Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Η πολύ πλούσια εικονογράφηση του ημερολογίου του Δούκα του Μπερρύ

Στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα, η Δυτική Ευρώπη βρισκόταν στο τέλος του Εκατονταετούς Πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας για την κατάκτηση του ισχυρού βασιλείου της Γαλλίας. Ο πόλεμος και η πανούκλα ήταν διάχυτοι, το ίδιο και η αναταραχή, ο πόνος και η απελπισία.

Κανείς δεν έμεινε αλώβητος.

Σε τέτοιες ταραχώδεις εποχές, η ισχυρή πίστη και η συγκέντρωση κάποιας μορφής ελπίδας είναι απαραίτητες για την καθημερινή επιβίωση. Η εναλλαγή της ημέρας και της νύχτας, το φαινομενικό πέρασμα του χρόνου, είναι μία από τις λίγες σταθερές που έχουμε σε αυτόν τον κόσμο, και ένα ημερολόγιο πολλές φορές μάς βοηθά να προχωρήσουμε χωρίς να χάνουμε τον βηματισμό μας και διατηρώντας την ελπίδα μας για ένα καλύτερο μέλλον.

Στη δυτική τέχνη, ένα από τα πιο εκλεπτυσμένα ημερολόγια βρίσκεται στην αρχή του λατρευτικού χειρογράφου του 15ου αιώνα «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ» (Les Très Riches Heures du duc de Berry). Το ημερολόγιο περιέχει πλούσια διακοσμημένες, ειδυλλιακές σκηνές της μεσαιωνικής αυλικής και ποιμενικής ζωής, καθώς και εκπληκτικές λεπτομέρειες της μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής — όλα ζωγραφισμένα με ζωηρά και συχνά σπάνια χρώματα, διακοσμημένα με χρυσό.

Αυτό το περίτεχνο αριστούργημα του 15ου αιώνα, προϊόν της τέχνης των Ολλανδών αδελφών Λίμπουρχ, θεωρείται ένα από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα του ύστερου γοτθικού στυλ εικονογράφησης, με τις εικόνες του να έχουν τεράστια επίδραση όχι μόνο στο στυλ των εικονογραφημένων χειρογράφων που το ακολούθησαν, αλλά και στη διαδικασία της ζωγραφικής συνολικά.

Για παράδειγμα, ο ιστορικός τέχνης E. H. Γκόμπριχ, στο βιβλίο του «Η ιστορία της τέχνης», είπε για τον εξέχοντα ζωγράφο του 15ου αιώνα από τις Κάτω Χώρες, Γιαν βαν Άυκ: «Ακολούθησε μάλλον τις μεθόδους των αδελφών Λίμπουρχ και τις έφερε σε τέτοιο επίπεδο τελειότητας που άφησε πίσω τις ιδέες της μεσαιωνικής τέχνης».

Ο Βαν Άυκ μπορεί να άφησε πίσω του τη μεσαιωνική τέχνη, αλλά η τέχνη των αδελφών Λίμπουρχ συνέχισε να εμπνέει τους καλλιτέχνες. Για παράδειγμα, οι Φλαμανδοί καλλιτέχνες του 16ου αιώνα αντέγραφαν όχι μόνο τις φιγούρες αλλά και ολόκληρες συνθέσεις από το ημερολόγιο.

Το βιβλίο των ωρών

Στην Ευρώπη, τα βιβλία των ωρών ήταν πολύ δημοφιλή μεταξύ του 1350 και του 1480. Στη Γαλλία, τα χειρόγραφα έγιναν δημοφιλή το 1400, με ευσεβείς προστάτες να αναθέτουν σε καλλιτέχνες να δημιουργήσουν για εκείνους μοναδικά και προσωπικά βιβλία των ωρών: μια λαϊκή έκδοση του ευρετηρίου που χρησιμοποιούσαν οι κληρικοί και που αποτελείται από προσευχές και αναγνώσματα που διαβάζονταν σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας και της νύχτας (τις κανονικές ώρες της λειτουργικής ημέρας).

Γενικά, κάθε βιβλίο των ωρών περιέχει, στην αρχή, ένα ημερολόγιο με τις εκκλησιαστικές γιορτές και τις ημέρες των αγίων, συχνά διακοσμημένο με τις Εργασίες των Μηνών. Η σειρά των προσευχών και των λατρευτικών πρακτικών διαφέρει από βιβλίο σε βιβλίο, ανάλογα με τον ιδιοκτήτη του βιβλίου και την περιοχή από την οποία προέρχεται. Από όλες τις ώρες, οι Ώρες της Παναγίας θεωρούνταν οι πιο σημαντικές και συνήθως ήταν και οι πιο πλούσια διακοσμημένες.

ZoomInImage
Αδελφοί Λίμπουρχ, «Η Στέψη της Παναγίας», από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 60, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

«Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ»

Γνωστοί ως οι αδελφοί Λίμπουρχ (Gebroeders van Limburg), οι τρεις Φλαμανδοί μικρογράφοι και ετεροθαλείς αδελφοί Πωλ, Χέρμαν και Ζαν, ανέλαβαν την παραγγελία του Ιωάννη, δούκα του Μπερρύ, και δημιούργησαν για εκείνον τις «Πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ».

Ο θείος τους, ο Ζαν Μαλουέλ, ήταν ο αυλικός ζωγράφος του Φιλίππου του Τολμηρού, Δούκα της Βουργουνδίας. Για δύο χρόνια, ο Πολ και ο Ζαν εργάστηκαν επίσης για τον δούκα και, όταν αυτός πέθανε το 1404, τα τρία αδέλφια άρχισαν να εργάζονται για τον αδελφό του, τον πρίγκιπα Ιωάννη, Δούκα του Μπερρύ, τρίτο γιο του βασιλιά Καρόλου Ε΄ της Γαλλίας.

Ο δούκας ήταν ένας μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης, ο οποίος είχε συγκεντρώσει μια τεράστια συλλογή από εικονογραφημένα χειρόγραφα και είχε δημιουργήσει μία εξαιρετική βιβλιοθήκη με αστρονομικές πραγματείες, χαρτογραφικά φύλλα, Βίβλους, ψαλτήρια, λειτουργικά και βραχιονολόγια, συμπεριλαμβανομένων 15 βιβλίων ωρών.

ZoomInImage
Αδελφοί Λίμπουρχ, «Ο Χριστός οδηγείται στο πραιτώριο», από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 143, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Τέμπερα σε περγαμηνή. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Ο δούκας ανέθεσε στους αδελφούς τη δημιουργία δύο εικονογραφημένων χειρόγραφων. Το πρώτο ήταν «Οι όμορφες ώρες του Ιωάννη της Γαλλίας, Δούκα του Μπερρύ», που σήμερα φυλάσσεται στο The Met Cloisters στη Νέα Υόρκη. Στη συνέχεια, μεταξύ του 1412 και του 1416, οι αδελφοί δημιούργησαν τις «Πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ» στη Γαλλία, που σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο Κοντέ, στο Σαντιγί της Γαλλίας.

Η δημιουργία του βιβλίου σταμάτησε το 1416, όταν οι τρεις αδελφοί (όλοι κάτω των 30 ετών) και ο προστάτης τους, ο Δούκας του Μπερρύ, πέθαναν, πιθανότατα από την πανώλη. Το βιβλίο περιγράφεται ως «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ» σε έναν κατάλογο μετά το θάνατο του Δούκα του Μπερρύ, εξαιτίας της περίτεχνης διακόσμησής του και για να διακρίνεται το ημιτελές βιβλίο από τα υπόλοιπα 15 βιβλία ωρών της συλλογής του δούκα.

"The Feeding of the Multitudes," from "The Very Rich Hours of the Duke of Berry," Folio 168, back; between 1412 and 1416, by the Limbourg brothers. Tempera on vellum; 11.4 inches by 8.2 inches. Condé Museum, France. (PD-US)
Αδελφοί Λίμπουρχ, «Το θαύμα με τα ψάρια», από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 168, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Τέμπερα σε περγαμηνή, 27 × 21 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Πολλοί άγνωστοι καλλιτέχνες, όπως καλλιγράφοι, επιχρυσωτές και καλλιτέχνες ειδικευμένοι σε διακοσμητικά περιγράμματα, άφησαν το στίγμα τους στις «Πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπερρύ».

Όσον αφορά ειδικά την εικονογράφηση, είναι γνωστό ότι δύο ακόμα καλλιτέχνες δούλεψαν στο χειρόγραφο. Ο ένας πιστεύεται ότι ήταν ο Ολλανδός Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ, αν και ορισμένοι μελετητές διαφωνούν και τον θεωρούν «ενδιάμεσο ζωγράφο», που ολοκλήρωσε μερικές από τις ημιτελείς εικονογραφήσεις, γύρω στο 1440. Στη συνέχεια, μεταξύ 1485 και 1489, ο Δούκας της Σαβοΐας ανέθεσε στον Γάλλο μικρογράφο Ζαν Κολόμπ να ολοκληρώσει ορισμένες μικρογραφίες για το βιβλίο. Οι μελετητές διακρίνουν τους διαφορετικούς καλλιτέχνες από το στυλ και τα κοστούμια που φορούν οι φιγούρες.

Πρωτοποριακές μικρογραφίες

Το στυλ των εικονογραφήσεων των αδελφών Λίμπουρχ ήταν πρωτοποριακό και οι εικονογραφήσεις τους καθόρισαν την ανάπτυξη των βόρειων παραδόσεων της τοπιογραφίας και της ζωγραφικής του είδους. Στα 206 φύλλα που περιέχει το  βιβλίο «Οι πολύ πλούσιες ώρες του Δούκα του Μπέρι», υπάρχει ένας ασυνήθιστα μεγάλος αριθμός εικονογραφήσεων: 66 μεγαλύτερες μινιατούρες και 65 μικρότερες.

Σύμφωνα με τον ιστότοπο Visual Arts Cork, όταν ο Πολ επισκέφθηκε την Ιταλία, εμπνεύστηκε από τις τοιχογραφίες των Ιταλών ζωγράφων Ταντέο Γκάντι (θεός του Τζιόττο) και Αμβρότζιο Λορέντζετι. Μετά το ταξίδι του, οι εικονογραφήσεις του Πολ μιμήθηκαν και ξεπέρασαν τις φυσιοκρατικές αποδόσεις και την απλή γραμμική προοπτική των Ιταλών ζωγράφων. Επιπλέον, και οι τρεις αδελφοί επηρεάστηκαν από τη βυζαντινή τέχνη, την οποία παρατήρησαν στη σχολή ζωγραφικής της Σιένα, που διατηρούσε τη βυζαντινή παράδοση.

Τα αδέλφια  ζωγράφιζαν χρησιμοποιώντας την προοπτική και αποτύπωναν την πραγματικότητα με μεγαλύτερη ακρίβεια, ενσωματώνοντας συμπαγείς μορφές, αρχιτεκτονικά στοιχεία, ακόμη και σκιές. Ωστόσο, οι μορφές εξακολουθούσαν να έχουν το επίμηκες σχήμα που ήταν χαρακτηριστικό του γοτθικού ύφους.

Επιπλέον, αντί να ενσωματώνουν τις εικονογραφήσεις του ημερολογίου στο κείμενο, όπως ήταν η παράδοση, οι αδελφοί συμπεριέλαβαν αυτόνομες μινιατούρες που ξεχώριζαν από την καλλιγραφία.

Το ημερολόγιο

Στην κορυφή κάθε εικονογράφησης του ημερολογίου βρίσκονται η ηλιακή άμαξα, οι ημέρες του μήνα και το ζώδιο.

Χειμώνας

Κανονικά, ο Δεκέμβριος θα έδειχνε ένα γουρούνι που κυνηγούν για το χριστουγεννιάτικο γλέντι του δούκα. Αντ’ αυτού, ο Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ απεικόνισε μια σκηνή βαθιά στο δάσος, όπου κυνηγόσκυλα καθηλώνουν ένα αγριογούρουνο. Το κάστρο του Βενσάν, γενέτειρα του δούκα, ξεπροβάλλει πάνω από τις κορυφές δέντρα.

ZoomInImage
Δεκέμβριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 12, πίσω, περίπου 1440. Εικονογράφηση του Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Στον Ιανουάριο, οι αδελφοί Λίμπουρχ απεικονίζουν ένα πλούσιο γεύμα με ακριβά φαγητά, ποτά και επιτραπέζια σκεύη. Ο Δούκας του Μπερρύ κάθεται στο τραπέζι στα δεξιά, φορώντας ένα χαρακτηριστικό γούνινο καπέλο και ένα βαθύ μπλε μανδύα με χρυσά μοτίβα. Ψηλά, σε μια ταπισερί, απεικονίζονται λουλούδια και κύκνοι. Η ταπισερί στο βάθος υποδηλώνει τις μάχες που έχουν κερδηθεί στο παρελθόν.

ZoomInImage
Ιανουάριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 1, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416.  Εικονογράφηση των αδελφών Λίμπουρχ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Ο Φεβρουάριος δείχνει τους υπηρέτες του δούκα να εργάζονται σε ένα χιονισμένο τοπίο, στο αποκορύφωμα του χειμώνα. Οι αγρότες έχουν φροντίσει τα πρόβατα στη στάνη τους και υπάρχουν και μελίσσια. Ένας άνδρας σπρώχνει έναν γάιδαρο που ανεβαίνει στο λόφο,, μεταφέροντας εμπορεύματα στο χωριό, ένας άλλος κόβει ένα δέντρο για καυσόξυλα και άλλοι βρίσκονται μέσα και ζεσταίνονται δίπλα στη φωτιά.

ZoomInImage
Φεβρουάριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 2, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Εικονογράφηση των αδελφών Λίμπουρχ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Άνοιξη

Ο Μάρτιος είναι αφιερωμένος στην προετοιμασία της γης. Ένας άνδρας οργώνει με δύο βόδια, ένας άλλος ετοιμάζει τους σπόρους, ενώ άλλοι φαίνεται να φροντίζουν τα αμπέλια της προηγούμενης χρονιάς. Μακρύτερα, σε ένα άλλο χωράφι, ένας βοσκός φροντίζει τα πρόβατά του.

March, from "The Very Rich Hours of the Duke of Berry," Folio 3, back; between 1412 and 1416 and then circa 1440, by the Limbourg brothers and Barthélemy van Eyck. Tempera on vellum; 8.8 inches by 5.3 inches. Condé Museum, France. (R-G Ojéda/RMN/PD-US)
Μάρτιος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 3, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416, και στη συνέχεια περίπου 1440. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ και τον Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Στην επάνω δεξιά γωνία της εικόνας, ένας φτερωτός δράκος πετά πάνω από το κάστρο του Δούκα του Μπερρύ στο Κάστρο Λουζινιάν (Πουατού), σύμβολο της νεράιδας Μελουσίνας. Στη λαϊκή παράδοση της Γαλλίας, των Κάτω Χωρών και της Κύπρου, η Μελουσίνα είναι μισή γυναίκα και μισή ψάρι ή φίδι.

Τον Απρίλιο, ένα ζευγάρι αρραβωνιάζεται και ανταλλάσσει δαχτυλίδια μπροστά σε μάρτυρες. Η σκηνή είναι γεμάτη χαριτωμένες φιγούρες, τόσο στην ενδυμασία όσο και στη στάση, που τονίζονται από τα λεπτά ακροδάκτυλά τους. Το κάστρο στο βάθος μπορεί να είναι το κάστρο του Ντουρντάν, που σώζεται ακόμα, ή το κάστρο του Πιερφόν.

ZoomInImage
Απρίλιος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 4, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Συνεχίζοντας την ευθυμία του Απριλίου, τον Μάιο οι τρομπετίστες οδηγούν μια ομάδα νέων στο δάσος για να μαζέψουν κλαδιά και φύλλα για να φτιάξουν κορώνες και περιδέραια, μια ανοιξιάτικη παράδοση στη μεσαιωνική Γαλλία. Το κτίριο στο βάθος μπορεί να είναι το Παλάτι της Πόλης στο Παρίσι, όπου έζησαν οι βασιλιάδες της Γαλλίας από τον 6ο έως τον 14ο αιώνα.

ZoomInImage
Μάιος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 5, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Καλοκαίρι

Τον Ιούνιο, αγρότες στις όχθες του Σηκουάνα κόβουν τα χόρτα σε μια αρμονική σύνθεση. Οι άνδρες στα δεξιά κόβουν ρυθμικά τα χόρτα με δρεπάνια και οι γυναίκες τα μαζεύουν με τσουγκράνες σε θημωνιές. Περισσότεροι άνθρωποι διακρίνονται σε μια βάρκα, μαζί με τις σκιές τους, ενώ στα δεξιά της βάρκας, στον διάδρομο του κάστρου, άνθρωποι ανεβαίνουν τις σκάλες στο βάθος.

ZoomInImage
Ιούνιος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 6, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ, Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ και Ζαν Κολόμπ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Στο βάθος, διακρίνεται το Παλάτι της Πόλης στο Παρίσι (που φαίνεται και στην εικονογράφηση του Απριλίου). Ο πύργος της εκκλησίας στα δεξιά είναι το παλάτι-παρεκκλήσι, η Σαιντ-Σαπέλ, ένα γοτθικό αριστούργημα.

Οι ποιμενικές σκηνές συνεχίζονται τον Ιούλιο, με την κουρά των προβάτων και τον θερισμό, ενώ στο βάθος φαίνεται το Παλάτι του Πουατιέ.

ZoomInImage
Ιούλιος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 7, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416 ή περίπου 1440. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ ή τον Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Τον Αύγουστο, μια ομάδα ιππέων, με επικεφαλής έναν πεζοπόρο γερακάρης, βγαίνει για κυνήγι. Ο γερακάρης κρατά ένα ραβδί για να χτυπήσει τους θάμνους και να τρομάξει τα πουλιά ώστε να πετάξουν. Τα κυνηγόσκυλα είναι εκεί επίσης για να αναγκάσουν τα πουλιά να βγουν από τις κρυψώνες τους, αλλά και για να πιάσουν τα πουλιά που θα πέσουν κάτω.

ZoomInImage
Αύγουστος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 8, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Στο βάθος φαίνεται το κάστρο Ετάμπ, ενώ στο μέσο του πίνακα αγρότες εργάζονται στα χωράφια, θερίζοντας στάχυα – πιθανότατα σιτάρι.

Φθινόπωρο

Οι αδελφοί Λίμπουρχ, ο Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ και ο Ζαν Κολόμπ συνέβαλαν όλοι στην εικόνα του Σεπτεμβρίου, αφιερωμένη στον τρύγο. Οι φιγούρες των τρυγητών θεωρείται ότι ζωγραφίστηκαν από τον Κολόμπ και δεν φαίνονται τόσο κομψές όσο αυτές των αδελφών Λίμπουρχ και του βαν Άυκ – αντίθετα, προσδίδουν μια μάλλον χιουμοριστική νότα στο ημερολόγιο.

ZoomInImage
Σεπτέμβριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 9, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416, περίπου 1440, και μεταξύ 1485 και 1486, από τους αδελφούς Λίμπουρχ, τον Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ και τον Ζαν Κολόμπ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Το κάστρο του Σωμύρ, στην Ανζού, απεικονίζεται με εξαιρετική λεπτομέρεια: μέχρι και οι ανεμοδείκτες με τα κρίνα διακρίνονται στους πύργους του.

Τον Οκτώβριο, αγρότες στις όχθες του Σηκουάνα, στο Παρίσι, οργώνουν και σπέρνουν τη γη. Έχει δοθεί προσοχή σε κάθε μικρή λεπτομέρεια: οι πατημασιές που αφήνει ο άνδρας που σπέρνει σπόρους στο υγρό χώμα, οι σκιές που ρίχνουν οι τρεις βάρκες στο ποτάμι… Στο βάθος απεικονίζεται το κάστρο του Λούβρου. Το κάστρο δεν υπάρχει πλέον – στη θέση του βρίσκεται σήμερα το Παλάτι του Λούβρου.

ZoomInImage
Οκτώβριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 10, πίσω, μεταξύ 1412 και 1416 ή περίπου 1440. Εικονογράφηση από τους αδελφούς Λίμπουρχ ή τον Μπαρτέλεμυ βαν Άυκ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 x 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

 

Ο Κολόμπ ζωγράφισε την εικόνα του Νοεμβρίου, η οποία είναι λιγότερο ραφιναρισμένη από τη δουλειά των άλλων καλλιτεχνών. Ο Κολόμπ απεικόνισε έναν χωρικό με το σκυλί του που οδηγεί τα γουρούνια του στη βοσκή. Με το ραβδί του χτυπάει τα δέντρα για να πέσουν τα βελανίδια.

ZoomInImage
Νοέμβριος, από το βιβλίο προσευχών «Οι πολύ πλούσιες ώρες του δούκα του Μπερρύ», Φύλλο 11, πίσω, μεταξύ 1485 και 1486. Εικονογράφηση από τον Ζαν Κολόμπ. Τέμπερα σε περγαμηνή, 22,3 × 13,5 εκ. (Μουσείο Κοντέ, Γαλλία)

Έξι νέα βιτρώ για την Παναγία των Παρισίων;

Το ερώτημα αν υπάρχει θέση για το μοντέρνο σε ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στυλ και ιστορικά μνημεία δεν είναι νέο.

Αυτή τη φορά, η συζήτηση πυροδοτείται από την προοπτική της αντικατάστασης έξι βιτρώ σε ισάριθμα παρεκκλήσια της Παναγίας των Παρισίων, του εμβληματικού αριστουργήματος της γοτθικής αρχιτεκτονικής.

Σύμφωνα με τα σχέδια, το 2026, ο καθεδρικός ναός που καταστράφηκε εν μέρει από πυρκαγιά που ξέσπασε τον Απρίλιο του 2019 πρόκειται να έχει έξι σύγχρονα βιτρώ σε έξι από τα επτά παρεκκλήσια, στο νότιο κλίτος του ναού, αντικαθιστώντας εκείνα του 19ου αιώνα που σώθηκαν από την πυρκαγιά.

 «Ουράνια Ιερουσαλήμ»

Γνωστή ως το κόσμημα της γαλλικής γοτθικής αρχιτεκτονικής, κάθε σπιθαμή της Παναγίας των Παρισίων σχεδιάστηκε για να εμπνέει ευλάβεια, με τα κύρια στοιχεία της – τις καμάρες, τις θολωτές οροφές και τα παράθυρα με τους γυάλινους ρόδακες – να δείχνουν προς τον ουρανό, μέσω του θέματος ή του αρχιτεκτονικού τους σχεδιασμού.

Άποψη της Παναγίας των Παρισίων, από την όχθη του Σηκουάνα. Έξι από τα βιτρώ του πρόκειται να αντικατασταθούν με σύγχρονα βιτρώ, το 2026. (Production Perig/Shutterstock)

 

Στο βιβλίο του «Η ιστορία της τέχνης», ο ιστορικός τέχνης E.H. Γκόμπριχ (1909-2001) περιέγραψε πώς χαρίζουν οι γοτθικοί καθεδρικοί ναοί στους πιστούς μια ματιά στην «ουράνια Ιερουσαλήμ»:

«Με τις πύλες της από μαργαριτάρι, τα ανεκτίμητα κοσμήματά της, τους δρόμους της από καθαρό χρυσάφι και διαφανές γυαλί, αυτό το όραμα είχε κατέβει από τον ουρανό στη γη. Οι τοίχοι αυτών των κτιρίων δεν ήταν ψυχροί και απειλητικοί. Ήταν σχηματισμένα από βιτρό που έλαμπαν σαν ρουμπίνια και σμαράγδια. Οι στύλοι, οι ραβδώσεις και το τέμπλο έλαμπαν από το χρυσάφι. Ό,τι ήταν βαρύ, γήινο ή μονότονο είχε εξαλειφθεί. Οι πιστοί που παραδίδονταν στην ενατένιση όλης αυτής της ομορφιάς, μπορούσαν να αισθανθούν ότι πλησίαζαν περισσότερο στην κατανόηση των μυστηρίων ενός βασιλείου πέρα από την εμβέλεια της ύλης.»

Η περιγραφή του Γκόμπριχ απηχεί την εκείνη του ηγούμενου Σούγκερ στις πόρτες της γοτθικής βασιλικής του Σαιν Ντενί στο Παρίσι, που είχε γραφτεί πάνω από 800 χρόνια νωρίτερα:

«Όλοι εσείς που προσπαθείτε να τιμήσετε αυτές τις πύλες, θαυμάστε όχι το χρυσό και τα έξοδα, αλλά τη δεξιοτεχνία του έργου. Το ευγενές έργο είναι φωτεινό, αλλά, όντας ευγενώς φωτεινό, το έργο θα πρέπει να φωτίζει τα μυαλά, επιτρέποντάς τους να ταξιδέψουν μέσω των φώτων.»

Ο θαμπός νους ανεβαίνει στην αλήθεια μέσα από τα υλικά πράγματα, και ανασταίνεται από την προηγούμενη βύθισή του, όταν βλέπει το φως.

Ο Σούγκερ (1081-1151) θεωρείται ο πατέρας της γοτθικής αρχιτεκτονικής. Όταν αποκαθιστούσε τον Σαιν Ντενί, έγραφε: «Επιδιώξαμε να διαφυλάξουμε τόσο τον σεβασμό προς τον αρχαία καθαγίαση όσο και μια αρμονική συνοχή με το σύγχρονο έργο, σύμφωνα με το ήδη καθιερωμένο πρότυπο».

Τα βιτρώ της Παναγίας των Παρισίων

Μεταξύ του 1855 και του 1865, οι αρχιτέκτονες Ευγένιος Βιολέ-λε-Ντυκ (Eugène Viollet-le-Duc, 1814-79) και Ζαν-Μπατίστ Λασσύ (Jean-Baptiste Lassus, 1807-57) ξεκίνησαν να δημιουργούν ένα νέο διακοσμητικό σχέδιο για τα βιτρώ, στο πλαίσιο της ευρύτερης αναστήλωσης του καθεδρικού ναού, με στόχο να αποκαταστήσουν τη μεσαιωνική ατμόσφαιρα της εκκλησίας.

ZoomInImage
Το παρεκκλήσι του Αγίου Πέτρου, στην Παναγία των Παρισίων. (Franck Legros/Shutterstock)

 

Τα περισσότερα από τα πολύχρωμα βιτρώ παράθυρα του 13ου αιώνα αφαιρέθηκαν από τον κυρίως ναό το 1753, για να εισέλθει περισσότερο φως στην εκκλησία. Μεταξύ του 1855 και του 1860, οι υαλουργοί δημιούργησαν γκριζάιγ (grisailles) βάσει των παραθύρων που είχε δει ο Βιολέ-λε-Ντυκ στον καθεδρικό ναό της Μπουρζ, στην κεντρική Γαλλία.

Προερχόμενο από το γαλλικό «gris» (γκρίζο), το γκριζάιγ έγινε δημοφιλές μετά την απαγόρευση των έγχρωμων και εικονιστικών βιτρό το 1134 από το τάγμα των Κιστερκιανών (ή Βερναρδίνων). Στο κήρυγμα 45 για το Άσμα Ασμάτων, ο μοναχός της Κιστερκιανής Εκκλησίας Άγιος Βερνάρδος του Κλαιρβώ κήρυξε: «Δεν υπάρχει εδώ (στην ενατένιση), όπως νομίζω, καμία ανάγκη ή χρήση για υλικές, μεταδιδόμενες από τις αισθήσεις εικόνες της σάρκας ή του σταυρού του Χριστού ή οποιεσδήποτε άλλες παραστάσεις, που ανήκουν στην αδυναμία της θνητότητάς Του».

ZoomInImage
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι του Αγίου Πέτρου της Παναγίας των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου που πρόκειται να αντικατασταθεί από σύγχρονα βιτρό το 2026. Τα κόκκινα διαμάντια σε όλα τα παράθυρα της λόγχης (ψηλά, στενά παράθυρα με μια αιχμή που μοιάζει με λόγχη) υπογραμμίζουν το κόκκινο αστέρι του παραθύρου με ρόδα στην κορυφή. Περιβάλλεται από λεπτεπίλεπτο φύλλωμα γκριζάιγ. (Public Domain)

 

Οι υαλογράφοι δημιούργησαν δύο τύπους γκριζάιγ: τα διαφανή με ασημένια ζωγραφισμένα φύλλα και τα διαφανή με μόλυβδο που σχημάτιζε γεωμετρικά μοτίβα.

Το γκριζάιγ είναι πλούσιο σε συμβολισμούς. Σύμφωνα με το διαδικτυακό περιοδικό Vidimus, «η βλάστηση [στο grisaille] θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τον Χριστό, τον Δημιουργό που συμβολίζει την αλήθεια, την Ανάσταση και το Δέντρο του Ιεσσαί. Το γεωμετρικό γκριζάιγ αντιπροσωπεύει τη θεία και ορθολογική τάξη της Δημιουργίας.»

The grisaille in the St. Francis-Xavier Chapel at Notre-Dame de Paris is one of the six chapel windows set to be replaced by contemporary stained glass in 2026. Glassmakers created geometric patterns of diamonds, half-quadrilobes, and mandorlas over grisaille painted foliage on the lancet windows (tall, narrow windows with a lance-like point). The colorful border echoes the colors used throughout the window. (Public Domain)
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι του Αγίου Φραγκίσκου-Ξαβιέ στην Παναγία των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου που πρόκειται να αντικατασταθούν από σύγχρονα βιτρώ το 2026. Οι υαλογράφοι δημιούργησαν γεωμετρικά μοτίβα, με ρόμβους, ημιτετράλοβα και μάντορλες πάνω σε φυλλώματα ζωγραφισμένα με γκριζάιγ στα λογχοειδή παράθυρα (ψηλά, στενά παράθυρα με αιχμή που μοιάζει με λόγχη). Το πολύχρωμο περίγραμμα απηχεί τα χρώματα που χρησιμοποιούνται σε ολόκληρο το παράθυρο. (Public Domain)

 

ZoomInImage
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωσήφ στην Παναγία των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου που πρόκειται να αντικατασταθούν από σύγχρονα βιτρώ το 2026. Τα πολύπλοκα και πολύχρωμα γεωμετρικά μοτίβα του γκριζάιγ επιτρέπουν στο ουδέτερο χρώμα του φωτός να εισέρχεται στο παρεκκλήσι. (Public Domain)

 

Παράθυρα μοντέρνας τέχνης του 1935

Το 1935, ο υαλογράφος Λουί Μπαριγιέ έγραψε στην Επιτροπή Ιστορικών Μνημείων (Le Commission des Monuments Historiques) εκ μέρους 12 υαλογράφων, προτείνοντας την αντικατάσταση των γκριζάιγ του 19ου αιώνα στον κυρίως ναό της Παναγίας των Παρισίων.

Ήθελαν να αποκαταστήσουν την πολύχρωμη ατμόσφαιρα των αρχικών μεσαιωνικών βιτρώ με κυβιστικές εικόνες, ρεύμα πρωτοποριακό για την εποχή, το οποίο επινόησαν ο Πάμπλο Πικάσο (1881-1973) και ο Ζορζ Μπρακ (1882-1963), γύρω στα 1907.

Ορισμένα από αυτά τα παράθυρα εκτίθενται σήμερα στην έκθεση «Παναγία των Παρισίων: Η διαμάχη για τα βιτρώ παράθυρα». Η έκθεση στην πόλη των βιτρώ, στην Τρουά, στην Ωμπ της βόρειας Γαλλίας, εξερευνά τα 30 χρόνια μεταξύ 1935 και 1965, όταν σύγχρονοι καλλιτέχνες θέλησαν να αφήσουν το στίγμα τους στο γοτθικό αριστούργημα.

Η επιμελήτρια της έκθεσης Μαρί-Ελέν Ντιντιέ δήλωσε στο δελτίο Τύπου: «Αυτά τα βιτρώ δεν θεωρήθηκαν εναρμονισμένα με την αρχιτεκτονική του καθεδρικού ναού».

Παρόλο που ο αρχιεπίσκοπος του Παρισιού, καρδινάλιος Βερντιέ, και ο γενικός επιθεωρητής ιστορικών μνημείων, Ευγένιος Ρατιέ, έδωσαν οδηγίες στους καλλιτέχνες για την εικονογραφία, υπήρξαν πολλά ζητήματα.

Στις 25 Μαρτίου 1935, ο αντιπρόεδρος της επιτροπής, ο Γκάμπριελ Ρούπριχ-Ρόμπερτ,  εξέθεσε τις ανησυχίες του σε επιστολή του προς τον γενικό διευθυντή Καλών Τεχνών, Ζορζ Χουισμάν. Στην επιστολή σημείωνε την καλή κατάσταση των γκριζάιγ και επεσήμανε ότι οποιαδήποτε εργασία σε ιστορικά μνημεία «πρέπει να περιορίζεται στη διατήρηση της κληρονομιάς», θεωρούσε δε ότι ο αριθμός των καλλιτεχνών και οι διαφορετικές προτάσεις, έθεταν σε κίνδυνο την αρμονία του έργου. Κατέληγε με την παρατήρηση: «Αυτό το κτίριο [η Παναγία των Παρισίων] δεν μπορεί να είναι το πεδίο ενός πειράματος που δεν είναι απαραίτητο».

Η επιτροπή συμφώνησε στο ότι οι διαφορετικές τεχνοτροπίες, τα χρώματα και οι αναλογίες που χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε παράθυρο δεν σχημάτιζαν ένα συνεκτικό σύνολο.

Ο Ντιντιέ δήλωσε: «Βλέποντας σήμερα όλες αυτές τις δημιουργίες τη μία δίπλα στην άλλη, καταλαβαίνουμε την απροθυμία της επιτροπής. Οι δώδεκα καλλιτέχνες που σχεδίασαν αυτά τα βιτρώ εργάστηκαν ανεξάρτητα», γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τα βιτρώ να μην έχουν συνάφεια μεταξύ τους, σε σημείο κακοφωνίας σύμφωνα με μία μερίδα κριτών. «Η έλλειψη αρμονίας πρέπει να ήταν κατάφωρη», δήλωσε η επιμελήτρια της έκθεσης Τζούλια Μπουαγιόν στο δελτίο Τύπου.

Το 1939, το Ίδρυμα για τη Διαφύλαξη της Γαλλικής Τέχνης, υπέβαλε αίτημα στον καρδινάλιο Βερντιέ. Οι πολέμιοι των σύγχρονων βιτρώ ανησυχούσαν για την έλλειψη αρμονίας και την ασυνάρτητη αφήγηση, καθώς και για το ότι θα φαινόταν σαν η σύγχρονη τέχνη να έχει ξεπεράσει τους Παλαιούς Δασκάλους – κάτι που δεν συνέβαινε.

Στις 22 Απριλίου 1939, η εφημερίδα Le Figaro ανέφερε: «Σε μια εποχή που οι οικονομικές ανησυχίες και ο φόβος του πολέμου αμβλύνουν τη νοημοσύνη και καταθλίβουν τις ευαισθησίες, το παρισινό κοινό είναι ακόμα ικανό να παθιάζεται με ένα καλλιτεχνικό πρόβλημα».

Οι επιμελητές της έκθεσης εξήγησαν ότι ο κόσμος δεν ήταν απαραίτητα εναντίον του έργου. Ήταν κατά τού να βρίσκονται τα σύγχρονα έργα στην Παναγία των Παρισίων και πίστευαν ότι αυτό θα δημιουργούσε προηγούμενο για τα ιστορικά κτίρια στη συνέχεια.

Το 1939, τα κυβιστικά βιτρώ τοποθετήθηκαν στον καθεδρικό ναό. Αλλά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε στην απομάκρυνση τους για ασφαλή φύλαξη. Δεν επιστράφηκαν ποτέ.

ZoomInImage
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι της Ιερής Καρδίας στην Παναγία των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου που πρόκειται να αντικατασταθούν από σύγχρονα βιτρό το 2026. Τα λουλούδια και τα φύλλα γκριζάιγ στο παράθυρο με τα έξι λοβοειδή τριαντάφυλλα ενισχύονται με πινελιές κόκκινου, μπλε, πράσινου και κίτρινου χρώματος – ένα χρωματικό σχήμα που επαναλαμβάνεται σε όλο το βιτρώ. (Public Domain)

 

ZoomInImage
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελουά στην Παναγία των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου, που πρόκειται να αντικατασταθούν από σύγχρονα βιτρώ το 2026. Οι τεχνίτες δημιούργησαν λεπτά περιθώρια στα παράθυρα με τις τριανταφυλλιές, επιτρέποντας περισσότερο φως να εισέλθει στο παρεκκλήσι, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν τα λεπτά λουλούδια του παραθύρου. (Public Domain)

 

ZoomInImage
Το γκριζάιγ στο παρεκκλήσι της Αγίας Γενεύης της Παναγίας των Παρισίων είναι ένα από τα έξι παράθυρα του παρεκκλησίου, που πρόκειται να αντικατασταθούν από σύγχρονα βιτρό το 2026. Ένα πανέμορφο τριαντάφυλλο ανθίζει στο κύριο τριανταφυλλόσχημο άνοιγμα, που τονίζεται χάρη στην επανάληψη του μπλε και του κίτρινου χρώματος στα περιθώρια των στεονόμακρων, λογχοειδών παραθύρων. (Public Domain)

 

Τα βιτρώ του 2026

Ενενήντα χρόνια μετά, τα γκριζάιγ της Παναγίας των Παρισίων απειλούνται και πάλι. Αυτή τη φορά, έξι γκριζάιγ σε ισάριθμα παρεκκλήσια που περιβάλλουν τον κυρίως ναό ενδέχεται να αντικατασταθούν με παραστατικά βιτρώ με θεματολογία βασισμένη στην Πεντηκοστή.

Μετά την πυρκαγιά, η γαλλική κυβέρνηση ίδρυσε έναν δημόσιο φορέα που ονομάζεται Δημόσιο Ίδρυμα για τη διατήρηση και αποκατάσταση του καθεδρικού ναού. Στις 27 Ιανουαρίου, η γαλλική ένωση πολιτιστικής κληρονομιάς Sites & Monuments αμφισβήτησε την αρμοδιότητα του Δημοσίου Ιδρύματος σε δύο σημεία: για την οργάνωση της αντικατάστασης των βιτρώ και για την επακόλουθη σύμβαση με την εγκατεστημένη στο Λος Άντζελες Γαλλίδα καλλιτέχνιδα Κλαιρ Ταμπουρέ.

ZoomInImage
Η Γαλλίδα καλλιτέχνις Κλαιρ Ταμπουρέ και το στούντιο βιτρώ του Ατελιέ Σιμόν-Μαρκ επιλέχθηκαν για να δημιουργήσουν έξι νέα βιτρώ για ισάριθμα παρεκκλήσια του νότιου κλίτους της Παναγίας των Παρισίων. Εδώ ποζάρει μετά από συνέντευξη Τύπου, στις 18 Δεκεμβρίου 2024. (Stephane de Sakutin/AFP)

 

Πολλές από τις αντιρρήσεις για τα νέα σύγχρονα βιτρώ αντικατοπτρίζουν τα επιχειρήματα κατά των βιτρώ του 1930. Ο Γάλλος δημοσιογράφος Ντιντιέ Ρύκνερ ξεκίνησε μια αίτηση για να σταματήσει το έργο, η οποία έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 280.000 υπογραφές τη στιγμή της σύνταξης του παρόντος.

Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν τα βιτρώ της Κλαιρ Ταμπουρέ θα εγκατασταθούν στην Παναγία των Παρισίων. Προς το παρόν, οι επισκέπτες του καθεδρικού ναού μπορούν να εισέλθουν στην «Ουράνια Ιερουσαλήμ» του Γκόμπριχ και να απολαύσουν το θεϊκό φως των γκριζάιγ της γοτθικής αναβίωσης των Βιολέ-λε-Ντυκ και άλλων.

ZoomInImage
Το παρεκκλήσι της Αγίας Ζενεβιέβ στην Παναγία των Παρισίων. (Franck Legros/Shutterstock)

 

Η «σκόπιμη ομορφιά» της εβραϊκής ιερατικής τέχνης

Κάθε εβδομάδα, ο αείμνηστος ραβίνος, συγγραφέας και φιλόσοφος βαρόνος Τζόναθαν Σακς (1948–2020) ενέπνεε τους Εβραίους ανά τον κόσμο, συζητώντας για το συμβόλαιο με τον Θεό, όπως αυτό αποτυπώνεται στην Τορά ή Πεντάτευχο, το εβραϊκό ιερό βιβλίο που περιέχει τον μωσαϊκό νόμο.

Ο Σακς γνώριζε ότι η πίστη και η ομορφιά συμπληρώνουν η μία την άλλη. Όπως είχε γράψει στην ιστοσελίδα Times of Israel:

«Η τέχνη στα εβραϊκά – «ομανούτ» – έχει σημασιολογική σχέση με την «εμουνάχ», την πίστη ή την πιστότητα. […] Οι Εβραίοι πιστεύουν στη «χαντράτ κόντες», την ομορφιά της αγιότητας: όχι την τέχνη για την τέχνη, αλλά την τέχνη ως αποκάλυψη της απόλυτης καλλιτεχνικής δεξιοτεχνίας του Δημιουργού. Έτσι η «ομανούτ» ενισχύει την «εμουνάχ», έτσι η τέχνη προσθέτει θαυμασμό στην πίστη.»

Σκόπιμη ομορφιά

Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης εξερευνά την ομορφιά και την εξαιρετική χειροτεχνία των Judaica (εβραϊκή τέχνη και αντικείμενα) στο σπίτι και τη συναγωγή, παρουσιάζοντας την έκθεση «Σκόπιμη ομορφιά: Εβραϊκή τελετουργική τέχνη από τη συλλογή».

Τα 27 εκθέματα που παρουσιάζονται από τη Βοστώνη και τα περίχωρά της περιλαμβάνουν υφάσματα, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής, μεταλλουργικά έργα και έργα σε χαρτί. Οι Εβραίοι μπορεί να αναγνωρίσουν τα παλιά θρησκευτικά μοτίβα που χρησιμοποιούνται σε όλα τα έργα, αν και το στυλ κάθε κομματιού διαφέρει ανάλογα με την εθνικότητα του τεχνίτη.

ZoomInImage
Η έκθεση «Σκόπιμη ομορφιά: Εβραϊκή τελετουργική τέχνη από τη συλλογή» παρουσιάζεται στη γκαλερί Μπέρναρντ και Μπάρμπαρα Στερν Σαπίρο, στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Στη φωτογραφία φαίνονται μια ιερή κιβωτό του 20ού αιώνα του Σάμουελ Κατζ, πλαισιωμένη από σκαλιστά λιοντάρια του Ιούδα του 20ού αιώνα (κέντρο), ενώ στο προσκήνιο βρίσκονται ένα ζευγάρι ασημένια ακροκέραμα της Τορά του τέλους του 17ου αιώνα (α) και ένα ζευγάρι ασημένια ακροκέραμα της Τορά των αρχών του 18ου αιώνα (δ). (© Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη)

 

ZoomInImage
Κορυφές Τορά, 1729, του Αβραάμ Λόπες ντε Ολιβέιρα. Ασήμι με επιχρυσωμένα μέρη. 45,1 εκ. x 15,2 εκ. x 14 εκ. Ίδρυμα Μίλντρεντ Γουάιζμαν και Ίδρυμα Θεοδώρας Γουίλμπορ στη μνήμη της Σάρλοτ Μπημπ Γουίλμπορ. Κοινή ιδιοκτησία του Εβραϊκού Μουσείου της Νέας Υόρκης και του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης. (Ευγενική παραχώρηση του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης)

 

Μεταξύ των πιο αξιοσημείωτων έργων είναι μια σπάνια θωράκιση της Τορά (ή τωράχ) του 18ου αιώνα, μια ινδική Αγκαδά του τέλους του 19ου αιώνα και μια πρόσφατα συντηρημένη ιερή κιβωτός του 20ου αιώνα από μια συναγωγή που έκλεισε το 1999.

«Αν και πολλές από τις εβραϊκές κοινότητες που εκπροσωπούνται στην γκαλερί δεν υπάρχουν πλέον, αυτά τα αντικείμενα είναι απτή μαρτυρία της ιστορίας τους. Αφηγούνται ιστορίες εξορίας, διακρίσεων, ακόμη και διώξεων, αλλά και ανθεκτικότητας, ανανέωσης και ενσωμάτωσης», δήλωσε η επιμελήτρια της έκθεσης Σιμόνα Ντι Νέπι στο δελτίο Τύπου. Η Ντι Νέπι είναι επιμελήτρια του μουσείου για τα εβραϊκά αντικείμενα της συλλογής Τσαρλς και Λυν Σούστερμαν.

Τα εκθέματα προέρχονται από εβραϊκές κοινότητες της Βοστώνης και των γύρω περιοχών, κοινότητες που αναπτύχθηκαν από τα τέλη του 19ου αιώνα.

ZoomInImage
Ισίδωρος Κάουφμαν, «Hannah», τέλη του 19ου ή αρχές του 20ου αιώνα. Λάδι σε ξύλο, 33 x 26 εκ. Συλλογή Τσαρλς και Λυν Σούστερμαν. Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη. (© Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη)

 

ZoomInImage
Θήκη για την Τορά, 1879, κατασκευασμένη στο Ιράκ. Ξύλο, ασήμι, μερική επιχρύσωση, 101 x 25 εκ. Ταμείο Τζετσκάλινα Χ. Φίλλιπς. Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη. (© Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη)

 

«Η Ιερουσαλήμ της Αμερικής»

Μεταξύ 1890 και 1924, πολλοί Εβραίοι μετανάστες εγκαταστάθηκαν βόρεια της Βοστώνης, απέναντι από τον ποταμό Μύστικ, στην πόλη Τσέλσι.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Μασσαχουσέτης Massachusetts Civics Handbook:

«Μέχρι το 1910 ο αριθμός των Εβραίων [στο Τσέλση] είχε αυξηθεί σε 11.225, σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της πόλης. Στη δεκαετία του 1930, υπήρχαν περίπου 20.000 Εβραίοι κάτοικοι στο Τσέλση, από έναν συνολικό πληθυσμό σχεδόν 46.000. Δεδομένης της έκτασης της πόλης, το Τσέλση μπορεί να είχε τον μεγαλύτερο αριθμό Εβραίων κατοίκων ανά τετραγωνικό μίλι από οποιαδήποτε άλλη πόλη εκτός της Νέας Υόρκης». Μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Τσέλση ήταν γνωστό ως «η Ιερουσαλήμ της Αμερικής». Το προσωνύμιο διατηρήθηκε μέχρι το 1948, όταν η γέφυρα Mystic River, γνωστή σήμερα ως γέφυρα Μόρις Τζ. Τόμπιν, χώρισε την περιοχή.

Ο Ρώσος ξυλογλύπτης και κατασκευαστής επίπλων για συναγωγές Σάμιουελ Κατζ (1884–1953) μετανάστευσε στο Τσέλση. Οι συντηρητές του μουσείου αποκατέστησαν πρόσφατα μια ιερή κιβωτό που ο Κατζ δημιούργησε για τη Συναγωγή Σαάρ Σιών της περιοχής, γύρω στο 1920.

Η Ιερή Κιβωτός

Η αρόν κόντες ή ιερή κιβωτός είναι ένα ιερό έπιπλο της συναγωγής όπου φυλάσσονται οι κύλινδροι της Τορά που χρησιμοποιούνται στις λειτουργίες. Η κιβωτός πήρε το όνομά της από το «Άγιο των Αγίων», την «Αρόν Χαμπερίτ», την Κιβωτό της Διαθήκης στον Ναό.

Οι πιστοί της συναγωγής κάθονται με το πρόσωπο στραμμένο προς την κιβωτό, η οποία είναι πάντα τοποθετημένη έτσι ώστε οι άνθρωποι να κοιτάζουν προς την ιερή πόλη της Ιερουσαλήμ, τον τόπο του ιερού ναού.

Όταν η Συναγωγή Σαάρ Σιών έκλεισε το 1999, η κοινότητα της συναγωγής δώρισε την κιβωτό του Κατζ στον παθιασμένο συλλέκτη ιουδαϊκών αντικειμένων ραβίνο Ντέηβιντ Α. Γουίμαν.

Το 2023, ο Γουίμαν δώρισε την ιερή κιβωτό στο μουσείο. Τώρα, εκτίθεται για πρώτη φορά, μαζί με ένα σύντομο ντοκιμαντέρ που δείχνει μερικούς ενθουσιασμένους πιστούς να διασώζουν το ιστορικό έργο από τη συναγωγή, το 1999.

Ο Κατζ κατασκεύασε 24 κιβωτούς για συναγωγές στην περιοχή της Βοστώνης. Εκτός από αυτήν του μουσείου, πέντε κομμάτια σώζονται σήμερα στη Συναγωγή Walnut Street, στο Τσέλση, στην Εκκλησία Iglesia de Dios Pentecostal, στο Μπράντφορντ και στο Μουσείο Εβραϊκής Ιστορίας της Βοστώνης.

Η ιερή κιβωτός του μουσείου αναπαριστά την είσοδο ενός ναού, πλαισιωμένη από κορινθιακούς κίονες. Το Αστέρι του Δαυίδ, σύμβολο του Ιουδαϊσμού, κοσμεί το έπιπλο. Δύο χέρια σχηματίζουν την ιερατική χειρονομία της ευλογίας («μπιρκάτ κοχανίμ») στο κέντρο της πόρτας. Λιοντάρια του Ιούδα πλαισιώνουν τις Πλάκες του Νόμου, στις οποίες είναι χαραγμένη μια συντομευμένη εκδοχή των Δέκα Εντολών στα εβραϊκά. Μια κορώνα με αετό στέφει την κιβωτό.

ZoomInImage
Κιβωτός της Τορά (Ιερή Κιβωτός), 1920–1930, του Σάμουελ Κατζ. Ξύλο και μέταλλο με φύλλα χρυσού. 335 x 129 x 50 εκ. Δωρεά του ραβίνου Ντέηβιντ Α. Γουίμαν. Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη. (© Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη)

 

Σύμφωνα με το Εβραϊκό Μουσείο της Νέας Υόρκης, «η εικονογραφία του αετού και οι παραδοσιακές εικόνες των Πινακίδων του Νόμου και των χεριών των ανοιχτών σε ιερατική χειρονομία εμφανίζονταν συχνά στις κιβωτούς της Ανατολικής Ευρώπης από τον 18ο και τον 19ο αιώνα, οι οποίες καταστράφηκαν όλες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου».

Η Ντι Νέπι δήλωσε στην εφημερίδα The Boston Globe ότι η ιερή κιβωτός του μουσείου «είναι ένα όμορφο παράδειγμα της μετάδοσης της εβραϊκής καλλιτεχνικής γλώσσας της Ανατολικής Ευρώπης από συναγωγές που δεν υπάρχουν πλέον – αυτός ο πολιτισμός έχει χαθεί – στη σύγχρονη Αμερική».

Η ασπίδα της Τόρα

Μια περίτεχνη μεταλλική πλάκα, γνωστή ως ασπίδα της Τορά ή θώρακας, κρέμεται από μια αλυσίδα μπροστά από τον κύλινδρο της Τορά. Το διακοσμητικό θέμα της ασπίδας απεικονίζει το απόσπασμα που θα διαβαστεί, λειτουργώντας ως μετάβαση, προετοιμάζοντας τον αναγνώστη ή το εκκλησίασμα για υψηλότερη περισυλλογή.

Το 2021, το μουσείο απέκτησε μια σπάνια ασπίδα της Τορά από τον Ρώσο αργυροχόο Ελιμελέχ Τζορέφ. (Το εβραϊκό επώνυμο «Τζορέφ» είναι το οικογενειακό όνομα των χρυσοχόων ή αργυροχόων, σύμφωνα με τον οίκο Sotheby’s.) Δύο ασυνήθιστα στοιχεία κάνουν την ασπίδα εξαιρετική: ο Τζορέφ την υπέγραψε και διακόσμησε το πίσω μέρος με μια αφηγηματική σκηνή. Οι αργυροχόοι σπάνια υπέγραφαν ασπίδες της Τορά και σχεδόν ποτέ δεν διακοσμούσαν το πίσω μέρος.

Το κομμάτι, που πιθανότατα κατασκευάστηκε για ιδιωτική λατρεία, καταδεικνύει την επιδεξιότητα του Τζορέφ σε μια σειρά τεχνικών. Στο μπροστινό μέρος της ασπίδας, ο Τζορέφ δημιούργησε ένα διάτρητο στρώμα από επιχρυσωμένο ασήμι με σπειροειδή σχέδια πάνω σε ένα συμπαγές φύλλο αργύρου. Το μουσείο σημειώνει την εξαιρετική δουλειά του Τζορέφ στο πίσω μέρος της ασπίδας: «Η ποιότητα της χάραξης είναι εξαιρετική, πολύ πιο κοντά στις χαράξεις χαλκού παρά στη μεταλλουργία».

Στο μπροστινό μέρος της ασπίδας, ο Μωυσής και ο Ααρών πλαισιώνουν τις Πλάκες του Νόμου, με μια κορώνα στην κορυφή (που συμβολίζει την Τορά) και τις δύο φιγούρες ενσωματωμένες σε κίονες. Κάτω από τα πόδια κάθε φιγούρας υπάρχει ένα λιοντάρι και πάνω από κάθε στύλο ένα καλάθι γεμάτο φρούτα.

ZoomInImage
Ασπίδα της Τορά, 1781–1782, του Ελιμελέχ Τζορέφ. Ασήμι, επιχρυσωμένο, με σμάλτο, νιέλο (μαύρο κράμα μετάλλου) και πέτρες. 20 × 15 × 3,4 εκ. Αγορά του μουσείου με δωρεά του Ζακ Ααρών Πράις, διαχειριστή, εκ μέρους του  Φιλανθρωπικού Ιδρύματος Φιλίπ Λεονιάν και Έντιθ Ρόζενμπαουμ. Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. (© Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)

 

Το ασημένιο-επιχρυσωμένο μπροστινό μέρος αποτελείται από σφυρήλατα διακοσμητικά στοιχεία (μια τεχνική μεταλλουργίας που συνίσταται στο σφυρηλάτημα της πίσω πλευράς για τη δημιουργία σχεδίων χαμηλού αναγλύφου). Είναι γεμάτο ρεαλιστικά και φανταστικά φυτά και ζώα: πουλιά, δράκους, ερπετά και θαλάσσια πλάσματα. Έξι χρυσές πλακέτες με ένα βόδι, ένα ελάφι, μια αρκούδα, πρόβατα, μια λεοπάρδαλη και έναν ελέφαντα με χαουντάχ (ένα είδος σέλας που μοιάζει με θρόνο) πλαισιώνουν την κεντρική σκηνή.

Στο πίσω μέρος της ασπίδας, ο Τζορέφ χάραξε δύο σκηνές του Ισαάκ στο ασήμι. Τοποθέτησε την κεντρική σκηνή της «Ευλογίας του Ισαάκ» σε ένα περίτεχνο ροκοκό αρχιτεκτονικό πλαίσιο, με τη χάραξη να μιμείται καμπύλες σκαλισμένες σε ξύλο που περιπλέκονται με φυτικά σπειροειδή μοτίβα. Χάραξε τη «Θυσία του Ισαάκ» στο πάνω μέρος του πλαισίου και έναν Λευίτη που πλένει τα χέρια του Κοέν, στη βάση του πλαισίου. Δύο κεφάλια λιονταριών κρατούν την αλυσίδα της ασπίδας της Τορά στα σαγόνια τους.

ZoomInImage
Ασπίδα της Τορά (πίσω όψη), 1781–1782, του Ελιμέλεχ Τζορέφ. Ασήμι, επιχρυσωμένο, με σμάλτο, νιέλο (μαύρο κράμα μετάλλου) και πέτρες. 20 x15 x 3,4 εκ. Αγορά του μουσείου με δωρεά του Ζακ Ααρών Πράις, διαχειριστή, εκ μέρους του  Φιλανθρωπικού Ιδρύματος Φιλίπ Λεονιάν και Έντιθ Ρόζενμπαουμ. Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. (© Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)

 

«Ο Ταλμουδιστής»

Στον πίνακά του «Ο Ταλμουδιστής», ο Αμερικανός ζωγράφος Ιακώβ Μπίντερ (1887–1984), που ζούσε στη Βοστώνη, απεικόνισε έναν ευσεβή Εβραίο που μελετάει το Ταλμούδ, το κύριο κείμενο του ραβινικού ιουδαϊσμού.

Κάθε στοιχείο που ζωγράφισε ο ρωσικής καταγωγής Μπίντερ μεταδίδει την ευσέβεια του άνδρα. Είναι βαθιά συγκεντρωμένος, ακουμπώντας το χέρι του στο ελαφρώς ρυτιδωμένο μέτωπό του. Φοράει ένα ταλίτ (ένα προσευχητικό σάλι, παρόμοιο με μερικά από τα εκθέματα που παρουσιάζονται). Στο βάθος, φαίνονται δερματόδετοι τόμοι του Ταλμούδ, τοποθετημένοι σε ένα ράφι.

ZoomInImage
Ιακώβ Μπίντερ, «Ο Ταλμουδιστής», 1919. Λάδι σε καμβά, 106,7 × 101,7 εκ. Δωρεά φιλότεχνων μέσω επιτροπής αποτελούμενης από τους Αλεξάντερ Μπριν, Καρλ Ντρέυφους, Λούις Ε. Κίρσταϊν, Α. Τζ. Φίλποτ και Α. Σ. Ράτσεσκι. Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. (© Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)

 

Ο Μπίντερ επέλεξε μια παλέτα από πλούσια καφέ και μαύρα χρώματα για το έργο, παρόμοια με τα έργα του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ (1856–1925), δάσκαλο του Μπίντερ.

Ο κύκλος τοιχογραφιών του Σάρτζεντ, «Ο θρίαμβος της θρησκείας» (1890–1919), στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Βοστώνης προκάλεσε δημόσια κατακραυγή από την εβραϊκή κοινότητα, που θεώρησε τον πίνακά του «Συναγωγή», στον οποίο απεικονίζεται μια γυναίκα σκυμμένη και με δεμένα μάτια, ως προσβολή προς τον ιουδαϊσμό.

Σε απάντηση, ο Αλεξάντερ Μπριν, εκδότης της εφημερίδας The Jewish Advocate, συγκέντρωσε χρήματα από την κοινότητα για να αγοράσει τον πίνακα «Ο Ταλμουδιστής» για το μουσείο. Θεώρησε σημαντικό για το μουσείο να περιλαμβάνει «την πιο χαρακτηριστική απεικόνιση που θα μπορούσε να κάνει ένας αξιοπρεπής καλλιτέχνης εβραϊκής καταγωγής που σέβεται τον εαυτό του». Ο πίνακας του Μπίντερ αποτελεί, επομένως, μαρτυρία της πρόθεσης της εβραϊκής κοινότητας της Βοστώνης να προστατεύσει την πίστη της.

ZoomInImage
Η έκθεση «Intentional Beauty: Jewish Ritual Art From the Collection» παρουσιάζεται στη γκαλερί Μπέρναρντ και Μπάρμπαρα Στερν Σάπιρο του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Η εικόνα περιλαμβάνει (από αριστερά προς τα δεξιά) ένα κάλυμμα κεφαλής από την Υεμένη του τέλους του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα, ένα ιταλικό «ταλίτ κατάν» του 18ου αιώνα για αγόρι, ένα ολλανδικό «ταλίτ» του 18ου αιώνα (μαντίλι προσευχής), έναν πίνακα του 1919 με τίτλο «Ο Ταλμουδιστής» του Ιακώβ Μπίντερ και μια ινδική Αγκαδά του τέλους του 19ου αιώνα. «Ταλίτ κατάν» σημαίνει «μικρό ταλίτ» ή μικρό μαντίλι προσευχής, το οποίο φοριέται ως υποκάμισο, χωρίς όμως να αγγίζει το δέρμα. (© Μουσείο Καλών Τεχνών, Βοστώνη)

 

Το 1925, η κοινότητα δώρισε τον πίνακα «Ο Ταλμουδιστής» στο μουσείο. Εκατό χρόνια αργότερα, εκτίθεται για πρώτη φορά στο μουσείο.

Μαζί, αυτά τα εκθέματα ρίχνουν φως στην ιουδαϊκή τέχνη και τον θεϊκό σκοπό της. Με τα λόγια του ραβίνου Σακς: «Η τέχνη στον Ιουδαϊσμό έχει πάντα έναν πνευματικό σκοπό: να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι το σύμπαν είναι ένα έργο τέχνης, που μαρτυρά τον υπέρτατο Καλλιτέχνη, τον ίδιο τον Θεό».

Η τελειότητα των βοτανογραφιών του Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ

Αν και πολλοί δεν έχουν ακούσει ποτέ το όνομα Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, οι περισσότεροι γνωρίζουν τη δουλειά του. Οι εικόνες του, με θέμα πάντα από το φυτικό βασίλειο, έχουν τυπωθεί και κυκλοφορήσει ευρέως σε τσάντες, καρτ-ποστάλ, υφάσματα και άλλα παρόμοια προϊόντα.

Κάθε είδους λουλούδια και άλλα φυτά αποτυπώνονταν με θαυμαστή ακρίβεια, αλλά και ευαισθησία από το πινέλο και τη γραφίδα του Γάλλου καλλιτέχνη. Οι δημιουργίες του διακρίνονταν τόσο για την επιστημονική τους τεκμηρίωση όσο και για την καλαισθησία τους.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Μπουκέτο λουλουδιών με έντομα». 25 × 17 εκ, ακουαρέλα με χρυσό σε περγαμηνή. Ίδρυμα Άιλσα Μέλλον Μπρους. Εθνική Πινακοθήκη, Ουάσιγκτον. (Public Domain)

 

Ο Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ (Pierre-Joseph Redouté, 1759–1840) διέπρεψε και στα τρία είδη εικαστικής αναπαράστασης της χλωρίδας: τη ζωγραφική, την εικονογράφηση και τη βοτανική τέχνη. Κάθε είδος έχει έναν ξεχωριστό σκοπό. Η βοτανική τέχνη απαιτεί την ίδια ακρίβεια με την εικονογράφηση, αλλά δημιουργείται για καθαρά αισθητικούς λόγους. Οι ζωγραφικές απεικονίσεις λουλουδιών αγγίζουν το φανταστικό και δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα ακριβείς.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Μπουκέτο λουλουδιών». 70 x 56 εκ., ακουαρέλα σε περγαμηνή. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Ο σκοπός των βοτανικών εικονογραφήσεων είναι επιστημονικός. Ακριβή και λεπτομερή σχέδια δημιουργούνται από ζωντανά φυτά ή δείγματα και συνήθως περιλαμβάνουν τον κύκλο ζωής και όλα τα μέρη του φυτού. Ένα καλό παράδειγμα αποτελεί η ακουαρέλα του Ρεντουτέ της ερείκης Erica fulgida, που συνοδεύεται από σκίτσα των επιμέρους τμημάτων του λουλουδιού στο κάτω μέρος της εικόνας, αριθμημένα από το ένα έως το πέντε.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Erica Fulgida», 1813. 43 x 27 εκ., ακουαρέλα και γραφίτης σε περγαμηνή. Εικονογράφηση για το βιβλίο «Description des Plantes Rares Cultivées à Malmaison et à Navarre» («Περιγραφή σπάνιων φυτών που καλλιεργούνται στη Μαλμαιζόν και τη Ναβάρρα»).  Δωρεά της Άννας Χ. Μπας (2015), Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Οι βοτανολόγοι σήμερα βασίζονται περισσότερο στις βοτανικές εικονογραφήσεις παρά στις φωτογραφίες. Η Άλις Ταντζερίνι, εικονογράφος στο τμήμα βοτανικής του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Ιδρύματος Σμιθσόνιαν, εξήγησε ότι οι βοτανικές εικονογραφήσεις «απεικονίζουν αυτό που περιγράφει ένας βοτανολόγος, επικυρώνοντας την επιστημονική ανάλυση. Η ψηφιακή φωτογραφία, αν και χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο, δεν μπορεί να αναδείξει τις λεπτομέρειες των μερών του φυτού που ένας επιστήμονας μπορεί να θέλει να τονίσει, και μια φωτογραφική μηχανή δεν μπορεί να ανακατασκευάσει ένα ρεαλιστικό βοτανικό δείγμα από αποξηραμένο, συμπιεσμένο υλικό.»

Η βοτανική τέχνη τον 18ο αιώνα

Η καλλιέργεια, η μελέτη και η συλλογή εξωτικών φυτών και λουλουδιών ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς τον 16ο αιώνα. Οι πρώτοι βοτανολόγοι έκαναν εικονογραφήσεις στην ύπαιθρο ή προσλάμβαναν καλλιτέχνες για να τους συνοδεύουν στις εξορμήσεις τους, αντί να διακινδυνεύουν να καταστρέψουν τα δείγματα μεταφέροντάς τα.

«Ο σκοπός της τέχνης της φυσικής ιστορίας είναι να βοηθήσει τους επιστήμονες στο έργο τους να αναγνωρίσουν, να περιγράψουν, να ταξινομήσουν και να ονομάσουν τα είδη», λέει σε ένα βίντεο η Τζούντιθ Μαγκή, επιμελήτρια σπάνιων βιβλίων, χειρογράφων και έργων τέχνης στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου. Ένας συλλέκτης θα έκανε λεπτομερείς εικονογραφήσεις των φυτών και θα τις δημοσίευε ως χαρακτικά ή γκραβούρες σε ένα άλμπουμ που ονομάζεται «florilegium», που μεταφράζεται από τα λατινικά ως «Φυτολόγιο».

Τον 18ο αιώνα, οι βοτανολόγοι άρχισαν να χρησιμοποιούν τις νέες ταξινομήσεις του Σουηδού ταξινομητή Καρόλου Λινναίου για τον φυσικό κόσμο (σε βασίλεια και τάξεις), όπως αναφέρονται στο έργο του «Systema Naturae» του 1735, ένα σύστημα ταξινόμησης που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα.

ZoomInImage
Λουί-Λεοπόλντ Μπουαγί, «Πορτρέτο του Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ», περ. 1800. Λάδι σε καμβά, 15 × 20 εκ. (Public Domain)

 

Κατά τη διάρκεια της ζωής του (και μετά), ο βοτανογράφος Ρεντουτέ αναγνωρίστηκε ως ο κορυφαίος καλλιτέχνης στον τομέα του,  αγαπημένος των βασιλέων και των αριστοκρατών, με τη Μαρία Αντουανέτα και την Ιωσηφίνα Βοναπάρτη να αποτελούν τις δύο πιο γνωστές προστάτιδες και μαθήτριές του.

ZoomInImage
Ζυλί Ριμπώ, «Η Σχολή Βοτανικής Ζωγραφικής του Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ στην Αίθουσα Μπουφόν του Κήπου των Φυτών», 1830. Γραφίδα και ακουαρέλα, 27 × 35 εκ. Μουσείο Φιτζγουίλιαμ, Κέιμπριτζ, Αγγλία. (Public Domain)

 

Δημιούργησε πάνω από 2.100 εικόνες λουλουδιών, που καλύπτουν περισσότερα από 1.800 είδη, μερικά από τα οποία δεν είχαν καταγραφεί ποτέ πριν, ενώ άλλα έχουν εξαφανιστεί από τότε.

«Πιστεύω ότι κατάφερα να επιτύχω τον τριπλό συνδυασμό ακρίβειας, σύνθεσης και χρώματος, η ένωση των οποίων είναι το μόνο μέσο για να φτάσει η βοτανογραφία στην τελειότητα», είχε πει ο Ρεντουτέ για την τέχνη του το 1817, σύμφωνα με το βιβλίο του συγγραφέα Ντ. Γουόλτερ Λακ με τίτλο «Ρεντουτέ: Το βιβλίο των λουλουδιών».

Εκτός από τα πιο γνωστά έργα του «Les Roses» και «Les Liliacées», ο Ρεντουτέ απεικόνισε και άλλα είδη φυτών. Για παράδειγμα, ζωγράφισε εντυπωσιακά παχύφυτα και κάκτους, όπως ο Heliocereus speciosus σε πλήρη άνθιση (προπαρασκευαστικό σχέδιο με ακουαρέλα σε περγαμηνή, που φυλάσσεται στο Μουσείο Τέχνης του Λος Άντζελες). Ο Ρεντουτέ δημιούργησε επίσης μονοχρωματικές μελέτες δέντρων της Βόρειας Αμερικής για το έργο του Αντρέ Μισώ «Ιστορία των δρυών της Αμερικής» («Histoire des Chênes de l’Amérique», 1801), που είχε ως στόχο να αναδείξει τα δέντρα που θα μπορούσαν να αναδασώσουν τη γαλλική ύπαιθρο.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Ένας ανθισμένος κάκτος: Heliocereus Speciosus», 1831. Ακουαρέλα σε περγαμηνή. 70 x 57 εκ. Δωρεά της Επιτροπής Συλλεκτών του 2003. Μουσείο Τέχνης του Λος Άντζελες. (Museum Associates/LACMA)

 

Ο δρόμος προς την τελειότητα

Γεννημένος στο Σαιντ Υμπέρ της Αρδέννης, στο σημερινή Βέλγιο, ο Ρεντουτέ έμαθε να ζωγραφίζει από τον πατέρα του, ο οποίος είχε μάθει από τον δικό του πατέρα. Σε ηλικία 6 ετών, δημιουργούσε μικρά έργα και όταν ήταν 13 ετών έφυγε από το σπίτι για να κερδίσει τα προς το ζην ως περιπλανώμενος καλλιτέχνης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σπούδασε με Φλαμανδούς δασκάλους στη Φλάνδρα και τις Κάτω Χώρες και ανακάλυψε τα έργα των Ολλανδών ζωγράφων λουλουδιών Ράχελ Ρούις και Γιαν βαν Χούισουμ.

Στο Παρίσι, σχεδίαζε σκηνικά μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του. Στον ελεύθερο χρόνο του, έμαθε την έγχρωμη εκτύπωση και παρακολούθησε διαλέξεις του Γκέραρντ φαν Σπάντονκ, Ολλανδού ζωγράφου και επίσημου βασιλικού καθηγητή ζωγραφικής της γαλλικής Αυλής.

Επίσης, σχεδίαζε και ζωγράφιζε σπάνια φυτά στα θερμοκήπια του Βασιλικού Κήπου Φαρμακευτικών Φυτών (Le Jardin Royal des Plantes Médicinales). Σε ένα ταξίδι του στα θερμοκήπια, γνώρισε τον αριστοκράτη, βιολόγο και άπληστο συλλέκτη φυτών Σαρλ Λ’ Εριτιέ, ο οποίος τού δίδαξε ανατομία των φυτών, ανάλυση και πώς να δημιουργεί εικονογραφήσεις για βοτανολόγους. Ο Λ’ Εριτιέ ανέθεσε αρχικά στον Ρεντουτέ να δημιουργήσει 50 σχέδια για χαρακτικά στο έργο του «Stirpes Novae» («Νέα Φυτά», 1784–1785).

Ο Ρεντουτέ δημιούργησε συνολικά 500 σχέδια για τον Λ’ Εριτιέ, συμπεριλαμβανομένων σπάνιων φυτών που φύονταν στους Κήπους Κιου. Τα σχέδια αυτά δημοσιεύτηκαν το 1788 με τον τίτλο «Sertum Anglican».

Ο Ρεντουτέ έμαθε να ζωγραφίζει με ακουαρέλα σε περγαμηνή από τον βασιλικό ζωγράφο λουλουδιών βαν Σπάντονκ, ο οποίος επέβλεπε τα έργα του Ρεντουτέ για το «Les Vélins du Roi» («Οι περγαμηνές του βασιλιά»), ένα έγγραφο με σχεδόν 7.000 πίνακες που καταγράφουν τη βασιλική συλλογή χλωρίδας και πανίδας. Ο βασιλικός χαράκτης Ζιλ Ντεμαρτώ δίδαξε στον Ρεντουτέ την τεχνική χάραξης με κουκκίδες, και το 1790 ο Ρεντουτέ έμαθε την τεχνική της έγχρωμης εκτύπωσης με κουκκίδες από τον Ιταλό χαράκτη Φραντσέσκο Μπαρτολότσι στους Κήπους Κιου, στην Αγγλία. Σε αυτήν την τεχνική, οι καλλιτέχνες χαράσσουν κουκκίδες διαφορετικής πυκνότητας, αντί για γραμμές, για να αποδώσουν τον τόνο και τις αποχρώσεις.

Όταν η Μαρία Αντουανέτα ανέθεσε την εργασία στον Ρεντουτέ, αυτός είχε στη διάθεσή του ολόκληρο το νέο Μικρό Τριανόν και τους κήπους του, που ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ είχε χαρίσει στη βασίλισσα του με τη διάσημη φράση: «Σε σένα που αγαπάς τόσο τα λουλούδια, σου προσφέρω αυτό το μπουκέτο».

Πρωτοποριακές εκτυπώσεις

Ο Ρεντουτέ επιχρωμάτιζε με ακουαρέλα τις εκτυπώσεις του, που αρχικά γίνονταν σε χαρτί και αργότερα σε περγαμηνή. Στα πρώτα του έργα, χρησιμοποιούσε τη γραμμική χαρακτική, ενώ αργότερα τελειοποίησε την έγχρωμη χαρακτική με κουκκίδες, η οποία του επέτρεπε να αποδίδει πιο λεπτές τονικές διαβαθμίσεις και σκιές. Ήταν αυτός που εισήγαγε τη χαρακτική με κουκκίδες στη Γαλλία και στη βοτανική τέχνη.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Ρόδο των λιβαδιών» (Rosa Carolina Corymbosa), 1817–1824. Ακουαρέλα σε περγαμηνή. Δωρεά εκ μέρους του Γουόρεν Χ. Κόρνινγκ από τη σύζυγό του και τα παιδιά του, Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ. (Public Domain)

 

Ο Ρεντουτέ εκτύπωνε πρώτα μερικά αντίτυπα με μαύρο μελάνι στις καινούργιες πλάκες. Αυτό αφαιρούσε την αιχμηρότητα των εκτυπώσεων που γίνονταν με τις παρθένες πλάκες. Επέλεγε χαρτί με ωχροκίτρινη απόχρωση για τις μαύρες εκτυπώσεις, ώστε να αναδείξει τους λεπτούς τόνους της χάραξης με κουκκίδες, οι οποίοι θα υποβαθμίζονταν στο λευκό χαρτί. Δημοσίευσε αυτές τις μονόχρωμες εκτυπώσεις σε ειδικές εκδόσεις των βιβλίων του.

Η χρονοβόρος τεχνική που χρησιμοποιούσε ο Ρεντουτέ για να απεικονίσει τα χρωματιστά φυτά απαιτούσε την προσθήκη όλων των χρωμάτων μελάνης ταυτόχρονα. Αυτό συνεπαγόταν τη χρήση ενός μικροσκοπικού δερμάτινου σφουγγαριού ή βαμβακερού σφουγγαριού σε μια πλάκα με κουκκίδες, επιτρέποντας στους λεπτούς απαλούς τόνους και τα καμπύλα σχήματα των φυτών να αναδυθούν. Μετά την εκτύπωση, ο Ρεντουτέ χρωμάτιζε με το χέρι τις εικόνες και στη συνέχεια κατέστρεφε τις  πλάκες για να αποτρέψει την παραγωγή περαιτέρω αντιτύπων.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Ornithogalum Longibracteatum», 1802–1816. Χαρακτικό με κουκκίδες και γραμμές, επιχρωματισμένο στο χέρι για το «Les Liliacées». Δωρεά του Κλαμπ Εκτυπώσεων του Κλήβελαντ προς τιμήν του Άρνολντ Μ. Ντέηβις, Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ. (Public Domain)

 

Τριαντάφυλλα και κρίνοι

Το 1798, η σύζυγος του Ναπολέοντα, η αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα, ανέθεσε για πρώτη φορά στον Ρεντουτέ να ζωγραφίσει μερικές ακουαρέλες για την κρεβατοκάμαρά της στη Μαλμαιζόν, περίπου 15 χιλιόμετρα από το κέντρο του Παρισιού. Οι επόμενες παραγγελίες δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο του βοτανολόγου Ετιέν Πιερ Βεντενά «Jardin de la Malmaison» («Κήπος της Μαλμαιζόν») και στο βιβλίο του βοτανολόγου Αιμέ Ζακ Αλεξάντρ Μπονπλάν «Description des Plantes Rares Cultivées à Malmaison et à Navarre» («Περιγραφή των σπάνιων φυτών που καλλιεργούνται στη Μαλμαιζόν και τη Ναβάρρα»).

Ως ένθερμη συλλέκτρια λουλουδιών, η Ιωσηφίνα είχε κάθε γνωστό είδος τριαντάφυλλου στους κήπους της Μαλμαιζόν. Ο πόλεμος δεν την εμπόδισε να επεκτείνει τους κήπους της – το αντίθετο μάλλον συνέβη, καθώς ο Ναπολέων διέταξε τους ναυάρχους του να ψάχνουν κάθε πλοίο για φυτά για τον κήπο της. Ακόμη και όταν η Γαλλία και η Αγγλία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, η Ιωσηφίνα εισήγαγε τριαντάφυλλα μέσω του Άγγλου φυτοκόμου της. Και ο Σερ Τζόζεφ Μπανκς, διευθυντής των Βασιλικών Βοτανικών Κήπων Κιου, της έστελνε τριαντάφυλλα.

Στον πρόλογό του «Jardin de la Malmaison» (1803), ο Βεντενά απευθύνεται στην Ιωσηφίνα και στην αγάπη της για τη συλλογή λουλουδιών. Τα φυτά της ήταν «τα σπανιότερα φυτά της γαλλικής γης [και] το πιο γλυκό ενθύμιο των κατακτήσεων του επιφανούς συζύγου της».

Ο Ρεντουτέ δημιούργησε τα πιο γνωστά έργα του υπό την αιγίδα της Ιωσηφίνας: «Les Roses» και «Les Liliacées». Δημιούργησε τους τρεις τόμους του «Les Roses» μεταξύ 1817 και 1824, δημοσιεύοντας τις 168 πλάκες σε 30 συνέχειες. Ο βοτανολόγος Κλωντ Αντουάν Τορύ έγραψε επιστημονικές περιγραφές για κάθε δείγμα.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Rosa Centifolia Simplex», 1817–1824. Ακουαρέλα σε περγαμηνή. Δωρεά εκ μέρους του Γουόρεν Χ. Κόρνινγκ, από τη σύζυγό του και τα παιδιά του, Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ. (Public Domain)

 

Οι ειδικοί πιστεύουν ότι οι πλάκες του «Les Roses» έχουν καλλιτεχνική, βοτανική και τεκμηριωτική αξία, τόσο για τα είδη και τις ποικιλίες που εξακολουθούν να υπάρχουν όσο και για εκείνα που έχουν εξαφανιστεί. Η Ιωσηφίνα δεν είδε ποτέ το αριστούργημα του Ρεντουτέ, καθώς πέθανε πριν ολοκληρωθεί το έργο.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα ή Τριανταφυλλιά της Φρανκφούρτης (Rosa Turbinata)», 1817–1824. Έγχρωμο χαρακτικό με κουκκίδες για το «Les Roses»· 48 × 71 εκ. Δωρεά των Κάθυ και Μάικλ Μουρόν, προς τιμήν του Γ. Γκράχαμ Αράντερ Γ΄ (2018), Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Το «Les Liliacées» ήταν το μεγαλύτερο έργο του Ρεντουτέ, με οκτώ τόμους και 503 πλάκες, που εκδόθηκε σε 80 τεύχη μεταξύ 1802 και 1816. Τα έργα δεν περιέχουν μόνο κρίνα, αλλά και λουλούδια εκτός της οικογένειας των κρίνων, όπως ίριδες, ορχιδέες, ελικόνιες, αγαύες, αμαρυλλίδες και βρομελιές, συμπεριλαμβανομένων του ανανά και της μπανάνας. Ο Redouté χρωμάτισε με το χέρι 18 μεγάλα αντίγραφα του «Les Liliacées» σε χαρτί.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Limodorum Purpureum», 1802–1816.  Επιχρωματισμένο χαρακτικό με γραμμές και κουκκίδες από το «Les Lilacées». Δωρεά του Print Club of Cleveland προς τιμήν του Arnold M. Davis, The Cleveland Museum of Art. (Public Domain)

 

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Scilla Amaena», 1802–1816. Επιχρωματισμένο χαρακτικό με γραμμές και κουκκίδες από το «Les Lilacées». Δωρεά του Print Club of Cleveland προς τιμήν του Arnold M. Davis, The Cleveland Museum of Art. (Public Domain)

 

Προς τιμήν της Ιωσηφίνας μετονόμασε έναν κρίνο: τον Brunsvigia josephinae, κοινώς γνωστό ως κρίνος της Ιωσηφίνας ή κρίνος κηροπήγιο, ο οποίος χρειάζεται πάνω από μια δεκαετία για να αναπτύξει το ριζικό του σύστημα πριν ανθίσει. Η Ιωσηφίνα αγόρασε έναν βολβό στην Ολλανδία, αφού είχε ανθίσει για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια. Ο Ρεντουτέ σημείωσε ότι με τη φροντίδα της Ιωσηφίνας ξαναάνθισε δύο φορές, και γι’ αυτό τον μετονόμασε.

ZoomInImage
Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, «Amaryllis Josephinae» (γνωστή και ως «Brunsvigia Josephinae» ή «κρίνος της Ιωσηφίνας»), περίπου 1809–1812. Ακουαρέλα πάνω από γραφίτη σε περγαμηνή, 48 × 71 εκ. Δωρεά του Ίρα Μπριντ, στη μνήμη της Μύρνα Μπριντ και προς τιμήν του Ντέηβιντ Μπριντ (2012), Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. (Public Domain)

 

Μετά το θάνατο του Ρεντουτέ, ένας φίλος του δημοσιογράφος έγραψε για το «Les Liliacées»:

«Αυτή η λαμπερή και κομψή οικογένεια των κρίνων, με την τόσο δύσκολη γενεαλογία και τα διάφορα είδη που αναμειγνύονται και συγχωνεύονται τόσο καλά, χρειαζόταν έναν ιδιοφυή άνθρωπο για να την περιγράψει.»

Άνοιξαν οι αιτήσεις για τον 7ο Διεθνή Διαγωνισμό Πορτρέτου NTD 2025

Ο 7ος Διεθνής Διαγωνισμός Πορτρέτου NTD (NIFPC) ανοίγει τις πόρτες του για καλλιτέχνες από όλον τον κόσμο που θα ήθελαν να συμμετάσχουν με εντυπωσιακά πορτρέτα ζωγραφισμένα με λάδι και με ρεαλιστική τεχνοτροπία. Στόχος και της φετινής διοργάνωσης είναι να προβληθούν η ανθρωπιά και οι παραδοσιακές αξίες μέσω της παραστατικής τέχνης, προσφέροντας ταυτόχρονα στους συμμετέχοντες την ευκαιρία να προβάλουν τη δουλειά τους και να διαγωνιστούν για σημαντικά χρηματικά βραβεία.

Ανεξαρτήτως αν πρόκειται για επαγγελματίες ή ερασιτέχνες, φοιτητές ή καταξιωμένους καλλιτέχνες, όλοι οι συμμετέχοντες θα έχουν την ευκαιρία να διαγωνιστούν για το χρυσό βραβείο των 10.000 δολαρίων, δύο ασημένια βραβεία των 3.000 δολαρίων, τρία χάλκινα βραβεία των 1.500 δολαρίων, καθώς και πολλές άλλες κατηγορίες βραβείων των 1.000 δολαρίων, όπως για την ανθρωπιά, την εξαιρετική τεχνική και τη νεότητα.

Οι φιναλίστ θα προσκληθούν σε σεμινάρια και θα έχουν την ευκαιρία να επισκεφτούν μουσεία και γκαλερί. Τα έργα τους θα παρουσιαστούν τόσο διαδικτυακά όσο και στην έκθεση που θα πραγματοποιηθεί στο διάσημο Salmagundi Club της Νέας Υόρκης. Η τελετή απονομής θα γίνει εκεί τον Ιανουάριο του 2026, με την ακριβή ημερομηνία να προσδιορίζεται αργότερα. Ο διαγωνισμός, ο οποίος διοργανώνεται από το NTD Television και αποτελεί μέρος των εκδηλώσεων του ομίλου ενημέρωσης The Epoch Times, προάγει την «αγνότητα της αλήθειας, της καλοσύνης και της ομορφιάς στην παραδοσιακή ζωγραφική».

Τέχνη που εμπνέει ελπίδα

Ο NIFPC ενθαρρύνει τους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν έργα που αναδεικνύουν την ελπίδα, τις παραδοσιακές αξίες και παγκόσμια ιδανικά όπως η ομορφιά, η αρετή και η συμπόνια. Ο διάσημος γλύπτης και πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Τζανγκ Κουνλούν (Zhang Kunlun) εξηγεί την αξία του ρεαλιστικού ζωγραφικού πορτρέτου: «Η απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής είναι η πιο δύσκολη. Δοκιμάζει τις ικανότητες ενός καλλιτέχνη και αποτελεί έναν πνευματικό δρόμο. Οι διάφορες θρησκείες αναφέρουν ότι οι θεοί δημιούργησαν τους ανθρώπους κατ’ εικόνα τους. Χρησιμοποιώντας αυθεντικές τεχνικές παραστατικής ζωγραφικής, εκφράζουμε σεβασμό στην ανθρωπότητα.»

Οι νικητές του περσινού διαγωνισμού

Στον 6ο διαγωνισμό, συμμετείχαν εκατοντάδες καλλιτέχνες από όλον τον κόσμο, με τους κριτές να επιλέγουν 50 φιναλίστ από περίπου 20 χώρες. Οι πίνακες κάλυπταν μια ποικιλία θεμάτων, από αυτοπορτρέτα μέχρι σκηνές θρησκευτικών διώξεων και πνευματικές αναζητήσεις. Η Ταϊβανέζα καλλιτέχνης Chen Hung-Yu κέρδισε το ασημένιο βραβείο, μαζί με δύο συναδέλφους της, για το τρίπτυχο «Η ατελείωτη χάρη του Βούδα», το οποίο απεικονίζει την πνευματική σωτηρία της ανθρωπότητας. Σχολιάζοντας τη νίκη της, είπε: «Όταν παρέλαβα το μετάλλιο, ένιωσα ότι κουβαλούσα το βάρος της αποστολής να συνεχίσω την παραδοσιακή ζωγραφική».

Η Ταϊβανέζα καλλιτέχνης Chen Hung-Yu. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

Ο Βραζιλιάνος Clodoaldo Geovani Martins κέρδισε το χάλκινο βραβείο για το έργο  του «Bath Time», ενώ ο Αμερικανός καλλιτέχνης John Darley, που κέρδισε επίσης ένα χάλκινο βραβείο με το πορτρέτο «Vivian», δήλωσε: «Όταν κάποιος εκτιμά τη δουλειά σου και σου δίνει ένα βραβείο, ειδικά χρηματικό, αυτό πραγματικά ενισχύει τη θέληση σου να συνεχίσεις.»

Clodoaldo Geovani Martins , «Bath Time», Βραζιλία. Λάδι σε καμβά, 92 x 102 εκ. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Πορτρέτου NTD).

 

Ο Αμερικανός καλλιτέχνης John Darley με το βραβείο που κέρδισε για το πορτρέτο «Vivian» στον 6ο Διεθνή Διαγωνισμό Πορτρέτου NTD. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

Οι καλλιτέχνες έχουν προθεσμία έως τις 31 Ιουλίου για να καταθέσουν τη συμμετοχή τους στον 7ο Διεθνή Διαγωνισμό Πορτρέτου NTD.

Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε το OilPainting.NTDTV.com

 

Ένας διεθνής διαγωνισμός φωτογραφίας για τη διατήρηση της παραδοσιακής αισθητικής

Τον 20ο αιώνα, ο Αμερικανός φωτογράφος Ansel Adams (1902–1984) υποστήριζε: «Πιστεύω ότι υπάρχει ομορφιά σε όλα και ότι η φύση έχει την ικανότητα να μας εμπνέει όλους».

Αν και στις μέρες μας, η παρέμβαση σε μία φωτογραφία και η αλλοίωση της φυσικότητας του θέματος είναι κάτι το αρκετά συνηθισμένο, ο Διεθνής Διαγωνισμός Φωτογραφίας του NTD (NIPC) έχει αποστολή τη «διατήρηση της παραδοσιακής αισθητικής».

Οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό καλούνται να υποβάλουν φωτογραφίες τις οποίες δεν έχουν επεξεργαστεί ψηφιακά, αν και μπορούν να προσαρμόσουν τη φωτεινότητα, την ευκρίνεια και την ισορροπία χρωμάτων στις εικόνες τους. Στόχος του διαγωνισμού η ανάδειξη της φύσης και της δεξιοτεχνίας του φωτογράφου, η τεχνική αρτιότητα και το καλλιτεχνικό αισθητήριο.

Στην πέμπτη επανάληψή του, ο NIPC προσκαλεί ερασιτέχνες και επαγγελματίες φωτογράφους από όλο τον κόσμο να υποβάλλουν φωτεινές, νατουραλιστικές εικόνες που απεικονίζουν την ομορφιά και την ευγένεια, και να διαγωνιστούν για το πρώτο βραβείο των $5.000 ή για φωτογραφικά προϊόντα και εξοπλισμό αντίστοιχης αξίας.

Αιχμαλωτίζοντας την καλοσύνη

Ο Άγγλος φιλόσοφος Ρότζερ Σκράτον είχε πει: «Η φωτογραφία είναι διαφανής στο θέμα της, και αν μας ενδιαφέρει, αυτό συμβαίνει επειδή λειτουργεί ως υποκατάστατο του αντιπροσωπευόμενου πράγματος. Έτσι, αν κάποιος βρίσκει μια φωτογραφία όμορφη, είναι επειδή βρίσκει κάτι όμορφο στο θέμα της.»

Οι συμμετέχοντες μπορούν να υποβάλουν εικόνες σε δύο κατηγορίες του διαγωνισμού: α) Κοινωνία & Ανθρωπότητα, β) Φύση & Τοπίο. Τα θέματα μπορεί να αφορούν τον πολιτισμό, τον φυσικό κόσμο ή τις παραδοσιακές αξίες. Οι φωτογραφίες των φιναλίστ του 4ου NIPC περιελάμβαναν πορτραίτα, ανθρώπους στη δουλειά, οικογενειακές στιγμές, ερημιά, και άγρια ​​φύση.

Ο καταξιωμένος Άγγλος φωτογράφος Μάικλ Κέννα δήλωσε: «Η φωτογραφία τοπίου είναι ο πιο υπερβατικός τρόπος για να αποτυπώσεις την ήσυχη ομορφιά και την ενέργεια του κόσμου». Ο Κέννα αποτυπώνει τοπία με ένα «παραδοσιακό, μη ψηφιακό, ασημί φωτογραφικό μέσο» για περισσότερα από 50 χρόνια.

Οι κριτές του διαγωνισμού θα αξιολογήσουν τις τεχνικές δεξιότητες κάθε συμμετέχοντα και το καλλιτεχνικό όραμα των θετικών, ουσιαστικών εικόνων του.

Οι φωτογραφίες των φιναλίστ του 5ου NIPC θα παρουσιαστούν στο διαδίκτυο και σε έκθεση στη Νέα Υόρκη, από τις 25 έως τις 31 Ιανουαρίου 2026 (η ακριβής τοποθεσία πρόκειται να ανακοινωθεί αργότερα).

Οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό μπορούν να εμπνευστούν από τα λόγια του Ελβετοαμερικανού φωτογράφου Ρόμπερτ Φρανκ (1924–2019): «Υπάρχει ένα πράγμα που πρέπει να περιέχει η φωτογραφία: την ανθρωπιά της στιγμής».

Οι φωτογράφοι έχουν προθεσμία έως τις 31 Ιουλίου 2025 για να εγγραφούν στον 5ο NIPC.

Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφτείτε το Photo.NTDTV.com

Chee-Eam Chua, «Πρωινή σκηνή», Μαλαισία. Πρώτο βραβείο στην κατηγορία Φύση & Τοπίο, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Yuan-Kuei Chen, «Κορυφή», Ταϊβάν. Δεύτερο βραβείο στην κατηγορία Φύση & Τοπίο, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Allen Li , «The Twelve Apostles», Αυστραλία. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Φύση & Τοπίο, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Wen-Hsien Lin, «Love», Ταϊβάν. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Φύση & Τοπίο, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

William Lee, «Yosemite Valley», Ηνωμένες Πολιτείες. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Φύση & Τοπίο, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Wai-Leong Yap, «Longing», Μαλαισία. Πρώτο Βραβείο στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Ting-Hsin Chen, «Προστασία», Ταϊβάν. Δεύτερο Βραβείο στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Choo-Kia Ng, «Love», Μαλαισία. Τρίτο Βραβείο στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Willis Zhoe , «Memorial Day», Ηνωμένες Πολιτείες. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Anthony Miu Kwok, «Brickcave Workers», Χονγκ Κονγκ. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Stanley Wong, «More Butter Tea, Please», Καναδάς. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

David Wong, «Fall Over», Αυστραλία. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Sudipto Das, «Computer Literacy», Ινδία. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

 

Vida Sun, «Το Φάλουν Ντάφα είναι καλό», Ταϊβάν. Βραβείο Εξαιρετικής Τεχνικής στην κατηγορία Κοινωνία & Ανθρωπότητα, στον 4ο Διεθνή Διαγωνισμό Φωτογραφίας NTD. (Ευγενική παραχώρηση του Διεθνούς Διαγωνισμού Φωτογραφίας NTD)

17ο Σαλόν ARC: Ο νικητής και τα ιδεώδη του διαγωνισμού για την ανάδειξη της παραστατικής ζωγραφικής

«Οι καλές τέχνες έχουν τη δύναμη να συγκινήσουν μέχρι δακρύων ή να αρπάξουν την ευαισθησία σου και να σε καθηλώσουν με μια συντριπτική αίσθηση ομορφιάς και ενθουσιασμού», έγραψε ο Φρέντερικ Ρος, συλλέκτης έργων τέχνης και ιδρυτής του Κέντρου Ανανέωσης της Τέχνης (Art Renewal Center – ARC), σε ένα δοκίμιο με τίτλο: «Η φιλοσοφία του ARC: Γιατί ο Ρεαλισμός;».

Το ARC, μη κερδοσκοπικός οργανισμός που ιδρύθηκε το 1999 κα εδρεύει στη Νέα Υόρκη, υποστηρίζει και προωθεί Ρεαλιστές καλλιτέχνες και τη ρεαλιστική καλλιτεχνική εκπαίδευση διεθνώς. Αγοράζει, επίσης, αξιόλογα έργα παραστατικής ζωγραφικής.

Το 2004, ο εναρκτήριος Διεθνής Διαγωνισμός του Σαλόν του ARC είχε περισσότερες από 1.100 συμμετοχές, από περισσότερες από δώδεκα χώρες. Τώρα, στη 17η επανάληψη του, οι συμμετοχές ξεπερνούν τις 5.000, από 87 χώρες.

Περίπου 100 από τα καλύτερα έργα του 17ου και του 18ου Διεθνούς Διαγωνισμού του Σαλόν του ARC θα εκτεθούν στον οίκο Sotheby’s στη Νέα Υόρκη το καλοκαίρι του 2026.

Η σύνδεση του διαγωνισμού ARC με τον Sotheby’s αποτελεί απόδειξη του κύρους του και επικυρώνει τις συνεχείς προσπάθειες και τη δέσμευση της ομάδας του ARC και των υποστηρικτών του να προωθήσουν τα καλύτερα παραστατικά έργα. Δείχνει επίσης ότι ο Ρεαλισμός έχει μια θέση στη σύγχρονη αγορά τέχνης, η οποία, εδώ και δεκαετίες, κατακλύζεται από την αφηρημένη και μοντέρνα τέχνη.

Ο μελετητής τέχνης και διαχειριστής του ARC Βερν Γκ. Σουάνσον έκρινε αρκετές κατηγορίες στον πρόσφατο διαγωνισμό. Επαίνεσε το υψηλό διαμέτρημα και την ποικιλία των συμμετοχών των ρεαλιστών καλλιτεχνών. «Λίγες εκθέσεις – καμία τόσο μεγάλη ή περιεκτική – αναδεικνύουν το εύρος της ρεαλιστικής τέχνης όσο το Σαλόν του ARC», έγραψε σε email.

«Αυτή η έκθεση αποτελεί μια μικρογραφία της μεγάλης ποικιλίας πολιτιστικής και εθνοτικής αισθητικής που υπάρχει […] Στον πυρήνα του, το Διεθνές Σαλόν του ARC συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο τη δύναμη του αιώνιου κόσμου της τέχνης.»

Πάβελ Σόκοφ: ο Καλύτερος της Έκθεσης

Στις 7 Ιανουαρίου, το ARC ανακοίνωσε τους νικητές του 17ου Διεθνούς Διαγωνισμού του Σαλόν του ARC. Το βραβείο του καλύτερου έργου της έκθεσης κέρδισε ο πίνακας του Καναδού καλλιτέχνη Πάβελ Σόκοφ «Παρακολουθώντας τον Χορό». Το βραβείο προσέφερε το The MacAvoy Foundation, το οποίο, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του, «υποστηρίζει καλλιτέχνες που παράγουν διαχρονική, ουσιαστική τέχνη με αριστοτεχνικό τρόπο».

ZoomInImage
Πάβελ Σόκοφ, «Παρακολουθώντας τον Χορό», 2024. Λάδι σε λινό, 91 χ 61 εκ. Στις 7 Ιανουαρίου 2025, το Κέντρο Ανανέωσης Τέχνης (ARC) ανακοίνωσε ότι το «Παρακολουθώντας τον Χορό» κέρδισε το βραβείο του καλύτερου έργου της έκθεσης στον 17ο Διεθνή Διαγωνισμό του Σαλόν του ARC. (Ευγενική παραχώρηση του ARC)

 

Το επιδέξιο πινέλο του Σόκοφ απέδωσε το φως, τη σκόνη και τη θερμότητα με σχεδόν απτό τρόπο, απεικονίζοντας ένα κορίτσι της φυλής Ντασσάνεχ να παρακολουθεί έναν τελετουργικό χορό στην απομακρυσμένη κοιλάδα Όμο της νοτιοανατολικής Αιθιοπίας. Το φως του ήλιου παιχνιδίζει στην κορυφή του κεφαλιού της, αναδεικνύοντας ίσως την ιερότητα του χορού. Φοράει ένα ριγέ ύφασμα δεμένο στη μέση της για φούστα, ενώ κορδόνια με κόκκινες και μπλε χάντρες κοσμούν το λαιμό και τα μπράτσα της. Κοιτάζει προς τα εμάς, σαν να μας καλεί να παρακολουθήσουμε μαζί της τον χορό. Ο Σόκοφ αξιοποίησε την άνυδρη ατμόσφαιρα της κοιλάδας Όμο καλύπτοντας τους χορευτές με έναν αέρα γεμάτο σκόνη και μυστήριο. Μπορούμε σχεδόν να ακούσουμε τους χορευτές, καθώς με θόρυβο πηγαίνουν στη θέση τους. Μερικοί έχουν βάψει το σώμα τους, ενώ άλλοι κρατούν δόρατα..

Το «Παρακολουθώντας τον Χορό» είναι μέρος της σειράς «Ιστορίες των φυλών της Αιθιοπίας» του Σόκοφ , την οποία ζωγράφισε το 2022 αφού πέρασε δύο μήνες ζώντας με οκτώ διαφορετικές φυλές στην κοιλάδα Όμο. Σύμφωνα με δήλωση του καλλιτέχνη, η σειρά αποτελεί μέρος της αποστολής του Σόκοφ «να ανακαλύψει, να κατανοήσει και να μοιραστεί τις ιστορίες των παραδοσιακών πολιτισμών σε όλο τον κόσμο».

Κάθε φυλή της κοιλάδας του Όμο έχει διαφορετικά έθιμα και παραδόσεις, αλλά όλα έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ελάχιστη έως καθόλου επαφή με ξένους.

Ο Σόκοφ βυθίστηκε σε κάθε φυλή όσο περισσότερο μπορούσε, κοιμώμενος σε μια σκηνή και προσλαμβάνοντας έναν τοπικό οδηγό. Δημιούργησε πολυάριθμα πορτραίτα με ζωντανά μοντέλα και αποτύπωσε με την τέχνη του κάθε χωριό και τα περίχωρά του. Έβγαλε, επίσης, φωτογραφίες αναφοράς και αγόρασε τοπικά είδη.

«Ελπίζω να πω τις ποικίλες ιστορίες τους και να δείξω ότι υπάρχουν πολύ διαφορετικοί τρόποι ζωής από τους δικούς μας», δήλωσε ο καλλιτέχνης.

Ο Σόκοφ γεννήθηκε στη Μόσχα το 1990, στο τέλος της σοβιετικής εποχής, αλλά μετανάστευσε στο Μοντρεάλ με την οικογένεια του όταν ήταν 10 ετών. Άρχισε να δέχεται παραγγελίες για πίνακες σε ηλικία 17 ετών.

Το 2014, ο Σόκοφ σπούδασε στο «Ατελιέ των Τεχνών Watts» στο Ενκινίτας της Καλιφόρνια. Το περιοδικό Time ανέθεσε στον τότε 24χρονο Σόκοφ να ζωγραφίσει έναν από τους επιλαχόντες του για το πρόσωπο της χρονιάς για το 2014, τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Ρώσος πρόεδρος δεν είναι το μόνο διάσημο πορτραίτο που έχει αναλάβει ο Σόκοφ. Έχει ζωγραφίσει ακόμα τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, καθώς και μέλη της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας.

Οι σειρές του «Συλλογή από ιστορίες του κόσμου» και «Ιστορίες των φυλών της Αιθιοπίας» δείχνουν το πάθος του να καταγράφει παραδοσιακούς πολιτισμούς από όλον τον κόσμο. Τώρα, με το πινέλο του, στρέφεται σε ένα άλλο πάθος του: την επιστήμη. Με τον τίτλο «Gravitas Project», ο Σόκοφ ζωγραφίζει τις προσωπογραφίες 20 επιστημόνων, μερικοί από τους οποίους έχουν κάνει πρωτοποριακές ανακαλύψεις αλλά δεν είναι ακόμη ευρέως γνωστοί.

Από το 2018, οι πίνακες του Σόκοφ κερδίζουν τακτικά διακρίσεις και βραβεία σε αξιόλογους διαγωνισμούς τέχνης. Πιο πρόσφατα, ο διάδοχος του Μπαχρέιν χορήγησε στον Σόκοφ μια Χρυσή Βίζα για το εξαιρετικό του ταλέντο. Κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Αφήγησης στον διαγωνισμό Best of America 2024 National Oil & Acrylic Painters’ Society (NOAPS) και το Βραβείο Καλύτερης Φιγούρας/Πορτραίτου στον διαγωνισμό NOAPS Best of America Small Works 2024.

Για τον Σόκοφ, η κατάκτηση του βραβείου του 17ου Διεθνούς Διαγωνισμού του Σαλόν του ARC είναι καθοριστική για την καριέρα του και η «αναγνώριση [ότι] βρίσκεται στο σωστό δρόμο», όπως έγραψε στο Instagram, προσθέτοντας: «Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για εμένα ότι ένας από τους πίνακές μου των φυλών της Αιθιοπίας πήρε αυτό το βραβείο, καθώς αυτή η σειρά αντιπροσωπεύει όλα όσα πρεσβεύω».

Τον δημιούργησε για τον εαυτό του, κάτι που συχνά είναι ριψοκίνδυνο. «Είναι τρομακτικό, μερικές φορές, να ξέρεις ότι αυτό για το οποίο είσαι παθιασμένος και τρελός, μπορεί να μην ενδιαφέρει κανέναν άλλο. Αλλά αν θέλετενα φτιάξετε κάτι αυθεντικό και μοναδικό, πρέπει απλώς να ακολουθήσετε την περιέργειά σας».

Η σειρά «Ιστορίες των φυλών της Αιθιοπίας» δεν μπαίνει «εύκολα στο σαλόνι ενός συλλέκτη», λέει ο καλλιτέχνης, «αλλά αντιπροσωπεύει όλα όσα είμαι. Είμαι περήφανος για αυτό.»

Ιησούς Παντοκράτωρ: Η κληρονομιά της βυζαντινής αγιογραφίας

Αν και ο κόσμος της βυζαντινής τέχνης παραμένει μακρινός για τους Δυτικούς, η παράδοση της έχει βαθιές και πνευματικές αξίες.

Όλα άρχισαν το 330, όταν ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, πόλη μεταξύ της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, στο σημείο όπου συναντώνται η Ευρώπη με την Ασία, μετονομάζοντάς τη σε Κωνσταντινούπολη.

Για περισσότερο από μία χιλιετία – από τον 4ο αιώνα περίπου μέχρι το 1453 – η θρησκευτική τέχνη άκμασε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία αφήνοντας πίσω θαυμαστές αγιογραφίες, ψηφιδωτά και σπουδαία αρχιτεκτονικά έργα.

Γνωστή είναι και η περίοδος της εικονομαχίας, που δίχασε τους πιστούς σε υπέρμαχους και πολέμιους των άγιων εικόνων, με αποτέλεσμα την απώλεια όχι μόνο πλήθους αριστουργημάτων αλλά και πολλών ανθρώπινων ζωών.

Την εικονομαχία ξεκίνησε ο Αυτοκράτορας Λέων Γ’ ο Ίσαυρος, το 726, όταν απομάκρυνε την εικόνα του Χριστού από την Χαλκή Πύλη του παλατιού στην Κωνσταντινούπολη. Η πράξη αυτή ήταν η πρώτη από μία μακρά σειρά βίαιων καταστροφών που επέφεραν οι εικονοκλάστες από το 726 έως το 787, και μετά πάλι από το 814 έως το 842, εξαφανίζοντας σχεδόν τον κόσμο της βυζαντινής τέχνης.

Το κύριο επιχείρημα των εικονομάχων ήταν ότι η λατρεία των εικόνων αντιστρατευόταν τη Δεύτερη Εντολή (»Δεν θα κατασκευάσεις για σένα είδωλα και κανενός είδους ομοίωμα που να αντιπροσωπεύει οτιδήποτε βρίσκεται ψηλά στον ουρανό ή εδώ κάτω στη γη ή μέσα στα νερά, κάτω απ’ τη γη – Έξοδος 20:4) – καταστρέφοντας τις εικόνες, λοιπόν, έσωζαν τους χριστιανούς από την ειδωλολατρία.

Από το μέρος τους, οι εικονολάτρες αρνούνταν αυτήν την κατηγορία. Στην περί εικόνων απολογία του, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (περ. 675-749) δήλωνε ότι αν και παλαιότερα ο αόρατος, άυλος και απερίγραπτος Θεός δεν απεικονιζόταν, ωστόσο με την ενσάρκωσή Του μεταξύ των ανθρώπων η σχέση μεταξύ ορατού και αόρατου άλλαξε, και ο Θεός έδωσε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να Τον συλλάβουν με τις αισθήσεις τους και να περιγράψουν αυτό που οι αισθήσεις τους συνέλαβαν. Μεταξύ άλλων, επεσήμανε τη διαφορά μεταξύ λατρείας της ύλης καθεαυτής και της λατρείας του Θεού μέσω της ύλης και χαρακτήρισε τις εικόνες βιβλία των αγραμμάτων.

Ο θεολόγος Κωνσταντίνος Σκουτέρης (1939-2009) γράφει στο «Ποτέ σαν θεοί» («Never as Gods: Icons and their Veneration», 1984): «Οι εικόνες ήταν πάντα αντιληπτές ως ένα ορατό Ευαγγέλιο, ως μία μαρτυρία των σπουδαίων πραγμάτων που έδωσε στον άνθρωπο ο Θεός, ενσαρκωμένος Λόγος.

Ουσία και στυλ

Οι βυζαντινοί αγιογράφοι ζούσαν με προσευχή, νηστεία και αυτοσυγκέντρωση. Υπέτασσαν το προσωπικό τους ύφος στα σχηματοποιημένα πρότυπα της βυζαντινής τέχνης όπως αυτά είχαν εξελιχθεί μέσα από αιώνες παραδόσεων. Επίσης, απέφευγαν να υπογράφουν τα έργα τους. Για να αναγνωρίσουν τις εικόνες, οι ερευνητές εξετάζουν τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί.

Αν και στους αμύητους η συγκεκριμένη τεχνοτροπία ίσως μοιάζει απλοϊκή, ιδίως σε σχέση με τις εξεζητημένες αναγεννησιακές φιγούρες και συνθέσεις, ας έχουμε υπ’ όψιν ότι ακολουθούν επί τούτου ένα ιδιάζον στυλιζάρισμα, το οποίο εξυπηρετεί τους σκοπούς του:

«Η [βυζαντινή] τέχνη δεν έχει αφηγηματική ούτε διδακτική λειτουργία, αλλά είναι απρόσωπη, τελετουργική και συμβολική: είναι ένα από τα στοιχεία του θρησκευτικού τελετουργικού. Η τοποθέτηση των εικόνων στις εκκλησίες ακολουθούσε συγκεκριμένους κανόνες και κώδικες, όπως και η λειτουργία», γράφει ο δεύτερος τόμος τού The Mitchell Beazley Library of Art (The History of Painting and Sculpture Great Traditions).

Οι μορφές μεταφέρουν την αίσθηση της θεϊκής φύσης, όχι της ανθρώπινης. Σύμφωνα με το The Oxford Companion to Art, «το Βυζάντιο περιφρονούσε τον γήινο άνθρωπο, το άτομο, δίνοντας έμφαση στο υπεράνθρωπο, το θεϊκό, το ιδανικό. Το στυλιζάρισμα των εικόνων καταστρέφει το ανθρώπινο στοιχείο και προσδίδει στις μορφές την υπερκόσμια ποιότητα των συμβόλων».

Όταν απαγορεύτηκε η απεικόνιση των προσώπων, κατά τη διάρκεια της εικονομαχίας, οι καλλιτέχνες στράφηκαν στον φυσικό κόσμο και άρχισαν να εμπνέονται από διακοσμητικά στοιχεία όπως κλήματα και φυλλώματα. Τα ψηφιδωτά και οι νωπογραφίες κυριάρχησαν στον διάκοσμο των εκκλησιών, όπου συμπληρώνονταν από πέτρινα κιονόκρανα, γείσα, ξυλόγλυπτα και ανάγλυφα στοιχεία, και σμαλτωμένες εσοχές (σμάλτα champlevé).

Εκείνη την εποχή, οι μοναχοί έθεταν τα πρότυπα διακοσμητικά θέματα κάθε μέρους της εκκλησίας, όπως παραδείγματος χάριν την Πλατυτέρα στο εσωτερικό άνω μέρος της κεντρικής κόγχης του Ιερού του ναού, και τον Χριστό Παντοκράτορα τριγυρισμένο από αρχαγγέλους, αγγέλους, προφήτες και αποστόλους στον τρούλο.

Χριστός Παντοκράτωρ

Κάθε ορθόδοξη εκκλησία έχει έναν Χριστό Παντοκράτορα ή μία παραλλαγή του – είναι η πιο διαδεδομένη εικόνα της μορφής Του. Αν και θεωρείται ότι η προσωνυμία ‘Παντοκράτωρ’ προέρχεται από τον εβραϊκό όρο El Shaddai, που επί λέξει σημαίνει ‘Παντοδύναμος’ ή ‘Κύριος των πάντων’, ο μεταφραστής της Βίβλου Τζεφ Α. Μπέννερ επισημαίνει ότι «οι τεράστιες διαφορές μεταξύ της εβραϊκής γλώσσας και των υπολοίπων καθιστούν αδύνατη την ακριβή μετάφραση του [El Shaddai]» (από το βιβλίο His Name Is One: An Ancient Hebrew Perspective on the Names of God, του Jeff A. Benner).

Ο παλαιότερος σωζόμενος Παντοκράτωρ βρίσκεται στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης, στο Σινά, στην Αίγυπτο, και χρονολογείται από τον 6ο αιώνα. Η απομακρυσμένη θέση της Μονής έσωσε την εικόνα από τις καταστροφικές συνέπειες της εικονομαχίας.

ZoomInImage
Ο Χριστός Παντοκράτορας, στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά της Αιγύπτου, 6ος αιώνας. Εγκαυστική (χρώμα θερμού κεριού) σε πάνελ, 84 x 45 εκ. (Public Domain)

 

Η ιερή εικόνα είναι ζωγραφισμένη με εγκαυστική, δηλαδή με ζεστό κερί. Αυτή η τεχνική απαιτεί γρήγορο χειρισμό των χρωμάτων (πριν κρυώσει το κερί), επιτρέπει όμως στους καλλιτέχνες να μεταφέρουν μεγάλη ζωντάνια και ρεαλιστική πιστότητα στα έργα τους (βλ. πορτραίτα Φαγιούμ). Ωστόσο, στο συγκεκριμένο έργο, το πρόσωπο του Ιησού παρουσιάζει έντονη, αφύσικη ασυμμετρία. Πρόκειται για επιλογή του καλλιτέχνη, που έχει στόχο να αποδώσει τη διττή φύση του Χριστού: τη θεϊκή και την ανθρώπινη. Το αριστερό Του μάτι κοιτάζει τον θεατή, το δεξί στρέφεται προς τον ουρανό. Ένα χρυσό φωτοστέφανο, πάνω στο οποίο αχνοφαίνονται ένας κόκκινος σταυρός και αστέρια, περιβάλλει το κεφάλι Του.

Το δεξί Του χέρι είναι υψωμένο στη χειρονομία της ευλογίας, με τα δάκτυλα να σχηματίζουν τα γράμματα Ι, Χ και C από το ΙΗϹΟΥϹ ΧΡΙϹΤΟϹ. Το IC σημαίνει τον Ιησού και τα ΙΧ τον Χριστό:  “IC XC”. Με το αριστερό χέρι κρατά ένα Ευαγγέλιο, στολισμένο με λίθους.

Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, στην εσοχή πίσω από τον Χριστό υπάρχουν τα γράμματα Α και Ω (το πρώτο και το τελευταίο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου), που σημαίνουν ότι ο Χριστός είναι η αρχή και το τέλος των πάντων.

Το στυλιζάρισμα, η σύνθεση και τα μοτίβα είναι κοινά σε όλους τους Παντοκράτορες, είτε αυτοί βρίσκονται σε κάποιο σπίτι είτε σε εκκλησία. Ένα παράταιρο στοιχείο θα διατάρρασσε το συνολικό νόημα και τη λειτουργία της εικόνας.

Αγιογραφίες

Η περίοδος 867 -1204 ήταν εποχή αναγέννησης για τις λατρευτικές εικόνες στην αυτοκρατορία. Οι Βυζαντινοί καλλιτέχνες επισκεύασαν και ανακαίνισαν τις εκκλησίες και τα κτήρια που είχαν υποστεί φθορές κατά τη διάρκεια της εικονομαχίας, δημιουργώντας σπουδαία νέα ιερά έργα τέχνης, λατρευτικά αντικείμενα και ναούς.
Η Δυτική Ευρώπη θαύμαζε την τέχνη των Βυζαντινών και τη χρυσή Βασιλεύουσα. Ακόμα και οι εχθροί της αυτοκρατορίας υιοθετούσαν στοιχεία της, όπως ο  Ρογήρος Β’ της Σικελίας (1095 – 1154), ο οποίος κάλεσε Βυζαντινούς τεχνίτες για να δημιουργήσουν τα ψηφιδωτά του Καθεδρικού της Κεφαλού.
ZoomInImage
Ψηφιδωτό του 12ου αιώνα με τον Χριστό Παντοκράτορα στην αψίδα του καθεδρικού ναού της Κεφαλού, στη Σικελία. Αυτή η εκδοχή του Χριστού Παντοκράτορα, φέροντα ανοιχτό βιβλίο, είναι συχνά γνωστή ως Χριστός ο Δάσκαλος. Η διδασκαλία της Βίβλου σε αυτή την περίπτωση είναι το Ιωάννης 8:2. (BerfoldWerner/CC BY-SA 4.0)

 

Από τις πιο φημισμένες εικόνες του Παντοκράτορα είναι η «Δέησις», στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, με τον Χριστό πλαισιωμένο από τη Θεοτόκο και τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, οι οποίοι Τον παρακαλούν να σώσει τους ανθρώπους.
ZoomInImage
Το ψηφιδωτό «Δέησις» του 13ου αιώνα, στην Αγία Σοφία, στην Κωνσταντινούπολη, με τον Χριστό Παντοκράτορα πλαισιωμένο από την Παναγία και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, οι οποίοι Τον ικετεύουν να σώσει την ανθρωπότητα. (Myrabella/CC BY-SA 3.0)

 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, το Βυζαντινό Ινστιτούτο της Αμερικής αποκατέστησε τα ψηφιδωτά που αποκαλύφθηκαν κάτω από στρώσεις γύψου ύστερα από έναν αιώνα περίπου. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Αμερικανού αγιογράφου Μπομπ Άτκινσον, ο γύψος είχε καταστρέψει ανεπανόρθωτα ορισμένα τμήματα των ψηφιδωτών.
Το ψηφιδωτό «Δέησις» δημιουργήθηκε μεταξύ 1261 και 1300, για να αντικαταστήσει ένα πολύ παλαιότερο έργο που καταστράφηκε. Οι μορφές απεικονίστηκαν με φυσικότητα, ενώ ως πηγή φωτός χρησιμοποιήθηκε το παράθυρο του ναού που βρισκόταν στα αριστερά του έργου. «Χαρακτηριστικό αυτής της “Δεήσεως” είναι ο τρόπος με τον οποίο το φως διατρέχει την επιφάνεια του έργου και βυθίζεται σε διαφανείς γυάλινους κύβους, φωτίζοντάς το χρωματικά και φορτίζοντάς το με μία απόκοσμη ενέργεια», έγραφε το 1939 ο συντηρητής έργων τέχνης Τζορτζ Χολτ, του Κολλεγίου Μπέννιγκτον του Βερμόντ.
ZoomInImage
Ο Χριστός Παντοκράτορας, από το ψηφιδωτό «Δέησις» της Αγίας Σοφίας, στην Κωνσταντινούπολη (λεπτομέρεια). (Edal/CC BY-SA 3.0)

 

Το Βυζαντινό Ινστιτούτο της Αμερικής αναπαρήγαγε ζωγραφικά ένα πιστό αντίγραφο του ψηφιδωτού, σε φυσικό μέγεθος, το οποίο βρίσκεται τώρα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Η εικόνα της Δέησης παρουσιάστηκε αργότερα στο διάζωμα της Δέησης του τέμπλου, του κλιμακωτού τοίχου με εικόνες μεταξύ του κυρίως ναού και του ιερού στις ορθόδοξες εκκλησίες.

Με την πάροδο των ετών, τα ψηφιδωτά και η εγκαυστική ζωγραφική αντικαταστάθηκαν από φθηνότερες τοιχογραφίες στις εκκλησίες.

Η τοιχογραφία του Χριστού Παντοκράτορα στον τρούλο της Μονής Οσίου Λουκά στο Δίστομο, στην κεντρική Ελλάδα, αντικατέστησε ένα παλαιότερο ψηφιδωτό. Σύμφωνα με το «Sir Banister Fletcher’s A History of Architecture», η Μονή Οσίου Λουκά «μεταφέρει την καλύτερη εντύπωση που υπάρχει σήμερα οπουδήποτε για τον χαρακτήρα του εσωτερικού μιας εκκλησίας κατά τους πρώτους αιώνες μετά το τέλος της εικονομαχίας».

ZoomInImage
Ο Όσιος Λουκάς στο Δίστομο είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα πρώιμης βυζαντινής τέχνης, μετά την Εικονομαχία, με τον Χριστό Παντοκράτορα να κοιτάζει τους πιστούς από τον κεντρικό τρούλο. Bayazed/Shutterstock

 

Περίπου 13 αιώνες μετά τον Παντοκράτορα του Σινά, η νωπογραφία του 19ου αιώνα στον τρούλο της εκκλησίας του Παναγίου Τάφου στην Ιερουσαλήμ απηχεί εκείνη την εικόνα. Ο Χριστός, με κόκκινο χιτώνα και μπλε μανδύα, κρατά τα Ευαγγέλια στο ένα χέρι και με το άλλο ευλογεί. Ένα χρωματιστό φωτοστέφανο περιβάλλει το χρυσό φωτοστέφανό Του και τρία ελληνικά γράμματα στο σταυρό σημαίνουν «Αυτός που είναι». Στο Orthodox Arts Journal, ο πατήρ Στήβεν Μπίγκαμ εξηγεί ότι αυτά τα λόγια ειπώθηκαν στον Μωυσή στο όρος Σινά, όταν εκείνος ρώτησε σε ποιον μιλούσε. Οι αρχικές εβραϊκές λέξεις έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά ως «Γιαχβέ».

 

ZoomInImage
Ο Χριστός Παντοκράτωρ. Νωπογραφία του 19ου αιώνα, στον τρούλο της εκκλησίας του Παναγίου Τάφου στην Ιερουσαλήμ. (Diego Delso, delso.photo/CC BY-SA 4.0)

Φορητές εικόνες

Εκτός από τις μεγάλες εκκλησιαστικές εικόνες, οι τεχνίτες έφτιαχναν και μικρότερα έργα για προσωπική λατρεία, από απλά πέτρινα γλυπτά μέχρι περίτεχνα κοσμήματα και περίπλοκα τρίπτυχα.

Σπουδαίο δείγμα γλυπτού από στεατίτη αποτελεί ένας μικρός πέτρινος Παντοκράτορας του 14ου αιώνα, που βρίσκεται τώρα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης. Επιγραφές σκαλισμένες σε δύο ορθογώνια δεξιά και αριστερά σημειώνουν ότι αυτός ο Παντοκράτορας είναι ο Χριστός Αντιφωνητής που σφραγίστηκε στα νομίσματα της αυτοκράτειρας Ζωής της Πορφυρογέννητης (περ. 978-1050).

ZoomInImage
Εικόνα με τον Χριστό Παντοκράτορα, πιθανώς κατασκευασμένη στην Ελλάδα γύρω στα 1350. Πράσινος στεατίτης, 6,35 x 6,35 x 2 εκ. Rogers Fund, 1979, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

ZoomInImage
Ο Χριστός Παντοκράτορας στο νόμισμα του Ιουστινιανού Β’ (περ. 668-711 μ.Χ.). (Ichthyovenator/CC BY-SA 3.0)
Ένα μενταγιόν από χρυσό σμάλτο cloisonné, διπλής όψεως, των αρχών του 12ου αιώνα, με την Παναγία στη μία πλευρά και τον Χριστό Παντοκράτορα στην άλλη, αποδεικνύει τις δεξιότητες των τεχνιτών της Κωνσταντινούπολης. Το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης το αποκαλεί «ένα από τα πιο όμορφα και τεχνικά άρτια προσωπικά λατρευτικά αντικείμενα που έχουν διασωθεί από το Βυζάντιο».
ZoomInImage
Κρεμαστή εικόνα διπλής όψεως με την Παναγία και τον Χριστό Παντοκράτορα, Κωνσταντινούπολη, περ. 1100. Χρυσός, σμάλτο cloisonné, 3,5 x 2,2 x 0,1 εκ. Δωρεά της Lila Acheson Wallace, 1994, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Τα στοιχεία του Χριστού Παντοκράτορα που είδαμε στις προηγούμενες εικόνες είναι όλα παρόντα και εδώ, επιδέξια τοποθετημένα σε χρυσό σμάλτο cloisonné. Τα γράμματα «OB» και «TΔ», πάνω και κάτω από τον Χριστό αντίστοιχα, υποδηλώνουν την επωνυμία «OBTΔ» (Βασιλιάς της Δόξας).

Το «Τρίπτυχο Αρμπαβίλ» παρουσιάζει τη Δέηση με αγίους. Πρόκειται για υψηλό ανάγλυφο σε ελεφαντόδοντο, που συνδυάζει την εικόνα της Δεήσεως με μορφές αγίων και Αποστόλων. Χρονικά τοποθετείται μεταξύ 940 και 960. Η Δέηση δείχνει τον Χριστό ενθρονισμένο (μια εκδοχή του Χριστού Παντοκράτορα) στο κέντρο, πλαισιωμένο από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και την Παναγία, οι οποίοι προσεύχονται για την ανθρωπότητα, όπως ακριβώς και στο ψηφιδωτό της Δεήσεως της Αγίας Σοφίας. Δεξιά και αριστερά από το κεφάλι του Χριστού διακρίνονται δύο άγγελοι. Δίπλα σε κάθε μορφή, σε αυτές των πέντε αποστόλων που στέκονται κάτω από τη Δέηση καθώς και σε αυτές των αγίων που κοσμούν τα δύο φύλλα, είναι χαραγμένη η ονομασία της. Το έργο βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.

ZoomInImage
«Τρίπτυχο Αρμπαβίλ», μεταξύ 940 και 960. Υψηλό ανάγλυφο σε ελεφαντόδοντο, 24 x 28 x 1,3 εκ. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι. (Public Domain)

 

Ελάχιστα βυζαντινά έργα παραστατικής τέχνης επέζησαν από την περίοδο της Εικονομαχίας, αλλά η θεϊκή και αιώνια γλώσσα των εικόνων διατηρεί τη δύναμή της σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο.

Σύμφωνα με το «The Mitchell Beazley Library of Art: Vol. II. The History of Painting and Sculpture Great Traditions»:

«Αν και η κεντρική πηγή του βυζαντινού ύφους έσβησε με την τουρκική κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453, η τέχνη συνεχίστηκε στη Ρωσία και τα Βαλκάνια [νοτιοανατολική Ευρώπη], ενώ στην Ιταλία το βυζαντινό στοιχείο (αναμεμειγμένο με το γοτθικό) επέζησε στη νέα τέχνη που ίδρυσαν ο Ντούτσιο και ο Τζόττο».

Οι βυζαντινοί θησαυροί θαυμάζονται και εκτιμώνται σε όλον τον κόσμο, ανάβοντας ακόμα θεϊκές φλόγες σε ευσεβείς και πιστές καρδιές.

Το άγνωστο αριστούργημα του Ντονατέλλο: Το θείο βρέφος της οδού Πιετραπιάνα

Για αιώνες, η «Παναγία της οδού Πιετραπιάνα» του Ντονατέλλο ήταν κρυμμένη σε κοινή θέα στο κέντρο της Φλωρεντίας. Οι ειδικοί πίστευαν εδώ και καιρό ότι ένας θαυμαστής του Ιταλού δασκάλου είχε δημιουργήσει το ανάγλυφο από τερρακόττα, το οποίο ήταν τοποθετημένο μέσα σε ένα εικονοστάσιο, που βρισκόταν ψηλά στον εξωτερικό τοίχο της οικίας της οδού Πιετραπιάνα 38, ακριβώς κάτω από την πινακίδα με το όνομα της οδού. Ωστόσο, το 1985, αφού το έργο είχε αποκατασταθεί, ο συγγραφέας και ιστορικός τέχνης Τσαρλς Έιβερι απέδωσε την πατρότητα του αναγλύφου στον ίδιο τον Ντονατέλλο. Ήταν το τελευταίο έργο του δασκάλου που ανήκε σε ιδιώτη.

 For centuries, one of Donatello’s terracotta madonnas was hung high on an unassuming villa in Florence, Italy. In this image taken in 2013, we can see the early Renaissance master’s “Madonna of Via Pietrapiana” under the street sign it's named after. (Sailko/<a href="https://it.wikipedia.org/wiki/Via_Pietrapiana#/media/File:Via_pietrapiana_38,_casa_con_tabernacolo_03.JPG">CC SA-BY 3.0 DEED</a>)
Για αιώνες, μια από τις Παναγίες από τερρακόττα του Ντονατέλλο βρισκόταν στον εξωτερικό τοίχο μιας ταπεινής οικίας στη Φλωρεντία. Σε αυτήν τη φωτογραφία, που τραβήχτηκε το 2013, μπορούμε να δούμε την «Παναγία της οδού Πιετραπιάνα» του δασκάλου της πρώιμης Αναγέννησης κάτω από την πινακίδα του δρόμου από την οποία πήρε το όνομά της. (Sailko/CC SA-BY 3.0 DEED)

 

Φέτος, σχεδόν 40 χρόνια μετά την ορθή απόδοση του έργου, το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλίας απέκτησε το έργο. Η «Παναγία της οδού Πιετραπιάνα» του Ντονατέλλο βρίσκεται τώρα στην Αίθουσα Ντονατέλλο στο Εθνικό Μουσείο Μπαρτζέλλο, μόλις 500 μέτρα περίπου από τη φλωρεντινή οικία, την πρόσοψη της οποίας κάποτε κοσμούσε.

Η Παναγία της οδού Πιετραπιάνα

Η επιμελήτρια του Εθνικού Μουσείου Μπαρτζέλλο, Ιλάρια Τσίζερι, δήλωσε σε δελτίο Τύπου ότι «όντας μια εικόνα εξαιρετικής γοητείας, η “Παναγία της οδού Πιετραπιάνα” έχει όλη την εκφραστική δύναμη της γλυπτικής του Ντονατέλλο και καταδεικνύει την ιδιοφυΐα του στην επινόηση των λεπτομερειών». Ο Ντονατέλλο άλλαξε τις λεπτομέρειες της σύνθεσης της Παναγίας και του θείου βρέφους 30 ή περισσότερες φορές, σύμφωνα με τον Νέβιλ Ρόουλι, επιμελητή της πρώιμης ιταλικής τέχνης στα Κρατικά Μουσεία του Βερολίνου.

 “Madonna of Via Pietrapiana,” circa 1450–1455, by Donatello. Terracotta; 33 7/8 inches by 25 1/4 inches by 4 7/8 inches. Bargello National Museum, in Florence, Italy. (Courtesy of Bargello National Museum)
Ντονατέλλο, «Η Παναγία της οδού Πιετραπιάνα», περ. 1450-1455. Τερρακόττα, 86 x 64 x 12 εκ. Εθνικό Μουσείο Μπαρτζέλλο, Φλωρεντία. (ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μουσείου Bargello)

 

Στο έργο αυτό, ο Ντονατέλλο μας δείχνει και τον γήινο δεσμό μητέρας-παιδιού και τη θεϊκότητά τους. Δείτε πώς η Παρθένος ατενίζει τον γιο της, έχοντας πλήρη επίγνωση ότι πρέπει τελικά να τον αφήσει να φύγει για να εκπληρώσει την ιερή αποστολή του. Δείτε πώς τα χέρια της τραβούν τον τυλιγμένο Χριστό κοντά της. Ο Ντονατέλλο απέδωσε εξαιρετικές λεπτομέρειες, όπως το σεραφείμ που κοσμεί το κέντρο του μανδύα της Παναγίας, τις περίτεχνες πτυχώσεις των ενδυμάτων της και του πανιού του Χριστού, και πέτυχε με έναν σχεδόν αλχημικό τρόπο να κάνει τον πηλό να μοιάζει με δέρμα. Μπορούμε σχεδόν να δούμε τη μαλακή σάρκα αντί για τη σκληρή τερρακόττα. Αλλά μας υπενθυμίζει τον σκοπό του έργου με την παρουσία των πεπλατυσμένων φωτοστέφανων πίσω από τις δύο μορφές. Όπως συμβαίνει με όλα τα βιβλικά έργα του Ντονατέλλο, αυτό το εκφραστικό γλυπτό πρώτα συγκινεί την καρδιά μας και στη συνέχεια μας υπενθυμίζει το πιο σημαντικό: να βαθύνουμε την πίστη μας.

Η κληρονομιά του Ντονατέλλο δεν περιορίζεται μόνο στα έργα του με την Παναγία και το θείο βρέφος. Ο ιστορικός τέχνης του 16ου αιώνα Τζόρτζο Βαζάρι έγραψε το 1568 στο έργο του «Οι ζωές των πιο εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων» ότι ο Ντονατέλλο «δεν ήταν μόνο ένας πολύ σπάνιος γλύπτης και ένας θαυμάσιος αγαλματοποιός, αλλά και ένας εξασκημένος τεχνίτης του στόκου, ένας ικανός μάστορας της προοπτικής και αξιοσέβαστος ως αρχιτέκτων».

Οι καλλιτέχνες μιμούνταν τις συνθέσεις του Ντονατέλλο επί αιώνες. Για παράδειγμα, το Μουσείο Bode του Βερολίνου διαθέτει ένα ζωγραφισμένο και επιχρυσωμένο αντίγραφο από τερρακόττα των μέσων του 15ου αιώνα της «Παναγίας της οδού Πιετραπιάνα».

 Over the centuries, many aspiring sculptors have copied Donatello’s Madonna and Child compositions. In the mid-15th century, an unknown artist created this painted and gilt terracotta relief of Donatello’s “Madonna of Via Pietrapiana.” The colorful replica can be seen at the Bode Museum, in Berlin, Germany. (Sailko/<a href="https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Bottega_di_donatello,_madonna_col_bambino,_1450-1500_ca..JPG">CC BY-SA 3.0 DEED</a>)
Με την πάροδο των αιώνων, πολλοί επίδοξοι γλύπτες αντέγραψαν τις συνθέσεις της Παναγίας και του θείου βρέφους του Ντονατέλλο. Στα μέσα του 15ου αιώνα, ένας άγνωστος καλλιτέχνης δημιούργησε αυτό το ζωγραφισμένο και επιχρυσωμένο κεραμικό ανάγλυφο της «Παναγίας της οδού Πιετραπιάνα» του Ντονατέλλο. Το πολύχρωμο αντίγραφο βρίσκεται στο Μουσείο Bode, στο Βερολίνο. (Sailko/CC BY-SA 3.0 DEED)

 

«Όταν ο 80χρονος Ντονατέλλο πέθανε στις 13 Δεκεμβρίου 1466, άφησε τη Φλωρεντία γεμάτη με τα σημάδια της γόνιμης φαντασίας του: Μνημειακές μορφές από μάρμαρο, χαλκό, πέτρα, τερρακόττα, ξύλο και στόκο, κατανεμημένες στις προσόψεις των εκκλησιών ή στις αυλές των παλάτσο, κοιτάζοντας στους δρόμους από κόγχες ή εικονοστάσια, ψηλά πάνω από μια πλατεία ή πάνω από έναν βωμό, όλα αυτά σηματοδοτούν τόσο έναν αστικό δημόσιο χώρο όσο έναν τόπο λατρείας, σε μια εποχή που τα όρια μεταξύ αυτών των δύο πεδίων ήταν ασαφή και διαπερατά», γράφουν οι Λάουρα Καβατσίνι και Άλντο Γκάλλι στο δοκίμιο τους για το βιβλίο «Ντονατέλλο: Ο εφευρέτης της Αναγέννησης», που συνόδευε την ομώνυμη έκθεση του 2022 στην Gemäldegalerie του Βερολίνου.

Τα απομεινάρια της Φλωρεντίας του Ντονατέλλο υπάρχουν ακόμη στην πόλη και ποιος ξέρει πόσα ακόμη από τα αριστουργήματά του, που δεν του έχουν αποδοθεί, μπορεί να βρίσκονται κρυμμένα σε κοινή θέα.

Της Lorraine Ferrier

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Το αίνιγμα του «Νεογέννητου βρέφους»

Κάθε φορά που κοιτάζω τον πίνακα του Ζωρζ ντε Λα Τουρ «Το νεογέννητο βρέφος», συγκινούμαι αφάνταστα. Κάθε σκέψη φεύγει και όλα μέσα μου ησυχάζουν.

Ο Γάλλος καλλιτέχνης (Georges de La Tour, 1593-1652) χρησιμοποίησε το φως των κεριών για να αναδείξει την απεικόνιση μιας μητέρας και του νεογέννητου παιδιού της, αλλά ίσως και για να υπαινιχθεί ένα ιερό γεγονός – τη γέννηση του Ιησού.

Οι ειδικοί διαφωνούν ως προς το αν ο Λα Τουρ ζωγράφισε μια ανώνυμη μητέρα με το μωρό της ή αν οι μορφές είναι η Μαρία, ο Ιησούς και η μητέρα της Θεοτόκου, η Αγία Άννα.

Η οικογενειακή σκηνή του Λα Τουρ αποτελείται από απλά σχήματα και γήινα κόκκινα, μοβ και καφέ χρώματα, τα οποία δημιουργούν μια ζεστή και τρυφερή σκηνή. Ας υποθέσουμε, για μία στιγμή, ότι ο πίνακας είναι πράγματι ένα θρησκευτικό έργο. Ο Λα Τουρ ζωγράφισε τη Μαρία σε ένα τρίγωνο, με τα τεντωμένα χέρια της και την αγκαλιά της να σχηματίζουν τις άκρες του σχήματος που δημιουργεί την πιο αρμονική σύνθεση. Η Αγία Άννα, που φαίνεται σε προφίλ αριστερά, περιγράφεται από ένα στενότερο τρίγωνο. Το κόκκινο του φορέματος της Μαρίας παραδοσιακά υποδηλώνει τα πάθη του Χριστού, παραπέμποντας στη μελλοντική θυσία Του για τη σωτηρία μας.

Όλα όσα έχει ζωγραφίσει ο Λα Τουρ οδηγούν στο νεογέννητο παιδί. Και οι δύο γυναίκες το κοιτάζουν με γλυκύτητα, έλκοντας τη ματιά του θεατή προς εκείνο. Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται σαν να εκπέμπεται ένα χρυσό φως από το βρέφος. Μια πιο προσεκτική ματιά, ωστόσο, αποκαλύπτει ότι το φως προέρχεται από το μέρος της Αγίας Άννας, η οποία κρατά ένα κερί, του οποίου τη φλόγα προστατεύει με το χέρι της, κρύβοντας την από τον θεατή με μια χειρονομία που μπορεί να ερμηνευτεί και σαν ευλογία και φωτοστέφανο για τον Χριστό.

Όσες φορές κι αν δω αυτόν τον πίνακα, μια παράξενη σιωπή με κυριεύει, σαν να πρέπει να περπατάω στις μύτες των ποδιών μου για να μην ξυπνήσω το νεογέννητο ή σαν να είμαι μάρτυρας ενός απόκοσμου γεγονότος, πέρα από την κατανόησή μου. Αυτό κάνει ένας σπουδαίος πίνακας – χρησιμοποιεί το οικείο για να μας δείξει ή να μας υπενθυμίσει μια άλλη αλήθεια.

Ο καλλιτέχνης

Τον 17ο αιώνα, η υψηλή κοινωνία της Γαλλίας – ο Ερρίκος Β’ της Λωρραίνης, ο δούκας ντε Λα Φερτέ και ο καρδινάλιος Ρισελιέ, μεταξύ άλλων – συνέλεγαν τους πίνακες του Ζωρζ ντε Λα Τουρ, είτε είχαν θρησκευτικά ή άλλα θέματα.

Γύρω στο 1639, ο Λουδοβίκος ΙΓ’ του απένειμε τον τίτλο του «ζωγράφου του βασιλιά».

Είναι γνωστό ότι ο Λουδοβίκος ΙΓ’ είχε αφαιρέσει όλους τους πίνακες από ένα δωμάτιο, μόνο και μόνο για να μπορέσει να δει τον πίνακα του Λα Τουρ «Νυχτερινή σκηνή με τον Άγιο Σεβαστιανό» μόνο του, χωρίς περισπάσεις. Σήμερα, είναι άγνωστο το πού βρίσκεται ο εν λόγω πίνακας.

Το έργο του Λα Τουρ έπεσε στην αφάνεια μέχρι το 1915, όταν ο Γερμανός ιστορικός τέχνης Χέρμαν Φος (Hermann Voss) επιβεβαίωσε το σύνολο του έργου του καλλιτέχνη. Εντούτοις, η χρονολόγηση των περισσότερων έργων είναι αμφισβητήσιμη, κυρίως λόγω των πολλών ανυπόγραφων έργων, καθώς και επειδή οι περισσότεροι πίνακές του χάθηκαν σε μία πυρκαγιά.

 “The Fortune-Teller,” circa 1630s, by Georges de La Tour. Oil on canvas; 40 1/8 inches by 48 5/8 inches. Rogers Fund, 1960; The Metropolitan Museum of Art, New York. (Public Domain)
Ζωρζ ντε Λα Τουρ, «Η μάντισσα», γύρω στα 1630-1640. Λάδι σε καμβά, 102 x 123 εκ. Rogers Fund, 1960. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Οι ειδικοί χωρίζουν γενικά το έργο του σε δύο κύριες κατηγορίες: στα έργα των οποίων η εστία φωτός είναι το φως της ημέρας και τα οποία ζωγράφισε γύρω στο 1630, και στα έργα στα οποία το φως προέρχεται από κεριά ή πυρσούς και τα οποία ζωγράφισε στο τέλος της καριέρας του, γύρω στο 1645. Ο Καραβάτζιο σίγουρα επηρέασε τις φωτισμένες από κεριά και πυρσούς σκηνές του Λα Τουρ, αν και είναι άγνωστο εάν είχε δει προσωπικά τα έργα του Ιταλού δασκάλου στη Ρώμη ή αν η επαφή του με αυτά περιοριζόταν στην επαφή του με το έργο των βόρειων μιμητών του, όπως ο Γκέρριτ βαν Χόνθορστ (1592-1656) και Ντιρκ βαν Μπάμπουρεν (περ. 1595-1624), οι οποίοι έζησαν στην Ουτρέχτη και δημιούργησαν τη δική τους εκδοχή με το ύφος του Καραβάτζιο. Η κύρια διαφορά του Λα Τουρ από τη δραματική τεχνική φωτισμού του Καραβάτζιο έγκειται στο ότι ο Γάλλος χρησιμοποίησε απλούστερες, στρογγυλεμένες φιγούρες και πιο διακριτικό φωτισμό, κάτι που προσέδωσε στα έργα του έναν εσωστρεφή χαρακτήρα.

 Carravagio influenced French artist Georges de La Tour’s candle and torchlight scenes, although La Tour made his own style using simple geometric shapes and a delicate light. “Adoration of the Shepherds,” 1644, by Georges de La Tour. Oil on canvas; 42 1/8 inches by 51 5/8 inches. Louvre Museum, Paris. (Philippe Lelong/<a href="https://commons.wikimedia.org/wiki/File:L%27adoration_des_bergers.jpg">CC BY-SA 4.0 DEED</a>)
Ο Καραβάτζιο επηρέασε τον Γάλλο καλλιτέχνη Ζωρζ ντε Λα Τουρ στις σκηνές με κεριά και πυρσούς, αν και ο Λα Τουρ δημιούργησε το δικό του στυλ χρησιμοποιώντας απλά γεωμετρικά σχήματα και ντελικάτο φως. Ζωρζ ντε Λα Τουρ, «Η προσκύνηση των ποιμένων», 1644. Λάδι σε καμβά, 106 x 131 εκ. Λούβρο, Παρίσι. (Philippe Lelong/CC BY-SA 4.0 DEED)

 

Στο «The Oxford Companion to Art», που επιμελήθηκε ο Χάρολντ Όζμπορν, διαβάζουμε: «Με τον δικό του τρόπο [ο Λα Τουρ] θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει το πνεύμα του γαλλικού κλασικισμού του 17ου αιώνα, όχι λιγότερο από τον Φιλίπ ντε Σαμπέν και τον Πουσέν στους διαφορετικούς τομείς τους».

Στο «Νεογέννητο βρέφος», βλέπουμε την επιτομή των σκηνών του Λα Τουρ υπό το φως των κεριών, το οικουμενικό πνεύμα του δεσμού μητέρας-παιδιού και την ιερότητα της άνευ όρων – και ίσως ακόμη και της θεϊκής – αγάπης.

Της Lorraine Ferrier

Επιμέλεια: Αλία Ζάε