Οι τελευταίοι δασμοί της Κίνας σε καναδικές εισαγωγές είναι αδικαιολόγητοι, λέει η Οττάβα, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχει βάση στους ισχυρισμούς του Πεκίνου για άδικες καναδικές εμπορικές πρακτικές.
«Ο Καναδάς δεν αποδέχεται τη βάση της έρευνας της Κίνας ούτε τα ευρήματά της», δήλωσε η Καναδή υπουργός Διεθνούς Εμπορίου Μέρυ Νγκ στις 8 Μαρτίου σε κοινή δήλωση με τον υπουργό Γεωργίας Λώρενς ΜακΟλέυ και την υπουργό Αλιείας Νταϊάν Λεμπουτιλιέ.
«Ως εμπορικός εταίρος, ο Καναδάς έχει επιδείξει τη δέσμευσή του για τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τις καναδικές επιχειρήσεις και υποστήριξη για δίκαιο εμπόριο που βασίζεται σε κανόνες. Αυτό περιλαμβάνει την αντιμετώπιση των μη εμπορευματικών πολιτικών και πρακτικών της Κίνας που μειώνουν τεχνητά το κόστος παραγωγής και στρεβλώνουν τις αγορές.»
Η δήλωση των υπουργών εκδόθηκε λίγες ώρες αφότου το κινεζικό καθεστώς ανακοίνωσε δασμούς σε καναδικά γεωργικά και τρόφιμα αξίας άνω των 2,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα θα εφαρμόσει δασμούς 100% σε μόλις πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια καναδικού λαδιού κάνολα, κέικ λαδιού και μπιζελιών, και δασμούς 25% σε καναδικά ψάρια, θαλασσινά και χοιρινό κρέας αξίας 1,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι εισφορές, που θα τεθούν σε ισχύ στις 20 Μαρτίου, αποτελούν αντίποινα στους εισαγωγικούς δασμούς του Καναδά στην Κίνα που ανακοινώθηκαν τον περασμένο Αύγουστο, συγκεκριμένα δασμούς 100% σε ηλεκτρικά οχήματα κινεζικής κατασκευής από την 1η Οκτωβρίου 2024 και δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα χάλυβα και αλουμινίου από τις 15 Οκτωβρίου 2024.
Ενώ το κινεζικό καθεστώς σε ανακοίνωσή του κατηγόρησε τους δασμούς της Οττάβα ως «μέτρα που εισάγουν διακρίσεις που βλάπτουν σοβαρά τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα της Κίνας», ο πρωθυπουργός Τζάστιν Τρυντό είπε τον περασμένο Αύγουστο ότι η Κίνα είχε δώσει στον εαυτό της «άδικο πλεονέκτημα» σε αυτούς τους τομείς, «θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των κρίσιμων βιομηχανιών μας και εκτοπίζοντας αφοσιωμένους Καναδούς εργάτες αυτοκινήτων και μετάλλων».
Η Κίνα απάντησε τον περασμένο Σεπτέμβριο ξεκινώντας μια έρευνα «αντι-ντάμπινγκ» στις εισαγωγές καναδικού λαδιού κάνολα. Αυτό οδήγησε στους τελευταίους δασμούς της στο καναδικό κάνολα και άλλα προϊόντα, τα οποία η Οττάβα περιέγραψε ως «αδικαιολόγητους δασμούς» στην κοινή δήλωση των υπουργών στις 8 Μαρτίου.
Αντιστοίχιση των δασμών των ΗΠΑ στην Κίνα
Μια συμβουλευτική εταιρεία πολιτικών κινδύνων θεωρεί ότι η τελευταία κίνηση της Κίνας θα μπορούσε να είναι μια προειδοποίηση στον Καναδά ότι οι προσπάθειές του να ενισχύσει τις εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τις σχέσεις Καναδά-Κίνας.
«Ο συγχρονισμός μπορεί να χρησιμεύσει ως προειδοποιητικό πλάνο», είπε ο Νταν Γουάνγκ, διευθυντής θεμάτων Κίνας στο Eurasia Group, σε συνέντευξη στο Reuters που δημοσιεύθηκε στις 8 Μαρτίου.
Η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Καναδά, υστερώντας πολύ πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Καναδάς εξήγαγε αγαθά αξίας 47 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου το 2024, σύμφωνα με στοιχεία των κινεζικών τελωνείων.
Μόλις μια εβδομάδα νωρίτερα, η υπουργός Εξωτερικών Μέλανι Τζόλυ είχε πει σε δημοσιογράφους στο Βανκούβερ ότι ο Καναδάς είναι «ανοιχτός» σε συνομιλίες σχετικά με τους δασμούς των ΗΠΑ στην Κίνα.
«Όταν πρόκειται για τις ΗΠΑ και τις δικές τους ανησυχίες, μπορούμε να έχουμε συνομιλίες», είπε στις 28 Φεβρουαρίου. «Είμαστε πολύ ανοιχτοί στο να έχουμε συνομιλίες σχετικά με το εμπόριο, ακόμη και όταν πρόκειται για την Κίνα».
Το σχόλιο της Τζόλυ ήρθε αφού ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ είπε στο Bloomberg νωρίτερα εκείνη την ημέρα ότι το Μεξικό είχε προτείνει να βάλει αντίστοιχους των ΗΠΑ δασμούς στην Κίνα και ότι ο Καναδάς θα μπορούσε να βοηθήσει στην οικοδόμηση ενός «φρουρίου στη Βόρεια Αμερική» από την πλημμύρα των κινεζικών εισαγωγών κάνοντας το ίδιο. Η μεξικανική κυβέρνηση δεν έχει επιβεβαιώσει την πρόταση.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Μαρτίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που αυξάνει τους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές στο 20 τοις εκατό, από 10 τοις εκατό που ήταν αρχικά στις 4 Φεβρουαρίου. Ο πρόεδρος κατηγόρησε το καθεστώς για τη διακίνηση φεντανύλης στη χώρα του.
Η Κίνα απάντησε στις 4 Μαρτίου λέγοντας ότι θα επιβάλει πρόσθετους δασμούς έως και 15 τοις εκατό σε ορισμένα αγροτικά προϊόντα των ΗΠΑ, με ισχύ από τις 10 Μαρτίου. Ο νέος δασμός είναι πέραν του υπάρχοντος 15 τοις εκατό που ήδη ισχύει. Το Πεκίνο είπε επίσης ότι είναι «έτοιμο να πολεμήσει μέχρι τέλους» με τις Ηνωμένες Πολιτείες, «είτε είναι πόλεμος δασμών, εμπορικός πόλεμος ή οποιοδήποτε άλλο είδος πολέμου».
Σε συνέντευξή του στο Bloomberg στις 7 Μαρτίου, ο υπουργός Οικονομικών Ντομινίκ ΛεΜπλανκ είπε ότι ο Καναδάς είναι πρόθυμος να πραγματοποιήσει έγκαιρες συνομιλίες με την κυβέρνηση Τραμπ για τη Συμφωνία Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά (USMCA), ένα εμπορικό σύμφωνο που έχει προγραμματιστεί για κοινή αναθεώρηση το 2026.
Ο ΛεΜπλαν πρόσθεσε ότι η Οττάβα θέλει να συνεργαστεί με την Ουάσιγκτον για να σταματήσει το Πεκίνο από την υποτίμηση των αγορών της Βόρειας Αμερικής με επιθετικές τιμές.
Τα σχόλια του υπουργού ήρθαν αφού ο Τραμπ στις 4 Μαρτίου προχώρησε στην επιβολή δασμών 25 τοις εκατό σε αγαθά από τον Καναδά και το Μεξικό, με τους δασμούς να έχουν μειωθεί στο 10% στα καναδικά ενεργειακά προϊόντα. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει επανειλημμένα πει ότι οι δασμοί συνδέονται με την ασφάλεια των συνόρων για να σταματήσει η ροή παράνομων μεταναστών και ναρκωτικών όπως η φεντανύλη στις Ηνωμένες Πολιτείες από τους βόρειους και νότιους γείτονές της.
Ο Τρυντό απάντησε την ίδια μέρα επιβάλλοντας δασμούς 25% σε αμερικανικά αγαθά 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων, λέγοντας ότι αυτά τα αντίμετρα θα παραμείνουν σε ισχύ έως ότου οι Ηνωμένες Πολιτείες ακυρώσουν τους δασμούς εναντίον καναδικών προϊόντων.
Στη συνέχεια, ο Τραμπ στις 6 Μαρτίου διέκοψε τους δασμούς σε καναδικά και μεξικάνικα προϊόντα που υπάγονται στο USMCA μέχρι τις 2 Απριλίου.
Εκτός από τους δασμούς που σχετίζονται με τα σύνορα και την φεντανύλη, ο Καναδάς εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την απειλή δασμών 25 τοις εκατό στον χάλυβα και το αλουμίνιό του, για τους οποίους ο Τραμπ είπε ότι θα επιβληθούν σε όλες τις χώρες στις 12 Μαρτίου, ενώ αρχικά είχε προγραμματιστεί να τεθούν σε ισχύ στις 4 Μαρτίου.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επίσης δηλώσει ότι σχεδιάζει να επιβάλει αμοιβαίους δασμούς σε όλα τα κράτη από τις 2 Απριλίου, την ίδια ημέρα που θα λήξει η δασμολογική εξαίρεση για αγαθά που συμμορφώνονται με το USMCA.
Ο Μάο Τσετούνγκ, πρόεδρος της κομμουνιστικής Κίνας από το 1949 έως το 1976, δημοσίευσε το «Μικρό Κόκκινο Βιβλίο» το 1964 για να ξεκινήσει την Πολιτιστική Επανάσταση στη χώρα του. Ο γερουσιαστής των ΗΠΑ, Τομ Κότον, δημοσίευσε το δικό του μικρό κόκκινο βιβλίο τον Φεβρουάριο, με τίτλο «Seven Things You Can’t Say About China» («Επτά πράγματα που δεν μπορείτε να πείτε για την Κίνα»).
Το βιβλίο του Μάο είναι γεμάτο προπαγάνδα που εξυμνεί τις αρετές του κομμουνισμού. Το βιβλίο του Κότον είναι μια προκλητική αποκάλυψη για την απειλή που θέτει το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις στρατηγικές που χρησιμοποιεί για να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως παγκόσμια υπερδύναμη.
Ο Κότον προειδοποιεί για το καθεστώς της Κίνας από την εποχή που ανέλαβε καθήκοντα γερουσιαστή του Αρκάνσας το 2015. Κατά τις πρώτες ημέρες της πανδημίας COVID-19, ο Κότον υποστήριξε την απαγόρευση ταξιδιών από την Κίνα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν επίσης ο πρώτος από την ηγεσία των ΗΠΑ που υποστήριξε ότι ο ιός προήλθε από το εργαστήριο της Γούχαν στην Κίνα. Ως αντίδραση, το καθεστώς της Κίνας επέβαλε κυρώσεις εναντίον του, κάτι που ο Κότον εξακολουθεί να θεωρεί ως τιμητικό.
Ο γερουσιαστής Τομ Κότον (R-Ark.) στην Ουάσιγκτον, στις 14 Ιανουαρίου 2025. (Anna Moneymaker/Getty Images)
Στο άμεσο και ευφυές βιβλίο του, ο συγγραφέας αναφέρεται σε επτά πράγματα που οι εκλεγμένοι ηγέτες των ΗΠΑ δεν μπορούν ή δεν θέλουν να πουν για το ΚΚΚ, αλλά που θεωρεί ότι πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες.
«Αυτό το βιβλίο αποκαλύπτει την πραγματική και άμεση απειλή από τους κινέζους κομμουνιστές βασισμένο σε καθιερωμένα γεγονότα και στην εγγενή λογική των γεγονότων· δεν είναι κομματικό ή μια ρατσιστική επίθεση κατά των Κινέζων», γράφει στην πρόλογο. «Και επιτρέψτε μου να τονίσω ότι η απειλή είναι ο κινεζικός κομμουνισμός, όχι ο αρχαίος κινεζικός πολιτισμός ή ο κινεζικός λαός, που είναι τα πρώτα και χειρότερα θύματα του κινεζικού κομμουνισμού».
Γιατί το καθεστώς της Κίνας είναι απειλή
Το 1983, ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρήγκαν δέχθηκε σφοδρή κριτική όταν αναφέρθηκε στην ΕΣΣΔ ως «αυτοκρατορία του κακού». Σήμερα, ο Κότον αντιμετωπίζει τις ίδιες γλωσσικές επιθέσεις από το κινεζικό καθεστώς και από τα δύο κόμματα στις ΗΠΑ. Οι επιρροές του ΚΚΚ είναι διακομματικές. Ο Κότον δείχνει πώς τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν δείξει διατεθειμένοι να υποστηρίξουν το κομμουνιστικό κράτος.
Ο γερουσιαστής υποστηρίζει στο βιβλίο του ότι το ΚΚΚ διεξάγει έναν πολλαπλό πόλεμο κατά του αμερικανικού πολιτισμού, της εκπαίδευσης, των ΜΜΕ, της ψυχαγωγίας, της τεχνολογίας, της πολιτικής, ακόμη και της προσωπικής υγείας των Αμερικανών πολιτών.
«Χωρίς τον Μάο, δεν θα υπήρχε Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας», γράφει ο Κότον. «Και ακριβώς όπως το σώμα του και το πορτρέτο του παραμένουν στην καρδιά της πρωτεύουσας, έτσι η μνήμη του και η φονική του ιδεολογία παραμένουν στην καρδιά του κόμματος».
Το κινεζικό καθεστώς είναι μια αυτοκρατορία του κακού
Στο Κεφάλαιο 1, ο Τομ Κότον διηγείται την ιστορία του πώς οι κινέζοι κομμουνιστές κατέλαβαν την εξουσία το 1949 και πώς συνεχίζουν να σκοτώνουν και να καταπιέζουν τον ίδιο τους τον λαό μέχρι και σήμερα. Οι καταπιεσμένοι περιλαμβάνουν την μεγαλύτερη χριστιανική κοινότητα στον κόσμο, την οποία ο γερουσιαστής εκτιμά σε 70 έως 100 εκατομμύρια (σχεδόν όσο και το ΚΚΚ), καθώς και το Φαλούν Γκονγκ, μια ειρηνική πνευματική άσκηση βασισμένη στις αρχές της αλήθειας, της καλοσύνης και της ανεκτικότητας. Επίσης, αναφέρεται στη γενοκτονία στην περιοχή του Θιβέτ, στη επιταχυνόμενη γενοκτονία των Ουιγούρων και στην καταπίεση του Χονγκ Κονγκ.
«Αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας, [ο ηγέτης του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ] […] επιτάχυνε την κομμουνιστική καταπίεση των Ουιγούρων σε μια εκστρατεία γενοκτονίας », γράφει ο Κότον. «Διέταξε τις τοπικές αρχές να μην δείξουν ‘κανένα απολύτως έλεος,’ και το κόμμα άρχισε να χτίζει στρατόπεδα συγκέντρωσης». Σύμφωνα με τον Κότον, οι περισσότερες πηγές εκτιμούν ότι ο αριθμός των φυλακισμένων σε αυτά τα στρατόπεδα ανέρχεται σε 2 εκατομμύρια, αν και κάποιοι πιστεύουν ότι μπορεί να πλησιάζει τα 3 εκατομμύρια.
Το κινεζικό καθεστώς προετοιμάζεται για πόλεμο
Σε ένα κεφάλαιο, ο συγγραφέας αναφέρει ότι το κινεζικό καθεστώς έχει αναλάβει την μεγαλύτερη στρατιωτική συγκέντρωση στην ιστορία, αυξάνοντας τις στρατιωτικές δαπάνες κατά 1.000%. Αναλύει επίσης το ταχέως επεκτεινόμενο πυρηνικό οπλοστάσιο της Κίνας, την αυξανόμενη επιθετικότητα απέναντι στους γείτονές της στη Νότια και Ανατολική Θάλασσα της Κίνας και γιατί η Κίνα δεν μπορεί να επιτύχει τις παγκόσμιες φιλοδοξίες της χωρίς να εισβάλει στην Ταϊβάν.
Το κινεζικό καθεστώς διεξάγει παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες ενθάρρυναν με ανόητο τρόπο την άνοδο της Κίνας, πληρώνοντας ουσιαστικά για πολλούς από αυτούς τους κινεζικούς πυραύλους, πλοία, αεροσκάφη και πυρηνικά όπλα», δηλώνει ο γερουσιαστής στο Κεφάλαιο 3.
Περιγράφει πώς η χορήγηση του μόνιμου καθεστώτος «του πλέον ευνοούμενου κράτους» στην Κίνα το 2000 και η ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου την επόμενη χρονιά ήταν ένα τεράστιο λάθος εξωτερικής πολιτικής που ξεκίνησε έναν παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο.
Ο συγγραφέας σημειώνει πώς οι επιδοτήσεις του κινεζικού καθεστώτος, η χειραγώγηση του νομίσματος και η κλοπή ξένης τεχνολογίας ισοδυναμούν με «οικονομικά εγκλήματα». Αυτές οι τακτικές οδήγησαν σε οικονομικό ιμπεριαλισμό που βλάπτει χώρες παγκοσμίως, ιδιαίτερα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τον Κότον, οι ΗΠΑ αρχικά επιδίωξαν οικονομικές σχέσεις με το κινεζικό καθεστώς για να αυξήσουν την δυτική επιρροή, αλλά αυτή η στρατηγική γύρισε μπούμερανγκ και αντί να ενισχύσει την επιρροή των ΗΠΑ, ενίσχυσε την επιρροή του ΚΚΚ στη Δύση.
Το κινεζικό καθεστώς έχει διεισδύσει στην κοινωνία μας
Ο γερουσιαστής εξηγεί πώς το ΚΚΚ εκμεταλλεύεται την απληστία, τον φόβο και τις απειλές για να επιτύχει τους στόχους του. Γράφει ότι οι κομμουνιστές κατέκτησαν ουσιαστικά το Χόλιγουντ το 1997, επιτίθεται σε δύο ταινίες που ήταν επικριτικές για την κινεζική γενοκτονία και υποστήριζαν τον Δαλάι Λάμα, τις ταινίες «Seven Years in Tibet» (Sony Pictures) και «Kundun» (Disney). Τα στούντιο και των δύο ταινιών υπέκυψαν στις πιέσεις του ΚΚΚ, και από τότε το ΚΚΚ έχει ασκήσει τεράστια επιρροή στο Χόλιγουντ.
Ο Κότον καταγράφει επίσης πώς το κινεζικό καθεστώς έχει στοχεύσει το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας οικονομική επιρροή, δωροδοκίες, κυβερνοεπιθέσεις και παραδοσιακή κατασκοπεία. Κινεζικές οντότητες έχουν επιτραπεί να αγοράσουν στρατιωτικές ακαδημίες των ΗΠΑ, όπως η Στρατιωτική Ακαδημία της Νέας Υόρκης, στην οποία φοίτησε ο προέδρος Ντόναλντ Τραμπ.
Τα σχολεία είναι επίσης ένας τομέας-στόχος που το ΚΚΚ έχει στοχεύσει. Το κινεζικό καθεστώς έχει συνεργαστεί με το College Board για να γαλουχήσει τους Αμερικανούς μαθητές που προετοιμάζονται για το SAT. Ο Κότον αναφέρει πώς μια κινεζική εταιρεία ξόδεψε μισό δισεκατομμύριο δολάρια για να αγοράσει ένα δίκτυο ιδιωτικών σχολείων στην Καλιφόρνια. Σε ένα άλλο παράδειγμα, αναφέρεται σε μια κινεζική οργάνωση που έστειλε 1.650 Κινέζους δασκάλους για να συμμετάσχουν σε πρόγραμμα δασκάλων-επισκεπτών από το 2007 έως το 2020. Άλλα θέματα που αφορούν τους νέους Αμερικανούς, όπως το TikTok και η φαιντανύλη, αναφέρονται επίσης από τον γερουσιαστή.
Το βιβλίο αποτελείται από επτά ευανάγνωστα κεφάλαια και προσφέρει μια σαφή και περιεκτική επιχειρηματολογία για το γιατί η κομμουνιστική Κίνα πρέπει να θεωρείται όχι ως ανταγωνιστής, αλλά ως η αυτοκρατορία του κακού του 21ου αιώνα. Εξηγεί επίσης γιατί η συνεχιζόμενη παγκόσμια σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και του κινεζικού καθεστώτος εξαρτάται από την Ταϊβάν. Ο Κότον πιστεύει ότι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπερασπιστούν την Ταϊβάν, αυτό θα προκαλέσει μια αλυσίδα καταστροφικών γεγονότων.
Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι το κινεζικό καθεστώς είναι σε θέση να λειτουργεί μυστικούς αστυνομικούς σταθμούς σε ξένες χώρες, προκειμένου να παρακολουθεί, να παρενοχλεί και να ελέγχει Κινέζους πολίτες που ζουν στο εξωτερικό, επενδύοντας σημαντικούς πόρους για να στοχεύσει εκείνους που είναι πιο επικριτικοί απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ).
Οι σκιώδεις επιχειρήσεις του ΚΚΚ ήρθαν στο φως τον Ιούνιο του 2021, όταν η μη κερδοσκοπική ομάδα μέσων ενημέρωσης ProPublica αποκάλυψε το πρόγραμμα Operation Fox Hunt («Επιχείρηση Κυνήγι Αλεπούς») της Κίνας. Αρχικά, θεωρούνταν ότι επρόκειτο για ένα πρόγραμμα που είχε σχέση με κυνηγούς επικυρηγμένων, όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες και πολλές άλλες χώρες το βλέπουν πλέον ως μια παγκόσμια σκιώδης δύναμη της αστυνομίας. Αυτό το πρόγραμμα, το οποίο υποτίθεται ότι έχει στόχο την καταπολέμηση της διαφθοράς, θεωρείται πλέον ότι είναι ένας τρόπος για να στοχεύονται και να καταναγκάζονται οι αντιφρονούντες και οι επικριτές του ΚΚΚ να επιστρέψουν στην Κίνα. Σύμφωνα με την ανθρωπιστική οργάνωση Safeguard Defenders, αυτές οι δραστηριότητες συνεχίζονται σε περισσότερες από 50 χώρες, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Καναδά και πολλών ευρωπαϊκών χωρών.
Στις 12 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή Εσωτερικής Ασφάλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ δημοσίευσε την ανανεωμένη China Threat Snapshot («Ανασκόπηση Απειλής από την Κίνα»), η οποία περιέγραφε περιπτώσεις κατασκοπίας και διακρατικής καταπίεσης που διεξάγονται από το ΚΚΚ στο έδαφος των ΗΠΑ. Η αναφορά τόνισε την ανησυχία για την αυξανόμενη απειλή που αποτελούν αυτές οι κρυφές επιχειρήσεις και την ικανότητά τους να υπονομεύσουν την εθνική κυριαρχία και την ασφάλεια των ΗΠΑ.
Η πιο πρόσφατη δικαστική υπόθεση που σχετίζεται με αυτές τις δραστηριότητες συνέβη στη Νέα Υόρκη, όπου οι Λου Τζιανγουάνγκ και Τσεν Τζινπίνγκ κατηγορήθηκαν ότι εργάζονταν για το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας της Κίνας παραβιάζοντας τον Νόμο για την κατασκοπία τον Δεκέμβριο του 2024. Οι δύο άνδρες συνελήφθησαν για τον υποτιθέμενο ρόλο τους στην εγκατάσταση ενός μυστικού αστυνομικού σταθμού που χρησιμοποιούνταν για την παρακολούθηση και την εκφοβισμό Κινέζων αντιφρονούντων που ζουν στις ΗΠΑ, με σκοπό να τους αναγκάσουν να επιστρέψουν στην Κίνα. Επιχειρήσεις όπως αυτή στη Νέα Υόρκη έχουν καταστροφικές συνέπειες για τον κινεζικό πληθυσμό σε όλη τη χώρα, καταπνίγοντας την ελευθερία λόγου και περιορίζοντας τα άτομα από το να εκφράζουν διαφωνίες κατά του ΚΚΚ. Ως αποτέλεσμα, οι αρχές ελευθερίας και δημοκρατίας που εκπροσωπεί η Αμερική κινδυνεύουν.
Επιπλέον, αυτές οι δραστηριότητες έχουν σημαντικές επιπτώσεις για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Η κρυφή φύση αυτών των αστυνομικών σταθμών τους καθιστά πιθανούς κόμβους για κατασκοπία. Συλλέγοντας πληροφορίες για Κινέζους αντιφρονούντες και άλλους στόχους, το ΚΚΚ μπορεί να αποκτήσει πολύτιμα στοιχεία για τις πολιτικές και στρατηγικές των ΗΠΑ. Αυτές οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να επηρεάσουν την πολιτική των ΗΠΑ, να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη και να επιτευχθούν στρατηγικά πλεονεκτήματα σε διεθνείς διαπραγματεύσεις.
Η παγκόσμια αντίδραση στους μυστικούς αστυνομικούς σταθμούς της Κίνας έχει ποικίλλει, με συμμάχους των ΗΠΑ να εκφράζουν ανησυχία και να αναλαμβάνουν δράση για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα.
Συμμαχικές χώρες, όπως η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν επίσης αναφέρει παρόμοιες κρυφές επιχειρήσεις στο έδαφός τους. Αυτές οι δραστηριότητες έχουν επιβαρύνει τις διπλωματικές σχέσεις και έχουν προκαλέσει ερωτήματα για τον καλύτερο τρόπο αντίδρασης στην αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στο εξωτερικό. Παρόμοια με τα ευρήματα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, η Αυστραλιανή Υπηρεσία Ασφάλειας και Πληροφοριών (Australian Security Intelligence Organization-ASIO) έχει εντοπίσει πολλές περιπτώσεις κινεζικής παρέμβασης, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης μυστικών αστυνομικών σταθμών για την παρακολούθηση και την εκφοβισμό Κινέζων υπηκόων.
Ως απάντηση, η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει εφαρμόσει αυστηρότερους κανονισμούς και εντείνει τις προσπάθειες κατά της ξένης παρέμβασης. Ο Διευθυντής της ASIO, Μάικ Μπέρτζες, δήλωσε ότι η Αυστραλία δεν θα αποδεχτεί καμία μορφή ξένης παρέμβασης και είναι αφοσιωμένη στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του λαού της.
Η Βρετανία επίσης έχει αναλάβει δράση για να αντιμετωπίσει το ζήτημα. Οι βρετανικές αρχές έχουν ξεκινήσει έρευνες για υποτιθέμενους μυστικούς αστυνομικούς σταθμούς που λειτουργούν εντός των συνόρων τους και έχουν καλέσει για μεγαλύτερη διεθνή συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απειλή. Η πρώην Υπουργός Εσωτερικών, Πρίτι Πατέλ, τόνισε τη σημασία της συνεργασίας με συμμάχους για να προστατευτούν οι πολίτες από ξένη παρέμβαση.
Στον Καναδά, η Βασιλική Καναδική Έφιππη Αστυνομία (Royal Canadian Mounted Police-RCMP) διεξάγει ενεργές έρευνες για τους φερόμενους μυστικούς αστυνομικούς σταθμούς της Κίνας. Τον Οκτώβριο του 2022, η RCMP ανακοίνωσε ότι διερευνά αναφορές για τη λειτουργία αυτών των σταθμών στην ευρύτερη περιοχή του Τορόντο, περιλαμβανομένων περιοχών όπως το Μάρκαμ και το Σκάρμπορο. Οι έρευνες επεκτάθηκαν σε άλλες πόλεις, όπως το Βανκούβερ και το Μόντρεαλ, όπου αναφέρθηκαν παρόμοιες δραστηριότητες. Τον Ιούνιο του 2023, η RCMP ανακοίνωσε ότι διέκοψε παράνομες αστυνομικές δραστηριότητες που συνδέονταν με αυτούς τους σταθμούς στην Οντάριο, το Κεμπέκ και τη Βρετανική Κολούμπια.
Ο ΟΗΕ έχει εκφράσει ανησυχία για τις αναφορές περί λειτουργίας μυστικών αστυνομικών σταθμών της Κίνας στο εξωτερικό και για την απειλή υπονόμευσης του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, αρκετά κράτη-μέλη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ έχουν εκφράσει ανησυχία για αυτές τις εξωτερικές δραστηριότητες.
Το 2022, η πρώην Ύπατη Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Μισέλ Μπασελέ, ζήτησε διερεύνηση των καταγγελιών για παρενόχληση και καταναγκασμό από τους κινεζικούς μυστικούς αστυνομικούς σταθμούς, τονίζοντας την ανάγκη για διαφάνεια και λογοδοσία.
Οι μυστικοί αστυνομικοί σταθμοί της Κίνας στο εξωτερικό αποτελούν μια σύνθετη απειλή για την εθνική ασφάλεια, τα πολιτικά δικαιώματα και τις διεθνείς σχέσεις. Στις ΗΠΑ, οι τελευταίες δικαστικές υποθέσεις και οι εκθέσεις του Κογκρέσου υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη δράσης για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των Κινέζων πολιτών που ζουν στο εξωτερικό.
Καθώς οι χώρες που πλήττονται από αυτές τις δραστηριότητες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την απειλή που θέτουν οι κρυφοί αστυνομικοί σταθμοί του ΚΚΚ, είναι κρίσιμο για την διεθνή κοινότητα να ενωθεί και να αναπτύξει αποτελεσματικές στρατηγικές για την καταπολέμηση της ξένης παρέμβασης και την υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών.
Η οικονομία της Κίνας υποφέρει εδώ και χρόνια, κυρίως επειδή το καθεστώς δεν διαθέτει αρχές ελεύθερης αγοράς.
Τυραννικά μέτρα για τον ιό της Γουχάν, μετανάστευση, απομάκρυνση κεφαλαίου σε άλλες χώρες, η κρίση κατοικιών, αποπληθωρισμός, στρατιωτικές δαπάνες, διεθνείς πιέσεις και δασμοί, επιδόματα τεχνολογίας, εργατικό δυναμικό μεγάλης ηλικίας, λίγες γεννήσεις, απουσία τονωτικών μέτρων από το Πεκίνο και αφαιμακτικά πρόστιμα που επιβάλλουν τοπικές κυβερνήσεις σε μικρές επιχειρήσεις έχουν κάνει το επιχειρείν στην Κίνα ακόμα δυσκολότερο.
Υπάρχουν κάποιες υποτιθέμενες πρόσφατες βελτιώσεις. Η δημοσιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek έφερε μια αύξηση της τάξεως των 170 δισ. ευρώ στο κινεζικό χρηματιστήριο εντός ενός μηνός από την εμφάνισή του τον Ιανουάριο. Δεκάδες εταιρείες στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένων των Lenovo, Baidu, Tencent, έχουν ήδη ενσωματώσει το DeepSeek στα προϊόντα τους. Τώρα, θέλει να επαναλάβει την επιτυχία του μοντέλου R1 με ένα μοντέλο R2 πριν τον Μάιο. Ο δείκτης Χανγκ Σενγκ ανέβηκε περίπου 25% μεταξύ μέσα Ιανουαρίου και 26 Φεβρουαρίου. Η μεγάλη επένδυση της Alibaba στο μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης Qwen οδήγησε στην συμπερίληψή του σε κινεζικές εκδόσεις του Apple iPhone και βοήθησε στην ενίσχυση της αξίας της Alibaba με περισσότερα από 83 δισ. ευρώ.
Επενδυτές στην Κίνα ελπίζουν για μια γενική οικονομική ανάκαμψη βασισμένη σε μεγαλύτερη ρευστότητα που υπόσχεται η κεντρική τράπεζα της Κίνας, η People’s Bank of China (PBOC), και σε μια συνάντηση στα μέσα Φεβρουαρίου μεταξύ του Σι Τζινπίνγκ και Κινέζων επικεφαλής τεχνολογικών εταιρειών, την οποία προγραμμάτισε ο Σι πιθανώς για να ωφεληθεί και ο ίδιος από τις χρηματιστηριακές αυξήσεις των DeepSeek και Qwen και να δικαιολογήσει τα τεχνολογικά επιδόματα του καθεστώτος.
Εκτός από τον ιδρυτή του DeepSeek Λιάνγκ Γουενφένγκ και τον ιδρυτή της Alibaba Τζακ Μα, παρίσταντο στη συνάντηση και επικεφαλής από τις Huawei, Tencent, BYD, Contemporary Amperex Technology, Meituan, Xiaomi, Unitree και Yushu Technology.
Ο Σι «υποσχέθηκε να καταργήσει τα παράλογα τέλη και πρόστιμα στις ιδιωτικές εταιρείες και να εξισορροπήσει το ανταγωνιστικό πεδίο — ένα κοινό παράπονο των επιχειρηματιών σε ένα σύστημα που κυριαρχείται από το κράτος», σύμφωνα με το Bloomberg.
Ωστόσο, οι αμερικανικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, σύμφωνα με πληροφορίες, εξακολουθούν να υπερττερούν των DeepSeek και Qwen. Επιπλέον, θα χρειαστούν πολύ περισσότερες μεταρρυθμίσεις στην αγορά για να αναζωογονηθεί η οικονομία της Κίνας. Το ποσοστό των κινεζικών εταιρειών A-share που ανέφεραν καθαρή ζημία αυξάνεται κάθε χρόνο από το 2019, ενώ το τρίτο τρίμηνο του 2024 έφτασε το 23%.
Τα κέρδη μεταξύ των κινεζικών εταιρειών που είναι στο χρηματιστήριο βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2009. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον τομέα των ακινήτων, πρώην αγαπημένου τομέα των κρατικών επιδοτήσεων. Τώρα, έχει υποστεί το πιο σκληρό πλήγμα από οποιοδήποτε μέρος της οικονομίας της Κίνας. Ένας επιχειρηματίας ακινήτων στην πόλη Τσάνγκτσουν της Κίνας δεν μπορούσε να πληρώσει τους υπαλλήλους του και προκάλεσε αίσθηση στο διαδίκτυο όταν άρχισε να τους πληρώνει σε εταιρικά κουπόνια, τα οποία μπορούσαν να ανταλλάξουν με αγαθά και υπηρεσίες στα εμπορικά κέντρα της εταιρείας.
Η συνάντηση του Σι με τους επικεφαλής τεχνολογίας έχει επαινεθεί ως ένα σημαντικό μήνυμα μεταρρύθμισης της αγοράς. Αλλά φαίνεται ότι ο Σι εξακολουθεί να δίνει επιδοτήσεις και εντολές σε αυτές τις εταιρείες αντί να αφήνει την αγορά να λειτουργήσει. Μια φωτογραφία από τη συνάντηση δείχνει τον Σι να περιβάλλεται από δεκάδες αξιωματούχους και ηγέτες επιχειρήσεων, οι οποίοι με ύφος μάλλον απογοητευμένο κρατούν σημειώσεις την ώρα που μιλάει ο ηγέτης του ΚΚΚ.
Σύμφωνα με δύο πηγές που επικαλείται το Reuters πριν από τη συνάντηση, «πολλοί από τους επιχειρηματίες θα προέρχονται από τον τεχνολογικό τομέα και ο Σι αναμένεται να τους ενθαρρύνει να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο, εν μέσω του εντεινόμενου τεχνολογικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας».
Ενώ οι λίγες εταιρείες που προσκλήθηκαν πιθανότατα θα έχουν περισσότερες επιδοτήσεις και μια ώθηση μετοχών, οι πολλές, που δεν ήταν παρούσες, εξακολουθούν να μένουν πίσω μη έχοντας μία πραγματικά ελεύθερη αγορά να ανταμείβει πλήρως τα ρίσκα και τις καινοτομίες τους.
Οι μεταρρυθμίσεις της PBOC επίσης δεν είναι πολύ αξιόλογες. Η τράπεζα ανακοίνωσε επίσης νομισματική χαλάρωση στο παρελθόν, με αμελητέες επιπτώσεις στη γενική διολίσθηση της οικονομίας. Ένα από τα μέτρα για την αύξηση της ρευστότητας —η μείωση των απαιτήσεων για αναλογία αποθεματικών μετρητών σε μεγάλες κινεζικές τράπεζες— έχει την αρνητική παρενέργεια να κάνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κίνας λιγότερο ανθεκτικό σε μια κρίση ρευστότητας. Οι δείκτες αποθεματικών μειώθηκαν στις μεγάλες κινεζικές τράπεζες από 13% το 2019 σε 9,5% το 2025. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κίνας είναι υψηλός.
Ένα άλλο υποτιθέμενο δυνατό σημείο της οικονομίας της Κίνας είναι ο τομέας των ηλεκτρικών οχημάτων (EV). Οι Κινέζοι καταναλωτές προτιμούν πλέον τα εγχώρια EV από τις εισαγωγές. Τα κινεζικά EV έχουν σχεδόν οτιδήποτε έχει μια εισαγωγή, αλλά σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Ωστόσο, η προώθηση της βιομηχανίας από το Πεκίνο οδήγησε σε πάρα πολλές επενδύσεις, υπερπαραγωγή και ασύμφορες νεοφυείς επιχειρήσεις. Στη συνέχεια, οι πωλήσεις επιβραδύνθηκαν, οι τιμές μειώθηκαν και ο κλάδος αναμένει ενοποιήσεις. Οι μεγάλες προβλεπόμενες εξαγωγές εξαρτώνται από την πρόσβαση στις αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης, οι οποίες αυξάνουν ραγδαία τους δασμούς αποκλεισμού της Κίνας, που θα ζημιώσουν το εμπόριο ηλεκτρικών οχημάτων. Οι εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες θα είναι πιο δύσκολες, δεδομένης της έλλειψης υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι δασμοί του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Κίνα αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, με ορισμένες εκτιμήσεις να υποστηρίζουν ότι ένας δασμός 60% θα μείωνε την ανάπτυξη της Κίνας κατά 2,5% από το 2025 έως το 2027. Ο επίσημος ισχυρισμός της Κίνας ότι φτάνει περίπου το 5% ανάπτυξη κάθε χρόνο είναι ήδη υπό αμφισβήτηση, με ακόμη και θεσμικούς επενδυτές στη χώρα να αναφέρουν μια πιο ρεαλιστική εκτίμηση.
Λίγοι πιστεύουν τώρα ότι η οικονομία της Κίνας θα φτάσει σύντομα αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα την άποψη της Epoch Times.
Η Κίνα στοχεύει να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της κατά 7,2% φέτος, φτάνοντας τον ρυθμό αύξησης του προηγούμενου έτους καθώς το κομμουνιστικό καθεστώς προσπαθεί να ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις του παρά την οικονομική ύφεση.
Με αυτήν την αύξηση, η επίσημη αμυντική δαπάνη πρόκειται να φτάσει τα περίπου 1,8 τρισεκατομμύρια γουάν (230 δισ. ευρώ), σύμφωνα με ένα προσχέδιο προϋπολογισμού που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης του κατ’ όνομα νομοθετικού σώματος της Κίνας, του Λαϊκού Εθνικού Συμβουλίου, στις 5 Μαρτίου.
Για περισσότερες από δύο δεκαετίες, η Κίνα αυξάνει σταθερά τον αμυντικό της προϋπολογισμό, φθάνοντας να έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δαπάνη στον κόσμο, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 7,2% ξεπερνά τον στόχο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, ο οποίος έχει οριστεί σε περίπου 5% φέτος, εγείροντας ερωτήματα στους παρατηρητές.
«Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών που ξεπερνούν την οικονομική ανάπτυξη αντανακλά ότι οι προσπάθειες του Πεκίνου να επιτύχει τους στρατηγικούς του στόχους παραμένουν σε λειτουργία, ιδιαίτερα η επιδίωξή του για θαλάσσια ηγεμονία», δήλωσε στην Epoch Times ο Σου Τζουγιούν, Κινέζος αμυντικός αναλυτής από το Ινστιτούτο Εθνικής Άμυνας και Έρευνας Ασφαλείας, ένα think tank στην Ταϊβάν.
Ο Σου αναμένει ότι οι πραγματικές στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας θα υπερβούν τον αναφερόμενο προϋπολογισμό, «πιθανότατα ξεπερνώντας τα 2 τρισεκατομμύρια γιουάν», που ανέρχεται σε περίπου 250 δισ. ευρώ.
Αμυντικοί αναλυτές και Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν εδώ και καιρό ότι ο επίσημος προϋπολογισμός της Κίνας πιθανότατα αντιπροσωπεύει μόνο ένα κλάσμα των πραγματικών επενδύσεών της στην άμυνα, με ορισμένες εκτιμήσεις να τριπλασιάζουν το επίσημο ποσό, τοποθετώντας το στο ίδιο επίπεδο με αυτό των ΗΠΑ.
Οι αναλυτές ισχυρίζονται ότι οι πραγματικές στρατιωτικές δαπάνες του Πεκίνου μπορεί να είναι υψηλότερες, εάν συμπεριληφθούν οι επενδύσεις στη στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη, μια πτυχή που είναι δύσκολο να μετρηθεί δεδομένης της στρατηγικής της Κίνας να ενώνει τις καινοτομίες του ιδιωτικού τομέα με τις στρατιωτικές της προσπάθειες.
Οι τελευταίες εκτιμήσεις του Πενταγώνου τοποθετούν τις αμυντικές δαπάνες της Κίνας μεταξύ 304 δισεκατομμυρίων και 415 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2024, που είναι περίπου 1,5 έως 2 φορές υψηλότερες από τις δαπάνες που ανακοίνωσε το Πεκίνο.
Οι στρατιωτικοί διπλωμάτες στην περιοχή παρακολουθούν στενά τον προϋπολογισμό και την έκθεση, με ορισμένους να σημειώνουν ότι οι αναφορές σε ετοιμότητα μάχης θα σημαίνουν περαιτέρω έντονες ασκήσεις και αναπτύξεις γύρω από την Ταϊβάν και στην ευρύτερη περιοχή.
Πλοία του κινεζικού ναυτικού πραγματοποίησαν μια άνευ προηγουμένου άσκηση με πραγματικά πυρά στη Θάλασσα της Τασμανίας μεταξύ Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας τον Φεβρουάριο, αναγκάζοντας τα εμπορικά αεροσκάφη να εκτραπούν.
Το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών με έδρα το Λονδίνο σημείωσε σε μια έρευνα του Φεβρουαρίου για τους στρατούς του κόσμου ότι, δεδομένων των οικονομικών περιορισμών της Κίνας, «οι αρχές αντιμετωπίζουν όλο και πιο έντονα ερωτήματα σχετικά με το ποιοι τομείς πρέπει να μπουν σε προτεραιότητα».
Στρατιωτική εκκαθάριση
Ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) Σι Τζινπίνγκ έδωσε εντολή στους διοικητές του να ολοκληρώσουν τον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό του καθεστώτος πριν από το 2035, ο οποίος περιλαμβάνει τον εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεων με προηγμένους πυραύλους και όπλα, την επέκταση του ναυτικού και την ενίσχυση της ικανότητάς του στον κυβερνοχώρο.
Μέχρι το 2049, την 100ή επέτειο της διακυβέρνησης του ΚΚΚ, ο Σι στοχεύει να μετατρέψει τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό σε μια ένοπλη δύναμη παγκόσμιας κλάσης που, όπως είπε, θα μπορεί να «πολεμήσει και να κερδίσει» πολέμους.
Κατά την εναρκτήρια συνεδρίαση του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου στις 5 Μαρτίου, ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ επιβεβαίωσε τη δέσμευση για εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, τονίζοντας την «απόλυτη ηγεσία του Κόμματος έναντι του στρατού».
Ανέφερε επίσης ότι δεν υπάρχει επιβράδυνση στις προσπάθειες εκκαθάρισης του αμυντικού τομέα, δεσμευόμενος να «συνεχίσει να βελτιώνει την πολιτική συμπεριφορά» του στρατού.
Το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ ανέφερε στην έκθεσή του για το 2024 ότι η εκστρατεία του Σι κατά της διαφθοράς μπορεί να εμποδίσει τους στόχους εκσυγχρονισμού του κινεζικού στρατού.
Από το καλοκαίρι του 2023, το τελευταίο κύμα εκκαθαρίσεων οδήγησε στην απομάκρυνση ορισμένων ανώτερων στρατιωτικών διοικητών, συμπεριλαμβανομένων δύο πρώην υπουργών Άμυνας και του ανώτατου αξιωματούχου που επιβλέπει το πολιτικό έργο του στρατού.
Της Dorothy Li
Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters
Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε τους οικονομικούς της στόχους για το επόμενο έτος στο πλαίσιο των ετήσιων πολιτικών συνεδριάσεων γνωστών ως «Δύο Σύνοδοι», σε μια περίοδο κλιμάκωσης του δασμολογικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με αναλυτές, οι επίσημοι οικονομικοί στόχοι της Κίνας δεν αντικατοπτρίζουν απλώς την οικονομική πραγματικότητα, αλλά έχουν και πολιτική σημασία, ιδίως υπό το πρίσμα των αυξημένων δασμών των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα.
Ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ ανέφερε στην κυβερνητική του έκθεση στο Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο, στις 5 Μαρτίου, ότι ο στόχος για την ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2025 τίθεται γύρω στο 5%. Ο δείκτης ανεργίας στις αστικές περιοχές αναμένεται να διαμορφωθεί στο 5,5%, με τη δημιουργία άνω των 12 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας, ενώ ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) προβλέπεται να αυξηθεί κατά περίπου 2%.
Οι «Δύο Σύνοδοι» – το Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο και η Κινεζική Λαϊκή Πολιτική Συμβουλευτική Διάσκεψη – ξεκίνησαν στις 4 Μαρτίου και αναμένεται να διαρκέσουν μία εβδομάδα. Την ίδια ημέρα, τέθηκαν σε ισχύ οι επιπλέον δασμοί 10% των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα, οι οποίοι προστίθενται στην προηγούμενη αύξηση κατά 10% του προηγούμενου μήνα.
Συνολικά, η αύξηση των δασμών κατά 20% έρχεται να προστεθεί στους ήδη υπάρχοντες δασμούς της Ενότητας 301 [του Nόμου περί εμπορίου των ΗΠΑ] , που είχαν επιβληθεί κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ και συνεχίστηκαν επί Μπάιντεν, ανεβάζοντας το συνολικό επίπεδο δασμών σε ορισμένα κινεζικά προϊόντα στο 45%.
Σε αντίποινα, το κινεζικό καθεστώς ανακοίνωσε ότι από τις 10 Μαρτίου θα επιβληθούν επιπλέον δασμοί έως 15% σε ορισμένα προϊόντα από τις ΗΠΑ, ενώ προσέθεσε 15 αμερικανικές εταιρείες στη λίστα ελέγχου εξαγωγών της χώρας.
Η κινεζική πρεσβεία στις ΗΠΑ αντέδρασε μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα X, δηλώνοντας ότι η Κίνα είναι έτοιμη να πολεμήσει μέχρι τέλους σε κάθε είδους πόλεμο, είτε δασμολογικό, εμπορικό ή άλλης φύσης.
Ο Κινεζοαμερικανός οικονομολόγος Ντέιβι Τζ. Γουόνγκ ανέφερε ότι τα κινεζικά αντίποινα είναι περιορισμένα και κυρίως συμβολικά, αλλά η στάση του Πεκίνου δείχνει ότι η κινεζική ηγεσία δεν θα διστάσει να θυσιάσει την οικονομική ανάπτυξη για χάρη της πολιτικής σταθερότητας και του ελέγχου.
Ο αναλυτής της κινεζικής κεφαλαιαγοράς, Σου Ζεν, σημείωσε ότι ο δασμολογικός πόλεμος θα έχει σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο στις συνεδριάσεις των «Δύο Συνόδων», κάνοντας τους συνέδρους πιο απαισιόδοξους σχετικά με τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας.
Σύμφωνα με τον Γουόνγκ, η εξαγωγική βιομηχανία της Κίνας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αμερικανική αγορά, γεγονός που καθιστά τον τρέχοντα εμπορικό πόλεμο δυσκολότερο για την Κίνα σε σύγκριση με εκείνον του 2018, κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ.
Ο ίδιος τόνισε ότι η Κίνα βρίσκεται στη χειρότερη οικονομική της κατάσταση των τελευταίων 20 ετών, καθώς η οικονομία της βασίζεται κυρίως στις εξαγωγές προς τις αγορές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, με την αμερικανική αγορά να αντιπροσωπεύει πάνω από το 65% των συνολικών εξαγωγών. Η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, είπε, θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στον στόχο ανάπτυξης του ΑΕΠ που έχει θέσει το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας.
Όσον αφορά τον στόχο του 5% για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, ο Γουόνγκ δήλωσε ότι τα επίσημα στοιχεία της Κίνας αμφισβητούνται διαρκώς, ειδικά στο τρέχον περιβάλλον του εμπορικού πολέμου, της αποχώρησης ξένων κεφαλαίων, της μετακίνησης αλυσίδων εφοδιασμού στο εξωτερικό και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εγχώριες επιχειρήσεις.
Ο αναλυτής υποστήριξε ότι το 5% είναι περισσότερο πολιτικός στόχος παρά οικονομική πραγματικότητα, καθώς η κινεζική οικονομία στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές. Με τη μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό, ιδίως από τις ΗΠΑ, και τη συνεχή πτώση της εγχώριας κατανάλωσης, ακόμα και η επίτευξη ανάπτυξης 4% θα είναι δύσκολη.
Ο παρατηρητής κινεζικών υποθέσεων, Γουάνγκ Χε επεσήμανε ότι ο στόχος του 5% για το 2025 είναι ένας πολιτικός στόχος που συνδέεται με την ολοκλήρωση των στόχων του 14ου Πενταετούς Σχεδίου της Κίνας (2021-2025). Δεδομένου ότι το 2025 είναι το τελευταίο έτος του σχεδίου, η μέση ετήσια ανάπτυξη πρέπει να διαμορφωθεί μεταξύ 4,6% και 4,8% για την επίτευξη του συνολικού πλάνου. Κατά την άποψή του, πρόκειται για χειραγωγημένα στοιχεία που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική οικονομική κατάσταση.
Ο Γουάνγκ προειδοποίησε ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας ενδέχεται να κλιμακωθεί περαιτέρω, με σοβαρές επιπτώσεις και για τις δύο οικονομίες, αν και η Κίνα ενδέχεται να πληγεί περισσότερο λόγω των εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει.
Τέλος, ο Γουόνγκ ανέφερε ότι ο χαμηλός δείκτης ΔΤΚ υποδηλώνει αδύναμη εγχώρια ζήτηση, καθώς η υποχώρηση των επενδύσεων, η κρίση στην αγορά ακινήτων, τα μαζικά κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η μειωμένη καταναλωτική εμπιστοσύνη δεν αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών.
Έκθεση εργασίας στο Πεκίνο, στις 19 Αυγούστου 2023. (Jade Gao/AFP μέσω Getty Images)
Ανεργία
Στόχος της κινεζικής κυβέρνησης για το 2025 είναι η διατήρηση του ποσοστού ανεργίας στις αστικές περιοχές στο 5,5%, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές. Ωστόσο, ο οικονομικός αναλυτής Γουόνγκ επισήμανε ότι ο δείκτης αυτός δεν αντανακλά την πραγματικότητα, καθώς οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις έρευνες είναι ουσιαστικά πλήρως στελεχωμένες, γεγονός που καθιστά τα δεδομένα μη αξιόπιστα. Υποστήριξε ότι πολλοί άνεργοι νέοι δεν αναζητούν εργασία και δεν λαμβάνουν μέρος στις έρευνες, με αποτέλεσμα το πραγματικό ποσοστό ανεργίας να εκτιμάται ότι μπορεί να φτάνει ή και να ξεπερνά το 30%.
Η οικονομική επιβράδυνση της Κίνας αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω την ανεργία. Ο Χουάνγκ, μικροεπιχειρηματίας στην Κίνα, ανέφερε ότι η αύξηση των δασμών από τις ΗΠΑ, οι οποίοι έχουν φτάσει συνολικά το 45%, έχει καταστροφικές συνέπειες για τις κινεζικές επιχειρήσεις. Εξήγησε ότι το κόστος παραγωγής είναι ήδη υψηλό λόγω των δαπανών για γη και εργασία, ενώ υπογράμμισε ότι οι επιχειρηματίες επιβαρύνονται επιπλέον από τις ανεπίσημες απαιτήσεις συνεργασίας με κρατικούς αξιωματούχους. Υπό αυτές τις συνθήκες, όπως τόνισε, οι κινεζικές εταιρείες καθίστανται λιγότερο ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά.
Ως αντίδραση στον εμπορικό πόλεμο, πολλές κινεζικές βιομηχανίες έχουν μεταφέρει την παραγωγή τους στη Νοτιοανατολική Ασία, προκειμένου να αποφύγουν τους υψηλότερους δασμούς και τα όρια στις εξαγωγές. Σύμφωνα με τον Γουόνγκ, εάν ο εμπορικός πόλεμος κλιμακωθεί και οδηγήσει σε πλήρη ρήξη μεταξύ των δύο χωρών, το διμερές εμπόριο ενδέχεται να καταρρεύσει. Εκτίμησε ότι, σε ένα τέτοιο σενάριο, η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί να υποστεί μείωση του ΑΕΠ κατά 0,5% έως 1%, αλλά οι επιπτώσεις για την Κίνα θα είναι πολύ σοβαρότερες, αποτελώντας ενδεχομένως ένα καθοριστικό πλήγμα. Επεσήμανε ότι η Κίνα παράγει πάνω από το 20% των παγκόσμιων προϊόντων, ενώ η αμερικανική αγορά καταναλωτών αντιπροσωπεύει περίπου το 30% της παγκόσμιας ζήτησης. Έτσι, η σύγκρουση μεταξύ του μεγαλύτερου παραγωγού και του μεγαλύτερου καταναλωτή παγκοσμίως θα προκαλέσει αναπόφευκτα ανακατατάξεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Δημοσιονομικό χρέος
Στο δημοσιονομικό πεδίο, ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ, στην κυβερνητική έκθεσή του, ανακοίνωσε ότι το έλλειμμα της Κίνας για το 2024 αναμένεται να φτάσει το 4% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Το συνολικό έλλειμμα υπολογίζεται σε 5,66 τρισεκατομμύρια γουάν (743 δισεκατομμύρια ευρώ), δηλαδή αυξημένο κατά 1,6 τρισεκατομμύρια γουάν (210 δισεκατομμύρια ευρώ) σε σχέση με το 2023. Επιπλέον, η κινεζική κυβέρνηση σκοπεύει να εκδώσει ειδικά κρατικά ομόλογα μακράς διάρκειας αξίας 1,3 τρισεκατομμυρίων γουάν (170 δισεκατομμυρίων ευρώ), ποσό αυξημένο κατά 300 δισεκατομμύρια γουάν (39 δισεκατομμύρια ευρώ) σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Συνολικά, το νέο κρατικό χρέος της Κίνας για το 2024 θα ανέλθει στα 11,86 τρισεκατομμύρια γουάν (1,58 τρισεκατομμύρια ευρώ), σημειώνοντας αύξηση κατά 2,9 τρισεκατομμύρια γουάν (380 δισεκατομμύρια ευρώ) συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters
Οι ανώτατες πολιτικές συναντήσεις του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος, γνωστές ως «Δύο Συνεδρίες», άρχισαν στις 4 Μαρτίου και εκτιμάται ότι θα διαρκέσουν μία εβδομάδα.
Το χωρίς πραγματική εξουσία Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο θα εγκρίνει αποφάσεις που πάρθηκαν ήδη από το επικεφαλής Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), οι οποίες σηματοδοτούν τις προτεραιότητες του καθεστώτος για το ερχόμενο έτος.
Πριν από τις συναντήσεις, κρατικά μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν μηνύματα που δείχνουν την περιοχή εστίασης του καθεστώτος. Ειδικοί έχουν πει πως το κινεζικό καθεστώς βρίσκεται εντός πολιτικών και οικονομικών κρίσεων και δεν θα πραγματοποιήσει οποιαδήποτε υπόσχεση κάνει κατά την διάρκεια των «Δύο Συνεδριών.»
Οικονομία
Τα επίσημα μέσα ενημέρωσης του ΚΚΚ δημοσίευσαν κάποιες από τις δηλώσεις του επικεφαλής του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, για την οικονομία. Στις 2 Μαρτίου, το κρατικό μέσο Πρακτορείο Ειδήσεων Σινχουά δημοσίευσε ένα άρθρο στο οποίο ο Σι ισχυρίστηκε: «Έχω υποστηρίξει ανέκαθεν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.»
Η περιοδική έκδοση του ΚΚΚ «Τσιουσί» την 1 Μαρτίου εξέδωσε λόγο του Σι στο Κεντρικό Συνέδριο Οικονομικής Εργασίας από τον Δεκέμβριο του 2024. Ο Σι είπε ότι η κυβέρνηση πρέπει να συντονίσει την «σχέση μεταξύ μιας αποτελεσματικής αγοράς και μιας αποδοτικής κυβέρνησης» για να διαμορφώσει μια οικονομική τάξη που θα έχει και «την οικονομία να τρέχει ελεύθερα» και να είναι «ελέγξιμη.»
Ο Γιουάν Χονγκμπίν, νομικός ειδικός με έδρα την Αυστραλία, είπε στην Epoch Times στις 2 Μαρτίου ότι ο ισχυρισμός του Σι ότι πάντα υποστήριζε τις ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι ψέμα.
Το κινεζικό καθεστώς εφάρμοζε και συνεχίζει να εφαρμόζει μια πολιτική «ανάπτυξης της χώρας και υποχώρησης του ιδιωτικού τομέα» για χρόνια με σκοπό να καταπιέσει τον ιδιωτικό τομέα.
Ο Γιουάν είπε ότι ο Σι μόλις είχε στείλει μια αυστηρή προειδοποίηση στους ιδιωτικούς επιχειρηματίες κατά την διάρκεια της συνάντησής του με αυτούς τον προηγούμενο μήνα. Ο Σι τους είπε ότι σε δύσκολους καιρούς, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερα χρήματα και προσπάθεια να επενδύσουν περισσότερο και να διαμορφώσουν ένα συνεργατικό σύστημα με τις κρατικές επιχειρήσεις του ΚΚΚ σε κρίσιμους τομείς, και προειδοποίησε ότι όποιος αντιτίθεται παθητικά ή συνεργάζεται μυστικά με ξένες δυνάμεις θα τιμωρηθεί από τον νόμο, σύμφωνα με τον Γιουάν.
Σε μια περίοδο που η διοίκηση Τραμπ εκκινεί ισχυρό οικονομικό περιορισμό κατά του ΚΚΚ και ξένο κεφάλαιο αποχωρεί από την Κίνα, το ΚΚΚ και ο Σι εξαναγκάζουν ιδιωτικές επιχειρήσεις να επενδύσουν στις τυραννικές κρατικές επιχειρήσεις του ΚΚΚ και να συνεργαστούν με αυτές, είπε ο Γιουάν. Αυτό ακόμα μία φορά κάνει αφαίμαξη στις ιδιωτικές επιχειρήσεις υπό το όνομα της εφαρμογής μιας οικονομίας αγοράς για να βοηθήσει το ΚΚΚ να επιβιώσει στην τρέχουσα οικονομική κρίση.
Ο Τραμπ ανακοίνωσε στις 27 Φεβρουαρίου ότι μετά την αύξηση στο 10 τοις εκατό των δασμών επί κινεζικών αγαθών στις αρχές Φεβρουαρίου, ακόμα μία αύξηση, κατά 10%, θα επιβληθεί αρχίζοντας από τις 4 Μαρτίου, φέρνοντας την αύξηση στο 20%. Οι τρεις βασικές αγορές μετοχών της Κίνας, η Σανγκάη, η Σεντζέν, και το Χονγκ Κονγκ, έπεσαν απότομα μετά την ανακοίνωση.
Το κινεζικό καθεστώς κατέθεσε καταγγελία κατά των Ηνωμένων Πολιτειών στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου για την αύξηση δασμών και ακύρωσε ξυλεία και κάποιες γεωργικές εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως αντίποινα.
Ο Σου Τζεν, παλιός επαγγελματίας στην αγορά κεφαλαίου της Κίνας, είπε στην Epoch Times ότι, κρίνοντας από τα τρέχοντα μέτρα του ΚΚΚ για να διαχειριστεί την αύξηση δασμών του Τραμπ, τα οποία δεν θα είναι αποτελεσματικά, το κινεζικό καθεστώς βρίσκεται σε σύγχυση.
Είπε ότι ο Σι δεν είναι αδαής για τα προβλήματα του συστήματος του ΚΚΚ, αλλά τώρα καλεί τους γραφειοκράτες και να «αφήσουν την οικονομία να τρέξει ελεύθερα» και «να την ελέγξουν», το οποίο είναι αδύνατον.
Ο Σου είπε ότι τα πρόσφατα σχόλια του Σι για την οικονομία δείχνουν ότι η πολιτική γραμμή του Σι το κόμμα να διαχειρίζεται την οικονομία έχει υποστεί μεγάλη ζημία, η ικανότητά του βρίσκεται υπό έντονη αμφισβήτηση, και έχει χάσει τον έλεγχο επί των μεσαίου και χαμηλοτέρου επιπέδου αξιωματούχων. «Η απραγία των γραφειοκρατών του ΚΚΚ είναι μια μαλακή αντίσταση κατά του Σι και για να δείξουν την δυσφορία τους προς αυτόν,» είπε. «Ο Σι θέλει να ενισχύσει την οικονομία μέσω εγχώριας ζήτησης και να αφήσει τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να σώσουν το ΚΚΚ, αλλά αυτό είναι απλώς φαντασία, και είναι πολύ αργά.»
Παρατημένες βίλες σε ένα προάστιο της Σενγιάνγκ στην βορειοανατολική επαρχία Λιαονίνγκ της Κίνας, στις 31 Μαρτίου, 2023. (JADE GAO/AFP μέσω Getty Images)
Πολιτική ασφάλεια
Πριν τις «Δύο Συνεδρίες», το ΚΚΚ δημοσίευσε εξ αίφνης ένα πρόσφατα αναθεωρημένο «Σχέδιο Απόκρισης Εθνικής Επείγουσας Ανάγκης για Μεγάλα Δημόσια Συμβάντα» στις 25 Φεβρουαρίου, δίνοντας έμφαση στην κοινωνική σταθερότητα και στην ενίσχυση της καθοδήγησης της κοινής γνώμης και της κεντρικής εντολής. Επιπλέον των φυσικών καταστροφών, ατυχημάτων, και συμβάντων δημοσίας υγείας, το αναθεωρημένο σχέδιο στοχεύει επίσης «συμβάντα ασφαλείας.»
Ο Γιε Γιάο-γιουάν, καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών σπουδών στο πανεπιστήμιο του St. Thomas, είπε στην Epoch Times στις 2 Μαρτίου, ότι η εισαγωγή αυτού του αναθεωρημένου σχεδίου σημαίνει ότι στο πλαίσιο της οικονομικής παρακμής της Κίνας, υπάρχει πιθανότητα κάποιοι να αντιταχθούν στην Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΚ, κι έτσι οι αρχές πρέπει να πάρουν περισσότερες πληροφορίες εκ των προτέρων για να το αποτρέψουν. «Σε κάποιον βαθμό, δείχνει επίσης ότι οι ανώτατοι επικεφαλής του ΚΚΚ, ειδικά ο Σι Τζινπίνγκ, είναι απαισιόδοξοι για την μελλοντική πολιτική σταθερότητα του καθεστώτος», είπε.
Ο Γιουάν είπε ότι ο σκοπός που το ΚΚΚ δημοσίευσε τώρα αυτό το σχέδιο είναι να διαχειριστεί ξαφνικές στρατιωτικές εξεγέρσεις, κοινωνική αναταραχή, και διάφορες κοινωνικές κρίσεις. «Επειδή ένιωσαν ήδη τον κίνδυνο των κρίσεων.»
«Η μεγαλύτερη κρίση που αντιμετωπίζει το ΚΚΚ τώρα είναι στην πραγματικότητα η δική του κρίση και η κρίση της προσωπικής δικτατορίας του Σι Τζινπίνγκ που συνενώνονται», είπε ο Γιουάν.
Είπε ότι τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τώρα η δικτατορία του Σι προέρχονται από τρεις κατευθύνσεις: «Οικονομικά προβλήματα, που θα πυροδοτήσουν μια τεράστια πολιτική και κοινωνική κρίση της τυραννίας του ΚΚΚ· σχεδόν όλοι οι αξιωματούχοι εντός του ΚΚΚ είναι δυσαρεστημένοι με την δικτατορία του Σι, συμπεριλαμβανομένων κάποιων στρατιωτικών αξιωματούχων· οι Ηνωμένες Πολιτείες που ενισχύουν την σχέση τους με την Ταϊβάν.»
Βιοπορισμός
Οι «Δύο Συνεδρίες» συνήθως εγείρουν συγκεκριμένα θέματα σχετικά με τον βιοπορισμό των πολιτών. Φέτος, ο Τσεν Σονγκτσί, μέλος της Εθνικής Επιτροπής του Πολιτικού Συμβουλευτικού Συνεδρίου του Κινεζικού Λαού και ακαδημαϊκός της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών, πρότεινε την μείωση της νομικά επιτρεπτής ηλικίας για γάμο σε 18 προς αύξηση του πληθυσμού που μπορεί να δώσει απογόνους. Η ηλικία τώρα είναι 22 για άντρες και 20 για γυναίκες. Αυτή η πρόταση προκάλεσε γελοιοποίηση στο κινεζικό διαδίκτυο. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό ανεργίας της Κίνας συνέχισε να αυξάνεται καθώς πρωτοφανής αριθμός αποφοίτων πανεπιστημίων ετοιμάζονται να εισέλθουν στην αγορά εργασίας το 2025.
Ο αριθμός των ηλικιωμένων αυξάνεται στην Κίνα. Ένα νέο ζευγάρι γεννημένο την δεκαετία του ’80 είναι οι μόνοι πάροχοι βοήθειας για τέσσερεις ηλικιωμένους γονείς. (Getty Images)
Ο Γιουάν είπε ότι το πλέον κρίσιμο ζήτημα βιοπορισμού στην Κίνα τώρα είναι ο ηλικιωμένος πληθυσμός, που είναι δύσκολο να αλλάξει. «Την ίδια στιγμή, λόγω της οικονομικής ύφεσης, νέοι δεν μπορούν να κάνουν οικογένειες και έτσι δεν αποφεύγουν τον γάμο και τα παιδιά. Αυτό είναι δομικό πρόβλημα που το ΚΚΚ δεν μπορεί να λύσει.»
Επίσης, είπε ότι κατά την πανδημία του ιού της Γουχάν, το ΚΚΚ εξανάγκασε τους Κινέζους να κάνουν κινέζικα εμβόλια, που έχουν παρουσιάσει διάφορες παρενέργειες και ίσως συνεισφέρουν στο τρέχον κύμα αναπνευστικών λοιμώξεων στην Κίνα.
«Βλέποντας αυτά τα πραγματικά κρίσιμα προβλήματα σχετικά με τον βιοπορισμό του κόσμου, το ΚΚΚ δεν τολμά να τα διαχειριστεί αλλά ούτε προσπαθεί να καλύψει αυτές τις κρίσεις μέσω της παρουσίασης μιας άλλης ψευδούς πραγματικότητας», είπε ο Γιουάν.
«Οι ‘Δύο Συνεδρίες’ του ΚΚΚ δεν μπορούν πραγματικά να λύσουν οποιαδήποτε προβλήματα για τον βιοπορισμό των ανθρώπων. Δεν είναι συναντήσεις για επίλυση προβλημάτων, αλλά συναντήσεις για απόκρυψη προβλημάτων,» κατέληξε.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Αμερικανικές αρχές έχουν αποδώσει κατηγορίες σε δώδεκα Κινέζους συμβασιούχους χάκερ και αξιωματούχους επιβολής του νόμου για τη συμμετοχή τους σε μια πολυετή εκστρατεία hacking για την κλοπή δεδομένων από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και την υπονόμευση ομάδων αντιφρονούντων.
Η Epoch Times έμαθε ότι ήταν θύμα της εκστρατείας hacking.
Οκτώ από τους κατηγορούμενους εργάζονται για την i-Soon, μια κινεζική εταιρεία τεχνολογίας που έχει χακάρει θύματα σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων κυβερνητικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και ομάδων αντιφρονούντων που το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) θεωρεί απειλή, σύμφωνα με τα αρχεία του Αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης (DOJ) που δημοσιεύθηκαν στις 5 Μαρτίου.
Από το 2016 έως το 2023, η i-Soon παραβίασε λογαριασμούς email, κινητά τηλέφωνα, διακομιστές και ιστότοπους υπό τις οδηγίες του Πεκίνου και κέρδισε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια από αυτό, σύμφωνα με το DOJ. Η εταιρεία φέρεται να συνεργάστηκε με 43 γραφεία πληροφοριών ή αστυνομίας του κινεζικού καθεστώτος, χρεώνοντας μεταξύ 10.000 και 75.000 δολάρια για κάθε εισερχόμενο email που παραβιάστηκε.
Στα θύματά της περιλαμβάνεται η Epoch Times, μια εφημερίδα με έδρα τη Νέα Υόρκη που δημοσιεύει ειδήσεις που σχετίζονται με την Κίνα που επικρίνουν το κινεζικό καθεστώς. Επίσης, μια οργάνωση που προωθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα· μια θρησκευτική οργάνωση των ΗΠΑ με χιλιάδες εκκλησίες· μια υπηρεσία ειδήσεων που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, χρηματοδοτούμενη από τις ΗΠΑ· τα υπουργεία Εξωτερικών της Ταϊβάν, της Ινδίας, της Νότιας Κορέας και της Ινδονησίας· θρησκευτικός ηγέτης με έδρα τις ΗΠΑ, και η Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας των ΗΠΑ, το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ και η Συνέλευση της Πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Οι συνεργάτες της i-Soon, καθώς και δύο αξιωματούχοι του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας της Κίνας, κατηγορούνται για συνωμοσία για τη διάπραξη εισβολών σε υπολογιστή, και συνωμοσία για τη διάπραξη οικονομικής απάτης, με συνδυασμένη μέγιστη ποινή φυλάκισης 20 ετών.
Παραβιάσεις σχετικά με την Epoch Times
Η εταιρεία i-Soon χρησιμοποίησε διάφορες μεθόδους για να χακάρει τα θύματά της. Εκπαίδευσε υπαλλήλους του κινεζικού υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας σε τεχνικές hacking (παραβίασης υπολογιστών), σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα.
Φέρεται να πούλησε κατά παραγγελία λογισμικό σχεδιασμένο για να στοχεύει λογαριασμούς σε πολλές εφαρμογές, μεταξύ των οποίων το Microsoft Outlook, το Gmail, τα κινητά τηλέφωνα Android, την πλατφόρμα κοινωνικών μέσων X, και συστήματα υπολογιστών όπως τα Windows, Macintosh, και Linux.
Διαδικτυακοί εγκληματίες στόχευσαν τουλάχιστον τέσσερα πρακτορεία ειδήσεων, συμπεριλαμβανομένων δύο εφημερίδων με έδρα την πολιτεία της Νέας Υόρκης και μίας στο Χονγκ Κονγκ, ανέφερε το έγγραφο.
Υπό τις οδηγίες του Κινέζου αστυνομικού Γουάνγκ Λιγιού, ο οποίος είναι επίσης στη λίστα των ατόμων που κατηγορούνται, οι υπάλληλοι της i-Soon εξαπέλυσαν μια κατανεμημένη επίθεση «άρνησης υπηρεσίας» τον Δεκέμβριο του 2016 που έκλεισε προσωρινά τον ιστότοπο της Epoch Times.
Περίπου τον Μάιο του 2017, παραβίασαν τους λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του αρχισυντάκτη της εφημερίδας και ενός αντιπροέδρου, σύμφωνα με την κατάθεση του δικαστηρίου. Τον Σεπτέμβριο του 2017, ο Σενγκ Τζινγκ, ένας άλλος αξιωματούχος του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας υπό τις κατηγορίες των ΗΠΑ, ζήτησε από τους συνεργάτες της i-Soon να αναγνωρίσουν τις κινεζικές διευθύνσεις IP που είχαν πρόσβαση στον ιστότοπο της εφημερίδας. Ο αξιωματούχος το έκανε αυτό για να εντοπίσει αντιφρονούντες στην Κίνα. Ο Γουάνγκ έδωσε στην i-Soon το όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης του λογαριασμού διαχειριστή του ιστότοπου της Epoch Times, σύμφωνα με την κατάθεση του δικαστηρίου.
Οι διαδικτυακοί εγκληματίες (χάκερ) είχαν επίσης πρόσβαση σε περίπου 200 λογαριασμούς email που ανήκαν σε στελέχη και υπαλλήλους μιας θρησκευτικής οργάνωσης με έδρα το Τέξας με εκατομμύρια μέλη. Η οργάνωση είχε στείλει προηγουμένως ιεραποστόλους στην Κίνα, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Η δήλωση του δικαστηρίου αναφέρει ότι προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν μηνύματα ηλεκτρονικού ‘ψαρέματος’ (δηλαδή εξαπάτησης) για να παραβιάσουν την Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας, μια υπηρεσία του υπουργείου Άμυνας που ειδικεύεται στην άμυνα και τις στρατιωτικές πληροφορίες, αλλά η προσπάθεια δεν ήταν επιτυχής. Η ίδια μέθοδος απέτυχε επίσης σε μια άλλη εκστρατεία κατά της Διεθνούς Διοίκησης Εμπορίου, μιας υπηρεσίας υπό το υπουργείο Εμπορίου που προωθεί τις εξαγωγές των ΗΠΑ.
Η Τζάνις Τρέι, διευθύνουσα σύμβουλος της Epoch Times, επιδοκίμασε την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη «δίωξη Κινέζων χάκερ που στόχευσαν την Epoch Times για την ανεξάρτητη δημοσιογραφία της».
«Για πάνω από δύο δεκαετίες, το ΚΚΚ μάς έχει βάλει στο στόχαστρο, στο πλαίσιο μίας ευρείας εκστρατείας διακρατικής καταστολής, η οποία ελπίζουμε να αποκαλυφθεί πλήρως και να λογοδοτήσουν οι δράστες», είπε σε δήλωσή της. «Η Epoch Times είναι ο οργανισμός μέσων που φοβάται περισσότερο το ΚΚΚ λόγω της αταλάντευτης δέσμευσής της για αντικειμενικά ρεπορτάζ και για την έγκαιρη κάλυψη από πρώτο χέρι για την Κίνα, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων που άλλα μέσα ενημέρωσης αποφεύγουν να καλύψουν».
Silk Typhoon
Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, το κινεζικό καθεστώς χρησιμοποίησε ένα σύστημα «πρόσληψης χάκερ», προσλαμβάνοντας ιδιωτικές εταιρείες και εργολάβους εντός της χώρας για να διεξάγουν δραστηριότητες πειρατείας και να κλέβουν πληροφορίες. Αυτή η προσέγγιση βοήθησε το καθεστώς να αποκρύψει τυχόν άμεσες συνδέσεις με αυτές τις κυβερνοεπιθέσεις.
Το υπουργείο Οικονομικών επέβαλε επίσης κυρώσεις σε έναν διαδικτυακό χρήστη με έδρα τη Σαγκάη, κατηγορώντας τον ότι συνεργάστηκε με άλλους Κινέζους χάκερ για να διεισδύσει σε κρίσιμα δίκτυα υποδομής των ΗΠΑ.
Σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Οικονομικών αναγνώρισε το άτομο ως τον Τζόου Σουάι, ο οποίος έχει πουλήσει «κλεμμένα δεδομένα και πρόσβαση σε παραβιασμένα δίκτυα υπολογιστών» από το 2018.
Τουλάχιστον ορισμένα από τα δεδομένα αποκτήθηκαν από έναν άλλο Κινέζο διαδικτυακό χρήστη, τον Γιν Κετσένγκ, στον οποίο επιβλήθηκαν κυρώσεις τον Ιανουάριο επειδή βοήθησε στην παραβίαση του Υπουργείου Οικονομικών.
Η κύρωση της 5ης Μαρτίου ισχύει επίσης για την εταιρεία του Τζόου, Shanghai Heiying Information Technology, λόγω της απασχόλησης πολλών Κινέζων χάκερ.
Οι εισαγγελείς των ΗΠΑ έχουν συνδέσει τον Τζόου και τον Γιν με μια κινεζική κρατική ομάδα hacking γνωστή ως APT27, Silk Typhoon, ή Hafnium. Αυτή η ομάδα κατασκοπείας συγκέντρωσε την παγκόσμια προσοχή το 2021, όταν περισσότεροι από 30.000 οργανισμοί στις Ηνωμένες Πολιτείες παραβιάστηκαν λόγω ελαττωμάτων στους διακομιστές αλληλογραφίας και ημερολογίου της Microsoft.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης ισχυρίστηκε ότι ο Τζόου και ο Γιν διεξήγαγαν «για χρόνια, εξελιγμένες συνωμοσίες πειρατείας υπολογιστών που στόχευσαν επιτυχώς μια μεγάλη ποικιλία θυμάτων που εδρεύουν στις ΗΠΑ από το 2011 μέχρι σήμερα».
Οι εταιρείες και οι οργανισμοί που φέρεται να στοχοποιούνται από τους Τζόου και Γιν περιλαμβάνουν «πολλές» εταιρείες τεχνολογίας με έδρα τις ΗΠΑ, τοπικές κυβερνήσεις, δεξαμενές σκέψης, πανεπιστήμια και αμυντικούς εργολάβους, σύμφωνα με το DOJ.
Τόσο ο Τζόου όσο και ο Γιν αντιμετωπίζουν πολλαπλές κατηγορίες, όπως απάτη μέσω εμβάσματος, ξέπλυμα χρήματος, κλοπή ταυτότητας και παραβίαση του νόμου περί απάτης και κατάχρησης υπολογιστών.
Η Microsoft εξέδωσε μια προειδοποίηση σχετικά με μια αλλαγή στις τακτικές χάκερ που σχετίζονται με τη Silk Typhoon, οι οποίες πλέον επικεντρώνονται σε εργαλεία απομακρυσμένης διαχείρισης και εφαρμογές cloud για να αποκτήσουν αρχική πρόσβαση σε εταιρικά δίκτυα, δήλωσε η εταιρεία σε ανάρτηση ιστολογίου που δημοσιεύτηκε στις 5 Μαρτίου.
Το κατηγορητήριο εναντίον του Γιν αναφέρει τις επικοινωνίες του με έναν συνεργάτη του, συμπεριλαμβανομένης της συζήτησής τους για τεχνικές στρατηγικές. Κάποια στιγμή, ο ανώνυμος συνεργάτης πρότεινε να στοχοποιηθούν οι θυγατρικές μεγάλων αμερικανικών εταιρειών ή οι συνεργαζόμενες εταιρείες τους, δηλώνοντας ότι «είναι το ίδιο και πιο εύκολο να επιτεθούν». Ο Γιν συμφώνησε, αποκαλώντας αυτή την προσέγγιση «σωστή», σύμφωνα με το δικαστικό έγγραφο που αποσφραγίστηκε στις 5 Μαρτίου.
Και τα 12 άτομα παραμένουν ελεύθερα. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσφέρει έως και 10 εκατομμύρια δολάρια για πληροφορίες σχετικά με την i-Soon και τους υπαλλήλους της, καθώς και για τους δύο αξιωματούχους του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας. Εξέδωσε επίσης ανταμοιβή 2 εκατομμυρίων δολαρίων για βοήθεια στη σύλληψη του Γιν και του Τζόου, που και οι δύο βρίσκονται στην Κίνα.
«Η Κίνα προσφέρει ασφαλές λιμάνι για εταιρείες του ιδιωτικού τομέα που ασκούν κακόβουλη διαδικτυακή δραστηριότητα εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και των εταίρων τους», δήλωσε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, προσθέτοντας ότι η προσπάθεια πολλών υπηρεσιών αντικατοπτρίζει την προσέγγιση του συνόλου της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για την προστασία των Αμερικανών και των κρίσιμων υποδομών των ΗΠΑ από κυβερνοαπειλές που εδρεύουν στην Κίνα.
Περιέγραψε την υποστηριζόμενη από την Κίνα πειρατεία ως «μία από τις μεγαλύτερες και πιο επίμονες απειλές για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».
Αυτό το άρθρο είναι το δεύτερο σε μια σειρά με τίτλο «Ινδία: Τα επόμενα πέντε χρόνια». Οι συνομιλίες με ειδικούς του θέματος, ηγέτες σκέψης και καινοτομίας, στρατηγούς και διπλωμάτες θα διερευνήσουν τις εξωτερικές σχέσεις της Ινδίας και την παγκόσμια προοπτική της από το 2024 έως το 2029.
Η Ινδία, η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο, αναπτύσσεται επίσης στην κατανόηση του εαυτού της. Καθώς το κάνει, η «μεγάλη στρατηγική» της — ο τρόπος που βλέπει τη θέση της στον κόσμο — καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα, λένε ειδικοί.
«Η Κίνα ξεχωρίζει όλο και περισσότερο στη στρατηγική συνείδηση της Ινδίας», έγραψε ο Ντρούβα Τζαϊσάνκαρ στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα, «Vishwa Shastra: India and the World».
«Πράγματι, η άνοδος της Κίνας είναι πιθανότατα ο πρωταρχικός παράγοντας που επηρεάζει τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας σήμερα».
Το «Vishwa Shastra» είναι σανσκριτική φράση που σημαίνει «πραγματεία για τον κόσμο». Το βιβλίο προσφέρει μια ενοποιημένη, γραμμική ανάλυση της ινδικής εξωτερικής πολιτικής από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή.
Ο Τζαϊσάνκαρ, ο οποίος υπηρετεί ως εκτελεστικός διευθυντής του Ιδρύματος Ερευνών Observer με έδρα την Ουάσιγκτον, δήλωσε στην Epoch Times σε μια συνέντευξη ότι υπάρχουν σε γενικές γραμμές πέντε στόχοι στη «μεγάλη στρατηγική» της Ινδίας.
«Η ενίσχυση της Ινδίας στο εσωτερικό, στρατιωτικά και οικονομικά, είναι [η] υπ΄ αριθμόν 1 προτεραιότητα. [Το δεύτερο είναι] η διασφάλιση μιας σταθερής γειτονιάς, η οποία ήταν μια μεγάλη πρόκληση, αλλά η γειτονιά ήταν πάντα, και πάλι, πρώτη προτεραιότητα διεθνώς», δήλωσε ο Τζαϊσάνκαρ.
Η διατήρηση μιας ισορροπίας δυνάμεων είναι η τρίτη προτεραιότητα της Ινδίας. Το τέταρτο είναι η αντιμετώπιση ζητημάτων κληρονομιάς σχετικά με τη διχοτόμηση της Ινδίας, η οποία οδήγησε στο σχηματισμό του Πακιστάν και δημιούργησε μεγαλύτερες περιφερειακές συνέπειες. Το πέμπτο είναι να υποστηρίξει την επαρκή συμμετοχή της Ινδίας σε παγκόσμιους θεσμούς θέσπισης κανόνων, είπε.
Αυτοί οι πέντε στόχοι καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας από την ανεξαρτησία της το 1947. Η σημερινή Ινδία έχει περισσότερες ευκαιρίες και πόρους για να επιτύχει αυτούς τους στόχους από ό,τι είχε ποτέ πριν, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
«Η Ινδία βρίσκεται λιγότερο στην άμυνα από ό,τι στο παρελθόν. Έχει περισσότερους πόρους από ό,τι στο παρελθόν. Αυτό λοιπόν είναι καλό από πολλές απόψεις. Έχει την ικανότητα να εκσυγχρονίζεται. Έχει την ικανότητα να διευθετήσει κάποια από τα ζητήματα στην περιφέρειά της. Έχει την ικανότητα να παρακάμψει και να απομονώσει το Πακιστάν και τέτοια πράγματα», είπε.
Διατύπωση της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας
Ο Σρίκαντ Κονταπάλλι, πρύτανης της Σχολής Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Jawaharlal Nehru (JNU) του Νέου Δελχί, δήλωσε στην Epoch Times ότι κάθε μεγάλη δύναμη έχει μια μεγάλη στρατηγική που καθορίζει την τροχιά της, κοιτάζοντας μπροστά 20 έως 25 χρόνια. Μαζί με τον σχεδιασμό της για οικονομική, τεχνολογική, και στρατιωτική ανάπτυξη, η μεγάλη στρατηγική περιγράφει λεπτομερώς το εθνικό ήθος μιας χώρας.
Ειδικός στις εξωτερικές πολιτικές και τις πολιτικές ασφαλείας της Κίνας, ο Κονταπάλλι είπε ότι πόσο μεγάλο μέρος της στρατηγικής ενός έθνους αποκαλύπτεται εξαρτάται από τον σκοπό που του αποδίδεται από αυτό το έθνος.
«Για παράδειγμα, οι Αμερικανοί έχουν την [Τετραπλή] Στρατηγική Άμυνας και Εθνικής Ασφάλειας. … Οι Ρώσοι έχουν μια τέτοια στρατηγική. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μία. Η Κίνα την διατύπωσε επίσης ως προς την εθνική αναζωογόνηση έως το 2049 και έχει πολλά βήματα—από το 2021 έως το 2035», είπε ο Κονταπάλλι.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας έχει σπάνια διατυπωθεί ρητά και διάφοροι συγγραφείς προσπάθησαν να εκφράσουν το όραμα της χώρας. Το έργο του Τζαϊσάνκαρ επιχειρεί να καθορίσει τον παγκόσμιο αντίκτυπο της Ινδίας, ακριβώς 25 χρόνια από το μέσο του αιώνα. Τα μέσα του αιώνα είναι επίσης το χρονοδιάγραμμα της μεγάλης στρατηγικής της Κίνας για εθνική αναζωογόνηση, που μερικές φορές ονομάζεται «Παγκόσμια Κίνα 2049» ή «Κίνα 2049».
Ο Κονταπάλλι ανέφερε το «India 2020», ένα έργο του 1998 του πρώην προέδρου της Ινδίας, Αμπντούλ Καλάμ, και Σ. Ράγιαν. Το βιβλίο σκιαγράφησε μια στρατηγική για μια ανεπτυγμένη Ινδία κοιτάζοντας τις δύο πρώτες δεκαετίες της νέας χιλιετίας.
Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι εξέφρασε την ινδική στρατηγική ως «Viksit Bharat 2047». Η φράση «Viksit Bharat», που σημαίνει «ανεπτυγμένη Ινδία», μεταφέρει το όραμα της ινδικής κυβέρνησης να μετατρέψει την χώρα σε μια αυτοδύναμη και ευημερούσα οικονομία μέχρι το 2047.
Ο Κονταπάλλι περιέγραψε τις περιοχές που ορίστηκαν στο Viksit Bharat 2047 ως «μαλακές περιοχές της μεγάλης στρατηγικής».
Πολλά από τα ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της Ινδίας φυλάσσονται και δεν αποκαλύπτονται, είπε. Ορισμένες από τις άγνωστες περιοχές αφορούν την Κίνα.
Κινέζος στρατιώτης χειρονομεί καθώς στέκεται κοντά σε Ινδό στρατιώτη στην κινεζική πλευρά της αρχαίας συνοριακής διάβασης Νάτου Λα μεταξύ Ινδίας και Κίνας, στις 10 Ιουλίου 2008. (Diptendu Dutta/AFP μέσω Getty Images)
Κίνα: Το μεγαλύτερο εμπόδιο
Παρά τις δυνατότητές της, η Ινδία αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις για την επίτευξη της μεγάλης στρατηγικής της. Ανάμεσά τους φαίνεται να ξεχωρίζει η Κίνα, την οποία οι αναλυτές ορίζουν ως σημαντική πρόκληση για την άνοδο της Ινδίας στην παγκόσμια σκηνή.
Η γεωγραφία και η ιστορία παρέχουν το πλαίσιο για την πρόκληση από την Κίνα. Αυτό λέει ο Μόνις Τουράνγκμπαμ, διευθυντής του Ινστιτούτου Indo-Pacific Studies Kalinga που εδρεύει στην Ινδία.
«Από την έναρξή της το 1949, τον Σινο-Ινδικό πόλεμο του 1962 και την ανάδειξή της ως παγκόσμια δύναμη τον 21ο αιώνα, η κομμουνιστική Κίνα έχει επηρεάσει τη σύλληψη και τη λειτουργικότητα της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας», είπε ο Τουράνγκμπαμ στην Epoch Times.
Ο Τζαϊσάνκαρ είπε ότι η Κίνα αμφισβητεί κάθε έναν από τους μεγάλους στόχους στρατηγικής της Ινδίας.
«Το μεγαλύτερο εμπόδιο σε καθέναν από αυτούς τους πέντε στόχους σήμερα, αναμφισβήτητα, είναι η Κίνα. Έτσι, η Κίνα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για τις αμυντικές προμήθειες της Ινδίας, την τεχνολογική της πολιτική, την εμπορική της πολιτική, τη βιομηχανική της πολιτική», είπε.
Ο Κονταπάλλι είπε ότι από το 2009, η Ινδία βλέπει την Κίνα ως «μακροπρόθεσμη απειλή» για τα στρατηγικά της σχέδια. Καθόρισε ως βραχυπρόθεσμη απειλή την απειλή εντός πενταετίας, μεσοπρόθεσμη ως 15 χρόνια, και μακροπρόθεσμη την απειλή στα 35 έτη.
Στρατιώτες της Δύναμης Συνοριακής Ασφάλειας της Ινδίας περιπολούν κατά μήκος των περιφραγμένων συνόρων με το Πακιστάν στον τομέα Ράνμπιρ Σινγκ Πούρα κοντά στο Τζάμμου, στις 26 Φεβ. 2019. (Mukesh Gupta/Reuters)
Ήταν το 2009 που η ινδική θέση μεταπήδησε σε έναν πόλεμο δύο μετώπων —που σημαίνει εναντίον του Πακιστάν και της Κίνας— «κάτω από το πυρηνικό κατώφλι», είπε, «επειδή και τα δύο είναι πυρηνικά».
«Αλλά αυτή είναι η στρατηγική των ενόπλων δυνάμεων, και όχι η εθνική στρατηγική», είπε ο Κονταπάλλι, σημειώνοντας ότι η Ινδία αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις από την Κίνα από όλα τα άλλα μέτωπα.
Είπε ότι στο πλαίσιο της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας, ο παράγοντας της Κίνας είναι «αβέβαιος ή ακόμη και αρνητικός» λόγω της εδαφικής διαμάχης με την Ινδία. Είπε ότι αυτή η διαμάχη είναι μακροπρόθεσμη.
«Αυτό δεν πρόκειται να επιλυθεί [βραχυπρόθεσμα]. Επομένως, πρέπει να συνυπολογίσετε την Κίνα στην εδαφική διαμάχη στη μεγάλη στρατηγική», είπε ο Κονταπάλλι.
Ο Τζαϊσάνκαρ ανέφερε τον ενεργό ανταγωνισμό από την Κίνα στη γειτονιά της Ινδίας — σε χώρες όπως το Νεπάλ, η Σρι Λάνκα, το Μπαγκλαντές και η Μιανμάρ. Η ισορροπία δυνάμεων στον Ινδο-Ειρηνικό έχει επίσης αλλάξει από την άνοδο της Κίνας. Η Ινδία εργάζεται με άλλες χώρες για να το αντιμετωπίσει, είπε.
Ακόμη και στους διεθνείς θεσμούς, η Κίνα προσπαθεί να εμποδίσει την άνοδο της Ινδίας, σημείωσε.
«Η Κίνα είναι τελικά η κύρια δύναμη που είναι περισσότερο υπεύθυνη για το σταμάτημα, ας πούμε, της μεταρρύθμισης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, της εισόδου της Ινδίας στην Ομάδα Πυρηνικών Προμηθευτών, για ορισμένα εμπορικά ζητήματα και τέτοια πράγματα. Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων», είπε.
Ο ρόλος της Ινδίας στους παγκόσμιους θεσμούς αυξάνεται. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας της το 2023 στο διεθνές φόρουμ της Ομάδας των 20 (G20), έπαιξε κρίσιμο ρόλο σε μια διευρυμένη BRICS και σε άλλες πλατφόρμες παγκόσμιας διακυβέρνησης, σύμφωνα με την Τουράνγκμπαμ.
Ωστόσο, η Κίνα χρησιμοποιεί μια διττή προσέγγιση για να αμφισβητήσει αυτήν την αυξανόμενη επιρροή, είπε.
«Η πρόκληση της Κίνας για την άνοδο της Ινδίας σε παγκόσμιους θεσμούς είναι τόσο ιδεατή όσο και υλική», είπε ο Τουράνγκμπαμ.
Η δημοκρατία της Ινδίας και το δεκτικό μοντέλο παγκόσμιας διακυβέρνησής της, την καθιστούν ελκυστική, είπε. Ωστόσο, το καθαρό οικονομικό μέγεθος και η επιρροή της Κίνας αποτελούν πρόκληση για το Νέο Δελχί να περιηγηθεί σε παγκόσμιους θεσμούς.
Η μεγάλη στρατηγική της Κίνας είναι να είναι το Νο. 1: να αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικότερα. Το Πεκίνο θέλει επίσης να είναι Νο. 1 στην Ασία, είπε ο Κονταπάλλι. Αλλά υπάρχουν δυνάμεις στην Ασία —Ινδία, Ιαπωνία, Ινδονησία, Φιλιππίνες και Βιετνάμ— που μπορούν να ανταγωνιστούν για αυτήν την επιρροή και δεν θέλουν η Κίνα να μετριάσει το αποτύπωμά τους.
«Ο ρόλος της Κίνας στη Νότια Ασία, τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου θέλει να περιθωριοποιήσει την Ινδία, δεν είναι αποδεκτός από την Ινδία», είπε.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας θα περιλαμβάνει επομένως την αντιμετώπιση της μεγάλης κινεζικής στρατηγικής σε σχέση με εδαφικά ζητήματα και τον ανταγωνισμό στην Ασία.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία της στρατηγικής, σημείωσε ο Κονταπάλλι. Ένα στοιχείο είναι η συμμαχία QUAD μεταξύ της Ινδίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας στον Ινδο-Ειρηνικό. Μια άλλη είναι η άσκηση Malabar—κοινές θαλάσσιες στρατιωτικές ασκήσεις μεταξύ των χωρών QUAD. Ένα άλλο στοιχείο είναι οι μεμονωμένες συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της Ινδίας και διαφόρων εθνών.
Και μια άλλη είναι η πρόσφατη συνάντηση Μόντι-Τραμπ. Για αυτό, είπε, «τι συνέβη δεν ξέρουμε».
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δίνει τα χέρια με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο στις 13 Φεβ. 2025. (Jim Watson/Γαλλικό Πρακτορείο μέσω Getty Images)
Κοιτάζοντας προς έναν πολυπολικό κόσμο
Με την ταχεία οικονομική της ανάπτυξη, η Ινδία προβλέπεται να είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο έως το 2030, πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Ο Τζαϊσάνκαρ περιέγραψε τρεις παγκόσμιες σχολές σκέψης — τη μονοπολικότητα, τη διπολικότητα και την πολυπολικότητα — από την οπτική γωνία των τριών πιθανών κορυφαίων παγκόσμιων οικονομιών τις επόμενες δύο δεκαετίες: των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας, και της Ινδίας.
Οι ακαδημαϊκοί όροι περιγράφουν τρία συστήματα γεωπολιτικής κατανομής ισχύος: ένας μονοπολικός κόσμος κυριαρχείται από μια δύναμη, ένας διπολικός κόσμος κυριαρχείται από δύο μεγάλες δυνάμεις και σε έναν πολυπολικό κόσμο, η εξουσία κατανέμεται μεταξύ πολλών κρατών.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας πρέπει να γίνει κατανοητή στο πλαίσιο των προσδοκιών ότι θα μπει στη λίστα με τις κορυφαίες παγκόσμιες δυνάμεις στο εγγύς μέλλον, είπε.
«[Οι Ηνωμένες Πολιτείες] είναι το Νο. 1», είπε ο Τζαϊσάνκαρ. «Σε έναν ιδανικό κόσμο, οι ΗΠΑ θέλουν έναν μονοπολικό κόσμο. Έχουν έναν καθαρό ανταγωνιστή σήμερα, την Κίνα».
Η Κίνα —παρά τη μακροπρόθεσμη φιλοδοξία της για έναν μονοπολικό κόσμο στον οποίο είναι Νο. 1— αναγνωρίζει τη διπολικότητα του σημερινού κόσμου. Η φιλοδοξία της να είναι η κορυφαία παγκόσμια δύναμη δεν έρχεται σε αντίθεση με αυτήν την αναγνώριση.
«Όταν η Κίνα λέει ότι θέλει έναν νέο τύπο σχέσης μεγάλης δύναμης ή συνομιλίες για την αποφυγή της Παγίδας του Θουκυδίδη, στην πραγματικότητα αναγνωρίζει έναν διπολικό κόσμο, αλλά ζητά από τις ΗΠΑ να μην τον αμφισβητήσουν», είπε ο Τζαϊσάνκαρ.
Η Παγίδα του Θουκυδίδη είναι η θεωρία — που έγινε δημοφιλής από τον μελετητή του Χάρβαρντ Γκράαμ Άλισον — ότι όταν μια ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη απειλεί μια κυρίαρχη, συχνά προκύπτει πόλεμος.
«Η Ινδία, όντας Νο. 3, θέλει έναν πολυπολικό [κόσμο]», είπε. «Οπότε νομίζω ότι εξαρτάται εν μέρει από την θέση της».
Ενώ η Κίνα υποστηρίζει την πολυμέρεια σε ορισμένα ζητήματα και φόρουμ, είπε ο Τουράνγκμπάμ, η υποστήριξή της έχει στόχο να αμβλύνει την επιρροή της Αμερικής.
Η Ινδία, από την άλλη πλευρά, στοχεύει στη δημιουργία μιας παγκόσμιας τάξης που να περιλαμβάνει περισσότερες [χώρες], είπε.
«Η Ινδία θέλει να δημιουργήσει ένα εξωτερικά ευνοϊκό περιβάλλον ασφάλειας για την οικονομική της άνοδο και η υποστήριξή της για μια πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων αναγνωρίζει την αλληλεξάρτηση των οικονομιών. Η διεύρυνση του καλαθιού των οικονομικών εταίρων της, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τα βασικά της συμφέροντα ασφάλειας, βρίσκεται στο επίκεντρο της υποστήριξης της Ινδίας για αποτελεσματική πολυμέρεια σε έναν πολυπολικό κόσμο», είπε.
Με την επικείμενη άνοδο της Ινδίας ως την τρίτη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομία, ένα νέο παγκόσμιο οικονομικό παράδειγμα θα εξελιχθεί, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
Η αμερικανική οικονομία αξίζει αυτή τη στιγμή περισσότερα από 30 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η κινεζική οικονομία αξίζει περισσότερα από 19 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η Ινδία είναι αυτή τη στιγμή η πέμπτη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομία. Αναμένεται να κλέψει την τέταρτη θέση της Ιαπωνίας τον επόμενο χρόνο περίπου. Και, σύμφωνα με έκθεση της S&P Global Ratings, μέχρι το 2030, η Ινδία αναμένεται να ξεπεράσει τα 7 τρισεκατομμύρια δολάρια και να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
[«Παρ’ όλα αυτά,] [θα] υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, από τη μία πλευρά, και μεταξύ της Κίνας και της Ινδίας, από την άλλη», είπε ο Τζαϊσάνκαρ.
Θα προκύψει επίσης ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ της Ινδίας και όλων των άλλων σε αυτόν τον κατάλογο, είπε. Αλλά ακριβώς λόγω αυτού του κενού, η Ινδία θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Η κατάσταση θα εξασφαλίσει μια μοναδική θέση για την Ινδία, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ. Η Ινδία θα περιφρουρήσει αυτό το μέρος για να αποτρέψει την περιθωριοποίηση των συμφερόντων της στη λήψη αποφάσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
«Η Ινδία θα αγωνιστεί για έναν περισσότερο πολυπολικό κόσμο, που σημαίνει έναν κόσμο όπου τα πάντα δεν αποφασίζονται απλώς από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Νομίζω ότι αυτό είναι μια μεγάλη, καλή ανησυχία για την Ινδία», είπε.
Ο τρόπος με τον οποίο η Ινδία θα διασφαλίσει και θα προωθήσει τα συμφέροντά της σε μια πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων θα είναι μια «δοκιμή φωτιάς» για τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας, είπε ο Τουράνγκμπαμ.
Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι παρευρίσκεται στη Σύνοδο Κορυφής της Ανατολικής Ασίας κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Ένωσης Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) στη Βιεντιάν του Λάος, στις 11 Οκτ. 2024. (Tang Chhin Sothy/Pool Photo μέσω AP)
Ο ρόλος της Ινδίας στην παγκόσμια τάξη
Όταν ρωτήθηκε ποιον ρόλο θα έπαιζε η Ινδία στη δημιουργία ενός πολυπολικού κόσμου, ο Τζαϊσάνκαρ απαρίθμησε μια σειρά από στόχους.
Περιλαμβάνουν την ανάληψη ηγετικού ρόλου στη Νοτιοανατολική Ασία, την ασφάλεια του Ινδικού Ωκεανού, τη σύνδεση με τους γείτονές της και τη Μέση Ανατολή, και τη χρήση «καρότων και ραβδιών» για να πείσει το Πακιστάν να απομακρυνθεί από την υποστήριξη τρομοκρατικών ομάδων.
Περιλαμβάνουν επίσης τη διαχείριση της σχέσης της Ινδίας με την Κίνα με τρόπο που προωθεί τον ανταγωνισμό, αλλά δεν οδηγεί σε σύγκρουση, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
Ο Κονταπάλλι εξήγησε ότι η προσέγγιση της Ινδίας στα πολυμερή φόρουμ καθοδηγείται από τα συμφέροντά της.
Τόσο η Ινδία όσο και η Κίνα αποτελούν μέρος διαφόρων κοινών πολυμερών φόρουμ. Υποτίθεται ότι δεν είναι εκεί για να συζητήσουν διμερή ζητήματα ή ζητήματα κυριαρχίας, είπε. Αντίθετα, η εμπλοκή τους συνεπάγεται ότι τα προβλήματα μπορούν να επιλυθούν μέσω μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ειρηνικών στρατηγικών.
Τα πολυμερή φόρουμ μπορεί να είναι χρήσιμα για την προώθηση διμερών θεμάτων. Ο Κονταπάλλι ανέφερε μια απαλή προσέγγιση της Ινδίας σε πολυμερείς πλατφόρμες — ένα παράδειγμα είναι η συνάντηση μεταξύ του Μόντι και του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στο περιθώριο της συνόδου κορυφής BRICS στο Καζάν της Ρωσίας, πέρυσι. Οι δύο ηγέτες αποφάσισαν να αφήσουν τους συμβούλους εθνικής ασφάλειας να συζητήσουν την εδαφική τους διαφορά.
«Και μετά είδαμε κάποια προοδευτική δυναμική σε αυτό το θέμα», είπε ο Κονταπάλλι.
Ο Τζαϊσάνκαρ τόνισε ότι η ηγεσία σκέψης της Ινδίας σε έναν πολυπολικό κόσμο θα περιλαμβάνει τη συνεργασία με εξισορροπητικές δυνάμεις, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία, η Αυστραλία και άλλες, για να «διαφοροποιήσουν και να ενισχύσουν» τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Θα σήμαινε επίσης την αντιμετώπιση της Κίνας με τη διασπορά των στρατηγικών συμφερόντων της Ινδίας. Η ύπαρξη πολλών στρατηγικών ή οικονομικών εταίρων θα διασφάλιζε ότι εάν η Κίνα απειλούσε να διακόψει τις αλυσίδες εφοδιασμού ή τις επενδύσεις, δεν θα επηρεάσει πολύ την Ινδία, είπε.
Καμία εριστικότητα της διπλωματίας του «λύκου-πολεμιστή» δεν έχει δηλώσει τόσο ξεκάθαρα την κατάσταση στην Κίνα όσο η πρόσφατη σιωπή της. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) βρίσκεται σε μια περίοδο ηγετικής μετάβασης, ίσως ακόμη και σε έναν εσωτερικό, κρυφό πόλεμο.
Αυτό συμβαίνει σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επανέφεραν τη στάση τους κατά του ΚΚΚ υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ.
Η μείωση της ισχύος του ηγέτη του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, ήταν εμφανής εδώ και αρκετό καιρό, ακόμα και πριν από το 20ό Συνέδριο του Κόμματος στα τέλη του 2022. Η φθίνουσα πορεία συνεχίστηκε αμείωτη, ακόμη και μετά τη χρήση αυτού του Συνεδρίου από τον Σι για την εξάλειψη περισσότερων εσωκομματικών αντιπάλων του.
Τώρα, όπως είχε υποσχεθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ στις 5 Νοεμβρίου 2024, ο Τραμπ επέβαλε γενικούς δασμούς 10% στις κινεζικές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως με σκοπό να μειώσει τις εξαγωγές φαιντανύλης από την Κίνα στις ΗΠΑ και να περιορίσει τον αντίκτυπο της υπερπαραγωγής της κινεζικής βιομηχανίας.
Το Πεκίνο αντέδρασε με σιγή, ενώ τα δικά του αντίμετρα είναι ήπια και μη δημοσιοποιημένα. Το ΚΚΚ συνεχίζει τις δραστηριότητές του στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού, όπως δείχνει η πρόσφατη ολοκληρωμένη συνθήκη του με τα Νησιά Κουκ. Ωστόσο, το γενικό κλίμα στο Πεκίνο δείχνει ότι οι αρχές προσπαθούν να επαναφέρουν τη χώρα υπό έλεγχο. Οι κινήσεις της κινεζικής κυβέρνησης φαίνεται να στοχεύουν στην οικοδόμηση μιας καταναλωτικής οικονομίας που θα αντικαταστήσει την πολιτική οικονομία που κατέρρευσε υπό τον Σι τα τελευταία δώδεκα χρόνια.
Πώς εξελίσσεται αυτό το πολιτικό δράμα;
Υπάρχουν ενδείξεις—και πολλές φήμες—ότι τους τελευταίους έξι μήνες ή και περισσότερο, ο Σι έχει υποστεί ένα, ίσως και δύο εγκεφαλικά επεισόδια, γεγονός που έχει περιορίσει σημαντικά τις ικανότητές του.
Επιπλέον, τα τελευταία δύο χρόνια και παρά τις εκκαθαρίσεις αντιπάλων του σε όλους τους τομείς του ΚΚΚ και του στρατού, ο Σι δεν έχει καταφέρει να περιορίσει τους εχθρούς του. Αυτό γίνεται εμφανές από τα ανοικτά σημάδια αμφισβήτησης της εξουσίας του, ενώ ο ίδιος φαίνεται να στερείται των μέσων, των πόρων ή των συμμάχων για να τους ανακόψει.
Σημαντικό είναι ότι ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (People’s Liberation Army – PLA) δεν μπορεί πλέον να θεωρείται απόλυτα πιστός στον Σι, ενώ ούτε ο εξοπλισμός και η εκπαίδευση του στρατού εγγυώνται την ετοιμότητά του να αντιμετωπίσει μια εσωτερική ή εξωτερική απειλή. Το ίδιο ισχύει και για τις δυνάμεις εσωτερικής ασφάλειας και την αστυνομία, όπου πολλοί αξιωματούχοι μοιράζονται με το γενικό πληθυσμό μια δυσαρέσκεια για την κακή διαχείριση της οικονομίας και τη διαφθορά της ελίτ.
Τι σημαίνει αυτή η σιωπή;
Πρόκειται για μια διαδικασία μετάβασης χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις;
Ή μήπως η κατάσταση είναι τόσο πολωμένη και εχθρική που κανένα στρατόπεδο δεν τολμά να κινηθεί απότομα ή αποφασιστικά;
Μήπως τα ανώτατα στελέχη του ΚΚΚ προσπαθούν να οργανώσουν μια αλλαγή ηγεσίας ή ακόμη και να διαμορφώσουν την εικόνα μιας συντεταγμένης «συνταξιοδότησης» του Σι;
Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για τον πιθανό διάδοχο του Σι. Όπως συμβαίνει σε πολλές παρόμοιες κοινωνίες στην ιστορία, η πρόωρη αποκάλυψη ενός διεκδικητή της εξουσίας θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για τον ίδιο. Δεδομένης της κατακερματισμένης φύσης της ηπειρωτικής κινεζικής κοινωνίας εξαιτίας της οικονομικής κατάρρευσης, πώς θα μπορούσε ένας επιτυχημένος υποψήφιος να περιορίσει την κατάρρευση πριν γίνει αναπόφευκτη μια λαϊκή εξέγερση;
Είναι πιθανό ότι η απόφαση για αλλαγή ηγεσίας έχει ήδη ληφθεί. Η «περίοδος σιωπής» μπορεί να είναι ένα διάστημα προετοιμασίας ώστε να αποφευχθούν κοινωνικές αναταραχές όταν η πτώση του Σι γίνει εμφανής. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περίοδος της «Σκέψης του Σι Τζινπίνγκ» είχε σχεδιαστεί για να εδραιώσει τη θέση του ως πυλώνα της Κίνας, ισότιμο με τον Μάο Τσετούνγκ.
Η «Σκέψη του Μάο Τσετούνγκ» περιορίστηκε σημαντικά με την πάροδο των ετών, και ο Σι, ένθερμος νεο-Μαοϊστής, προσπάθησε να αναβιώσει αυτή την κληρονομιά. Ωστόσο, τα σύμβολα της «Σκέψης του Σι Τζινπίνγκ» πλέον αγνοούνται δημόσια χωρίς επιπτώσεις.
Θα επιχειρήσει ο Σι μια ύστατη κίνηση;
Θα μπορούσε να προσπαθήσει να εξαπολύσει ένα εσωτερικό πραξικόπημα κατά των αντιπάλων του;
Θα μπορούσε να επιχειρήσει μια εξωτερική επέμβαση, όπως μια επίθεση στην Ταϊβάν, για να ανακτήσει το χαμένο κύρος του;
Αν και αυτό είναι πιθανό, φαίνεται ότι η εναπομείνασα δύναμή του δεν είναι αρκετή για ένα τέτοιο εγχείρημα, και μια τέτοια προσπάθεια θα μπορούσε να αποβεί μοιραία και για το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Πριν από δύο χρόνια, υπήρξε η εκτίμηση ότι η προσωπικότητα του Σι, η ιστορία του με τον αλκοολισμό και η τάση του για βεβιασμένες αποφάσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα «Σύνδρομο Γκαλτιέρι»—παρόμοιο με την απόφαση του Αργεντινού ηγέτη να εισβάλει στα Φόκλαντ το 1982 για να αποτρέψει την πτώση του. Ωστόσο, αυτή η ευκαιρία μπορεί να έχει πλέον περάσει για τον Σι.
Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Το ΚΚΚ θα θελήσει να ανακοινώσει μια νέα «εκλογή» ηγεσίας και μια καλή αιτιολογία για την «συνταξιοδότηση» του Σι σε μια εποχή που είναι έτοιμο να εφαρμόσει μια σειρά από εγχώριες και διεθνείς πολιτικές που θα τονώσουν την ηρεμία και θα αποκαταστήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Αυτό θα πρέπει πιθανότατα να γίνει μέσα στο 2025, δεδομένου ότι ο εσωτερικός θυμός και η περιφρόνηση για την εξουσία του Κόμματος δεν διαλύεται. Το γεγονός, επίσης, ότι ο Παναμάς προθυμοποιήθηκε τον Φεβρουάριο να μην ανανεώσει τη συμφωνία του για την Πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, ένας δρόμος» («Belt and Road Initiative», BRI) με τη ΛΔΚ, υπογραμμίζει την πραγματικότητα ότι το Πεκίνο έχει εξαντλήσει την οικονομική ισχύ για να κάνει κάτι σημαντικό διεθνώς στο εγγύς μέλλον.
Η ολοκληρωμένη συμφωνία του με τις Νήσους Κουκ, που αναλήφθηκε επίσης τον Φεβρουάριο, ήταν το αντικείμενο μιας μικρής αλλαγής και καμία πραγματική ένδειξη της συνεχούς ικανότητας προβολής ισχύος της ΛΔΚ.
Σε περιφερειακό επίπεδο, οι μεγαλύτεροι εμπορικοί και επενδυτικοί εταίροι της Κίνας, ιδίως η Ιαπωνία, έχουν ήδη αποσυρθεί σημαντικά, και οι συνολικές άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ιαπωνία μειώθηκαν κατά περίπου 99% το τελευταίο έτος. Το ΚΚΚ, γνωστό για την παραποίηση σχεδόν όλων των στοιχείων, έχει αναγνωρίσει την εκροή ξένων επενδύσεων.
Τίποτα από αυτά δεν υποτιμά την αστάθεια και το επακόλουθο απρόβλεπτο του ΚΚΚ ως διεθνούς παράγοντα σε αυτό το στάδιο. Αλλά πολλοί στο Κόμμα και την PLA αναγνωρίζουν ότι οποιαδήποτε έναρξη στρατιωτικής βίας από τη ΛΔΚ σε αυτό το στάδιο θα ήταν αυτοκτονική, με τον ίδιο τρόπο που η επίθεση της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας στο Περλ Χάρμπορ τον Δεκέμβριο του 1941 ήταν, εκ των υστέρων, αυτοκτονική.
Πού καταλήγει λοιπόν ο κόσμος όταν εξετάζει τη «μετά-κινεζική» περίοδο; Ο Σι φαίνεται να είναι πολιτικά «θαμμένος», αλλά είναι πραγματικά εκτός παιχνιδιού;
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.
Ο Gregory Copley είναι πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Στρατηγικών Σπουδών με έδρα την Ουάσιγκτον και αρχισυντάκτης του διαδικτυακού περιοδικού Defense & Foreign Affairs Strategic Policy. Γεννημένος στην Αυστραλία, ο κος Copley είναι μέλος του Τάγματος της Αυστραλίας (Order of Australia), επιχειρηματίας, συγγραφέας, κυβερνητικός σύμβουλος και συντάκτης αμυντικών εκδόσεων. Το τελευταίο του βιβλίο είναι το «The New Total War of the 21st Century and the Trigger of the Fear Pandemic» («Ο νέος ολοκληρωτικός πόλεμος του 21ου αιώνα και η πυροδότηση της πανδημίας του φόβου»).