Πέμπτη, 30 Οκτ, 2025

Ένα νέο κίνημα στην εκπαίδευση που ακολουθά τις αρχές της κλασικής παιδείας

Καθώς η «γενιά των smartphone» αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας παγιδευμένη στους βρόχους του διαδικτύου, ορισμένοι εκπαιδευτικοί στρέφονται στο παρελθόν – σε ανθρώπους όπως ο Αίσωπος, ο Σωκράτης και ο Αριστοτέλης – για να βρουν μια λύση.

Το κίνημα της κλασικής παιδείας ανθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες εδώ και δεκαετίες, με περίπου 677.500 εγγεγραμμένους μαθητές το 2023-24, ενώ τα τελευταία χρόνια, η δυναμική του έχει αρχίσει να αυξάνεται και στην Αυστραλία.

Η Σάρα Φλυν είναι μία από τις πρωτοπόρους του εκεί κινήματος, το οποίο καταργεί τη χρήση iPad στις τάξεις και επικεντρώνεται στο να διδάσκει στα παιδιά τη σημασία της καλλιέργειας της αρετής και της μάθησης από μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες.

«Στις πρώτες τάξεις ξεκινάμε με τους μύθους, για παράδειγμα τους μύθους του Αισώπου, δείχνοντας στα παιδιά ότι υπάρχουν μοτίβα ανθρώπινης συμπεριφοράς τα οποία εκφράζουν αυτά τα ζώα, σαν μικρά κομμάτια αλήθειας για τις ανταμοιβές μιας δίκαιης και καλής ζωής», λέει η Φλυν, η οποία ίδρυσε τον οργανισμό κλασικής παιδείας Logos Australis.

«Έτσι, μέσα από τους μύθους, τα παιδιά αποκτούν σοφία και αρετή», δήλωσε η καθηγήτρια γυμνασίου και μητέρα πέντε παιδιών στην εφημερίδα The Epoch Times, κατά τη διάρκεια της ετήσιας διάσκεψης για την κλασική εκπαίδευση «Education for Human Flourishing» (Εκπαίδευση για την Ανθρώπινη Ευημερία) στο Μπρίσμπεϊν.

Προσθέτει δε ότι, από ψυχολογική άποψη, η κλασική λογοτεχνία βοηθά στη μετάδοση «προτύπων ευημερίας» στα παιδιά, όπως και οι συνεδρίες ψυχολογικής συμβουλευτικής.

ZoomInImage
Η δασκάλα και μητέρα πέντε παιδιών, Σάρα Φλυν, που ίδρυσε το κίνημα κλασικής εκπαίδευσης Logos Australis, στη διάσκεψη για την κλασική εκπαίδευση που οργάνωσε στο Μπρίσμπεϊν. Αυστραλία, 6 Σεπτεμβρίου 2025. (Daniel Y. Teng/The Epoch Times)

 

Εγκαταλείποντας το τυπικό μοντέλο εκπαίδευσης

Το κίνημα για την επάνοδο στην κλασική παιδεία ανατρέπει τις παραδοσιακές αντιλήψεις για την εκπαίδευση, που στρέφονται στην απόκτηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων – ιδίως σε θέματα STEM – με στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση.

«Το τέλος [1] ή σκοπός [της εκπαίδευσης] ήταν πάντα η ανθρώπινη ευημερία. Αλλά ίσως τα τελευταία εκατό χρόνια, αν ρωτήσετε τους ανθρώπους ποιος είναι ο σκοπός τού να πηγαίνουν στο σχολείο, θα απαντήσουν: ‘Για να βρω δουλειά’. Έχει εμπορευματοποιηθεί. Είναι μια συναλλαγή και η μάθηση έχει απόκτηση χρηστικό χαρακτήρα», παρατηρεί η Φλυν, συμπληρώνοντας ότι η σύγχρονη μάθηση εστιάζει στην ανάλυση και την κριτική ή «στην αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων, στη διατύπωση μιας θέσης και στην αποσύνθεση όλων των στοιχείων».

«Αλλά δεν μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματα του ανθρώπου έχοντας μια εντελώς υλιστική άποψη για αυτόν», είπε.

Το κλασικό μάθημα, από την άλλη, περιλαμβάνει και άλλα στοιχεία: πνευματικότητα, τέχνη, ακόμη και ομορφιά, τα οποία σήμερα συχνά «εξευτελίζονται και παραγκωνίζονται ως μη πραγματική γνώση», σύμφωνα με τη Φλυν. Οι μαθητές μαθαίνουν επίσης λατινικά.

ZoomInImage
Το άγαλμα του Σωκράτη έξω από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η κλασική φιλελεύθερη εκπαίδευση είχε ως στόχο τη μετάδοση γνώσεων και την ανάπτυξη της ικανότητας για ανεξάρτητη σκέψη, προκειμένου να προετοιμάσει τους νέους για τη συμμετοχή τους στα πολιτικά, πολιτιστικά και επιχειρηματικά θέματα των δυτικών δημοκρατικών κοινωνιών. (Richard Panasevich/Shutterstock)

 

Δύσπιστοι οι γονείς απέναντι στη δημόσια εκπαίδευση

Αν και υπάρχουν λίγες σχολές κλασικής εκπαίδευσης στην Αυστραλία, η δημοτικότητα της διάσκεψης αυξάνεται στα τρία χρόνια που διεξάγεται. Φέτος, οι διοργανωτές αναφέρουν περίπου 250 συμμετέχοντες (κυρίως εκπαιδευτικούς) σε δύο ημέρες, διπλάσιο αριθμό από τους 100 που συμμετείχαν πέρυσι.

Η χρονική συγκυρία συμβάλλει σε αυτό πιθανότατα, καθώς τα στοιχεία αναφέρουν σταθερή επιδείνωση της ψυχικής υγείας των νέων Αυστραλών, καθώς και μια τάση των γονέων να απομακρύνονται από τη δημόσια εκπαίδευση.

Μελέτη του Headspace για το 2023 διαπίστωσε ότι ένας στους τρεις νέους αντιμετώπισε προβληματικές αλληλεπιδράσεις στα μέσα μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με το 44% να θέλει να αποσυνδεθεί, αλλά να φοβάται ότι θα χάσει κάτι.

Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι μόνο οι μισοί νέοι δήλωσαν ότι αισθάνονται σίγουροι για την υποβολή αίτησής τους για μια θέση εργασίας, ενώ μόνο το 52% δήλωσαν ότι αισθάνονται ότι είχαν τις απαραίτητες δεξιότητες για να πετύχουν. Επιπλέον, το 62% των νέων ανέφερε ότι νιώθει μοναξιά.

Για να καταπολεμήσει τις επιπτώσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σκοπεύει μέχρι το τέλος του έτους να απαγορεύσει τη χρήση τους σε άτομα κάτω των 16 ετών. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις των πολιτειών έχουν απαγορεύσει τη χρήση του κινητού τηλεφώνου στις αίθουσες διδασκαλίας.

Στο πλαίσιο της δυσπιστίας που εμφανίζουν οι γονείς απέναντι στη δημόσια εκπαίδευση, οι εγγραφές σε ανεξάρτητα σχολεία (μη δημόσια) αυξήθηκαν από 13,1% του συνόλου των μαθητών το 2000, σε 19,5% το 2025, στη Νέα Νότια Ουαλία,

Τα ποσοστά της εκπαίδευσης στο σπίτι παρέμειναν επίσης υψηλά· περίπου 45.000 μαθητές εκπαιδεύονται στο σπίτι σε εθνικό επίπεδο, με το Κουήνσλαντ να ηγείται της πρόσφατης αύξησης.

Από την πανδημία, η «Sunshine State» έχει καταγράψει αύξηση 250% (pdf) στους μαθητές που παρακολουθούν μαθήματα στο σπίτι, από 4.297 μαθητές το 2020 σε 11.314 το 2024, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας του Κουήνσλαντ.

Αξιοποιώντας τη σοφία του παρελθόντος

Ένα από τα νεότερα κλασικά ιδρύματα είναι το St. John Henry Newman College στο Μπρίσμπεϊν, το οποίο θα ανοίξει το 2026, με τμήματα από το Prep έως το Year 3 (Γ΄- ΣΤ΄Δημοτικού) και περισσότερες τάξεις να προστίθενται μέχρι να καλύψει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έως το 2030.

Ο διευθυντής Κέννεθ Κράουδερ είπε ότι οι γονείς αναζητούν σχολεία στα οποία τα παιδιά τους θα απολαμβάνουν τη μάθηση χωρίς να κινδυνεύουν από «άγχος, κατάθλιψη, απομόνωση ή υπερκόπωση».

«Η διαφορά δεν είναι τόσο αυτό που κάνουμε, αλλά αυτό που δεν κάνουμε», δήλωσε ο κος Κράουδερ.

Ο Κέννεθ Κράουδερ, διευθυντής του St John Henry Newman College. Μπρίσμπεϊν, Αυστραλία, 6 Σεπτεμβρίου 2025. (Daniel Y. Teng/The Epoch Times)

 

«Πιστεύουμε σε μια παραδοσιακή προσέγγιση της παιδαγωγικής και της εκπαίδευσης, όπου οι μαθητές ασχολούνται με τη μάθηση με στυλό και χαρτί, και όχι μόνο με φορητούς υπολογιστές», είπε ο Κράουδερ, αναφερόμενος σε βιβλία όπως το The Anxious Generation του Τζόναθαν Χάιντ.

Μίλησε επίσης για μια άλλη σημαντική διαφορά της κλασικής εκπαίδευσης από τη συνηθισμένη: αντί να βρίσκουμε προβλήματα στον κόσμο, βρίσκουμε τομείς προσωπικής βελτίωσης.

«Δεν κριτικάρουμε [τα Μεγάλα Βιβλία], δεν διαβάζουμε Σαίξπηρ αναζητώντας τα προβλήματά του. Διαβάζουμε Σαίξπηρ για να μάθουμε για τον εαυτό μας», σημείωσε χαρακτηριστικά.

«Δεν έχει να κάνει τόσο με το να κοιτάζουμε προς τον κόσμο και να τον κρίνουμε, αλλά περισσότερο με το να είμαστε αληθινοί με τον εαυτό μας – και να συνειδητοποιούμε ότι αν υπάρχουν προβλήματα στον κόσμο, τότε είμαστε μέρος του προβλήματος και πρέπει να βρούμε μια λύση σε αυτό».

Των Crystal-Rose Jones & Daniel Y. Teng

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. telos στο πρωτότυπο κείμενο

Μονόδρομος για τον ξένο Τύπο η συνεργασία με κρατικά ελεγχόμενους βοηθούς στην Κίνα

Στην Κίνα, οι ξένοι ανταποκριτές βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε Κινέζους εργαζομένους, γνωστούς ως «βοηθούς ειδήσεων». Αυτοί αναλαμβάνουν μεταφράσεις, τη διευθέτηση συνεντεύξεων και τη διαχείριση της καθημερινής οργάνωσης. Ωστόσο, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, δεν προσλαμβάνονται απευθείας από τα ξένα μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με την κινεζική νομοθεσία, πρέπει να τοποθετούνται μέσω κρατικών υπηρεσιών που υπάγονται στο υπουργείο Εξωτερικών του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ).

Το σύστημα αυτό τους τοποθετεί σε μια λεπτή θέση: είναι απαραίτητοι για την κάλυψη γεγονότων, αλλά ταυτόχρονα βρίσκονται υπό τον επίσημο έλεγχο του καθεστώτος.

Απαραίτητοι αλλά υπό περιορισμούς του ΚΚΚ

Οι βοηθοί ειδήσεων – γνωστοί και ως «μεσάζοντες» – αποτελούν τοπικούς συνεργάτες που διευκολύνουν τη δουλειά των ξένων δημοσιογράφων. Στην Κίνα, πρόκειται συνήθως για Κινέζους υπηκόους που εργάζονται παρασκηνιακά: κάνουν τηλεφωνήματα, χειρίζονται γραφειοκρατικές διαδικασίες και συνοδεύουν τους ανταποκριτές σε συνεντεύξεις.

Η συμβολή τους θεωρείται αναντικατάστατη. Ωστόσο, σε μια χώρα όπου όλα τα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται από το ΚΚΚ και οφείλουν να ενισχύουν την κρατική προπαγάνδα, το έργο των ξένων δημοσιογράφων ξεχωρίζει. Έτσι, οι δραστηριότητές τους παρακολουθούνται στενά, με αποτέλεσμα οι βοηθοί να αντιμετωπίζουν σοβαρούς περιορισμούς.

Ο Τζου, ένας Ταϊβανός δημοσιογράφος που εργάζεται στο Πεκίνο, περιέγραψε την κατάσταση στην εφημερίδα The Epoch Times ως «αναγκαστική χρήση τηλεφώνου με ήδη εγκατεστημένη συσκευή παρακολούθησης». Επεσήμανε ότι αν δεν θέλει κανείς τέτοιον βοηθό, η μόνη επιλογή είναι να μην έχει καθόλου. Σύμφωνα με την εμπειρία του, οι ξένοι δημοσιογράφοι συχνά δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχουν «μυστικά» ούτε στο ρεπορτάζ ούτε στις ίδιες τις εταιρείες τους, ενώ μυστικοί αστυνομικοί επιχειρούν μερικές φορές να τους προσεγγίσουν με προτάσεις για κοινωνικές εξόδους, τις οποίες εκείνος δηλώνει ότι απορρίπτει.

Τέτοιες συναντήσεις αναδεικνύουν τη λεπτή θέση στην οποία βρίσκονται οι βοηθοί ειδήσεων, παγιδευμένοι ανάμεσα στους ξένους εργοδότες, τους δημοσιογράφους και την κρατική ασφάλεια του ΚΚΚ.

Μια «τριμερής σχέση»

Επισήμως, οι βοηθοί ειδήσεων προσλαμβάνονται μέσω κρατικά ελεγχόμενων γραφείων εργασίας. Η μισθοδοσία τους καταβάλλεται μέσω αυτών, που διαχειρίζονται επίσης τις συμβάσεις και τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα. Στην πράξη, εργάζονται υπό τις οδηγίες των ξένων μέσων, αλλά παραμένουν νομικά δεσμευμένοι απέναντι στους κρατικούς φορείς.

Πρώην βοηθός, η οποία εργάστηκε σε βρετανικό μέσο και θέλει να παραμείνει ανώνυμη, εξήγησε στην Epoch Times ότι ο μισθός της δεν ερχόταν απευθείας από τον εργοδότη, αλλά περνούσε πρώτα από την εταιρεία παροχής υπηρεσιών, η οποία αφαιρούσε εισφορές και προμήθειες πριν της αποδοθεί το υπόλοιπο.

Αυτό δημιουργεί μια «τριμερή σχέση»: ξένα μέσα, βοηθοί και κινεζικό κράτος. Οι επίσημοι φορείς επιβάλλουν επιπλέον υποχρεώσεις στους βοηθούς, πέρα από τη συνεργασία τους με τους δημοσιογράφους.

Ένας άλλος βοηθός, ο Τσεν,  ανέφερε ότι οι κρατικές υπηρεσίες τού υπενθύμιζαν να παρακολουθεί μήπως οι ξένοι ανταποκριτές προχωρούσαν σε ενέργειες που θα μπορούσαν να «παραβιάζουν τον κινεζικό νόμο». Όπως είπε, αν δεν κατέγραφε έγκαιρα μια «παράνομη» αναφορά, θα θεωρούνταν και ο ίδιος υπεύθυνος. Η επίσημη αιτιολόγηση ήταν η «ασφάλεια των ξένων δημοσιογράφων κατά τις συνεντεύξεις», όμως ο ίδιος αισθανόταν ότι πληρωνόταν από ένα ξένο μέσο, το οποίο ταυτόχρονα παρακολουθούσε για λογαριασμό της κυβέρνησης.

Οι κίνδυνοι του επαγγέλματος

Οι βοηθοί ειδήσεων δεν ξεπερνούν τις μερικές εκατοντάδες σε όλη τη χώρα, με την πλειοψηφία να βρίσκεται στο Πεκίνο και τη Σαγκάη. Παρ’ όλα αυτά, οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν είναι δυσανάλογα μεγάλοι.

Το 2014, η Τζανγκ Μιάο, βοηθός στο γερμανικό περιοδικό Die Zeit, κρατήθηκε επί εννέα μήνες επειδή κάλυψε τις φιλοδημοκρατικές διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ. Δέκα χρόνια νωρίτερα, ο Ζάο Γιαν, που εργαζόταν για τους New York Times, καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση με την κατηγορία της απάτης, αφού προηγουμένως είχε κατηγορηθεί για διαρροή κρατικών μυστικών.

Τέτοιες περιπτώσεις αναδεικνύουν την ευαλωτότητα των βοηθών, οι οποίοι, σε αντίθεση με τους ξένους ανταποκριτές, δεν διαθέτουν δημοσιογραφικές ταυτότητες ούτε διπλωματική προστασία. Οργανώσεις υπέρ της ελευθερίας του Τύπου αναφέρουν ότι το σύστημα έχει σχεδιαστεί ώστε τα ξένα μέσα ενημέρωσης να παραμένουν υπό στενή επιτήρηση. Η Ένωση Ξένων Ανταποκριτών στην Κίνα ανέφερε το 2022 ότι η παρενόχληση ξένων δημοσιογράφων και τοπικού κινεζικού προσωπικού εντάθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, με ορισμένους να υφίστανται κράτηση ή ανακρίσεις σχετικά με το έργο τους.

Πρώην συνεργάτες υποστηρίζουν ότι στόχος του συστήματος είναι να συγκεντρωθεί όλη η διαδικασία προσλήψεων υπό κρατικό έλεγχο, ώστε να παρακολουθούνται οι κινήσεις των ξένων δημοσιογράφων και το περιεχόμενο του έργου τους.

Ένας οδηγός, ο οποίος είχε συνεργαστεί επί χρόνια με ξένα μέσα και θέλει να παραμείνει ανώνυμος, τόνισε ότι οι βοηθοί συχνά λειτουργούσαν ως εργαλείο για να διαπιστώνει το καθεστώς τη στάση των ξένων ανταποκριτών. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, οι ξένοι δημοσιογράφοι αργά ή γρήγορα θα φύγουν από τη χώρα, αλλά οι βοηθοί θα παραμείνουν εκεί, κάτι που εξασφαλίζει ότι είναι «ελέγξιμοι» και «ιχνηλάσιμοι».

Ο Χάο, πρώην βοηθός που σήμερα ζει στη Γερμανία, εξήγησε ότι ο όρος «ελέγξιμοι» σημαίνει ότι οι Αρχές μπορούν να παρακολουθούν τις κινήσεις των δημοσιογράφων μέσω των εταιρειών εργασίας, ενώ «ιχνηλάσιμοι» σημαίνει ότι οι βοηθοί αναμένεται να μεταφέρουν λεπτομέρειες για τη διαδικασία του ρεπορτάζ – ποιοι μίλησαν, τι γράφτηκε – ώστε όλα να ελέγχονται.

Ένα σύστημα που περιορίζει την πρόσβαση

Οι κανονισμοί γύρω από τους βοηθούς ειδήσεων έχουν γίνει αυστηρότεροι με τον καιρό. Στη δεκαετία του 1990, ορισμένα ξένα μέσα μπορούσαν ακόμη να προσλάβουν άμεσα Κινέζους εργαζομένους. Αυτό έληξε το 2008, όταν τέθηκαν σε ισχύ νέοι κανονισμοί που απαιτούσαν όλες οι προσλήψεις να γίνονται μέσω κρατικά εγκεκριμένων καναλιών.

Ένας Κινέζος ακαδημαϊκός του χώρου των ΜΜΕ στο Πεκίνο δήλωσε στην Epoch Times ότι το σύστημα λειτουργεί ταυτόχρονα ως «γέφυρα και φραγμός». Από τη μία, επιτρέπει στους ξένους δημοσιογράφους να δραστηριοποιούνται. Από την άλλη, διασφαλίζει ότι όλα παραμένουν εντός αυστηρών ορίων.

Του Michael Zhuang

Με τη συμβολή του Jiang Xue

Στη Λάρισα εγκαινιάστηκε το πρώτο ΕΠΑΛ εντός σωφρονιστικού καταστήματος στην Ελλάδα

Η Λάρισα συμπληρώνει την εκπαιδευτική παρέμβαση σε σωφρονιστικό κατάστημα, εγκαινιάζοντας το πρώτο Επαγγελματικό Λύκειο που λειτουργεί εντός σωφρονιστικού καταστήματος στην Ελλάδα, όπου ήδη λειτουργούν Δημοτικό Σχολείο και Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας. Η υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη, παρούσα στα εγκαίνια του 8ου ΕΠΑΛ Λάρισας, τη Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου, χαρακτήρισε το έργο ως «οδοδείκτη για όλη τη χώρα».

Ένα παράθυρο ελπίδας στο μέλλον

Το νέο εκπαιδευτικό ίδρυμα αρχίζει τη λειτουργία του με είκοσι δύο φοιτητές, οι οποίοι για πρώτη φορά θα έχουν πρόσβαση σε οργανωμένη μάθηση, εξειδίκευση, κατάρτιση και πιστοποίηση. Η κα Ζαχαράκη τόνισε ότι στόχος είναι να αυξηθούν οι φοιτητές την επόμενη χρονιά, δεσμευόμενη για την κάλυψη των εκπαιδευτικών και την παροχή των απαραίτητων υποδομών.

«Κάναμε πράξη μια αυτονόητη υποχρέωση μας: να παρέχουμε το δικαίωμα στη μόρφωση και στην εκπαίδευση σε κάθε πολίτη, όπου κι αν βρίσκεται», δήλωσε η υπουργός, υπογραμμίζοντας ότι η εκπαίδευση ανοίγει το μυαλό και ενισχύει τις δυνατότητες.

Η δημιουργία του ΕΠΑΛ αποτελεί απότοκο μιας εικοσαετούς προσπάθειας. Από το 2004, στο Σωφρονιστικό Κατάστημα Λάρισας λειτουργεί το 2ο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Λάρισας. Ωστόσο, οι απόφοιτοί του παρέμεναν χωρίς οργανωμένη διέξοδο για σπουδές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με τις δυνατότητες να περιορίζονται σε αποσπασματικές ή εξ αποστάσεως λύσεις.

Ο Γιώργος Τράντας, Διευθυντής Εκπαιδευτικών Μονάδων του σωφρονιστικού καταστήματος, αναδείχθηκε ως ο βασικός αρχιτέκτονας αυτής της πρωτοβουλίας. Η υπουργός Ζαχαράκη τον ευχαρίστησε ιδιαιτέρως, σημειώνοντας ότι χάρη σε αυτόν γίνεται πράξη κάτι που θα αποτελέσει παράδειγμα για όλη την Ελλάδα.

Η λειτουργία του ΕΠΑΛ βασίζεται σε σύγχρονες ψηφιακές υποδομές, ενώ θα προσφέρει επίσημα αναγνωρισμένους τίτλους και κανονικό πρόγραμμα σπουδών. Το υπουργείο Παιδείας δεσμεύεται να επιταχύνει τις διαδικασίες τοποθέτησης αναπληρωτών εκπαιδευτικών, με το σύστημα να λειτουργεί από τέλη Σεπτεμβρίου αντί για Οκτώβριο.

Η Ζαχαράκη αποκάλυψε ότι υπάρχουν ήδη σχέδια για την επέκταση της πρωτοβουλίας, με την Κρήτη να φαίνεται ως επόμενος σταθμός. Η υπουργός τόνισε ότι δεν υπήρχε άλλη πρόταση τόσο καλά προετοιμασμένη όσο αυτή της Λάρισας, γεγονός που την καθιστά πρότυπο για τη διάδοση του μοντέλου σε άλλα σωφρονιστικά καταστήματα.

Από την απόκτηση δεξιοτήτων στην επανένταξη

Το νέο ΕΠΑΛ δεν περιορίζεται στην απλή παροχή εκπαίδευσης. Όπως τονίστηκε, στόχος είναι η απόκτηση δεξιοτήτων και η ομαλή επανένταξη των ατόμων στην κοινωνία. Οι κρατούμενοι θα μπορούν να αποκτήσουν πιστοποιημένα προσόντα που θα τους δώσουν τη δυνατότητα να βρουν εργασία και να διεκδικήσουν ένα επάγγελμα.

«Περισσότερο όμως, θα σας προσφέρει την ικανοποίηση ότι μπορείτε να τα καταφέρετε», υπογράμμισε η υπουργός στην ομιλία της, απευθυνόμενη στους φοιτητές, αναδεικνύοντας τη ψυχολογική διάσταση της εκπαιδευτικής αυτής πρωτοβουλίας.

Αναδιαμορφώνοντας τη Fed: Μια ματιά στον Τραπεζικό Νόμο του 1935

Φέτος συμπληρώνονται ενενήντα χρόνια από τον Τραπεζικό Νόμο του 1935, τον νόμο που έδωσε στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) τη σημερινή της δομή. Συχνά επισκιάζεται από τον Νόμο του 1933, που θέσπισε την ασφάλιση καταθέσεων και διαχώρισε την εμπορική από την επενδυτική τραπεζική, αλλά ο Νόμος του 1935 υπήρξε εξίσου καθοριστικός. Μεταφέροντας την εξουσία στην Ουάσινγκτον και επαναπροσδιορίζοντας τον ρόλο της Fed, έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης αμερικανικής νομισματικής πολιτικής.

Τα πρώτα χρόνια της Fed

Η Fed, που ιδρύθηκε το 1913 όταν ο Πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον υπέγραψε τον Νόμο περί Federal Reserve, είχε πολύ διαφορετική μορφή στα πρώτα της χρόνια.

Κάθε περιφερειακή Τράπεζα της Federal Reserve πραγματοποιούσε αυτόνομα πράξεις ανοικτής αγοράς, αποφασίζοντας ποια αξιόγραφα θα αγοράσει και σε ποια τιμή. Επειδή οι αμερικανικές αγορές ήταν στενά συνδεδεμένες, οι ενέργειες μιας τράπεζας επηρέαζαν τις υπόλοιπες, με αποτέλεσμα η νομισματική πολιτική να κινείται προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Αυτό δεν θεωρούνταν αδυναμία αλλά χαρακτηριστικό του αποκεντρωμένου σχεδιασμού του συστήματος. Στην πράξη όμως, το σύστημα αυτό αποδείχθηκε προβληματικό.

Για να επιβληθεί κάποια τάξη, πέντε Τράπεζες—της Βοστώνης, του Σικάγο, του Κλίβελαντ, της Νέας Υόρκης και της Φιλαδέλφειας—συγκρότησαν το 1922 μια επιτροπή για τον συντονισμό των συναλλαγών τους. Ένα χρόνο αργότερα, αυτή εξελίχθηκε στην Επιτροπή Επενδύσεων Ανοικτής Αγοράς (Open Market Investment Committee – OMIC), υπό την εποπτεία του Διοικητικού Συμβουλίου στην Ουάσινγκτον. Ωστόσο, η συμμετοχή παρέμενε εθελοντική. Οι υπόλοιπες τράπεζες μπορούσαν ακόμη να ακολουθούν τη δική τους πορεία, αν και σπάνια το έκαναν.

Το 1930, η OMIC αντικαταστάθηκε από τη Διάσκεψη Πολιτικής Ανοικτής Αγοράς (Open Market Policy Conference – OMPC), που περιλάμβανε και τους 12 διοικητές των Τραπεζών (οι οποίοι μετονομάστηκαν σε «προέδρους» με τον Νόμο του 1935). Ένα μικρότερο πενταμελές σώμα, με τα αρχικά μέλη της OMIC, διεξήγαγε τις συναλλαγές. Και πάλι όμως η συμμετοχή ήταν εθελοντική και οι τράπεζες διατηρούσαν το δικαίωμα να ενεργούν ανεξάρτητα.

Αυτή η ελευθερία αποδείχθηκε μειονέκτημα το καλοκαίρι του 1932, όταν οι διαφωνίες μεταξύ των Τραπεζών οδήγησαν σε κατάρρευση της συνεργασίας. Το αποτέλεσμα ήταν να βαθύνει η «Μεγάλη Συστολή» της προσφοράς χρήματος που είχε ξεκινήσει το 1929. Ο Νόμος του 1933 αντιμετώπισε το ζήτημα δημιουργώντας την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (Federal Open Market Committee – FOMC). Όπως και η OMPC, περιλάμβανε και τους 12 διοικητές. Σε αντίθεση όμως με εκείνη, οι αποφάσεις της FOMC ήταν πλέον δεσμευτικές.

Η μεταμόρφωση με τον Νόμο του 1935

Σήμερα η FOMC έχει πολύ διαφορετική μορφή. Αντί για 12 προέδρους περιφερειακών τραπεζών, περιλαμβάνει τα επτά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου στην Ουάσινγκτον και πέντε προέδρους Τραπεζών: τον πρόεδρο της Fed Νέας Υόρκης και τέσσερις από τους υπόλοιπους έντεκα σε εναλλασσόμενη βάση. Ο Νόμος του 1935 καθιέρωσε αυτή τη δομή, δίνοντας στο Διοικητικό Συμβούλιο την πλειοψηφία στην επιτροπή για πρώτη φορά. Αυτή η αλλαγή αποτελεί μία από τις σημαντικότερες κληρονομιές του: τη συγκέντρωση της νομισματικής πολιτικής στην Ουάσινγκτον.

Ο Νόμος του 1935 προχώρησε ακόμη περισσότερο. Παραχώρησε στο Διοικητικό Συμβούλιο άμεση εξουσία σε άλλα βασικά εργαλεία νομισματικής πολιτικής. Πλέον μπορούσε να καθορίζει τις απαιτήσεις αποθεματικών, να ρυθμίζει τα επιτόκια καταθέσεων των τραπεζών-μελών και να εγκρίνει τα προεξοφλητικά επιτόκια που χρέωναν οι Τράπεζες στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Προηγουμένως, κάθε Τράπεζα όριζε αυτόνομα το προεξοφλητικό επιτόκιο. Το Συμβούλιο μπορούσε να εγκρίνει ή να απορρίψει, αλλά δεν είχε την εξουσία να επιβάλει αλλαγές ή να θεσπίσει ενιαίο εθνικό επιτόκιο. Ο Νόμος του 1935 άλλαξε αυτή την κατάσταση. Έκτοτε, το Συμβούλιο μπορούσε να επιβάλλει αλλαγές και, εφόσον το έκρινε σκόπιμο, να θεσπίσει ένα ενιαίο προεξοφλητικό επιτόκιο για ολόκληρη τη χώρα.

Τέλος, ο Νόμος ενίσχυσε την ανεξαρτησία της Fed. Πριν το 1935, ο Υπουργός Οικονομικών και ο Επόπτης Νομισματικής Κυκλοφορίας συμμετείχαν στο Διοικητικό Συμβούλιο, με τον Υπουργό Οικονομικών να προεδρεύει. Ο Νόμος τους απομάκρυνε, δημιουργώντας ένα νέο Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται αποκλειστικά από διορισμένους του Προέδρου των ΗΠΑ με μακροχρόνιες, κλιμακωτές θητείες και ξεχωριστό πρόεδρο που ορίζεται από τον Πρόεδρο. Την ίδια περίπου εποχή, η Fed μετακόμισε από το Υπουργείο Οικονομικών στη δική της έδρα στη Λεωφόρο Συντάγματος (Constitution Avenue). Η μετακίνηση αυτή αποτέλεσε τόσο συμβολικό όσο και πρακτικό δείγμα ανεξαρτησίας.

Κληρονομιά και συνέπειες

Ενενήντα χρόνια αργότερα, κάθε απόφαση της Fed εξακολουθεί να διαμορφώνεται μέσα από το πλαίσιο που καθιέρωσε ο Νόμος του 1935. Με τον ανασχεδιασμό της FOMC, τη συγκέντρωση ελέγχου των νομισματικών εργαλείων και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας από το Υπουργείο Οικονομικών, ο νόμος διαμόρφωσε τη σύγχρονη Federal Reserve.

Ωστόσο, η συγκέντρωση εξουσίας έχει και τα μειονεκτήματά της.

Ο Νόμος περιόρισε την επιρροή των περιφερειακών τραπεζών, έδωσε στη Νέα Υόρκη προνομιακή θέση και συγκέντρωσε την εξουσία στην Ουάσινγκτον—μια τάση που συνεχίστηκε με μεταγενέστερες μεταρρυθμίσεις όπως ο νόμος Dodd-Frank, που περιόρισε τον ρόλο του τραπεζικού τομέα στην επιλογή των προέδρων των Τραπεζών. Η συγκέντρωση εξουσίας απομάκρυνε τη Fed από τη Wall Street και το Υπουργείο Οικονομικών, αλλά συγκέντρωσε την ισχύ στην Ουάσινγκτον, όπου οι πολιτικές πιέσεις είναι πάντα παρούσες—μια αντίφαση που εξακολουθεί να επηρεάζει τη νομισματική πολιτική μέχρι σήμερα.

Του Bryan Cutsinger

Πηγή: American Institute for Economic Research (AIER)

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Η υπερβολική αύξηση τεστοστερόνης μπορεί να είναι επικίνδυνη – αλλά η κρίση ανδρισμού σήμερα έχει βιολογική βάση

Η λεγόμενη «υπερενίσχυση τεστοστερόνης» παρουσιάζεται από τα μέσα ενημέρωσης ως μια ανησυχητική νέα τάση. Νέοι άνδρες παρακινούνται μέσα από βίντεο και αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα να αυξήσουν τα επίπεδα τεστοστερόνης τους κάνοντας γυμναστική, βελτιώνοντας τα ωράρια ύπνου, καταναλώνοντας συγκεκριμένες τροφές—ιδίως ζωικές (αυγά, γάλα και κρέας)—και λαμβάνοντας διάφορα συμπληρώματα, όπως ψευδάργυρο και ashwagandha.

Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η υπόδειξη ότι νέοι άνδρες, στο απόγειο της σωματικής τους δύναμης, πρέπει να διακινδυνεύσουν να καταστρέψουν τη φυσική τους ορμονική λειτουργία παίρνοντας στεροειδή.

Ένα μέρος του προβλήματος εντοπίζεται στους επίμονους μύθους και την απάτη που κυριαρχούν στη βιομηχανία της γυμναστικής και τον επαγγελματικό αθλητισμό. Από την εφεύρεση των αναβολικών ουσιών, οι αθλητές ψεύδονται για τη χρήση τους. Στη δεκαετία του 1980 και του 1990, οι αθλητές σωματικής διάπλασης και οι επαγγελματίες παλαιστές βρέθηκαν στο επίκεντρο έντονου ελέγχου. Το ερώτημα ήταν αν έκαναν χρήση αναβολικών ουσιών. Η απάντηση ήταν αυτονόητη: φυσικά και έκαναν.

Οι υπεράνθρωπες σωματικές διαστάσεις που καθιερώθηκαν τότε δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν φυσιολογικά. Ακόμη και σήμερα, παρά τις γνώσεις που υπάρχουν, εξακολουθεί να θεωρείται «αποκάλυψη» όταν γίνεται γνωστό ότι κάποιος αθλητής ή παλαιστής χρησιμοποιούσε στεροειδή στο απόγειο της καριέρας του. Όταν μάλιστα παραδέχονται τέτοια χρήση, συνήθως υποβαθμίζουν τις ποσότητες. Οι αναβολικές ουσίες κουβαλούν ισχυρό στίγμα, και δικαίως.

Μια ρεαλιστική θεώρηση είναι ότι οι επαγγελματίες αθλητές διαθέτουν ιδιαίτερο φυσικό χάρισμα που ενισχύεται από τα στεροειδή. Η αφοσίωση και η σκληρή δουλειά, ωστόσο, παραμένουν απαραίτητες. Τα στεροειδή από μόνα τους δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν ένα ηρακλείου τύπου σώμα ή ικανότητες όπως να παίξει κανείς ποδόσφαιρο, να σηκώσει 200 κιλά πάνω από το κεφάλι ή να τρέξει τα 100 μέτρα σε λιγότερο από δέκα δευτερόλεπτα. Παρ’ όλα αυτά, οι κίνδυνοι της χρήσης στεροειδών, που μπορεί να φτάσουν έως και τον θάνατο, δεν πρέπει να υποβαθμίζονται. Οι προειδοποιήσεις των γιατρών είναι βάσιμες.

Οι νέοι άνδρες σήμερα είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στις απατηλές υποσχέσεις των «διαδικτυακών γκουρού γυμναστικής» σε Instagram, Twitter και TikTok. Πολλοί από αυτούς ισχυρίζονται ότι έχουν αποκτήσει τα εντυπωσιακά τους σώματα χωρίς τη βοήθεια στεροειδών, κάτι που στην πραγματικότητα δεν ισχύει.

Υπάρχουν εμφανείς ενδείξεις για όσους γνωρίζουν: ώμοι στρογγυλοί ή οι υπερβολικά ανεπτυγμένοι τραπεζοειδείς μύες. Τα κίνητρα πίσω από τέτοιους ισχυρισμούς είναι προφανή. Αν κάποιος δείχνει σαν τον Mr. Olympia χωρίς αναβολικά, τότε σίγουρα «ξέρει το μυστικό». Για μόλις 50 δολάρια, μπορεί κανείς να αγοράσει το ηλεκτρονικό βιβλίο του και να το μάθει.

Όταν όμως ο καθημερινός άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι, παρά τις προσπάθειες, δεν μοιάζει στο αγαπημένο του άτομο επιρροής, οδηγείται στη σκέψη ότι η μόνη λύση είναι τα στεροειδή. Και έτσι πολλοί το επιχειρούν, πέφτοντας θύματα μιας σκληρής απάτης.

Απαιτείται ένας σοβαρός επαναπροσδιορισμός των προσδοκιών για το τι μπορεί να επιτευχθεί φυσικά και σε πόσο χρόνο. Η ειλικρίνεια είναι αναγκαία.

Ωστόσο, οι βάσιμες προειδοποιήσεις για τις σκοτεινές πλευρές της αναζήτησης σωματικής τελειότητας δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για να αποσιωπηθεί ένα πραγματικό και σοβαρό πρόβλημα με την τεστοστερόνη σήμερα.

Η πραγματικότητα, όπως αναλύεται στο επικείμενο βιβλίο «The Last Men: Liberalism and the Death of Masculinity» («Οι Τελευταίοι Άνδρες: Ο Φιλελευθερισμός και ο Θάνατος της Αρρενωπότητας»), είναι ότι ο δυτικός κόσμος έχει γνωρίσει δραματική πτώση στα επίπεδα τεστοστερόνης τις τελευταίες δεκαετίες. Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει σοβαρά την υγεία και την ευτυχία των νέων ανδρών, ενώ δυσχεραίνει και την αναπαραγωγή. Η γενικότερη πτώση της αναπαραγωγικής υγείας, με την τεστοστερόνη μόνο ως μία συνιστώσα, θα μπορούσε να καταστήσει αδύνατη τη φυσική αναπαραγωγή μέσα σε λίγες δεκαετίες.

Η επιδημιολόγος περιβάλλοντος και αναπαραγωγικής υγείας Σάνα Σουάν (Shanna Swan, PhD) έχει προειδοποιήσει ότι οι μετρήσεις σπέρματος μειώνονται με τέτοιο ρυθμό που το 2045 ο μέσος όρος μπορεί να φτάσει στο μηδέν. Αυτό θα σήμαινε ότι οι μισοί άνδρες δεν θα παράγουν καθόλου σπέρμα, ενώ οι υπόλοιποι θα παράγουν τόσο λίγο που πρακτικά δεν θα μπορούν να γονιμοποιήσουν.

Σημαντική ήταν και η μελέτη «Massachusetts Male Aging Study» (MMAS), η οποία διεξήχθη στη Βοστώνη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Η μελέτη έδειξε ότι υπήρχε μια ετήσια μείωση της τάξης του 1% στα επίπεδα τεστοστερόνης σε άνδρες όλων των ηλικιών, με αποτέλεσμα σε λιγότερο από 20 χρόνια η πτώση να ξεπεράσει το 20%. Ανάλογες έρευνες σε Φινλανδία, Ισραήλ και Ηνωμένες Πολιτείες επιβεβαίωσαν τα αποτελέσματα και ενίσχυσαν την ανησυχία, παρότι πολλοί προσπαθούν να αγνοούν τα δεδομένα.

Η τεστοστερόνη είναι η κατεξοχήν ανδρική ορμόνη, υπεύθυνη για πλήθος λειτουργιών. Δεν περιορίζεται στην αύξηση της μυϊκής μάζας, αλλά ρυθμίζει τη διάθεση, το κίνητρο, τη λίμπιντο, την άμυνα του οργανισμού και πολλά ακόμη. Οι άνδρες με χαμηλά επίπεδα τείνουν να είναι πιο αδύναμοι, λιγότερο δραστήριοι, ανήσυχοι, κουρασμένοι, αδιάφοροι για το σεξ και δυστυχισμένοι.

Το μέγεθος της κρίσης γίνεται πιο κατανοητό όταν δει κανείς τις μαρτυρίες ανδρών με χαμηλή τεστοστερόνη. Στο Reddit υπάρχουν ολόκληρα φόρουμ με προσωπικές ιστορίες που περιγράφουν τις καταστροφικές συνέπειες, αλλά και τις θεαματικές αλλαγές όταν τα επίπεδα αποκαθίστανται.

Πολλοί καταφεύγουν σε θεραπείες με ενέσεις ή γέλες τεστοστερόνης, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις η χαμηλή τεστοστερόνη δεν οφείλεται σε γενετική ή παθολογική αιτία. Βελτιώσεις μπορούν να επιτευχθούν με αλλαγές στον τρόπο ζωής: άσκηση—ιδίως με βάρη—σωστή διατροφή, ήλιο και επαρκή ύπνο.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις της πτώσης τεστοστερόνης είναι εμφανείς. Στην Ιαπωνία, εκατομμύρια νέοι άνδρες έχουν γίνει «hikikomori», ακραίοι κοινωνικοί απομονωμένοι. Οι αριθμοί εκτιμώνται ακόμη και στα δέκα εκατομμύρια. Τρέφονται με έτοιμο φαγητό, καταναλώνουν πορνογραφία, άνιμε και βιντεοπαιχνίδια. Έρευνα δείχνει ότι η χαμηλή τεστοστερόνη προδιαθέτει προς αυτήν τη συμπεριφορά. Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται και σε άλλες ασιατικές κοινωνίες, όπως στη Νότια Κορέα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπολογίζεται ότι τουλάχιστον έξι εκατομμύρια νέοι άνδρες έχουν αποσυρθεί από την κοινωνία και την εργασία, ζώντας μια ζωή χωρίς σκοπό.

Η αιτία της πτώσης δεν είναι μία. Κακή διατροφή, καθιστική ζωή, έλλειψη ύπνου, συνεχής έκθεση σε μπλε φως από οθόνες και ακτινοβολία από ηλεκτρονικές συσκευές, όλα συμβάλλουν. Επίσης, τοξικές ουσίες γνωστές ως «ενδοκρινικοί διαταράκτες» βρίσκονται παντού: στα αποσμητικά, τα σαπούνια, τα έπιπλα, τα ρούχα, τις ηλεκτρονικές συσκευές, το φαγητό, το νερό, ακόμη και τον αέρα.

Οι μικροπλαστικές ίνες αποτελούν αυξανόμενη απειλή. Φέρνουν τοξικές χημικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένων ενδοκρινικών διαταρακτών, βαθιά μέσα στο σώμα, επηρεάζοντας όλα τα όργανα—από τους πνεύμονες και το συκώτι μέχρι τον εγκέφαλο και τα αναπαραγωγικά όργανα. Έχουν βρεθεί σε όρχεις, σπερματικό υγρό, ακόμη και στον ιστό του πέους, αλλά και στον πλακούντα, τις ωοθήκες και το αμνιακό υγρό. Έρευνες έχουν δείξει ότι μπορούν να απορροφούν ορμόνες του αίματος, όπως η τεστοστερόνη, καθιστώντας τις μη διαθέσιμες για τον οργανισμό.

Η έκταση του προβλήματος είναι πρωτοφανής και απαιτεί εξίσου πρωτοφανή δράση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ., συμπρωταγωνιστής στο ντοκιμαντέρ του Τάκερ Κάρλσον «The End of Men» («Το Τέλος των Ανδρών») το 2022, επιχειρεί να ευαισθητοποιήσει και να αναλάβει δράση. Παρ’ όλα αυτά, θα χρειαστούν δεκαετίες για να «γίνει η Αμερική υγιής ξανά», καθώς χρειάστηκαν σχεδόν εκατό χρόνια για να φτάσει στη σημερινή κατάσταση.

Η προειδοποίηση προς τους νέους άνδρες για τους κινδύνους της υπερβολικής ενίσχυσης τεστοστερόνης μέσω στεροειδών και αναβολικών είναι βάσιμη. Δεν πρέπει όμως να χρησιμοποιείται για να καλύψει το πραγματικό βιολογικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι άνδρες σήμερα.

Τα επίπεδα τεστοστερόνης μειώνονται, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας ανησυχήσει όλους. Η υγεία, η ευτυχία και το μέλλον των ανδρών—και κατ’ επέκταση το μέλλον του πολιτισμού—εξαρτώνται από αυτήν την ορμόνη.

Του Charles Cornish-Dale

Πάπας Λέων ΙΔ΄ για τους διωκόμενους καθολικούς: Πιθανή αλλαγή στη συμφωνία με την Κίνα

Στην πρώτη του συνέντευξη, ο Πάπας Λέων ΙΔ΄ έστειλε μήνυμα ότι ενδέχεται να υπάρξουν αλλαγές στη συμφωνία του Βατικανού με την Κίνα, τονίζοντας πως ακούει τις φωνές των καθολικών που υφίστανται διώξεις στη χώρα. Η συνέντευξη, στην ισπανική γλώσσα, δόθηκε στο καθολικό περιοδικό Crux και δημοσιεύθηκε σε συνέχειες από τις 14 Σεπτεμβρίου.

Ο ποντίφικας ανέφερε ότι βρίσκεται σε «συνεχή διάλογο με πολλούς ανθρώπους, Κινέζους, και από τις δύο πλευρές ορισμένων ζητημάτων». Αν και δεν ανακοίνωσε συγκεκριμένες αλλαγές, επισημαίνοντας ότι σέβεται τις αποφάσεις των προκατόχων του, σημείωσε ότι έχουν υπάρξει πολλές συζητήσεις υψηλού επιπέδου για το ζήτημα της Κίνας.

Τόνισε πως προσπαθεί να κατανοήσει καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία μπορεί να συνεχίσει την αποστολή της, με σεβασμό τόσο στον πολιτισμό και τα πολιτικά ζητήματα που έχουν μεγάλη βαρύτητα όσο και στους πολλούς Κινέζους καθολικούς που επί χρόνια βίωσαν καταπίεση ή δυσκολίες στην ελεύθερη άσκηση της πίστης τους, χωρίς να χρειάζεται να επιλέξουν πλευρά. Υπογράμμισε επίσης ότι λαμβάνει υπ’ όψιν του την εμπειρία που έχει αποκτήσει από την επαφή του με Κινέζους κυβερνητικούς, θρησκευτικούς ηγέτες αλλά και λαϊκούς, περιγράφοντας την κατάσταση ως «πολύ δύσκολη».

Πρόσφατα, ο Πάπας Λέων ΙΔ΄ είχε προβεί και σε άλλες κινήσεις που αφορούν την Κίνα, όπως η ανακοίνωση για τη δημιουργία νέας επισκοπής στο Τσανγκτζιακόου και η χειροτονία του πρώτου επισκόπου της, του ιερέα Τζουζέπε Ουάνγκ Ζενγκουί.

Υπενθυμίζεται ότι υπό τον προκάτοχό του, Πάπα Φραγκίσκο, το Βατικανό υπέγραψε το 2018 συμφωνία με την Κίνα σχετικά με τον διορισμό επισκόπων. Οι λεπτομέρειες αυτής της συμφωνίας δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ. Η συμφωνία προκάλεσε ανησυχία σε υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) είναι γνωστό για τη δίωξη χριστιανών και άλλων θρησκευτικών ομάδων, χαρακτηρίζοντας όσους δεν ακολουθούν την κρατική εκδοχή των θρησκειών ως «αιρετικούς» και ποινικοποιώντας κάθε μορφή λατρείας εκτός κρατικού ελέγχου. Ήδη από το 1955, το ΚΚΚ είχε φυλακίσει τον καθολικό επίσκοπο της Σαγκάης επειδή αρνήθηκε να απαρνηθεί την εξουσία του πάπα, φυλακίζοντάς τον για τρεις δεκαετίες.

Τον Οκτώβριο του 2024, το Βατικανό και η Κίνα ανανέωσαν τη συμφωνία, με την Αγία Έδρα να τονίζει ότι είναι απαραίτητη για την κάλυψη των πολλών κενών επισκοπικών εδρών στη χώρα. Την ίδια περίοδο, το Κέντρο Θρησκευτικής Ελευθερίας του Ινστιτούτου Hudson δημοσίευσε έκθεση, στην οποία καταγραφόταν ότι οι διώξεις καθολικών είχαν «ενταθεί» μετά τη συμφωνία του 2018, με ιδιαίτερη αναφορά σε δέκα επισκόπους. Ορισμένοι είχαν κρατηθεί παράνομα πολλές φορές, ενώ άλλοι είχαν εξαφανιστεί.

Η έκθεση ανέφερε ότι το ΚΚΚ στοχεύει «ιεράρχες που αντιστέκονται στον έλεγχο του κόμματος επί των θρησκευτικών ζητημάτων». Οι διωκόμενοι επίσκοποι είχαν αρνηθεί να ενταχθούν στην Πατριωτική Καθολική Ένωση της Κίνας (Chinese Patriotic Catholic Association – CPCA). Η ένταξη θα τους υποχρέωνε να δηλώσουν ανεξαρτησία από την Αγία Έδρα, να βασίζουν τα κηρύγματά τους στη «Σκέψη Σι Τζινπίνγκ» – την πολιτική και κομμουνιστική ιδεολογία του Κινέζου ηγέτη – και να υπόκεινται σε κρατική εποπτεία.

Η έκθεση σημείωνε ότι το Πεκίνο άσκησε πιέσεις στους επισκόπους να ενταχθούν στην CPCA αμέσως μετά τη συμφωνία του 2018. Το 2019, το Βατικανό εξέδωσε οδηγίες που επέτρεπαν την ένταξη στην Ένωση με «επιφύλαξη συνείδησης», ωστόσο η ίδια η συμφωνία δεν προβλέπει καμία εξαίρεση για τέτοιου είδους αντίρρηση.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι επίσκοποι που αντιτάχθηκαν στην CPCA δημιούργησαν ένα είδος υπόγειας εκκλησίας. Χωρίς αυτούς, η Καθολική Εκκλησία στην Κίνα «αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή πρόκληση στη διαμόρφωση της επόμενης γενιάς Κινέζων επισκόπων». Η ίδια έκθεση κατέληγε πως «η Αγία Έδρα δίνει έναν αγώνα με τον χρόνο για να ενισχύσει τους δεσμούς της με τους επισκόπους που βρίσκονται εντός της CPCA, προτού η κινεζική επισκοπή απορροφηθεί από το υπόλοιπο Τμήμα Ενωτικού Μετώπου», το οποίο αποτελεί μηχανισμό παγκόσμιας επιρροής του κινεζικού καθεστώτος.

Της Catherine Yang

Σύμβουλοι του CDC εισηγούνται κατά του συνδυαστικού εμβολίου για μικρά παιδιά

Η Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Πρακτικές Εμβολιασμού (Advisory Committee on Immunization Practices – ACIP) εισηγήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου ότι τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention – CDC) θα πρέπει να πάψουν να συνιστούν σε μικρά παιδιά το συνδυαστικό εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς και ανεμοβλογιάς (MMRV).

Η επιτροπή υπογράμμισε πως η σύσταση του CDC πρέπει να αφορά αποκλειστικά το εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς (MMR) και όχι το MMRV, το οποίο προσφέρει επιπλέον προστασία έναντι της ανεμοβλογιάς, για παιδιά κάτω των τεσσάρων ετών. Η απόφαση ελήφθη με ψήφους 8 υπέρ και 3 κατά, ενώ ο Δρ Ρόμπερτ Μαλόουν απείχε, επειδή στο παρελθόν είχε εργαστεί ως έμμισθος εμπειρογνώμονας σε αγωγές κατά της Merck, της φαρμακοβιομηχανίας που παράγει τα εμβόλια MMR και MMRV.

Εφόσον ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας και υπηρεσιακός διευθυντής του CDC, Τζιμ Ο’Νηλ, υιοθετήσει τη σύσταση, θα υπάρξει αλλαγή στο επίσημο πρόγραμμα εμβολιασμών. Επί του παρόντος, το CDC συνιστά είτε το MMRV είτε τον συνδυασμό MMR και ξεχωριστού εμβολίου ανεμοβλογιάς για την πρώτη δόση κατά της ιλαράς. Ωστόσο, θεωρεί προτιμότερο το MMR για παιδιά ηλικίας 12 έως 47 μηνών, καθώς το MMRV «συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο πυρετού και επιληπτικών κρίσεων λόγω πυρετού».

Σύμφωνα με τα στοιχεία, περίπου 85% των παιδιών λαμβάνουν τα εμβόλια MMR και ανεμοβλογιάς, ενώ το 15% επιλέγει το MMRV για την πρώτη δόση. Ο Δρ Τζον Σου, αξιωματούχος του CDC στον τομέα των εμβολιασμών, παρουσίασε ότι μετά τον εμβολιασμό με MMR παρατηρείται μία επιπλέον επιληπτική κρίση ανά 3.000 με 4.000 παιδιά σε σχέση με τα ανεμβολίαστα. Με το MMRV, ο κίνδυνος αυτός διπλασιάζεται στα μικρότερα παιδιά. Διευκρίνισε πάντως ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για αυξημένο κίνδυνο μετά τη δεύτερη δόση του MMRV σε παιδιά ηλικίας 4 έως 6 ετών.

Στο πρόγραμμα εμβολιασμών του CDC, η δεύτερη δόση του εμβολίου κατά της ιλαράς προβλέπεται για παιδιά 4 έως 6 ετών.

Οι εταιρείες GlaxoSmithKline και Merck παράγουν εμβόλια MMR που έχουν εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η Merck διαθέτει το μοναδικό εμβόλιο MMRV. Καμία από τις δύο εταιρείες δεν απάντησε σε αιτήματα σχολιασμού πριν τη δημοσίευση. Παρά ταύτα, εκπρόσωπος της Merck τόνισε ενώπιον της επιτροπής ότι οποιαδήποτε απόφαση πολιτικής που θολώνει τη σαφήνεια ή τη συνέπεια των οδηγιών για το MMRV θα μπορούσε να υπονομεύσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη του κοινού στον εμβολιασμό, κάνοντας αναφορά στη μείωση των ποσοστών εμβολιασμού μεταξύ μαθητών νηπιαγωγείου.

Ο Ρέτσεφ Λεβί, μέλος της ACIP που ψήφισε υπέρ της αλλαγής, επεσήμανε ότι η απόφαση θα μπορούσε να ενισχύσει τα ποσοστά εμβολιασμού, αφού θα μειωθούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες. Αντίθετα, ο Δρ Κόντυ Μέισνερ, που καταψήφισε, τόνισε ότι θα προτιμούσε να παραμείνει η επιλογή στους γονείς, δεδομένου ότι ορισμένοι θα επιθυμούσαν μία λιγότερη ένεση για τα παιδιά τους.

Η επιτροπή είχε προγραμματίσει να ψηφίσει και για την αλλαγή των συστάσεων σχετικά με το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β, ωστόσο ανέβαλε την απόφαση για τις 19 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία αναμένεται επίσης να εξεταστούν και οι επικαιροποιημένες οδηγίες για τα εμβόλια COVID-19.

Η πρόκληση του προέδρου της ACIP στους επικριτές του

Παράλληλα, στη συνεδρίαση της ίδιας ημέρας, ο πρόεδρος της ACIP, Μάρτιν Κούλντορφ, κάλεσε τους επικριτές του σε δημόσιο διάλογο. Εξήγησε ότι οι πολίτες πρέπει να εμπιστεύονται μόνο επιστήμονες που είναι διατεθειμένοι να συμμετάσχουν σε ανοιχτές αντιπαραθέσεις με συναδέλφους που εκφράζουν διαφορετικές απόψεις. Χωρίς τέτοιες συζητήσεις, όπως υπογράμμισε, δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθούν σωστά τα επιχειρήματα.

Ο Κούλντορφ απηύθυνε την πρόκληση προς τους εννέα πρώην διευθυντές του CDC – μεταξύ αυτών και τη Δρα Μάντυ Κοέν – οι οποίοι πρόσφατα υποστήριξαν ότι τα νέα μέλη της ACIP είναι ανεπαρκώς καταρτισμένα και εκφράζουν «επικίνδυνες και αντιεπιστημονικές απόψεις».

Επικαλέστηκε το εκτενές επιστημονικό του έργο, καθώς και πολυάριθμες μελέτες που συνυπέγραψε με κυβερνητικούς και πανεπιστημιακούς ερευνητές, σημειώνοντας ότι στις περισσότερες δεν εντοπίστηκαν προβλήματα ασφάλειας στα εμβόλια. Υποστήριξε ότι οι χαρακτηρισμοί περί «αντιεπιστημονικών» αμφισβητούν όχι μόνο τους ίδιους, αλλά και την ασφάλεια πολλών παιδικών εμβολίων.

Ο ίδιος απομακρύνθηκε το 2021 από υποεπιτροπή της ACIP επειδή είχε ταχθεί υπέρ της διατήρησης του εμβολίου Johnson & Johnson για την COVID-19, όταν το CDC είχε επιβάλει προσωρινή αναστολή. Το σκεύασμα αποσύρθηκε τελικά από την αγορά, αν και η αναστολή είχε αρθεί νωρίτερα.

Τον Ιούνιο, ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ. διόρισε τον Κούλντορφ και άλλα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων τον Δρα Ρόμπερτ Μαλόουν, στην ACIP, μετά την απομάκρυνση και των δεκαεπτά παλαιών μελών. Στην πρώτη συνεδρίαση της νέας σύνθεσης εγκρίθηκε η συνέχιση της ετήσιας σύστασης για το εμβόλιο γρίπης και ψηφίστηκε η απομάκρυνση του συντηρητικού θειομερσάλης από τα εμβόλια. Σε κοινή δήλωση, τα μέλη υπογράμμισαν ότι στηρίζουν σθεναρά τα εμβόλια με βάση την τεκμηριωμένη ιατρική και τα αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα.

Ο Κούλντορφ δήλωσε στις 17 Σεπτεμβρίου ότι τα μέλη της ACIP έχουν δεσμευθεί να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στον εμβολιασμό, απομακρύνοντας περιττούς κινδύνους, κάτι που χαρακτήρισε «φιλο-εμβολιαστική ατζέντα». Αναφέρθηκε επίσης στη διαφορετικότητα των διεθνών προγραμμάτων εμβολιασμού, σημειώνοντας ότι μόνο μία σκανδιναβική χώρα συνιστά το εμβόλιο ηπατίτιδας Β κατά τη γέννηση, ενώ κάποιες χώρες δεν το συνιστούν καθόλου.

Τόνισε ότι η επιτροπή είναι ανοιχτή σε επιστημονική κριτική, αλλά οι ψευδείς κατηγορίες πως τα μέλη είναι «αντιεμβολιαστές» ενισχύουν άθελά τους τις θέσεις των αρνητών, πλήττοντας τη δημόσια υγεία και την εμπιστοσύνη στα εμβόλια. Υπογράμμισε ότι οι πολίτες δεν πρέπει να εμπιστεύονται όσους αρνούνται να συμμετάσχουν σε δημόσιο διάλογο.

Απηύθυνε την ίδια πρόσκληση και στη Σούζαν Μονάρες, που αποπέμφθηκε πρόσφατα από τη θέση της διευθύντριας του CDC, καθώς και σε άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους που παραιτήθηκαν. Ο πρώην διευθυντής του CDC Τομ Φρίντεν δήλωσε γραπτώς ότι είναι «ανοιχτός σε μια λογική συζήτηση». Αντίθετα, η Μονάρες και άλλοι πρώην διευθυντές δεν απάντησαν.

Ο Κούλντορφ, που είχε συμμετάσχει και στο παρελθόν σε δημόσιες αντιπαραθέσεις για τα εμβόλια – μεταξύ άλλων με τον Δρα Πολ Όφιτ, υποστηρικτή όλων των τρεχουσών συστάσεων – απολύθηκε το 2024 από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ επειδή αρνήθηκε να εμβολιαστεί κατά της COVID-19.

Η Μονάρες κατέθεσε στις 17 Σεπτεμβρίου ενώπιον επιτροπής της Γερουσίας ότι αποπέμφθηκε, επειδή αρνήθηκε τις απαιτήσεις του Κέννεντυ να απολύσει επιστήμονες του CDC και να προεγκρίνει τις εισηγήσεις της ACIP. Ο Κέννεντυ δήλωσε ότι η Μονάρες τού είπε πως δεν ήταν αξιόπιστη και ότι είχε δεσμευθεί να μην εγκρίνει τις συστάσεις της επιτροπής.

Η ίδια υπογράμμισε ότι ήταν «ανοιχτή στην επιστήμη», αλλά δεν μπορούσε να δεσμευθεί προκαταβολικά ότι θα ενέκρινε όλες τις εισηγήσεις της ACIP χωρίς επιστημονικά δεδομένα.

Η χήρα του Τσάρλι Κερκ, νέα διευθύντρια της Turning Point USA

Η Turning Point USA, οργάνωση της οποίας ιδρυτικό μέλος ήταν ο εκλιπών Τσάρλι Κερκ, ανακοίνωσε στις 18 Σεπτεμβρίου τον διορισμό της Έρικα Κερκ στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και προέδρου του διοικητικού συμβουλίου της.

«Στον Εκκλησιαστή, ο βασιλιάς Σολομών γράφει ότι ο άνθρωπος δοκιμάζεται από τον Θεό. Σήμερα αντιμετωπίζουμε μια τέτοια δοκιμασία, αλλά γνωρίζουμε επίσης ότι ο Θεός μάς έχει εφοδιάσει με όλα όσα χρειαζόμαστε για να την ξεπεράσουμε», ανέφεραν σε κοινή δήλωσή τους τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου Νταγκ ντε Γκρουτ, Μάικ Μίλλερ, Τομ Σοντέικα και Ντέηβιντ Ένγκελχαρντ.

«Όλοι εμείς στην Turning Point USA έχουμε το καθήκον να συνεχίσουμε την παρακαταθήκη του Τσάρλι Κερκ και να υλοποιήσουμε το όραμά του: να μας φέρει πιο κοντά στον Κύριο και να οικοδομήσει μια ευημερούσα χώρα για τις επόμενες γενιές», τόνισαν τα μέλη του συμβουλίου.

«Όπως έλεγε πάντα ο Τσάρλι:’Έχουμε μια χώρα να σώσουμε’. Δεν θα παραδοθούμε ούτε θα υποκύψουμε μπροστά στο κακό. Θα συνεχίσουμε. Η προσπάθεια να καταστραφεί το έργο του Τσάρλι θα μετατραπεί σε ευκαιρία για να το κάνουμε ακόμα πιο ισχυρό και ανθεκτικό».

Ο Τσάρλι Κερκ δολοφονήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Πανεπιστήμιο της Κοιλάδας της Γιούτα, ενώ απαντούσε σε ερώτηση του κοινού σχετικά με τις μαζικές επιθέσεις με πυροβόλα όπλα. Η εμφάνιση αυτή εντασσόταν στην περιοδεία του με τίτλο «American Comeback». Ο συντηρητικός σχολιαστής ήταν μόλις 31 ετών.

Αφήνει πίσω τη χήρα του και τα δύο μικρά τους παιδιά. Η κηδεία του έχει προγραμματιστεί για τις 21 Σεπτεμβρίου.

Στις 12 Σεπτεμβρίου, η Έρικα Κερκ εκφώνησε έναν συγκινητικό επικήδειο.

«Πριν από δύο μέρες, ο σύζυγός μου, ο Τσάρλι, αντίκρισε το πρόσωπο του Σωτήρα του και Θεού του. Ο Τσάρλι έλεγε πάντα ότι όταν φύγει, ήθελε να τον θυμούνται για το θάρρος και την πίστη του», είπε, στεκόμενη δίπλα στο σημείο όπου ο Τσάρλι ηχογραφούσε το podcast του, The Charlie Kirk Show.

«Και σε μία από τις τελευταίες συνομιλίες που είχε στη Γη, ο σύζυγός μου μαρτύρησε για τον Κύριο και Σωτήρα του, τον Ιησού Χριστό. Τώρα και για όλη την αιωνιότητα, θα στέκεται στο πλευρό του Σωτήρα του, φορώντας το ένδοξο στέμμα του μάρτυρα».

Η Έρικα Κερκ μίλησε και για όσα αγαπούσε ο σύζυγός της:

«Ο Τσάρλι αγαπούσε τη ζωή. Αγαπούσε τη ζωή του. Αγαπούσε την Αμερική. Αγαπούσε τη φύση, που τον βοηθούσε να έρχεται πιο κοντά στον Θεό. Αγαπούσε τους Σικάγο Καμπς. Και, Θεέ μου, πόσο αγαπούσε τους Όρεγκον Ντακς», είπε.

«Αλλά πάνω απ’ όλα, ο Τσάρλι αγαπούσε τα παιδιά του και εμένα με όλη του την καρδιά – και το γνώριζα αυτό. Το γνώριζα κάθε μέρα. Φρόντιζε να το γνωρίζω καθημερινά. Κάθε μέρα με ρωτούσε: ‘Πώς μπορώ να σε φροντίσω καλύτερα; Πώς μπορώ να γίνω καλύτερος σύζυγος; Πώς μπορώ να γίνω καλύτερος πατέρας;’ – κάθε μέρα».

Επικυρώθηκε ο διορισμός της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ στην Ελλάδα

Την επιβεβαίωση του διορισμού ανακοίνωσε επίσημα η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, δημοσιοποιώντας παράλληλα την πρώτη δήλωση της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ μετά την επικύρωση.

«Είμαι εξαιρετικά ευγνώμων στον Πρόεδρο Ντόναλντ Τζ. Τραμπ και στη Γερουσία των Ηνωμένων Πολιτειών για την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν», ανέφερε η νέα πρέσβειρα, προσθέτοντας: «Είναι η μεγαλύτερη τιμή της ζωής μου να υπηρετήσω ως η πρώτη γυναίκα Πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελληνική Δημοκρατία».

Η κ. Γκίλφοϊλ χαρακτήρισε την Ελλάδα «λίκνο της δημοκρατίας, της ελευθερίας και του κράτους δικαίου – τα ίδια ιδανικά που ενέπνευσαν τους Ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών και συνεχίζουν να καθιστούν την Αμερική τη σπουδαιότερη χώρα στον κόσμο». Ως πρέσβειρα, δήλωσε ότι ανυπομονεί να συνεργαστεί «με τους Έλληνες συμμάχους μας για την προώθηση της ειρήνης, της ευημερίας και της ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο» και σκοπεύει να είναι «υπερήφανη εκπρόσωπος του Προέδρου Τραμπ, σθεναρή υπερασπίστρια των αμερικανικών συμφερόντων και ακλόνητη φίλη της Ελλάδας και του ελληνικού λαού».

Σημειώνεται ότι η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ είναι η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματικής αποστολής στην Ελλάδα. Θα αποτελέσει μάλιστα την 25η κατά σειρά πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα από το 1942, όταν η αμερικανική διπλωματική αντιπροσωπεία στην Ελλάδα αναβαθμίστηκε σε επίπεδο πρεσβείας.

Καθυστέρηση και ιστορικό του διορισμού

Η υποψηφιότητα της Γκίλφοϊλ για τη θέση του πρέσβη είχε ανακοινωθεί από τον Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ ήδη από τον Δεκέμβριο του 2024. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, η νέα πρέσβειρα θα έπρεπε ήδη να έχει εγκατασταθεί στην Αθήνα νωρίτερα μέσα στο 2025. Ωστόσο, η διαδικασία επιβεβαίωσης στη Γερουσία καθυστέρησε σημαντικά. Οι Δημοκρατικοί γερουσιαστές, αντιδρώντας σε ένα ευρύ νομοσχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ –το αποκαλούμενο από τον ίδιο τον Τραμπ «μεγάλο και όμορφο νομοσχέδιο»– αρνήθηκαν να συναινέσουν στην επίσπευση των ψηφοφοριών για τους διορισμούς, με αποτέλεσμα να προκληθούν μεγάλες καθυστερήσεις στη στελέχωση κυβερνητικών θέσεων. Αυτό είχε ως συνέπεια και η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, μία θέση υψηλής στρατηγικής σημασίας, να παραμένει χωρίς επικεφαλής επί μήνες, γεγονός που προκάλεσε τη δυσαρέσκεια του Τραμπ .

Για να ξεπεραστεί το αδιέξοδο, η Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Γερουσία προχώρησε στην ενεργοποίηση της λεγόμενης «πυρηνικής επιλογής», αλλάζοντας τον κανονισμό ώστε οι υποψηφιότητες να μπορούν να εγκριθούν με απλή πλειοψηφία και κατά ομάδες. Έτσι, το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου, σε μία μόνη ψηφοφορία, το σώμα ενέκρινε μαζικά 48 υποψήφιους αξιωματούχους της κυβέρνησης Τραμπ, συμπεριλαμβανομένης της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ. «Αν η Γερουσία είχε συνεχίσει με τον ρυθμό που προχωρούσαμε καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιουλίου, θα υπήρχαν ακόμα εκατοντάδες άδεια γραφεία την τελευταία ημέρα της θητείας του προέδρου Τραμπ το 2029», σχολίασε χαρακτηριστικά ο ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, Τζον Θουν, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επιτάχυνσης των επιβεβαιώσεων.

Σύμφωνα με τον προγραμματισμό, η κ. Γκίλφοϊλ αναμένεται να φτάσει στην Αθήνα έως τα μέσα Οκτωβρίου. Προηγουμένως, ο Αμερικανός Πρόεδρος θα υπογράψει το επίσημο έγγραφο του διορισμού της και θα ακολουθήσει η ορκωμοσία της στις ΗΠΑ, πριν εκείνη ταξιδέψει στην ελληνική πρωτεύουσα για να επιδώσει τα διαπιστευτήριά της. Η άφιξή της εκτιμάται ότι θα δώσει νέα δυναμική στις ήδη στενές ελληνοαμερικανικές σχέσεις και συμπίπτει χρονικά με αυξημένο ενδιαφέρον για τον ρόλο της Ελλάδας σε ζητήματα ασφάλειας και ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσβλέπουν στην περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας με την Ελλάδα στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας και των θαλάσσιων υποδομών, καθιστώντας την παρουσία της νέας πρέσβειρας ιδιαίτερα σημαντική σε αυτή τη συγκυρία.

Κύρια σημεία από την επίσκεψη του Τραμπ στο Ηνωμένο Βασίλειο

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ολοκλήρωσε στις 18 Σεπτεμβρίου τη διήμερη επίσημη επίσκεψή του στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία συνδυάστηκε με λαμπρή βασιλική υποδοχή και συμφωνίες-ορόσημα στους τομείς της τεχνητής νοημοσύνης και της πυρηνικής ενέργειας.

Ο Τραμπ έφτασε στο Λονδίνο συνοδευόμενος από ηγετικές φυσιογνωμίες της αμερικανικής τεχνολογίας, μεταξύ των οποίων οι διευθύνοντες σύμβουλοι της Apple, Τιμ Κουκ, της Nvidia, Τζένσεν Χουάνγκ, και της OpenAI, Σαμ Άλτμαν.

Στις 18 Σεπτεμβρίου, στην εξοχική κατοικία του Βρετανού πρωθυπουργού στο Τσέκερς, υπέγραψε μαζί με τον Κηρ Στάρμερ τη συμφωνία «Tech Prosperity Deal», που στοχεύει στην ενίσχυση της συνεργασίας των δύο χωρών σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η ενέργεια.

Ο Στάρμερ δήλωσε ότι οι επενδύσεις θα φτάσουν τις 250 δισ. λίρες (περίπου 287 δισ. ευρώ), χαρακτηρίζοντάς το ως «το μεγαλύτερο επενδυτικό πακέτο στην ιστορία της Βρετανίας». Παράλληλα, σημείωσε ότι τα οφέλη θα είναι αμφίδρομα για τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Ο Τραμπ υπογράμμισε πως οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη και την πυρηνική ενέργεια θα ενισχύσουν τις δύο χώρες, επισημαίνοντας ότι η συνεργασία της βρετανικής Centrica με την αμερικανική X-energy για την κατασκευή έως και δώδεκα προηγμένων μικρών αντιδραστήρων θα μειώσει την εξάρτηση από τη Ρωσία. Ο Αμερικανός πρόεδρος τόνισε ότι η συμφωνία θα βοηθήσει ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο «να κυριαρχήσουν στο μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης».

Βασιλικό θέαμα στο Κάστρο του Ουίνδσορ

Στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ και η Πρώτη Κυρία Μελάνια Τραμπ έφθασαν στο Κάστρο του Ουίνδσορ, όπου τους υποδέχθηκαν με όλη την παραδοσιακή λαμπρότητα: ιστορικές άμαξες, μουσικές μπάντες και αεροπορικά σμήνη. Κορυφαία στιγμή αποτέλεσε το επίσημο δείπνο στην Αίθουσα του Αγίου Γεωργίου.

Ο Τραμπ χαρακτήρισε το γεγονός «μία από τις μεγαλύτερες τιμές της ζωής του». Στο μακρύ τραπέζι, μήκους 47,3 μέτρων, κάθισαν 160 καλεσμένοι, μετά από προετοιμασίες μίας εβδομάδας. Η δε σύνθεση του μενού είχε ξεκινήσει από τις αρχές του καλοκαιριού, όπως ανέφερε βασιλικός αξιωματούχος.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ και ο Βρετανός βασιλιάς Κάρολος Γ΄ παρευρίσκονται σε επίσημο δείπνο στο Κάστρο του Ουίνδσορ. Αγγλία, 17 Σεπτεμβρίου 2025. (Yui Mok/POOL/AFP μέσω Getty Images)

 

Μιλώντας αργότερα στο Air Force One, ο Τραμπ χαρακτήρισε το ταξίδι «υπέροχο» και παρατήρησε πως η δεξίωση έμοιαζε με «εικόνα από άλλη εποχή». Υπενθυμίζεται ότι είναι ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που έχει προσκληθεί δύο φορές από Βρετανό μονάρχη σε επίσημη επίσκεψη. Κατά το δείπνο, μάλιστα, αστειεύτηκε ότι θα ήθελε να παραμείνει ο μοναδικός με αυτό το προνόμιο.

Διαφωνίες με τον Στάρμερ

Στη συνέντευξη Τύπου, μετά τη συνάντηση με τον Βρετανό πρωθυπουργό, ήρθαν στην επιφάνεια οι διαφορές τους για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους. Ο Στάρμερ είχε ανακοινώσει τον Ιούλιο ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα προχωρούσε σε επίσημη αναγνώριση τον Σεπτέμβριο.

Ο Τραμπ εξέφρασε διαφωνία, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μία από τις ελάχιστες αλλά σημαντικές διαφορές τους. Ο Στάρμερ απάντησε ότι η κίνηση αυτή αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης στο Ισραήλ για την επιτάχυνση της ανθρωπιστικής βοήθειας και διέψευσε τα δημοσιεύματα που συνέδεαν τον χρόνο της ανακοίνωσης με την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου.

Ο Τραμπ, αντίθετα, τόνισε την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στην απελευθέρωση των ομήρων που κρατά ακόμα η Χαμάς, υπενθυμίζοντας ότι η 7η Οκτωβρίου 2023 υπήρξε «μία από τις πιο βίαιες ημέρες στην ιστορία του κόσμου».

Συμπλήρωσε ότι διαφωνεί επίσης με τον Στάρμερ σε θέματα μεταναστευτικής και ενεργειακής πολιτικής, επικρίνοντας την πρόθεση της βρετανικής κυβέρνησης να περιορίσει την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα.

Κυρώσεις κατά της Ρωσίας

Πριν από το ταξίδι, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι είναι έτοιμος να επιβάλει αυστηρότερες κυρώσεις στη Ρωσία, αλλά μόνο αν οι ευρωπαϊκές χώρες και άλλοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης επανέλαβε τη θέση του, προσθέτοντας ότι και ο Στάρμερ συμφώνησε πως πρέπει να σταματήσει αυτή η εξάρτηση. Υποστήριξε ότι αν η τιμή του πετρελαίου μειωθεί, ο Βλαντίμιρ Πούτιν «δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να αποχωρήσει από τον πόλεμο». Παράλληλα, κατηγόρησε συμμάχους των ΗΠΑ ότι εξακολουθούν να ενισχύουν τη Μόσχα, κάτι που, όπως είπε, «δεν είναι δίκαιο απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Τόσο ο βασιλιάς Κάρολος όσο και ο Στάρμερ κάλεσαν για μεγαλύτερη πίεση κατά της Ρωσίας, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος διευκρίνισε ότι δεν θα προχωρήσει σε νέες κυρώσεις αν δεν ικανοποιηθεί η βασική του προϋπόθεση.

Ελευθερία του λόγου και η δολοφονία Κερκ

Την ώρα που ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, είχε προκαλέσει τον Φεβρουάριο αντιδράσεις κατηγορώντας τη Βρετανία και την Ευρώπη για «επιθέσεις στην ελευθερία του λόγου και στη δημοκρατία», ο Τραμπ κράτησε ηπιότερη στάση, τονίζοντας την ανάγκη υπεράσπισης «των αξιών του αγγλόφωνου κόσμου».

Η επίσκεψη έγινε στον απόηχο της δολοφονίας του συντηρητικού σχολιαστή Τσάρλι Κερκ σε πανεπιστήμιο της Γιούτα, γεγονός που άνοιξε ξανά τη συζήτηση για τις απειλές κατά της ελευθερίας του λόγου. Ο Τραμπ καταδίκασε την πράξη, υποστηρίζοντας ότι ο Κερκ «δολοφονήθηκε βάναυσα επειδή εξέφραζε ελεύθερα τη γνώμη του». Ο Στάρμερ, επίσης, καταδίκασε την επίθεση.

Σε ερώτηση για τις δηλώσεις Βανς, ο Βρετανός πρωθυπουργός απάντησε ότι η χώρα του «έχει ελευθερία λόγου εδώ και πάρα πολύ καιρό», τονίζοντας ότι αποτελεί βασικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας και αξία για την οποία έχουν δοθεί αγώνες.