Παρασκευή, 05 Σεπ, 2025

Τουρκία: Έκρηξη πολιτικής αναταραχής μετά τη σύλληψη Ιμάμογλου

Νέες και εκτεταμένες κινητοποιήσεις πυροδότησε στην Τουρκία η σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, πολιτικού αντιπάλου του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν για έκτη συνεχόμενη νύκτα την Δευτέρα 24 Μαρτίου, αψηφώντας την απαγόρευση συναθροίσεων που επέβαλε η κυβέρνηση.

Ο 54χρονος δήμαρχος Ιμάμογλου, κορυφαίο στέλεχος του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), συνελήφθη στις 19 Μαρτίου αντιμετωπίζοντας κατηγορίες διαφθοράς και σύνδεσης με τρομοκραία. Αν και οι κατηγορίες περί τρομοκρατίας έχουν πλέον απορριφθεί, παραμένει προφυλακισμένος στις φυλακές Σηλυβρίας με τις κατηγορίες οικονομικών αδικημάτων, τις οποίες αρνείται πλήρως.

Παρά την απουσία του Ιμάμογλου, το CHP πραγματοποίησε την Κυριακή 23 Μαρτίου εσωκομματικές εκλογές, ανακηρύσσοντας τον συλληφθέντα δήμαρχο ως επίσημο υποψήφιο για τις προεδρικές εκλογές του 2028. Η διαδικασία, στην οποία συμμετείχαν περίπου 1,7 εκατομμύρια μέλη αλλά και πολλά εκατομμύρια ανεξάρτητοι ψηφοφόροι, χαρακτηρίστηκε ως «ψήφος αλληλεγγύης» προς τον φυλακισμένο πολιτικό.

Έντονη καταδίκη από την αντιπολίτευση

Ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης Οζγκιούρ Οζέλ χαρακτήρισε τις κατηγορίες εις βάρος του Ιμάμογλου ως «αστήρικτες και αβάσιμες» και απηύθυνε έκκληση στους πολίτες να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις. Καλώντας σε μποϊκοτάζ επιχειρήσεων και ΜΜΕ που στηρίζουν τον Ερντογάν, ο κ. Οζέλ τόνισε χαρακτηριστικά: «Όποιον άδικα φυλακίζει ο Ταγίπ Ερντογάν, τον υπερασπιζόμαστε εμείς σε αυτή την πλατεία, για τη δημοκρατία και την Τουρκία».

Η απάντηση του Ερντογάν

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε το CHP για υποκίνηση βίας στις κινητοποιήσεις. «Παρακολουθήσαμε με έκπληξη τα γεγονότα που πυροδοτήθηκαν μετά την έκκληση του βασικού κόμματος της αντιπολίτευσης να βγει ο κόσμος στους δρόμους», δήλωσε μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στην Άγκυρα. Ο Τούρκος πρόεδρος χαρακτήρισε τις διαδηλώσεις «κίνημα βίας» που οδήγησε σε τραυματισμούς 123 αστυνομικών και καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. «Θα λογοδοτήσουν πολιτικά στο κοινοβούλιο και νομικά στα δικαστήρια», πρόσθεσε.

Χιλιάδες συλλήψεις και εντάσεις στους δρόμους

Σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών Αλί Γερλικαγιά, έχουν ήδη πραγματοποιηθεί συνολικά 1.133 συλλήψεις κατά τις πρώτες πέντε ημέρες των διαδηλώσεων. Ο ίδιος κατηγόρησε μερίδα διαδηλωτών για «τρομοκρατία στους δρόμους» και απειλή για την εθνική ασφάλεια.

Διπλωματικές επιπτώσεις και αντίκτυπος στις σχέσεις με την ΕΕ

Η σύλληψη του Ιμάμογλου προκάλεσε έντονη διεθνή αντίδραση. Ειδικότερα, αναβλήθηκε η 82η συνάντηση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, καθώς, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση των Ευρωπαίων αξιωματούχων Εμμανουήλ Κεφαλογιάννη, Μελίσσα Καμαρά και Τζοάνα Σόιρινγκ-Βίελγκους, «οι τρέχουσες συνθήκες δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή της συνάντησης». Συζητήσεις για το κράτος δικαίου, την ελευθερία έκφρασης και τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας αναμένεται να επηρεαστούν έντονα από τα πρόσφατα γεγονότα.

Στον απόηχο μίας δύσκολης περιόδου, με τον πρόεδρο Ερντογάν πλέον να μην μπορεί να είναι εκ νέου υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2028 λόγω συνταγματικών περιορισμών μετά τη θητεία του από το 2002, η πολιτική αντιπαράθεση στην Τουρκία αναμένεται να ενταθεί ακόμα περισσότερο. Το πολιτικό τοπίο γίνεται ολοένα και πιο πολωμένο, εντείνοντας τις ανησυχίες για τη σταθερότητα στη χώρα, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο.

ΗΠΑ και Ρωσία συμφωνούν σε αποκατάσταση της πρόσβασης της Μόσχας στις διεθνείς αγορές

Σε μία σημαντική εξέλιξη στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Μόσχας, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία κατέληξαν σε συμφωνία για την αποκατάσταση της πρόσβασης της Ρωσίας στις παγκόσμιες αγορές αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων, μετά από τριήμερες διμερείς συνομιλίες που ολοκληρώθηκαν στις 25 Μαρτίου, στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.

Οι συνομιλίες πραγματοποιήθηκαν υπό τον συντονισμό του διαδόχου του θρόνου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και αποτελούν συνέχεια προηγούμενων επαφών υψηλού επιπέδου μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.

Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, οι ΗΠΑ δεσμεύθηκαν να συμβάλλουν στην επαναφορά της Ρωσίας στις διεθνείς αγορές, προκειμένου να διευκολυνθούν οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων και λιπασμάτων. Ειδικότερα, οι Αμερικανοί συμφώνησαν να μειώσουν το κόστος ασφάλισης των πλοίων, καθώς και να βελτιώσουν την πρόσβαση της Ρωσίας σε λιμενικές υποδομές και συστήματα πληρωμών.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συμβάλουν στην αποκατάσταση της πρόσβασης της Ρωσίας στις διεθνείς αγορές για εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση.

Σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας αποτελούν επίσης οι δεσμεύσεις σχετικά με την ασφάλεια στη Μαύρη Θάλασσα. Πιο συγκεκριμένα, οι δύο χώρες συμφώνησαν να «διασφαλίσουν την ασφαλή ναυσιπλοΐα», να «αποτρέψουν τη χρήση βίας» και «να αποφύγουν τη χρήση εμπορικών πλοίων για στρατιωτικούς σκοπούς».

Ωστόσο, παρά τις υποσχέσεις που ανακοινώθηκαν, το Κρεμλίνο ξεκαθάρισε ότι τα συμφωνηθέντα δεν θα υλοποιηθούν χωρίς την άρση συγκεκριμένων κυρώσεων που πλήττουν ιδιαίτερα ευαίσθητους κλάδους της ρωσικής οικονομίας. Οι όροι που θέτει η Ρωσία περιλαμβάνουν επανασύνδεση της τράπεζας Rosselkhozbank και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο διεθνές τραπεζικό σύστημα SWIFT, αναθεώρηση περιορισμών στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και την πρόσβαση ρωσικών πλοίων σε διεθνείς λιμένες, καθώς και την άρση των κυρώσεων σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους τομείς των τροφίμων και λιπασμάτων.

Η Ρωσία διεκδικεί επίσης την επανεκκίνηση των εξαγωγών γεωργικού εξοπλισμού προς τη χώρα, οι οποίες είχαν σταματήσει λόγω των κυρώσεων που επεβλήθησαν από τη Δύση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022.

Οι διαβουλεύσεις στο Ριάντ πραγματοποιούνται στο πλαίσιο ευρύτερων προσπαθειών της κυβέρνησης Τραμπ να συμβάλει στον τερματισμό των συγκρούσεων μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Σημειώνεται πως έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή 30ήμερη διακοπή πληγμάτων σε ενεργειακές εγκαταστάσεις από τις 18 Μαρτίου, η οποία ενδέχεται να παραταθεί, υπό την προϋπόθεση όμως της τήρησης των συμφωνηθέντων από τις δύο πλευρές.

Ο ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου Στιβ Γουίτκοφ υπογράμμισε ότι στόχος των συνομιλιών είναι η επίτευξη «πραγματικής προόδου», ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ασφάλεια της εμπορικής ναυσιπλοΐας στη Μαύρη Θάλασσα.

Οι Ρώσοι αξιωματούχοι επανειλημμένα έχουν επικρίνει τις δυτικές κυρώσεις ως επιζήμιες για τις αναπτυσσόμενες χώρες, δεδομένου ότι η Ρωσία συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους προμηθευτές αγροτικών αγαθών και λιπασμάτων.

Το επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμο για να φανεί αν οι δεσμεύσεις των δύο κρατών θα εφαρμόζονται στην πράξη και αν θα οδηγήσουν σε ουσιαστική αποκλιμάκωση των εντάσεων και βελτίωση της διεθνούς σταθερότητας. Σημειώνεται, τέλος, ότι και οι δύο πλευρές εξήραν τη συμβολή της Σαουδικής Αραβίας στη διοργάνωση και τη φιλοξενία των κρίσιμων αυτών διαπραγματεύσεων.

Περισσότεροι από 1.130 διαδηλωτές έχουν συλληφθεί από την Τετάρτη στην Τουρκία

Το κύμα διαμαρτυριών συνεχίζεται στην Τουρκία μετά τη φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, ενός από τους κύριους πολιτικούς αντιπάλους του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παρά τις απαγορεύσεις που έχουν επιβληθεί, νέες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας πραγματοποιούνται σε διάφορες πόλεις της χώρας.

Συλλήψεις και τραυματισμοί

Σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές, από την Τετάρτη, ημέρα σύλληψης του Ιμάμογλου, έχουν συλληφθεί 1.133 άτομα σε διαδηλώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε 55 από τις 81 επαρχίες της χώρας. Το υπουργείο Εσωτερικών ανέφερε ότι 123 αστυνομικοί έχουν τραυματιστεί, ενώ δεν έχει διευκρινιστεί ο αριθμός των τραυματιών μεταξύ των διαδηλωτών.

Μεταξύ των συλληφθέντων βρίσκονται και τουλάχιστον δέκα δημοσιογράφοι, ανάμεσά τους και ένας φωτορεπόρτερ του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP), σύμφωνα με την Ένωση Υπεράσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (MLSA).

Αντιδράσεις της αντιπολίτευσης

Η αντιπολίτευση, ενισχυμένη από τις διαδηλώσεις, καλεί σε μποϊκοτάζ τηλεοπτικών σταθμών και επιχειρήσεων που, σύμφωνα με τον ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), Οζγκιούρ Οζέλ, αγνοούν την κατάσταση. Ο Οζέλ επέκρινε την κάλυψη των γεγονότων από τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης και προειδοποίησε ότι θα δημοσιοποιήσει τα ονόματα επιχειρήσεων που, όπως ανέφερε, στηρίζουν έμμεσα την κυβέρνηση μέσω της διαφημιστικής τους πολιτικής.

Τα μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα έχουν περιορισμένη κάλυψη των διαδηλώσεων, ενώ ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης συνεχίζουν τη ζωντανή μετάδοσή τους. Παράλληλα, η τουρκική αρχή εποπτείας των ραδιοτηλεοπτικών μέσων (RTUK) έχει απειλήσει ορισμένους σταθμούς με την αφαίρεση των αδειών τους λόγω «μεροληπτικής» κάλυψης των γεγονότων.

Θέση της κυβέρνησης

Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι οι διαδηλώσεις έχουν εξελιχθεί σε «κίνημα βίας», κατηγορώντας το CHP ότι υποκινεί επεισόδια. Παράλληλα, ο υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλίκαγια έκανε λόγο για απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας, ενώ τόνισε ότι οι αρχές προχωρούν σε συλλήψεις για παράνομες ενέργειες.

Η υπόθεση Ιμάμογλου έχει προκαλέσει έντονες πολιτικές αντιδράσεις, ενώ παραμένει αβέβαιο το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στις επόμενες ημέρες, καθώς η αντιπολίτευση επιμένει στην κλιμάκωση των κινητοποιήσεων.

Οι Ισραηλινοί εκφράζουν ανησυχία για την αναζωπύρωση του πολέμου στη Γάζα από τον Νετανιάχου

Η ισραηλινή κυβέρνηση βρίσκεται σε περίοδο έντονης πολιτικής κρίσης, καθώς η εκτελεστική εξουσία προχωρά σε πρωτοφανείς αποφάσεις που αφορούν τη Γενική Εισαγγελέα και τον επικεφαλής της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας. Παράλληλα, η απόφαση επανέναρξης των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα δημιουργεί νέα ερωτήματα για τις προθέσεις της κυβέρνησης Νετανιάχου και τις επιπτώσεις που θα έχει στο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο της χώρας.

Αποπομπή Γενικής Εισαγγελέως και εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις

Την Κυριακή, η κυβέρνηση του Ισραήλ ψήφισε πρόταση δυσπιστίας κατά της Γενικής Εισαγγελέως, Γκάλι Μπαχαράβ-Μιαρά, γεγονός που σηματοδοτεί το πρώτο βήμα για την αποπομπή της. Η απόφαση αυτή έρχεται λίγο μετά την απόλυση του επικεφαλής της Σιν Μπετ, Ρόνεν Μπαρ, γεγονός που έχει πυροδοτήσει έντονες διαμαρτυρίες. Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιαρίβ Λεβίν, η κίνηση αυτή δικαιολογείται από «σοβαρές και παρατεταμένες διαφωνίες» μεταξύ της κυβέρνησης και της νομικού συμβούλου, που, σύμφωνα με την εκτελεστική εξουσία, εμποδίζουν την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους.

Ισραηλινά στρατιωτικά οχήματα κινούνται στη βόρεια Λωρίδα της Γάζας, στις 20 Μαρτίου 2025, καθώς το Ισραήλ βομβαρδίζει τη Γάζα και προωθεί τις χερσαίες επιχειρήσεις του. (Gil Cohen-Magen/AFP μέσω Getty Images)

 

Η απόφαση αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πολιτικό σκηνικό, όπου η κυβέρνηση Νετανιάχου αντιμετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις. Ο πρωθυπουργός επιδιώκει να διατηρήσει τη συνοχή της κυβερνητικής του συμμαχίας και να αποφύγει πρόωρες εκλογές, ειδικά εν όψει της ανάγκης ψήφισης του προϋπολογισμού του 2025. Οι εντάσεις στο εσωτερικό της κυβερνητικής συμμαχίας είναι εμφανείς, καθώς η προσπάθεια στρατολόγησης των υπερορθόδοξων (Χαρεντί) στον στρατό προκαλεί αντιδράσεις, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη ομάδα παραδοσιακά απολάμβανε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία.

Η επιστροφή στον πόλεμο και οι πολιτικές προεκτάσεις

Η επανέναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα, μετά την αποτυχία των ειρηνευτικών συνομιλιών και την άρνηση της Χαμάς να απελευθερώσει επιπλέον ομήρους, θεωρείται από πολλούς αναλυτές ως μία πολιτική κίνηση του Νετανιάχου. Ο Μάρτιν Ίντικ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο Ισραήλ, επισημαίνει ότι η απόφαση αυτή υπαγορεύεται περισσότερο από εσωτερικές πολιτικές ανάγκες παρά από στρατηγικούς στόχους εξωτερικής πολιτικής.

Παλαιστίνιοι διαφεύγουν από τη βόρεια Λωρίδα της Γάζας προς τον νότο, στις 20 Μαρτίου 2025. (Eyad Baba/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι πρώτες επιθέσεις σημειώθηκαν στις 18 Μαρτίου, με την ισραηλινή αεροπορία να πλήττει στόχους στη Γάζα, προκαλώντας εκατοντάδες θανάτους. Στη συνέχεια, στις 19 Μαρτίου, ξεκίνησε μια «περιορισμένη χερσαία επιχείρηση» με στόχο την ανακατάληψη του Διαδρόμου Νετσαρίμ, ο οποίος είχε δημιουργηθεί για να αποκόψει τις μετακινήσεις της Χαμάς. Την επόμενη μέρα, ισραηλινές δυνάμεις εισήλθαν στη Ράφα, αιφνιδιάζοντας τις παλαιστινιακές δυνάμεις, καθώς πολλοί υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Χαμάς και του Παλαιστινιακού Ισλαμικού Τζιχάντ σκοτώθηκαν στα σπίτια τους.

Εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους καθώς στήνουν καταυλισμό σε χωματερή στην περιοχή Yarmuk στην πόλη της Γάζας στις 20 Μαρτίου 2025. (Omar al-Qattaa/AFP μέσω Getty Images)

 

Αναλυτές επισημαίνουν ότι, αν και η επανέναρξη των εχθροπραξιών φαίνεται να εξυπηρετεί πολιτικά τον Νετανιάχου, δεν υπάρχει ξεκάθαρη στρατηγική για το «μετά» τον πόλεμο. Ο Χάρελ Χορέβ, ειδικός στο Κέντρο Μοσέ Νταγιάν, τονίζει ότι χωρίς σαφή σχέδιο για τη διακυβέρνηση της Γάζας μετά την εξουδετέρωση της Χαμάς, το Ισραήλ ενδέχεται να βρεθεί ξανά παγιδευμένο σε έναν ατέρμονο κύκλο βίας.

Η στάση της ισραηλινής κοινωνίας

Αν και η αρχική έναρξη του πολέμου στη Γάζα είχε ευρεία στήριξη, αυτή τη φορά η κατάσταση είναι διαφορετική. Ο Μιχαήλ Μιλστάιν, ειδικός στις παλαιστινιακές υποθέσεις, επισημαίνει ότι πολλοί Ισραηλινοί δεν κατανοούν πώς η συνέχιση του πολέμου θα βοηθήσει στην απελευθέρωση των εναπομείναντων ομήρων. Μετά από εκατοντάδες ημέρες εφεδρικής υπηρεσίας, πολλοί στρατιώτες ενδέχεται να αρνηθούν νέα επιστράτευση, καθώς η κοινωνική υποστήριξη προς την κυβέρνηση μειώνεται.

Διαδηλωτές βάζουν φωτιά κατά τη διάρκεια διαδήλωσης κατά του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και της κυβέρνησής του, στις 17 Αυγούστου 2024, στο Τελ Αβίβ του Ισραήλ. (Amir Levy/Getty Images)

 

Παράλληλα, η υπόθεση «Qatargate», που αφορά καταγγελίες ότι δύο στενοί συνεργάτες του Νετανιάχου δέχθηκαν πληρωμές από το Κατάρ για να βελτιώσουν την εικόνα του στο Ισραήλ, έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Οι αντίπαλοι του πρωθυπουργού συνδέουν την αποπομπή του επικεφαλής της Σιν Μπετ, Ρόνεν Μπαρ, με την προσπάθεια παρεμπόδισης των ερευνών γύρω από την υπόθεση αυτή.

Οι προκλήσεις για την κυβέρνηση

Η πολιτική αβεβαιότητα στο Ισραήλ εντείνεται, καθώς η κυβέρνηση Νετανιάχου βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλαπλές προκλήσεις: τη διαχείριση του πολέμου, την ψήφιση του προϋπολογισμού και τη διατήρηση της κυβερνητικής συμμαχίας. Οι διαδηλώσεις για την απελευθέρωση των ομήρων συνεχίζονται και πολλοί θεωρούν ότι λειτουργούν ως συνέχεια των αντι-κυβερνητικών κινητοποιήσεων του 2023.

Η ισραηλινή κυβέρνηση, έχοντας πλέον χάσει σημαντικό μέρος της διεθνούς στήριξης και αντιμετωπίζοντας εσωτερική κοινωνική και πολιτική ένταση, καλείται να βρει μια λύση που θα ισορροπεί μεταξύ στρατηγικών επιδιώξεων και πολιτικής επιβίωσης. Το αν θα το καταφέρει, παραμένει ανοιχτό ερώτημα.

Προφυλάκιση του Εκρέμ Ιμάμογλου εν όψει δίκης για διαφθορά

Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, προφυλακίστηκε εν αναμονή της δίκης του για κατηγορίες περί διαφθοράς. Ο Ιμάμογλου κρατείται στη φυλακή Μαρμαρά, κοντά στην περιοχή Σιλιβρί της Κωνσταντινούπολης, μετά από απόφαση τουρκικού δικαστηρίου. Παράλληλα, ανακοινώθηκε η απομάκρυνσή του από τα καθήκοντά του ως δημάρχου.

Το δημοτικό συμβούλιο της Κωνσταντινούπολης, στο οποίο το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) διαθέτει την πλειοψηφία, αναμένεται να εκλέξει προσωρινό αντικαταστάτη τις επόμενες ημέρες. Το υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας ανακοίνωσε ότι δύο ακόμα δήμαρχοι της περιοχής απομακρύνθηκαν από τα καθήκοντά τους.

Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, η προφυλάκιση του Ιμάμογλου κρίθηκε απαραίτητη λόγω της κατηγορίας περί οικονομικών εγκλημάτων, αν και δεν θεωρήθηκε απαραίτητη η κράτησή του για υποψίες περί διασύνδεσης με ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση.

Αντιδράσεις και πολιτικές εξελίξεις

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, ο Ιμάμογλου τόνισε ότι δεν θα υποκύψει στις πιέσεις και χαρακτήρισε την υπόθεσή του ως «μαύρη κηλίδα στη δημοκρατία». Κάλεσε, επίσης, τους πολίτες να διαδηλώσουν ειρηνικά σε όλη τη χώρα κατά της προφυλάκισής του.

Η απόφαση για την κράτηση του Ιμάμογλου έχει πυροδοτήσει έντονες πολιτικές αντιδράσεις και ενδέχεται να οδηγήσει σε ευρύτερες διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης, τις μεγαλύτερες που έχουν σημειωθεί στην Τουρκία εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια.

Διεθνείς αντιδράσεις και νομικές εξελίξεις

Ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας, εξέφρασε τη συμπαράστασή του στον Ιμάμογλου μέσω δήλωσής του και ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ανέφερε, επίσης, ότι μαζί με άλλους Ευρωπαίους δημάρχους υπέγραψε διακήρυξη υπέρ του Ιμάμογλου και απέστειλε επιστολή στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ζητώντας την έκδοση ψηφίσματος στήριξης.

Οι συνήγοροι του Ιμάμογλου ανακοίνωσαν ότι θα ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης προφυλάκισης, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για πολιτικά υποκινούμενη δίωξη. Η υπόθεση αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας, ενόψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων.

Ρωσία και ΗΠΑ σε διαπραγματεύσεις στη Σαουδική Αραβία για το ουκρανικό ζήτημα

Η Ρωσία αναμένει πρόοδο στις συνομιλίες που έχουν προγραμματιστεί να διεξαχθούν τη Δευτέρα στη Σαουδική Αραβία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με δηλώσεις Ρώσου διαπραγματευτή.

Οι συζητήσεις θα πραγματοποιηθούν μεταξύ ουκρανικών και αμερικανικών αντιπροσωπειών, καθώς και μεταξύ ρωσικών και αμερικανικών αντιπροσωπειών. Στόχος των συνομιλιών είναι η επίτευξη συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός στις επιθέσεις που αφορούν τις ενεργειακές υποδομές των δύο χωρών, μετά από τρία χρόνια ένοπλων συγκρούσεων.

Η ουκρανική πλευρά, ανταποκρινόμενη στις πιέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, δηλώνει ότι παραμένει έτοιμη για πλήρη κατάπαυση του πυρός. Ωστόσο, η ρωσική πλευρά επισημαίνει ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί όσο ουκρανικές δυνάμεις βρίσκονται εντός ρωσικού εδάφους, στη συνοριακή περιοχή του Κουρσκ.

Ο Ρώσος διαπραγματευτής Γκριγκόρι Καράσιν ανέφερε ότι η ρωσική αντιπροσωπεία ελπίζει να σημειωθεί πρόοδος στις συνομιλίες. Παράλληλα, τόνισε πως η προσέγγισή τους θα είναι εποικοδομητική, με στόχο την επίλυση τουλάχιστον ενός βασικού ζητήματος.

Η ρωσική αποστολή θα περιλαμβάνει τον Σεργκέι Μπεσέντα, στέλεχος των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας (FSB). Στις προηγούμενες ρωσοαμερικανικές συνομιλίες που πραγματοποιήθηκαν στη Σαουδική Αραβία τον Φεβρουάριο, επικεφαλής της ρωσικής αντιπροσωπείας ήταν ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ.

Σύμφωνα με Ουκρανό αξιωματούχο που μίλησε ανώνυμα στο Γαλλικό Πρακτορείο, το Κίεβο επιδιώκει τουλάχιστον μια μερική κατάπαυση του πυρός στον ενεργειακό τομέα, στις υποδομές και στη Μαύρη Θάλασσα. Προκειμένου να ενισχύσει την πιθανότητα ευρύτερης εκεχειρίας, η Ουκρανία έχει στείλει στις διαπραγματεύσεις τον υπουργό Άμυνας Ρούστεμ Ουμέροφ.

Η Μόσχα, από την πλευρά της, δηλώνει ότι προς το παρόν έχει συμφωνήσει μόνο σε παύση επιθέσεων σε ενεργειακές υποδομές, χωρίς να δεσμεύεται για γενική κατάπαυση του πυρός. Οι ρωσικές αρχές υποστηρίζουν ότι μια ευρύτερη εκεχειρία θα μπορούσε να δώσει στην Ουκρανία χρόνο να ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις της και να παραλάβει νέο στρατιωτικό εξοπλισμό από τη Δύση.

Η Ουκρανική πλευρά επισημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να επικεντρωθούν στις τεχνικές λεπτομέρειες μιας προσωρινής παύσης των εχθροπραξιών, όπως ο προσδιορισμός των περιοχών που θα προστατευθούν και οι μηχανισμοί επιτήρησης της κατάπαυσης του πυρός.

Παράλληλα με τις διπλωματικές προσπάθειες, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται. Ρωσική επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) στη νότια Ουκρανία προκάλεσε τον θάνατο τριών ατόμων, μεταξύ των οποίων και μιας 14χρονης, ενώ αρκετοί τραυματίστηκαν. Από την πλευρά της, η Ουκρανία εξαπέλυσε επιθέσεις με drones κατά στόχων στη Ρωσία, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό έξι ατόμων, σύμφωνα με ρωσικές αναφορές.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι επισκέφθηκε στρατιωτικές μονάδες κοντά στη γραμμή του μετώπου, στην πόλη Ποκρόφσκ, περιοχή στρατηγικής σημασίας στην ανατολική Ουκρανία. Σε σχετική δήλωσή του, ανέφερε ότι ενημερώθηκε για την κατάσταση στην περιοχή και τις επιχειρησιακές εξελίξεις.

Διαδηλώσεις και πολιτική κρίση στο Ισραήλ μετά την απομάκρυνση του επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών

Η κυβέρνηση του Ισραήλ ανακοίνωσε την απομάκρυνση του επικεφαλής της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας και αντικατασκοπείας (Σιν Μπετ στα εβραϊκά). Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση, η απόφαση ελήφθη ομόφωνα από το υπουργικό συμβούλιο, έπειτα από πρόταση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Ο Ρόνεν Μπαρ, ο οποίος κατείχε τη θέση από τον Οκτώβριο του 2021 με πενταετή θητεία, αναμένεται να εγκαταλείψει το αξίωμά του μόλις οριστεί αντικαταστάτης του ή το αργότερο μέχρι τις 10 Απριλίου. Σε επιστολή του προς την κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ του ίδιου και του διευθυντή της Σιν Μπετ επηρέασε τη λειτουργικότητα της υπηρεσίας.

Την Παρασκευή, το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ ενέκρινε την πρόταση του πρωθυπουργού Νετανιάχου για την απομάκρυνση του επικεφαλής της Σιν Μπετ, εν μέσω διαδηλώσεων κατά της απόφασης. Ο Μπαρ δεν παρευρέθηκε στη συνεδρίαση όπου ελήφθη η απόφαση για την απομάκρυνσή του, αλλά απέστειλε επιστολή στο υπουργικό συμβούλιο, υποστηρίζοντας ότι η διαδικασία απομάκρυνσής του «δεν συμμορφώνεται με τις νομικές διατάξεις» και ότι περιείχε «αβάσιμους ισχυρισμούς» που σκοπό είχαν να αποκρύψουν τα πραγματικά κίνητρα της απόφασης.

Η απόφαση αυτή ήρθε σε μια περίοδο έντονων εξελίξεων, καθώς συνεχίζεται η έρευνα για τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023 και τις επιχειρησιακές δυνατότητες των ισραηλινών αρχών. Η εσωτερική έρευνα της Σιν Μπετ, που δημοσιοποιήθηκε στις 4 Μαρτίου, ανέδειξε ελλείψεις στη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών σχετικά με την επίθεση της Χαμάς.

Ο Ρόνεν Μπαρ, σε επιστολή του προς την κυβέρνηση, ανέφερε ότι θα υπερασπιστεί τον εαυτό του στα αρμόδια κρατικά όργανα και εξέφρασε την άποψη ότι η απομάκρυνσή του συνδέεται με παράγοντες που δεν σχετίζονται αποκλειστικά με την επιχειρησιακή απόδοση της υπηρεσίας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η αποπομπή του σχετίζεται και με την έρευνα που διεξάγει η Σιν Μπετ για φερόμενες χρηματικές συναλλαγές με το Κατάρ, υπόθεση που αποκαλείται «Κατάργκεϊτ».

Η ανακοίνωση της απομάκρυνσης προκάλεσε αντιδράσεις από την αντιπολίτευση, η οποία κατέθεσε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι η απόφαση εγείρει ζητήματα σύγκρουσης συμφερόντων. Συγκεκριμένα, το κόμμα Γες Ατίντ, σε συνεργασία με άλλα τρία κόμματα της αντιπολίτευσης, καθώς και μια μη κυβερνητική οργάνωση, κατήγγειλαν ότι η απόφαση ενδέχεται να έχει πολιτικά κίνητρα.

Την ίδια στιγμή, η πολιτική κατάσταση στο Ισραήλ παραμένει τεταμένη, με χιλιάδες διαδηλωτές να συγκεντρώνονται μπροστά από την κατοικία του πρωθυπουργού στην Ιερουσαλήμ, εκφράζοντας ανησυχία για τη δημοκρατική λειτουργία των θεσμών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, την Πέμπτη η αστυνομία έκανε χρήση υδροβόλων κανονιών και προχώρησε σε συλλήψεις κατά τη διάρκεια επεισοδίων στις διαδηλώσεις στο Τελ Αβίβ και κοντά στην κατοικία του πρωθυπουργού στην Ιερουσαλήμ.

Εν μέσω αυτών των εξελίξεων, το Ισραήλ επανέλαβε τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στη Λωρίδα της Γάζας, δύο μήνες μετά την επίτευξη εκεχειρίας με τη Χαμάς στις 19 Ιανουαρίου. Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου δήλωσε ότι έδωσε εντολή στις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις να προχωρήσουν σε «ισχυρή δράση» εναντίον στόχων της Χαμάς, με στόχο την απελευθέρωση των ομήρων που κρατούνται ακόμη στη Γάζα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Χαμάς εξακολουθεί να κρατά 25 ομήρους και τα λείψανα 30 άλλων. Από τον Μάρτιο, το Ισραήλ έχει επίσης διακόψει την είσοδο αγαθών και προμηθειών στη Λωρίδα της Γάζας.

Η κυβέρνηση του Ισραήλ υπερασπίζεται την απόφασή της, επισημαίνοντας ότι λήφθηκε με γνώμονα την εύρυθμη λειτουργία της Σιν Μπετ και τη διατήρηση της εθνικής ασφάλειας. Παράλληλα, ο πρόεδρος του Ισραήλ, Ισαάκ Χέρτσογκ, εξέφρασε ανησυχία για την πολιτική κρίση, σημειώνοντας ότι η κατάσταση θα μπορούσε να επηρεάσει την εθνική συνοχή της χώρας.

Οι ΗΠΑ αναζητούν πληροφορίες για να διακόψουν τις μεταφορές τεχνολογίας από την Κίνα στο Ιράν, προσφέρουν 15 εκ. δολάρια

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ δημοσίευσε στις 19 Μαρτίου χρηματοδότηση 15 εκατομμυρίων δολαρίων μέσω του προγράμματος Rewards for Justice, ζητώντας πληροφορίες που θα βοηθούσαν στη διακοπή των γραμμών εφοδιασμού τεχνολογίας διπλής χρήσης από την Κίνα στο Ιράν.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διευκρίνισε ότι οι επιθυμητές πληροφορίες θα πρέπει να συμβάλουν στον εκτροχιασμό των «οικονομικών μηχανισμών» του Ιρανικού Σώματος Φρουρών της Επανάστασης (IRGC) που επιτρέπουν τρομοκρατικές επιθέσεις μέσω απαγορευμένων ενόπλων ομάδων, όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ.

Η εξέλιξη αυτή ακολουθεί την πολυεθνική άσκηση «Maritime Security Belt-2025» στις 9 Μαρτίου, κατά την οποία το Ιράν φιλοξένησε τη Ρωσία και την Κίνα στον Κόλπο του Ομάν. Έπεται επίσης της ανακοίνωσης του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις 7 Μαρτίου σχετικής με επιστολή του στον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, σχετικά με τις πυρηνικές συνομιλίες, καθώς και της απόφασης του Ιράν να συμμετάσχει σε συζητήσεις για τα πυρηνικά με τη Ρωσία και την Κίνα στις 14 Μαρτίου, όπως αναφέρει το Reuters.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωσε ότι το IRGC, το οποίο ισχυρίζεται ότι ελέγχει «τεράστια τμήματα» της ιρανικής οικονομίας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική της χώρας, έλαβε υποστήριξη από τέσσερεις Κινέζους υπηκόους.

Η Λιου Μπαοσιά, γνωστή και ως Έμιλυ Λιου, Λι Γιονγκσίν ή Έμμα Λι, μαζί με τον Γιουνγκ Γίου Γουά, ο οποίος ονομάζεται επίσης Στήβεν Γιουνγκ, και ο Τζονγκ Γιανλάι, γνωστός και ως Σίντνεϊ Τσονγκ, υποστήριξαν το IRGC αγοράζοντας τεχνολογία διπλής χρήσης ελεγχόμενης εξαγωγής από τις Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιώντας επιχειρηματικές βιτρίνες με έδρα την Κίνα, προτού την μεταφέρουν στο Ιράν, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου.

Η Λιου ασχολείται με αυτή την πρακτική από το 2007.

«Η Λιου και οι συνεργάτες της φέρεται να χρησιμοποίησαν μια σειρά από εταιρείες-βιτρίνες στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας για να στείλουν ηλεκτρονικά εξαρτήματα διπλής χρήσης αμερικανικής προέλευσης σε εταιρείες που συνδέονται με το IRGC που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή UAV, συστημάτων βαλλιστικών πυραύλων και άλλες στρατιωτικές τελικές χρήσεις», ανέφερε η δήλωση. «Ως αποτέλεσμα, μια τεράστια ποσότητα προϊόντων διπλής χρήσης αμερικανικής προέλευσης με στρατιωτικές δυνατότητες έχει εξαχθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε εταιρείες που συνδέονται με το IRGC Shiraz Electronics Industries (SEI), Rayan Roshd Afzar και τις θυγατρικές τους.»

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωσε ότι χρησιμοποιώντας αυτήν τη μέθοδο, το Ιράν μπορεί να ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια σε όλο τον κόσμο παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ, ενώ οι τεχνολογίες που προμηθεύεται εφαρμόζονται σε όπλα, UAV και άλλα οπλικά συστήματα που χρησιμοποιούνται από ομάδες στη Ρωσία, το Σουδάν και την Υεμένη.

Στις 30 Ιανουαρίου 2024, οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απήγγειλαν κατηγορίες εναντίον των τεσσάρων Κινέζων υπηκόων για «μία χρόνια» επιχείρηση για την υπονόμευση των κυρώσεων των ΗΠΑ στο Ιράν μεταξύ 2007 και 2020.

Η δήλωση του Αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης εκείνη την εποχή ανέφερε ότι οι τέσσερεις κατηγορήθηκαν για συνωμοσία για την υπονόμευση του Διεθνούς Νόμου Έκτακτης Οικονομικής Εξουσίας (IEEPA), παραβίαση του IEEPA, διακίνηση αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και χρήση ψευδών πληροφοριών εξαγωγών.

«Εάν καταδικαστούν, οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν μέγιστη ποινή φυλάκισης 20 ετών για παραβίαση του IEEPA, έως και 10 χρόνια φυλάκισης για λαθρεμπόριο αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και έως και πέντε χρόνια φυλάκισης για κάθε κατηγορία συνωμοσίας και υποβολής ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών εξαγωγής», ανέφερε η δήλωση.

Ένα φυλλάδιο Rewards for Justice με τις φωτογραφίες των Μπαοσιά και Γιανλάι αναγράφει: «Αυτά τα άτομα μεταφέρουν ηλεκτρονικά εξαρτήματα στο Ιράν για να υποστηρίξουν την παραγωγή εξελιγμένων όπλων, συμπεριλαμβανομένων drone, τα οποία η Επαναστατική Φρουρά του Ιράν (IRGC) πωλεί σε διάφορες κρατικές και μη κρατικές ομάδες».

Η Κίνα βρίσκεται στην ίδια θέση με το Ιράν.

Τον Αύγουστο του 2022, ο αμερικανικός τεχνολογικός γίγαντας NVIDIA ανακοίνωσε ότι έλαβε εντολή από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να σταματήσει την πώληση στην Κίνα των μονάδων επεξεργασίας γραφικών A100, A100X και H100 — τσιπ με 20 φορές μεγαλύτερη ισχύ επεξεργασίας από την προηγούμενη γενιά της ίδιας τεχνολογίας, επιθυμητά στοιχεία για βαθιά μάθηση και ανάπτυξη AI.

Πιο πρόσφατα, στις 2 Δεκεμβρίου 2024, το Γραφείο Βιομηχανίας και Ασφάλειας του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ επέκτεινε τους ελέγχους εξαγωγών σε 24 τύπους ημιαγωγών μαζί με τρεις ομάδες εργαλείων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των εξαρτημάτων.

Η Κίνα απάντησε μια μέρα αργότερα, ανακοινώνοντας απαγορεύσεις στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε αυτό που αποκάλεσε είδη «διπλής χρήσης» με στρατιωτικές εφαρμογές στις ΗΠΑ.

Επίσης ανακοίνωσε μια έρευνα στην NVIDIA Corp, ισχυριζόμενη πως υπονόμευε τον αντιμονοπωλιακό νόμο της κομμουνιστικής χώρας.

Σε συνομιλία με την Epoch Times στις 9 Δεκ. 2024, η NVIDIA είπε πως ευχαρίστως θα συνεργαζόταν στη διερεύνηση.

Του Ντέηβ Μέυλον

Οι ΗΠΑ επιβάλλουν κυρώσεις σε οντότητες που συνδέονται με το εμπόριο πετρελαίου Ιράν-Κίνας

Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε στις 20 Μαρτίου ότι έχει επιβάλει κυρώσεις σε οντότητες που λέει ότι συνδέονται με το εμπόριο πετρελαίου μεταξύ Ιράν και Κίνας.

Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών επέβαλε κυρώσεις σε μία πετρελαϊκή εγκατάσταση στην Κίνα, την Huaying Huizhou Daya Bay Petrochemical Terminal Storage, η οποία φέρεται να αγόρασε και πούλησε ιρανικό αργό πετρέλαιο από ένα πλοίο υπό τις κυρώσεις των ΗΠΑ.

«Αυτές οι κυρώσεις επιβάλλονται σύμφωνα με την εκστρατεία μέγιστης πίεσης του προέδρου Τραμπ, για να μηδενιστούν οι εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν», δήλωσε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους.

«Η Κίνα είναι μακράν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ιρανικού πετρελαίου. Το ιρανικό καθεστώς χρησιμοποιεί τα έσοδα από αυτές τις πωλήσεις για να χρηματοδοτήσει επιθέσεις σε συμμάχους των ΗΠΑ, να στηρίξει την τρομοκρατία σε όλο τον κόσμο και να προωθήσει και άλλες αποσταθεροποιητικές ενέργειες.»

Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Οικονομικών επέβαλε κυρώσεις στη Shandong Shouguang Luqing Petrochemical Co.

Το διυλιστήριο πετρελαίου στην Κίνα φέρεται να έχει αγοράσει και διυλίσει «ιρανικό αργό πετρέλαιο αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων» από πλοία που συνδέονται με τους Χούθι και το ιρανικό υπουργείο Άμυνας, το οποίο έχει υποστεί κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Επιβλήθηκαν επίσης κυρώσεις στον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Γουάνγκ Σιουετσίνγκ.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν κυρώσεις σε αυτό που ονομάζεται ένα «διυλιστήριο τσαγιέρας», δηλαδή διυλιστήριο που αγοράζει πετρέλαιο κυρίως από το Ιράν.

«Οι αγορές ιρανικού πετρελαίου από διυλιστήριο τσαγιέρας παρέχουν την κύρια οικονομική πηγή του ιρανικού καθεστώτος, τον κορυφαίο κρατικό χορηγό τρόμου στον κόσμο», δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ ​​Μπέσσεντ.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεσμεύονται να διακόψουν τις ροές εσόδων που επιτρέπουν τη συνεχιζόμενη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας από την Τεχεράνη και την ανάπτυξη του πυρηνικού της προγράμματος.»

Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών επέβαλε κυρώσεις σε 19 ακόμη οντότητες που συνδέονται με πωλήσεις πετρελαίου μεταξύ Ιράν και Κίνας.

Οι εταιρείες που υπόκεινται σε κυρώσεις θα βρουν παγωμένα τα περιουσιακά τους στοιχεία στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Tου Jackson Richman

Οι Ισραηλινοί κατευθύνονται σε καταφύγια καθώς η Χαμάς και οι Χούθι συνεχίζουν επιθέσεις με πυραύλους

Οι σειρήνες αεροπορικής επιδρομής ήχησαν στις 20 Μαρτίου σε μεγάλο μέρος του Ισραήλ, καθώς οι Χούθι της Υεμένης εκτόξευσαν βαλλιστικό πύραυλο και η τρομοκρατική ομάδα Χαμάς στη Γάζα εκτόξευσε αρκετές ρουκέτες στο εβραϊκό κράτος.

Η ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία αναχαίτισε τον πύραυλο των Χούθι, ανέφεραν οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF).

Σειρήνες αεροπορικής επιδρομής και εκρήξεις ακούστηκαν στην Ιερουσαλήμ.

Οι Χούθι είπαν ότι εκτόξευσαν «έναν υπερηχητικό βαλλιστικό πύραυλο» προς το διεθνές αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ.

Η επίθεση με πυραύλους διέκοψε την εναέρια κυκλοφορία, με αρκετές πτήσεις να καθυστερούν για λίγο.

Είναι η δεύτερη επίθεση του είδους, από τότε που οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν μια νέα σειρά επιδρομών εναντίον των ανταρτών Χούθι νωρίτερα αυτή την εβδομάδα για την προστασία εμπορικών και ναυτικών πλοίων.

Η υπηρεσία ασθενοφόρων του Ισραήλ είπε ότι δεν αναφέρθηκαν σοβαροί τραυματισμοί. Αναγνώρισε ότι σημειώθηκαν κάποιοι τραυματισμοί, καθώς άνθρωποι έτρεχαν να βρουν καταφύγιο, σύμφωνα με την τηλεόραση I24 του Ισραήλ.

Σύμφωνα με την Times of Israel, 13 άνθρωποι τραυματίστηκαν, τρεις υπέστησαν κρίσεις άγχους και εκατομμύρια άνθρωποι κατευθύνθηκαν σε καταφύγια.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος βρήκε καταφύγιο στο κτίριο της Κνεσέτ, είπε στο κανάλι 14 του Ισραήλ: «Οι Χούθι πληρώνουν ήδη το τίμημα και θα πληρώσουν περισσότερα».

Ένα θραύσμα από πύραυλο της Χαμάς βρέθηκε στην πόλη Ρίσον Λέτζιον, σύμφωνα με τη Ha’aretz.

Οι επιθέσεις της Χαμάς ήρθαν ως απάντηση στα νέα ισραηλινά χτυπήματα στη Χαμάς με την κατάρρευση της διαδικασίας κατάπαυσης του πυρός και απελευθέρωσης ομήρων που ίσχυε από τις 19 Ιανουαρίου.

Το Ισραήλ άρχισε αεροπορικές επιδρομές στις 18 Μαρτίου και ξεκίνησε κάποιες χερσαίες επιθέσεις την επόμενη μέρα.

Ο ισραηλινός στρατός στόχευσε ανώτατους αξιωματούχους της Χαμάς και της παλαιστινιακής ισλαμικής τζιχάντ και είπε ότι αρκετοί είχαν εξοντωθεί.

Η κατάρρευση της εκεχειρίας σηματοδότησε την επανέναρξη του πολέμου που είχε ξεκινήσει με την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, κατά την οποία σκοτώθηκαν 1.200 άνθρωποι, κυρίως άμαχοι.

Οι τρομοκράτες τραυμάτισαν χιλιάδες άλλους και πήραν ομήρους 251 ανθρώπους. Αν και οι περισσότεροι έχουν επιστραφεί, εξακολουθούν να κρατούν περίπου 24 ζωντανούς ομήρους και τα πτώματα άλλων 35.

Του Νταν Μ. Μπέργκερ

Με πληροφορίες από το Associated Press και το Reuters