Τετάρτη, 10 Σεπ, 2025

Ο Τραμπ γράφει ανοιχτή επιστολή στον Μπολσονάρο, λέγοντας ότι παρακολουθεί «στενά» τη δίκη στη Βραζιλία

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αύξησε την πίεση στην βραζιλιάνικη κυβέρνηση την Τετάρτη και την προέτρεψε να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον του πρώην προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο, λέγοντας ότι θα παρακολουθεί «στενά» την υπόθεση.

Σε επιστολή που απευθύνεται στον Μπολσονάρο και δημοσιεύτηκε στο Truth Social την Πέμπτη, ο Τραμπ δήλωσε ότι ο Μπολσονάρο έχει αντιμετωπίσει «φρικτή μεταχείριση» στα «χέρια ενός άδικου συστήματος που στράφηκε εναντίον σου».

«Συμμερίζομαι τη δέσμευσή σου να ακούς τη φωνή του λαού και ανησυχώ πολύ για τις επιθέσεις στην ελευθερία του λόγου — τόσο στη Βραζιλία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες — που προέρχονται από την τρέχουσα κυβέρνηση. Έχω εκφράσει έντονα την αποδοκιμασία μου τόσο δημόσια όσο και μέσω της δασμολογικής μας πολιτικής», έγραψε, προσθέτοντας ότι η δίκη «πρέπει να τερματιστεί αμέσως».

Ο Μπολσονάρο απάντησε δημοσιεύοντας ένα βίντεο στο X, λέγοντας ότι είχε λάβει την επιστολή του Τραμπ και είπε για άλλη μια φορά ότι οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν εναντίον του είναι ψευδείς. Προηγουμένως, ο Μπολσονάρο είχε περιγράψει τη δίκη του ως «κυνήγι μαγισσών», επαναλαμβάνοντας έναν όρο που χρησιμοποίησε ο Τραμπ όταν υπερασπίστηκε τον σύμμαχό του στη Νότια Αμερική την περασμένη εβδομάδα.

Επίσης την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ προειδοποίησε ότι θα επιβάλει δασμούς 50% σε όλα τα προϊόντα από τη Βραζιλία που εισέρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικαλούμενος την υπόθεση εναντίον του Μπολσονάρο.

Απαντώντας στην απειλή δασμών, ο Βραζιλιάνος πρόεδρος Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα δήλωσε στο CNN σε αποκλειστική συνέντευξη την Πέμπτη ότι δεν θα συνεργαστεί.

«Η Βραζιλία πρέπει να φροντίζει τη Βραζιλία και να φροντίζει τον βραζιλιάνικο λαό, και όχι να φροντίζει τα συμφέροντα των άλλων», δήλωσε ο Λούλα στο μέσο ενημέρωσης, προσθέτοντας: «Η Βραζιλία δεν θα δεχτεί τίποτα που της επιβάλλεται. Δεχόμαστε διαπραγματεύσεις και όχι επιβολή».

Ο Μπολσονάρο, ο οποίος κυβέρνησε μεταξύ 2019 και 2022, δικάζεται ενώπιον του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Βραζιλίας για τον ρόλο του σε μια φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιανουάριο του 2023. Είναι ήδη μη επιλέξιμος για τις εκλογές του επόμενου έτους. Ο πρώην πρόεδρος έχει επανειλημμένα αρνηθεί τους ισχυρισμούς και έχει δηλώσει ότι αποτελεί στόχο πολιτικής δίωξης.

Ο Μπολσονάρο κηρύχθηκε μη επιλέξιμος να θέσει υποψηφιότητα μέχρι το 2030 από το εκλογικό δικαστήριο της Βραζιλίας για κατάχρηση εξουσίας κατά τις εκλογές του 2022, όταν έχασε οριακά από τον Λούλα.

Η εισαγγελία επιδιώκει επίσης καταδίκες για αρκετούς στενούς συμμάχους του Μπολσονάρο, συμπεριλαμβανομένου του υποψηφίου αντιπροέδρου του στις εκλογές του 2022 και πρώην υπουργού Άμυνας, Βάλτερ Μπράγκα Νέτο, του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Άντερσον Τόρες, και του βοηθού του, Μάουρο Σιντ.

Ο γιος του, Εντουάρντο Μπολσονάρο, μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Μάρτιο και δήλωσε ότι θα εργαστεί για να πιέσει για κυρώσεις κατά του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βραζιλίας, Αλεξάντρ ντε Μοράες, ο οποίος ηγείται αρκετών ερευνών για τις ενέργειες του πατέρα του.

Η ανοιχτή επιστολή του Τραμπ έρχεται καθώς ο Μπολσονάρο έχει διαταχθεί να φοράει συσκευή εντοπισμού στον αστράγαλο, ανέφερε το γραφείο Τύπου του την Παρασκευή. Τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι στον Μπολσονάρο απαγορεύεται επίσης να χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή να επικοινωνεί με άλλα άτομα που βρίσκονται υπό έρευνα από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένου του γιου του.

Ο Τραμπ είχε φιλοξενήσει τον Μπολσονάρο στο θέρετρό του στο Μαρ-α-Λάγκο στη Φλόριντα όταν και οι δύο ήταν στην εξουσία το 2020.

Ο Τραμπ έχει συχνά συγκρίνει τη νομική κατάσταση του Μπολσονάρο με τη δική του.

Την Τρίτη, ο Τραμπ δήλωσε σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ότι ο πρώην ηγέτης της Βραζιλίας είναι «καλός άνθρωπος» και «δεν είναι ανέντιμος άνθρωπος».

Κατάπαυση του πυρός ανάμεσα σε Ισραήλ και Συρία μετά από περιφερειακή πίεση

Το Ισραήλ και η Συρία φέρονται να συμφώνησαν σε πρόταση για κατάπαυση του πυρός, την οποία υποστηρίζουν η Τουρκία, η Ιορδανία και άλλες γειτονικές χώρες, σύμφωνα με δηλώσεις του Αμερικανού πρεσβευτή στην Τουρκία, Τομ Μπάρακ. Όπως ανέφερε την Παρασκευή, οι ηγέτες των δύο χωρών αποδέχθηκαν την πρόταση για παύση των εχθροπραξιών, με τη στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, που φαίνεται να διαδραμάτισαν ρόλο διαμεσολαβητή.

Ο Αμερικανός διπλωμάτης κάλεσε επίσης, μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα X, τους Δρούζους, τους Βεδουίνους και τους Σουνίτες να καταθέσουν τα όπλα και, από κοινού με άλλες μειονότητες, να συμβάλουν στην οικοδόμηση μιας νέας και ενωμένης συριακής ταυτότητας, βασισμένης στην ειρήνη και την ευημερία με τους γείτονές της.

Μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης, οι κυβερνήσεις του Ισραήλ και της Συρίας δεν είχαν εκδώσει επίσημες ανακοινώσεις για τη συμφωνία.

Η πρόταση για την κατάπαυση του πυρός ήρθε σε μια περίοδο έντασης στη νότια Συρία και κυρίως στην επαρχία Σουέιντα, όπου τις τελευταίες ημέρες έχουν ξεσπάσει σφοδρές διακοινοτικές συγκρούσεις μεταξύ Δρούζων μαχητών και μελών βεδουινικών φυλών. Οι μάχες αυτές οδήγησαν σε εκατοντάδες νεκρούς και ώθησαν τη συριακή κυβέρνηση να αναπτύξει στρατεύματα στην περιοχή — ενέργεια που, αντί να περιορίσει τη βία, φαίνεται πως την κλιμάκωσε.

(ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ ΑΠΕ-ΜΠΕ/EPAATEF SAFADI)

 

Το Ισραήλ, το οποίο παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στη Σουέιντα λόγω της παρουσίας Δρούζων —μιας αραβικής θρησκευτικής μειονότητας με κοινότητες και στο έδαφός του— εξαπέλυσε στις 16 Ιουλίου αεροπορική επίθεση στη Δαμασκό, πλήττοντας μεταξύ άλλων την είσοδο του στρατιωτικού αρχηγείου του συριακού καθεστώτος. Το Τελ Αβίβ υποστήριξε ότι τα πλήγματα είχαν στόχο την προστασία των Δρούζων αμάχων στη νότια Συρία και προειδοποίησε ότι δεν θα επιτρέψει στην, κατά τον ίδιο, ισλαμιστική ηγεσία της Δαμασκού να ενισχύσει στρατιωτικά την παρουσία της στον νότο.

Παρά την προσωρινή εκεχειρία που ανακοινώθηκε την Τετάρτη, συγκρούσεις ξέσπασαν εκ νέου την Πέμπτη, με νέα επεισόδια ανάμεσα σε Δρούζους και Βεδουίνους. Ισραηλινά μαχητικά πραγματοποίησαν κατά τη διάρκεια της νύχτας νέες επιδρομές στην επαρχία Σουέιντα.

Παράλληλα, το Ισραήλ γνωστοποίησε την πρόθεσή του να αποστείλει ανθρωπιστική βοήθεια στους Δρούζους της Συρίας, ανταποκρινόμενο σε εκκλήσεις της μειονότητας που ζει εντός του ισραηλινού εδάφους. Όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ, ο υπουργός Γκίντεον Σάαρ έδωσε εντολή για την άμεση αποστολή βοήθειας, λόγω των επιθέσεων που δέχεται η κοινότητα της Σουέιντα και της σοβαρής ανθρωπιστικής κατάστασης που επικρατεί. Η βοήθεια, ύψους περίπου 2 εκατομμυρίων σεκέλ (σχεδόν 600.000 δολάρια), θα περιλαμβάνει τρόφιμα και ιατρικές προμήθειες.

Με πληροφορίες από το  ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ανησυχία της Επιτροπής του Ελσίνκι για τις θρησκευτικές μειονότητες στη Συρία

Έντονη ανησυχία εκφράζουν μέλη και πρώην συνεργάτες της Επιτροπής του Ελσίνκι για την κατάσταση της θρησκευτικής ελευθερίας στη Συρία, η οποία βρίσκεται πλέον υπό νέο καθεστώς και δέχεται αεροπορικά πλήγματα από το Ισραήλ με αφορμή τη μεταχείριση της θρησκευτικής μειονότητας των Δρούζων.

Το Ισραήλ, το οποίο είχε στηρίξει την απομάκρυνση του πρώην προέδρου της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ, εξαπέλυσε στις 16 Ιουλίου σφοδρές αεροπορικές επιδρομές κατά της Δαμασκού, επικαλούμενο καταγγελίες για διώξεις των Δρούζων. Οι επιθέσεις ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ σουνιτών και Δρούζων στην επαρχία Σουέιντα, στον νότο της χώρας. Παρά την ανακοίνωση εκεχειρίας από Δρούζους ηγέτες και τη συριακή κυβέρνηση, τα πλήγματα συνεχίστηκαν.

Υπό την ηγεσία του νέου προέδρου Αχμέντ αλ Σαρά, οι Δρούζοι και άλλες θρησκευτικές μειονότητες φέρονται να υφίστανται διώξεις ή αντίποινα. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του πρακτορείου Reuters, περίπου 1.500 αλαουίτες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια ανταρσίας από πιστούς του Άσαντ. Τον Ιούνιο, τουλάχιστον 30 άτομα έχασαν τη ζωή τους από βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας σε ελληνορθόδοξη εκκλησία στη Δαμασκό.

Ο γερουσιαστής Τομ Τίλλις (R-N.C.), μέλος της Επιτροπής του Ελσίνκι, δήλωσε ότι δεν είναι εύκολο να συγκρίνει τις συνθήκες για τους μη μουσουλμάνους στη σημερινή Συρία με την περίοδο Άσαντ, τονίζοντας ότι ο Άσαντ – μέλος της αλαουιτικής μειονότητας – παρουσιαζόταν ως προστάτης των θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων της χώρας. Όπως ανέφερε, η κατάσταση είναι «χειρότερη με διαφορετικό τρόπο» και εξέφρασε αμφιβολίες ως προς το αν οι πολίτες νιώθουν πραγματικά μεγαλύτερη ασφάλεια όσον αφορά την ελευθερία έκφρασης των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.

Η Επιτροπή του Ελσίνκι, που ιδρύθηκε στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Ελσίνκι το 1975 για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Δύσης και του σοβιετικού μπλοκ, προωθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία της πίστης. Μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν συγκαταλέγονται το Ισραήλ, η Ιορδανία και η Τουρκία – τρεις όμορες χώρες της Συρίας.

Κατά τη διάρκεια εκδήλωσης της Επιτροπής στην Ουάσιγκτον, στις 16 Ιουλίου, ο Νοξ Τέημς, πρώην νομικός σύμβουλος της Επιτροπής και μεταγενέστερα στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σημείωσε ότι πριν από τον εμφύλιο πόλεμο τα ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας δεν έρχονταν σχεδόν ποτέ στην επιφάνεια.

Η σύγκρουση ξεκίνησε το 2011 με την εξέγερση κατά του Άσαντ, ο οποίος υποστηριζόταν από τη Ρωσία. Την επόμενη δεκαπενταετία, ο Άσαντ βρέθηκε αντιμέτωπος με ποικίλες πιέσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Τουρκία, το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία. Τον Δεκέμβριο του 2024, εγκατέλειψε τη χώρα έπειτα από μεγάλη αντεπίθεση των ανταρτών που κατέληξε στην πτώση της Δαμασκού. Σήμερα διαμένει στη Μόσχα.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ συναντά τον πρόεδρο της Συρίας Αχμέντ αλ Σαρά στο Ριάντ. Σαουδική Αραβία, 14 Μαΐου 2025. (Saudi Press Agency/Δωρεά μέσω Reuters)

 

Ο Τέημς υποστήριξε ότι μετά την κατάρρευση του κρατικού ελέγχου στη Συρία, τρομοκρατικές ομάδες όπως το Ισλαμικό Κράτος στράφηκαν εναντίον των χριστιανών, των αλαουιτών και των Δρούζων. Ανάμεσά τους, οι μαχητές του ISIS διέπραξαν γενοκτονία κατά των Κούρδων Γεζίντι μεταξύ 2014 και 2017, ενώ το παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία, το Μέτωπο αλ Νούσρα, ευθύνεται – σύμφωνα με τον ΟΗΕ –  για τη σφαγή τουλάχιστον είκοσι χωρικών, το 2015, στη βόρεια Συρία.

Ο νέος πρόεδρος αλ Σαρά, γνωστός παλιότερα ως Αμπού Μοχάμαντ αλ Τζουλανί, είχε πολεμήσει στο πλευρό της αλ Κάιντα στο Ιράκ και, στα πρώτα στάδια του εμφυλίου, ηγήθηκε του Μετώπου αλ Νούσρα κατά την κατάληψη της Δαμασκού. Αν και προσπαθεί πλέον να αποστασιοποιηθεί από παλαιότερες δηλώσεις του και έχει δεσμευθεί για την προστασία των θρησκευτικών μειονοτήτων, η πορεία της κυβέρνησής του παραμένει ασαφής.

Μετά την ανατροπή του Άσαντ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ήρε τις κυρώσεις κατά της Συρίας με εκτελεστικό διάταγμα στις 30 Ιουνίου, επισημαίνοντας τη δέσμευση της Ουάσιγκτον για «μια Συρία σταθερή, ενωμένη και σε ειρήνη με τους γείτονές της». Όπως ανέφερε, μια ενωμένη Συρία που δεν προσφέρει καταφύγιο σε τρομοκρατικές οργανώσεις και φροντίζει για την ασφάλεια των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων θα συμβάλει στην περιφερειακή σταθερότητα.

Στις 7 Ιουλίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ήρε την τρομοκρατική ταξινόμηση του Μετώπου αλ Νούσρα, ενώ λίγες ημέρες αργότερα χαρακτήρισε τη σύγκρουση Συρίας-Ισραήλ ως «αποτέλεσμα παρεξήγησης», εκφράζοντας προβληματισμό για την ένταση.

Ο βουλευτής Τζο Γουίλσον (R-S.C.),  ένας εκ των δύο προέδρων της Επιτροπής του Ελσίνκι, κάλεσε σε άμεσο τερματισμό των ισραηλινών επιθέσεων, τις οποίες χαρακτήρισε «αυτοκτονικές για το Ισραήλ» και υπογράμμισε την ανάγκη για λογοδοσία για εγκλήματα θρησκευτικού χαρακτήρα.

Ο έτερος πρόεδρος της Επιτροπής,  γερουσιαστής Ρότζερ Γουίκερ (R-Miss.), απέφυγε να σχολιάσει τις επιδρομές, δηλώνοντας ότι αναμένει επίσημη ενημέρωση. Παράλληλα, εξέφρασε γενική ανησυχία για τη μεταχείριση θρησκευτικών μειονοτήτων παγκοσμίως, τονίζοντας ότι σε πολλές περιοχές απουσιάζει η ανοχή που παρατηρείται σε άλλες χώρες.

Ο Τίλλις δήλωσε πως σε ό,τι αφορά επίσημη αντίδραση για τις ισραηλινές επιθέσεις, παραπέμπει στον Λευκό Οίκο.

Ο γερουσιαστής Τομ Τίλλις (R-N.C.) μιλάει με δημοσιογράφους. Ουάσιγκτον, 28 Σεπτεμβρίου 2022. (Anna Moneymaker/Getty Images)

 

Ο Τέημς, ο οποίος πλέον διευθύνει το πρόγραμμα Global Faith and Inclusive Societies στο Πανεπιστήμιο Pepperdine, υποστήριξε ότι το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας στη σημερινή Συρία παραμένει «ανοικτό ερώτημα».

Εξέφρασε βαθιά ανησυχία για την κατεύθυνση που φαίνεται να παίρνει η νέα κυβέρνηση και τις δυνατότητές της. Ο Τίλλις, από την πλευρά του, σχολίασε ότι «δεν περιμέναμε τη γέννηση της δημοκρατίας μετά την πτώση του Άσαντ» και παρομοίασε την κατάσταση με το «να επιλέγεις τον διάβολο που ήδη γνωρίζεις».

Ο Τέημς κατέληξε ότι η επαναφορά των κυρώσεων που ανέστειλε η κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός πίεσης υπέρ της προστασίας της θρησκευτικής ελευθερίας – πρόταση την οποία στήριξε και ο Τίλλις.

Ο εισαγγελέας της Βραζιλίας ζητεί την καταδίκη του Μπολσονάρο για απόπειρα πραξικοπήματος

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Βραζιλίας, Πάουλο Γκονέτ, ζήτησε στις 14 Ιουλίου την καταδίκη του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο και αρκετών πρώην συνεργατών του για απόπειρα πραξικοπήματος που φέρεται να οργανώθηκε μετά τη νίκη του Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα στις εκλογές του 2022.

Η εισαγγελία υπέβαλε στο Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο φάκελο με τις κατηγορίες κατά του Μπολσονάρο και άλλων επτά προσώπων για πράξεις που, σύμφωνα με τις αρχές, στρέφονταν κατά του δημοκρατικού κράτους δικαίου. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Εισαγγελίας, το κατηγορητήριο βασίστηκε σε ευρύ σύνολο αποδεικτικών στοιχείων, όπως χειρόγραφα, ψηφιακά αρχεία, ανταλλαγές μηνυμάτων και υπολογιστικά φύλλα, τα οποία περιγράφουν το σχέδιο υπονόμευσης των δημοκρατικών θεσμών.

Όπως ανέφερε ο Γκονέτ, οι καταθέσεις και οι ανακρίσεις κατά τη διάρκεια της δίκης, η οποία ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου, δείχνουν ότι οι κατηγορούμενοι φέρονται να συμμετείχαν σε «εγκληματική οργάνωση» που επιδίωκε να παραλύσει τη λειτουργία των θεσμών της Δημοκρατίας, να ανατρέψει νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση και να προκαλέσει φθορές σε κυβερνητικά κτίρια.

Στους υπόλοιπους επτά κατηγορούμενους περιλαμβάνονται ο Αλεξάνδρε Ραμάζεμ, πρώην διευθυντής της Υπηρεσίας Πληροφοριών, ο Αλμίρ Γκαρνιέ, πρώην αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού, ο Άντερσον Τόρες, πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, ο Αουγκούστο Ελένο, πρώην υπουργός του Γραφείου Θεσμικής Ασφάλειας, ο Μάουρο Σιντ, πρώην υπασπιστής του προέδρου, ο Πάουλο Σέρζιο Νογκέιρα, πρώην υπουργός Άμυνας, και ο Βάλτερ Μπράγκα Νέτο, πρώην επικεφαλής του Πολιτικού Γραφείου του Προέδρου.

Η αγωγή επιδιώκει την άσκηση διώξεων για συμμετοχή σε ένοπλη εγκληματική οργάνωση, απόπειρα βίαιης κατάργησης του δημοκρατικού καθεστώτος, πραξικόπημα, πρόκληση σημαντικών ζημιών και καταστροφή διαβαθμισμένων κρατικών εγγράφων.

Ο πρώην πρόεδρος Μπολσονάρο αρνήθηκε τις κατηγορίες, δηλώνοντας ότι τα πραγματικά περιστατικά τις διαψεύδουν και χαρακτήρισε τη δίωξη πολιτικά υποκινούμενη. Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X στις 14 Ιουλίου υποστήριξε ότι όλες οι κατηγορίες είναι ψευδείς και ισχυρίστηκε ότι δεν επιτέθηκε ποτέ στη δημοκρατία ή στο Σύνταγμα. «Ζούμε ένα πραγματικό κυνήγι μαγισσών, μια κατάφωρη δίωξη εναντίον εμού και των εκατομμυρίων Βραζιλιάνων που εκπροσωπώ και στους οποίους δίνω φωνή», ανέφερε, προσθέτοντας ότι το κατηγορητήριο βασίζεται σε «ψευδείς και αντιφατικές καταγγελίες» που αποκτήθηκαν υπό πίεση.

Ο γερουσιαστής Φλάβιο Μπολσονάρο, γιος του πρώην προέδρου, δήλωσε επίσης μετά την υποβολή του αιτήματος Γκονέτ ότι η δημοκρατία έχει «καταληφθεί» στη Βραζιλία και ότι ο ίδιος θα αγωνιστεί για την αποκατάστασή της. Σε ανάρτησή του στις 15 Ιουλίου επισήμανε ότι το ζήτημα «ξεπερνά τον Μπολσονάρο και τη δεξιά».

Από την πλευρά της, η Υπηρεσία Δημόσιας Διπλωματίας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανέφερε σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα X ότι ο Ντόναλντ Τραμπ απέστειλε επιστολή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας και στην κυβέρνηση Λούλα, προειδοποιώντας για «καθυστερημένες αλλά αναπόφευκτες συνέπειες» ως απάντηση στις επιθέσεις, όπως τις χαρακτήρισε, κατά του Μπολσονάρο, της ελευθερίας έκφρασης και του αμερικανικού εμπορίου.

Στην ανάρτηση της 14ης Ιουλίου αναφέρεται ότι τέτοιου είδους ενέργειες είναι «ντροπιαστικές» και «δεν συνάδουν με την αξιοπρέπεια των δημοκρατικών παραδόσεων της Βραζιλίας».

Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 9 Ιουλίου, ο Τραμπ είχε δημοσιεύσει στο Truth Social αντίγραφο επιστολής προς τον Λούλα ντα Σίλβα, στην οποία υποστήριζε ότι η χώρα έχει μετατραπεί σε «διεθνή ντροπή» λόγω της δίκης κατά του συμμάχου του, Μπολσονάρο. Η επιστολή περιλάμβανε επίσης απειλή για επιβολή δασμών 50% στις βραζιλιάνικες εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Της Yeny Sora Robles

Ο πρίγκιπας του Μπαχρέιν στον Λευκό Οίκο για διμερείς συζητήσεις

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποδέχθηκε την Τετάρτη τον πρίγκιπα διάδοχο Σαλμάν μπιν Χαμάντ αλ Χαλίφα του Μπαχρέιν στον Λευκό Οίκο, για διμερή συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο.

«Είναι πραγματικά μεγάλη τιμή να βρίσκομαι εδώ αυτό το υπέροχο πρωινό, για να υλοποιήσουμε τη σχέση που υπάρχει μεταξύ των δύο χωρών μας», δήλωσε ο πρίγκιπας διάδοχος κατά τη διάρκεια της συνάντησης.

«Θα συζητήσουμε ζητήματα ασφαλείας. Θα συζητήσουμε το εμπόριο και τις επενδύσεις, που είναι πολύ σημαντικά», πρόσθεσε, τονίζοντας τα νέα επιχειρηματικά συμφωνηθέντα μεταξύ των δύο χωρών, ύψους 17 δισ. δολαρίων. «Και αυτά είναι πραγματικά. Είναι αληθινά χρήματα», τόνισε ο πρίγκιπας Σαλμάν. «Δεν πρόκειται για υποθετικές συμφωνίες.»

Ο Τραμπ υπογράμμισε ότι οι δύο χώρες συνδέονται με αμοιβαία επωφελείς σχέσεις. «Έχουμε μια εξαιρετική σχέση. Προσωπικά συνεργάζομαι με το Μπαχρέιν εδώ και χρόνια και υπήρξε φανταστικός σύμμαχος», δήλωσε. «Για ό,τι  χρειάζονταν, τους βοηθήσαμε. Και για ό,τι χρειαζόμασταν, μας βοήθησαν.»

Περαιτέρω συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν κατά το μεσημεριανό γεύμα στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου της προεδρικής κατοικίας.

Σε συνάντηση που έγινε στις 15 Ιουλίου με ηγέτες επιχειρήσεων του Μπαχρέιν και των ΗΠΑ, υπό την αιγίδα του Εμπορικού Επιμελητηρίου των ΗΠΑ, το γραφείο του πρίγκιπα διαδόχου ανέφερε πως οι διμερείς σχέσεις Βασιλείου του Μπαχρέιν και Ηνωμένων Πολιτειών εδράζονται σε στέρεες βάσεις φιλίας και συνεργασίας, οι οποίες ενισχύονται χάρη σε στρατηγικές συμπράξεις που εκτείνονται σε διάφορους τομείς και ξεπερνούν τα 130 έτη.

«Η ενδυνάμωση της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών είναι καίρια για να δημιουργηθούν ευκαιρίες ανάπτυξης μέσω κοινών επενδύσεων, ανταλλαγής τεχνογνωσίας και συμπράξεων που προάγουν τα αμοιβαία συμφέροντα», επισημάνθηκε.

Η ευθυγράμμιση του Μπαχρέιν με τα αμερικανικά συμφέροντα, σύμφωνα με τη δήλωση, ενισχύει τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή. Σημειώνεται πως στη χώρα φιλοξενείται η έδρα της Κεντρικής Διοίκησης Ναυτικών Δυνάμεων των ΗΠΑ στον Περσικό Κόλπο, καθώς και ο Πέμπτος Στόλος.

Ανακοινώθηκε επίσης μια σειρά μέτρων για την εμβάθυνση της συνεργασίας των δύο κρατών. Σύμφωνα με το γραφείο του πρίγκιπα διαδόχου, ομάδα χρηματοπιστωτικών οργανισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων του Μπαχρέιν δεσμεύεται για επενδύσεις ύψους σχεδόν 11 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ. «Άλλα 2 δισ. δολάρια θα διατεθούν για τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας αλουμινίου στις Ηνωμένες Πολιτείες», αναφέρεται επίσης.

Για τη διευκόλυνση των μετακινήσεων, σύντομα θα ξεκινήσουν απευθείας πτήσεις μεταξύ Νέας Υόρκης και του Μπαχρέιν, όπως έγινε γνωστό.

Ο πρίγκιπας διάδοχος Σαλμάν, ο οποίος διατελεί παράλληλα πρωθυπουργός της χώρας, είναι γιος του βασιλιά Χαμάντ μπιν Ίσα αλ Χαλίφα και της πριγκίπισσας Σαμπίκα μπιν Ιμπραήμ αλ Χαλίφα.

Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της κυβέρνησης του Μπαχρέιν, μετά τις σπουδές του στη χώρα του, αποφοίτησε με πτυχίο στη δημόσια διοίκηση από το American University της Ουάσιγκτον και στη συνέχεια έλαβε μεταπτυχιακό στη Φιλοσοφία και την Ιστορία από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στην Αγγλία.

Τελευταία φορά οι δύο ηγέτες είχαν συναντηθεί τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν ο πρίγκιπας διάδοχος επισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο προκειμένου να συζητήσουν για το εμπόριο και την ασφάλεια, υπογράφοντας τη συμφωνία για την προμήθεια του πρώτου συστήματος πυραύλων Patriot της χώρας.

Τότε, ο Τραμπ είχε δηλώσει: «Είναι φίλος μου και η χώρα του είναι φίλη μας. Θα είμαστε πάντα μαζί τους και ξέρω ότι και αυτοί πάντα θα είναι με μας. Έχουμε εξαιρετική στρατιωτική αλλά και οικονομική σχέση, με έντονο εμπορικό χαρακτήρα.»

Τον Φεβρουάριο, σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρίγκιπα διάδοχο Σαλμάν, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο συζήτησε την περαιτέρω ενίσχυση των διμερών οικονομικών και αμυντικών σχέσεων, καθώς και τη στρατηγική συνεργασία Ηνωμένων Πολιτειών και Μπαχρέιν.

Μήνυμα Ινδίας προς Κίνα: Ειρήνη στα σύνορα και ελεύθερο εμπόριο ως προϋπόθεση για εξομάλυνση

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ινδίας, Σουμπραμανιάμ Τζαϊσανκάρ, κάλεσε το Πεκίνο να επιλύσει τις μακροχρόνιες στρατιωτικές εντάσεις και να αποφύγει περιοριστικά εμπορικά μέτρα, κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τον Κινέζο ομόλογό του στο Πεκίνο τη Δευτέρα.

Σύμφωνα με επίσημη ενημέρωση, ο Τζαϊσανκάρ τόνισε ότι η πλήρης εξομάλυνση των διμερών σχέσεων προϋποθέτει θετική διπλωματική πρόοδο και ανοιχτό διάλογο. Κατά την έναρξη των συνομιλιών του με τον Γουάνγκ Γι, επεσήμανε ότι η συνέχιση της ομαλοποίησης των σχέσεων μπορεί να αποφέρει αμοιβαία οφέλη, αλλά υπογράμμισε πως για την πλήρη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης απαιτείται η απομάκρυνση των στρατευμάτων από τη Γραμμή Πραγματικού Ελέγχου (Line of Actual Control – LAC), τη ντε φάκτο μεθόριο μεταξύ Ινδίας και Κίνας.

Οι δύο χώρες μοιράζονται περίπου 2.000 μίλια αμφισβητούμενων συνόρων, τα οποία παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ακαθόριστα. Το 2020 σημειώθηκε μια από τις φονικότερες συγκρούσεις των τελευταίων δεκαετιών, όταν φέρεται να προέλασαν κινεζικές δυνάμεις σε έδαφος που η Ινδία θεωρεί δικό της, με αποτέλεσμα τον θάνατο 20 Ινδών και τουλάχιστον τεσσάρων Κινέζων στρατιωτών.

Έκτοτε, η ένταση διατηρείται παρά τους πολλαπλούς γύρους στρατιωτικών και διπλωματικών διαβουλεύσεων. Τον προηγούμενο μήνα, ο Ινδός υπουργός Άμυνας Ρατζνάθ Σινγκ είχε επαναλάβει τη θέση της Ινδίας κατά τη διάρκεια της συνάντησης υπουργών Άμυνας του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation Organisation – SCO) στην Κίνα, καλώντας το Πεκίνο να συμβάλει σε μια «μόνιμη λύση» του συνοριακού ζητήματος. Ο SCO αποτελεί ευρασιατική πολιτική, οικονομική και αμυντική συμμαχία υπό την ηγεσία της Κίνας και της Ρωσίας.

Μετά τη συνάντηση της Δευτέρας, ο Τζαϊσανκάρ ανέφερε πως οι συνομιλίες επικεντρώθηκαν στην ανάγκη υιοθέτησης μιας μακρόπνοης προσέγγισης στις διμερείς σχέσεις και στη δημιουργία μιας σταθερής και εποικοδομητικής συνεργασίας. Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, σημείωσε ότι είναι ευθύνη των δύο πλευρών να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα που σχετίζονται με τα σύνορα, να αποκαταστήσουν τις ανταλλαγές μεταξύ των λαών τους και να αποφύγουν περιοριστικά εμπορικά μέτρα και τεχνητά εμπόδια.

Από την πλευρά του, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών φέρεται να ανταποκρίθηκε σε φιλικό αλλά επιφυλακτικό τόνο, δίνοντας έμφαση στις κοινές πολιτισμικές αξίες της Ανατολής και στην ανάγκη πραγματιστικής συνεργασίας. Σε επίσημη ανακοίνωση, ο Γουάνγκ Γι φέρεται να υποστήριξε ότι οι δύο χώρες οφείλουν να ενισχύσουν την «αμοιβαία εμπιστοσύνη» και να διατηρήσουν μια σχέση που «δεν θα επηρεάζεται από τρίτα μέρη».

Στην Ινδία εντείνονται οι ανησυχίες για τους πρόσφατους κινεζικούς ελέγχους στις εξαγωγές σπάνιων γαιών. Παρά το γεγονός ότι διαθέτει το πέμπτο μεγαλύτερο απόθεμα παγκοσμίως, η Ινδία παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τις εισαγωγές αυτών των στρατηγικών ορυκτών, απαραίτητων για την παραγωγή υψηλής τεχνολογίας. Η ινδική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ένα επταετές εθνικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της εγχώριας επεξεργασίας σπάνιων γαιών, σε μια προσπάθεια περιορισμού της εξάρτησης.

Η διμερής συνάντηση πραγματοποιήθηκε μία ημέρα πριν από τη συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών του SCO, την Τρίτη. Οι συνομιλίες λαμβάνουν χώρα σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας αβεβαιότητας, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν την επιβολή δευτερογενών δασμών έως και 500% σε εισαγωγές από χώρες που αγοράζουν ρωσική ενέργεια – μέτρο που, αν και δεν στοχεύει άμεσα, ενδέχεται να επηρεάσει τόσο την Ινδία όσο και την Κίνα.

Του James Xu

Δικαστική έρευνα στη Γαλλία για την πλατφόρμα X του Έλον Μασκ

Η γαλλική δικαιοσύνη προχώρησε στη διεύρυνση της ποινικής έρευνας εις βάρος της πλατφόρμας X του Έλον Μασκ, με αντικείμενο καταγγελίες ότι οι αλγόριθμοι της πλατφόρμας συνέβαλαν σε «ξένη παρέμβαση».

Όπως ανακοίνωσε στις 11 Ιουλίου η εισαγγελέας Λωρ Μπεκιού από το γραφείο της Εισαγγελίας του Παρισιού, η σχετική υπόθεση διαβιβάστηκε τη συγκεκριμένη εβδομάδα στη Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, με στόχο την ενίσχυση της έρευνας για την πλατφόρμα X. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, το αντικείμενο της έρευνας αφορά ενδεχόμενη «παραβίαση της λειτουργίας αυτοματοποιημένου συστήματος επεξεργασίας δεδομένων από οργανωμένη ομάδα» καθώς και «παράνομη εξαγωγή δεδομένων από τέτοιο σύστημα».

Η προκαταρκτική εξέταση είχε ξεκινήσει ήδη από τον Ιανουάριο, έπειτα από καταγγελίες για ενδεχόμενη ξένη παρέμβαση μέσω της πλατφόρμας, τις οποίες υπέβαλαν ένας βουλευτής και ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της γαλλικής κυβέρνησης, σύμφωνα με την Μπεκιού. Στις 9 Ιουλίου, μετά την υποβολή των πρώτων ευρημάτων από ερευνητές και δημόσιους φορείς, η εισαγγελία ζήτησε από την αστυνομία να εξετάσει την εταιρεία X τόσο ως νομικό πρόσωπο όσο και σε επίπεδο φυσικών προσώπων.

Ο Γάλλος βουλευτής Ερίκ Μποτορέλ, μέλος του κυβερνώντος κόμματος Ensemble pour la République, επιβεβαίωσε με ανάρτησή του στην πλατφόρμα X ότι υπέβαλε σχετική αναφορά στην Εισαγγελία του Παρισιού. Όπως ανέφερε, οδηγήθηκε στην ενέργεια αυτή επειδή ήταν πεπεισμένος πως στην πλατφόρμα X παρατηρείται έντονη πληροφοριακή προκατάληψη, η οποία φέρεται να εξυπηρετεί τις πολιτικές απόψεις του Έλον Μασκ, και πως αυτό θα μπορούσε να οφείλεται μόνο σε αλγοριθμική χειραγώγηση.

Η ανακοίνωση των γαλλικών αρχών συμπίπτει χρονικά με το γεγονός ότι ο ρωσικής καταγωγής ιδρυτής της πλατφόρμας Telegram, Πάβελ Ντούροφ, τελεί υπό δικαστική εποπτεία στη Γαλλία. Ο Ντούροφ είχε συλληφθεί το 2024 και τεθεί υπό επίσημη διερεύνηση για ενδεχόμενη συμμετοχή σε οργανωμένο έγκλημα μέσω της εφαρμογής του, κάτι που ο ίδιος αρνείται. Η σύλληψή του, την οποία είχε επικρίνει δημόσια ο Μασκ, έχει πυροδοτήσει συζήτηση γύρω από την ελευθερία του λόγου στο διαδίκτυο. Μετά τη σύλληψη, ο Μασκ είχε γράψει σε ανάρτησή του ότι ο επικεφαλής του Telegram θα έπρεπε να απελευθερωθεί.

Ο Μασκ είχε διατελέσει ειδικός κυβερνητικός σύμβουλος στην παρούσα αμερικανική κυβέρνηση έως τα τέλη Μαΐου, όμως έκτοτε έχει αποστασιοποιηθεί από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Στις αρχές του μηνός, είχε δηλώσει πως σκοπεύει να ιδρύσει νέο πολιτικό κόμμα για να αμφισβητήσει τόσο τους Δημοκρατικούς όσο και τους Ρεπουμπλικανούς. Το προηγούμενο σαββατοκύριακο, ο Μασκ κάλεσε την κυβέρνηση Τραμπ να δημοσιοποιήσει τα αρχεία που σχετίζονται με τον αποθανόντα έμπορο λευκής σαρκός Τζέφρυ Έπσταϊν, εν μέσω έντονης διαδικτυακής διαμάχης για τη διαχείρισή τους.

Πέραν της Γαλλίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επίσης εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τη συμμόρφωση της X με τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες περί περιεχομένου. Ο Τιερρύ Μπρετόν, πρώην Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς της ΕΕ, είχε γράψει το 2024 σε ανάρτησή του ότι «μεγάλο κοινό σημαίνει και μεγάλη ευθύνη», σημειώνοντας πως υπάρχει κίνδυνος διάδοσης επιβλαβούς περιεχομένου στην Ευρώπη μέσω διεθνών γεγονότων με ευρεία απήχηση. Όπως είχε προσθέσει, είχε αποστείλει σχετική επιστολή στον Μασκ. Ο Μπρετόν παραιτήθηκε αργότερα εντός του έτους.

Η ΕΕ έχει επίσης δηλώσει ότι παρακολουθεί στενά τη συμφωνία εξαγοράς της X από την εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης xAI του Μασκ, ύψους 33 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που ολοκληρώθηκε τον Μάιο. Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφερε σε δήλωση του Ιουνίου ότι η Επιτροπή παρακολουθεί τις αλλαγές στη μετοχική σύνθεση της X, όπως θα έκανε και για οποιαδήποτε άλλη πλατφόρμα που υπάγεται σε κανονιστική εποπτεία.

Στις 14 Ιουλίου, η εφημερίδα The Epoch Times επικοινώνησε με το γραφείο Τύπου της εταιρείας X, χωρίς να λάβει άμεση απάντηση. Ο Μασκ, μέχρι στιγμής, δεν έχει τοποθετηθεί σχετικά με την ανακοίνωση της γαλλικής εισαγγελίας.

Με πληροφορίες από το Reuters

Η ΕΕ οριστικοποιεί τον δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές λυσίνης από την Κίνα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ολοκλήρωσε τον δασμό αντιντάμπινγκ στις κινεζικές εισαγωγές λυσίνης, ενός αμινοξέος που βρίσκεται σε ζωοτροφές, φαρμακευτικά προϊόντα και συμπληρώματα διατροφής.

Οι οριστικοί δασμοί στα προϊόντα λυσίνης που εισάγονται από την Κίνα κυμαίνονται μεταξύ 47,7% και 58,2%, δήλωσε η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις 11 Ιουλίου.

Οι δασμοί αντιντάμπινγκ της ΕΕ διαρκούν γενικά πέντε χρόνια και το μπλοκ μπορεί να παρατείνει τα μέτρα ή να τα τερματίσει πρόωρα μετά από αξιολογήσεις.

Ο τελικός δασμός αντικαθιστά τον προσωρινό δασμό που είχε ανακοινώσει η Επιτροπή τον Ιανουάριο, ο οποίος κυμαινόταν μεταξύ 58,3% και 84,8%, ανάλογα με τον εξαγωγέα από τον οποίο προέρχονταν τα προϊόντα.

Η απόφαση της ΕΕ να επιβάλει δασμούς αντιντάμπινγκ στα προϊόντα λυσίνης προέκυψε μετά από έρευνα του 2024 που διαπίστωσε ότι οι εισαγωγές των προϊόντων από την Κίνα «έβλαψαν τη βιομηχανία της ΕΕ», ανέφερε η επιτροπή.

Η έρευνα πυροδοτήθηκε από καταγγελία του μοναδικού παραγωγού λυσίνης της ένωσης, της γαλλικής εταιρείας Metex Noovistago, η οποία έκτοτε μετονομάστηκε σε Eurolysine και εξαγοράστηκε από την αγροτοβιομηχανική πολυεθνική Avril.

«Οι δασμοί που επιβλήθηκαν σήμερα θα επιτρέψουν στους παραγωγούς λυσίνης της ΕΕ να ανταγωνίζονται σε πιο ισότιμη βάση με τους Κινέζους ομολόγους τους», ανέφερε η επιτροπή.

Σύμφωνα με δήλωση που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Κατασκευαστών Ζωοτροφών, το 60% της λυσίνης της ΕΕ εισάγεται από την Κίνα.

Η ομάδα του κλάδου προειδοποίησε ότι οι υψηλοί δασμοί ενδέχεται να διαταράξουν τις προμήθειες λυσίνης της Ένωσης, ενώ παράλληλα προέτρεψε την Επιτροπή να αναγνωρίσει τα απαραίτητα αμινοξέα και βιταμίνες ως «κρίσιμα υλικά».

Εξέφρασε επίσης την υποστήριξή της για μέτρα για την ενίσχυση των παραγωγών της ΕΕ και τη μείωση της στρατηγικής εξάρτησης από την Κίνα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται επίσης σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα για τα αμινοξέα. Σύμφωνα με σημείωμα που δημοσιεύθηκε τον Μάιο από την Αμερικανική Ένωση Βιομηχανίας Ζωοτροφών, η Κίνα ελέγχει ένα μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού αμινοξέων, συμπεριλαμβανομένου του 77% της λυσίνης, του 91% της θρεονίνης, του 84% της βαλίνης και του 27% της μεθειονίνης.

Μετά την ανακοίνωση της ΕΕ την Παρασκευή, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurolysine, Έντυ Φέιγεν, δήλωσε ότι το μέτρο τον ενθάρρυνε να επιταχύνει την παραγωγή λυσίνης.

«Η εισαγωγή δασμών αντιντάμπινγκ για 5 χρόνια ανοίγει μεσοπρόθεσμες προοπτικές που μας ενθαρρύνουν στο σχέδιο ανάπτυξης της παραγωγής μας. Μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2025, το εργοστάσιό μας στην Αμιένη θα έχει επιστρέψει στον κανονικό ρυθμό παραγωγής λυσίνης και επί του παρόντος εργαζόμαστε για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας λυσίνης κατά 20% έως το 2027», δήλωσε ο Φέιγεν σε ανακοίνωση.

Ο Ζαν-Φιλίπ Πουά, διευθύνων σύμβουλος της Avril, χαιρέτισε επίσης το μέτρο, λέγοντας ότι ο όμιλος στοχεύει στη «διατήρηση και ανάπτυξη μιας δραστηριότητας που είναι στρατηγικής σημασίας για την ευρωπαϊκή κυριαρχία και το μέλλον της βιομηχανίας ζωοτροφών».

H μέρα σε φωτογραφίες: Βαριά βροχή στο Πακιστάν, στρατιωτική παρέλαση στην Βαστίλλη, και μέτρημα κύκνων στον Τάμεση

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συναντά τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούττε (Α) στο Οβάλ Γραφείο στον Λευκό Οίκο στις 14 Ιουλίου 2025. Ο Τραμπ συναντά τον Ρούττε μία μέρα μετά την ανακοίνωση ότι οι ΗΠΑ θα στείλουν πυραύλους αεράμυνας Πάτριοτ στην Ουκρανία για να την βοηθήσουν να αμυνθεί στις εντεινόμενες επιθέσεις της Ρωσίας. Kevin Dietsch/Getty Images

 

Άρματα μάχης Leclerc XLR του Γαλλικού Στρατού οδηγούνται σε διαδρομή παρέλασης κατά την διάρκεια της ετήσιας στρατιωτικής παρέλασης Ημέρας Βαστίλλης στην οδό Ηλυσίων Πεδίων με την Αψίδα του Θριάμβου στο υπόβαθρο, στο Παρίσι, στις 14 Ιουλίου 2025. Ludovic Marin/AFP via Getty Images

 

Μια φωτιά που προκλήθηκε από υψηλές θερμοκρασίες και ξηρή βλάστηση, καίει στα βόρεια προάστια της Μόσταρ, νότια Βοσνία, στις 14 Ιουλίου 2025. Elvis Barukcic/AFP via Getty Images

 

Ένα καλυμμένο Ταϊβανέζικο άρμα μάχης φαίνεται σε έναν τοπικό ναό κατά την διάρκεια των ετήσιων ασκήσεων Χαν Κουάνγκ στην Ταϊνάν, Ταϊβάν, στις 14 Ιουλίου 2025. I-Hwa Cheng/AFP via Getty Images

 

Το Airbus A400M φαίνεται κατά την διάρκεια εγκαινίων από την Sabena Engineering στην Αποθήκη 7, στο αεροδρόμιο Βρυξελλών στο Ζαβεντέμ, Βέλγιο, στις 14 Ιουλίου 2025. Bruno Fahy/Belga/AFP via Getty Images

 

Οδηγοί ταξί κοιτούν καθώς διαδηλωτές φωνάζουν συνθήματα και προχωρούν προς το κτήριο της επαρχιακής κυβέρνησης, απαιτώντας να πάρουν πίσω θέσεις εκπαίδευσης που τους αφαιρέθηκαν μετά από εντολή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Χόουρα έξω από την Καλκούτα, Ινδία, στις 14 Ιουλίου 2025. Dibyangshu Sarkar/AFP via Getty Images

 

Ένας οπλοφόρος περνά από ένα καιόμενο όχημα κοντά στον τόπο των συγκρούσεων στην Συρία, στις 14 Ιουλίου 2025. Το Συριακό Υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε την Δευτέρα ότι είχε αρχίσει να τοποθετεί στρατιωτικές μονάδες στην νότια επαρχία Σουέιντα, μετά από συγκρούσεις μεταξύ φυλών Βεδουίνων και της ένοπλης ομάδας Ντρούζε που άφησαν τουλάχιστον 37 νεκρούς και 100 τραυματίες. Stringer/Getty Images

 

Μια αποβάθρα κοντέινερ στον λιμένα του Ντούισμπουργκ, Γερμανία, στις 14 Ιουλίου 2025. Ina Fassbender/AFP via Getty Images

 

Πελάτισσες περιμένουν για να αγοράσουν παραδοσιακά φάρμακα από πωλητή στην κοινότητα Ατζάμε στο Αμπιτζάν, Ακτή Ελεφαντοστού, στις 14 Ιουλίου 2025. Sia Kambou/AFP via Getty Images

 

Η εικόνα δείχνει το τελικό στάδιο του πρότζεκτ Elia Brabo III στο Μπεβερέν, Βέλγιο, στις 14 Ιουλίου 2025. Αυτό το πρότζεκτ θα ενισχύσει το υπάρχον δίκτυο 380kV του Βελγίου. Με το Brabo III, ο διαχειριστής του δικτύου βελτιώνει τις εισαγωγές ηλεκτρισμού και τις εξαγωγές μεταξύ Ολλανδίας και Βελγίου. Nicolas Maeterlinck/BELGA MAG/AFP via Getty Images

 

Συμμετέχοντες τρέχουν μπροστά από μια νεαρή αγελάδα στην αρένα ταυρομαχίας μετά την όγδοη πορεία των ταύρων του φεστιβάλ San Fermin στην Παμπλόνα της Ισπανίας, στις 14 Ιουλίου 2025. Jorge Guerrero/AFP μέσω Getty Images

 

Οι σιδηροδρομικές γραμμές του Gare Montparnasse φαίνονται από την οροφή του Tour Montparnasse στο Παρίσι, στις 14 Ιουλίου 2025. Thibaud Moritz/AFP μέσω Getty Images

 

Αγελάδες στο αγρόκτημα Γέλλε Βινκ στο Σπάαρνταμ, Ολλανδία, στις 14 Ιουλίου 2025. Remko De Waal/ANP/AFP μέσω Getty Images

 

Ένα αγόρι από το Αφγανιστάν σπρώχνει ένα καρότσι παγωτού καθώς ψάχνει για πελάτες κατά μήκος ενός δρόμου στα περίχωρα της Μαζάρ-ι-Σαρίφ, στις 14 Ιουλίου 2025. Atif Aryan/AFP μέσω Getty Images

 

Μια γυναίκα στέκεται δίπλα σε μια βιτρίνα καταστήματος ρούχων στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, στις 14 Ιουλίου 2025. Luis Robayo/AFP μέσω Getty Images

 

Ο Γερμανός Υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους συναντάται με τον Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ στο Πεντάγωνο στην Ουάσινγκτον στις 14 Ιουλίου 2025. Jim Watson/AFP μέσω Getty Images

 

Ένας βουβός κύκνος μεταφέρεται στην ακτή για να δακτυλιωθεί, να μετρηθεί και να ζυγιστεί κατά τη διάρκεια της ετήσιας απογραφής κύκνων στον ποταμό Τάμεση στο Λονδίνο της Αγγλίας, στις 14 Ιουλίου 2025. Dan Kitwood/Getty Images

Ο Αλμπανέζε μιλά για «χαριτωμένα κοάλα» στην Κίνα, αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα για την άμυνα της Ταϊβάν

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονυ Αλμπανέζε συνεχίζει να παρουσιάζει τις τουριστικές ευκαιρίες της Αυστραλίας κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Κίνα, ενώ παράλληλα δέχεται διερευνητικά ερωτήματα από την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με την υποστήριξή του στην ανεξαρτησία της Ταϊβάν.

Στα τελευταία του σχόλια, στις 13 Ιουλίου, ο Αλμπανέζε επαίνεσε τις «όμορφες παραλίες», τα «χαριτωμένα κοάλα» και το «απίστευτο φαγητό» της Αυστραλίας, σε μια προσπάθεια να αυξήσει τον όγκο των Κινέζων τουριστών στην Αυστραλία – μέρος μιας νέας καμπάνιας που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του. Ωστόσο, σύντομα θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις ερωτήσεις του υφυπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Έλμπριτζ Κόλμπυ, ο οποίος ζήτησε σαφήνεια σχετικά με το τι θα έκαναν η Αυστραλία και η Ιαπωνία σε περίπτωση που ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας για τη δημοκρατία της Ταϊβάν.

Το ερώτημα του Κόλμπυ μοιάζει να απαντά στον Σον Παρνέλ, εκπρόσωπο του Πενταγώνου, ο οποίος επικαλέστηκε άρθρο των Financial Times που ανέφερε ότι το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ «πιέζει την Ιαπωνία και την Αυστραλία να ξεκαθαρίσουν τον ρόλο που θα διαδραματίσουν σε περίπτωση που οι ΗΠΑ και η Κίνα εμπλακούν σε πόλεμο για την Ταϊβάν».

Αυτή η πίεση φέρεται να επικρίνεται από Αυστραλούς και Ιάπωνες αξιωματούχους.

«Ο Έλμπριτζ Κόλμπυ, υφυπουργός Άμυνας για θέματα πολιτικής, προωθεί το ζήτημα σε συναντήσεις με Ιάπωνες και Αυστραλούς αξιωματούχους άμυνας τους τελευταίους μήνες, δήλωσαν πέντε άτομα που γνωρίζουν τις συζητήσεις», ανέφερε το άρθρο. Ο Παρνέλ έγραψε στη συνέχεια ότι η αποτροπή απαιτεί δύναμη.

«Ωστόσο, αποτελεί γεγονός ότι οι σύμμαχοί μας πρέπει επίσης να κάνουν το καθήκον τους. Δεν επιδιώκουμε τον πόλεμο. Αυτό που κάνουμε είναι να διασφαλίζουμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν τη στρατιωτική δύναμη για να υποστηρίξουν τη διπλωματία και να εγγυηθούν την ειρήνη», έγραψε στο X.

Ο Κόλμπυ, με τη σειρά του, δήλωσε ότι το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ επικεντρώνεται στην «εφαρμογή της ατζέντας κοινής λογικής του προέδρου ‘Πρώτα η Αμερική’  για την αποκατάσταση της αποτροπής και την επίτευξη ειρήνης μέσω της ισχύος».

«Αυτό περιλαμβάνει την παρότρυνση των συμμάχων να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες και άλλες προσπάθειες που σχετίζονται με τη συλλογική μας άμυνα. […] Αυτό είναι το σήμα κατατεθέν της στρατηγικής του προέδρου [Ντόναλντ] Τραμπ στην Ασία όπως και στην Ευρώπη, όπου ήταν ήδη εξαιρετικά επιτυχημένη».

Ο Κόλμπυ πρόσθεσε ότι ορισμένοι σύμμαχοι των ΗΠΑ μπορεί να μην αρέσκονται σε «ειλικρινείς συζητήσεις».

«Ωστόσο, πολλοί, με επικεφαλής τώρα το ΝΑΤΟ, μετά την ιστορική Σύνοδο Κορυφής της Χάγης, βλέπουν την επείγουσα ανάγκη να αναλάβουν δράση, και το κάνουν», παρατήρησε.

Η Αυστραλία έχει μέχρι στιγμής αποφύγει την πίεση τόσο από την κυβέρνηση Τραμπ όσο και από το ΝΑΤΟ για γρήγορη αύξηση των αμυντικών δαπανών.

Τον Ιούνιο, ο υπουργός Άμυνας Ρίτσαρντ Μαρλς, ο οποίος παρευρέθηκε στην πιο πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, δήλωσε ότι η Αυστραλία δεν θα αλλάξει τα τρέχοντα σχέδιά της για τις αμυντικές δαπάνες.

Η κυβέρνηση αναμένεται να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες από 2% του ΑΕΠ σε 2,3% έως το 2033-34, υπολειπόμενη κατά πολύ της πρότασης των ΗΠΑ για 3,5% το συντομότερο δυνατόν.

Ταξίδι του Αλμπανέζε στην Κίνα

Ενώ ο Αλμπανέζε δεν κατάφερε να εξασφαλίσει συνάντηση με τον Τραμπ, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην Κίνα, σε μια από τις μεγαλύτερες διπλωματικές επισκέψεις του, και αναμένεται να συναντηθεί με τον επικεφαλής του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, στις 15 Ιουλίου.

Μέχρι τώρα, ο Αλμπανέζε δεν έχει σχολιάσει λεπτομερώς το αίτημα των ΗΠΑ.

«Έχω συζητήσεις με άτομα που είναι ιδιωτικές και τις κρατάω ιδιωτικές», είπε.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη αμυντική σύμμαχος δύναμη της Αυστραλίας, αλλά το Πεκίνο παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της για εξαγωγές και εισαγωγές. Η μεγαλύτερη αμφίδρομη επενδυτική σχέση της Αυστραλίας είναι με τις Ηνωμένες Πολιτείες.