Πέμπτη, 17 Ιούλ, 2025

Συνάντηση Τραμπ-Μόντι: Στο επίκεντρο δασμοί και Κίνα

Στη σκιά της αναζωπύρωσης του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι θα συναντηθούν στην Ουάσιγκτον, σε μια συνάντηση η οποία, αναλυτές εκτιμούν, αναμένεται να καθορίσει τις νέες ισορροπίες στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.

Εμπορικός πόλεμος και νέες ευκαιρίες

Η πρόσφατη επιβολή δασμών 10% στις κινεζικές εισαγωγές, και τα αντίποινα του Πεκίνου με δασμούς 15% στο αμερικανικό φυσικό αέριο και 10% στο πετρέλαιο, δημιουργούν νέες προοπτικές για την Ινδία.

Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν έντονο ενδιαφέρον στα ινδικά μέσα ενημέρωσης, με αναλυτές να εκτιμούν ότι η εμπορική διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μπορεί να ωφελήσει τους Ινδούς εξαγωγείς, αυξάνοντας σημαντικά τις παραγγελίες τους.

Ήδη κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, οι ινδικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αυξήθηκαν από 57 σε 73 δισεκατομμύρια δολάρια, γεγονός που καταδεικνύει τις δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης των εμπορικών σχέσεων.

Το παζλ των δασμών

Η εμπορική πολιτική ακολουθεί τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τονίζουν αναλυτές, και γι’ αυτό η συνάντηση Μόντι-Τραμπ θεωρείται κρίσιμη.

Ο Τραμπ έχει ήδη τονίσει τη σημασία του δίκαιου εμπορίου με την Ινδία και έχει ζητήσει να αυξήσει η Ινδία τις αγορές αμερικανικού αμυντικού εξοπλισμού, σύμφωνα με ενημέρωση του Λευκού Οίκου μετά από τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ των δύο ηγετών τον Ιανουάριο.

Καθώς πλησιάζει η επίσκεψη του Μόντι στην Ουάσιγκτον, αναλυτές εξετάζουν το ενδεχόμενο η Ινδία να παραχωρήσει πρόσθετες δασμολογικές ελαφρύνσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να αποφύγει μια πιθανή εμπορική αντιπαράθεση.

Ο Σεκχάρ Σινχά, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος India Foundation με έδρα το Νέο Δελχί, δήλωσε στην Epoch Times ότι καθώς οι δύο ηγέτες εστιάζουν στα συμφέροντα των χωρών τους, οι δασμολογικές ελαφρύνσεις που θα παράσχει η Ινδία στις ΗΠΑ αποτελούν το κλειδί των διαπραγματεύσεων.

Η ινδική κυβέρνηση έχει προχωρήσει ήδη σε μείωση των μέσων δασμών εισαγωγής από 13% σε 11% για διάφορα προϊόντα, περιλαμβανομένων πολυτελών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών. Παράλληλα, εξετάζει την αναθεώρηση των πρόσθετων επιβαρύνσεων σε περισσότερα από 30 είδη.

Γεωπολιτικές προεκτάσεις και ο ρόλος της Κίνας

Εκτός από τις εμπορικές επιπτώσεις, η Κίνα θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στις συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ και Ινδίας.

«Σίγουρα θα υπάρξουν συζητήσεις για την Κίνα και τις γεωπολιτικές της επιδιώξεις, καθώς και για κοινές ανησυχίες,» δήλωσε ο πρώην Ινδός διπλωμάτης Ανίλ Τριγκουναγιάτ.

Ο Μαδχάβ Ναλαπάτ, αντιπρόεδρος του Manipal Advanced Research Group, εκτιμά ότι η συζήτηση θα επικεντρωθεί στην αποσύνδεση κρίσιμων τεχνολογιών από την κινεζική παραγωγή. «Αυτός είναι ένας βασικός λόγος που οι δύο ηγέτες αναμένεται να έχουν μια εποικοδομητική συνάντηση», σημείωσε.

Ο Σινχά εκτιμά ότι ο Μόντι θα θίξει τις ανησυχίες της Ινδίας για την αυξανόμενη κινεζική επιρροή στη Νότια Ασία, συμπεριλαμβανομένων του Μπαγκλαντές, των Μαλδίβων και του Νεπάλ. Παράλληλα, ο Τραμπ αναμένεται να επιβεβαιώσει τη δέσμευση των ΗΠΑ στη συμμαχία QUAD, που περιλαμβάνει την Ινδία, την Ιαπωνία, την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στρατηγικές συμμαχίες και ημιαγωγοί

Από την πλευρά του, ο πρώην αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της Ινδίας Σ. Ντ. Πραντάν επεσήμανε ότι η αναζωπύρωση της εμπορικής διένεξης ΗΠΑ-Κίνας έχει αναμφίβολα προσθέσει νέα δυναμική στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. «Η εμπορική διαμάχη προσφέρει στην Ινδία την ευκαιρία να εξάγει προϊόντα στα οποία οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει αυξημένους δασμούς για τους Κινέζους εξαγωγείς», επεσήμανε.

Ένα άλλο πιθανό θέμα συζήτησης είναι η παραγωγή ημιαγωγών, καθώς η Κίνα ελέγχει κρίσιμα τμήματα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, ιδιαίτερα στα σπάνια ορυκτά. Μια «τριμερής συμφωνία» μεταξύ Ινδίας, ΗΠΑ και Ταϊβάν θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγικό αντίβαρο, σημειώνει ο Πραντάν.

Με δεδομένες τις παγκόσμιες οικονομικές και γεωπολιτικές προκλήσεις, η συνάντηση Μόντι-Τραμπ αναμένεται να καθορίσει την πορεία των διμερών σχέσεων για τα επόμενα χρόνια.

Μόνο 10 από 195 χώρες έχουν υποβάλει εκθέσεις για το κλίμα στον ΟΗΕ

Η προθεσμία της 10ης Φεβρουαρίου για τους 195 υπογράφοντες τη Συμφωνία του Παρισιού (για το κλίμα) να δημοσιεύσουν και να υποβάλουν τα σχέδιά τους για τη μείωση των εκπομπών στον ΟΗΕ ήρθε και έφυγε με μόλις 10 χώρες να συμμορφώνονται. Ο λόγος για τον οποίο τόσες χώρες δεν δημοσίευσαν εγκαίρως τις εκθέσεις τους παραμένει ασαφής.

Όταν εγκρίθηκε η Συμφωνία του Παρισιού το 2015, οι χώρες-μέλη συμφώνησαν να εργαστούν για την επίτευξη του στόχου να μην ξεπεράσει η παγκόσμια θερμοκρασία τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής, με τον βέλτιστο στόχο είναι 1,5 βαθμός Κελσίου. Για να λογοδοτήσουν οι υπογράφοντες, η συμφωνία απαιτεί από κάθε χώρα να καταγράφει τις προσπάθειές της, να μετρά τα αποτελέσματά της, να υποβάλλει εκθέσεις για την πρόοδό της και να συζητά για περαιτέρω δράσεις κάθε πέντε χρόνια.

Οι εκθέσεις ονομάζονται Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές (Nationally Determined Contributions -NDC). Περιλαμβάνουν τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει κάθε έθνος για την επίτευξη των στόχων της Διάσκεψης των Μερών της Συμφωνίας του Παρισιού (Conference of Parties to the Paris Agreement – COP) για το 2035. Οι τρέχουσες εκθέσεις ΕΚΣ έχουν προγραμματιστεί να εξεταστούν σε συνεδρίαση της Διάσκεψης των Μερών τον Νοέμβριο.

Αλλαγή κατεύθυνσης

Σύμφωνα με την προεκλογική υπόσχεση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η νέα κυβέρνησή του ξεκίνησε τη διαδικασία απεμπλοκής των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού συνολικά, όπως και κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επανήλθε στη Συμφωνία του Παρισιού το 2021 με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι ένα από τα 10 συμμορφούμενα κράτη, καθώς οι ζητούμενες εκθέσεις υποβλήθηκαν από την κυβέρνηση του. Τα άλλα εννέα έθνη ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αγία Λουκία, ο Ισημερινός, η Ανδόρα, η Ουρουγουάη, η Ελβετία, η Νέα Ζηλανδία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Βραζιλία.

Δύο μεγάλες βιομηχανικές χώρες, η Κίνα και η Ινδία, δεν υπέβαλαν την έκθεσή τους εντός της προθεσμίας. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών CO2, οι Ηνωμένες Πολιτείες ο δεύτερος και η Ινδία ο τρίτος.

«Ανεπαρκείς» οι ΗΠΑ, «πολύ ανεπαρκείς» η Κίνα και η Ινδία

Τον Σεπτέμβριο του 2024, το Παρατηρητήριο Δράσης για το Κλίμα (Climate Action Tracker – CAT), μια συνεχής, ανεξάρτητη ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι χώρες ανταποκρίνονται στην κλιματική αλλαγή, έδωσε στην Κίνα και την Ινδία συνολική βαθμολογία «Πολύ ανεπαρκής», και την ανταπόκριση των Ηνωμένων Πολιτειών στην κλιματική αλλαγή ως «Ανεπαρκή». Η ανάλυση του Παρατηρητηρίου ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες σημείωσαν πρόοδο υπό τη διοίκηση Μπάιντεν, αλλά εξακολουθούν να «απέχουν πολύ από την επίτευξη του εγχώριου στόχου τους για το κλίμα – πόσο μάλλον από την ευθυγράμμιση των εκπομπών τους με τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου».

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπογράφει εκτελεστικό διάταγμα στο Οβάλ Γραφείο, στις 10 Φεβρουαρίου. (Andrew Caballero-Reynolds/AFP μέσω Getty Images)

Διεθνής συνεργασία

Το 2023, υπό την ηγεσία του Μπάιντεν, οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν επίσημα την πολιτική της Διάσκεψης των Μερών για την επιδίωξη καθαρών μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών έως το 2050. Η κυβέρνηση Μπάιντεν δήλωσε την πρόθεσή της να αφαιρέσει τον άνθρακα από τις μεταφορές στηριζόμενη κυρίως σε ηλεκτροκίνητα οχήματα – ένα σχέδιο που οι επικριτές αποκαλούν εντολή για ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Το αμερικανικό χρονοδιάγραμμα του 2050 «δεν είναι συμβατό με τη συμφωνία του Παρισιού», αναφέρει η ανάλυση του Παρατηρητηρίου.

Σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency – IEA) του Σεπτεμβρίου 2024, ο στόχος της ουδετερότητας του άνθρακα, όπως διακηρύχθηκε από τη Διάσκεψη των Μερών, απαιτεί τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα με «δίκαιο, ομαλό και ισότιμο τρόπο», με «επιταχυνόμενη δράση σε αυτή την κρίσιμη δεκαετία». Η επίτευξη του βέλτιστου στόχου της Διάσκεψης μέχρι την αλλαγή του αιώνα, αναφέρει ο ΔΟΕ, θα απαιτούσε «μια ολιστική δέσμη συμπληρωματικών δράσεων και ευθυγράμμιση με μια πορεία 1,5 βαθμού Κελσίου για την ολοκληρωμένη υλοποίηση όλων αυτών».

Η έκθεση του ΔΟΕ υπογραμμίζει «τη σημασία της συνεχιζόμενης πολυμερούς συνεργασίας για την προώθηση της εφαρμογής» των στόχων της Διάσκεψης. Δεν είναι ακόμη γνωστό πώς θα επηρεάσει την κατάσταση η έξοδος των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Συμφωνία του Παρισιού. Οι ειδικοί λένε ότι η αποχώρηση από τη συμφωνία μπορεί να διαρκέσει έως και ένα χρόνο.

Η προσέγγιση Τραμπ

Η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα έρχεται σε αντίθεση με τις υποσχέσεις που έδωσε ο υποψήφιος Τραμπ κατά την προεκλογική εκστρατεία του για αύξηση της αμερικανικής παραγωγής ορυκτών καυσίμων προκειμένου να μειωθούν οι τιμές της βενζίνης – κάτι που, όπως είπε, θα μείωνε με τη σειρά του τον πληθωρισμό.

Ο ΔΟΕ αναφέρει ότι ένα άλλο βασικό σκέλος είναι ο τριπλασιασμός της δυναμικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με την επιτάχυνση της ανάπτυξης τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών κατά την επόμενη πενταετία. Και αυτός ο στόχος έρχεται σε αντίθεση με τις πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ, που υποβαθμίζει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά πάρκα. Ο Τραμπ κατήργησε, επίσης, τη λεγόμενη εντολή για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.

Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός αργού πετρελαίου στον κόσμο, επιτυγχάνοντας παραγωγή-ρεκόρ το 2023. Η χώρα είναι επίσης ο μεγαλύτερος παραγωγός ορυκτού φυσικού αερίου στον κόσμο και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου (Liquified Natural Gas-LNG).

Στις αρχές του 2024, η κυβέρνηση Μπάιντεν έθεσε προσωρινά σε αναστολή τη λειτουργία των εκκρεμών τερματικών σταθμών εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου. Ο Τραμπ ήρε την αναστολή στις 20 Ιανουαρίου, την πρώτη ημέρα της δεύτερης θητείας του.

Του Steven Kovac

Η κινεζική πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» σε κρίση: Αποχωρήσεις και αδιέξοδα

Σε τροχιά αποδόμησης εισέρχεται η μεγαλεπήβολη πρωτοβουλία του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ για παγκόσμια επιρροή, καθώς η Βραζιλία έγινε, στα τέλη του 2024, η πιο πρόσφατη μεγάλη οικονομία που απορρίπτει το φιλόδοξο σχέδιο «Μία ζώνη, ένας δρόμος» (Belt and Road Initiative – BRI).

Η απόφαση του προέδρου Λούλα να διατηρήσει απλές διμερείς σχέσεις με το Πεκίνο, αντί της επίσημης ένταξης στο BRI, έρχεται να προστεθεί στις αποχωρήσεις της Ινδίας και της Ιταλίας, αντανακλώντας τον αυξανόμενο σκεπτικισμό για τα μακροπρόθεσμα οφέλη του προγράμματος, που ξεκίνησε το 2013 με μεγάλες προσδοκίες και κατάφερε να προσελκύσει 150 χώρες.

Το ‘στολίδι’ που έχασε τη λάμψη του

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποτυχίας του εγχειρήματος αποτελεί ο Οικονομικός Διάδρομος Κίνας-Πακιστάν (CPEC), που θεωρούνταν το ‘στολίδι’ του BRI. Το στρατηγικής σημασίας λιμάνι Γκουαντάρ παραμένει ανενεργό, θύμα κακού σχεδιασμού και διαφθοράς, ενώ κρίσιμα έργα υποδομής μένουν ημιτελή καθώς το Πεκίνο αρνείται τη χρηματοδότηση αν δεν αναλάβει το Πακιστάν ένα δυσβάσταχτο χρέος.

Η ‘διπλωματία του χρέους’ και οι συνέπειές της

Η περίπτωση της Σρι Λάνκα αποτελεί προειδοποίηση για τους κινδύνους της κινεζικής ‘διπλωματίας του χρέους’. Η χώρα αναγκάστηκε να παραχωρήσει το λιμάνι Χαμπαντότα για 99 χρόνια σε κινεζική εταιρεία, ενώ το Λάος, υπό το βάρος των χρεών, παρέδωσε τον έλεγχο του 90% του εθνικού δικτύου ηλεκτρισμού στην Κίνα.

Στρατηγικές ανησυχίες και γεωπολιτικές προεκτάσεις

Πέρα από την οικονομική εξάρτηση, οι επενδύσεις του BRI εγείρουν σοβαρά ζητήματα ασφαλείας. Πολλές υποδομές, σχεδιασμένες για εμπορική χρήση, έχουν τη δυνατότητα μετατροπής σε στρατιωτικά σημεία στήριξης, επιτρέποντας στην Κίνα να επεκτείνει το στρατηγικό της αποτύπωμα στον Ινδικό Ωκεανό και πέραν αυτού.

Το 2023 σηματοδότησε μια δραματική καμπή, με τη συμμετοχή στο BRI να σταματά εντελώς σε 19 χώρες, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών εταίρων όπως η Τουρκία και η Κένυα. Παρότι οι συνολικές κινεζικές επενδύσεις στο εξωτερικό εμφανίσαν αύξηση 10% το 2024, η άνοδος αυτή αποδίδεται κυρίως σε μη-BRI επενδύσεις και στον παγκόσμιο πληθωρισμό, παρά σε πραγματική επέκταση της πρωτοβουλίας.

Η πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι το φιλόδοξο σχέδιο του Πεκίνου δεν επεκτείνεται πλέον, αλλά υποχωρεί σιωπηλά. Όλο και περισσότερες χώρες, αναγνωρίζοντας τους κινδύνους, επιδιώκουν να απεμπλακούν από την επιρροή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, αφήνοντας πίσω τους ένα δίκτυο μη βιώσιμων χρεών, ημιτελών έργων και αυξημένης εξάρτησης από το Πεκίνο.

Το Κρεμλίνο προειδοποιεί ότι οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας βρίσκονται στα πρόθυρα κατάρρευσης

Το Κρεμλίνο προειδοποιεί ότι οι σχέσεις της Ρωσίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, επιμένοντας ότι πρέπει να ικανοποιηθούν όλοι οι όροι του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν πριν προχωρήσουν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, γεγονός που υποδηλώνει ότι η Μόσχα υιοθετεί μια σκληρή προσέγγιση, ενώ ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να μεσολαβήσει για μια ειρηνευτική συμφωνία.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριάμπκοφ, βασικό στέλεχος της διπλωματικής δέσμευσης της Ρωσίας με την Ουάσιγκτον, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στη Μόσχα, στις 10 Φεβρουαρίου, ότι το Κρεμλίνο δεν είναι διατεθειμένο να συμβιβαστεί, επαναλαμβάνοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει διευθέτηση στην Ουκρανία χωρίς την πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Πούτιν.

«Η πολιτική λύση, όπως την οραματιζόμαστε, δεν μπορεί να επιτευχθεί διαφορετικά, παρά μόνο με την πλήρη εφαρμογή όσων διακήρυξε ο πρόεδρος Πούτιν όταν μίλησε στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών τον Ιούνιο», δήλωσε ο Ριάμπκοφ.

«Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν οι ΗΠΑ, η Βρετανία και οι άλλοι τόσο καλύτερα θα είναι και τόσο πιο κοντά θα είναι αυτή η επιθυμητή πολιτική λύση για όλους», πρόσθεσε ο Ρώσος διπλωμάτης.

Στη συνάντηση του Ιουνίου 2024, ο Πούτιν έθεσε τους όρους του για τις ειρηνευτικές συνομιλίες, μεταξύ των οποίων η αποχώρηση των ουκρανικών στρατευμάτων από τις αμφισβητούμενες περιοχές, η ουδετερότητα της Ουκρανίας, η «αποστρατιωτικοποίηση» της χώρας και η άρση των δυτικών κυρώσεων.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι απέρριψε τους όρους αυτούς, δηλώνοντας ότι ισοδυναμούν με παράδοση της Ουκρανίας. Το Κίεβο θέλει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να ανακτήσει τον έλεγχο των εδαφών που πήρε η Ρωσία στον πόλεμο.

Ο Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένα ορκιστεί να τερματίσει γρήγορα τον πόλεμο στην Ουκρανία, δήλωσε στις 9 Φεβρουαρίου ότι πιστεύει ότι σημειώνεται πρόοδος στην προσπάθεια για μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Ωστόσο, ο Ριάμπκοφ προειδοποίησε ότι η Μόσχα και η Ουάσιγκτον παραμένουν στα πρόθυρα ρήξης, κατηγορώντας για την επιδείνωση των σχέσεων τις πολιτικές «υβριδικού πολέμου» της κυβέρνησης Μπάιντεν και τις προσπάθειες να επιβληθεί στρατηγική ήττα στη Ρωσία, σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό μέσο ενημέρωσης Tass. Ο Ρώσος διπλωμάτης πρόσθεσε ότι αυτό έχει επιδεινώσει το «ανταγωνιστικό περιεχόμενο» των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων, καθιστώντας την κατάσταση «πολύ κρίσιμη».

Αν και αναγνώρισε ότι η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο «σημαίνει μια αλλαγή» στην πολιτική των ΗΠΑ, ο Ριάμπκοφ εξέφρασε σκεπτικισμό για οποιαδήποτε σημαντική βελτίωση των διμερών σχέσεων. Επεσήμανε ότι η Ρωσία παραμένει επισήμως χαρακτηρισμένη ως «σημαντικός αντίπαλος» στα έγγραφα πολιτικής των ΗΠΑ, περιορίζοντας τις δυνατότητες διπλωματικής προόδου.

Πρόσθεσε, όμως, ότι αν και η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει για επαφές υψηλού επιπέδου, οι δίαυλοι επικοινωνίας παραμένουν ανοιχτοί.

Ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι η Ρωσία είναι έτοιμη για διάλογο με την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με την Ουκρανία και έχει εκδηλώσει τη διάθεση να κάνει κάποιους «συμβιβασμούς». Ωστόσο, οι τελευταίες παρατηρήσεις του Ριάμπκοφ υποδηλώνουν ότι το Κρεμλίνο παραμένει σταθερό στις βασικές απαιτήσεις του, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια ευελιξίας.

Ο Ρώσος πρόεδρος εξέφρασε επίσης την πεποίθηση ότι ο Τραμπ θα μπορέσει να πλοηγηθεί στις πολυπλοκότητες της σύγκρουσης και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια μακροπρόθεσμη ειρηνευτική συμφωνία. Ο Πούτιν δήλωσε ότι μια λύση «δεν θα πρέπει να είναι μια σύντομη κατάπαυση του πυρός, ούτε κάποιου είδους περίοδος ανάπαυλας που θα επιτρέψει την ανασύνταξη και τον επανεξοπλισμό των δυνάμεων, αλλά μια μακροπρόθεσμη ειρήνη».

Ο Ζελένσκι παρουσίασε πέρυσι ένα «σχέδιο νίκης» επικεντρωμένο στην ιδέα της πραγματοποίησης σημαντικών κερδών στο πεδίο της μάχης, το οποίο περιελάμβανε τη χρήση όπλων από τη Δύση για να χτυπήσουν βαθύτερα στο εσωτερικό της Ρωσίας. Το σχέδιο περιελάμβανε επίσης μια προσφορά σε στρατηγικούς εταίρους όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες για κοινή εξόρυξη κρίσιμων ορυκτών, περιλαμβανομένων σπάνιων γαιών.

Ο Τραμπ δήλωσε πρόσφατα ότι επιδιώκει να συνάψει συμφωνία με την Ουκρανία για την εξασφάλιση σπάνιων γαιών – μια ομάδα 17 βασικών στοιχείων απαραίτητων για την τροφοδοσία πολλών σύγχρονων τεχνολογιών – σε αντάλλαγμα με τη συνεχή οικονομική στήριξη της Ουκρανίας στον πόλεμο κατά της Ρωσίας. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι είναι ανοιχτός σε μια τέτοια συμφωνία.

Στις 7 Φεβρουαρίου, ο Τραμπ ανέφερε ότι πιθανότατα θα συναντηθεί με τον Ζελένσκι τις επόμενες εβδομάδες για να συζητήσουν τον τερματισμό του πολέμου.

Με πληροφορίες από το Reuters

Το DeepSeek προκαλεί ανησυχίες για την ασφάλεια σε παγκόσμια κλίμακα

Σχολιασμός

Το νέο πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης από την Κίνα έχει πυροδοτήσει απαγορεύσεις σε πολλές χώρες και αφήνει ερωτήματα σχετικά με τη δεοντολογία και την ασφάλεια των δεδομένων.Το νέο πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης από την Κίνα έχει πυροδοτήσει απαγορεύσεις σε πολλές χώρες και αφήνει ερωτήματα σχετικά με τη δεοντολογία και την ασφάλεια των δεδομένων.

Το DeepSeek, μια κινεζική νεοφυής επιχείρηση τεχνητής νοημοσύνης, εξέπληξε τις αγορές κυκλοφορώντας μια σχετικά φθηνή πλατφόρμα που χρησιμοποιεί πιο «αργά» τσιπ, αλλά σε επίπεδο επιδόσεων παρόμοιο με τα αντίστοιχα αμερικανικά. Ως αποτέλεσμα, η Nvidia Corp. είδε τη μετοχή της να πέφτει σε διψήφια ποσοστά στις 27 Ιανουαρίου – πλήρης ανάκαμψη δεν έχει συμβεί ακόμη. Η αγορά αντέδρασε, φοβούμενη την απώλεια της κυριαρχίας της εταιρείας κατασκευής τσιπ και της αμερικανικής πρωτοπορίας στην τεχνητή νοημοσύνη.

Η άνοδος της κινεζικής εφαρμογής προκάλεσε τον έλεγχο της πολιτικής της όσον αφορά τα δεδομένα.

Σύμφωνα με την πολιτική απορρήτου δεδομένων της, το DeepSeek συλλέγει προσωπικές πληροφορίες – όπως email, αριθμό τηλεφώνου, ημερομηνία γέννησης, καταχωρήσεις χρηστών, στοιχεία συσκευών και «μοτίβα πληκτρολόγησης» – και τις αποθηκεύει σε διακομιστές στην Κίνα.

Επιπλέον, σύμφωνα με τους κινεζικούς νόμους περί αντικατασκοπείας , οι κινεζικές εταιρείες οφείλουν να παρέχουν δεδομένα ξένων χρηστών στις αρχές, αν τους ζητηθεί.

Η πιθανότητα τα δεδομένα να πέσουν στα χέρια των κινεζικών αρχών προκάλεσε ένα κύμα επιφυλακτικότητας στους ειδικούς σε θέματα κυβερνοασφάλειας, περιλαμβανομένου του Ναντίρ Ίζραελ, επικεφαλής τεχνολογίας της Armis με έδρα τις ΗΠΑ, ο οποίος συνέστησε στους οργανισμούς να μπλοκάρουν ή να περιορίσουν την πρόσβαση στην πλατφόρμα. Το CyberCX της Αυστραλίας προέτρεψε τους μη κυβερνητικούς φορείς να πράξουν το ίδιο.

Μέσα σε λίγες ημέρες, απαγορεύτηκε η χρήση του DeepSeek σε κυβερνητικές συσκευές της Ταϊβάν, της Αυστραλίας, της Νότιας Κορέας, του Καναδά και της Ολλανδία. Η Ιταλία προχώρησε ακόμη παραπέρα, επιβάλλοντας  απόλυτη απαγόρευση σε εθνικό επίπεδο.

Νομοθέτες άλλων χωρών, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, διερευνούν επίσης την πολιτική συλλογής δεδομένων του DeepSeek και συντάσσουν νομοθεσία για τον περιορισμό της χρήσης του.

Στις 6 Φεβρουαρίου, εισήχθη στη Βουλή των Αντιπροσώπων ένα διακομματικό νομοσχέδιο για την απαγόρευση του DeepSeek στις κυβερνητικές συσκευές των ΗΠΑ.

Μια εβδομάδα νωρίτερα, ο γερουσιαστής Τζος Χόλεϋ (R-Mo.) πρότεινε νομοθεσία για να εμποδίσει την αμερικανική τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης να προωθήσει τις δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης της Κίνας, περιορίζοντας τις αμερικανικές επενδύσεις και τη ροή δεδομένων προς την κομμουνιστική χώρα.

«Κάθε δολάριο και gigαbyte δεδομένων που εισρέει στην κινεζική τεχνητή νοημοσύνη είναι δολάρια και δεδομένα που τελικά θα χρησιμοποιηθούν εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών», ανέφερε ο Χόλεϋ στη δήλωσή του.

Ο Λιν Τσουνγκ-Ναν, καθηγητής μηχανικός τηλεπικοινωνιών στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ταϊβάν, δήλωσε στην Epoch Times ότι οι κινεζικές εταιρείες μπορεί να αναγκαστούν να συμμορφωθούν με τις κρατικές απαιτήσεις ή ακόμη και να ‘μεταμφιεστούν’ σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ο Λιν πιστεύει ότι η παγκόσμια δυσπιστία απέναντι στο DeepSeek πηγάζει από «τους άμεσους δεσμούς του με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ)».

Το DeepSeek δεν απάντησε στα αιτήματα της Epoch Times για σχόλια.

Επιταχύνεται η κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης

Τη δεύτερη ημέρα της θητείας του, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε μια επένδυση ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην τεχνητή νοημοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες, χαρακτηρίζοντάς την «το μεγαλύτερο έργο υποδομής τεχνητής νοημοσύνης μακράν στην ιστορία». Η νέα πρωτοβουλία έχει ως στόχο να διατηρήσει την ηγετική θέση της Αμερικής στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης, ιδίως έναντι της Κίνας.

Ο Τραμπ ανακάλεσε επίσης εκτελεστικό διάταγμα που είχε εκδώσει ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, δίνοντας μεγαλύτερη αυτονομία στις ιδιωτικές εταιρείες για την ανάπτυξη της ΤΝ.

Αυτό ήταν πριν το DeepSeek αναστατώσει την αμερικανική τεχνολογική σκηνή. Αν και η κινεζική εταιρεία κυκλοφόρησε το τελευταίο της μοντέλο στις 20 Ιανουαρίου, η αμερικανική αγορά αντέδρασε μια εβδομάδα αργότερα.

Στις 27 Ιανουαρίου, ο Τραμπ αποκάλεσε την άνοδο του DeepSeek «κάλεσμα αφύπνισης» για τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας.

Η διακομματική ηγεσία της επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων για την Κίνα κάλεσε τον Λευκό Οίκο να κάνει αυστηρότερους τους ελέγχους στις εξαγωγές των προηγμένων τσιπ που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης.

«Το DeepSeek έκανε εκτεταμένη χρήση του τσιπ H800 της Nvidia, του πρώτου τσιπ που σχεδίασε η Nvidia ειδικά για να μην εμπίπτει στους εξαγωγικούς ελέγχους των ΗΠΑ», έγραψαν ο βουλευτής Τζον Μόλνααρ (R-Mich.) και ο βουλευτής Ράτζα Κρισναμούρτι (D-Ill.) στην επιστολή τους προς τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουάλτς της 30ης Ιανουαρίου.

Αναφερόμενοι στην επίσημη ονομασία της Κίνας, Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, οι νομοθέτες πρόσθεσαν ότι «η συχνή αναθεώρηση [των όρων] των ελέγχων των εξαγωγών είναι επιτακτική ανάγκη για να διασφαλιστεί ότι η ΛΔΚ δεν θα εκμεταλλευτεί τα ρυθμιστικά κενά και τα παραθυράκια για να προωθήσει τις φιλοδοξίες της στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης».

Ενώ η αυστηροποίηση των ελέγχων των εξαγωγών αντιμετωπίζει μια πτυχή της ασφάλειας της τεχνητής νοημοσύνης, η ίδια η τεχνητή νοημοσύνη θέτει βαθύτερες ηθικές και κοινωνικές προκλήσεις. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής, η τεχνητή νοημοσύνη αναδιαμορφώνει τους κανόνες και τις αξίες, καθιστώντας την ηθική που ενσωματώνεται σε ένα δεδομένο μοντέλο δυνητικά μετασχηματιστική για τις μελλοντικές γενιές.

Σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα κυβερνοασφάλειας Τσενγκ Γι-Σουό στο Ινστιτούτο Έρευνας Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊβάν, η κινεζική πλατφόρμα μοιάζει με το ChatGPT, με τη διαφορά ότι καθοδηγείται από το ΚΚΚ.

Οι χρήστες έχουν ανακαλύψει ότι το DeepSeek δεν απαντά σε ερωτήσεις σχετικά με πολιτικά ευαίσθητα θέματα, όπως η σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν, όπου σκοτώθηκαν εκατοντάδες Κινέζοι φοιτητές που είχαν συγκεντρωθεί ζητώντας τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Τέτοιες απαντήσεις προκαλούν την υποψία ότι το DeepSeek μπορεί να έχει σχεδιαστεί ως εργαλείο προπαγάνδας και όχι ως αμερόληπτη πλατφόρμα.

Ο Τσενγκ δήλωσε στην Epoch Times ότι εάν η εταιρεία ευθυγραμμίζεται με τις αξίες και τους κανόνες του ΚΚΚ για τη χειραγώγηση δεδομένων και αλγορίθμων, μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί ως «εργαλείο γνωστικού πολέμου», για τη διαμόρφωση της παγκόσμιας κοινής γνώμης.

Των Sean Tseng και Shawn Lin

Ζελένσκι: «Η Ουκρανία είναι έτοιμη να ανταλλάξει σπάνιες γαίες με στρατιωτική βοήθεια»

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε την Παρασκευή ότι είναι ανοιχτός σε μια συμφωνία που θα παρέχει στις Ηνωμένες Πολιτείες πρόσβαση στα τεράστια κοιτάσματα σπάνιων γαιών και κρίσιμων ορυκτών της Ουκρανίας, με αντάλλαγμα τη συνέχιση της στρατιωτικής βοήθειας στον πόλεμο της χώρας του με τη Ρωσία.

«Αν μιλάμε για μια συμφωνία, τότε ας κάνουμε μια συμφωνία», δήλωσε ο Ζελένσκι στους δημοσιογράφους του Reuters σε συνέντευξη που παραχώρησε στις 7 Φεβρουαρίου στο Κίεβο, τονίζοντας ότι η Ουκρανία θα απαιτήσει εγγυήσεις ασφαλείας από τους συμμάχους της ως μέρος οποιασδήποτε συμφωνίας για την προμήθεια κρίσιμων ορυκτών και σπάνιων γαιών.

Ο Τραμπ δήλωσε στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο στις 3 Φεβρουαρίου ότι επεδίωκε να συνάψει συμφωνία με τον Ζελένσκι για την εξασφάλιση σπάνιων γαιών με αντάλλαγμα τη συνέχιση της οικονομικής στήριξης της Ουκρανίας στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο.

Τα μέταλλα σπάνιων γαιών, 17 βασικά στοιχεία, διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην τροφοδοσία της σύγχρονης τεχνολογίας, από τους κινητήρες ηλεκτρικών οχημάτων έως τα συστήματα καθοδήγησης πυραύλων. Ελλείψει πρακτικών υποκατάστατων, η διασφάλιση των αλυσίδων εφοδιασμού για τα στοιχεία αυτά αποτελεί προτεραιότητα για τον Τραμπ, καθώς η ενίσχυση της αμερικανικής μεταποιητικής βάσης αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησής του.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο στις 7 Φεβρουαρίου, ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι σχεδιάζει να συναντήσει τον Ζελένσκι την επόμενη εβδομάδα, πιθανώς στην Ουάσιγκτον, για συνομιλίες σχετικά με τη σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας. Ο Τραμπ δήλωσε ότι οι συζητήσεις θα περιλαμβάνουν το αίτημα προς την Ουκρανία για σπάνιες γαίες και άλλα κρίσιμα ορυκτά με αντάλλαγμα την παροχή οικονομικής βοήθειας προς το Κίεβο για να συνεχίσει να αντιστέκεται στη ρωσική εισβολή.

Σε απάντηση, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι ελπίζει οι συνομιλίες να οδηγήσουν σε μια διαρκή ειρήνη στην Ουκρανία.

«Οι επόμενες εβδομάδες μπορεί να είναι πολύ εντατικές σε επίπεδο διπλωματίας και θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να είναι ένα διάστημα αποτελεσματικό και παραγωγικό. Εκτιμούμε πάντα τη συνεργασία με τον πρόεδρο Τραμπ», δήλωσε ο Ζελένσκι σε ανάρτησή του στο X στις 7 Φεβρουαρίου. «Σχεδιάζουμε επίσης συναντήσεις και συνομιλίες σε επίπεδο ομάδων. Αυτή τη στιγμή, οι ουκρανικές και οι αμερικανικές ομάδες επεξεργάζονται τις λεπτομέρειες. Μια σταθερή, διαρκής ειρήνη θα γίνει πιο πιθανή».

Ο Τραμπ δήλωσε επίσης την Παρασκευή ότι σχεδιάζει να μιλήσει με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να μεσολαβήσει για μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας. «Είναι ένας γελοίος πόλεμος», δήλωσε ο Τραμπ, προσθέτοντας ότι «θα ήθελε πολύ να βοηθήσει» να επέλθει ειρήνη στην περιοχή.

Η προθυμία του Ζελένσκι να συνάψει συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς το «Σχέδιο Νίκης» του περιλαμβάνει μια ρητή προσφορά στους στρατηγικούς εταίρους για «κοινή προστασία των κρίσιμων πόρων της χώρας», μαζί με μια προσφορά για την εξαγωγή και χρήση αυτών των βασικών στοιχείων.

Στο Κίεβο, ο Ζελένσκι δήλωσε στο Reuters ότι περίπου τα μισά από τα κοιτάσματα σπάνιων γαιών της Ουκρανίας βρίσκονταν υπό ρωσική κατοχή, με το ποσοστό αυτό να πέφτει σε λιγότερο από το 20% όταν υπολογίζονται όλοι οι τεράστιοι ορυκτοί πόροι της χώρας. Η Ουκρανία κατέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα τιτανίου στην Ευρώπη – ζωτικής σημασίας για την αεροπορική και διαστημική βιομηχανία – και ουρανίου, ζωτικής σημασίας για την πυρηνική ενέργεια και τα όπλα, επεσήμανε.

«Οι Αμερικανοί βοήθησαν περισσότερο, και επομένως οι Αμερικανοί θα πρέπει να κερδίσουν τα περισσότερα», δήλωσε ο Ζελένσκι για την αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία εν μέσω της ρωσικής εισβολής. «Πρέπει να έχουν αυτή την προτεραιότητα και θα την έχουν. Θα ήθελα να μιλήσω και για αυτό με τον πρόεδρο Τραμπ».

Ο Τραμπ δήλωσε την Παρασκευή ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη δεσμεύσει περισσότερα από 300 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνα της Ουκρανίας, ενώ οι ευρωπαϊκές συνεισφορές υπολείπονται σε περίπου 100 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το Ισραήλ προετοιμάζεται για πιθανή έξοδο Παλαιστινίων

Το Ισραήλ έχει αρχίσει να προετοιμάζεται για μια πιθανή έξοδο Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας, μετά τη δήλωση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναλάβουν να ανασυγκροτήσουν τη Γάζα αφού βρεθούν ασφαλείς και σίγουρες κατοικίες εκτός της κατεστραμμένης από τον πόλεμο περιοχής για τους κατοίκους της.

Ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Ισραήλ Κατς δήλωσε στις 6 Φεβρουαρίου ότι έδωσε εντολή στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (Israel Defense Forces-IDF) να προετοιμάσουν σχέδια για την αποχώρηση μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας.

Είπε ότι το σχέδιο «θα περιλαμβάνει επιλογές για έξοδο στα χερσαία περάσματα καθώς και ειδικές ρυθμίσεις για έξοδο από θάλασσα και αέρα».

Ο Κατς δήλωσε ότι επικροτεί το «τολμηρό σχέδιο του Τραμπ, το οποίο μπορεί να επιτρέψει σε μεγάλο πληθυσμό στη Γάζα να φύγει για διάφορα μέρη του κόσμου».

Ο Τραμπ πρότεινε, την Τετάρτη, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Γάζας να μετεγκατασταθεί μόνιμα αλλού, και οι Ηνωμένες Πολιτείες να ανοικοδομήσουν τον τόπο, μετατρέποντάς τον σε αυτό που αποκάλεσε «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής».

Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν αργότερα ότι η μετεγκατάσταση θα είναι προσωρινή, αλλά οι Παλαιστίνιοι φοβούνται ότι το Ισραήλ δεν θα τους επιτρέψει ποτέ να επιστρέψουν.

Οι αραβικές χώρες και πολλοί παγκόσμιοι ηγέτες έχουν απορρίψει το σχέδιο, το οποίο ο Τραμπ ανακοίνωσε την Τρίτη, μετά τη συνάντησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο.

Η Αίγυπτος και η Ιορδανία, στις οποίες ο Τραμπ πρότεινε συγκεκριμένα να δεχθούν Παλαιστίνιους πρόσφυγες, αρνήθηκαν κατηγορηματικά.

Ο πληθυσμός της Ιορδανίας είναι ήδη πάνω από το 50% παλαιστινιακός και οι Παλαιστίνιοι αποσταθεροποίησαν τη χώρα πριν ο τότε βασιλιάς Χουσεΐν σκοτώσει χιλιάδες από αυτούς και εκδιώξει ριζοσπαστικά στοιχεία το 1970.

Η Αίγυπτος τους βλέπει, ομοίως, ως μια δυνητικά αποσταθεροποιητική δύναμη.

Ο Νετανιάχου χαρακτήρισε το σχέδιο του Τραμπ «αξιοσημείωτο» και ως «την πρώτη καλή ιδέα» που άκουσε.

«Πού είναι το κακό στην ιδέα να επιτραπεί στους κατοίκους της Γάζας που θέλουν να φύγουν, να φύγουν;» δήλωσε ο Νετανιάχου στο Fox News.

Οι σύμμαχοί του στην ακροδεξιά, ορισμένοι από τους οποίους προέρχονται από πολιτικές παρατάξεις που υποστήριζαν στο παρελθόν την εκδίωξη των Παλαιστινίων για την ασφάλεια του Ισραήλ, αντέδρασαν θετικά στην πρόταση.

Το ίδιο και οι κεντρώοι ηγέτες της αντιπολίτευσης Μπένι Γκαντζ και Γιαΐρ Λαπίντ.

Ο Γκαντζ, πρώην υπουργός Άμυνας, δήλωσε ότι το σχέδιο του Τραμπ δείχνει «δημιουργική, πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα σκέψη».

Ο Λαπίντ δήλωσε: «Σε γενικές γραμμές, είναι καλό».

Η υποστήριξη της λύσης των δύο κρατών είχε αποδυναμωθεί στο Ισραήλ εδώ και χρόνια, ακόμη και πριν από την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023.

Πολλοί συμφωνούσαν με τον Νετανιάχου ότι το πρόβλημα ήταν άλυτο και μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο μέσω πρόσκαιρων πολέμων και στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Ισραήλ Κατς φτάνει για τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (Foreign Affairs Council-FAC) στην έδρα της ΕΕ στις Βρυξέλλες, στις 22 Ιανουαρίου 2024. (John Thys/AFP)

 

Το σοκ από την επίθεση της Χαμάς έκανε πολλούς Ισραηλινούς να αντιμετωπίζουν θετικά πιο ριζοσπαστικές ιδέες, προκειμένου να  αποκατασταθεί η ασφάλεια.

Ισραηλινοί αρθρογράφοι και σχολιαστές που ανήκουν σταθερά στο κυρίαρχο ρεύμα του έθνους εξέφρασαν επίσης την υποστήριξή τους στην ιδέα.

Πολλοί Παλαιστίνιοι λένε ότι δεν θέλουν να φύγουν, αντίθετα επιθυμούν ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος.

Η Γάζα ήταν ουσιαστικά ένα τέτοιο κράτος μετά την αποχώρηση του Ισραήλ το 2005, και πολλοί Παλαιστίνιοι βλέπουν τους εαυτούς τους ως πρόσφυγες από τις πατρογονικές εστίες στο ίδιο το Ισραήλ, στις οποίες θα επιστρέψουν μια μέρα.

Κάτοικοι της Γάζας που επέλεξαν να προσπάθησαν να πάνε στα αιγυπτιακά σύνορα όταν άρχισε ο πόλεμος, εμποδίστηκαν βίαια από τη Χαμάς.  Βίντεο που δείχνουν την τρομοκρατική οργάνωση να εκτελεί, σύμφωνα με ισχυρισμούς, κατοίκους της Γάζας στο δρόμο, υποδηλώνουν ότι οι κάτοικοι της Γάζας μπορεί να φοβούνται να μιλήσουν ειλικρινά για το θέμα.

Του Dan M. Berger

Το κινεζικό AI DeepSeek αποκλείεται από τις καναδικές κυβερνητικές συσκευές

Ο Καναδάς απαγόρευσε τη χρήση της κινεζικής εφαρμογής τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek στις κυβερνητικές συσκευές λόγω «σοβαρών ανησυχιών για την προστασία της ιδιωτικής ζωής», ευθυγραμμιζόμενος με παρόμοιους περιορισμούς που εισήγαγαν σύμμαχα έθνη.

Ο επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών του Καναδά Ντόμινικ Ρότσον ανακοίνωσε την απαγόρευση του κινεζικού chatbot με οδηγία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στις 6 Φεβρουαρίου, προς τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες, σημειώνοντας ότι το μέτρο έχει ήδη εφαρμοστεί από τις Κοινές Υπηρεσίες του Καναδά, οι οποίες διαχειρίζονται τις κυβερνητικές υποδομές πληροφορικής.

«Λόγω των σοβαρών ανησυχιών για την προστασία της ιδιωτικής ζωής που σχετίζονται με την ακατάλληλη συλλογή και διατήρηση ευαίσθητων προσωπικών πληροφοριών, και ως προληπτικό μέτρο για την προστασία των κυβερνητικών δικτύων και δεδομένων, συνιστάται στα τμήματα και τις υπηρεσίες να περιορίσουν τη χρήση του chatbot DeepSeek σε κυβερνητικές συσκευές», αναφέρεται στο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιήλθε στην κατοχή της εφημερίδας The Epoch Times.

Άλλες χώρες έχουν ήδη εφαρμόσει ή εξετάζουν παρόμοιους περιορισμούς για το DeepSeek.

Στις 6 Φεβρουαρίου, Αμερικανοί νομοθέτες εισήγαγαν διακομματικό νομοσχέδιο με στόχο την απαγόρευση της λήψης και της χρήσης της κινεζικής εφαρμογής σε κυβερνητικές συσκευές. Ο Ρεπουμπλικανός εκπρόσωπος Ντάριν Λαχούντ και ο Δημοκρατικός εκπρόσωπος Τζος Γκότχαϊμερ, οι οποίοι συνυπογράφουν το νομοσχέδιο, εξέφρασαν αμφότεροι ανησυχίες για τις διασυνδέσεις του DeepSeek με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ).

«Η απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ που θέτει η DeepSeek – μια εταιρεία που συνδέεται με το ΚΚΚ – είναι ανησυχητική. Το πρόγραμμα παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης της DeepSeek αποκτά τα δεδομένα των αμερικανών χρηστών και αποθηκεύει τις πληροφορίες για άγνωστη χρήση από το ΚΚΚ. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε μια εταιρεία του ΚΚΚ να αποκτήσει ευαίσθητα κυβερνητικά ή προσωπικά δεδομένα», δήλωσε ο Λαχούντ σε δελτίο Τύπου.

Ο Γκότχαϊμερ δήλωσε ότι το ΚΚΚ έχει καταστήσει σαφές ότι σκοπεύει να «αξιοποιήσει κάθε εργαλείο που διαθέτει για να υπονομεύσει την εθνική μας ασφάλεια, να αφήσει να διαρρεύσει επιβλαβής παραπληροφόρηση και να συλλέξει δεδομένα για τους Αμερικανούς».

Στις 4 Φεβρουαρίου, η Αυστραλία απαγόρευσε την κινεζική εφαρμογή στα κυβερνητικά συστήματα, λέγοντας ότι αποτελεί «απαράδεκτο κίνδυνο για την αυστραλιανή κυβερνητική τεχνολογία». Την προηγούμενη ημέρα, ο πρωθυπουργός της Ταϊβάν Τσο Γιάνγκ-Τάι ανακοίνωσε επίσης την απαγόρευση της κινεζικής εφαρμογής για λόγους εθνικής ασφάλειας.

Ο Καναδάς και οι σύμμαχοί του έχουν ήδη πάρει αυστηρά μέτρα εναντίον άλλων κινεζικών εφαρμογών, όπως το TikTok, λόγω ανησυχιών σχετικά με τις πρακτικές συλλογής δεδομένων. Οι ανησυχίες αυτές έχουν εν μέρει τις ρίζες τους σε κινεζικούς νόμους, όπως ο εθνικός νόμος περί πληροφοριών του 2017, ο οποίος υποχρεώνει τους Κινέζους πολίτες και τις επιχειρήσεις να συνεργάζονται με τις κρατικές επιχειρήσεις πληροφοριών, περιλαμβανομένης της παροχής όλων των δεδομένων στην κυβέρνηση.

Η πολιτική απορρήτου της DeepSeek αναφέρει ότι μπορεί να συλλέγει τα στοιχεία των χρηστών, την ημερομηνία γέννησης, τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τους αριθμούς τηλεφώνου, εκτός από οποιεσδήποτε πληροφορίες παρέχουν οι χρήστες κατά τη διάρκεια αλληλεπιδράσεων με την ΑΙ, περιλαμβανομένων του ήχου και του κειμένου. Επιπλέον, το chatbot σημειώνει ότι μπορεί να συλλέγει token πρόσβασης κατά τη σύνδεση σε υπηρεσίες τρίτων.

Οι επικριτές του κινεζικού καθεστώτος έχουν επίσης εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τον πιθανό ρόλο του DeepSeek στην προώθηση της καταστολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της λογοκρισίας του ΚΚΚ.

Η Σενγκ Σούε, μια Κινεζοκαναδή ακτιβίστρια για τη δημοκρατία με έδρα το Τορόντο, δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διάφορες ερωτήσεις προς το DeepSeek σχετικά με τον ρόλο της ως υπέρμαχο των δικαιωμάτων. Αρχικά το πρόγραμμα αρνήθηκε να απαντήσει, δηλώνοντας αργότερα ότι η δραστηριότητα της αυτή ήταν αντίθετη με τις «σοσιαλιστικές αξίες» της Κίνας. Το chatbot εξέφρασε επίσης την πίστη του στην ηγεσία του ΚΚΚ. Αν και η κινεζική εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης ιδρύθηκε το 2023, προσέλκυσε την προσοχή μετά την κυκλοφορία του τελευταίου μοντέλου της,  του DeepSeek R1, τον Ιανουάριο. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το μοντέλο ανταγωνίζεται τις δυνατότητες του ChatGPT, που αναπτύχθηκε από την αμερικανική εταιρεία OpenAI, αλλά με πολύ χαμηλότερο κόστος.

Του Andrew Chen

Ο πρόεδρος της Αργεντινής απαγορεύει τις διαδικασίες αλλαγής φύλου στους ανηλίκους

Ο πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι θέσπισε διάταγμα που απαγορεύει τις διαδικασίες αλλαγής φύλου για άτομα κάτω των 18 ετών και περιορίζει τη στέγαση ανδρών που αυτοπροσδιορίζονται ως γυναίκες σε σωφρονιστικά ιδρύματα για γυναίκες.

Ο προεδρικός εκπρόσωπος Μανουέλ Αντόρνι ανακοίνωσε την απόφαση κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 5 Φεβρουαρίου, στην οποία είπε ότι η κίνηση αυτή περιλαμβάνει την κατάργηση ενός νόμου του 2012 που επέτρεπε τις διαδικασίες αλλαγής φύλου σε ανηλίκους με γονική έγκριση. Ο Αντόρνι πρόσθεσε ότι η απαγόρευση θα περιλαμβάνει και την ορμονοθεραπεία.

Η διοίκηση του Μιλέι δήλωσε σε επακόλουθη ανακοίνωση ότι τα παιδιά δεν έχουν την ικανότητα να συναινέσουν σε διαδικασίες αλλαγής φύλου και ότι η πολιτική για τις φυλακές θα πρέπει να δίνει προτεραιότητα στο βιολογικό φύλο για λόγους ασφαλείας.

«Η ιδεολογία του φύλου που φτάνει στα άκρα και εφαρμόζεται στα παιδιά με τη βία ή τον ψυχολογικό εξαναγκασμό συνιστά απλώς κακοποίηση παιδιών», δήλωσε το γραφείο του Μιλέι. «Τα παιδιά δεν έχουν τη νοητική ωριμότητα να λάβουν αποφάσεις σχετικά με μη αναστρέψιμες διαδικασίες.»

Ο Αντόρνι δήλωσε, επίσης, ότι ο Μιλέι θα εκδώσει διάταγμα που θα επιβάλλει στους κρατούμενους να στεγάζονται σύμφωνα με το φύλο που καταγράφεται κατά τη στιγμή του αδικήματός τους. Ωστόσο, οι βιολογικοί άνδρες που αυτοπροσδιορίζονται ως γυναίκες θα αποκλείονται από τις γυναικείες φυλακές εάν έχουν καταδικαστεί για σεξουαλικά εγκλήματα, εμπορία ανθρώπων ή βίαια αδικήματα κατά γυναικών.

«Η απόφαση αυτή θα επιτρέψει ένα πολύ πιο λογικό σύστημα που θα εγγυάται την ασφάλεια των γυναικών στις φυλακές», δήλωσε ο Αντόρνι.

Η απόφαση ευθυγραμμίζεται με την ευρύτερη ιδεολογική στάση του Μιλέι εναντίον αυτού που αποκαλεί «ιδεολογία των φύλων» (gender ideology), την οποία έχει επικρίνει έντονα σε διεθνή φόρα.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Μιλέι πραγματοποίησε ομιλία στο Νταβός της Ελβετίας, στην οποία κατήγγειλε τον «άρρωστο αφυπνισμό» (“sick wokeism”) και αποκάλεσε τις προοδευτικές πολιτικές «καρκίνο» που πρέπει να εξαλειφθεί.

Τα σχόλια του Μιλέι στο Νταβός προκάλεσαν την αντίδραση των ακτιβιστών της ΛΟΑΤ κοινότητας στην Αργεντινή, οι οποίοι βγήκαν στους δρόμους του Μπουένος Άιρες για να διαμαρτυρηθούν την 1η Φεβρουαρίου. Η διαμαρτυρία συγκέντρωσε χιλιάδες διαδηλωτές, ενώ συμμετείχαν ορισμένες ομάδες υπέρ των δικαιωμάτων και πολιτικοί.

Η Αργεντινή ανακοίνωσε την αλλαγή πολιτικής για την αλλαγή φύλου μετά την απόφαση του Μιλέι να αποσύρει τη χώρα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), που ακολούθησε την εκτελεστική εντολή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τον ΠΟΥ – μια από τις πρώτες κινήσεις του μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο.

Το γραφείο του Μιλέι δήλωσε ότι η απόφαση να αποχωρήσει από τον ΠΟΥ αποτελεί απάντηση στις «καταστροφικές» οικονομικές επιπτώσεις των απαγορεύσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19, οι οποίοι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας».

Ο Μιλέι, αυτοανακηρυγμένος αναρχοκαπιταλιστής, ορκίστηκε πρόεδρος της Αργεντινής το 2023, επικρατώντας του Σέρτζιο Μάσα, υπουργό Οικονομίας της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Αλμπέρτο Φερνάντες.

Τραμπ: «Οι ΗΠΑ να αναλάβουν τον έλεγχο της ανοικοδόμησης της Λωρίδας της Γάζας»

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Μετά τη συνάντησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο το απόγευμα της Τρίτης, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να αναλάβουν την ανοικοδόμηση της Λωρίδας της Γάζας.

Επαυξάνοντας την προηγούμενη πρότασή του, με την οποία παρότρυνε τους κατοίκους της Γάζας να αναζητήσουν ασφάλεια σε μέρη όπως η Αίγυπτος και η Ιορδανία, ο πρόεδρος Τραμπ πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ μπορούν να «αναλάβουν τη Λωρίδα της Γάζας και να κάνουν τη δουλειά» της ανοικοδόμησης που χρειάζεται να γίνει εκεί, επισημαίνοντας ότι η επιστροφή στο παλαιότερο status quo είναι αδιέξοδη:

«Θα μας ανήκει και θα είμαστε υπεύθυνοι για την αποσυναρμολόγηση όλων των επικίνδυνων βομβών που δεν έχουν εκραγεί και άλλων όπλων που βρίσκονται στην περιοχή. Θα ισοπεδώσουμε την περιοχή και θα ξεφορτωθούμε όλα τα κατεστραμμένα κτίρια. Απλώς θα την ισοπεδώσουμε και θα δημιουργήσουμε μια οικονομική ανάπτυξη που θα παρέχει απεριόριστο αριθμό θέσεων εργασίας και διαμονής για τους κατοίκους της περιοχής.

»Κάντε ουσιαστική δουλειά. Κάντε κάτι διαφορετικό. Δεν μπορείτε απλώς να γυρίσετε [στο πώς ήταν]. Αν πισωγυρίσετε, [τα πράγματα] θα ξαναγίνουν με τον ίδιο τρόπο που γίνονται εδώ και εκατό χρόνια.»

Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με τα μελλοντικά του σχέδια για τη Γάζα, ο Τραμπ είπε ότι οι Παλαιστίνιοι θα μπορούν να ζουν εκεί, όπως και οι Εβραίοι, οι Άραβες και άλλοι λαοί της Μέσης Ανατολής.

«Είναι για όλους», είπε. «Δεν θέλω να είμαι χαριτωμένος. Δεν θέλω να είμαι εξυπνάκιας, αλλά [θα μπορούσε να γίνει] η Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής. Θα είναι κάτι το θαυμάσιο.»

Δήλωσε, επίσης, ότι έχει προωθήσει την ιδέα σε άλλους ηγέτες της Μέσης Ανατολής και ότι «τους αρέσει πολύ».

«Έχω την αίσθηση ότι παρά το γεγονός ότι αυτοί [οι Παλαιστίνιοι] λένε όχι, έχω την αίσθηση ότι ο βασιλιάς στην Ιορδανία και ο πρόεδρος στην Αίγυπτο θα ανοίξουν τις καρδιές τους και θα μας δώσουν το είδος της γης που χρειαζόμαστε για να το κάνουμε αυτό και οι άνθρωποι να μπορούν να ζήσουν αρμονικά και ειρηνικά», είπε.

Οι ηγέτες της Αιγύπτου και της Ιορδανίας έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στην πρόταση του Τραμπ να δεχθούν οι χώρες τους περισσότερους Παλαιστίνιους πρόσφυγες προκειμένου να «καθαρίσει» εντελώς η Γάζα και να εξασφαλιστεί η ειρήνη στην εμπόλεμη περιοχή.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τον αντίκτυπο [που θα είχε η πρόταση του] στην προοπτική της ειρηνευτικής λύσης δύο κρατών, ο Τραμπ δήλωσε ότι «δεν έχει να κάνει με δύο κράτη ή ένα κράτος ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση. Σημαίνει ότι θέλουμε να δώσουμε στους ανθρώπους μια ευκαιρία [να φτιάξουν τη] ζωή [τους]. Δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία [να έχουν μια καλή] ζωή, η ζωή στη Λωρίδα της Γάζας είναι μία κόλαση, μία φρίκη. Η Χαμάς έχει κάνει [τα πράγματα] τόσο άσχημα, τόσο κακά, τόσο επικίνδυνα, τόσο άδικα για τους ανθρώπους [εκεί]», είπε.

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση δημοσιογράφου, ο Τραμπ φάνηκε να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της εβραϊκής κυριαρχίας στη Σαμάρεια – βιβλική και ισραηλινή ονομασία για το βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης.

«Το συζητάμε αυτό με πολλούς από τους εκπροσώπους σας […] και στους ανθρώπους αρέσει η ιδέα, αλλά δεν έχουμε πάρει ακόμη θέση επ’ αυτού. Αλλά θα πάρουμε», πρόσθεσε, αναφέροντας ότι επίκειται ανακοίνωση για το θέμα μέσα στις επόμενες τέσσερεις εβδομάδες.

Ο Τραμπ και ο Νετανιάχου – ο πρώτος ξένος ηγέτης που επισκέφθηκε τον Τραμπ μετά τη δεύτερη ορκωμοσία του πριν από 15 ημέρες – δέχθηκαν ερωτήσεις αφού συναντήθηκαν για περίπου μία ώρα και συζήτησαν για την τρέχουσα κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, την ανταλλαγή ομήρων, τις προσπάθειες του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα, την εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία και πολλά άλλα, μετά τον 16μηνο πόλεμο του Ισραήλ σε επτά μέτωπα με εντολοδόχους του ισλαμικού καθεστώτος του Ιράν.

Ο Τραμπ αναφέρθηκε επανειλημμένα στην καταστροφή της Γάζας, χαρακτηρίζοντάς την ως τόπο «θανάτου και καταστροφής» και «καθημαγμένο τόπο» γεμάτο ερείπια, κτήρια που κλονίζονται και βόμβες που δεν έχουν εκραγεί.

Ο Τραμπ προέβη και σε άλλες εκτελεστικές ενέργειες σχετικά με τη Μέση Ανατολή την Τρίτη. Υπέγραψε εκτελεστικά διατάγματα με τα οποία απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών και τη UNRWA, την παλαιστινιακή υπηρεσία αρωγής την οποία κατηγόρησε ότι διοχέτευε χρήματα στη Χαμάς.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποδέχεται τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, στον Λευκό Οίκο. Ουάσιγκτον, 4 Φεβρουαρίου 2025. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Επιπλέον, ανανέωσε τις κυρώσεις κατά του Ιράν, τις οποίες είχε θεσπίσει κατά την πρώτη του θητεία, και οι οποίες ανατράπηκαν από την κυβέρνηση Μπάιντεν.

Μίλησε με θερμά λόγια για τη σχέση του με τον Νετανιάχου, τον οποίο αποκαλούσε με το παρατσούκλι «Μπίμπι», καθώς και για τον σεβασμό του για όσα έχει επιτύχει στρατιωτικά το Ισραήλ, παρά τις συχνές αντιδράσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν.

«Το έχω ξαναπεί και θα το ξαναπώ: είστε ο μεγαλύτερος φίλος που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο», ανταπέδωσε τις φιλοφρονήσεις ο Νετανιάχου, εκφράζοντας τον θαυμασμό του για όσα έχει καταφέρει ο Τραμπ μέσα σε μόλις δύο εβδομάδες θητείας, όπως τις ιστορικές Συμφωνίες του Αβραάμ – στις οποίες τέσσερα αραβικά έθνη συμφώνησαν και αναγνώρισαν το Ισραήλ – μέσα σε μόλις τέσσερεις μήνες το 2020:

«Στην πρώτη σας θητεία, αναγνωρίσατε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και μεταφέρατε την αμερικανική πρεσβεία εκεί. Αναγνωρίσατε την κυριαρχία του Ισραήλ στα Υψίπεδα του Γκολάν. Αποσυρθήκατε από την καταστροφική πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Θυμάμαι όταν μιλήσαμε γι’ αυτήν, είπατε: “Αυτή είναι η χειρότερη συμφωνία που έχω δει ποτέ. Είμαι εκλεγμένος. Θα αποχωρήσω από αυτήν”. Και αυτό ακριβώς κάνατε.»

Η συνάντηση έρχεται στα μέσα μιας εκεχειρίας έξι εβδομάδων μεταξύ του Ισραήλ και της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς, με ανταλλαγή λίγων ισραηλινών ομήρων με εκατοντάδες Παλαιστίνιους που κρατούνται στις ισραηλινές φυλακές – πολλοί από τους οποίους είναι τρομοκράτες που εκτίουν ισόβια για δολοφονίες.

Άποψη κατεστραμμένων κτηρίων στη Γάζα, εν μέσω της σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και της παλαιστινιακής ισλαμιστικής οργάνωσης Χαμάς, Νότιο Ισραήλ, 1η Αυγούστου 2024. (Amir Cohen/Reuters)

 

Πριν από τη διμερή συνάντηση, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Μίχαελ Βαλτς και ο Ειδικός Απεσταλμένος για τη Μέση Ανατολή Στηβ Γουίτκοφ υπέδειξαν ότι η ανοικοδόμηση της Γάζας θα διαρκέσει χρόνια.

«Νομίζω ότι ο πρόεδρος Τραμπ το βλέπει αυτό από ανθρωπιστική άποψη», δήλωσε ο Βαλτς στους δημοσιογράφους.

«Έχετε αυτούς τους ανθρώπους που κάθονται κυριολεκτικά πάνω σε χιλιάδες πυρομαχικά που δεν έχουν εκραγεί σαν σωροί από μπάζα. Κάποια στιγμή, πρέπει να το δούμε ρεαλιστικά. Πώς θα ανοικοδομήσουμε τη Γάζα;» ρώτησε. «Μιλάμε για 10-15 χρόνια, πριν οι άνθρωποι μπορέσουν να επιστρέψουν».

Η κυβέρνηση Τραμπ δεν υπαγόρευσε την αρχική ειρηνευτική συμφωνία, δήλωσε ο Γουίτκοφ, γεγονός που συνέβαλε στο πρόβλημα. Η τρίτη φάση, η οποία αφορά την ανοικοδόμηση της Γάζας δεν μπορεί να προχωρήσει με τον τρόπο που περιγράφεται στη συμφωνία που προήλθε από την κυβέρνηση Μπάιντεν, επεσήμανε, η οποία έχει πενταετές χρονοδιάγραμμα.

«Είναι πρακτικά αδύνατο», δήλωσε ο Γουίτκοφ.

Των Dan M. Berger και Emel Akan