Τρίτη, 25 Μαρ, 2025

Μια μέρα στη ζωή ενός σπουδαστή της Σχολής Ζωγραφικής του Κάνο

Η Σχολή Ζωγραφικής Κάνο ήταν η κορυφαία σχολή ζωγραφικής στην Ιαπωνία για περισσότερα από 300 χρόνια, από τον 16ο αιώνα έως τον 19ο αιώνα. Η σχολή ιδρύθηκε τον 15ο αιώνα από τον Κάνο Μασανόμπου στο Κιότο και, σύμφωνα με τον ιστότοπο του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης, σύντομα έγινε η «μακροβιότερη και πιο επιδραστική σχολή ζωγραφικής στην ιαπωνική ιστορία»:

«Καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων, η σχολή Κάνο αποτελούνταν από πολυάριθμα εργαστήρια, όπου ομάδες καλά εκπαιδευμένων και επιδέξιων τεχνιτών συνεργάζονταν για να εξυπηρετήσουν πελάτες από όλες σχεδόν τις πλούσιες τάξεις: τους σαμουράι, την αριστοκρατία, τον βουδιστικό κλήρο, τους σιντοϊστές ιερείς και τους όλο και πιο εύπορους εμπόρους.»

ZoomInImage
Κάνο Μοτονόμπου, «Ο Μπιακού-ε Κάνον, ο λευκοφορεμένος Μποντισάτβα της συμπόνιας», 16ος αιώνας. Μελάνι, χρώμα και χρυσός σε μετάξι. 156 x 76 εκ. Μουσείο Καλών Τεχνών Βοστώνης, Βοστώνη. (Public Domain)

 

Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες γύρω από την πρακτική των σχολών Κάνο πριν από τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, είναι αρκετές για να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν να είναι μαθητής εκεί.

Αντλώντας από το δοκίμιο της Μπρέντα Γ. Τζόρνταν «Αντιγραφή από την αρχή ως το τέλος; Η μαθητική ζωή στη σχολή Κάνο», από το βιβλίο «Αντιγράφοντας τον δάσκαλο και κλέβοντας τα μυστικά του» (2003), θα επιχειρήσουμε ένα νοερό ταξίδι στη ζωή ενός μαθητή στη σχολή Κάνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αντίληψη της ιαπωνικής κοινωνίας του 16ου αιώνα για τη διδασκαλία της τέχνης και τον ρόλο του καλλιτέχνη στην κοινωνία – αντίληψη που απέχει παρασάγγας από τη δυτική σκέψη και το καλλιτεχνικό πρότυπο που έχει επικρατήσει.

Η ζωή των σπουδαστών στη σχολή του Κάνο

Η μέρα στη Σχολή Ζωγραφικής του Κάνο ξεκινά νωρίς, δεδομένου ότι η μελέτη μας αρχίζει στις 7 το πρωί. Η σημερινή μέρα, όπως και οι περισσότερες, θα είναι μεγάλη και θα δουλεύουμε από τις 7 το πρωί έως τις 10 το βράδυ μαθαίνοντας την τέχνη της ζωγραφικής.

Σχεδόν όλοι μας στη σχολή προερχόμαστε από οικογένειες με υψηλόβαθμες θέσεις. Ήρθαμε εδώ όταν ήμασταν μικροί, περίπου επτά ή οκτώ ετών, για να αφιερώσουμε τη ζωή μας στην εκμάθηση της τέχνης της ζωγραφικής. Την ώρα που ξυπνάμε, οι μυρωδιές και οι εικόνες των χρωμάτων στο εργαστήριο αναζωογονούν τις αισθήσεις μας.

Όταν φτάσαμε για πρώτη φορά ως παιδιά, το ενδιαφέρον και η αφοσίωσή μας δοκιμάστηκαν. Μας υποχρέωναν να κάνουμε δουλειές, όπως να καθαρίζουμε και να βγάζουμε βόλτα τον σκύλο. Διδασκόμασταν πολύ λίγα πράγματα για τη ζωγραφική, αλλά αυτό δεν μας αποθάρρυνε. Αυτό ήταν στην πραγματικότητα μέρος της εκπαίδευσής μας: όχι μόνο μας δίδαξε να διατηρούμε το εργαστήριο μας καθαρό, αλλά μας δίδαξε επίσης τη σημασία της μάθησης μέσω της διακριτικής παρατήρησης.

Πολλοί από εμάς παρακολουθούσαμε τους πιο προχωρημένους μαθητές να εργάζονται, ενώ εμείς ολοκληρώναμε τις καθημερινές μας δουλειές. Υπάρχει μια σαφής ιεραρχία στη σχολή: ο δάσκαλος είναι στην κορυφή, οι νέοι μαθητές στη βάση, και όλοι οι άλλοι βρίσκονται στο ενδιάμεσο. Οι προχωρημένοι μαθητές κάθονται πιο κοντά στο παράθυρο, όπου υπάρχει επαρκής φωτισμός, ενώ όλοι οι άλλοι καταλαμβάνουν τις πιο απομακρυσμένες από το φως θέσεις.

Ο δάσκαλος μένει, ως επί το πλείστον, στο ιδιωτικό του δωμάτιο και εξετάζει έργα τέχνης μόνο όταν του τα φέρνουν για αυτόν τον λόγο. Σπάνια, αν όχι ποτέ, δίνει διαλέξεις για τη ζωγραφική. Έτσι, πολλοί από εμάς αρχίσαμε να μαθαίνουμε παρακολουθώντας τους άλλους μαθητές. Μάθαμε όχι μόνο για τη ζωγραφική, αλλά και πώς να συμπεριφερόμαστε όπως απαιτείται από έναν ζωγράφο.

Κάνο Μοτονόμπου, «Τα τέσσερα επιτεύγματα» (λεπτομέρεια), μέσα του 16ου αιώνα. Μελάνι και χρώμα σε χαρτί. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Ήταν πάντα ασαφές το πότε θα αρχίζαμε να ζωγραφίζουμε, οπότε κάποιοι από εμάς πήραμε μόνοι μας την πρωτοβουλία. Χρησιμοποιήσαμε ό,τι μάθαμε παρακολουθώντας τους άλλους μαθητές. Μάθαμε περισσότερο από το παράδειγμα παρά από τις εξηγήσεις. Όταν ξεπερνούσαμε τους φόβους μας και παίρναμε τα εργαλεία ζωγραφικής για να αρχίσουμε να εξασκούμαστε, ικανοποιούσαμε τον δάσκαλο.

Η πρακτική μας συνιστάται κυρίως στην αντιγραφή άλλων έργων. Ξεκινάμε με την αντιγραφή πινάκων ζωγραφικής απλών αντικειμένων πριν προχωρήσουμε σε πιο σύνθετα αντικείμενα. Στη συνέχεια, αντιγράφουμε τη φιγούρα και μετά τους πίνακες των δασκάλων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει πάνω από δέκα χρόνια – ορισμένοι μαθητές δεν τελειώνουν ακόμη και μετά από είκοσι χρόνια.

Ο δάσκαλος, παραθέτοντας τις συμβουλές του Χαγιάσι Μοριάτσου για τη ζωγραφική, επαναλαμβάνει τη σημασία της αντιγραφής:

«Ο ζωγράφος που δεν [αντιγράφει], εμπιστευόμενος πάντα στη [δική του] βούληση, είναι ένας ανειδίκευτος, ανάξιος συνάνθρωπος… Το άτομο που επιθυμεί να ζωγραφίζει σωστά με τον σωστό τρόπο και χρησιμοποιεί [την αντιγραφή] κάθε φορά χωρίς να αλλάζει τους κανόνες των αρχαίων είναι αυτός που καταλαβαίνει ότι είναι ανεπαρκής – [αυτός] κατανοεί την ιερότητα των ανθρώπων της παλιάς εποχής, επιθυμεί να προσπαθήσει να επιτύχει το αληθινό μονοπάτι της ζωγραφικής και αποζητά να αναζητήσει το θεϊκό πνεύμα.»

ZoomInImage
«Εκτίμηση της ζωγραφικής, από ένα σύνολο των τεσσάρων επιτευγμάτων», περ. 1606, από τη Σχολή του Κάνο. Μελάνι, χρώμα, χρυσός και φύλλο χρυσού σε χαρτί. 1,82 x 7 μ. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Μαθαίνουμε ότι η επιτυχία μας στη ζωγραφική εξαρτάται από την επιτυχία των συμμαθητών μας, του δασκάλου μας και των γενεών πριν από εμάς. Μαθαίνοντας να ζωγραφίζουμε, μαθαίνουμε επίσης τη θέση μας μέσα στην κοινότητά μας και μαθαίνουμε να είμαστε ανιδιοτελείς.

Αντιγράφουμε και αντιγράφουμε και αντιγράφουμε, μέχρι ορισμένες κινήσεις και διαδικασίες να μας γίνουν δεύτερη φύση. Μόνο τότε ανεβαίνουμε στην ιεραρχία της σχολής, και μόνο αφού ανεβούμε στην ιεραρχία μάς αποκαλύπτονται νέοι πίνακες ζωγραφικής για να αντιγράψουμε.

Φαίνεται ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο μυστικό της ζωγραφικής που ξεκλειδώνεται μέσω της αντιγραφής. Αργά τη νύχτα, κάποιοι μαθητές προσπαθούν κρυφά να εξετάσουν λεπτομερώς τους πίνακες του δασκάλου. Κάποιοι άλλοι αναζητούν στα κρυφά κρυμμένους πίνακες για να αντιγράψουν, με την ελπίδα να αποκτήσουν τα μυστικά τους πιο γρήγορα.

Ανεβαίνοντας στην ιεραρχία, μαθαίνουμε τα πάντα για τη σχολή, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών θεμάτων. Ανάλογα με το επίπεδο των ικανοτήτων μας, θα βοηθήσουμε ενδεχομένως στη διοίκηση της σχολής ή θα βοηθήσουμε τον δάσκαλο με παραγγελίες έργων ζωγραφικής. Αν αποδειχθούμε ικανοί σε όλα τα θέματα, αποφοιτούμε από τη σχολή, παίρνουμε το όνομα του δασκάλου μας και ξεκινάμε τη ζωή μας ως επαγγελματίες ζωγράφοι.

Μέχρι τότε, ο καθένας μας έχει το χώρο του στο πάτωμα, περίπου 3 x 2 μέτρα, ένα χαλάκι τατάμι και ένα σεντούκι που περιέχει όλα τα καλλιτεχνικά μας εφόδια. Αυτός ο χώρος, που μοιραζόμαστε με τους φίλους μας, γίνεται ο κόσμος μας, ένας κόσμος μέσω του οποίου συνδεόμαστε με την αίσθηση της ομορφιάς που είχαν αυτοί που ζούσαν πριν από εμάς, μια ομορφιά που ελπίζουμε να μοιραστούμε με την ευρύτερη κοινότητά μας.

Ο Έρικ Μπες ασχολείται με την αναπαραστατική τέχνη και είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ινστιτούτο Διδακτορικών Σπουδών στις Εικαστικές Τέχνες (IDSVA).

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ιγ΄

Το περιβάλλον μας είναι γεμάτο με πράγματα που δοκιμάζουν τον χαρακτήρα μας. Μερικές φορές τα ξεπερνάμε με επιτυχία, ενώ άλλες δεν τα καταφέρνουμε και αποτυγχάνουμε στη δοκιμασία. Ωστόσο, η αποτυχία δεν είναι απαραίτητα το τέλος του δρόμου – αν είμαστε αρκετά αποφασιστικοί, μπορούμε να ξαναγίνουμε αρεστοί στον Θεό.

Συνεχίζουμε την ιστορία μας με τον «Απολεσθέντα Παράδεισο» του Τζον Μίλτον. Ο Ραφαήλ έχει περιγράψει τον ουρανό στον Αδάμ και ο Αδάμ διηγήθηκε αυτά που θυμάται για όταν δημιουργήθηκε. Τότε ο Ραφαήλ επιστρέφει στον ουρανό.

 <span style="font-weight: 400;">“</span><a href="https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Paradise_Lost_36.jpg"><span style="font-weight: 400;">In with the river sunk, and with it rose Satan</span></a><span style="font-weight: 400;">” (IX. 74, 75), </span><span style="font-weight: 400;">1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)</span>
«μέσα με το ποτάμι / βυθίστηκε αυτός μαζί και μέσα τον ξεβγάζει» * (Βιβλίο Θ΄, σελ. 348). Xαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Σατανάς επιστρέφει

Όσο ο Αδάμ μιλά με τον Αρχάγγελο Ραφαήλ, ο Σατανάς πετάει γύρω από τη γη περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να ξαναμπεί στην Εδέμ. Μπορεί να τον ανάγκασε προηγουμένως ο Γαβριήλ να απομακρυνθεί από τον Κήπο, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να διώξει ούτε τον ίδιο, ούτε την οργή που τον τροφοδοτούσε. Θα πρέπει να βρει έναν τρόπο για να μπει μέσα κρυφά.

«Μ’ απελπισιά γεμάτος

Επτά ολόκληρες νυχτιές το σκότος καβαλούσε

Μες στο ποτάμι βούλιαξε και από ’κεί

Σηκώθηκε μαζί με την ομίχλη, κι ύστερα

Ολόγυρά του έψαξε για μια καλή κρυψώνα…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Ο Σατανάς, με βλέμμα άγρυπνο, κάνει κύκλους γύρω από τη Γη για επτά ημέρες, ώσπου τελικά βρίσκει την ευκαιρία να προσγειωθεί εκεί όπου ο ποταμός Τίγρης (πριν τον αλλάξει η Αμαρτία) μπαίνει κάτω από τη γη, πριν ξαναβγεί στην επιφάνεια ως μία πηγή στην Εδέμ. Ο Σατανάς, καλυμμένος από μια ομίχλη, ακολουθεί τον ποταμό μέχρι την Εδέμ και ψάχνει να βρει πού να κρυφτεί.

Στην εικόνα «μέσα με το ποτάμι / βυθίστηκε αυτός μαζί και μέσα τον ξεβγάζει»*, ο Ντορέ απεικονίζει τον Σατανά πάνω σε έναν απόκρημνο βράχο, να κοιτάζει τα ορμητικά νερά του ποταμού Τίγρη. Ωστόσο, η ήρεμη στάση του Σατανά δεν πρέπει να μας ξεγελάσει, γιατί μόνο εξωτερικά, ανάμεσα στα κυματιστά νερά, φαίνεται ακίνητος- μέσα του βράζει από θυμό. Η εσωτερική του αναταραχή αντανακλάται στην αναταραχή του ποταμού και τροφοδοτεί την επιθυμία του να υπομείνει την επίθεση αυτού του ποταμού. Αυτή η εικόνα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική για την αποφασιστικότητα που διαθέτει το κακό προκειμένου να καταστρέψει το καλό στον κόσμο.

Ο Σατανάς κυριεύει το φίδι

Ο Σατανάς φτάνει στην Εδέμ και ψάχνει ένα μέρος για να κρυφτεί. Καθώς δεν θέλει να τον ανακαλύψουν πάλι οι Αρχάγγελοι, εξετάζει προσεκτικά όλα τα ζώα της Εδέμ για να δει ποιο από αυτά θα είναι πιο κατάλληλο προκάλυμμα για τις απατηλές και εκδικητικές του προθέσεις.

«Ψάχνοντας κι εξετάζοντας όλα προσεκτικά τα πλάσματα…

Βρήκε απ΄όλα τους το Φίδι πιο έξυπνο και πιο κατάλληλο

Να γίνει το δοχείο του, να τον φιλοξενήσει, και μέσα του

Τις δόλιες σκέψεις τις σατανικές να κρύψει,

Αφού στο ύπουλο ερπετό οι πονηριές ταιριάζουν…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Ο Σατανάς θεωρεί ότι το φίδι είναι το καλύτερο για τους σκοπούς του. Πιστεύει ότι κανείς δεν θα υποψιαστεί αν ένα φίδι έχει κακές προθέσεις. Οι κινήσεις του φιδιού είναι εγγενώς ύπουλες και παραπλανητικές. Ο Σατανάς συνεχίζει να περιφέρεται στην Εδέμ τυλιγμένος σε μια ομίχλη, προκειμένου να μπορέσει να πλησιάσει ένα φίδι για να το κυριεύσει.

«Με την ομίχλη τυλιγμένος και τους νυχτερινούς ατμούς

Γλιστρώ ανεμπόδιστα και ψάχνω

Σε κάθε θάμνο, σε κάθε λόχμη, το Ερπετό για νά ’βρω

Ήσυχα να κοιμάται  και να κρυφτώ εγώ και οι κακοί σκοποί μου

Στις χίλιες του αναδιπλώσεις μέσα… Μέσ’ απ’ το στόμα του

Ο Διάβολος στο Φίδι μπήκε…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Όταν βρίσκει το φίδι, ο Σατανάς το κυριεύει μπαίνοντας μέσα από το στόμα του και αρχίζει να ελέγχει τις ενέργειές του. Παρόλο που δεν είναι άνθρωπος, ο Σατανάς το κατέχει. Αυτό παρέχει μια βαθύτερη κατανόηση της ρήσης «Είσαι ό,τι τρως» υποδηλώνοντας ότι γινόμαστε αυτό που αφήνουμε να μπει στο μυαλό και την καρδιά μας -όπως κι αν εισέρχεται, το καταπίνουμε.

Στην επόμενη εικόνα («Το βρίσκει βαθυκοίμητο μες σε  λαβυρινδώδεις/ γυροβολιές και συστροφές γύρω απ’ το κορμί του»), ο Ντορέ απεικονίζει τον Σατανά να κοιτάζει έναν σωρό από πλεγμένα φίδια. Εδώ, ο Σατανάς μοιάζει πραγματικά δυσοίωνος: Τα μεγάλα, σαν νυχτερίδες φτερά του, τα μαύρα ατημέλητα μαλλιά του και τα σκοτεινά, στραμμένα προς τα κάτω μάτια του δημιουργούν ένα σκοτάδι που δημιουργεί την ατμόσφαιρα αυτής της σκηνής. Φαίνεται μάλιστα να έχει βρει ο Σατανάς το μοναδικό μέρος στην Εδέμ που δεν είναι γεμάτο φυλλώματα και ζωή.

Το σκοτάδι των φιδιών ταιριάζει με το σκοτάδι των φτερών του Σατανά, και το βλέμμα δεν μπορεί παρά να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα δύο. Αυτό το συνθετικό στοιχείο μάς βοηθά να ταυτίσουμε τον Σατανά με τα φίδια, τα οποία ταιριάζουν απόλυτα στον χαρακτήρα του.

 <span style="font-weight: 400;">“</span><a href="https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Paradise_Lost_38.jpg"><span style="font-weight: 400;">Him, fast sleeping, soon he found in labyrinth of many a round, self-rolled</span></a><span style="font-weight: 400;">” (IX. 182,183), </span><span style="font-weight: 400;">1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)</span>
«Το βρίσκει βαθυκοίμητο μες σε  λαβυρινδώδεις/ γυροβολιές και συστροφές γύρω απ’ το κορμί του» * (Βιβλίο Θ΄, σελ. 354). Xαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Τα δεινά του Σατανά

Προηγουμένως, συγκρίναμε την εσωτερική αναταραχή του Σατανά με την απεικόνιση του ορμητικού ποταμού, προτείνοντας ότι αυτή η αναταραχή αντιστοιχεί σε και τροφοδοτεί την οργισμένη πρόθεση του Σατανά να καταστρέψει τη Δημιουργία του Θεού – κάτι που, αργότερα, δηλώνει και μόνος του:

«Ω, άτιμη πτώση! Εγώ, που μόνο με τους υψηλότερους θεούς καταδεχόμουν

Να κάθομαι, τώρα αναγκάζομαι να γίνομαι ένα ζώο –

και σαν το ζώο στις λάσπες να κυλιέμαι…Μα είν’ η Φιλοδοξία μου και η εκδίκηση

που τόσο χαμηλά με πάνε…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Προσπαθώντας να γίνει ο υψηλότερος στον ουρανό, ο Σατανάς αναγκάζεται να γίνει ο κατώτατος.

Όπως όμως ο ίδιος παραδέχεται, είναι πρόθυμος να πέσει χαμηλά προκειμένου να πραγματοποιήσει την εκδίκησή του εναντίον του Θεού, τόσο χαμηλά που θα αναμείξει το κάποτε αγγελικό του πνεύμα με τη γλίτσα του φιδιού. Έτσι εκδηλώνεται η αποφασιστικότητά του.

Γνωρίζει ότι δεν μπορεί να νικήσει άμεσα τον Θεό, αλλά πιστεύει ότι μπορεί να καταστρέψει τη δημιουργία Του:

«Ανάμεσα στης Κόλασης τις χθόνιες Δυνάμεις,

όλη δική μου κάποτε η δόξα θα’ναι, ότι ε-

χάλασα ό,τι Αυτός, ο Παντοδύναμος,

σε έξι μέρες και νυχτιές έφτιαχνε αδιαλείπτως …»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Ο Σατανάς είναι αποφασισμένος να καταστρέψει τα ανθρώπινα όντα, τη νέα αγάπη του Θεού, σε μια μέρα, σε μια στιγμή πειρασμού. Ο Μίλτον αναφέρεται επανειλημμένα στην εντολή της υπακοής στον Θεό. Η εντολή ισχύει για τον Αδάμ, την Εύα και όλους τους αγγέλους στον ουρανό. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να είναι υπάκουος στον Θεό και να ακολουθεί τους πειρασμούς του Σατανά ταυτόχρονα, και εδώ έγκειται η δυσκολία του να είσαι άνθρωπος.

Εμείς οι άνθρωποι, ως δημιουργήματα του Θεού, μπορούμε επίσης να είμαστε αποφασισμένοι, παρά τις αδυναμίες μας. Πώς θα εκδηλωθεί η αποφασιστικότητά μας; Αν θέλουμε να είμαστε υπάκουοι στον Θεό και να αντιστεκόμαστε στους πειρασμούς του Σατανά, πρέπει να δίνουμε προσοχή σε ό,τι «προσλαμβάνουμε», σε ό,τι δεχόμαστε. Πρέπει να γίνουμε το αντίθετο από αυτό που αντιπροσωπεύει ο Σατανάς.

Η υπερηφάνεια είναι η αιτία που ο Σατανάς προσπάθησε να υψώσει τον εαυτό του ψηλότερα από όλους τους άλλους, και γι’ αυτό τώρα αναγκάζεται να κατέβει χαμηλά – να συρθεί στη γη ως ο κατώτερος των κατωτέρων. Μήπως στην υπακοή μας, στην υποταγή μας στον Θεό, ο τρόπος με τον οποίο Τον προσκυνάμε είναι να χαμηλώνουμε σκόπιμα, ώστε να μπορέσουμε μετά να ανυψωθούμε στη δόξα του Θεού;

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα 12 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Του Eric Bess

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ιβ΄

Ο Τζον Μίλτον ήταν τυφλός όταν έγραψε τον «Απολεσθέντα Παράδεισο» το 1667. Εκκινά το ποίημά του ακολουθώντας το παράδειγμα του αρχαίου ‘συναδέλφου’ του, Ομήρου, με μια επίκληση σε μια Ουράνια Μούσα, για να του δώσει την έμπνευση να αφηγηθεί την ιστορία της ανθρώπινης αμαρτίας, επίκληση την οποία επαναλαμβάνει κατά διαστήματα. Το Έβδομο Βιβλίο ξεκινά και αυτό με μια έκκληση προς την Ουράνια Μούσα, η οποία στη συνέχεια τον επισκέπτεται και διώχνει το κακό από γύρω του και μόνο τότε του δείχνει μια αλήθεια, μια αλήθεια που θέλει να μοιραστεί με το ακροατήριό του – δηλαδή με εμάς, τους αναγνώστες.

Στο τέλος του προηγούμενου μέρος (ια΄) αυτής της σειράς, ο Αρχάγγελος Ραφαήλ αφηγείται στον Αδάμ πώς ξεκίνησε ο πόλεμος στον Ουρανό. Αναπόφευκτα, οι άγγελοι στον Ουρανό νίκησαν τους επαναστατημένους αγγέλους και τους οδήγησαν στην Κόλαση. Αφού λαμβάνει από την Ουράνια Μούσα και μοιράζεται όσα έμαθε για αυτά που συνέβησαν στον Ουρανό, ο Μίλτον ζητά από τη Μούσα να τον επαναφέρει στη Γη για να ολοκληρώσει την αποκάλυψη των γεγονότων. Η απομάκρυνση του κακού πριν ο Μίλτον συνεχίσει την ποιητική του αποκάλυψη είναι επίσης ένα θέμα που επαναλαμβάνεται στο ποίημά του.

“Wave rolling after wave, where way they found;/If steep, with torrent rapture” (VII. Lines 298, 299), 1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)
«κύμα το κύμα κύλησαν σε όποιο μέρος βρήκαν / διέξοδο για ρυάκι. Όπου βρίσκαν αποτομιά / σα χείμαρροι χυμούσαν» * (Βιβλίο Ζ΄, σελ. 292). Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο

Οι έρευνες του Αδάμ δεν τελειώνουν με τον πόλεμο στον Ουρανό. Σύμφωνα με τον Μίλτον, ο Αδάμ ρωτά τον Ραφαήλ γιατί ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Ο Ραφαήλ λέει στον Αδάμ ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους δημιουργήθηκε ο κόσμος ήταν για να αναπληρωθεί το σύμπαν με μια νέα γη, όταν οι επαναστατημένοι άγγελοι εκδιώχθηκαν από τον Ουρανό. Αυτή τη φορά, όμως, τα καινούρια, πρόσφατα δημιουργημένα ανθρώπινα όντα αυτής της γης θα έπρεπε να αποδείξουν την αξία τους προτού γίνουν δεκτά στον Ουρανό:

«Τη βλάβη εγώ μπορώ ετούτη να διορθώσω

Αν περί βλάβης πρόκειται να χάνεις τους χαμένους

Και μέσα σε μια στιγμή καινούριο κόσμο φτιάχνω

Από έναν άντρα μια φυλή αναρίθμητων να ζήσουν 

Εκεί, όχι εδώ, μέχρι να αξιωθούν ν’ ανυψωθούν,

Μετά από μακρά, δοκιμασμένη υπακοή.

Τότε η γη Παράδεισος θα γίνει κι ο Ουρανός σαν γη,

Ένα Βασίλειο πια γεμάτο ατέλειωτη χαρά, ενωμένο.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έβδομο)

Εδώ, δείχνω την αξία μου σημαίνει δείχνω υπακοή στον Θεό. Μόνο μέσω της υπακοής στον Θεό για μεγάλες χρονικές περιόδους μπορεί κανείς να αξιωθεί τον Παράδεισο. Ωστόσο, η υπακοή στον Θεό δεν επηρεάζει μόνο την ψυχή που υπακούει, αλλά επηρεάζει και τον ίδιο τον κόσμο, καθιστώντας τον αντανάκλαση του Ουρανού. Ο Θεός έχει ξεχωρίσει το καλό από το κακό ήδη από την αρχή της δημιουργίας:

«Τον Ουρανό ο Θεός δημιούργησε και ύστερα τη Γη,

Ύλη ασχημάτιστη, κενή: βαθύ σκοτάδι

Την άβυσσο εσκέπαζε: μα πάνω απ’ την υδάτινη γαλήνη

Το θεϊκό το πνεύμα απλώθηκε με μελαγχολικά φτερά

Κι έχυσε ζωτική αρετή και ζωτική θερμότητα

Σ’ όλη τη μάζα την υγρή, μα προς τα κάτω έσπρωξε

Τα κρύα, μαύρα και κολασμένα κατακάθια,

Της ζωής τους εχθρούς από τα Τάρταρα.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έβδομο)

“Wave rolling after wave, where way they found;/If steep, with torrent rapture” (VII. Lines 298, 299), 1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)
«και είπεν ο Θεός: “Εξαγαγέτω τα ύδατα / ερπετά ψυχών ζωσών μετά ευθηνίας γόνου. / Και έστωσαν πετεινά πετόμενα υπέρ την γην» * (Βιβλίο Ζ΄, σελ. 296). Xαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Η «ζωτική αρετή» του Θεού εξαπλώνεται σε όλη την άψυχη, σκοτεινή άβυσσο. Αυτές οι λέξεις-κλειδιά, «ζωτική αρετή», σε αντίθεση με την άψυχη, σκοτεινή άβυσσο, αποκαλύπτουν πολλά για την πράξη της δημιουργίας στο ποίημα του Μίλτον. Ο Θεός είναι κάθε τι ενάρετο και ζωτικό. Δηλαδή, ο Θεός είναι όλα όσα είναι καλά και ωφέλιμα για τη ζωή και τη δημιουργία της. Αυτό το χαρακτηριστικό, καλό και ωφέλιμο για τη ζωή, απλώνεται πάνω σε ό,τι είναι σκοτεινό και δυσμενές για τη ζωή και το εξαγνίζει στην πορεία. Η απλή παρουσία της αγαθότητας του Θεού είναι αρκετή για να εξαλείψει ό,τι δεν είναι αγαθό.

Ο Ντορέ απεικονίζει την περιγραφή του Μίλτον για τη δημιουργία: Το φως διαχωρίζεται από το σκοτάδι και το νερό οδηγείται στη γη. Η συνύπαρξη αυτών των αντιθέτων παρέχει το ζωντανό περιβάλλον για τα πάντα, καθώς αναδύονται τα ζώα του νερού, της γης και του ουρανού.

Οι εικονογραφήσεις του Ντορέ αποκαλύπτουν δυναμικές, υψηλής αντίθεσης ερμηνείες της πληθωρικότητας της φύσης στην ανόθευτη κατάστασή της. Για παράδειγμα, η εικόνα των στίχων «κύμα το κύμα κύλησαν σε όποιο μέρος βρήκαν / διέξοδο για ρυάκι. Όπου βρίσκαν αποτομιά / σα χείμαρροι χυμούσαν»* δείχνει το νερό, που αντανακλά το φως του ουρανού, να ταξιδεύει μέσα από απόκρημνους βράχους και να πέφτει από πάνω από τα σύννεφα. Κανένα πλάσμα δεν είναι ακόμη ορατό.

Συνεχίζοντας όμως με τους στίχους «και είπεν ο Θεός: “Εξαγαγέτω τα ύδατα / ερπετά ψυχών ζωσών μετά ευθηνίας γόνου. / Και έστωσαν πετεινά πετόμενα υπέρ την γην»*, ο καλλιτέχνης μάς δείχνει πλάσματα της θάλασσας που κατοικούν ανάμεσα στα ορμητικά κύματα και πουλιά που πετούν στον ουρανό. Ακτίνες φωτός πέφτουν από τον ουρανό πάνω σε όλη τη δημιουργία. Ο Θεός το βλέπει ως καλό.

Ο Θεός δημιουργεί τους ανθρώπους

Την έκτη ημέρα της δημιουργίας, πριν αναπαυθεί, ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο:

«Ανθρώπους τώρα ας φτιάξουμε, μ’ εμάς να μοιάζουν,

Ανθρώπους που θα διαφεντεύουνε τα ψάρια, τα πτηνά,

Σε θάλασσα και ουρανό κι όλα τα ζώα

Που περπατούν πάνω στη γη κι όλα όσα χάμω σέρνονται.

Και λέγοντας αυτά, εσένα έφτιαξε, Αδάμ, ω άνθρωπε,

Από της γης το χώμα και μέσα στα ρουθούνια σου εφύσηξε

Πνοή ζωής. Και τη δική Του όψη σού έδωσε,

Σ’ Εκείνον να ομοιάσεις κι έτσι έγινες μια ζωντανή ψυχή.»

 (Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έβδομο)

Από το χώμα -την ύλη- της γης, ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Αυτό, φυσικά, υπερβαίνει την απλή εμφάνιση. Η πνοή που στέλνει ο Θεός στα ανθρώπινα όντα τούς δίνει μια ψυχή που τους δίνει ζωή, ζωή που προέρχεται από τον Ουρανό. Έχοντας σώματα από τη Γη και ψυχές από τον Ουρανό, τα ανθρώπινα όντα αποτελούν μια γέφυρα μεταξύ Ουρανού και Γης.

Με αυτόν τον ουράνιο σύνδεσμο, πρέπει να κυβερνούν τη Γη όπως τα ουράνια όντα κυβερνούν τον Ουρανό, δηλαδή με καλοσύνη προς όλα τα πράγματα στη Γη και υπακοή στον Θεό τον εν τοις ουρανοίς. Επιτυγχάνοντας αυτό, αποδεικνύονται άξιοι να αναληφθούν στον Ουρανό για να αντικαταστήσουν τους έκπτωτους αγγέλους που βρίσκονται τώρα στην Κόλαση.

Όταν ο Θεός αναπαύεται, οι άγγελοι στον Ουρανό Τον αινούν με ύμνους:

«Και τώρα μεγαλύτερος επέστρεψες

Απ’ τους αγγέλους γίγαντες. Σένα τη μέρα εκείνη

Οι κεραυνοί Σου εμεγάλυναν. Αλλά το να δημιουργείς

Είν’ σπουδαιότερο απ’ το να καταστρέφεις. … Κείνος που θέλει

Εσένα να μειώσει, ενάντια στον στόχο του, τη δύναμή Σου

Δείχνει: Και το κακό του παίρνεις Συ και από αυτό

Περσότερο καλό Συ φτιάχνεις.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έβδομο)

Παρά τον πόλεμο που μόλις έγινε στον Ουρανό και το γεγονός ότι οι επαναστατημένοι άγγελοι εκδιώχθηκαν, ο Θεός βρήκε πώς, χρησιμοποιώντας την πράξη της δημιουργίας, να μετατρέψει αυτή την αρνητική κατάσταση σε θετική. Όσο κακό και καταστροφή κι αν Του επιφέρουν, αντιδρά μόνο με τέτοιο τρόπο ώστε το αποτέλεσμα να είναι το Καλό, γι’ αυτό και εξυμνείται.

Ο Θεός δίνει μία εντολή

Νωρίτερα, αναφέρθηκε ότι ο Θεός καθάρισε εκείνα τα πράγματα που ήταν σκοτεινά και αρνητικά προς τη ζωή πριν δημιουργήσει τον κόσμο. Αναφέρθηκε επίσης ότι ο Θεός παρείχε ένα μονοπάτι για να ανέλθουν οι άνθρωποι στον Ουρανό.

Για να αποδειχθούν άξιοι, πρέπει να περάσουν τη δοκιμασία που τους ορίζει ο Θεός. Ο Θεός τούς παρουσιάζει το Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού και τους ζητά να μην φάνε τον καρπό του – μπορούν να απολαύσουν όλα τα δώρα της Γης, εκτός από τους καρπούς εκείνου του δέντρου:

«Τούτος ο κήπος γεμάτος είναι με του Θεού τα δέντρα,

Όλα υπέροχα στην όψη και τη γεύση.

Κι ελεύθεροι είσαστε τα ωραία φρούτα τους

Να τρώτε, όλα τα είδη που δίνει η γης,

Μια ατέλειωτη ποικιλία. Μόνο από ένα δέντρο

Που οι καρποί του δίνουν τη γνώση του Καλού και του Κακού,

Μόνο από ’κείνο δεν μπορείτε. Τη μέρα που θα τους δοκιμάσετε, θα πεθάνετε.

Ο θάνατος είναι η ποινή που ορίστηκε, γι’ αυτό προσέχετε,

Την όρεξή σας καλά να κυβερνάτε, μην τύχει κι η Αμαρτία

Έρθει ως έκπληξη, μαζί με τον μαύρο της σύντροφο, τον Χάρο.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έβδομο)

Η κατανάλωση του καρπού δίνει στον άνθρωπο τη γνώση του κακού μαζί με τη γνώση του Θεού. Ο καρπός από αυτό το δέντρο επαναφέρει το καταστροφικό σκοτάδι που αποστρέφεται τη ζωή – φέρνει την Αμαρτία και τον Θάνατο.

Σε προηγούμενο μέρος (δ΄) αυτής της σειράς, παρουσιάσαμε την Αμαρτία και τον Θάνατο ως παιδιά του Σατανά. Φυλάνε τις πύλες της Κόλασης και περιμένουν να καταφέρει ο Σατανάς να βάλει σε πειρασμό τον Αδάμ και την Εύα.

Η φυσική κατάσταση της δημιουργίας

Το σταθερό θέμα εδώ είναι η δημιουργία μέσω της κάθαρσης του κακού. Ο Μίλτον ξεκινά υπονοώντας ότι δεν μπορεί να λάβει τις αποκαλύψεις από την Ουράνια Μούσα χωρίς πρώτα να εξαγνιστεί από το κακό. Ο Θεός καθαρίζει τον Ουρανό από τους επαναστατημένους αγγέλους για να διατηρήσει την καλοσύνη του Ουρανού και δημιουργεί μια καλή κατάσταση από μια κακή δημιουργώντας τη Γη. Πριν δημιουργήσει τη Γη, ο Θεός καθαρίζει πρώτα το κακό από το ίδιο το διάστημα.

Τα ανθρώπινα όντα δημιουργούνται κατ’ εικόνα του Θεού με ένα σώμα φτιαγμένο από γη και μια ψυχή φτιαγμένη στον Ουρανό και ενσαρκώνοντας τα χαρακτηριστικά που ευχαριστούν τον Θεό – την αρετή και την υπακοή – μπορούν να διαμορφώσουν τον εαυτό τους και τη Γη ώστε να είναι αντάξιοι του Ουρανού. Η υπακοή υποδηλώνει την εκκαθάριση όλων εκείνων των πραγμάτων που δεν ευθυγραμμίζονται με την αγαθότητα και την καλοσύνη του Θεού.

Είναι ενδιαφέρον, ωστόσο, ότι το Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού δεν είναι το Δέντρο της Γνώσης του Κακού. Για μένα, αυτό υποδηλώνει ότι, εφόσον τα πάντα έχουν δημιουργηθεί στο πνεύμα της καλοσύνης του Θεού, το κακό δεν μπορεί ποτέ να είναι απόλυτο. Το κακό, ως κάτι που καταστρέφει αντί να δημιουργεί, πρέπει να εξαγνιστεί για να επέλθει η φυσική κατάσταση της δημιουργικότητας.

Κάθε στιγμή της κάθε ημέρας, έχουμε την ευκαιρία να εξερευνήσουμε αυτό το είδος δημιουργικότητας στη ζωή μας. Μπορούμε να δώσουμε προσοχή στην καρδιά και το μυαλό μας και να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να καθαρίσουμε εκείνα τα πράγματα μέσα μας που μπορεί να είναι αντίθετα στη ζωή. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να κατευθύνουμε την καρδιά και το μυαλό μας προς την αρετή και την υπακοή στον Θεό. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε καλές συνθήκες από κακές, εξετάζοντας προσεκτικά όλα τα πιθανά αποτελέσματα των πράξεών μας. Με αυτή την έννοια, καθαρίζουμε ό,τι είναι καταστροφικό και αφήνουμε να παραμείνει ό,τι είναι δημιουργικό.

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν ήδη δημοσιευθεί τα πρώτα 11 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Του Eric Bess

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ι΄

Σε έναν κόσμο που επιβραβεύει το να έχεις δίκιο, είναι πολύ δύσκολο να μην κυνηγάμε και να μην παπαγαλίζουμε έτοιμες απαντήσεις. Συνήθως, νιώθουμε και υπερήφανοι όταν έχουμε δίκιο, όταν έχουμε τη «σωστή» απάντηση. Κάποιοι από εμάς μάλιστα χρησιμοποιούν αυτό που πιστεύουν ότι είναι σωστό για να εκφοβίζουν και να χτυπούν αυτούς που πιστεύουν ότι κάνουν λάθος: Εξάλλου, γιατί να υιοθετήσουμε ιδέες και πεποιθήσεις που δεν είναι σωστές; Και αφού έχουμε δίκιο, πώς θα μπορούσε κάποιος να είναι τόσο ανόητος ώστε να σκέφτεται διαφορετικά από ό,τι εμείς; Μας αρέσει να λιθοβολούμε τους άλλους.

Το να πιστεύουμε ότι έχουμε τη μία και μοναδική απάντηση συχνά εξελίσσεται στο χειρότερο είδος φανατισμού, το είδος του φανατισμού που οδηγεί στην καταδίκη, στην Ιερά Εξέταση, ακόμη και στη γενοκτονία. Αν δίναμε την ανάλογη έμφαση στη διατύπωση καλών ερωτήσεων, ο κόσμος μας θα ήταν πολύ διαφορετικός.

Σε αυτή τη σειρά, συνεχίζουμε την αναζήτηση των ερωτήσεων εκείνων που μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση της ζωής μας.

Ο Σατανάς παρεισφρύει στο όνειρο της Εύας

Στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», αφότου ο Γαβριήλ αντιμετωπίζει τον Σατανά στον Κήπο της Εδέμ, οι δύο τους χωρίζουν. Την προηγούμενη νύχτα, ο Σατανάς, με τη μορφή βατράχου αρχικά, είχε φέρει στην Εύα ένα ενοχλητικό όνειρο: την έκανε να δει «κάποιον με σχήμα και φτερά σαν αυτά που βλέπουμε συχνά από τον ουρανό» (Βιβλίο Ε΄, σσ. 195-197*).

Ο Σατανάς, μεταμφιεσμένος σε άγγελο, οδηγεί την Εύα στο Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού και της λέει να φάει από αυτό για να γίνει σαν τα όντα του ουρανού. Ο Σατανάς την πλησιάζει, την αρπάζει και πετάει στον ουρανό, απ’ όπου μπορεί να δει τη γη από ψηλά. Στη συνέχεια εξαφανίζεται και εκείνη πέφτει πίσω στη γη. Ξυπνά φοβισμένη και είναι ευτυχισμένη που ήταν μόνο ένα όνειρο.

Ο Αδάμ καθησυχάζει τους φόβους που προκάλεσε στην Εύα το όνειρό της. Της λέει ότι οι ψυχές μας είναι πολύπλοκες και ότι επειδή ονειρεύτηκε κάτι σκοτεινό ή κακό δεν σημαίνει ότι είναι η ίδια σκοτεινή ή κακιά. Η Εύα δακρύζει, αλλά ικανοποιείται από τα λόγια του συντρόφου της. Παρακολουθώντας την ανατολή του ήλιου, τραγουδούν μαζί ύμνους προς τον Δημιουργό τους, ζητώντας Του να διαλύσει το κακό και να προσφέρει το καλό:

«Χαίρε του κόσμου Κύριε, με γενναιοδωρία δίνε μας
Το αγαθό μονάχα – κι αν τύχει η νύχτα
Το κακό να κρύψει ή να μαζέψει
Διώξε το, όπως το φως διαλύει το σκοτάδι.
Έτσι οι αθώοι δεήθηκαν και μες στους λογισμούς τους
Ειρήνη και γαλήνη σύντομα επανήλθαν.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

«ανάμεσα στα δέντρα, έρχεται εξ ανατολών/και κατά ’δώ κινείται μια ενδοξώτατη μορφή»* (Βιβλίο Ε’, σελ. 206).  Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Το μεγαλείο του αγγελικού Ραφαήλ

Εν τω μεταξύ, ο Θεός παρακολουθεί την όλη σκηνή να εκτυλίσσεται και καλεί τον Αρχάγγελό του Ραφαήλ να βοηθήσει τον Αδάμ και την Εύα με ουράνιες συμβουλές.

Ο Ραφαήλ πετάει στην Εδέμ. Σε ένα υπέροχο απόσπασμα, ο Μίλτον περιγράφει το ταξίδι του Ραφαήλ. Ο Ραφαήλ πετάει μέσα από τους ύμνους που ψάλλονται στον Ουρανό και εκατέρωθέν του, η ουράνια χορωδία τραγουδά τους ύμνους του θελήματος του Θεού. Καταφέρνει να φτάσει στις πύλες του Ουρανού και αυτές ανοίγουν μόνες τους για να μην εμποδίσουν την πτήση του.

Ο Ραφαήλ πετάει στον ουρανό χωρίς τίποτα να τον εμποδίζει, και τα χρώματα των φτερών του και το φως που εκπέμπει τον κάνουν να φαίνεται σαν να είναι ένας φοίνικας σε πτήση. Τελικά, προσγειώνεται στην Εδέμ, μοιάζοντας με εξαπτέρυγο σεραφείμ – άγγελο της υψηλότερης τάξης των εννέα επιπέδων του ουρανού. Κουνάει τα φτερά του, απελευθερώνοντας ένα άρωμα που γνωστοποιεί σε όλους τον βαθμό του και ότι έφτασε.

Ο Αδάμ βλέπει τον Ραφαήλ να έρχεται από μακριά και λέει στην Εύα να έρθει να κοιτάξει:

«Βιάσου, Εύα, τρέξε να δουν τα μάτια σου μεγαλειώδες θάμα,
Στα ανατολικά, από τα δέντρα μέσα, κοίταξε τη μορφή
Την ένδοξη που πλησιάζει – σαν ένα δεύτερο πρωινό
Μέσα στο μεσημέρι ν’ ανατέλλει . Κάποιος σπουδαίος θά ‘ναι αυτός
Πού ‘ρχετ΄απ’ τον Παράδεισο κι ίσως με μας τη μέρα
Του να θέλει να περάσει. Τρέξε, λοιπόν, και φέρε μπρος
Ό,τι καλούδια έχεις, πλήθια τον ξένο να τιμήσουμε
Που ‘ρχεται απ’ τα Ουράνια…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αδάμ συγκρίνει τη φωτεινότητα του Ραφαήλ με ένα δεύτερο πρωινό κατά τη διάρκεια του μεσημεριού. Στην εικόνα του Γκυστάβ Ντορέ για τη φράση «ανάμεσα στα δέντρα, έρχεται εξ ανατολών/και κατά ’δώ κινείται μια ενδοξώτατη μορφή», ο Αδάμ απεικονίζεται να σκύβει προς την Εύα στην κάτω αριστερή περιοχή της σύνθεσης. Δείχνει προς τα πάνω τον Ραφαήλ, ο οποίος αναπαρίσταται σαν μια λευκή σιλουέτα. Κρατήστε στο μυαλό σας το γεγονός ότι ο Αδάμ δείχνει εδώ, διότι θα έχει σημασία όταν θα δούμε την επόμενη εικόνα.

Η εικόνα κατά τα άλλα είναι σκοτεινή. Αυτό το σκοτάδι δεν υποδηλώνει ότι ο Κήπος της Εδέμ είναι σκοτεινός, αλλά ότι το φως του ήλιου είναι αδύναμο σε σύγκριση με τη λαμπρότητα ενός ουράνιου όντος. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο Ντορέ μπορεί να το εκφράσει αυτό είναι να σκοτεινιάσει το περιβάλλον, ώστε να ξεχωρίζει η φωτεινότητα του Ραφαήλ.

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι ο Αδάμ και η Εύα βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό προκειμένου να τιμήσουν τον Αρχάγγελο. Θέλουν να δείξουν τη φιλοξενία τους στον αγγελιοφόρο που έρχεται, γι’ αυτό και κάνουν προετοιμασίες ώστε να μοιραστούν την αφθονία του κήπου μαζί με τον Ραφαήλ.

Ο Ραφαήλ συνομιλεί με τον Αδάμ και την Εύα

«Κι ο πτερωτός πρωθιερεύς/τού απαντά και λέει: Αδάμ, εις Παντοδύναμος/έστι κι όλα τα όντα αρχή λαμβάνουν απ’ Αυτόν»* (Βιβλίο Ε’, σελ. 213).  Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Αδάμ και η Εύα ξεκινούν έναν γόνιμο διάλογο με τον Ραφαήλ. Ο Αδάμ, ως πατριάρχης της ανθρωπότητας, αγνός ακόμα στο πνεύμα, δεν υποθέτει ότι έχει απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα:

«Στον Αδάμ, την ευκαιρία να μην αφήσει να χαθεί…
Η μέγιστη συνάντηση που πρόσφερε να μάθει
Για πράγματα πάνω απ’ τον κόσμο του και πάνω από τους ίδιους,
Για όντα τον Ουρανό που κατοικούν .»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αδάμ ρωτά για τα πράγματα στον Ουρανό σε σύγκριση με τα πράγματα στη γη κι ο Ραφαήλ τού απαντά:

«Ω, Αδάμ, είν’ ένας Παντοδύναμος, από τον Οποίον
Όλα τα πράγματα αρχινούν, πίσω σ’ Αυτόν γυρίζουν,
Αν δεν χαλάσουν και τ’ αγαθό κρατήσουν,
τα πάντα δημιούργησε τέτοια και στην εντέλεια…
Ίσως τα σώματά σας μετατραπούν σε Πνεύμα, στην πάροδο του χρόνου, και βελτιωμένα, φτερωτά, ν’ ανέβουν,
αιθέρια, όπως εμείς ή αλλοιώς μπορεί να επιλέξετε
εδώ ή σε ουράνιους παραδείσους να κατοικήσετε,
Υπάκουοι αν φανείτε και διατηρήσετε
ακέρια και ακλόνητη Εκείνου την αγάπη
απ’ τον Οποίον προήλθατε.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Ραφαήλ λέει στον Αδάμ ότι ο Θεός δημιούργησε όλα τα πράγματα τέλεια. Πρέπει μόνο να διατηρήσουν την τελειότητά τους, παραμένοντας υπάκουοι στον Θεό και απόλυτα αφοσιωμένοι στην αγάπη Του. Με τον τρόπο αυτό, μπορούν να έρθουν κοντά στον Θεό όπως οι αρχάγγελοι και να μετακινούνται μεταξύ των Ουράνιων Παραδείσων και της γης όπως επιθυμούν.

Στην προηγούμενη εικόνα, ο Αδάμ δείχνει τον Ραφαήλ. Ο Μίλτον βάζει τον Αδάμ να στραφεί προς την Εύα και να τη ρωτήσει τι βλέπει να έρχεται προς το μέρος τους. Ωστόσο, ας φανταστούμε ότι ο Αδάμ δεν ρώτησε, αλλά υπέθεσε ότι η Εύα γνωρίζει και ότι η κίνησή του ήταν ενδεικτική μιας οριοθετημένης διδασκαλίας αντί μιας απεριόριστης μάθησης: Πόσο διαφορετικό θα ήταν το υπόλοιπο αυτού του κεφαλαίου;

Στην εικονογράφηση του Ντορέ «Κι ο πτερωτός πρωθιερεύς/τού απαντά και λέει: Αδάμ, εις Παντοδύναμος/έστι κι όλα τα όντα αρχή λαμβάνουν απ’ Αυτόν», ο Ραφαήλ παρουσιάζεται να δείχνει προς τα πάνω απαντώντας στην ερώτηση του Αδάμ. Εφόσον ο Αδάμ αναγνωρίζει την άγνοιά του και κάνει ειλικρινείς ερωτήσεις, ο Ραφαήλ βοηθά στην εμβάθυνση της κατανόησής του για τον Θεό, για τον οποίο όλες οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες. Εδώ, η επικοινωνία μεταξύ ουράνιων όντων και γήινων αρχίζει με μια ειλικρινή ερώτηση.

Με αυτό το δεδομένο, αυτό το κεφάλαιο μου ενέπνευσε αυτές τις ερωτήσεις: Πρέπει να αμφισβητούμε όχι για να επιτεθούμε, αλλά για να εμβαθύνουμε στην κατανόηση του Θεού και της δημιουργίας του Θεού; Πρέπει να προετοιμάσουμε το πνεύμα μας για να δεχτούμε τα θεία μηνύματα; Πρέπει να κάνουμε τις καρδιές και το μυαλό μας φιλόξενα στον Θεό και σε όλη τη δημιουργία;

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα 9 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

 

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ια΄

Τι είναι η ελευθερία; Είναι ελευθερία η δυνατότητα να κάνουμε ό,τι θέλουμε όποτε θέλουμε; Ή μήπως η ελευθερία συνδέεται άμεσα με την ικανότητά μας να ελέγχουμε τον εαυτό μας; Υπάρχει ελευθερία όταν μπορούμε να εγγυηθούμε ίσα αποτελέσματα για όλους; Ή μήπως η ελευθερία έχει περισσότερο να κάνει με την αναγνώριση της υπεροχής της δικαιοσύνης του Θεού;

Καθώς συνεχίζουμε τη σειρά μας για τον «Απολεσθέντα Παράδεισο” του Τζον Μίλτον, θα εξερευνήσουμε την ιδέα της ελευθερίας.

Ο Εωσφόρος προτείνει Ισότητα και Ελευθερία

Καθώς συνομιλεί με τον αρχάγγελο Ραφαήλ, ο Αδάμ αρχίζει να ενδιαφέρεται για τον πόλεμο του Ουρανού. Ο Ραφαήλ το χρησιμοποιεί αυτό ως ευκαιρία για να προειδοποιήσει τον Αδάμ για τις συνέπειες της ελεύθερης βούλησης.

Ο Ραφαήλ ξεκινά την ιστορία του από τη στιγμή που ο Θεός ενημερώνει τους αγγέλους ότι ο Υιος του, ο Ιησούς, θα είναι ο άρχοντάς τους. Οι περισσότεροι άγγελοι στον Ουρανό ενθουσιάστηκαν με αυτά τα υπέροχα νέα: γιόρτασαν, τραγούδησαν και χόρεψαν και ο Θεός απόλαυσε τη χαρά τους.

Κάποιοι από τους αγγέλους, ωστόσο, δεν ήταν ευχαριστημένοι. Ένας άγγελος συγκεκριμένα, ο Εωσφόρος, δεν είδε με καλό μάτι το γεγονός ότι έπρεπε να υποκλιθεί σε ένα ον που θεωρούσε ίσο με αυτόν. Ο Εωσφόρος συγκέντρωσε τους οπαδούς του για να πάνε μαζί του κρυφά στο βορειότερο μέρος του Ουρανού. Εδώ, αρχίζει να αψηφά τον Θεό ανοικτά.

Πάνω σε έναν λόφο που περιβαλλόταν από χρυσούς πύργους και πυραμίδες από διαμάντια, κάθισε σε έναν θρόνο και άρχισε να παραπονιέται με αχαριστία ότι αυτός και οι ακόλουθοί του, παρόλο που ήταν μερικά από τα πιο ισχυρά όντα στον Ουρανό, έπρεπε να υποκλίνονται δύο φορές τώρα – μία φορά στον Θεό και άλλη μία στον Ιησού.

«Μόνο ας συζητήσουμε, τον τρόπο για να βρούμε

Τι είν’ καλύτερο για να υποδεχτούμε Εκείνον,

Τι μέσα τι τιμές και τι γονυκλισίες, αχρεία υποτέλεια-

Για έναν παραείναι, αλλά για δυο πώς να τ’ αντέξουμε,

Μια για τον Έναν και μια για την εικόνα Του, όπως λέει.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Η υπερηφάνεια του Εωσφόρου τον κάνει απρόθυμο να υποταχθεί σε οποιονδήποτε, ακόμη και στον Θεό. Ο Μίλτον δείχνει ότι η αντίδραση του Εωσφόρου έχει διάφορες αποχρώσεις. Εδώ, ο Εωσφόρος εναντιώνεται στον Θεό προτάσσοντας ένα συγκεκριμένο είδος ισότητας και ελευθερίας:

«Τι, θα σκύψει το κεφάλι σας , το γόνυ σας

Θα κλίνει; Όχι εσάς, αν σας ξέρω καλά

Ή αν εσείς γνωρίζετε τους ίδιους τους εαυτούς σας.

Οι γιοι του Ουρανού οι αυτόχθονες κτήμα

Ποτέ δεν ήταν κανενός, κι αν όχι ίσοι

Ολότελα, τουλάχιστον ελεύθεροι

Και στην ελευθερία ίσοι, ισότιμα ελεύθεροι…

Με ποιο δικαίωμα λοιπόν, μπορεί τη μοναρχία

Κάποιος σε μας τους ίσους του να θέλει

Να επιβάλλει, ίσους αν όχι σε μεγαλείο

Και ισχύ, ίσους σ’ ελευθερία;»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Εωσφόρος λέει ότι μπορεί να μην είναι όλοι ίσοι από κάθε άποψη, αλλά όλοι είναι εξίσου ελεύθεροι, και όποιος προσπαθεί να παραβιάσει αυτή την ισότητα είναι τύραννος και πρέπει να του αντισταθούμε.

Ο Εωσφόρος και ο Αβδιήλ συζητούν για την ισότητα και την ελευθερία

Σε αυτό το σημείο ένας άγγελος στο ακροατήριο, ο Αβδιήλ, διαμαρτύρεται για τις βλάσφημες παρατηρήσεις του Εωσφόρου. Ο Αβδιήλ προσπαθεί να υπενθυμίσει στους αγγέλους ότι η υποταγή τους στον Θεό δεν θέτει σε κίνδυνο την ελευθερία τους:

«Όλα τα πράγματα, κι εσύ ακόμα, κι όλα τα ουράνια πνεύματα

Αυτός τα δημιούργησε σε όλες τις βαθμίδες,

Με δόξα τα στεφάνωσε και για δική τους δόξα…

Κι η βασιλεία Του δεν τα μείωσε

Μονάχα τα λαμπρύνει…

Οι νόμοι Του είν’ και δικοί μας νόμοι

Και όλες οι τιμές που Του αποδίδουμε

Σ’ εμάς πάλι επιστρέφουν.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αβδιήλ θυμίζει ότι όλοι οι παρόντες άγγελοι, ακόμη και ο ίδιος ο Εωσφόρος, δημιουργήθηκαν από τον Θεό με όλη τους τη δόξα και ότι η υπέρτατη δύναμη του Θεού δεν κάλυψε ποτέ τη δόξα τους, αφού η δόξα τους είναι έκφραση του Θεού. Το να τους καταπιέσει κάποιος θα ήταν, στην ουσία, σαν να καταπιέζει τον εαυτό του.

Με άλλα λόγια, όλοι τους είναι εκφράσεις της δύναμης του Θεού και όσο πιο ισχυρός είναι ο Θεός τόσο πιο ισχυροί είναι και αυτοί. Τη δύναμη, την ισότητα και την ελευθερία που θέλει ο Εωσφόρος την κατέχει ήδη μέσω της εγγύτητας με τον Θεό. Θα μπορούσε να αποκτήσει την ανύψωση που επιδιώκει όχι αψηφώντας τον Θεό, αλλά υμνώντας τον Θεό.

Φυσικά, ο Εωσφόρος δεν συμφωνεί με αυτά και απαντά:

«Δεν ξέρουμε πότε δεν ήμαστε όπως είμαστε τώρα.

Δεν ξέρουμε καμμιά αρχή, αυτοφυείς κι αυθύπαρκτοι,

Με τις δικές μας τις δυνάμεις αναπτυχθήκαμε…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Η απάντηση του Εωσφόρου είναι ότι κανένας από αυτούς δεν θυμάται ότι ο Θεός τους δημιούργησε. Αντίθετα, όντας οι πρώτοι που εμφανίζονται σαν να είναι από τη δική τους δύναμη, η δόξα τους φαίνεται να προέρχεται από κάτι έμφυτο μέσα τους. Έτσι, δεν χρειάζεται να αποτίσουν φόρο τιμής σε τίποτα και κανέναν έξω από τον εαυτό τους.

Βλέποντας ότι κανένας από τους άλλους αγγέλους δεν παίρνει το μέρος του Αβδιήλ, η αυτοπεποίθηση του Εωσφόρου μεγαλώνει και λέει με θράσος στον Αβδιήλ να τρέξει πίσω στον νέο του βασιλιά για να συνεχίσει να είναι σκλάβος. Οι άγγελοι που ακολουθούν τον Εωσφόρο ξεσπούν σε χειροκροτήματα και αποδοκιμάζουν τον Αβδιήλ καθώς εκείνος τους αφήνει για να επιστρέψει στον Θεό.

Ο Θεός γνωρίζει ήδη όλα τα σχέδια του Εωσφόρου και βλέπει την αντίδραση να εκτυλίσσεται, οπότε όλοι οι άγγελοι του Θεού ετοιμάζονται για μάχη. Ο Θεός και οι άγγελοί του βλέπουν τον Αβδιήλ να αντιστέκεται στον Εωσφόρο και τον επευφημούν όταν επιστρέφει. Ο Θεός του λέει:

«Καλά πολέμησες

Τη μάχη την καλή, μονάχος σου ενάντια

Στα εξεγερμένα πλήθη για την αλήθεια μίλησες,

Τα λόγια σου πιο δυνατά απ’ τα δικά τους όπλα

Και άντεξες την καταφρόνια τους για χάρη της αλήθειας,

Κάτι πιο δύσκολο και πιο βαρύ απ’ την ωμή τη βία:

Γιατί μονάχα νοιάστηκες γι’ αυτό

που είναι σωστό στα μάτια του Θεού

Κι ας έσυρες ενάντιά σου τη γνώμη πόσων κόσμων…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Ο Θεός λέει στον Αβδιήλ ότι αυτή η δοκιμασία ήταν δύσκολη. Είναι πολύ δύσκολο να επιδιώκεις την αλήθεια και να νοιάζεσαι μονάχα για την έγκριση του Θεού. Αυτοί οι άγγελοι που τον αποδοκίμαζαν ήταν κάποτε φίλοι του και έπρεπε να κάνει μια μοναχική πορεία ντροπής μέσα από τα βλέμματα αποδοκιμασίας τους καθώς επέστρεφε πίσω στον Θεό.

Ο Θεός λέει ότι μερικές φορές είναι πιο δύσκολο να υπομείνει κανείς αυτού του είδους την απόρριψη παρά τη βία. Αλλά ο Αβδιήλ πέρασε τη δοκιμασία και η επόμενη δοκιμασία θα είναι πολύ πιο εύκολη, επειδή ο Αβδιήλ θα έχει μαζί του ολόκληρο τον στρατό του Θεού.

Το πρώτο χτύπημα

Ο στρατός του Θεού με επικεφαλής τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ ξεκινά να βρει τον στρατό του Εωσφόρου και να ματαιώσει την εξέγερσή του. Βρίσκουν τον Εωσφόρο να σχεδιάζει μια αιφνιδιαστική επίθεση. Στέκεται ψηλά πάνω σε ένα άρμα στη μέση χρυσών αγγέλων με χρυσές ασπίδες. Οι δύο στρατοί παρατάσσονται ο ένας απέναντι στον άλλο και περιμένουν εντολές.

Ο Αβδιήλ νιώθει αποστροφή βλέποντας τον Εωσφόρο να παρουσιάζεται τόσο μεγαλοπρεπής παρά το πόσο κακός έχει γίνει. Ο Εωσφόρος κατεβαίνει από το άρμα του και περπατάει προς το μπροστινό μέρος της γραμμής, όπου τον συναντάει ο Αβδιήλ. Ανταλλάσσουν έντονα λόγια και ο Εωσφόρος λέει:

«Νόμιζα κάποτε ότι λευτεριά και Ουρανός είν’ ένα

Για τις ουράνιες ψυχές. Τώρα όμως βλέπω πως μάλλον

Η τεμπελιά ορίζει τα πνεύματα τα πιο πολλά, που στο τραγούδι

Και τις γιορτές έχουνε μάθει. Κι έτσι οπλιστήκατε,

Μπουλούκι ουράνιο, να υπερασπιστείτε τη δουλεία σας

Παρά τη λευτεριά…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Ο Εωσφόρος προσβάλλει όλους τους αγγέλους του Θεού. Τους λέει ότι μπερδεύουν την ελευθερία με το να μπορούν να τραγουδούν και να χορεύουν για να υμνούν τον Θεό, αλλά αυτό, λέει, είναι δουλειά γελωτοποιού, μια παράσταση που δεν πρέπει να συγχέεται με την αληθινή ελευθερία.

Ο Αβδιήλ απαντά ότι το να υπηρετείς τον Θεό δεν είναι το ίδιο με την έλλειψη ελευθερίας. Η αληθινή υποδούλωση προέρχεται από τη λήψη απερίσκεπτων αποφάσεων, ακολουθώντας εκείνους που επαναστατούν ενάντια στον Θεό επειδή γοητεύονται από τον εαυτό τους. Η υποδούλωση εξισώνεται με τον ναρκισσισμό:

«Δουλεία είναι να υπηρετείς τους άφρονες

Ή αυτούς που ξεσηκώνονται ενάντια σ’ αξιότερούς τους

Όπως εσύ τώρα κι αυτοί που σε ακολουθούν,

Κι εσύ δεν είσαι λεύτερος, μα απ’ τον εαυτό σου μαγεμένος …»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Εκείνη τη στιγμή, ο Αβδιήλ ρίχνει το πρώτο χτύπημα, το οποίο προσγειώνεται στην ασπίδα του Εωσφόρου και τον σπρώχνει 10 βήματα πίσω. Τότε, ο Μιχαήλ σαλπίζει και η μάχη αρχίζει.

Στην εικονογράφησή του «παράλαβε/στ’ ανευλαβές λοφίο σου χαιρετισμό από μένα!», ο Γκυστάβ Ντορέ απεικονίζει τη στιγμή που ο Αβδιήλ σηκώνει το σπαθί του για να επιτεθεί στον Εωσφόρο. Ο Εωσφόρος μοιάζει σαν να πρόκειται να τραβήξει το δόρυ του. Οι άγγελοι του Θεού βρίσκονται γύρω από τον Αβδιήλ και διακρίνονται και στο βάθος ως σιλουέτες. Οι άγγελοι του Εωσφόρου, ωστόσο, είναι ελαφρώς πιο σκούροι σε αξία και δύο στην κάτω δεξιά γωνία θωρακίζονται ή γυρίζουν την πλάτη τους στην επερχόμενη επίθεση. Μήπως η έλλειψη θάρρους τους αποτελεί έκφραση της ελευθερίας τους;

Το ζήτημα της ελευθερίας

Όλα αυτά φέρνουν στο προσκήνιο το ζήτημα της πραγματικής ελευθερίας.

Μεταξύ των γραμμών, ο Μίλτον φαίνεται να υποδηλώνει μια διαφορά μεταξύ της ελευθερίας της βούλησης και της πραγματικής ελευθερίας. Ο Ραφαήλ ξεκινά την ιστορία ως προειδοποίηση προς τον Αδάμ για τις πιθανές συνέπειες της ελεύθερης βούλησης: Θερίζουμε ό,τι σπέρνουμε, αλλά σπέρνουμε ό,τι θέλουμε. Εδώ, η ελευθερία φαίνεται να συνδέεται με αυτό που θερίζουμε- είναι συνέπεια του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούμε την ελεύθερη βούλησή μας – η ελευθερία είναι η ανταμοιβή μας για τη δίκαιη σπορά.

Ο Αβδιήλ χρησιμοποιεί την ελεύθερη βούλησή του για να αψηφήσει τον Εωσφόρο και να δοξάσει τον Θεό και λαμβάνει το είδος του επαίνου που ο Εωσφόρος επιθυμεί απεγνωσμένα.

Ο Εωσφόρος, ωστόσο, χρησιμοποιεί την ελεύθερη βούλησή του για να διεκδικήσει και να αγωνιστεί για την απόλυτη ισότητα με τον Θεό, ανεξάρτητα από τη θέση του στη θεία ιεραρχία. Η θεϊκή του βαθμίδα είναι χαμηλότερη από του Θεού και του Ιησού, αλλά παρ’ όλα αυτά θεωρεί ότι πρέπει να του συμπεριφέρονται όπως σε εκείνους: Θέλει η εξουσία και ο έπαινος να είναι ισομερώς κατανεμημένα. Η ελεύθερη βούληση μπορεί να παρομοιαστεί με την ισότητα των ευκαιριών. Ο Εωσφόρος θέλει την ισότητα των αποτελεσμάτων και σχεδιάζει να καταστρέψει ό,τι βρεθεί στο δρόμο του για να το επιτύχει.

Σε όλο τον ναρκισσισμό του, ο Εωσφόρος δεν βλέπει ότι είναι υποδουλωμένος από την ίδια του την υπερηφάνεια, μια υπερηφάνεια που τον ακολουθεί παντού ως κόλαση από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει.

«παράλαβε/στ’ ανευλαβές λοφίο σου χαιρετισμό από μένα!»* (Βιβλίο ΣΤ΄, σελ. 243). Λεπτομέρεια του χαρακτικού του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν ήδη δημοσιευθεί τα πρώτα 10 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Του Eric Bess

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ιδ΄

Σε όλους μας αρέσει να βλέπουμε όμορφα πράγματα. Τι θα ήταν η ζωή μας χωρίς ομορφιά; Ωστόσο, υπάρχει πάντα η πιθανότητα η ομορφιά να κοσμεί ή να καλύπτει επιβλαβή πράγματα. Πώς μπορούμε να διακρίνουμε πότε κάτι είναι αληθινά όμορφο ή πότε η ομορφιά κρύβει κάτι το επιζήμιο;

Σε αυτό το προτελευταίο μέρος της σειράς για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο ποίημα του Τζον Μίλτον «Απολεσθείς Παράδεισος», συνεχίζουμε να αντλούμε σοφία από την ερμηνεία του συγγραφέα για τη βιβλική ιστορία του Αδάμ και της Εύας. Στο προηγούμενο άρθρο (μέρος ιγ΄), είδαμε τη μεταμόρφωση του Σατανά σε φίδι, προκειμένου να βρει έναν τρόπο να βλάψει τον Θεό μέσω του Αδάμ και της Εύας. Οι δύο άνθρωποι απολαμβάνουν ακόμα ευτυχισμένοι τον Κήπο της Εδέμ, αν και ο Αρχάγγελος Ραφαήλ τους έχει προειδοποιήσει για την απειλητική παρουσία του Σατανά μέσα σε αυτόν.

Η ένωση της Σοφίας και της Ομορφιάς

Όταν ξυπνούν, ο Αδάμ και η Εύα επιθυμούν να περιποιηθούν τον κήπο του Θεού, να τον διαμορφώσουν και να πλάσουν μια ευλαβική προς τον Θεό ομορφιά, αλλά υπάρχουν πολλά που πρέπει να φροντίσουν. Η Εύα προτείνει να χωριστούν, ωστόσο ο Αδάμ ανησυχεί ότι μόνοι θα κινδυνεύουν περισσότερο από τον Σατανά, παρά αν μείνουν μαζί:

«Άλλη αμφιβολία με τρώει εντός μου, μην τύχει

Κι έρθει το κακό σαν χωριστούμε – γιατί γνωρίζεις

Πως μας προειδοποίησαν – για τον κακόβουλο εχθρό,

Που ο φθόνος για την ευτυχισμένη μας ζωή τον απελπίζει

Κι η σκέψη του όλο γυρνά στο πώς τον όλεθρο και την ντροπή

Σ’ εμάς θα φέρει, ύπουλα, και ίσως κάπου εδώ κοντά

Ήδη να ελλοχεύει και να μας παρακολουθεί

Με άπληστη ελπίδα πως θά’ βρει τη στιγμή που ξεμοναχιασμένοι

Λεία κατάλληλη στ’ άτιμα σχέδιά του εύκολη θά’ μαστε,

Ενώ τους δυο μαζί δύσκολο να νικήσει, καθώς

Γοργά ο ένας τ’ αλλουνού βοήθεια θα προσφέρουμε.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Εδώ ο Αδάμ αποκαλύπτει μια σημαντική πτυχή της σχέσης του αρσενικού με το θηλυκό: ότι είναι απαραίτητο να συνεργάζονται και να αλληλοβοηθούνται ενάντια στις επιθέσεις του κακού. Ο Μίλτον αναφέρεται επίσης επανειλημμένα στη σοφία του Αδάμ και στην ομορφιά της Εύας σε όλα τα γραπτά του, υποδηλώνοντας ότι αυτά τα δύο – η σοφία και η ομορφιά – πρέπει να εργάζονται ως ένα για να υπάρχει η αντίσταση στον πειρασμό και η υπακοή στον Θεό.

Στην παρακάτω εικόνα, ο Ντορέ δείχνει τον Αδάμ και την Εύα να κάθονται στο βάθος, κάτω από έναν από τους φουντωτούς θάμνους του κατάφυτου κήπου, που σφύζει από ζωή. Ένα φως λάμπει πάνωθέ τους σαν να προβάλλει την ένωσή τους στο φως και την αγάπη του Θεού. Ο Σατανάς, στο πρώτο πλάνο, μεταμορφωμένος σε φίδι, τους παρακολουθεί, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία.

 “Nearer he drew, and many a walk traversed / Of stateliest covert, cedar, pine, or palm” (Book IX. 434, 435), 1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)
«Πλησίασε εγγύτερα / και στράτες διαπερνάει, ‘κείνος, με λόχμες στιβαρές / κέδρων, πεύκων, φοινίκων» * (Βιβλίο Θ΄, σελ. 364). Xαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο κίνδυνος στον δρόμο της Ομορφιάς

Παρά τις αντιρρήσεις και τις προειδοποιήσεις του Αδάμ, η Εύα τον πείθει ότι όλα θα πάνε καλά και ότι μπορεί να φροντίσει τον εαυτό της. Η Εύα φεύγει μόνη της και συμβαίνει να είναι αυτή που συναντά ο Σατανάς πρώτη, ενώ περιποιείται τα λουλούδια σε μια μεριά του κήπου. Όμως, η ουράνια ομορφιά της τον αιφνιδιάζει και σχεδόν ξεχνά το μίσος που έχει στην καρδιά του:

«Πόση ευχαρίστηση το Φίδι δοκιμάζει αντικρύζοντας

Στο λουλουδάτο πλάτωμα, της Εύας το γλυκό το καταφύγιο,

Την ίδια, έτσι μόνη, έτσι νωρίς – η ουράνια μορφή της

Αγγελική, αλλά πιο απαλή και θηλυκή,

Τόσο γεμάτη χάρη κι αθωότητα

Σε κάθε κίνησή της, που ανώτερη 

Απ’ την κακία του στερούσε την από τη δύναμή της

και τη φλόγα. Κι έτσι ο Άρχοντας του Σκότους στάθηκε, 

Για λίγο χάνοντας το μένος και την κακία του κι έμεινε

έτσι για λίγο σαν χαζός από την καλοσύνη, αφοπλισμένος

από εχθρότητα, δολιότητα, μίσος και εκδικητικότητα.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Εδώ, ο Μίλτον υποδηλώνει ότι η ουράνια ομορφιά της Εύας έχει τη δύναμη να μετατρέπει αυτό που είναι γεμάτο μίσος και αμαρτίες σε καλό. Η ομορφιά έχει εγγενώς μεταμορφωτική δυνατότητα. Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν μπορούσε να κατέχει αυτή την ομορφιά, αναζωπύρωσε την οργή του Σατανά, ο οποίος πλησίασε τελικά την Εύα για να θέσει το σχέδιό του σε εφαρμογή.

Η Εύα αιφνιδιάζεται από το φίδι που μιλάει. Πώς μπορεί αυτό να μιλάει όταν κανένα από τα άλλα ζώα δεν μπορεί; Ο Σατανάς απαντά ότι το Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού τού έδωσε αυτήν τη δύναμη και ότι θα έπρεπε και εκείνη να φάει από το Δέντρο. Εκείνη του αντιτείνει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Είναι το μόνο πράγμα που ο Θεός έχει ζητήσει από εκείνη και τον Αδάμ να μην κάνουν.

Ο Σατανάς, ωστόσο, με την πονηριά του, στοχεύει κατευθείαν αυτό που μπορεί να γίνει πηγή υπερηφάνειας για εκείνην: την ομορφιά της. Της λέει ότι είναι τόσο όμορφη που πρέπει να τη λατρεύουν όλοι σαν να είναι θεά. Τώρα, μόνο ο Αδάμ μπορεί να απολαύσει την ομορφιά της, αλλά η ομορφιά της είναι υπερβολική για έναν μόνο άνθρωπο και τα ανάξια ζώα του κήπου:

«Πανώριο ομοίωμα ‘συ του Δημιουργού σου, 

Εσέ όλα τα ζωντανά κοιτάζουνε κι όλα δικά σου είναι,

Δώρα σου, λάτρεις και θαυμαστές της ουρανίας 

Ομορφιάς σου – και πού αλλού καλύτερα

Να την κοιτούν παρά εκεί όπου θαυμάζεται από τον κόσμο όλον.

Μα εδώ, μέσα στην άγρια μοναξιά, ανάμεσα στα κτήνη,

Χυδαίους θαυμαστές, ρηχούς, που να διακρίνουν δεν μπορούν

τις πλιότερες τις χάρες σου, εξόν από ‘ναν άντρα

Που σε τηρά (μα τί ‘ναι ο ένας;), που να σε βλέπουν θά ‘πρεπε,

Μία θεά μέσ’ τους θεούς, να σε λατρεύουν και να σε υπηρετούν

αμέτρητοι αγγέλοι, ακόλουθοί σου καθημερινοί;»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Ένατο)

Τη διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει τίποτα κακό στον καρπό από το Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού. Αν υπήρχε, πώς θα μπορούσε να φάει ο ίδιος από αυτό και να αποκτήσει τη δύναμη να μιλάει σαν άνθρωπος; Σίγουρα, αν και η Εύα φάει από αυτό, θα γίνει ακόμα πιο όμορφη και θεϊκή, όπως είναι τα όντα στον ουρανό.

Εκείνη αναλογίζεται τα λόγια του και σκέφτεται ότι το φίδι μπορεί να έχει δίκιο, ότι ίσως παρεξήγησαν την εντολή του Θεού – γιατί, αν ο Θεός τους αγαπούσε αληθινά, γιατί να μην ήθελε να φάνε τον καρπό αυτού του δέντρου; Παίρνει λοιπόν καρπούς από το δέντρο και τρώει. Αμέσως μεθάει και αισθάνεται σαν να είναι θεϊκή. Κατά τη διάρκεια της μέθης της, ο Σατανάς γλιστρά μακριά, μέσα στους θάμνους του κήπου.

 “Back to the thicket slunk / The guilty serpent” (Book IX. 784, 785), 1866, by Gustav Doré for John Milton’s “Paradise Lost.” Engraving. (Public Domain)
«To ένοχο φίδι σούρθηκε στα θάμνα και λουφάζει» * (Βιβλίο Θ΄, σελ. 378). Xαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Σε αυτή την εικόνα, ο Ντορέ δείχνει τη στιγμή που ο Σατανάς εγκαταλείπει την παρασυρμένη Εύα με τον καρπό στο χέρι της. Σε αντίθεση με την πρώτη εικόνα, εδώ ο Αδάμ και η Εύα είναι μακριά ο ένας από τον άλλον.

Τώρα η εστίαση είναι στην Εύα μόνο, με το φως να τονίζει την ομορφιά της, αλλά και την ανυπακοή που συνοδεύει τώρα την ομορφιά της – όπως δείχνει ο καρπός που κρατά στο χέρι της. Ο Αδάμ κάθεται στις σκιές, στο βάθος της εικόνας, με το κεφάλι του ακουμπισμένο στο χέρι του, στοχαστικός και ανήσυχος. Θα μπορούσε αυτή η σκηνή να αναπαριστά και την εσωτερική διχόνοια που επέρχεται όταν η ομορφιά και η σοφία διαχωρίζονται – όταν η ομορφιά στολίζει επιπόλαια πράγματα που δεν είναι θεϊκά;

Η ευεργετική, μεταμορφωτική ομορφιά

Σε όλη την ιστορία του δυτικού πολιτισμού, η ομορφιά συνοδευόταν από επιφυλάξεις. Ο Πλάτωνας είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους της, προτείνοντας να εξορίζονται οι ποιητές από τη Δημοκρατία, καθώς είχαν τη δύναμη να κάνουν οτιδήποτε να φαίνεται θελκτικό. Υπάρχει αλήθεια στην ανησυχία του Πλάτωνα: Οτιδήποτε μπορεί να κεκοσμηθεί ώστε να μοιάζει ωραίο, ακόμη και πράγματα που μπορεί να αποδειχθούν καταστροφικά.

Πώς μπορεί η ομορφιά να μας ωφελήσει; Η ομορφιά μπορεί εγγενώς να μεταμορφώσει όσους την βιώνουν, αλλά για ποιο σκοπό; Πώς μπορεί η μεταμόρφωση να είναι ωφέλιμη; Μήπως όπως προτείνει ο Μίλτον, λέγοντας ότι η ομορφιά πρέπει να ενοποιηθεί με τη διάνοια και να υποταχθεί στις εντολές του Θεού; Είναι ευεργετική η ομορφιά εκείνη που πληροί αυτές τις προϋποθέσεις;

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα 13 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Του Eric Bess

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος στ΄

Σε αυτή τη σειρά άρθρων για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο επικό ποίημα του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος, βλέπουμε και πώς αντιλαμβάνεται ο συγγραφέας τον Σατανά: πατέρας της Αμαρτίας και του Θανάτου, ταυτίζεται με την υπερηφάνεια, τη ματαιοδοξία, την εξαπάτηση και την εκδίκηση. Αλλά η σύλληψη του Μίλτον δεν σταματά εδώ. Στο τελευταίο άρθρο, είδαμε πώς ο Σατανάς κορόιδεψε τον Αρχάγγελο Ουριήλ, για να μάθει πού βρίσκεται η Γη και να επιτεθεί στην καινούρια θεϊκή δημιουργία, τα ανθρώπινα όντα.

Το εσωτερικό μαρτύριο του Σατανά

Φτάνοντας στη Γη και πλησιάζοντας στον Κήπο της Εδέμ, ο Σατανάς γεμίζει αμφιβολίες και φόβο. Βλέπει την αλήθεια της σχέσης του με τον Θεό:

«Τρόμος κι αμφιβολία μαζί αποσπούν

τους ταραγμένους λογισμούς του κι από τα βάθη

μέσα του την Κόλαση ξυπνούν, γιατί αυτή εντός του

βρίσκεται κι ολόγυρά του, κι από την Κόλαση

ούτε βήμα δεν μπορεί να κάμει, όπως κι από τον εαυτό του

να απομακρυνθεί δε γίνεται σ’ άλλονε τόπο αν πάει:

Και η συνείδηση από τον ύπνο της ξυπνά

Μ’ απελπισία τώρα, με πίκρα όταν σκέπτεται τον πρότερο εαυτό της,

Τι είναι τώρα, αλλά και το χειρότερο που μέλλεται να γίνει…»

 (Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 Κατά πρώτον, ο Μίλτον μας λέει ότι η Κόλαση ακολουθεί τον Σατανά όπου κι αν αυτός πηγαίνει. Παρόλο που βγήκε από τις πύλες της, ακόμα η παρουσία της τον βασανίζει. Η Κόλαση είναι πλέον μια υπαρξιακή κατάσταση για τον Σατανά. Δεν ήταν μονάχα ένα μέρος στο οποίο εκδιώχθηκε, αλλά και μέρος του εαυτού του.

Στο βαθύτερό του μαρτύριο, ο Σατανάς καλείται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα της κατάστασής του. Δεν είναι πια ένα λαμπερό, μεγαλειώδες ουράνιο ον. Με αυτήν τη διαπίστωση, ο ποιητής φανερώνει επίσης την άποψή του για την πηγή κάθε εσωτερικού μαρτυρίου και θλίψης: ο χωρισμός από τον Θεό.

Σε μια στιγμή βασανιστικής διαύγειας, ο Σατανάς ομολογεί το λάθος του απέναντι στον Θεό:

«Ω, ήλιε, άκουσε τις αχτίδες σου πόσο μισώ,

Τις αναμνήσεις που ξυπνούν αυτού που ήμουν,

Πόσο ψηλότερα από τη σφαίρα σου έλαμπα,

Μέχρι που η περφάνια μου και η χειρότερη φιλοδοξία

κι ο ουράνιος πόλεμος ενάντια στον Βασιλέα τ’ Ουρανού

Με ρίξαν κάτω – Αχ!, δεν Του άξιζε μια τέτοια πληρωμή

Εκ μέρους μου, που μ’ έφτιαξε τόσο λαμπρόν, χωρίς να μ’ επιπλήττει.

Κι ούτε βαριά ήτανε τα καθήκοντά μου, τι μόνο να υμνώ

Και να ευχαριστώ Αυτόν, τούτο έπρεπε! Κι όμως,

Η καλοσύνη Του με χάλασε εμένα και το κακό εγέννησε

Και την υποταγή αρνούμενος, θέλησα να ανέβω

Ψηλότερα, ψηλότερ’ απ’ τον Ύψιστο,

Να ξεπληρώσω μονομιάς πεθύμησα

Το χρέος το απέραντο και την ευγνωμοσύνη,

Που τόσο με εβάραινε, συνέχεια να πληρώνω και να χρωστώ ακόμα…»

 (Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 Ο Σατανάς εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο, γιατί φιλοδόξησε να φτάσει σε μεγαλείο τον Θεό, κάτι αδύνατον και τώρα μισεί τις ακτίνες του ήλιου, που του θυμίζουν την πάλαι ποτέ λαμπρότητά του. Λέει πόση δόξα είχε στον Παράδεισο και παραδέχεται ότι δεν άξιζε στον Θεό το ανεξέλεγκτο μίσος του. Τι είναι αυτό που αξίζει στον Θεό; Μόνο ευγνωμοσύνη και αίνος. Ο Σατανάς λέει ότι η ευγνωμοσύνη και ο αίνος είναι το ελάχιστο που μπορούμε να δώσουμε στον Θεό.

Όμως ο Σατανάς, και αυτό είναι το πρόβλημά του, δεν θέλει να νιώθει ότι οφείλει να υμνεί τον Θεό. Ο Θεός είναι τόσο μεγάλος που Του αξίζουν ατελείωτοι ύμνοι και ευγνωμοσύνη. Αυτό ο Σατανάς δεν θέλει να το κάνει, γιατί το νιώθει σαν ένα χρέος που το χρωστά αιώνια, νιώθει σαν ένας οφειλέτης αιώνια χρεωμένος στον πιστωτή του. Για τον Σατανά, αυτό ισούται με σκλαβιά και ο ίδιος αισθάνεται πολύ σπουδαίο τον εαυτό του για να είναι σκλάβος οποιουδήποτε, ακόμα και του ίδιου του Θεού.

Ο Σατανάς αρνείται να μετανοήσει

Ωστόσο, συλλογίζεται τη μετάνοια:

«Ω, ας υποχωρήσω λοιπόν: να μετανιώσω δεν μπορώ

Και να συγχωρεθώ; Μονάχα να υποταχθώ,

Μα αυτή τη λέξη ανάξιά μου θεωρώ και μου απαγορεύω…

Μα ας υποθέσουμε πως μετανοώ και χάρη παίρνω

Και ξαναγίνομαι αυτός που κάποτε ήμουν.

Δεν θα ξανάρχονταν οι υψιπετείς οι σκέψεις

Εκεί ψηλά που θά ’μουνα; […]

Και εύκολα τους όρκους που ’δωσα με τόση δυσκολία

Θα απαρνιόμουνα, ως βάναυσους και άδειους…

Κι αυτό ο τιμωρός μου ξέρει, γι’ αυτό αποκλείεται τη χάρη

Να μου δώσει, κι εγώ το ίδιο αποκλείεται ειρήνη να ικετέψω…»

 (Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 Η αποκοπή από τον Θεό και το μαρτύριο της Κόλασης εντός του κάνουν τον Σατανά να σκέπτεται τη μετάνοια. Όμως, ταυτίζει τη μετάνοια με την υποταγή και αρνείται να υποταχθεί στον Θεό. Παραδέχεται ότι ακόμα κι αν μετανοούσε, θα ήταν μόνο εξαιτίας του πόνου που νιώθει και όχι επειδή πιστεύει πραγματικά στην αξία της μετάνοιας. Μόλις ο πόνος υποχωρήσει, θα χαθεί και η διάθεσή του να μετανοήσει.

Ο Σατανάς σκέφτεται ότι ο Θεός γνωρίζει ότι η μετάνοιά του θα ήταν ψεύτικη κι έτσι δεν θα τη δεχόταν. Υπαινίσσεται ότι το να του δώσει ο Θεός χάρη για μια ψευδή μετάνοια είναι το ίδιο με το να ικετεύει για ειρήνη, κάτι που η υπερηφάνειά του του απαγορεύει.

Έτσι, ο Σατανάς συνεχίζει το δρόμο του προς το κακό. Αρνείται να υποταχθεί στον δρόμο της μετάνοιας που οδηγεί πίσω στον Θεό και προτιμά να υποταχθεί στα χαρακτηριστικά της Κόλασης και σε ό,τι αντιτίθεται στον Θεό:

«Άθλιος εγώ! Προς τα πού να πετάξω,

Ατέλειωτη οργή κι ατέλειωτη απελπισιά;

Όπου κι αν πετώ, η Κόλαση. Εγώ ο ίδιος Κόλαση…

Κι έτσι, χαμένη πάσα ελπίδα…

Αντίο ελπίδα, αντίο φόβοι, πάτε με την ελπίδα,

Αντίο μετάνοια: πάει από μέσα μου όλο το καλό.

Εσύ, τώρα, κακό θα είσαι το καλό μου…»

 (Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 Το μαρτύριο του Σατανά του Μίλτον

«Άθλιος εγώ! Προς τα πού να πετάξω / Ατέλειωτη οργή κι ατέλειωτη απελπισιά;». Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Ντορέ απεικονίζει τον Σατανά σε μια στάση που μαρτυρά την αγωνία του. Είναι από τις πρώτες φορές που τον βλέπουμε χωρίς τη συνηθισμένη του πόζα ισχύος. Αντιθέτως, γέρνει στον βράχο, αρπάζοντας τα μαλλιά του, έτσι όπως είναι απορροφημένος από τον διάλογο που έχει με τον εαυτό του. Το άγριο τοπίο μοιάζει σαν να πλέει σε μια άδεια σκοτεινιά, δυναμώνοντας τη συναισθηματική ένταση της εικόνας.

Ο λόγος που υποφέρει ο Σατανάς είναι η εκούσια απόσχισή του από τον δημιουργό του, τον Θεό. Παρά το μεγαλείο της θεϊκής καλοσύνης και τη δόξα των ουρανών, ο Σατανάς προτιμά να έρθει αντιμέτωπος με τον Θεό, παρά να δείξει ταπεινότητα και ευγνωμοσύνη.

Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στη σκέψη του Μίλτον και τη σύγχρονη αύξηση της κατάθλιψης; Μπορεί η απομάκρυνσή μας από την καλοσύνη του Θεού να μας κάνει να ζούμε ως θύματα, βρίσκοντας περισσότερους λόγους να παραπονούμαστε παρά να νιώθουμε ευγνωμοσύνη;

Στην εικόνα του Ντορέ, εντούτοις, πέφτει ακόμα λίγο φως πάνω στον Σατανά. Είναι θεϊκό φως; Είναι μήπως σημάδι που στέλνει ο Θεός στον Σατανά για να τον βοηθήσει να μετανιώσει, να αφήσει το μαρτύριό του και να επιστρέψει στον Παράδεισο;

Όταν εγκαταλείπουμε τον Θεό, εγκαταλείπουμε και την ταπεινότητα και την ευγνωμοσύνη προς το θείον. Και είναι η υπερηφάνειά μας που μας έχει οδηγήσει σε αυτό τον δρόμο. Άραγε υπάρχει για εμάς ελπίδα, μας φωτίζει ακόμα λίγο θεϊκό φως για να μπορέσουμε να επιστρέψουμε;

 

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». Στη σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» θα εμβαθύνουμε στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στη λεζάντα είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Μετάφραση: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ε΄

Στο προηγούμενο άρθρο της σειράς «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» είδαμε τη συνάντηση του Σατανά με τα παιδιά του, την Αμαρτία και τον Θάνατο, στην πύλη της Κολάσεως, όπως την περιγράφει ο Τζον Μίλτον στο επικό του ποίημα. Τον αφήνουν να περάσει την πύλη και ο Σατανάς συνεχίζει το ταξίδι του προς το νέο δημιούργημα του Θεού, τη Γη.

Ο Θεός, ο Σατανάς και το ανθρώπινο μέλλον

Στη συνέχεια, βλέπουμε τον Θεό να παρακολουθεί τον Σατανά από τον ουρανό και να λέει ότι γνωρίζει για τους πειρασμούς με τους οποίους θα προσπαθήσει να δελεάσει τους ανθρώπους. Εξηγεί το μέγεθος της κακίας του Σατανά, αναφέροντας ότι το μίσος του προέρχεται μέσα από τον ίδιο του τον εαυτό. Εντούτοις, οι άνθρωποι που θα παρασυρθούν από τα έργα του, δεν θα κριθούν εξίσου αυστηρά, καθώς δεν μισούν τον Θεό μέσα στην καρδιά τους, αλλά Του αντιστέκονται επειδή ξεγελάστηκαν από τον Σατανά.

Ο Θεός ρωτά τα άλλα πλάσματα του Παραδείσου ποιο θα θυσιαστεί για την αιώνια ζωή των ανθρώπων. Μόνον ο Ιησούς, ο Υιός Του, προσφέρεται και ο Θεός επαινεί την αγάπη και τη συμπόνια Του.

Paradise_Lost_12
«Κάτω προς την στεριά της γης / κάτω από τα όρια τα εκλειπτικά του γήλιου / με την ελπίδα έσπευσε ώριας επιτυχίας / και ρίπτεται απότομα κατωφερή σε πτήση / μ’ ανάλαφρη πλοήγηση»*. Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Η πτήση του Σατανά προς τη γη

Εν τω μεταξύ, ο Σατανάς ψάχνει ματαίως να βρει τη Γη, ώσπου συναντά έναν από τους επτά αρχαγγέλους, τον Ουριήλ, ο οποίος είναι αφιερωμένος σε στοχασμούς κοιτώντας μακριά. Γνωρίζοντας ότι ο αρχάγγελος θα τον αποπέμψει αν καταλάβει ποιος είναι, ο Σατανάς αλλάζει τη μορφή του:

«Χαρά στο πνεύμα το λερό, μ΄ελπίδα τώρα

Που ηύρε έναν οδηγό την πτήση του να στείλει

Στ’ ανθρώπου τον Παράδεισο, τ’ ωραίο σπίτι,

αισίως το ταξίδι του αυτός να τερματίσει

και ο δικός μας ο καημός και θρήνος ν’ αρχινίσει.

Ν’ αλλάξει όμως πρώτιστα τη βδελυρή μορφή του […]

Σαν νέο χερουβείμ να δείξει.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τρίτο)

Μεταμορφωμένος σε χερουβείμ, λοιπόν, πλησιάζει ο Σατανάς τον Ουριήλ και τον ρωτά που βρίσκεται η Γη, για να δει με τα μάτια του και να θαυμάσει τον νέο δημιούργημα του Θεού. Ο Ουριήλ ξεγελιέται και του περιγράφει τη Γη και πώς μπορεί να τη βρει:

«Είδα πώς με τον Λόγο Του το Χάος,

Του κόσμου το υλικό, μαζεύτηκε:

Άκουσ’ η σύγχυση και με μεγάλο σάλο

Υπάκουσε, τ’ άπειρο συγκρατήθηκε.

Και με τη δεύτερη την προσταγή χάνεται το σκοτάδι,

Φέγγει το φως, και μπαίνει η τάξη […]

Κοιτά εκεί στα χαμηλά ’κείνη τη σφαίρα

Που η δώθε της πλευρά το φως αντανακλάει.

’Κείν’ είν’ η γη,  το σπίτι του ανθρώπου [..] »

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τρίτο)

Οι αντιθέσεις του Ντορέ

Στην εικόνα του Ντορέ, ο Σατανάς είναι μια σκοτεινή μορφή που κατευθύνεται προς τη γη, η οποία φωτίζεται από θεϊκό φως, κάτι που μας υπενθυμίζει ότι, παρά τις προσπάθειες του Σατανά, η γη και οι κάτοικοί της έχουν δημιουργηθεί από τον Θεό και έχουν θεϊκή φύση.

Σύννεφα τη σκεπάζουν, εκτός από ένα σημείο όπου λάμπει το ουράνιο φως. Ίσως τα σύννεφα να συμβολίζουν τη σύγχυση και το χάος, υποδεικνύοντας ότι από τον ουρανό θα προέλθει το ξεκαθάρισμα της σύγχυσης και η συγκρότηση του χάους. Όπως μας πληροφορεί ο Ουριήλ, ήταν η φωνή του Θεού που διέλυσε τη σύγχυση και έβαλε τάξη στην αταξία.

Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη σύγχυση και το χάος ως αντίθετα της αλήθειας, αφού η αλήθεια είναι, εξ ορισμού, καθαρή και ‘εν τάξει’. Σε αυτή την περίπτωση, η εικονογράφηση του Ντορέ περιέχει ακόμα πιο λεπτές αποχρώσεις, από αυτές που φαίνονται με την πρώτη ματιά. Γιατί τότε εικονογραφεί κατά βάθος την αντίθεση ανάμεσα στην αλήθεια και την εξαπάτηση.

Μαθαίνουμε για τις ανέντιμες μεθόδους στις οποίες καταφεύγει ανενδοίαστα ο Σατανάς, από τη μεταμόρφωσή του σε χερουβείμ.  Σε αντίθεση με την αλήθεια – η οποία στην πιο αγνή της μορφή είναι πάντα αληθινή – όχι μόνο αλλάζει ο Σατανάς τη μορφή του πολλές φορές (όπως θα δούμε αργότερα), αλλάζει και αυτό που αντιπροσωπεύει, δηλαδή η φύση του κακού αλλάζει. Πρώτα ήταν η υπερηφάνεια, μετά η δύναμη και κατόπιν η ματαιοδοξία. Τώρα, η φύση του κακού είναι η εξαπάτηση.

Κατ’ επέκταση, η απεικόνισή του ως μια σκοτεινή μορφή αντιστοιχεί στο πώς το ψέμα και το κακό συσκοτίζουν την αλήθεια. Με άλλα λόγια, ο Σατανάς είναι το αντίθετο της αλήθειας. Ο Μίλτον καθιστά σαφές ότι ακόμα και οι πιο ορθοί, ακόμα κι ένας αρχάγγελος, μπορεί να εξαπατηθούν. Γιατί:

«Ούτε άνθρωπος ούτε άγγελος να δουν μπορούν

Την υποκρισία, μοναδικό κακό που σ’ όλους

Είν΄ αόρατο, εξόν απ’ τον Θεό.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τρίτο)

Οι επιτυχίες του Σατανά οφείλονται στο ταλέντο του στην υποκρισία. Μπορεί να εμφανίζεται ορθός, προκειμένου να καταστρέψει το ορθό.

Μια άλλη αντίθεση που τονίζει ο Μίλτον είναι η καίρια, κατ’ αυτόν, διαφορά ανάμεσα στο θείο και το σατανικό. Ο Θεός είναι η αλήθεια της αυτοθυσίας για χάρη της αγάπης, ενώ ο Σατανάς είναι το ψέμα που θέλει να καταστρέψει την αλήθεια από υπερηφάνεια.

Σε έναν κόσμο γεμάτο ψέματα και απάτες, όπου οι αήθεις εμφανίζονται ως ορθοί, πώς μπορούμε να ξεχωρίσουμε τι είναι πραγματικά αληθινό και γεμάτο αγάπη και συμπόνια;

 

 Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». Στη σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» θα εμβαθύνουμε στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Η απόδοση των στίχων εντός του άρθρου είναι της μεταφράστριας του άρθρου.

Μετάφραση: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος θ΄

Τα κακά πράγματα μπορεί να φαίνονται τρομακτικά, αν τα ζούμε από κοντά. Μερικές φορές, ίσως δεν έχουμε αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να τα αντιμετωπίσουμε κατά μέτωπο. Πώς μπορούμε να αναγνωρίζουμε στα σίγουρα το κακό και να το αντιμετωπίζουμε με πεποίθηση;

Οι απάτες του Σατανά προκαλούν δυσαρμονία

Στο προηγούμενο άρθρο (μέρος η΄) της σειράς, παρακολουθήσαμε τους αγγέλους Ιθουριήλ και Σεπφών να ξεκινούν την αναζήτηση του ξένου πνεύματος που εισέβαλλε στον Κήπο της Εδέμ. Οι δύο άγγελοι ψάχνουν παντού, μέχρι που βρίσκουν έναν βάτραχο δίπλα στο αυτί της Εύας, ο οποίος προσπαθούσε να της βάλει στο μυαλό ακάθαρτες ιδέες, ψιθυρίζοντάς της ενώ αυτή κοιμόταν:

«Βρήκαν αυτόν που έψαχναν, 

Σαν  ζαρωμένο βάτραχο κουλουριασμένο στο αυτί της Εύας δίπλα,

Με τη διαβολική την τέχνη του να μηχανεύεται το πώς

Το όργανο της φαντασίας της και της επιθυμιάς θ΄αγγίξει,

Για να εμπνεύσει όνειρα, φαντάσματα και ψευδαισθήσεις

Ή, ίσως, με δηλητήριο που θά ’σταζε να μολεύε

Τα πνεύματα τα ζωικά που αναδύονται από τ’ αγνό το αίμα

Σαν απαλές πνοές από καθάριους ποταμούς, και να ξυπνήσει μέσα της

Σκέψεις τουλάχιστον ανήσυχες, και άτακτες,

Ελπίδες μάταιες, μάταιους σκοπούς, πόθους υπέρμετρους

Που η αλαζονεία θα φούσκωνε, γεννώντας περηφάνεια…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 

Το παραπάνω απόσπασμα έχει ενδιαφέροντα υπονοούμενα, γιατί ο Σατανάς προσπαθεί να παρασύρει την Εύα ενώ αυτή κοιμάται. Όταν είμαστε κοιμισμένοι, δεν είμαστε συνήθως σε εγρήγορση απέναντι στα πράγματα που μπορεί να έρθουν. Όταν δεν είμαστε συνειδητοί, δεν μπορούμε να προστατέψουμε καλά τον εαυτό μας. Δεν είναι τότε πιο εύκολο, όταν δεν είμαστε σε επιφυλακή, να μπούμε σε πειρασμό;

Και πώς προσπαθεί να επηρεάσει ο Σατανάς την Εύα, ενώ βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση; Θέλει να της εμφυσήσει συναισθηματική αναστάτωση, υπερηφάνεια και ζωώδεις επιθυμίες που την απομακρύνουν από τον Θεό. Η λέξη «εμπνεύσει» είναι μια ενδιαφέρουσα επιλογή γιατί όταν νιώθουμε εμπνευσμένοι, νιώθουμε από μέσα μας ότι πρόκειται για τη δική μας βούληση. Ο Σατανάς, με τους επιδέξιους χειρισμούς του, θέλει να εμπνεύσει στο δημιούργημα του Θεού να απομακρυνθεί από Αυτόν και να κλίνει προς το κακό.

Η δύναμη της ορθότητας αποκαλύπτει το κακό

Βλέποντας τον βάτραχο και αναγνωρίζοντας τις κακές του προθέσεις, ο Ιθουριήλ τον αγγίζει απαλά με τη λόγχη του, κάνοντάς τον έτσι να πάρει την αληθινή του μορφή:

«Κι ο άγγελος Ιθουριήλ έτσι τον άγγιξε απαλά

Με τη μακριά του λόγχη – γιατί υποχωρεί το ψεύδος

Στο ουράνιο άγγιγμα, δεν το αντέχει και αναγκάζεται

Το αληθινό του πρόσωπο να ξαναπάρει…

Διαλύθηκε με μία λάμψη αιφνίδια, με φλόγες στον αέρα:

Και να’ τος ο Εχθρός με τη δική του όψη.

Πισωπατούν οι δύο άγγελοι σα μισοθαμπωμένοι

Τον αποκρουστικό τον Βασιλιά σαν βλέπουν ξάφνου εμπρός τους…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 

Αυτό που είναι από τον Ουρανό, δηλαδή αυτό που είναι εγγενώς ορθό, αποκαλύπτει αυτό που είναι κακό με ελάχιστη προσπάθεια. Για τον Ιθουριήλ, άγγελο-αντιπρόσωπο της ορθότητας, αρκεί να αγγίξει απαλά με τη λόγχη του το κακό, ώστε το κακό να αποκαλύψει την αληθινή του φύση.

Αυτό μας λέει κάτι και για τη δική μας θεϊκή φύση: Αν οι ανόθευτες ψυχές μας έχουν θεϊκή φύση, τότε κι εμείς, βαθιά μέσα μας, αντιπροσωπεύουμε το καλό και την ορθότητα. Αρκεί να αγγίξουμε απαλά το κακό, δηλαδή να το επισημάνουμε, ώστε να αποκαλυφθεί η αληθινή του φύση, καθώς το κακό είναι πολύ υποδεέστερο από το ορθό.

Το κακό μάς αλλάζει

Όταν οι άγγελοι αντικρύζουν τον Σατανά, τον ρωτούν ποιος είναι, ερώτηση που τον εξαγριώνει. Τους λέει ότι θα έπρεπε να γνωρίζουν τον βασιλιά των επαναστατημένων αγγέλων, αυτόν που εναντιώθηκε στον Θεό. Οι άγγελοι, ωστόσο, πληροφορούν τον Σατανά ότι όταν ασπάστηκε το κακό όχι μόνο άλλαξε η φύση του, όπως είδαμε σε προηγούμενο άρθρο, αλλά και η εμφάνισή του. Το κακό που τον εμπότισε τον έχει κάνει τελείως άσχημο:

«Μη νομίζεις, εξεγερμένο Πνεύμα, ότι το σχήμα σου

Και η λάμψη που ’χες μένει όπως τότε παλιά που έστεκες

Ορθός και αγνός μες στον Παράδεισό μας.

Εκείνη η δόξα σού ’φυγε, τώρα που πια καλός δεν είσαι.

Τώρα, γεμάτος ζόφο κι άσχημος, σαν και την αμαρτία σου, είσαι…

Κατάπληκτος ο Διάβολος στεκόταν,

Νιώθοντας τόσο απαίσια βλέποντας της καλοσύνης πόσο

Μα και της Αρετής ωραία η όψη είναι, και πένθησε για

Όσα είχε χάσει…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

 

Έχοντας αποδεχθεί το κακό ως αλήθεια του, ο Σατανάς άλλαξε πλήρως. Πηγαίνοντας εναντίον στον θεϊκό νόμο, έγινε το αντίθετο από όσα χαρακτηρίζουν τον ουρανό: άσχημος, παραμορφωμένος, υπερήφανος και θυμωμένος. Εντούτοις, ακόμα κάτι μέσα του επιθυμεί τον Ουρανό. Αυτό υποδεικνύει ότι ακόμα και αυτός, που είναι η επιτομή του κακού, δεν μπορεί να διαχωρίσει απολύτως τον εαυτό του από τις αλήθειες που η ομορφιά και η αρετή των ουράνιων πραγμάτων αντιπροσωπεύουν.

Ο Ουρανός ζυγίζει το ορθό και το κακό

Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ καταφθάνει και ρωτά τον Σατανά γιατί έφυγε από την Κόλαση και ήρθε να πειράξει τα ανθρώπινα πλάσματα στον ύπνο τους. Ο Σατανάς απαντά ότι υποφέρει πάρα πολύ στην Κόλαση και ότι ήρθε στη Γη για να βρει γαλήνη. Δεν ήρθε για να βλάψει τους ανθρώπους.

Ο Γαβριήλ του λέει ότι έχει χάσει και τη θεϊκή σοφία του, αφού δεν καταλαβαίνει ότι στην πραγματικότητα υποφέρει εξαιτίας του θυμού που νιώθει για τον Θεό. Αλλά, τον ρωτά ύστερα, αν είναι τόσο άσχημα στην Κόλαση, γιατί είσαι ο μόνος που την εγκατέλειψε;

Ο Σατανάς απαντά ότι δεν ήταν ο πρώτος που έφυγε, γιατί ο Γαβριήλ τον είδε που οδηγούσε την επίθεση κατά του Ουρανού. Αντιθέτως, είπε ότι ψάχνει να βρει ένα καλύτερο μέρος για τους οπαδούς του, κάτι που θα του χαρίσει τη δόξα και τις τιμές που του αρνήθηκαν στον Ουρανό.

Τότε, ο Αρχάγγελος τον αποκαλεί ψεύτη, αφού η ιστορία του αλλάζει συνεχώς: Πρώτα τους είπε ότι έφυγε από την Κόλαση επειδή υπέφερε, μετά επειδή ψάχνει για ένα καλύτερο μέρος για τους οπαδούς του. Κάποια στιγμή, είχε ψάλλει τον μεγαλύτερο ύμνο στον Θεό, μόνο και μόνο για να εξεγερθεί αμέσως μετά εναντίον Του. Ο Γαβριήλ τον κατηγορεί ότι δεν γνωρίζει ούτε ποιος είναι ούτε τι αντιπροσωπεύει και τον διατάζει να επιστρέψει στην Κόλαση, ειδάλλως θα τον σύρει ο ίδιος εκεί.

Αυτή η απειλή δεν χαροποιεί ιδιαιτέρως τον Σατανά και απειλεί και αυτός τον Γαβριήλ με τη σειρά του, οδηγώντας την κατάσταση σχεδόν σε σημείο σύγκρουσης. Τότε, ο Θεός αποκαλύπτει μια χρυσή ζυγαριά που ζυγίζει τη δύναμη του Σατανά και αυτή του Ουρανού, δείχνοντας ξεκάθαρα πόσο η δεύτερη ξεπερνάει την πρώτη.

Ο Γαβριήλ καλεί τον Σατανά να κοιτάξει τη θεϊκή ζυγαριά:

«Σατάν, τη δύναμή σου ξέρω και τη δική μου εσύ,

Όχι από δικού μας αλλά γιατί μας δόθηκε. Τι τρέλα,

Λοιπόν, να παινευόμαστε γι’ αυτήν, αφού ούτε η δική σου

Ξεπερνά αυτό που ο Ουρανός επιτρέπει, ούτε η δική μου,

Που έχει διπλασιαστεί για να σε ταπεινώσει: Για αποδείξεις

Κοίτα ψηλά και διάβασε τα ουράνια σημάδια

Οπού την τέχνη σου ζυγιάζουν και δείχνουν πόσο

Αδύναμη κι αλαφριά κι ανίκανη ν’ αντισταθεί είναι.

Και ο Εχθρός εκοίταξε ψηλά κι είδε εκεί τη ζυγαριά. Και

Άλλο τίποτε δεν είπε, μα μουρμουρίζοντας τούς άφησε

Μαζί του παίρνοντας κι όλες της νύχτας τις σκιές.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Τέταρτο)

Ο Σατανάς κοιτάζοντας ψηλά συνειδητοποιεί ότι παρόλο που ακολουθεί τους τρόπους της Κολάσεως, η δύναμή του ακόμα καθορίζεται από τους τρόπους του Ουρανού και υποχωρεί.

«Μ΄’ένα μούρμουρο το ’σκασε / και μαζί του φύγαν κι οι ίσκιοι της νυκτός…»* (Βιβλίο Δ’, σελ. 185). Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Ντορέ αντιπαραβάλει το καλό και το κακό

Η σκηνή που εικονογραφεί ο Ντορέ απεικονίζει τον Σατανά την ώρα που αφήνει ηττημένος τους αγγέλους. Η αντίθεση της μορφής του με το φωτεινό φόντο και το μέγεθός της που βρίσκεται στο μεσαίο πλάνο, πιο μπροστά από τους αγγέλους, τον καθιστούν κεντρικό σημείο της σύνθεσης: ο Ντορέ τονίζει την υποχώρησή του.

Επίσης, μας δίνει έναν πολύ σαφή διαχωρισμό μεταξύ της σατανικής του φύσης και του Ουρανού. Οι άγγελοι και το ουράνιο τοπίο είναι λουσμένοι στο φως, ενώ εκείνος δεν είναι καθόλου φωτισμένος. Αντιθέτως, η μορφή του είναι εντελώς σκοτεινή.

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι ο εικονογράφος τον βάζει να κατεβαίνει τον λόφο. Είναι η δεύτερη φορά που ο Σατανάς κατεβαίνει, μετά από την πτώση του από τον Ουρανό. Μοιάζει σαν οι ουράνιοι νόμοι να επιβάλλουν ένα είδος ισορροπίας: όσο περισσότερο θέλει να ανέλθει τόσο περισσότερο εξαναγκάζεται να κατέβει.

Αν είμαστε πράγματι θεϊκοί μέσα μας, αν δηλαδή ο νόμος του Ουρανού είναι μέρος της ύπαρξής μας, τότε δεν πρέπει κι εμείς, αντιστοίχως, να μπορούμε να αναγκάζουμε το κακό να αποκαλύπτει την αληθινή φύση του επισημαίνοντάς το; Δεν θα έπρεπε να μπορούμε να καταδεικνύουμε την ομορφιά και δύναμη του Ουρανού, απλώς και μόνο αντιπαραβάλλοντάς τες με την ασχήμια του κακού; Δεν υπάρχει κάτι εντός μας που να αποζητά να εναρμονιστεί με τους ουράνιους νόμους, ανεξάρτητα από την κατάσταση του μυαλού μας;

 

 

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα 8 άρθρα του Έρικ Μπες:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Μετάφραση & επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος δ΄

Μετάφραση: Αλία Ζάε

Ακολουθώντας την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ για το επικό ποίημα του 17ου αιώνα που έγραψε ο Τζον Μίλτον, είδαμε πώς εκδιώχθηκαν ο Σατανάς και οι άλλοι επαναστατημένοι άγγελοι από τον Παράδεισο, αφότου ξεκίνησαν τον πόλεμο κατά του Θεού. Είδαμε επίσης πώς συγκέντρωσε και πάλι ο Σατανάς τα στρατεύματά του και έγινε βασιλιάς της Κόλασης. Σε αυτό το άρθρο, ερευνούμε γιατί φεύγει ο Σατανάς από την Κόλαση και τι ανακαλύπτει στις πύλες.

Μετά από την ανοικοδόμηση του Πανδαιμόνιου, της αυτοκρατορίας των επαναστατημένων αγγέλων, ο Σατανάς στέφεται βασιλιάς και αρχίζει να μελετά πώς θα μπορούσαν να πάρουν εκδίκηση μαζί με τον στρατό του. Όλοι συμφωνούν ότι είναι μάταιο να επιτεθούν ξανά στον Θεό στον Παράδεισο. Γνωρίζουν καλά ότι δεν έχουν καμία ελπίδα να νικήσουν. Ωστόσο, κάποιοι άγγελοι λένε ότι θα προτιμούσαν να πάψουν να υπάρχουν παρά να συνεχίσουν να ζουν στη φρίκη της Κολάσεως.

Τίθεται το ζήτημα να ζητήσουν συγχώρεση από τον Θεό, αλλά ούτε να ζήσουν υπό την εξουσία Του θέλουν. Πιστεύουν ότι ζητώντας έλεος και συγχώρεση θα γίνουν υποτελείς του Θεού και καθώς το μίσος τους τους τυφλώνει, δεν μπορούν να δουν πόσο σοφή κίνηση θα ήταν η υποταγή τους.

Ο Βεελζεβούλ, δεύτερος αρχηγός μετά τον Σατανά, προτείνει κάτι άλλο για να εκδικηθούν τον Θεό:

«Κάτι καλό μπορεί να βγει με τον  αιφνιδιασμό

είτε με της Κολάσεως τη φωτιά

Αν κάψουμε την Πλάση είτε αν την πάρουμε

Άπασα για δικιά μας και διοικήσουμε,

Όπως εμάς μας διοικούσαν, τους κακομοίρηδες κατοίκους.

Κι αν δεν τους διοικήσουμε, τότε ας τους παρασύρουμε,

Να έρθουν με το μέρος μας και τότε ο Θεός

Εχθρός γι’ αυτούς θε να’ ναι και με το χέρι Του

μετανιωμένος το δημιούργημά Του θ’ απαλείψει.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Δεύτερο)

Τα παιδιά του Σατανά

Ο Σατανάς επικροτεί την ιδέα και αποφασίζει να περάσει μόνος του μέσα από τη φρίκη της Κολάσεως για να πάει στη γη. Διασχίζει την Κόλαση και φτάνει στις πύλες της. Ο Μίλτον περιγράφει τη σκηνή ως εξής:

«Μπροστά στην πύλη κάθονταν

Σε κάθε της πλευρά από μια, με σχήμα φοβερό,

Μία γυναίκα όμορφη απ’ τον κορμό και πάνω,

Τέρας φολιδωτό πιο κάτω, ένα γιγάντιο ερπετό

Μ’ ένα κεντρί θανατηφόρο: γύρω από τη μέση της

Αγέλη από σκυλιά της Κόλασης που γάβγιζαν

Αδιάλειπτα με τα τεράστια, Κερβερικά τους στόματα

Και χτύπααν απαίσιο κουδούνι: μα όταν έγερναν,

Στη μήτρα της μέσα θα μπαίνανε σουρτά, κι εκεί

Φωλιάζαν, ακόμα αλυχτώντας και ουρλιάζοντας

Αόρατα, από μέσα […]

Η άλλη μορφή,

Αν τέτοιο τίτλο μπορούσες να της δώσεις

Αφού μορφή καμμιά δεν είχε

Σαν κόκκαλο ή  μέλος ή αρθρώσεις

Κι ούτε ουσία – Φάντασμα να την πεις μπορούσες τη σκιά,

Έτσι το κάθε μέλος έμοιαζε. Και μαύρη στεκόταν σαν τη Νυχτιά,

Σαν δέκα Ερινύες άγρια και τρομερή σαν Κόλαση,

Βέλος σειώντας φοβερό. Κι αυτό που έμοιαζε κεφάλι του

Με κάτι σαν κορώνα ήτανε στολισμένο.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Δεύτερο)

Ποια είναι αυτά τα δύο όντα που φυλάνε την πύλη της Κόλασης; Το ένα, μισό γυναίκα και μισό ερπετό, με τον Κέρβερο να γαβγίζει αγριεμένος ακόμα και μέσα από τη μήτρα της. Το άλλο ένα άμορφο φάντασμα, που κινείται απότομα προς το μέρος του Σατανά.

Αυτός τα κοιτάζει και τα δύο με αηδία, γιατί είναι πράγματι φρικτά πλάσματα. Προειδοποιεί το βίαιο φάντασμα να σταματήσει, αλλιώς θα νιώσει την οργή του. Το πλάσμα που είναι μισό γυναίκα, μισό ερπετό εξηγεί πώς έχουν τα πράγματα.

Η ίδια είναι η Αμαρτία, κόρη του Σατανά που γεννήθηκε από το κεφάλι του όταν αυτός, ψηλά στον ουρανό, άρχισε να συνωμοτεί ενάντια στον Θεό. Στον Παράδεισο θεωρούνταν όμορφη και οι άλλοι συνωμότες την αγαπούσαν. Ο Σατανάς την ερωτεύτηκε – ή τουλάχιστον το κομμάτι του εαυτού του που είδε σε αυτήν – και έπιασε μαζί της το φάντασμα, τον Θάνατο.

Όταν τελείωσε ο πόλεμος, πετάχτηκαν όλοι στην Κόλαση και στην Αμαρτία δόθηκε το κλειδί και η εντολή να φυλάει την πύλη. Εκεί γέννησε τον Θάνατο, γιο του Σατανά και δικό της. Αργότερα, ο Θάνατος την κυνήγησε μέχρι που την κατάφερε κι έκανε μαζί της το πολυκέφαλο τερατώδες σκυλί που τη βασανίζει αδιάκοπα. Αφότου είπαν την ιστορία τους, οι τρεις τους συμφωνούν να συνεργαστούν για να καταστρέψουν τη νέα δημιουργία του Θεού και η Αμαρτία με τον Θάνατο αφήνουν τον Σατανά να βγει από την Κόλαση.

«Μπροστά στην πύλη κάθονταν/Σε κάθε της πλευρά από μια, με σχήμα φοβερό». Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος». 1866. (Public Domain)

 

Τα δυο τέρατα του Ντορέ

Ο Ντορέ επέλεξε να απεικονίσει τη σκηνή με ήπιο τρόπο, επιλέγοντας τη στιγμή που φτάνει ο Σατανάς στην πύλη. Η πόζα που έχει είναι αυτή που έχει και στις περισσότερες εικόνες: στέκεται όρθιος πάνω από τις δυο άλλες μορφές, με το δόρυ του στο ένα χέρι και με το άλλο χέρι τεντωμένο προς τα δυο πλάσματα.

Αν και στέκεται ψηλότερα από αυτά, ο τρόπος που έχει φωτίσει ο Ντορέ τη σκηνή καθοδηγεί την προσοχή μας στο πιο σημαντικό στοιχείο της: εδώ, στις δυο μορφές μπροστά από την πύλη.

Η μορφή που αυτοαποκαλείται Αμαρτία αναπαρίσταται όπως την περιγράφει το κείμενο, μισή γυναίκα και μισή ερπετό. Απλώνει και αυτή το Χέρι της προς τον Σατανά, σαν να μιλά μαζί του. Η άλλη μορφή – που μορφή δεν έχει, ο Θάνατος – αν και θα έπρεπε να είναι μια σκοτεινή μάζα, στην εικόνα αναπαρίσταται με φτερά. Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τη νοητή γραμμή που σχηματίζουν τα απλωμένα χέρια του Σατανά και της Αμαρτίας. Αφ’ ενός μεν δείχνουν την επικοινωνία που υπάρχει μεταξύ τους, σύμφωνα με το κείμενο, αφ’ ετέρου δημιουργούν μια σύνδεση και μας υποβάλλουν την ιδέα ότι ο Σατανάς οδηγεί κατευθείαν στην Αμαρτία και η Αμαρτία στον Σατανά.

Αλλά, πάλι, επειδή δεν είναι απολύτως σαφές ποιον ακριβώς δείχνει με το χέρι του ο Σατανάς, μπορούμε να εικάσουμε ότι δείχνει τον Θάνατο. Σε αυτή την περίπτωση, η Αμαρτία οδηγεί στον Σατανά και ο Σατανάς στον Θάνατο.

Ο Σατανάς, η Αμαρτία και ο Θάνατος: ξεπερνώντας τα τέρατα

Ο Μίλτον μας βοηθά να καταλάβουμε πώς ερμηνεύει ο ίδιος αυτό το σχήμα. Η Αμαρτία γεννιέται από το κεφάλι του Σατανά, όταν αυτός συνωμοτεί ενάντια στον Θεό. Αυτό αμέσως μας δείχνει τη φύση της Αμαρτίας: εφόσον γεννιέται από την αντίδραση στον Θεό, ενσαρκώνει την αντίδραση (ή αντίσταση) στον Θεό. Στον ουρανό φαινόταν όμορφη (ίσως επειδή όλα στον ουρανό φαίνονται όμορφα – Σ.τ.Μ.), αλλά στην Κόλαση η πραγματική της φύση αποκαλύπτεται και μοιάζει μισή γυναίκα και μισή ερπετό. Η μορφή της μας βοηθά να καταλάβουμε άλλο ένα χαρακτηριστικό της: ότι, αν και μπορεί να δείχνει επιφανειακά όμορφη, κάτω από την ομορφιά της υπάρχει ασχήμια.

Και ο Θάνατος; Αυτός γεννιέται ως παιδί του Σατανά με την Αμαρτία, γιατί ο πρώτος βλέπει τον εαυτό του – την ομορφιά του –  στη δεύτερη. Συνεπώς, ο Θάνατος είναι ο καταστροφικός συνδυασμός των χαρακτηριστικών της Αμαρτίας – αντίδραση στον Θεό, επενδεδυμένη με ομορφιά – με τη ματαιοδοξία του Σατανά. Εδώ, όπως και στο προηγούμενο άρθρο της σειράς, ισχύει και πάλι το αρχαίο ρητό «όπως πάνω έτσι και κάτω» και η συγκεκριμένη σκηνή παραπέμπει στην Αγία Τριάδα, της οποίας είναι η αντιστροφή. Όπως, δηλαδή, στον Ουρανό υπάρχει η Αγία Τριάδα του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αντίστοιχα η τριάδα της Κόλασης έχει έναν πατέρα (τον Σατανά), μια κόρη (την Αμαρτία) και ένα πνεύμα-φάντασμα, τον Θάνατο.

Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά για εμάς; Ο φιλόσοφος Φρειδερίκος Νίτσε είχε πει ότι «όποιος πολεμάει με τέρατα πρέπει να προσέξει να μην γίνει κι ο ίδιος στην πορεία τέρας». Αλλά για να προσέξουμε, πρέπει κατ’ αρχάς να γνωρίζουμε τι είναι ένα τέρας ώστε να φυλαγόμαστε από τα στοιχεία και χαρακτηριστικά που θα μας μεταμόρφωναν σε κάτι τέτοιο.

Εν προκειμένω, τα τέρατα του Μίλτον είναι ο Σατανάς, η Αμαρτία και ο Θάνατος. Μαζί, συνιστούν την αντίσταση στο θείον και στην καλοσύνη του Θεού. Τα όμορφα πράγματα μπορούν να ξυπνήσουν τη ματαιοδοξία μας και να μας απομακρύνουν από την αγνή, βαθιά αγάπη για τον Θεό και τους συνανθρώπους μας. Ίσως η αναγνώριση ενός τέρατος ως τέτοιου να είναι και το πρώτο βήμα για να το υπερβούμε.

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». Στη σειρά «Οι ιδέες και οι εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ», θα εμβαθύνουμε στις ιδέες που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που γεννήθηκαν.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.