Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Προειδοποίηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προς Αμερικανούς πολίτες παγκοσμίως μετά τα πλήγματα των ΗΠΑ στο Ιράν

Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε, στις 22 Ιουνίου, παγκόσμια ταξιδιωτική προειδοποίηση προς τους Αμερικανούς πολίτες και τους νόμιμους κατοίκους των ΗΠΑ, συνιστώντας αυξημένη επαγρύπνηση λόγω της κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, με φόντο τις αμερικανικές αεροπορικές επιθέσεις σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Στην ανακοίνωση, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προειδοποιεί για ενδεχόμενες διαδηλώσεις και απειλές εναντίον αμερικανικών συμφερόντων και πολιτών ανά τον κόσμο. Την προηγουμένη, 21 Ιουνίου, αμερικανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν επιθέσεις σε τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, στο πλαίσιο της προσπάθειας που ξεκίνησε το Ισραήλ στις 13 Ιουνίου για καταστροφή της πυρηνικής δυνατότητας του Ιράν.

Στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι η σύγκρουση έχει προκαλέσει διακοπές στα δρομολόγια πτήσεων και περιοδικό κλείσιμο εναέριου χώρου στη Μέση Ανατολή, ενώ οι Αμερικανοί πολίτες καλούνται να επιδεικνύουν αυξημένη προσοχή.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, προειδοποίησε για «αιώνιες συνέπειες» ως απάντηση στα αμερικανικά πλήγματα και άφησε να εννοηθεί ότι η διπλωματική οδός μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον έχει πλέον διαρραγεί.

Οι δύο πλευρές είχαν διεξαγάγει συνομιλίες υπό την πίεση της κυβέρνησης Τραμπ με στόχο να εγκαταλείψει το Ιράν το πυρηνικό πρόγραμμά του, χωρίς όμως να καταλήξουν σε συμφωνία. Στη συνέχεια, το Ισραήλ εξαπέλυσε, στις 13 Ιουνίου, αεροπορικές επιθέσεις σε ιρανικές υποδομές.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, ανέφερε ότι τα ισραηλινά πλήγματα αποσκοπούσαν στην εξουδετέρωση της υπαρξιακής απειλής που εγείρουν τα πυρηνικά και βαλλιστικά προγράμματα του Ιράν. Η Τεχεράνη απάντησε με καταιγισμό βαλλιστικών πυραύλων και επιθετικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, ορισμένα εκ των οποίων κατάφεραν να διαπεράσουν την ισραηλινή αεράμυνα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν την απομάκρυνση Αμερικανών πολιτών και νόμιμων κατοίκων από το Ισραήλ στις 21 Ιουνίου. Ο Αμερικανός πρεσβευτής στο Τελ Αβίβ, Μάικ Χάκαμπι, δήλωσε ότι το υπουργείο Εξωτερικών έχει οργανώσει πτήσεις αναχώρησης και έχει εκδώσει σχετικές οδηγίες για όσους επιθυμούν βοήθεια.

Η πρεσβεία των ΗΠΑ συνέστησε στους υπαλλήλους της να παραμείνουν στις κατοικίες τους έως νεωτέρας. Σε νεότερη ενημέρωση, η πρεσβεία ανακοίνωσε ότι από τις 23 Ιουνίου θα επαναλειτουργήσει περιορισμένα, προκειμένου να εκδώσει προσωρινά διαβατήρια έκτακτης ανάγκης σε όσους δεν διαθέτουν έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο.

Αναφέρθηκε επίσης ότι Αμερικανοί πολίτες έχουν ήδη αποχωρήσει από το Ισραήλ είτε οδικώς προς την Ιορδανία και την Αίγυπτο είτε μέσω θαλάσσης προς την Κύπρο, με τη βοήθεια ιδιωτικών παρόχων. Η πρεσβεία διευκρίνισε ότι, παρότι δεν μπορεί να τους προτείνει επίσημα, γνωρίζει ότι κάποιοι έχουν καταφέρει να συνδράμουν αποτελεσματικά στην απομάκρυνση πολιτών.

Σε τηλεοπτικό διάγγελμα, στις 21 Ιουνίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε τα αμερικανικά πλήγματα «λαμπρή στρατιωτική επιτυχία» και δήλωσε ότι οι βασικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν «έχουν πλήρως και ολοκληρωτικά καταστραφεί».

Προειδοποίησε ακόμη ότι το μέλλον του Ιράν θα εξαρτηθεί από τις επιλογές της Τεχεράνης, κάνοντας λόγο για «ειρήνη ή τραγωδία» και τονίζοντας ότι υπάρχουν και άλλοι στόχοι που μπορούν να πληγούν από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, εφόσον δεν υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις.

«Αν δεν έρθει η ειρήνη σύντομα, θα πλήξουμε αυτούς τους στόχους με ακρίβεια, ταχύτητα και δεξιότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στις 12 Ιουνίου, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA) είχε εγκρίνει ψήφισμα σύμφωνα με το οποίο το Ιράν θεωρείται μη συμμορφούμενο με τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της «Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων».

Η Ιρανική Οργάνωση Ατομικής Ενέργειας καταδίκασε τα αμερικανικά πλήγματα ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου και διαμήνυσε ότι δεν θα επιτραπεί να παρεμποδιστεί η ανάπτυξη της «εθνικής βιομηχανίας», εννοώντας το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε στην εκπομπή «Face the Nation» του CBS ότι δεν έχει σημασία αν η ηγεσία του Ιράν έχει δώσει εντολή για στρατιωτικοποίηση του πυρηνικού υλικού, καθώς — όπως είπε — η χώρα διαθέτει ήδη όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την κατασκευή πυρηνικού όπλου.

Ο Ρούμπιο σημείωσε ότι η ύπαρξη εμπλουτισμένου ουρανίου σε ποσοστό 60% αποτελεί ένδειξη στρατιωτικών φιλοδοξιών, αφού μόνο χώρες με πυρηνικά όπλα διαθέτουν τέτοιο υλικό, το οποίο μπορεί να εμπλουτιστεί γρήγορα σε ποσοστό 90%. Αναφέρθηκε επίσης στο διαστημικό πρόγραμμα του Ιράν και στις προσπάθειες ανάπτυξης διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων, με στόχο — όπως υποστήριξε — την τοποθέτηση πυρηνικών κεφαλών.

Κατά τον ίδιο, η Τεχεράνη ευθύνεται για τη γενικευμένη αποσταθεροποίηση στη Μέση Ανατολή, λόγω της υποστήριξης που παρέχει σε τρομοκρατικές ομάδες. Τόνισε, τέλος, ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα επιτρέψουν στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό οπλοστάσιο, προσθέτοντας ότι είχε δοθεί στην Τεχεράνη περιθώριο 60 ημερών για διαπραγματεύσεις, πριν ληφθούν άλλα μέτρα.

Όπως είπε, οι μελλοντικές εξελίξεις εξαρτώνται από τις επόμενες κινήσεις του Ιράν. «Αν επιλέξουν τη διπλωματική οδό, είμαστε έτοιμοι. Μπορούμε να πετύχουμε μια συμφωνία ωφέλιμη για το Ιράν, για τον λαό του και για τον κόσμο. Αν επιλέξουν άλλον δρόμο, τότε θα υπάρξουν συνέπειες», κατέληξε ο Αμερικανός υπουργός.

Με τη συμβολή του Jack Phillips και πληροφορίες από το Reuters

Ο Τραμπ αμφισβητεί την εκτίμηση των υπηρεσιών πληροφοριών για το Ιράν

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε στις 20 Ιουνίου ότι η εκτίμηση της διευθύντριας Εθνικών Πληροφοριών των ΗΠΑ, Τάλσι Γκάμπαρντ, σύμφωνα με την οποία το Ιράν δεν είχε ακόμη αποφασίσει να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο, ήταν λανθασμένη.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους δίπλα στο προεδρικό αεροσκάφος στο αεροδρόμιο του Μόρισταουν στο Νιου Τζέρσεϋ, ο Τραμπ κλήθηκε να σχολιάσει την εκτίμηση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών ότι, μέχρι και πριν τα πλήγματα του Ισραήλ την προηγούμενη εβδομάδα, δεν υπήρχαν αποδείξεις πως η Τεχεράνη κατασκεύαζε πυρηνική κεφαλή.

Ο πρόεδρος απάντησε ότι αν αυτό ισχύει, τότε οι υπηρεσίες πληροφοριών του ιδίου ήταν σε λάθος κατεύθυνση, ενώ ρώτησε ποιος ακριβώς είχε προβεί στη σχετική δήλωση. Όταν ενημερώθηκε ότι επρόκειτο για την ίδια τη διευθύντρια Πληροφοριών, Τάλσι Γκάμπαρντ, η οποία είχε καταθέσει σχετικά ενώπιον του Κογκρέσου τον Μάρτιο, απάντησε πως η εκτίμησή της ήταν εσφαλμένη.

Μετά τις δηλώσεις Τραμπ, η Γκάμπαρντ ανήρτησε στα κοινωνικά δίκτυα απόσπασμα της μαρτυρίας της από τον Μάρτιο, κατηγορώντας τα μέσα ενημέρωσης ότι διαστρεβλώνουν τα λόγια της. Όπως υποστήριξε, ορισμένα ΜΜΕ σκόπιμα απομονώνουν δηλώσεις της και διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις με στόχο τη δημιουργία διχασμού. Η ίδια ανέφερε ότι η Αμερική διαθέτει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το Ιράν μπορεί, αν το αποφασίσει, να ολοκληρώσει τη συναρμολόγηση πυρηνικού όπλου εντός εβδομάδων ή μηνών — και υποστήριξε πως συμφωνεί με τη θέση του Τραμπ ότι αυτό δεν μπορεί να επιτραπεί.

Κατά την κατάθεσή της τον Μάρτιο, η Γκάμπαρντ είχε δηλώσει ότι, σύμφωνα με τα τότε διαθέσιμα στοιχεία, το Ιράν δεν κατασκεύαζε ενεργά πυρηνικό όπλο, ενώ είχε προσθέσει ότι υπήρχαν ανησυχητικά σημάδια που απαιτούσαν συνεχή παρακολούθηση. Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνονταν ενδείξεις ότι Ιρανοί αξιωματούχοι που επιθυμούσαν την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου ενίσχυαν τη θέση τους, και ότι τα αποθέματα εμπλουτισμένου ουρανίου της χώρας βρίσκονταν σε «άνευ προηγουμένου» επίπεδα για ένα κράτος χωρίς πυρηνικά όπλα.

Ο Τραμπ επανέλαβε στις δηλώσεις του ότι, βάσει της ποσότητας εμπλουτισμένου ουρανίου που διαθέτει σήμερα το Ιράν, πιστεύει πως το καθεστώς είναι σε θέση να αναπτύξει πυρηνική βόμβα μέσα σε λίγους μήνες. Τόνισε ότι δεν πρέπει να επιτραπεί κάτι τέτοιο και εκτίμησε ότι η παρούσα στρατιωτική πληροφόρηση είναι πιο αξιόπιστη από εκείνη που χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για την εισβολή στο Ιράκ το 2003 — απόφαση την οποία είχε τότε καταδικάσει.

Όταν ρωτήθηκε πώς διαφέρει η τρέχουσα κατάσταση από εκείνη της περιόδου Μπους, ο Τραμπ απάντησε ότι στο Ιράκ δεν υπήρχαν όπλα μαζικής καταστροφής και ότι ο ίδιος ουδέποτε πίστεψε ότι υπήρχαν. Πρόσθεσε ότι, αν και υπήρχε ήδη τότε πυρηνική απειλή, δεν συγκρίνεται με τη σημερινή, και δήλωσε πως τα σημερινά δεδομένα επιβεβαιώνουν την εκτίμησή του για την πρόοδο του ιρανικού προγράμματος.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας είχε ανακοινώσει στις αρχές του προηγούμενου μήνα ότι το Ιράν διαθέτει περισσότερα από 400 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου σε ποσοστό 60%. Για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας απαιτείται εμπλουτισμός κατά 90%. Ο Οργανισμός σημείωσε ότι, αν το Ιράν το επιλέξει, θα μπορούσε να εμπλουτίσει επαρκή ποσότητα ουρανίου εντός ολίγων ημερών, αλλά η κατασκευή και δοκιμή μιας πυρηνικής κεφαλής θα απαιτούσε πολύ περισσότερο χρόνο.

Σε ερώτηση για τις δηλώσεις του Ιρανού ΥΠΕΞ νωρίτερα την Παρασκευή — ότι εάν οι ΗΠΑ θέλουν πράγματι διαπραγματεύσεις, πρέπει πρώτα να ζητήσουν από το Ισραήλ να σταματήσει τις αεροπορικές επιδρομές — ο Τραμπ απάντησε ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο στην παρούσα φάση. Όπως σχολίασε, όταν κάποιος κερδίζει, είναι  δύσκολο να του ζητήσεις να σταματήσει, αντίθετα με κάποιον που χάνει. Συμπλήρωσε, ωστόσο, ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να συνομιλήσουν με την Τεχεράνη και ότι «θα δούμε τι θα γίνει».

Ο Τραμπ ανέφερε ότι δίνει στο Ιράν χρονικό περιθώριο δύο εβδομάδων για να διαπιστωθεί αν θα επιδείξουν οι εμπλεκόμενοι σύνεση, προτού αποφασίσει οριστικά αν θα εμπλέξει τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις. Όπως είπε, δύο εβδομάδες είναι το ανώτατο όριο.

Παράλληλα, εξέφρασε την άποψη ότι η Ευρώπη δεν θα καταφέρει να συμβάλει ουσιαστικά στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της σύγκρουσης με το Ιράν. Όπως ανέφερε, το Ισραήλ αποδίδει καλά στρατιωτικά, ενώ το Ιράν όχι και τόσο — κάτι που καθιστά πιο δύσκολη την επιβολή παύσης των εχθροπραξιών.

Όταν ρωτήθηκε αν το Ιράν μπορεί να συνεχίσει να εμπλουτίζει ουράνιο σε ποσοστό έως 3,76% για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προβλεπόταν στη συμφωνία του 2015 από την οποία αποσύρθηκε το 2018, ο Τραμπ εξέφρασε αμφιβολίες για το κατά πόσο η χώρα έχει ανάγκη τέτοιας μορφής ενέργεια, δεδομένων των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου που διαθέτει.

Τέλος, σε ερώτηση για το αν εξετάζει μόνο αεροπορική εκστρατεία ή και αποστολή χερσαίων δυνάμεων, ο Τραμπ απάντησε ότι δεν πρόκειται να κάνει δηλώσεις για χερσαίες επιχειρήσεις. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, «το τελευταίο πράγμα που θέλεις είναι χερσαίες δυνάμεις».

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή του Tom Ozimek

O αμερικανικός στρατός αναζητά τρόπους να προστατεύσει τις βάσεις του από επιθέσεις drone

Ο αμερικανικός στρατός δίνει προτεραιότητα στη προστασία των βάσεών του στη χώρα από επιθέσεις μη επανδρωμένων οχημάτων αφότου η Ουκρανία έκανε την αιφνιδιαστική επίθεση κατά της Ρωσίας νωρίτερα αυτόν τον μήνα και το Ισραήλ είναι ύποπτο για χρήση της ίδιας στρατηγικής κατά του Ιράν.

Η επίθεση της Ουκρανίας κατέστρεψε τουλάχιστον 10 από τον περιορισμένο αριθμό βομβιστικών μεγάλης εμβέλειας της Μόσχας, που είναι βασικό στοιχείο της πυρηνικής ικανότητας της Ρωσίας. Το Ισραήλ λέγεται ότι έχει περάσει στα κρυφά κομμάτια μη επανδρωμένων στο Ιράν και τα συναρμολόγησε πριν τα χρησιμοποιήσει για να χτυπήσει εκ των έσω τους εκτοξευτές βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν και σιλό.

Αμερικανοί στρατιωτικοί ηγέτες ανησυχούν όλο και περισσότερο για παρόμοιες επιθέσεις, που χρησιμοποιούν χαμηλού κόστους εμπορικά μη επανδρωμένα κατά ακριβών οπλικών συστημάτων, καθώς θα θέτουν μια μεγάλη απειλή για βάσεις και κρίσιμες υποδομές ανά την χώρα.

Ωστόσο, ο Στρατός και άλλες υπηρεσίες δυσκολεύονται πολύ να σχεδιάσουν και να χρησιμοποιήσουν κατάλληλες τεχνολογίες για να αμυνθούν βάσεις σε αμερικανικό έδαφος, λόγω παραγόντων που δεν χρειάζεται να βρεθούν υπό σκέψη σε μια ζώνη πολέμου.

«Το πως θα υπεραμυνθούμε βάσεων σε ζώνη πολέμου είναι πολύ διαφορετικό από το πως θα το κάναμε στην χώρα μας, προφανώς» είπε ο Αρχηγός του Στρατού Στρατηγός Ράντυ Τζορτζ σε μια επιτροπή της Βουλής επί των Στρατιωτικών στις 4 Ιουνίου.

Ένας βασικός παράγοντας είναι το μωσαϊκό τοπικών, πολιτειακών, και ομοσπονδιακών νόμων που διέπουν τις πτήσεις μη επανδρωμένων και τους κανόνες του ίδιου του στρατού για εμπλοκή.

Αν και αξιωματικοί σε ένα πόσο στο εξωτερικό μπορούν απλώς να εμπλακούν με ένα μη αναγνωρίσιμο μη επανδρωμένο που πλησιάζει την βάση τους πριν συμβεί η όποια ζημία, ο στρατός δεν έχει την εξουσία να καταρρίψει μη επανδρωμένα σε αμερικανικό έδαφος, εκτός αν αυτά τα οχήματα εισέλθουν άμεσα στον εναέριο χώρο ενός στρατιωτικού χώρου.

Ακόμα και τότε, οι επιλογές είναι λίγες.

Η χρήση κινητικών συστημάτων που απλώς θα κατέρριπταν ένα μη επανδρωμένο δεν επιτρέπεται σε αμερικανικό έδαφος, σύμφωνα με στρατιωτικούς, καθώς θα μπορούσαν να τραυματίσουν πολίτες ή να χαλάσουν ιδιοκτησία όταν τα υπολείμματα πέφτουν στο έδαφος.

Αυτό το ζήτημα τονίζει τον άλλον κρίσιμο παράγοντα που δυσκολεύει τους σχεδιαστές στρατηγικής του στρατού. Μια έλλειψη συστημάτων εξάλειψης μη επανδρωμένων τροποποιημένα για να αντιμετωπίζουν ανερχόμενες απειλές σε βάσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο πολίτες.

Αν και ο στρατός, και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, έχουν ηλεκτρομαγνητικά όπλα που μπορούν να ρίξουν μη επανδρωμένα μέσω παρεμβολής στα ηλεκτρικά και γεωγραφικά συστήματά τους, αυτά τα όπλα συνήθως δεν είναι κατάλληλα σε περιβάλλον με εναέρια κίνηση επειδή επηρεάζουν όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα εντός μιας περιοχής.

Ένα τέτοιο ζήτημα τέθηκε την 1η Μαρτίου, όταν περισσότερες από δέκα πτήσεις που προσέγγιζαν το Εθνικό Αεροδρόμιο Ρήγκαν έξω από την Ουάσινγκτον έλαβαν λάθος προειδοποιήσεις σύγκρουσης, προκαλώντας τουλάχιστον σε έξι πτήσεις να ακυρώσουν τις προσγειώσεις τους. Η Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αεροπορίας (FAA) αργότερα δήλωσε ότι οι λάθος ενδείξεις προκλήθηκαν από κυβερνητικό έλεγχο σε τεχνολογία κατά των μη επανδρωμένων κοντά στο αεροδρόμιο.

Λόγω των αδυναμιών του συστήματος, ο Στρατός τώρα εξερευνά την χρήση των κατευθυνόμενων ενεργειακών όπλων.

Πολλά τέτοια συστήματα, συμπεριλαμβανομένων εκδοχών όπλων με χρήση λέιζερ, μικροκυμάτων, και άλλων σωματιδίων και ακτίνων ήχου, είναι ακόμα σε ανάπτυξη, αλλά έχουν τα δικά τους προβλήματα λόγω υψηλής κατανάλωσης ενέργειας.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία ¨Ερευνας του Κογκρέσου, τα νέα όπλα κατά μη επανδρωμένων του Πενταγώνου χρειάζονται 100 κιλοβάτ ενέργειας για να εκτοξεύσουν ακτίνα λέιζερ με δυνατότητα κατάρριψης μη επανδρωμένου.

Αυτό είναι περισσότερη ισχύς από αυτήν που το μέσο αμερικανικό νοικοκυριό χρησιμοποιεί σε τρεις μέρες, και αυτό δεν περιλαμβάνει την επιπλέον ισχύ για την ψύξη που απαιτείται μετά σε αυτά τα όπλα.

Έτσι η άμυνα των εγχώριων στρατιωτικών εγκαταστάσεων των ΗΠΑ από μη επανδρωμένα είναι πρόβλημα υποδομής αλλά και στρατιωτικής άμυνας.

Το FBI επανεξετάζει την υπόθεση κινεζικής ανάμειξης στις αμερικανικές εκλογές του 2020

 Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) εντείνει τον έλεγχο ως προς τον τρόπο διαχείρισης εγγράφων που σχετίζονται με φερόμενη ανάμειξη της Κίνας στις προεδρικές εκλογές του 2020, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας The Epoch Times.

Τα έγγραφα, τα οποία αποχαρακτηρίστηκαν στις 16 Ιουνίου από τον διευθυντή του FBI Κας Πατέλ και διαβιβάστηκαν στον γερουσιαστή Τσακ Γκράσλεϋ (R-Iowa), χρονολογούνται αρκετούς μήνες πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2020. Σύμφωνα με όσα αποκαλύπτονται, το FBI είχε προειδοποιήσει ομοσπονδιακές υπηρεσίες για την αποστολή πλαστών αμερικανικών διπλωμάτων οδήγησης από την Κίνα προς τις ΗΠΑ, ωστόσο η προειδοποίηση ανακλήθηκε και ζητήθηκε η καταστροφή του σχετικού φακέλου.

Σύμφωνα με το κείμενο της ανάκλησης, η αναφορά αποσύρθηκε ώστε να επαναληφθεί η ανάκριση της πηγής, ενώ στους αποδέκτες είχε ζητηθεί να καταστρέψουν όλα τα αντίγραφα και να διαγράψουν το έγγραφο από τα ηλεκτρονικά τους συστήματα. Επιπλέον, υποδεικνυόταν πως κάθε αναφορά στην αρχική πληροφόρηση έπρεπε να βασίζεται στην επικαιροποιημένη εκδοχή του εγγράφου.

Η επίμαχη προειδοποίηση έφερε ημερομηνία 24 Αυγούστου 2020, λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση των τελωνειακών αρχών των ΗΠΑ για κατάσχεση περίπου 20.000 πλαστών διπλωμάτων, κυρίως από την Κίνα, τα οποία απευθύνονταν σε φοιτητές. Τότε οι αρχές είχαν εκφράσει ανησυχία περί κινδύνου κλοπής ταυτότητας και απειλής κατά κρίσιμων υποδομών των ΗΠΑ.

Η εσωτερική αναφορά του FBI περιείχε κατάθεση δευτερογενούς πηγής, η οποία δήλωνε ότι είχε λάβει πληροφορίες από άγνωστους Κινέζους αξιωματούχους. Σύμφωνα με τον ισχυρισμό αυτό, το κινεζικό καθεστώς φέρεται να είχε κατασκευάσει μεγάλο αριθμό πλαστών διπλωμάτων και να τα είχε αποστείλει μυστικά στις ΗΠΑ, με σκοπό την παροχή δυνατότητας ψήφου, μέσω ταχυδρομείου, σε δεκάδες χιλιάδες Κινέζους φοιτητές και μετανάστες που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν εκλογικά δικαιώματα.

Η αναφορά υποστήριζε επίσης ότι για την έκδοση των πλαστών εγγράφων είχε αξιοποιηθεί ιδιωτική πληροφορία χρηστών από λογαριασμούς TikTok, αν και επισημαινόταν πως το πεδίο της ταχυδρομικής διεύθυνσης δεν αποτελεί υποχρεωτικό στοιχείο κατά τη δημιουργία τέτοιου λογαριασμού. Το FBI σημείωνε ότι η πηγή παρέμενε διαθέσιμη για νέα επικοινωνία.

Ο διευθυντής του FBI Κας Πατέλ δημοσιοποίησε τα έγγραφα κατόπιν αιτήματος του γερουσιαστή Γκράσλεϋ, ο οποίος από τον Μάιο είχε ζητήσει την αποδέσμευση σχετικής έκθεσης πληροφοριών από το γραφείο του FBI στο Ώλμπανυ, με ημερομηνία 25 Σεπτεμβρίου 2020. Ο Πατέλ δήλωσε στην Epoch Times ότι η συνεργασία με τον πρόεδρο της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Γερουσίας προωθεί τη διαφάνεια στο FBI και χαρακτήρισε τις καταγγελίες που περιέχονται στα έγγραφα ως «ανησυχητικές».

Όπως ανέφερε, τα στοιχεία περιλαμβάνουν αναφορές για σχέδιο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) να κατασκευάσει και να στείλει στις ΗΠΑ πλαστά διπλώματα με σκοπό τη διευκόλυνση εκλογικής απάτης μέσω ψήφων ταχυδρομείου — καταγγελίες οι οποίες, κατά τα λεγόμενά του, παρότι είχαν τεκμηριωθεί, αποσύρθηκαν αιφνίδια και δεν έφτασαν ποτέ στο κοινό.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει αποδώσει την ήττα του στις εκλογές του 2020 σε εκτεταμένη νοθεία, αναφέρθηκε στο ζήτημα κατά τη διάρκεια δημόσιας εμφάνισης έξω από τον Λευκό Οίκο, όπου επέβλεπε την τοποθέτηση δύο μεγάλων ιστών με σημαίες. Σύμφωνα με όσα μεταδόθηκαν, ο Τραμπ σχολίασε ότι είχε πληροφορηθεί για το κινεζικό σχέδιο και τα «δεκάδες χιλιάδες» πλαστά έγγραφα, λέγοντας πως χρησιμοποιήθηκαν στις δεύτερες εκλογές, τις οποίες — όπως ανέφερε — κέρδισε με διαφορά, παρά το γεγονός ότι δεν αναγνωρίστηκε επίσημα το αποτέλεσμα.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ έξω από τον Λευκό Οίκο. Ουάσιγκτον, 18 Ιουνίου 2025. (Chip Somodevilla/Getty Images)

 

Ο Γκράσλεϋ ζήτησε περαιτέρω στοιχεία για την απόφαση ανάκλησης της αρχικής αναφοράς. Σε επιστολή της 17ης Ιουνίου προς τον Πατέλ, την οποία κοινοποίησε στην Epoch Times, ζήτησε όλα τα σχετικά έγγραφα, περιλαμβανομένων αυτά της εσωτερικής επικοινωνίας μεταξύ πρακτόρων και αναλυτών πληροφοριών. Επίσης, κάλεσε τον Πατέλ να εξηγήσει τι ερευνητικά βήματα έγιναν ή πρόκειται να γίνουν για την επιβεβαίωση της εγκυρότητας των πληροφοριών, ποιος έλαβε την απόφαση ανάκλησης, καθώς και γιατί ζητήθηκε η καταστροφή των αντιγράφων και κατά πόσον κάτι τέτοιο συνάδει με τις πρακτικές του FBI και τις απαιτήσεις ομοσπονδιακής διατήρησης αρχείων.

Όπως ανέφερε ο Γκράσλεϋ, το περιεχόμενο του εγγράφου εγείρει σοβαρά ερωτήματα εθνικής ασφάλειας, που το FBI οφείλει να διερευνήσει πλήρως και να ενημερώσει το κοινό για τα αποτελέσματα.

Ο Πατέλ καλωσόρισε το αίτημα του γερουσιαστή, επισημαίνοντας πως ο Γκράσλεϋ έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση της διαφάνειας του FBI.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Γερουσίας, Τσαρλς Γκράσλεϋ (R-Iowa). Ουάσιγκτον, στις 2 Απριλίου 2025. (Kevin Dietsch/Getty Images)

 

Σημειώνεται ότι κατά την προεκλογική περίοδο του 2020, αρκετοί ανώτατοι αξιωματούχοι του τομέα εθνικής ασφάλειας επί Τραμπ είχαν εκφράσει ανησυχίες για πιθανή κινεζική παρέμβαση. Τον Αύγουστο του 2020, ο τότε σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν είχε δηλώσει στο δίκτυο CBS ότι κυβερνοεισβολείς με δεσμούς με το κινεζικό κράτος στόχευαν τις εκλογικές υποδομές των ΗΠΑ, εκτιμώντας ότι ήθελαν να ηττηθεί ο πρόεδρος. Τον Ιανουάριο του 2021, ο τότε Διευθυντής Εθνικών Πληροφοριών Τζον Ράτκλιφ (και νυν διευθυντής της CIA) είχε δηλώσει ότι, βάσει όλων των διαθέσιμων πηγών, η Κίνα προσπάθησε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα.

Αναφορά του Εθνικού Συμβουλίου Πληροφοριών, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2021, σημείωνε ότι ορισμένοι αναλυτές θεωρούσαν πως το κινεζικό καθεστώς επιχείρησε να υπονομεύσει τον Τραμπ, αν και ο κύριος όγκος των επιρροών αποδιδόταν τότε στη Ρωσία.

Με τη συμβολή των Jan Jekielek και Frank Fang

Μείωση κατά ένα εκατομμύριο στον αριθμό των παράνομων μεταναστών από την έναρξη της προεδρίας Τραμπ

Περίπου ένα εκατομμύριο παράνομοι μετανάστες φέρονται να έχουν αποχωρήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Ιανουάριο, με την έναρξη της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, σύμφωνα με νέα μελέτη του Κέντρου Μελετών Μετανάστευσης (Center for Immigration Studies – CIS).

Τα ευρήματα δημοσιοποιήθηκαν ενώ η κυβέρνηση Τραμπ εντείνει τις προσπάθειες για περαιτέρω απελάσεις, δίνοντας έμφαση σε μεγάλες πόλεις με πολιτικές «ασφαλών καταφυγίων» και επαναλαμβάνοντας επιχειρήσεις σε αγροκτήματα, ξενοδοχεία και άλλους χώρους εργασίας.

Όπως ανέφερε το CIS σε έκθεσή του στις 19 Ιουνίου, η εκτιμώμενη μείωση φαίνεται να συνδέεται με την εντατικοποίηση της επιβολής της μεταναστευτικής νομοθεσίας από την αρχή της χρονιάς. Σύμφωνα με το Κέντρο, ο αριθμός των παράνομων μεταναστών μειώθηκε κατά ένα εκατομμύριο από την αρχή του έτους, ενδεχομένως λόγω της αντίδρασής τους στην εκλογή Τραμπ και στα αυξημένα μέτρα ελέγχου. Όπως σημειώθηκε, η μείωση αυτή προήλθε από τον περιορισμό του αριθμού μεταναστών από τη Λατινική Αμερική που είχαν φτάσει στις ΗΠΑ από το 1980 και μετά και παρέμεναν χωρίς να έχουν αποκτήσει την ιδιότητα του πολίτη — ομάδα που, όπως αναφέρεται, συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό με τον παράτυπο πληθυσμό.

Για τον υπολογισμό του αριθμού, το CIS ανέλυσε μηνιαία στοιχεία από την Έρευνα Τρέχουσας Πληθυσμιακής Κατάστασης (Current Population Survey – CPS) του Γραφείου Στατιστικής Εργασίας, εστιάζοντας σε μη πολίτες από τη Λατινική Αμερική που εισήλθαν στις ΗΠΑ μετά το 1980. Η ομάδα αυτή χρησιμοποιείται συχνά από ομοσπονδιακές υπηρεσίες και ερευνητές ως ενδεικτική του συνολικού παράνομου πληθυσμού. Αφαιρώντας τις εκτιμήσεις για όσους βρίσκονται νομίμως στη χώρα, το Κέντρο υπολόγισε καθαρή μείωση 957.000 ατόμων μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου.

Σύμφωνα με την έκθεση, η προκαταρκτική εκτίμηση για τον Μάιο του 2025 υπολογίζει ότι 14,8 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες βρίσκονταν στις ΗΠΑ, δηλαδή ένα εκατομμύριο λιγότεροι σε σύγκριση με τον Ιανουάριο.

Το CIS επεσήμανε πάντως ότι τα ευρήματα είναι προκαταρκτικά και πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή. Αν και η μείωση των μη πολιτών είναι στατιστικά σημαντική, η μεταβολή στο σύνολο του πληθυσμού αλλοδαπών δεν είναι.

Το Κέντρο αναγνώρισε επίσης ότι η αυστηρότερη επιβολή του νόμου ενδεχομένως να αποτρέπει ορισμένους μετανάστες — και ιδιαίτερα όσους βρίσκονται χωρίς νόμιμο καθεστώς — από το να συμμετέχουν σε κυβερνητικές έρευνες ή να αποκαλύπτουν ακριβώς το καθεστώς τους. Επιπλέον, κάποια από τα διοικητικά δεδομένα που απαιτούνται για την ακριβέστερη εκτίμηση του Μαΐου δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί.

Αν και το Κέντρο εκτιμά ότι τα δεδομένα «υποδεικνύουν έντονα» ότι η πολιτική επιβολής του Τραμπ συνέβαλε στη μείωση, αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να τεκμηριωθεί οριστικά η αιτιώδης σχέση.

Οι εκτιμήσεις για τον συνολικό αριθμό παράνομων μεταναστών στις ΗΠΑ ποικίλλουν σημαντικά — από περίπου 11 εκατομμύρια έως και πάνω από 30 εκατομμύρια — ανάλογα με την πηγή και τη μεθοδολογία. Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Department of Homeland Security – DHS) είχε υπολογίσει ότι ο αριθμός ήταν 11 εκατομμύρια τον Ιανουάριο του 2022. Ο πρόεδρος Τραμπ έχει υποστηρίξει ότι ο πραγματικός αριθμός μπορεί να φτάνει τα 21 εκατομμύρια, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ανέφερε ότι ενδέχεται να ανέρχεται έως και στα 30 εκατομμύρια.

Η έκθεση του CIS δημοσιεύθηκε λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ ότι κινητοποιεί «κάθε διαθέσιμο πόρο» για αυτό που χαρακτήρισε ως «το μεγαλύτερο πρόγραμμα μαζικών απελάσεων στην ιστορία», δίνοντας προτεραιότητα σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, η Νέα Υόρκη και το Σικάγο, όπου εφαρμόζονται πολιτικές που έρχονται σε αντίθεση με την ομοσπονδιακή νομοθεσία για τη μετανάστευση.

Σε ανάρτησή του στο Truth Social, ο πρόεδρος ανέφερε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα παραμείνει επικεντρωμένη στην «επιστροφή των αλλοδαπών στις χώρες από τις οποίες προήλθαν», προσθέτοντας ότι η ICE, η Συνοριοφυλακή, το Πεντάγωνο και άλλες υπηρεσίες έχουν την «ακλόνητη υποστήριξή» του ώστε να «φέρουν εις πέρας την αποστολή τους».

Παρότι οι παράνομες διελεύσεις των συνόρων έχουν μειωθεί από την επανεκλογή Τραμπ, ο πρόεδρος έχει εκφράσει τη δυσαρέσκεια του για τον αργό, κατά την άποψή του, ρυθμό των απελάσεων. Στο πλαίσιο της νέας προσπάθειας, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας επιβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει τις επιχειρήσεις σε αγροκτήματα, ξενοδοχεία και άλλους χώρους εργασίας — κυρίως σε εκείνους που θεωρείται ότι απασχολούν παράνομους μετανάστες με εγκληματικό υπόβαθρο.

Ο Μάιος αποτέλεσε, σύμφωνα με τις αρχές, σημείο καμπής: για πρώτη φορά από τότε που τηρούνται στοιχεία, η Υπηρεσία Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων (Customs and Border Protection – CBP) δεν απελευθέρωσε κανέναν παράνομο μετανάστη εντός Ηνωμένων Πολιτειών. Σε ανακοίνωσή της στις 17 Ιουνίου, η υπηρεσία χαρακτήρισε αυτήν την εξέλιξη ως «κατακόρυφη πτώση» σε σχέση με τους 62.000 μετανάστες που είχαν αφεθεί ελεύθεροι τον Μάιο του 2024.

Η CBP ανέφερε επίσης ότι οι συνοριοφύλακες εντόπισαν μόλις 8.725 παράνομους μετανάστες να διασχίζουν τα νότια σύνορα εκτός των επίσημων σημείων εισόδου τον περασμένο μήνα — μείωση 93% σε σχέση με τον Μάιο του 2024, όπου είχαν καταγραφεί 117.905 αντίστοιχες περιπτώσεις.

Όπως σημειώθηκε στην ανακοίνωση, οι αριθμοί παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, γεγονός που —κατά τη CBP— αντανακλά σύνορα «πιο ασφαλή, πιο ελεγχόμενα» και «άνευ προηγουμένου επιχειρησιακή επιτυχία».

Τραμπ: Απόφαση για ενδεχόμενη δράση στο Ιράν εντός δύο εβδομάδων

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να λάβει την τελική του απόφαση σχετικά με ενδεχόμενη στρατιωτική επέμβαση στο Ιράν μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, σύμφωνα με δήλωση της εκπροσώπου Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, στις 19 Ιουνίου.

Όπως ανέφερε η ίδια, μεταφέροντας άμεσο μήνυμα του προέδρου, ο Τραμπ φέρεται να δήλωσε ότι «λόγω της σημαντικής πιθανότητας να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με το Ιράν στο προσεχές διάστημα – κάτι που μένει να φανεί – θα λάβει την απόφασή του για το αν θα προχωρήσει ή όχι εντός δύο εβδομάδων».

Ο πρόεδρος φέρεται να πραγματοποιεί συσκέψεις στην Αίθουσα Εκτάκτων Καταστάσεων του Λευκού Οίκου, εξετάζοντας τις επιλογές των Ηνωμένων Πολιτειών αναφορικά με την κατάσταση στο Ιράν. Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αποκλείσει ενδεχόμενη εμπλοκή, έχει επίσης αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην υπάρξει καμία επέμβαση.

Σύμφωνα με τη Λέβιτ, βασικός στόχος του προέδρου των ΗΠΑ δεν είναι η αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν, αλλά η αποτροπή της Ισλαμικής Δημοκρατίας από την απόκτηση πυρηνικών όπλων. Όπως υπενθύμισε, ο πρόεδρος έχει επανειλημμένα διαμηνύσει ότι δεν πρέπει να επιτραπεί στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνική βόμβα.

Η ίδια σημείωσε ακόμη πως η Τεχεράνη διαθέτει ήδη όλα τα απαραίτητα τεχνικά μέσα για την κατασκευή πυρηνικού όπλου και ότι το μόνο που απομένει είναι μια πολιτική απόφαση από τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν. Σύμφωνα με τη Λέβιτ, η ολοκλήρωση της παραγωγής του όπλου θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα σε λίγες εβδομάδες, γεγονός που θα συνιστούσε υπαρξιακή απειλή όχι μόνο για το Ισραήλ, αλλά και για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον υπόλοιπο κόσμο.

Πρόσθεσε επίσης ότι υπάρχει διεθνής συναίνεση – ακόμη και από χώρες όπως η Ρωσία – ως προς το ότι το Ιράν δεν πρέπει και δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, και ότι αυτή η θέση αντανακλά μια πεποίθηση που ο πρόεδρος Τραμπ φέρεται να έχει εκφράσει όχι μόνο κατά την πολιτική του διαδρομή, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Παρά τη στήριξή του στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ κατά του Ιράν, ο πρόεδρος επιδιώκει διπλωματική επίλυση της κρίσης. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου, πρόταση που είχε καταθέσει προς την Τεχεράνη ο ειδικός απεσταλμένος Στηβ Γουίτκοφ απορρίφθηκε από την ιρανική πλευρά, παρά το ότι – όπως υποστήριξε – ήταν ρεαλιστική και εντός αποδεκτών ορίων.

Εν τω μεταξύ, η ένοπλη σύγκρουση συνεχίζεται. Το Ισραήλ έχει πλήξει υποδομές του Ιράν που σχετίζονται με το πυρηνικό και βαλλιστικό του πρόγραμμα, ενώ η Τεχεράνη έχει απαντήσει με επιθέσεις κατά αστικών περιοχών στο Ισραήλ, όπως η Ιερουσαλήμ και το Τελ Αβίβ. Στις 19 Ιουνίου, το Ιράν φέρεται να έπληξε νοσοκομείο στη Βηρσαβεέ, στη νότια Ισραήλ, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό δεκάδων ανθρώπων.

Ο πρόεδρος Τραμπ έχει καλέσει σε «άνευ όρων παράδοση» του Ιράν, κάτι που η ιρανική ηγεσία απορρίπτει. Επίσης, φέρεται να έχει διαμηνύσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προτίθενται – τουλάχιστον προς το παρόν – να προχωρήσουν στη φυσική εξόντωση του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ.

Σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές, το Ισραήλ επιδιώκει την καταστροφή της υπόγειας πυρηνικής εγκατάστασης στο Φορντό, η οποία απαιτεί τη χρήση βομβών διάτρησης σκυροδέματος. Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν αυτού του είδους τα όπλα και τα αεροσκάφη που μπορούν να τα μεταφέρουν.

Του Jackson Richman

Ο FDA εγκρίνει ενέσιμο φάρμακο πρόληψης HIV με σχεδόν απόλυτη αποτελεσματικότητα στις κλινικές δοκιμές

Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των Ηνωμένων Πολιτειών (Food and Drug Administration – FDA) ενέκρινε, στις 18 Ιουνίου, ένα νέο ενέσιμο φάρμακο για την πρόληψη της λοίμωξης HIV, το οποίο προορίζεται να χορηγείται δύο φορές τον χρόνο και παρουσίασε εξαιρετικά αποτελέσματα στις κλινικές δοκιμές. Όπως ανακοίνωσε η φαρμακευτική εταιρεία Gilead Sciences, το σκεύασμα με την εμπορική ονομασία Yeztugo (δραστική ουσία: λενακαπαβίρη) προσφέρει «μια πολύ ρεαλιστική δυνατότητα» να τερματιστεί η επιδημία του HIV.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρείας, το φάρμακο αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικό στις δοκιμές, καθώς σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες που το έλαβαν, παρέμειναν αρνητικοί στον HIV. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Gilead, Ντάνιελ Ο’ Ντέυ, χαρακτήρισε την ημέρα της έγκρισης «ιστορική» στον μακρόχρονο αγώνα κατά του HIV και δήλωσε ότι το Yeztugo αποτελεί μία από τις σημαντικότερες επιστημονικές ανακαλύψεις της εποχής, προσφέροντας μία πραγματική προοπτική για τον τερματισμό της επιδημίας.

Η έγκριση από τον FDA βασίστηκε στα αποτελέσματα δύο μεγάλων κλινικών μελετών. Σε μία από αυτές, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 2.100 άνθρωποι από την υποσαχάρια Αφρική, κανείς από τους συμμετέχοντες που έλαβαν το ενέσιμο σκεύασμα δεν μολύνθηκε από HIV. Σε δεύτερη μελέτη, με αντίστοιχο αριθμό συμμετεχόντων, σημειώθηκαν μόνο δύο λοιμώξεις, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 99,9% αποτελεσματικότητα. Η εταιρεία ανέφερε ότι το φάρμακο χαρακτηρίστηκε ασφαλές, χωρίς να εντοπιστούν σοβαρές παρενέργειες.

Η έγκριση καθιστά το Yeztugo το πρώτο και μοναδικό ενέσιμο φάρμακο πρόληψης HIV στις Ηνωμένες Πολιτείες που πρέπει χορηγείται δύο φορές ετησίως. Εντάσσεται στην κατηγορία της προφύλαξης προ έκθεσης (Pre-Exposure Prophylaxis – PrEP), με τη διαφορά ότι προσφέρει εξάμηνη προστασία με μία μόνο δόση, σε αντίθεση με τα καθημερινά χάπια ή τις ενέσεις ανά δίμηνο. Το χαρακτηριστικό αυτό εκτιμάται ότι μπορεί να διευκολύνει άτομα που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα πιο τακτικής χορήγησης ή να επισκέπτονται συχνά ιατρικές μονάδες. Σήμερα, περίπου 400.000 Αμερικανοί χρησιμοποιούν κάποια μορφή προφύλαξης PrEP.

Η λενακαπαβίρη είχε ήδη εγκριθεί στις ΗΠΑ, από το 2022, για την αντιμετώπιση του HIV, υπό την εμπορική ονομασία Sunlenca. Ωστόσο, η χρήση του ως προληπτικού μέσου, δηλαδή πριν την έκθεση στον ιό, και η εξάμηνη διάρκεια δράσης, είναι τα στοιχεία που διαφοροποιούν το Yeztugo. Ο Ο’ Ντέυ υποστήριξε ότι πρόκειται για ένα φάρμακο που χορηγείται μόνο δύο φορές τον χρόνο και το οποίο έχει αποδώσει εξαιρετικά αποτελέσματα στις μελέτες, γεγονός που ενδέχεται να φέρει ριζική αλλαγή στον τομέα της πρόληψης.

Η Gilead ανακοίνωσε ότι εργάζεται ώστε το νέο σκεύασμα να είναι ευρέως προσβάσιμο στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω ασφαλιστικής κάλυψης, προγραμμάτων συγχρηματοδότησης και δωρεάν διάθεσης για ανασφάλιστους πολίτες.

Όπως διευκρίνισε εκπρόσωπος της εταιρείας σε δήλωση προς την εφημερίδα The Epoch Times, η ετήσια τιμή καταλόγου για τη λενακαπαβίρη στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 28.218 δολάρια, προ της εφαρμογής ασφαλιστικής κάλυψης. Ο ίδιος ανέφερε ότι η Gilead εργάζεται ώστε το Yeztugo να είναι προσιτό σε κάθε ενδιαφερόμενο και εκτίμησε πως θα υπάρξει ευρεία κάλυψη από τις ασφαλιστικές εταιρείες.

Παράλληλα, η εταιρεία έχει ξεκινήσει διαδικασίες για να εξασφαλίσει την ευρύτερη κυκλοφορία του σκευάσματος και εκτός Ηνωμένων Πολιτειών. Συγκεκριμένα, έχει καταθέσει αιτήματα για επιταχυμένες εγκρίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Αυστραλία, στη Βραζιλία, στον Καναδά και στη Νότιο Αφρική.

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, περίπου 30.000 νέες λοιμώξεις HIV καταγράφονται ετησίως στη χώρα, με τη σεξουαλική επαφή μεταξύ ανδρών να ευθύνεται για τα δύο τρίτα των περιστατικών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ετήσιες νέες λοιμώξεις υπολογίζονται σε 1,3 εκατομμύρια.

Διχασμός στους Ρεπουμπλικανούς για τη σύγκρουση Ισραήλ–Ιράν

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι ο πολιτικός σχολιαστής Τάκερ Κάρλσον τον κάλεσε για να του ζητήσει συγγνώμη σχετικά με τις πρόσφατες επικρίσεις του για τη σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν, την ώρα που στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών εντείνονται οι διαφωνίες για την πιθανότητα εμπλοκής ή μη των ΗΠΑ στον πόλεμο.

Ο Τραμπ ανέφερε πως ο Κάρλσον τον πήρε τηλέφωνο για να του εκφράσει τη μεταμέλειά του, επειδή, όπως είπε, είχε κάνει δηλώσεις που θεωρούσε υπερβολικά σκληρές, προσθέτοντας ότι εκτίμησε τη συγγνώμη.

Ο Κάρλσον, πρώην παρουσιαστής του Fox News και πλέον ανεξάρτητος δημοσιογράφος, έχει ταχθεί ανοιχτά κατά της αμερικανικής στρατιωτικής εμπλοκής στη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.

Ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο σημειώθηκε κατά τη διάρκεια μαγνητοσκοπημένης συνέντευξης του Κάρλσον με τον γερουσιαστή Τεντ Κρουζ (Ρεπουμπλικάνος–Τέξας), υποστηρικτή της άμεσης παρέμβασης των ΗΠΑ. Στο απόσπασμα που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 17 Ιουνίου, ο Κάρλσον κατηγόρησε τον Κρουζ ότι αγνοεί τη δημογραφία και τον πληθυσμό του Ιράν.

Ο Τραμπ είχε προηγηθεί του αποσπάσματος με ανάρτηση στην πλατφόρμα Truth Social στις 16 Ιουνίου, ζητώντας — όπως έγραψε — από κάποιον «να εξηγήσει στον αλλοπρόσαλλο Τάκερ Κάρλσον ότι ‘ΤΟ ΙΡΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΠΥΡΗΝΙΚΑ ΟΠΛΑ’».

Στις 13 Ιουνίου, το Ισραήλ εξαπέλυσε αεροπορικές επιθέσεις σε στρατιωτικούς και πολιτικούς στόχους εντός Ιράν, κάνοντας λόγο για προληπτικό πλήγμα με στόχο να αποτραπεί η Τεχεράνη — όπως υποστήριξε — από την απόκτηση στρατιωτικής πυρηνικής δυνατότητας. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, προειδοποίησε ότι η Περσική Δημοκρατία ενδέχεται να είναι έτοιμη να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα για πρώτη φορά.

Από την πλευρά του, ο Τραμπ έχει εκφράσει αμφιθυμία ως προς τις προθέσεις των ΗΠΑ για άμεση εμπλοκή, αν και επαναλαμβάνει σταθερά πως η απόκτηση πυρηνικών από το Ιράν είναι απαράδεκτη.

Στο μεταξύ, στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και σύμμαχοι του Τραμπ, όπως οι Τεντ Κρουζ, αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς, η ακτιβίστρια Λόρα Λούμερ, ο σχολιαστής Μαρκ Λέβιν και ο γερουσιαστής Τομ Κότεν (R-Ark.), έχουν ταχθεί υπέρ της άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής των ΗΠΑ, προκειμένου — όπως λένε — να εξαλειφθεί κάθε πιθανότητα πυρηνικής απειλής.

Αντιθέτως, προσωπικότητες που στηρίζουν το κίνημα «Κάντε την Αμερική Μεγάλη Ξανά» (Make America Great Again – MAGA), όπως ο Κάρλσον, ο Στηβ Μπάννον και η βουλευτής Μάρτζορυ Τέυλορ Γκρην (R-Ga.), αντιτίθενται στην ιδέα στρατιωτικής επέμβασης, τονίζοντας ότι μια τέτοια κίνηση θα πρόδιδε τις προεκλογικές δεσμεύσεις του Τραμπ για αποφυγή εμπλοκής σε ξένους πολέμους.

Ερωτηθείς σχετικά με τις ενδοπαραταξιακές συγκρούσεις, ο Τραμπ επεσήμανε ότι οι υποστηρικτές του παραμένουν αφοσιωμένοι στην ατζέντα «Πρώτα η Αμερική» και δεν επιθυμούν να δουν το Ιράν να αποκτά πυρηνικά όπλα.

Υπέρ της παρέμβασης

Όσοι τάσσονται υπέρ της εμπλοκής των ΗΠΑ συνδέουν την επιχειρηματολογία τους με την απειλή ενός πυρηνικά εξοπλισμένου Ιράν.

Σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency – IAEA) του ΟΗΕ, που δημοσιεύθηκε στις 13 Ιουνίου, το Ιράν είχε φτάσει σε επίπεδα εμπλουτισμού ουρανίου έως και 60%. Η Τεχεράνη δεν συνεργάζεται πλήρως με την Υπηρεσία, αρνούμενη την πρόσβαση, τις τεχνικές εξηγήσεις και την τεκμηρίωση σχετικά με τα πυρηνικά υλικά και τις εγκαταστάσεις.

Το απόθεμα που διαθέτει — πάνω από 400 κιλά εμπλουτισμένου ουρανίου — προσεγγίζει το όριο του 90% που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου, ξεπερνώντας κατά πολύ το 20% που θεωρείται αποδεκτό για ειρηνική χρήση. Αν και δεν έχει φτάσει ακόμη σε επίπεδο παραγωγής όπλων, εκτιμάται ότι το Ιράν μπορεί να κατασκευάσει βόμβα εντός ημερών ή εβδομάδων.

Ο Τραμπ και αρκετοί σύμμαχοί του, αλλά και πολιτικοί του αντίπαλοι, υποστηρίζουν ότι η απόκτηση πυρηνικών από την Τεχεράνη είναι «κόκκινη γραμμή», καθώς πολλοί θεωρούν πιθανό να χρησιμοποιηθούν άμεσα κατά του Ισραήλ ή ακόμη και κατά των ΗΠΑ.

Ο γερουσιαστής  έγραψε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ ότι το ιρανικό καθεστώς έχει σκοτώσει χιλιάδες Αμερικανούς, έχει κρατήσει ομήρους και διακηρύσσει συνθήματα όπως «Θάνατος στην Αμερική», καταλήγοντας ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να επιτρέψουν σε τρομοκράτες να αποκτήσουν πυρηνικά.

Ο γερουσιαστής Λίντσεϋ Γκράχαμ (R-S.C.) υποστήριξε ότι αν αποτύχει η διπλωματία, ο πρόεδρος Τραμπ πρέπει να βοηθήσει το Ισραήλ να «ολοκληρώσει το έργο», προσφέροντας στρατιωτική υποστήριξη, ακόμη και με άμεση συμμετοχή.

Ακόμη και ο Βανς, ο οποίος κατά κανόνα ακολουθεί μη παρεμβατική εξωτερική πολιτική, εξέφρασε ανησυχία για το γεγονός ότι το Ιράν εμπλουτίζει ουράνιο πέραν των ορίων που απαιτούνται για ειρηνική χρήση, καλώντας παράλληλα τους υποστηρικτές του Τραμπ να εμπιστευθούν την κρίση του.

Ο Βανς τόνισε ότι ο Τραμπ ενδέχεται να κρίνει αναγκαία κάποια ενέργεια για να τερματιστεί η ιρανική προσπάθεια και πρόσθεσε ότι έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Κατά της επέμβασης

Από την άλλη πλευρά, πολλές φωνές εντός του κινήματος MAGA εκφράζουν ανησυχίες για το ενδεχόμενο εμπλοκής των ΗΠΑ στη σύγκρουση.

Οι επικριτές επισημαίνουν ότι κάτι τέτοιο θα πρόδιδε τις μη επεμβατικές αρχές στις οποίες στηρίχθηκε η εκστρατεία Τραμπ το 2024. Αρκετοί κάνουν αναφορές στον πόλεμο του Ιράκ υπό τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους, όπου ο ισχυρισμός περί όπλων μαζικής καταστροφής δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ.

Παράλληλα, υποστηρίζουν ότι οι αμερικανικές εκτιμήσεις δεν συμφωνούν πάντα με εκείνες της IAEA. Στις 26 Μαρτίου, η επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Τάλσι Γκάμπαρντ, κατέθεσε στην Επιτροπή Πληροφοριών της Βουλής ότι, κατά την εκτίμηση των υπηρεσιών, το Ιράν δεν κατασκευάζει πυρηνικά όπλα και ότι ο ανώτατος ηγέτης Χαμενεΐ δεν έχει εγκρίνει την επανεκκίνηση του σχετικού προγράμματος από το 2003.

Η βουλευτής Μάρτζορυ Τέυλορ Γκρην, από τις πιο ένθερμες υποστηρίκτριες του Τραμπ, διαφώνησε δημοσίως με τον χαρακτηρισμό «αλλοπρόσαλλος» που απέδωσε ο Τραμπ στον Κάρλσον. Σε ανάρτησή της, ανέφερε ότι ο Κάρλσον εκφράζει ξεκάθαρα τις ίδιες απόψεις με εκείνη, δηλαδή ότι οι ξένοι πόλεμοι και οι παρεμβάσεις θέτουν την Αμερική σε δεύτερη μοίρα, κοστίζουν ανθρώπινες ζωές, επιβαρύνουν την οικονομία και απειλούν την ίδια την επιβίωση της χώρας.

Κατέληξε ότι αυτές οι απόψεις δεν είναι γραφικές ή ακραίες, αλλά αποτελούν την πεμπτουσία του κινήματος «America First» («Πρώτα η Αμερική»).

Ο Στηβ Μπάννον, πρώην σύμβουλος του Λευκού Οίκου, δήλωσε ότι στηρίζει πλήρως το Ισραήλ, ωστόσο προειδοποίησε για τον κίνδυνο μονομερών ενεργειών από την πλευρά του Ισραήλ με την προσδοκία ότι οι ΗΠΑ θα εμπλακούν αυτόματα στη σύγκρουση. Τόνισε ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις που υπηρετούν κατά προτεραιότητα τα αμερικανικά συμφέροντα.

Του Joseph Lord

Ο Τραμπ εξετάζει σχέδια για το Ιράν – Αναμονή για στρατιωτική εμπλοκή

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε στις 18 Ιουνίου πως εξακολουθεί να εξετάζει επιλογές για την αντιμετώπιση της κλιμακούμενης έντασης με το Ιράν, ωστόσο δεν έχει λάβει ακόμη τελική απόφαση.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους πριν από συνάντηση με την ομάδα εθνικής ασφάλειας στον Λευκό Οίκο, αναφέρθηκε στην εξαήμερη ανταλλαγή πληγμάτων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, σημειώνοντας ότι έχει ορισμένες ιδέες για το πώς πρέπει να προχωρήσει, αλλά, όπως είπε, του αρέσει να παίρνει τις τελικές αποφάσεις «ένα δευτερόλεπτο πριν την ώρα τους».

Παρατήρησε πως ειδικά σε συνθήκες πολέμου «τα πράγματα αλλάζουν» και ότι «μπορεί να περάσουν από το ένα άκρο στο άλλο», και εκτίμησε ότι το ιρανικό καθεστώς ενδέχεται να καταρρεύσει, προσθέτοντας ωστόσο πως έχει σχέδιο για κάθε ενδεχόμενο: «Έχω σχέδιο για τα πάντα, αλλά θα δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, εξέφρασε τη λύπη του που η Τεχεράνη καθυστέρησε τις διαπραγματεύσεις και δεν κατέληξε σε συμφωνία εντός 60 ημερών, παρά τις προειδοποιήσεις του. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ευκαιρία για μια δίκαιη συμφωνία έχει πλέον χαθεί, κάτι που δυσχεραίνει τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις.

Ο πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι τώρα οι Ιρανοί «μετανιώνουν» και επιθυμούν μία συνάντηση, αλλά πλέον είναι αργά. Θέλουν να έρθουν στον Λευκό Οίκο, είπε, αλλά αμφέβαλε αν οι ηγέτες της Τεχεράνης μπορούν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, λόγω των αναταραχών. «Δεν είναι εύκολο να φύγουν. Δεν μπορούν να βγουν», σχολίασε.

«Λίγες εβδομάδες» 

Στις 13 Ιουνίου, το Ισραήλ εξαπέλυσε ευρείας κλίμακας αεροπορικές και μη επανδρωμένες επιθέσεις κατά του Ιράν, τις οποίες Ισραηλινοί αξιωματούχοι χαρακτήρισαν ως «προληπτικό πλήγμα» για την αποτροπή της Τεχεράνης από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Οι επιθέσεις προκάλεσαν ζημιές σε πυρηνικές εγκαταστάσεις και στο πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, με ανώτερους στρατιωτικούς και επιστήμονες να συγκαταλέγονται μεταξύ των νεκρών.

Ως απάντηση, το Ιράν εκτόξευσε βαλλιστικούς πυραύλους και drone κατά του Ισραήλ, με τις επιθέσεις να συνεχίζονται επί έξι ημέρες. Ορισμένα από τα πλήγματα κατάφεραν να διαπεράσουν την ισραηλινή αεράμυνα, με αποτέλεσμα νεκρούς αμάχους, τραυματίες και καταστροφές.

Οι ισραηλινές αρχές εδώ και καιρό υποστηρίζουν ότι το Ιράν εμπλουτίζει ουράνιο με σκοπό την κατασκευή πυρηνικών όπλων, κάτι που θεωρούν υπαρξιακή απειλή.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι, κατά την άποψή του, το Ιράν απείχε μόλις «λίγες εβδομάδες» από την απόκτηση πυρηνικών όπλων και επανέλαβε ότι δεν επιθυμεί οι ΗΠΑ να εμπλακούν σε πόλεμο. Ωστόσο, η προοπτική να αποκτήσει το Ιράν πυρηνικά, ίσως καταστήσει αναγκαία την ανάληψη δράσης. «Θα πρέπει να επιλέξουμε αν θα πολεμήσουμε για να μην αποκτήσουν πυρηνικά», δήλωσε.

Σημειωτέον ότι στις 9 Ιουνίου, ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency – ΙΑΕΑ) είχε εκφράσει σοβαρή ανησυχία για τη ραγδαία συσσώρευση εμπλουτισμένου ουρανίου από το Ιράν.

Αντίδραση στις απειλές Χαμενεΐ

Το πρωί της 18ης Ιουνίου, ο Τραμπ ρωτήθηκε από δημοσιογράφους σχετικά με τη δήλωση του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, ο οποίος προειδοποίησε ότι τυχόν αμερικανικά πλήγματα κατά της χώρας του θα έχουν «ανεπανόρθωτες συνέπειες» για τις ΗΠΑ και δήλωσε ότι η Τεχεράνη δεν θα υποκύψει στις εκκλήσεις για άνευ όρων παράδοση.

Ως απάντηση, ο πρόεδρος ευχήθηκε «Καλή τύχη», ενώ σε ερώτηση για το πότε εξαντλείται η υπομονή του με το Ιράν, απάντησε ότι «έχει ήδη εξαντληθεί. Γι’ αυτό κάνουμε ό,τι κάνουμε».

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, ο Χαμενεΐ ανέφερε πως «ο πρόεδρος των ΗΠΑ μάς απειλεί με ανοησίες» και ότι «ο ιρανικός λαός δεν τρομάζει από τέτοιες απειλές».

Ο Τραμπ έχει ήδη καλέσει την Τεχεράνη σε παράδοση, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ γνωρίζουν τη θέση του Χαμενεΐ και μπορούν να τον πλήξουν με αεροπορικό χτύπημα.

Επιβεβαιώσεις για τις πυρηνικές εγκαταστάσεις

Ο IAEA επιβεβαίωσε ότι δύο εγκαταστάσεις κατασκευής φυγοκεντρητών στο Ιράν υπέστησαν ζημιές από τις ισραηλινές επιθέσεις, ενώ μία ημέρα νωρίτερα είχε ανακοινώσει ότι επλήγη και η μονάδα εμπλουτισμού στο Νατάνζ.

Πριν από την ισραηλινή επίθεση, αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ είχαν πραγματοποιήσει επαφές με Ιρανούς ομολόγους τους, στο πλαίσιο της προσπάθειας περιορισμού του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Οι ΗΠΑ ήταν συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία του 2015 για τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, όμως το 2018 ο Τραμπ απέσυρε τη χώρα του, θεωρώντας ότι η συμφωνία δεν κάλυπτε επαρκώς τα ζητήματα ασφάλειας και δεν διασφάλιζε τα αμερικανικά συμφέροντα.

Ο Τραμπ ανέφερε ότι η καταστροφή του υπόγειου εργοστασίου εμπλουτισμού Φορντό δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για μια νέα συμφωνία, αν και δεν έχει αποφασίσει ακόμη αν θα διατάξει επίθεση κατά της εγκατάστασης. Όπως τόνισε, το πλήγμα θα απαιτούσε βόμβες διάτρησης σκυροδέματος και ειδικά βομβαρδιστικά, μέσα που διαθέτουν μόνο οι ΗΠΑ.

Προετοιμασίες εκκένωσης Αμερικανών πολιτών

Την ίδια στιγμή, ο Αμερικανός πρέσβης στο Ισραήλ, Μάικ Χάκαμπι, ανακοίνωσε ότι η αμερικανική πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ εργάζεται για την επιχείρηση εκκένωσης μέσω αέρος και θαλάσσης για Αμερικανούς πολίτες.

Όπως ανέφερε στην πλατφόρμα Χ, όσοι επιθυμούν να αποχωρήσουν από το Ισραήλ θα πρέπει να εγγραφούν στο πρόγραμμα Smart Traveler Enrollment του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Με τη συμβολή των Jack Phillips, Ryan Morgan και Jackson Richman

Σε άμεσες κινήσεις παροτρύνει η ελεγκτική επιτροπή των ΗΠΑ την Boeing, προκειμένου να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα των 737 ΜΑΧ

Η Εθνική Επιτροπή Ασφαλών Μεταφορών των ΗΠΑ (NTSB) συνέστησε στην Boeing, στις 18 Ιουνίου, να τροποποιήσει τις μηχανές της στα αεροσκάφη 737 MAX προκειμένου να μην εισέρχεται καπνός στην καμπίνα και στο πιλοτήριο με την ενεργοποίηση ενός από τα συστήματα ασφαλείας του αεροσκάφους.

Ο πυκνός καπνός εμποδίζει τους πιλότους να δουν τα όργανα του πιλοτηρίου, σε σημείο να έχει χρειαστεί άμεση προσγείωση σε περιστατικό του 2023.

Το πρόβλημα υπέπεσε στην προσοχή της επιτροπής μετά από δύο περιστατικά σύγκρουσης με πτηνά με αεροσκάφη της Southwest Airlines το 2023, το ένα πάνω από τη Νέα Ορλεάνη και το άλλο πάνω από την Αβάνα της Κούβας.

Η Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αεροπορίας (FAA) και η Boeing, η οποία εργάζεται για την επίλυση, έχουν προειδοποιήσει σχετικά αεροπορικές εταιρείες και πιλότους.

Οι μηχανές LEAP, φτιαγμένες από τη CFM International για την Boeing, ψεκάζουν κατά λάθος λάδι στο σύστημα ζεστού εξαερισμού του 737 MAX , όταν ενεργοποιείται ένας μηχανισμός ασφαλείας, γνωστός ως μηχανισμός μείωσης φόρτου, όπως έγινε μετά από τις συγκρούσεις με τα πτηνά ή λόγω προβλήματος της μηχανής. Ο παραγόμενος καπνός πηγαίνει άμεσα είτε στην καμπίνα επιβατών είτε στο πιλοτήριο, ανάλογα με το ποια μηχανή επηρεάστηκε.

Παρόμοια μοντέλα μηχανών σε αεροσκάφη των Airbus A32neo και China Commercial Aircraft Corporation C919 φέρουν επίσης τον μηχανισμό μείωσης φόρτου.

Η CFM International είπε σε δήλωσή της ότι «συμφωνεί με τις συστάσεις του NTSB και η δουλειά έχει ήδη αρχίσει, σε στενή συνεργασία με τους κατασκευαστές των σκαφών μας, για να ενισχυθεί η ικανότητα αυτού του σημαντικού συστήματος.»

Η CFM, κοινή ιδιοκτησία της Safran Aircraft Engines και της GE Aerospace, είπε ότι εργάζεται στην ενημέρωση λογισμικού για τις μηχανές του 737 MAX, αναλύοντας παρόμοια προβλήματα μηχανών.

Η Boeing, ακολουθώντας τις συστάσεις της NTSB, δήλωσε ότι έχει ήδη ξεκινήσει να συνεργάζεται με τη CFM για τη διόρθωση του λογισμικού.

Το πρώτο περιστατικό που έκανε την NTSB να ερευνήσει συνέβη τον Δεκέμβριο 2023, όταν ένα σκάφος της Southwest Airlines συγκρούστηκε με ένα πτηνό κατά την απογείωση από την Νέα Ορλεάνη. Ο πιλότος έπρεπε να προσγειωθεί άμεσα όταν, λόγω του πυκνού καπνού που γέμισε το πιλοτήριο, δεν μπορούσε να δει ούτε τα όργανα ούτε τον συγκυβερνήτη.

Το δεύτερο περιστατικό συνέβη εννέα μήνες αργότερα σε μια άλλη απογείωση 737 MAX της Southwest, στην Αβάνα αυτή τη φορά. Μετά από τη σύγκρουση με το πτηνό, ο καπνός γέμισε σχεδόν αμέσως τον χώρο των επιβατών. Σε ένα 737 MAX, από τη δεξιά μηχανή ο αέρας εισέρχεται στην καμπίνα, ενώ από την αριστερή μηχανή εισέρχεται στο πιλοτήριο.

Αν και τα δύο περιστατικά αφορούσαν συγκρούσεις με πτηνά, η NTSB επεσήμανε ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα μπορεί να προκύψει και υπό άλλες συνθήκες.

Η FAA δήλωσε ότι συμφωνεί με τις συστάσεις της NTSB και παρατήρησε ότι όταν «ο κατασκευαστής μηχανής αναπτύξει μια μόνιμη μετάβαση, θα απαιτήσουμε από τις εταιρείες να την υλοποιήσουν εντός του κατάλληλου χρονικού πλαισίου».

Ο εισροή καπνού μπορεί να είναι περιορισμένη αν οι πιλότοι σταματήσουν χειροκίνητα τη ροή αέρα από τις μηχανές, αλλά μπορεί να γεμίσει τον χώρο των επιβατών σε λίγα δευτερόλεπτα. Το ενημερωμένο λογισμικό της CFM που θα διορθώνει το πρόβλημα δεν αναμένεται νωρίτερα από το πρώτο τέταρτο του 2026.

Η Southwest είναι σε στενή συνεργασία με τις Boeing, CFM και FAA μετά από τα περιστατικά με τα πτηνά και έχει ενημερώσει τους πιλότους, δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας, προσθέτοντας ότι η Southwest συνεχίζει να αντιμετωπίζει το πρόβλημα στα συστήματα διαχείρισης ασφαλείας της και στην εκπαίδευση.