Οι Αμερικανοί έχουν γίνει κορυφαίοι στόχοι ομάδων απάτης που συνδέονται με την Κίνα στη Νοτιοανατολική Ασία, καθώς οι επιλεκτικές καταστολές του Πεκίνου ώθησαν τους εγκληματίες να στοχεύσουν περισσότερους Αμερικανούς, σύμφωνα με έκθεση του Κογκρέσου που δημοσιεύθηκε αυτόν τον μήνα.
Ενώ η Κίνα ανέφερε μείωση 30% στα χρήματα που χάθηκαν από διαδικτυακές απάτες το 2024, η απώλεια των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε κατά 42%, δήλωσε η Επιτροπή Οικονομίας και Ασφάλειας ΗΠΑ-Κίνας (USCC) στις 18 Ιουλίου.
Σε ένα παράδειγμα, η έκθεση περιέγραφε πώς ένας 82χρονος άνδρας από τη Βιρτζίνια, ονόματι Ντέννις, έγινε φίλος με μια «γυναίκα» ονόματι «Τζέσσι» στο Facebook. Μετά από μήνες συνομιλίας, η «Τζέσσι» εξαφανίστηκε, μαζί με τις οικονομίες μιας ζωής του Ντέννις, αμέσως μόλις ο Ντέννις πείστηκε να επενδύσει τα χρήματα σε κρυπτονομίσματα. Ο Ντέννις αυτοκτόνησε.
Η ιστορία του Ντένις είναι μια τυπική απάτη «σφαγής χοίρων», στην οποία ένας απατεώνας χτίζει μια προσωπική σχέση με ένα θύμα, που ονομάζεται «πάχυνση του χοίρου», πριν το πείσει να επενδύσει σε ψεύτικα σχέδια ή «σφαγή του χοίρου».
Αυτοί οι απατεώνες, πολλοί από τους οποίους είναι και οι ίδιοι θύματα εμπορίας ανθρώπων, συχνά φυλακίζονται σε κέντρα απάτης βιομηχανικής κλίμακας που διευθύνονται από κινεζικά εγκληματικά δίκτυα στη Νοτιοανατολική Ασία. Το USCC δήλωσε ότι τα κέντρα απάτης έχουν «εξελιχθεί σε μια τεράστια εγκληματική βιομηχανία που ανταγωνίζεται το παγκόσμιο εμπόριο ναρκωτικών – συμπεριλαμβανομένης της αγοράς φαιντανύλης – σε κλίμακα και πολυπλοκότητα».
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2023, τα κέντρα απάτης στη Βιρμανία, την Καμπότζη και το Λάος απέφεραν έσοδα ~43,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή περίπου το 40% του συνολικού ΑΕΠ των χωρών.
Σύνδεση κυβέρνησης
Πολλά από τα κέντρα εγκληματικότητας βιομηχανικής κλίμακας, τα οποία τροφοδότησαν διαφθορά και βία στις χώρες υποδοχής τους, έχουν δεσμούς με στοιχεία του κινεζικού καθεστώτος, ανέφερε η επιτροπή. «Οι Κινέζοι εγκληματίες πίσω από κέντρα απάτης έχουν χτίσει δεσμούς – μερικούς εμφανείς, άλλους αμφισβητήσιμους – με την κινεζική κυβέρνηση, υιοθετώντας πατριωτική ρητορική, υποστηρίζοντας την Πρωτοβουλία «Ένας δρόμος, μία ζώνη» (Belt and Road – BRI) της Κίνας και προωθώντας φιλο-κινεζική προπαγάνδα στο εξωτερικό.
«Ως αποτέλεσμα, τα κινεζικά συνδικάτα εγκλήματος έχουν επεκταθεί σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία με έμμεση – τουλάχιστον – υποστήριξη από στοιχεία της κινεζικής κυβέρνησης», αναφέρει η έκθεση.
Ω παράδειγμα ανέφερε το πώς οι Κινέζοι εγκληματίες, Σε Τζιτζιάνγκ και Γουάν Κουόκ-κόι, γνωστοί ως «Σπασμένο Δόντι», επανεφηύραν τους εαυτούς τους ως υποστηρικτές των πρωτοβουλιών του Κομμουνιστικού Κόμματος τηςΚίνας (ΚΚΚ), ώστε να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις διασυνδέσεις για να κερδίσουν υποστήριξη και πόρους και να αποφύγουν την κυβερνητική καταστολή.
Φέτος, το Πεκίνο ξεκίνησε εκ νέου την καταστολή των κέντρων απάτης, μετά την εξαφάνιση του Κινέζου ηθοποιού Ουάνγκ Σινγκ που κέρδισε τεράστια δημοσιότητα στα μέσα ενημέρωσης.
Ο Ουάνγκ, ο οποίος είχε μικρούς ρόλους στην ταινία «Ip Man 3» και στην τηλεοπτική σειρά «The Tale of Rose», εξαφανίστηκε αφού εξαπατήθηκε και ταξίδεψε στην Ταϊλάνδη με το πρόσχημα ότι θα έκανε κάποια γυρίσματα.
Όταν η κοπέλα του στράφηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δημοσιοποιήσει την εξαφάνιση, ενεπλάκησαν οι Αρχές και ο Γουάνγκ διασώθηκε από ένα κέντρο απάτης πέρα από τα σύνορα, στη Βιρμανία, όπου είχε ήδη εκπαιδευτεί στο πώς να πραγματοποιεί απάτες μέσω τηλεφωνικών κλήσεων.
Το USCC δήλωσε ότι η καταστολή του Πεκίνου ήταν επιλεκτική, εστιάζοντας σε κέντρα που στοχεύουν Κινέζους.
Αυτό οδήγησε «τις κινεζικές εγκληματικές οργανώσεις να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι μπορούν να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη με χαμηλότερο κίνδυνο στοχεύοντας πολίτες πλούσιων χωρών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες», ανέφερε η έκθεση, προσθέτοντας ότι το κινεζικό καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει το πρόβλημα ως μοχλό για να επεκτείνει την επιρροή του στη Νοτιοανατολική Ασία.
Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ δήλωσε ότι το Πεκίνο σκοπεύει να ενισχύσει περαιτέρω τις σχέσεις με τη Μόσχα, κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχε την Τρίτη με τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ. Σύμφωνα με ανακοινώσεις των υπουργείων Εξωτερικών των δύο χωρών, ο Σι επανέλαβε τη δέσμευση για την «ολιστική στρατηγική εταιρική σχέση συνεργασίας» και ανέφερε ότι Κίνα και Ρωσία θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν η μία την άλλη.
Οι δηλώσεις του Κινέζου προέδρου ήρθαν μία ημέρα μετά την προειδοποίηση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ότι θα επιβάλει δασμούς 100% σε όσες χώρες εισάγουν ρωσικό πετρέλαιο, εκτός αν η Μόσχα συμφωνήσει μέσα σε 50 ημέρες σε ειρηνευτική συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο Λαβρόφ βρέθηκε στην Κίνα με την ευκαιρία της 25ης συνόδου των υπουργών Εξωτερικών του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, που πραγματοποιείται στην Τιαντζίν. Στο περιθώριο της συνόδου είχε επίσης συναντήσεις με ομολόγους του από την Ινδία, το Πακιστάν και το Ιράν.
Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι ο Λαβρόφ και ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών, Σουμπραμάνιαμ Τζαϊσάνκαρ, επανεπιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους για ενίσχυση της «πολύπλευρης ειδικής και προνομιούχας στρατηγικής εταιρικής σχέσης» μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας. Ωστόσο, η συνάντηση αυτή δεν δημοσιεύτηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του ινδικού ΥΠΕΞ.
Μετά την επιβολή εμπάργκο από την ΕΕ στα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα, οι κύριοι αγοραστές ρωσικής ενέργειας έγιναν η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, σύμφωνα με ανάλυση του Κέντρου Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (Centre for Research on Energy and Clean Air – CREA), που δημοσιεύτηκε στις 11 Ιουλίου. Από τις 5 Δεκεμβρίου 2022 έως και τα τέλη του περασμένου μήνα, η Κίνα προμηθεύτηκε το 47% και η Ινδία το 38% των εξαγωγών ρωσικού αργού πετρελαίου. Κατά την ίδια περίοδο, η Τουρκία και η Κίνα αγόρασαν το 26% και το 13%, αντίστοιχα, των ρωσικών πετρελαϊκών προϊόντων.
Την Τρίτη, η ΕΕ δεν κατάφερε να εγκρίνει το 18ο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάγια Κάλας, δήλωσε ότι η ευθύνη μετατίθεται στη Σλοβακία και εξέφρασε την εκτίμηση ότι συμφωνία θα μπορούσε να επιτευχθεί την Τετάρτη.
Δευτερογενείς κυρώσεις
Μιλώντας από το Οβάλ Γραφείο τη Δευτέρα, στο πλαίσιο συνάντησης με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε, ο Τραμπ έθεσε προθεσμία 50 ημερών για να υπάρξει ειρηνευτική συμφωνία και προειδοποίησε για την επιβολή δευτερογενών κυρώσεων. Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου διευκρίνισε ότι η προειδοποίηση αφορούσε τόσο την επιβολή δασμών 100% σε ρωσικά προϊόντα όσο και δευτερογενείς κυρώσεις σε τρίτες χώρες που εισάγουν ρωσικά προϊόντα.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, 85 από τους 100 Αμερικανούς γερουσιαστές συνυπογράφουν νομοσχέδιο που θα παρέχει στον Τραμπ την εξουσία να επιβάλει δασμούς έως και 500% σε οποιαδήποτε χώρα βοηθά τη Ρωσία. Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικανοί ηγέτες στη Γερουσία φέρεται να περιμένουν το πράσινο φως του Τραμπ για να προχωρήσουν σε ψηφοφορία.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε σε ανάρτησή του στο Telegram ότι είχε συνομιλία με τον Τραμπ και τον ευχαρίστησε για την προθυμία του να στηρίξει την Ουκρανία και να συνεχίσει τις προσπάθειες για τον τερματισμό των συγκρούσεων και την επίτευξη μιας δίκαιης και διαρκούς ειρήνης.
Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου υποχώρησαν λιγότερο από 1% την Τρίτη, καθώς η περίοδος χάριτος των 50 ημερών μείωσε τις ανησυχίες για άμεση διαταραχή στην προσφορά.
Απαντώντας στην προειδοποίηση Τραμπ, ο Λαβρόφ δήλωσε ότι η Μόσχα επιθυμεί να κατανοήσει τα κίνητρα πίσω από την επιλογή της συγκεκριμένης προθεσμίας. Επισήμανε ότι στο παρελθόν υπήρχαν διορίες 24 ωρών ή και 100 ημερών και ότι, κατά την άποψή του, η Ρωσία έχει προσαρμοστεί σε ένα άνευ προηγουμένου κύμα κυρώσεων — και θα ανταπεξέλθει και σε νέες.
Εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, ο Λιν Τζιάν, δήλωσε ότι η Κίνα θεωρεί πως «ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι η μόνη ρεαλιστική οδός επίλυσης της ουκρανικής κρίσης».
Νωρίτερα μέσα στον μήνα, ο Κινέζος ΥΠΕΞ Γουάνγκ Γι φέρεται να είπε στην Κάλας ότι το Πεκίνο δεν επιθυμεί την ήττα της Ρωσίας στον πόλεμο, εκφράζοντας ανησυχία πως μια τέτοια εξέλιξη θα στρέψει περαιτέρω την αμερικανική πίεση προς την Κίνα. Ο ίδιος αρνήθηκε επίσης τους ευρωπαϊκούς ισχυρισμούς ότι το κινεζικό καθεστώς προσφέρει υλική υποστήριξη στο ρωσικό στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα.
Ωστόσο, οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και της Ευρώπης κατηγορούν εδώ και καιρό την Κίνα ότι επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να διοχετεύουν εξαρτήματα οπλικών συστημάτων στη Ρωσία. Τον Φεβρουάριο, η Κάλας χαρακτήρισε την Κίνα «καταλύτη του ρωσικού επιθετικού πολέμου» και δήλωσε ότι η στάση του Πεκίνου επηρεάζει αρνητικά τις σχέσεις ΕΕ–Κίνας.
Όπως είπε, η ΕΕ έχει επιβάλει κυρώσεις σε 33 οντότητες στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, επειδή διαπιστώθηκε ότι εξήγαγαν στη Ρωσία εξαρτήματα διπλής χρήσης και προηγμένης τεχνολογίας – περιλαμβανομένων και ευρωπαϊκής προέλευσης – τα οποία χρησιμοποιούνται από τον ρωσικό στρατό.
Τον Οκτώβριο του 2024, οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις σε δύο κινεζικές εταιρείες που, όπως αναφέρθηκε, ανέπτυσσαν και κατασκεύαζαν ολόκληρα οπλικά συστήματα σε συνεργασία με ρωσικές επιχειρήσεις. Τον Μάιο, το Κίεβο ανέφερε ότι είχε επιβεβαιώσει πληροφορίες για προμήθεια κινεζικού εξοπλισμού – όπως εργαλειομηχανών, χημικών ουσιών, πυρίτιδας και ηλεκτρονικά εξαρτήματα για drone – σε τουλάχιστον 20 ρωσικά εργοστάσια παραγωγής όπλων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ολοκλήρωσε τον δασμό αντιντάμπινγκ στις κινεζικές εισαγωγές λυσίνης, ενός αμινοξέος που βρίσκεται σε ζωοτροφές, φαρμακευτικά προϊόντα και συμπληρώματα διατροφής.
Οι οριστικοί δασμοί στα προϊόντα λυσίνης που εισάγονται από την Κίνα κυμαίνονται μεταξύ 47,7% και 58,2%, δήλωσε η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις 11 Ιουλίου.
Οι δασμοί αντιντάμπινγκ της ΕΕ διαρκούν γενικά πέντε χρόνια και το μπλοκ μπορεί να παρατείνει τα μέτρα ή να τα τερματίσει πρόωρα μετά από αξιολογήσεις.
Ο τελικός δασμός αντικαθιστά τον προσωρινό δασμό που είχε ανακοινώσει η Επιτροπή τον Ιανουάριο, ο οποίος κυμαινόταν μεταξύ 58,3% και 84,8%, ανάλογα με τον εξαγωγέα από τον οποίο προέρχονταν τα προϊόντα.
Η απόφαση της ΕΕ να επιβάλει δασμούς αντιντάμπινγκ στα προϊόντα λυσίνης προέκυψε μετά από έρευνα του 2024 που διαπίστωσε ότι οι εισαγωγές των προϊόντων από την Κίνα «έβλαψαν τη βιομηχανία της ΕΕ», ανέφερε η επιτροπή.
Η έρευνα πυροδοτήθηκε από καταγγελία του μοναδικού παραγωγού λυσίνης της ένωσης, της γαλλικής εταιρείας Metex Noovistago, η οποία έκτοτε μετονομάστηκε σε Eurolysine και εξαγοράστηκε από την αγροτοβιομηχανική πολυεθνική Avril.
«Οι δασμοί που επιβλήθηκαν σήμερα θα επιτρέψουν στους παραγωγούς λυσίνης της ΕΕ να ανταγωνίζονται σε πιο ισότιμη βάση με τους Κινέζους ομολόγους τους», ανέφερε η επιτροπή.
Σύμφωνα με δήλωση που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Κατασκευαστών Ζωοτροφών, το 60% της λυσίνης της ΕΕ εισάγεται από την Κίνα.
Η ομάδα του κλάδου προειδοποίησε ότι οι υψηλοί δασμοί ενδέχεται να διαταράξουν τις προμήθειες λυσίνης της Ένωσης, ενώ παράλληλα προέτρεψε την Επιτροπή να αναγνωρίσει τα απαραίτητα αμινοξέα και βιταμίνες ως «κρίσιμα υλικά».
Εξέφρασε επίσης την υποστήριξή της για μέτρα για την ενίσχυση των παραγωγών της ΕΕ και τη μείωση της στρατηγικής εξάρτησης από την Κίνα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται επίσης σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα για τα αμινοξέα. Σύμφωνα με σημείωμα που δημοσιεύθηκε τον Μάιο από την Αμερικανική Ένωση Βιομηχανίας Ζωοτροφών, η Κίνα ελέγχει ένα μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού αμινοξέων, συμπεριλαμβανομένου του 77% της λυσίνης, του 91% της θρεονίνης, του 84% της βαλίνης και του 27% της μεθειονίνης.
Μετά την ανακοίνωση της ΕΕ την Παρασκευή, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurolysine, Έντυ Φέιγεν, δήλωσε ότι το μέτρο τον ενθάρρυνε να επιταχύνει την παραγωγή λυσίνης.
«Η εισαγωγή δασμών αντιντάμπινγκ για 5 χρόνια ανοίγει μεσοπρόθεσμες προοπτικές που μας ενθαρρύνουν στο σχέδιο ανάπτυξης της παραγωγής μας. Μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2025, το εργοστάσιό μας στην Αμιένη θα έχει επιστρέψει στον κανονικό ρυθμό παραγωγής λυσίνης και επί του παρόντος εργαζόμαστε για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας λυσίνης κατά 20% έως το 2027», δήλωσε ο Φέιγεν σε ανακοίνωση.
Ο Ζαν-Φιλίπ Πουά, διευθύνων σύμβουλος της Avril, χαιρέτισε επίσης το μέτρο, λέγοντας ότι ο όμιλος στοχεύει στη «διατήρηση και ανάπτυξη μιας δραστηριότητας που είναι στρατηγικής σημασίας για την ευρωπαϊκή κυριαρχία και το μέλλον της βιομηχανίας ζωοτροφών».
Η Επιτροπή Επιχειρήσεων και Εμπορίου του βρετανικού Κοινοβουλίου εξέφρασε ανησυχία την Πέμπτη, μετά από αναφορές ότι η εταιρεία «γρήγορης μόδας» Shein επιχείρησε να πιέσει την αρμόδια ρυθμιστική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου να χαλαρώσει τους κανόνες εισαγωγής στο χρηματιστήριο, ώστε να μπορέσει να εισαχθεί στη Χρηματιστηριακή Αγορά του Λονδίνου.
Σε επιστολή προς την Αρχή Χρηματοπιστωτικής Συμπεριφοράς (Financial Conduct Authority – FCA), ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Λίαμ Μπερν σημείωσε ότι η επιτροπή θα ανησυχούσε βαθύτατα σε περίπτωση αποδυνάμωσης των απαιτήσεων διαφάνειας, ιδίως όταν πρόκειται για υποθέσεις που ενδέχεται να σχετίζονται με παραβιάσεις διεθνών προτύπων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο ίδιος προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε χαλάρωση των κανόνων θα μπορούσε να πλήξει την ακεραιότητα του βρετανικού χρηματιστηριακού καθεστώτος, να βλάψει τη φήμη των χρηματοοικονομικών αγορών του Ηνωμένου Βασιλείου και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών ως προς τη δέσμευση της χώρας για την προάσπιση των υψηλότερων διεθνών εργασιακών προτύπων.
Η Shein, η οποία ιδρύθηκε στην Κίνα και σήμερα έχει έδρα τη Σιγκαπούρη, έχει ανατρέψει τα δεδομένα στη βιομηχανία «γρήγορης μόδας», αποστέλλοντας απευθείας φθηνά ρούχα από εργοστάσια της Κίνας σε καταναλωτές στο εξωτερικό, περιλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μετά την αποτυχία εισαγωγής της στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης λόγω αντιδράσεων από Αμερικανούς βουλευτές και των εμποδίων που αντιμετώπισε από τις κινεζικές ρυθμιστικές αρχές, η εταιρεία στράφηκε στο Λονδίνο, όπου επίσης αντιμετώπισε σχολαστικό έλεγχο. Οι ανησυχίες αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την πιθανότητα εμπλοκής καταναγκαστικής εργασίας Ουιγούρων μουσουλμάνων για την κατασκευή των ενδυμάτων της, τα οποία ενδέχεται να κατασκευάζονται στo Σιντζιάνγκ.
Η επιστολή του Μπερν προς τη FCA ακολούθησε δημοσίευμα των Financial Times, σύμφωνα με το οποίο υπήρξε διαφωνία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών της Βρετανίας και της Κίνας σχετικά με τη διατύπωση των παραγόντων κινδύνου στο ενημερωτικό δελτίο της Shein. Το ίδιο ρεπορτάζ ανέφερε ότι η Shein υπέβαλε πρόσφατα προσχέδιο του δελτίου της στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ (HKEX), σε μια φερόμενη προσπάθεια να πιέσει τη βρετανική FCA να προχωρήσει σε χαλάρωση των κανόνων.
Η εφημερίδα TheEpoch Times απευθύνθηκε στη Shein και στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ για σχόλια, χωρίς να λάβει απάντηση μέχρι τη δημοσίευση. Η FCA από την πλευρά της δήλωσε ότι δεν σχολιάζει μεμονωμένες αιτήσεις.
Σύμφωνα με την κοινοβουλευτική επιτροπή, η βρετανική νομοθεσία απαιτεί από τις εισηγμένες εταιρείες να γνωστοποιούν στους επενδυτές παράγοντες κινδύνου. Αν και η FCA δεν προχωρά σε λεπτομερή έλεγχο των στοιχείων που αναφέρονται στα ενημερωτικά δελτία, έχει τη δυνατότητα να ερευνήσει μια εταιρεία μετά τη δημοσίευσή τους και να επιβάλει κυρώσεις σε περίπτωση παραπλανητικών δηλώσεων.
Σε προηγούμενη επιστολή του προς τον Μπερν, ο διευθύνων σύμβουλος της FCA, Νικίλ Ράθι, είχε διευκρινίσει ότι η ανάγκη για γνωστοποίηση έκθεσης σε προμηθευτές από το Σιντζιάνγκ εξαρτάται κυρίως από τον νομικό κίνδυνο που αυτή συνεπάγεται. Επικαλέστηκε μάλιστα δύο περιπτώσεις όπου απαιτείται τέτοια γνωστοποίηση, λόγω των ρυθμίσεων που ισχύουν στις σχετικές δικαιοδοσίες — μεταξύ αυτών και ο αμερικανικός νόμος για την Πρόληψη Καταναγκαστικής Εργασίας των Ουιγούρων (Uyghur Forced Labor Prevention Act — UFLPA), ο οποίος απαγορεύει την εισαγωγή προϊόντων από το Σιντζιάνγκ, εκτός αν αποδεικνύεται ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί καταναγκαστική εργασία.
Η ΕΕ έχει επίσης εγκρίνει τον Κανονισμό για την Καταναγκαστική Εργασία, ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ το 2027, ωστόσο, σύμφωνα με τον Ράθι, δεν έχουν ακόμη καθοριστεί οι σχετικές οδηγίες.
Ακτιβιστές έχουν επανειλημμένα καλέσει τη βρετανική κυβέρνηση να εναρμονίσει τη νομοθεσία της με αυτή των ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μετατραπεί σε «χώρο απόθεσης» προϊόντων που παράγονται με καταναγκαστική εργασία Ουιγούρων.
Οι Ουιγούροι υφίστανται μαζικές φυλακίσεις στην Κίνα, με εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα που κρατούνται σε δίκτυο στρατοπέδων συγκέντρωσης και άλλων εγκαταστάσεων στο Σιντζιάνγκ. Επιζώντες έχουν καταγγείλει καταναγκαστική εργασία, στείρωση, πολιτική πλύση εγκεφάλου και άλλες μορφές κακοποίησης.
Σύμφωνα με ανάλυση της Epoch Times βάσει επίσημων κινεζικών στοιχείων, πάνω από το 90% του βαμβακιού που παράγεται στην Κίνα τα τελευταία τρία χρόνια προέρχεται από τo Σιντζιάνγκ.
(Πηγή: The Epoch Times. Δημιουργήθηκε με Datawrapper)
Η Shein είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι εφαρμόζει πολιτική «μηδενικής ανοχής» στην καταναγκαστική εργασία και απαιτεί από τους συνεργαζόμενους κατασκευαστές να προμηθεύονται υλικά μόνο από εγκεκριμένες περιοχές.
Σε επιστολή της 20ής Ιανουαρίου προς τον Μπερν, η νομική σύμβουλος της Shein για την Ευρώπη, Γινάν Τζου, παρέθεσε κατάλογο των κινεζικών περιφερειών από τις οποίες προέρχονται οι προμηθευτές της εταιρείας, εξαιρώντας το Σιντζιάνγκ και το Μακάο.
Σύμφωνα με την ίδια, η Shein δεν απαγορεύει τη χρήση κινεζικού βαμβακιού στα προϊόντα της εφόσον η χρήση του δεν παραβιάζει την ισχύουσα νομοθεσία στις αγορές όπου δραστηριοποιείται. Για να συμμορφωθεί με τον UFLPA, η εταιρεία συνεργάζεται με την εταιρεία ελέγχου εφοδιαστικής αλυσίδας Oritain, η οποία το 2024 εντόπισε ότι το 1,3% του βαμβακιού της Shein προερχόταν από μη εγκεκριμένες πηγές.
Η Tζου πρόσθεσε ότι η εταιρεία απαιτεί από τους προμηθευτές υφασμάτων να δεσμεύονται ότι προμηθεύονται βαμβάκι μόνο από εγκεκριμένες περιοχές και να συμμορφώνονται με τους τοπικούς νόμους, ενώ οι κατασκευαστές με τους οποίους συνεργάζεται πρέπει να χρησιμοποιούν αποκλειστικά αυτά τα υφάσματα για τα προϊόντα που προορίζονται για τις ΗΠΑ και άλλες αγορές.
Η Epoch Times επικοινώνησε και με την Oritain για σχόλιο.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας Γουάνγκ Γι φέρεται να δήλωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι το Πεκίνο δεν επιθυμεί να ηττηθεί η Ρωσία στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, καθώς κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν περισσότερο στην Κίνα, σύμφωνα με δημοσιεύματα διεθνών μέσων. Η φερόμενη αυτή τοποθέτηση αποκλίνει από τη διακηρυγμένη θέση ουδετερότητας που υιοθετεί το Πεκίνο από την έναρξη της ρωσικής εισβολής.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουλίου στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο του 13ου Στρατηγικού Διαλόγου Κίνας–ΕΕ, μεταξύ του Γουάνγκ Γι και της αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, Κάγια Κάλας. Οι δύο πλευρές συζήτησαν για το εμπόριο, τον πόλεμο στην Ουκρανία και ζητήματα της Μέσης Ανατολής.
Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συνάντηση, η Κάλας επισήμανε ότι η υποστήριξη που φέρονται να παρέχουν κινεζικές εταιρείες στον πόλεμο της Ρωσίας συνιστά σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης. Φέρεται επίσης να κάλεσε το Πεκίνο να σταματήσει άμεσα κάθε υλική υποστήριξη προς τη ρωσική πολεμική βιομηχανία και να στηρίξει μια πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, καθώς και μια δίκαιη και βιώσιμη ειρήνη βασισμένη στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Η Κάλας φαίνεται επίσης να άσκησε πίεση στον Γουάνγκ για σειρά άλλων ζητημάτων, μεταξύ των οποίων η στάση της Κίνας απέναντι στο Στενό της Ταϊβάν, τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι «υβριδικές απειλές» που αποδίδονται στο Πεκίνο.
Από την πλευρά της, η Κίνα έδωσε έμφαση στις «εκτεταμένες κοινές προτεραιότητες» με την Ευρωπαϊκή Ένωση και έκανε λόγο για ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία, τη σύγκρουση Ισραήλ–Παλαιστίνης και το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Σύμφωνα με τη South China Morning Post, που επικαλείται ανώνυμες πηγές με γνώση της συνάντησης, ο Γουάνγκ φέρεται να αρνήθηκε ότι το Πεκίνο παρέχει υλική, οικονομική ή στρατιωτική υποστήριξη στη Ρωσία, αλλά υπογράμμισε ότι η Κίνα δεν επιθυμεί να χάσει η Μόσχα, καθώς κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στην Ουάσιγκτον να στρέψει όλη την προσοχή της προς την Κίνα. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, κατά το ίδιο δημοσίευμα, φέρεται να αιφνιδιάστηκαν από την ειλικρίνεια των δηλώσεών του.
Το CNN, επικαλούμενο δική του πηγή, μετέδωσε ότι ο Γουάνγκ ενδέχεται να εξέφρασε την προτίμηση του Πεκίνου για μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία, προκειμένου να αποσπαστεί η προσοχή των ΗΠΑ από την Κίνα.
Σε ερώτηση για τα παραπάνω κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στις 4 Ιουλίου, η εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Ανίτα Χίππερ απέφυγε να σχολιάσει τις διαρροές, σημειώνοντας ότι η ΕΕ επικεντρώνεται στην υποστήριξη της Ουκρανίας, η οποία – όπως ανέφερε – είναι το θύμα, ενώ η Ρωσία είναι ο επιτιθέμενος.
Σε ερώτηση μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εκπρόσωπος της ΕΕ παρέπεμψε εκ νέου στη συγκεκριμένη ενημέρωση.
Ο καθηγητής διεθνών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σεντ Τόμας στο Χιούστον, Γε Γιάο-γιουάν, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας επιδιώκει την παράταση του πολέμου, ώστε να αποσπάσει την προσοχή των ΗΠΑ, εκτιμώντας ότι οι κινήσεις αυτές προκαλούν πίεση στην ΕΕ στο παρασκήνιο.
Οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και ευρωπαϊκών κρατών κατηγορούν εδώ και καιρό το Πεκίνο ότι επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να διοχετεύουν εξαρτήματα όπλων στη Ρωσία. Τον Φεβρουάριο, η Κάλας είχε χαρακτηρίσει την Κίνα «κομβικό υποστηρικτή» της ρωσικής επιθετικότητας, υποστηρίζοντας ότι η στήριξή της έχει αρνητικές επιπτώσεις στις σχέσεις ΕΕ–Κίνας.
Είχε επίσης αναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιβάλει κυρώσεις σε 33 εταιρείες από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, επειδή διαπιστώθηκε πως εξάγουν στη Ρωσία προηγμένα τεχνολογικά εξαρτήματα διπλής χρήσης – ορισμένα εκ των οποίων προέρχονται από την ίδια την ΕΕ – που αξιοποιούνται από τον ρωσικό στρατό.
Τον Οκτώβριο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν κυρώσεις σε δύο κινεζικές εταιρείες, τις οποίες κατηγόρησαν για εμπλοκή στην ανάπτυξη και κατασκευή ολόκληρων οπλικών συστημάτων σε συνεργασία με ρωσικές επιχειρήσεις. Τον Μάιο, η Ουκρανία ανέφερε ότι διαθέτει επιβεβαιωμένες πληροφορίες πως η Κίνα προμηθεύει τουλάχιστον 20 ρωσικά εργοστάσια όπλων με μηχανήματα, χημικά, πυρίτιδα και ηλεκτρονικά εξαρτήματα για drone.
Ο Τσενγκ Τσιν-μο, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Διπλωματίας και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Tamkang στην Ταϊβάν, δήλωσε ότι το Πεκίνο ενισχύει τη Ρωσία, καθώς ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει να αμφισβητήσει τη διεθνή τάξη πραγμάτων και να εγκαθιδρύσει μια ηγεμονία με πυρήνα το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Κατά τον ίδιο, είναι σαφές ότι ο Σι δεν πρόκειται να ασκήσει πίεση στον Βλαντίμιρ Πούτιν για τερματισμό του πολέμου· αντιθέτως, υποστήριξε, το Πεκίνο εντείνει συνεχώς τη στρατιωτική του στήριξη προς τη Ρωσία.
Η επίσκεψη Γουάνγκ στην Ευρώπη πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Κίνας για θέματα εμπορίου και λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής ΕΕ–Κίνας, που είναι προγραμματισμένη για τα τέλη Ιουλίου.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησής της με τον Κινέζο ΥΠΕΞ, η Κάλας φέρεται να κάλεσε το Πεκίνο να εγκαταλείψει τις στρεβλωτικές εμπορικές πρακτικές και να σταματήσει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, οι οποίοι, σύμφωνα με την Κομισιόν, ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και απειλούν την αξιοπιστία των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων.
Ο Τσενγκ εκτίμησε ότι το Πεκίνο είχε πολλές ευκαιρίες τα τελευταία χρόνια να εξισορροπήσει το εμπορικό ισοζύγιο με την ΕΕ, αλλά δεν προέβη σε καμία ουσιαστική προσπάθεια. Κατά την άποψή του, οι σχέσεις ΕΕ–Κίνας βρίσκονται σήμερα σε ιδιαίτερα κακή φάση, ειδικά μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, γεγονός που – όπως τόνισε – καθιστά απίθανη οποιαδήποτε κοινή στάση Ευρώπης και Κίνας απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η εδρεύουσα στην Καλιφόρνια σχεδιάστρια τσιπ Alpha & Omega Semiconductor (AOS) συμφώνησε στην πληρωμή $4,25 εκατομμυρίων για να κλείσει μια έρευνα στις χωρίς άδεια εξαγωγές της στην υπό κυρώσεις εταιρεία Huawei.
Σε ένταλμα της 27ης Ιουνίου που εκδόθηκε την Τετάρτη, το Γραφείο Βιομηχανίας και Ασφαλειών του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ είπε ότι το 2019, η AOS έστειλε περίπου 1.650 φτιαγμένους στο εξωτερικό ελεγκτές ισχύος, πάνελ έξυπνης ισχύος, και σχετικά περιφερειακά από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Huawei σε 15 αποστολές, χωρίς να έχει άδειες εξαγωγής.
Το γραφείο είπε ότι η AOS απαιτείται να πληρώσει το πρόστιμο εντός 30 ημερών ή η εταιρεία θα έχει τόκους και διοικητικές οφειλές και ίσως χάσει τα εξαγωγικά προνόμια για ένα έτος.
Στις 16 Μαΐου 2019, το γραφείο πρόσθεσε την Huawei και 68 από τους μη αμερικανικούς συνεργάτες της στην Λίστα Εταιρειών. Εταιρείες που θέλουν να εξάγουν σε αυτές τις εταιρείες απαιτείται να αιτηθούν για άδειες. Το γραφείο εφάρμοσε μια πολιτική εξέτασης αδειών τύπου «υπόθεση άρνησης», δηλαδή οι αιτήσεις αδειών εξ αρχής απορρίπτονταν.
Σύμφωνα με το γραφείο, εκείνο τον καιρό, η ΑΟS συζητούσε με πιθανούς πελάτες—και με την Huawei—για την νέα μονάδα της Ψηφιακής Ισχύος.
Μεταξύ 28 Μαΐου και 7 Ιουνίου 2019, η ΑΟS απέστειλε περίπου 600 δείγματα προϊόντων σε τέσσερις αποστολές στην Huawei μέσω ενός συνεργάτη της ΑΟS στην Κίνα, έτσι η Huawei μπορούσε να ελέγξει αν τα προϊόντα είναι κατάλληλα για αυτήν.
Πριν από αυτές τις αποστολές, ο εξωτερικός σύμβουλος της ΑΟS πρότεινε ότι «άδεια από το Γραφείο Βιομηχανίας και Ασφαλειών δεν απαιτείται για προϊόντα που συναρμολογούνται στην Κίνα και δεν περιέχουν άνω του κατώτατου ποσού ελεγχόμενων μερών Αμερικανικής προέλευσης.»
Το ένταλμα λέει πως «η ΑΟS δεν έδωσε λεπτομέρειες στον εξωτερικό της σύμβουλο ειδικά για τα δείγματα που εξήγαγε από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε σύνδεση με την διαδικασία έγκρισης προμηθευτή της Huawei.»
Στις ή περί της 16ης Ιουνίου 2019, με αίτημα της ΑΟS, ο εξωτερικός σύμβουλος έδωσε επιπλέον καθοδήγηση, διασαφηνίζοντας πως η μεταφορά φτιαγμένων στο εξωτερικό προϊόντων από τις Ηνωμένες Πολιτείες επίσης απαιτεί άδεια του Γραφείου.
Μετά από αυτό, η ΑΟS έκανε 11 επιπλέον αποστολές χωρίς άδεια, στέλνοντας περίπου 1.056 αντικείμενα, σύμφωνα με το ένταλμα.
Το γραφείο είπε ότι η ΑΟS «δεν διαμοίρασε την οδηγία στους υπαλλήλους της ούτε έκανε βήματα για να καταλάβει αν υπάλληλοι της ΑΟS εξήγαγαν αντικείμενα από τις Ηνωμένες Πολιτείες για τελική χρήση από την Huawei.»
Το γραφείο είπε πως η εταιρεία έκανε 11 αποστολές ενώ γνώριζε ή είχε λόγους να γνωρίζει ότι παραβίαζε κανόνες άδειας εξαγωγών.
Σε δήλωση που εκδόθηκε την Τετάρτη, η ΑΟS είπε ότι η εταιρεία είναι ευχαριστημένη ότι η πενταετής έρευνα έληξε «με μόνο περιορισμένες κατηγορίες ελέγχου εξαγωγών.»
Ο νομικός διακανονισμός «δεν επηρεάζει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της ΑΟS», είπε.
Η εταιρεία πρόσθεσε ότι «έχει συνεπώς επιδείξει την αφοσίωσή της στην συμμόρφωση με όλες τις εφαρμόσιμες κανονιστικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων κανονισμών ελέγχων εξαγωγών, και έχει ενισχύσει σημαντικά τις διαδικασίες της και πολιτικές προς εξασφάλιση συνεχούς συμμόρφωσης.»
Ο πνευματικός ηγέτης του Θιβετιανού Βουδισμού, Δαλάι Λάμα, επιβεβαίωσε ότι σκοπεύει να μετενσαρκωθεί και ότι την αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναγνώριση της μετενσάρκωσής του έχει το ίδρυμά του, το οποίο εδρεύει στη Ζυρίχη — εξέλιξη που αψηφά ανοιχτά τη θέση του Πεκίνου, το οποίο θεωρεί τον Δαλάι Λάμα αποσχιστική μορφή.
Η ανακοίνωση έγινε μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος, λίγες ημέρες πριν από τα 90ά του γενέθλια, από το Νταραμσάλα στη βόρεια Ινδία, όπου διαμένει εξόριστος εδώ και 65 χρόνια, αφότου η κομμουνιστική Κίνα κατέλαβε το Θιβέτ.
Η δήλωση του Δαλάι Λάμα έδωσε τέλος στις εικασίες για το τέλος της διαδοχής μετενσαρκώσεών του, που αριθμεί πάνω από πέντε αιώνες.
Τόνισε ότι το Ίδρυμα Gaden Phodrang «διατηρεί την αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναγνώριση της μελλοντικής μετενσάρκωσης» και υπογράμμισε ότι «κανείς άλλος δεν έχει την εξουσία να παρέμβει σε αυτό το ζήτημα».
Ως απάντηση, η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ δήλωσε ότι το Πεκίνο διατηρεί το δικαίωμα έγκρισης του διαδόχου του Δαλάι Λάμα.
Σύμφωνα με την παράδοση του Θιβετιανού Βουδισμού, οι μετενσαρκωμένοι πνευματικοί ηγέτες αποκαλούνται με σεβασμό «Τούλκου». Σε αντίθεση με τους κοινούς ανθρώπους, θεωρείται ότι οι Τούλκου έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πότε, πού και σε ποιον θα ξαναγεννηθούν.
Ένας τέτοιος Τούλκου είναι και ο νυν Δαλάι Λάμα, ο οποίος γεννήθηκε ως Λάμο Θόντουπ στις 6 Ιουλίου 1935 και αποτελεί τη 14η μετενσάρκωση.
Σύμφωνα με διαδικασία που ο ίδιος έχει περιγράψει στο παρελθόν, ένας Τούλκου ενδέχεται, πριν τον θάνατό του, να αφήσει επιστολές ή άλλες ενδείξεις για τον τόπο και τις συνθήκες εύρεσης της επόμενης μετενσάρκωσης. Ο εντοπισμός του διαδόχου γίνεται με έναν συνδυασμό μεθόδων, όπως η μαντεία ή η αναγνώριση προσώπων και αντικειμένων της προηγούμενης ζωής.
Ωστόσο, το κινεζικό καθεστώς έχει παρέμβει στο παρελθόν σε διαδικασία αναγνώρισης Τούλκου, συγκεκριμένα στην περίπτωση του 11ου Πάντσεν Λάμα. Το 1995, λίγες ημέρες αφότου ο Δαλάι Λάμα είχε αναγνωρίσει τον τότε εξάχρονο Γκεντούν Τσόεκι Νίμα ως μετενσάρκωση του Πάντσεν Λάμα, οι κινεζικές Αρχές απήγαγαν το παιδί και την οικογένειά του, οι οποίοι έκτοτε δεν έχουν εμφανιστεί ξανά, σύμφωνα με το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Το Πεκίνο διόρισε στη συνέχεια ως Πάντσεν Λάμα τον τότε πεντάχρονο Γκιαντσέν Νόρμπου, επιλογή που η εξόριστη θιβετιανή κοινότητα δεν αναγνωρίζει.
Το 2011, ο Δαλάι Λάμα είχε ανακοινώσει ότι ενδέχεται να τερματίσει τον θεσμό της διαδοχής του. Είχε δηλώσει ότι θα συμβουλευτεί ανώτερους Θιβετιανούς μοναχούς, τον λαό και άλλους ακολούθους του Θιβετιανού Βουδισμού, προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση στα 90 του χρόνια.
Είχε επισημάνει δε ότι είναι «ιδιαίτερα ακατάλληλο οι Κινέζοι κομμουνιστές να αποφασίζουν για θέματα μετενσάρκωσης», καθώς, όπως είπε, «οι ίδιοι απορρίπτουν ανοιχτά ακόμη και την ιδέα προηγούμενων και μελλοντικών ζωών, πόσο μάλλον την έννοια των μετενσαρκωμένων Τούλκου».
Προέτρεψε τους ακολούθους του να μην αναγνωρίσουν ή αποδεχθούν κανέναν υποψήφιο που θα επιλεγεί για πολιτικούς σκοπούς από οποιονδήποτε, περιλαμβανομένων των Αρχών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Σχολιάζοντας το 2015 την πιθανότητα κατάργησης του θεσμού του Δαλάι Λάμα, ο Τζου Ουεϊτσούν, τότε αναπληρωτής υπουργός του Τμήματος Εργασίας Ενωμένου Μετώπου του Πεκίνου και στέλεχος της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του κινεζικού λαού, είχε δηλώσει —σύμφωνα με το πρακτορείο Xinhua— ότι οποιαδήποτε διαδικασία μετενσάρκωσης ή αναγνώρισης Δαλάι Λάμα είναι «παράνομη» χωρίς την έγκριση της κινεζικής κυβέρνησης.
Ο ίδιος είχε υποστηρίξει ότι η απόφαση για το αν θα υπάρξει νέα μετενσάρκωση ή αν θα καταργηθεί ο θεσμός ανήκει αποκλειστικά στην κινεζική κεντρική κυβέρνηση και όχι στον ίδιο τον Δαλάι Λάμα ή σε οποιονδήποτε άλλο.
Ο Τζου είχε διατελέσει και πρόεδρος της Επιτροπής Εθνοτικών και Θρησκευτικών Υποθέσεων, η οποία υπάγεται στην Εθνική Επιτροπή της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του κινεζικού λαού.
Σε πρόσφατο κείμενό του με τίτλο «Φωνή για τους Άφωνους», που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο, ο Δαλάι Λάμα δήλωσε ότι η επόμενη μετενσάρκωσή του «θα γεννηθεί στον ελεύθερο κόσμο».
Οι τσεχικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών επιβεβαίωσαν ότι Κινέζοι διπλωμάτες και πράκτορες παρακολουθούσαν και σχεδίαζαν να εκφοβίσουν την τότε αντιπρόεδρο της Ταϊβάν, Χσιάο Μπι-κιμ, κατά την επίσκεψή της στην Πράγα, τον Μάρτιο του 2024.
Η Χσιάο είχε επισκεφθεί την Τσεχία λίγο πριν αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά της, συνοδεύοντας τον εκλεγμένο πρόεδρο της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, και είχε συναντηθεί με τον πρόεδρο της Γερουσίας της Τσεχίας, Μίλος Βίστρτσιλ.
Σύμφωνα με την υπηρεσία στρατιωτικών πληροφοριών, κατά τη διάρκεια της παραμονής της Χσιάο στην Πράγα, Κινέζοι πράκτορες όχι μόνο την παρακολουθούσαν, αλλά συγκέντρωναν πληροφορίες για το πρόγραμμά της και προσπαθούσαν να καταγράψουν τις επαφές της με σημαντικές προσωπικότητες της τσεχικής πολιτικής και δημόσιας ζωής.
Η τσεχική ιστοσελίδα Seznam Zpravy είχε αποκαλύψει τον Απρίλιο του 2024 ότι διπλωμάτης της κινεζικής πρεσβείας παραβίασε φωτεινό σηματοδότη κατά την παρακολούθηση της αυτοκινητοπομπής της Χσιάο, με αποτέλεσμα παραλίγο να προκαλέσει σύγκρουση. Το υπουργείο Εξωτερικών της Τσεχίας είχε τότε ανακοινώσει ότι εξέταζε το περιστατικό και ότι ο υπουργός Εξωτερικών είχε καλέσει τον Κινέζο πρέσβη για εξηγήσεις.
Την Πέμπτη, οι τσεχικές στρατιωτικές υπηρεσίες επιβεβαίωσαν πως η αντιπρόεδρος της Ταϊβάν αποτέλεσε στόχο του κινεζικού καθεστώτος. Εκπρόσωπος της υπηρεσίας, Γιαν Πέισεκ, δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ότι υπήρξαν ενδείξεις για προσπάθεια δημιουργίας συνθηκών με σκοπό την «επίθεση με συμβολικό χαρακτήρα» εναντίον προστατευόμενου προσώπου, διευκρινίζοντας όμως ότι η απόπειρα δεν προχώρησε πέρα από το στάδιο της προετοιμασίας.
Ο Πέισεκ ανέφερε επίσης, σύμφωνα με το τσεχικό μέσο irozhlas.cz, ότι στις επιχειρήσεις παρακολούθησης συμμετείχαν και άτομα με διπλωματικό καθεστώς στην κινεζική πρεσβεία στην Πράγα.
Η πρεσβεία της Κίνας στην Πράγα δεν απάντησε στο σχετικό αίτημα σχολιασμού που υπέβαλε η εφημερίδα The Epoch Times.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου την Παρασκευή στο Πεκίνο, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Γκουό Τζιακούν, χαρακτήρισε τη Χσιάο «φανατική αυτονομίστρια υπέρ της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν» και υποστήριξε ότι η επίσκεψή της στην Τσεχία συνιστά σοβαρή παραβίαση της αρχής της «μίας Κίνας» και της πολιτικής δέσμευσης της Πράγας προς το Πεκίνο.
Από την πλευρά της, η ταϊβανέζικη Επιτροπή Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας (Mainland Affairs Council – MAC), αρμόδια για τις σχέσεις με την Κίνα, κατήγγειλε πως οι ενέργειες του Πεκίνου «απειλούν σοβαρά την προσωπική ασφάλεια της αντιπροέδρου Χσιάο και της συνοδείας της». Η επιτροπή ανέφερε ότι υπέβαλε επίσημη διαμαρτυρία και απαίτησε δημόσια συγγνώμη από την Κίνα.
Το Διεθνές Διακοινοβουλευτικό Συμμαχικό Δίκτυο για την Κίνα (Inter-Parliamentary Alliance on China – IPAC), το οποίο απαρτίζεται από περισσότερους από 200 βουλευτές από διάφορα κοινοβούλια, ανάμεσά τους και τέσσερις Τσέχους νομοθέτες, εξέφρασε την αγανάκτησή του για τον φερόμενο σχεδιασμό «ενέργειας εκφοβισμού με φυσικά μέσα» από την Κίνα.
Το IPAC δήλωσε την αλληλεγγύη του προς τη Χσιάο και τους Ταϊβανούς πολίτες που, όπως ανέφερε, ενδέχεται να βρίσκονται στο στόχαστρο καταναγκαστικών ενεργειών από το κινεζικό καθεστώς. Το δίκτυο κάλεσε τις κυβερνήσεις να καταδικάσουν την κινεζική συμπεριφορά, την οποία χαρακτήρισε «απαράδεκτη».
Σε σχετική ανακοίνωση στην πλατφόρμα Χ, το IPAC επεσήμανε πως αν το σχέδιο είχε υλοποιηθεί, θα συνιστούσε κρατική τρομοκρατία και τόνισε ότι ακόμη και η απόπειρα αποτελεί «κατάφωρη υπέρβαση των ορίων». Όπως ανέφερε, «ένα κράτος που σχεδιάζει τόσο φανερή πράξη πολιτικά υποκινούμενης βίας σε ξένο έδαφος, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι σέβεται τους διεθνείς διπλωματικούς κανόνες».
Το Πεκίνο ουδέποτε κυβέρνησε την Ταϊβάν, την οποία θεωρεί αποσχισθείσα επαρχία, και δεν αποκλείει την προσάρτησή της διά της βίας. Παράλληλα, παρεμποδίζει συστηματικά τις διεθνείς σχέσεις της Ταϊβάν και την ένταξή της σε διεθνείς οργανισμούς.
Η Τσεχία και η Ταϊβάν δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις, έχουν ωστόσο ενισχύσει τη συνεργασία τους τα τελευταία χρόνια σε τομείς όπως το εμπόριο και ο πολιτισμός, παρά τις αντιδράσεις του Πεκίνου.
Το 2019, η Πράγα διέκοψε τη συμφωνία αδελφοποίησης με το Πεκίνο και υπέγραψε νέα αντίστοιχη συμφωνία με την Ταϊπέι. Ο νυν πρόεδρος της Τσεχίας, Πετρ Πάβελ, είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την τότε πρόεδρο της Ταϊβάν, Τσάι Ινγκ-γουέν, αμέσως μετά την εκλογή του, γεγονός που τον κατέστησε τον πρώτο Ευρωπαίο ηγέτη που πραγματοποίησε απευθείας επαφή με πρόεδρο της Ταϊβάν, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Κίνας. Δύο μήνες αργότερα, αντιπροσωπεία 150 Τσέχων αξιωματούχων επισκέφθηκε την Ταϊβάν με σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας και την έκφραση στήριξης στο δημοκρατικό της πολίτευμα.
Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) της Κίνας επιδιώκει ενεργά την ανάπτυξη δυνατοτήτων παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης (AI) για τη συλλογή και ανάλυση στρατιωτικών πληροφοριών, σύμφωνα με έκθεση ανάλυσης απειλών που δημοσιεύθηκε στις 17 Ιουνίου.
Η έκθεση, την οποία εκπόνησε η αμερικανική ερευνητική ομάδα Insikt Group (παράρτημα της Recorded Future), βασίστηκε σε ανάλυση δημοσιευμάτων από μέσα που συνδέονται με τον ΛΑΣ, επιστημονικών άρθρων, αιτήσεων ευρεσιτεχνιών και εγγράφων προμηθειών. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας, το υλικό αυτό τεκμηριώνει «ξεκάθαρο ενδιαφέρον» του κινεζικού στρατού για εργαλεία γενετικής τεχνητής νοημοσύνης.
Όπως αναφέρεται, το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα της Κίνας πιθανόν να χρησιμοποιεί μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (Large Language Models – LLMs) από μία πληθώρα ξένων εταιρειών, όπως οι Meta, OpenAI, Google DeepMind, Anthropic και BigScience, αλλά και από εγχώριους φορείς όπως οι DeepSeek, Πανεπιστήμιο Tsinghua, Zhipu AI και Alibaba Cloud.
Ανάλογες επενδύσεις πραγματοποιεί και το Πεντάγωνο, όπως καταγράφεται σε σχετικό έγγραφο συμβάσεων του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε στις 16 Ιουνίου. Σε αυτό αναφέρεται ότι η OpenAI έλαβε σύμβαση ύψους 200 εκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη «πρωτοποριακών δυνατοτήτων AI πρώτης γραμμής» με στόχο την αντιμετώπιση κρίσιμων προκλήσεων εθνικής ασφάλειας, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, Αμερικανοί πεζοναύτες που είχαν αναπτυχθεί στον Ειρηνικό δοκίμασαν εργαλείο παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης από την εταιρεία Vannevar Labs, με σκοπό τη διαλογή ξένων πληροφοριών.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης της Insikt Group, Κινέζοι στρατιωτικοί ερευνητές φαίνεται να έχουν αναλύσει τις αμερικανικές προσπάθειες εφαρμογής της γενετικής AI στον τομέα της στρατιωτικής πληροφόρησης, προκειμένου – όπως εκτιμάται – να αντλήσουν συμπεράσματα και να ενισχύσουν τις δικές τους δυνατότητες.
Η έκθεση σημειώνει ότι τα κινεζικά στρατιωτικά μέσα και οι ερευνητές προβάλλουν τα οφέλη της χρήσης παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης για τη βελτίωση της συλλογής και της ανάλυσης πληροφοριών, επισημαίνοντας όμως και τις προκλήσεις, όπως ο κίνδυνος ανακριβών ή προκατειλημμένων εκτιμήσεων.
Όπως αναφέρεται, εάν οι αναλυτές του ΛΑΣ χρησιμοποιούν γλωσσικά μοντέλα εκπαιδευμένα βάσει της ιδεολογίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) ή σε αναλυτικά προϊόντα με ιδεολογικές προκαταλήψεις, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να υπονομευθεί η αντικειμενικότητα της στρατιωτικής ανάλυσης.
Αναφορικά με τη Δύση, η έκθεση εκτιμά ότι η ενσωμάτωση γενετικής τεχνητής νοημοσύνης από τον ΛΑΣ ενδέχεται να προκαλέσει «προκλήσεις τεχνολογικής διαρροής» και να αυξήσει τον κίνδυνο διάδοσης παραπληροφόρησης μέσω συστημάτων AI.
Όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας αποκαλύπτουν ότι ο κινεζικός στρατός έχει ήδη σχεδιάσει εργαλεία γενετικής τεχνητής νοημοσύνης για πληροφοριακή εργασία, ενώ θεωρείται πιθανό ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και σχετικές προμήθειες.
Νωρίτερα τον Ιούνιο, η OpenAI ανακοίνωσε ότι απέκλεισε λογαριασμούς οι οποίοι, σύμφωνα με την ίδια, συνδέονταν με ξένες αντίπαλες δυνάμεις – μεταξύ αυτών και το κινεζικό καθεστώς – και χρησιμοποιούσαν εργαλεία AI για σκοπούς κατασκοπείας, επιχειρήσεις επηρεασμού και απάτες.
Όπως υποστήριξε η εταιρεία, τέσσερις τέτοιες επιχειρήσεις φέρονται να συνδέονται με το ΚΚΚ. Οι εμπλεκόμενοι χρήστες φαίνεται πως αξιοποιούσαν την AI για δημιουργία πλαστών διαδικτυακών προφίλ, μετάφραση και ανάλυση εγγράφων, καθώς και για την παραγωγή περιεχομένου με σκοπό τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης σε διάφορες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Όταν ο Λούο Τζιφέι, υπάλληλος τοπικής αυτοδιοίκησης στην αγροτική επαρχία Γκουανγκντόνγκ της Κίνας, συνέταξε μια ανεπίσημη έκθεση για τις μέλισσες το 2023, δεν φανταζόταν ότι θα δεχόταν επίσκεψη από την αστυνομία, ότι θα ανακρινόταν για ενδεχόμενες επαφές με ξένους και ότι θα απειλείτο με εγκλεισμό σε ψυχιατρική κλινική.
Ο Λούο, ο οποίος διέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2024, κατήγγειλε πρόσφατα στην κινεζική έκδοση της εφημερίδας The Epoch Times ότι εξαναγκάστηκε να αλλοιώσει στατιστικά στοιχεία για την κτηνοτροφία, ώστε να ευθυγραμμίζονται με τους αναπτυξιακούς στόχους του Πεκίνου. Υποστήριξε ακόμη ότι προϊστάμενοι και συνάδελφοί του επέβαλλαν αυθαίρετα πρόστιμα σε αγρότες με σκοπό την ενίσχυση των ταμείων της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ ο ίδιος στοχοποιήθηκε επειδή αντέδρασε στις πρακτικές αυτές.
Ο 40χρονος Λούο γεννήθηκε σε αγροτική περιοχή της επαρχίας Τζιανγκσί, στα νοτιοανατολικά της χώρας. Από τον Ιούλιο του 2020 έως το καλοκαίρι του 2024 εργάστηκε στην περιφέρεια Ζενγκτσένγκ, αρχικά στη Διεύθυνση Αγροτικής Νομοθεσίας στην πόλη Γκουανγκτζού και κατόπιν ως υπεύθυνος στατιστικής για την κτηνοτροφία στην πόλη Πάιταν.
Όπως εξήγησε, για τα παιδιά αγροτικών οικογενειών, μια θέση στο δημόσιο θεωρείται «σιδερένιο μπολ ρυζιού» — δηλαδή σταθερή, ασφαλής και δυσεύρετη. Οι υποψήφιοι υποβάλλονται σε εξετάσεις, περνούν από συνεντεύξεις και αξιολογούνται ως προς την ιδεολογική τους συμβατότητα με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), ενώ εξετάζεται και το ποινικό τους μητρώο.
Ο ίδιος ανέφερε πως η προοπτική μιας κυβερνητικής θέσης τού προσέφερε αίσθημα ασφάλειας, καθώς είχε ακούσει ότι η κυβέρνηση της Γκουανγκντόνγκ ήταν σχετικά διαφανής και φιλική προς τους πολίτες — εντύπωση που διαψεύστηκε από την εμπειρία του.
Καταχρήσεις στην επιβολή νόμου
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Διεύθυνση Αγροτικής Νομοθεσίας, ο Λούο ήταν επιφορτισμένος με τη σύνταξη φακέλων για αγρονομικές υποθέσεις και συχνά λάμβανε φωτογραφικά τεκμήρια από τους ελεγκτές. Όπως είπε, πολλές από τις εικόνες κατέγραφαν περιπτώσεις εκφοβισμού των αγροτών.
Υποστήριξε ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι υπάλληλοι δεν διέθεταν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ωστόσο επέβαλλαν δυσανάλογα πρόστιμα και εξανάγκαζαν τους αγρότες να πληρώσουν, απειλώντας τους.
Η περιφέρεια Ζενγκτσένγκ είναι γνωστή για την παραγωγή λίτσι, ενός τροπικού φρούτου ευρέως διαδεδομένου στη νότια Κίνα και τη Νοτιοανατολική Ασία. Σύμφωνα με τον Λούο, οι τοπικοί παραγωγοί ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν μόνο φυτοφάρμακα εγκεκριμένα για δέντρα λίτσι. Όταν οι ελεγκτές εντόπιζαν κενές συσκευασίες μη εγκεκριμένων σκευασμάτων κοντά σε καλλιέργειες, ξεκινούσαν αυτόματα διαδικασία επιβολής προστίμου, ακόμη και όταν υπήρχαν και άλλες καλλιέργειες στην περιοχή. Ο ίδιος τόνισε ότι τα ευρήματα αυτά δεν τεκμηρίωναν την παράβαση, καθώς δεν είχε αποδειχθεί αν το φυτοφάρμακο είχε πράγματι χρησιμοποιηθεί στα δέντρα λίτσι.
Πρόσθεσε ότι οι αγρότες συχνά αρνούνταν τη χρήση των απαγορευμένων σκευασμάτων, ωστόσο δέχονταν απειλές από τους υπαλλήλους. Ειδικά το 2021, όποιος καλλιεργητής ήταν εγγεγραμμένος ως αυτοαπασχολούμενος και κατηγορείτο για τέτοια παράβαση, δεχόταν πρόστιμο 8.000 γουάν (περίπου 972 ευρώ), ενώ σε περίπτωση συνεταιριστικής εγγραφής, το ποσό δεκαπλασιαζόταν. Αν οι αγρότες αμφισβητούσαν τις κυρώσεις, απειλούνταν με αναφορά στην αστυνομία και με συνέπειες στο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό μέλλον των παιδιών τους.
Αγρότισσα μέσα στα χωράφια της στο νησί Σαζάι. Γκουανγκζού, επαρχία Γκουανγκντόνγκ της Κίνας, 22 Ιουνίου 2016. (Kevin Frayer/Getty Images)
Τον Μάρτιο του 2022, ο Λούο εξέφρασε ανοιχτά την αντίθεσή του σε εσωτερική σύσκεψη, στην οποία οι υπάλληλοι ενθαρρύνονταν να αυξήσουν τα έσοδα μέσω προστίμων. Όπως ανέφερε, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αγροτικής Νομοθεσίας υποστήριξε ότι ο δήμος Ζενγκτσένγκ αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και ότι έπρεπε να αυξηθούν τόσο οι υποθέσεις όσο και τα επιβαλλόμενα ποσά.
Κατά τον ίδιο, το 2020 η Ζενγκτσένγκ είχε τον υψηλότερο αριθμό αγρονομικών υποθέσεων σε ολόκληρη την επαρχία, και τέθηκε ως στόχος να επαναληφθεί αυτή η επίδοση το 2022. Το 2021 είχαν συγκεντρωθεί 2,6 εκατομμύρια γουάν (περίπου 316.000 ευρώ) από πρόστιμα και κατασχέσεις, ενώ για το 2022 είχε τεθεί στόχος 4 εκατομμυρίων γουάν (περίπου 486.000 ευρώ).
Ο Λούο είπε πως κατά τη διάρκεια της σύσκεψης τόνισε ότι οι ποινές οφείλουν να στηρίζονται σε πραγματικά στοιχεία, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι δεν είναι θεμιτό να επιβάλλονται πρόστιμα μόνο και μόνο για να καλυφθούν τα ελλείμματα λόγω πανδημίας ή εξαιτίας της αδυναμίας του δήμου να αντλήσει έσοδα από την πώληση δικαιωμάτων γης.
Στην Κίνα, η γη στις αστικές περιοχές ανήκει στο κράτος, ενώ στην ύπαιθρο ανήκει είτε στο κράτος είτε σε συλλογικές τοπικές δομές. Οι τοπικές αρχές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα που προκύπτουν από την εκχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης γης και από φόρους σχετιζόμενους με ακίνητα.
Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Μακροοικονομικών Ερευνών του Πεκίνου, την περίοδο 2015–2021, το ποσοστό των εσόδων των τοπικών κυβερνήσεων που προερχόταν από ακίνητη περιουσία αυξήθηκε από 26% σε 36,7%. Ωστόσο, από το 2022, τα συνολικά έσοδα της τοπικής αυτοδιοίκησης από την πώληση του δικαιώματος χρήσης γης είναι σε καθοδική πορεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε το υπουργείο Οικονομικών, το 2022, το ποσό ήταν 6,7 τρισεκατομμύρια γουάν (περίπου 814 δισεκατομμύρια ευρώ), μια πτώση 23,3% από το 2021. Μειώθηκε περαιτέρω κατά 13,2% το 2023 και κατά 16% το 2024.
Ο Λούο ανέφερε ότι, μετά τις παρεμβάσεις του στη σύσκεψη του Μαρτίου 2022, δέχτηκε ανοιχτή απόρριψη από τον προϊστάμενο και έναν αναπληρωτή δήμαρχο, που παρευρίσκονταν επίσης στη συνεδρίαση. Ανέφερε ακόμη πως, ενώ αρχικά η ποιότητα της εργασίας του αναγνωριζόταν, στη συνέχεια αισθανόταν απομονωμένος, δεχόταν διαρκή κριτική, ενώ το έργο του περνούσε από εξονυχιστικό έλεγχο.
Πέραν της αποξένωσης, είπε πως άρχισε να αμφισβητεί τη συνολική του κοσμοθεωρία. Άρχισε να υποφέρει από αϋπνία και κατάθλιψη, ενώ από τον Μάιο του 2022 παρακολουθείται από γιατρό.
Χωράφι στη Ζενγκτσένγκ. Επαρχία Γκουανγκτζού, Κίνα, 16 Δεκεμβρίου 2004. (China Photos/Getty Images)
Κατασκευασμένα νούμερα
Έναν χρόνο μετά τη μετάθεσή του, ο Λούο τοποθετήθηκε στη μονάδα εποπτείας ζωικής παραγωγής στην πόλη Πάιταν της περιφέρειας Ζενγκτσένγκ, με αντικείμενο τη συλλογή και αναφορά στατιστικών στοιχείων για την κτηνοτροφική παραγωγή. Ο ίδιος λέει ότι σχολίασε πως αντιλήφθηκε άμεσα ότι επρόκειτο για «επικίνδυνη δουλειά», καθώς η ευθύνη για οποιοδήποτε λάθος στα στοιχεία θα βάρυνε τον ίδιο, ενώ παράλληλα δεν δινόταν ο απαιτούμενος χρόνος για να συλλεχθούν πραγματικά δεδομένα.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες του, ο προϊστάμενός του έδωσε εντολή να επινοήσουν στατιστικά στοιχεία, λέγοντας ότι η υπηρεσία συντασσόταν διαχρονικά με τους εθνικούς στόχους για το ΑΕΠ. Όπως του εξήγησε, εάν ο ετήσιος στόχος ήταν 5%, τότε έπρεπε να αυξηθούν τα περσινά μεγέθη κατά 5,5% και να καταχωριστούν ως φετινά. Ο Λούο υποστήριξε πως αυτή η μεθοδολογία ακολουθούνταν σε όλες σχεδόν τις σχετικές αναφορές.
Παρότι το Πεκίνο ανέφερε επισήμως αύξηση 5,2% του ΑΕΠ για το 2023, ο ίδιος ανέφερε ότι η εικόνα επί του πεδίου ήταν εντελώς διαφορετική: η πλειονότητα των κτηνοτρόφων στην Πάιταν – πτηνοτρόφοι, εκτροφείς βοοειδών και αιγοπροβάτων – εμφάνιζαν ζημία μετά την πανδημία. Με βάση τις συνομιλίες του με παραγωγούς, εκτίμησε ότι το 70%-80% εξ αυτών είχε ζημία ενώ μόνο ένα 20%-30% είχε κάποιο κέρδος.
Αστυνομικοί με πολιτικά φυλάνε τη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού πριν από την εναρκτήρια συνεδρίαση του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου. Πεκίνο, 5 Μαρτίου 2017. (Lintao Zhang/Getty Images)
Τον Δεκέμβριο του 2023, ο Λούο αμφισβήτησε ανοιχτά τα τοπικά στατιστικά για την τιμή του μελιού, τα οποία ανέφεραν πως ανερχόταν στα 50 γουάν το κιλό, ενώ η πραγματική τιμή, σύμφωνα με δική του ανεξάρτητη έρευνα μεταξύ μελισσοκόμων, κυμαινόταν στα 26 γουάν. Με αφορμή την ετήσια συνάντηση για τα στατιστικά δεδομένα, τύπωσε και διένειμε την αναφορά του στους παρισταμένους, προειδοποιώντας ότι εάν όλες οι πόλεις ακολουθούσαν αυτή την πρακτική, το Πεκίνο θα λάμβανε εσφαλμένες πολιτικές αποφάσεις, ενώ οι αγρότες θα εμφανίζονταν επί χάρτου να ευημερούν, στερούμενοι έτσι της στήριξης που πραγματικά χρειάζονταν.
Η τοποθέτησή του διακόπηκε, ενώ λίγο αργότερα η Επιτροπή Πειθαρχικού Ελέγχου του ΚΚΚ στην περιφέρεια φέρεται να τον κάλεσε για να δώσει εξηγήσεις και να τον προειδοποίησε να μην αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες. Ο ίδιος δεν περίμενε, όπως είπε, πως περίπου δέκα ημέρες αργότερα θα τον επισκεπτόταν αστυνομικός για να τον ρωτήσει σχετικά με τις πολιτικές του απόψεις και αν είχε επαφές με ξένους. Ο αστυνομικός τον προειδοποίησε να μην παραβιάσει τον Νόμο περί Εθνικής Ασφάλειας.
Όταν στη συνέχεια επιχείρησε να παραιτηθεί επικαλούμενος κατάθλιψη και άγχος, το τοπικό γραφείο ανθρώπινου δυναμικού τον ενημέρωσε πως δεν μπορούσε να αποχωρήσει λόγω καθεστώτος επιτήρησης.
Δημόσια καταγγελία και έξοδος από τη χώρα
Μετά από νέα επίσκεψη κλιμακίου της Επιτροπής Πειθαρχικού Ελέγχου και του γραφείου προσωπικού στις 20 Μαΐου 2024, ο Λούο αποφάσισε το ίδιο βράδυ να πραγματοποιήσει ζωντανή μετάδοση στην κινεζική πλατφόρμα Douyin (αντίστοιχη του TikTok), όπου κατήγγειλε την παραποίηση των στατιστικών και τις παραβιάσεις της αγροτικής νομοθεσίας από την υπηρεσία του. Περίπου δύο ώρες μετά, το βίντεο διακόπηκε, ο λογαριασμός του μπλοκαρίστηκε και, όπως αναφέρει, η αστυνομία άρχισε να δείχνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την υπόθεσή του.
Την επομένη, κλήθηκε στο τοπικό τμήμα, όπου πριν ακόμα του αναφέρουν τη μετάδοση, τον ρώτησαν αν οι απόψεις που είχε εκφράσει στις συναντήσεις του 2022 και του 2023 ήταν πράγματι δικές του. Ακολούθησαν ερωτήσεις για την ψυχική του υγεία και τελικώς, όπως ισχυρίζεται, υπέγραψε υπό πίεση έγγραφο με το οποίο αποδεχόταν ότι δεν βρισκόταν σε νηφάλια κατάσταση όταν μίλησε.
Σύμφωνα με τον Λούο, του ειπώθηκε ευθέως ότι αν δεν υπέγραφε, θα καλούσαν επί τόπου γιατρό να τον αξιολογήσει και εφόσον διαπιστωνόταν ψυχική ασθένεια, οι αρχές θα μπορούσαν να τον στείλουν άμεσα σε ψυχιατρική κλινική. Στη συνέχεια, του ζητήθηκε να αποστέλλει μηνιαίες εκθέσεις για την «ψυχική του κατάσταση» και να συνομιλεί σε εβδομαδιαία βάση με την αστυνομία μέσω βιντεοκλήσης.
Αστυνομικοί των ΜΑΤ περιπολούν μετά από πολυήμερες ταραχές στη Ζενγκτσένγκ. Επαρχία Γκουανγκντόνγκ, Κίνα, 15 Ιουνίου 2011. (STR/AFP μέσω Getty Images)
Τον Ιούλιο του 2024, αποφάσισε να διαφύγει στις Ηνωμένες Πολιτείες και να διακόψει κάθε δεσμό με φορείς που σχετίζονται με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Στη δήλωσή του προς το Global Service Center for Quitting the Chinese Communist Party (Παγκόσμιο Κέντρο Εξυπηρέτησης για την αποχώρηση από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας), με έδρα τις ΗΠΑ, απαρνήθηκε τόσο την κομματική ιδεολογία όσο και την προηγούμενη συμμετοχή του στις νεανικές οργανώσεις του κόμματος, τους Νεαρούς Πρωτοπόρους και τη Νεολαία του ΚΚΚ.
Συγκρίνοντας τη ζωή στις ΗΠΑ με την εμπειρία του στην Κίνα, δήλωσε στην Epoch Times πως το βασικότερο στοιχείο είναι ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται ως πολίτες με δικαιώματα — έχουν λόγο, ψήφο και ελευθερία έκφρασης. Αντίθετα με την Κίνα, είπε, στις ΗΠΑ «σχεδόν δεν νιώθει την παρουσία του κράτους».
Ανέφερε επίσης ότι τόσο ο πρώην εργοδότης του όσο και η αστυνομία προσπάθησαν να επικοινωνήσουν μαζί του μετά την αναχώρησή του, ενώ επιχείρησαν μέσω της μητέρας του να τον πείσουν να επιστρέψει.
Το Γραφείο Αγροτικών Υποθέσεων της Ζενγκτσένγκ δεν απάντησε σε αίτημα σχολιασμού της Epoch Times.