Πέμπτη, 18 Σεπ, 2025

Αφοπλισμός της Χεζμπολά: Ο πρόεδρος του κοινοβουλίου του Λιβάνου Μπέρι καλεί σε διάλογο

Ο πρόεδρος του λιβανικού κοινοβουλίου Ναμπί Μπέρι, σύμμαχος της Χεζμπολά, κάλεσε να διεξαχθεί διάλογος για το ζήτημα του αφοπλισμού του σιιτικού κινήματος, που αποφασίστηκε από την κυβέρνηση υπό αμερικανική πίεση.

Η λιβανική κυβέρνηση ανέθεσε την 5η Αυγούστου στον στρατό να καταρτίσει σχέδιο για τον αφοπλισμό μέχρι τα τέλη του 2025 του κινήματος, που υποστηρίζεται και χρηματοδοτείται από το Ιράν, αντίπαλο του Ισραήλ.

Αποδυναμωμένη μετά τον πόλεμο του 2024 με το Ισραήλ, κατά τον οποίο καταστράφηκε μέρος του οπλοστασίου της και αποδεκατίστηκε η ηγεσία της, η Χεζμπολά – η μοναδική λιβανική παράταξη που κράτησε τα όπλα της μετά τον εμφύλιο πόλεμο (1975-1990) – απορρίπτει την ιδέα.

Σιίτες υπουργοί, συμπεριλαμβανομένων στελεχών της Χεζμπολά και του κινήματος Άμαλ («Ελπίδα») του Μπέρι, αποσύρθηκαν από την πιο πρόσφατη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον σχεδιαζόμενο αφοπλισμό.

«Επαναβεβαιώνουμε ότι είμαστε ανοικτοί στη συζήτηση για την τύχη αυτών των όπλων […] στο πλαίσιο διαλόγου ήρεμου και συναινετικού», τόνισε ο Μπέρι κατά τη διάρκεια ομιλίας του αφιερωμένης στην επέτειο της εξαφάνισης το 1978 του ιδρυτή του Άμαλ, Μούσα Σαντρ.

Επέκρινε τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση, τα οποία βασίζονται σε πρόταση των ΗΠΑ. «Αυτό που προτείνεται στο αμερικανικό έγγραφο […] παραπέμπει μάλλον σε εναλλακτική στη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός» ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό και τη Χεζμπολά, πρόσθεσε.

Παρά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, ο στρατός του Ισραήλ συνεχίζει τις επιδρομές του στον Λίβανο, τονίζοντας πως βάζει και θα συνεχίσει να βάζει στο στόχαστρο τη Χεζμπολά.

Χθες, ανέφερε πως έπληξε εγκατάσταση της Χεζμπολά στον νότιο Λίβανο. Σύμφωνα με το επίσημο λιβανικό πρακτορείο ειδήσεων ANI, ισραηλινά αεροσκάφη εκτόξευσαν «μεγάλο αριθμό πυραύλων». Οπτικό υλικό του AFP εικονίζει στήλες πυκνού καπνού να υψώνονται από την περιοχή.

Το ANI έκανε λόγο αργότερα χθες για έναν νεκρό σε άλλο πλήγμα στον νότο, που έπληξε μοτοσικλέτα.

Η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που τέθηκε σε εφαρμογή τον Νοέμβριο του 2024 προέβλεπε ότι η στρατιωτική υποδομή του σιιτικού κινήματος θα διαλυόταν στον νότιο Λίβανο και οι μαχητές του θα αποσύρονταν βόρεια του ποταμού Λιτάνι, κάπου 30 χιλιόμετρα από τη μεθόριο· στην περιοχή θα αναπτύσσονταν και θα παρέμεναν μόνο κυανόκρανοι του ΟΗΕ και μονάδες του λιβανικού στρατού.

Από την άλλη, οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις προβλεπόταν πως θα αποσύρονταν· παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να κατέχουν πέντε σημεία «στρατηγικής» σημασίας στη λιβανική επικράτεια.

Ένταλμα σύλληψης για οδηγό του «Κομβόι Ελευθερίας» – Έχει αιτηθεί άσυλο στις ΗΠΑ

Δικαστήριο της Οττάβα εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον οδηγό φορτηγού Τζέιμς Μπάουντερ, ο οποίος συμμετείχε στο «Freedom Convoy» («Κομβόι Ελευθερίας»), ο οποίος έχει ζητήσει πολιτικό άσυλο στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Μπάουντερ, που κατάγεται από το Κάλγκαρι, δεν εμφανίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου στις 27 Αυγούστου, παρά την εντολή του δικαστή του Ανώτερου Δικαστηρίου Κέβιν Φίλιπς να παρουσιαστεί αυτοπροσώπως, προκειμένου να εξηγήσει τις προθέσεις του σχετικά με την επικείμενη ποινική δίκη του.

Η νομική ομάδα του Μπάουντερ, που τον εκπροσωπεί μέσω του μη κερδοσκοπικού οργανισμού The Democracy Fund (TDF), ανέφερε σε ανακοίνωσή της στις 29 Αυγούστου ότι ο πελάτης τους αντιμετωπίζει πέντε κατηγορίες σε σχέση με τις κινητοποιήσεις του 2022 στην Οττάβα: πρόκληση ζημιών, υποκίνηση σε πρόκληση ζημιών, εκφοβισμό, υποκίνηση εκφοβισμού και παρεμπόδιση αστυνομικών. Η δίκη έχει οριστεί για τις 10 Νοεμβρίου.

Η υπεράσπιση υποστηρίζει ότι ο Μπάουντερ θεωρεί πως διώκεται πολιτικά από την καναδική κυβέρνηση λόγω της συμμετοχής του στο «Κομβόι Ελευθερίας» και για τον λόγο αυτό υπέβαλε αίτηση ασύλου στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τους δικηγόρους του, αν επέστρεφε στον Καναδά όσο εκκρεμεί η αίτησή του, αυτό θα μπορούσε να αποδυναμώσει την επιχειρηματολογία του περί δίωξης και να θέσει σε κίνδυνο την υπόθεσή του.

Με βάση αυτό το σκεπτικό, οι συνήγοροι ζήτησαν την αναβολή της δίκης του Νοεμβρίου.

Ωστόσο, ο δικαστής Φίλιπς επιφυλάχθηκε να αποφανθεί για το αίτημα και διέταξε τον Μπάουντερ να εμφανιστεί στο δικαστήριο στις 27 Αυγούστου. Εκείνη την ημέρα, οι συνήγοροί του Λόρενς Γκρίνσπον και Έρικ Γκρέιντζερ εμφανίστηκαν εκ μέρους του και υποστήριξαν ότι ο πελάτης τους θα έπρεπε να συμμετάσχει εξ αποστάσεως, καθώς η φυσική του παρουσία θα έθετε σε κίνδυνο την αίτηση ασύλου του στις ΗΠΑ.

Το αίτημα απορρίφθηκε και το δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση εντάλματος σύλληψης, τονίζοντας ότι η ποινική δίκη θα διεξαχθεί κανονικά στις 10 Νοεμβρίου.

Ο νομικός διευθυντής του TDF, Μαρκ Τζόζεφ, σημείωσε ότι όσο εκκρεμεί η αίτηση ασύλου του Μπάουντερ, αυτός απολαμβάνει ορισμένες νομικές προστασίες βάσει του διεθνούς και αμερικανικού δικαίου. Παράλληλα, εξέφρασε τη θέση ότι ο πελάτης του δεν θα έπρεπε να εξαναγκαστεί να επιλέξει ανάμεσα στο δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και στη βιωσιμότητα της αίτησης ασύλου του.

Πριν μεταβεί στις ΗΠΑ, ο Μπάουντερ είχε ζητήσει να μεταφερθεί η δίκη εκτός Οττάβας, εκφράζοντας ανησυχία ότι οι ένορκοι στην καναδική πρωτεύουσα θα μπορούσαν να εμφανίσουν προκατάληψη εις βάρος του, καθώς μεγάλο μέρος των κατοίκων εργάζεται στο δημόσιο τομέα και η διαδήλωση είχε στραφεί εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής.

Σε ακρόαση τον Φεβρουάριο του 2023, υποστήριξε ότι θα ήταν δύσκολο να βρεθούν κατάλληλοι ένορκοι στην Οττάβα και ζήτησε η υπόθεση να εκδικαστεί στο Νορθ Μπέι ή στο Μπρόκβιλ.

Το αίτημα απορρίφθηκε από τον δικαστή Τσαρλς Χάκλαντ, ο οποίος έκρινε ότι οι ισχυρισμοί του Μπάουντερ για προκατάληψη εργαζομένων του δημοσίου δεν είχαν βάση και ότι η δίκη δεν αφορά πολιτικές πεποιθήσεις, αλλά τις ποινικές κατηγορίες που του έχουν απαγγελθεί.

Ο Χάκλαντ αναγνώρισε ότι θα μπορούσε να υπάρξει προκατάληψη από κατοίκους που επηρεάστηκαν από τις κινητοποιήσεις, ωστόσο σημείωσε ότι τέτοιου είδους ανησυχίες αντιμετωπίζονται μέσω της καθιερωμένης διαδικασίας επιλογής ενόρκων, οι οποίοι καλούνται να αφήσουν τις προσωπικές τους απόψεις εκτός της αίθουσας και να αποφασίσουν με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία.

Της Olivia Gomm

Ένας νεκρός και δεκάδες τραυματίες σε διαδηλώσεις στην Τζακάρτα

Ένας οδηγός ταξί μοτοσικλέτας σκοτώθηκε και δεκάδες διαδηλωτές τραυματίστηκαν στις συγκρούσεις που ξέσπασαν στην Τζακάρτα, μετά τις αποκαλύψεις για το μηνιαίο επίδομα στέγασης που λαμβάνουν τα μέλη του ινδονησιακού κοινοβουλίου.

Η αστυνομία έκανε χρήση αντλιών νερού και πλαστικών σφαιρών εναντίον των διαδηλωτών, ενώ σύμφωνα με αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περισσότεροι από 50 άνθρωποι έχουν τραυματιστεί. Η οργή πυροδοτήθηκε από την απόφαση των βουλευτών να εγκρίνουν για τον εαυτό τους επίδομα ύψους 50 εκατομμυρίων ρουπίας (περίπου 2,630 ευρώ), ποσό που αντιστοιχεί σε σχεδόν δέκα φορές τον κατώτατο μισθό της Τζακάρτας. Αν και το επίδομα καταβαλλόταν από τον Σεπτέμβριο του 2024, φαίνεται ότι η κοινή γνώμη το πληροφορήθηκε μόλις την περασμένη εβδομάδα.

Ο αρχηγός της αστυνομίας της πρωτεύουσας, Άσεπ Έντι Σουχέρι, επιβεβαίωσε ότι ο θάνατος προκλήθηκε όταν τεθωρακισμένο όχημα της αστυνομίας παρέσυρε και σκότωσε έναν οδηγό ταξί μοτοσικλέτας. Σε συνέντευξη Τύπου εξέφρασε τα συλλυπητήρια της αστυνομίας, τονίζοντας ότι ο νεκρός δεν συμμετείχε στις διαδηλώσεις, σύμφωνα με το σωματείο των οδηγών μοτοσικλετών.

Η φοιτητική οργανώση Gejayan Memanggil ανέφερε ότι οι κινητοποιήσεις δεν αφορούν μόνο το επίδομα, αλλά και τη διαφθορά στην κυβέρνηση, καθώς και πολιτικές που ευνοούν μεγάλες επιχειρήσεις και τον στρατό.

Ο πρόεδρος της χώρας, πρώην στρατηγός Πραμπόβο Σουμπιάντο, είχε δηλώσει νωρίτερα τον Αύγουστο στην ετήσια ομιλία του ότι από τις αρχές του έτους η κυβέρνησή του εντόπισε και εξοικονόμησε 300 τρισεκατομμύρια ρουπίες (15,8 δισ. ευρώ) τα οποία διαφορετικά θα χάνονταν λόγω διαφθοράς. Όπως σημείωσε, οι σπατάλες περιλάμβαναν ταξίδια αξιωματούχων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ακόμη και προμήθειες γραφικής ύλης.

Ο Σουμπιάντο υπογράμμισε ότι η χώρα αντιμετωπίζει τεράστια «διαρροή εθνικού πλούτου» και ότι οφείλει να λάβει μέτρα, ακόμη κι αν αυτά δυσαρεστούν ορισμένα κέντρα ισχύος.

Παρά τις διαβεβαιώσεις του για περιορισμό της σπατάλης, ο πρόεδρος δεν έχει τοποθετηθεί μέχρι στιγμής για το επίδομα στέγασης των βουλευτών. Αντίθετα, η κυβέρνησή του έχει δώσει μεγαλύτερο ρόλο στον στρατό, με νόμο που επιτρέπει σε εν ενεργεία αξιωματικούς να καταλαμβάνουν πολιτικές θέσεις, ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκε η δημιουργία 100 νέων ταγμάτων, με αρμοδιότητες ακόμη και σε τομείς όπως η γεωργία, η κτηνοτροφία και η φαρμακοβιομηχανία.

Η Ινδονησία αντιμετωπίζει υψηλά ποσοστά ανεργίας στους νέους: περίπου 16% των 44 εκατομμυρίων πολιτών ηλικίας 15 έως 24 ετών είναι άνεργοι, ενώ εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας με περικοπές στην εκπαίδευση, την υγεία και τα δημόσια έργα.

Στις 27 Αυγούστου ο Σουμπιάντο συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη με τη συμμετοχή του αρχηγού της αστυνομίας, του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, του γενικού εισαγγελέα και της υπηρεσίας ελέγχου ανάπτυξης. Ο επικεφαλής της υπηρεσίας, Άριες Μαρσουδιάντο, ανέφερε ότι ο πρόεδρος έδωσε έμφαση στη διατήρηση της σταθερότητας, υπογραμμίζοντας πως η κυβέρνηση βρίσκεται στη σωστή πορεία και ότι τα αναπτυξιακά προγράμματα εξελίσσονται κανονικά.

Ο ίδιος κάλεσε τους πολίτες, ιδιαίτερα τους νέους, να μην παρασύρονται από ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, λέγοντας ότι στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης η επαλήθευση ειδήσεων είναι απαραίτητη και ότι υπάρχουν δυνάμεις που δεν επιθυμούν την πρόοδο της χώρας.

Οι διαδηλωτές πέταξαν πέτρες, άναψαν φωτιές και επιχείρησαν  να εισβάλουν στο κοινοβούλιο. Σύμφωνα με την αστυνομία, για την ασφάλεια της περιοχής αναπτύχθηκαν 1.250 άνδρες, με αποτέλεσμα να προκληθούν σοβαρές κυκλοφοριακές διαταραχές και αναστολές δρομολογίων των μέσων μεταφοράς στο κέντρο της πόλης.

Παράλληλα, ομάδα οδηγών μοτοσικλετών διαμαρτυρήθηκε μπροστά από τα γραφεία της αστυνομίας καταστολής, ενώ στρατιωτικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν για την αντιμετώπισή τους. Δεν αναφέρθηκαν τραυματισμοί. Η οργάνωση Jakarta Legal Aid ζήτησε την άμεση απελευθέρωση περίπου 600 ατόμων που συνελήφθησαν κατά τις κινητοποιήσεις.

Του Rex Widerstrom

Το Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ δρομολογεί τον τερματισμό της αποστολής στον Λίβανο

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε την παράταση της ειρηνευτικής αποστολής στον νότιο Λίβανο έως το τέλος του 2026, με την προοπτική τερματισμού της. Η σχετική απόφαση κάνει λόγο για «ομαλή και ασφαλή σταδιακή αποχώρηση» της δύναμης.

Την Πέμπτη, το Συμβούλιο Ασφαλείας ενέκρινε ομόφωνα την εν λόγω απόφαση, η οποία είχε ισχυρή υποστήριξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ψήφισμα τονίζει ότι η απόσυρση θα πραγματοποιηθεί σε στενή συνεννόηση με τη λιβανέζικη κυβέρνηση.

Η Προσωρινή Δύναμη του ΟΗΕ στον Λίβανο (UNIFIL), που ιδρύθηκε το 1978, έχει αναλάβει για δεκαετίες τη διασφάλιση της ειρήνης στο νότο, περιλαμβανομένης της πολεμικής σύγκρουσης ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χεζμπολάχ πέρυσι.

Από το 2006, η αποστολή της UNIFIL διευρύνθηκε ώστε να συνδράμει τον λιβανέζικο στρατό στη διατήρηση της παραμεθόριας ζώνης απαλλαγμένης από όπλα ή μη εξουσιοδοτημένες ένοπλες ομάδες.

Η πρώην πρέσβης των ΗΠΑ Ντόροθι Σέα σημείωσε ότι «το πλαίσιο ασφάλειας στον Λίβανο είναι σήμερα ριζικά διαφορετικό σε σύγκριση με μόλις ένα χρόνο πριν», προσθέτοντας ότι αυτό δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε η Βηρυτός να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη.

Η Σέα εξήρε την πρόοδο του λιβανέζικου στρατού μετά την κατάπαυση του πυρός και δήλωσε πως η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις λιβανέζικες ένοπλες δυνάμεις για την ενίσχυση των δυνατοτήτων τους.

Υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τα νόμιμα συμφέροντα και τις ανάγκες ασφάλειας του Ισραήλ και παραμένουν προσηλωμένες στην εφαρμογή του Ψηφίσματος 1701, που προβλέπει τον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ και την επίτευξη μόνιμης ειρήνης.

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, ο πρέσβης του Ισραήλ στον ΟΗΕ, Ντάνι Ντάνεν, τόνισε: «Σχεδόν μισό αιώνα μετά τη σύσταση της UNIFIL και 19 χρόνια μετά τη διεύρυνση της εντολής της στο τέλος του Δεύτερου Πολέμου του Λιβάνου, έφτασε η ώρα να διαλυθεί αυτή η δύναμη».

Ο Ντάνεν άσκησε δριμεία κριτική στην αποστολή, κατηγορώντας την πως απέτυχε να αποτρέψει την ενίσχυση της Χεζμπολάχ, ενώ ξεκαθάρισε ότι πλέον η ευθύνη ανήκει στην κυβέρνηση του Λιβάνου. Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι παραμένουν επιφυλακτικοί λόγω αρνητικών εμπειριών του παρελθόντος.

Μετά την ισραηλινή αποχώρηση το 2006, η Χεζμπολάχ εδραίωσε τη θέση της στη μεθόριο, κατασκευάζοντας εκτεταμένο δίκτυο σηράγγων—υποδομή που θεωρείται ότι προορίζεται για διασυνοριακή επίθεση στα πρότυπα της εφόδου της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, που στοίχισε τη ζωή σε περίπου 1.200 ανθρώπους, άφησε χιλιάδες τραυματίες και οδήγησε σε πάνω από 250 απαγωγές.

Οι ΗΠΑ προωθούν πρωτοβουλία για αφοπλισμό της Χεζμπολάχ, ενώ το Ισραήλ εξετάζει το ενδεχόμενο αποχώρησης από πέντε στρατιωτικά φυλάκια στο νότιο Λίβανο—σενάριο που οι αναλυτές χαρακτηρίζουν απίθανο βραχυπρόθεσμα, λόγω διαρκών ανησυχιών ασφαλείας.

Ο ισραηλινός στρατιωτικός αναλυτής Έλιοτ Τσάντοφ, απόστρατος ταγματάρχης των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων, είχε δηλώσει παλαιότερα στην Epoch Times: «Οι περιορισμοί της UNIFIL καθιστούν δύσκολη την εφαρμογή τέτοιων σχεδίων. Πρόκειται για ειρηνευτική, όχι εκτελεστική δύναμη. Δεν πρόκειται να αναλάβουν επιθετική δράση για την επιβολή συμφωνίας».

Ο λιβανέζικος στρατός ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι δύο στελέχη του σκοτώθηκαν και δύο τραυματίστηκαν όταν ισραηλινό drone συνετρίβη και εξερράγη στην περιοχή Ρας αλ-Νακούρα.

Ο ισραηλινός στρατός εξέφρασε τη λύπη του για τον τραυματισμό των Λιβανέζων στρατιωτών. Εκπρόσωπος Τύπου των Ενόπλων Δυνάμεων του Ισραήλ, ο Αβιχάι Αντρί, δήλωσε την Παρασκευή ότι «η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε ως απάντηση στις προσπάθειες της Χεζμπολάχ να ανασυστήσει τρομοκρατικές υποδομές, κατά παράβαση των συμφωνιών μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου», προσθέτοντας ότι ο ισραηλινός στρατός δεν στοχοποίησε το προσωπικό του λιβανέζικου στρατού.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας απόσυρσης μετά το 2026, η UNIFIL θα συνεχίσει να παρέχει ασφάλεια και υποστήριξη στο προσωπικό του ΟΗΕ, να διατηρεί αυξημένη επιτήρηση γύρω από τις βάσεις και τα φυλάκιά της, να συμβάλλει στην προστασία των αμάχων και να διευκολύνει την ασφαλή παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.

Η απόφαση ζητεί, επιπλέον, από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να παρουσιάσει έως την 1η Ιουνίου 2026 προτάσεις σχετικά με τη μελλοντική εφαρμογή του Ψηφίσματος 1701, με απώτερο στόχο τη μόνιμη παύση των εχθροπραξιών μεταξύ Ισραήλ και ένοπλων οργανώσεων στον Λίβανο.

Η Σέα υπογράμμισε ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που οι ΗΠΑ θα στηρίξουν παράταση της ειρηνευτικής αποστολής.

Ο πρωθυπουργός του Λιβάνου, Ναουάφ Σαλάμ, χαιρέτισε την απόφαση διατήρησης της UNIFIL έως το 2026, ευχαριστώντας «όλες τις φίλες χώρες του Συμβουλίου που επέδειξαν κατανόηση των ανησυχιών του Λιβάνου».

Η Γαλλία, που είχε τον συντονισμό των διαπραγματεύσεων, τόνισε πως ο ρόλος της UNIFIL παραμένει κομβικός, προειδοποιώντας ότι τυχόν πρόωρη αποχώρηση θα μπορούσε να υπονομεύσει ή και να αποδυναμώσει τις προσπάθειες της κυβέρνησης του Λιβάνου στη νότια χώρα.

Επαναφορά κυρώσεων στο Ιράν: Γαλλία, Γερμανία και Βρετανία θέτουν 30ήμερη προθεσμία

Η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο —οι λεγόμενες χώρες E3— ανακοίνωσαν στις 28 Αυγούστου ότι προτίθενται να επαναφέρουν τις κυρώσεις κατά του Ιράν για μη συμμόρφωση με τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του 2015, δίνοντας 30ήμερο περιθώριο.

Η συμφωνία του 2015, γνωστή ως «Κοινό Συνολικό Σχέδιο Δράσης» (Joint Comprehensive Plan of Action – JCPOA), όριζε περιορισμούς στη δυνατότητα του Ιράν να συσσωρεύει και να εμπλουτίζει ουράνιο, με αντάλλαγμα την άρση διεθνών οικονομικών κυρώσεων.

«Το Ιράν παραβιάζει σοβαρά τις πυρηνικές του δεσμεύσεις για πολλά χρόνια», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ντέιβιντ Λάμμυ, σε ανάρτηση στο X. «Γι’ αυτό, μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, το Ηνωμένο Βασίλειο ενεργοποίησε τον μηχανισμό επαναφοράς κυρώσεων για να τερματιστεί η αναστολή τους απέναντι στο Ιράν».

Οι υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας και της Γερμανίας, Ζαν-Νουέλ Μπαρό και Γιόχαν Βάντεφουλ αντίστοιχα, επιβεβαίωσαν την απόφαση μέσω δημοσιεύσεων στο X.

Η κίνηση επαναφοράς κυρώσεων έρχεται δύο μήνες μετά την αιφνιδιαστική αεροπορική επίθεση του Ισραήλ σε στρατιωτικές και πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, που οδήγησε σε 12ήμερη σύγκρουση, κατά την οποία το Ιράν  και Ισραήλ αντάλλαξαν πυρά και οι ΗΠΑ στόχευσαν τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις με βόμβες και πυραύλους κρουζ.

Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, η Τεχεράνη φάνηκε απρόθυμη να συνεργαστεί με τους επιθεωρητές πυρηνικών όπλων.

Το 2018, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν η πρώτη χώρα που αποχώρησε μονομερώς από τη συμφωνία JCPOA. Ακολούθως, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανέφερε τις κυρώσεις στο πλαίσιο καμπάνιας «μέγιστης πίεσης», ενώ το Ιράν άρχισε να εμπλουτίζει ουράνιο πέραν του 3,67% καθαρότητας που επέτρεπε η συμφωνία.

Το Φεβρουάριο, με την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η καμπάνια μέγιστης πίεσης επαναλήφθηκε. Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας εκτίμησε ότι το Ιράν είχε συσσωρεύσει περίπου 272 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου στο 60%.

Η κατάσταση των συνομιλιών

Η κυβέρνηση Τραμπ συναντήθηκε με Ιρανούς αξιωματούχους σε διάφορα σημεία του 2025 για να διαπραγματευτεί νέα συμφωνία περιορισμού του πυρηνικού προγράμματος, χωρίς αποτέλεσμα.

Στις 12 Ιουνίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας εξέδωσε ψήφισμα που κατέκρινε το Ιράν για ανεπαρκή συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις επιθεώρησης. Λίγες ώρες αργότερα, οι ισραηλινές δυνάμεις εξαπέλυσαν πλήγματα στο Ιράν, το οποίο ακύρωσε τις προγραμματισμένες συνομιλίες με τις ΗΠΑ στις 15 Ιουνίου.

Οι εκπρόσωποι των χωρών E3 συναντήθηκαν με Ιρανούς αξιωματούχους στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιουλίου και ξανά στις 26 Αυγούστου, επιδιώκοντας να επαναφέρουν το Ιράν σε πλήρη συμμόρφωση με τη συμφωνία του 2015. Ωστόσο, η Τεχεράνη έδειξε απροθυμία να κάνει τις απαιτούμενες παραχωρήσεις.

Ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί, μιλά κατά τη διάρκεια της 59ης συνόδου του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην ευρωπαϊκή έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη, στις 20 Ιουνίου 2025. (Martial Trezzini/Keystone μέσω AP)

 

Με την απόφαση της 28ης Αυγούστου να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός επαναφοράς κυρώσεων, το Ιράν έχει πλέον 30 ημέρες για να επαναλάβει τις πυρηνικές δεσμεύσεις που είχε εγκαταλείψει, ώστε να αποφευχθεί η επαναφορά των κυρώσεων.

Στην ανάρτησή του στο X, ο Μπαρό εξέφρασε την ελπίδα ότι το Ιράν θα δείξει διάθεση αλλαγής μέσα στον επόμενο μήνα: «Αυτό το μέτρο δεν σηματοδοτεί το τέλος της διπλωματίας. Είμαστε αποφασισμένοι να αξιοποιήσουμε πλήρως τις 30 ημέρες που ανοίγονται για διάλογο με το Ιράν. Παραμένουμε προσηλωμένοι στη διπλωματία ώστε να διασφαλιστεί ότι το Ιράν δεν θα αποκτήσει ποτέ πυρηνικά όπλα».

Από την πλευρά του, ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί επικρίνοντας τις χώρες E3 μέσω Telegram, χαρακτήρισε την ενέργεια της 28ης Αυγούστου παραβίαση της διαδικασίας επίλυσης διαφορών του JCPOA και υπενθύμισε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν ήδη παραβιάσει τη δέσμευσή τους να άρουν τις κυρώσεις στο πυραυλικό πρόγραμμα του Ιράν, επιβάλλοντας νέα μέτρα στον τομέα αερομεταφορών και ναυτιλίας το 2024.

Το Οκτώβριο του 2024, η Ευρωπαϊκή Ένωση συμφώνησε σε κυρώσεις κατά πολλών ιρανικών αεροπορικών εταιρειών, επιχειρηματικών φορέων και αξιωματούχων, κατηγορώντας τους για μεταφορά πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Πουαλιέβρ: Απαραίτητοι οι δασμοί στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα λόγω απειλής για την ασφάλεια

Ο αρχηγός των Συντηρητικών Πιερ Πουαλιέβρ δήλωσε ότι η Οττάβα πρέπει να διατηρήσει τους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα (EVs), επικαλούμενος κινδύνους για την εθνική ασφάλεια. Υποστήριξε επίσης ότι ο Καναδάς οφείλει να «σκληρύνει τη στάση του» απέναντι στις εμπορικές ενέργειες του Πεκίνου, αντί να κάνει παραχωρήσεις ώστε να αρθούν οι κινεζικοί δασμοί στο καναδικό κραμβέλαιο, όπως εισηγούνται ορισμένοι.

Ο Πουαλιέβρ διατύπωσε τις θέσεις του σε συνέντευξη στο The Elev8 Podcast, που μεταδόθηκε στις 28 Αυγούστου. Εκεί ρωτήθηκε για τους δασμούς που επέβαλε η Οττάβα πέρυσι στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, με αφορμή την πρόσφατη επιβολή επιπλέον κινεζικών δασμών στο καναδικό κραμβέλαιο, σε μια κίνηση που ερμηνεύεται ως αντίποινα.

Ορισμένα στελέχη, όπως ο πρωθυπουργός της Σασκάτσουαν Σκοτ Μο, έχουν καλέσει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να άρει τους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, με την ελπίδα ότι το Πεκίνο θα αποσύρει τους δικούς του δασμούς στο κραμβέλαιο, βασικό εξαγώγιμο προϊόν της επαρχίας.

Ο Πουαλιέβρ υπογράμμισε ότι η Οτάβα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική, καθώς –όπως είπε– «η κινεζική κυβέρνηση θέλει να μπορεί να παρακολουθεί και να κατασκοπεύει τον πληθυσμό μας· γνωρίζουμε ότι έχουν στήσει αστυνομικούς σταθμούς στη χώρα μας […] είναι εξαιρετικά έξυπνοι και στρατηγικοί».

Προειδοποίησε ότι σε δέκα χρόνια «θα μπορούσαν να κυκλοφορούν στους δρόμους μας ένα εκατομμύριο οχήματα παρακολούθησης, με κάμερες, ημιαγωγούς και άλλες συσκευές που είναι εύκολο να εντοπιστούν και δυνητικά να ελέγχονται από απόσταση».

Παρόμοιες ανησυχίες για προϊόντα κινεζικής κατασκευής έχουν εκφραστεί και στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες νωρίτερα φέτος απαγόρευσαν την εισαγωγή κινεζικών αυτοκινήτων επικαλούμενες κινδύνους κατασκοπείας και ελέγχου.

Τον Ιούλιο, το Πεκίνο επέβαλε δασμούς 75,8% στο καναδικό κραμβέλαιο, μετά την απόφαση της Οττάβα να αυξήσει τους δασμούς σε κινεζικό χάλυβα. Η κινεζική κυβέρνηση απέδωσε την κίνηση σε προκαταρκτικό πόρισμα έρευνας για ντάμπινγκ (πώληση προϊόντων σε άλλη χώρα σε τιμή χαμηλότερη από την κανονική τους αξία), η οποία ξεκίνησε πέρυσι, λίγο μετά την επιβολή από τον Καναδά δασμών 100% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα και 25% σε προϊόντα αλουμινίου και χάλυβα.

Η Οττάβα είχε αιτιολογήσει τα μέτρα αυτά λέγοντας ότι οι καναδικές βιομηχανίες απειλούνται από «αθέμιτο» ανταγωνισμό Κινέζων παραγωγών, που ευνοούνται από την «κρατικά κατευθυνόμενη πολιτική υπερπαραγωγής» του Πεκίνου.

Επιπλέον, οι νέοι δασμοί της Κίνας προστίθενται σε προηγούμενες επιβαρύνσεις 100% στο καναδικό έλαιο κραμβής, σε ζωοτροφές από κραμβέλαιο και σε εισαγωγές αρακά, καθώς και σε δασμούς 25% στο χοιρινό και τα θαλασσινά προϊόντα.

Ο Πουαλιέβρ υποστήριξε ότι αντί να υποχωρήσει, ο Καναδάς θα πρέπει να αντιδράσει αποφασιστικά. «Πρέπει να ακυρώσουμε το δάνειο του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, χρηματοδοτούμενο από τους φορολογούμενους, που η κυβέρνηση Κάρνεϋ εγγυάται για την αγορά κινεζικών πορθμείων, και να λάβουμε άλλα αντίστοιχα μέτρα για να τιμωρήσουμε τους νέους κινεζικούς δασμούς στο κραμβέλαιο, το χοιρινό, τα θαλασσινά κ.ά. και να προστατεύσουμε τους παραγωγούς μας», είπε.

Οι Συντηρητικοί έχουν ζητήσει την ακύρωση του δανείου που παρέχει η ομοσπονδιακή τράπεζα υποδομών στην BC Ferries για την αγορά τεσσάρων νέων πλοίων από κρατικό κινεζικό ναυπηγείο. Το κόμμα υποστηρίζει ότι τα πλοία πρέπει να κατασκευαστούν στον Καναδά, ώστε να στηριχθεί η εγχώρια βιομηχανία.

Η BC Ferries επέλεξε το κινεζικό ναυπηγείο μέσω διεθνούς διαγωνισμού, στον οποίο δεν συμμετείχαν καναδικές εταιρείες. Δύο ναυπηγεία, το Seaspan και το Davie Shipbuilding, δήλωσαν ότι δεν υπέβαλαν προσφορά λόγω της δυσκολίας ανταγωνισμού με χώρες χαμηλότερων προτύπων.

Μετά τους νέους κινεζικούς δασμούς, ο Πουαλιέβρ επανέλαβε το αίτημα για ακύρωση του δανείου, υπογραμμίζοντας ότι η συμφωνία ευνοεί ένα καθεστώς που «τιμώρησε τους Καναδούς αγρότες με άδικους και αδικαιολόγητους δασμούς».

Ο υπουργός Στέγασης Γκρέγκορ Ρόμπερτσον, που εποπτεύει την τράπεζα υποδομών, δήλωσε τον Ιούλιο ότι αν και «απογοητεύτηκε» από την απόφαση της BC Ferries να αναθέσει το έργο στο κινεζικό ναυπηγείο, δεν θα παρέμβει στο δάνειο, καθώς η τράπεζα λειτουργεί ανεξάρτητα από την κυβέρνηση. Πρόσθεσε ότι η Οττάβα εργάζεται για μια στρατηγική «Buy Canada», η οποία, όπως είπε, χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία.

Στην ίδια συνέντευξη, ο Πουαλιέβρ κατηγόρησε το Πεκίνο και για τις πρακτικές του στον τομέα χάλυβα και αλουμινίου, επισημαίνοντας ότι απειλούν τις καναδικές βιομηχανίες, οι οποίες ήδη δοκιμάζονται από τους αμερικανικούς δασμούς.

«Με τον συνδυασμό των δασμών του Τραμπ, του κινεζικού ντάμπινγκ και της υψηλής φορολογίας, κινδυνεύουμε να χάσουμε συνολικά τη δυνατότητα παραγωγής χάλυβα, κάτι που θα αποτελούσε τεράστια απειλή για την εθνική ασφάλεια», είπε. «Δεν μπορείς να θεωρείσαι έθνος αν δεν μπορείς να παράγεις τα θεμέλια ενός οικονομικού πολιτισμού, δηλαδή τον χάλυβα και, σε κάποιο βαθμό, το αλουμίνιο».

Της Carolina Avendano

Τραμπ συγκαλεί σύσκεψη στον Λευκό Οίκο για το μέλλον της Γάζας

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ φιλοξένησε την Τετάρτη στον Λευκό Οίκο ευρεία σύσκεψη με αντικείμενο ένα συνολικό σχέδιο για το μέλλον της Γάζας, την ώρα που οι ισραηλινές δυνάμεις προετοιμάζονται να καταλάβουν την Πόλη της Γάζας, την οποία θεωρούν τελευταίο προπύργιο της Χαμάς.

Αξιωματούχος του Λευκού Οίκου ανέφερε πριν από τη συνάντηση ότι ο Αμερικανός πρόεδρος έχει καταστήσει σαφές πως επιθυμεί τον τερματισμό του πολέμου και την προώθηση της ειρήνης και της ευημερίας στην περιοχή. Ο Λευκός Οίκος δεν παρείχε λεπτομέρειες για τη σύσκεψη.

Στις 27 Αυγούστου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο συναντήθηκε στην Ουάσινγκτον με τον Ισραηλινό ομόλογό του, Γκίντεον Σάαρ. Η προγραμματισμένη σύσκεψη στον Λευκό Οίκο είχε ανακοινωθεί μία ημέρα νωρίτερα από τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, σε συνέντευξή του στο Fox News. Ο ίδιος είχε μιλήσει για «ένα μεγάλο και συνολικό σχέδιο» σχετικά με το μέλλον μετά τον πόλεμο, χωρίς να αποκαλύψει ποιοι θα συμμετάσχουν.

Η συνάντηση δεν είχε καταχωρηθεί στο επίσημο πρόγραμμα του προέδρου για τις 27 Αυγούστου.

Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου στις 26 Αυγούστου, ο Τραμπ είχε επισημάνει ότι στόχος του είναι η απελευθέρωση των 20 ομήρων που εξακολουθούν να κρατούνται από τη Χαμάς, σημειώνοντας ότι υπάρχουν φόβοι πως ορισμένοι μπορεί να έχουν χάσει τη ζωή τους.

Ο Γουίτκοφ υποστήριξε ότι μόνο η Χαμάς εμποδίζει τον τερματισμό του πολέμου, αναφέροντας πως υπήρχε επί εβδομάδες πρόταση που προέβλεπε την απελευθέρωση 10 ομήρων, την οποία η οργάνωση καθυστερούσε να αποδεχθεί. Εκτίμησε ωστόσο ότι η έντονη ισραηλινή στρατιωτική πίεση την οδήγησε να αλλάξει στάση.

Παράλληλα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο πόλεμος θα τερματιστεί σύντομα, «σίγουρα πριν από το τέλος του έτους». Όπως σημείωσε, η Χαμάς έχει δείξει διάθεση για διαπραγμάτευση, ενώ το Ισραήλ ανακοίνωσε πακέτο ανθρωπιστικής βοήθειας ύψους 600 εκατ. δολαρίων και προθυμία να συνεχίσει τον διάλογο.

Στις 21 Αυγούστου, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε δώσει την τελική έγκριση για την επιχείρηση κατάληψης της Πόλης της Γάζας, εξουσιοδοτώντας παράλληλα την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την απελευθέρωση όλων των Ισραηλινών ομήρων και τον τερματισμό της σύγκρουσης.

Στις 27 Αυγούστου, ο ισραηλινός στρατός κάλεσε τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν την Πόλη της Γάζας, ανακοινώνοντας ότι οι οικογένειες που θα μετακινηθούν προς τον νότο θα λάβουν εκτεταμένη ανθρωπιστική βοήθεια. Ο εκπρόσωπος του στρατού, Αβιχάι Αντράι, ανέφερε ότι ήδη διανέμονται σκηνές και ανθρωπιστική βοήθεια.

Με τη συμβολή του Ryan Morgan

Διπλωματικές εξελίξεις: Νέες συναντήσεις για τον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας

Ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ θα συναντηθεί αυτή την εβδομάδα με Ουκρανούς εκπροσώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε συνέντευξή του την Τρίτη, δήλωσε: «Έχω συνάντηση με τους Ουκρανούς αυτή την εβδομάδα, οπότε θα βρεθώ μαζί τους στη Νέα Υόρκη, και αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα».  

Ο Γουίτκοφ έκανε αυτές τις δηλώσεις στην εκπομπή «Special Report» του Fox News με τον Μπρετ Μπάιερ. Συνεχίζοντας, πρόσθεσε: «Μιλάμε με τους Ρώσους κάθε μέρα», εκτιμώντας πως ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν επιθυμεί να βάλει τέλος στον πόλεμο.  

«Νομίζω πως έκανε μια ειλικρινή προσπάθεια για διάλογο. Το έδειξε σίγουρα στη σύνοδο της Αλάσκας. Όμως η σύγκρουση είναι πολύπλοκη. Ίσως τελικά δούμε μια διμερή συνάντηση. Κατά τη γνώμη μου, ο πρόεδρος θα πρέπει να καθίσει στο τραπέζι για να υπάρξει συμφωνία».

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συναντήθηκε με τον Πούτιν στην Αλάσκα στις 15 Αυγούστου και, λίγες ημέρες αργότερα, με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, στις 18 Αυγούστου.

Μετά τις συναντήσεις αυτές, ο Τραμπ δήλωσε ότι οι δύο ηγέτες θα προχωρήσουν σε διμερή διάλογο, ενώ αργότερα θα ακολουθήσει τριμερής συνάντηση με τη δική του συμμετοχή.

Ο Ζελένσκι υποστήριξε ότι η Ρωσία κάνει τα πάντα για να εμποδίσει μια απευθείας συνάντηση μεταξύ του ίδιου και του Πούτιν, ενώ από τη ρωσική πλευρά αναφέρεται πως η ατζέντα μιας τέτοιας συνάντησης δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς επεσήμανε ότι η Μόσχα προέβη σε σημαντικές παραχωρήσεις με στόχο μια ειρηνευτική συμφωνία για τον τριετή και πλέον πόλεμο ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία.

Σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Meet the Press» του NBC, ο Βανς δήλωσε: «Ο Πούτιν προχώρησε σε πολλαπλές παραχωρήσεις για να επιτευχθεί συμφωνία με το Κίεβο, μεταξύ των οποίων και αυτή που επιτρέπει στην Ουκρανία να λάβει εγγυήσεις ασφαλείας έναντι μελλοντικών επιθέσεων».  

Τόνισε ότι οι Ρώσοι αναγνώρισαν πως δεν τους είναι εφικτό να εγκαταστήσουν φιλορωσικό καθεστώς στο Κίεβο, σχολιάζοντας: «Αυτό ήταν σημαντική απαίτηση στην αρχή. Και, το κυριότερο, αναγνώρισαν ότι θα υπάρξουν εγγυήσεις ασφάλειας για την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας».

Ο Βανς κατέληξε: «Έχουν κάνει κάθε δυνατή παραχώρηση; Φυσικά και όχι. Υπάρχει όμως πρόοδος».

Η βία μεταξύ Μόσχας και Κιέβου συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας, με ρωσικό πλήγμα από μη επανδρωμένα αεροσκάφη να προκαλεί ζημιές σε υποδομή του ενεργειακού τομέα στην κεντρική Πολτάβα της Ουκρανίας.

Ο περιφερειάρχης Βολοντίμιρ Κοχούτ ανέφερε σε ανάρτησή του στο Telegram: «Αυτή τη νύχτα, ο εχθρός εξαπέλυσε μαζική επίθεση στην περιφέρεια Πολτάβα. Καταγράφηκαν πτώσεις συντριμμιών και άμεσες επιτυχίες στην περιοχή. Χτυπήθηκε ενεργειακή εγκατάσταση, επλήγη διοικητικό κτίριο, οχήματα και εξοπλισμός. Εκδηλώθηκαν πυρκαγιές στις εγκαταστάσεις».  

Προσέθεσε ότι, λόγω της επίθεσης, καταναλωτές έμειναν προσωρινά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, ωστόσο ευτυχώς δεν υπήρξαν θύματα.

Η νυχτερινή αεροπορική επίθεση προκάλεσε επίσης διακοπές ρεύματος σε περιοχές της βόρειας πόλης Σούμι, καθώς η Ρωσία έπληξε κρίσιμες υποδομές—όλες οι εγκαταστάσεις ύδρευσης βρέθηκαν χωρίς ηλεκτροδότηση, λειτουργώντας με εφεδρικά συστήματα, σύμφωνα με τον επικεφαλής της Στρατιωτικής Διοίκησης του Δήμου της Σούμι, Σεργκέι Κριβοσένκο.

Για την επίθεση τοποθετήθηκε και ο Ζελένσκι με ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, τονίζοντας: «Σχεδόν 100 UAV και στοχευμένες νυχτερινές επιθέσεις στις περιοχές μας, με στόχο κυρίως πολιτικές υποδομές. Οι Ρώσοι συνεχίζουν τον πόλεμο, αγνοώντας τα διεθνή αιτήματα να σταματήσουν τους φόνους και την καταστροφή».

Κάλεσε τη διεθνή κοινότητα για νέα μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η πίεση προς τη Μόσχα, να τερματιστούν οι επιθέσεις και να διασφαλιστούν πραγματικές εγγυήσεις ασφαλείας.

Σύμφωνα με τις ουκρανικές αεροπορικές δυνάμεις, καταρρίφθηκαν 74 από τα 95 μη επανδρωμένα «Σαχίντ» μέσα σε μία νύχτα, ενώ 21 εξ αυτών έπληξαν εννέα περιοχές σε όλη τη χώρα.

Από την πλευρά της, η Ρωσία ανακοίνωσε ότι η αντιαεροπορική της άμυνα αναχαίτισε και κατέστρεψε 26 ουκρανικά drones στη διάρκεια της νύχτας, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας.

Επιπλέον, τουλάχιστον επτά πολυκατοικίες υπέστησαν ζημιές μετά από επίθεση με drone στη νότια πόλη Ροστόφ επί του Ντον, σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη των 100 χιλιομέτρων από τα σύνορα Ρωσίας-Ουκρανίας, όπως μετέδωσε το κρατικό ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS.

Βενεζουέλα: Πολεμικά πλοία και drone θα περιπολούν στα χωρικά της ύδατα, ενόψει της ανάπτυξης αμερικανικών πλοίων στην Καραϊβική

Η Βενεζουέλα ανακοίνωσε σήμερα ότι θα στείλει πλοία του Πολεμικού Ναυτικού και μη επανδρωμένα αεροσκάφη για να περιπολούν τα χωρικά της ύδατα, απαντώντας στην αποστολή από τις Ηνωμένες Πολιτείες αρκετών πολεμικών πλοίων στην Καραϊβική στο πλαίσιο της καταπολέμησης της διεθνούς διακίνησης ναρκωτικών.

Ο υπουργός των Ενόπλων Δυνάμεων Βλαντίμιρ Παντρίνο δήλωσε σε βιντεοσκοπημένο μήνυμα ότι θα στείλει «ναυτικές περιπολίες στον Κόλπο της Βενεζουέλας και πλοία μεγαλύτερης χωρητικότητας βορειότερα στα χωρικά μας ύδατα», και ανακοίνωσε επίσης τη «σημαντική ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροσκαφών με διάφορες αποστολές».

Η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα την ανάπτυξη τριών αντιτορπιλικών εφοδιασμένων με κατευθυνόμενους πυραύλους και σήμερα την ανάπτυξη ενός πυραυλοφόρου καταδρομικού και ενός πυρηνοκίνητου επιθετικού υποβρυχίου.

Σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, το Πεντάγωνο προτίθεται επίσης να στείλει 4.000 πεζοναύτες στην Καραϊβική, κοντά στις ακτές της Βενεζουέλας.

Απέλαση Ιρανού πρέσβη από την Αυστραλία λόγω επιθέσεων σε εβραϊκούς στόχους

Μετά από ευρήματα που αποδίδουν στην Ισλαμική Επαναστατική Φρουρά του Ιράν (IRGC) συμμετοχή σε αντισημιτικές εμπρηστικές επιθέσεις σε εβραϊκούς στόχους στη Μελβούρνη και το Σίδνεϊ, η Αυστραλία απέλασε τον Ιρανό πρέσβη, Αχμάντ Σαντεγκί, και ανέστειλε τη λειτουργία της πρεσβείας της στην Τεχεράνη.

Ο πρωθυπουργός, Άντονι Αλμπανέζι, ανακοίνωσε την απέλαση αφού ο Οργανισμός Ασφάλειας και Πληροφοριών Αυστραλίας (ASIO) επιβεβαίωσε τα ευρήματά του για την υπόθεση.

«Το ASIO έχει πλέον συγκεντρώσει αρκετές αξιόπιστες πληροφορίες ώστε να καταλήξει σε ένα βαθιά ανησυχητικό συμπέρασμα: η ιρανική κυβέρνηση κατεύθυνε τουλάχιστον δύο από αυτές τις επιθέσεις», δήλωσε ο Αλμπανέζι. Μεταξύ των περιστατικών που αναφέρονται συγκαταλέγεται ο εμπρησμός του εστιατορίου Lewis Continental Kitchen στο Σίδνεϊ στις 20 Οκτωβρίου 2024 και η επίθεση με βόμβες μολότοφ στην συναγωγή Adas Israel στη Μελβούρνη στις 6 Δεκεμβρίου 2024.

Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε τις ενέργειες αυτές «εξαιρετικές και επικίνδυνες πράξεις επιθετικότητας, οργανωμένες από ξένο κράτος σε αυστραλιανό έδαφος» και τόνισε πως ήταν σκόπιμες προσπάθειες να πληγεί η κοινωνική συνοχή και να καλλιεργηθεί διχόνοια στην κοινότητα.

Ζημιές που προκλήθηκαν από εμπρηστική επίθεση στη συναγωγή Adass Israel στη Μελβούρνη της Αυστραλίας στις 9 Δεκεμβρίου 2024. AAP Image/Yumi Rosenbaum

 

Αναφερόμενη στις αποκαλύψεις αυτές, η υπουργός Εξωτερικών, Πένι Γουόνγκ, τόνισε: «Είναι η πρώτη φορά στη μεταπολεμική περίοδο που η Αυστραλία απελαύνει πρέσβη και λάβαμε αυτή την απόφαση επειδή οι ενέργειες του Ιράν είναι απολύτως απαράδεκτες». Επιβεβαίωσε πως όλοι οι Αυστραλοί διπλωμάτες στο Ιράν έχουν μεταφερθεί σε τρίτη χώρα και συνέστησε στους Αυστραλούς πολίτες που βρίσκονται στο Ιράν να αποχωρήσουν, εφόσον το επιτρέπει η ασφάλεια: «Το μήνυμά μας είναι σαφές: αν είστε Αυστραλός στο Ιράν, φύγετε τώρα».

Ο Αλμπανέζι ανακοίνωσε επίσης ότι η IRGC θα χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση βάσει του ποινικού κώδικα της Αυστραλίας, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ισχυρή και αποφασιστική αντίδραση. Ο υπουργός Εσωτερικών, Τόνι Μπερκ, υπογράμμισε: «Οι επιθέσεις προκάλεσαν βαθιά τραύματα… Η Αυστραλία δέχθηκε επίθεση και υπέστη βλάβη».

Μέλη της εβραϊκής κοινότητας διαβάζουν μηνύματα που είναι κολλημένα στο φράχτη της συναγωγής Adass Israel στο προάστιο Ripponlea της Μελβούρνης στην Αυστραλία, στις 9 Δεκεμβρίου 2024. Martin Keep/AFP μέσω Getty Images

 

Ο επικεφαλής του ASIO, Μάικ Μπέρτζες, τόνισε ότι ο αντισημιτισμός έχει εξελιχθεί σε κορυφαία προτεραιότητα για την υπηρεσία και αποκάλυψε πως τα στοιχεία οδηγούν σε διασυνδέσεις μεταξύ των φερόμενων εγκλημάτων και αξιωματικών της IRGC. «Οι ενέργειες του Ιράν είναι εντελώς απαράδεκτες. Έθεσαν σε κίνδυνο ζωές, τρόμαξαν την κοινότητα και υπονόμευσαν την κοινωνική μας συνοχή», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η πρεσβεία του Ισραήλ στην Αυστραλία εξέφρασε τη στήριξή της στις αυστραλιανές αποφάσεις, δηλώνοντας: «Χαιρετίζουμε την απόφαση της Αυστραλίας να χαρακτηρίσει την IRGC ως τρομοκρατική οργάνωση. Πρόκειται για ένα βήμα που επί μακρόν ζητούσαμε. Το ιρανικό καθεστώς δεν αποτελεί απειλή μόνο για τους Εβραίους ή το Ισραήλ, αλλά θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο τον ελεύθερο κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Αυστραλίας».

Σε ευρύτερο πλαίσιο, ο Αλμπανέζι προειδοποίησε ότι το Ιράν επιχειρεί να μεταφέρει τις συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής στην Αυστραλία, επισημαίνοντας πως «οι ενέργειες της κυβέρνησής μου στέλνουν ξεκάθαρο μήνυμα… πως η επιθετικότητά σας δεν θα γίνει ανεκτή».

Η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις σε περισσότερα από 200 φυσικά πρόσωπα και οντότητες του Ιράν με διασύνδεση στο πυραυλικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, σε συντονισμό με διεθνείς εταίρους, για την αντιμετώπιση απειλών κατά της παγκόσμιας ασφάλειας.