Παρασκευή, 03 Μαΐ, 2024

Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφαίνεται υπέρ των Twitter, Google, Facebook σε υπόθεση ευθύνης για περιεχόμενο που δημοσιεύθηκε από χρήστες

Ομόφωνα τάχθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ υπέρ του Twitter, της Google και του Facebook, κρίνοντας με δύο αποφάσεις του στις 18 Μαΐου ότι οι γίγαντες της Silicon Valley προστατεύονται από την ευθύνη για το περιεχόμενο που αναρτούν οι χρήστες.

Οι αγωγές προέκυψαν μετά από θανατηφόρες ισλαμικές τρομοκρατικές επιθέσεις στο εξωτερικό. Οι οικογένειες των θυμάτων ισχυρίστηκαν ότι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας ευθύνονται επειδή επέτρεψαν την ανάρτηση τρομοκρατικών βίντεο στο διαδίκτυο ή δεν φρόντισαν όσο έπρεπε να ελέγξουν τους λογαριασμούς τρομοκρατών που αναρτούσαν τα βίντεο.

Η Big Tech και οι υποστηρικτές της φοβόντουσαν ότι το δικαστήριο θα μπορούσε να αγνοήσει το άρθρο 230 του ομοσπονδιακού νόμου περί ευπρέπειας των επικοινωνιών του 1996, το οποίο γενικά αποσείει την ευθύνη από τις διαδικτυακές πλατφόρμες και τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου για όσα λένε οι χρήστες σε αυτές. Λέγεται ότι αυτή η νομική διάταξη, που μερικές φορές αποκαλείται «οι 26 λέξεις που δημιούργησαν το διαδίκτυο», έχει καλλιεργήσει ένα κλίμα στο διαδίκτυο που επιτρέπει να ανθίζει η ελευθερία του λόγου.

Τόσο ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν όσο και ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχουν εναντιωθεί στο άρθρο 230, ζητώντας την κατάργησή του, αλλά στις δύο αποφάσεις του το Ανώτατο Δικαστήριο παρέκαμψε το ζήτημα που έχει ανακύψει σχετικά με το άρθρο 230, προς μεγάλη ανακούφιση των εταιρειών τεχνολογίας.

Κατά τη διάρκεια των προφορικών επιχειρημάτων στις 21 Φεβρουαρίου, οι δικαστές δυσκολεύτηκαν να καθορίσουν τον βαθμό στον οποίο οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνες όταν τρομοκρατικές ομάδες χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες για την προώθηση των σκοπών τους.

Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς δήλωσε ότι, παρά τον όποιο αλγόριθμο μπορεί να χρησιμοποιεί το YouTube για να προωθεί την προβολή των βίντεο στους χρήστες, η εταιρεία «εξακολουθεί να μην είναι υπεύθυνη για το περιεχόμενο των βίντεο … ή το κείμενο που μεταδίδεται».

Η δικαστής Έλενα Κάγκαν είπε σε έναν από τους δικηγόρους των μηνυτριών οικογενειών: «Μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο όπου έχετε δίκιο ότι τίποτα από αυτά τα πράγματα δεν προστατεύεται. Και, ξέρετε, κάθε άλλος κλάδος οφείλει να εσωτερικεύσει το κόστος της συμπεριφοράς του. Γιατί αυτό επιτρέπεται να μην ισχύει και για την τεχνολογική βιομηχανία; Δεν είναι ξεκάθαρο», δήλωσε συνεχίζοντας:

«Από την άλλη, είμαστε δικαστήριο. Πραγματικά, δεν γνωρίζουμε αυτά τα πράγματα. Δεν είμαστε οι εννέα κορυφαίοι ειδικοί στο διαδίκτυο.»

Η νέα απόφαση 38 σελίδων (pdf) του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Taamneh κατά Twitter Inc., δικογραφία 21-1496, συντάχθηκε από τον δικαστή Κλάρενς Τόμας.

Epoch Times Photo
Ο αναπληρωτής δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου Κλάρενς Τόμας στην Ανατολική Αίθουσα του Λευκού Οίκου, στις 8 Οκτωβρίου 2018. (Chip Somodevilla/Getty Images)

 

Το Twitter ζήτησε, επίσης, από το δικαστήριο να επανεξετάσει απόφαση κατώτερου δικαστηρίου υπέρ ενός Ιορδανού υπήκοου που σκοτώθηκε σε επίθεση της τρομοκρατικής ομάδας ISIS σε νυχτερινό κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Η εταιρεία υποστήριξε ότι δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί υπεύθυνη για πράξεις διεθνούς τρομοκρατίας, ακόμα κι εάν η ομάδα χρησιμοποιούσε την πλατφόρμα της. Η οικογένεια του εκλιπόντος θύματος Nawras Alassaf ισχυρίστηκε ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν φρόντισαν να κατεβάσουν τα βίντεο του ISIS.

Ο Τόμας έγραψε ότι οι ενάγοντες επεδίωξαν να θεωρηθούν το Twitter, το Facebook και η Google «υπεύθυνοι για την τρομοκρατική επίθεση που φέρεται να τους τραυμάτισε», αλλά το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι ισχυρισμοί των εναγόντων δεν επαρκούν για να αποδείξουν ότι οι εν λόγω εναγόμενοι συνέδραμαν το ISIS στην πραγματοποίηση της σχετικής επίθεσης».

Η σχέση ανάμεσα στις διαδικτυακές πλατφόρμες και την επίθεση στο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης ήταν «πολύ αδύναμη», έγραψε, συνεχίζοντας:

«Οι ισχυρισμοί που προβάλλουν εδώ οι ενάγοντες δεν είναι ο τύπος της διάχυτης, συστηματικής και ένοχης υποστήριξης σε μια σειρά τρομοκρατικών δραστηριοτήτων που θα μπορούσε να περιγραφεί ως υποβοήθηση και υποκίνηση κάθε τρομοκρατικής πράξης του ISIS.»

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του Εφετείου των ΗΠΑ για το 9ο Circuit.

Η σύντομη, τρισέλιδη απόφαση (pdf) του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Gonzalez κατά Google LLC, δικογραφία 21-1333, δεν υπογράφηκε. Μητρική εταιρεία της Google είναι η Alphabet Inc.

Google LLC logo
Το λογότυπο της Google LLC, σε ένα κατάστημα Google στη Νέα Υόρκη, στις 20 Ιανουαρίου 2023. (Shannon Stapleton/Reuters)

 

Η υπόθεση χρονολογείται από το 2015, όταν η φοιτήτρια Νοέμι Γκονζάλες, 23 ετών, πολίτις των ΗΠΑ, σκοτώθηκε σε επίθεση του ISIS στο Παρίσι. Η δολοφονία ήταν μέρος μιας σειράς επιθέσεων που πραγματοποίησε η τρομοκρατική ομάδα στην πόλη αυτή και που είχε ως αποτέλεσμα 129 θανάτους. Η οικογένειά της υπέβαλε μήνυση, υποστηρίζοντας ότι η Google, ιδιοκτήτρια του YouTube, ήταν υπεύθυνη βάσει του ομοσπονδιακού αντιτρομοκρατικού νόμου για την υποβοήθηση των προσπαθειών στρατολόγησης του ISIS, καθώς φέρεται να χρησιμοποιούσε αλγόριθμους για να κατευθύνει τους χρήστες σε βίντεο του ISIS.

Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι «η Google είχε εν γνώσει της επιτρέψει στο ISIS να αναρτήσει στο YouTube εκατοντάδες ριζοσπαστικοποιητικά βίντεο, τα οποία υποκινούσαν τη βία και στρατολογούσαν πιθανούς οπαδούς για να ενταχθούν στις δυνάμεις του ISIS, που τρομοκρατούσαν τότε μια μεγάλη περιοχή της Μέσης Ανατολής, και να πραγματοποιήσουν τρομοκρατικές επιθέσεις στις χώρες τους».

Λόγω των συστάσεων που βασίζονται στον αλγόριθμο, συνέχιζε η αγωγή, οι χρήστες «ήταν σε θέση να εντοπίσουν άλλα βίντεο και λογαριασμούς που σχετίζονται με το ISIS, ακόμη και αν δεν γνώριζαν το σωστό αναγνωριστικό ή αν ο αρχικός λογαριασμός στο YouTube είχε αντικατασταθεί».

Οι υπηρεσίες της Google «διαδραμάτισαν έναν μοναδικά καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της εικόνας του ISIS, στην επιτυχία του να στρατολογεί μέλη από όλο τον κόσμο και στην ικανότητά του να πραγματοποιεί επιθέσεις». Η αρχική καταγγελία που κατατέθηκε για την υπόθεση προσέθετε ότι «οι αξιωματούχοι της Google γνώριζαν πολύ καλά ότι οι υπηρεσίες της εταιρείας βοηθούσαν το ISIS».

Facebook logo
Ένα πληκτρολόγιο είναι τοποθετημένο μπροστά από το λογότυπο του Facebook σε εικόνα που τραβήχτηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2023. (Dado Ruvic/Illustration/Reuters)

 

Το 9ο Circuit διαπίστωσε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 230, οι συστάσεις προβολής προστατεύονται από τον ομοσπονδιακό νόμο, ακόμη και αν το άρθρο «προστατεύει μεγαλύτερη δραστηριότητα από ό,τι το Κογκρέσο είχε προβλέψει». Η Google αρνήθηκε την ευθύνη, λέγοντας ότι είναι αδύνατον να ελέγξει κάθε βίντεο που αναρτάται στο YouTube, το οποίο δέχεται περισσότερες από 500 ώρες νέου περιεχομένου κάθε λεπτό.

Εντούτοις, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν περιττό «να ασχοληθεί με την εφαρμογή του [άρθρου] 230 σε μια καταγγελία που φαίνεται να διατυπώνει ελάχιστα, αν όχι καθόλου, εύλογα αιτήματα για επανόρθωση». Οι δικαστές ακύρωσαν την απόφαση του 9ου Circuit και επέστρεψαν την υπόθεση στο εν λόγω δικαστήριο για επανεξέταση «υπό το πρίσμα της απόφασής μας στην υπόθεση Twitter».

Η γενική σύμβουλος της Google Χαλίμα Ντιλέην Πράντο εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου.

«Αμέτρητες εταιρείες, μελετητές, δημιουργοί περιεχομένου και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που ενώθηκαν μαζί μας σε αυτή την υπόθεση θα αναθαρρήσουν από αυτό το αποτέλεσμα», ανέφερε σε δήλωσή της.

«Θα συνεχίσουμε το έργο μας για τη διασφάλιση της ελεύθερης έκφρασης στο διαδίκτυο, την καταπολέμηση του επιβλαβούς περιεχομένου και τη στήριξη των επιχειρήσεων και των δημιουργών που επωφελούνται από το διαδίκτυο.»

 

ΗΠΑ: Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνει την ιστορική απόφαση Roe v. Wade για το δικαίωμα άμβλωσης

Με ψήφους 6-3 στις 24 Ιουνίου, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε επίσημα την υπόθεση Roe v. Wade, το σημαντικό προηγούμενο του 1973, το οποίο κατέρριψε ένα πλήθος ομοσπονδιακών και πολιτειακών νόμων που περιόριζαν τις αμβλώσεις και νομιμοποίησε σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία σε εθνικό επίπεδο.

Η απόφαση των 116 σελίδων ανέτρεψε επίσης το συνοδευτικό προηγούμενο του 1992, γνωστό ως Planned Parenthood v. Casey, το οποίο έκρινε ότι οι πολιτείες δεν μπορούν να επιβάλλουν σημαντικούς περιορισμούς στις αμβλώσεις πριν ένα έμβρυο καταστεί βιώσιμο για ζωή εκτός της μήτρας.

Η απόφαση Casey δεν διευκρίνισε πότε επέρχεται η βιωσιμότητα, αλλά υπέθεσε ότι αυτή είναι κάπου γύρω στις 24 εβδομάδες κύησης.

Η απόφαση της 24ης Ιουνίου εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπόθεσης Dobbs v. Jackson Women’s Health Organization (δικαστικός φάκελος 19-1392).

Στην υπόθεση αυτή, η μοναδική κλινική αμβλώσεων με κρατική άδεια στο Μισισιπή αντιτάχθηκε στον νόμο της πολιτείας για την ηλικία κύησης, ο οποίος επιτρέπει τις αμβλώσεις μετά την 15η εβδομάδα κύησης μόνο για επείγοντα ιατρικά περιστατικά ή σοβαρή εμβρυϊκή ανωμαλία. Επικαλούμενα τη Roe, τα κατώτερα δικαστήρια έκριναν ότι ο πολιτειακός νόμος ήταν αντισυνταγματικός.

Το Politico δημοσίευσε το προσχέδιο της απόφασης με ημερομηνία 10 Φεβρουαρίου στις 2 Μαΐου χωρίς να αποκαλύψει την πηγή του. Το αυστηρά απόρρητο δικαστήριο διερευνά τη διαρροή, αλλά οι λεπτομέρειες της εν εξελίξει έρευνας είναι ελάχιστες.

Ο δικαστής Σάμιουελ Αλίτο έγραψε τη γνώμη της πλειοψηφίας. Οι άλλοι πέντε συντηρητικοί δικαστές συμφώνησαν με την απόφαση του δικαστηρίου.

Ο αρχιδικαστής Τζον Ρόμπερτς συμφώνησε με την απόφαση του δικαστηρίου αλλά κατέθεσε τη δική του ξεχωριστή γνώμη. Ο δικαστής Στίβεν Μπρέιερ έγραψε διαφορετική γνώμη, στην οποία προσχώρησαν οι άλλοι δύο φιλελεύθεροι δικαστές.

Ο Αλίτο εξήγησε στη γνωμοδότηση του δικαστηρίου γιατί η πλειοψηφία πιστεύει ότι η υπόθεση Roe v. Wade αποφασίστηκε λανθασμένα πριν από 49 χρόνια.

«Η άμβλωση παρουσιάζει ένα βαθύ ηθικό ζήτημα για το οποίο οι Αμερικανοί έχουν έντονα αντικρουόμενες απόψεις», έγραψε ο Αλίτο.

«Ορισμένοι πιστεύουν με θέρμη ότι μια ανθρώπινη ζωή γεννιέται κατά τη σύλληψη και ότι η άμβλωση τερματίζει μια αθώα ζωή. Άλλοι πιστεύουν εξίσου έντονα ότι οποιαδήποτε ρύθμιση των αμβλώσεων εισβάλλει στο δικαίωμα της γυναίκας να ελέγχει το σώμα της και εμποδίζει τις γυναίκες να επιτύχουν πλήρη ισότητα.

«Άλλοι πάλι, που ανήκουν σε μια τρίτη ομάδα, πιστεύουν ότι η άμβλωση πρέπει να επιτρέπεται υπό ορισμένες αλλά όχι υπό όλες τις συνθήκες, και όσοι ανήκουν σε αυτή την ομάδα έχουν ποικίλες απόψεις σχετικά με τους συγκεκριμένους περιορισμούς που πρέπει να επιβληθούν».

Για τα πρώτα 185 χρόνια μετά την υιοθέτηση του αμερικανικού Συντάγματος, «κάθε πολιτεία είχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό σύμφωνα με τις απόψεις των πολιτών της», αλλά στη συνέχεια, το 1973, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε την υπόθεση Roe v. Wade. Παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα δεν αναφέρει την άμβλωση, το δικαστήριο έκρινε ότι «παρέχει ένα ευρύ δικαίωμα για την απόκτησή της».

Το δικαστήριο δεν ισχυρίστηκε «ότι το αμερικανικό δίκαιο ή το εθιμικό δίκαιο είχε ποτέ αναγνωρίσει ένα τέτοιο δικαίωμα, και η επισκόπηση της ιστορίας του κυμαινόταν από το συνταγματικά άσχετο (π.χ. η συζήτησή του για τις αμβλώσεις στην αρχαιότητα) έως το ξεκάθαρα λανθασμένο (π.χ. ο ισχυρισμός του ότι η άμβλωση πιθανώς δεν ήταν ποτέ έγκλημα σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο)», συνέχισε ο Αλίτο.

«Αφού κατέγραψε μια πληθώρα άλλων πληροφοριών που δεν έχουν καμία σχέση με το νόημα του Συντάγματος, η γνώμη κατέληξε με μια αριθμημένη σειρά κανόνων που μοιάζουν πολύ με εκείνους που θα μπορούσαν να βρεθούν σε ένα νόμο που θεσπίστηκε από έναν νομοθέτη».

Το δικαστήριο δημιούργησε ένα σύστημα στο οποίο «κάθε τρίμηνο της εγκυμοσύνης ρυθμιζόταν με διαφορετικό τρόπο, αλλά η πιο κρίσιμη γραμμή τραβήχτηκε περίπου στο τέλος του δεύτερου τριμήνου, το οποίο, εκείνη την εποχή, αντιστοιχούσε στο σημείο στο οποίο ένα έμβρυο θεωρήθηκε ότι επιτυγχάνει “βιωσιμότητα”, δηλαδή την ικανότητα να επιβιώσει εκτός της μήτρας».

Παρόλο που το δικαστήριο παραδέχθηκε ότι οι πολιτείες «είχαν έννομο συμφέρον να προστατεύσουν τη “δυνητική ζωή”», αποφάσισε ότι το συμφέρον αυτό δεν δικαιολογούσε την επιβολή περιορισμών στις αμβλώσεις στο στάδιο πριν από τη βιωσιμότητα.

Το δικαστήριο δεν έδωσε καμία εξήγηση για αυτή τη διαπίστωση, την οποία ακόμη και οι υποστηρικτές των αμβλώσεων δυσκολεύτηκαν να υπερασπιστούν.

Ο Αλίτο σημείωσε ότι ένας συνταγματολόγος υψηλού κύρους, ο Τζον Χαρτ Ίλι, έγραψε ότι «θα ψήφιζε ένα νομοθέτημα που θα έμοιαζε πολύ με αυτό που κατέληξε να συντάξει το Δικαστήριο» αν ήταν “νομοθέτης”, αλλά κατά την άποψή του το Roe «δεν ήταν καθόλου συνταγματικό δίκαιο και δεν έδινε σχεδόν καμία αίσθηση υποχρέωσης να προσπαθήσει να γίνει».

Στη διαφωνία του, ο δικαστής Μπάιρον Γουάιτ έγραψε ότι η υπόθεση Roe v. Wade «αντιπροσώπευε την “άσκηση ωμής δικαστικής εξουσίας” και πυροδότησε μια εθνική διαμάχη που πίκρανε την πολιτική μας κουλτούρα για μισό αιώνα».

Στη διαφωνία του, ο δικαστής Στέφεν Μπρέιερ κατακεραύνωσε τη νέα γνώμη της πλειοψηφίας.

«Λέει ότι από την ίδια τη στιγμή της γονιμοποίησης, μια γυναίκα δεν έχει κανένα δικαίωμα για να μιλάμε. Ένα κράτος μπορεί να την εξαναγκάσει να φέρει μια εγκυμοσύνη στον τερματισμό, ακόμη και με το πιο απότομο προσωπικό και οικογενειακό κόστος.

«Ένας περιορισμός της έκτρωσης, υποστηρίζει η πλειοψηφία, είναι επιτρεπτός όποτε είναι ορθολογικός, το χαμηλότερο επίπεδο ελέγχου που γνωρίζει ο νόμος.

«Και επειδή, όπως έχει δηλώσει συχνά το δικαστήριο, η προστασία της ζωής του εμβρύου είναι ορθολογική, τα κράτη θα αισθάνονται ελεύθερα να θεσπίσουν κάθε είδους περιορισμούς».

Αυτή είναι μια εξελισσόμενη ιστορία και θα ενημερώνεται.

Ετοιμοθάνατος ασθενής COVID-19 αναρρώνει αφού το δικαστήριο διέταξε το νοσοκομείο να χορηγήσει ιβερμεκτίνη

Ένας ηλικιωμένος ασθενής COVID-19 ανάρρωσε μετά από δικαστική απόφαση που του επέτρεψε να υποβληθεί σε θεραπεία με ιβερμεκτίνη, παρά τις αντιρρήσεις του νοσοκομείου στο οποίο διέμενε, σύμφωνα με τον δικηγόρο της οικογένειας.

Αφού ένα νοσοκομείο του Ιλινόις επέμενε να χορηγήσει ακριβή ρεμδεσιβίρη στον ασθενή και η θεραπεία απέτυχε, η ζωή του σώθηκε μετά από δικαστική απόφαση που επέτρεψε σε εξωτερικό ιατρό να χρησιμοποιήσει την φθηνή ιβερμεκτίνη για τη θεραπεία του, παρά τις έντονες αντιρρήσεις του νοσοκομείου.

Τα δισκία ιβερμεκτίνης έχουν εγκριθεί από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για τη θεραπεία ανθρώπων με εντερική στρογγυλοείδωση και ογκοκερκίαση, δύο παθήσεις που προκαλούνται από παρασιτικά σκουλήκια. Ορισμένες μορφές ιβερμεκτίνης για τοπική χρήση έχουν εγκριθεί για τη θεραπεία εξωτερικών παρασίτων όπως οι ψείρες της κεφαλής και για δερματικές παθήσεις όπως η ροδόχρου ακμή. Το φάρμακο έχει επίσης εγκριθεί για χρήση σε ζώα.

Η ρεμδεσιβίρη έχει λάβει έγκριση επείγουσας χρήσης από τον FDA για τη θεραπεία ορισμένων κατηγοριών ανθρώπινων ασθενών που έχουν νοσηλευτεί με COVID-19. Ωστόσο, η χρήση της ιβερμεκτίνης για τη θεραπεία ανθρώπων που πάσχουν από COVID-19 έχει γίνει αμφιλεγόμενη, επειδή ο FDA δεν έχει εγκρίνει τη λεγόμενη off-label χρήση της για τη θεραπεία της νόσου, η οποία προκαλείται από τον ιό του ΚΚΚ, γνωστό και ως SARS-CoV-2.

Οι επικριτές κατηγορούν εδώ και καιρό τον FDA ότι καθυστερεί και ότι είναι επικίνδυνα υπερβολικά προσεκτικός και αδιάφορος για τον ανθρώπινο πόνο στην προσέγγισή του για τη ρύθμιση των φαρμακευτικών προϊόντων, μια κριτική που οδήγησε τον τότε πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να υπογράψει τον νόμο για το δικαίωμα δοκιμής τον Μάιο του 2018. Ο νόμος, σύμφωνα με τον FDA, “αποτελεί έναν ακόμη τρόπο για τους ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με απειλητικές για τη ζωή ασθένειες ή παθήσεις, οι οποίοι έχουν δοκιμάσει όλες τις εγκεκριμένες θεραπευτικές επιλογές και δεν μπορούν να συμμετάσχουν σε κλινική δοκιμή, να έχουν πρόσβαση σε ορισμένες μη εγκεκριμένες θεραπείες”.

Οι ιατροί είναι ελεύθεροι να συνταγογραφούν την ιβερμεκτίνη για τη θεραπεία του COVID-19, παρόλο που ο FDA υποστηρίζει ότι η εκτός επισήμανσης χρήση της θα μπορούσε να είναι επιβλαβής σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι κλινικές δοκιμές του φαρμάκου σε ανθρώπους για χρήση κατά του COVID-19 βρίσκονται σε εξέλιξη, σύμφωνα με τον οργανισμό.

Το φάρμακο “σίγουρα” έσωσε τη ζωή του ηλικιωμένου ασθενούς “επειδή η κατάστασή του άλλαξε αμέσως μετά τη λήψη της ιβερμεκτίνης”, δήλωσε στην Epoch Times η δικηγόρος της οικογένειας, Κίρστιν Μ. Έρικσον της εταιρείας Mauck and Baker με έδρα το Σικάγο.

Ο 71χρονος Σαν Νγκ, ο οποίος επισκεπτόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες από το Χονγκ Κονγκ για να γιορτάσει τα πρώτα γενέθλια της εγγονής του, αρρώστησε από τον COVID-19 και μέσα σε λίγες ημέρες βρισκόταν κοντά στο θάνατο. Νοσηλεύτηκε στις 14 Οκτωβρίου στο νοσοκομείο Edward, στο Νάπερβιλ του Ιλινόις, το οποίο ανήκει στο σύστημα υγείας Edward-Elmhurst. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε δραματικά και διασωληνώθηκε και τοποθετήθηκε σε αναπνευστική υποστήριξη λίγες ημέρες αργότερα.

Το μοναχοπαίδι του Νγκ, η Μαν Κουάν Νγκ, η οποία είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος μηχανολόγου μηχανικού, έκανε τη δική της έρευνα και αποφάσισε ότι ο πατέρας της θα έπρεπε να λάβει ιβερμεκτίνη, η οποία ορισμένοι γιατροί πιστεύουν ότι είναι αποτελεσματική κατά του COVID-19, παρά τις αντίθετες οδηγίες του FDA.

Όμως, παρά την επιθυμία της κόρης, το νοσοκομείο αρνήθηκε να χορηγήσει ιβερμεκτίνη και αρνήθηκε την πρόσβαση σε γιατρό πρόθυμο να τη χορηγήσει.

Η κόρη προσέφυγε στο δικαστήριο για λογαριασμό του πατέρα της και την 1η Νοεμβρίου, ο δικαστής Πωλ Μ. Φούλερτον του Περιφερειακού Δικαστηρίου της κομητείας ΝτουΠέιτζ εξέδωσε προσωρινή περιοριστική εντολή που απαιτούσε από το νοσοκομείο να επιτρέψει τη χορήγηση ιβερμεκτίνης στον ασθενή. Το νοσοκομείο αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τη δικαστική εντολή.

Σε επόμενη ακρόαση στο δικαστήριο στις 5 Νοεμβρίου, ο Φούλερτον δήλωσε ότι ένας γιατρός που κατέθεσε περιέγραψε τον Σαν Νγκ ως “ουσιαστικά ετοιμοθάνατο”, με μόλις 10 έως 15 τοις εκατό πιθανότητες επιβίωσης. Η ιβερμεκτίνη μπορεί να έχει μικρές παρενέργειες, όπως ζάλη, φαγούρα στο δέρμα και διάρροια στη δόση που προτάθηκε για τον Νγκ, αλλά οι “κίνδυνοι αυτών των παρενεργειών είναι τόσο ελάχιστοι που η τρέχουσα κατάσταση του κ. Νγκ αντισταθμίζει τον κίνδυνο εκατονταπλάσια”, δήλωσε ο Φούλερτον.

Ο δικαστής εξέδωσε εκείνη την ημέρα προσωρινή διαταγή με την οποία διέταξε το νοσοκομείο να “επιτρέψει αμέσως … προσωρινά επείγοντα προνόμια” στον γιατρό του Νγκ, Δρ. Άλαν Μπέιν, “αποκλειστικά και μόνο για τη χορήγηση ιβερμεκτίνης σε αυτόν τον ασθενή”.

Το νοσοκομείο αντιστάθηκε στη διαταγή στις 6 και 7 Νοεμβρίου, αρνούμενο την πρόσβαση του Μπέιν στον ασθενή του. Το νοσοκομείο ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να αφήσει τον Μπέιν να μπει επειδή δεν είχε εμβολιαστεί κατά του COVID-19 και ότι ο επικεφαλής ιατρός του δεν ήταν διαθέσιμος για να “ελέγξει” τον Μπέιν να χορηγήσει ιβερμεκτίνη.

Οι δικηγόροι της κόρης κατέθεσαν επείγουσα έκθεση στο δικαστήριο στις 8 Νοεμβρίου και ο Φούλερτον άκουσε και τις δύο πλευρές. Ο δικαστής επέπληξε το νοσοκομείο και επανέλαβε ότι πρέπει να επιτρέψει στον Μπέιν να μπει μέσα σε διάστημα 15 ημερών για να κάνει τη δουλειά του. Όταν το νοσοκομείο υπέβαλε αίτηση αναστολής της εντολής, ο Φούλερτον την απέρριψε, δίνοντας και πάλι εντολή στην εγκατάσταση να συμμορφωθεί.

Η ιβερμεκτίνη φαίνεται ότι λειτούργησε και ο Σαν Νγκ έχει αναρρώσει από τον COVID-19. Πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο στις 27 Νοεμβρίου.

“Η ανάρρωση του πατέρα μου είναι εκπληκτική”, δήλωσε η κόρη του, Μαν Κουάν Νγκ, σε δήλωσή της.

“Ο πατέρας μου είναι γερός άνθρωπος. Δούλευε τόσο σκληρά για να επιβιώσει, και φυσικά, με τα χέρια του Θεού να τον κρατούν. Αποδεσμεύτηκε από το οξυγόνο περίπου τρεις ημέρες μετά την έξοδό του από τη ΜΕΘ. Άρχισε να τρέφεται από το στόμα πριν από την έξοδο από το νοσοκομείο. Επέστρεψε στο σπίτι του χωρίς να κουβαλάει μπουκάλι οξυγόνου και σωλήνα σίτισης εγκατεστημένο στο στομάχι του. Τώρα μπορεί να στέκεται με ένα περιπατητήρα στο κρεβάτι και να εξασκείται στο βηματισμό. Αφού ήταν σε καταστολή για ένα μήνα με αναπνευστική υποστήριξη στη ΜΕΘ, η απόδοσή του ξεπερνά τις προσδοκίες μας. Δοξάστε τον Κύριο”.

Η δικηγόρος Έρικσον δήλωσε ότι το “ευτυχές” τελικό αποτέλεσμα εδώ παρέχει “ελπίδα για το έθνος”.

“Λαμβάνουμε τηλεφωνήματα από παντού”, δήλωσε στην Epoch Times. “Άνθρωποι που θέλουν να μηνύσουν νοσοκομεία αφού κάποιος έχει πεθάνει, ήθελαν να πάρουν το φάρμακο και δεν μπορούσαν. Προφανώς, αυτή είναι μια διαφορετική, δύσκολη υπόθεση, επειδή μια υπόθεση ιατρικής αμέλειας είναι πολύ δύσκολη”.

Οι άνθρωποι θέλουν απλώς να κάνουν το καλύτερο για τα μέλη της οικογένειάς τους και “να βρουν μόνοι τους ιβερμεκτίνη” και να την έχουν πρόχειρη “και να τη χρησιμοποιούν όταν κάποιος αρχίσει να εμφανίζει συμπτώματα”, δήλωσε η Έρικσον.

Είπε ότι η νομική της ομάδα και ο πελάτης της ήταν “πραγματικά ευγνώμονες” που ο Νγκ ανάρρωσε και “χαιρετίζουμε” τον δικαστή Φούλερτον, τον Δρ. Μπέιν και άλλους, καθώς και το νοσοκομείο που τήρησε τελικά τη δικαστική απόφαση.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ιβερμεκτίνη και τον τρόπο προμήθειάς της, η Έρικσον δήλωσε ότι οι άνθρωποι πρέπει να επισκεφθούν την ιστοσελίδα της Front Line COVID-19 Critical Care Alliance στη διεύθυνση Covid19CriticalCare.com.

Ο Κιθ Χαρτενμπέργκερ, διευθυντής δημοσίων σχέσεων του συστήματος Edward-Elmhurst Health, αρνήθηκε να σχολιάσει.

“Δεν είμαστε σε θέση να σχολιάσουμε λόγω των κατευθυντήριων γραμμών για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των ασθενών”, δήλωσε στην Epoch Times μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Διαβάστε επίσης:

Δικαστής στο Οχάιο διατάσσει την άμεση χορήγηση Ιβερμεκτίνης σε διασωληνωμένο ασθενή

Νέα μελέτη συνδέει την ιβερμεκτίνη με τις «μεγάλες μειώσεις» θανάτων από COVID-19

ΗΠΑ: Δικαστήριο μπλοκάρει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό υγειονομικών της Νέας Υόρκης

Ένας ομοσπονδιακός δικαστής έδωσε την Τρίτη έκτακτη διαταγή που εμποδίζει την πολιτεία της Νέας Υόρκης να επιβάλει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τον ιό του ΚΚΚ (Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας) στους υγειονομικούς.

Δεκαεπτά επαγγελματίες υγείας είχαν ζητήσει από το δικαστήριο να μπλοκάρει την επιβολή της Νέας Υόρκης για υποχρέωση εμβολιασμού που είχε ανακοινωθεί από τον τότε κυβερνήτη  Άντριου Κουόμο στις 16 Αυγούστου. Η εντολή απαιτούσε το προσωπικό στα νοσοκομεία και τις εγκαταστάσεις μακροχρόνιας φροντίδας, όπως γηροκομεία, εγκαταστάσεις φροντίδας ενηλίκων και άλλες εγκαταστάσεις φροντίδας με μεγάλη συνάθροιση, να εμβολιαστούν για τον COVID-19 ώστε να συνεχίσουν να εργάζονται.

Οι ενάγοντες, συμπεριλαμβανομένων γιατρών, νοσηλευτών και βοηθητικού προσωπικού, κινδύνευαν να τεθούν σε αναστολή εργασίας, απώλεια προνομίων παραμονής στο νοσοκομείο και καταστροφή της σταδιοδρομίας τους, εκτός εάν συναινούσαν στον εμβολιασμό τους σε αντίθεση με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, υποστήριξε η αγωγή.

Οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις υποχρέωσαν τους ενάγοντες «να αρνηθούν τον εμβολιασμό με τα διαθέσιμα εμβόλια COVID-19, τα οποία χρησιμοποιούν όλα εμβρυικές κυτταρικές σειρές στις δοκιμές, την ανάπτυξη και την παραγωγή τους», σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα.

Οι υπάλληλοι υγειονομικής περίθαλψης υποστήριξαν ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός θα ακυρώσει την προστασία για ειλικρινείς θρησκευτικές πεποιθήσεις σύμφωνα με τον Τίτλο VII του Νόμου περί Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1964, παρόλο που η προηγούμενη κρατική διαταγή υγείας που ίσχυε μόλις ημέρες νωρίτερα είχε παράσχει την ίδια προστασία.

«Αυτό που προσπαθεί να κάνει η Νέα Υόρκη είναι να κλείσει ένα παράθυρο διαφυγής από μια αντισυνταγματική εντολή υποχρέωσης εμβολιασμού», δήλωσε ο δικηγόρος Κρίστοφερ Φεράρα, ειδικός σύμβουλος της Thomas More Society σε δήλωση πριν από την έκδοση της δικαστικής εντολής.

«Και το κάνουν αυτό γνωρίζοντας ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ειλικρινείς θρησκευτικές αντιρρήσεις για τα εμβόλια που έχουν δοκιμαστεί, αναπτυχθεί ή παραχθεί με κυτταρικές σειρές που προέρχονται από νεκρά έμβρυα».

Ο δικαστής Ντέιβιντ Χερντ του Περιφερειακού Δικαστηρίου των ΗΠΑ για τη Βόρεια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης, διορισμένος από τον Μπιλ Κλίντον, έδωσε προσωρινή διαταγή περιορισμού το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου στην υπόθεση. Η αγωγή ασκήθηκε εναντίον της κυβερνήτη της Νέας Υόρκης, Κάθι Χοτσούλ (Δημοκρατικός).

«Η εντολή υποχρέωσης εμβολιασμού αναστέλλεται» και το Υπουργείο Υγείας της Νέας Υόρκης «απαγορεύεται να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια, πειθαρχική ή άλλη, κατά της άδειας, της πιστοποίησης, της κατοικίας, της αποδοχής προνομίων ή άλλου επαγγελματικού καθεστώτος ή προσόντων οποιουδήποτε από τους ενάγοντες επειδή αναζητούν ή έχουν λάβει θρησκευτική εξαίρεση από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό COVID-19», αναφέρεται στην εντολή του Χερντ.

Ο Φεράρα έμαθε ότι δόθηκε η δικαστική εντολή ενώ έδινε τηλεφωνική συνέντευξη στην The Epoch Times.

Ερωτηθείς αν του άρεσε η απόφαση, ο Φεράρα γέλασε: «Πλάκα μου κάνεις;»