Τρίτη, 14 Οκτ, 2025

Η Γερουσία των ΗΠΑ απέρριψε σχέδιο χρηματοδότησης για επαναλειτουργία της κυβέρνησης

Λίγες ώρες μετά την αναστολή λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η Γερουσία απέτυχε εκ νέου να εγκρίνει δύο ανταγωνιστικά σχέδια προσωρινής χρηματοδότησης, με το πολιτικό αδιέξοδο μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών να παραμένει άλυτο.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση οδηγήθηκε σε αναστολή λειτουργίας το πρωί της Τετάρτης, αφού το Κογκρέσο δεν κατάφερε να περάσει το ρεπουμπλικανικό σχέδιο χρηματοδότησης για τη λειτουργία της κυβέρνησης έως τις 21 Νοεμβρίου.

Οι Δημοκρατικοί προέβαλαν σθεναρή αντίσταση, απαιτώντας να συμπεριληφθούν διατάξεις για την υγειονομική περίθαλψη, όπως η επέκταση των επιδοτήσεων του Obamacare, που λήγουν στο τέλος του έτους.

Ο Λευκός Οίκος και οι Ρεπουμπλικανοί απέρριψαν κάθε διαπραγμάτευση γύρω από αυτές τις προτάσεις.

Η Γερουσία απέρριψε αρχικά, με ψήφους 47 υπέρ και 53 κατά, πρόταση που κατέθεσαν οι Δημοκρατικοί, η οποία θα διασφάλιζε τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης έως τις 31 Οκτωβρίου και θα ακύρωνε τις περικοπές του Medicaid που επιβλήθηκαν με τον νομοθετικό νόμο των Ρεπουμπλικανών «One Big Beautiful Bill Act». Η πρόταση περιλάμβανε επίσης επέκταση των επιδοτήσεων του Obamacare.

Ο πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου μαζί με ηγετικά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στο Καπιτώλιο: «Ζήτησαν να προσθέσουμε πάνω από 1,5 τρισεκατομμύριο δολάρια σε νέα ομοσπονδιακή δαπάνη από τα χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων, μόνο και μόνο για να διατηρηθεί η χρηματοδότηση της κυβέρνησης στα τρέχοντα επίπεδα. Αυτό δεν θα το κάνουμε, δεν μπορούμε να το κάνουμε, δεν πρόκειται να το κάνουμε».

Στη συνέχεια, η Γερουσία απέρριψε –με ψήφους 55 κατά και 45 υπέρ– το 24σέλιδο ρεπουμπλικανικό σχέδιο που είχε ήδη εγκριθεί από τη Βουλή και αφορούσε τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης για επτά εβδομάδες.

Ο γερουσιαστής Ραντ Πολ ήταν ο μόνος Ρεπουμπλικανός που ψήφισε κατά. Το συγκεκριμένο σχέδιο προέβλεπε επίσης αυξημένη χρηματοδότηση για την ασφάλεια των μελών του Κογκρέσου, της εκτελεστικής εξουσίας και του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Στις 30 Σεπτεμβρίου, τρεις Δημοκρατικοί —η Κάθριν Κορτέζ Μάστο, ο Τζον Φέτερμαν και ο ανεξάρτητος Άνγκους Κινγκ που συντάσσεται με τους Δημοκρατικούς— ψήφισαν υπέρ της πρότασης με τους Ρεπουμπλικανούς, ωστόσο αυτή δεν συγκέντρωσε τις απαιτούμενες 60 ψήφους για να ξεπεράσει το «φιλμπάστερ». Είναι η τρίτη φορά που η συγκεκριμένη νομοθεσία αποτυγχάνει να προχωρήσει στη Γερουσία.

Ο Τζόνσον τόνισε πως το σχέδιο θα έδινε περισσότερο χρόνο στους εισηγητές να προωθήσουν τους προϋπολογισμούς μέσω Κογκρέσου.

«Στη Βουλή έχει εγκριθεί από τις επιτροπές η κατάθεση δώδεκα ξεχωριστών νομοσχεδίων, ενώ και η Γερουσία έχει ολοκληρώσει το δικό της έργο. Σε κάθε σώμα, τρία νομοσχέδια από τα δώδεκα έχουν ψηφιστεί. Δεν ταυτίζονται απολύτως, οπότε συστάθηκε επιτροπή συνεννόησης, πρώτη φορά εδώ και χρόνια. Χρειαζόμαστε απλώς περισσότερο χρόνο, επειδή εξαντλήθηκε το περιθώριο με τη λήξη του οικονομικού έτους στις 30 Σεπτεμβρίου», είπε ο Τζόνσον στη συνέντευξη Τύπου πριν την ψηφοφορία.

Στο ίδιο πλαίσιο, οι Ρεπουμπλικανοί επέρριψαν την ευθύνη για το κλείσιμο της κυβέρνησης στον αρχηγό της μειοψηφίας της Γερουσίας Τσακ Σούμερ και στους Δημοκρατικούς.

Ο επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Βουλή, Στιβ Σκάλις, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Έχουμε ένα καθαρό νομοσχέδιο, που κρατάει ανοιχτή τη διαπραγμάτευση για δύο ακόμη μήνες και διατηρεί τη λειτουργία της κυβέρνησης. Το μόνο που έχει να κάνει ο Τσακ Σούμερ είναι να ξεπεράσει το ξέσπασμά του, εξαιτίας των αποτελεσμάτων των εκλογών του Νοεμβρίου, και να ψηφίσει “ναι” για να κρατήσει ανοιχτή την κυβέρνηση».

Από την άλλη πλευρά, Δημοκρατικοί βουλευτές επιρρίπτουν ευθύνες στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και στους Ρεπουμπλικανούς για την αναστολή λειτουργίας.

Σε κοινή δήλωση την 1η Οκτωβρίου, ο Τσακ Σούμερ και ο επικεφαλής της μειοψηφίας στη Βουλή, Χακίμ Τζέφρις, ανέφεραν: «Μετά από μήνες που κάνουν τη ζωή δυσκολότερη και ακριβότερη, ο Ντόναλντ Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί έκλεισαν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, επειδή δεν θέλουν να προστατεύσουν την υγειονομική περίθαλψη του αμερικανικού λαού. Οι Δημοκρατικοί παραμένουν έτοιμοι να βρούμε μια διακομματική λύση για να ξανανοίξουμε την κυβέρνηση, μειώνοντας το κόστος και αντιμετωπίζοντας την κρίση στην υγειονομική περίθαλψη που προκάλεσαν οι Ρεπουμπλικανοί. Αλλά χρειαζόμαστε έναν αξιόπιστο συνομιλητή».

Ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Δημοκρατικών, Πιτ Αγκιλάρα, σημείωσε: «Επειδή οι Ρεπουμπλικανοί πρέπει να καθίσουν στο τραπέζι και να διαπραγματευτούν με τους Δημοκρατικούς, οι Αμερικανοί πολίτες μπορεί να υποστούν ακόμα μεγαλύτερη ταλαιπωρία».

Κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στον Λευκό Οίκο, ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς ανέφερε πως είχε προσωπικές συνομιλίες με Δημοκρατικούς γερουσιαστές, βασιζόμενος παράλληλα και σε Ρεπουμπλικανούς συναδέλφους του για επαφές με το αντίπαλο στρατόπεδο. «Οι περισσότερες συζητήσεις, τουλάχιστον από τη δική μου εμπειρία, είναι μεμονωμένες», δήλωσε. «Βεβαίως, στηριζόμαστε και σε κάποιους Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές που έχουν καλές σχέσεις και με την άλλη πλευρά».

Ο Έλον Μασκ καλεί σε μποϊκοτάζ του Netflix για τη «Τρανς Woke Ατζέντα»

Ο Έλον Μασκ καλεί τους γονείς να μποϊκοτάρουν το Netflix, κατηγορώντας την πλατφόρμα streaming ότι προωθεί μια «τρανς woke ατζέντα» στα παιδιά.

Ο δισεκατομμυριούχος αντέδρασε σε ένα meme που δημοσιεύτηκε στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter) την 1η Οκτωβρίου, το οποίο απεικόνιζε το Netflix ως Δούρειο Ίππο με την επιγραφή «τρανς woke ατζέντα», να οδηγείται μέσα σε ένα κάστρο με την ταμπέλα «τα παιδιά σας».

Σε σχετική ανάρτηση, ο Μασκ έγραψε: «Ακυρώστε το Netflix για το καλό των παιδιών σας».

Ο Μασκ επέκρινε ιδιαίτερα τη σειρά κινουμένων σχεδίων Dead End: Paranormal Park, επειδή περιλαμβάνει ιστορίες και θεματολογία γύρω από την τρανς κοινότητα.

«Αυτό δεν είναι εντάξει», σχολίασε, δίνοντας έμφαση σε ανάρτηση του Libs of TikTok, η οποία περιείχε απόσπασμα από τη σειρά.

Η εκπομπή απευθύνεται σε παιδιά από 7 ετών και πάνω, και παρουσιάζει έναν χαρακτήρα που αυτοχαρακτηρίζεται ως τρανς, δηλώνοντας ότι «ποτέ δεν ένιωσε πιο ευτυχισμένος» και ότι είναι σημαντικό να «ζεις τη ζωή σου χωρίς απολογίες».

Ο λογαριασμός Libs of TikTok κατήγγειλε τη σειρά ότι «προωθεί μηνύματα υπέρ της τρανς ταυτότητας στα παιδιά» και την κατηγόρησε για «χειραγώγηση». «Το πιο ανησυχητικό είναι πόσο συχνό έχει γίνει αυτό στα παιδικά προγράμματα», σχολίασε ο λογαριασμός Libs of TikTok, επισημαίνοντας τις ανησυχίες τους για το περιεχόμενο.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Μασκ αποκάλυψε ότι ακύρωσε τη συνδρομή του στο Netflix, αναφερόμενος σε ανάρτηση του δημιουργού του Dead End, Χέιμις Στιλ.

Συντηρητικοί κύκλοι επέκριναν τον Στιλ για σχόλια που ερμηνεύτηκαν ως επιδοκιμασία της δολοφονίας του συντηρητικού Τσάρλι Κερκ. Σε απάντησή του στα συλλυπητήρια που εξέφρασε ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, ο Στιλ απάντησε με ύβρεις, κατηγορώντας τον για υποκρισία και χαρακτηρίζοντας τον Κερκ «τυχαίο ναζί», του οποίου ο φόνος δεν άξιζε, κατά τον ίδιο, το ενδιαφέρον του πρωθυπουργού.

Το κάλεσμα του Μασκ για μποϊκοτάζ βρήκε στήριξη από αρκετούς συντηρητικούς influencer, οι οποίοι παρότρυναν τους ακολούθους τους να ακυρώσουν επίσης τη συνδρομή τους στην υπηρεσία.

Από την πλευρά του, ο τρανς ηθοποιός του Dead End: Paranormal Park, Ζακ Μπαράκ, υπερασπίστηκε τη σειρά, δηλώνοντας: «Είμαι πιο ευτυχισμένος από ποτέ, και αν κάποιος μου είχε δείξει αυτή την τηλεοπτική εκπομπή όταν ήμουν παιδί, θα είχα γλιτώσει χρόνια αυτοαπέχθειας. Παιδιά και γονείς μου έχουν πει ότι τους έσωσε τη ζωή», έγραψε στην πλατφόρμα Χ.

Μετά τη διάδοση των δηλώσεων του Μασκ στο διαδίκτυο, η μετοχή του Netflix σημείωσε πτώση 1,5% περίπου στις προσυνεδριακές συναλλαγές της 1ης Οκτωβρίου.

Το αίτημα για μποϊκοτάζ αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης αντίδρασης συντηρητικών κύκλων στις ΗΠΑ ενάντια στην υιοθέτηση περιεχομένου σχετικού με την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα καθώς και πολιτικών για τη διαφορετικότητα, την ισότητα και την ένταξη (DEI) από μεγάλες εταιρείες.

Ενδεικτικά, το 2023 το Target απέσυρε διάφορα παιδικά προϊόντα με θέμα το Pride έπειτα από εκστρατείες μποϊκοτάζ σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επικαλούμενη ανησυχίες για την ασφάλεια των εργαζομένων εξαιτίας επεισοδίων στα καταστήματα. Στο στόχαστρο βρέθηκαν κορμάκια με ΛΟΑΤΚΙ+ σύμβολα για βρέφη, παιδικά βιβλία για τρανς αντωνυμίες και μαγιό με την ένδειξη «tuck-friendly».

Παρόμοια αντίδραση είχε και η Bud Light νωρίτερα φέτος, όταν συνεργάστηκε με την τρανς influencer Ντίλαν Μαλβέινι, γεγονός που προκάλεσε κατακόρυφη πτώση στις πωλήσεις, με αναλυτές να προβλέπουν ακόμα και πιθανή μόνιμη απώλεια μεριδίου αγοράς για την εταιρεία.

Παράλληλα, ακτιβιστές συντηρητικής κατεύθυνσης άσκησαν έντονες πιέσεις σε εταιρείες για τις πολιτικές DEI, με αποτέλεσμα η John Deere το φετινό καλοκαίρι να ανακοινώσει ότι θα σταματήσει να στηρίζει παρελάσεις για την πολιτιστική ευαισθητοποίηση και θα αφαιρέσει από τα εκπαιδευτικά της υλικά «κοινωνικά υποκινούμενα» μηνύματα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν έχει ποσοστώσεις στη διαφορετικότητα των προσλήψεων.

Η απόφαση αυτή ήρθε ως απάντηση στην εκστρατεία του Ρόμπι Στάρμπακ, ο οποίος κατηγόρησε τη βιομηχανία γεωργικών μηχανημάτων ότι έγινε «woke».

ΗΠΑ: Κίνδυνος για προσωρινό κλείσιμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης

Οι ηγέτες του Κογκρέσου απέτυχαν να καταλήξουν σε συμφωνία για μια προσωρινή δαπάνη που θα απέτρεπε το προσωρινό κλείσιμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στις 12:01 π.μ. της 1ης Οκτωβρίου.

Ο πρόεδρος της Βουλής Μάικ Τζόνσον (R-La.), ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Βουλή Χακίμ Τζέφρις (D-N.Y.), ο ηγέτης της πλειοψηφίας στη Γερουσία Τζον Θιουν (R-S.D.) και ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ (D-N.Y.) συναντήθηκαν με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ το απόγευμα της 29ης Σεπτεμβρίου, αλλά παρέμειναν σε αδιέξοδο καθώς οι Δημοκρατικοί συνέχισαν να απαιτούν σημαντικές πρόσθετες δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη ως αντάλλαγμα για την ψήφο τους.

Ο Σούμερ δήλωσε στους δημοσιογράφους, βγαίνοντας από τον Λευκό Οίκο, ότι υπήρχαν «πολύ μεγάλες διαφορές στην υγειονομική περίθαλψη». Επεσήμανε ακόμη ότι ο Τραμπ μπορούσε να αποφύγει ένα κλείσιμο, αλλά εξακολουθούσαν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών.

Ο Τζέφρις τόνισε ότι οι Δημοκρατικοί αγωνίζονταν για να προστατεύσουν την υγειονομική περίθαλψη του αμερικανικού λαού και πρόσθεσε ότι δεν επρόκειτο να στηρίξουν ένα κομματικό ρεπουμπλικανικό νομοσχέδιο δαπανών που, όπως είπε, συνέχιζε να υπονομεύει την υγειονομική περίθαλψη των απλών Αμερικανών.

Οι Ρεπουμπλικανοί έχουν δηλώσει ότι μια προσωρινή δαπάνη επτά εβδομάδων δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο της διαδικασίας των πιστώσεων, η οποία απαιτεί συμφωνία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου για δώδεκα ξεχωριστά νομοσχέδια δαπανών.

Ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς διαφώνησε με τη χρήση της διαφωνίας γύρω από την πολιτική υγειονομικής περίθαλψης ως εργαλείο πίεσης στις συνομιλίες για το κλείσιμο, λέγοντας ότι αυτό ήταν «παράλογο». Ο ίδιος σημείωσε ότι οι Ρεπουμπλικανοί ήταν διατεθειμένοι να εργαστούν για την εξεύρεση λύσης στα ζητήματα της υγειονομικής περίθαλψης, αλλά όχι στην παρούσα φάση, υπογραμμίζοντας ότι «δεν κλείνεις την κυβέρνηση».

Ο Σούμερ ανέφερε ότι είχε καταθέσει κάποιες προτάσεις στους Ρεπουμπλικανούς ηγέτες, χωρίς όμως να διευκρινίσει ποιες ήταν αυτές. Αντίθετα, περιέγραψε τις συνέπειες της αδράνειας, όπως κλείσιμο αγροτικών νοσοκομείων, περικοπές στο Medicaid και σημαντική αύξηση των ασφαλίστρων υγειονομικής περίθαλψης για τους εργαζόμενους.

Οι Δημοκρατικοί έχουν επίσης ζητήσει την παράταση των ενισχυμένων φορολογικών πιστώσεων για ασφάλιση, που αποτελούν επιδοτήσεις της εποχής του COVID-19 για Αμερικανούς μεσαίου εισοδήματος οι οποίοι πληρώνουν για ασφάλιση υγείας μέσω του Affordable Care Act, γνωστού και ως Obamacare.

Οι ενισχυμένες αυτές πιστώσεις για περίπου 20 εκατομμύρια άτομα σε νοικοκυριά με εισόδημα άνω του τετραπλάσιου του ομοσπονδιακού ορίου φτώχειας λήγουν στις 31 Δεκεμβρίου.

Η ουσία της διαφωνίας είναι ότι οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να παραταθούν τα τρέχοντα επίπεδα δαπανών για τις επόμενες επτά εβδομάδες, ενώ το Κογκρέσο συνεχίζει να εργάζεται πάνω στα δώδεκα νομοσχέδια πιστώσεων που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης την επόμενη χρονιά. Οι Δημοκρατικοί, αντίθετα, επιθυμούν να προστεθούν νέες συμφωνίες δαπανών στο βραχυπρόθεσμο νομοσχέδιο, με στόχο την αντιμετώπιση αυτού που χαρακτήρισαν κρίση στην υγειονομική περίθαλψη.

Για να περάσει μια προσωρινή δαπάνη, οι Ρεπουμπλικανοί, που κατέχουν 53 έδρες στη Γερουσία, χρειάζονται τουλάχιστον επτά ψήφους από Δημοκρατικούς ή ανεξάρτητους γερουσιαστές.

Η Βουλή είχε εγκρίνει στις 19 Σεπτεμβρίου μια αποκαλούμενη «καθαρή» προσωρινή δαπάνη – ένα νομοσχέδιο που παρατείνει προσωρινά τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης στα τρέχοντα επίπεδα χωρίς προσθήκες – όμως το μέτρο απέτυχε στη Γερουσία με ψήφους 44 υπέρ και 48 κατά. Η γερουσιαστής Λίζα Μουρκόφσκι (R-Alaska) ενώθηκε με όλους τους Δημοκρατικούς και τους ανεξάρτητους που αντιτίθεντο, ενώ οκτώ Ρεπουμπλικανοί δεν ψήφισαν.

Ο διευθυντής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, Ράσσελ Βοτ, ανέφερε ότι ήταν διατεθειμένος να καθίσει στο τραπέζι με τους Δημοκρατικούς και να συνεργαστούν για ορισμένα από τα ζητήματα που ήθελαν να συζητήσουν, αναφέροντας συγκεκριμένα την παράταση των ενισχυμένων φορολογικών πιστώσεων για ασφάλιση.

Κατά την εμφάνισή του στην εκπομπή «Meet the Press» στις 28 Σεπτεμβρίου, ο Θιουν επέκρινε τους Δημοκρατικούς, παρατηρώντας ότι επιβράδυναν μια απλή προσωρινή δαπάνη. Επεσήμανε ότι επρόκειτο για μια απλή επταβδομαδιαία χρηματοδότηση που θα τους επέτρεπε να ακολουθήσουν μια κανονική διαδικασία πιστώσεων, και πρόσθεσε ότι προσπαθούσαν να κάνουν τα νομοσχέδια πιστώσεων με τον παλιό, παραδοσιακό τρόπο.

Το Κογκρέσο δεν έχει συμφωνήσει στα δώδεκα νομοσχέδια πιστώσεων από το 1997. Τις περισσότερες χρονιές, το Κογκρέσο καταφεύγει σε μια σειρά από βραχυπρόθεσμες προσωρινές δαπάνες κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, οι οποίες ακολουθούνται από ένα ενιαίο συνολικό νομοσχέδιο δαπανών που περιλαμβάνει όλες τις αποφάσεις και εγκρίνεται αργά μέσα στο ημερολογιακό έτος.

Κανένα νομοσχέδιο πιστώσεων δεν έχει περάσει και από τα δύο σώματα του Κογκρέσου φέτος.

Του Lawrence Wilson

Η DJI παραμένει στη «μαύρη λίστα» των κινεζικών στρατιωτικών εταιρειών

Η κινεζική εταιρεία κατασκευής μη επανδρωμένων αεροσκαφών DJI θα παραμείνει στη μαύρη λίστα του Πενταγώνου για κινεζικές εταιρείες που συνεργάζονται με τον στρατό του Πεκίνου, μετά την απόφαση ενός ομοσπονδιακού δικαστή της Ουάσιγκτον, ο οποίος στις 26 Σεπτεμβρίου απέρριψε την αγωγή της DJI που αμφισβητούσε τον χαρακτηρισμό αυτό.

Στην 49σέλιδη γνωμοδότησή του, ο περιφερειακός δικαστής των Ηνωμένων Πολιτειών Πολ Φρίντμαν έκρινε ότι η διαπίστωση του Πενταγώνου πως η DJI συμβάλλει στη βιομηχανική βάση άμυνας της Κίνας «υποστηρίζεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία», παρότι «δεν μπορεί να συμπεράνει» ότι η DJI «ανήκει έμμεσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας».

Ο Φρίντμαν έγραψε ότι «η DJI αναγνωρίζει πως η τεχνολογία της μπορεί και πράγματι χρησιμοποιείται σε στρατιωτικές συγκρούσεις, αλλά υποστηρίζει ότι οι πολιτικές της απαγορεύουν μια τέτοια χρήση. Το εάν οι πολιτικές της DJI απαγορεύουν στρατιωτική χρήση είναι άσχετο. Αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η τεχνολογία της DJI έχει τόσο σημαντική θεωρητική όσο και πραγματική στρατιωτική εφαρμογή».

Με άλλα λόγια, ο Φρίντμαν κατέληξε ότι το Πεντάγωνο είχε προσκομίσει επαρκή στοιχεία ώστε να χαρακτηρίσει τη DJI ως «συμβάλλοντα στη στρατιωτικο-πολιτική σύντηξη» στη βάση της κινεζικής αμυντικής βιομηχανίας.

Η DJI, ιδιωτική εταιρεία με έδρα την πόλη Σενζέν της νότιας Κίνας, πουλάει περισσότερα από τα μισά εμπορικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Οκτώβριο του 2024, κατέθεσε αγωγή κατά του Πενταγώνου, μετά την απόφαση του τελευταίου να την εντάξει, μαζί με πολλές άλλες κινεζικές εταιρείες, στη λίστα με τις «κινεζικές στρατιωτικές εταιρείες» που δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, βάσει του άρθρου 1260H του Νόμου Εθνικής Αμυντικής Εξουσιοδότησης του 2021.

Στην καταγγελία της, η DJI χαρακτήρισε την απόφαση του Πενταγώνου «παράνομη και εσφαλμένη» και υποστήριξε ότι «δεν ανήκει ούτε ελέγχεται από τον κινεζικό στρατό».

Ο Φρίντμαν εξήγησε ότι οι εταιρείες που περιλαμβάνονται στη λίστα του Πενταγώνου αποκλείονται από την πρόσβαση σε ορισμένες αμερικανικές επιχορηγήσεις, συμβάσεις, δάνεια και άλλα προγράμματα.

Ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες της απόφασης ήταν η αναγνώριση της DJI από τον κορυφαίο οικονομικό σχεδιαστή του κινεζικού καθεστώτος, την Εθνική Επιτροπή Ανάπτυξης και Μεταρρυθμίσεων (National Development and Reform Commission – NDRC), ως «Εθνικό Επιχειρηματικό Τεχνολογικό Κέντρο» (National Enterprise Technology Center – NETC). Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του δικαστή, οι κινεζικές εταιρείες που λαμβάνουν αυτόν τον χαρακτηρισμό επωφελούνται από «χρηματικές επιδοτήσεις», «ειδική οικονομική στήριξη» από το υπουργείο Επιστήμης και Τεχνολογίας της Κίνας και «μεγάλο αριθμό φορολογικών προνομίων».

Ο Φρίντμαν απέρριψε το επιχείρημα της DJI ότι το Πεντάγωνο δεν είχε προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι «επί του παρόντος λαμβάνει βοήθεια σε σχέση με τον χαρακτηρισμό NETC».

Έγραψε: «Λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό ιστορικό της DJI στη λήψη αυτών των άλλων μορφών βοήθειας από διάφορους κινεζικούς κρατικούς φορείς, είναι εύλογο να συναχθεί ότι η DJI λαμβάνει επίσης βοήθεια μέσω του προγράμματος NETC».

«Το γεγονός ότι η αναγνώριση NETC ενορχηστρώνεται από την NDRC—έναν θεσμό που έχει στενή σχέση με τον στρατιωτικό σχεδιασμό της Κίνας—είναι επαρκές για τους σκοπούς του άρθρου 1260H».

Ο δικαστής απέρριψε ορισμένες άλλες αιτιολογίες του Πενταγώνου για την ένταξη της DJI στη λίστα.

Για παράδειγμα, ο Φρίντμαν έγραψε ότι το Πεντάγωνο μπόρεσε να δείξει μόνο ότι μια κινεζική κρατική εταιρεία με το όνομα Chengtong «διαθέτει κάποιο αδιευκρίνιστο ποσοστό ιδιοκτησίας στην DJI», αλλά θα έπρεπε να παρέχει περισσότερα στοιχεία ώστε να αποδείξει ότι αυτή η ιδιοκτησία σημαίνει ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας κατέχει έμμεσα τον κινεζικό κατασκευαστή μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

Σε κατάθεση που έγινε τον Απρίλιο, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ είπε στον Φρίντμαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «εδώ και καιρό εκφράζουν σημαντικές ανησυχίες σχετικά με την απειλή για την εθνική ασφάλεια που θέτει η σχέση μεταξύ κινεζικών εταιρειών τεχνολογίας και του κινεζικού κράτους».

Σε δήλωση που εκδόθηκε την Παρασκευή, η DJI ανέφερε ότι ήταν απογοητευμένη από την απόφαση του δικαστή και ότι αξιολογεί τις νομικές της επιλογές. «Η απόφαση αυτή βασίστηκε σε μία μόνο αιτιολογία που εφαρμόζεται σε πολλές εταιρείες που ποτέ δεν έχουν ενταχθεί στη λίστα.»

Η κινεζική εταιρεία κατασκευής lidar Hesai Group κατέθεσε επίσης αγωγή κατά του Πενταγώνου τον Μάιο του 2024, αμφισβητώντας την ένταξή της στη λίστα. Τον Ιούλιο, ο Φρίντμαν αποφάσισε υπέρ της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά η Hesai έχει από τότε ασκήσει έφεση.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί ηγέτες σκληραίνουν τη στάση τους εν όψει συνάντησης με τον Τραμπ

Οι ηγέτες των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο επιμένουν στη θέση τους εν όψει κρίσιμης συνάντησης με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, με σκοπό να αποφευχθεί η πιθανότητα προσωρινού κλεισίματος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αυτήν την εβδομάδα, ενώ κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τυχόν αποτυχία στις διαπραγματεύσεις της 29ης Σεπτεμβρίου.

Ο Τραμπ συμφώνησε να συναντηθεί σήμερα με τους ηγέτες της Γερουσίας και της Βουλής και από τα δύο κόμματα, με την ελπίδα να επιτευχθεί συμφωνία για την ψήφιση προσωρινού νομοσχεδίου χρηματοδότησης, ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί η κυβέρνηση μέχρι να εγκριθεί ένας μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός.

Οι Δημοκρατικοί δηλώνουν ότι οι Ρεπουμπλικανοί πρέπει να συμφωνήσουν στην παράταση συγκεκριμένων φορολογικών επιδοτήσεων για την αγορά ασφάλισης μέσω του Νόμου για Προσιτή Περίθαλψη (γνωστού και ως Obamacare), οι οποίες θεσπίστηκαν το 2021 στο πλαίσιο του Αμερικανικού Σχεδίου Διάσωσης και λήγουν στο τέλος του έτους.

Οι Ρεπουμπλικανοί απαντούν ότι η συζήτηση για τις φορολογικές επιδοτήσεις μπορεί να γίνει μετά την ψήφιση του προσωρινού νομοσχεδίου που θα κρατήσει βραχυπρόθεσμα «ζωντανή» τη λειτουργία της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι ο Νόμος για Προσιτή Περίθαλψη βρίθει από «σπατάλες, απάτες και καταχρήσεις».

Ο ηγέτης της πλειοψηφίας στη Γερουσία Τζον Θιουν (R-S.D.) δήλωσε, στις 27 Σεπτεμβρίου, ότι το προσωρινό κλείσιμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης είναι «αποκλειστικά θέμα των Δημοκρατικών».

«Η απόφαση είναι δική τους», είπε. «Κατά την κρίση μου, αυτήν τη στιγμή η απόφαση ανήκει σε μερικούς Δημοκρατικούς. Χρειαζόμαστε οκτώ Δημοκρατικούς για να το περάσουμε από τη Γερουσία, κάτι που δεκατρείς φορές τα τελευταία τέσσερα χρόνια, όταν οι Δημοκρατικοί είχαν την πλειοψηφία και ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν βρισκόταν στον Λευκό Οίκο, οι Ρεπουμπλικανοί βοήθησαν τους Δημοκρατικούς να το κάνουν».

Πρόσθεσε ότι οι φορολογικές πιστώσεις δεν λήγουν πριν το τέλος του έτους και ότι οι Δημοκρατικοί πρέπει να «απελευθερώσουν τον όμηρο», δηλαδή να σταματήσουν να μπλοκάρουν το προσωρινό νομοσχέδιο προτού συζητήσουν για την υγειονομική περίθαλψη.

«Αυτό το συγκεκριμένο πρόγραμμα χρειάζεται απεγνωσμένα μεταρρύθμιση. Είναι γεμάτο με σπατάλες, απάτες και καταχρήσεις, επομένως θα πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις αν αναλάβουμε δράση εκεί», δηλώσε ο Θιουν. «Αλλά πιστεύω ότι υπάρχει πιθανότητα λύσης».

Ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ (D-N.Y.) είπε ότι η παράταξή του πιέζει για συνάντηση και «πραγματική διαπραγμάτευση» με τον Τραμπ παρόντα, σημειώνοντας: «Χρειαζόμαστε τον πρόεδρο ως μέρος της διαδικασίας».

«Χρειαζόμαστε τον πρόεδρο της Βουλής Τζόνσον· να καθίσουμε οι τέσσερις ηγέτες και ο πρόεδρος», είπε στις 28 Σεπτεμβρίου, αναφερόμενος στον πρόεδρο της Βουλής Μάικ Τζόνσον (R-La.) και στη συνάντηση με τον Τραμπ που έχει οριστεί για τις 29 Σεπτεμβρίου στις 14:00 (τοπική ώρα).

Ο Σούμερ τόνισε ότι οι Δημοκρατικοί εστιάζουν στην υγειονομική περίθαλψη.

«Τα αγροτικά νοσοκομεία κλείνουν. Οι άνθρωποι θα λάβουν ειδοποιήσεις για αυξήσεις 4.000 δολαρίων τον χρόνο στα ασφάλιστρά τους. Η δουλειά μας είναι να εκπροσωπούμε τον αμερικανικό λαό», είπε. «Μέχρι στιγμής έχουν μπλοκάρει και έχουν πει ότι δεν θα συζητήσουν τίποτα από αυτά· θα δούμε αν αυτό αλλάξει».

Ο Τζόνσον είπε ότι ο Τραμπ είναι πάντα ανοιχτός σε συνομιλίες αλλά θέλει να «λειτουργεί καλή τη πίστει, γι’ αυτό αποφάσισε να μας φέρει όλους μαζί».

«Θέλει να μιλήσει με τον Τσακ Σούμερ και τον Χακίμ Τζέφρις και να προσπαθήσει να τους πείσει να ακολουθήσουν την κοινή λογική και να κάνουν το σωστό για τον αμερικανικό λαό», δήλωσε ο Τζόνσον στις 28 Σεπτεμβρίου. «Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι το μόνο που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να κερδίσουμε λίγο χρόνο».

Ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Βουλή Χακίμ Τζέφρις (D-N.Y.) είπε σε δήλωσή του ότι οι διαπραγματεύσεις θα εξαρτηθούν από το αν θα «βρεθεί μια λύση για να διορθωθεί πραγματικά το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης που οι Ρεπουμπλικανοί έχουν καταστρέψει, προς όφελος όλων», αναφερόμενος στις φορολογικές πιστώσεις που λήγουν και στις περικοπές στο Medicaid που περιλαμβάνονταν στο «Ένα Μεγάλο Όμορφο Νομοσχέδιο» του Τραμπ.

Ο Τζόνσον χαρακτήρισε τη δήλωση «εντελώς παράλογη».

«Οι επιδοτήσεις του Νόμου για Προσιτή Περίθαλψη είναι ένα πολιτικό ζήτημα που πρέπει να αποφασιστεί έως το τέλος του έτους, στις 31 Δεκεμβρίου», είπε ο Τζόνσον. «Όχι τώρα, την ώρα που προσπαθούμε απλώς να κρατήσουμε ανοιχτή την κυβέρνηση ώστε να έχουμε όλες αυτές τις συζητήσεις».

Ο δημοσιογράφος του CNN Τζέηκ Τάπερ ρώτησε τον Τζόνσον σχετικά με ειδικούς υγείας που υποστηρίζουν ότι τα ασφάλιστρα των Αμερικανών θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και 75% – από τον Οκτώβριο κιόλας – αν δεν παραταθούν οι επιδοτήσεις του Νόμου για Προσιτή Περίθαλψη, και τον πίεσε να απαντήσει αν «ανησυχεί μήπως οι πολίτες κατηγορήσουν τους Ρεπουμπλικανούς για το αυξημένο κόστος της ασφάλισης».

«Όχι, δεν είναι ειλικρινείς σε αυτό», απάντησε ο Τζόνσον. «Το πρόγραμμα δεν λήγει πριν το τέλος Δεκεμβρίου, επομένως έχουμε χρόνο να κάνουμε όλες αυτές τις συζητήσεις και διαπραγματεύσεις».

Με τη συμβολή του Lawrence Wilson

Τραμπ: Εξαγγελία ανάπτυξης στρατού στο Πόρτλαντ για καταστολή ταραχών

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέταξε την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων στο Πόρτλαντ του Όρεγκον, ως απάντηση στην κλιμάκωση των επεισοδίων έξω από ομοσπονδιακές εγκαταστάσεις μεταναστευτικής πολιτικής, δεσμευόμενος να χρησιμοποιήσει «πλήρη ισχύ, αν χρειαστεί» κατά όσων χαρακτήρισε εγχώριους τρομοκράτες.  

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social στις 27 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ ανέφερε: «Κατόπιν αιτήματος της υπουργού Εσωτερικής Ασφάλειας, Κρίστι Νοεμ, δίνω εντολή στον υπουργό Πολέμου, Πιτ Χέγκσεθ, να παράσχει όσα στρατεύματα χρειαστούν για την προστασία του Πόρτλαντ, που έχει μετατραπεί σε εμπόλεμη ζώνη, καθώς και κάθε εγκατάστασης της ICE που βρίσκεται υπό πολιορκία από την Αντίφα και άλλους εγχώριους τρομοκράτες. Εγκρίνω επίσης τη χρήση πλήρους ισχύος, εφόσον χρειαστεί».  

Η ανακοίνωση ακολουθεί το εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ στις 22 Σεπτεμβρίου, με το οποίο χαρακτηρίζεται η Αντίφα ως οργάνωση εγχώριας τρομοκρατίας.

Στο ίδιο διάταγμα, η ομάδα περιγράφεται ως «μιλιταριστική, αναρχική οργάνωση που επιδιώκει την ανατροπή της κυβέρνησης των ΗΠΑ», ενώ οι υποστηρικτές της κατηγορούνται για ένοπλες συμπλοκές με την αστυνομία, βίαιες επιθέσεις σε στελέχη της μεταναστευτικής υπηρεσίας και συντονισμένες ταραχές.

Παρότι πρόκειται για την πρώτη επίσημη απόδοση του χαρακτηρισμού «τρομοκρατική οργάνωση» στην Αντίφα, αναμένεται νομική αμφισβήτηση, δεδομένων των συνταγματικών προστασιών της Πρώτης Τροπολογίας που παραδοσιακά περιορίζουν τη δυνατότητα της κυβέρνησης να απαγορεύσει εγχώριες εξτρεμιστικές ομάδες.  

Τον Ιούλιο, η υπουργός Νοεμ είχε δηλώσει ότι οι επιθέσεις σε στελέχη της ICE σημειώνουν εκρηκτική αύξηση, αποδίδοντας το φαινόμενο σε διαδικτυακές καμπάνιες στοχοποίησης (doxing) που οργανώνονται από αναρχικούς και κύκλους της Αντίφα στο Πόρτλαντ.

Όπως τόνισε: «Αυτοί οι εγκληματίες τάσσονται στο πλευρό αδίστακτων καρτέλ και δουλεμπόρων. Δεν θα το ανεχτούμε στην Αμερική».  

Στις 22 Σεπτεμβρίου, η υφυπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Τρίσια ΜακΛάφλιν γνωστοποίησε ότι οι απειλές και η βία κατά των στελεχών της ICE έχουν ενταθεί, σημειώνοντας αύξηση των επιθέσεων κατά 1.000%, ενώ στο στόχαστρο τοποθετούνται πλέον και μέλη των οικογενειών τους.  

Η εγκατάσταση της ICE στο Πόρτλαντ αποτελεί συχνό σημείο διαδηλώσεων που αρκετές φορές κλιμακώνονται σε έκτροπα, με τραυματισμούς ομοσπονδιακών πρακτόρων και απαγγελία κατηγοριών για επίθεση εναντίον διαδηλωτών.

Νωρίτερα μέσα στον μήνα, διαδηλωτές τοποθέτησαν μια γκιλοτίνα έξω από τις εγκαταστάσεις, κίνηση που το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας χαρακτήρισε «παρανοϊκή συμπεριφορά».  

Οι αρχές του Πόρτλαντ συγκρούονται με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχετικά με τις εγκαταστάσεις της ICE, εκδίδοντας ειδοποίηση για πολεοδομική παράβαση σε βάρος του ομοσπονδιακού κράτους με την κατηγορία της παράνομης κράτησης ατόμων κατά τη διάρκεια της νύχτας, κάτι που αντίκειται στους κανονισμούς. Βάσει της πολιτικής προστασίας μεταναστών της Πολιτείας του Όρεγκον, η τοπική αστυνομία δεν εφαρμόζει τους ομοσπονδιακούς νόμους περί μετανάστευσης.  

Αρχές Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ είχε υπονοήσει ότι το Πόρτλαντ ίσως είναι μια από τις επόμενες πόλεις όπου θα αναπτυχθούν ομοσπονδιακές δυνάμεις λόγω της έξαρσης της εγκληματικότητας και ταραχών, δηλώνοντας σε συνέντευξη Τύπου: «Το Πόρτλαντ… Δεν μπορεί να πιστέψει κανείς τι συμβαίνει εκεί. Καταστρέφεται η πόλη».  

Απαντώντας στις δηλώσεις Τραμπ, ο δήμαρχος του Πόρτλαντ Κιθ Γουίλσον σχολίασε: «Όπως και άλλοι δήμαρχοι ανά τη χώρα, ούτε ζήτησα ούτε χρειάζομαι ομοσπονδιακή παρέμβαση. Είμαστε υπερήφανοι που η αστυνομία του Πόρτλαντ έχει καταφέρει να προστατεύσει την ελευθερία της έκφρασης, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τις, κατά καιρούς, βίαιες πράξεις και φθορές που σημειώνονται στις διαδηλώσεις γύρω από τις εγκαταστάσεις της ICE. Περιμένουμε ότι το συγκεκριμένο σημείο θα παραμείνει επίκεντρο κινητοποιήσεων. Το Πόρτλαντ θα ανταποκριθεί εκ νέου στη συγκυρία ως περήφανη πόλη-καταφύγιο, χρησιμοποιώντας όλα τα νόμιμα μέσα για να υπερασπιστεί την τοπική κοινωνία και τα δικαιώματά μας».  

Πρόσφατα, ο Τραμπ επιβεβαίωσε στο Οβάλ Γραφείο πως βρίσκεται σε εξέλιξη συγκεκριμένη επιχείρηση για το Πόρτλαντ, δηλώνοντας: «Θα πάμε εκεί και θα κάνουμε μια μεγάλη επέμβαση εναντίον αυτών των ανθρώπων στο Πόρτλαντ», αποκαλώντας τους διαδηλωτές επαγγελματίες ταραξίες και αναρχικούς.  

Έχοντας ήδη αναπτύξει δυνάμεις στο Λος Άντζελες και ομοσπονδιακές υπηρεσίες στην Ουάσινγκτον, ο Τραμπ έχει απειλήσει με αποστολή στρατευμάτων και σε άλλες πόλεις, όπως η Βαλτιμόρη, το Σικάγο, το Μέμφις και η Νέα Ορλεάνη, στο πλαίσιο ευρύτερης προσπάθειας για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας στα αστικά κέντρα.

Ντόναλντ Τραμπ: «Πιστεύω πως έχουμε μια συμφωνία για τη Γάζα»

«Πιστεύω πως έχουμε μια συμφωνία» στη Γάζα, δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος παρουσίασε αυτή την εβδομάδα ένα νέο ειρηνευτικό σχέδιο σε μουσουλμάνους ηγέτες, όπως και στον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου.

«Θα είναι μια συμφωνία που θα φέρει πίσω τους ομήρους. Θα είναι μια συμφωνία που θα τερματίσει τον πόλεμο», υποσχέθηκε ο Αμερικανός πρόεδρος από τον Λευκό Οίκο, κατά τη διάρκεια μιας συνομιλίας με δημοσιογράφους προτού αναχωρήσει από τον Λευκό Οίκο για να παραστεί στο τουρνουά γκολφ Ryder Cup στη Νέα Υόρκη. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν υπεισήλθε σε λεπτομέρειες.

Την ώρα που ηγέτες της διεθνούς κοινότητας συναντώνται στα Ηνωμένα Έθνη, στη Νέα Υόρκη, αυτή την εβδομάδα, οι ΗΠΑ παρουσίασαν ένα ειρηνευτικό σχέδιο είκοσι ενός σημείων για τη Μέση Ανατολή, που στοχεύει στον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς.

Η πρόταση κυκλοφόρησε την Τρίτη μεταξύ αξιωματούχων από τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Τουρκία, την Ινδονησία και το Πακιστάν, σύμφωνα με τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ Στηβ Γουίτκοφ.

Ο Τραμπ, που παραμένει ο στενότερος σύμμαχος του Ισραήλ στη διεθνή σκηνή, είπε πως μίλησε χθες με εκπροσώπους από διάφορα κράτη της Μέσης Ανατολής, όπως επίσης και με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Κατηγορείται ο πρώην διευθυντής του FBI Τζέημς Κόμεϋ

Στις 25 Σεπτεμβρίου, οι ένορκοι του ομοσπονδιακού δικαστηρίου επέστρεψαν κατηγορητήριο με δύο κατηγορίες κατά του πρώην διευθυντή του FBI Τζέημς Κόμεϋ, κατηγορώντας τον για ψευδή δήλωση ενώπιον του Κογκρέσου και παρεμπόδιση σε ποινική υπόθεση.

Η δίωξη ασκήθηκε στο Ομοσπονδιακό Περιφερειακό Δικαστήριο της Ανατολικής Περιφέρειας της Βιρτζίνια, όπως ανακοίνωσε την Πέμπτη το γραφείο του ομοσπονδιακού εισαγγελέα. Οι κατηγορίες σχετίζονται με κατάθεση που έδωσε ο Κόμεϋ σε ακρόαση της Γερουσίας τον Σεπτέμβριο του 2020. Ο πρώην αξιωματούχος του FBI έχει δηλώσει αθώος ως απάντηση στο κατηγορητήριο. Ακολουθούν τα βασικά σημεία.

Γιατί διώκεται ο Κόμεϋ;  

Η δίωξη του Κόμεϋ σχετίζεται με κατάθεσή του ενώπιον της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Γερουσίας στις 30 Σεπτεμβρίου 2020. Οι λεπτομέρειες προκύπτουν από το κατηγορητήριο που κατατέθηκε την Πέμπτη.

Τρία πρόσωπα στο σχετικό έγγραφο αναφέρονται μόνο με αριθμούς. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Κόμεϋ υποστήριξε κατά την ακρόαση πως δεν είχε εξουσιοδοτήσει κανέναν άλλον στο FBI να διαρρεύσει ανώνυμα πληροφορίες σε δημοσιογράφους σχετικά με έρευνα του FBI για το «Πρόσωπο 1». Το υπουργείο Δικαιοσύνης υποστηρίζει ότι ο Κόμεϋ γνώριζε πως η δήλωσή του ήταν ψευδής.

Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης ακρόασης, ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ ανέκρινε τον Κόμεϋ αναφορικά με πολιτικά ευαίσθητες έρευνες υπό τη διεύθυνσή του στο FBI, μεταξύ των οποίων η υπόθεση της πρώην υπουργού Εξωτερικών Χίλαρυ Κλίντον σχετικά με τη χρήση ιδιωτικού διακομιστή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και η διερεύνηση των καταγγελιών περί συμπαιγνίας της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ με τη Ρωσία.

Ο Κρουζ ρώτησε τον Κόμεϋ σχετικά με προηγούμενη κατάθεσή του προς τον πρόεδρο της Επιτροπής Δικαιοσύνης, Τσακ Γκράσλεϋ, όπου ο Κόμεϋ είχε διαβεβαιώσει πως ποτέ δεν ενήργησε ως ανώνυμη πηγή ούτε έδωσε τέτοια εξουσιοδότηση, για τις υποθέσεις Κλίντον ή Τραμπ. Στην ακρόαση του 2020, ο Κόμεϊ επανέλαβε τις θέσεις του, τις οποίες όμως το υπουργείο Δικαιοσύνης θεωρεί ψευδείς.

Ποιες είναι οι κατηγορίες;

Ο Κόμεϋ αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες σχετικές με τη μαρτυρία του στις 30 Σεπτεμβρίου 2020. Η πρώτη αφορά το άρθρο 1001 του Ποινικού Κώδικα των ΗΠΑ, που επιτρέπει την άσκηση δίωξης σε όποιον προβεί σε ουσιωδώς ψευδή, πλασματική ή δόλια δήλωση προς αξιωματούχους του εκτελεστικού, νομοθετικού ή δικαστικού κλάδου.

Στην περίπτωση αυτή, ο Κόμεϋ κατηγορείται ότι έκανε ψευδείς δηλώσεις προς το νομοθετικό σώμα, καθώς το υπουργείο Δικαιοσύνης υποστηρίζει ότι είχε εξουσιοδοτήσει τρίτο πρόσωπο να λειτουργήσει ως ανώνυμη πηγή για τις συγκεκριμένες υποθέσεις.

Η δεύτερη κατηγορία, βάσει του άρθρου 1505 του ίδιου κώδικα που αφορά την παρεμπόδιση, σχετίζεται επίσης με τη μαρτυρία στη Γερουσία. Εδώ το κατηγορητήριο υποστηρίζει ότι ο Κόμεϋ, με δόλο, αποπειράθηκε να επηρεάσει και να παρακωλύσει το έργο της Επιτροπής Δικαιοσύνης με ψευδείς και παραπλανητικές δηλώσεις.

Εξωτερική άποψη του Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Άλμπερτ Β. Μπράιαν στις 25 Σεπτεμβρίου 2025 στην Αλεξάνδρεια της Βιρτζίνια. Ο πρώην διευθυντής του FBI Τζέημς Κόμεϋ κατηγορήθηκε από ένα μεγάλο δικαστήριο της Βιρτζίνια για ψευδή δήλωση και παρεμπόδιση κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του στο Κογκρέσο το 2020. (Alex Wong/Getty Images)

 

Απόρριψη μίας κατηγορίας από ενόρκους

Μία επιπλέον κατηγορία που πρότεινε η Εισαγγελία απορρίφθηκε από τους ενόρκους. Σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα, οι εισαγγελείς προσπάθησαν να προσθέσουν μια κατηγορία βάσει του άρθρου 1001, που ισχυριζόταν πως ο Κόμεϋ, ψευδώς ενώπιον γερουσιαστή, ως προς το αν είχε ενημερωθεί για έγκριση σχεδίου από το «Πρόσωπο Ι» σχετικά με το «Πρόσωπο ΙΙ» και τις εκλογές του 2016, ισχυρίστηκε πως δεν θυμόταν κάτι τέτοιο.

Η κατηγορία αυτή πιθανόν σχετιζόταν με αξιολόγηση της CIA, που είχε αποκαλύψει πως η Χίλαρι Κλίντον είχε εγκρίνει ένα σχέδιο ώστε να δυσφημίσει τον Τραμπ διασυνδέοντάς τον με τη Ρωσία.

Παρότι ο Κόμεϋ δήλωσε άγνοια, αποχαρακτηρισμένο έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών τον Οκτώβριο του 2020 αμφισβήτησε τον ισχυρισμό του.

Σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς κανόνες, μία κατηγορία απορρίπτεται αν τουλάχιστον 12 από τους 16 ενόρκους κρίνουν ότι δεν υπάρχει επαρκής ένδειξη για περαιτέρω δίωξη.

Σε βίντεο που ανήρτησε στο Instagram, ο Κόμεϋ απάντησε στο κατηγορητήριο, τονίζοντας πως είναι αθώος και δηλώνοντας έτοιμος να υπερασπιστεί τον εαυτό του στο δικαστήριο. Όπως σημείωσε: «Δεν φοβάμαι. Έχει ραγίσει η καρδιά μου για το υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στο ομοσπονδιακό δικαστικό σύστημα και είμαι αθώος. Ας γίνει η δίκη. Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου».

Δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων

Κυβερνητικά στελέχη σχολίασαν πως το κατηγορητήριο καταδεικνύει ότι «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου».

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χαιρέτισε την εξέλιξη με ανάρτηση στο Truth Social: «Δικαιοσύνη στην Αμερική. Ένα από τα χειρότερα άτομα που έχει γνωρίσει η χώρα μας είναι ο Τζέημς Κόμεϋ,  διεφθαρμένος πρώην επικεφαλής του FBI. Σήμερα κατηγορήθηκε για δύο κακουργήματα λόγω διαφόρων παράνομων και παράτυπων πράξεων. Έκανε τεράστια ζημιά στη χώρα μας για πολύ καιρό και τώρα ξεκινά η διαδικασία απόδοσης ευθυνών για τα εγκλήματά του κατά του έθνους».

Σε ανάρτησή της στο X, η υπουργός Δικαιοσύνης Πάμποντι υπογράμμισε: «Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου. Το σημερινό κατηγορητήριο αποδεικνύει τη δέσμευση του υπουργείου Δικαιοσύνης να λογοδοτήσουν όσοι καταχρώνται αξιώματα, παραπλανώντας τον αμερικανικό λαό. Θα ακολουθήσουμε τα στοιχεία στην υπόθεση αυτή».

Αντίστοιχα, ο διευθυντής του FBI Κας Πατέλ δήλωσε σε ανάρτησή του στο X: «Για πολύ καιρό, η προηγούμενη διεφθαρμένη ηγεσία και οι συνεργοί της εργαλειοποίησαν τις ομοσπονδιακές διωκτικές αρχές, υπονομεύοντας ιστορικά υπερήφανους θεσμούς και διαβρώνοντας βαθιά την εμπιστοσύνη του κοινού. Η πολιτική εργαλειοποίηση έφτασε στο αποκορύφωμά της κατά τη σκευωρία ‘Russiagate’, ένα ντροπιαστικό κεφάλαιο που συνεχίζουμε να ερευνούμε και να αποκαλύπτουμε. Όλοι – και ειδικά όσοι κατέχουν θέσεις ισχύος – θα λογοδοτήσουν, ανεξαρτήτως θέσης. Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου».

Τραμπ: Πιθανή άρση κυρώσεων για την Τουρκία 

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υποδέχτηκε τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στον Λευκό Οίκο στις 25 Σεπτεμβρίου για να συζητήσουν μια συμφωνία με την Boeing και άλλα ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της μακροχρόνιας διαμάχης για την αγορά από την Τουρκία ενός ρωσικού συστήματος αντιαεροπορικής άμυνας.

«Κάνουμε πολλές εμπορικές συναλλαγές με την Τουρκία, και θα συνεχίσουμε», δήλωσε ο Τραμπ στην αρχή της διμερούς του συνάντησης με τον Ερντογάν. «Φτιάχνουν εξαιρετικά προϊόντα – πραγματικά φανταστικοί κατασκευαστές», προσθέτοντας ότι θα συζητηθεί και το ενδεχόμενο να αγοράσει η Τουρκία αεροσκάφη F-16 και F-35.

Η απόφαση της Τουρκίας, το 2019, να αγοράσει το ρωσικό σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας S-400 οδήγησε σε αμερικανικές κυρώσεις κατά της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας βάσει του Νόμου για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής μέσω Κυρώσεων (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) και στην απομάκρυνσή της από το πρόγραμμα F-35.

Στο ερώτημα για την άρση των κυρώσεων, ο Τραμπ είπε ότι και οι δύο πλευρές είχαν τις δικές τους απαιτήσεις και φάνηκε αισιόδοξος για πιθανή συμφωνία.

Ο Ερντογάν και η αντιπροσωπεία του πέρασαν περίπου δύο ώρες στον Λευκό Οίκο. Μετά τη συνάντηση, ο Τραμπ είπε στους δημοσιογράφους ότι η συνάντηση πήγε «υπέροχα». Αργότερα, στο Οβάλ Γραφείο, κατά την υπογραφή εκτελεστικών διαταγμάτων, ο Τραμπ ανέφερε ότι αυτός και ο Ερντογάν είχαν μια «πολύ καλή συζήτηση» για τις αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού, χωρίς όμως να αποκαλύψει λεπτομέρειες.

Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία και ειδικός απεσταλμένος για τη Συρία Τομ Μπάρακ είπε επίσης στους δημοσιογράφους ότι η συμφωνία με την Boeing έχει οριστικοποιηθεί. Σε πρόσφατη συνέντευξη, ο πρόεδρος της Turkish Airlines Αχμέτ Μπολάτ επιβεβαίωσε ότι η αεροπορική εταιρεία εξετάζει την παραγγελία 250 αεροσκαφών Boeing. Η συμφωνία θα σηματοδοτούσε μια σημαντική επέκταση για τον εθνικό αερομεταφορέα της χώρας, ο οποίος σήμερα διαθέτει στόλο 485 αεροπλάνων.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι αυτός και ο Ερντογάν μίλησαν επίσης με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου και άλλους ηγέτες της Μέσης Ανατολής, λέγοντας ότι σύντομα θα μπορούσαν να αναμένονται σημαντικές εξελίξεις.

Ο Τραμπ ανέφερε ότι βρίσκονται κοντά σε συμφωνία για τη Γάζα και ίσως ακόμη και σε μια ειρηνευτική εξέλιξη.

Δυναμική Τραμπ–Ερντογάν

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ σημείωσε ότι ο Ερντογάν παρέμεινε φίλος καθ’ όλη τη διάρκεια της προηγούμενης διοίκησης, ότι ακόμη και όταν ο ίδιος βρισκόταν εκτός εξουσίας, ο Ερντογάν παρέμεινε φίλος του, κάτι που θεωρεί δείγμα αληθινής φιλίας.

«Είμαι πολύ ευχαριστημένος που βρίσκομαι εδώ με τους συναδέλφους και φίλους μου», απάντησε ο Ερντογάν, σημειώνοντας ότι ανυπομονεί για μια «διεξοδική συζήτηση» σχετικά με τα F-35, τα F-16 και την υπόθεση της Halkbank –αναφερόμενος σε απόφαση αμερικανικού δικαστηρίου που έκρινε ότι η τουρκική τράπεζα μπορεί να διωχθεί επειδή φέρεται να βοήθησε το Ιράν να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Τραμπ αστειεύτηκε ότι ο Τούρκος πρόεδρος είναι «πολύ ισχυρογνώμων».

Ο Τραμπ είπε αστειευόμενος ότι παρότι συνήθως δεν του αρέσουν οι ισχυρογνώμονες άνθρωποι, ο ίδιος πάντα εκτιμά τον Ερντογάν, αν και τον χαρακτήρισε «σκληρό».

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στη συνάντηση με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Οβάλ Γραφείο. Λευκός Οίκος, Ουάσιγκτον, 25 Σεπτεμβρίου 2025. (Saul Loeb/AFP μέσω Getty Images)

 

Η σχέση του Τραμπ με τον Ερντογάν έχει αλλάξει σημαντικά από το 2018, όταν η Ουάσιγκτον πίεσε για την απελευθέρωση του Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον, μετά από δύο χρόνια κράτησής του στην Τουρκία. Η Τουρκία απελευθέρωσε τον Μπράνσον ύστερα από την απειλή του Τραμπ να επιβάλει σημαντικές κυρώσεις στην Άγκυρα. Έναν χρόνο αργότερα, ο Τραμπ έστειλε στον Ερντογάν μια δημόσια επιστολή προειδοποιώντας ότι θα μπορούσε να «καταστρέψει» την οικονομία της Τουρκίας αν η Άγκυρα δεν σταματούσε την στρατιωτική της επιχείρηση στη βόρεια Συρία. Έκτοτε, οι σχέσεις των δύο ηγετών βελτιώθηκαν σταθερά.

Ο Τραμπ αναφέρθηκε σε εκείνη την υπόθεση κατά τη συνάντηση, σημειώνοντας ότι δεν έχει ξεχάσει ότι ο Ερντογάν απελευθέρωσε τον πάστορα Μπράνσον, ο οποίος σήμερα είναι υγιής και ευτυχισμένος, όπως ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Οι τουρκικές αγορές ρωσικού πετρελαίου 

Ο Τραμπ έχει επικρίνει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ επειδή συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, παρά την έντονη αντίθεσή τους στον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία. Τον Αύγουστο, η Τουρκία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων μετά την Κίνα και την Ινδία, σύμφωνα με το Center for Research on Energy and Clean Air.

Σε ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 22 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ επέκρινε ξανά τους συμμάχους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ ότι «χρηματοδοτούν τον πόλεμο εναντίον τους».

Κατά τη συνάντηση, ο Τραμπ υπογράμμισε τους ισχυρούς δεσμούς του Ερντογάν με τη Ρωσία και την Ουκρανία και την επιρροή του σε όλη τη Μέση Ανατολή, σημειώνοντας ότι αυτές οι σχέσεις είναι κρίσιμες για την επίλυση συγκρούσεων στην περιοχή.

Μετά τη συνάντηση, ο Τραμπ εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ο Ερντογάν θα πράξει το σωστό και θα μειώσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Αυστηρά μέτρα ασφαλείας

Ο Ερντογάν διέμεινε στο Blair House, την επίσημη κατοικία φιλοξενούμενων του προέδρου, που βρίσκεται απέναντι από τον Λευκό Οίκο. Πριν από την άφιξή του, όλοι οι δρόμοι που οδηγούν στον Λευκό Οίκο αποκλείστηκαν με αυστηρά μέτρα ασφαλείας, παρόμοια με αυτά που είχαν ληφθεί κατά τη συνάντηση Νετανιάχου-Τραμπ τον Ιούλιο. Δεν επιτράπηκαν διαδηλωτές κοντά στον Λευκό Οίκο.

Ο Ερντογάν αντιμετωπίζει αυξανόμενη διεθνή πίεση μετά τη σύλληψη και την αποπομπή του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, γεγονός που προκάλεσε μαζικές διαδηλώσεις στην Τουρκία με δεκάδες χιλιάδες πολίτες να βγαίνουν στους δρόμους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών καταδίκασαν την καταστολή, λέγοντας ότι ο πολιτικός ανταγωνισμός δεν πρέπει να διεξάγεται μέσω της δικαιοσύνης.

Αν και η Τουρκία είναι σύμμαχος του ΝΑΤΟ, το Κογκρέσο των ΗΠΑ «παραμένει εχθρικό προς τους δεσμούς της Τουρκίας με τη Ρωσία και το ιστορικό της σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων», έγραψε η Ασλί Αϊντιντασμπάς, συνεργάτις στο Brookings Institution, σε πρόσφατη έκθεση.

Οι συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ για τη Γάζα και τη Συρία αποτελούν επίσης πρόκληση για την αμερικανική πολιτική στην περιοχή, πρόσθεσε.

Παρά τις διαφορές τους, η Άγκυρα και η Ουάσιγκτον επιδιώκουν γενικά παρόμοιους στόχους στη Συρία. Μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τουρκία έχουν έρθει πιο κοντά στους βασικούς τους στόχους στη Συρία, με τον Μπάρακ να λειτουργεί ως βασικός συντονιστής, σύμφωνα με την Αϊντιντασμπάς.

«Όπως και η Άγκυρα, ο Μπάρακ έχει αποδεχθεί το μετα-Άσαντ καθεστώς στη Δαμασκό, με επικεφαλής τον προσωρινό πρόεδρο Άχμαντ Αλ Σάρα· υποστηρίζει την ιδέα μιας ενωμένης Συρίας· και γενικά αποδέχεται την ενσωμάτωση των Σύρων Κούρδων που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ, των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, στον συριακό στρατό – αν και με μεγαλύτερη τοπική αυτονομία απ’ ό,τι θα προτιμούσε η Άγκυρα», ανέφερε.

Ο Τραμπ υπογράφει υπόμνημα για την αντιμετώπιση της εγχώριας τρομοκρατίας και της οργανωμένης πολιτικής βίας

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε την Πέμπτη υπόμνημα για την καταπολέμηση της εγχώριας τρομοκρατίας και οργανωμένης πολιτικής βίας.

Ο αναπληρωτής προσωπάρχης του Λευκού Οίκου για θέματα πολιτικής, Στήβεν Μίλλερ, παρουσίασε το έγγραφο στον Τραμπ κατά τη διάρκεια εκδήλωσης υπογραφής στο Οβάλ Γραφείο, λέγοντας ότι η εκτελεστική αυτή πράξη σηματοδοτεί «την πρώτη φορά στην αμερικανική ιστορία που υπάρχει μια συνολική κυβερνητική προσπάθεια να εξαρθρωθεί η τρομοκρατία της αριστεράς, να εξαρθρωθεί η Αντίφα».

Η κίνηση αναμένεται να βασιστεί σε εκτελεστικό διάταγμα που υπέγραψε ο Τραμπ στις 22 Σεπτεμβρίου, το οποίο ορίζει την Αντίφα ως εγχώρια τρομοκρατική οργάνωση.

Ο Τραμπ απέδωσε την εκτελεστική πράξη στην αύξηση της βίας της αριστεράς σε όλη τη χώρα, μετά τη δολοφονία του συντηρητικού πολιτικού σχολιαστή Τσάρλι Κερκ στις 10 Σεπτεμβρίου. Οι καταγγελίες κλιμακώθηκαν έπειτα από την ένοπλη επίθεση της 24ης Σεπτεμβρίου σε εγκατάσταση της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE) στο Ντάλλας, η οποία άφησε έναν νεκρό και δύο τραυματίες. Σφαίρες που βρέθηκαν στη σκηνή περιείχαν μηνύματα κατά της ICE. Και τα τρία θύματα της επίθεσης ήταν κρατούμενοι της εγκατάστασης, ενώ κανένας αστυνομικός δεν τραυματίστηκε.

Σε ανάρτησή του στο Truth Social μετά την επίθεση, ο Τραμπ έγραψε: «Η συνεχιζόμενη βία από τους ριζοσπαστικούς τρομοκράτες της Αριστεράς, μετά τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, πρέπει να σταματήσει».

Μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά την εκδήλωση υπογραφής, η γενική εισαγγελέας Παμ Μπόντι ρωτήθηκε εάν η κυβέρνηση είχε συγκεκριμένο στόχο με αυτήν την ενέργεια.

«Οποιαδήποτε οργανωμένη ομάδα που διαπράττει αυτά τα εγκλήματα», απάντησε εκείνη, προσθέτοντας ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης θα διερευνήσει τα κανάλια χρηματοδότησης σε συνεργασία με το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, το υπουργείο Οικονομικών καθώς και με κρατικούς και τοπικούς αξιωματούχους.

Το υπόμνημα της Πέμπτης αναφέρει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται μια «εθνική στρατηγική για να ερευνούν και να διαλύουν δίκτυα, φορείς και οργανώσεις που υποκινούν πολιτική βία, ώστε οι αρχές επιβολής του νόμου να μπορούν να παρέμβουν σε εγκληματικές συνωμοσίες πριν καταλήξουν σε βίαιες πολιτικές πράξεις».

«Μέσω αυτής της ολοκληρωμένης στρατηγικής, οι αρχές επιβολής του νόμου θα διαλύουν και θα ξεριζώνουν δίκτυα, φορείς και οργανώσεις που προάγουν την οργανωμένη βία, τον βίαιο εκφοβισμό, τις συνωμοσίες κατά των δικαιωμάτων και άλλες προσπάθειες που αποσκοπούν στη διατάραξη της λειτουργίας μιας δημοκρατικής κοινωνίας», συνεχίζει το υπόμνημα.

Στο στόχαστρο και Δημοκρατικοί

Αρκετοί Δημοκρατικοί έχουν επίσης αποτελέσει στόχο πράξεων πολιτικής βίας φέτος.

Τον Απρίλιο, η κατοικία του κυβερνήτη της Πενσυλβάνια, Τζος Σαπίρο, δέχθηκε επίθεση με βόμβα μολότοφ ενώ βρισκόταν μέσα. Οι Αρχές συνέλαβαν τον 38χρονο Κόντι Μπάλμερ από το Χάρισμπεργκ ως σχετικό με την επίθεση.

Τον Ιούνιο, η πολιτειακή βουλευτής της Μιννεσότα και πρώην πρόεδρος της Βουλής, Μελίσσα Χόρτμαν, και ο σύζυγός της δολοφονήθηκαν, ενώ ο πολιτειακός γερουσιαστής της Μιννεσότα, Τζον Χόφμαν, και η σύζυγός του τραυματίστηκαν σε μια σειρά επιθέσεων που χαρακτηρίστηκαν ως «στοχευμένη πολιτική βία». Τόσο η Χόρτμαν όσο και ο Χόφμαν είναι Δημοκρατικοί.

Ο ύποπτος, Βανς Μπόελτερ, συνελήφθη στις 15 Ιουνίου, μετά από αυτό που ο αρχηγός της αστυνομίας του Μπρούκλυν Παρκ, Μαρκ Μπρούλεϋ, περιέγραψε ως «το μεγαλύτερο ανθρωποκυνηγητό στην ιστορία της πολιτείας».

Του Joseph Lord

Με τη συμβολή των Jack Phillips, Aldgra Fredly και Jacob Burg