Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Τζ. Ντ. Βανς: Ο Πούτιν δεν έχει σχέδιο εξόδου από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, δήλωσε στις 19 Μαΐου ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν φαίνεται να μην διαθέτει σαφή στρατηγική για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Οι δηλώσεις του έγιναν λίγες ώρες πριν από μια κρίσιμη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Πούτιν, με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη μακροχρόνια σύρραξη.

Ο Βανς ανέφερε σε συνομιλία του με δημοσιογράφους, κατά τη διάρκεια της πτήσης του με το Air Force Two από τη Ρώμη, ότι δεν είναι βέβαιος αν ο Πούτιν έχει κάποιο σχέδιο για την αποκλιμάκωση του πολέμου.

Λίγο μετά από ιδιωτική ακρόαση με τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ και συναντήσεις υψηλού επιπέδου στο Βατικανό, ο Βανς σημείωσε πως η ειρηνευτική διαδικασία βρίσκεται σε αδιέξοδο. Σύμφωνα με τον ίδιο, το γεγονός αυτό οδήγησε τον Τραμπ να προχωρήσει στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ηγέτη, καθώς εκτιμά ότι ο Πούτιν δεν γνωρίζει πώς να απεμπλακεί από τη σύγκρουση.

Η δήλωσή του έγινε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της δίωρης συνομιλίας Τραμπ–Πούτιν, η οποία, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ξεκίνησε στις 10 το πρωί της 19ης Μαΐου. Ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε στη συνέχεια, μέσω της πλατφόρμας Truth Social, ότι η επικοινωνία ήταν πολύ θετική.

Όπως υποστήριξε, Ρωσία και Ουκρανία συμφώνησαν να ξεκινήσουν άμεσα διαπραγματεύσεις για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και –και κυρίως– για τη συνολική λήξη του πολέμου. Τόνισε ότι οι όροι θα καθοριστούν αποκλειστικά από τις δύο πλευρές, καθώς μόνο εκείνες γνωρίζουν λεπτομέρειες που είναι ουσιώδεις για την επίτευξη συμφωνίας.

Μερικά 24ωρα νωρίτερα, ο Τραμπ ανακοίνωσε πως σκόπευε να συνομιλήσει τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, σε διαδοχικές κλήσεις, σε μια προσπάθεια να τερματίσει αυτό που χαρακτήρισε ως «αιματοχυσία» που στοιχίζει τη ζωή σε πάνω από 5.000 στρατιώτες την εβδομάδα.

Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του για ειρήνευση, η σύγκρουση Ρωσίας–Ουκρανίας δεν έχει έως τώρα παρουσιάσει ενδείξεις αποκλιμάκωσης. Ο Τραμπ έχει εκφράσει αμφιβολίες ως προς την ειλικρίνεια της ρωσικής πλευράς και εκτιμά πως η τελευταία επικοινωνία του με τον Πούτιν έδωσε κάποιες απαντήσεις.

Ο ίδιος έκανε λόγο για «άριστο τόνο και πνεύμα» κατά τη διάρκεια της συνομιλίας και πρόσθεσε ότι, εάν δεν ήταν έτσι, δεν θα δίσταζε να το δηλώσει δημοσίως. Επισήμανε, επίσης, ότι η Ρωσία ενδιαφέρεται για ευρείας κλίμακας εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες όταν λήξει η «καταστροφική αυτή αιματοχυσία», κάτι με το οποίο –όπως είπε– συμφωνεί.

Αναφερόμενος στη συνέχεια, ο Τραμπ δήλωσε ότι είχε και μια σύντομη επικοινωνία με τον Ζελένσκι, μετά τη συνομιλία του με τον Πούτιν, και εκτίμησε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Κιέβου θα ξεκινήσουν άμεσα, με το Βατικανό να θεωρείται πιθανός τόπος διεξαγωγής των συνομιλιών.

Ο Βανς, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι ένα από τα βασικά εμπόδια για την επίτευξη ειρήνης είναι η «βαθιά δυσπιστία» μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας – μια κληρονομιά, όπως τη χαρακτήρισε, των προηγούμενων κυβερνήσεων, την οποία ο Τραμπ επιδιώκει να διορθώσει.

Παρατήρησε, ωστόσο, ότι η προσπάθεια αυτή απαιτεί συνεργασία και από τις δύο πλευρές, λέγοντας ότι, εάν η Ρωσία δεν δείξει διάθεση καλής πίστης, τότε οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποσυρθούν από τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Χαρακτηριστικά φέρεται να είπε ότι, αν η Μόσχα δεν είναι πρόθυμη να συνεργαστεί, «θα πρέπει κάποια στιγμή να πούμε: ‘Δεν είναι δικός μας πόλεμος’». Ο Βανς έχει ήδη δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον θα αποχωρήσει από τις συνομιλίες εφόσον δεν σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε σε ενημέρωση Τύπου πριν την τηλεφωνική επικοινωνία ότι ο πρόεδρος έχει εκφράσει «κόπωση και απογοήτευση» για τη στάση και των δύο πλευρών και ότι επιθυμεί την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός το συντομότερο δυνατόν.

Η κλήση Τραμπ–Πούτιν ακολούθησε τη σύνοδο της 16ης Μαΐου στην Κωνσταντινούπολη, που αποτέλεσε την πρώτη απευθείας ειρηνευτική συνάντηση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας από την έναρξη του πολέμου το 2022. Η συνάντηση οδήγησε σε συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων, χωρίς ωστόσο να υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. Ο Πούτιν δεν συμμετείχε και ο Ζελένσκι, του οποίου το αίτημα για προσωπική συνάντηση απορρίφθηκε, εκπροσωπήθηκε από αντιπροσωπεία χαμηλότερου επιπέδου.

Η Moody’s υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ

Η Moody’s Ratings υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών από Αaa σε Αa1, αφαιρώντας από τη χώρα την τελευταία κορυφαία αξιολόγηση που διέθετε από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης. Η απόφαση, η οποία ελήφθη στις 16 Μαΐου, αποδόθηκε στη συνεχιζόμενη αύξηση του δημόσιου χρέους, την εκτίναξη των πληρωμών τόκων και την έλλειψη πολιτικής βούλησης για περιορισμό των χρόνιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

Η Moody’s ανέφερε πως παρατηρείται διαρκής επιδείνωση των δημοσιονομικών θεμελιωδών μεγεθών διαχρονικά, επί διαδοχικών κυβερνήσεων, ενώ σημείωσε ότι δεν αναμένει τα ισχύοντα σχέδια πολιτικής να οδηγήσουν σε ουσιαστική μείωση του ελλείμματος στο προσεχές μέλλον.

Όπως επισημάνθηκε, η υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα σε κλίμακα 21 σημείων αντανακλά την πολυετή αύξηση των δεικτών χρέους και πληρωμών τόκων του κράτους σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με άλλα κράτη με παρόμοια αξιολόγηση. Σύμφωνα με τον οίκο, δεν εκτιμάται ότι οι τρέχουσες δημοσιονομικές προτάσεις θα οδηγήσουν σε σημαντικές μειώσεις των υποχρεωτικών δαπανών ή των ελλειμμάτων σε βάθος χρόνου.

Παρά την υποβάθμιση, η Moody’s αναβάθμισε την προοπτική της πιστοληπτικής αξιολόγησης από «αρνητική» σε «σταθερή», στη νέα βαθμίδα Αa1. Ο οίκος επικαλέστηκε τη συνεχιζόμενη ισχύ των βασικών θεσμών των ΗΠΑ καθώς και την εμπιστοσύνη στη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα της οικονομίας.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εξαιρετικά πλεονεκτήματα, όπως το μέγεθος, η ανθεκτικότητα και η δυναμική της οικονομίας τους, καθώς και ο ρόλος του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος. Επιπλέον, ενώ τους τελευταίους μήνες παρατηρείται κάποιος βαθμός πολιτικής αβεβαιότητας, εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν την μακρά παράδοση αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής υπό την καθοδήγηση μιας ανεξάρτητης Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed).

Η αναφορά της Moody’s στην ανεξαρτησία της Fed γίνεται σε μια περίοδο εντεινόμενων πολιτικών πιέσεων προς την Κεντρική Τράπεζα. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει αυξήσει τις δημόσιες επικρίσεις του προς τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, κατηγορώντας τον ότι καθυστερεί τις μειώσεις επιτοκίων και ότι χρησιμοποιεί τη νομισματική πολιτική για πολιτικούς σκοπούς. Αν και ο Τραμπ δήλωσε πρόσφατα ότι δεν σχεδιάζει να απομακρύνει τον Πάουελ, τα σχόλιά του έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την πολιτική επιρροή στη λειτουργία της κεντρικής τράπεζας—παράγοντας που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Moody’s παρακολουθεί στενά.

Παρά τα στοιχεία θεσμικής ανθεκτικότητας που επικαλείται η Moody’s για την απόδοση «σταθερής» προοπτικής, τα δημοσιονομικά δεδομένα πίσω από την υποβάθμιση είναι ανησυχητικά. Ο οίκος προβλέπει ότι το ομοσπονδιακό έλλειμμα θα ανέλθει κοντά στο 9% του ΑΕΠ έως το 2035, από 6,4% το 2024, κυρίως λόγω αυξημένων δαπανών για κοινωνικά επιδόματα και της επιβάρυνσης από τους τόκους. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί από 98% του ΑΕΠ το 2024 στο 134% έως το 2035. Μέχρι τότε, μόνο οι πληρωμές τόκων ενδέχεται να απορροφούν έως και το 30% των ομοσπονδιακών εσόδων—ποσοστό υπερτριπλάσιο σε σύγκριση με το 2021.

Οι προβλέψεις αυτές συμβαδίζουν με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την τελευταία μηνιαία έκθεση, το έλλειμμα για τους πρώτους επτά μήνες του οικονομικού έτους 2025 ανέρχεται ήδη σε περισσότερα από 1,048 τρισεκατομμύρια δολάρια. Παρότι τον Απρίλιο καταγράφηκε πλεόνασμα 258 δισ. λόγω της φορολογικής περιόδου, οι συνολικές δαπάνες έχουν φθάσει τα 4,16 τρισεκατομμύρια, με τις καθαρές πληρωμές τόκων να ανέρχονται στα 579 δισ.—τοποθετώντας τις ΗΠΑ σε πορεία προς το υψηλότερο ετήσιο ποσό εξυπηρέτησης χρέους στην ιστορία τους.

Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών αύξησε σημαντικά τις προβλέψεις για νέο δανεισμό. Στην τελευταία του εκτίμηση, το υπουργείο δήλωσε ότι αναμένει να δανειστεί 514 δισ. δολάρια για την περίοδο Απριλίου–Ιουνίου—ποσό υπερτετραπλάσιο σε σχέση με την εκτίμηση του Φεβρουαρίου. Προβλέπεται επιπλέον δανεισμός 554 δισ. κατά το τρίτο τρίμηνο, γεγονός που υποδεικνύει συνεχιζόμενη πίεση στα δημόσια οικονομικά.

Η υποβάθμιση αναζωπύρωσε τις εκκλήσεις οικονομικών παρατηρητηρίων και ειδικών προϋπολογισμού για άμεση δράση προς σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών. Ο Μάικλ Πίτερσον, επικεφαλής του Ιδρύματος Peter G. Peterson, σχολίασε ότι η απόφαση της Moody’s θα έπρεπε να λειτουργήσει ως «καμπανάκι» για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Όπως ανέφερε σε δήλωσή του, όσοι αναζητούσαν ένα σημείο καμπής για να σταματήσουμε την αύξηση του εθνικού χρέους, δεν έχουν παρά να δουν την υποβάθμιση της Moody’s. Πρόσθεσε ότι δεν είναι αποδεκτό για μια μεγάλη χώρα όπως οι ΗΠΑ να υπονομεύει τη δική της πιστοληπτική αξιοπιστία, τονίζοντας ότι υπάρχουν λύσεις στο τραπέζι που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα με την κατάλληλη ηγεσία.

Η απόφαση της Moody’s προκάλεσε επίσης αντιδράσεις από μερίδα οικονομολόγων, οι οποίοι θεώρησαν ότι η αξιολόγηση αντανακλά πολιτικά κίνητρα παρά αντικειμενική οικονομική ανάλυση. Ο οικονομολόγος και πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στίβεν Μουρ, υποστήριξε ότι η Moody’s λειτουργεί πλέον περισσότερο ως πολιτικός φορέας παρά ως οίκος αξιολόγησης. Όπως δήλωσε, ο οίκος υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Αμερικής επί προεδρίας Τραμπ, ενώ δεν είχε πράξει το ίδιο όταν, κατά την περίοδο Μπάιντεν, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 5 τρισ. δολάρια και ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 9%. Κατά την άποψή του, οι φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ της ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν από τον Τραμπ ενισχύουν την ευημερία και μειώνουν τον πιστωτικό κίνδυνο.

Κρεμλίνο: Ο Πούτιν δεν θα συμμετάσχει στις ειρηνευτικές συνομιλίες Ρωσίας-Ουκρανίας στην Τουρκία

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν θα παραστεί στις προγραμματισμένες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στην Τουρκία αυτή την εβδομάδα, σύμφωνα με λίστα της ρωσικής αντιπροσωπείας που δόθηκε στη δημοσιότητα το βράδυ της Τετάρτης από το Κρεμλίνο, παρά τις πιέσεις της Ουκρανίας και της Δύσης για παρουσία της ανώτατης ρωσικής ηγεσίας στις διαπραγματεύσεις.

Όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο μέσω του επίσημου καναλιού του στο Telegram στις 14 Μαΐου, επικεφαλής της ρωσικής αποστολής θα είναι ο προεδρικός σύμβουλος Βλαντίμιρ Μεντίνσκι, ο οποίος είχε ηγηθεί χωρίς αποτέλεσμα των συνομιλιών με την Ουκρανία το 2022. Στην αποστολή περιλαμβάνονται, επίσης, ο υφυπουργός Εξωτερικών Μιχαήλ Γκαλουζίν, ο υφυπουργός Άμυνας Αλεξάντερ Φόμιν και ο επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών (GRU) Ιγκόρ Κοστιούκοφ, πλαισιωμένοι από συμβούλους των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας, καθώς και της προεδρικής διοίκησης.

Η Μόσχα καθυστέρησε να επιβεβαιώσει τη σύνθεση της αντιπροσωπείας για τις συνομιλίες της Κωνσταντινούπολης, τις οποίες ο Πούτιν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την Κυριακή, εν μέσω διεθνών εκκλήσεων για εκεχειρία 30 ημερών στην Ουκρανία.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε δηλώσει ότι είναι έτοιμος να συμμετάσχει στις συνομιλίες και είχε επισημάνει ότι η παρουσία ή μη του Πούτιν θα έδειχνε το κατά πόσον η Ρωσία επιδιώκει ειλικρινά την ειρήνη.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε επίσης αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μεταβεί στην Τουρκία και να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις, καλώντας Πούτιν και Ζελένσκι να καθίσουν στο τραπέζι και να καταλήξουν σε συμφωνία που θα σταματήσει την αιματοχυσία. Ο Τραμπ, ο οποίος από την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο ζητά την άμεση κήρυξη εκεχειρίας στην Ουκρανία, είχε εκτιμήσει ότι ο αριθμός των στρατιωτών που σκοτώνονται ή τραυματίζονται κάθε εβδομάδα από τις δύο πλευρές ξεπερνά τους 5.000 και πως η πραγματική έκταση των απωλειών είναι μεγαλύτερη.

Παρότι ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θα συμμετείχε «εφόσον πίστευε πως θα βοηθούσε» και είχε εκφράσει την ελπίδα να παραστεί και ο Πούτιν, η δημοσίευση της λίστας των Ρώσων εκπροσώπων από το Κρεμλίνο ερμηνεύεται ως σαφής ένδειξη ότι ο Ρώσος πρόεδρος δεν θα παραστεί — εκτός απροόπτου.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, είχε αποφύγει να απαντήσει ευθέως σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με ενδεχόμενη παρουσία του Πούτιν στην Τουρκία, περιοριζόμενος να δηλώσει ότι η Ρωσία επιδιώκει σοβαρά μια διπλωματική επίλυση του πολέμου, χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.

Πέραν της επίσημης λίστας, υπήρξαν και άλλες ενδείξεις ότι ο Πούτιν δεν σκοπεύει να ταξιδέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ρώσος βουλευτής Βλαντίμιρ Τζαμπάροφ φέρεται να δήλωσε στο κρατικό πρακτορείο TASS ότι η πιθανότητα συνάντησης Πούτιν και Ζελένσκι είναι περιορισμένη.

Από την πλευρά του Κιέβου, ο στενός συνεργάτης του Ζελένσκι, Μιχαήλο Ποντολιάκ, είχε αναφέρει νωρίτερα ότι ο Ουκρανός πρόεδρος είναι διατεθειμένος να συναντηθεί με τον Πούτιν, αλλά όχι με αξιωματούχους κατώτερου επιπέδου. Όπως είπε σε συνέντευξή του στον εξόριστο Ρώσο δημοσιογράφο Αλεξάντρ Πλιούτσεφ, την οποία επικαλέστηκε η εφημερίδα The Moscow Times, «υπάρχει μόνο ένας που λαμβάνει αποφάσεις από την ουκρανική πλευρά και μόνο ένας από τη ρωσική. Όλα τα άλλα είναι απλές τυπικότητες χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.»

Ο Ποντολιάκ είχε προσθέσει ότι ακόμη και χωρίς την παρουσία του Πούτιν, ενδέχεται να πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη μια «τεχνική» συνάντηση χαμηλότερου επιπέδου, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι αν η Ρωσία δεν εκπροσωπηθεί στο ανώτατο επίπεδο, αυτό θα σημαίνει πως δεν είναι έτοιμη να σταματήσει τον πόλεμο.

Ο Ζελένσκι ανέφερε στην καθιερωμένη βραδινή του τοποθέτηση προς τον ουκρανικό λαό, την Τετάρτη, ότι περιμένει να δει ποιοι θα έρθουν από ρωσικής πλευράς στην Τουρκία, ώστε να αποφασίσει ποια βήματα θα κάνει η Ουκρανία.

«Το μόνο εμπόδιο που απομένει για την ειρήνη είναι η έλλειψη σαφούς βούλησης από τη ρωσική πλευρά», είπε, προσθέτοντας ότι πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις για τον τρόπο συμμετοχής στις συνομιλίες στην Τουρκία.

Ο Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 14 Μαΐου, κατά τη διάρκεια της πτήσης του με το Air Force One, δήλωσε πως πολλά από τα επιμέρους ζητήματα της συνάντησης παραμένουν ασαφή, μεταξύ αυτών και η παρουσία του Πούτιν. Ο Αμερικανός πρόεδρος πρόσθεσε πως εξετάζει το ενδεχόμενο να διακόψει την περιοδεία του στη Μέση Ανατολή και να μεταβεί στην Τουρκία, αν αυτό βοηθήσει στην επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας.

«Αύριο θα βρισκόμαστε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το πρόγραμμα είναι ήδη πολύ φορτωμένο», ανέφερε. «Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα το έκανα, αν είναι να σωθούν ζωές και να τελειώσει αυτός ο πόλεμος.»

Μαζικές απολύσεις στη Microsoft: Δραστικές αλλαγές για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας

Η Microsoft ανακοίνωσε τη μεγαλύτερη περικοπή προσωπικού των τελευταίων δύο ετών, προχωρώντας στην απόλυση σχεδόν του 3% του παγκόσμιου ανθρώπινου δυναμικού της — αριθμός που αντιστοιχεί σε περίπου 6.000 θέσεις εργασίας. Η απόφαση αυτή εντάσσεται στη συνολική στρατηγική της εταιρείας να εκσυγχρονίσει τη δομή της διοίκησής της και να εστιάσει σε πιο αποδοτικές διαδικασίες, ώστε να διατηρήσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση που κατατέθηκε στις αρμόδιες αμερικανικές αρχές στην πολιτεία της Ουάσιγκτον, όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του τεχνολογικού κολοσσού, περίπου 1.985 απολύσεις θα πραγματοποιηθούν εκεί, με τις θέσεις να καταργούνται οριστικά από τις 12 Ιουλίου.

Εκπρόσωπος της Microsoft δήλωσε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα The Epoch Times: «Προχωρούμε στις απαραίτητες οργανωτικές αλλαγές ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η εταιρεία παραμένει σε θέση ισχύος, μέσα σε μια αγορά δυναμικών εξελίξεων».

Οι περικοπές αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για ενίσχυση της ευελιξίας, περιορίζοντας τα διοικητικά επίπεδα και τις επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες, με σκοπό οι εργαζόμενοι να επικεντρώνονται σε «ουσιαστικό έργο», αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη.

Αν και η εταιρεία δεν επιβεβαίωσε επίσημα τον ακριβή αριθμό των θέσεων που καταργούνται, η είδηση για περικοπές που φτάνουν το 3% — δηλαδή περίπου 6.000 απολύσεις — δημοσιοποιήθηκε από το Associated Press, το οποίο επικαλείται εσωτερικές ενημερώσεις προς τους εργαζομένους. Οι περικοπές αφορούν διαφορετικούς τομείς της εταιρείας, μεταξύ αυτών το LinkedIn και το Xbox, και επηρεάζουν υπαλλήλους διαφόρων ειδικοτήτων και περιοχών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η παρούσα αναδιοργάνωση έρχεται λίγους μήνες μετά από μικρότερου εύρους, στοχευμένες απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν βάσει απόδοσης των εργαζομένων τον Ιανουάριο — ενώ είναι και η μεγαλύτερη μείωση προσωπικού από τις αρχές του 2023, όταν τότε η Microsoft είχε προχωρήσει στην κατάργηση 10.000 θέσεων εργασίας, στο πλαίσιο της προσαρμογής του τεχνολογικού τομέα μετά την πανδημία.

Το νέο κύμα περικοπών λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο που τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας παραμένουν ιδιαίτερα ισχυρά. Στο τελευταίο τρίμηνο, τα κέρδη της Microsoft ξεπέρασαν τις προσδοκίες, με την άνοδο να αποδίδεται στην ανάπτυξη των υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους (cloud) και των ψηφιακών εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης. Ο διευθύνων σύμβουλος, Σάτια Ναντέλα, τόνισε την αυξημένη ζήτηση για τις καινοτόμες λύσεις της εταιρείας, όπως ο ψηφιακός βοηθός Copilot, ενώ σημείωσε και τη ραγδαία επέκταση του δικτύου κέντρα δεδομένων παγκοσμίως.

Παρότι το θέμα των απολύσεων δεν θίχτηκε ξεκάθαρα κατά την τηλεδιάσκεψη ανακοινώσεων αποτελεσμάτων στις 30 Απριλίου, τα στελέχη της Microsoft επανειλημμένως υπογράμμισαν τη βελτίωση της αποδοτικότητας, την απλούστευση των διοικητικών δομών και τον αυστηρό έλεγχο των εξόδων, ως βασικούς λόγους για το ενισχυμένο περιθώριο κέρδους. Όπως δήλωσε η οικονομική διευθύντρια, Έιμι Χουντ, τα λειτουργικά έξοδα αποδείχθηκαν χαμηλότερα του αναμενόμενου, λόγω της προσήλωσης στην αποδοτικότητα κόστους και στη μεταφορά επενδύσεων στο τέταρτο τρίμηνο.

«Το λειτουργικό περιθώριο αυξήθηκε κατά μία μονάδα σε ετήσια βάση, φθάνοντας το 46%, ξεπερνώντας τις προβλέψεις, καθώς συνεχίζουμε να εστιάζουμε στη δημιουργία ομάδων υψηλής απόδοσης και στην ενίσχυση της ευελιξίας μέσω της μείωσης διοικητικών επιπέδων», επεσήμανε, αφήνοντας να εννοηθεί η άμεση σύνδεση με νέες περικοπές κυρίως σε διοικητικές και υπαλληλικές θέσεις.

Εκτιμώντας τις μελλοντικές προοπτικές, η Microsoft προβλέπει μικρή αύξηση των συνολικών λειτουργικών περιθωρίων για το σύνολο του έτους, παρά τη σημαντική αύξηση των δαπανών για την επέκταση σε cloud και συστήματα AI. Το μήνυμα είναι σαφές: η εταιρεία στρέφεται στις περικοπές προσωπικού για να απορροφήσει το αυξημένο κόστος επενδύσεων και να διασφαλίσει την κερδοφορία της σε ένα οικονομικό περιβάλλον με υψηλές επενδύσεις.

Ειρηνευτικές διαβουλεύσεις Ρωσίας–Ουκρανίας στην Τουρκία, με το βλέμμα του Τραμπ στο τραπέζι

Με τις πολεμικές συγκρούσεις να μαίνονται στην Ουκρανία και το τίμημα να αυξάνεται καθημερινά, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να παρακάμψει το τρέχον διπλωματικό του ταξίδι στον Περσικό Κόλπο και να πετάξει στην Τουρκία, προκειμένου να παραστεί στις κρίσιμες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Ο Τραμπ, που πραγματοποιεί περιοδεία σε Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κατάρ, δήλωσε τη Δευτέρα στους δημοσιογράφους από τον Λευκό Οίκο ότι η πολυαναμενόμενη συνάντηση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στην Τουρκία στις 15 Μαΐου συνιστά ίσως πραγματική ευκαιρία για κατάπαυση του πυρός και εξεύρεση λύσης.

«Πιστεύω πως ίσως δούμε θετική έκβαση στη συνάντηση της Πέμπτης στην Τουρκία ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία», ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αναμένονται τόσο ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν όσο και ο Ουκρανός ομόλογός του Βολοντίμιρ Ζελένσκι. «Το σκέφτομαι να πετάξω κι εγώ εκεί. Δεν ξέρω ακόμη πού θα βρίσκομαι την Πέμπτη – έχω πάρα πολλές επαφές, αλλά είναι κάτι που το εξετάζω σοβαρά. Αν διαπιστώσουμε ότι μπορούν να γίνουν πράγματα, ίσως τελικά πάω. Το ζητούμενο είναι να φέρουμε αποτέλεσμα», υπογράμμισε.

Μέχρι στιγμής, και οι δύο ηγέτες, Πούτιν και Ζελένσκι, έχουν υιοθετήσει θετική στάση για τις συνομιλίες στην Τουρκία, με τον Ουκρανό πρόεδρο να δηλώνει διαθέσιμος. Ωστόσο, η Μόσχα δεν έχει επιβεβαιώσει επισήμως τη φυσική παρουσία του Ρώσου προέδρου στη συνάντηση.

Ο Τραμπ τόνισε πως η εκτίναξη των απωλειών στο πεδίο εντείνει προσωπικά την προσπάθειά του για τερματισμό του πολέμου. «Όταν βλέπεις τις δορυφορικές φωτογραφίες με χέρια, πόδια και κεφάλια διασκορπισμένα παντού… αυτό δεν έχει κανένα νόημα», τόνισε με έμφαση. «Γι’ αυτό εργαζόμαστε αδιάκοπα για να δούμε αν μπορούμε να σταματήσουμε αυτή τη σφαγή».

Παράλληλα, σημείωσε πως ο απολογισμός των περίπου 5.000 νεκρών και τραυματιών στρατιωτών εβδομαδιαίως και από τις δύο πλευρές υποτιμά το πραγματικό εύρος της καταστροφής, αφήνοντας να εννοηθεί πως οι πραγματικοί αριθμοί είναι ακόμη πιο εφιαλτικοί.

Από την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο, ο Τραμπ έχει ταχθεί υπέρ άμεσης κατάπαυσης του πυρός, ενώ πρόσφατα πρότεινε άνευ όρων τακτική εκεχειρία διάρκειας 30 ημερών, προκειμένου να υπάρξει περιθώριο για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Ενώ η ουκρανική πλευρά έδειξε διάθεση να υποστηρίξει την πρόταση, η Μόσχα δείχνει μέχρι στιγμής απροθυμία να δεσμευθεί. Ο Ζελένσκι επιμένει πως ουσιαστική διπλωματία μπορεί να υπάρξει μόνο εφόσον υπάρξει «πλήρης και διαρκής εκεχειρία». «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να συνεχίζεται αυτή η αιματοχυσία ούτε μία μέρα ακόμη», τόνισε, ενώ και ο Πούτιν έχει ζητήσει άμεσες διαπραγματεύσεις χωρίς προαπαιτούμενα.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε πως η Μόσχα παραμένει αφοσιωμένη στην «ουσιαστική αναζήτηση» για μια ειρηνική λύση, χωρίς ωστόσο να ανοίξει τα χαρτιά του αναφορικά με τις λεπτομέρειες. Την ίδια ώρα, ο ανώτερος Ρώσος βουλευτής Βλαντίμιρ Τζαμπάροφ φάνηκε απαισιόδοξος για το ενδεχόμενο απευθείας συνάντησης Πούτιν–Ζελένσκι, προειδοποιώντας μάλιστα πως οι ρωσικές θέσεις σήμερα εμφανίζονται πολύ σκληρότερες σε σύγκριση με προηγούμενους γύρους συνομιλιών.

Οι ρωσικές επιθέσεις με drones σε ουκρανικό έδαφος συνεχίστηκαν και το βράδυ προς τη Δευτέρα, σύμφωνα με το Κίεβο. Μόνο την Κυριακή, η ουκρανική Πολεμική Αεροπορία ανακοίνωσε ότι κατέρριψε 55 από τα 108 μη επανδρωμένα αεροσκάφη που εξαπέλυσε η Ρωσία, σε μια νέα επιθετική αναζωπύρωση μετά το σύντομο, μονομερές, παύσμα των επιχειρήσεων από τη Μόσχα.

Παράλληλα με το ενδεχόμενο παρουσίας του στη διάσκεψη στην Τουρκία, ο Τραμπ αποκάλυψε ότι η κυβέρνησή του εξετάζει την χαλάρωση των κυρώσεων προς τη Συρία, προκειμένου να βοηθήσει τη χώρα να κάνει μια νέα αρχή μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, που συνοδεύει τον Τραμπ στην περιοδεία στη Μέση Ανατολή, αναμένεται να παραστεί σε συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στην Τουρκία στα τέλη της εβδομάδας. Ο Ρούμπιο υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ θεωρούν πως έχει φτάσει η ώρα για «άμεση εκεχειρία».

Σε πρόσφατες τηλεφωνικές επαφές του με τον Βρετανό ομόλογό του Ντέιβιντ Λάμι και τον Καγκελάριο της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτς, ο Ρούμπιο επανέλαβε πως η «κορυφαία προτεραιότητα» παραμένει ο τερματισμός των εχθροπραξιών, συζητώντας τον συντονισμό προσπάθειας μεταξύ Ευρωπαίων ηγετών και Κιέβου για την εδραίωση μιας βιώσιμης κατάπαυσης του πυρός.

Μόνιμος δασμός 10% στις εισαγωγές από όλες τις χώρες, δηλώνει ο Τραμπ – Ελάχιστες οι εξαιρέσεις

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ξεκαθάρισε την Παρασκευή πως η κυβέρνηση σκοπεύει να διατηρήσει έναν ελάχιστο δασμό ύψους 10% στις εισαγωγές σχεδόν από όλους τους εμπορικούς εταίρους της χώρας, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση νέων εμπορικών συμφωνιών. Όπως τόνισε, αυτός ο δασμός θα αποτελεί το «πάτωμα» στη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, με εξαιρέσεις που θα δίνονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

«Πάντα θα υπάρχει μία βάση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τραμπ σε δηλώσεις του στον Λευκό Οίκο στις 9 Μαΐου. «Η βάση αυτή θα είναι τουλάχιστον 10% και, σε αρκετές περιπτώσεις, μπορεί να είναι ακόμη υψηλότερη.»

Αν και ο Τραμπ άφησε ένα περιθώριο για ενδεχόμενες εξαιρέσεις, το βασικό του μήνυμα ήταν σαφές: Οι εμπορικοί εταίροι θα πρέπει στο εξής να θεωρούν τον δασμό 10% ως δεδομένο στοιχείο της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής. «Είναι πάντα πιθανό να δούμε αν κάποια χώρα κάνει κάτι πραγματικά εξαιρετικό για εμάς», είπε αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης.

Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, επιβεβαίωσε πως πρόθεση του προέδρου είναι αυτός ο ελάχιστος δασμός να διατηρηθεί στις περισσότερες διαπραγματεύσεις, επιδιώκοντας τόσο τη μείωση των ελλειμμάτων στο εμπόριο όσο και τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής.

Οι σχετικές δηλώσεις του Τραμπ έγιναν μία ημέρα μετά την ανακοίνωση κατ’ αρχήν εμπορικής συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο. Στη συμφωνία αυτή διατηρείται ο δασμός 10% στα βρετανικά προϊόντα, με άρση των δασμών σε χάλυβα και αλουμίνιο και σημαντική μείωση στους εισαγωγικούς δασμούς για τα βρετανικά αυτοκίνητα, που περιορίζονται από το 27,5% στο 10%. Σε αντάλλαγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα μειώσει το δικό του δασμό έναντι των ΗΠΑ από το 5,1% στο 1,8%.

Ο Τραμπ χαρακτήρισε τη συμφωνία με τη Βρετανία «χαμηλό ποσοστό», δικαιολογώντας το λόγω της θετικής στάσης και του σεβασμού που επιδεικνύει η χώρα έναντι των ΗΠΑ. Διευκρίνισε όμως πως το συγκεκριμένο μοντέλο δεν πρέπει να θεωρείται πρότυπο για άλλες συμφωνίες που ενδέχεται να ακολουθήσουν.

«Κάποιοι δασμοί θα είναι πολύ υψηλότεροι», τόνισε ο πρόεδρος στις 8 Μαΐου στο Οβάλ Γραφείο, «ειδικά για χώρες με τεράστια εμπορικά πλεονάσματα ή που δεν μας έχουν φερθεί σωστά διαχρονικά.»

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Κίνα, για την οποία η Ουάσιγκτον επέβαλε δασμό ύψους 145% τον Απρίλιο, θεωρώντας ότι το Πεκίνο διατηρεί εκτεταμένους εμπορικούς φραγμούς έναντι των αμερικανικών προϊόντων. Σε απάντηση, η Κίνα αντέδρασε με αντίμετρα που φτάνουν το 125% σε αμερικανικά αγαθά. Το Σαββατοκύριακο αυτό, εκπρόσωποι των δύο χωρών συναντώνται στην Ελβετία για νέες διαπραγματεύσεις.

Λίγο πριν την έναρξη των συνομιλιών, ο Τραμπ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης του δασμού για την Κίνα στο 80%, σημειώνοντας χαρακτηριστικά σε ανάρτησή του στο Truth Social πως αυτό το επίπεδο είναι «το σωστό». Σε άλλη ανάρτηση, επεσήμανε πως η κινεζική αγορά παραμένει κλειστή για τα αμερικανικά προϊόντα, καλώντας το Πεκίνο να μειώσει τα εμπόδια. «Θα ήταν εξαιρετικά προς όφελός τους», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Ο Τραμπ έχει επανειλημμένως παρουσιάσει τη στρατηγική των δασμών ως βασικό μοχλό για τον ανασχεδιασμό των παγκόσμιων εμπορικών σχέσεων προς όφελος των Αμερικανών εργαζομένων και παραγωγών. Συχνά επισημαίνει ότι στόχος του είναι οι διμερείς συμφωνίες που θα διορθώνουν αδικίες που, όπως καταγγέλλει, πλήττουν την αμερικανική οικονομία.

Το Σάββατο, ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, μαζί με τον εκπρόσωπο εμπορίου Τζέιμιζον Γκριρ, βρέθηκαν στη Γενεύη για συνομιλίες με Κινέζους αξιωματούχους με επικεφαλής τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Χε Λιφένγκ. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εν μέσω ενδείξεων δυσκολιών για τον εξαγωγικό τομέα της Κίνας, με κλείσιμο εργοστασίων και αύξηση καταγγελιών για απολύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Παράλληλα, Μπέσεντ και Γκριρ συναντήθηκαν με Ελβετούς αξιωματούχους, με τον υπουργό Οικονομικών να ανακοινώνει μέσω ανάρτησης στο X ότι οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις, με νέα ελβετική πρόταση να αναμένεται την επόμενη εβδομάδα.

«Μετά τη συμφωνία του προέδρου Τραμπ με το Ηνωμένο Βασίλειο την Πέμπτη, είμαστε αισιόδοξοι για την ταχύτητα των διαπραγματεύσεων αυτών», ανέφερε ο Μπέσεντ, προσθέτοντας ότι εταιρείες από την Ελβετία έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για επενδύσεις ύψους 150 έως 200 δισ. ελβετικών φράγκων (180-240 δισ. δολαρίων) στις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω των πολιτικών του προέδρου Τραμπ. «Αναμένουμε τη συνέχιση των συζητήσεών μας», κατέληξε.

Την ίδια στιγμή, δεκάδες χώρες έχουν εισέλθει σε διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ μετά την επίσημη ανακοίνωση Τραμπ για τον νέο δασμολογικό καθεστώς στις 2 Απριλίου.

Ο Ζελένσκι λέει ότι η συνάντηση του Βατικανού με τον Τραμπ ήταν η καλύτερη μέχρι στιγμής

Σημαντική στροφή στις σχέσεις Ουκρανίας–ΗΠΑ σηματοδοτεί η πρόσφατη συνάντηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Βατικανό, με τον Ουκρανό πρόεδρο να χαρακτηρίζει την επαφή ως την «πιο ουσιαστική» που έχουν πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα.

Μιλώντας στους δημοσιογράφους στο Κίεβο στις 2 Μαΐου, ο Ζελένσκι τόνισε ότι η συνάντηση με τον Τραμπ—στο περιθώριο της κηδείας του Πάπα Φραγκίσκου στις 26 Απριλίου—άλλαξε το κλίμα μεταξύ των δύο ηγετών, μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον στην ουσία των ζητημάτων.

«Πιστεύω πως η συνομιλία μας με τον Πρόεδρο Τραμπ ήταν η καλύτερη έως τώρα. Ίσως ήταν η πιο σύντομη, όμως σίγουρα η πιο ουσιαστική. Με απόλυτο σεβασμό προς τις ομάδες μας, η απευθείας συζήτηση απέδωσε τα μέγιστα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ουκρανός πρόεδρος.

Η τετ α τετ συνάντηση πραγματοποιήθηκε σε ιδιαίτερο χώρο εντός της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, με τους δύο ηγέτες να παραμερίζουν τις διπλωματικές τυπικότητες και να επιτυγχάνουν, όπως είπε ο Ζελένσκι, «την κατάλληλη ατμόσφαιρα για ουσιαστικό διάλογο».

Σε βιντεοσκοπημένο μήνυμά του, ανήμερα της υπογραφής της πολυαναμενόμενης συμφωνίας ΗΠΑ–Ουκρανίας για τα στρατηγικά ορυκτά, ο Ζελένσκι συνέχισε να πλέκει το εγκώμιο της συνάντησης με τον Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς τη «σημαντική» και γεμάτη περιεχόμενο.

«Αναμένουμε περαιτέρω απτά αποτελέσματα από την επαφή μας. Η συνάντηση ήταν ουσιαστική — εκμεταλλευτήκαμε και το τελευταίο λεπτό. Τον ευχαριστώ για αυτό, όπως και τις ομάδες μας, τόσο της Ουκρανίας όσο και των ΗΠΑ. Η προετοιμασία της συμφωνίας έγινε με επαγγελματισμό, παρά τις δυσκολίες», σημείωσε.

Υπενθυμίζεται ότι η διαπραγμάτευση για τη συμφωνία ορυκτών μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας εξελισσόταν με εντάσεις τις εβδομάδες που ακολούθησαν την επίσκεψη Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο στα τέλη Φεβρουαρίου.

Ο ίδιος ο Ζελένσκι χαρακτήρισε την υπογραφή της συμφωνίας ως το πρώτο συγκεκριμένο αποτέλεσμα της συνάντησης στο Βατικανό, τονίζοντας πως αυτή η εξέλιξη έχει ιστορικό χαρακτήρα για τη χώρα του.

«Είναι το πρώτο χειροπιαστό αποτέλεσμα εκείνης της συνάντησης — κάτι που καθιστά τη στιγμή πραγματικά ιστορική», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Βάσει των όρων της συμφωνίας, θεσπίζεται νέο επενδυτικό ταμείο για την ενίσχυση της ανοικοδόμησης, της βιομηχανικής ανάπτυξης και της αμυντικής υποδομής στην Ουκρανία. Η εποπτεία θα ασκείται από μικτό συμβούλιο με ίσο αριθμό Ουκρανών και Αμερικανών εκπροσώπων.

Ο Ουκρανός πρόεδρος κάλεσε την ουκρανική Βουλή (Βερχόβνα Ράντα) να επικυρώσει άμεσα τη συμφωνία, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για «πραγματική ισότιμη συνεργασία» που θα αποφέρει οικονομικά οφέλη και στις δύο πλευρές, θωρακίζοντας παράλληλα την κυριαρχία της χώρας.

Οι τοποθετήσεις Ζελένσκι έρχονται σε μια περίοδο που οι Ηνωμένες Πολιτείες δηλώνουν στροφή στη διαμεσολαβητική τους τακτική όσον αφορά τη σύγκρουση Ουκρανίας–Ρωσίας. Όπως ανέφερε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην Ουάσιγκτον την 1η Μαΐου, η αμερικανική κυβέρνηση εξακολουθεί να στηρίζει την ειρηνευτική διαδικασία, αλλά δεν προτίθεται πλέον να διαδραματίζει τον ρόλο του βασικού μεσολαβητή. «Η προσέγγισή μας πλέον αλλάζει — δεν είμαστε εμείς οι διαμεσολαβητές… Η απόφαση και οι πρωτοβουλίες πλέον βαραίνουν τις δύο πλευρές», υπογράμμισε η Τάμι Μπρους.

«Τώρα είναι η ώρα να παρουσιάσουν και να αναπτύξουν σαφείς ιδέες για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Εναπόκειται πλέον σε αυτούς», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ, στην προεκλογική του εκστρατεία για το 2024, είχε θέσει ως βασική προτεραιότητα τη γρήγορη διευθέτηση του ουκρανικού μετώπου, υποσχόμενος ότι θα επιτύχει συμφωνία ειρήνης σε μικρό χρονικό διάστημα. Την περασμένη εβδομάδα, από τη Ρώμη, λίγο πριν τη συνάντησή του με τον Ζελένσκι, δήλωσε ότι Μόσχα και Κίεβο βρίσκονται «πολύ κοντά σε συμφωνία», καθώς τα βασικά ζητήματα έχουν, κατά δήλωσή του, συμφωνηθεί.

«Οι δύο πλευρές είναι πολύ κοντά σε συμφωνία — πρέπει πια να συναντηθούν σε ανώτατο επίπεδο για να κλείσουν τη διαπραγμάτευση», ανέφερε σε ανάρτησή του στο Truth Social.

Παράλληλα, ο Τραμπ έχει αφήσει να εννοηθεί πως μια ειρηνευτική λύση θα περιλαμβάνει εδαφικούς συμβιβασμούς εκ μέρους της Ουκρανίας—κάτι που ο Ζελένσκι εξακολουθεί να απορρίπτει κατηγορηματικά.

Ο δασμός 25% των ΗΠΑ στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων τίθεται σε ισχύ

Ένας δασμός 25% στα εισαγόμενα ανταλλακτικά αυτοκινήτων τέθηκε σε ισχύ στις 3 Μαΐου, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να μειώσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από ξένες αλυσίδες εφοδιασμού και να ενισχύσει τις εγχώριες θέσεις εργασίας στον κατασκευαστικό κλάδο.

Οι νέοι δασμοί — που εγκρίθηκαν βάσει διακήρυξης της 26ης Μαρτίου — ισχύουν για βασικά εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται σε επιβατικά οχήματα και ελαφρά φορτηγά, συμπεριλαμβανομένων κινητήρων, κιβωτίων ταχυτήτων και ηλεκτρικών συστημάτων.

Οι δασμοί επηρεάζουν τις εισαγωγές από όλες τις χώρες, αν και τα εξαρτήματα που πληρούν τις απαιτήσεις της Συμφωνίας ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά (USMCA) εξαιρούνται, σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί η στενά συνδεδεμένη αλυσίδα εφοδιασμού αυτοκινήτων της Βόρειας Αμερικής.

Σύμφωνα με τις ενημερωμένες οδηγίες που εξέδωσε η Υπηρεσία Τελωνείων και Προστασίας των Συνόρων των ΗΠΑ (CBP) την Πέμπτη, τα εξαρτήματα που συμμορφώνονται με την USMCA δεν θα υπόκεινται στους νέους δασμούς, εφόσον δεν αποτελούν μέρος κιτ αποσυναρμολόγησης ή συσκευασιών χύμα εξαρτημάτων που προορίζονται για συναρμολόγηση.

Οι δασμοί αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης ατζέντας εμπορικής πολιτικής που περιλαμβάνει προηγούμενους δασμούς σε εισαγόμενα οχήματα και χάλυβα. Ωστόσο, εκτελεστικό διάταγμα που υπέγραψε ο Τραμπ στις 29 Απριλίου απαγορεύει την επικάλυψη δασμών — γνωστή ως «στοίβαξη» — στο ίδιο είδος. Η εντολή αποσκοπεί στην αποτροπή της συσσώρευσης πολλαπλών δασμών και στη μείωση του κόστους για τους κατασκευαστές που δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Για να μετριάσει περαιτέρω τον αντίκτυπο στους εγχώριους παραγωγούς, η κυβέρνηση αποκάλυψε επίσης μια «αντιστάθμιση προσαρμογής εισαγωγών». Διαθέσιμο σε αυτοκινητοβιομηχανίες που πραγματοποιούν τελική συναρμολόγηση οχημάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το πρόγραμμα τούς επιτρέπει να μειώσουν τις δασμολογικές τους υποχρεώσεις σε εισαγόμενα εξαρτήματα ανάλογα με τη συνολική εγχώρια παραγωγή τους.

Συγκεκριμένα, οι κατασκευαστές μπορούν να αντισταθμίσουν το 3,75% της συνολικής αξίας της προτεινόμενης τιμής λιανικής (MSRP) του κατασκευαστή για τα οχήματα που συναρμολογούνται στις ΗΠΑ και παράγονται από τις 3 Απριλίου 2025 έως τις 30 Απριλίου 2026, και το 2,5% για εκείνα που θα συναρμολογούνται το επόμενο έτος. Η αντιστάθμιση αντιστοιχεί περίπου σε εισαγόμενα ανταλλακτικά που αποτελούν το 15% της αξίας ενός οχήματος κατά το πρώτο έτος και στο 10% κατά το δεύτερο έτος.

Σε μια διακήρυξη, ο Τραμπ δήλωσε ότι η αναθεωρημένη δομή των δασμών θα «εξαλείψει πιο αποτελεσματικά την απειλή για την εθνική ασφάλεια» επιταχύνοντας την απομάκρυνση από την παραγωγή στο εξωτερικό και ενισχύοντας την ικανότητα των ΗΠΑ να παράγουν κρίσιμα εξαρτήματα αυτοκινήτων.

Ένα ενημερωτικό δελτίο του Λευκού Οίκου, που συνοδεύει τη διακήρυξη, υπογράμμισε το μέγεθος της πρόκλησης. Το 2024, μόνο το 25% του περιεχομένου των οχημάτων που πωλούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αμερικανικής κατασκευής. Παρόλο που 8 εκατομμύρια οχήματα συναρμολογήθηκαν στη χώρα, το μέσο αμερικανικό περιεχόμενό τους κυμαινόταν μεταξύ 40 και 50%. Η χώρα παρουσίασε επίσης εμπορικό έλλειμμα 93,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων.

Ενώ η κυβέρνηση Τραμπ λέει ότι οι δασμοί τελικά θα αναζωογονήσουν την αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία, οι αναλυτές του κλάδου προειδοποιούν για βραχυπρόθεσμες συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων υψηλότερων τιμών και διαταραχών εφοδιασμού.

Πρόσφατη εκτίμηση του Κέντρου Έρευνας Αυτοκινήτων προέβλεψε ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν το κόστος για τις αυτοκινητοβιομηχανίες των ΗΠΑ έως και 108 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο φέτος.

Η Στέφανι Μπρίνλεϋ, αναπληρώτρια διευθύντρια αυτοκινητιστικών πληροφοριών στην S&P Global, προειδοποίησε ότι οι πιο σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή και τις πωλήσεις είναι πιθανό να εμφανιστούν το 2026.

«Με βάση τη δραστηριότητα των τελευταίων τριών μηνών και την πορεία των τελευταίων ενεργειών σε όλο τον κόσμο, ο αντίκτυπος των δασμών ενδέχεται να έχει τεράστιο βραχυπρόθεσμο αντίκτυπο στις παγκόσμιες πωλήσεις και παραγωγή, με τις ΗΠΑ και τη Βόρεια Αμερική να βιώνουν τον χειρότερο αντίκτυπο», έγραψε σε σημείωμα.

Ενώ ο πλήρης αντίκτυπος των δασμών στα ανταλλακτικά αυτοκινήτων μπορεί να μην γίνει άμεσα αισθητός, η εφαρμογή του στις 3 Μαΐου αποτελεί ένα ακόμη ορόσημο στην επαναφορά της παγκόσμιας εμπορικής πολιτικής του Τραμπ.

Η Microsoft υπόσχεται να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε εντολή κράτους για την αναστολή των υπηρεσιών cloud της στην Ευρώπη

Η Microsoft έχει δεσμευτεί να αμφισβητήσει νομικά οποιαδήποτε πιθανή προσπάθεια οποιασδήποτε κυβέρνησης να αναγκάσει την εταιρεία να αναστείλει τις δραστηριότητές της στο cloud στην Ευρώπη, εκδίδοντας μια ευρεία δέσμευση που στοχεύει στον καθησυχασμό των Ευρωπαίων πελατών εν μέσω της αυξανόμενης γεωπολιτικής αστάθειας και των ανησυχιών για την ψηφιακή κυριαρχία.

Ο πρόεδρος της Microsoft, Μπραντ Σμιθ, αποκάλυψε την κίνηση στις 30 Απριλίου, τόσο με δήλωσή του όσο και κατά τη διάρκεια ομιλιών σε συνέδριο που διοργάνωσε το Ατλαντικό Συμβούλιο στις Βρυξέλλες. Η ανακοίνωση παρουσιάζει το νέο σχέδιο πέντε σημείων της Microsoft με τίτλο «Ευρωπαϊκές Ψηφιακές Δεσμεύσεις», το οποίο στοχεύει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις υπηρεσίες της εταιρείας εν μέσω τεταμένων διατλαντικών δεσμών.

Στην καρδιά του σχεδίου βρίσκεται μια νομικά δεσμευτική υπόσχεση για αμφισβήτηση στο δικαστήριο οποιασδήποτε οδηγίας  επιδιώκει να αναστείλει τις υπηρεσίες cloud της Microsoft που φιλοξενούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

«Στην απίθανη περίπτωση που μας διαταχθεί ποτέ από οποιαδήποτε κυβέρνηση οπουδήποτε στον κόσμο να αναστείλουμε ή να διακόψουμε τις λειτουργίες cloud στην Ευρώπη, δεσμευόμαστε ότι η Microsoft θα αμφισβητήσει άμεσα και σθεναρά ένα τέτοιο μέτρο, χρησιμοποιώντας όλες τις διαθέσιμες νομικές οδούς, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής στο δικαστήριο», δήλωσε ο Σμιθ.

Ο Σμιθ δήλωσε ότι η δέσμευση της Microsoft θα καταγραφεί απευθείας σε συμβάσεις με τις ευρωπαϊκές εθνικές κυβερνήσεις και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναβαθμίζοντας αυτό που διαφορετικά θα μπορούσε να είναι μια εταιρική δέσμευση σε μια επίσημη, νομικά δεσμευτική συμφωνία. Σημείωσε ότι η Microsoft έχει εμπειρία στην αντιμετώπιση αγωγών από την προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ και την κυβέρνηση Ομπάμα.

«Πήγαμε στο δικαστήριο τέσσερις φορές κατά της κυβέρνησης Ομπάμα για την προστασία των δεδομένων πελατών και της ιδιωτικής ζωής, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών δεδομένων. Πήγαμε στο δικαστήριο κατά της κυβέρνησης Τραμπ για να προστατεύσουμε τα δικαιώματα των εργαζομένων που είναι μετανάστες», είπε στο συνέδριο. «Δύο φορές έχουμε φτάσει μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν πηγαίνουμε απλά στο δικαστήριο — τείνουμε να κερδίζουμε τις υποθέσεις που φέρνουμε.»

Σε περίπτωση που η Microsoft χάσει στο δικαστήριο, ωστόσο, υπάρχουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για να διασφαλιστεί η συνέχεια των υπηρεσιών, είπε. Αυτά περιλαμβάνουν συμφωνίες με Ευρωπαίους εταίρους και την αποθήκευση κρίσιμου κώδικα λογισμικού σε ασφαλή αποθετήρια στην Ελβετία, τα οποία θα επέτρεπαν στις ευρωπαϊκές οντότητες να διατηρούν λειτουργίες cloud χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ, εάν χρειαστεί.

Ενώ ο Σμιθ σημείωσε ότι ο κίνδυνος μιας τέτοιας εντολής διακοπής είναι «εξαιρετικά απίθανος» και δεν συζητείται επί του παρόντος στην Ουάσιγκτον, είπε ότι η ανησυχία είναι πραγματική και αυξανόμενη μεταξύ των Ευρωπαίων αξιωματούχων.

«Δεν είναι στην πραγματικότητα ένα θέμα για το οποίο συζητούν καν οι άνθρωποι στην Ουάσιγκτον», είπε ο Σμιθ. «Αλλά γνωρίζουμε ότι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε και γνωρίζουμε ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε εμάς.»

Παράλληλα με τη νομική της δέσμευση, η Microsoft δήλωσε ότι θα αυξήσει το αποτύπωμα cloud στην Ευρώπη κατά 40%, θα θέσει τις τοπικές λειτουργίες υπό ευρωπαϊκή εποπτεία, θα διατηρήσει τα δεδομένα χρηστών αποθηκευμένα και επεξεργασμένα εντός της ΕΕ και θα ενισχύσει τις προσπάθειες για την κυβερνοασφάλεια, με τον Σμιθ να περιγράφει το τελευταίο ως «σταυροφορία».

«Μια σταυροφορία για την προστασία της κυβερνοασφάλειας όλων των χωρών της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων χωρών σε όλο τον κόσμο», δήλωσε ο Σμιθ, προσθέτοντας ότι η Microsoft έχει παράσχει περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια δωρεάν τεχνολογίας και οικονομικής βοήθειας στην Ουκρανία από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος το 2022.

«Δεν έχουμε σταματήσει ποτέ. Έχουμε συμπεριλάβει όχι μόνο πληροφορίες για απειλές, που μοιραζόμαστε ενεργά αδιαλείπτως, αλλά και ενεργό έργο για την παρεμπόδιση των κυβερνοεπιθέσεων κατά της Ουκρανίας», δήλωσε ο Σμιθ. «Θέλουμε οι άνθρωποι στην Ευρώπη να γνωρίζουν ότι μπορούν πάντα να βασίζονται στη Microsoft για την υποστήριξή μας στον κυβερνοχώρο.»

Η ανακοίνωση της Microsoft έρχεται εν μέσω μιας ευρύτερης ευρωπαϊκής προσπάθειας για την άσκηση μεγαλύτερου ελέγχου στην ψηφιακή της υποδομή.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ έχουν θεσπίσει νομοθεσία όπως ο Νόμος για τις Ψηφιακές Αγορές, ο οποίος επιβάλλει αυστηρές υποχρεώσεις στις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας. Εξετάζουν επίσης νέες βιομηχανικές στρατηγικές για τη μείωση της εξάρτησης από ξένους τεχνολογικούς γίγαντες όπως η Amazon και η Google.

Ο Σμιθ αναγνώρισε αυτές τις πιέσεις, περιγράφοντας τις δεσμεύσεις της Microsoft όχι ως αντίσταση στο εξελισσόμενο κανονιστικό πλαίσιο της Ευρώπης, αλλά ως ευθυγράμμιση με αυτό.

«Είμαστε δεσμευμένοι όχι μόνο να δημιουργήσουμε ψηφιακές υποδομές σε όλη την Ευρώπη», είπε. «Είμαστε δεσμευμένοι να σεβόμαστε αυτούς τους νόμους και τον ρόλο που παίζει το κράτος δικαίου σε όλη την ήπειρο.»

Αμερικανός που κρατούνταν παράνομα στη Λευκορωσία αφέθηκε ελεύθερος – Επιβεβαιώνει ο Ρούμπιο

Σημαντική εξέλιξη στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Λευκορωσίας σημειώθηκε την Τετάρτη, καθώς ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ανακοίνωσε ότι Αμερικανός πολίτης που κρατούνταν στη Λευκορωσία αφέθηκε ελεύθερος. Η απελευθέρωση θεωρείται ως ένα ακόμη βήμα στις προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ να επαναπατρίσει Αμερικανούς που κρατούνται άδικα στο εξωτερικό.

Ο Ρούμπιο, μέσω ανάρτησης στα κοινωνικά δίκτυα, τόνισε: «Κανένας πρόεδρος δεν έχει κάνει τόσο πολλά, τόσο γρήγορα, για να διασφαλίσει την προστασία των Αμερικανών στο εξωτερικό».

Αν και ο Ρούμπιο δεν αποκάλυψε το όνομα του απελευθερωθέντος, η σύζυγός του γνωστοποίησε στα αμερικανικά ΜΜΕ πως πρόκειται για τον Γιούρας Ζιάνκοβιτς, Αμερικανό πολίτη και γνωστό υπέρμαχο της δημοκρατίας, που κρατείτο στη Λευκορωσία από το 2021.

Η σύζυγός του, Αλένα Τζενισαβιέτς, εξέφρασε τη συγκίνησή της δηλώνοντας: «Ήξερα πως αυτή η μέρα θα έρθει. Χρειάστηκαν 1.480 ημέρες, αλλά τα κατάφερε και γυρίζει κοντά μου και στην Αμερική». Ευχαρίστησε τον πρόεδρο Τραμπ, τον Υπουργό Ρούμπιο, καθώς και όλους όσοι συνέβαλαν στην υπόθεση του συζύγου της.

Ο Ζιάνκοβιτς είχε απαχθεί στη Μόσχα τον Απρίλιο του 2021 από άνδρες των λευκορωσικών μυστικών υπηρεσιών και μεταφέρθηκε στη Μινσκ. Εκεί καταδικάστηκε σε έντεκα χρόνια σε σωφρονιστικό κατάστημα μέσης ασφαλείας, μετά από μια δίκη που χαρακτηρίστηκε πολιτικά υποκινούμενη. Εις βάρος του είχαν απαγγελθεί κατηγορίες για συνωμοσία κατάληψης της εξουσίας και σύσταση εξτρεμιστικής οργάνωσης.

Το «Ίδρυμα Κληρονομιάς James W. Foley», που στήριζε τις προσπάθειες για την απελευθέρωσή του, επισημαίνει ότι η υπόθεση είχε προκαλέσει έντονη ανησυχία τόσο στις αμερικανικές αρχές όσο και σε οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Ζιάνκοβιτς δέχτηκε επίθεση έξω από ξενοδοχείο στη Μόσχα και επέστρεψε βίαια στη Λευκορωσία. Οικογένεια και ακτιβιστές είχαν επανειλημμένως εκφράσει ανησυχίες για την κατάσταση της υγείας του κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

Μέχρι τη δημοσίευση του ρεπορτάζ, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν είχε επιβεβαιώσει επισήμως αν πρόκειται όντως για τον Ζιάνκοβιτς, ούτε αν η απελευθέρωση έγινε έπειτα από διαπραγμάτευση ή μονομερή απόφαση των αρχών της Λευκορωσίας.

Η εξέλιξη αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη διπλωματική στρατηγική της κυβέρνησης Τραμπ για την αποδέσμευση Αμερικανών που κρατούνται στη Λευκορωσία.

Υπενθυμίζεται ότι τον Φεβρουάριο, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ ανακοίνωσε πως τρεις κρατούμενοι –μεταξύ τους και ένας Αμερικανός– απελευθερώθηκαν από τη Λευκορωσία μετά από άμεση παρέμβαση του Ντόναλντ Τραμπ, χαρακτηρίζοντας την εξέλιξη ως «εξαιρετική επιτυχία».

Δύο από τα άτομα που αφέθηκαν ελεύθερα επέλεξαν να μην δημοσιοποιήσουν τα στοιχεία τους, ενώ ο τρίτος ήταν ο δημοσιογράφος Αντρέι Κουζνιέτσικ, που είχε καταδικαστεί το 2022 σε εξάχρονη κάθειρξη σε μία ακόμη πολιτικά φορτισμένη δίκη. Ο πρόεδρος του Radio Liberty χαιρέτησε την αποφυλάκισή του και αναγνώρισε τις προσπάθειες του Τραμπ και του Ρούμπιο.

Τα πρόσφατα περιστατικά συλλήψεων και απελευθερώσεων διαδραματίζονται σε ένα τοπίο έντασης στις σχέσεις ΗΠΑ-Λευκορωσίας, μετά τις εκλογές του Αλεξάντρ Λουκασένκο το 2020 και την καταστολή της αντιπολίτευσης που ακολούθησε.