Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας συμμετέχει με χαρά στον εορτασμό των Ευρωπαϊκών Ημερών Συντήρησης 2025, ενός θεσμού της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συλλόγων Συντηρητών (ECCO), που φέρνει το κοινό πιο κοντά στην επιστήμη της συντήρησης και στο έργο των συντηρητών αρχαιοτήτων και έργων τέχνης.
Μέσα από βιωματικές δράσεις, παρουσιάσεις και επιτόπιες επισκέψεις, οι συμμετέχοντες θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν πώς η επιστήμη, η τέχνη και η φροντίδα συναντώνται για να διατηρήσουν ζωντανή την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Από τις 13 έως τις 19 Οκτωβρίου 2025, η Εφορεία διοργανώνει βιωματικές δράσεις, προσφέροντας στο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τις τεχνικές συντήρησης και την ιστορία ορισμένων εκκλησιαστικών μνημείων της Βέροιας.
Πώς η επιστήμη της συντήρησης ζωντανεύει μια εποχή; Οι εργασίες συντήρησης στην Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας.
Οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών της Παλαιάς Μητρόπολης – του κορυφαίου βυζαντινού μνημείου της Βέροιας – αποκάλυψαν ένα πολύτιμο παλίμψηστο του ζωγραφικού του διακόσμου. Οι τοιχογραφίες του κεντρικού κλίτους, της κόγχης του ιερού βήματος, της πρόθεσης και του νάρθηκα ζωντανεύουν το πνεύμα μιας κρίσιμης αλλά λαμπρής εποχής για τις τέχνες.
Η δράση φωτίζει τη διττή αποστολή της συντήρησης: την προστασία από τη φθορά του χρόνου και την ανάδειξη του καλλιτεχνικού και παιδευτικού χαρακτήρα των έργων.
Αποκατάσταση ζωγραφικού και ξυλόγλυπτου διακόσμου στον ναό της Αγίας Άννας: Αντανακλάσεις της κοσμικής παράδοσης στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική.
Παρουσιάζονται οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης της περίτεχνης ξύλινης οροφής με νταμπλαδωτό και ξυλόγλυπτο διάκοσμο, καθώς και η αποκατάσταση των τοιχογραφιών στα μέτωπα των κιονοστοιχιών και στο καμπύλο γείσο της οροφής. Οι επεμβάσεις, που πραγματοποιήθηκαν με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό.
Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας – Υπόγειο Mνήμης
Τρίτη 14 Οκτωβρίου, 10:00-12:00
Συντήρηση της ζώσας θρησκευτικής κληρονομιάς: Το παράδειγμα συντήρησης φορητής εικόνας του Αγίου Δημητρίου από τη συλλογή του Βυζαντινού Μουσείου Βέροιας.
Μέσα από προβολές, φωτογραφίες και σκίτσα παρουσιάζονται τα στάδια συντήρησης της φορητής εικόνας του Αγίου Δημητρίου του 19ου αιώνα από τη συλλογή του μουσείου. Οι επισκέπτες θα γνωρίσουν τα υλικά, τις φθορές και τις τεχνολογίες συντήρησης και αισθητικής αποκατάστασης που αποκαλύπτουν τον εσωτερικό κόσμο των εικόνων.
Η συντηρημένη εικόνα θα παρουσιαστεί στο κοινό, μαζί με ενδεικτική παρουσίαση εξοπλισμού και υλικών συντήρησης.
Ι.Ν. Αγίας Άννας Ενορίας Αγίων Αναργύρων Βέροιας
Παρασκευή 17 Οκτωβρίου, 17:00-19:00
Μορφές Αγίων μέσα από την αιθάλη: Η συντήρηση του τέμπλου της Αγίας Άννας.
Αποκαλύπτεται ο διακοσμητικός πλούτος του ξύλινου τέμπλου και παρουσιάζονται οι εργασίες καθαρισμού και συντήρησης των ιερών φορητών εικόνων του, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο αποκατάστασης του μνημείου με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Στο πλαίσιο της δράσης θα πραγματοποιηθεί βιωματικό εργαστήριο συντήρησης των εικόνων, δίνοντας στους επισκέπτες την ευκαιρία να δουν πώς η τέχνη ανακτά το φως της μέσα από την επιστημονική φροντίδα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ελληνική αγορά με βάση την απόδοσή της βρίσκεται στην τρίτη θέση για το 2025, πίσω μόνο από τη Σεούλ και το Βιετνάμ. Μετά από έντεκα διαδοχικούς ανοδικούς μήνες, ο Γενικός Δείκτης σημείωσε συνολικά άνοδο ~47% έως τις αρχές φθινοπώρου, ενώ ειδικά στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου κατέγραψε κέρδη 38,41%. Ο τραπεζικός δείκτης – που αποτελεί περίπου το μισό της χρηματιστηριακής αγοράς – εκτοξεύθηκε κατά ~99% την ίδια περίοδο, ανεβάζοντας την κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. σε περίπου € 137 δισ. (περίπου 50-60% του ΑΕΠ).
Αν αναλογιστούμε ότι πριν από μια δεκαετία, στο απόγειο της κρίσης χρέους, το ελληνικό χρηματιστήριο είχε υποβιβαστεί στην κατηγορία των αναδυόμενων αγορών, γίνεται φανερό ότι η σημερινή επιστροφή του στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος συνιστά ένα εντυπωσιακό επίτευγμα. Ενδεικτικά, από το 2015 που ο FTSE Russell ανακοίνωσε την υποβάθμιση της Ελλάδας σε «αναδυόμενη αγορά», ο γενικός δείκτης του Χ.Α. έχει σημειώσει άνοδο σχεδόν 300% – μια θεαματική ανάκαμψη που επισφραγίζει την ολοκλήρωση του κύκλου της κρίσης.
Τι τροφοδοτεί το ράλι;
Το συνεχιζόμενο ράλι της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς δεν είναι τυχαίο, αλλά στηρίζεται σε πολλαπλούς καταλύτες που έχουν ενισχύσει την επενδυτική εμπιστοσύνη:
Ελκυστικές αποτιμήσεις: Παρά τη μεγάλη άνοδο, οι αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών παραμένουν συγκριτικά χαμηλές. Η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. εξακολουθεί να αντιστοιχεί μόλις στο ~50-55% του ΑΕΠ , επίπεδο που θεωρείται ελκυστικό συγκριτικά με άλλες ανεπτυγμένες αγορές. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της HSBC, το ελληνικό χρηματιστήριο διαπραγματεύεται με δείκτη P/E γύρω στο 9x, δηλαδή με γενναία έκπτωση ~35% έναντι των ευρωπαϊκών αγορών. Με απλά λόγια, οι ελληνικές μετοχές θεωρούνται ‘φθηνές’ σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, γεγονός που προσελκύει αγοραστικό ενδιαφέρον διεθνών επενδυτών. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η HSBC πρόσφατα υποβάθμισε τη σύστασή της σε «ουδέτερη», εκτιμώντας πως πολλές από τις θετικές προοπτικές έχουν ήδη αποτυπωθεί στις τρέχουσες τιμές.
Οικονομική ανάκαμψη και δημοσιονομική σταθερότητα: Η Ελλάδα παρουσιάζει πλέον μια ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική και βελτιωμένες μακροοικονομικές βάσεις. Η οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ τα δημόσια οικονομικά έχουν εξυγιανθεί σε μεγάλο βαθμό. Μετά από χρόνια λιτότητας, το δημόσιο χρέος ακολουθεί καθοδική τροχιά – σύμφωνα με τη Wood & Co προβλέπεται δραστική μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ από ~154% το 2024 σε ~101% έως το 2030 . Αυτή η βελτίωση των μεγεθών ενισχύει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην ελληνική οικονομία και μειώνει τον αντιληπτό κίνδυνο της χώρας.
Επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα (Investment Grade): Καταλύτης-ορόσημο ήταν η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης το 2023, ύστερα από ~13 χρόνια υποβαθμίσεων. Η αναβάθμιση αυτή άλλαξε το «αφήγημα» της χώρας στις διεθνείς αγορές: τα ελληνικά κρατικά ομόλογα έγιναν αποδεκτά σε ευρύτερες κατηγορίες επενδυτών και επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή ακόμη και σε διεθνείς αναταράξεις. Η αναγνώριση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της Ελλάδας λειτούργησε ως ψήφος εμπιστοσύνης, ανοίγοντας τον δρόμο για αυξημένες ροές κεφαλαίων τόσο στην αγορά ομολόγων όσο και στο χρηματιστήριο. Πράγματι, αναλυτές επισημαίνουν ότι η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας υπήρξε η βασική θρυαλλίδα της πρόσφατης μεταμόρφωσης του Χ.Α., διευρύνοντας σημαντικά τη βάση των δυνητικών επενδυτών .
Ισχυρή εταιρική κερδοφορία και μερίσματα: Το επενδυτικό αφήγημα υποστηρίζεται και από τα θετικά εταιρικά αποτελέσματα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις εμφάνισαν συνολικά υψηλές κερδοφορίες – τα καθαρά κέρδη των εισηγμένων το α΄ εξάμηνο του 2025 υποχώρησαν οριακά (-0,7%) σε σχέση με τα περσινά ιστορικά υψηλά. Παράλληλα, οι μερισματικές αποδόσεις είναι δελεαστικές: τα μερίσματα που αναμένεται να διανεμηθούν φέτος εκτιμώνται άνω των € 5,4 δισ., επίπεδο που προσεγγίζει ρεκόρ δεκαετιών (ξεπερνώντας ακόμα και το προηγούμενο υψηλό του 2007). Η προοπτική γενναιόδωρων μερισμάτων και υγιούς κερδοφορίας ενθαρρύνει τόσο τους ντόπιους όσο και τους ξένους επενδυτές να τοποθετηθούν στην αγορά.
Διαρθρωτικές αλλαγές και διεθνές ενδιαφέρον: Τέλος, μια σειρά από εξελίξεις έχουν δημιουργήσει νέο δυναμισμό γύρω από την ελληνική κεφαλαιαγορά. (α) Προσδοκία αναβάθμισης: Είναι γνωστό ότι εδώ και έναν χρόνο συζητείται η επαναφορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών. Η ίδια η προσμονή της αναβάθμισης από τον FTSE Russell (και ενδεχομένως και από άλλους δείκτες στο μέλλον) έβαλε την Ελλάδα ξανά στο ‘ραντάρ’ πολλών διεθνών χαρτοφυλακίων και τόνωσε εκ των προτέρων τη συναλλακτική δραστηριότητα. (β) Στρατηγικές κινήσεις όπως η εξαγορά της ΕΧΑΕ από τον Euronext: Η δημόσια πρόταση που υπέβαλε ο ευρωπαϊκός όμιλος Euronext για την αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών το 2025, έφερε την ελληνική αγορά στο προσκήνιο μεγάλων χρηματιστηριακών κέντρων. Η επικείμενη ένταξη της ΕΧΑΕ στην οικογένεια του Euronext (που διαχειρίζεται επτά χρηματιστήρια στην Ευρώπη) συνδέει την Αθήνα με ένα δίκτυο ~1.800 εταιρειών και συνολικής κεφαλαιοποίησης άνω των € 6 τρισ., δημιουργώντας νέες ευκαιρίες και αυξημένη ρευστότητα. Αυτή η εξέλιξη αναμένεται να ενισχύσει την ολοκλήρωση της ελληνικής αγοράς με τις ευρωπαϊκές και να βελτιώσει περαιτέρω το βάθος και τη ρευστότητά της, διευκολύνοντας την προσέλκυση μεγάλων επενδυτών.
Η αναβάθμιση σε «ανεπτυγμένη αγορά»
Η απόφαση της FTSE Russell να επαναταξινομήσει την Ελλάδα ως ανεπτυγμένη αγορά επισφραγίζει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας μετά την κρίση. Την 7η Οκτωβρίου 2025, ο διεθνής οίκος FTSE Russell ανακοίνωσε επίσημα ότι η Ελλάδα πληροί πλέον όλα τα απαιτούμενα κριτήρια για να επανενταχθεί στην κατηγορία των Ανεπτυγμένων Αγορών. Πρόκειται για την πρώτη φορά από το 2013 (όταν και οι μεγάλοι δείκτες μάς είχαν υποβαθμίσει σε αναδυόμενη αγορά εν μέσω κρίσης) που το Χρηματιστήριο Αθηνών επιστρέφει στο «κλαμπ των ανεπτυγμένων». Η αναβάθμιση αυτή θα τεθεί επίσημα σε ισχύ με το άνοιγμα των συναλλαγών τη Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2026, κατά την αναθεώρηση των δεικτών του FTSE σε παγκόσμιο επίπεδο. Σημειώνεται ότι βάσει κανονισμών του FTSE μεσολαβεί πάντοτε ένα διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών από την ανακοίνωση έως την υλοποίηση της αλλαγής κατηγορίας – εν προκειμένω, δόθηκε σχεδόν ένας χρόνος ώστε η επενδυτική κοινότητα να προετοιμαστεί κατάλληλα.
Η εξέλιξη αυτή έχει τεράστια συμβολική, αλλά και πρακτική σημασία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ίδιο το Χρηματιστήριο Αθηνών, η αναβάθμιση από τον FTSE Russell συνιστά μια «μεγάλη διεθνή αναγνώριση» της προόδου και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα τη διαρκώς αυξανόμενη ελκυστικότητα της ελληνικής κεφαλαιαγοράς για τους ξένους επενδυτές. Πράγματι, η απόφαση του FTSE Russell λειτουργεί ως ψήφος εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα, επισφραγίζοντας την οικονομική επιστροφή της χώρας μετά τη δεκαετή περίοδο ύφεσης και αβεβαιότητας.
Σε πρακτικό επίπεδο, η επαναταξινόμηση της Ελλάδας στις ανεπτυγμένες αγορές αναμένεται να διευρύνει σημαντικά τον κύκλο των διεθνών επενδυτών που μπορούν να τοποθετηθούν στο ελληνικό χρηματιστήριο. Πολλά μεγάλα θεσμικά χαρτοφυλάκια και index funds ανά τον κόσμο ακολουθούν συγκεκριμένα benchmark indices – και αρκετά εξ αυτών μέχρι τώρα είτε αδυνατούσαν είτε εμποδίζονταν από το καταστατικό τους να επενδύσουν σε αγορές χαρακτηρισμένες ως «αναδυόμενες». Με τη μετάταξη στις ανεπτυγμένες αγορές, η Ελλάδα μπαίνει πλέον στον χάρτη ενός πολύ ευρύτερου φάσματος κεφαλαίων. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών, Γ. Κοντόπουλο, η εξέλιξη αυτή «αναμένεται να διευρύνει αισθητά τη δεξαμενή διεθνών επενδυτών που θα επιλέξουν να επενδύσουν στην ελληνική κεφαλαιαγορά, προσελκύοντας σημαντικές εισροές κεφαλαίων από κεφάλαια που παρακολουθούν δείκτες ανεπτυγμένων αγορών». Με άλλα λόγια, αρκετά μεγάλα funds που αναγκαστικά αγνοούσαν το Χ.Α. όσο βρισκόταν στις αναδυόμενες, τώρα θα μπορούν – ή και θα υποχρεούνται, λόγω αναδιάρθρωσης δεικτών – να το συμπεριλάβουν στο χαρτοφυλάκιό τους. Αυτό δυνητικά σημαίνει φρέσκα κεφάλαια εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ προς τις ελληνικές μετοχές μέσα στα επόμενα χρόνια, ενισχύοντας τη ρευστότητα και την αποτίμησή τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη και άλλοι δείκτες ετοιμάζονται να ακολουθήσουν το παράδειγμα του FTSE Russell. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες Stoxx έχουν δρομολογήσει την αναβάθμιση της ελληνικής κατάταξης τον Απρίλιο του 2026, ενώ ο S&P Dow Jones Indices αναμένεται να κάνει το ίδιο τον Σεπτέμβριο του 2026. Ο δε MSCI – που το 2013 είχε επίσης υποβιβάσει την Ελλάδα σε επίπεδο αναδυόμενης αγοράς – προς το παρόν δεν έχει ακόμη θέσει την Ελλάδα σε «λίστα ελέγχου» για επαναφορά στις ανεπτυγμένες (λόγω αυστηρών κριτηρίων μεγέθους και ρευστότητας), ωστόσο αρκετοί εκτιμούν ότι κι αυτό είναι θέμα χρόνου αν συνεχιστεί η ανοδική πορεία και βελτιωθεί περαιτέρω η εμπορευσιμότητα της αγοράς. Με άλλα λόγια, μέσα στο προσεχές έτος η Ελλάδα θα έχει το ένα πόδι στις αναδυόμενες και το άλλο στις ανεπτυγμένες αγορές, έως ότου και οι τελευταίοι μεγάλοι οίκοι ευθυγραμμιστούν με τη νέα πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση, η αρχή έγινε – και μάλιστα με τον πλέον εμφατικό τρόπο.
Προκλήσεις και προοπτικές μετά την αναβάθμιση
Η αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε ανεπτυγμένη αγορά σαφώς ανοίγει νέες προοπτικές, όμως συνοδεύεται και από ορισμένες προκλήσεις που αξίζει να επισημανθούν. Στο άμεσο βραχυπρόθεσμο διάστημα, η μετάταξη αυτή μπορεί να προκαλέσει ανακατανομές κεφαλαίων και μεταβλητότητα λόγω της αλλαγής των δεικτών. Ορισμένα funds που επενδύουν αποκλειστικά σε αναδυόμενες αγορές θα αναγκαστούν να μειώσουν θέσεις σε ελληνικές μετοχές (αφού η Ελλάδα παύει να ανήκει στην κατηγορία τους), πριν ακόμα ενεργοποιηθούν πλήρως οι εισροές από τα funds ανεπτυγμένων αγορών. Δεν είναι τυχαίο ότι η JP Morgan εξέφρασε επιφυλάξεις, σημειώνοντας ότι δεν βλέπει θετικά την απόφαση του FTSE Russell.
Σύμφωνα με ανάλυση του οίκου, η μετάταξη ενδέχεται να επιφέρει εκροές περίπου € 112,8 εκατ. από τα παθητικά κεφάλαια των αναδυόμενων αγορών, ενώ το βάρος της Ελλάδας στους σχετικούς δείκτες θα μειωθεί από ~0,70% (στον FTSE Emerging Index) μόλις στο ~0,27% στους δείκτες ανεπτυγμένων αγορών . Η JP Morgan είχε μάλιστα προειδοποιήσει ήδη από τον Ιούνιο ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε βραχυπρόθεσμα να αποδυναμώσει τη ‘ζωντάνια’ της αγοράς, καθώς η Ελλάδα θα αποτελέσει πολύ μικρό ποσοστό στους τεράστιους δείκτες των ανεπτυγμένων, κινδυνεύοντας να περάσει απαρατήρητη από μερίδα επενδυτών. Εν μέρει για αυτούς τους λόγους, είδαμε πρόσφατα και τη Morgan Stanley Capital International (MSCI) να αποφασίζει να μην προχωρήσει (ακόμα) σε ανάλογη αναβάθμιση της Ελλάδας, κρίνοντας πως το ελληνικό χρηματιστήριο υπολείπεται σε μέγεθος και ρευστότητα σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια .
Ωστόσο, οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι τα παραπάνω ζητήματα θα είναι προσωρινά και ότι η συνολική επίδραση της αναβάθμισης θα είναι καθαρά θετική σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Κατ’ αρχάς, το γεγονός ότι η Ελλάδα θα ενταχθεί στους δείκτες ανεπτυγμένων αγορών σημαίνει ότι αποκτά πρόσβαση σε μια «θάλασσα» κεφαλαίων πολλαπλάσιου μεγέθους από ό,τι στις αναδυόμενες. Ενδεικτικά, η συνολική κεφαλαιοποίηση και τα διαθέσιμα κεφάλαια στις ανεπτυγμένες αγορές παγκοσμίως εκτιμώνται σε $70+ τρισεκατομμύρια, έναντι μόλις ~$8 τρισ. στις αναδυόμενες . Ακόμη λοιπόν και μια πολύ μικρή ανακατανομή χαρτοφυλακίων υπέρ της Ελλάδας μέσα σε αυτό το τεράστιο σύμπαν, αρκεί για να έχει αισθητό αντίκτυπο στις αποτιμήσεις στο Χ.Α. Επιπλέον, οι μετοχές των ελληνικών εταιρειών ήδη διαπραγματεύονται με σημαντική έκπτωση που τις έκανε ελκυστικές στους αναδυόμενους δείκτες – έκπτωση η οποία αναμένεται τώρα να μειωθεί καθώς θα αξιολογούνται δίπλα σε ανεπτυγμένες εταιρείες. Χαρακτηριστικά, στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές αγορές οι δείκτες τιμής προς κέρδη (P/E) είναι κατά 40-50% υψηλότεροι κατά μέσο όρο σε σχέση με τις αναδυόμενες . Αυτή η διαφορά υποδηλώνει ότι οι ελληνικές μετοχές έχουν περιθώριο για ανατίμηση ώστε να συγκλίνουν προς τις πολλαπλάσιες αποτιμήσεις των ανεπτυγμένων ομολόγων τους. Ήδη παρατηρείται σύγκλιση σε ορισμένους δείκτες: για παράδειγμα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δείκτη P/BV γύρω στο 1,3-1,4, που πλησιάζει πλέον τον μέσο όρο ~1,6 των ευρωπαϊκών τραπεζών .
Συνοψίζοντας, η ψήφος εμπιστοσύνης του FTSE Russell σηματοδοτεί ότι η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα. Μέσα σε δέκα χρόνια, η χώρα πέρασε από την απομόνωση και την απαξίωση στην ανάκτηση της επενδυτικής αξιοπιστίας και πλέον στην επανένταξή της στο παγκόσμιο «ταμπλό» των ανεπτυγμένων αγορών. Το ελληνικό χρηματιστήριο του 2025 είναι αγνώριστο σε σχέση με εκείνο του 2015 – με ισχυρές αποδόσεις, βελτιωμένη ρευστότητα, διεθνείς συμμετοχές και μεγάλες προοπτικές περαιτέρω ανόδου. Η αναβάθμιση από τον FTSE Russell εδραιώνει αυτή την εικόνα και ανοίγει τον δρόμο για περισσότερες ευκαιρίες: περισσότερα ξένα κεφάλαια, υψηλότερες αποτιμήσεις και, τελικά, μεγαλύτερη εμβάθυνση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Αν και η μετάβαση ενδέχεται να συνοδευτεί από προσωρινές αναταράξεις, το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα επιστρέφει δυναμικά στο διεθνές επενδυτικό στερέωμα – και αυτό το ταξίδι, όπως όλα δείχνουν, έχει ακόμη δρόμο μπροστά του.
Κλιμακώνεται η ένταση στον Ισημερινό, όπου οι κινητοποιήσεις των αυτοχθόνων για την αύξηση της τιμής των καυσίμων έχουν οδηγήσει την κυβέρνηση να επιστρατεύσει τον στρατό.
Οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας άρχισαν την Πέμπτη να αναπτύσσουν 3.000 μέλη τους προκειμένου να εγγυηθούν τη διατήρηση της τάξης στην πρωτεύουσα Κίτο, εν μέσω των μαζικών κινητοποιήσεων που συνεχίζονται με πρωτοβουλία της μεγαλύτερης συλλογικότητας αυτοχθόνων, της Συνομοσπονδίας Αυτόχθονων Εθνοτήτων του Ισημερινού (CONAIE).
Η CONAIE καλεί από τα μέσα Σεπτεμβρίου τα μέλη της να διαδηλώσουν, κυρίως μέσω αποκλεισμών δρόμων, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάργηση της επιδότησης του πετρελαίου ντίζελ. Η τιμή του καυσίμου αυξήθηκε από τα 1,80 στα 2,80 δολάρια το γαλόνι (3,8 λίτρα), γεγονός που, σύμφωνα με τους συλλογικούς φορείς, επιδεινώνει την οικονομική πίεση στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Το περασμένο σαββατοκύριακο ο επικεφαλής της CONAIE, Μάρλον Βάργκας, άφησε να εννοηθεί ριζοσπαστικοποίηση των κινητοποιήσεων, δηλώνοντας ότι «θα καταλάβουμε το Κίτο αν χρειαστεί».
Ο πρόεδρος Ντανιέλ Νομπόα απάντησε πως «κανένας δεν μπορεί να καταλάβει την πρωτεύουσα διά της βίας» και διέταξε την ανάπτυξη του στρατού, μέτρο που προβλέπεται από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έχει κηρύξει σε δέκα επαρχίες, συμπεριλαμβανομένης και αυτής της πρωτεύουσας.
Στις διαδηλώσεις, που επικεντρώνονται γύρω από την περιφέρεια της πρωτεύουσας, έχει χάσει τη ζωή του ένας άνθρωπος από πυροβολισμό, ενώ άλλοι 160 έχουν τραυματιστεί – ανάμεσά τους πολίτες, στρατιωτικοί και αστυνομικοί. Τουλάχιστον 110 άτομα έχουν συλληφθεί, σύμφωνα με επίσημους αριθμούς και στοιχεία οργανώσεων υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σε ανακοίνωση που διανεμήθηκε στον Τύπο μέσω WhatsApp, η διοίκηση των ενόπλων δυνάμεων ανέφερε ότι «αεροπορικά και χερσαία μέσα άρχισαν να αναπτύσσονται προς το Κίτο», με τη συμμετοχή συνολικά 3.000 στρατιωτικών, ώστε να «προστατευθεί η ασφάλεια της πρωτεύουσας».
Ο στρατός τόνισε ακόμη ότι «οι ένοπλες δυνάμεις δεν θα επιτρέψουν το χάος, τον βανδαλισμό ή την καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας», δίνοντας στη δημοσιότητα οπτικό υλικό που απεικονίζει περιπολίες στο ιστορικό κέντρο. Στην έδρα της προεδρίας έχουν τοποθετηθεί μεταλλικά κιγκλιδώματα για την αποτροπή επεισοδίων.
Η CONAIE έχει μακρά παράδοση κινητοποιήσεων. Την περίοδο 1997–2005 πρωτοστάτησε σε διαδηλώσεις, συχνά βίαιες, που οδήγησαν στην πτώση τριών προέδρων του Ισημερινού.
Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών οριστικοποίησε οικονομικό σχέδιο διάσωσης ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Αργεντινή, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ στις 9 Οκτωβρίου.
Ο Μπέσσεντ είχε δηλώσει τον προηγούμενο μήνα ότι «όλες οι επιλογές βρίσκονται επί τάπητος» για τη στήριξη της οικονομικής ατζέντας του προέδρου της Αργεντινής, Χαβιέρ Μιλέι, μέσω πολλαπλών εργαλείων σταθεροποίησης. Σε εκτενή ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, ο Αμερικανός αξιωματούχος επιβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα τηρήσουν τη δέσμευσή τους, προχωρώντας στην αγορά αργεντίνικων πέσο και στην οριστικοποίηση συμφωνίας ανταλλαγής νομισμάτων ύψους 20 δισ. δολαρίων με την κεντρική τράπεζα της λατινοαμερικανικής χώρας.
Ο Μπέσσεντ ανέφερε ότι το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών είναι έτοιμο να λάβει «άμεσα όποια έκτακτα μέτρα κριθούν αναγκαία για τη σταθεροποίηση των αγορών». Επεσήμανε ακόμη πως η Αργεντινή βρίσκεται σε «στιγμή οξείας έλλειψης ρευστότητας» και ότι η διεθνής κοινότητα στηρίζει ενιαία τη χώρα και τη «συνετή δημοσιονομική στρατηγική» της, αλλά μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τη δυνατότητα να δράσουν γρήγορα — «και θα το πράξουν».
Οι άμεσες αγορές ξένου συναλλάγματος από κυβερνήσεις ή κεντρικές τράπεζες αποτελούν πολιτική που αποσκοπεί στη σταθεροποίηση ή την επιρροή των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Αν και η πρακτική αυτή δεν έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως τα τελευταία χρόνια, ήταν συνηθισμένη τη δεκαετία του 1980, όταν χρησιμοποιήθηκε για να αντιστραφεί η έντονη ανατίμηση του αμερικανικού δολαρίου.
Ο υπουργός απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι η παρέμβαση της κυβέρνησης συνιστά διάσωση. Όπως εξήγησε σε συνέντευξή του στο Fox News, δεν πρόκειται για «πακέτο διάσωσης», καθώς «δεν μεταφέρονται χρήματα». Τόνισε ότι το [Ταμείο Σταθεροποίησης Συναλλάγματος] δεν έχει ποτέ υποστεί ζημιές και δεν θα χάσει ούτε τώρα. Υπογράμμισε μάλιστα ότι, ύστερα από σαράντα χρόνια εμπειρίας στις αγορές, γνωρίζει πως «αγοράζεις όταν είναι χαμηλά και πουλάς όταν ανεβαίνουν», σημειώνοντας πως το αργεντίνικο πέσο είναι υποτιμημένο.
Ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Σκοτ Μπέσσεντ, σε συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ουάσιγκτον, 26 Αυγούστου 2025. (Chip Somodevilla/Getty Images)
Η ανακοίνωση έγινε μετά από τετραήμερες συνομιλίες με Αργεντινούς αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων και τον υπουργό Οικονομικών Λουίς Καπούτο.
Η αντίδραση των αγορών
Οι τοπικές χρηματαγορές ενισχύθηκαν μετά την είδηση. Ο δείκτης S&P MERVAL, βασικός χρηματιστηριακός δείκτης της Αργεντινής, κατέγραψε άνοδο 5,8%, ενώ το Global X MSCI Argentina ETF, που παρακολουθεί μεγάλες και μεσαίες εταιρείες της χώρας, ενισχύθηκε κατά 6,47% και κέρδισε επιπλέον 0,8% στις μετασυνεδριακές συναλλαγές.
Το ομόλογο της Αργεντινής, λήξης 2035, αυξήθηκε κατά 4,6 σεντ, φτάνοντας τα 60,58 σεντ στο δολάριο, ενώ το πέσο ενισχύθηκε έως και 2% έναντι του αμερικανικού νομίσματος.
Ο πρόεδρος Μιλέι, ο οποίος αναμένεται να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Μπέσσεντ την επόμενη εβδομάδα στον Λευκό Οίκο, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του για τη στήριξη των ΗΠΑ, δηλώνοντας ότι οι δύο χώρες, «ως οι στενότεροι σύμμαχοι», θα εργαστούν για τη δημιουργία «οικονομικής ελευθερίας και ευημερίας» και θα προσπαθήσουν καθημερινά «να προσφέρουν ευκαιρίες στους λαούς τους».
Η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, συνεχάρη επίσης τις κυβερνήσεις Ουάσιγκτον και Μπουένος Άιρες για τη συμφωνία, υπογραμμίζοντας ότι το ΔΝΤ «στηρίζει πλήρως το ισχυρό οικονομικό πρόγραμμα της χώρας, το οποίο βασίζεται στη δημοσιονομική πειθαρχία και σε ένα σταθερό καθεστώς συναλλαγματικής πολιτικής που θα διευκολύνει τη συσσώρευση αποθεμάτων».
Την περασμένη άνοιξη, το ΔΝΤ είχε εγκρίνει νέο δάνειο 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη σταθεροποίηση της οικονομίας της Αργεντινής. Οι βασικοί όροι της συμφωνίας προβλέπουν χαλάρωση των ελέγχων κεφαλαίων, εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Οικονομικό στήριγμα εν όψει των εκλογών
Το οικονομικό στήριγμα αποσκοπεί στο να προσφέρει στον Μιλέι και το κόμμα του, La Libertad Avanza, χρόνο και πολιτική ανάσα εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του Οκτωβρίου. Ύστερα από την ήττα του κόμματός του στις εκλογές της επαρχίας του Μπουένος Άιρες τον Σεπτέμβριο, έναντι της αριστερής συμμαχίας Περονιστών–Κίρσνερ, οι αργεντίνικες αγορές βυθίστηκαν στο χάος. Θεσμικοί επενδυτές εξέφρασαν φόβους ότι η θέση του προέδρου θα αποδυναμωθεί και ότι δεν θα μπορέσει να εφαρμόσει το σύνολο των οικονομικών του μεταρρυθμίσεων. Οι μετοχές κατέρρευσαν, το πέσο υποχώρησε και οι τιμές των ομολόγων βούτηξαν, επιφέροντας την παρέμβαση της κυβέρνησης Τραμπ.
Όπως είχε δηλώσει ο Μπέσσεντ σε παλαιότερη συνέντευξή του στο Fox Business, το σχέδιο αυτό αποσκοπεί στο να στηρίξει τον Μιλέι «όσο συνεχίζει τις ισχυρές οικονομικές του πολιτικές, ώστε να γεφυρωθεί η περίοδος έως τις εκλογές». Είχε τονίσει ότι η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να επιτρέψει «μια ανισορροπία στις αγορές να ανακόψει τις ουσιαστικές του μεταρρυθμίσεις».
Την ίδια ώρα, αρκετοί Αμερικανοί νομοθέτες, μεταξύ τους και η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν (D-Mass.), επέκριναν το σχέδιο. Σε επιστολή της προς τον Μπέσσεντ στις 23 Σεπτεμβρίου, η Γουόρεν τόνισε ότι σε μια περίοδο όπου «οι Αμερικανοί δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στο κόστος των βασικών αγαθών, του ενοικίου, των πιστωτικών καρτών και άλλων υποχρεώσεων», είναι «βαθιά ανησυχητικό» το γεγονός ότι ο πρόεδρος σκοπεύει να χρησιμοποιήσει «σημαντικά έκτακτα κεφάλαια για να ενισχύσει την αξία του νομίσματος μιας ξένης κυβέρνησης και να στηρίξει τις αγορές της».
Οι βουλευτικές εκλογές στην Αργεντινή έχουν προγραμματιστεί για τις 26 Οκτωβρίου. Θα ανανεωθεί η μισή Βουλή των Αντιπροσώπων (127 έδρες) και το ένα τρίτο της Γερουσίας (24 έδρες). Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα του Μιλέι, La Libertad Avanza, κερδίζει έδαφος, ενώ το μπλοκ των Περονιστών–Κίρσνερ εμφανίζει κάμψη.
Ο λαθρομετανάστης από το Αφγανιστάν που κατηγορείται ότι απείλησε να σκοτώσει τον ηγέτη του κόμματος Reform UK, Νάιτζελ Φάρατζ, μέσω ανάρτησης στο TikTok, επέλεξε να μη δώσει κατάθεση στη δίκη του.
Ο Φαγιάζ Καν, 26 ετών, αντιμετωπίζει την κατηγορία ότι απηύθυνε απειλή κατά της ζωής του πολιτικού μεταξύ 12 και 15 Οκτωβρίου πέρυσι, μέσω βίντεο που αναρτήθηκε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης και το οποίο ο Φάρατζ χαρακτήρισε «ιδιαίτερα ανατριχιαστικό».
Ο Καν δεν κλήθηκε να καταθέσει την Τετάρτη στο Southwark Crown Court από τον δικηγόρο υπεράσπισής του, Τσαρλς Ρόιλ. Η δικαστής, Εντιμοτάτη κυρία Στέιν, έστειλε τους ενόρκους να αποφασίσουν για την ετυμηγορία τους στις 12:54 το μεσημέρι της ίδιας ημέρας.
Στην τελική του αγόρευση, ο εισαγγελέας Πήτερ Ράτλιφ ανέφερε ότι η φερόμενη απειλή δεν ήταν «μια αυθόρμητη παρατήρηση», αλλά ένα βίντεο «σκοτεινό και απειλητικό». Είπε στους ενόρκους ότι ο Καν αρνήθηκε να καταθέσει και, σύμφωνα με την κατηγορούσα αρχή, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι «δεν υπάρχει καμία λογική εξήγηση» που θα μπορούσε να δώσει για το περιεχόμενο του βίντεο.
Ο Ράτλιφ υποστήριξε ότι ο Καν είναι «ένας επικίνδυνος άνθρωπος με ενδιαφέρον για τα πυροβόλα όπλα» και πρόσθεσε: «Αν έχεις ένα AK-47 τατουάζ στο χέρι και στο πρόσωπό σου, είναι γιατί αγαπάς τα AK-47 και θέλεις ο κόσμος να το γνωρίζει».
Στην αγόρευση της υπεράσπισης, ο Ρόιλ υποστήριξε ότι ο Καν «διαμαρτυρόταν με τον δικό του ιδιόρρυθμο, ανόητο, κωμικό και προκλητικό τρόπο», και όχι με πρόθεση να βλάψει αληθινά τον Φάρατζ μέσω του TikTok. Πρόσθεσε στους ενόρκους ότι η υπόθεση «δεν αφορά τις απόψεις σας για τη λαθρομετανάστευση, για τα τατουάζ στο πρόσωπο, το Brexit ή το Reform».
Αναφερόμενος στην απόφαση του κατηγορουμένου να μη δώσει κατάθεση, ο Ρόιλ επεσήμανε ότι «η σιωπή του δεν πρέπει να θεωρηθεί εις βάρος του».
Οι ένορκοι ενημερώθηκαν ότι στις 12 Οκτωβρίου του 2024 ο Φάρατζ είχε ανεβάσει στο YouTube βίντεο με τίτλο «The journey of an illegal migrant» («το ταξίδι ενός παράνομου μετανάστη»), στο οποίο αναφερόταν στον Καν και έκανε λόγο για «νεαρούς άνδρες σε ηλικία μάχιμης υπηρεσίας που έρχονται στη χώρα μας και για τους οποίους γνωρίζουμε ελάχιστα».
Η κατηγορούσα αρχή υποστήριξε ότι ο Καν απάντησε με βίντεο στις 14 Οκτωβρίου, το οποίο προβλήθηκε στους ενόρκους και στο οποίο φαινόταν να λέει: «Αγγλέ Νάιτζελ, μην λες βλακείες για μένα. Δεν με ξέρεις. Ήρθα στην Αγγλία γιατί θέλω να παντρευτώ την αδελφή σου. Δεν με ξέρεις. Μην ξαναμιλήσεις για μένα. Σβήσε το βίντεο. Έρχομαι στην Αγγλία. Θα κάνω ‘μπαμ, μπαμ, μπαμ’».
Ο Ράτλιφ εξήγησε ότι ενώ ο Καν εκφωνούσε τη φράση «μπαμ, μπαμ, μπαμ», έκανε χειρονομίες σαν να πυροβολεί, χτύπησε με το κεφάλι την κάμερα και έδειχνε το τατουάζ του AK-47 στο πρόσωπό του, «για να τονίσει πως δεν αστειευόταν».
Οι ένορκοι είδαν επίσης στιγμιότυπο από επόμενη ανάρτηση του Καν στο TikTok, με λεζάντα «Εννοώ ό,τι λέω», πάνω σε εικόνα από ρεπορτάζ του GB News για την απειλή κατά του Φάρατζ. Το δικαστήριο παρακολούθησε και άλλα βίντεο του Καν στα οποία έκανε παρόμοιους ήχους και χειρονομίες με εκείνες του αρχικού βίντεο.
Σε συνέντευξή του στην αστυνομία την 1η Νοεμβρίου του 2024, ο Καν υποστήριξε: «Ήταν απλώς ένα βίντεο, δεν είχα πρόθεση να τον απειλήσω». Ο Αφγανός υπήκοος πρόσθεσε: «Δεν είχα καμία πρόθεση να τον σκοτώσω ή κάτι τέτοιο – αυτός είναι ο χαρακτήρας μου, έτσι ενεργώ στα βίντεό μου. Σε κάθε βίντεο κάνω αυτούς τους ήχους, λέω ‘μπαμ, μπαμ, μπαμ’».
Ο επιθεωρητής Λίαμ Τέυλορ κατέθεσε ότι ο Καν είχε μεταδώσει ζωντανά το ταξίδι του μέσω της Μάγχης από τη Γαλλία με μικρό σκάφος, και συνελήφθη στις 31 Οκτωβρίου, μόλις έφτασε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο Καν αρνείται ότι απείλησε να σκοτώσει τον Νάιτζελ Φάρατζ.
Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί η εικόνα μιας αδιάρρηκτης συμμαχίας ανάμεσα στη Ρωσία και την Κίνα, ιδίως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι δύο αυταρχικές δυνάμεις εμφανίζονται ως στενοί συνεργάτες, ωστόσο πίσω από τις κοινές δηλώσεις και τις στρατιωτικές επιδείξεις ισχύος, κρύβεται μια σχέση που περισσότερο θυμίζει σύγκλιση συμφερόντων παρά στρατηγική φιλία – και που μακροπρόθεσμα είναι πιθανό να οδηγήσει σε νέα ρήξη.
Λίγο πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Βλαντίμιρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ ανακοίνωσαν ότι οι χώρες τους μοιράζονται μια «εταιρική σχέση χωρίς όρια». Αργότερα, το Πεκίνο απέφυγε να καταδικάσει ανοιχτά τη Μόσχα, επιλέγοντας ουδετερότητα στα ψηφίσματα του ΟΗΕ και κατηγορώντας τη Δύση για την παράταση της σύγκρουσης μέσω στρατιωτικής υποστήριξης προς το Κίεβο.
Η οικονομική συνεργασία των δύο χωρών ενισχύθηκε θεαματικά. Μετά τη μείωση των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας προς την Ευρώπη, η Κίνα κάλυψε μέρος του κενού, αυξάνοντας κατά περίπου 60% τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Τα χρήματα αυτά αποτελούν ζωτική πηγή χρηματοδότησης για τη ρωσική πολεμική μηχανή.
Στο στρατιωτικό επίπεδο, Ρωσία και Κίνα πραγματοποιούν κοινές ασκήσεις και περιπολίες, όπως εκείνες κοντά στις ζώνες αεράμυνας της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας – κίνηση που συνέπεσε συμβολικά με επίσκεψη του τότε Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στην Ασία. Η εικόνα που προβάλλουν οι δύο κυβερνήσεις είναι αυτή ενός ενιαίου μετώπου απέναντι στην αμερικανική επιρροή σε Ευρώπη και Ινδο-Ειρηνικό.
Σε επίπεδο γεωστρατηγικής, η προσωρινή αυτή συμμαχία έχει λογική. Και οι δύο δυνάμεις αισθάνονται περικυκλωμένες από αμερικανικά συμφέροντα και συμμαχίες: Η Ρωσία βλέπει το ΝΑΤΟ να έχει επεκταθεί μέχρι τα σύνορά της, χάνοντας σταδιακά τον έλεγχο του ευρασιατικού πεδίου από τη Γερμανία έως την Ουκρανία. Η Κίνα θεωρεί ότι οι ΗΠΑ την περιορίζουν μέσω των συμμαχιών τους με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τις Φιλιππίνες και την Ινδία, ενώ η υποστήριξή τους στην Ταϊβάν λειτουργεί ως συμβολικό και στρατηγικό εμπόδιο στη φιλοδοξία του Πεκίνου για επανένωση.
Η κάθε πλευρά προσφέρει στην άλλη αυτό που της λείπει. Η Ρωσία διαθέτει τεράστια αποθέματα πρώτων υλών, ενεργειακών και ορυκτών, αλλά πάσχει από έλλειψη κεφαλαίων και ανθρώπινου δυναμικού. Η Κίνα, αντίθετα, έχει πλούσιο κεφάλαιο και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά λίγες φυσικές πηγές ενέργειας και εξάρτηση από τις θαλάσσιες οδούς μέσω του στενού της Μαλάκκας (Ταϊλάνδη και Σιγκαπούρη) – τις οποίες θα μπορούσε εύκολα να μπλοκάρει ο αμερικανικός στόλος σε περίπτωση σύγκρουσης.
Από αυτή την άποψη, η ενεργειακή εξάρτηση της Κίνας από τη Ρωσία και η χρηματοδοτική εξάρτηση της Ρωσίας από την Κίνα συνθέτουν μια σχέση αμοιβαίου συμφέροντος. Η Μόσχα εξασφαλίζει ρευστότητα, ενώ το Πεκίνο μειώνει τους κινδύνους ενεργειακής ασφυξίας.
Ιστορική δυσπιστία
Παρά τη σημερινή συνεργασία, η ιστορία της σχέσης των δύο χωρών είναι γεμάτη συγκρούσεις, καθώς η Ρωσία και η Κίνα ήρθαν αντιμέτωπες πολλές φορές – από τις μογγολικές εισβολές έως τις συνοριακές μάχες του 20ού αιώνα.
Ιδιαίτερα βαθιά χαραγμένο στη συλλογική μνήμη της Κίνας παραμένει το ζήτημα της «Εξωτερικής Μαντζουρίας», μιας τεράστιας περιοχής που παραχώρησε το 1860 η δυναστεία Τσινγκ στη Ρωσία, την εποχή που η Κίνα βρισκόταν σε κρίση και πολεμούσε ήδη σε δύο μέτωπα. Η απώλεια αυτής της γης – όπου σήμερα βρίσκονται στρατηγικά ρωσικά λιμάνια όπως το Βλαδιβοστόκ – θεωρείται από πολλούς Κινέζους εθνικιστές ως ένα ακόμη «άνισο σύμφωνο» της περιόδου της ταπείνωσης από ξένες δυνάμεις.
Η μνήμη αυτή πυροδότησε νέες εντάσεις τη δεκαετία του 1960, όταν οι δύο κομμουνιστικές υπερδυνάμεις συγκρούστηκαν ένοπλα στα σύνορα του ποταμού Ουσούρι. Η σύγκρουση, που άφησε δεκάδες νεκρούς, έφερε τις δύο χώρες στο χείλος του πυρηνικού πολέμου και αποκάλυψε πόσο εύθραυστη ήταν η ιδεολογική τους συγγένεια.
Η συνοριακή διαφορά επιλύθηκε μόλις το 1991, όμως η δυσπιστία παρέμεινε. Η Ρωσία, σήμερα, γνωρίζει καλά ότι η ίδια επικαλέστηκε «ιστορικά δικαιώματα» για να δικαιολογήσει την προσάρτηση της Κριμαίας. Το ίδιο επιχείρημα, σε μια διαφορετική συγκυρία, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την Κίνα για τις «χαμένες περιοχές» του βορρά.
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πέντε νέες χώρες προέκυψαν στην Κεντρική Ασία. Ενώ ιστορικά ανήκαν στη ρωσική σφαίρα επιρροής, η οικονομική διείσδυση της Κίνας τις έχει φέρει πιο κοντά στο Πεκίνο παρά στη Μόσχα.
Μέσω της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος», η Κίνα χρηματοδότησε αγωγούς φυσικού αερίου από το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Καζακστάν, που σήμερα καλύπτουν περίπου το 15% των ενεργειακών της αναγκών. Οι ίδιες χώρες εξάγουν πια το μεγαλύτερο μέρος των πόρων τους προς την Κίνα, υπονομεύοντας τη θέση της Ρωσίας ως παραδοσιακού αγοραστή και κυρίαρχου παράγοντα στην περιοχή.
Παράλληλα, το Πεκίνο έχει αποκτήσει και στρατιωτικό αποτύπωμα, όπως με τη μόνιμη παρουσία κινεζικών δυνάμεων στο Τατζικιστάν, δίπλα στα σύνορα με το Αφγανιστάν και το Σιντζιάνγκ. Το γεγονός ότι μια πρώην σοβιετική δημοκρατία επέτρεψε κινεζική στρατιωτική παρουσία χωρίς την έγκριση της Μόσχας θεωρήθηκε από πολλούς στη Ρωσία ως σημάδι απώλειας επιρροής.
Η Μόσχα, απορροφημένη από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ, αδυνατεί να ανταγωνιστεί την οικονομική δύναμη της Κίνας στην περιοχή που άλλοτε θεωρούσε «πίσω αυλή» της.
Πέρα από την ενέργεια, ένα ακόμη ζήτημα μπορεί να αποδειχθεί πυριτιδαποθήκη στο μέλλον είναι το νερό. Η Κίνα, με το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού αλλά μόλις το 7% των επιφανειακών αποθεμάτων γλυκού νερού, αντιμετωπίζει οξύτατο πρόβλημα λειψυδρίας, ιδιαίτερα στη βόρεια πεδιάδα όπου ζουν πάνω από 400 εκατομμύρια άνθρωποι.
Η κλιματική αλλαγή εντείνει αυτή την κρίση. Οι ξηρασίες στον ποταμό Γιανγκτσέ και η ραγδαία μείωση των υδάτων στη βόρεια Κίνα απειλούν τη γεωργία και τη βιομηχανία. Οι φυσικές πηγές νερού προς τον νότο, στα Ιμαλάια, ελέγχονται από χώρες όπως η Ινδία και το Νεπάλ, με τις οποίες το Πεκίνο έχει τεταμένες σχέσεις.
Έτσι, το βλέμμα της Κίνας στρέφεται προς βορρά, όπου δεσπόζει η λίμνη Βαϊκάλη στη Σιβηρία – η μεγαλύτερη δεξαμενή γλυκού νερού του πλανήτη. Το ενδιαφέρον κινεζικών εταιρειών για επενδύσεις γύρω από τη λίμνη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη ρωσική κοινή γνώμη, και τα σχέδια για αγωγούς νερού ματαιώθηκαν. Όμως, η δημογραφική και οικονομική ανισορροπία στην περιοχή είναι προφανής: λιγότεροι από οκτώ εκατομμύρια Ρώσοι ζουν στην Άπω Ανατολή, ενώ στις γειτονικές κινεζικές επαρχίες κατοικούν πάνω από εκατό εκατομμύρια άνθρωποι.
Η Σιβηρία είναι πλούσια σε πόρους αλλά φτωχή σε πληθυσμό, ενώ η Κίνα είναι το ακριβώς αντίθετο. Αυτή η ανισορροπία γεννά μακροχρόνια ανησυχία στη Μόσχα, καθώς η εξάρτησή της από κινεζικές επενδύσεις και εργατικό δυναμικό αυξάνεται.
Η Ρωσία, αποκομμένη από τη Δύση και βυθισμένη σε έναν δαπανηρό πόλεμο, εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από την Κίνα. Το Πεκίνο, με μεγαλύτερη οικονομία και μεγαλύτερη διεθνή επιρροή, κρατά πια το πάνω χέρι στη σχέση.
Για το Πεκίνο, η σημερινή κατάσταση είναι ιδανική: η Μόσχα αποσπά την προσοχή της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη, προσφέρει φθηνή ενέργεια, και παραχωρεί χώρο επιρροής στην Κεντρική Ασία.
Αν όμως αλλάξει το πολιτικό σκηνικό στη Ρωσία ή αν η Κίνα εκτιμήσει ότι έχει ισχυροποιηθεί αρκετά, η «εταιρική σχέση χωρίς όρια» μπορεί να μετατραπεί σε ζήτημα κυριαρχίας. Ένα εξασθενημένο ρωσικό κράτος, εξαρτημένο οικονομικά από την Κίνα, θα δυσκολευτεί να αντισταθεί σε μελλοντικές πιέσεις ή ακόμη και σε εδαφικές διεκδικήσεις, όσο απίθανες κι αν φαίνονται σήμερα.
Η παρούσα συνεργασία Ρωσίας–Κίνας στηρίζεται περισσότερο στην κοινή τους αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες παρά σε βαθύτερη στρατηγική εμπιστοσύνη. Ο κοινός εχθρός ενώνει – αλλά μόνο προσωρινά. Η ιστορική καχυποψία, οι δημογραφικές ανισορροπίες, ο ανταγωνισμός στην Κεντρική Ασία και οι μελλοντικές ανάγκες της Κίνας σε νερό και ενέργεια δείχνουν ότι η σχέση αυτή δύσκολα θα αντέξει στον χρόνο.
Προς το παρόν, η Μόσχα χρειάζεται το Πεκίνο περισσότερο απ’ ό,τι το αντίθετο. Αλλά όσο η Κίνα ενισχύεται και η Ρωσία αποδυναμώνεται, η λεγόμενη «συμμαχία χωρίς όρια» κινδυνεύει να αποδειχθεί μια προσωρινή σύμπτωση συμφερόντων, προάγγελος ενός νέου ανταγωνισμού που θα μπορούσε να επαναπροσδιορίσει το γεωπολιτικό μέλλον της Ευρασίας.
Το Κατάρ, μια μικρή, άνυδρη χερσόνησος που προβάλλει στον Περσικό Κόλπο από τη Σαουδική Αραβία, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης διεθνούς σκηνής. Παρά τον πληθυσμό του, που δεν ξεπερνά τα 2,8 εκατομμύρια, εκ των οποίων μόλις 320.000 είναι πολίτες, το κράτος αυτό κατέχει θέση υπερδύναμης στον παγκόσμιο ενεργειακό, οικονομικό και διπλωματικό χάρτη.
Η οικονομική του ισχύς είναι δυσανάλογη του μεγέθους του. Για χρόνια, το Κατάρ κατατάσσεται ανάμεσα στις πλουσιότερες χώρες του πλανήτη, με το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ παγκοσμίως. Το κυρίαρχο επενδυτικό ταμείο του διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία άνω των 450 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κατέχοντας μετοχές-κλειδιά σε ομίλους όπως η Volkswagen, αλλά και πλήρη ιδιοκτησία σε σύμβολα της παγκόσμιας οικονομίας, όπως τα πολυκαταστήματα Harrods και το Shard στο Λονδίνο. Παράλληλα, ελέγχει τον ποδοσφαιρικό σύλλογο Paris Saint-Germain, ενώ είναι ο μεγαλύτερος μεμονωμένος ιδιοκτήτης ακινήτων στη βρετανική πρωτεύουσα.
Η πορεία προς τον πλούτο δεν ήταν προδιαγεγραμμένη. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, το Κατάρ ήταν μια φτωχή περιοχή με ελάχιστους φυσικούς πόρους. Η οικονομία του βασιζόταν στην αλιεία και την αναζήτηση μαργαριταριών, ενώ ο πληθυσμός του παρέμενε περιορισμένος. Αυτό άρχισε να αλλάζει το 1939, όταν ανακαλύφθηκαν τα πρώτα κοιτάσματα πετρελαίου. Ωστόσο, οι ποσότητες ήταν μικρές σε σύγκριση με τα τεράστια αποθέματα της Σαουδικής Αραβίας και του Κουβέιτ.
Η καθοριστική ανατροπή ήρθε το 1971 με την ανακάλυψη του North Field, του μεγαλύτερου κοιτάσματος φυσικού αερίου στον κόσμο, το οποίο το Κατάρ μοιράζεται με το Ιράν. Το κοίτασμα αυτό περιέχει περίπου το ένα πέμπτο των συνολικών αποθεμάτων φυσικού αερίου του πλανήτη και μεταμόρφωσε το εμιράτο από ενεργειακό παρατηρητή σε παγκόσμιο πρωταγωνιστή.
Τις πρώτες δεκαετίες, οι Καταριανοί δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν άμεσα αυτόν τον πλούτο. Το φυσικό αέριο, σε αντίθεση με το πετρέλαιο, είναι δύσκολο στη μεταφορά. Η λύση ήρθε μέσα από τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), που επιτρέπει τη μετατροπή του αερίου σε υγρή μορφή για να μεταφέρεται με ειδικά ψυγεία-δεξαμενόπλοια σε παγκόσμιες αγορές.
Στη δεκαετία του 1990, ο εμίρης Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ Θάνι ανέλαβε την εξουσία και επένδυσε μαζικά στην ανάπτυξη της βιομηχανίας LNG, σε συνεργασία με δυτικούς κολοσσούς όπως η ExxonMobil και η Shell. Μέσα σε δέκα χρόνια, το Κατάρ μετατράπηκε στον μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG παγκοσμίως, κατακτώντας την ασιατική αγορά – κυρίως την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν – και δημιουργώντας τεράστια πλεονάσματα.
Η εκτίναξη των εσόδων από το φυσικό αέριο μετέτρεψε το Κατάρ σε ένα από τα πλουσιότερα κράτη ανά κάτοικο στη Γη. Ωστόσο, αυτή η επιτυχία συνοδεύτηκε από υπερεξάρτηση: έως και το 85% των εξαγωγών, το 60% του ΑΕΠ και το 70% των κρατικών εσόδων προέρχονται από το LNG και το πετρέλαιο. Αντιλαμβανόμενο τον κίνδυνο, το εμιράτο επιδόθηκε σε έντονη οικονομική διαφοροποίηση, δημιουργώντας έναν από τους πιο δραστήριους κρατικούς επενδυτικούς οργανισμούς παγκοσμίως, το Qatar Investment Authority, και επεκτείνοντας την Qatar Airways και το δίκτυο των Al Jazeera ως εργαλεία ήπιας ισχύος και διεθνούς προβολής.
Γεωπολιτικά, το Κατάρ βρίσκεται σε μια εύθραυστη περιοχή, ανάμεσα σε ισχυρούς και συχνά ανταγωνιστικούς γείτονες. Η συνεργασία του με τις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξε στρατηγική: η βάση Al Udeid φιλοξενεί πάνω από 11.000 στρατιωτικούς και λειτουργεί ως βασικός κόμβος επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή. Το 2022, η Ουάσιγκτον αναγνώρισε επίσημα το Κατάρ ως μεγάλο μη-ΝΑΤΟϊκό σύμμαχο, ενισχύοντας τη διεθνή του θέση.
Από την άλλη, το Κατάρ έχει κατηγορηθεί για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως στη μεταχείριση των εκατομμυρίων μεταναστών εργατών που έχτισαν τα γήπεδα και τις υποδομές του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022. Αναφορές έκαναν λόγο για εξαναγκαστική εργασία, κατασχέσεις διαβατηρίων και θανάτους χιλιάδων εργατών υπό εξαντλητικές συνθήκες.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010, το Κατάρ έχασε προσωρινά την πρωτιά στις εξαγωγές LNG από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 άλλαξε ριζικά το ενεργειακό σκηνικό: η Ευρώπη, αποκόπτοντας τις προμήθειες ρωσικού αερίου, στράφηκε προς νέους προμηθευτές. Το Κατάρ βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο, με νέες συμφωνίες για παροχή LNG προς την ΕΕ και τη Γερμανία, ενισχύοντας τα έσοδά του και τη γεωπολιτική του βαρύτητα.
Ο Ούγγρος συγγραφέας Λάσλο Κρασναχορκάι τιμήθηκε την Πέμπτη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Οι κριτές του βραβείου χαρακτήρισαν τον 71 ετών δημιουργό, γνωστό για τα μυθιστορήματά του που συχνά αποτελούνται από μία μόνο ατελείωτη πρόταση, ως «έναν μεγάλο επικό συγγραφέα» του οποίου το έργο «χαρακτηρίζεται από παραλογισμό και γκροτέσκα υπερβολή».
Πρόκειται για τον πρώτο Ούγγρο που λαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από την εποχή του Ίμρε Κέρτες, το 2002, προσθέτοντας το όνομά του σε έναν κατάλογο που περιλαμβάνει μορφές όπως τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, την Τόνι Μόρρισον και τον Καζούο Ισιγκούρο.
Μιλώντας στο Radio Sweden μετά την ανακοίνωση του βραβείου – που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο άνω του ενός εκατομμυρίου δολαρίων – ο Κρασναχορκάι ανέφερε ότι ένιωθε ήρεμος και ταυτόχρονα πολύ νευρικός. «Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που κέρδισα ένα Νόμπελ», δήλωσε, προσθέτοντας ότι δεν γνωρίζει «τι επιφυλάσσει το μέλλον».
Από το λογοτεχνικό του ντεμπούτο, ο Κρασναχορκάι έχει γράψει πάνω από είκοσι βιβλία. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η «Μελαγχολία της αντίστασης», ένα σουρεαλιστικό, ανησυχητικό αφήγημα με έναν πλανόδιο θίασο και μια ταριχευμένη φάλαινα, καθώς και η «Επιστροφή του βαρώνου Βενκχάιμ», η εκτεταμένη ιστορία ενός αριστοκράτη εθισμένου στον τζόγο. Το έργο του «Herscht 07769» (2021) εκτυλίσσεται σε μια γερμανική πόλη διχασμένη από ταραχές και αποτελείται από μια σειρά επιστολών προς την τότε καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, με μόλις μία τελεία στις 400 σελίδες του. Αρκετά έργα του, όπως τα «Τανγκό του Σατανά» (Satantango) και «Η μελαγχολία της αντίστασης», έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τον Ούγγρο σκηνοθέτη Μπέλα Ταρ.
Ο συγγραφέας έχει επίσης αντλήσει έμπνευση από τα ταξίδια του στην Κίνα και την Ιαπωνία, με αποτέλεσμα μια σειρά έργων όπως το «Ένα βουνό στον Βορρά, μια λίμνη στον Νότο, μονοπάτια στη Δύση, ένα ποτάμι στην Ανατολή», που εκδόθηκε στα ουγγρικά το 2003. Μέλος της επιτροπής, ο Στηβ Σεμ-Σάντμπεργκ, ανέφερε ότι ο Κρασναχορκάι βρισκόταν ανάμεσα στα ονόματα που εξετάζονται για το Νόμπελ εδώ και χρόνια και χαρακτήρισε το έργο του «σχεδόν μισό αιώνα καθαρής αριστείας».
Ο Κρασναχορκάι γεννήθηκε στην ανατολική πόλη Γιούλα της Ουγγαρίας, κοντά στα σύνορα με τη Ρουμανία, και σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια του Σέγκεντ και της Βουδαπέστης, προτού αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Το 2015, τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Booker για το συνολικό του έργο, ενώ το 2019 απέσπασε στις Ηνωμένες Πολιτείες το Εθνικό Βραβείο Μεταφρασμένης Λογοτεχνίας για την «Επιστροφή του βαρώνου Βενκχάιμ».
Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι τίποτα από την πορεία του δεν ήταν προσχεδιασμένο. Όπως είπε στο σουηδικό ραδιόφωνο, αρχικά ήθελε να γράψει μόνο ένα βιβλίο και «δεν σκόπευε να γίνει συγγραφέας». Ωστόσο, διαβάζοντας ξανά το πρώτο του έργο, συνειδητοποίησε ότι «δεν ήταν τέλειο». Έτσι, ξεκίνησε να γράφει ένα δεύτερο, «για να διορθώσει το ‘Τανγκό του Σατανά΄», και στη συνέχεια «ένα τρίτο για να διορθώσει τα δύο πρώτα». Όπως παραδέχτηκε, «η ζωή μου είναι μια μόνιμη διόρθωση».
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας έχει απονεμηθεί 117 φορές σε 121 νικητές. Πέρυσι, το βραβείο δόθηκε στη Νοτιοκορεάτισσα συγγραφέα Χαν Κανγκ, ενώ το 2023 βραβεύτηκε ο Νορβηγός Γιον Φόσσε, γνωστός για ένα επτάτομο έργο που αποτελείται επίσης από μία και μόνη πρόταση. Το φετινό βραβείο είναι το τέταρτο που ανακοινώνεται αυτή την εβδομάδα, μετά τα Νόμπελ Ιατρικής, Φυσικής και Χημείας. Την Παρασκευή θα ανακοινωθεί ο νικητής του Νόμπελ Ειρήνης, και τη Δευτέρα ο νικητής του Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών.
Οι τελετές απονομής των βραβείων πραγματοποιούνται κάθε 10 Δεκεμβρίου, επέτειο του θανάτου του Άλφρεντ Νόμπελ το 1896. Ο Σουηδός βιομήχανος και εφευρέτης της δυναμίτιδας υπήρξε ο ιδρυτής των βραβείων. Κάθε βραβείο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 11 εκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (περίπου 1 εκατομμύριο ευρώ), καθώς και χρυσό μετάλλιο 18 καρατίων και δίπλωμα.
Ορόσημο θεωρείτα από παρατηρητές η εξέλιξη της συμφωνίας των είκοσι σημείων που πρότεινε ο πρόεδρος. των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για την κατάπαυση πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς, καθώς έχουν αρχίσει να φαίνονται τα πρώτα σημάδια προόδου.
Ύστερα από πολυήμερες διαπραγματεύσεις στην αιγυπτιακή πόλη Σαρμ Ελ Σέιχ, η Χαμάς υπέγραψε στις 9 Οκτωβρίου συμφωνία για την απελευθέρωση και των είκοσι περίπου ομήρων που κρατούνται ακόμη στη Γάζα και την επιστροφή των σωμάτων των νεκρών – περί τους σαράντα οκτώ στο σύνολο, πλέον.
Απαχθέντες κατά την πολλαπλή επίθεση που εξαπέλυσε κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, αποτελούσαν διαπραγματευτικό χαρτί για τη Χαμάς, η οποία σε προηγούμενες συνομιλίες αποδεχόταν την απελευθέρωση ορισμένου αριθμού μόνο. Η σημερινή απόφαση για την παράδοση του συνόλου των ομήρων θεωρείται καθοριστικό βήμα προόδου, που επιτρέπει ελπίδες για ειρήνη με διάρκεια στην περιοχή.
Σε συνεδρίαση του υπουργικού του συμβουλίου στις 9 Οκτωβρίου, ο Ντ. Τραμπ παρατήρησε ότι, αν και φάνταζε αδιανόητη μέχρι πρότινος, «η ειρήνη στη Μέση Ανατολή βρίσκεται πλέον προ των πυλών».
Ανακοίνωσε δε πως οι όμηροι θα απελευθερωθούν στις αρχές της επόμενης εβδομάδας, πιθανότατα στις 13 ή στις 14 Οκτωβρίου, υπογραμμίζοντας ότι αυτή «θα είναι μια μέρα χαράς», και γνωστοποίησε την πρόθεσή του να ταξιδέψει στην Αίγυπτο για να παραστεί στην επίσημη τελετή υπογραφής της συμφωνίας.
Η συμφωνία προκάλεσε πλήθος επιδοκιμαστικών δηλώσεων από ηγέτες ανά τον κόσμο, με ορισμένους να εξαίρουν τον ρόλο του Τραμπ.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ ανέφερε ότι η συμφωνία «δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς την ηγεσία του Αμερικανού προέδρου», ενώ ο πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, δήλωσε ότι το ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο και για την επίλυση άλλων συγκρούσεων. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι «αξίζουν εύσημα στον Αμερικανό πρόεδρο για τη μεσολάβηση στη Μέση Ανατολή» και ότι η ίδια προσέγγιση θα μπορούσε να αξιοποιηθεί «για τη δημιουργία μιας ειρηνευτικής διαδικασίας στην Ουκρανία».
Η διπλωματία της εμπιστοσύνης στη Μέση Ανατολή
Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, ο Τραμπ αξιοποίησε το χαρακτηριστικό του ύφος στις διαπραγματεύσεις για να επιτύχει μια συμφωνία που είχε προετοιμαστεί επί μήνες. Το πρώτο βήμα ήταν η επίσκεψη που έκανε τον Μάιο σε χώρες του Κόλπου, όπου εστίασε στη δημιουργία προσωπικών δεσμών με τους ηγέτες της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ με τον πρίγκιπα διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, κατά την άφιξή του στο King Khalid International Airport. Ριάντ, 13 Μαΐου 2025. (Win McNamee /Getty Images)
Κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στις 9 Οκτωβρίου, ο Ρούμπιο αναφέρθηκε στις ισχυρές σχέσεις του Τραμπ με τους ηγέτες της περιοχής, επισημαίνοντας ότι η επίσκεψη του Μαΐου «έθεσε τα θεμέλια» για την επιτυχία του ειρηνευτικού σχεδίου. Υπενθύμισε ότι «μόλις έναν μήνα πριν, κάτι τέτοιο δεν θεωρούνταν εφικτό», ενώ ανέφερε πως το σημείο καμπής σημειώθηκε στα Ηνωμένα Έθνη, όταν ο Τραμπ συγκάλεσε «ιστορική συνάντηση» με ηγέτες αραβικών και μουσουλμανικών χωρών, προκειμένου να τους συσπειρώσει γύρω από το σχέδιό του.
Σε μια πρωτοφανή κίνηση, στις 29 Σεπτεμβρίου, ο Τραμπ υπέγραψε προεδρικό διάταγμα για την προστασία του Κατάρ, μετά την ισραηλινή στρατιωτική επιδρομή της 9ης Σεπτεμβρίου με στόχο ηγετικά στελέχη της Χαμάς, επίθεση που προκάλεσε μεγάλη ένταση. Το διάταγμα ανέφερε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες θα θεωρούν κάθε ένοπλη επίθεση εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας ή κρίσιμων υποδομών του Κατάρ ως απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών».
Η κίνηση αυτή ερμηνεύθηκε ως σαφές μήνυμα για την αποφασιστικότητα του Τραμπ να ενισχύσει τις σχέσεις με το Κατάρ και με χώρες που διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο στο να υπάρξει διέξοδος στις διαπραγματεύσεις με τη Χαμάς.
Η στήριξη του Νετανιάχου
Η υποστήριξη των αραβικών και μουσουλμανικών κρατών ήταν ζωτικής σημασίας, όπως καθοριστική ήταν και η έγκριση του ειρηνευτικού σχεδίου από τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, κατά την επίσκεψη του στον Λευκό Οίκο, στις 29 Σεπτεμβρίου.
Η συμφωνία προβλέπει ότι το Ισραήλ δεν θα προχωρήσει σε προσάρτηση της Γάζας και αναγνωρίζει την προοπτική παλαιστινιακού κράτους ως «επιδίωξη του παλαιστινιακού λαού», με την προϋπόθεση ότι θα πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια.
Μόλις μια εβδομάδα νωρίτερα, ο Νετανιάχου είχε επικρίνει δριμύτατα τις δυτικές χώρες – μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, ο Καναδάς και η Αυστραλία – για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, χαρακτηρίζοντας την ιδέα «παράλογη» και συγκρίνοντάς τη με το ενδεχόμενο «να δινόταν κράτος στην Αλ Κάιντα ένα μίλι από τη Νέα Υόρκη μετά την 11η Σεπτεμβρίου».
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου παραχωρούν κοινή συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο, στις 29 Σεπτεμβρίου 2025. (Alex Wong / Getty Images)
Ο αναλυτής Ααρών Ντέιβιντ Μίλλερ (Aaron David Miller), ανώτερος ερευνητής στο Carnegie Endowment for International Peace, ο οποίος έχει ασκήσει στο παρελθόν έντονη κριτική στον Τραμπ, αναγνώρισε την πρόοδο που έχει συντελεστεί στη Μέση Ανατολή, επισημαίνοντας ότι ο πρόεδρος Τραμπ επέδειξε «βαθμό αποφασιστικότητας χωρίς προηγούμενο».
Ο Μίλλερ, που υπηρέτησε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ από το 1978 έως το 2003 και συμμετείχε σε αραβοϊσραηλινές διαπραγματεύσεις, τόνισε ότι ο Τραμπ «άσκησε πίεση σε Ισραηλινό πρωθυπουργό με τρόπο που κανείς από τους προκατόχους του δεν είχε τολμήσει».
Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο Βρετανός στρατιωτικός ιστορικός Λώρενς Φρήντμαν (Lawrence Freedman), σημειώνοντας ότι «σε αντίθεση με τον Μπάιντεν, ο Τραμπ κατόρθωσε να αποσπάσει σημαντικές παραχωρήσεις από το Ισραήλ».
Οι προκλήσεις της επόμενης φάσης
Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, σύμφωνα με αναλυτές, προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία για τον τερματισμό της πολυετούς σύγκρουσης. Ωστόσο, η επιτυχία της θα εξαρτηθεί από τη διαχείριση της δύσκολης επόμενης φάσης, η οποία περιλαμβάνει την ανοικοδόμηση της Γάζας, τον αφοπλισμό της Χαμάς και τη χάραξη πορείας προς τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.
Ο απόστρατος αξιωματικός του αμερικανικού στρατού και ανώτερος συνεργάτης του οργανισμού Defense Priorities, Ντάνιελ Λ. Ντέιβις (Daniel L. Davis), εξέφρασε την ελπίδα ότι η συμφωνία θα οδηγήσει στον τερματισμό των θανάτων αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας. Παράλληλα, ωστόσο, δήλωσε επιφυλακτικός σχετικά με το πώς οι εμπλεκόμενες πλευρές θα διαχειριστούν τα «ακανθώδη» ζητήματα που απομένουν, σημειώνοντας ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες «η διαδικασία να εκτροχιαστεί». Παρ’ όλα αυτά, όπως είπε, αισθάνεται ικανοποίηση που «τουλάχιστον για την ώρα, οι εχθροπραξίες φαίνεται να έχουν σταματήσει».
Η Χαμάς είχε ήδη απελευθερώσει έναν προκαθορισμένο αριθμό ομήρων στο πλαίσιο της πρώτης φάσης της συμφωνίας, τους πρώτους μήνες του έτους, ωστόσο το πλαίσιο κατέρρευσε λόγω διαφωνιών σχετικά με το πώς θα προχωρούσε η επόμενη φάση. Η οργάνωση επεδίωξε να ξεκινήσει η δεύτερη φάση, ενώ το Ισραήλ προτίμησε την πρόταση του ειδικού προεδρικού απεσταλμένου των ΗΠΑ, Στηβ Γουίτκοφ, να παραταθούν οι όροι της πρώτης φάσης προκειμένου να δοθεί χρόνος για περαιτέρω διαπραγματεύσεις. Μέχρι τον Μάρτιο, η εκεχειρία είχε καταρρεύσει και οι ισραηλινές δυνάμεις επανέλαβαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις σε ολόκληρη τη Γάζα.
Κόσμος πανηγυρίζει την ειρηνευτική συμφωνία Ισραήλ–Χαμάς στην «Πλατεία των Ομήρων» στο Τελ Αβίβ. Ισραήλ, 9 Οκτωβρίου 2025. (Chris McGrath/Getty Images)
Σε ανακοίνωσή του στις 9 Οκτωβρίου, ο Νιχάντ Αουάντ, εκτελεστικός διευθυντής του Council on American–Islamic Relations, τόνισε ότι η διεθνής κοινότητα πρέπει να διασφαλίσει πως τα επόμενα στάδια της συμφωνίας θα οδηγήσουν στην ανοικοδόμηση της Γάζας χωρίς ισραηλινή κατοχή ή δυτική επιτήρηση, καθώς και σε έναν σαφή οδικό χάρτη για τον τερματισμό της ευρύτερης κατοχής και καταπίεσης του παλαιστινιακού λαού, «ώστε να επιτευχθεί μια δίκαιη και διαρκής ειρήνη».
Τις επόμενες ημέρες, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις θα είναι ο εντοπισμός και η ταυτοποίηση των νεκρών ομήρων στη Γάζα. Το ειρηνευτικό σχέδιο προβλέπει ότι «όλοι οι όμηροι, ζωντανοί και νεκροί», θα πρέπει να επιστραφούν εντός 72 ωρών από τη δημόσια αποδοχή της συμφωνίας από το Ισραήλ.
Σύμφωνα με ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, έχει ήδη συσταθεί κοινή ομάδα δράσης Ισραήλ, Ηνωμένων Πολιτειών, Αιγύπτου, Κατάρ και Τουρκίας, η οποία θα διαθέσει βαρύ εξοπλισμό εάν χρειαστεί να πραγματοποιηθούν εκσκαφές ή κατεδαφίσεις κτηρίων για την ανεύρεση των νεκρών.
Άδεια καθίσματα με φωτογραφίες Ισραηλινών θυμάτων και ομήρων σε αγρυπνία μνήμης μπροστά από την Πύλη του Βραδεμβούργου, στο Βερολίνο. Γερμανία, 7 Οκτωβρίου 2025. (Stefan Frank/Middle East Images/AFP μέσω Getty Images)
Ο Ντάνιελ Φλες (Daniel Flesch), ανώτερος αναλυτής πολιτικής για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική στο Heritage Foundation, δήλωσε ότι η πρώτη του αντίδραση ήταν «χαρά και ανακούφιση» για την ευκαιρία να επιστραφούν οι όμηροι από τη Γάζα. Παρότι αναγνώρισε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά εμπόδια στη μακροπρόθεσμη ειρηνευτική διαδικασία, υπογράμμισε ότι το Ισραήλ θα έχει μεγαλύτερη ελευθερία στη λήψη αποφάσεων «όταν η Χαμάς δεν θα κρατά πια πολίτες του». Όπως είπε, η επιστροφή των ομήρων θα απαλλάξει την ισραηλινή κυβέρνηση και την κοινωνία «από τεράστια ψυχολογική πίεση».
Η Αιγύπτια ερευνήτρια Ντάλια Ζιάντα (Dalia Ziada), συνεργάτις του Institute for the Study of Global Antisemitism and Policy και ανώτερη εταίρος στο Jerusalem Center for Security and Foreign Affairs, χαρακτήρισε την επόμενη φάση της διαδικασίας «εύθραυστη», εκφράζοντας ανησυχία για το πώς θα εφαρμοστεί το ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ. Όπως ανέφερε, πρόκειται για ένα σχέδιο «πολύ καλά δομημένο και συνολικό», το οποίο, αν και σύντομο, «καλύπτει όλα τα κρίσιμα ζητήματα». Παρ’ όλα αυτά, υπογράμμισε ότι «όλα θα κριθούν στις λεπτομέρειες».
Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο Ίλαν Μπέρμαν (Ilan Berman), αντιπρόεδρος του American Foreign Policy Council, ο οποίος επεσήμανε ότι η επιτυχία της συμφωνίας θα εξαρτηθεί από «τη συνεχή διεθνή στήριξη και επένδυση, τη διαμόρφωση πλαισίου ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στην Παλαιστινιακή Αρχή και την αποτροπή του Ιράν από το να λειτουργήσει ως παράγοντας αποσταθεροποίησης». Όπως σημείωσε, «κανένα από αυτά τα στοιχεία δεν είναι εγγυημένο».
Το Ιράν χαιρέτισε τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας, καλώντας ταυτόχρονα τη διεθνή κοινότητα να εμποδίσει το Ισραήλ να αθετήσει τις υποχρεώσεις του, ανακοίνωσε το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας.
Η Τεχεράνη στηρίζει κάθε προσπάθεια που βάζει τέλος στη «γενοκτονία» και τον πόλεμο στη Γάζα, αναφέρεται στην ανακοίνωση που εκδόθηκε αφού το Ισραήλ και η Χαμάς υπέγραψαν συμφωνία για τον τερματισμό των εχθροπραξιών στον παλαιστινιακό θύλακα:
«Το Ιράν ανέκαθεν στήριζε κάθε ενέργεια ή πρωτοβουλία που είχε ως στόχο να μπει τέλος στον γενοκτόνο πόλεμο, να αποσυρθούν οι κατοχικές δυνάμεις, να παραδοθεί ανθρωπιστική βοήθεια, να απελευθερωθούν οι Παλαιστίνιοι κρατούμενοι και να γίνουν σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού.»