Από τις πρώτες μέρες του εθνικού ξεσηκωμού, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε συνδέσει τη μοίρα της Πελοποννήσου με την κατάληψη της Τριπολιτσάς. Η πόλη, χτισμένη στην καρδιά του Μοριά, δεν ήταν απλώς ένα φρούριο· ήταν το διοικητικό κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου ο Μόρα-Βαλεσί διατηρούσε έδρα, χαρέμι και ανεκτίμητους θησαυρούς. Την πόλη, όπου ζούσε ο μισός τουρκικός πληθυσμός του Μοριά, υπερασπιζόταν σημαντικός αριθμός ενόπλων σωμάτων. Αν η Τριπολιτσά παρέμενε αλώβητη, θα αποτελούσε διαρκή απειλή για τις ελεύθερες επαρχίες.
Στα μέσα Απριλίου του 1821, παρά τις επιφυλάξεις ορισμένων οπλαρχηγών για την έλλειψη τακτικού στρατού, ο Κολοκοτρώνης πείθει να ξεκινήσει ο πλήρης αποκλεισμός. Υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη – αλλά με τον Κολοκοτρώνη ως εγκέφαλο της επιχείρησης – σχηματίζεται γύρω από την πόλη ένα σφιχτό κύκλωμα που περιλαμβάνει τα χωριά Πάπαρι, Βλαχοκερασιά, Διάσελο, Αλωνίσταινα και Βέρβενα.
Ο Μουσταφάμπεης, με 3.500 άνδρες από τα Γιάννενα, προσπαθώντας να σπάσει τον κλοιό, έπεσε σε παγίδες. Στο Βαλτέτσι (12 Μαΐου) και στα Δολιανά (18 Μαΐου) οι Τούρκοι γνώρισαν βαριές ήττες που καθόρισαν την έκβαση της πολιορκίας: οι νίκες αυτές όχι μόνο ενίσχυσαν το ηθικό, αλλά άνοιξαν τον δρόμο για την οριστική Άλωση.
Καθώς η δύναμη των πολιορκητών ανέβαινε στους 10.000 άνδρες, η Τριπολιτσά έβλεπε τις προμήθειές της να στερεύουν, τα χρήματα να εξαντλούνται και τις αρρώστιες να θερίζουν. Ο Κολοκοτρώνης, εφαρμόζοντας την ιδέα να κατασκευαστεί περιφερειακή τάφρος – η Γράνα – ανάγκασε τους υπερασπιστές να βιώνουν καθημερινά την απόγνωση. Γύρω από την τάφρο τοποθετήθηκαν τέσσερα ελληνικά σώματα με επικεφαλής τους Μαυρομιχάλη, Γιατράκο, Αναγνωσταρά και τον ίδιο. Οι πολιορκημένοι μετρούσαν 30 κανόνια έναντι ενός παμπάλαιου ελληνικού.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, ημέρα Παρασκευή, ο απλός στρατιώτης Μανώλης Δούνιας, γνωρίζοντας τον φύλακα του προμαχώνα, σκαρφάλωσε στα πεντέμισι μέτρα τείχη και εξουδετέρωσε τον φρουρό. Άνοιξε την Πύλη του Μυστρά και μέσα σε ελάχιστη ώρα οι Έλληνες επαναστάτες εισέβαλαν στην πόλη. Παρά την επίμονη αντίσταση των κατοίκων, η κατάληψη ολοκληρώθηκε σε δύο ώρες.
Ακολούθησε τριήμερη σφαγή, όπου από την Παρασκευή έως την Κυριακή σφαγιάστηκαν άνδρες, γυναίκες και παιδιά, συνολικά 32.000 ψυχές. Οι επαναστάτες, καταδιωκόμενοι από τη μνήμη των δεκαετιών οθωμανικής καταπίεσης, ξέσπασαν σε μία άγρια εκδικητικότητα. Μαζί με Τούρκους, θύματα υπήρξαν και Εβραίοι που θεωρούνταν συνεργάτες της τουρκικής διοίκησης, αλλά και Έλληνες «τουρκόφιλοι». Μόνο όταν οι οπλαρχηγοί διακήρυξαν τον τερματισμό της σφαγής έπεσε σιγή στην πόλη.
Παρά την πανωλεθρία, οι Αλβανοί μισθοφόροι (περίπου 2.000) διαπραγματεύτηκαν με τον Κολοκοτρώνη ασφαλή απόσυρση. Χωρίς καμία απώλεια, αποχώρησαν συντεταγμένα, μοναδική εξαίρεση στο γενικό πογκρόμ.
Η πτώση της Τριπολιτσάς σηματοδότησε την οριστική επικράτηση των ελληνικών όπλων στην Πελοπόννησο, με μόνα εναπομείναντα οθωμανικά προπύργια τα θαλάσσια φρούρια Πατρών, Μεθώνης, Κορώνης και Ναυπλίου. Ταυτόχρονα αποκάλυψε τη σκληρότητα που θα χαρακτήριζε τον εμφύλιο δημόσιο διάλογο και τη σχέση Ελλήνων και Οθωμανών τις επόμενες δεκαετίες.
Η Άλωση της Τριπολιτσάς δεν υπήρξε απλώς στρατιωτική νίκη· ήταν η πρώτη μεγάλη πράξη ελευθερίας και, ταυτόχρονα, η πρώτη μεγάλη πράξη εκδίκησης του νέου ελληνικού έθνους.
Για δεκαετίες, η Ουάσιγκτον πόνταρε ότι το εμπόριο και η τεχνολογία θα ενσωμάτωναν την Κίνα σε μια πιο ανοιχτή διεθνή τάξη, βασισμένη σε κανόνες. Αντί γι’ αυτό, οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου συγκρούονται πλέον σχεδόν σε κάθε πεδίο – τσιπ και τεχνητή νοημοσύνη, εφοδιαστικές αλυσίδες και τεχνικά πρότυπα, τον κυβερνοχώρο και το διάστημα, ιδεολογία και επιρροή – αναδιαμορφώνοντας, κατά συνέπεια, τις συμμαχίες και την παγκόσμια οικονομία.
Οι αναλυτές το αποκαλούν «ανταγωνισμό τύπου Ψυχρού Πολέμου» με μια κρίσιμη ιδιαιτερότητα: οι δύο αντίπαλοι παραμένουν στενά δεμένοι μέσω εμπορίου και χρηματοοικονομικών σχέσεων. Αντί να κόψουν πλήρως αυτούς τους δεσμούς, κάθε πλευρά αποπειράται να τους ξανασχεδιάσει.
Η Ουάσιγκτον μιλά για «μείωση κινδύνου» και «στοχευμένη αποσύνδεση», ενώ το Πεκίνο υψώνει δικά του νομικά, ρυθμιστικά και εξαγωγικά εργαλεία που συχνά αποκλίνουν από τους παγκόσμιους κανόνες. Αυτή η διελκυστίνδα, λένε οι ειδικοί, πιθανόν να καθορίσει τη σχέση των δύο χωρών πολύ πέρα από το 2027.
Ιστορικό πλαίσιο
Το ταξίδι του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στο Πεκίνο το 1972 έβαλε τέλος σε δεκαετίες εχθρότητας και άνοιξε τον δρόμο για την πλήρη διπλωματική αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1979.
Μέχρι τότε, η Ουάσιγκτον αναγνώριζε την κυβέρνηση της Ταϊβάν – τη Δημοκρατία της Κίνας – ως τη μοναδική νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας.
Η διπλωματική στροφή άνοιξε τον δρόμο της Κίνας προς τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) το 2001, δίνοντάς της ευρεία πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές, υπερτροφοδοτώντας την ανάπτυξη με βάση τις εξαγωγές και μετατρέποντας τη χώρα σε κεντρικό κόμβο των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων.
Η Ουάσιγκτον υπέθεσε ότι η βαθύτερη ενσωμάτωση θα ωθούσε το Πεκίνο προς μια πιο ανοιχτή, θεσμικά ρυθμισμένη και δημοκρατική κατεύθυνση. Αυτό δεν συνέβη.
Η Κίνα εξανάγκασε τις μεταφορές τεχνολογίας, έδωσε αφειδώς επιδοτήσεις σε μεγάλες κρατικά ενισχυόμενες επιχειρήσεις, μπλόκαρε ξένους ανταγωνιστές και έκλεισε τα μάτια σε εκτεταμένες κλοπές πνευματικής ιδιοκτησίας – όλα κατά παράβαση των αρχών του ΠΟΕ.
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον, η πρώτη κυρία Πατρίσια Νίξον και ο υπουργός Εξωτερικών Ουίλλιαμ Ρότζερς επισκέπτονται το Σινικό Τείχος, κατά τη διάρκεια επίσημου ταξιδιού βόρεια του Πεκίνου. Κίνα, 24 Φεβρουαρίου 1972. (Xinhua/AFP μέσω Getty Images)
Η στρατηγική απέδωσε σε ακατέργαστη ισχύ. Το ονομαστικό ΑΕΠ της Κίνας εκτινάχθηκε από περίπου 1,3 τρισ. δολάρια το 2001 σε περίπου 19,2 τρισ. δολάρια το 2025 – πάνω από δεκατετραπλάσια αύξηση.
Την ανάπτυξη συνόδευσε μια πιο επιθετική στάση. Κινεζικές κρατικά υποστηριζόμενες ομάδες κυβερνοεισβολέων παραβίασαν αμερικανικές κυβερνητικές υπηρεσίες, εταιρείες και κρίσιμες υποδομές, ενώ επιχειρήσεις επιρροής διείσδυσαν σε πανεπιστήμια, δεξαμενές σκέψης και μέσα ενημέρωσης, κατευθύνοντας την πολιτική και τη δημόσια γνώμη υπέρ του Πεκίνου.
Στα παραπάνω προστίθεται και η πλημμύρα πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης από την Κίνα που τροφοδοτεί την αμερικανική κρίση οπιοειδών – κάτι που ορισμένοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αποκαλούν μορφή «πολέμου χωρίς περιορισμούς».
Στρατηγική στροφή της Ουάσιγκτον
Η αλλαγή στο σκεπτικό των ΗΠΑ ήρθε το 2017, όταν η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Τραμπ χαρακτήρισε την Κίνα κορυφαίο ανταγωνιστή και στρατηγικό αντίπαλο. Αυτή η εκτίμηση συνέχισε να καθοδηγεί την πολιτική της χώρας τόσο υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν όσο και υπό την τρέχουσα κυβέρνηση Τραμπ.
Η συμπεριφορά του Πεκίνου μετά την ένταξη στον ΠΟΕ ανάγκασε την Ουάσιγκτον σε σκληροπυρηνικό «τεχνοεθνικισμό και εμπορικό προστατευτισμό», όπως είπε στην εφημερίδα The Epoch Times ο Πήτερ Σ. Γ. Τσόου (Peter C. Y. Chow), καθηγητής οικονομικών στο City College της Νέας Υόρκης.
Αυτή η νέα στάση παράγει πλέον μια σταθερή ακολουθία μέτρων. Στις 20 Αυγούστου, η Microsoft περιόρισε την κινεζική πρόσβαση στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τρωτά σημεία κυβερνοασφάλειας, επικαλούμενη ανησυχίες εθνικής ασφάλειας. Μια εβδομάδα αργότερα, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι κλείνει μια «χαραμάδα» που επέτρεπε σε ορισμένους ξένους κατασκευαστές τσιπ να στέλνουν εργαλεία των ΗΠΑ στην Κίνα χωρίς άδειες.
Ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Κετσιάνγκ συναντά τον συνιδρυτή της Microsoft Μπιλ Γκέιτς στο κυβερνητικό συγκρότημα Τζονγκνανχάι στο Πεκίνο, στις 3 Νοεμβρίου 2017. (Thomas Peter-Pool/Getty Images)
Στις 12 Σεπτεμβρίου, το υπουργείο Εμπορίου δημοσίευσε νέα λίστα ελέγχου εξαγωγών που κατονόμασε 23 κινεζικές εταιρείες που βοηθούν ρωσικά ή κινεζικά στρατιωτικά προγράμματα. Παράλληλα, τιμώρησε δύο κινεζικούς μεσάζοντες για αγορά αμερικανικού εξοπλισμού κατασκευής τσιπ για τον κορυφαίο κινεζικό κατασκευαστή SMIC, σηματοδοτώντας προθυμία να τιμωρηθούν τόσο οι μεσάζοντες όσο και οι τελικοί χρήστες.
Από την 1η Οκτωβρίου, θα εφαρμοστεί υποχρεωτική εκπαίδευση για την ασφάλεια της έρευνας σε επιστήμονες που χρηματοδοτούνται από το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών και το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.
Το Πεκίνο απαντά
Στις 22 Αυγούστου, οι ρυθμιστικές Αρχές σκλήρυναν τον έλεγχο της εξόρυξης και επεξεργασίας σπάνιων γαιών, επεκτείνοντας τα όρια ποσοστώσεων και σε εισαγόμενα υλικά και απαιτώντας μηνιαίες αναφορές που δίνουν στις Αρχές πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα αποστολών – επίπεδο ελέγχου που ανησυχεί τους ξένους κατασκευαστές.
Λιγότερο από δύο εβδομάδες αργότερα, το Πεκίνο ανακοίνωσε έρευνα για καταστρατήγηση στις εισαγωγές οπτικών ινών από τις ΗΠΑ, έπειτα ξεκίνησε διπλές έρευνες για ύποπτο ντάμπινγκ από Αμερικανούς προμηθευτές αναλογικών τσιπ και για υποτιθέμενη διάκριση εναντίον κινεζικών εταιρειών.
Στις 15 Σεπτεμβρίου, οι ρυθμιστικές Αρχές βάθυναν τον αντιμονοπωλιακό έλεγχο της εξαγοράς της Mellanox Technologies από την Nvidia, εντείνοντας την πίεση στον αμερικανικό τεχνολογικό κολοσσό. Σχεδόν κάθε εβδομάδα, η μία πλευρά σφίγγει τους ελέγχους στις εξαγωγές, τις εξετάσεις ασφάλειας ή τα νομικά εμπόδια, και η άλλη απαντά με δικά της εργαλεία.
Ιδεολογικό χάσμα
«Δεν μπορείς να συμβιβάσεις τον συγκεντρωτικό αυταρχικό έλεγχο με τη σύγχρονη δημοκρατική διακυβέρνηση», είπε στην Epoch Times ο Ντέηβυ Τζ. Ουόνγκ (Davy J. Wong), οικονομολόγος με έδρα τις ΗΠΑ. «Οι δύο αξίες δεν μπορούν να συνυπάρξουν, άρα η σύγκρουση ισχύος είναι αναπόφευκτη».
Η δημοκρατία εκτιμά τη διαφάνεια και την καινοτομία από τη βάση προς τα πάνω, προσέθεσε, ενώ το μονοκομματικό κράτος της Κίνας δίνει αξία στην ταχύτητα και τη συνοχή. Αυτή η συνοχή υπηρετεί έναν σκοπό, είπε ο καθηγητής διεθνούς επιχειρηματικότητας Σεν Ρονγκτσίν (Shen Rongqin) του Πανεπιστημίου Γιορκ στον Καναδά. «Για το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, η επιβίωση του καθεστώτος έχει απόλυτη προτεραιότητα – ακόμη και εις βάρος της οικονομίας ή των συνθηκών ζωής του λαού», είπε.
Οι προτεραιότητες δεν θα μπορούσαν να απέχουν περισσότερο, πρόσθεσε ο Χένρυ Λι (Henry Li), οικονομολόγος και αναλυτής της Κίνας με έδρα το Μέρυλαντ. «Για την Ουάσιγκτον, το ύψιστο κριτήριο είναι η εθνική ευημερία· για το Πεκίνο, η εξουσία», δήλωσε.
Οποιαδήποτε υπόνοια αδυναμίας, τόνισε, θεωρείται από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας υπαρξιακή απειλή, γι’ αυτό αισθάνεται υποχρεωμένο να αντιμετωπίζει την Ουάσιγκτον και να προβάλει ισχύ. Αν αυτή η ισχύς αμφισβητηθεί, προειδοποίησε, «το Κόμμα δεν θα διστάσει να καταφύγει σε μέτρα εξόντωσης, ακόμη και αυτοκαταστροφικά». Υπενθύμισε την εκδήλωση αυτής της νοοτροπίας το 1989, όταν δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες και εκατοντάδες τεθωρακισμένα κατέστειλαν ειρηνικούς φιλοδημοκρατικούς διαδηλωτές στην πλατεία Τιενανμέν.
Κατά τη διάρκεια αγρυπνίας με κεριά στο Πάρκο Βικτώρια στο Χονγκ Κονγκ, ένας άνδρας κρατά εικόνα με τον διάσημο «Tank Man» που στάθηκε απέναντι στα κινεζικά στρατιωτικά τανκ στην πλατεία Τιενανμέν στις 5 Ιουνίου 1989. Χονγκ Κονγκ, 4 Ιουνίου 2020. (Anthony/AFP μέσω Getty Images)
Οι ηγέτες των ΗΠΑ αντιμετωπίζουν διαφορετικές εσωτερικές προκλήσεις, σημείωσε ο Τσόου. Αν η οικονομία κλονιστεί, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι μπορούν να τιμωρήσουν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στις κάλπες, περιορίζοντας το πόσο μακριά μπορεί να πιέσει η Ουάσιγκτον πριν οι απώλειες θέσεων εργασίας ή ο πληθωρισμός γίνουν πολιτικές ευθύνες.
Το εγχειρίδιο του Πεκίνου: Δέσμευση, καθυστέρηση, επαναδιαπραγμάτευση
Παρά το ιδεολογικό χάσμα, η Κίνα εξακολουθεί να βασίζεται στη ζήτηση των ΗΠΑ για τις εξαγωγές της, δίνοντας στην Ουάσιγκτον μοχλό πίεσης. Αλλά το Πεκίνο έχει μάθει πώς να αμβλύνει αυτό το πλεονέκτημα.
Η αντεπίθεση του Πεκίνου, είπε ο Ουόνγκ, είναι «δέσμευση, καθυστέρηση, επαναδιαπραγμάτευση»: η Κίνα προσφέρει τακτικές παραχωρήσεις, καθυστερεί στην εφαρμογή, και μετά επιστρέφει ζητώντας νέους όρους. Ο Λι βλέπει αυτό το σενάριο να επαναλαμβάνεται στις τρέχουσες εμπορικές συνομιλίες, καθώς οι Κινέζοι διαπραγματευτές φαίνονται συνεργάσιμοι αλλά συμβάλλουν με ελάχιστες ουσιαστικές προτάσεις.
Μέχρι στιγμής, το Πεκίνο έχει υποσχεθεί να αναιρέσει κάποιους ανταποδοτικούς δασμούς, να χαλαρώσει περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και να δημιουργήσει έναν «μηχανισμό διαβούλευσης» για συνεχή διάλογο – βήματα που αφορούν μέτρα που το ίδιο το Πεκίνο είχε επιβάλει πρόσφατα και που δεν έχουν μακροπρόθεσμη δέσμευση.
Το μοτίβο θυμίζει τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις της εμπορικής συμφωνίας «Φάσης Ένα» 2018-2020, όταν οι πολυδιαφημισμένες δεσμεύσεις του Πεκίνου να αυξήσει τις αγορές αμερικανικής σόγιας και τεχνολογίας δεν υλοποιήθηκαν ποτέ πλήρως, είπε ο Λι.
Ο Λι υποστηρίζει ότι το Πεκίνο τραβάει την υπόθεση μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές των ΗΠΑ το 2026, ελπίζοντας ότι οποιαδήποτε αλλαγή στο Κογκρέσο θα περιορίσει τον Τραμπ, ενώ παράλληλα διοχετεύει χρήματα στις εγχώριες εφοδιαστικές αλυσίδες για να μειώσει την εξάρτηση από τις ΗΠΑ.
Εργαζόμενοι σε αποθήκη της εταιρείας ταχυμεταφορών Weijiang International, η οποία συνεργάζεται τον κινεζικό διαδικτυακό κολοσσό ηλεκτρονικών αγορών Temu, στο Γκουανγκτζού. Επαρχία Γκουανγκντόνγκ, Κίνα, 12 Αυγούστου 2025. (Adek Berry/AFP μέσω Getty Images)
Ωστόσο, το περιθώριο κινήσεων της Κίνας στενεύει, σημείωσε ο Τσόου, αφού η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, η εκρηκτική ανεργία νέων και η αδύναμη κατανάλωση έχουν υπονομεύσει την ελκυστικότητά της ως μαγνήτη ξένων κεφαλαίων. Μια έρευνα του 2025 του Συμβουλίου Επιχειρήσεων ΗΠΑ-Κίνας έδειξε ότι μόνο το 48% των αμερικανικών εταιρειών σχεδιάζει να επενδύσει στην Κίνα το 2025 – πτώση ιδιαιτέρως απότομη από το 80% του 2024.
«Το Πεκίνο ίσως θελήσει να ελαχιστοποιήσει τη ζημιά από τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ», προειδοποίησε ο Τσόου, «ή να βρεθεί αντιμέτωπο με σοβαρότερη οικονομική κρίση στο εσωτερικό».
Επικείμενοι δευτερογενείς δασμοί στην Κίνα
Η Κίνα και η Ινδία βοήθησαν να διατηρηθεί η ρωσική οικονομία ζωντανή μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, αυξάνοντας τις αγορές ρωσικού πετρελαίου ακόμη και όταν πολλές χώρες τις μείωσαν ή τις διέκοψαν.
Μέχρι το 2025, η Κίνα είχε γίνει ο μεγαλύτερος αγοραστής ορυκτών καυσίμων της Ρωσίας, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 40% των εσόδων από εξαγωγές της Μόσχας, αντισταθμίζοντας μεγάλο μέρος της επίδρασης των δυτικών κυρώσεων.
Σε απάντηση, το Κογκρέσο – με διακομματική ψήφο – παραχώρησε στον πρόεδρο Τραμπ την εξουσία να επιβάλει κυρώσεις και δασμούς σε χώρες που βοηθούν τη Ρωσία. Ο πρόεδρος έχει επίσης παροτρύνει αξιωματούχους της ΕΕ να επιβάλουν δασμούς έως 100% σε κινεζικά και ινδικά αγαθά και έχει δώσει σήμα ότι η Ουάσιγκτον θα δράσει συντονισμένα.
Εμπορευματοκιβώτια στοιβάζονται καθώς γερανοί εκφορτώνουν φορτηγά πλοία στο λιμάνι του Λος Άντζελες στο Σαν Πέδρο. Καλιφόρνια, ΗΠΑ, 15 Απριλίου 2025. (Patrick T. Fallon/AFP μέσω Getty Images)
Το Πεκίνο απάντησε με τα δικά του μέσα πίεσης. Κατά τις τεταμένες συνομιλίες του Μαΐου και του Ιουνίου, περιόρισε τις εξαγωγές βαρέων σπάνιων γαιών – απαραίτητων για κάθε είδος σύγχρονης τεχνολογίας, από πυραύλους και οχήματα μέχρι κινητά τηλέφωνα – προκειμένου να αποσπάσει παραχωρήσεις.
«Αυτός ο στραγγαλισμός λειτούργησε», είπε ο Σεν. Η Ουάσιγκτον χαλάρωσε κάποιους δασμούς και μετρίασε ορισμένους ελέγχους στα τσιπ, επιτρέποντας στις Nvidia και AMD να πουλήσουν στην Κίνα υποβαθμισμένα τσιπ τεχνητής νοημοσύνης, H20 και MI308, με αντάλλαγμα προμήθεια 15% επί των εσόδων.
Ο Σεν υποστηρίζει ότι η συμφωνία στην πραγματικότητα ευνοεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή κρατά τους Κινέζους προγραμματιστές «κλειδωμένους» στο οικοσύστημα Compute Unified Device Architecture της Nvidia, καθυστερώντας έτσι τις εγχώριες εναλλακτικές τους.
Το κατά πόσο αυτή η συμφωνία θα τηρηθεί από το Πεκίνο παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές αναμένουν ότι οι εντάσεις θα αναζωπυρωθούν αν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες συμφωνίες έως τις 10 Νοεμβρίου, οπότε λήγει και η παράταση της προθεσμίας για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών. «Κάθε πλευρά αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα ως όπλο», είπε ο Σεν. «Αυτό το μοτίβο γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο».
Με δευτερογενείς δασμούς ή χωρίς, κάθε πλευρά επιστρατεύει τα ισχυρότερα όπλα της – την τεχνολογία η Ουάσιγκτον, τις σπάνιες γαίες το Πεκίνο – σε ένα κλιμακούμενο μοτίβο που ολοένα και περισσότερο θυμίζει Ψυχρό Πόλεμο, συμπλήρωσε ο Σεν.
Στο επίκεντρο πολιτικής θύελλας βρίσκεται η παράλειψη της Ελλάδας να ζητήσει οικονομική υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τους κτηνοτρόφους που πλήττονται από τη συνεχιζόμενη επιδημία της ευλογιάς αιγοπροβάτων. Αυτή η αποκάλυψη έρχεται να προστεθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κυβερνητικής αδράνειας που έχει υπονομεύσει την ελληνική κτηνοτροφία.
Η καταδικαστική αποκάλυψη της Κομισιόν
Η απάντηση του Επιτρόπου Γεωργίας της ΕΕ, Κρίστοφ Χάνσεν, προς τον πρόεδρο του ΑΚΚΕΛ προδίδει την ολιγωρία: η Ελλάδα ούτε έχει ενεργοποιήσει το Μέτρο 23 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης για την αποκατάσταση παραγωγής των πληγέντων κτηνοτρόφων ούτε έχει διαθέσει πόρους από το Στρατηγικό Σχέδιο ΚΓΠ 2023-2027.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η ΕΕ καλύπτει έως και 30% των δαπανών για τα μέτρα ελέγχου ασθενειών, ενώ παράλληλα υπάρχουν διαθέσιμα δωρεάν εμβόλια από την τράπεζα εμβολίων της ΕΕ μέσω των προγραμμάτων TAD και THRACE, η αποκάλυψη αποκτά επιπλέον βαρύτητα. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να θεσπίσει καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων για την υποστήριξη των κτηνοτρόφων για απώλειες από επιδημίες ζωικών ασθενειών.
Οι αριθμοί που έχουν καταγραφεί από την εμφάνιση της ευλογιάς τον Αύγουστο του 2024 μέχρι τον Σεπτέμβριο 2025 αποτυπώνουν την καταστροφή μιας ολόκληρης βιομηχανίας. Περισσότερα από 300.000 ζώα έχουν θανατωθεί μόνο από την ευλογιά, ενώ σε συνδυασμό με τις απώλειες από άλλες ζωονόσους και φυσικές καταστροφές, οι θανατώσεις παραγωγικών ζώων έχουν ξεπεράσει τις 350.000.
Μέχρι τα τέλη Αυγούστου 2025, είχαν καταγραφεί 903 κρούσματα σε 1.148 εκμεταλλεύσεις, με τη Θεσσαλία, την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, τη Χαλκιδική και τη Φωκίδα να δέχονται τα βαρύτερα πλήγματα. Οι οικονομικές απώλειες υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 350 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιπροσωπεύει μία πραγματική οικονομική καταστροφή για χιλιάδες οικογένειες.
Η εξέλιξη της επιδημίας και τα βήματα που δεν έγιναν
Η σημερινή ευλογιά των αιγοπροβάτων έκανε την εμφάνισή της στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2024. Αρχικά, τα κρούσματα εντοπίστηκαν κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία, περιοχές που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με την Τουρκία, όπου η νόσος παραμένει ενδημική εδώ και χρόνια.
Παρά τα πρώτα σημάδια κινδύνου, η κυβερνητική ανταπόκριση υπήρξε αργή και πλημμελής. Μέχρι τον Μάιο του 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη διαπιστώσει 394 εστίες ευλογιάς και πάνω από 118.000 ζώα είχαν θανατωθεί. Η Κομισιόν έκρινε ότι τα μέτρα κατά της ευλογιάς ήταν ανεπαρκή, επισημαίνοντας προβλήματα στην εφαρμογή μέτρων βιοασφάλειας και την έλλειψη πλήρους απαγόρευσης εισαγωγών ζώων.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά κατά τη θερινή περίοδο. Ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Χρήστος Κέλλας, παραδέχτηκε ότι ενώ πριν από το Πάσχα είχαν φτάσει σε μηδέν ή ένα κρούσμα πανελλαδικά, το τελευταίο διάστημα παρατηρήθηκε αύξηση σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως τη Μαγνησία, τη Φωκίδα, τη Λάρισα, τη Χαλκιδική και τη Ξάνθη. Η έξαρση αποδόθηκε στην αυξημένη κινητικότητα της πασχαλινής περιόδου και σε ανταλλαγές ζώων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της κλιμάκωσης αποτελεί η ανακοίνωση της 14ης Ιουλίου 2025, όπου δηλώθηκαν 42 νέες εστίες ευλογιάς, με 13.831 αιγοπρόβατα να θανατώνονται, ενώ στις 25 Αυγούστου καταγράφηκαν 73 νέες εστίες με 14.219 θανατωμένα ζώα. Μόνο το Σεπτέμβριο 2025 καταγράφηκαν 100 νέες εστίες με 15.856 θανατωμένα ζώα.
Το Μέτρο 23 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης προβλέπει στήριξη ρευστότητας σε αγροκτήματα που υφίστανται απώλεια 30% παραγωγής ή δυναμικού, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης των ζωικών ασθενειών. Η ενίσχυση μπορεί να φτάσει τα 42.000 ευρώ ανά δικαιούχο, με συνολικό προϋπολογισμό 178 εκατομμύρια ευρώ. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα δεν έχει υποβάλει κανένα αίτημα για την ενεργοποίησή του για τους πληγέντες από ζωονόσους κτηνοτρόφους.
Η ΕΕ χρηματοδοτεί την επιτήρηση και έγκαιρη ανίχνευση της νόσου σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία από το 2013 μέσω του προγράμματος T.H.R.A.C.E.. Επιπλέον, υπάρχει δυνατότητα συγχρηματοδότησης έως 30% των δαπανών για θανάτωση ζώων, αποζημιώσεις και απολυμάνσεις μέσω του Προγράμματος Ενιαίας Αγοράς.
Παράλληλα, η τράπεζα εμβολίων της ΕΕ διαθέτει δωρεάν εμβόλια μέσω των προγραμμάτων TAD και THRACE, τα οποία η Ελλάδα δεν έχει ζητήσει. Οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων επιτρέπουν την παροχή γρήγορης και ευέλικτης ενίσχυσης έως περίπου 50.000 ευρώ ανά δικαιούχο μέσω των ενισχύσεων de minimis.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επανειλημμένα συστήσει στην Ελλάδα τον εμβολιασμό των κοπαδιών ως τη μόνη αποτελεσματική λύση για τον έλεγχο της νόσου. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει συμφωνία από τους κτηνοτρόφους και τη γαλακτοβιομηχανία, κάτι που η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να εξασφαλίσει.
Επιπλέον, η Κομισιόν ζητά πιο αυστηρά και στοχευμένα μέτρα, αποτελεσματικές κυρώσεις με τη στήριξη της αστυνομίας, τήρηση των κανόνων βιοασφάλειας και οργάνωση των περιοχών βόσκησης για την αποφυγή επαφής μεταξύ κοπαδιών.
Παράλληλα με την κρίση της ευλογιάς, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα άλλο πρόβλημα με την ΕΕ. Η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας της Κομισιόν έδωσε προθεσμία έως τις 2 Οκτωβρίου για να καταθέσει νέο πλαίσιο για τις αγροτικές επιδοτήσεις, καθώς το προτεινόμενο σχέδιο δεν επαρκεί για την αποκατάσταση των ελλείψεων του ΟΠΕΚΕΠΕ. Εάν η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί, υπάρχει κίνδυνος αναστολής των μηνιαίων και ενδιάμεσων πληρωμών, δηλαδή των αγροτικών επιδοτήσεων.
Όψιμα μέτρα
Μόλις τον Αύγουστο 2025, η κυβέρνηση αποφάσισε τη χορήγηση ενίσχυσης de minimis ύψους έως 63 εκατομμυρίων ευρώ προς τους αιγοπροβατοτρόφους λόγω εγκλεισμού των ζώων και του αυξημένου κόστους ζωοτροφών. Οι ενισχύσεις κυμαίνονται από 4 έως 14 ευρώ ανά ζώο, ανάλογα με την περιφερειακή ενότητα.
Ωστόσο, αυτή η στήριξη έρχεται πάρα πολύ αργά και είναι ανεπαρκής σε σχέση με τις πραγματικές ζημίες. Μέχρι στιγμής έχουν πληρωθεί 30 εκατομμύρια ευρώ για αποζημιώσεις θανατωμένων ζώων, ενώ έχουν ζητηθεί επιπλέον 22 εκατομμύρια ευρώ για την πληρωμή των επόμενων αιτήσεων.
Επιπλέον, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ενεργοποίησε Εθνικό Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 2020/687. Το σχέδιο περιλαμβάνει θανάτωση όλου του κοπαδιού στο οποίο βρέθηκε κρούσμα, υγειονομική ταφή ζώων, οριοθέτηση ζωνών προστασίας και επιτήρησης, αυστηρές απαγορεύσεις μετακινήσεων και απολυμάνσεις.
Παρόλα αυτά, η εφαρμογή των μέτρων στην πράξη παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα. Μόνο στη Θεσσαλία έχουν καταγραφεί είκοσι τέσσερις παραβάσεις για την περίοδο 2024-2025, με τρεις να κρίνονται ήδη τελεσίδικες το 2024 και είκοσι μία να εκκρεμούν για το 2025.
Το κόστος της αμέλειας
Πάνω από 500 οικογένειες έχουν εγκαταλείψει την κτηνοτροφία τον τελευταίο χρόνο. Ολόκληρες περιοχές, όπως η Θεσσαλία, έχουν χαρακτηριστεί «κόκκινες ζώνες», ενώ έχουν επιβληθεί αυστηροί περιορισμοί που απαγορεύουν ακόμη και το κούρεμα των ζώων και τον καθαρισμό των στάβλων.
Στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, περισσότερα από 90.000 ζώα έχουν θανατωθεί από τον περασμένο Αύγουστο μέχρι το καλοκαίρι 2025, αφήνοντας άδειες στάνες και άδειες τσέπες. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του προέδρου του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Καβάλας, Νίκου Δημόπουλου, ότι «το αποτύπωμα του υφυπουργού Χρήστου Κέλλα ήταν μηδενικό».
Οι οικονομικές επιπτώσεις είναι συντριπτικές. Οι αποζημιώσεις ανά ζώο κυμαίνονται από 250 ευρώ για τα θηλυκά και 500 ευρώ για τα αρσενικά, αλλά το κόστος αγοράς νέων ζώων ξεπερνά τα 300-450 ευρώ για υψηλής παραγωγής καθαρόαιμα ζώα. Αυτό σημαίνει ότι οι αποζημιώσεις δεν καλύπτουν καν το κόστος αντικατάστασης.
Η κρίση της ευλογιάς αποκαλύπτει ένα συστημικό πρόβλημα στην ελληνική διακυβέρνηση: την αδυναμία αξιοποίησης των διαθέσιμων ευρωπαϊκών εργαλείων και την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Ενώ η ΕΕ προσφέρει συγκεκριμένα εργαλεία στήριξης (από συγχρηματοδότηση έως δωρεάν εμβόλια) η ελληνική κυβέρνηση παραμένει παθητική – ακόμα μετά από το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ και το βαρύ πρόστιμο που δέχτηκε η χώρα μας.
Η κατάσταση απαιτεί άμεση κινητοποίηση: υποβολή αιτημάτων συγχρηματοδότησης, ενεργοποίηση του Μέτρου 23, αξιοποίηση δωρεάν εμβολίων από την τράπεζα της ΕΕ και δημιουργία καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων. Κάθε μέρα καθυστέρησης ισοδυναμεί με νέα απώλεια ζώων, εισοδήματος και παραγωγικής δυναμικής.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι αν η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αφήνει τους κτηνοτρόφους «στο έλεος της κρίσης» ή θα αναλάβει επιτέλους τις ευθύνες της απέναντι σε έναν κλάδο που αποτελεί θεμέλιο της οικονομίας και της περιφέρειας. Η ελληνική κτηνοτροφία δεν αντέχει άλλο αυτή την εγκατάλειψη.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα χθες 22 Σεπτεμβρίου με το οποίο κηρύσσει την Αντίφα εγχώρια τρομοκρατική οργάνωση.
Στο εκτελεστικό διάταγμα, ο Τραμπ περιέγραψε την Αντίφα ως «μιλιταριστική, αναρχική επιχείρηση που ζητά ανοιχτά την ανατροπή της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών, των αρχών επιβολής του νόμου και του συστήματός μας δικαίου».
Σε ανάρτηση του διατάγματος στην πλατφόρμα Χ, ο αναπληρωτής προσωπάρχης του Λευκού Οίκου για την πολιτική, Στήβεν Μίλλερ, διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση θα «αποδομήσει την Αντίφα».
Ο πρόεδρος τόνισε ότι η χαλαρά οργανωμένη ομάδα «χρησιμοποιεί παράνομα μέσα για να οργανώσει και να εκτελέσει μια εκστρατεία βίας και τρομοκρατίας σε εθνικό επίπεδο», περιλαμβάνοντας «συντονισμένες προσπάθειες παρεμπόδισης της εφαρμογής των ομοσπονδιακών νόμων μέσω ένοπλων συγκρούσεων με την αστυνομία, οργανωμένων ταραχών, βίαιων επιθέσεων εναντίον της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων και άλλων οργάνων επιβολής του νόμου, καθώς και συστηματική δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων και άλλες απειλές κατά πολιτικών προσώπων και ακτιβιστών».
Το διάταγμα συνδέει την απόφαση να χαρακτηριστεί η ομάδα ως τρομοκρατική οργάνωση με το «προαναφερθέν μοτίβο πολιτικής βίας που αποσκοπεί στην καταστολή νόμιμης πολιτικής δραστηριότητας και την παρεμπόδιση του κράτους δικαίου».
Ο Τραμπ έδωσε επίσης εντολή στους αξιωματούχους της κυβέρνησης να «ερευνήσουν, αποτρέψουν και αποδομήσουν κάθε παράνομη δραστηριότητα – ιδίως εκείνες που περιλαμβάνουν τρομοκρατικές ενέργειες – που διεξάγονται από την Αντίφα ή οποιονδήποτε ισχυρίζεται ότι ενεργεί εκ μέρους της Αντίφα». Αυτό περιλαμβάνει «τις αναγκαίες ανακριτικές και δικαστικές ενέργειες εναντίον εκείνων που χρηματοδοτούν τέτοιες δραστηριότητες», έγραψε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Τι είναι η Αντίφα;
Η Αντίφα [Antifa], συντομογραφία του «αντιφασίστες», έχει εμπλακεί σε πολυάριθμα βίαια επεισόδια κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων και ταραχών την τελευταία δεκαετία. Οι υποστηρικτές της γενικά υιοθετούν ακραίες πολιτικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένων κομμουνιστικών ή αναρχικών ιδεολογιών.
Τα μέλη και οι υποστηρικτές της ομάδας συνήθως οργανώνονται σε αποκεντρωμένα κύτταρα και προτιμούν την «άμεση δράση» έναντι της πολιτικής εμπλοκής.
Παρότι η ομάδα δεν διαθέτει επίσημη ηγετική δομή, τα μέλη της συχνά αναγνωρίζονται από τις προσπάθειές τους να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους με μάσκες και άλλα καλύμματα προσώπου, ενώ συνήθως φορούν σκούρα ρούχα.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τα μέλη της έχουν εμπλακεί σε βίαιες ενέργειες κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, όπως στις αναταραχές που ξέσπασαν το καλοκαίρι του 2020 μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόυντ.
Στο εκτελεστικό διάταγμα, ο Τραμπ κατηγόρησε την ομάδα ότι στρατολογεί, εκπαιδεύει και ριζοσπαστικοποιεί νέους Αμερικανούς «για να εμπλακούν σε αυτή τη βία και την καταστολή της πολιτικής δραστηριότητας, χρησιμοποιώντας έπειτα περίπλοκους μηχανισμούς για να καλύψει την ταυτότητα των μελών της, να αποκρύψει τις πηγές χρηματοδότησης και τις δραστηριότητές της, ώστε να αποτρέψει τις διωκτικές Αρχές και να στρατολογήσει νέα μέλη».
Κατά τη διάρκεια ταραχών όπου υπήρξε παρουσία της ομάδας, άτομα που θεωρήθηκαν συνδεδεμένα με αυτήν ενεπλάκησαν σε βίαιες συγκρούσεις με τις Αρχές, με ενέργειες που περιελάμβαναν ρίψεις τούβλων και κοκτέιλ μολότοφ, καθώς και άλλων εγκληματικών πράξεων.
«Άτομα που σχετίζονται με την Αντίφα και ενεργούν για λογαριασμό της συντονίζονται επίσης με άλλες οργανώσεις και φορείς με σκοπό τη διάδοση, υποκίνηση και ενίσχυση της πολιτικής βίας και την καταστολή νόμιμου πολιτικού λόγου. Αυτή η οργανωμένη προσπάθεια που αποσκοπεί στην επίτευξη πολιτικών στόχων μέσω εξαναγκασμού και εκφοβισμού συνιστά εγχώρια τρομοκρατία», έγραψε ο Τραμπ.
Αντιδράσεις βουλευτών
Οι Δημοκρατικοί δεν αντέδρασαν άμεσα στην κίνηση, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί χαιρέτισαν την απόφαση.
Ο βουλευτής Λανς Γκούντεν (R-Texas) έγραψε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ: «Ο πρόεδρος Τραμπ πήρε τη σωστή απόφαση να χαρακτηρίσει αυτή τη ριζοσπαστική αριστερή ομάδα ως τρομοκρατική οργάνωση». Στην ανάρτηση επισυνάφθηκε βίντεο με άτομα που κρατούσαν σημαίες της Αντίφα και φώναζαν συνθήματα «Όχι στα σύνορα, όχι στο τείχος, όχι στην Αμερική».
Ο βουλευτής Έλι Κρέιν (R-Ariz.) σχολίασε «Ωραία» αναδημοσίευση της ανακοίνωσης του Λευκού Οίκου για το διάταγμα.
Ο Τραμπ είχε προαναγγείλει την κίνηση την προηγούμενη εβδομάδα, μετά τη δολοφονία του συντηρητικού σχολιαστή Τσάρλι Κερκ, στις 10 Σεπτεμβρίου. Οι Αρχές ανέφεραν ότι ο ύποπτος για τη δολοφονία του Κερκ είχε χαράξει αντιφασιστικά μηνύματα στις σφαίρες που περισυνελέγησαν.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θα επιδιώξει τον χαρακτηρισμό της ομάδας ως εγχώριας τρομοκρατικής οργάνωσης, εφόσον το εγχείρημα είχε την υποστήριξη της γενικής εισαγγελέως Παμ Μπόντι και άλλων μελών του υπουργικού συμβουλίου.
«Είναι κάτι που θα έκανα, ναι», είπε. «Θα το έκανα εκατό τοις εκατό. Η Αντίφα είναι απαίσια».
Ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί είχαν καλέσει τον Τραμπ να υλοποιήσει την πρόθεσή του.
«Κάθε πηγή χρηματοδότησης και κάθε οργανωτής που τους στηρίζει πρέπει να λογοδοτήσει», έγραψε σε ανάρτηση ο βουλευτής Άντι Όγκλες (R-Tenn.). «Είναι εγχώριοι τρομοκράτες και πρέπει να τιμωρηθούν».
Νομικές προκλήσεις
Αν και πολλοί συντηρητικοί βουλευτές και πρόσωπα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αντέδρασαν θετικά στην κίνηση της κυβέρνησης, το διάταγμα ενδέχεται να αντιμετωπίσει προσκόμματα στα ομοσπονδιακά δικαστήρια.
Ως εγχώρια οντότητα, η Αντίφα δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στη λίστα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τις ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις, όπου περιλαμβάνονται ομάδες όπως το Ισλαμικό Κράτος και η Αλ Κάιντα, που ενορχήστρωσε τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Ωστόσο, παρά τις κατά καιρούς εκκλήσεις να δημιουργηθεί από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ένα ισοδύναμο σύστημα χαρακτηρισμού εγχώριων τρομοκρατικών οργανώσεων – ιδίως μετά από ένοπλες επιθέσεις κατά πολιτών από πολιτικούς εξτρεμιστές – οι προσπάθειες αυτές έχουν αποτύχει λόγω ανησυχιών σχετικών με την Πρώτη Τροπολογία.
Οι προστασίες που απορρέουν από την Πρώτη Τροπολογία περιορίζουν τις δυνατότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να περιστέλλει τη δραστηριότητα ακόμη και εξτρεμιστικών οργανώσεων. Για αυτόν τον λόγο, ομάδες όπως το Αμερικανικό Ναζιστικό Κόμμα, η Κου Κλουξ Κλαν και το Κομμουνιστικό Κόμμα Αμερικής επιτρέπεται να λειτουργούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρά το γεγονός ότι καταδικάζονται από την πλειονότητα των Αμερικανών.
Η ομοσπονδιακή νομοθεσία μπορεί να στοχεύει συγκεκριμένες εγκληματικές πράξεις, που μπορεί να προκαλούνται από τις εγχώριες εξτρεμιστικές ομάδες. Για παράδειγμα, το 1870 και το 1871, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θέσπισε νόμους που αντιμετώπιζαν τα πιο συχνά εγκλήματα φυλετικού μίσους της Κου Κλουξ Κλαν – ωστόσο η ένταξη στην ομάδα εξακολούθησε να είναι νόμιμη, όπως και η ύπαρξη της ίδιας της ομάδας.
Όσον αφορά την Αντίφα, είναι η δεύτερη φορά που ο Τραμπ λαμβάνει μέτρα για να τη χαρακτηρίσει ως τρομοκρατική απειλή. Μετά τις διαδηλώσεις και τις ταραχές του κινήματος Black Lives Matter το 2020 – στις οποίες συμμετείχαν μέλη που συνδέονταν με την Αντίφα – ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση «θα κηρύξει την Αντίφα τρομοκρατική οργάνωση».
Το 2021, λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της πρώτης του θητείας, ο Τραμπ υπέγραψε μνημόνιο με το οποίο ζητούσε από τους αξιωματούχους να απαγορεύσουν την είσοδο στη χώρα σε αλλοδαπούς που συνδέονταν με την Αντίφα.
«Είμαστε έτοιμοι να αντιδράσουμε ανά πάσα στιγμή, να το γνωρίζουν όλοι», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ αναφερόμενος στις παραβιάσεις ΝΑΤΟϊκού εναέριου χώρου από ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ενώ ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους καταδίκασε τις ενέργειες της ρωσικής πλευράς, συνιστώντας ταυτόχρονα αυτοσυγκράτηση.
Κριτική στον Ρώσο πρόεδρο άσκησε και η αρχηγός της AfD, για χάρη των ειρηνευτικών προσπαθειών του προέδρου Τραμπ.
Το γεγονός ότι ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη εισήλθαν στον εναέριο χώρο της Εσθονίας επί 12 λεπτά την περασμένη Παρασκευή συνιστά «περαιτέρω κλιμάκωση» και «σοβαρή παραβίαση του διεθνούς δικαίου», τόνισε ο κος Βάντεφουλ στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη και προειδοποίησε τη Ρωσία να μην προχωρήσει σε περαιτέρω προκλήσεις.
Σημείωσε ακόμη ότι το ΝΑΤΟ είναι ικανό να αντιδράσει με ευελιξία, και υπογράμμισε το πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών της Συμμαχίας. Η Ρωσία πρέπει όμως «να απόσχει από περαιτέρω επιθετικές ενέργειες και να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα των γειτόνων της», υπογράμμισε.
Ο Μπόρις Πιστόριους από την πλευρά του, σε συνέντευξή του στην αυριανή έκδοση της Handelsblatt, επικρίνει τις πρόσφατες παραβιάσεις του εναέριου χώρου κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, αλλά ταυτόχρονα ζητά αυτοσυγκράτηση: «Ο υπολογισμός που κάνουν είναι να προκληθεί το ΝΑΤΟ και, σε περίπτωση κλιμάκωσης, να προσποιηθούν τους αιφνιδιασμένους και να δυσφημήσουν το ΝΑΤΟ», δήλωσε ο κος Πιστόριους, υποστηρίζοντας ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν «υποτίμησε το πόσο ενωμένη και αποφασισμένη είναι η Συμμαχία.
«Τα γερμανικά Eurofighter είναι έτοιμα να αποκρούσουν τις απειλές ανά πάσα στιγμή – με επαγγελματικό τρόπο, αλλά χωρίς να επιτρέψουν και να προκληθούν», πρόσθεσε ο υπουργός Άμυνας.
Αυτοσυγκράτηση από την πλευρά της Ρωσίας ζήτησε και η αρχηγός της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) ασκώντας για πρώτη φορά ευθεία κριτική στον Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Πιστεύω ότι και η Ρωσία καλείται να ενεργήσει με τρόπο αποκλιμάκωσης και να μην παραβιάζει περαιτέρω τον εναέριο χώρο του ΝΑΤΟ και να δοκιμάζει τα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνάς του», δήλωσε η κυρία Βάιντελ και τόνισε: «Δεν πρέπει να δοκιμάσουμε την υπομονή του Ντόναλντ Τραμπ. Δεν πρέπει επίσης να τον αφήσουμε να χάσει το κύρος του στις ειρηνευτικές του προσπάθειες. Οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου από τη Ρωσία είναι πιθανό να επιφέρουν περαιτέρω κλιμάκωση και να βλάψουν ανεπανόρθωτα τη σχέση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, μετά τις ειρηνευτικές προσπάθειες του Αμερικανού προέδρου».
Η συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 23 Σεπτεμβρίου, στις 14:00 ώρα Νέας Υόρκης. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης θα συζητηθούν διμερή και περιφερειακά ζητήματα.
Η σύνθεση θα είναι 1 + 2, δηλαδή οι δύο ηγέτες, οι υπουργοί Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν Φιντάν και οι διπλωματικοί σύμβουλοι Μίλτος Νικολαΐδης και Τσαγατάι Κιλίτς.
Η συνάντηση θα λάβει χώρα στο «Σπίτι της Τουρκίας». Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι η συνάντηση είχε πραγματοποιηθεί στον ΟΗΕ, σε χώρο που είχε υποδείξει η ελληνική πλευρά.
Το πρόγραμμα του πρωθυπουργού
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα συμμετάσχει στις εργασίες της Εβδομάδας Υψηλού Επιπέδου της 80ής Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.
Την Τρίτη, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ, τον πρόεδρο της Σιέρα Λεόνε Τζούλιους Μαάντα Μπίο, τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον πρόεδρο της Υεμένης Ρασάντ Αλ Αλίμι και τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Το βράδυ της ίδιας μέρας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα παρακαθήσει στη δεξίωση που παραθέτει προς τιμήν των ηγετών ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
Την Τετάρτη, στις 8:15 (ώρα Νέας Υόρκης), ο πρωθυπουργός θα μιλήσει σε εκδήλωση που διοργανώνει η Αυστραλία με θέμα την προστασία των παιδιών από τους ψηφιακούς κινδύνους («Protecting Children in the Digital Age»).
Στις 10.30 (ώρα Νέας Υόρκης), ο πρωθυπουργός θα έχει συζήτηση με την αρχισυντάκτρια της Wall Street Journal, Έμμα Τάκερ .
Στις 12.30 (ώρα Νέας Υόρκης), ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μιλήσει σε ομογενειακή εκδήλωση στο Union League Club.
Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον μεταβατικό πρόεδρο της Συρίας Αχμέντ Αλ – Σάρα .
Στις 15.00 (ώρα Νέας Υόρκης) ο πρωθυπουργός θα μιλήσει σε εκδήλωση της κορεατικής Προεδρίας του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με θέμα «Τεχνητή Νοημοσύνη και Διεθνής Ειρήνη & Ασφάλεια».
Στις 20.30 (ώρα Νέας Υόρκης), ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μιλήσει στην τελετή βράβευσης του Οικουμενικού Πατριάρχη με το Templeton Prize.
Ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς κάλεσε απόψε τη Χαμάς να καταθέσει τα όπλα και καταδίκασε τις επιθέσεις που πραγματοποίησε η παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση στις 7 Οκτωβρίου 2023 στο Ισραήλ, στη βιντεοσκοπημένη ομιλία του στον ΟΗΕ.
«Η Χαμάς δεν θα έχει κανέναν ρόλο στην κυβέρνηση, η Χαμάς και οι άλλες φατρίες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα τους στην Παλαιστινιακή Αρχή», επέμεινε ο Αμπάς, στον οποίο οι ΗΠΑ δεν έδωσαν βίζα ώστε να παραστεί στη σύνοδο «για τη λύση των δύο κρατών» που διεξάγεται στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
«Καταδικάζουμε επίσης τους φόνους και την κράτηση πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023», πρόσθεσε.
Το Ισραήλ κατηγορεί εδώ και περίπου δύο χρόνια την παλαιστινιακή ηγεσία ότι δεν καταδικάζει τις επιθέσεις αυτές.
Η Γερμανία θα είναι ένα «ασφαλές λιμάνι» για τους Εβραίους, διαβεβαίωσε ο καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς, παραδέχθηκε ωστόσο ότι μετά την 7η Οκτωβρίου «ο αντισημιτισμός στη χώρα μας έχει γίνει και πάλι πιο έντονος, πιο θρασύς, πιο βίαιος».
«Οι πληγές που προκλήθηκαν από την τρομακτική επίθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, είναι βαθιές. Όμηροι εξακολουθούν να κρατούνται από τους επιτηθέμενους. Τα βάσανά τους είναι μπροστά στα μάτια μας κάθε μέρα. Η Γερμανία στέκεται σταθερά στο πλευρό του Ισραήλ. Η γερμανική κυβέρνηση είναι σθεναρά αφοσιωμένη στη διασφάλιση της τελικής απελευθέρωσης των ομήρων που βρίσκονται ακόμη στα χέρια της Χαμάς», δήλωσε ο καγκελάριος με αφορμή τον εορτασμό του «Ρος Ασανά», της Εβραϊκής Πρωτοχρονιάς και τόνισε ότι η Γερμανία θα αποτελεί «ασφαλές λιμάνι» για τους Εβραίους – «και αυτή την περίοδο και πάντα».
«Βλέπουμε όμως με ντροπή και φρίκη ότι από τις 7 Οκτωβρίου ο αντισημιτισμός έχει γίνει και πάλι πιο έντονος, πιο θρασύς και πιο βίαιος. Θα ήθελα να πω στους Εβραίους στη Γερμανία σήμερα: χωρίς εσάς και χωρίς μια δυναμική εβραϊκή ζωή ανάμεσά μας, δεν μπορεί να υπάρξει καλό μέλλον για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία», πρόσθεσε ο κος Μερτς, επισημαίνοντας ότι οι ιουδαιοχριστιανικές παραδόσεις αποτελούν «θεμέλιο της ανοιχτής κοινωνίας μας» και ότι η γερμανική κυβέρνηση θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι Εβραίοι μπορούν να ζουν με ασφάλεια στη Γερμανία.
Την ίδια ώρα, ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Σεμπάστιαν Χίλε επέμεινε στην απόρριψη της αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους από το Βερολίνο πριν επιτευχθεί λύση μέσω διαπραγματεύσεων, «διότι μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί διαρκής ειρήνη», υποστήριξε.
«Έχουμε διαφορετική εκτίμηση των γεγονότων. Ίσως έχουμε, αν θέλετε, διαφορετική στάση σε αυτό το ζήτημα. Η θέση της γερμανικής κυβέρνησης είναι γνωστή και παραμένει αμετάβλητη. Θεωρούμε την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους ως ένα από τα τελευταία βήματα στην πορεία προς μια λύση δύο κρατών», δήλωσε ο κος Χίλε.
Από την πλευρά του υπουργείου Εξωτερικών, ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Μάρτιν Γκίζε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, απέρριψε την εικασία ότι η Γερμανία απομονώνεται σε σχέση με τους εταίρους και τους συμμάχους της οι οποίοι έχουν αναγνωρίσει ήδη ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, ενώ ερωτώμενος εάν αυτή η στάση του Βερολίνου θα μπορούσε να κοστίσει στην Γερμανία την εκλογή της ως μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, απάντησε: «Πρόκειται για έναν διαγωνισμό, στο πλαίσιο του οποίου διεκδικούμε τις ψήφους της διεθνούς κοινότητας και είναι ένας από τους λόγους της παρουσίας του υπουργού Εξωτερικών στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Και είμαστε αισιόδοξοι».
Η Γερμανία έχει ανακοινώσει την υποψηφιότητά της για μια θέση μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την περίοδο 2027-28. Η απόφαση θα ληφθεί από τη Γενική Συνέλευση τον Ιούνιο του 2026.
Την αναγνώριση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους ζήτησε σήμερα από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση το Κόμμα της Αριστεράς. «Ο δισταγμός σημαίνει λανθασμένη εκτίμηση της κατάστασης. Το θάρρος αυτή την ώρα σημαίνει επιλογή της σωστής πλευράς», δήλωσε η αρχηγός του κόμματος Ινές Σβέρντνερ και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «ενώ στην Γάζα κυριαρχεί αδιανόητη οδύνη, κάνει τα στραβά μάτια».
Η αναγνώριση της Παλαιστίνης «είναι κάτι περισσότερο από συμβολική: Είναι ένα σαφές μήνυμα ότι ένα ειρηνικό μέλλον στη Μέση Ανατολή είναι δυνατό μόνο βάσει μιας λύσης δύο κρατών», πρόσθεσε η κυρία Σβέρντνερ.
Την παγκόσμια προσοχή συγκεντρώνει αυτή την εβδομάδα ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος θα απευθυνθεί στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σήμερα 23 Σεπτεμβρίου, στη Νέα Υόρκη.
Η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους αναμένεται να κυριαρχήσει στις φετινές εργασίες, με τους ηγέτες διεθνώς να παρακολουθούν στενά την ομιλία του Αμερικανού προέδρου, γνωρίζοντας την αντίθεσή του προς το επίμαχο σχέδιο.
Στις 21 Σεπτεμβρίου, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Πορτογαλία ανακοίνωσαν ότι θα προχωρήσουν επίσημα στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, προσχωρώντας στον κύκλο των σχεδόν 150 χωρών που το έχουν ήδη πράξει.
Τη Δευτέρα, η Γαλλία και η Σαουδική Αραβία θα διοργανώσουν κοινό συνέδριο, όπου ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν αναμένεται να ανακοινώσει την αναγνώριση της Παλαιστίνης από το Παρίσι. Είχε δηλώσει νωρίτερα: «Είναι αναγκαίο βήμα για να οδηγηθούμε στη λήξη της σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς, που ξέσπασε με την επίθεση της τελευταίας στις 7 Οκτωβρίου 2023».
Κι άλλα δυτικά κράτη, όπως η Ανδόρα, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και ο Άγιος Μαρίνος, αναμένεται να ακολουθήσουν πριν από τη Γενική Συνέλευση.
Παρά τη δυναμική που φαίνεται να αποκτά η λύση των δύο κρατών στα Ηνωμένα Έθνη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ εξακολουθούν να την απορρίπτουν.
Ο Τραμπ είχε δηλώσει στις 29 Ιουλίου ότι η στήριξή της ουσιαστικά θα ανταμείψει τη Χαμάς. Επανέλαβε τη θέση του στις 18 Σεπτεμβρίου, σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κηρ Στάρμερ, κατά την επίσημη επίσκεψή του. Σημείωσε δε: «Διαφωνώ με τον [Βρετανό] πρωθυπουργό ως προς αυτό – είναι μία από τις ελάχιστες διαφωνίες μας», αναφερόμενος στο βρετανικό σχέδιο για αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, και πρόσθεσε: «Οφείλουμε να θυμόμαστε την 7η Οκτωβρίου, μία από τις πιο βίαιες και τραγικές ημέρες στην παγκόσμια ιστορία. Οι όμηροι πρέπει να επιστρέψουν άμεσα».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επέρριψε στις παλαιστινιακές Αρχές ευθύνες για την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων εκεχειρίας στη Γάζα και τη συνεχιζόμενη ομηρία Ισραηλινών από τη Χαμάς. Επιπλέον, οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να χορηγήσουν βίζα εισόδου στον Μαχμούντ Αμπάς και την παλαιστινιακή αντιπροσωπεία για τη φετινή Γενική Συνέλευση, επικαλούμενες λόγους εθνικής ασφαλείας. Την περασμένη εβδομάδα, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ενέκρινε ψήφισμα που επιτρέπει στον Αμπάς να απευθύνει ομιλία μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος.
Δεν είναι η πρώτη φορά που απαγορεύεται σε Παλαιστίνιο ηγέτη η είσοδος: το 1988, η κυβέρνηση Ρήγκαν, επικαλούμενη και πάλι λόγους εθνικής ασφαλείας, είχε αρνηθεί βίζα στον τότε επικεφαλής της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Γιασέρ Αραφάτ, ώστε να μιλήσει στη Νέα Υόρκη.
ΟΗΕ: 80 χρόνια παρουσίας
Οι φετινές εργασίες της Γενικής Συνέλευσης συμπίπτουν με τη συμπλήρωση 80 ετών από την ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και διεξάγονται υπό το θέμα «Καλύτερα μαζί: Ογδόντα χρόνια και πέρα για την ειρήνη, την ανάπτυξη και τα δικαιώματα του ανθρώπου».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ διακρίνεται για την κριτική του στάση απέναντι στον ΟΗΕ, αμφισβητώντας συχνά την αποτελεσματικότητά του στη διαχείριση διεθνών κρίσεων. Μάλιστα, με το που ανέλαβε, διέταξε να αποσυρθούν ή να μειωθούν οι αμερικανικές συνεισφορές σε αρκετά όργανα του ΟΗΕ.
Όπως είχε δηλώσει στις 4 Φεβρουαρίου, υπογράφοντας προεδρικό διάταγμα για την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ και τη διακοπή χρηματοδότησης της Υπηρεσίας Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ: «Πάντα πίστευα πως ο ΟΗΕ έχει τεράστιες δυνατότητες. Αυτή τη στιγμή δεν τις αξιοποιεί – και δεν το κάνει εδώ και πολύ καιρό. Πρέπει να συμμαζευτούν δικά τους».
Την τελευταία φορά που ο Τραμπ είχε απευθυνθεί στη Γενική Συνέλευση, βρισκόταν στο ίδιο βήμα το 2020, την περίοδο κορύφωσης της πανδημίας του κορωνοϊού. Τότε, είχε καλέσει τη διεθνή κοινότητα να αναλάβει δράση κατά της Κίνας για την ευθύνη της στην εκδήλωση του ιού στη Γούχαν αλλά και την προσπάθεια απόκρυψης του γεγονότος.
«Καθώς επιδιώκουμε ένα φωτεινό μέλλον, οφείλουμε να λογοδοτήσει το κράτος που εξαπέλυσε αυτή την πανδημία στον κόσμο – η Κίνα», είχε πει χαρακτηριστικά.
Έκτοτε, οι συγκρούσεις σε Ουκρανία και Γάζα βρίσκονται στο επίκεντρο. Ο Τραμπ προγραμματίζει διμερείς επαφές στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης, τονίζοντας ότι «πολλοί ηγέτες επιθυμούν να τον συναντήσουν». Όπως ανέφερε σε δημοσιογράφους στις 19 Σεπτεμβρίου: «Όλοι θέλουν να συναντηθούμε, αλλά είμαι ένας άνθρωπος. Θα δούμε αρκετούς ηγέτες – και ορισμένα από τα ‘βαριά χαρτιά’».
Έτοιμη να επεκτείνει για έναν ακόμη χρόνο τη νεότερη συμφωνία στρατηγικού ελέγχου πυρηνικών όπλων με τις Ηνωμένες Πολιτείες δηλώνει η Ρωσία, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν στις 22 Σεπτεμβρίου.
Μιλώντας στο Συμβούλιο Ασφαλείας της Ρωσίας, ο Πούτιν τόνισε: «Η Ρωσία είναι διατεθειμένη να εξακολουθήσει να τηρεί τα βασικά ποσοτικά όρια της νέας Συνθήκης Μείωσης Στρατηγικών Όπλων, γνωστής ως New START, πέραν της ημερομηνίας λήξης της στις 5 Φεβρουαρίου 2026».
Η Συνθήκη Ελέγχου Πυρηνικών Όπλων υπογράφηκε και τέθηκε σε ισχύ το 2011. Ορίζει ανώτατο όριο 700 ανεπτυγμένων διηπειρωτικών πυραύλων και βομβαρδιστικών για κάθε πλευρά τις 1.550 ανεπτυγμένες πυρηνικές κεφαλές και τους 800 συνολικά εκτοξευτές και βομβαρδιστικά, είτε είναι ανεπτυγμένα είτε όχι.
Η συνθήκη περιορίζει επίσης τη δυνατότητα χρήσης των ισχυρότερων ρωσικών όπλων μακράς εμβέλειας, όπως οι πύραυλοι Avangard και Sarmat, που μπορούν να πλήξουν τις ΗΠΑ σε περίπου 30 λεπτά. Παρότι η Ρωσία διαθέτει τη δυνατότητα να τοποθετήσει περισσότερες πυρηνικές κεφαλές στους πυραύλους και τα βομβαρδιστικά της, η συνθήκη το απαγορεύει..
Η μείωση των πυρηνικών όπλων
Με μόλις τέσσερις μήνες να απομένουν μέχρι τη λήξη της συνθήκης, Μόσχα και Ουάσιγκτον δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για ενδεχόμενη ανανέωση ή αναθεώρηση.
Φέτος τον Φεβρουάριο, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την πρόθεσή του να διεξαγάγει συνομιλίες τόσο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν όσο και με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, με στόχο τον περιορισμό των πυρηνικών τους οπλοστασίων, θέτοντας στο τραπέζι το ενδεχόμενο τριμερούς συνόδου για τον έλεγχο των εξοπλισμών.
«Ένα από τα βασικά ζητήματα που προσπαθούμε να προωθήσουμε με τη Ρωσία και την Κίνα είναι η αποπυρηνικοποίηση, και πρόκειται για πολύ σημαντικό θέμα. Η αποπυρηνικοποίηση είναι πολύ μεγάλη υπόθεση, αλλά η Ρωσία είναι πρόθυμη να το συζητήσει και πιστεύω ότι και η Κίνα θα το κάνει. […] Δεν μπορούμε να αφήσουμε τα πυρηνικά όπλα να επεκτείνονται. Πρέπει να τα σταματήσουμε», δήλωσε ο Τραμπ, αλλά το Πεκίνο απέρριψε την πρόταση.
Αναστολή συμμετοχής
Το 2021, λίγες ημέρες μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Τζο Μπάιντεν, η συμφωνία παρατάθηκε κατά πέντε έτη. Τον Φεβρουάριο του 2023, ο Πούτιν ανακοίνωσε την αναστολή της συμμετοχής της Ρωσίας στη New START.
Η Μόσχα διαμήνυσε πως θα εξακολουθήσει να σέβεται τα βασικά όρια της συνθήκης αναφορικά με ανεπτυγμένες στρατηγικές κεφαλές και συστήματα εκτόξευσης, αλλά χωρίς πλέον τους μηχανισμούς επαλήθευσης.
Μιλώντας στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ο Πούτιν υποστήριξε: «Η αναστολή ήταν απόρροια της άκρως εχθρικής πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν, που παραβίασε τις θεμελιώδεις αρχές πάνω στις οποίες βασίστηκε η συνθήκη».
Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η απουσία μηχανισμών επιθεώρησης μέσω της New START σταδιακά αποδυναμώνει την ικανότητα της Ουάσιγκτον να παρακολουθεί και να αξιολογεί τη ρωσική πυρηνική δύναμη, περιορίζοντας την πληροφόρηση που χρειάζεται για αποφάσεις σχετικά με τις πυρηνικές δυνάμεις των ΗΠΑ.
Ο Πούτιν διευκρίνισε πως μετά την παράταση θα ληφθεί ειδική απόφαση για τη συνέχιση ή μη των εθελοντικών περιορισμών, αφού πραγματοποιηθεί νέα αξιολόγηση της κατάστασης. Τόνισε: «Πιστεύουμε ότι το μέτρο αυτό μπορεί να είναι βιώσιμο μόνο εφόσον και οι Ηνωμένες Πολιτείες κινηθούν ανάλογα και δεν προχωρήσουν σε ενέργειες που θα υπονομεύσουν ή θα διαταράξουν την υφιστάμενη ισορροπία αποτροπής».
Η Ρωσία και οι ΗΠΑ διαθέτουν περίπου το 90% του παγκόσμιου πυρηνικού οπλοστασίου, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης. Κατέχουν έκαστες πάνω από 5.000 πυρηνικές κεφαλές, ενώ ακολουθούν η Κίνα, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι υπόλοιπες πυρηνικές δυνάμεις – Ινδία, Πακιστάν, Ισραήλ και Βόρεια Κορέα.