Πέμπτη, 13 Νοέ, 2025

Βαθαίνει η οικονομική κρίση στην Κίνα – Αυξάνεται ο κίνδυνος κοινωνικών αναταραχών λόγω απολύσεων

Ανάλυση ειδήσεων

Η κινεζική οικονομία αντιμετωπίζει αυξανόμενα σημάδια βαθιάς ύφεσης, σύμφωνα με ειδικούς, οι οποίοι προειδοποιούν για ενδεχόμενη μετάβαση σε καθεστώς «ολοκληρωτικής ύφεσης», με την ανεργία να αυξάνεται και τους συστημικούς κινδύνους να ενισχύονται, δημιουργώντας συνθήκες κοινωνικής αστάθειας.

Στις 19 Ιουνίου, η εταιρεία ηλεκτρικών οχημάτων Hozon Auto υπέβαλε αίτηση πτώχευσης, σύμφωνα με το κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ), CCTV. Ανάλογη δημοσιότητα προκάλεσε και η είδηση για μαζικές απολύσεις στην ηλεκτρονική πλατφόρμα υπηρεσιών 58.com, που απασχολεί εκατομμύρια χρήστες για εύρεση στέγης, εργασίας και οικιακών υπηρεσιών.

Σύμφωνα με αναφορές, η πλατφόρμα προχώρησε σε περικοπές 20% έως 30% του προσωπικού της – περίπου 10.000 άτομα – κυρίως σε τεχνικά και περιφερειακά τμήματα, γεγονός που προκάλεσε κύμα σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της Κίνας.

Κατάρρευση του κλάδου των ακινήτων 

Σύμφωνα με αναλυτές, οι απολύσεις συνδέονται άμεσα με την κατάρρευση του κλάδου ακινήτων. Ο καθηγητής Σουν Κουο-σιάνγκ, ειδικός στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Νανχούα της Ταϊβάν, ανέφερε πως η γενικότερη κάμψη της κινεζικής οικονομίας έχει καταστείλει τη ζήτηση των καταναλωτών, με αποτέλεσμα πλατφόρμες όπως η 58.com, που βασίζονται σε αγγελίες εργασίας και συναλλαγές υπηρεσιών, να πλήττονται ιδιαίτερα.

Ο Τζιανγκ Πιντσάο, διακεκριμένος Κινέζος αντικαθεστωτικός που ζει στις ΗΠΑ, δήλωσε στην Epoch Times ότι η πτώση της πλατφόρμας αντικατοπτρίζει τις παράπλευρες συνέπειες από τις μαζικές χρεοκοπίες στον κλάδο των ακινήτων. Όπως τόνισε, η βασική πελατειακή βάση της 58.com ήταν οι αγροτικοί εργάτες που μετακινούνταν στις πόλεις για κατασκευαστική εργασία και αναζητούσαν στέγη και δουλειά μέσω της πλατφόρμας.

Με την κατάρρευση του κατασκευαστικού τομέα, πολλοί έχουν επιστρέψει στις αγροτικές περιοχές, άνεργοι και χωρίς δυνατότητα ενοικίασης. Υποστήριξε επίσης πως και οι κάτοικοι των πόλεων περιορίζουν τις δαπάνες τους και αποφεύγουν την αναβάθμιση της κατοικίας τους, εντείνοντας την καθοδική πορεία.

Πλήγμα στις φιλοδοξίες για τα ηλεκτρικά οχήματα

Η κατάρρευση της Hozon New Energy Automobile, μητρικής της μάρκας ηλεκτρικών οχημάτων NETA, αποτελεί νέο πλήγμα για την κινεζική οικονομία. Η εταιρεία μπήκε σε διαδικασία πτώχευσης έπειτα από το πάγωμα μετοχών αξίας 1 δισεκατομμυρίου γουάν (περίπου 120 εκατ. ευρώ). Παρά την αρχική προβολή της ως ανερχόμενη δύναμη στον κλάδο των ηλεκτρικών οχημάτων, η NETA δεν κατάφερε να αντέξει στον εντεινόμενο ανταγωνισμό τιμών.

Ο καθηγητής Σουν εκτίμησε ότι η υπερπροσφορά και ο έντονος ανταγωνισμός στην αγορά EV έχουν συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους, και ότι εταιρείες χωρίς ισχυρή τεχνολογική βάση ή χρηματοδοτική στήριξη είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Ο Τζιανγκ υπογράμμισε ότι η NETA στηρίχθηκε σε χαμηλές τιμές για να αυξήσει το μερίδιό της, τακτική που υπονόμευσε την ανταγωνιστικότητά της στο εξωτερικό, ειδικά στην Ευρώπη, όπου αυξάνεται η δυσπιστία απέναντι στα φθηνά κινεζικά EV.

Πρόσθεσε ότι, σε αντίθεση με μεγάλους «παίκτες» όπως η BYD, εταιρείες όπως η NETA δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις πιέσεις. Ανέφερε επίσης ότι οι κρατικές επιχειρήσεις απολαμβάνουν προνομιακή μεταχείριση και επιδοτήσεις, οδηγώντας τις ιδιωτικές σε ασφυξία.

Παρότι η BYD δεν είναι κρατική, είναι μία από τις εταιρείες που λαμβάνουν τις μεγαλύτερες κρατικές επιδοτήσεις, ενώ εμπλέκεται και στην επιχείρηση στρατιωτικοπολιτικής συγχώνευσης του ΚΚΚ. Η εταιρεία διαθέτει κέντρα έρευνας και ανάπτυξης σε τρεις «ζώνες στρατιωτικο-πολιτικών επιχειρήσεων», σύμφωνα με τις εκθέσεις της ερευνητικής ομάδας Radarlock από το 2019, και αποτελεί μέρος της μακροπρόθεσμης στρατηγικής «Go-Out» του ΚΚΚ από τη δεκαετία του 1980 για την ανάπτυξη «κρατικών πρωταθλητών» σε παγκόσμιο επίπεδο, με σκοπό την απόκτηση σπάνιων εγχώριων πόρων στο εξωτερικό και την προώθηση του συγκριτικού πλεονεκτήματος.

Υπερπροσφορά και υπερδιάθεση

Η αγορά ακινήτων στην Κίνα παρουσιάζει επί χρόνια υπερπροσφορά. Ο αναλυτής Αντόνιο Γκρατσέφο, με εμπειρία άνω των 20 ετών στην Ασία, έγραψε πρόσφατα ότι ο εμπορικός πόλεμος του Ντόναλντ Τραμπ με την Κίνα ώθησε το Πεκίνο να διατηρήσει τεχνητά υψηλές τιμές στα ακίνητα, ώστε να αποφευχθεί κρίση στο τραπεζικό σύστημα. Υποστήριξε επίσης πως η υπερπαραγωγή χαρακτηρίζει και τον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων, με τις εξαγωγές EV και υβριδικών να καταγράφουν πτώση 9% τον Μάιο σε ετήσια βάση, λόγω των αντιντάμπινγκ πολιτικών ΗΠΑ και ΕΕ.

Ο Τζιανγκ επεσήμανε ότι η παράλληλη κατάρρευση των ακινήτων και της αυτοκινητοβιομηχανίας – δύο βασικών πυλώνων της κινεζικής οικονομίας – προμηνύει μακροχρόνια αστάθεια. Σημείωσε πως ο κλάδος των ακινήτων αντιστοιχούσε στο αποκορύφωμά του σχεδόν στο 30% του ΑΕΠ. Χωρίς ανάκαμψη στην αγορά κατοικίας, εκτίμησε, δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης οικονομική αποκατάσταση, ενώ και τα ηλεκτρικά οχήματα ακολουθούν πτωτική πορεία. Υπογράμμισε ότι η ύφεση είναι ήδη παρούσα, αλλά δεν έχει φτάσει ακόμη στο κατώτερο σημείο.

Έρημες βίλες σε προάστιο της Σενγιάνγκ. Επαρχία Λιαονίνγκ, βορειοανατολική Κίνα, 31 Μαρτίου 2023. (Jade Gao /AFP μέσω Getty Images)

 

Ο καθηγητής Σουν συμμερίζεται τις ανησυχίες αυτές, τονίζοντας ότι η υποχώρηση της ζήτησης στην αγορά ακινήτων και οχημάτων συμπαρασύρει ολόκληρες εφοδιαστικές αλυσίδες, από τις κατασκευές και τα οικοδομικά υλικά μέχρι τη διαφήμιση και τις υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού. Το αποτέλεσμα, όπως είπε, είναι ένας φαύλος κύκλος απωλειών θέσεων εργασίας και μείωσης της κατανάλωσης.

Ο καθηγητής Φρανκ Σιε του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας στο Έικεν δήλωσε στην Epoch Times ότι αναμένονται και νέες χρεοκοπίες. Όπως ανέφερε, ο «οικονομικός χειμώνας» στην Κίνα δεν έχει τελειώσει – αντίθετα, βαθαίνει. Παρά τις προσπάθειες του καθεστώτος να συγκαλύψει τα δεδομένα, εκτίμησε ότι τα σημάδια συστημικής πίεσης είναι πλέον σαφή και ότι η χώρα οδεύει προς μια ολοκληρωτική ύφεση.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις

Πέραν των οικονομικών συνεπειών, αυξάνονται και οι ανησυχίες για το κοινωνικό κόστος και το ενδεχόμενο κοινωνικών αναταραχών. Ο Τζιανγκ ανέφερε πως οι πιο ευάλωτοι είναι οι αγρότες που εγκατέλειψαν τις κοινότητές τους για εργασία στις πόλεις και πλέον επιστρέφουν άνεργοι, ενώ δεν υπάρχει πλέον καλλιεργήσιμη γη γι’ αυτούς.

Υποστήριξε ότι οι αγροτικές περιοχές, η γεωργία και οι αγρότες αποτελούν τις «ξεχασμένες ζώνες καταστροφής» της κινεζικής κοινωνίας. Αν αυτή η πορεία συνεχιστεί, προειδοποίησε, η Κίνα θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με μαζικά ξεσπάσματα κοινωνικής δυσαρέσκειας, συγκρίσιμα με αγροτικές εξεγέρσεις του παρελθόντος, καθώς οι αγρότες εξακολουθούν να αποτελούν το μεγαλύτερο πληθυσμιακό τμήμα της χώρας.

Του Michael Zhuang

Με τη συμβολή των Cheng Wen και Yi Ru

Ρούττε: Η Ρωσία θα απασχολεί την Ευρώπη ενώ η Κίνα θα βάλλει κατά της Ταϊβάν

Την ανησυχία του για την πιθανότητα να απασχολεί την Ευρώπη η Ρωσία, ώστε η Κίνα να έχει έναν αντίπαλο λιγότερο σε τυχόν στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Ταϊβάν, εξέφρασε ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε.

Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στις 23 Ιουνίου, εν όψει της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, ο Ρούττε τόνισε: «Το ΝΑΤΟ διατηρεί στενούς δεσμούς με αρκετούς εταίρους του Ινδο-Ειρηνικού, όπως η Αυστραλία, η Ιαπωνία, η Νέα Ζηλανδία και η Νότια Κορέα, και όλοι συμμερίζονται την ανησυχία για τη μαζική στρατιωτική ενίσχυση του κινεζικού καθεστώτος».

Όπως σημείωσε, πριν από λίγα χρόνια καμία κινεζική επιχείρηση δεν συγκαταλεγόταν μεταξύ των δέκα ισχυρότερων αμυντικών βιομηχανιών του κόσμου, ενώ σήμερα υπάρχουν από τρεις έως πέντε. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «σαφώς δεν το κάνουν μόνο επειδή θέλουν να οργανώνουν μεγάλες παρελάσεις στο Πεκίνο. Και, βεβαίως, όλοι ανησυχούμε για την κατάσταση στην Ταϊβάν.»

Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο να παρέμβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες προς υπεράσπιση της Ταϊβάν εφόσον δεχθεί επίθεση από την Κίνα, ο Ρούττε εκτίμησε: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο ηγέτης του κινεζικού καθεστώτος, Σι Τζινπίνγκ, θα ζητούσε βοήθεια από τον ‘μικρό εταίρο’ του, τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Πούτιν θα μας κρατούσε απασχολημένους στην Ευρώπη», διευκρίνισε, χωρίς να επεκταθεί.

Στο ίδιο πλαίσιο, διαβεβαίωσε πως «το ΝΑΤΟ δεν θα μπορούσε να μείνει απλός παρατηρητής ως συμμαχία. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να μην τρέφουμε αυταπάτες. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι, και για αυτό η αύξηση των αμυντικών δαπανών είναι τόσο σημαντική», αναφερόμενος στο ενδεχόμενο του νέο στόχου για ελάχιστο ποσοστό 5% του ΑΕΠ κάθε μέλους προς την άμυνα.

«Γι’ αυτό, το ΝΑΤΟ δεν έχει δικαίωμα εξαίρεσης ούτε παράλληλα διμερή σύμφωνα. Όλοι πρέπει να συμβάλλουμε.»

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θεωρεί την Ταϊβάν κινεζικό έδαφος και επιδιώκει την προσάρτησή της, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν την έχει κυβερνήσει. Μετά την επικράτηση του ΚΚΚ στην ηπειρωτική Κίνα, η Ταϊβάν λειτουργεί ως ντε φάκτο ανεξάρτητο κράτος με τη δική της δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, στρατό, σύνταγμα και νόμισμα.

Οι ΗΠΑ αποτελούν τον βασικότερο προμηθευτή οπλικών συστημάτων της Ταϊβάν, αν και οι δύο πλευρές δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις.

Τον Μάιο, στη Διάσκεψη Shangri-La στη Σιγκαπούρη, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πητ Χέγκσεθ, προειδοποίησε για τις συνέπειες ενδεχόμενης επίθεσης της Κίνας κατά της Ταϊβάν και έδωσε χρονοδιάγραμμα για το πότε αυτή μπορεί να εκδηλωθεί.

«Είναι γνωστό ότι ο Σι έχει διατάξει τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις να είναι έτοιμες να εισβάλουν στην Ταϊβάν έως το 2027», δήλωσε τότε. «Οποιαδήποτε προσπάθεια του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας να κατακτήσει την Ταϊβάν δια της βίας θα είχε ολέθριες συνέπειες για την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο.»

Τον Φεβρουάριο του 2022, ο Σι και ο Πούτιν ανακοίνωσαν τη μεταξύ τους «συνεργασία χωρίς όρια», λίγες εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι δύο ηγέτες έχουν επιβεβαιώσει επανειλημμένα αυτή τη στρατηγική σχέση, με τη Μόσχα να συμφωνεί με την κινεζική στάση στο ζήτημα της Ταϊβάν, χαρακτηρίζοντας τη νήσο «αναπόσπαστο τμήμα της Κίνας» σε κοινή τους ανακοίνωση.

Στις αρχές Μαΐου, ο Σι και ο Πούτιν συναντήθηκαν εκ νέου στο Κρεμλίνο για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών. Ήταν η ενδέκατη επίσκεψη του Σι στη Ρωσία από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2013.

Ο Ρούττε, που διετέλεσε πρωθυπουργός της Ολλανδίας από το 2010 έως το 2024 για σχεδόν δεκατέσσερα χρόνια, ανέλαβε καθήκοντα γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ τον Οκτώβριο του προηγούμενου έτους, διαδεχόμενος τον Γενς Στόλτενμπεργκ.

Σε ομιλία του τον Δεκέμβριο του 2024, ανέφερε: «Η Κίνα εκφοβίζει την Ταϊβάν». Παράλληλα, επεσήμανε ότι αν ο Πούτιν βγει κερδισμένος από ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, «η Κίνα θα παρακολουθεί και ενδεχομένως θα επιχειρήσει να ‘δαγκώσει’ ένα κομμάτι της Ταϊβάν».

Το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη ομιλία του Ρούττε ιδιαίτερα σημαντική σε μια περίοδο όπου τα αυταρχικά καθεστώτα διευρύνουν τις φιλοδοξίες τους.

Στη σχετική του ανακοίνωση, ανέφερε ότι «η Ταϊβάν θα συνεχίσει να συνεργάζεται με ομοϊδεάτες εταίρους όπως η G7 και το ΝΑΤΟ για την από κοινού διαφύλαξη της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στα Στενά της Ταϊβάν και στην ευρύτερη περιοχή».

Ο πρώην επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας της Κίνας καταδικάστηκε σε θάνατο

Ο πρώην επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας της Κίνα, Λιου Γιεουτζίν, καταδικάστηκε σε θάνατο με διετή αναστολή για διαφθορά, σύμφωνα με απόφαση δικαστηρίου στην επαρχία Φουτζιάν της νοτιοανατολικής Κίνας, που εκδόθηκε στις 23 Ιουνίου. Το δικαστήριο επέταξε επίσης τη δήμευση όλων των προσωπικών περιουσιακών στοιχείων του Λιου.

Οι κινεζικές αρχές υποστήριξαν ότι ο Λιου καταχράστηκε τη θέση του από το 1992 έως το 2020, μεταξύ των οποίων και ως διευθυντής της Διεύθυνσης Καταπολέμησης Ναρκωτικών στο υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας, για να εξυπηρετήσει ιδιώτες και εταιρείες με επιχειρηματικές δραστηριότητες και δανειοδοτήσεις. Σε αντάλλαγμα, φέρεται να έλαβε πληρωμές άνω των 121 εκατ. γουάν, περίπου 14,5 εκατ. ευρώ. Ο Λιου τέθηκε υπό εξέταση τον Μάρτιο του 2024, τέσσερα χρόνια μετά την αποχώρησή του ως πρώτος αντικατασταλτικός επίτροπος του κινεζικού καθεστώτος σε αντιυπουργικό επίπεδο.

Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, ανακοινώθηκε επίσημα το κατηγορητήριο εις βάρος του, το οποίο περιλάμβανε απιστία προς το κόμμα, παρεμπόδιση έρευνας, παράνομη κατοχή διαβαθμισμένων εγγράφων, κατάχρηση εξουσίας και δωροδοκία. Αποβλήθηκε επίσης από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, κάτι που θεωρείται βαρύτατη ποινή η οποία συνήθως σηματοδοτεί το τέλος της πολιτικής πορείας και της προστασίας από το κόμμα, με αποτέλεσμα ο αποδιοπομπαίος να υπάγεται εξ ολοκλήρου στο σύνηθες δικαστικό σύστημα.

Η πτώση του Λιου ερμηνεύεται ως μέρος της ευρύτερης προσπάθειας του επικεφαλής του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, να εκκαθαρίσει στελέχη που πρόσκεινται στον πρώην επικεφαλής ασφαλείας της Κίνας, Μενγκ Τζιάντζου, ο οποίος έχασε ο ίδιος τη θέση του κατά την «εκστρατεία κατά της διαφθοράς» του 2018. Ο Λιου θεωρείτο στενός συνεργάτης του Μενγκ.

Το 2010, ο τότε υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας Μενγκ τον προήγαγε στη θέση του διευθυντή της Διεύθυνσης Καταπολέμησης Ναρκωτικών, την οποία διατήρησε για τέσσερα χρόνια. Η κορυφαία στιγμή στην καριέρα του ήρθε το 2011, όταν ηγήθηκε μεγάλης επιχείρησης για την εξάρθρωση κυκλώματος διακίνησης ναρκωτικών που είχε δολοφονήσει 13 Κινέζους ναυτικούς στον ποταμό Μεκόνγκ, υπόθεση που ενίσχυσε σημαντικά τη θέση του στο μηχανισμό ασφαλείας.

Για το ΚΚΚ, η διεθνής σύλληψη και έκδοση ξένων διακινητών ναρκωτικών ώστε να δικαστούν στην Κίνα αποτέλεσε ορόσημο που ανέδειξε τη διευρυνόμενη διεθνή εμβέλεια του καθεστώτος. Το 2016, το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας χρηματοδότησε την παραγωγή της ταινίας «Επιχείρηση Μεκόνγκ», ενός αστυνομικού θρίλερ που εξυμνεί το έργο της κινεζικής αστυνομίας, με τον Λιου να λειτουργεί ως βασικός σύμβουλος. Η ταινία σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία και έκτοτε θεωρείται εμβληματικό δείγμα του λεγόμενου «προπαγανδιστικού σινεμά κύριας μελωδίας» του ΚΚΚ.

Το 2015, ο Λιου διορίστηκε επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής, με καθήκον τη σκλήρυνση του ελέγχου του Πεκίνου στην απομακρυσμένη επαρχία Σιντζιάνγκ. Η περιοχή αυτή συνορεύει με το Αφγανιστάν, έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς οπίου παγκοσμίως, γεγονός που ενέτεινε τις ανησυχίες Κινέζων αξιωματούχων για πιθανή σύμπραξη διακινητών ναρκωτικών και αυτονομιστών, με στόχο τη χρηματοδότηση ενεργειών κατά του καθεστώτος.

Η θητεία του στην αντιτρομοκρατική συνέπεσε με την όξυνση της διεθνούς κριτικής για την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιντζιάνγκ, ιδίως λόγω της μαζικής κράτησης Ουιγούρων και άλλων μουσουλμανικών μειονοτήτων σε αποκαλούμενα στρατόπεδα «επανεκπαίδευσης». Επιζώντες των δομών αυτών έχουν περιγράψει περιστατικά καταναγκαστικής εργασίας, στείρωσης, πολιτικής κατήχησης και άλλων καταχρήσεων, σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αναγνωρίσει τις διώξεις στη Σιντζιάνγκ ως γενοκτονία.

Apple και Κίνα: Μια σχέση εξάρτησης με παγκόσμιες συνέπειες

Σε μια αποκαλυπτική νέα μελέτη με τίτλο «Apple in China: The Capture of the World’s Greatest Company», ο βραβευμένος δημοσιογράφος Πάτρικ ΜακΓκη φωτίζει τον αθέατο δεσμό μεταξύ της Apple και του καθεστώτος του Πεκίνου, μια σχέση τόσο στενή και ασύμμετρη που, όπως υποστηρίζει, έχει θέσει τον τεχνολογικό γίγαντα των ΗΠΑ κάτω από τον άμεσο έλεγχο της κινεζικής κυβέρνησης.

Ο ΜακΓκη, με ακλόνητα στοιχεία ξεσκεπάζει ένα γεγονός που ελάχιστοι τολμούν να πουν δημόσια: η μεγαλύτερη εταιρεία τεχνολογίας στον κόσμο δεν ελέγχει πλέον τη μοίρα της.

Το βιβλίο ξεπερνά τα επιχειρηματικά πλαίσια και εξηγεί γιατί κανείς στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού δεν θα αντιμετωπίσει την Κίνα για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει κατά της ανθρωπότητας (μια έκφραση που χρησιμοποιείται από τα Ηνωμένα Έθνη σχετικά με το Σιντζιάνγκ), παρά τις προσπάθειες των ακτιβιστών υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Μια «συμφωνία υποταγής» ύψους 275 δισ. δολαρίων

Όταν το 2016 ο διευθύνων σύμβουλος της Apple, Τιμ Κουκ, ταξίδεψε στο Πεκίνο, δεν παρουσίασε απλώς μια νέα στρατηγική, παρέδωσε το «κλειδί» της εταιρίας στον Σι Τζινπίνγκ. Με σχέδιο επενδύσεων ύψους 275 δισ. δολαρίων, η Apple υποσχέθηκε να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τους στόχους του κινεζικού κράτους. Πρόκειται για ποσό μεγαλύτερο ακόμη και από το ιστορικό Σχέδιο Μάρσαλ των ΗΠΑ – μια οικονομική χειρονομία τέτοιας εμβέλειας, που θα έκανε οποιονδήποτε αναλυτή να αναρωτηθεί ποιος τελικά εξαρτάται από ποιον.

Η απάντηση είναι σαφής: η Apple εξαρτάται – απολύτως – από την Κίνα.

Η τεχνολογία σε λάθος χέρια

Η Apple δεν μετακίνησε απλώς τη γραμμή παραγωγής της στην Κίνα για λόγους κόστους (το κόστος εργασίας είναι χαμηλότερο από οπουδήποτε αλλού ). Σύμφωνα με τον ΜακΓκη, προμήθευσε ενεργά το Πεκίνο με τεχνολογία αιχμής, γνωρίζοντας ότι θα χρησιμοποιηθεί και για σκοπούς πέρα από τα iphone. Στο πλαίσιο του κρατικού προγράμματος Made in China 2025, του φιλόδοξου, αντιδυτικού σχεδίου του Πεκίνου, η Apple περιγράφεται ως «ο μεγαλύτερος υποστηρικτής» των τεχνολογικών φιλοδοξιών του Σι Τζινπίνγκ, ένας τίτλος που, σε καιρούς αυξανόμενης γεωπολιτικής έντασης, έχει σημαντικές συνέπειες.

Η εταιρεία μετέφερε κρίσιμη τεχνογνωσία και παραγωγή στην Κίνα, βοήθησε τις κρατικές κινεζικές επιχειρήσεις να αποκτήσουν ανεξαρτησία από τη Δύση, ανέχθηκε τη βιομηχανική κατασκοπεία και την αντιγραφή των προϊόντων της.

Η Κίνα δεν φιλοξενεί απλώς την παραγωγή – την κατευθύνει.

Η λογοκρισία ως αντάλλαγμα για την αγορά

Ο συγγραφέας παραθέτει πολυάριθμα παραδείγματα εναρμόνισης της Apple με τις επιταγές του Πεκίνου.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Πεκίνου, αφαίρεσε VPN και εφαρμογές προστασίας ιδιωτικότητας, περιόρισε το AirDrop για τους Κινέζους χρήστες και κατέβασε εφαρμογές από το App Store που θεωρούνται αντικαθεστωτικές, διευκολύνοντας την καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης. Αντί να αντιπαρατεθεί στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Apple συνεργάζεται ενεργά με το καθεστώς για να παραμείνει εντός αγοράς, ισχυρίζεται ο ΜακΓκη.

Η τεχνολογική συμμόρφωση μετατρέπεται σε πολιτική συνενοχή, σχολιάζει.

Μπορεί η Apple να αποσυνδεθεί από την Κίνα;

Παρά κάποιες κινήσεις διαφοροποίησης της παραγωγής προς την Ινδία και το Βιετνάμ, ο ΜακΓκη αποκαλύπτει ότι η εφοδιαστική αλυσίδα της Κίνας παραμένει ακλόνητη. Η Apple δεν μπορεί να απομακρυνθεί χωρίς να προκαλέσει τεράστιες διαταραχές στη λειτουργία της και χωρίς να αυξήσει το κόστος. Δεν μπορεί πλέον να αντέξει οικονομικά κάτι τέτοιο, ειδικά με τον ολοένα και πιο επιθετικό ανταγωνισμό, συμπεριλαμβανομένων των κινεζικών εταιριών στις οποίες επέτρεψε να αντιγράψουν την τεχνολογία της. Το Πεκίνο έχει σημαντική επιρροή, όπως αποδεικνύεται από τη συμμόρφωση της Apple με τις πολιτικές λογοκρισίας και την αφαίρεση εφαρμογών για να διατηρήσει την πρόσβαση στην κινεζική αγορά. Και όσο παραμένει εξαρτημένη από το Πεκίνο, η ηθική της υπόσταση υπονομεύεται καθημερινά.

Ένα κρίσιμο ερώτημα για τις ΗΠΑ

Καθώς η Apple συμμορφώνεται με τις εντολές του ΚΚΚ, τίθεται ένα πολιτικό και ηθικό ερώτημα: Πώς μπορεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ να αντιμετωπίσει σοβαρά την απειλή του Πεκίνου , όταν η εμβληματικότερη αμερικανική εταιρία έχει ήδη υποταχθεί;

Ο ΜακΓκη θέτει το θέμα με σαφήνεια: «Όταν η πιο ισχυρή ιδιωτική εταιρία στον κόσμο ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές ενός αυταρχικού καθεστώτος, τότε δεν είναι πλέον ιδιωτική υπόθεση, είναι παγκόσμιο πρόβλημα».

Με θάρρος και ντοκουμέντα, δείχνει ότι ο οικονομικός πραγματισμός έχει νικήσει την ηθική λογοδοσία, τουλάχιστον προς το παρόν. Αλλά πόσο θα αντέξει αυτή η ισορροπία, όταν το κόστος της είναι η ίδια η ελευθερία;

Το βιβλίο «Apple in China: The Capture of the World’s Greatest Company» κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Scriber (Νέα Υόρκη, 2025) και αποτελεί ήδη αντικείμενο συζήτησης στα διεθνή φόρουμ πολιτικής, επιχειρηματικότητας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Πρεσβεία ή δούρειος ίππος; Η διαμάχη για τα κινέζικα σχέδια στο Royal Mint Court

Η κινεζική κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο άρσης των κυρώσεων που έχει επιβάλει σε Βρετανούς πολιτικούς, σε μια συγκυρία που ορισμένα μέλη του βρετανικού κοινοβουλίου εκφράζουν φόβους ότι η κίνηση αυτή συνδέεται με τα σχέδια για την ανέγερση νέας πρεσβείας της Κίνας στο Λονδίνο.

Ο Λιου Τζιεντσάο, ανώτερος Κινέζος διπλωμάτης και επικεφαλής του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, επισκέφθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο από τις 8 έως τις 10 Ιουνίου, όπου συναντήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών Ντέιβιντ Λάμι, τον εθνικό σύμβουλο ασφαλείας Τζόναθαν Πάουελ, αλλά και τον πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ. Οι λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων του Λιου με τη βρετανική κυβέρνηση παραμένουν άγνωστες. Μετά την αναχώρησή του, στον βρετανικό Τύπο κυκλοφόρησαν πληροφορίες ότι το ΚΚΚ εξετάζει την κατάργηση των κυρώσεων σε Βρετανούς πολίτες και οργανισμούς, χωρίς να ξεκαθαρίζεται αν αφορά το σύνολο ή μόνο μέρος των κυρώσεων.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι εν λόγω συναντήσεις δεν δημοσιοποιήθηκαν από τη βρετανική κυβέρνηση ούτε καλύφθηκαν από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης της χώρας. Αντίθετα, ο επίσημος κινεζικός Τύπος πρόβαλε εκτενώς τις επαφές του Λιου, μεταδίδοντας μεταξύ άλλων δήλωσή του προς τον Τόνι Μπλερ ότι το ΚΚΚ επιθυμεί να εργαστεί με το Εργατικό Κόμμα, «να αξιοποιήσει τον μηχανισμό διαλόγου των πολιτικών κομμάτων Κίνας–Ηνωμένου Βασιλείου, να ενισχύσει τον πολιτικό διάλογο και την αμοιβαία κατανόηση».

Ωστόσο, ο λόρδος Ντέιβιντ Άλτον, ένας εκ των τιμητικών μελών της Βουλής των Λόρδων που έχουν δεχθεί κυρώσεις, θεωρεί πως η χρονική συγκυρία της κίνησης συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια του ΚΚΚ να προωθήσει τα σχέδια για τη νέα πρεσβεία στο Λονδίνο. Σε ανάρτησή του στις 16 Ιουνίου στην πλατφόρμα X, ανέφερε: «Το να ανταλλάσσεις την άρση κυρώσεων για μέλη του βρετανικού Κοινοβουλίου με μια γιγαντιαία πρεσβεία του καθεστώτος του ΚΚΚ ισοδυναμεί με πώληση της ψυχής σου στον διάβολο, άξιο του Φάουστ».

Το ΚΚΚ αγόρασε το ιστορικό ακίνητο Royal Mint Court, συνολικής επιφάνειας 65.000 τ.μ., κοντά στη γέφυρα Tower Bridge, το 2018 και σχεδιάζει να το μετατρέψει στη μεγαλύτερη κινεζική πρεσβεία στην Ευρώπη—δέκα φορές μεγαλύτερη από τη σημερινή πρεσβεία στο Λονδίνο και σχεδόν διπλάσια από αυτήν της Ουάσιγκτον.

Το 2022, το δημοτικό συμβούλιο του Tower Hamlets απέρριψε την αρχική οικοδομική άδεια, εν μέσω έντασης στις σχέσεις Πεκίνου–Λονδίνου λόγω του ζητήματος του Χονγκ Κονγκ, παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κυβερνοεπιθέσεων κατά βρετανικών θεσμών. Μετά την εκλογική νίκη των Εργατικών τον Ιούλιο του 2024, η Κίνα κατέθεσε εκ νέου το αίτημα για έγκριση του έργου.

Ο λόρδος Άλτον εξέφρασε προσφάτως στο κοινοβούλιο την αντίθεσή του στον σχεδιαζόμενο πρεσβευτικό συγκρότημα, επικαλούμενος μεταξύ άλλων τη γενοκτονία των Ουιγούρων στη Σιντζιάνγκ, καθώς και τη δίωξη και τα επικηρύγματα κατά φιλοδημοκρατικών ακτιβιστών του Χονγκ Κονγκ.

Ο Ίαν Ντάνκαν-Σμιθ, πρώην αρχηγός των Συντηρητικών και ένας από τους Βρετανούς βουλευτές που έχουν δεχτεί κυρώσεις από την Κίνα το 2021, δήλωσε στο πολιτικό μπλογκ Guido Fawkes ότι η προσφορά της Κίνας να αρθούν οι κυρώσεις αποτελεί «προετοιμασία εδάφους» για την ανέγερση της «υπερ-πρεσβείας» που, όπως είπε, θα είναι γεμάτη κατασκόπους. Σε ανάρτησή του στις 17 Φεβρουαρίου στην πλατφόρμα X, σημείωσε: «Αν επιτραπεί η κατασκευή της πρεσβείας, θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη ένδειξη υποταγής στην ιστορία της Βρετανίας και για έναν εφιάλτη».

Το 2021, το ΚΚΚ υπέβαλε κυρώσεις κατά πέντε βουλευτών, δύο λόρδων και δύο ακόμα Βρετανών πολιτών που είχαν αναδείξει παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά των Ουιγούρων – κατηγορίες που το Πεκίνο απορρίπτει ως ψευδείς και παραπλανητικές.

Ο πρώην βουλευτής Τιμ Λότον, επίσης στοχοποιημένος με κυρώσεις, δήλωσε στον τηλεοπτικό σταθμό NTD, συγγενές μέσο της Epoch Times: «Εχουμε ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμούμε η άρση των κυρώσεων να συνδεθεί με την έγκριση της πρεσβείας στο Royal Mint Court. Ήταν απολύτως αδικαιολόγητο να μας επιβληθούν κυρώσεις επειδή ασκήσαμε το αυτονόητο βουλευτικό μας δικαίωμα να καταγγείλουμε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Πεκίνου». Τα άλλα πρόσωπα που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο ήταν οι βουλευτές Νουσράτ Γκάνι, Νιλ Ο’Μπράιεν, Τομ Τούγκενχατ και οι λόρδοι Ντέιβιντ Άλτον και Ελένα Κένεντι.

Το NTD επικοινώνησε με το νούμερο 10 της Downing Street για σχόλιο.

Η νέα κυβέρνηση των Εργατικών και ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ φέρονται ανοιχτοί σε επαναπροσέγγιση με το Πεκίνο, ειδικά σε οικονομικό επίπεδο. Κατά τη σύνοδο της G20 στη Βραζιλία το 2024, ο Στάρμερ έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της Βρετανίας εδώ και έξι χρόνια που συναντήθηκε με τον Σι Τζινπίνγκ, εκφράζοντας την επιθυμία για ισχυρές διμερείς σχέσεις. Ο ίδιος δήλωσε ότι έθιξε τηλεφωνικά το θέμα της νέας πρεσβείας, επισημαίνοντας: «Έχουμε δρομολογήσει τις διαδικασίες για την αίτηση». Αυτή η εξέλιξη σημαίνει ότι η τελική αρμοδιότητα για την έγκριση μεταφέρθηκε από τον δήμο Tower Hamlets στην κεντρική κυβέρνηση, αυξάνοντας τις πιθανότητες να λάβει τελικά το έργο το πράσινο φως.

Λίγο μετά την απόφαση αναθεώρησης του φακέλου, η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς επισκέφθηκε το Πεκίνο τον Ιανουάριο του 2025, διασφαλίζοντας υποσχέσεις επενδύσεων ύψους 600 εκατ. λιρών (περίπου 700 εκατ. ευρώ) από κινεζικής πλευράς. Η άρση των κυρώσεων ενδέχεται να εντάσσεται σε ένα πλαίσιο αμοιβαίων ανταλλαγμάτων ανάμεσα σε Πεκίνο και Λονδίνο.

«Μόνο ο υπουργός Εξωτερικών, ο πρωθυπουργός και το στενό τους περιβάλλον γνωρίζουν την αλήθεια», σχολίασε χαρακτηριστικά ο λόρδος Άλτον με μήνυμά του προς το NTD στις 17 Ιουνίου. Το υπερσύγχρονο συγκρότημα της πρεσβείας, ανάμεσα στη City του Λονδίνου και το Canary Wharf, βρίσκεται ακριβώς πάνω από καλώδια επικοινωνιών κρίσιμης σημασίας για τα χρηματοοικονομικά κέντρα της βρετανικής πρωτεύουσας, γεγονός που πολλαπλασιάζει τις ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια και στους συμμάχους της χώρας.

Δεδομένου ότι η πρεσβεία θεωρείται κυρίαρχο έδαφος της Κίνας, η βρετανική πλευρά δεν έχει δικαίωμα επίβλεψης—κάτι που ιδιαιτέρως ανησυχεί τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με δημοσίευμα των Times στις 7 Ιουνίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ άσκησε πιέσεις στον Στάρμερ να μπλοκάρει το έργο, με το ζήτημα να τίθεται και κατά τη διάρκεια των διμερών διαπραγματεύσεων για το εμπόριο. Διπλωματικές πηγές έχουν αναφέρει ότι η αμερικανική πλευρά ενδέχεται να περιορίσει τη διανομή πληροφοριών ασφαλείας προς το Λονδίνο αν εγκριθεί το σχέδιο της νέας πρεσβείας.

Ανησυχίες από Ουάσιγκτον και Βρετανούς βουλευτές

Μέλη της αμερικανικής Βουλής, όπως ο Κρις Σμιθ—ανώτερο μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων—και ο Τζον Μάλλιναρ, πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής για το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, ζήτησαν με επιστολή τους στις 26 Φεβρουαρίου προς τον Βρετανό πρέσβη στις ΗΠΑ Πίτερ Μάντελσον να εγκαταλειφθεί το έργο. Όπως έγραψαν, «Δεν υπάρχει κανένας καλός λόγος να δοθεί στην Κίνα το δώρο μιας τόσο μεγάλης επιρροής και δυνατοτήτων κατασκοπείας. Οι κίνδυνοι για τους Βρετανούς πολίτες και τη διεθνή ασφάλεια είναι προφανείς».

Η Ειδική Επιτροπή για το ΚΚΚ της αμερικανικής Βουλής στην πλατφόρμα X, αντιδρώντας σε σχετικό ρεπορτάζ περί ενεργού lobbying της Κίνας, τόνισε: «Η κινεζική υπερ-πρεσβεία στο Ηνωμένο Βασίλειο εγείρει σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια, από παρεμβάσεις και παρακολουθήσεις ως την υπονόμευση ευαίσθητων υποδομών, όπως των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του Λονδίνου. Οφείλουμε να δράσουμε άμεσα και σε συνεργασία με τους συμμάχους μας ώστε να προστατεύσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα».

Διαδηλώσεις και τοπικές αντιδράσεις

Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ανησυχεί επίσης για την πιθανότητα η νεόδμητη κινεζική πρεσβεία να προσελκύει τακτικά μαζικές διαδηλώσεις. Σε υποβληθέν υπόμνημα η Μητροπολιτική Αστυνομία ανέφερε ότι το 2023 και 2024 διεξήχθησαν ή είχε προγραμματιστεί να διεξαχθούν 47 διαδηλώσεις έξω από την υφιστάμενη πρεσβεία, πολλές εκ των οποίων συγκέντρωσαν πάνω από 100 άτομα. Ο αρχιφύλακας Ντέιβιντ Χότζες ενημέρωσε το δημοτικό συμβούλιο ότι το σημείο του Royal Mint Court είναι σε κεντρική οδική αρτηρία, οπότε οποιαδήποτε διαμαρτυρία μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Στις αρχές του 2025, δύο μεγάλες διαδηλώσεις, με τουλάχιστον 4.000 παριστάμενους έκαστη, πραγματοποιήθηκαν στο Royal Mint Court καθώς πληθαίνουν οι ανησυχίες για χρήση του χώρου σε υποθέσεις κατασκοπείας ή διασυνοριακής καταστολής.

Οι διαδηλωτές φώναζαν συνθήματα όπως: «Το ΚΚΚ λέει ψέματα—άνθρωποι πεθαίνουν. Κάτω το ΚΚΚ! Ελεύθερο Χονγκ Κονγκ! Ελεύθερο Θιβέτ!». Κάτοικος της συνοικίας Tower Hamlets, η κυρία Σέλμα, παραβρέθηκε στη διαμαρτυρία του Μαρτίου και διηγήθηκε στο NTD πως «στην εκδήλωση συγκεντρώθηκαν Θιβετιανοί, Χονγκ Κονγκέζοι, Ουιγούροι, Ταϊβανέζοι, Κινέζοι αντιφρονούντες, ντόπιοι και διακομματική ομάδα βουλευτών, όλοι ανήσυχοι για την εθνική ασφάλεια, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις τοπικές επιπτώσεις».

Η κ. Σέλμα, ως κάτοικος, αντιτίθεται σθεναρά στην ανέγερση της κινεζικής πρεσβείας κοντά στο σπίτι της. «Δεν θέλουμε ένα καθεστώς που καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα να βρει πάτημα στη γειτονιά μας», δηλώνει. «Γιατί χρειάζονται τόσο μεγάλη πρεσβεία; Είναι φανερό ότι διευκολύνει την καταστολή του κινεζικού καθεστώτος εκτός συνόρων. Θα μας παρακολουθούν; Θα εξυπηρετούν διώξεις ντόπιων πολιτών μέσα από την πρεσβεία;».

Στις 16 Οκτωβρίου 2022, διαδηλωτής υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ σύρθηκε με τη βία μέσα στο προξενείο της Κίνας στο Μάντσεστερ και ξυλοκοπήθηκε, αλλά κατάφερε να διαφύγει με την παρέμβαση της αστυνομίας και διαδηλωτών. Άλλη ομάδα πραγματοποιεί ειρηνική διαμαρτυρία έξω από την πρεσβεία της Κίνας εδώ και πλέον 23 χρόνια—πρόκειται για τους Φάλουν Γκονγκ (ή Φάλουν Ντάφα), μια πνευματική ομάδα που εξασκεί διαλογισμό και ασκήσεις. Τα μέλη της διαδηλώνουν νυχθημερόν κατά των διώξεων στην Κίνα, όπου καταγγέλλονται φυλακίσεις, βασανιστήρια και βίαιες αφαιρέσεις οργάνων σε ασκούμενους. Η διαμαρτυρία συνεχίζεται αδιάκοπα επί δύο και πλέον δεκαετίες, καθώς οι διώξεις στην Κίνα δεν έχουν παύσει.

Όπως δηλώνει στην κάμερα του NTD η κ. Γκάο, μία από τις πρωτεργάτριες της διαμαρτυρίας, «όπου κι αν πάνε τα σχέδια για τη νέα πρεσβεία, εκεί θα είμαστε και εμείς».

Πώς προωθούν τα κινεζικά συμφέροντα τα λιμάνια του Πεκίνου στην Αφρική

Οι πρωτοβουλίες της Κίνας για εμβάθυνση της οικονομικής εμπλοκής και επιρροής της στην Αφρική συνεχίζονται με τον ίδιο ρυθμό, ενώ το Πεκίνο γιορτάζει τη γρήγορη κατασκευή λιμένων στις ακτές της ηπείρου σε πρόσφατες διπλωματικές και εμπορικές εκδηλώσεις.

Παρατηρητές προειδοποιούν ότι η αυξανόμενη κινεζική παρουσία στην Αφρική — που ταυτίζεται σε πολλά μέρη με το πρόγραμμα «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) — συνεχίζει την τάση παγίδευσης σε χρέος, εκμετάλλευσης πόρων και περιβαλλοντικής καταστροφής για χώρες στην ήπειρο.

Μόνο για αυτόν τον χρόνο, η Κίνα εμπλέκεται σε κατασκευή, χρηματοδότηση ή λειτουργία 78 λιμένων σε 32 αφρικανικές χώρες — περί το ένα τρίτο των 231 εμπορικών λιμένων που λειτουργούν στην Αφρική, σύμφωνα με το African Center for Strategic Studies (ACSS).

Σε σύγκριση, το ACSS σημείωσε σε αναφορά στις 10 Μαρτίου ότι λιμένες που χτίστηκαν ή βρίσκονται υπό την διαχείριση της Κίνας σε Ασία, Λατινική Αμερική, και Καραϊβική αριθμούν μόλις 34.

Ο Ντέηβυ Τ. Γουόνγκ, Κινέζος οικονομολόγος που ζει στις Ηνωμένες Πολιτείες, είπε στην Epoch Times ότι κινεζικά προγράμματα λιμένων υποστηρίζουν τις άλλες πρωτοβουλίες του Πεκίνου στην Αφρική, κυρίως σιδηροδρόμους και λεωφόρους, καθώς και βιομηχανικά πάρκα.

«Αυτό υπηρετεί τις ανάγκες του προγράμματος ‘Μία ζώνη, ένας δρόμος’ του ΚΚΚ και τη φιλοδοξία του Πεκίνου να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη, να κερδίσει πρόσβαση σε πόρους, και να εξασφαλίσει εμπορικές οδούς», είπε ο Γουόνγκ.

Υπηρετώντας τα ‘παγκόσμια όνειρα’ του ΚΚΚ

Στις 11 Ιουνίου, τελετές υποδοχής έγιναν για την 25η Επέτειο του Φόρουμ για τη Σινο-Αφρικανική Συνεργασία και την Δ΄ Σινο-Αφρικανική Οικονομική και Εμπορική Έκθεση στην Τσανγκσά, επαρχία Χουνάν, στη νότια Κίνα. Την επόμενη μέρα άρχισε η εμπορική έκθεση. Παρευρίσκονταν ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι, οι ομόλογοί του από διάφορες αφρικανικές χώρες, και αρκετοί Αφρικανοί επικεφαλής, όπως ο πρωθυπουργός της Ουγκάντα Ρομπίνα Ναμπάνγια και ο Λιβεριανός αντιπρόεδρος Τζερεμάια Κπαν Κουνγκ.

Άρθρα των κινεζικών κρατικών μέσων για τις εκδηλώσεις ανέφεραν την ικανότητα της χώρας να χτίζει λιμένες ανά την Αφρική και επαναλάμβαναν συνθήματα του ΚΚΚ για «καινοτόμο ανάπτυξη για τον Παγκόσμιο Νότο» και «η Αφρική ασπάζεται τα παγκόσμια όνειρα» του Κινέζου επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ.

Ο Γουόνγκ ανέφερε τη συγκέντρωση προγραμμάτων κινεζικών λιμένων στην Δυτική Αφρική, αριθμώντας 35 σε σύγκριση με τους 17 στην Ανατολική Αφρική, 15 στη Νότια Αφρική και 11 στη Βόρεια Αφρική, σύμφωνα με έρευνα της ACSS. Εξασφαλίζοντας τις απομακρυσμένες ακτές του Βόρειου Ατλαντικού και του Κόλπου της Γουινέας, το κινεζικό καθεστώς ελέγχει κρίσιμες ναυτιλιακές διαδρομές για μεταφορά πετρελαίου, αερίου, και άλλων πόρων στην Κίνα.

Η Αφρική έχει περί το ένα τρίτο των ορυκτών πόρων του πλανήτη και είναι πλούσια σε υδρογονάνθρακες, σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών. Μαζί με την Κίνα, έχει επίσης τεράστιες εναποθέσεις στοιχείων σπανίων γαιών, που είναι απαραίτητα για κατασκευή μπαταριών και άλλων αγαθών υψηλής τεχνολογίας.

Επιπλέον της άμεσης χρηματοδότησης και κατασκευής, η Κίνα έχει την λειτουργία 10 αφρικανικών λιμένων, σύμφωνα με την ACSS.

Για παράδειγμα, η China Merchants Port Holdings, παρακλάδι της China Merchants Group, αγόρασε μετοχές 50% στον λιμένα Lomé Container Terminal στο Τόγκο μέσω μιας εξαγορασμένης εταιρείας της, κερδίζοντας έλεγχο λειτουργίας στον Λιμένα του Λόμε — τον μόνο βαθέων υδάτων στη Δυτική Αφρική τον καιρό της κατασκευής του.

Γερανοί με λάστιχα και γερανοί φορτοεκφόρτωσης στον λιμένα κοντέινερ βαθέων υδάτων Λέκκι στο Λάγκος, στις 3 Φεβ. 2023. (Pius Utomi Ekpei/AFP μέσω Getty Images)

 

Παρομοίως, η China Harbor Engineering Company, που έχτισε τον λιμένα βαθέων υδάτων «Λέκκι» στη Νιγηρία, απέκτησε το 54% των μετοχών και άδεια λειτουργίας 16 ετών. Ο «Λέκκι» είναι ένας από τους μεγαλύτερους και πιο πολυσύχναστους λιμένες της Δυτικής Αφρικής.

«Σκοτώνοντας τρία πουλιά με μία πέτρα»

Ο Γουόνγκ πρόσθεσε ότι οι κινεζικές αναπτύξεις λιμένων αλλού στην Αφρική «ενισχύουν τις παγκόσμιες ναυτιλιακές διαδρομές του ΚΚΚ» περαιτέρω μέσω επέκτασης της παρουσίας τους στον Ινδικό Ωκεανό, «ειδικά στην στρατηγική του επιρροή κοντά στα Στενά του Χορμούζ και Μπαμπ ελ Μαντέμπ».

Τα Στενά του Χορμούζ, μεταξύ Ιράν και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, και η διώρυγα Μπαμπ ελ Μαντέμπ, που συνδέουν την Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, είναι κρίσιμα σημεία ναυτιλίας για παγκόσμιο εμπόριο και μεταφορά ενέργειας.

Ο Σου Τζου-γιουν, διευθυντής Στρατηγικής και Πόρων στο Ινστιτούτο Ταϊβάν για Εθνική Άμυνα και Ασφάλεια, είπε στην Epoch Times ότι η στρατηγική λιμένων του ΚΚΚ στην Αφρική έχει στόχο να εξασφαλίσει την οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική θέση του Πεκίνου — κίνηση που περιέγραψε ως «σκοτώνοντας τρία πουλιά με μία πέτρα».

«Οικονομικά, εμπεριέχει την εξαγωγή κατασκευασμένων αγαθών και εισαγωγή πρώτων υλών», περιλαμβάνοντας μέταλλα όπως νικέλιο και κασσίτερο, είπε ο Σου.

«Αυτό είναι ένα εκτενές στρατηγικό σχέδιο, που εκτείνεται από οικονομία, σε διπλωματία, σε μελλοντικές στρατιωτικές ανάγκες», σημείωσε. «Η επένδυση δημιουργεί σχέσεις χρέους με το Πεκίνο, που μετά ενισχύουν την πραγματική διπλωματική επιρροή της Κίνας.»

«Στο τέλος, οι λιμένες ίσως μετατραπούν σε σταθμούς ανεφοδιασμού και παραμονής για τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό.»

Στρατηγικός ανταγωνισμός και κυριαρχία

Εγκαθιδρύοντας τον εαυτό της ως την κυρίαρχη δύναμη στην Αφρική, τα προγράμματα της Κίνας επίσης στοχεύουν να μειώσουν την αμερικανική παγκόσμια διπλωματική ισχύ.

Ο Γουόνγκ σημείωσε τις διπλές πολιτικο-στρατιωτικές συνέπειες της επέκτασης του Πεκίνου.

«Συνδυάζει την αγορά πόρων με προσκόλληση στο εμπορικό σύστημα με τον έλεγχο των σημείων ασφαλείας, και θα έχει βαθιές συνέπειες τόσο στην αφρικανική τοπική σταθερότητα όσο και στον παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό», εξήγησε.

Σήμερα, η Κίνα λειτουργεί μόνο μία στρατιωτική βάση στο εξωτερικό, στον λιμένα του Τζιμπουτί στην Ανατολική Αφρική. Έχοντας ανοίξει το 2017, βρίσκεται στην νότια είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας μεταξύ Αφρικής και Μέσης Ανατολής, ελέγχοντας μια σημαντική ναυτιλιακή γραμμή που συνδέει Ασία, Αφρική και Ευρώπη.

Κινεζική στρατιωτική βάση δίπλα στον λιμένα πολλαπλών χρήσεων Ντοράλε. Τζιμπουτί, 4 Ιουλίου 2018. (Yasuyoshi Chiba/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο λιμένας έχει γίνει παράδειγμα της λεγόμενης ‘παγίδας χρέους’ που δημιουργεί το πρόγραμμα «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του ΚΚΚ. Ο Γουόνγκ επεσήμανε ότι το χρέος του Τζιμπουτί προς την Κίνα αντιστοιχεί στο 80% του ΑΕΠ του.

Είπε ότι η μαζική επένδυση του ΚΚΚ στους λιμένες της Αφρικής «προκάλεσε την απώλεια ελέγχου κρίσιμων υποδομών από τις τοπικές κυβερνήσεις», εγείροντας σοβαρές «ανησυχίες κυριαρχίας και ασφάλειας».

Η κινεζική οικονομική δραστηριότητα στην Αφρική έχει δεχτεί επικρίσεις για την έμφασή της στην αφαίρεση πόρων από την ήπειρο εις βάρος της ανάπτυξης βιομηχανιών που δίνουν αξία, όπως και της περιβαλλοντικής προστασίας. Οι εργασιακές σχέσεις στις σινο-αφρικανικές συνεργασίες είναι συχνά κακές.

Μια έρευνα του 2022 του Ινστιτούτου Μελετών Ασφαλείας για κινεζικές επιχειρήσεις σε έξι αφρικανικές χώρες βρήκε ότι «ενώ η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Αφρικής, οι καταχρηστικές εργασιακές πρακτικές των κινεζικών εταιρειών είναι λόγος ανησυχίας».

Άρθρο της 15ης Απριλίου του περιοδικού Africa Defense Forum λέει πως μια μεγαλύτερη «κινεζική ναυτική παρουσία στις αφρικανικές ακτές θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για κάθε έθνος που ελπίζει να προστατεύσει τα εθνικά δικαιώματα αλιείας».

«Ο στόλος βαθέων υδάτων της Κίνας ήδη λεηλατεί τα αποθέματα της αλιείας σε όλο το μήκος της δυτικής αφρικανικής ακτής», παρατήρησε.

Ο Σου σχολίασε: «Αυτό είναι απλώς άλλη μια μορφή κακόβουλης εκμετάλλευσης» στο αναπτυξιακό μοντέλο του ΚΚΚ για την Αφρική. Σημείωσε ένα πρόσφατο κύμα επιθέσεων σε κινεζικές εταιρείες από τοπικές ένοπλες ομάδες στην Αφρική.

«Πολλοί Αφρικανοί πολίτες νιώθουν να έχουν υποστεί εκμετάλλευση και στοχοποιούν Κινέζους εργάτες και εταιρείες ως αντίποινα», είπε ο Σου.

Η Κίνα μειώνει τα αποθέματα αμερικανικού χρέους στο χαμηλότερο επίπεδο 16 ετών

Η Κίνα μείωσε τα αποθεματικά της σε αμερικανικούς τίτλους του Δημοσίου στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 16 και πλέον ετών, συνεχίζοντας μια τάση σταδιακής συρρίκνωσης των τοποθετήσεών της στο αμερικανικό χρέος που διαρκεί ήδη πάνω από μια δεκαετία. Σύμφωνα με νέα στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, τα κινεζικά αποθέματα μειώθηκαν κατά περίπου 8 δισ. δολάρια, διαμορφούμενα στα 757,2 δισ. δολάρια τον Απρίλιο, από 765,4 δισ. ένα μήνα πριν. Πρόκειται για μείωση κατά 13 δισ. δολάρια σε σχέση με πέρυσι. Αφού διατηρούσε για χρόνια τον τίτλο του μεγαλύτερου κατόχου αμερικανικού χρέους παγκοσμίως, η Κίνα βρίσκεται πλέον στην τρίτη θέση, πίσω από την Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Αν και τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών επιβεβαιώνουν τη μακροπρόθεσμη πτωτική πορεία των κινεζικών τοποθετήσεων, οι στρατηγικοί αναλυτές της JPMorgan Chase προειδοποιούν ότι οι αριθμοί ίσως να παρουσιάζουν μια στρεβλή εικόνα. Όπως επεσήμαναν σε σημείωμά τους στις 25 Απριλίου, «η Κίνα επιδιώκει να εμφανίζει μειωμένες τοποθετήσεις, καθώς πολιτικά δεν την εξυπηρετεί να φανεί ότι συνεχίζει να αυξάνει τα αποθεματικά της ή να επενδύει τις πλεονασματικές της αποταμιεύσεις στο κρατικό χρέος του βασικού γεωπολιτικού της αντιπάλου». Υποστηρίζουν ότι το Πεκίνο αποκρύπτει μέρος του χαρτοφυλακίου του μέσω «σκιωδών αποθεμάτων», δηλαδή τοποθετήσεων που δεν εγγράφονται ευθέως στον ισολογισμό της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας ή που πραγματοποιούνται διαμέσου κρατικών τραπεζών.

Αναλυτές της αγοράς εξέφρασαν τον φόβο ότι το κινεζικό καθεστώς ξεπούλησε ομόλογα εν μέσω των αναταραχών του Απριλίου. Η ανησυχία αυτή επανέρχεται διαρκώς την τελευταία δεκαετία, με οικονομικούς παρατηρητές να προειδοποιούν ότι το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις μαζικές πωλήσεις αμερικανικών ομολόγων ως οικονομικό όπλο, προκαλώντας αστάθεια στις παγκόσμιες χρηματαγορές και εκτίναξη των επιτοκίων.

Το χειρότερο σενάριο φάνηκε να πλησιάζει τον Απρίλιο, όταν η μεταβλητότητα επικράτησε στην αμερικανική αγορά ομολόγων, με την απόδοση του δεκαετούς τίτλου να καταγράφει έντονες διακυμάνσεις αμέσως μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ για ένα νέο κύμα δασμών παγκοσμίως. Αν και οι ξένοι επενδυτές μείωσαν ελαφρώς τις τοποθετήσεις τους, τα τελευταία στοιχεία για τις διεθνείς χρηματορροές δείχνουν ότι οι πωλήσεις δεν ήταν αρκετά εκτεταμένες ώστε να εξηγούν τους έντονους κλυδωνισμούς της αγοράς.

Ο Λώρενς Γκίλλουμ, επικεφαλής στρατηγικής σταθερού εισοδήματος στην LPL Financial, ανέφερε σε σημείωμα προς την Epoch Times ότι «κατά τη γνώμη μας, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τη διόρθωση στις τιμές των αμερικανικών ομολόγων, με κυριότερο τη βίαιη απομόχλευση. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν σημειώθηκαν πωλήσεις από ξένους επίσημους φορείς – απλώς δεν θεωρούμε ότι αυτές είναι η βασική αιτία της διόρθωσης.»

Ο Ματίας Ντιτβάιλερ, επικεφαλής ομολόγων στην UBS, σχολίασε πως «ο κόσμος επανεξετάζει το αμερικανικό χρέος. Για χρόνια, οι ΗΠΑ κατάφεραν να διατηρούν χαμηλές τις αποδόσεις των ομολόγων λόγω του ιδιαίτερου καθεστώτος τους ως αποθεματικό περιουσιακό στοιχείο και της πρωτοκαθεδρίας του δολαρίου». Προσέθεσε σε έκθεση της 16ης Ιουνίου: «Η αντίληψη της απόλυτης ασφάλειας και εγγύησης πλέον αμφισβητείται, ανεξαρτήτως της τροπής που θα πάρει το θέμα των δασμών».

Όσον αφορά την Κίνα, η προσπάθεια περιορισμού της έκθεσής της στο αμερικανικό χρέος έχει λάβει πολύπλευρη μορφή. Αφότου έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 1,317 τρισ. δολαρίων τον Νοέμβριο του 2013, οι συνολικές κινεζικές τοποθετήσεις σε αμερικανικά ομόλογα έχουν μειωθεί σταδιακά κατά 42%. Για να μειώσει την εξάρτηση από τις ΗΠΑ και να περιορίσει οικονομικούς ή γεωπολιτικούς κινδύνους, η Κίνα έχει διαφοροποιήσει τα συναλλαγματικά της αποθεματικά. Πέρα από τα αμερικανικά στοιχεία ενεργητικού, το απόθεμα των 3,6 τρισ. δολαρίων περιλαμβάνει πλέον σημαντικές ποσότητες άλλων νομισμάτων και χρυσού. Ωστόσο, η ανακατανομή αυτή, η οποία υλοποιείται κυρίως από τη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας, λειτουργεί και ως μέτρο διαχείρισης νομίσματος για τη σταθεροποίηση του γουάν. Η στρατηγική μοιάζει να αποδίδει: από την αρχή της χρονιάς, το γουάν στο εξωτερικό έχει ενισχυθεί κατά 2% έναντι του δολαρίου, ενώ στο εσωτερικό κατέγραψε άνοδο 1,7%.

Τα τελευταία χρόνια, η διαφορά αποδόσεων μεταξύ αμερικανικών και κινεζικών κρατικών ομολόγων έχει διευρυνθεί, δημιουργώντας πιέσεις στην ισοτιμία του γουάν. Ενδεικτικά, η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς ξεπερνά το 4,4%, ενώ το κινεζικό αντίστοιχο κινείται κάτω από το 1,7%. Υψηλότερες αποδόσεις αμερικανικών ομολόγων, θεωρητικά, θα όφειλαν να καθιστούν πιο ελκυστικά τα δολαριοποιημένα περιουσιακά στοιχεία για τους ξένους επενδυτές, ενθαρρύνοντας εξερχόμενες χρηματορροές. Αυτό θα ασκούσε πιέσεις για υποτίμηση του γουάν, κυρίως στις εξωχώριες αγορές όπου το νόμισμα διακινείται πιο ελεύθερα.

Η απόκλιση στις αποδόσεις δίνει διαφορετικές προοπτικές στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως: άνοδος των αποδόσεων συνήθως υποδηλώνει ισχυρό οικονομικό περιβάλλον, πτώση των αποδόσεων πιο αβέβαιες προσδοκίες. Στις ΗΠΑ, το εκτιμητικό μοντέλο GDP Now της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Ατλάντα αναμένει ανάπτυξη 3,4% στο δεύτερο τρίμηνο. Εν τω μεταξύ, οι εμπορικές αβεβαιότητες στέλνουν μεικτά σήματα για την κινεζική οικονομία, αν και οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι οι προοπτικές παραμένουν θετικές.

Το 2025, μέχρι σήμερα, έχει σημαδευτεί από μια σειρά καταλυτικών γεγονότων που προκύπτουν σχεδόν κάθε μήνα. Ωστόσο, τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η αμερικανική οικονομία αντεπεξέρχεται συγκριτικά καλά. Ο Λιν Σονγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της ING, σχολίασε σε σημείωμα της 16ης Ιουνίου: «Αποδολαριοποίηση – την τελευταία δεκαετία, η Κίνα πρωτοστατεί σε μια παγκόσμια εκστρατεία για τη μείωση της εξάρτησης από το δολάριο».

Η αποδολαριοποίηση αφορά τη συστηματική μείωση του ρόλου του αμερικανικού νομίσματος στο διεθνές εμπόριο και τα κρατικά αποθεματικά και έχει ενισχυθεί τα πρόσφατα χρόνια, αν και το momentum υποχώρησε μετά τις απειλές Τραμπ ότι όσες χώρες υιοθετήσουν αντιαμερικανική στάση θα αντιμετωπίσουν σκληρούς δασμούς. Αμέσως μετά τη νίκη του στις εκλογές του 2024, ο Αμερικανός πρόεδρος προειδοποίησε πως θα επιβάλει δασμούς 100% στα κράτη-μέλη των BRICS — ενός μπλοκ που περιλαμβάνει τις Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική κ.ά. — σε περίπτωση που επιχειρήσουν να αντικαταστήσουν το δολάριο.

Ο Τραμπ δήλωσε: «Θα απαιτήσουμε από αυτές τις κατά τα φαινόμενα εχθρικές χώρες να δεσμευτούν ότι δεν θα δημιουργήσουν νέο νόμισμα BRICS ούτε θα στηρίξουν άλλο νόμισμα για να αντικαταστήσει το ισχυρό δολάριο. Ειδάλλως, θα αντιμετωπίσουν δασμούς 100%», σε ανάρτησή του στις 30 Νοεμβρίου στην πλατφόρμα Truth Social, συμπληρώνοντας: «Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα οι BRICS να εκτοπίσουν το δολάριο από το διεθνές εμπόριο ή αλλού. Και όποια χώρα το προσπαθήσει, να αποχαιρετήσει την Αμερική.»

Το ζήτημα της αποδολαριοποίησης έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, καθώς έχει επισκιαστεί από πιο άμεσες εμπορικές και δασμολογικές εξελίξεις. Ωστόσο, ακόμη κι αν το Πεκίνο εξακολουθεί να επιχειρεί να υποσκάψει την ηγεμονία του δολαρίου, οι κινήσεις του μάλλον αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να διαταράξουν τις παγκόσμιες χρηματαγορές. Τα στοιχεία του Απριλίου από την Εταιρεία Παγκόσμιας Διατραπεζικής Χρηματοοικονομικής Τηλεπικοινωνίας (SWIFT) καταδεικνύουν ότι το δολάριο παραμένει κυρίαρχο μέσο διεθνών πληρωμών, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το ήμισυ του συνόλου των συναλλαγών.

Η τεχνητή νοημοσύνη στην υπηρεσία της κινεζικής στρατιωτικής κατασκοπείας

Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) της Κίνας επιδιώκει ενεργά την ανάπτυξη δυνατοτήτων παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης (AI) για τη συλλογή και ανάλυση στρατιωτικών πληροφοριών, σύμφωνα με έκθεση ανάλυσης απειλών που δημοσιεύθηκε στις 17 Ιουνίου.

Η έκθεση, την οποία εκπόνησε η αμερικανική ερευνητική ομάδα Insikt Group (παράρτημα της Recorded Future), βασίστηκε σε ανάλυση δημοσιευμάτων από μέσα που συνδέονται με τον ΛΑΣ, επιστημονικών άρθρων, αιτήσεων ευρεσιτεχνιών και εγγράφων προμηθειών. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας, το υλικό αυτό τεκμηριώνει «ξεκάθαρο ενδιαφέρον» του κινεζικού στρατού για εργαλεία γενετικής τεχνητής νοημοσύνης.

Όπως αναφέρεται, το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα της Κίνας πιθανόν να χρησιμοποιεί μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (Large Language Models – LLMs) από μία πληθώρα ξένων εταιρειών, όπως οι Meta, OpenAI, Google DeepMind, Anthropic και BigScience, αλλά και από εγχώριους φορείς όπως οι DeepSeek, Πανεπιστήμιο Tsinghua, Zhipu AI και Alibaba Cloud.

Ανάλογες επενδύσεις πραγματοποιεί και το Πεντάγωνο, όπως καταγράφεται σε σχετικό έγγραφο συμβάσεων του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε στις 16 Ιουνίου. Σε αυτό αναφέρεται ότι η OpenAI έλαβε σύμβαση ύψους 200 εκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη «πρωτοποριακών δυνατοτήτων AI πρώτης γραμμής» με στόχο την αντιμετώπιση κρίσιμων προκλήσεων εθνικής ασφάλειας, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο.

Κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, Αμερικανοί πεζοναύτες που είχαν αναπτυχθεί στον Ειρηνικό δοκίμασαν εργαλείο παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης από την εταιρεία Vannevar Labs, με σκοπό τη διαλογή ξένων πληροφοριών.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης της Insikt Group, Κινέζοι στρατιωτικοί ερευνητές φαίνεται να έχουν αναλύσει τις αμερικανικές προσπάθειες εφαρμογής της γενετικής AI στον τομέα της στρατιωτικής πληροφόρησης, προκειμένου – όπως εκτιμάται – να αντλήσουν συμπεράσματα και να ενισχύσουν τις δικές τους δυνατότητες.

Η έκθεση σημειώνει ότι τα κινεζικά στρατιωτικά μέσα και οι ερευνητές προβάλλουν τα οφέλη της χρήσης παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης για τη βελτίωση της συλλογής και της ανάλυσης πληροφοριών, επισημαίνοντας όμως και τις προκλήσεις, όπως ο κίνδυνος ανακριβών ή προκατειλημμένων εκτιμήσεων.

Όπως αναφέρεται, εάν οι αναλυτές του ΛΑΣ χρησιμοποιούν γλωσσικά μοντέλα εκπαιδευμένα βάσει της ιδεολογίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) ή σε αναλυτικά προϊόντα με ιδεολογικές προκαταλήψεις, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να υπονομευθεί η αντικειμενικότητα της στρατιωτικής ανάλυσης.

Αναφορικά με τη Δύση, η έκθεση εκτιμά ότι η ενσωμάτωση γενετικής τεχνητής νοημοσύνης από τον ΛΑΣ ενδέχεται να προκαλέσει «προκλήσεις τεχνολογικής διαρροής» και να αυξήσει τον κίνδυνο διάδοσης παραπληροφόρησης μέσω συστημάτων AI.

Όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας αποκαλύπτουν ότι ο κινεζικός στρατός έχει ήδη σχεδιάσει εργαλεία γενετικής τεχνητής νοημοσύνης για πληροφοριακή εργασία, ενώ θεωρείται πιθανό ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και σχετικές προμήθειες.

Νωρίτερα τον Ιούνιο, η OpenAI ανακοίνωσε ότι απέκλεισε λογαριασμούς οι οποίοι, σύμφωνα με την ίδια, συνδέονταν με ξένες αντίπαλες δυνάμεις – μεταξύ αυτών και το κινεζικό καθεστώς – και χρησιμοποιούσαν εργαλεία AI για σκοπούς κατασκοπείας, επιχειρήσεις επηρεασμού και απάτες.

Όπως υποστήριξε η εταιρεία, τέσσερις τέτοιες επιχειρήσεις φέρονται να συνδέονται με το ΚΚΚ. Οι εμπλεκόμενοι χρήστες φαίνεται πως αξιοποιούσαν την AI για δημιουργία πλαστών διαδικτυακών προφίλ, μετάφραση και ανάλυση εγγράφων, καθώς και για την παραγωγή περιεχομένου με σκοπό τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης σε διάφορες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.

Η Νέα Ζηλανδία διακόπτει τη χρηματοδότηση προς τα Νησιά Κουκ λόγω στενότερων σχέσεων με την Κίνα

Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας αποφάσισε να διακόψει χρηματοδότηση εκατομμυρίων δολαρίων προς τα Νησιά Κουκ, μετά την εμβάθυνση των σχέσεων του νησιωτικού συμπλέγματος με την Κίνα. Εκπρόσωπος του Νεοζηλανδού υπουργού Εξωτερικών, Ουίνστον Πίτερς, δήλωσε στις 18 Ιουνίου: «Η Νέα Ζηλανδία αποφάσισε στις αρχές του μήνα να αναστείλει την καταβολή 18,2 εκατομμυρίων δολαρίων Νέας Ζηλανδίας για αναπτυξιακή χρηματοδότηση περιόδου 2025–2026, καθώς αυτή στηρίζεται σε μια σχέση διμερούς εμπιστοσύνης».

Τα Νησιά Κουκ, αυτοδιοικούμενο κράτος με ισχυρούς ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς με τη Νέα Ζηλανδία, διατηρούν νεοζηλανδικά διαβατήρια. Ωστόσο, η Ουέλινγκτον εξέφρασε ανησυχίες τον Φεβρουάριο, όταν ο πρωθυπουργός των Νήσων Κουκ, Μαρκ Μπράουν, ταξίδεψε στην Κίνα και υπέγραψε με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας διευρυμένη στρατηγική συνεργασία που αφορά οικονομικά, υποδομές, θαλάσσια συνεργασία και υποθαλάσσια εξόρυξη μεταλλευμάτων. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας: «Δεν είχαμε ενημερωθεί επαρκώς, παρά τους συνταγματικούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών».

Ο εκπρόσωπος του Πίτερς διευκρίνισε ότι η Νέα Ζηλανδία δεν θα εξετάσει νέα σημαντική χρηματοδότηση, αν δεν ληφθούν ουσιαστικά μέτρα για αποκατάσταση της εμπιστοσύνης εκ μέρους των Νήσων Κουκ. Όπως επισήμανε: «Ελπίζουμε να ληφθούν γρήγορα τα κατάλληλα βήματα για να αρθούν οι ανησυχίες της Νέας Ζηλανδίας, ώστε η υποστήριξη να μπορέσει να συνεχιστεί το συντομότερο δυνατόν».

Η είδηση συμπίπτει με την επίσκεψη του πρωθυπουργού της Νέας Ζηλανδίας, Κρίστοφερ Λάξον, στην Κίνα, όπου πρόκειται να συναντηθεί με τον πρόεδρο της χώρας, Σι Τζινπίνγκ. Μιλώντας στα μέσα ενημέρωσης στη Σαγκάη, ο Λάξον υποβάθμισε τον ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας στην υπόθεση: «Όπως γνωρίζετε, το ζήτημα αφορά βασικά τα Νησιά Κουκ. Είναι θέμα που αφορά τη διαφάνεια τους ως προς τις διεθνείς συμφωνίες απέναντι στη Νέα Ζηλανδία».

Ο Πίτερς ηγείται του συντηρητικού κόμματος New Zealand First, που συγκυβερνά με το κεντροδεξιό National Party του Λάξον.

Απάντηση από Νησιά Κουκ

Τα Νησιά Κουκ αντέδρασαν με ανακοίνωση στις 18 Ιουνίου: «Η Συνολική Στρατηγική Εταιρική Σχέση Κίνας–Νήσων Κουκ δεν περιλαμβάνει ρυθμίσεις άμυνας ή ασφάλειας. Η συμφωνία είναι μη δεσμευτική και επικεντρώνεται στην ανθεκτικότητα των Νήσων Κουκ απέναντι στην κλιματική αλλαγή, την οικονομική βιωσιμότητα, την αειφόρο ανάπτυξη και τη θαλάσσια επιστήμη».

Παράλληλα, υπογραμμίζουν: «Η Νέα Ζηλανδία παραμένει ο στενότερος εταίρος μας στον τομέα της άμυνας και ασφάλειας, και αυτό δεν αλλάζει».

Ο ρόλος της Κίνας στον Ειρηνικό

Νωρίτερα, τον Ιούνιο, το ινστιτούτο Royal United Services Institute προειδοποίησε ότι τα Νησιά Κουκ αποτελούν σήμερα εστία του ευρύτερου στρατηγικού σχεδιασμού της Κίνας στον Ειρηνικό. Το Ινστιτούτο σημείωσε: «Η ναυτική περιοχή των Νήσων Κουκ, πλούσια σε αλιευτικούς πόρους και κρίσιμα ορυκτά —όπως μαγγάνιο, κοβάλτιο και πολυμεταλλικούς όζους— είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί επαρκώς. Το μέγεθος και η απομακρυσμένη τοποθεσία την καθιστούν ευάλωτη σε παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη αλιεία, λαθραία εκμετάλλευση φυσικών και ορυκτών πόρων, απορρίμματα και πληθώρα μη παραδοσιακών απειλών».

Στην έκθεση αναφέρεται: «Η προσέγγιση του ΚΚΚ προς τα νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού ακολουθεί σταθερό μοτίβο: οικονομική βοήθεια, επιχορηγήσεις και δάνεια χωρίς έλεγχο βιωσιμότητας, μη βιώσιμες επενδύσεις σε υποδομές και διπλωματικούς ελιγμούς αναγνώρισης».

Όντως, μέσω επιδέξιας «διπλωματίας της επιταγής» και πολιτικής δωρεών χωρίς όρους, η Κίνα έχει οικοδομήσει στενές σχέσεις με αρκετά κράτη του Ειρηνικού—ανάμεσά τους η Τόνγκα, το Κιριμπάτι, τα Νησιά Σολομώντα, τα Φίτζι και η Παπούα Νέα Γουινέα. Η έκθεση τονίζει ακόμη ότι: «Η κομμουνιστική Κίνα αποτελεί από το 2017 τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Νέας Ζηλανδίας, ενώ το Ουέλινγκτον ακολουθεί πολιτική μη αναγνώρισης της Ταϊβάν».

Προβληματισμός για την ασφάλεια

Ο Πίτερς τόνισε ότι η Νέα Ζηλανδία και η ευρύτερη περιοχή αντιμετωπίζουν απειλές ασφαλείας: «Το κινεζικό καθεστώς διατηρεί εδραιωμένη παρουσία στον Ειρηνικό, αλλά μας ανησυχεί σοβαρά η αυξανόμενη εμπλοκή σε τομείς ασφαλείας της περιοχής».

Σε ομιλία του στο Συμβούλιο Νέας Ζηλανδίας–Κίνας πέρυσι, ανέφερε επίσης: «Παρά την πολιτική της μίας Κίνας που ακολουθεί η Νέα Ζηλανδία, ανησυχούμε ότι οι ενέργειες του Πεκίνου εντείνουν την ένταση στα Στενά της Ταϊβάν και επιδεινώνουν τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Ο Πίτερς υπογράμμισε: «Αναμένουμε από την Κίνα να τηρεί τις αρχές και δεσμεύσεις του καθολικά αποδεκτού πλαισίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης της Οικουμενικής Διακήρυξης και άλλων βασικών συνθηκών. Σταθερά προβάλλουμε τις σοβαρές μας ανησυχίες για τις καταχρήσεις απέναντι στους Ουιγούρους και άλλες μουσουλμανικές μειονότητες στο Σιντζιάνγκ, καθώς και για παραβιάσεις δικαιωμάτων στο Χονγκ Κονγκ και στο Θιβέτ. Θα συνεχίσουμε να καλούμε την Κίνα να σέβεται τις υποχρεώσεις της».

Επανεξέταση βοήθειας σε άλλες χώρες του Ειρηνικού

Τον Φεβρουάριο, το κρατικό ραδιόφωνο Radio New Zealand μετέδωσε ότι ο Πίτερς επανεξετάζει την ανθρωπιστική βοήθεια προς το Κιριμπάτι, μετά την ακύρωση συνάντησης με τον πρόεδρο και τον υπουργό Εξωτερικών της νησιωτικής χώρας, υπόνοιες ότι το Κιριμπάτι πλησιάζει το Πεκίνο. Τον Μάρτιο, το Κιριμπάτι συζήτησε με την Κίνα προοπτικές υποθαλάσσιας εξόρυξης.

Με την συμβολή των Reuters και Ρεξ Βάιντερστρομ

.

Πτώση στις τιμές κατοικιών στην Κίνα για δεύτερο συνεχόμενο έτος παρά τα μέτρα στήριξης

Νέα μείωση κατέγραψαν οι τιμές των νεόδμητων κατοικιών στην Κίνα τον Μάιο, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν στις 16 Ιουνίου, επιβεβαιώνοντας τη συνεχιζόμενη επιβράδυνση της κτηματαγοράς για δεύτερο συνεχόμενο έτος.

Η κρίση στον τομέα των ακινήτων εκτυλίσσεται ενώ η Κίνα αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο οποίος επηρεάζει αρνητικά τη βιομηχανική παραγωγή.

Σύμφωνα με ανάλυση του επικεφαλής στατιστικολόγου του Εθνικού Στατιστικού Γραφείου της Κίνας (China’s National Bureau of Statistics – NBS), Γουάνγκ Τζονγκχούα, οι τιμές των νεόδμητων κατοικιών στις τέσσερις μεγαλύτερες πόλεις μειώθηκαν κατά 0,2% σε μηνιαία βάση. Στις πόλεις δεύτερης και τρίτης βαθμίδας, η πτώση ήταν 0,2% και 0,3% αντίστοιχα. Συνολικά, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters βάσει των επίσημων στοιχείων, οι τιμές σε 70 πόλεις υποχώρησαν κατά 0,2% τον Μάιο σε σχέση με τον Απρίλιο.

Η πτωτική πορεία, η οποία ξεκίνησε τον Μάιο του 2023, συνεχίζεται παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των αρχών να τονώσουν τον κλάδο – έναν τομέα που επί χρόνια υπήρξε βασικός μοχλός ανάπτυξης για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Ενδεικτικά, από τις πόλεις που παρακολουθούνται, 53 ανέφεραν πτώση τιμών τον Μάιο, έναντι 45 τον προηγούμενο μήνα.

Στο πλαίσιο αυτό, το Πεκίνο ανακοίνωσε πρόσφατα σειρά μέτρων στήριξης, όπως μειώσεις επιτοκίων στεγαστικών δανείων για ορισμένες κατηγορίες αγοραστών, με στόχο την ανάσχεση της κρίσης που ξεκίνησε το 2021. Ωστόσο, οι υπερχρεωμένοι κατασκευαστές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξόφληση των υποχρεώσεών τους και στην παράδοση ήδη προπωληθέντων ακινήτων, εντείνοντας την έλλειψη εμπιστοσύνης στην αγορά.

Η Λιν Σονγκ, οικονομολόγος της ING, επεσήμανε σε σημείωμά της στις 16 Ιουνίου ότι η σταθεροποίηση των τιμών κατοικιών παραμένει κρίσιμος στόχος, καθώς η ακίνητη περιουσία αντιπροσωπεύει το 60-70% των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών στην Κίνα. Όπως ανέφερε, όσο δεν διαφαίνεται ουσιαστική αλλαγή στην πορεία των τιμών, δύσκολα θα επιτευχθεί βιώσιμη ανάκαμψη της εμπιστοσύνης.

Σύμφωνα με ανάλυση της ING, από τα μέσα του 2021 οι τιμές των κατοικιών στην πρωτογενή αγορά έχουν μειωθεί κατά 10,2%, ενώ στη δευτερογενή αγορά η πτώση φτάνει το 17,8%.

Επιβράδυνση και στη βιομηχανική παραγωγή

Ξεχωριστά στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 16 Ιουνίου έδειξαν ότι η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 5,8% σε ετήσια βάση τον Μάιο, λίγο κάτω από τις προβλέψεις των αναλυτών για 5,9%, καταγράφοντας τον χαμηλότερο ρυθμό από τον Νοέμβριο του 2024.

Αντίθετα, οι λιανικές πωλήσεις ενισχύθηκαν κατά 6,4% σε ετήσια βάση, ξεπερνώντας την εκτίμηση του Reuters για 5% αύξηση.

Ο εκπρόσωπος της Στατιστικής Υπηρεσίας, Φου Λίνγκχουι, απέδωσε την ενίσχυση της κατανάλωσης κυρίως στις δαπάνες κατά τη διάρκεια της αργίας της Πρωτομαγιάς και στη μεγάλη εμπορική εκστρατεία του διαδικτύου γνωστή ως «618», κατά την οποία οι μεγάλες πλατφόρμες προσφέρουν εκπτώσεις από τον προηγούμενο μήνα.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον ίδιο, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και το κυβερνητικό πρόγραμμα απόσυρσης παλαιών ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, το οποίο ενίσχυσε περαιτέρω την κατανάλωση.

Ο Φου σημείωσε ότι η κινεζική οικονομία «διατήρησε σταθερή δυναμική υπό πίεση» τον Μάιο, αλλά παραδέχθηκε πως υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις στην επίτευξη των στόχων για το δεύτερο τρίμηνο. Όπως δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 16 Ιουνίου, «το εξωτερικό περιβάλλον παραμένει περίπλοκο και δύσκολο, με πολλούς αστάθμητους και αβέβαιους παράγοντες».

Αναλυτές αναμένουν περιορισμένη ανάκαμψη

Ο οικονομολόγος της Capital Economics, Χουάνγκ Ζιτσούν, εκτίμησε ότι η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας θα επιβραδυνθεί φέτος λόγω των υψηλών αμερικανικών δασμών, της υποχώρησης της δημοσιονομικής στήριξης και διαρθρωτικών προβλημάτων που επιμένουν. Όπως ανέφερε σε σημείωμα στις 16 Ιουνίου, η πρόσφατη εκεχειρία στις εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ δεν στάθηκε ικανή να ανακόψει τη συνολική κάμψη του οικονομικού κλίματος.

Η εκεχειρία αυτή, διάρκειας 90 ημερών, συμφωνήθηκε τον Μάιο στη Γενεύη, και προέβλεπε τη μείωση των περισσότερων τριψήφιων δασμών που είχαν επιβάλει εκατέρωθεν οι δύο χώρες.

Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία της κινεζικής τελωνειακής υπηρεσίας, οι εξαγωγές της χώρας αυξήθηκαν λιγότερο από το αναμενόμενο τον Μάιο, ενώ οι αποστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν κατά 34,5% σε δολαριαία βάση σε ετήσια σύγκριση – η μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων πέντε ετών, σύμφωνα με υπολογισμούς της εφημερίδας The Epoch Times βάσει των επίσημων στοιχείων.

Διαπραγματευτές των δύο χωρών κατέληξαν πρόσφατα σε προκαταρκτική συμφωνία για το πλαίσιο των δασμών, ύστερα από συνομιλίες δύο ημερών στο Λονδίνο. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε μέσω ανάρτησής του στο Truth Social στις 11 Ιουνίου ότι η εμπορική συμφωνία με την Κίνα «ολοκληρώθηκε».

Ο ίδιος ανέφερε ότι οι δασμοί των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα ανέρχονται πλέον στο 55%, ενώ οι αντίστοιχοι κινεζικοί δασμοί στα αμερικανικά προϊόντα έχουν οριστεί στο 10%.

Εν μέσω αυτής της εμπορικής αντιπαράθεσης, αναλυτές εκφράζουν αμφιβολίες για το κατά πόσο η Κίνα θα μπορέσει να επιτύχει τον ετήσιο στόχο ανάπτυξης, ο οποίος έχει τεθεί γύρω στο 5%, ενώ εκτιμούν πως η πιθανότητα νέων άμεσων δημοσιονομικών παρεμβάσεων είναι περιορισμένη.

Παράλληλα, εξακολουθούν να υφίστανται αμφιβολίες για την αξιοπιστία των επισήμων στατιστικών. Ο Γκάο Σανγουέν, επικεφαλής οικονομολόγος της κρατικής εταιρείας SDIC Securities, είχε εκτιμήσει πέρυσι ότι το κινεζικό ΑΕΠ ενδέχεται να είχε παρουσιαστεί έως και κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 2021–2023.

Της Dorothy Li