Ο πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Γερουσίας, Τσακ Γκράσλεϊ, έδωσε στη δημοσιότητα ένα αποχαρακτηρισμένο παράρτημα της έκθεσης του πρώην Ειδικού Εισαγγελέα Τζον Ντάραμ για την έρευνα του FBI σχετικά με τους φερόμενους δεσμούς της καμπάνιας Τραμπ με τη Ρωσία.
Σύμφωνα με τον Γερουσιαστή Γκράσλεϊ, «η προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον αποπειράθηκε να διαδώσει ψευδώς ότι ο τότε υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων Ντόναλντ Τραμπ είχε σχέσεις με τη ρωσική κυβέρνηση, ενώ το FBI αμέλησε να διερευνήσει την υπόθεση».
Η Γενική Εισαγγελέας Παμ Μπόντι δήλωσε επίσης: «Σήμερα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης παρέδωσε στον πρόεδρο Γκράσλεϊ πληροφορίες που ήταν έως τώρα διαβαθμισμένες και αφορούν την έρευνα του Ειδικού Εισαγγελέα Ντάραμ σχετικά με ενδεχόμενη συντονισμένη δράση ανάμεσα στην καμπάνια Κλίντον και την κυβέρνηση Ομπάμα, με στόχο την παρέμβαση στις προεδρικές εκλογές του 2016».
Το ίδιο πνεύμα εξέφρασε ο διευθυντής της CIA, Τζον Ράτκλιφ, ο οποίος τόνισε: «Στοιχεία στο παράρτημα της έκθεσης Ντάραμ δείχνουν πως υπήρχε συντονισμένο σχέδιο αποτροπής και υπονόμευσης της προεδρίας Τραμπ κατά την πρώτη του θητεία».
Ένα από τα αποχαρακτηρισμένα πλέον υπόμνητα αναφέρει ότι η προεκλογική καμπάνια της Κλίντον ενέκρινε σχέδιο που εισηγήθηκε σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής της, ώστε να αμαυρώσουν τον Τραμπ ενισχύοντας το σκάνδαλο που σχετιζόταν με τη ρωσική παρέμβαση στη προεκλογική διαδικασία, με στόχο το πολιτικό όφελος της ίδιας της Κλίντον.
Ο Γκράσλεϊ σχολίασε πως αυτή η πληροφορία ήρθε στο φως από την έρευνα του Ντάραμ για τις δραστηριότητες του FBI και άλλων υπηρεσιών πληροφοριών κατά την ίδια εκλογική αναμέτρηση.
Ο ίδιος πρόσθεσε: «Βάσει του παραρτήματος της έκθεσης Ντάραμ, το FBI υπό τον Ομπάμα δεν εξέτασε και δεν διερεύνησε επαρκώς τις αναφορές πληροφοριών, που υποδείκνυαν ότι η καμπάνια Κλίντον δημιουργούσε το ψευδές αφήγημα περί σχέσεων Τραμπ-Ρωσίας για πολιτικό της όφελος, κάτι που τελικώς εξελίχθηκε και με τη χρήση του περιβόητου φακέλου Στιλ και άλλων μεθόδων».
Χαρακτήρισε την υπόθεση ως «ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα και συγκαλύψεις στην αμερικανική ιστορία. Η νέα κυβέρνηση Τραμπ έχει τεράστια ευθύνη απέναντι στον αμερικανικό λαό να επανορθώσει τη ζημιά και να το πράξει με απόλυτη ταχύτητα και διαφάνεια».
Σύμφωνα με τον Γκράσλεϊ, «το FBI επίσης παρέλειψε να διερευνήσει αν στελέχη της καμπάνιας Κλίντον διαμόρφωσαν το αφήγημα περί δήθεν συμπαιγνίας με τη Ρωσία, που αποτέλεσε την αιχμή της δημοσιογραφικής επικαιρότητας στις αρχές της πρώτης θητείας Τραμπ».
Επιπλέον επέκρινε το FBI επειδή χρησιμοποίησε τον αμφιλεγόμενο φάκελο του Βρετανού πρώην κατασκόπου Κρίστοφερ Στιλ, προκειμένου να εξασφαλίσει εντάλματα παρακολούθησης σε βάρος του συμβούλου της εκστρατείας Τραμπ του 2016, Κάρτερ Πέιτζ.
Η έκθεση Ντάραμ, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Μάιο του 2023, αποτελεί την κατάληξη τετραετούς έρευνας γύρω από τη διερεύνηση του FBI για τους φερόμενους δεσμούς της καμπάνιας Τραμπ με τη Ρωσία το 2016. Η ίδια η Κλίντον κατέθεσε ενώπιον του Ντάραμ, όπως και πλήθος ανώτατων αξιωματούχων από τον χώρο των μυστικών υπηρεσιών εκείνης της περιόδου.
Ο Ντάραμ κατέληξε ότι η έρευνα του FBI άρχισε με βάση ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες. Αργότερα, ενώπιον του Κογκρέσου, δήλωσε: «Βάσει της διερεύνησής μας, δεν υφίστατο επαρκής αιτιολογία για τη διενέργεια πλήρους έρευνας».
Η Epoch Times επικοινώνησε την Πέμπτη με το γραφείο της Κλίντον για σχόλιο.
Τη μετάθεση για 90 ημέρες της αύξησης των αμερικανικών δασμών στα μεξικανικά προϊόντα ανακοίνωσε στις 31 Ιουλίου ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, έπειτα από, όπως χαρακτήρισε, «παραγωγική συνομιλία» με τη Μεξικανή πρόεδρο Κλαούντια Σέινμπαουμ.
Την ενημέρωση αυτή γνωστοποίησε ο ίδιος μέσω του Truth Social, δηλώνοντας: «Όλο και περισσότερο, μαθαίνουμε να γνωρίζουμε και να κατανοούμε ο ένας τον άλλον».
Ο Αμερικανός πρόεδρος επισήμανε πως η «ιδιαιτερότητα των ζητημάτων» με το Μεξικό, λόγω των προκλήσεων και δυνατοτήτων που απορρέουν από τα κοινά σύνορα, διαφέρει κατά πολύ από τις διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες.
Στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας, ο Τραμπ τόνισε: «Το Μεξικό θα συνεχίσει να υπόκειται σε επιβολή δασμού 50% σε αλουμίνιο, χαλκό και χάλυβα, και 25% στα αυτοκίνητα».
Παράλληλα, ο ίδιος ανέφερε ότι το Μεξικό συμφώνησε να καταργήσει μη δασμολογικά εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές, χωρίς όμως να διευκρινίσει ποιες ακριβώς ρυθμίσεις θα αρθούν.
Τόσο ο Τραμπ όσο και ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του έχουν επανειλημμένως εκφράσει ανησυχία για τη διακίνηση φαιντανύλης και το εμπορικό έλλειμμα με το Μεξικό, ενώ οι κυβερνητικοί παράγοντες της χώρας επισημαίνουν τις προσπάθειές τους για τον περιορισμό της εισροής του επικίνδυνου ναρκωτικού στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στη συνομιλία συμμετείχαν, πλην του Τραμπ, ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσαντ, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και ανώτερα στελέχη του Λευκού Οίκου, όπως και συνεργάτες της Σέινμπαουμ.
Η Μεξικανή πρόεδρος επιβεβαίωσε αργότερα τη συνομιλία, σημειώνοντας: «Αποφύγαμε την αύξηση των δασμών που είχε ανακοινωθεί για αύριο και εξασφαλίσαμε 90 ημέρες ώστε να διαμορφώσουμε, μέσω διαλόγου, μία μακροπρόθεσμη συμφωνία».
Υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ είχε προηγουμένως προειδοποιήσει πως το συνολικό ύψος των δασμών στα μεξικανικά προϊόντα κατά την είσοδό τους στις ΗΠΑ θα αυξηθεί από το 25% στο 30%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου του Εμπορικού Αντιπροσώπου, το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα με το Μεξικό ανήλθε φέτος στα 171,8 δισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 12,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η προθεσμία της 1ης Αυγούστου για τις ισχύουσες ρυθμίσεις πλησιάζει, ωστόσο ο Τραμπ διαβεβαίωσε πως δεν θα υπάρξει παράταση.
Παρά το γεγονός ότι οι υψηλοί δασμοί των ΗΠΑ προβλέπεται να τεθούν σε εφαρμογή, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσαντ καθησύχασε: «Αυτό δεν σημαίνει πως άλλες χώρες δεν μπορούν να επιδιώξουν καλύτερους όρους».
Μιλώντας σε πολιτική εκδήλωση του συντηρητικού μέσου Breitbart News, ο Μπέσαντ κάλεσε επιχειρήσεις, επενδυτές και εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους, εξηγώντας ότι μπορεί να υπάρξουν συμφωνίες ακόμη και μετά την προθεσμία της 1ης Αυγούστου.
Ο Τραμπ, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο αναπροσαρμογής των δασμών, δήλωσε: «Αν θέλετε να επιστρέψετε στα αμοιβαία δασμολόγια της 2ης Απριλίου… αυτοί οι υψηλότεροι εισαγωγικοί δασμοί θα μπορούσαν να επιβληθούν σε οποιαδήποτε αγορά για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να συνεχιστούν».
Προέβλεψε δε, έναν ιδιαίτερα έντονο Αύγουστο, υπενθυμίζοντας τις τελευταίες εξελίξεις στον εμπορικό τομέα που ανακοίνωσε ο ίδιος και η ομάδα του. Στις 30 Ιουλίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε επίσης την επιβολή δασμών σε προϊόντα που σχετίζονται με αγορές ρωσικού πετρελαίου.
Για τις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ–Ινδίας ανέφερε: «Η Ινδία είναι φίλη μας. Διαχρονικά έχουμε κάνει συγκριτικά λίγες συναλλαγές, καθώς οι δασμοί της είναι υπερβολικά υψηλοί. Διαθέτει τα πιο απαιτητικά και ενοχλητικά μη χρηματικά εμπορικά εμπόδια από κάθε άλλη χώρα».
Το 2023, το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα με την Ινδία αυξήθηκε κατά 5,4%, αγγίζοντας τα 45,7 δισ. δολάρια. Σε άλλο μέτωπο, η Νότια Κορέα κατέληξε, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, σε εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ, όπως έκανε γνωστό ο Τραμπ στις 30 Ιουλίου: «Είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής συνήψαν πλήρη εμπορική συμφωνία με τη Δημοκρατία της Κορέας».
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Νότια Κορέα θα υπόκειται σε νέο δασμό 15%, αποφεύγοντας τον αρχικά προτεινόμενο δασμό 25%. Ως αντάλλαγμα, η Σεούλ θα καταργήσει εντελώς τους δασμούς σε μια σειρά αμερικανικά προϊόντα, όπως τα αυτοκίνητα και τα αγροτικά προϊόντα, ενώ θα επενδύσει 350 δισ. δολάρια σε αμερικανικά έργα και θα αγοράσει αμερικανική ενέργεια ύψους 100 δισ. δολαρίων, ιδίως υγροποιημένο φυσικό αέριο. Το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα με τη Νότια Κορέα για φέτος υπολογίζεται κοντά στα 66 δισ. δολάρια, αυξημένο κατά 29% σε σχέση με πέρυσι.
Νωρίτερα στην εβδομάδα, ο Μπέσαντ και ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος Τζέιμσον Γκριρ είχαν διήμερες συνομιλίες στη Στοκχόλμη με Κινέζους ομολόγους τους. Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις, εξετάζεται το ενδεχόμενο επέκτασης της παρούσας παύσης δασμών έως τις 12 Αυγούστου. Ο Τραμπ πάντως μέχρι στιγμής δεν έχει διευκρινίσει αν θα χορηγηθεί σχετική παράταση.
Η ισπανική εταιρεία τηλεπικοινωνιών Telefónica ανακοίνωσε ότι θα αντικαταστήσει όλο τον εξοπλισμό 5G που προμηθεύεται από την κινεζική τεχνολογική εταιρεία Huawei σε Ισπανία και Γερμανία.
Η κίνηση αυτή ευθυγραμμίζεται με τις τοπικές ρυθμιστικές απαιτήσεις, αντανακλώντας την ανησυχία για την εθνική ασφάλεια που συνδέονται με την τεχνολογία της Huawei.
Παρά την αντικατάσταση στην Ευρώπη, η Telefónica επιβεβαίωσε, στις 30 Ιουλίου, την πρόθεσή της να διατηρήσει τον εξοπλισμό 5G της Huawei στη Βραζιλία.
Οι ενέργειες της εταιρείας συμβαδίζουν με κυβερνητικές οδηγίες σε Γερμανία και Ισπανία, που διατάσσουν τους παρόχους τηλεπικοινωνιών να αποσύρουν σταδιακά τις συσκευές της Huawei από τα βασικά τους δίκτυα 5G λόγω κινδύνων ασφαλείας.
Ο διευθύνων σύμβουλος επιχειρήσεων της Telefónica, Εμίλιο Γκάγιο, δήλωσε: «Τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ισπανία, περιορίζουμε την έκθεσή μας στη Huawei ακολουθώντας τους κανόνες κάθε χώρας». Πρόσθεσε δε ότι «στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου επίσης ισχύει απαγόρευση για τον εξοπλισμό της Huawei, η έκθεσή μας είναι πολύ, πολύ χαμηλή».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Telefónica, Μαρκ Μέτρα, τόνισε: «Έχουμε διασφαλίσει ότι ο εξοπλισμός όλων των προμηθευτών υπακούει στα ίδια αυστηρά πρότυπα, προσφέροντας ασφάλεια στην εταιρεία και στους πελάτες μας».
Η επιτήρηση της Huawei και άλλων κινεζικών τεχνολογικών εταιρειών, όπως η ZTE, έχει ενταθεί στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.
Πολλές χώρες έχουν προτείνει περιορισμούς ή συνολικές απαγορεύσεις στη χρήση του εξοπλισμού τους, επικαλούμενες ανησυχίες για ενδεχόμενη κατασκοπεία και τους δεσμούς τους με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ). Η ανησυχία τους ενισχύθηκε μετά τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού «Εργαλειοθήκης Κυβερνοασφάλειας 5G» το 2020, που καθορίζει μέτρα για την προστασία των δικτύων 5G υπό την απειλή αυξανόμενων κυβερνοεπιθέσεων.
Το εν λόγω κείμενο εξέφρασε ανησυχίες για τρίτους προμηθευτές – ειδικά από χώρες εκτός ΕΕ – ως προς το ρόλο τους στην ανάπτυξη και λειτουργία των δικτύων 5G, επισημαίνοντας πιθανούς κινδύνους όπως επιθέσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού και κατασκοπεία.
Αν και το έγγραφο δεν κατονόμασε συγκεκριμένες εταιρείες, ο τότε επίτροπος Βιομηχανίας της ΕΕ, Τιερί Μπρετόν, εστίασε στον προβληματισμό σχετικά με την επιρροή εξωτερικών νομικών πλαισίων στην εθνική ασφάλεια δεδομένων και πληροφοριών.
Ιδιαίτερα ανησυχητικά παραδείγματα αποτελούν ο «Νόμος Εθνικής Πληροφόρησης» του 2017 και ο «Νόμος Κατασκοπείας» του 2014 της Κίνας, που υποχρεώνουν κινεζικές εταιρείες να συνεργάζονται με την κινεζική κρατική υπηρεσία πληροφοριών, καθιστώντας τες ευάλωτες σε κρατικό έλεγχο αναφορικά με αιτήσεις πρόσβασης σε δεδομένα.
Τον Ιούλιο του 2024, η τότε υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας, Νάνσι Φέζερ, αποκάλυψε ένα σχέδιο δύο φάσεων για την απαγόρευση κρίσιμων εξαρτημάτων από κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας εντός πενταετίας.
Η διαδικασία αυτή προβλέπει την αφαίρεση τέτοιου εξοπλισμού από τα βασικά δίκτυα δεδομένων 5G της Γερμανίας έως το 2026 και την πλήρη εξάλειψη κάθε κινεζικού εξαρτήματος, συμπεριλαμβανομένων κεραιών και γραμμών μεταφοράς, έως το 2029.
Η ίδια δήλωσε: «Προστατεύουμε την κρίσιμη υποδομή της γερμανικής οικονομίας και τα δίκτυα επικοινωνίας για πολίτες, επιχειρήσεις και το κράτος».
Χώρες όπως η Γαλλία, η Δανία, η Εσθονία, η Ιταλία, η Λετονία, η Πορτογαλία και η Σουηδία έχουν επίσης επιβάλει περιορισμούς ή απαγορεύσεις στον κινεζικό εξοπλισμό.
Η Huawei, από την πλευρά της, επανειλημμένως διαψεύδει πως το ΚΚΚ παρεμβαίνει στις επιχειρήσεις της ή πως μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των προϊόντων της.
Ο όμιλος σχολίασε: «Ήμασταν απόλυτα ξεκάθαροι: αν ποτέ βρεθούμε σε θέση που θέτει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία μας, την ασφάλεια των προϊόντων ή των δικτύων πελατών μας, θα προτιμήσουμε να κλείσουμε την εταιρεία παρά να παραβιάσουμε τις αρχές μας».
Επιπροσθέτως, υποστήριξε ότι είναι διατεθειμένη να υπογράψει συμφωνίες που διασφαλίζουν την απουσία κατασκοπείας ή «κρυφών θυρών» στα προϊόντα της, προκειμένου να καθησυχάσει τους πελάτες της και τις κυβερνήσεις.
Η ZTE απαντά στις ανησυχίες αυτές δηλώνοντας μέσω της ιστοσελίδας της ότι δίνει μεγάλη σημασία στη συμμόρφωση και την ασφάλεια, εφαρμόζοντας διεθνή πρότυπα και πρακτικές και επιτρέποντας τον έλεγχο των εργαστηρίων κυβερνοασφάλειας από ρυθμιστικές αρχές και ενδιαφερόμενους.
Η Epoch Times έχει απευθύνει ερωτήματα για περαιτέρω σχόλια προς τη Huawei και τη ZTE.
Κλιμακούμενη διεθνής πίεση αντιμετωπίζει το Ισραήλ αυτή την εβδομάδα, καθώς βασικοί δυτικοί σύμμαχοι προχωρούν στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, επικαλούμενοι την επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα και το αδιέξοδο ως προς την επίτευξη μακροπρόθεσμης πολιτικής λύσης στη σύγκρουση.
Την Τετάρτη, ο Καναδάς έγινε η πλέον πρόσφατη χώρα που γνωστοποίησε πρόθεση για επίσημη αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, ακολουθώντας το παράδειγμα της Μάλτας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η διπλωματική αυτή πρωτοβουλία αναμένεται να κορυφωθεί τον Σεπτέμβριο, κατά την 80ή Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπου οι προαναφερθείσες χώρες, μαζί με τη Γαλλία, σκοπεύουν να επισημοποιήσουν τις θέσεις τους, εκτός εάν το Ισραήλ ανταποκριθεί σε συγκεκριμένες απαιτήσεις που αφορούν κατάπαυση του πυρός και ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα. Παράλληλα, ζητούν την αποστρατιωτικοποίηση της περιοχής, δηλαδή τον τερματισμό της διακυβέρνησης της Χαμάς στον θύλακα και την άνευ όρων απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων που κρατούνται από την οργάνωση.
Το Ισραήλ έχει απορρίψει την Πρωτοβουλία των Ευρωπαϊκών Εθνών, υποστηρίζοντας ότι υπονομεύει τις προσπάθειές του για επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και δυσχεραίνει τις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των ομήρων.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε: «Η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους υπό τις τρέχουσες συνθήκες απειλεί την ίδια την ύπαρξη του Ισραήλ». Σε απάντηση προς τις ανακοινώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και του Καναδά, το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών υποστήριξε ότι πρόκειται για επιβράβευση της Χαμάς, που βλάπτει την προοπτική ειρήνης.
Παράλληλα, αμερικανοί αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, επέκριναν την πίεση των ευρωπαϊκών χωρών υπέρ της αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, σχολίασε την Τρίτη στο Air Force One πως η αναγνώριση θα αποτελούσε ανταμοιβή για τη Χαμάς, προσθέτοντας: «Αν το κάνεις αυτό, ανταμείβεις τη Χαμάς, και θεωρώ πως δεν πρέπει να υπάρξει τέτοια ανταμοιβή. Δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία».
Προώθηση της λύσης των δύο κρατών
Η έναρξη της εβδομάδας σηματοδοτήθηκε από τη σύγκληση υψηλόβαθμων εκπροσώπων στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Παλαιστινιακό.
Με προεδρία από τη Γαλλία και τη Σαουδική Αραβία, η διάσκεψη ανέδειξε τη διεθνώς ευρεία στήριξη στη λύση των δύο κρατών. Παρουσιάστηκε σταδιακό σχέδιο για τον τερματισμό της σύγκρουσης, προβλέποντας την ειρηνική συνύπαρξη ενός αποστρατιωτικοποιημένου παλαιστινιακού κράτους δίπλα στο Ισραήλ.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, καταδίκασε τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου 2023 στο νότιο Ισραήλ, όπου τρομοκράτες της Χαμάς σκότωσαν περίπου 1.200 άτομα και πήραν 251 ομήρους.
Παράλληλα, επέκρινε τη σφοδρότητα της αντίδρασης του Ισραήλ, ζητώντας απρόσκοπτη ανθρωπιστική πρόσβαση και άμεση απελευθέρωση όλων των ομήρων.
Σύμφωνα με τα παλαιστινιακά υγειονομικά στοιχεία που ελέγχει η Χαμάς, περισσότεροι από 60.000 έχουν σκοτωθεί στη Γάζα, περιλαμβανομένων στελεχών της οργάνωσης. Τα συγκεκριμένα στοιχεία δεν κατέστη δυνατό να επαληθευτούν ανεξάρτητα από τους δημοσιογράφους της Epoch Times.
Τα κράτη-μέλη του Αραβικού Συνδέσμου, όπως το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος, συντάχθηκαν με τις φωνές υπέρ της λύσης των δύο κρατών. Για πρώτη φορά, ο Αραβικός Σύνδεσμος καταδίκασε και τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου και απαίτησε τον αφοπλισμό της Χαμάς, όπως δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Νουέλ Μπαρό στη γαλλική εφημερίδα La Tribune στις 29 Ιουλίου.
Την ίδια ώρα, ο Αραβικός Σύνδεσμος κατηγορεί το Ισραήλ για συνεχιζόμενο «γενοκτονικό πόλεμο» εναντίον αμάχων, γυναικών και παιδιών στη Λωρίδα της Γάζας.
ΗΠΑ και Ισραήλ δεν συμμετείχαν στη διάσκεψη του ΟΗΕ, με την εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους να αποκαλεί τις συνομιλίες «επικοινωνιακό τρικ» που παρεμβάλλεται σε λεπτές διπλωματικές προσπάθειες για τερματισμό της σύγκρουσης.
Όπως δήλωσε, η διάσκεψη το μόνο που θα πετύχει είναι να παρατείνει τον πόλεμο, να ενισχύσει τη Χαμάς, να δώσει επιβράβευση στην παρεμπόδιση και να υπονομεύσει πραγματικές προσπάθειες για ειρήνη.
Ο πρέσβης του Ισραήλ στον ΟΗΕ, Ντάνι Ντανίν, καταδίκασε την προσέγγιση του Οργανισμού, κατηγορώντας τον ότι διευκολύνει την τρομοκρατία και εγκαταλείπει τις δεσμεύσεις του.
Ο ίδιος επέμεινε ότι προτού συζητηθεί το μέλλον, πρέπει να ληφθούν άμεσες ενέργειες. «Πρώτα πρέπει να επιστρέψουν όλοι οι όμηροι. Πρέπει να διασφαλίσουμε πως η Χαμάς δεν θα έχει καν τη δυνατότητα να απειλεί Ισραηλινούς και Παλαιστινίους. Μόνο τότε θα έρθει η ώρα να μιλήσουμε για ένα καλύτερο και ασφαλέστερο αύριο για όλους μας», τόνισε χαρακτηριστικά.
Πρόσθετη πίεση από την Ολλανδία
Την Τρίτη, η Ολλανδία απαγόρευσε την είσοδο στη χώρα στους ισραηλινούς υπουργούς Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και Μπεσαλέλ Σμότριτς, κατηγορώντας τους για υποκίνηση βίας στη Γάζα.
Ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Ντικσχόφ, προανήγγειλε ότι η χώρα θα προωθήσει και ευρύτερα ευρωπαϊκά μέτρα, ακόμα και εμπορικές κυρώσεις, προκειμένου να εντείνει την πίεση προς το Ισραήλ. Από την πλευρά της ισραηλινής διπλωματίας, ο πρέσβης Μόντι Ιφριάμ χαρακτήρισε την κίνηση ιστορικό λάθος που ενθαρρύνει τη Χαμάς, απομακρύνοντας την ειρήνευση.
Ανθρωπιστική βοήθεια
Παρά τη διεθνή πίεση, το Ισραήλ υπεραμύνεται της συνέχισης των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα ως απολύτως αναγκαίων για τον αφοπλισμό της Χαμάς και τη διασφάλιση του μέλλοντος της χώρας. Απορρίπτει, επίσης, τις κατηγορίες για ανθρωπιστική καταστροφή, που διατυπώνονται από τη διεθνή κοινότητα και ανθρωπιστικές οργανώσεις εν μέσω αυξανόμενης φωνής στην Ευρώπη να ενταθούν οι προσπάθειες ελάφρυνσης του πληθυσμού.
Ο ΟΗΕ επισημαίνει πως η ανθρωπιστική πρόσβαση στη Γάζα παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη, με κομβόι βοήθειας να παρεμποδίζονται ή να υφίστανται λεηλασίες.
Το Ισραήλ απορρίπτει τις κατηγορίες αξιωματούχων του ΟΗΕ και οργανισμών υπό την αιγίδα του, όπως η ουδέτερη Πλατφόρμα Κατάστασης Επισιτιστικής Ασφάλειας (IPC), για λιμό στη Γάζα.
Υποστηρίζει ότι το IPC αγνοεί δεδομένα που έχει παράσχει το Ισραήλ και παραλείπει να αναγνωρίσει βελτιώσεις στην παράδοση βοήθειας, όπως διεύρυνση σημείων διέλευσης, ρίψεις βοηθείας, κινητά νοσοκομεία και ιδιωτικές πρωτοβουλίες.
Την Τετάρτη, το Σώμα Συντονισμού Κυβερνητικών Δραστηριοτήτων στα Εδάφη, που υπάγεται στον ισραηλινό στρατό, ανακοίνωσε πως πάνω από 200 φορτηγά βοήθειας παραλήφθηκαν και διανεμήθηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη και διεθνείς οργανισμούς στις 29 Ιουλίου.
Επιπλέον, πάνω από 220 φορτηγά είχαν εισέλθει στη Γάζα και ανέμεναν διανομή, ενώ εκατοντάδες ακόμη εκκρεμούσαν για τη διανομή τους από τον ΟΗΕ. Η διανομή συνδέεται με τακτική παύση των στρατιωτικών επιχειρήσεων που ξεκίνησε από την Κυριακή.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Πακιστάν κατέληξαν σε συμφωνία που αποσκοπεί στην ανάπτυξη των πετρελαϊκών αποθεμάτων του Ισλαμαμπάντ και στη μείωση των δασμών για το Πακιστάν, όπως ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Μέσω της πλατφόρμας του, Truth Social, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε: «Είναι μια πολύ απασχολημένη μέρα σήμερα στον Λευκό Οίκο, δουλεύουμε πάνω σε εμπορικές συμφωνίες. Μίλησα με ηγέτες πολλών χωρών – όλοι θέλουν να κάνουν εξαιρετικά χαρούμενες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μόλις ολοκληρώσαμε μια συμφωνία με το Πακιστάν, με βάση την οποία Πακιστάν και ΗΠΑ θα συμπράξουν για την αξιοποίηση των τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου του Πακιστάν. Βρισκόμαστε στη διαδικασία επιλογής της πετρελαϊκής εταιρείας που θα αναλάβει αυτή τη συνεργασία».
Παρότι ο Τραμπ δεν έδωσε περαιτέρω λεπτομέρειες, πρόσθεσε: «Ποιος ξέρει, ίσως μια μέρα να πουλήσουν πετρέλαιο και στην Ινδία».
Από την πλευρά του, ο Πακιστανός υπουργός Εξωτερικών, Ισάκ Νταρ, κοινοποίησε τη σχετική ανάρτηση του Τραμπ στο Χ, γράφοντας: «Το Πακιστάν συνάπτει συμφωνία με τις ΗΠΑ, Αλχαμντουλίλαχ».
Τον Απρίλιο, ο Τραμπ είχε επιβάλει δασμούς στους περισσότερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ στο πλαίσιο ευρύτερων προσπαθειών για αναθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας, με το Πακιστάν να αντιμετωπίζει ενδεχόμενο δασμό 29% στις εξαγωγές του προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αν και ο Τραμπ δεν έκανε αναφορά σε συμφωνία για δασμούς, η πακιστανική πρεσβεία παρέπεμψε στην ανάρτησή του, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία «ορόσημο». Όπως σημείωσε στο Χ: «Το Πακιστάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες οριστικοποίησαν σήμερα μια εμπορική συμφωνία με στόχο την ενίσχυση του διμερούς εμπορίου, τη διεύρυνση της πρόσβασης σε αγορές, την προσέλκυση επενδύσεων και την προώθηση της συνεργασίας σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος».
Η πρεσβεία τόνισε ακόμη ότι η συμφωνία θα οδηγήσει σε μείωση των αμοιβαίων δασμών, ιδίως για τις πακιστανικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. «Η συμφωνία σηματοδοτεί την έναρξη νέας εποχής οικονομικής συνεργασίας, ιδιαίτερα στην ενέργεια, τα ορυχεία, την πληροφορική, τα κρυπτονομίσματα και άλλους τομείς», πρόσθεσε.
Πέραν της διεύρυνσης της πρόσβασης του Πακιστάν στην αμερικανική αγορά, η συμφωνία αναμένεται να ενισχύσει τις αμερικανικές επενδύσεις σε υποδομές και αναπτυξιακά έργα στο Πακιστάν. Η πρεσβεία κατέληξε: «Η εμπορική αυτή συμφωνία υπογραμμίζει τη δέσμευση και των δύο κρατών για εμβάθυνση της διμερούς σχέσης και την εξερεύνηση κάθε δυνατής οδού ενίσχυσης εμπορικών και επενδυτικών δεσμών».
Παράλληλα, ο Τραμπ ανέφερε ότι η κυβέρνησή του βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις εμπορικών όρων και με την Ινδία, μετά την ανακοίνωση ότι από τις 31 Ιουλίου η Ινδία θα βρεθεί αντιμέτωπη με δασμούς 25% στα προϊόντα της προς τις ΗΠΑ.
Στην ίδια ανάρτηση στο Truth Social, γνωστοποίησε επίσης σχέδια συνάντησης με αντιπροσωπεία της Νότιας Κορέας εντός της ημέρας, σημειώνοντας πως αρχικά τα κορεατικά προϊόντα θα επιβαρύνονταν με δασμούς 25%.
Αργότερα, ανακοίνωσεπλήρη εμπορική συμφωνία με τη Νότια Κορέα, με τις ΗΠΑ να επιβάλλουν τελικά δασμούς 15% στις κορεατικές εισαγωγές, ενώ τα αμερικανικά προϊόντα δεν θα υπόκεινται πλέον σε τελωνειακούς δασμούς στα κορεατικά λιμάνια.
Καταλήγοντας, ανέφερε: «Η Νότια Κορέα θα επενδύσει 350 δισεκατομμύρια δολάρια σε συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν και ελέγχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα οποία θα επιλέξει ο ίδιος ο Τραμπ», προσθέτοντας ότι η χώρα θα αγοράσει αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο ή άλλα ενεργειακά προϊόντα αξίας 100 δισ. δολαρίων.
Η Ιωάννα της Φλάνδρας (1295-1374) ήταν κόρη του Λουδοβίκου Α΄, κόμη του Νεβέρ, και της Ιωάννας του Ρετέλ. Σε ηλικία 29 ετών παντρεύτηκε τον Ιωάννη, κόμη του Μονφόρ και ετεροθαλή αδελφό του Ιωάννη Γ΄, δούκα της Βρετάνης. Μετά τον θάνατο του Ιωάννη Γ΄, ο οποίος πέθανε άτεκνος, όσοι είχαν δικαίωμα διαδοχής στον τίτλο ξεκίνησαν τις μεταξύ τους διαμάχες. Η Ιωάννα έμεινε γνωστή όχι μόνο μόνο για τη στήριξη που προσέφερε στον σύζυγο της εκείνη τη δύσκολη περίοδο, αλλά και για τη γενναιότητα, μαχητικότητα και αποφασιστικότητα που επέδειξε.
Η μάχη για τον τίτλο του δούκα της Βρετάνης
Δύο είναι αυτοί που διεκδίκησαν τον τίτλο, ο Ιωάννης του Μονφόρ και ο Κάρολος του Μπλουά, ανιψιός του Φιλίππου ΣΤ΄ της Γαλλίας . Το δικαίωμα διαδοχής του Καρόλου προερχόταν μέσα από τον γάμο του με την Ιωάννα του Παντιέβρ, ανιψιά του Ιωάννη Γ΄.
Ο βασιλιάς της Γαλλίας θέλοντας για προσωπικούς λόγους να πάρει τον τίτλο ο ανιψιό του, έπεισε τον Ιωάννη πως ήταν ασφαλές να έρθει ο ίδιος στη Γαλλία να διαπραγματευτεί μαζί του. Όμως δεν τήρησε τον λόγο του και όταν ο Ιωάννης έφτασε ο βασιλιάς τον φυλάκισε. Εδώ αρχίζει η ιστορία της συζύγου του, Ιωάννας.
Η πορεία της Ιωάννας
Η Ιωάννα δεν έχασε χρόνο. Με τη φυλάκιση του συζύγου της ανακοίνωσε ότι το δικαίωμα για τον τίτλο του δούκα της Βρετάνης ανήκε στον γιο της, ο οποίος ήταν ακόμα βρέφος. Στη συνέχεια, επένδυσε στον στρατό της και όταν ήταν έτοιμος έσπευσε στη Ρεντόν, πόλη της Γαλλίας, και την κατέκτησε.
Με τον στρατό της συνέχισεγια την Ενμπόν, την περιοχή που ο Κάρολος είχε στήσει τις σκηνές του. Όταν είδε ότι στην πόλη είχαν μείνει λίγοι μόνο στρατιώτες, η Ιωάννα άδραξε την ευκαιρία για να επιτεθεί.
Κατά τη διάρκεια της μάχης η Ιωάννα δεν διοίκησε απλά τον στρατό της αλλά πολέμησε μαζί του.
Ο Κάρολος μπορεί να είχε την υποστήριξη της Γαλλίας, αλλά η Ιωάννα είχε αυτήν της Αγγλίας. Κατά τη διάρκεια της μάχης έστειλε ένα γράμμα στον Εδουάρδο Γ΄, βασιλιά της Αγγλίας, ζητώντας ενισχύσεις ώστε να τελειώσει τη μάχη μια καλή.
Η Ιωάννα είχε ήδη προκαλέσει πανικό στην Ενμπόν καίγοντας τα τρόφιμα της πόλης και καταστρέφοντας τις σκηνές, και έτσι κέρδισε το παρωνύμιο η «Ιωάννα της φωτιάς» (Jeanne la Flamme).
Όταν ο στρατός του Καρόλου συνειδητοποίησε τι συνέβαινε, ανέλαβε δράση και σταμάτησε τα στρατεύματα της Ιωάννας, μην επιτρέποντάς τους ούτε να υποχωρήσουν. Ο Επίσκοπος του Λεόν προσπάθησε να την μεταπείσει να παραδοθεί στον Κάρολο, αλλά εκείνη αρνήθηκε, διότι είχε εντοπίσει αγγλικά καράβια, τα οποία με διαταγή του βασιλιά έρχονταν σε αρωγή της. Ο Κάρολος αναγκάστηκε να αφήσει προσωρινά την πόλη.
Στη συνέχεια, η Ιωάννα μετέβη στην Αγγλία για να ζητήσει περισσότερες ενισχύσεις, αλλά κατά την επιστροφή της ισπανικά καράβια με εντολές του βασιλιά της Ισπανίας, συμμάχου του Καρόλου, της επιτέθηκαν. Παρόλο που η μάχη ήταν σκληρή η Ιωάννα, με τη βοήθεια του αγγλικού στρατού, επικράτησε.
Η Ιωάννα και τα στρατεύματα της έπλευσαν στη Βαν, μία παραθαλάσσια πόλη στη βορειοδυτική Γαλλία, την οποία κατέκτησαν. Αμέσως μετά, συνέχισαν επιτιθέμενοι στη πρωτεύουσα της Βρετάνης, τη Ρεν, την οποία πολιόρκησαν για αρκετά χρόνια, ώσπου κατέληξαν σε ανακωχή το 1343 και στη διαπραγμάτευση της απελευθέρωσης του συζύγου της από τους Γάλλους, ο οποίος όμως πέθανε δύο χρόνια αργότερα.
Η Αγγλία υποστήριζε πλήρως τη διαδοχή της Ιωάννας και του γιου της. Έτσι, όταν ο Κάρολος έκανε και πάλι προσπάθεια να κατακτήσει το δουκάτο της Βρετάνης της, αιχμαλωτίστηκε. Όμως ο πόλεμος συνεχίστηκε ως το 1364, που ο γιος της Ιωάννας ονομάστηκε επισήμως δούκας της Βρετάνης.
Το κοινοβούλιο της Ουκρανίας ενέκρινε την Πέμπτη ομόφωνα νομοσχέδιο που αποκαθιστά την ανεξαρτησία δύο βασικών εποπτικών αρχών κατά της διαφθοράς, ανατρέποντας την αμφιλεγόμενη κίνηση του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, η οποία είχε προκαλέσει την αντίδραση Ευρωπαίων αξιωματούχων.
Το νομοσχέδιο, που υποβάλλεται τώρα στον Ζελένσκι, πέρασε με 331 ψήφους υπέρ και καμία κατά. Αντιστρέφει τη νομοθεσία που υπογράφηκε την περασμένη εβδομάδα και η οποία είχε παραχωρήσει στον γενικό εισαγγελέα της Ουκρανίας εξουσία επί του Εθνικού Γραφείου Καταπολέμησης της Διαφθοράς της Ουκρανίας (NABU) και της Ειδικής Εισαγγελίας Καταπολέμησης της Διαφθοράς (SAPO).
Το νομοσχέδιο εκείνο είχε προκαλέσει την πιο σοβαρή πολιτική κρίση στην Ουκρανία από την έναρξη του πολέμου το 2022, καθώς και πλήθος. διαδηλώσεων, με τον κόσμο να ζητά την κατάργησή του.
Καθώς το Κιέβο είναι στραμμένο προς τη Δύση, επιδιώκοντας την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ύπαρξη κράτους δικαίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για να προχωρήσει η διαδικασία και η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας των θεσμών κατά της διαφθοράς προβάλλει ως απαραίτητο βήμα.
Η Επίτροπος Διεύρυνσης της ΕΕ, Μάρτα Κος [Marta Kos], η οποία έθεσε το θέμα σε Ουκρανούς αξιωματούχους την περασμένη εβδομάδα, δήλωσε την Πέμπτη ότι το νέο νομοσχέδιο «αποκαθιστά βασικές εγγυήσεις» για τις ρυθμιστικές Αρχές της χώρας κατά της διαφθοράς.
«Η Rada διόρθωσε την επιζήμια ψηφοφορία της περασμένης εβδομάδας που υπονόμευε την ανεξαρτησία της NABU & της SAPO. Ο σημερινός νόμος αποκαθιστά βασικές εγγυήσεις, αλλά οι προκλήσεις παραμένουν. Η ΕΕ υποστηρίζει τα αιτήματα των πολιτών [της Ουκρανίας] για μεταρρύθμιση. Η προάσπιση των θεμελιωδών αξιών και η καταπολέμηση της διαφθοράς πρέπει να παραμείνουν προτεραιότητα», δήλωσε στο X.
Η πρωθυπουργός της Ουκρανίας Γιούλια Σβιριντένκο και ο αναπληρωτής της για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, Τάρας Κάτσκα, εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την έγκριση του νέου νομοσχεδίου από το Κοινοβούλιο την Πέμπτη.
«Πρόκειται για μια άμεση και υπεύθυνη απάντηση στις προσδοκίες της ουκρανικής κοινωνίας και των Ευρωπαίων εταίρων μας. Επιβεβαιώνει τη δέσμευση της Ουκρανίας για δημοκρατική διακυβέρνηση, κράτος δικαίου και θεσμική ωριμότητα», δήλωσε η Σβιριντένκο.
Ο Κάτσκα δήλωσε ότι η μεταρρύθμιση που ενισχύει το κράτος δικαίου παραμένει ακρογωνιαίος λίθος για το ευρωπαϊκό μέλλον της Ουκρανίας.
Μεταρρυθμιστική στροφή 180 μοιρών
Στις 27 Ιουλίου, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι είχε συζητήσει το ζήτημα της ανεξαρτησίας και αποτελεσματικότητας των οργάνων της Ουκρανίας για την καταπολέμηση της διαφθοράς με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και ότι συμφώνησαν για την ταχεία έγκριση του νέου νομοσχεδίου.
Αυτό σηματοδότησε μια στροφή από τον αρχικό νόμο του Ζελένσκι, ο οποίος είχε προκαλέσει διαδηλώσεις στο Κίεβο και σε πολλές άλλες πόλεις, παρέχοντας στον γενικό εισαγγελέα την εξουσία να μεταθέτει εισαγγελείς και να μεταφέρει υποθέσεις από τις NABU και SAPO, υπηρεσίες που καταπολεμούν τη διαφθορά σε υψηλό επίπεδο.
Οι επικριτές υποστήριζαν ότι η αλλαγή άνοιγε την πόρτα σε πολιτικές παρεμβάσεις, ιδίως καθώς η NABU είχε διερευνήσει αρκετές υποθέσεις δωροδοκίας υψηλού προφίλ στις οποίες εμπλέκονταν ανώτεροι αξιωματούχοι.
Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν όταν οι ουκρανικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου, συμπεριλαμβανομένης της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ουκρανίας (SBU), διεξήγαγαν μια σειρά ερευνών υψηλού προφίλ με στόχο αξιωματούχους υπηρεσίας κατά της διαφθοράς.
Η SBU ανακοίνωσε τη σύλληψη ενός αξιωματούχου της NABU που θεωρείται ύποπτος για κατασκοπεία υπέρ της Ρωσίας και ενός άλλου με φερόμενους επιχειρηματικούς δεσμούς με τη χώρα. Άλλοι κατηγορήθηκαν για διασυνδέσεις με το απαγορευμένο πολιτικό κόμμα του φυγάδα πρώην προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Συνολικά, πραγματοποιήθηκαν περίπου 70 έρευνες, οι οποίες αφορούσαν τουλάχιστον 15 υπαλλήλους της NABU.
Σύμφωνα με την NABU, ενώ οι περισσότεροι ισχυρισμοί αφορούσαν μικρές διοικητικές παραβάσεις, ορισμένοι υπάλληλοι ερευνώνται για σοβαρότερα αδικήματα. Η υπηρεσία δήλωσε επίσης ότι ορισμένες από τις ενέργειες επιβολής του νόμου είχαν παρατραβήξει.
Και οι δύο υπηρεσίες δήλωσαν ότι η νομοθεσία τούς είχε στερήσει τις εγγυήσεις που τους επέτρεπαν να εκτελούν την εντολή που είχαν για την καταπολέμηση της διαφθοράς υψηλού επιπέδου.
«Ευχαριστούμε ειλικρινά τους πολίτες της Ουκρανίας για τη στάση τους και την ενεργό υποστήριξή τους. Χάρη στην εμπλοκή τους κατέστη δυνατή η μεταρρύθμιση στο πεδίο καταπολέμησης της διαφθοράς στην Ουκρανία», ανέφεραν οι υπηρεσίες σε δήλωσή τους.
Το ουκρανικό παράρτημα της Διεθνούς Διαφάνειας, που επέκρινε το νομοσχέδιο της περασμένης εβδομάδας, δήλωσε ότι η νέα νομοθεσία αποκαθιστά την αποκλειστική δικαιοδοσία της NABU, περιορίζει τις εξουσίες του γενικού εισαγγελέα και διασφαλίζει την αυτονομία της SAPO.
Οι υπέρμαχοι κάλεσαν τον Ζελένσκι να υπογράψει το νέο νομοσχέδιο το συντομότερο δυνατό.
Ο Ζελένσκι χαρακτήρισε το κείμενο του νέου νομοσχεδίου ως «ισορροπημένο», προσθέτοντας ότι «περιλαμβάνει πραγματικά εργαλεία, αποκλείει κάθε ρωσικό δεσμό και διατηρεί την ανεξαρτησία της NABU και της SAPO».
Στις 27 Ιουλίου, ο Σι Γιονγκσίν, ηγούμενος του ναού Σαολίν της Κίνας, της θρυλικής γενέτειρας του κουνγκ φου και του Βουδισμού Ζεν, αναφέρθηκε ότι τέθηκε πρόσφατα υπό έρευνα για φερόμενη υπεξαίρεση κεφαλαίων, σύμφωνα με τον επίσημο λογαριασμό κοινωνικής δικτύωσης του μοναστηριού.
Ο 60χρονος μοναχός αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες για παραβίαση των βουδιστικών αρχών, για «διατήρηση ακατάλληλων σχέσεων με πολλές γυναίκες για μεγάλο χρονικό διάστημα» και για πατρότητα τουλάχιστον ενός νόθου παιδιού, σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Ωστόσο, σύμφωνα με Κινέζους αντιφρονούντες και γνώστες της υπόθεσης σε βάθος, η υπόθεση του Σι δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Αντίθετα, λένε ότι αποκαλύπτει μια παλιά πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) να οικειοποιείται θρησκευτικά ιδρύματα για πολιτικό έλεγχο. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Σι δεν είναι τόσο ένας κακός μοναχός, αλλά μάλλον ένας εκπαιδευμένος πράκτορας του καθεστώτος.
«Μοναχός» με ανάθεση, όχι με πίστη
Σε συνέντευξή του στην Epoch Times, ο Κινέζος αντιφρονών και πρώην πρόεδρος της Ένωσης Κινέζων Συγγραφέων του Εξωτερικού, Τσάι Κεφένγκ, αφηγήθηκε ένα ελάχιστα γνωστό επεισόδιο από τη δεκαετία του 1970 που φωτίζει, όπως είπε, το σύστημα του ΚΚΚ να τοποθεετεί νεοσύλλεκτους σε θρησκευτικές ηγετικές θέσεις της Κίνας για να εξυπηρετεί πολιτικούς σκοπούς.
Το φθινόπωρο του 1973, ο Τσάι ανάρρωνε από ασθένεια στην Γκουανγκτζού, όταν μια αξιωματούχος του Κόμματος επισκέφθηκε απροσδόκητα το σπίτι του. Το μήνυμά της ήταν ότι το καθεστώς χρειαζόταν μορφωμένους νέους να παριστάνουν τους μοναχούς και τους ιερείς σε ναούς και εκκλησίες σε όλη την Κίνα, όχι για να επιδιώξουν πνευματική φώτιση αλλά για να εντυπωσιάζουν τους ξένους επισκέπτες.
«Δεν θα χρειαστεί να κάνετε χειρωνακτική εργασία», μετέφερε τα λόγια της ο Τσάι. «[Εσείς] απλώς θα καλωσορίζετε τους ξένους επισκέπτες».
Αποκάλυψε ότι το ΚΚΚ προετοιμαζόταν για μαζική άφιξη ξένων λόγω της επικείμενης επίσκεψης του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στην Κίνα. Έτσι, το καθεστώς σχεδίαζε να τοποθετήσει «καλλιεργημένους και πολιτικά αξιόπιστους ανθρώπους σε θρησκευτικούς χώρους».
Λίγα χρόνια αφότου οι Ερυθροφρουροί του Μάο λεηλάτησαν τους ιστορικούς ναούς της Κίνας και εκδίωξαν τους μοναχούς κατά τη διάρκεια της βάναυσης Πολιτιστικής Επανάστασης, η προσφορά ήταν σουρεαλιστική και αποκαλυπτική.
Σύμφωνα με τον Τσάι, η προσφορά συνοδευόταν από έναν αξιοπρεπή μισθό, που ήταν σημαντικά υψηλότερος από αυτόν που κέρδιζαν οι περισσότεροι απόφοιτοι πανεπιστημίου εκείνη την εποχή. Ωστόσο, η φύση της εργασίας ήταν ενοχλητική. Θα έπρεπε να ξυρίζει το κεφάλι του, να φοράει το ράσο των μοναχών, να απαγγέλει τις γραφές και να τρώει χορτοφαγικά γεύματα. Όταν ο ναός ήταν κλειστός, θα μπορούσε να επιστρέφει στο σπίτι του, να τρώει κρέας, ακόμη και να παντρευτεί, αρκεί να το κρατούσε μυστικό.
Παραδοσιακά, οι Κινέζοι βουδιστές μοναχοί είναι άγαμοι και τηρούν μια αυστηρά χορτοφαγική διατροφή.
Θα είσαι ένας «επαναστάτης μοναχός», επέμεινε η αξιωματούχος τότε. «Θα εκτελείς μια πολιτική αποστολή».
Παρά την υπόσχεση για χρήματα και σταθερότητα, αυτός και η μητέρα του φοβόντουσαν μήπως χαρακτηριστούν ως δεισιδαίμονες ή πολιτικά αναξιόπιστοι σε περίπτωση που οι πολιτικοί άνεμοι της Κίνας άλλαζαν ξανά, όπως είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Αργότερα, δραπέτευσε από την Κίνα μέσω μιας σειράς επικίνδυνων προσπαθειών λαθρεμπορίου, και τελικά εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη.
Ηγούμενοι που χορεύουν και παίζουν – πολιτικό – θέατρο
Η αφήγηση του Τσάι ευθυγραμμίζεται με αυτό που περιέγραψε ο ανεξάρτητος Κινέζος σχολιαστής Τζανγκ Σιουτζιέ, στις 28 Ιουλίου. Σαν παράδειγμα, ο Τζανγκ θυμήθηκε ένα περιστατικό της δεκαετίας του 1980, όταν ένας δημοσιογράφος επισκέφθηκε έναν εξέχοντα ναό, που λέγεται πως είναι πιο διάσημος ακόμα κι από τον ναό Σαολίν, για να πάρει συνέντευξη από τον ηγούμενο. Του είπαν ότι ο ηγούμενος δεν ήταν παρών. Αργότερα, τον βρήκαν να χορεύει σε ένα νυχτερινό κέντρο της πόλης.
Όταν ο δημοσιογράφος βρήκε τον ηγούμενο στο κλαμπ, ο άντρας ζήτησε συγγνώμη, έβγαλε την περούκα του, φόρεσε τα ράσα του μοναχού και έδωσε τη συνέντευξη με τη θρησκευτική του εξάρτυση.
Ο Τζανγκ κατέληξε στο συμπέρασμα: «Γι’ αυτό κάποιος σαν τον Σι Γιονγκσίν μπορεί να αναδυθεί από ένα μέρος υποτιθέμενης πνευματικής αγνότητας. Όταν η πολιτική εισβάλλει σε κάθε τομέα, ειδικά στη θρησκεία, τι άλλο να περιμένεις;»
Σι Γιονγκσίν: Ένα προσεκτικά κατασκευασμένο πιόνι;
Γεννημένος το 1965, ο Σι Γιονγκσίν εισήλθε στον ναό Σαολίν στα 16 του και γρήγορα ανέβηκε στην ιεραρχία. Στα 22 του, διορίστηκε διευθυντής της επιτροπής διαχείρισης του ναού και αργότερα έγινε το πρόσωπο της παγκόσμιας επέκτασης του Σαολίν. Είχε υπηρετήσει πολλές θητείες ως εκπρόσωπος στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, το κοινοβούλιο χωρίς εξουσία του ΚΚΚ, και έχει καλλιεργήσει δεσμούς με τις πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ του καθεστώτος.
Για τον Τσάι, μια τόσο γρήγορη άνοδος δεν είναι τυχαία. Ο Σι ταιριάζει απόλυτα στο καλούπι του «πολιτικού μοναχού» που το καθεστώς άρχισε να φτιάχνει πριν από δεκαετίες: νέος, μορφωμένος, πιστός, και ικανός να γεφυρώσει θρησκευτικά, πολιτικά και εμπορικά συμφέροντα.
Ο Τσάι παρατήρησε: «Αν έγινε μοναχός μόνο αφού έκλεισε συμφωνία με τις Αρχές, τότε είναι σαφές ότι υπηρετούσε τη βούληση του Κόμματος».
Ο Σι Γιονγκσίν (δ), ηγούμενος του ναού Σαολίν, αντιπρόεδρος του Βουδιστικού Συνδέσμου της Κίνας και πρόεδρος του Συνδέσμου Βουδιστών της Επαρχίας Χενάν, αποχωρεί από τη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού μετά την παρακολούθηση του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου στο Πεκίνο, στις 8 Μαρτίου 2017. (Lintao Zhang/Getty Images)
Το αληθινό σκάνδαλο
Ο Τσάι υποστηρίζει ότι ακόμη και το τρέχον κύμα των ισχυρισμών κατά του Σι, συμπεριλαμβανομένης της αναφερόμενης κατάχρησης κεφαλαίων του ναού και της εμπλοκής με πολλές γυναίκες, δεν πρέπει να θεωρούνται ως καθαρά προσωπικές αποτυχίες.
Ο Τσάι εξήγησε ότι στα μάτια του ΚΚΚ, η προσωπική αρετή είναι ένα ασήμαντο ζήτημα. Το καθεστώς νοιάζεται μόνο για τον έλεγχο. Επομένως, το πραγματικό σκάνδαλο δεν είναι ότι είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά ότι το σύστημα τον άφησε να συνεχίζει και τον προστάτευε για πολλά χρόνια, μέχρι που δεν εξυπηρετούσε πλέον τα συμφέροντα του καθεστώτος.
«Το [ευρύτερο] ζήτημα δεν είναι αν ο Σι Γιονγκσίν αξίζει να αποκαλείται μοναχός, αλλά ποιος του επέτρεψε να γίνει εξαρχής», είπε ο Τσάι.
Πολιτικοί μοναχοί, όχι πνευματικοί οδηγοί
Υπό το κομμουνιστικό καθεστώς, οι βουδιστές μοναχοί, οι ταοϊστές ιερείς και οι χριστιανοί κληρικοί στην Κίνα υπόκεινται όλοι στην έγκριση, την εκπαίδευση και την επιτήρηση του κομματικού κράτους. Οι αληθινά πιστοί αναγκάζονται να κινούνται υπό καθεστώς παρανομίας, όπως στο μαζικό παράνομο εκκλησιαστικό κίνημα της Κίνας.
Οι θρησκευτικοί ηγέτες συχνά κατέχουν διοικητικούς βαθμούς αντίστοιχους με τους κυβερνητικούς αξιωματούχους και πρέπει να περάσουν από ιδεολογικό έλεγχο. Πολλοί έχουν την ευθύνη να φιλοξενούν ξένες αντιπροσωπείες, να προωθούν την προπαγάνδα του Κόμματος και να αναφέρουν τους πιστούς της περιοχής τους.
«Η θέση του μοναχού αποτελεί από καιρό μια μορφή διοικητικού ρόλου», είπε ο Τσάι. «Δεν αφιερώνονται στην πνευματική καλλιέργεια, αλλά εργάζονται και εκτελούν τα καθήκοντα του ενιαίου μετώπου [του ΚΚΚ]. Είναι μοναχοί, ναι – αλλά και κυβερνητικοί αξιωματούχοι, διευθυντές επιχειρήσεων και, τελικά, εργαλεία του πολιτικού συστήματος».
Η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύχθηκε ελάχιστα το δεύτερο τρίμηνο του 2025, υπογραμμίζοντας την ασθενή δυναμική σε ολόκληρο το μπλοκ των 20 εθνών, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέγραψαν απότομη ανάκαμψη κατά την ίδια περίοδο.
Η Eurostat δήλωσε στις 30 Ιουλίου ότι το εποχικά προσαρμοσμένο ΑΕΠ στην ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 0,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ η παραγωγή στην ευρύτερη Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) των 27 μελών αυξήθηκε κατά 0,2%. Και οι δύο μετρήσεις σηματοδότησαν μια απότομη επιβράδυνση από το πρώτο τρίμηνο, όταν η ανάπτυξη έφτασε το 0,6% και το 0,5% αντίστοιχα. Μεταξύ των μεγάλων οικονομιών, η Ισπανία ηγήθηκε με ανάπτυξη 0,7%, ακολουθούμενη από τη Γαλλία με 0,3%. Η Γερμανία και η Ιταλία συρρικνώθηκαν η καθεμία κατά 0,1%, υπογραμμίζοντας τη συνεχιζόμενη απόκλιση εντός του μπλοκ.
Πέρα από τον Ατλαντικό, τα στοιχεία των ΗΠΑ έδειξαν μια πολύ πιο φωτεινή εικόνα. Το Γραφείο Οικονομικής Ανάλυσης ανέφερε ότι το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 3% σε ετήσια βάση τον Απρίλιο-Ιούνιο, αντιστρέφοντας μια συρρίκνωση 0,5% στο πρώτο τρίμηνο και ξεπερνώντας τις προσδοκίες των οικονομολόγων για 2,4%. Η ανάκαμψη οφείλεται στην πτώση των εισαγωγών κατά 30% — μια αντιστροφή της προηγούμενης συσσώρευσης αποθεμάτων που σχετίζεται με τους δασμούς — και στην αύξηση των καταναλωτικών δαπανών κατά 1,4%.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ κατέληξαν πρόσφατα σε εμπορική συμφωνία που μείωσε τις άμεσες εντάσεις, αλλά επέβαλε δασμούς 15% στις εξαγωγές της ΕΕ προς την αγορά των ΗΠΑ — ένα μέτρο που είναι πιθανό να επηρεάσει την ανάπτυξη της ευρωζώνης. Η συμφωνία δεν έχει ακόμη επικυρωθεί από τα μέλη της ΕΕ και οι ανεπίλυτες λεπτομέρειες σημαίνουν ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες ενδέχεται να εξακολουθούν να διστάζουν να επενδύσουν.
Εν τω μεταξύ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναβάθμισε την Τρίτη τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στο σύνολο του έτους για την ευρωζώνη, επικαλούμενο ισχυρότερη από την αναμενόμενη δραστηριότητα στο πρώτο τρίμηνο, κυρίως λόγω της αύξησης των ιρλανδικών φαρμακευτικών εξαγωγών. Ωστόσο, το Ταμείο προειδοποίησε ότι η ευρύτερη ζήτηση στην ευρωζώνη παραμένει υποτονική και ότι οι κίνδυνοι από τους δασμούς και τις δημοσιονομικές πιέσεις επιμένουν.
Στην ενημέρωση του Ιουλίου για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές, το ΔΝΤ προέβλεψε ότι το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ θα αυξηθεί κατά 1% το 2025 και κατά 1,2% το 2026, μια αναβάθμιση 0,2 ποσοστιαίων μονάδων για το 2025 από την πρόβλεψη του Απριλίου. Η αναθεώρηση αντικατοπτρίζει αυτό που το ΔΝΤ χαρακτήρισε «ιστορικά μεγάλη» αύξηση στις ιρλανδικές φαρμακευτικές αποστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την προκαταρκτική εμπορική προώθηση και τις νέες εγκαταστάσεις παραγωγής. Χωρίς τη συνεισφορά της Ιρλανδίας, η αναβάθμιση της ζώνης του ευρώ θα ήταν μόλις 0,1 μονάδα.
Το ΔΝΤ αναμένει ότι ο πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ θα παραμείνει συγκρατημένος σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τη βοήθεια της ανατίμησης του νομίσματος και των προσωρινών δημοσιονομικών μέτρων. Για την ευρύτερη ΕΕ, η ανάπτυξη προβλέπεται στο 1,3% το 2025 και στο 1,4% το 2026, σχεδόν αμετάβλητη από τον Απρίλιο.
Σε πρόσφατη δήλωση μετά την ετήσια διαβούλευσή του με την ευρωζώνη, το ΔΝΤ δήλωσε ότι η περιοχή αντιμετωπίζει διαρθρωτικές προκλήσεις που περιορίζουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές και προέτρεψε τις κυβερνήσεις να ανοικοδομήσουν δημοσιονομικά αποθέματα, να προστατεύσουν την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών και να επιδιώξουν μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας. «Οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη είναι καθοδικοί», προειδοποίησε το ΔΝΤ, επικαλούμενο πιθανή κλιμάκωση των δασμών, γεωπολιτικές εντάσεις και δημοσιονομικές πιέσεις που θα μπορούσαν να επισκιάσουν τυχόν οφέλη από την απροσδόκητη δημοσιονομική χαλάρωση.
Το ΔΝΤ αναβάθμισε επίσης την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη των ΗΠΑ στο 1,9% για το 2025 και στο 2% για το 2026, επικαλούμενο χαμηλότερους από τους αναμενόμενους δασμούς, ένα ασθενέστερο δολάριο και εταιρικά επενδυτικά κίνητρα από τον νόμο One Big Beautiful Bill. Σε παγκόσμιο επίπεδο, αύξησε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη του 2025 στο 3% από 2,8% τον Απρίλιο, προειδοποιώντας παράλληλα ότι τα υψηλά εμπορικά εμπόδια και οι γεωπολιτικοί κραδασμοί εξακολουθούν να θέτουν σημαντικούς κινδύνους.
«Η επίμονη αβεβαιότητα μπορεί να επηρεάσει τις επενδύσεις, ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι δημοσιονομικές ευπάθειες θέτουν πρόσθετες απειλές», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Πιέρ Ολιβιέ Γκουρινκά, προσθέτοντας ότι οι σημαντικές εξελίξεις στις εμπορικές συνομιλίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη, ενώ οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να αυξήσουν τη μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Apple ανακοίνωσε το κλείσιμο καταστήματος στην Κίνα, καθώς η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου βρίσκεται αντιμέτωπη με αυξανόμενες οικονομικές πιέσεις και περιορισμένες καταναλωτικές δαπάνες.
Σύμφωνα με ανακοίνωση στην επίσημη ιστοσελίδα της εταιρείας, το κατάστημα που βρίσκεται στο εμπορικό κέντρο Parkland Mall στην πόλη Νταλιάν, στη βορειοανατολική Κίνα, θα σταματήσει τη λειτουργία του μετά τις 8 Ιουλίου. Εκπρόσωποι της Apple φέρεται να ανέφεραν σε εγχώρια μέσα ότι η απόφαση σχετίζεται με την αποχώρηση αρκετών άλλων εμπορικών σημάτων από το ίδιο εμπορικό κέντρο και ότι το κατάστημα θα κλείσει οριστικά στις 9 Αυγούστου 2025.
Η απόφαση εντάσσεται σε ένα δυσμενές οικονομικό κλίμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από εντεινόμενες αποπληθωριστικές πιέσεις, αποτέλεσμα της υπερβάλλουσας προσφοράς και της ασθενούς εσωτερικής ζήτησης, σε συνδυασμό με τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Τον Ιούνιο, η αύξηση των λιανικών πωλήσεων υπολείφθηκε των προβλέψεων, ενώ οι τιμές ακινήτων σημείωσαν τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων οκτώ μηνών, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.
Το κατάστημα της Parkland Mall είναι ένα από τα δύο της Apple στην πόλη Νταλιάν. Το άλλο βρίσκεται στο συγκρότημα Olympia 66, σε απόσταση περίπου δέκα λεπτών. Η εταιρεία γνωστοποίησε ότι στους εργαζομένους του καταστήματος που κλείνει θα προσφερθούν θέσεις σε κοντινά καταστήματα.
Η Apple διαθέτει συνολικά 41 καταστήματα στην Κίνα, αριθμός που αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 10% του παγκόσμιου δικτύου της, το οποίο ξεπερνά τα 530 καταστήματα, σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της εταιρείας.
Σύμφωνα με στοιχεία της ερευνητικής εταιρείας IDC, η κινεζική αγορά κινητών τηλεφώνων παρουσίασε συρρίκνωση το δεύτερο τρίμηνο του 2025, με μείωση στις αποστολές για τέσσερις από τις πέντε κορυφαίες μάρκες, λόγω της μειωμένης καταναλωτικής ζήτησης.
Η Apple κατατάσσεται στην πέμπτη θέση της αγοράς κινητών τηλεφώνων στην Κίνα, πίσω από τους τοπικούς ανταγωνιστές Huawei, Vivo, Oppo και Xiaomi. Κατά την IDC, οι αποστολές συσκευών της Apple μειώθηκαν κατά 1,3% σε ετήσια βάση, φθάνοντας τα 9,6 εκατομμύρια μονάδες στο δεύτερο τρίμηνο. Πρόκειται για μικρότερη πτώση σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, όταν η μείωση είχε φθάσει το 9%, γεγονός που αποδίδεται σε προσαρμογές τιμών σε ορισμένες εκδόσεις των iPhone 16 και 16 Pro που εντάχθηκαν σε κρατικά προγράμματα επιδότησης.
Το μερίδιο αγοράς της Apple αυξήθηκε οριακά στο 13,9% το δεύτερο τρίμηνο από 13,7% το προηγούμενο. Ωστόσο, σύμφωνα με την IDC, πρόκειται για το όγδοο συνεχόμενο τρίμηνο πτώσης στις αποστολές συσκευών της εταιρείας στην Κίνα.
Σε σύγκριση, η Huawei διατηρεί μερίδιο περίπου 18%, ενώ η Xiaomi προσεγγίζει το 14%.
Παράλληλα, η Apple συνεχίζει την αναδιάρθρωση της εφοδιαστικής της αλυσίδας, επιδιώκοντας τη μείωση της εξάρτησης από την Κίνα. Όπως προκύπτει από στοιχεία της Canalys, η Ινδία ξεπέρασε την Κίνα ως κύριος προμηθευτής κινητών τηλεφώνων που εξάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, καλύπτοντας το 44% των αποστολών κατά το δεύτερο τρίμηνο, έναντι 25% της Κίνας.
Ο βασικός προμηθευτής της Apple στην Ινδία παρήγαγε iPhones αξίας περίπου 14 δισ. δολαρίων το 2024, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 14% της παγκόσμιας παραγωγής. Η εταιρεία φέρεται να σχεδιάζει περαιτέρω επέκταση στην Ινδία και στο Βιετνάμ, εν μέσω των παρατεταμένων εμπορικών εντάσεων ΗΠΑ-Κίνας.