυναν τους Αμερικανούς αγρότες να πιέσουν για χαμηλότερους δασμούς.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι προτίθεται να χρησιμοποιήσει μέρος των εσόδων από τους δασμούς για να στηρίξει προσωρινά τους παραγωγούς, ενώ έχει ξεκαθαρίσει πως ζητά από την Κίνα τον τετραπλασιασμό των εισαγωγών σόγιας από τις ΗΠΑ.

Ενώ πολλές χώρες έχουν υπογράψει εμπορικές συμφωνίες που ουσιαστικά τους επιτρέπουν να μειώσουν τα ελλείμματά τους με τις ΗΠΑ μέσω επενδύσεων αντί για αγορές αμερικανικών προϊόντων, η Ουάσιγκτον εκτιμά ότι λόγοι εθνικής ασφαλείας θα εμποδίσουν το Πεκίνο να ακολουθήσει την ίδια τακτική. Ο Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι επιδιώκει μια συνολική συμφωνία παρά μια παραδοσιακή εμπορική διευθέτηση.

Παράλληλα, ο Αμερικανός πρόεδρος αναμένει από το Πεκίνο να περιορίσει τις εξαγωγές πρόδρομων χημικών ουσιών της φαιντανύλης και θα συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για την καταπολέμηση της εμπορίας ναρκωτικών που προκαλεί κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως ανέφερε στους δημοσιογράφους στο προεδρικό αεροσκάφος στις 28 Οκτωβρίου.

«Προβλέπεται μείωση του δασμού 20% για τη φαιντανύλη που έχει επιβάλει η Ουάσιγκτον στην Κίνα, εάν το Πεκίνο συνεργαστεί σε αυτό τον τομέα», δήλωσε.

Επιπλέον, ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα θέσει υπό συζήτηση τον πόλεμο στην Ουκρανία, το ζήτημα της Ταϊβάν και θα ζητήσει την απελευθέρωση του πολιτικού κρατουμένου Τζίμμυ Λάι, του φιλοδημοκρατικού εκδότη από το Χονγκ Κονγκ που παραμένει φυλακισμένος από το 2020.

Εκτίναξη της αποτίμησης της NVIDIA

Νεότερο ζήτημα στον διάλογο αποτελεί το κορυφαίο τσιπ τεχνητής νοημοσύνης Blackwell της NVIDIA, το οποίο έθεσε ο Τραμπ στις 29 Οκτωβρίου.

Όπως δήλωσε σε δημοσιογράφους, το Blackwell  είναι ένα θέμα που σκοπεύει να συζητήσει με τον Σι, δήλωση που προκάλεσε άνοδο της μετοχής. Η NVIDIA έγινε την Τετάρτη η πρώτη εταιρεία με κεφαλαιοποίηση 5 τρισ. δολαρίων.

Οι πωλήσεις τσιπ της NVIDIA στην Κίνα έχουν βρεθεί στη δίνη του φετινού εμπορικού πολέμου. Αρχικά, η κυβέρνηση Τραμπ σκόπευε να επιβάλει περαιτέρω περιορισμούς στις πωλήσεις στην Κίνα, αλλά αναθεώρησε αυτή τη θέση μετά από επικοινωνία του Τραμπ με τον διευθύνοντα σύμβουλο της NVIDIA, Τζένσεν Χουάνγκ. Ωστόσο, το Πεκίνο εξέφρασε επιφυλάξεις, επικαλούμενο κινδύνους ασφαλείας για «κρυφές θύρες» και δυνατότητες εντοπισμού τοποθεσίας, καλώντας την NVIDIA να καταθέσει διευκρινίσεις και διαβεβαιώσεις.

Η εταιρεία δεν αποκάλυψε τι ακριβώς ζήτησε το Πεκίνο, αλλά διέψευσε πως οι συσκευές της διαθέτουν «κρυφές θύρες». Στο μεταξύ, οι κινεζικές αρχές και ενώσεις καλούν τις εγχώριες επιχειρήσεις να προτιμούν εγχώρια τσιπ έναντι εισαγομένων. Ο Χουάνγκ, στο ετήσιο συνέδριο προγραμματιστών της NVIDIA στις 29 Οκτωβρίου, δήλωσε πως δεν έχει αιτηθεί για άδειες εξαγωγής προς την Κίνα εξαιτίας αυτών των εξελίξεων.

«Έχουν καταστήσει σαφές ότι προς το παρόν δεν επιθυμούν την NVIDIA στην κινεζική αγορά», ανέφερε χαρακτηριστικά για την κινεζική στάση.

Ο Χουάνγκ, ο οποίος την Τρίτη ανακοίνωσε παραγγελίες τσιπ τεχνητής νοημοσύνης αξίας 500 δισ. δολαρίων και σχέδια για την κατασκευή επτά υπερυπολογιστών για την αμερικανική κυβέρνηση, αναμένεται να συναντηθεί και με τον Τραμπ στις 29 Οκτωβρίου.

«Ελπίζω ότι όταν θα φτάσω εκεί, θα έχουμε ανακοινώσεις που θα ενθουσιάσουν πραγματικά τον λαό της Κορέας και θα χαροποιήσουν ιδιαίτερα τον πρόεδρο Τραμπ – αλλά θα τα αποκαλύψω σε μερικές μέρες», δήλωσε ο Χουάνγκ εν όψει της επίσκεψης στη Νότια Κορέα.

Ένταση στον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας

ΗΠΑ και Κίνα επιχειρούν επίσης να προβάλουν την ισχύ τους μέσω διπλωματίας στον Ινδο-Ειρηνικό. Τόσο ο Τραμπ όσο και Αμερικανοί και ξένοι αξιωματούχοι τονίζουν τη βαρύτητα της αμερικανικής ηγεσίας στην περιοχή, με τις ασιατικές χώρες να αναζητούν την αμερικανική συνδρομή σε θέματα ασφαλείας.

Εκτός από τις εμπορικές συμφωνίες, ο Τραμπ υπέγραψε συμφωνίες που ενισχύουν τη συνεργασία στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, προβλέπουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και ευνοούν επενδύσεις και ανάπτυξη αιχμής στην τεχνολογία.

Από την άλλη, Κινέζοι αξιωματούχοι καλούν τις χώρες να συνεργαστούν με το Πεκίνο για την αντιμετώπιση των αμερικανικών δασμών, κατηγορώντας τις ΗΠΑ για προστατευτισμό.

Με πληροφορίες από Reuters

Ζελένσκι: Έτοιμοι για ειρηνευτικές συνομιλίες χωρίς εδαφικές παραχωρήσεις

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τόνισε απαντώντας στα αιτήματα της Μόσχας ότι «η Ουκρανία είναι έτοιμη για ειρηνευτικές συνομιλίες, αλλά δεν προτίθεται να αποσύρει τα στρατεύματά της από πρόσθετα εδάφη». 

Kαθώς η Ρωσία επιμένει ότι προϋπόθεση για κατάπαυση του πυρός αποτελεί η παραχώρηση περισσότερων ουκρανικών εδαφών αναβλήθηκαν οι προετοιμασίες για τη σύνοδο που είχε συμφωνηθεί να διεξαχθεί στη Βουδαπέστη μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, 

Ο Ζελένσκι εξέφρασε τη διάθεσή του για συνομιλίες οπουδήποτε, πλην της Ρωσίας ή της συμμάχου της Λευκορωσίας. «Αν υπάρξουν αποτελέσματα, τότε με το καλό, ας γίνουν οι συνομιλίες όπου να ’ναι», είπε χαρακτηριστικά.

Έθεσε ως προτεραιότητα την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός, τονίζοντας: «Πρώτα απ’ όλα απαιτείται κατάπαυση του πυρός. Αυτή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη της διπλωματίας». Ουκρανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αναμένεται να συναντηθούν στο τέλος της εβδομάδας με αντικείμενο την κατάρτιση σχεδίου κατάπαυσης του πυρός.

Σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη στην Ουγγαρία, ο Ζελένσκι αναγνώρισε τις επιφυλάξεις του έναντι των θέσεων του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν, επισημαίνοντας ότι ο Ούγγρος ηγέτης «μπλοκάρει τα πάντα για την Ουκρανία».

Παράλληλα, κάλεσε τις Ηνωμένες Πολιτείες να σκληρύνουν τη στάση τους απέναντι στη Ρωσία, μετά την επιβολή αμερικανικών κυρώσεων σε ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες.

Ντόναλντ Τραμπ (α), Βλαντίμιρ Πούτιν (δ). (Jim Watson, Emmanuel Dunand/AFP μέσω Getty Images)

 

Τόνισε δε την ανάγκη διαρκούς χρηματοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους, δηλώνοντας: «Η Ουκρανία θα χρειάζεται οικονομική στήριξη από τους Ευρωπαίους συμμάχους της για άλλα δύο ή τρία χρόνια».

Αναφερόμενος στην πιθανή διαμεσολαβητική συμβολή της Κίνας, σημείωσε: «Θα θέλαμε πολύ η Κίνα να ασκήσει πίεση στη Ρωσία για να τερματιστεί αυτός ο πόλεμος και να μην συμβάλει καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη συνέχισή του».

Ο Τραμπ, μιλώντας σε σύνοδο του Οικονομικού Φόρουμ Ασίας-Ειρηνικού στη Νότια Κορέα, ανέφερε: «Το μόνο που δεν έκανα είναι [το ζήτημα] Ρωσία-Ουκρανία. Αλλά θα λυθεί κι αυτό, θα το λύσουμε κι αυτό. Πίστευα πως αυτό θα ήταν το εύκολο επειδή είχα σχέση με τον πρόεδρο Πούτιν, αλλά αποδείχθηκε [ότι τα πράγματα ήταν] κάπως διαφορετικά».

Για τη συνέχιση του διαλόγου, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ εξέφρασε την ελπίδα ότι ο Τραμπ επιδιώκει μόνιμη ειρηνική λύση, δηλώνοντας: «Ελπίζουμε πραγματικά πως ο Ντόναλντ Τραμπ επιθυμεί μια πραγματικά βιώσιμη ειρήνη και όχι τη δημιουργία συνθηκών για συνέχιση της στρατιωτικής και οικονομικής στήριξης προς το καθεστώς του Κιέβου».

Σε συνέντευξη Τύπου, ο Πούτιν σχολίασε την αναβολή της συνάντησης, επισημαίνοντας: «Ο διάλογος είναι πάντοτε προτιμότερος από οποιαδήποτε μορφή αντιπαράθεσης, διενέξεων ή πόλεμο. Γι’ αυτό στηρίζαμε πάντοτε τον διάλογο και εξακολουθούμε να τον στηρίζουμε».

Ο Κιρίλ Ντμίτριεφ, ειδικός απεσταλμένος του Πούτιν, εξέφρασε την πεπποίθησή του για τερματισμό του πολέμου μέσα σε ένα έτος.

Πρώτες συλλήψεις για την τολμηρή ληστεία στο Μουσείο του Λούβρου

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Εισαγγελίας του Παρισιού, στις 26 Οκτωβρίου, έχουν ξεκινήσει συλλήψεις υπόπτων για την κλοπή των αυτοκρατορικών κοσμημάτων από το μουσείο του Λούβρου, με τον έναν εξ αυτών να συλλαμβάνεται στο αεροδρόμιο Σαρλ ντε Γκωλ, στην προσπάθειά του να εγκαταλείψει το γαλλικό έδαφος

«Μία εβδομάδα μετά την οργανωμένη κλοπή που διαπράχθηκε στο Λούβρο, επιβεβαιώνω ότι οι ερευνητές της BRB (Ταξιαρχία Κατά της Ληστείας) προέβησαν σε συλλήψεις το βράδυ του Σαββάτου, 25 Οκτωβρίου 2025», έγραψε η εισαγγελέας, Λωρ Μπεκιώ, χωρίς να αναφέρει τον αριθμό των συλληφθέντων.

Σύμφωνα με γαλλικά μέσα ενημέρωση, συνελήφθησαν δύο ύποπτοι, ωστόσο η κα Μπεκιώ αρνήθηκε να επιβεβαιώσει αυτή την πληροφορία, διαμαρτυρόμενη για την αποκάλυψη με τα εξής λόγια: «Ενίσταμαι για την πρόωρη αποκάλυψη αυτών των πληροφοριών από ενημερωμένα μέρη, χωρίς να ληφθεί υπ’ όψιν η έρευνα. Αυτή η αποκάλυψη μπορεί μόνο να εμποδίσει τις προσπάθειες της ομάδας έρευνας που κινητοποιήθηκε για να ανακτήσει τόσο τα κλεμμένα κοσμήματα όσο και την ομάδα των δραστών».

Η Εισαγγελία δεν έδωσε περισσότερες πληροφορίες, λέγοντας ότι δεν θέλουν να βλάψουν την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Οι ληστές, τέσσερις συνολικά, έκλεψαν εννέα ανεκτίμητα κοσμήματα που φυλάσσονταν στην Αίθουσα του Απόλλωνα στο Λούβρο, αξίας περίπου 102 εκατομμυρίων δολαρίων, σπάζοντας τις γυάλινες προθήκες στις οποίες βρίσκονταν. Στο μουσείο εισέβαλαν οι δύο, ενώ οι συνεργοί τους περίμεναν έξω, δίπλα στην ανυψωτική πλατφόρμα που χρησιμοποίησαν για να φτάσουν στο μπαλκόνι της Αίθουσας. Η ληστεία έγινε στις 19 Οκτωβρίου, στις 9:30 π.μ., μισή ώρα μόλις μετά το άνοιγμα του μουσείου, και διήρκεσε μόλις τέσσερα λεπτά. Κατόπιν, διέφυγαν με μοτοσυκλέτες.

Εννέα ανεκτίμητα κοσμήματα κλάπηκαν σε λίγα λεπτά, μέρα μεσημέρι, στις 19 Οκτωβρίου, όταν δύο ύποπτοι κλέφτες χρησιμοποίησαν μια ανυψωτική πλατφόρμα σε φορτηγό για να σπάσουν ένα παράθυρο και να εισέλθουν στην επιχρυσωμένη Αίθουσα του Απόλλωνα του μουσείου, ενώ δύο άλλοι ύποπτοι συνεργοί παρέμειναν έξω.

Από τα κλοπιμαία, οι ληστές έχασαν το ένα κατά τη διαφυγή τους, το στέμμα της αυτοκράτειρας Ευγενίας (1826–1920), συζύγου του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄. Παρά τις φθορές που υπέστη κατά τη ληστεία, οι ειδικοί εκτιμούν ότι μπορεί να αποκατασταθεί.

Τα υπόλοιπα οκτώ κλεμμένα κοσμήματα εξακολουθούν να αγνοούνται. Πρόκειται για ένα σμαραγδένιο σετ από κολιέ και σκουλαρίκια που ανήκαν στην αυτοκράτειρα Μαρία-Λουίζα (1791-1847), μια τιάρα με ζαφείρια, ένα κολιέ, ένα σκουλαρίκι από τα κοσμήματα της βασίλισσας Μαρί-Αμελί (1782-1866) και προηγουμένως της βασίλισσας Ορτάνς της Ολλανδίας (1783-1837), καθώς και μια καρφίτσα-φιόγκο, μια τιάρα και μια καρφίτσα-‘λειψανοθήκη’ της αυτοκράτειρας Ευγενίας.

Της Jacki Thrapp

Το νέο πενταετές σχέδιο του ΚΚΚ θέτει στο περιθώριο τα ηλεκτρικά οχήματα

Η Κίνα φαίνεται να κάνει πίσω όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των ηλεκτρικών οχημάτων (Electric Vehicle – EV) ως βασικής στρατηγικής προτεραιότητας για την επόμενη πενταετία, γεγονός που ενδέχεται να σηματοδοτεί το τέλος μιας έντονης, κρατικά υποστηριζόμενης προσπάθειας που είχε καταστήσει τη χώρα τη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρικών οχημάτων στον κόσμο.

Σύμφωνα με προσχέδιο του 15ου Πενταετούς Σχεδίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua, τα ηλεκτρικά οχήματα αφαιρέθηκαν από τη λίστα των «στρατηγικών αναδυόμενων βιομηχανιών». Το έγγραφο, που εκπονήθηκε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ετήσιας Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΚ στο Πεκίνο, καθορίζει την οικονομική ατζέντα του καθεστώτος για το δεύτερο μισό της δεκαετίας.

Τα τελευταία τρία πενταετή σχέδια είχαν εντάξει τα «οχήματα νέας ενέργειας» – κατηγορία που περιλαμβάνει τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας, τα επαναφορτιζόμενα υβριδικά και τα οχήματα κυψελών καυσίμου – στις στρατηγικές βιομηχανίες που θεωρούνταν κρίσιμες για την τεχνολογική ανταγωνιστικότητα της Κίνας. Η συγκεκριμένη κατάταξη είχε ωθήσει τις κεντρικές και τοπικές αρχές να επενδύσουν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις και φορολογικά κίνητρα, ενισχύοντας κατασκευαστές όπως οι BYD και Geely, που αναδείχθηκαν σε κορυφαίους παίκτες της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας των ηλεκτρικών οχημάτων.

Ωστόσο, το νέο σχέδιο σηματοδοτεί μια στροφή. Αν και δίνεται έμφαση σε τομείς όπως η κβαντική τεχνολογία, η βιομηχανική παραγωγή, η υδρογονοενέργεια και η πυρηνική σύντηξη ως νέα πεδία ανάπτυξης, τα ηλεκτρικά οχήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στις προτεραιότητες του καθεστώτος. Ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας αναφέρεται μόνο επιγραμματικά, μαζί με την αγορά κατοικίας, καθώς το σχέδιο καλεί σε χαλάρωση των περιορισμών στις αγορές αυτοκινήτων για την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης.

Η τελική εκδοχή του 15ου Πενταετούς Σχεδίου αναμένεται να υποβληθεί τον Μάρτιο του 2026 στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, τη «σφραγίδα έγκρισης» του Πεκίνου, για τελική επικύρωση.

Η υπερπαραγωγή και ο πόλεμος τιμών πλήττουν τον κλάδο

Το 2024, η Κίνα παρήγαγε περίπου 12 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα, αντιπροσωπεύοντας το 70% της παγκόσμιας παραγωγής, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Από αυτά, τα 11 εκατομμύρια πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά, ενώ τα υπόλοιπα εξήχθησαν.

Ο κλάδος, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πρότυπο βιομηχανικής φιλοδοξίας, βρίσκεται πλέον παγιδευμένος σε έναν αδυσώπητο πόλεμο τιμών στο εσωτερικό, ενώ προκαλεί εμπορικές εντάσεις στο εξωτερικό.

Ο πόλεμος τιμών εντάθηκε ιδιαίτερα φέτος. Τον Οκτώβριο, το μοντέλο Seagull της BYD – που προωθείται και ως Dolphin Surf – πωλείται στην Κίνα λίγο πάνω από 8.400 ευρώ, ενώ ο κύριος ανταγωνιστής του, το Wuling Binguo, κοστίζει περίπου 6.900 ευρώ.

Ο αδυσώπητος πόλεμος τιμών έχει συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών. Τον Αύγουστο, η BYD, η μεγαλύτερη παγκοσμίως κατασκευάστρια οχημάτων νέας ενέργειας, ανέφερε πτώση 30% στα καθαρά κέρδη του β΄ τριμήνου σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αποδίδοντας το φαινόμενο στην «υπερβολική εμπορική προώθηση» και στις βαθιές εκπτώσεις που επηρέασαν αρνητικά τη «βραχυπρόθεσμη κερδοφορία».

Αν και η μείωση των τιμών ωφέλησε τους καταναλωτές, δημιούργησε ταυτόχρονα και έναν φαύλο κύκλο. Οι αγοραστές καθυστερούν τις αγορές τους, φοβούμενοι περαιτέρω πτώση τιμών, ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες, υπό οικονομική πίεση, αναγκάζονται να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα, την ασφάλεια ή τις υπηρεσίες μετά την πώληση.

Ταυτόχρονα, η προσπάθεια να διοχετευθεί η υπερπαραγωγή στο εξωτερικό προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Τον Μάιο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν δασμό 100% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, επικαλούμενες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ακολούθησε τον Οκτώβριο, αυξάνοντας τους δασμούς έως και 45,3%.

Το Πεκίνο καλεί σε αυτοσυγκράτηση

Οι αρχές φαίνεται να έχουν λάβει το μήνυμα της αναστάτωσης. Τον Ιούνιο, το κινεζικό υπουργείο Βιομηχανίας και Πληροφορικής κάλεσε στο Πεκίνο στελέχη μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών – μεταξύ των οποίων οι BYD, Geely, Zeekr και Xpeng – προειδοποιώντας τους να αποφύγουν αυτό που ο κρατικός Τύπος χαρακτήρισε «ανταγωνισμό τύπου αγώνα αρουραίων».

Τους μήνες που ακολούθησαν, σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου ενίσχυσε την έκκληση για αυτοσυγκράτηση. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες παροτρύνθηκαν να επιδείξουν «αυτοπειθαρχία» και να δεσμευτούν ότι θα εξοφλούν τους προμηθευτές τους εντός 60 ημερών, καθώς πολλές εταιρείες αντιμετώπιζαν τον πόλεμο τιμών καθυστερώντας πληρωμές επί μήνες.

Η προειδοποίηση δεν περιορίστηκε στις αυτοκινητοβιομηχανίες. Τον Ιούλιο, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ άσκησε ασυνήθιστα αυστηρή κριτική στις τοπικές κυβερνήσεις για τη βιασύνη τους να επενδύουν στους ίδιους τομείς. Είπε, σύμφωνα με την εφημερίδα People’s Daily, ότι όταν εγκαινιάζονται νέα έργα, «είναι πάντα τα ίδια λίγα πράγματα: τεχνητή νοημοσύνη, υπολογιστική ισχύς, οχήματα νέας ενέργειας» και διερωτήθηκε αν «είναι δυνατόν όλες οι επαρχίες της χώρας να αναπτύξουν τις βιομηχανίες τους προς αυτές τις κατευθύνσεις».

Σε ομιλία που δημοσιεύθηκε την Τρίτη από το Xinhua σχετικά με το νέο πενταετές σχέδιο, ο Σι κάλεσε εκ νέου τις τοπικές κυβερνήσεις να επικεντρωθούν σε βιομηχανίες που ανταποκρίνονται στα περιφερειακά τους πλεονεκτήματα, στο πλαίσιο της ανάπτυξης αυτού που αποκάλεσε «νέες ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις».

Τόνισε ότι στόχος είναι «να καθοδηγηθούν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη προς μια υγιή, ορθολογική και ρεαλιστική προσέγγιση στο έργο τους, αποφεύγοντας την άκριτη βιασύνη προς νέες πρωτοβουλίες».

Του Bill Pan

Έκθεση: Το Χονγκ Κονγκ «κόμβος» μεταφοράς καναδικής τεχνολογίας προς τη Ρωσία

Καναδική τεχνολογία εκατομμυρίων δολαρίων διοχετεύεται στη ρωσική στρατιωτική μηχανή μέσω ενός δικτύου εταιρειών-«βιτρίνα» με έδρα στο Χονγκ Κονγκ, παρακάμπτοντας τις διεθνείς κυρώσεις, σύμφωνα με νέα έκθεση δύο οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Όπως αναφέρει η έκθεση της 28ης Οκτωβρίου, της Επιτροπής για την Ελευθερία στο Χονγκ Κονγκ (Committee for Freedom in Hong Kong – CFHK) και του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ραούλ Βάλενμπεργκ (Raoul Wallenberg Centre for Human Rights), το Χονγκ Κονγκ έχει εξελιχθεί στο μεγαλύτερο κέντρο μεταφοράς δυτικής τεχνολογίας υψηλής προτεραιότητας παγκοσμίως, τεχνολογία η οποία καταλήγει στη Μόσχα και σε συμμάχους της. Μέσω εφοδιαστικών αλυσίδων που περνούν από την πόλη υπό κινεζική διοίκηση, η καναδική τεχνολογία φτάνει στη Ρωσία και αξιοποιείται κατά της Ουκρανίας.

Η έκθεση, με τίτλο «Backdoor to the Battlefield: How Hong Kong Funnels Canadian Technology into Russia’s War Machine» («Κερκόπορτα για το πεδίο της μάχης: Πώς το Χονγκ Κονγκ διοχετεύει την καναδική τεχνολογία στη ρωσική πολεμική μηχανή»), βασίζεται σε έρευνα που αξιοποίησε δεδομένα από εγκληματολογικές αναλύσεις πεδίου μάχης, δημόσια αρχεία του Χονγκ Κονγκ και στοιχεία τριών ετών από τα ρωσικά τελωνεία.

Σύμφωνα με το έγγραφο, καναδική τεχνολογία έχει εντοπιστεί επανειλημμένα σε ρωσικά όπλα που ανακτήθηκαν από το ουκρανικό πεδίο μάχης, με τις εφοδιαστικές αλυσίδες να περνούν από το Χονγκ Κονγκ. Η ανάλυση έδειξε ότι τα συγκεκριμένα εξαρτήματα αποτελούν μέρος πολύ μεγαλύτερων ροών καναδικών προϊόντων προς τη Ρωσία.

Η έκθεση σημειώνει ότι υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις πως οι καναδικές εταιρείες, των οποίων η τεχνολογία κατέληξε να ενισχύει τον ρωσικό στρατό, γνώριζαν ότι συμμετείχαν στη διαδικασία παράνομης διαμετακόμισης.

Το πόρισμα στηρίζεται σε προγενέστερη έρευνα της CFHK, που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2024, σχετικά με τον ρόλο του Χονγκ Κονγκ στην παράκαμψη των κυρώσεων. Εκείνη η έκθεση είχε δείξει ότι εταιρείες της περιοχής είχαν αποστείλει «τεχνολογία δισεκατομμυρίων δολαρίων υπό καθεστώς κυρώσεων» προς τη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022. Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, η απόφαση της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ να μην επιβάλει τις διεθνείς κυρώσεις στη Ρωσία «άναψε το πράσινο φως σε παράνομους διαμεσολαβητές να εγκατασταθούν στην πόλη».

Η ουκρανική κυβέρνηση έχει καλέσει στο παρελθόν το Χονγκ Κονγκ να λάβει μέτρα ώστε να εμποδίσει τη Ρωσία να χρησιμοποιεί την περιοχή για να παρακάμπτει τις δυτικές κυρώσεις. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ έχει δηλώσει ότι δεν εφαρμόζει μονομερείς κυρώσεις άλλων χωρών, αλλά μόνο όσες επιβάλλονται από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, σύμφωνα με τις οδηγίες του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών.

Τα τελευταία χρόνια, το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, παρά το γεγονός ότι, μετά την παράδοσή του από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1997, είχε συμφωνηθεί πως θα διατηρούσε αυτονομία.

Η έκθεση της 28ης Οκτωβρίου επισημαίνει ότι, βάσει των ρωσικών τελωνειακών στοιχείων, εντοπίστηκαν 153 αποστολές τεχνολογίας προερχόμενης από τον Καναδά και διοχετευμένες μέσω Χονγκ Κονγκ, συνολικής αξίας 2,55 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.

Το πρόβλημα, όπως αναφέρει, οφείλεται στο γεγονός ότι οι καναδικές κυρώσεις και οι μηχανισμοί επιβολής τους δεν έχουν προσαρμοστεί επαρκώς για να αντιμετωπίσουν την απειλή που προκύπτει από αποστολές προς τη Ρωσία μέσω τρίτων χωρών όπως το Χονγκ Κονγκ.

Η έκθεση υποστηρίζει ότι, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους εταίρους της G7, ο Καναδάς δεν έχει εστιάσει όσο θα έπρεπε στην αντιμετώπιση μηχανισμών προμηθειών τρίτων χωρών που δρουν σε κέντρα παράκαμψης όπως το Χονγκ Κονγκ. Μέχρι στιγμής, η Οττάβα δεν έχει επιβάλει κυρώσεις σε εμπόρους του Χονγκ Κονγκ και σε ενδιάμεσους με δεσμούς με τη Ρωσία, οι οποίοι έχουν ήδη στοχοποιηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επιπλέον, η διαδικασία επιβολής κυρώσεων στον Καναδά καθιστά δύσκολη την ταχεία αντίδραση, καθώς απαιτεί πολλαπλά στάδια έγκρισης – γεγονός που επιτρέπει στους παράνομους διαμεσολαβητές να δημιουργούν νέες εταιρείες-«βιτρίνα» και να συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους. Οι εξαγωγείς επίσης δέχονται «περιορισμένη πίεση» να παρακολουθούν πώς χρησιμοποιούνται τα προϊόντα τους μετά την έξοδό τους από τη χώρα, ενώ οι καναδικές τελωνειακές αρχές έχουν ελάχιστη αρμοδιότητα να ελέγχουν τα αγαθά πέραν των συνόρων.

Τον Αύγουστο του 2024, ο Καναδάς καθιέρωσε υποχρέωση για τις τράπεζες να αναφέρουν ύποπτες περιπτώσεις παράκαμψης κυρώσεων στο Κέντρο Ανάλυσης Συναλλαγών και Αναφορών του Καναδά (Financial Transactions and Reports Analysis Centre of Canada), τον εθνικό φορέα οικονομικών πληροφοριών και καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος. Η Οττάβα ανακοίνωσε επίσης φέτος την πρώτη σύλληψη βάσει των κανονισμών για τις κυρώσεις στη Ρωσία.

Η έκθεση προτείνει σειρά μέτρων για να διασφαλιστεί ότι τα καναδικά προϊόντα δεν ενισχύουν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνεται ο χαρακτηρισμός του Χονγκ Κονγκ ως «περιοχής υψηλού κινδύνου» στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας, η επιβολή αυξημένης επιμέλειας και αναφοράς συναλλαγών από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και η επιδίωξη λογοδοσίας των Καναδών κατασκευαστών που ενδέχεται να εμπλέκονται στην παράκαμψη κυρώσεων.

Ο συντάκτης της έκθεσης, Σάμιουελ Μπίκετ [Samuel Bickett], δήλωσε ότι, καθώς η παγκόσμια ισορροπία αλλάζει, έχει έρθει η ώρα να αναλάβει ο Καναδάς ηγετικό ρόλο στην προστασία της διεθνούς ασφάλειας και της ακεραιότητας των κυρώσεων.

Της Carolina Avendano

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Μπιλ Γκέιτς καλεί τον ΟΗΕ για αλλαγή πορείας — Από την κλιματική κρίση στη δημόσια υγεία

Ο Μπιλ Γκέιτς κάλεσε τα Ηνωμένα Έθνη να προχωρήσουν σε μια «μεγάλη στρατηγική στροφή» από αυτό που χαρακτήρισε «αποκαλυπτική προσέγγιση» των στόχων για το κλίμα, προς την κατεύθυνση της ανακούφισης της φτώχειας και της χρηματοδότησης εμβολίων.

Κατά τη διάρκεια συζήτησης στις 28 Οκτωβρίου, ο συνιδρυτής της Microsoft ανέφερε ότι, αν έπρεπε να επιλέξει μεταξύ της εξάλειψης της ελονοσίας και μιας αύξησης της θερμοκρασίας κατά ένα δέκατο του βαθμού, θα προτιμούσε «να ανέβει η θερμοκρασία κατά 0,1 βαθμό, αν αυτό σήμαινε να απαλλαγούμε από την ελονοσία», υπογραμμίζοντας ότι «ο κόσμος δεν αντιλαμβάνεται τα βάσανα που υπάρχουν σήμερα».

Σε ανάρτηση 17 σελίδων, η οποία δημοσιεύθηκε ανήμερα των 70ών γενεθλίων του, ο Γκέιτς ανέφερε ότι η αλλαγή στάσης του είναι ρεαλιστική, δεδομένων των περικοπών στη διεθνή βοήθεια από τις πλούσιες χώρες, με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός που, όπως είπε, επηρεάζει τη χρηματοδότηση των εμβολίων.

Το Ίδρυμα Γκέιτς αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους δωρητές παγκόσμιων οργανισμών υγείας, όπως η Παγκόσμια Συμμαχία για τα Εμβόλια και τον Εμβολιασμό (GAVI) και πλήθος ερευνητικών προγραμμάτων. Ωστόσο, ορισμένα προγράμματα εμβολιασμού που χρηματοδοτήθηκαν από το Ίδρυμα στις αναπτυσσόμενες χώρες έχουν δεχθεί επικρίσεις για ζητήματα συναίνεσης, διαφάνειας και σοβαρών παρενεργειών, ακόμη και θανάτων.

Το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς στο Σιάτλ, στις 4 Μαΐου 2021. (David Ryder/Getty Images)

 

Το 2017, η ινδική κυβέρνηση διέκοψε μέρος της συνεργασίας της με το Ίδρυμα Γκέιτς σε προγράμματα ανοσοποίησης, επικαλούμενη σύγκρουση συμφερόντων. Παράλληλα, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση μετά τους εμβολιασμούς για την COVID-19, τους οποίους ο Γκέιτς προώθησε ενεργά. Ο υπουργός Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών, Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ., μακροχρόνιος επικριτής του Γκέιτς, ανακοίνωσε πρόσφατα μια συνολική επανεξέταση της ασφάλειας των παιδικών εμβολίων.

Ελονοσία και υποσιτισμός 

Ο Γκέιτς τόνισε ότι εξακολουθεί να θεωρεί την κλιματική αλλαγή σοβαρό πρόβλημα, αλλά, κατά την άποψή του, οι στόχοι θερμοκρασίας δεν αποτελούν το καταλληλότερο μέτρο της ανθρώπινης ευημερίας. Υποστήριξε ότι τα εμβόλια πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα χρηματοδότησης, καθώς βελτιώνουν τα επίπεδα υγείας και δημιουργούν πιο ανθεκτικές κοινωνίες, οι οποίες, όπως είπε, είναι καλύτερα εξοπλισμένες για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του κλίματος.

Επικαλέστηκε έρευνα του University of Chicago Climate Impact Lab, σύμφωνα με την οποία οι προβλεπόμενοι θάνατοι από την κλιματική αλλαγή μειώνονται κατά περισσότερο από 50% όταν ληφθεί υπόψη η αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη έως το τέλος του αιώνα.

Στην ίδια ανάρτηση, η οποία γράφτηκε ενόψει της διάσκεψης COP30 του ΟΗΕ για το κλίμα στη Βραζιλία τον επόμενο μήνα —στην οποία δεν θα συμμετάσχει— ο Γκέιτς εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα κονδύλια που προορίζονται για τους κλιματικούς στόχους δεν δαπανώνται «για τα σωστά πράγματα». Υπογράμμισε ότι ο πήχης πρέπει να είναι «πολύ υψηλός» για το τι χρηματοδοτείται με χρήματα βοήθειας, επισημαίνοντας πως, αν κάτι εξαλείφει 10.000 τόνους εκπομπών με κόστος αρκετά εκατομμύρια δολάρια, «αυτό απλώς δεν πληροί τα κριτήρια».

Ρεαλιστική θεώρηση του προβλήματος

Ο Γκέιτς σημείωσε ότι πιστεύει πως η κλιματική αλλαγή θα έχει σοβαρές συνέπειες, αλλά δεν θα σημάνει την καταστροφή της ανθρωπότητας, και εκτίμησε ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να δαπανηθούν πιο αποτελεσματικά σε τομείς όπως η ανθεκτικότητα των καλλιεργειών και η υγειονομική περίθαλψη.

Αναγνώρισε ότι ορισμένοι υποστηρικτές της κλιματικής δράσης ενδέχεται να διαφωνήσουν μαζί του ή να τον χαρακτηρίσουν υποκριτή λόγω του δικού του ανθρακικού αποτυπώματος —το οποίο, όπως διευκρίνισε, «αντισταθμίζει πλήρως με νόμιμες πιστώσεις άνθρακα»— ή να θεωρήσουν τη θέση του ως τρόπο να μειώσει τη σημασία της κλιματικής αλλαγής.

Αν και παραδέχτηκε ότι δεν υπάρχει «καμία πιθανότητα» η υπερθέρμανση του πλανήτη να περιοριστεί στους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, αλλά «πιθανότατα θα είναι κάτω από τους 3 βαθμούς», εξέφρασε την πεποίθηση ότι η προσαρμογή και η καινοτομία θα διασφαλίσουν πως μια τέτοια αύξηση «δεν θα σημάνει το τέλος του πολιτισμού».

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης με δημοσιογράφους, εξήγησε ότι η στάση του είναι «μια ρεαλιστική θεώρηση» από κάποιον που «προσπαθεί να μεγιστοποιήσει τα χρήματα και την καινοτομία που βοηθούν τις φτωχές χώρες».

Αλλαγή στάσης 

Η πρόσφατη τοποθέτηση του Γκέιτς σηματοδοτεί αλλαγή στάσης σε σχέση με το παρελθόν. Το 2021 είχε εκδώσει βιβλίο στο οποίο παρουσίαζε ένα σχέδιο για τη μείωση των εκπομπών, με στόχο την αποφυγή αυτού που αποκαλούσε «κλιματική καταστροφή». Πριν από μία δεκαετία, οι παγκόσμιοι ηγέτες είχαν υπογράψει τη Συμφωνία του Παρισιού για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, αλλά οι επιστήμονες πλέον θεωρούν σχεδόν αναπόφευκτη την υπέρβαση αυτού του ορίου.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, είχε αποσύρει τη χώρα του από τη Συμφωνία του Παρισιού και έχει επανειλημμένα χαρακτηρίσει την έννοια της ανθρωπογενούς υπερθέρμανσης του πλανήτη ως «απάτη». Μάλιστα, σε ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 23 Σεπτεμβρίου, είχε αποκαλέσει την κλιματική αλλαγή «τη μεγαλύτερη απάτη που διαπράχθηκε ποτέ εις βάρος του κόσμου».

Σύμφωνα με το Forbes, τον Μάιο του 2025, η καθαρή περιουσία του Γκέιτς ανερχόταν στα 115,1 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας τον 13ο πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο.

Της Rachel Roberts

Με πληροφορίες από το Associated Press