Κυριακή, 22 Δεκ, 2024

Το τέλμα της ουκρανικής αντεπίθεσης και οι ανησυχητικές προοπτικές της – μέρος β΄

Είναι γεγονός ότι η ουκρανική αντεπίθεση δεν έχει τη μορφή του μεγάλου κύματος που φουσκώνει και παρασέρνει τα πάντα στο πέρασμά του, όπως περίμεναν οι δυτικοί σύμμαχοι. Αντίθετα, έχει πάρει τη μορφή μιας αργής και βασανιστικής πορείας που μπορεί να διαρκέσει χρόνια.

Εξίσου μακροπρόθεσμη θα απαιτηθεί να είναι και η υποστήριξη των δυτικών δυνάμεων, εφόσον περιμένουν αποτελέσματα. «Οι σύμμαχοι», είπε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, «πρέπει να αποδεχτούν το αναμενόμενο κόστος, προκειμένου να αποτρέψουν το μεγαλύτερο κόστος που θα προκαλούσε αναπόφευκτα η συνθηκολόγηση με τη Ρωσία και η έναρξη μιας νέας εποχής κατακτήσεων». Θέλουν όμως;

Στο α΄μέρος του άρθρου, παρουσιάστηκαν οι κινήσεις του ουκρανικού στρατού και εξετάστηκαν τα πιθανά σχέδιά του για το μέλλον. Αναλύθηκαν επίσης οι λόγοι που αναγκάζουν τους Ουκρανούς σε αυτή την αργή μορφή πολέμου, τα κέρδη τους αλλά και οι ζημίες.

Όταν τα πυρομαχικά τελειώνουν

Η εξάρτηση της Ουκρανίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους εταίρους τους εγείρει ένα ζωτικής σημασίας ερώτημα.

Για τους Ουκρανούς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι συγκρούσεις θα είναι μακροπρόθεσμες. Ωστόσο, το αν θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν τους πόρους που θα χρειαστούν σε βάθος χρόνου είναι ένα διαφορετικό θέμα.

Ήδη, οι ελλείψεις προμηθειών έχουν κατά καιρούς επηρεάσει σοβαρά τόσο τις ρωσικές όσο και τις ουκρανικές επιχειρήσεις. Οι ηγεσίες στη Μόσχα και το Κίεβο αναγκάζονται να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα ότι τα πολυπόθητα πυρομαχικά θα είναι σύντομα είδος εν ανεπαρκεία.

Και οι δύο χώρες ξεκίνησαν τον πόλεμο βασιζόμενοι κατά κύριο λόγο στο πυροβολικό τους.

image-5503529
Μια μονάδα πυροβολικού πυροβολεί προς τις ρωσικές θέσεις στην ανατολική Ουκρανία, στις 28 Δεκεμβρίου 2022. (Sameer Al-doumy/AFP μέσω Getty Images)

 

Σύμφωνα με την έκθεση του RUSI, οι ρωσικές δυνάμεις αρχικά δρούσαν βάσει υπολογισμών σχετικά με το πόσα βλήματα θα χρειάζονταν για διάφορους τύπους εμπλοκών, ακολουθώντας τα στρατηγικά δόγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τώρα, στο δεύτερο έτος του πολέμου, η Μόσχα έχει προσαρμοστεί στο γεγονός ότι απλώς δεν διαθέτει τα πυρομαχικά ούτε ελέγχει τις απαραίτητες υλικοτεχνικές διαδρομές για να διατηρήσει τέτοιους ρυθμούς πυρός για πολύ καιρό.

Εδώ, η Ουκρανία είχε ένα πλεονέκτημα στα ανατολικά. Η δυνατότητα των ουκρανικών δυνάμεων να προελαύνουν, αναφέρει η έκθεση του RUSI, εξαρτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την υπεροχή που απέκτησαν σε πυρομαχικά πυροβολικού.

«Η υπεροχή έναντι των Ρώσων, σε συνδυασμό με την ύπαρξη καλύτερων μέσων για τον εντοπισμό του εχθρικού πυροβολικού και τη διεξαγωγή πυρών αντιπυραυλικών, είναι ένα ουσιαστικό ουκρανικό πλεονέκτημα», αναφέρει η έκθεση.

«Το πλεονέκτημα αυτό περιορίζεται στη διάρκειά του από τη λειτουργικότητα των ουκρανικών πυροβόλων, τη διαθεσιμότητα των ανταλλακτικών καννών και τις συνεχείς προμήθειες πυρομαχικών των 155 χιλιοστών.»

Αυτό είναι ένα πρόβλημα, καθώς πολυάριθμα έθνη του ΝΑΤΟ αντιμετωπίζουν τώρα και τα ίδια ελλείψεις πυρομαχικών των 155 χιλιοστών. Πρώτες ανάμεσά τους οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι ανησυχίες σχετικά με τα πολύ χαμηλά αποθέματα πυροβολικού έχουν αυξηθεί από τον Αύγουστο του 2022.

A worker checks the production of 155mm artillery shells at the Scranton Army Ammunition Plant in Scranton, Penn., on April 12, 2023. The United States, among numerous NATO nations, is now facing 155mm ammunitions shortages as the country continues to supply them to Ukraine. (Hannah Beier/Getty Images)
Εργάτης ελέγχει την παραγωγή βλημάτων πυροβολικού 155 χιλιοστών στο εργοστάσιο πυρομαχικών του στρατού του Σκράντον, στο Σκράντον της Πενσυλβάνια, στις 12 Απριλίου 2023. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, αντιμετωπίζουν πλέον ελλείψεις σε πυρομαχικά των 155 χιλιοστών, καθώς συνεχίζουν να τα στέλνουν στην Ουκρανία. (Hannah Beier/Getty Images)

 

Η υπουργός Στρατού Κριστίν Γουόρμουθ δήλωσε ότι η ικανότητα παραγωγής πυρομαχικών των ΗΠΑ έχει φτάσει στο «απόλυτο όριο». Ο τότε πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού Μαρκ Μίλλεϋ είχε δηλώσει ότι το έθνος «έχει πολύ δρόμο μπροστά του» για να αναπληρώσει τα εξαντλημένα αποθέματά του.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδιάζουν επί του παρόντος να αυξήσουν την παραγωγή πυρομαχικών τους κατά 500% έως το 2027, αλλά ούτε ο αριθμός αυτός θα καλύπτει τα επίπεδα που απαιτούνται κατά το ήμισυ.

Το Πεντάγωνο προσπαθεί να σταματήσει την αιμορραγία των κρίσιμων αποθεμάτων πυρομαχικών του, αγοράζοντας πυρομαχικά για την Ουκρανία από άλλες χώρες αντί να εξαντλεί τα δικά του αποθέματα.

Ωστόσο, το για πόσο μπορεί να διατηρηθεί η τρέχουσα ισορροπία είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Τα συμμαχικά αποθέματα δεν είναι άπειρα και ορισμένοι εταίροι έχουν ήδη τις δικές τους ανησυχίες για την ασφάλεια.

Η Νότια Κορέα, για παράδειγμα, έχει αρνηθεί αιτήματα πώλησης πυρομαχικών στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικαλούμενη ανησυχία για την επιθετικότητα της Βόρειας Κορέας.

Τώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες φτάνουν στο σημείο να αποσύρουν εξοπλισμό από μονάδες που σταθμεύουν στο Ισραήλ και τη Νότια Κορέα για να προμηθεύσουν επαρκώς την Ουκρανία χωρίς να αντλούν από τα δικά τους αποθέματα.

Είναι σαφές ότι, αν η Ουκρανία θέλει να διατηρήσει το πλεονέκτημά της, θα πρέπει να στραφεί και σε άλλες λύσεις πέραν του πυροβολικού.

Αεροπλάνα, τανκς και αυτοκίνητα

Πρόσφατα, τo πεζικό της Ουκρανίας ενισχύθηκε με τεθωρακισμένα, με μη επανδρωμένα αεροσκάφη μεγάλης εμβέλειας και με προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη.

Οι πρώτες παραδόσεις των αμερικανικών αρμάτων μάχης Abrams έφτασαν στη χώρα στα τέλη Σεπτεμβρίου, περιλαμβάνοντας και βλήματα 120 χιλιοστών απεμπλουτισμένου ουρανίου. Τα πυρομαχικά αυτά, κατασκευασμένα από ένα εξαιρετικά πυκνό μέταλλο, θα δώσουν στην Ουκρανία την πολυπόθητη ικανότητα να διαπερνά τα ρωσικά άρματα μάχης.

image-5503532
Ουκρανός στρατιώτης ετοιμάζεται να εκτοξεύσει ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος (UAV) στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 27 Ιουνίου 2023. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)

 

Ομοίως, οι ηγεσίες της Ολλανδίας και της Δανίας συμφώνησαν τον Αύγουστο να δώσουν μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Ουκρανία. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι η τεχνολογία θα βοηθήσει τη χώρα του να μεγαλώσει την αντεπίθεσή της και φέρει μια νέα μέθοδο πολέμου κατά μήκος του μετώπου.

«[Τα] F-16 θα δώσουν σίγουρα νέα ενέργεια, αυτοπεποίθηση και κίνητρα στους μαχητές και τους πολίτες», δήλωσε ο κος Ζελένσκι σε μήνυμά του προς τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις. «Είμαι βέβαιος ότι θα φέρει νέα αποτελέσματα στην Ουκρανία και σε ολόκληρη [την ευρωπαϊκή περιοχή].»

Η Ουκρανία ζητούσε εδώ και καιρό τα μαχητικά αεροσκάφη, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες κωλυσιεργούσαν, καθώς φοβούνταν ότι η παροχή των αεροσκαφών θα αύξανε τον κίνδυνο πυρηνικής σύγκρουσης με τη Ρωσία.

Πολλά σχετικά με τη συμφωνία παραμένουν ασαφή, συμπεριλαμβανομένου του πόσα ακριβώς πολεμικά αεροσκάφη θα λάβει η Ουκρανία και πόσος χρόνος θα περάσει μέχρι οι πιλότοι της πετάξουν με τα F-16 στον ουκρανικό και, ενδεχομένως, στον ρωσικό ουρανό.

Ομοίως, παραμένει ασαφές το κατά πόσο θα τηρήσει η Ουκρανία την υπόσχεσή της να μην χρησιμοποιήσει τα αεροσκάφη για να μεταφέρει τη μάχη στο ρωσικό έδαφος, κλιμακώνοντας ενδεχομένως μια σύγκρουση που είναι ήδη τεταμένη με απειλές πυρηνικού αφανισμού.

Ukrainian President Volodymyr Zelensky (L) and Danish Prime Minister Mette Frederiksen sit in a F-16 fighter jet at the Skrydstrup Airbase, Denmark, on Aug. 20, 2023. Dutch and Danish leadership have agreed to give Ukraine F-16 fighter jets, which Zelenskyy said would help Ukraine expand its counteroffensive. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP via Getty Images)
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι (α) και η πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρέντερικσεν (δ) κάθονται σε ένα μαχητικό αεροσκάφος F-16 στην αεροπορική βάση Skrydstrup της Δανίας, στις 20 Αυγούστου 2023. Η ολλανδική και η δανική ηγεσία συμφώνησαν να δώσουν στην Ουκρανία μαχητικά αεροσκάφη F-16, τα οποία, όπως δήλωσε ο κος Ζελένσκι, θα βοηθήσουν την Ουκρανία να επεκτείνει την αντεπίθεσή της. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP μέσω Getty Images)

 

Η υποστήριξη των ΗΠΑ είναι ο μπαλαντέρ

Όλη αυτή η υποστήριξη, ωστόσο, αναδεικνύει τη μοιραία αδυναμία στη στρατηγική της αντεπίθεσης της Ουκρανίας: την εξάρτησή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ έχουν εγκρίνει περισσότερα από 113 δισεκατομμύρια δολάρια σε πακέτα δαπανών ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των κονδυλίων έχει δοθεί μέσω του Υπουργείου Άμυνας και της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης.

Δεν είναι σαφές πόσο ακόμα μπορούν να συνεχίσουν να ξοδεύουν έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι δεν είναι σαφές αν οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τη βούληση να συνεχίσουν να ξοδεύουν έτσι.

Ήδη μέχρι τώρα, τρεις Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι για την προεδρία έθεσαν την αποδέσμευση από τον πόλεμο ως προτεραιότητα στην προεκλογική τους εκστρατεία. Ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις και ο επιχειρηματίας Βίβεκ Ραμασουάμι έχουν όλοι ορκιστεί να διακόψουν τη στήριξη της Ουκρανίας και να επιδιώξουν ειρήνη με τον Πούτιν.

Σε αυτή την περίπτωση, η Μόσχα μπορεί να μην χρειαστεί να περιμένει να υποχωρήσει η Ουκρανία. Μπορεί απλώς να χρειαστεί να περιμένει να φύγει η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Αυτό θα δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στην Ουκρανία, η οποία χρειάζεται μακροχρόνιους μηχανισμούς χρηματοδότησης για την ανακατάληψη των κατεχομένων εδαφών της.

image-5503539
Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία Βίβεκ Ραμασουάμι μιλάει σε εκδήλωση του Iowa Faith & Freedom Coalition στο Κλάιβ της Αϊόβα, στις 22 Απριλίου 2023. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Όπως διαπιστώνει η έκθεση του RUSI, οι αποφάσεις που θα διαμορφώσουν τις εξελίξεις για το 2024 έχουν ήδη ληφθεί. Αυτές που θα επηρεάσουν το 2025 και μετά αναμένονται σύντομα.

«Είναι πλέον σαφές ότι η σύγκρουση θα παραταθεί», αναφέρει η έκθεση. «Η μη έγκαιρη προσαρμογή της υποστήριξης θα έχει βαρύ τίμημα το 2024.»

Οι αιματηροί χειμώνες που μέλλονται

Από την πλευρά της, η ουκρανική στρατιωτική ηγεσία δεν πρόκειται να περιμένει για να εξαπολύσει άλλη μια αντεπίθεση. Φαίνεται αποφασισμένη να αξιοποιήσει στο έπακρο την υποστήριξη που διαθέτει ήδη και να πολεμήσει ακόμη και κατά τη διάρκεια του σκληρού χειμώνα.

«Οι πολεμικές ενέργειες θα συνεχιστούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο», δήλωσε ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του Κιέβου Κύριλλος Μπουντάνοφ σε συνέδριο στις αρχές Σεπτεμβρίου.

«Στο κρύο, την υγρασία και τη λάσπη είναι πιο δύσκολο να πολεμήσει κανείς. [Αλλά] οι μάχες θα συνεχιστούν. Η αντεπίθεση θα συνεχιστεί.»

Είναι πιθανό ότι η Ρωσία ελπίζει να καθυστερήσει την Ουκρανία κατά τη διάρκεια των ψυχρότερων μηνών αυξάνοντας τις επιθέσεις σε υποδομές τροφίμων και ενέργειας, όπως έκανε πέρυσι.

Για το σκοπό αυτό, η διατήρηση της πίεσης στη Ρωσία, για τον περιορισμό της ικανότητάς της να πλήττει υποδομές και να δημιουργεί αποθέματα, θα αποτελέσει βασικό στόχο της Ουκρανίας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου.

«Οι τρέχουσες επιθετικές επιχειρήσεις της Ουκρανίας είναι πιθανό να συνεχιστούν και το φθινόπωρο, αλλά θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν μπορούν να αναληφθούν τώρα δράσεις για τη διατήρηση της πίεσης κατά τη διάρκεια του χειμώνα», αναφέρει η έκθεση του RUSI.

Εντούτοις, ακόμη και αν η Ουκρανία πολεμήσει καλά κατά τη διάρκεια του χειμώνα, το πρόβλημα της τεράστιας έκτασης που πρέπει να απελευθερωθεί παραμένει.

image-5503543
Ουκρανοί στρατιώτες περπατούν σε καμένο δάσος στο μέτωπο κοντά στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 16 Σεπτεμβρίου 2023. (Mstyslav ChernovAP Photo)

 

Μέχρι σήμερα, η Ουκρανία έχει απελευθερώσει περίπου 17.059 τετραγωνικά χλμ. εδάφους στα κατεχόμενα ανατολικά και νότια, σύμφωνα με την DeepState UA, μια αναγνωρισμένη ομάδα πληροφοριών ανοικτού κώδικα που εμπιστεύεται ο ουκρανικός στρατός.

Παραμένουν, ωστόσο, περισσότερα από 100.000 τετραγωνικά χλμ. κατεχόμενου από τη Ρωσία εδάφους στην ανατολική και νότια Ουκρανία. Είναι σημαντικό ότι ο αριθμός αυτός δεν περιλαμβάνει τα παράνομα προσαρτημένα εδάφη στην Κριμαία, το Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, τα οποία τώρα λειτουργούν υπό διορισμένες από τη Ρωσία κυβερνήσεις.

Εάν αυτά τα εδάφη θεωρηθούν επίσης ως κατεχόμενη από τη Ρωσία Ουκρανία – κάτι που έχουν προτείνει αξιωματούχοι των ΗΠΑ- η συνολική έκταση που απομένει να απελευθερωθεί είναι περίπου 170.590 τετραγωνικά χλμ.

Επομένως, η Ουκρανία έχει απελευθερώσει μόνο το ένα δέκατο περίπου των κατεχόμενων εδαφών στα ανατολικά και νότια.

«Ανεξάρτητα από την πρόοδο που σημειώθηκε κατά την αντεπίθεση της Ουκρανίας», αναφέρει η έκθεση του RUSI, «θα απαιτηθούν πολλές ακόμα επιχειρήσεις για να επιτευχθεί η απελευθέρωση του ουκρανικού εδάφους».

Εάν, λοιπόν, η ουκρανική προέλαση πρόκειται να διατηρηθεί, η χώρα θα πρέπει να πολεμήσει και να λάβει τεράστιες ποσότητες χρημάτων και υλικού από τους συμμάχους για τα επόμενα χρόνια.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Το τέλμα της ουκρανικής αντεπίθεσης και οι ανησυχητικές προοπτικές της – μέρος α΄

Κάθε μέρα, οι Ουκρανοί στρατιώτες σέρνονται πάνω από ένα βούρκο αποξηραμένης λάσπης. Σταματούν συχνά, μένοντας χαμηλά στο έδαφος. Για μεγάλο μέρος της ημέρας, κουρνιάζουν σε χαντάκια και σκάβουν μικρά χαρακώματα, ενώ περιμένουν τα σοβιετικής εποχής οχήματα ναρκοθέτησης να ολοκληρώσουν το επίπονο έργο τους.

Ξέρουν ότι μια ρωσική μονάδα είναι κοντά. Ίσως ακριβώς πίσω από τη γραμμή των δέντρων.

Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει 100.000 στρατιώτες και περισσότερα από 500 άρματα μάχης ακριβώς ανατολικά από εδώ, μετά το Μπαχμούτ. Κανείς από τους στρατιώτες δεν γνωρίζει πού θα αναπτυχθούν αυτά τα ρωσικά στρατεύματα, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι θα αναπτυχθούν. Ίσως το έχουν κάνει ήδη. Μια μέρα χωρίς επαφή είναι εξαιρετικά σπάνια.

Μπορούν μόνο να ελπίζουν ότι η μονάδα δεν θα επιτεθεί ξανά. Έχουν ήδη χάσει άνδρες και δεν έχουν την πολυτέλεια να χάσουν την ικανότητα ναρκοθέτησης.

Αν αυτοί οι Ουκρανοί είναι τυχεροί, θα προχωρήσουν όσο είναι το μήκος δύο γηπέδων ποδοσφαίρου σήμερα.

Η τρίαινα

Έτσι είναι κατά μήκος του μεγαλύτερου μέρους της γραμμής του μετώπου, η οποία τώρα εκτείνεται σε περισσότερα από 96 χιλιόμετρα, διχοτομώντας το έθνος.

Μόλις τέσσερεις μήνες μετά την έναρξη της αντεπίθεσης της Ουκρανίας, οι συγκρούσεις έχουν εξελιχθεί σε μια κρεατομηχανή στην οποία τα κέρδη μετριούνται σε μέτρα και όχι σε χιλιόμετρα. Ωστόσο, η Ουκρανία συνεχίζει, προελαύνοντας αργά και ανυποχώρητα νότια και ανατολικά στα κατεχόμενα εδάφη.

Κάνει τρεις βασικές ωθήσεις εναντίον των Ρώσων, όπως τα σημεία της τρίαινας που αποτελεί το εθνόσημο της.

Στο νότο, οι ουκρανικές δυνάμεις οργανώνουν αμφίβιες επιθέσεις στον ποταμό Δνείπερο κοντά στη Χερσώνα. Μερικά από τα μεγαλύτερα κέρδη τους έχουν σημειωθεί κατά μήκος αυτού του τμήματος του ποταμού και, αν μπορέσουν να προωθηθούν περαιτέρω, μπορεί να εξασφαλίσουν την πορεία προς την κατεχόμενη Κριμαία μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.

An illustration of Ukrainian forces launching assaults across the Dnipro, towards Crimea, near Kherson. (Illustration by The Epoch Times, Shutterstock)
Απεικόνιση των ουκρανικών δυνάμεων που εξαπολύουν επιθέσεις κατά μήκος του Δνείπερου, προς την Κριμαία, κοντά στη Χερσώνα. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Στα ανατολικά, βαδίζουν γύρω από τα ερείπια του κατειλημμένου Μπαχμούτ και πασχίζουν να ενισχύσουν την άμυνά τους ενάντια σε μια συνεχώς αυξανόμενη μάζα ρωσικών εφεδρειών.

Μεταξύ αυτών των δύο σημείων – στην κορυφή της τρίαινας – βρίσκεται το κλειδί.

Εδώ είναι που οι ουκρανικές δυνάμεις έσπρωξαν την πρώτη και ισχυρότερη γραμμή οχυρώσεων της Ρωσίας και απελευθέρωσαν την πόλη Ρομπότινε στις αρχές Σεπτεμβρίου.

Ορισμένοι από τη στρατιωτική ηγεσία της Ουκρανίας πιστεύουν ότι η Ουκρανία έχει πλέον διασπάσει το πιο δύσκολο από τα αμυντικά δίκτυα της Ρωσίας στη νότια Ουκρανία.

An illustration shows that if Ukrainian forces can push from Robotyne into Tokmak, they could continue to push southward towards the Sea of Azov, possibly taking either of the Russian-occupied cities Mariupol or Melitopol. (Illustration by The Epoch Times, Shutterstock)
Αυτή η εικόνα δείχνει ότι αν οι ουκρανικές δυνάμεις μπορούν να προωθηθούν από το Ρομπότινε στο Τοκμάκ, θα μπορούσαν να συνεχίσουν να προωθούνται νότια προς τη Θάλασσα του Αζόφ, ανακαταλαμβάνοντας ενδεχομένως μία από τις κατεχόμενες από τη Ρωσία πόλεις Μαριούπολη ή Μελιτόπολη. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Το Ρομπότινε βρίσκεται στην περιοχή της Ζαπορίζια, μεταξύ της πόλης Ορίχιβ και του κατεχόμενου από τη Ρωσία σιδηροδρομικού κόμβου Τοκμάκ. Η στρατηγική του τοποθέτηση θα μπορούσε να δώσει στην Ουκρανία περαιτέρω ευκαιρίες επίθεσης σε βασικές ρωσικές γραμμές ανεφοδιασμού.

Εάν οι ουκρανικές δυνάμεις μπορέσουν να προωθηθούν από το Ρομπότινε στο Τοκμάκ – περίπου 28 χλμ. νότια – θα μπορούσαν να διασπάσουν αποτελεσματικά τις ρωσικές δυνάμεις που κατέχουν την περιοχή βόρεια της Αζοφικής Θάλασσας, αποκόπτοντας τον ανεφοδιασμό εκείνων που βρίσκονται στη Χερσώνα και τη δυτική Ζαπορίζια.

Επιπλέον, η κατάκτηση του Τοκμάκ θα έδινε στην Ουκρανία μια πλεονεκτική θέση από την οποία θα μπορούσε να προωθηθεί νότια μέσω της επαρχίας Ζαπορίζια, προς την Αζοφική Θάλασσα, και να ανακαταλάβει είτε την κατεχόμενη πόλη-λιμάνι Μαριούπολη είτε τη Μελιτόπολη δυτικότερα.

Αλλά 28 χλμ. είναι μεγάλη απόσταση για έναν στρατό που κινείται όσο το μήκος δύο γηπέδων ποδοσφαίρου την ημέρα. Ιδιαίτερα με τον σκληρό χειμώνα της ανατολικής Ευρώπης εν όψει.

Η κατάληψη είτε της Μαριούπολης είτε της Μελιτόπολης θα είχε μεγάλο κόστος, χωρίς αμφιβολία, αλλά θα απέκοπτε χιλιάδες ρωσικά στρατεύματα από τις γραμμές ανεφοδιασμού τους και θα στερούσε από τη Ρωσία τη μοναδική χερσαία γέφυρα προς την Κριμαία.

Οι Ουκρανοί ηγέτες δεν μαρτυρούν τις προθέσεις τους και κανείς εκτός της διοίκησης δεν γνωρίζει με βεβαιότητα προς ποια κατεύθυνση θα στραφεί η επόμενη ώθηση. Αλλά είναι αρκετά σαφές ότι σκοπεύουν να ανακτήσουν κάθε σπιθαμή εδάφους που χάθηκε από την εισβολή της Ρωσίας.

Είναι επίσης σαφές ότι η ειρήνη δεν είναι μια άμεση προοπτική ούτε επιδιώκεται επί του παρόντος.

Η νίκη – όπως γίνεται κατανοητό – θα επιτευχθεί σε χρόνια και όχι σε μήνες.

image-5503470
Τα απελευθερωμένα και τα κατεχόμενα από τη Ρωσία εδάφη κατά μήκος της γραμμής του μετώπου στη νότια και ανατολική Ουκρανία. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Shutterstock)

 

Το κύμα που «ξεφούσκωσε»

Το πώς η πολυδιαφημισμένη αντεπίθεση της Ουκρανίας έφτασε σε αυτό το τέλμα εξακολουθεί να αποτελεί σημείο διαφωνίας.

Όταν η ουκρανική στρατιωτική ηγεσία ανακοίνωσε την αντεπίθεσή της στις 4 Ιουνίου, οι δυτικοί σύμβουλοι προέτρεψαν σε ταχεία ανακατάληψη βασικών σημείων. Ο ουκρανικός στρατός, ο οποίος επιθυμούσε καλύτερα όπλα και εξοπλισμό από τους πλουσιότερους δυτικούς εταίρους του, συμμορφώθηκε – τουλάχιστον στην αρχή.

Τα μηχανοκίνητα στρατεύματα έπεσαν με βρυχηθμό στο έργο της διάσπασης των ρωσικών γραμμών, μόνο και μόνο για να κολλήσουν αμέσως στη λάσπη και τα ναρκοπέδια – μια τέλεια λεία για τις ρωσικές ομάδες που περίμεναν εκεί κοντά.

Μέχρι τον Ιούλιο, η προέλαση είχε επιβραδυνθεί τραγικά, κάνοντας τους αναλυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες να αμφισβητούν αν ο πόλεμος μπορούσε να κερδηθεί τελικά. Οι ρωσικές δυνάμεις εκμεταλλεύτηκαν την ανάπαυλα και τετραπλασίασαν το μέγεθος των ναρκοπεδίων τους από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο, προσθέτοντας επιπλέον βάθος και πυκνότητα ναρκών σε όλο το μέτωπο.

Τα οχήματα ναρκοθέτησης της Ουκρανίας, εξοπλισμένα για να καθαρίζουν περίπου 80 μέτρα ναρκοπεδίου, βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωπα με ναρκοπέδια πέντε φορές μεγαλύτερα.

Στα τέλη Αυγούστου, ο Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να διευκρινίσει ότι δεν πίστευε ότι η αντεπίθεση ήταν αδιέξοδη, αλλά ότι ήταν ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις για μια «ειρηνευτική» διευθέτηση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.

Russian servicemen wearing Explosive Ordnance Disposal (EOD) equipment while demining a field in the Donetsk, Ukraine, on June 23, 2023. (Stringer/AFP via Getty Images)
Ρώσοι στρατιώτες που φορούν εξοπλισμό Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών (EΕΜ) κατά την αποναρκοθέτηση ενός χωραφιού στο Ντονέτσκ της Ουκρανίας, στις 23 Ιουνίου 2023. (Stringer/AFP μέσω Getty Images)

 

Εντούτοις, κι ενώ πολλοί δυτικοί σύμβουλοι ήταν απογοητευμένοι από την έλλειψη αξιοσημείωτων κερδών στο χάρτη, οι Ουκρανοί αξιωματικοί είχαν αρχίσει να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα του πεδίου της μάχης. Η Ουκρανία, αποφάσισαν, θα αγκαλιάσει την αργή, βασανιστική, αλλά κερδοφόρα μορφή πολέμου που έχει πλέον κυριαρχήσει στις γραμμές του μετώπου.

Το ΝΑΤΟ αρχίζει τώρα να αναγνωρίζει τους καρπούς αυτής της αργής, βασανιστικής δουλειάς. Ο Γενικός Γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ αναγνώρισε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο Κίεβο στις 28 Σεπτεμβρίου ότι η Ουκρανία «κερδίζει σταδιακά έδαφος».

Οι σύμμαχοι, είπε, πρέπει να αποδεχτούν το αναμενόμενο κόστος, προκειμένου να αποτρέψουν το μεγαλύτερο κόστος που θα προκαλούσε αναπόφευκτα η συνθηκολόγηση με τη Ρωσία και η έναρξη μιας νέας εποχής κατακτήσεων.

«Όσο ισχυρότερη γίνεται η Ουκρανία, τόσο πιο κοντά ερχόμαστε στον τερματισμό της ρωσικής επιθετικότητας», δήλωσε ο κος Στόλτενμπεργκ.

«Η Ρωσία θα μπορούσε να καταθέσει τα όπλα και να τερματίσει τον πόλεμο σήμερα. Η Ουκρανία δεν έχει αυτή την επιλογή. Η παράδοση της Ουκρανίας δεν θα σήμαινε ειρήνη. Θα σήμαινε ρωσική κατοχή. Η ειρήνη με οποιοδήποτε τίμημα δεν είναι καθόλου ειρήνη.»

Αργά και βασανιστικά

Απομακρυνόμενη από τις συμβουλές των ξένων αναλυτών και εστιάζοντας σε μια πιο αργή μορφή πολέμου ελιγμών, η Ουκρανία ανακατέλαβε περισσότερα από δώδεκα οχυρωμένα χωριά σε μόλις δύο μήνες.

Η στρατηγική αυτή, η οποία διεξάγεται κυρίως με επίθεση πεζικού μικρών μονάδων που ενισχύεται από πυρά ακριβείας από το πυροβολικό, είναι καρποφόρα αλλά αργή. Κάθε βήμα είναι δύσκολο.

image-5503519
Πυροσβέστες σβήνουν πυρκαγιά από ρωσικό χτύπημα στη Ζαπορίζια της Ουκρανίας, στις 6 Οκτωβρίου 2022. (Marina Moiseyenko/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι ουκρανικές δυνάμεις προωθούνται κατά μέσο όρο 140 έως 240 μέτρα την ημέρα, σύμφωνα με μια έκθεση (pdf) που συνέταξε το Royal United Services Institute (RUSI), μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.

Όσο αργός κι αν είναι, αυτός ο ρυθμός επιτρέπει στην Ουκρανία να διατηρήσει πολύ περισσότερο από το ανθρώπινο δυναμικό και τον εξοπλισμό της, ενώ οι προηγούμενες προσπάθειές της για ταχεία προέλαση είχαν φέρει τον όλεθρο στις μετρημένες και ως εκ τούτου πολύτιμες προμήθειές της.

Αυτές οι πρώιμες ουκρανικές απώλειες μπορεί επομένως να υποδηλώνουν την αποτυχία των δυτικών συμβούλων και όχι των Ουκρανών αξιωματικών, έγραψε η Ναταλία Μπουγκάγιοβα, συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Institute for the Study of War, σε έκθεσή της στις 25 Σεπτεμβρίου.

«Η Ουκρανία αναγνώρισε την πραγματικότητα της ρωσικής άμυνας πολύ πιο γρήγορα από τους δυτικούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, οι οποίοι ανέμεναν μια γρήγορη ουκρανική πρόοδο», αναφέρει η κ. Μπουγκάγιοβα στην έκθεση.

«Οι ουκρανικές δυνάμεις έκαναν αυτό που κάνουν οι επιτυχημένοι στρατοί. Προσαρμόστηκαν και τώρα προωθούνται.»

Οι δυτικοί αξιωματούχοι ήθελαν έναν αιφνιδιαστικό πόλεμο, αλλά η Ουκρανία δεν μπορεί να κρατήσει τα εδάφη που κερδίζει αν προχωρά πιο γρήγορα.

Καθυστερώντας την κορύφωση της αντεπίθεσης, η Ουκρανία μπορεί να διασφαλίσει ότι θα απελευθερώσει όσο το δυνατόν περισσότερα εδάφη και θα υποβαθμίσει στην πορεία κατά το μέγιστο τις ρωσικές δυνατότητες.

Ωστόσο, ο αργός ρυθμός δίνει στις ρωσικές δυνάμεις χρόνο να προσαρμοστούν επίσης και αυτό ακριβώς κάνουν.

Παρόλο που χάνουν έδαφος, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν σταθεροποιηθεί και τώρα πραγματοποιούν ομαλές αποχωρήσεις και εμποδίζουν με επιτυχία τις ουκρανικές προελάσεις ακόμη και όταν υποχωρούν.

Τέτοιου είδους ενέργειες στα μετόπισθεν, εκτός από το να επιβραδύνουν την προέλαση της Ουκρανίας, επιβαρύνουν επίσης το υλικό της.

image-5503527
Ουκρανός στρατιώτης πετάει ένα άδειο βλήμα, καθώς η μονάδα πυροβολικού του βάλλει προς τις ρωσικές θέσεις στα περίχωρα του Μπαχμούτ. Ουκρανία, 30 Δεκεμβρίου 2022. (Sameer Al-doumy/AFP μέσω Getty Images)

 

Έτσι, για να διατηρήσει τη δυναμική που με κόπο κέρδισε απέναντι σε έναν τόσο μεγάλο εχθρό, η Ουκρανία χρειάζεται εξωτερική βοήθεια. Αυτό σημαίνει συνεχή βοήθεια από τους δυτικούς συμμάχους όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, αλλά ίσως και για τα επόμενα χρόνια.

Με αυτά τα δεδομένα, η κα Μπουγκάγιοβα λέει ότι οι δυτικοί σύμβουλοι πρέπει να αποδεχθούν τον τρόπο πολέμου της Ουκρανίας – όχι μόνο για αυτή την αντεπίθεση, αλλά και κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της επόμενης αντεπίθεσης.

«Οι ουκρανικές επιχειρήσεις μπορούν και πιθανότατα θα συνεχιστούν ακόμη και υπό βροχή και λάσπη, ακόμη και αν πραγματοποιούνται με πιο αργό ρυθμό», δήλωσε η ίδια.

«Η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο στρατιωτικά, αλλά θα χρειαστούν περισσότερες από μία επιχειρήσεις αντεπίθεσης.»

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η παγκόσμια στρατιωτική επέκταση της Κίνας – μέρος γ΄

Επί δύο δεκαετίες, η Κίνα διοχετεύει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, χρηματοδοτώντας τεράστια λιμενικά έργα στο όνομα της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Ωστόσο, εμπειρογνώμονες και νομοθέτες προειδοποιούν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Κίνα ως μονοκομματικό κράτος, στην πραγματικότητα επιδιώκει να αναπτύξει την παγκόσμια στρατιωτική του παρουσία, δημιουργώντας νέες υπερπόντιες ναυτικές βάσεις από τα εμπορικά λιμάνια που έχει χρηματοδοτήσει και κατασκευάσει στο εξωτερικό.

Στο πρώτο μέρος του άρθρου, εξετάστηκαν οι προσπάθειες της Κίνας για παγκόσμια ναυτική κυριαρχία με στοιχεία από την AidData (Iνστιτούτο Aid Transparency, Information Technology, Geocoding με έδρα τη Βιρτζίνια των ΗΠΑ), καθώς και οι αντιδράσεις και εκτιμήσεις Αμερικανών πολιτικών και ειδικών.

Στο δεύτερο μέρος, εξετάστηκαν τα λιμάνια του Ινδο-Ειρηνικού που συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να φιλοξενήσουν τη δεύτερη μετά το Τζιμπουτί βάση του κινεζικού πολεμικού ναυτικού.

Αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις εγκαταστάσεις της Δυτικής Αφρικής

Παρά τα προφανή πλεονεκτήματα μιας βάσης στον Ινδο-Ειρηνικό, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι το ΚΚΚ θα μπορούσε να επιδιώξει την κατασκευή μιας στρατιωτικής βάσης στη Δυτική Αφρική.

Η Κίνα έχει δαπανήσει 6,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε λιμενικά έργα στη Δυτική Αφρική σε εννέα χώρες: Αγκόλα, Καμερούν, Ακτή Ελεφαντοστού, Ισημερινή Γουινέα, Γκάνα, Γουινέα-Μπισάου, Μαυριτανία, Νιγηρία και Σιέρα Λεόνε.

Οι ροές μετρητών και άλλων πόρων από την Κίνα προς τα έθνη της Δυτικής Αφρικής θα μπορούσαν να υποδηλώνουν ότι μια τέτοια επέκταση βρίσκεται σε εξέλιξη, σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Γούλεϊ, διευθυντή συνεργασιών και επικοινωνίας της AidData, της ομάδας που συνέταξε την έκθεση σχετικά με τις επενδύσεις της Κίνας.

image-5487796
Μέλη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας παρευρίσκονται στην τελετή εγκαινίων της στρατιωτικής βάσης της Κίνας στο Τζιμπουτί. (STR/AFP μέσω Getty Images)

 

«Σκοπεύουν να φτιάξουν μια βάση κάπου σε αυτή την περιοχή», δήλωσε ο κος Γούλεϊ κατά τη διάρκεια ομιλίας στις 15 Αυγούστου στο Heritage Foundation.

«Σε ποια [χώρα], δεν το λένε σε κανέναν.»

Οι ενδείξεις, που υποστηρίζονται και από την έκθεση της AidData, υποδεικνύουν  την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν ως πιθανούς υποψηφίους. Η Κίνα έχει ήδη δαπανήσει περισσότερα από 659 εκατ. δολάρια για τη βελτίωση του λιμανιού στην Μπατά της Ισημερινής Γουινέας και περισσότερα από 1,3 δισ. δολάρια στο Κρίμπι του Καμερούν.

Και οι δύο τοποθεσίες θα προσέφεραν στο ΚΚΚ απαράμιλλη τοποθέτηση στον Κόλπο της Γουινέας, εδραιώνοντας την Κίνα ως προτιμώμενο έθνος για ξένες επενδύσεις σε όλη την ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά της Αφρικής, ενώ παράλληλα θα έδιναν στο καθεστώς ένα έρεισμα στον Ατλαντικό Ωκεανό.

image-5486792
Εργαζόμενοι από την Κίνα και την Μπουρκίνα Φάσο που απασχολούνται από την Sinohydro, μια κινεζική κρατική εταιρεία κατασκευής υδροηλεκτρικής ενέργειας, επιστρέφουν στους κοιτώνες τους στο τέλος μιας εργάσιμης ημέρας στην Μπάτα, στις 31 Ιανουαρίου 2012. (Abdelhak Senna/AFP μέσω Getty Images)

 

«Μια κινεζική ναυτική βάση στη Δυτική ή την Κεντρική Αφρική θα έφερνε το [Ναυτικό του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού] σε απόσταση αναπνοής από τις ΗΠΑ και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ», αναφέρει η έκθεση.

Κορυφαίος Αμερικανός στρατηγός δήλωσε πέρυσι ότι η Μπάτα φαίνεται να είναι το σημείο όπου το καθεστώς είχε κάνει τη μεγαλύτερη πρόοδο στις προσπάθειές του να επεκτείνει την αφρικανική στρατιωτική του παρουσία.

Ομοίως, το Κρίμπι διαθέτει αρκετά βαθιά νερά και μια αρκετά μεγάλη προβλήτα για να φιλοξενήσει τα μεγαλύτερα κινεζικά πολεμικά πλοία.

«Τόσο τα λιμάνια της Μπάτα όσο και του Κρίμπι προσφέρουν ελκυστικές συνθήκες για τη δημιουργία βάσεων και μακροπρόθεσμων σχέσεων του Πεκίνου με την ηγεσία τους», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

«Ωστόσο, ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ θα είναι πάντα η διατήρηση της σφαίρας επιρροής του πριν από την επέκτασή της. Όσον αφορά τις ναυτικές βάσεις, είναι πιο πιθανό να ξεκινήσουν από μέσα και ύστερα να επεκταθούν προς τα έξω.»

Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας αποκτά διεθνή χαρακτήρα

Όπου κι αν επιλέξει το ΚΚΚ να επεκταθεί, η απόφαση δεν θα είναι χωρίς αντίσταση του είδους που ο κος Γκάλαχερ και η Ειδική Επιτροπή για το ΚΚΚ σκοπεύουν να προβάλλουν.

Η έκθεση της AidData σημειώνει ότι οπουδήποτε κι αν αντιληφθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες τις επενδύσεις του ΚΚΚ, πιθανότατα θα επιδιώξουν να προσελκύσουν την τοπική κυβέρνηση προς τη δική τους κατεύθυνση.

Τέτοιες προσπάθειες φαίνεται να βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλο τον κόσμο, περιλαμβανομένων τοποθεσιών κοντά στις ΗΠΑ. Το καθεστώς φέρεται να έχει εξασφαλίσει συμφωνία με την Κούβα, για παράδειγμα, για την κατασκευή κατασκοπευτικής βάσης μόλις 100 μίλια από τις ακτές της Φλόριντα.

image-5486793
Η είσοδος μιας κινεζικής γειτονιάς στην Αβάνα, στις 11 Απριλίου 2019. (Yamil Lage/AFP μέσω Getty Images)

 

Το ΚΚΚ θα πρέπει να προσέξει και να διατηρήσει μια υπερασπίσιμη θέση, ειδικά αν σκοπεύει να χτίσει μια εγκατάσταση πριν από μια εισβολή στην Ταϊβάν.

«Κάτι που πρέπει να προσέξει η Κίνα είναι ότι κανένα από τα λιμάνια που περιγράφονται παραπάνω δεν είναι επί του παρόντος στρατιωτικά υπερασπίσιμο», αναφέρει η έκθεση. «Σε μια κατάσταση σύγκρουσης, θα γίνονταν στόχοι υψηλής αξίας για έναν εχθρό.»

Οι δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει το καθεστώς δεν είναι αμελητέες. Το ΚΚΚ δεν διαθέτει τους πολλούς επίσημους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί απλά να υπολογίζει ότι η στρατιωτική του παρουσία θα είναι ευπρόσδεκτη οπουδήποτε στον κόσμο, μέχρι να μπορέσει να κατασκευάσει τις δικές του βάσεις για να εξασφαλίσει την προστασία τους με τη βία.

«[Η Κίνα] δεν ανήκει σε μια τυπική αμυντική συμμαχία, όπως το ΝΑΤΟ ή η σχετικά νέα AUKUS, οπότε δεν έχει ισότιμες σχέσεις με χώρες βάσει των οποίων θα μπορούσε να βρει φιλοξενία για τα πλοία της, όπως φιλοξενήθηκε, παραδείγματος χάριν, ο αμερικανικός στόλος στη Νάπολη», επεσήμανε ο κος Γούλεϊ.

«Αν θέλουν να αναπτύξουν πλοία σε μακρινές περιοχές, δεν έχουν αυτές τις σχέσεις με έναν σύμμαχο με ναυτική βάση υποδοχής. Δεν έχουν τόσα πολλά πλοία αναπλήρωσης όσα μπορεί να έχουν άλλοι σύγχρονοι στόλοι, οπότε είναι λογικό να αναζητούν ένα μέρος για να δημιουργήσουν μια ναυτική βάση.»

Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η ηγεσία τους βρίσκεται επί του παρόντος στη θέση να πρέπει να προσπαθήσει να μαντέψει πού μπορεί να γίνει η επόμενη κινεζική βάση και ταυτόχρονα να αποτρέψει την κατασκευή της.

Ως εκ τούτου, είπε ο κος Κέσλερ, η αμερικανική ηγεσία θα πρέπει να προσαρμόζεται και μάλιστα γρήγορα, στις αλλαγές στη στρατηγική σκέψη της Κίνας και στις επιλογές που έχει στη διάθεσή της.

«Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει όχι μόνο να προλάβουν, αλλά και να προσαρμόσουν προσεγγίσεις, νοοτροπίες, στρατηγικές και τακτικές, ώστε να ελαχιστοποιούν αποτελεσματικά ή και να αποτρέπουν την επιτυχία και την εξάπλωση αυτών των σχεδίων του ΚΚΚ μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η παγκόσμια στρατιωτική επέκταση της Κίνας – μέρος β΄

Επί δύο δεκαετίες, η Κίνα διοχετεύει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, χρηματοδοτώντας τεράστια λιμενικά έργα στο όνομα της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Ωστόσο, εμπειρογνώμονες και νομοθέτες προειδοποιούν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Κίνα ως μονοκομματικό κράτος, στην πραγματικότητα επιδιώκει να αναπτύξει την παγκόσμια στρατιωτική του παρουσία, δημιουργώντας νέες υπερπόντιες ναυτικές βάσεις από τα εμπορικά λιμάνια που έχει χρηματοδοτήσει και κατασκευάσει στο εξωτερικό.

Στο πρώτο μέρος του άρθρου, εξετάστηκαν οι προσπάθειες της Κίνας για παγκόσμια ναυτική κυριαρχία με στοιχεία από την AidData (Iνστιτούτο Aid Transparency, Information Technology, Geocoding με έδρα τη Βιρτζίνια των ΗΠΑ), καθώς και οι αντιδράσεις και εκτιμήσεις Αμερικανών πολιτικών και ειδικών.

Τις μεγαλύτερες πιθανότητες συγκεντρώνει ο Ινδο-Ειρηνικός

Ο Ινδο-Ειρηνικός είναι, ίσως, το πιο λογικό μέρος για μια νέα στρατιωτική βάση.

Το ΚΚΚ επιδιώκει να υπερβεί την πρώτη νησιωτική αλυσίδα, εξασφαλίζοντας έτσι την ελεύθερη κυριαρχία των εμπορικών και στρατιωτικών του πλοίων στις θάλασσες. Ομοίως, επιδιώκει μεγαλύτερο έλεγχο των αλιευτικών περιοχών και των πολύτιμων πόρων σε όλη την περιοχή, από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας έως τον Ινδικό Ωκεανό.

Εάν το ΚΚΚ θέλει να θέσει σε άμεση απειλή τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους του και να αποκτήσει τον απεριόριστο έλεγχο των πιο πολύτιμων εμπορικών οδών του κόσμου, χρειάζεται μεγαλύτερο έλεγχο του Ινδο-Ειρηνικού.

Ο Σαμ Κέσλερ, γεωπολιτικός αναλυτής στην εταιρεία διαχείρισης κινδύνων North Star Support Group, πιστεύει ότι μια βάση σε αυτή την περιοχή είναι το επόμενο λογικό βήμα για το καθεστώς στην πορεία του προς την παγκόσμια κυριαρχία.

«Αυτή τη στιγμή, είναι πιο ρεαλιστικό να περιμένουμε από το Πεκίνο να επικεντρωθεί στην κατασκευή μελλοντικών ναυτικών βάσεων που θα βρίσκονται πιο κοντά στην περιοχή επιρροής του και όχι διασκορπισμένες σε διάφορες ηπείρους», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

Ομοίως, η έκθεση της AidData διαπιστώνει ότι «ο Ειρηνικός και ο Ινδικός Ωκεανός αποτελούν τα θαλάσσια περιβάλλοντα της Κίνας με την υψηλότερη προτεραιότητα».

Ειδικότερα, η έκθεση επισημαίνει το λιμάνι Χαμπαντότα στη Σρι Λάνκα ως τον πιο πιθανό υποψήφιο για την επόμενη υπερπόντια βάση της Κίνας, λόγω της στρατηγικής του θέσης στα ανοικτά της Ινδίας, της δημοτικότητας του καθεστώτος μεταξύ των τοπικών ελίτ και του ιστορικού της ψηφοφορίας σύμφωνα με τα συμφέροντα του ΚΚΚ διεθνώς.

Πέραν τούτων, το ΚΚΚ έχει ήδη 99ετή μίσθωση του Χαμπαντότα. Η συμφωνία είναι αποτέλεσμα αυτού που ορισμένοι αναλυτές ονομάζουν «παγίδα χρέους» της κινεζικής διπλωματίας: Η μίσθωση αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης με αντάλλαγμα την ελάφρυνση του χρέους του λιμανιού στην Κίνα, που υπερέβαινε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια.

image-5486769
Απεικόνιση του λιμανιού της Χαμπαντότα στη Σρι Λάνκα στις 15 Νοεμβρίου 2018. Το λιμάνι Χαμπαντότα δεν μπόρεσε να πληρώσει τα χρέη του και η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα παρέδωσε τον έλεγχο του λιμανιού στην Κίνα με 99ετή μίσθωση. (Paula Bronstein/Getty Images)

 

Ο κος Κέσλερ συμφωνεί. Τα μεγάλα στρατηγικά και οικονομικά οφέλη μιας βάσης στη Σρι Λάνκα δεν μπορούν να αγνοηθούν.

«Όπως και η Πρωτοβουλία “Μία ζώνη, ένας δρόμος”, το ΚΚΚ χρειάζεται έναν ιστό δικτύωσης ή μια ασπίδα προστασίας που να περιβάλλει το κύριο πεδίο ελέγχου του, το οποίο είναι η ηπειρωτική Κίνα», δήλωσε ο κος Κέσλερ.

«Λιμάνια με επενδύσεις υψηλού επιπέδου, όπως το Γκουαντάρ και το Χαμπαντότα, έχουν στρατηγική αξία και επιτρέπουν στο ΚΚΚ να επεκτείνει τις δυνατότητες προβολής ισχύος του σε όλο τον Ινδικό Ωκεανό, τον Ινδο-Ειρηνικό, τη Μέση Ανατολή, αλλά και την Ευρασία.»

Πράγματι, το Πεκίνο έχει επενδύσει περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια δολάρια στο Διεθνές Λιμάνι Χαμπαντότα τις τελευταίες δύο δεκαετίες, καθιστώντας το τη μεγαλύτερη επένδυση του ΚΚΚ σε λιμάνι. Το ΚΚΚ έχει επίσης επενδύσει περισσότερα από 430 εκατομμύρια δολάρια στο κοντινό λιμάνι του Κολόμπο, στη Σρι Λάνκα επίσης, το οποίο θα μπορούσε να προσφέρει παρόμοιες ή υποστηρικτικές εγκαταστάσεις. Και τα δύο θα επέτρεπαν στην Κίνα να κυριαρχήσει στις θάλασσες ως άμεση αντίπαλος της Ινδίας.

image-5486772
Εργοτάξιο ενός χρηματοδοτούμενου από την Κίνα έργου για το Port City στο Κολόμπο της Σρι Λάνκα, στις 8 Νοεμβρίου 2019. (Ishara S. Kodikara/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Σρι Λάνκα, αν και προφανής επιλογή, δεν είναι η μόνη δυνατότητα. Η έκθεση της AidData και ο κος Κέσλερ αναφέρουν επίσης το Γκουαντάρ στο Πακιστάν και το Πορτ Λούγκανβιλ στο Βανουάτου, κοντά στην Αυστραλία.

Οι επενδύσεις του κινεζικού καθεστώτος ανέρχονται στα 577 εκατομμύρια δολάρια στο Γκουαντάρ και στα 97 εκατομμύρια δολάρια στο Πορτ Λούγκανβιλ, καθένα από τα οποία προσφέρει άλλα πλεονεκτήματα.

Μια βάση στο Βανουάτου θα επέτρεπε στο καθεστώς να σπάσει τον προφανή περιορισμό του από τις ΗΠΑ και τις συμμαχικές δυνάμεις, σύμφωνα με την έκθεση, ενώ μια βάση στο Πακιστάν θα εδραίωνε περαιτέρω την επέκταση της Πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του καθεστώτος στη Μέση Ανατολή, προσφέροντας μεγαλύτερο έλεγχο του ζωτικού στενού του Ορμούζ.

A Pakistan navy's helicopter takes part in a multinational naval exercise in the Arabian Sea near Karachi, Pakistan, on Feb. 13, 2023. (Asif Hassan/AFP via Getty Images)
Ελικόπτερο του πολεμικού ναυτικού του Πακιστάν, που συμμετέχει σε πολυεθνική ναυτική άσκηση στην Αραβική Θάλασσα κοντά στο Καράτσι του Πακιστάν, στις 13 Φεβρουαρίου 2023. (Asif Hassan/AFP μέσω Getty Images)

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ναυτικό του Πακιστάν είναι ο μεγαλύτερος ξένος αγοραστής κινεζικών όπλων στον κόσμο. Μια ναυτική βάση εκεί, ως εκ τούτου, θα βελτίωνε τη στρατιωτική σχέση των δύο χωρών και ενδεχομένως θα αύξανε τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των δυνάμεων τους.

Η σύνδεση με την Καμπότζη

Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες εκτιμήσεις που πρέπει να γίνουν σχετικά με τον Ινδο-Ειρηνικό και συγκεκριμένα πώς η τρέχουσα στρατιωτική ανάπτυξη μπορεί να μειώσει ή να εντείνει τη μελλοντική ανάπτυξη.

«Η Καμπότζη με το λιμάνι Ρεάμ έχει επίσης έναν ρόλο σε αυτό το σενάριο», δήλωσε ο κος Κέσλερ, αναφερόμενος στη συνεχιζόμενη επέκταση της στρατιωτικής βάσης Ρεάμ στην Καμπότζη από το ΚΚΚ, όπου το καθεστώς κατασκευάζει εγκαταστάσεις βαθέων υδάτων για τη μεγαλύτερη ναυτική βάση της Καμπότζης. Δεν είναι διόλου απίθανο να εκμεταλλευτεί την πρόσβαση σε αυτές τις εγκαταστάσεις.

Members of the Cambodian Navy walk on a jetty in Ream Naval Base, Cambodia, on July 26, 2019. (Tang Chhin Sothy/AFP via Getty Images)
Μέλη του Πολεμικού Ναυτικού της Καμπότζης σε προβλήτα της ναυτικής βάσης Ρεάμ. Καμπότζη, 26 Ιουλίου 2019. (Tang Chhin Sothy/AFP μέσω Getty Images)

 

«Αν και η επίσημη επένδυση μέχρι σήμερα είναι περιορισμένη, το Ρεάμ της Καμπότζης είναι πολύ πιθανό να αποτελέσει [κινεζική ναυτική] εγκατάσταση με τη μία ή την άλλη μορφή», αναφέρει η έκθεση της AidData.

Η κοινότητα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ εκδίδει προειδοποιήσεις από το 2019 σχετικά με ένα μυστικό σύμφωνο μεταξύ Καμπότζης και Κίνας, που εγγυάται στη δεύτερη απρόσκοπτη στρατιωτική πρόσβαση στο λιμάνι στον Κόλπο της Ταϊλάνδης μετά την ολοκλήρωση της επέκτασης του Ρεάμ.

Η επέκταση και ο εκσυγχρονισμός της βάσης θα πενταπλασιάσει το μέγεθος των πλοίων που εξυπηρετούνται εκεί, από εκείνα με εκτόπισμα 1.000 τόνων σε εκείνα των 5.000 τόνων. Αυτό σημαίνει ότι το λιμάνι θα εξακολουθεί να είναι πολύ μικρό για να φιλοξενήσει τα νεότερα πυραυλοκίνητα καταδρομικά τύπου 055 της Κίνας, αλλά θα μπορεί να φιλοξενήσει τις μικρότερες φρεγάτες της, περιλαμβανομένων εκείνων που είναι εξοπλισμένες με πυραύλους κατά πλοίων και πακέτα ηλεκτρονικού πολέμου.

Το λιμάνι γειτνιάζει, επίσης, με τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, όπου η Κίνα διεκδικεί συνεχώς παράνομα την επέκταση της επικράτειάς της μέσω επινοημένων «ιστορικών δικαιωμάτων» και μέσω της δημιουργίας τεχνητών νησιών, τα οποία ισχυρίζεται ότι αποτελούν μέρος της επικράτειάς της.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η παγκόσμια στρατιωτική επέκταση της Κίνας – μέρος α΄

Επί δύο δεκαετίες, η Κίνα διοχετεύει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, χρηματοδοτώντας τεράστια λιμενικά έργα στο όνομα της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Ωστόσο, εμπειρογνώμονες και νομοθέτες προειδοποιούν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Κίνα ως μονοκομματικό κράτος, στην πραγματικότητα επιδιώκει να αναπτύξει την παγκόσμια στρατιωτική του παρουσία, δημιουργώντας νέες υπερπόντιες ναυτικές βάσεις από τα εμπορικά λιμάνια που έχει χρηματοδοτήσει και κατασκευάσει στο εξωτερικό.

Σύμφωνα με μια νέα έκθεση της AidData, δεξαμενής σκέψης που αναλύει τις δαπάνες κυβερνητικής βοήθειας για διεθνή αναπτυξιακά έργα, το καθεστώς έχει δαπανήσει σχεδόν 30 δισεκατομμύρια δολάρια για υπερπόντιες λιμενικές υποδομές από το 2001.

Για όσους στο Κογκρέσο είναι επιφορτισμένοι με την αντιμετώπιση της απειλής από τον νέο επεκτατισμό του ΚΚΚ, η επιδίωξη του καθεστώτος για νέες ευκαιρίες δημιουργίας βάσεων είναι μια ανησυχητική εξέλιξη που απαιτεί άμεση δράση.

Ο βουλευτής Μάικ Γκάλαχερ (R-Wis.), ο οποίος προεδρεύει της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων για το ΚΚΚ, πιστεύει ότι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης μιας τέτοιας επέκτασης είναι η αύξηση των στρατιωτικών και διπλωματικών επενδύσεων των Ηνωμένων Πολιτειών. Τέτοιες επενδύσεις σε έθνη-εταίρους, ελπίζει ότι θα αντιμετωπίσουν την υφέρπουσα επιρροή του ΚΚΚ.

«Η επέκταση της υπερπόντιας ναυτικής παρουσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας είναι ένας ηχηρός συναγερμός, αλλά εμείς συνεχίζουμε να κοιμόμαστε», δήλωσε ο κος Γκάλαχερ στην Epoch Times.

Rep. Mike Gallagher (R-Wis.) chairs the House Select Committee on the Chinese Communist Party. (Samira Bouaou/The Epoch Times)
Ο βουλευτής Μάικ Γκάλαχερ (R-Wis.) προεδρεύει της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

«Για να αντιμετωπίσουν την κακόβουλη επιρροή και τη στρατιωτική επιθετικότητα του ΚΚΚ, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει τόσο να ενισχύσουν τη δική τους στρατιωτικο-βιομηχανική ικανότητα όσο και να είναι πιο παρούσες στον Ινδο-Ειρηνικό, επεκτείνοντας την ανάπτυξη και τη διπλωματία με βασικούς εταίρους για να διασφαλίσουν ότι δεν θα υποκύψουν στη διπλωματία της παγίδας του χρέους.»

Η Κίνα επιδιώκει παγκόσμια στρατιωτική επέκταση

Η έκθεση της AidData «Harboring Global Ambitions» (Υποθάλποντας παγκόσμιες φιλοδοξίες) αναλύει πάνω από 20 χρόνια επίσημων επενδύσεων των κρατικών οντοτήτων της Κίνας σε υπερπόντια λιμενικά έργα, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα θεμέλια για νέες ναυτικές βάσεις.

Από το 2000 έως το 2023, το Πεκίνο δαπάνησε το ιλιγγιώδες ποσό των 29,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω δανείων και επιχορηγήσεων για 123 διαφορετικά έργα σε 78 λιμάνια σε 46 χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, σύμφωνα με την έκθεση.

Κάθε ένα από αυτά τα έργα χρηματοδοτήθηκε απευθείας από το Πεκίνο ή από κρατικές εταιρείες.

Αυτό σημαίνει ότι η έκθεση δεν αρχίζει καν να εξετάζει τις πιθανές δαπάνες των σκιωδών εταιρειών χωρίς επίσημους δεσμούς με το καθεστώς, ούτε λαμβάνει υπόψη της την πολιτική του καθεστώτος για τη συγχώνευση του στρατιωτικού και του πολιτικού τομέα, η οποία απαιτεί από όλες τις ιδιωτικές κινεζικές οντότητες να δημιουργούν στρατιωτικό πλεονέκτημα για το ΚΚΚ.

Ο Πωλ Κρέσπο, πρόεδρος της δεξαμενής σκέψης Center for American Defense Studies (Ερευνητικό Κέντρο για την Αμερικανική Άμυνα), πιστεύει ότι αυτή η μνημειώδης προσπάθεια καθοδηγείται εν μέρει από την επιθυμία του καθεστώτος να μπορεί να απειλήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες οπουδήποτε στον κόσμο.

Inside China's Global Military Expansion
(Εικόνα: The Epoch Times, Shutterstock)

 

«Η Κίνα δημιουργεί με ταχείς ρυθμούς ένα μεγάλο επιθετικό ναυτικό ανοικτής θαλάσσης παγκόσμιας κλίμακας, ικανό να προκαλέσει τις [Ηνωμένες Πολιτείες] πολύ πέρα από τον δυτικό Ειρηνικό, ιδίως κατά τη διάρκεια ενός πολέμου για την Ταϊβάν», δήλωσε ο κος Κρέσπο.

«Εκτός του ότι της επιτρέπει να απειλεί τις γραμμές εφοδιασμού μας, η Κίνα θέλει εδώ και καιρό να κάνει τις [Ηνωμένες Πολιτείες] να νιώσουν πώς είναι να έχουν ένα ξένο πανίσχυρο ναυτικό στο κατώφλι τους.»

Το ΚΚΚ αναγνωρίζει επί του παρόντος μόνο μία υπερπόντια στρατιωτική βάση, αυτή του Τζιμπουτί, στο Κέρας της Αφρικής. Ωστόσο, Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν παραδεχτεί εδώ και καιρό ότι ο στρατός τους τρέφει φιλοδοξίες παγκόσμιας εμβέλειας και άφησαν να εννοηθεί ότι παρόμοιες βάσεις ίσως βρίσκονται στα σκαριά.

Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι είχε δηλώσει το 2016 ότι η Κίνα ήταν πρόθυμη να συνεργαστεί με έθνη-εταίρους για την ανάπτυξη εγκαταστάσεων παρόμοιων με αυτή στο Τζιμπουτί.

Chinese Foreign Minister Wang Yi shakes hands with Djibouti's Minister of Foreign Affairs and International Cooperation Mahamoud Ali Youssouf upon his arrival at the diplomatic institute in Djibouti, on Jan. 9, 2020. (-/AFP via Getty Images)
Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών και Διεθνούς Συνεργασίας του Τζιμπουτί Μαχαμούντ Αλί Γιουσούφ, κατά την άφιξή του στο διπλωματικό ινστιτούτο στο Τζιμπουτί, στις 9 Ιανουαρίου 2020. (-/AFP μέσω Getty Images)

 

Ομοίως, η έκδοση του 2020 της «Επιστήμης της Στρατιωτικής Στρατηγικής» (pdf), που δημοσιεύθηκε από το Εθνικό Πανεπιστήμιο Άμυνας της Κίνας, πρότεινε ότι ένα νέο δίκτυο ναυτικών εγκαταστάσεων μεγάλης εμβέλειας ήταν απαραίτητο για την επέκταση της ακτίνας δράσης της Κίνας.

«Για να βελτιώσουμε τις ικανότητες υποστήριξης των ναυτικών δυνάμεων στον ωκεανό, εκτός από την ανάπτυξη συνοδευτικών πλοίων υποστήριξης μεγάλης κλίμακας, πρέπει επίσης να δώσουμε σημασία στην κατασκευή θαλάσσιων συνολικών σημείων αναπλήρωσης σε μεγάλες αποστάσεις και πολλαπλών καναλιών, αν θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι οι ναυτικές δυνάμεις θα διεξάγουν υπερπόντιες στρατιωτικές επιχειρήσεις στον ωκεανό», αναφέρεται στο έγγραφο.

Ο κος Κρέσπο, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει ναυτικός ακόλουθος στην Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας, δήλωσε ότι ένα τέτοιο δίκτυο βάσεων θα αποτελούσε προϋπόθεση για τη μακροπρόθεσμη διατήρηση μιας ολοένα και πιο παγκόσμιας στρατιωτικής παρουσίας της Κίνας.

«Για να αμφισβητήσει το αμερικανικό ναυτικό σε παγκόσμιο επίπεδο, η Κίνα χρειάζεται βάσεις για τον επανεξοπλισμό, τον ανεφοδιασμό και την επισκευή του ταχέως αναπτυσσόμενου στόλου της», δήλωσε ο κος Κρέσπο.

Ομοίως, η έκθεση της AidData τοποθετεί τις πολλές υπερπόντιες επενδύσεις του καθεστώτος εντός ενός ευρύτερου πλαισίου ανταγωνισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες για παγκόσμια επιρροή.

image-5486765
Διαφημιστική πινακίδα που δείχνει το σχέδιο ενός συγκροτήματος αλιευτικού λιμανιού πολλών εκατομμυρίων δολαρίων που υποστηρίζεται από το Πεκίνο, στην Τζέιμς Τάουν της Άκκρα, στις 21 Μαΐου 2020. Στο βάθος διακρίνονται τα τμήματα της κοινότητας της Τζέιμς Τάουν στην Άκκρα που κατεδαφίζονται για να δημιουργηθεί χώρος για ένα συγκρότημα αλιευτικού λιμανιού αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων. (Nipah Dennis/AFP μέσω Getty Images)

 

Σε αντίθεση με την ακλόνητη δέσμευση του κου Γκάλαχερ να αντιμετωπίσει τη δύναμη με δύναμη οπουδήποτε στον κόσμο, η έκθεση υποδεικνύει ότι μια τέτοια προσέγγιση μπορεί μόνο να επιδεινώσει τις παγκόσμιες εντάσεις.

«Οι [Ηνωμένες Πολιτείες] και οι σύμμαχοί τους πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση και να κατανέμουν τους πόρους με σύνεση, προωθώντας συμμαχίες και συνεργασίες με χώρες που εξετάζουν το ενδεχόμενο να στραφούν προς την Κίνα», αναφέρεται στην έκθεση. «Αλλά οι δυτικοί συνασπισμοί δεν θα πρέπει να αντιδρούν υπερβολικά στις ειδήσεις ή τις φήμες ότι η Κίνα εγκαθιστά μια βάση εδώ ή εκεί.»

«Μια ορμητική βιασύνη από μια δυτική χώρα ή συμμαχία να δημιουργήσει νέες βάσεις στο εξωτερικό ως μέσο εξισορρόπησης μπορεί να παρέχει ακριβώς τη δικαιολογία ή την κάλυψη που χρειάζεται η Κίνα για να εγκαταστήσει μια δική της ναυτική βάση.»

Όποια και αν είναι η προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών, το πού ακριβώς θα ξεπηδήσει η επόμενη βάση του ΚΚΚ παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα.

Συγκρίνοντας τις συνολικές επενδύσεις σε επιμέρους λιμενικά έργα και σταθμίζοντας τη στρατηγική αξία μιας γεωγραφικής θέσης, τη δύναμη των σχέσεων του ΚΚΚ με τις τοπικές ελίτ, την περιφερειακή πολιτική σταθερότητα και την ευθυγράμμιση της χώρας με την ψήφο της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή, η έκθεση της AidData προτείνει μερικές χώρες ως βασικούς υποψήφιους για να δεχτούν νέες κινέζικες στρατιωτικές υποδομές.

Οι επιλογές εκτείνονται από τον Ινδικό Ειρηνικό έως τον Ατλαντικό, με κάθε περιοχή να προσφέρει διακριτά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.

image-5486766
Μια φρεγάτα πυραύλων του κινεζικού ναυτικού ελλιμενίζεται στη ναυτική βάση Τσανγκί κατά τη διάρκεια της έκθεσης πολεμικών πλοίων IMDEX Asia στη Σιγκαπούρη, στις 4 Μαΐου 2023. (Roslan Rahman/AFP μέσω Getty Images)

 

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Γιατί η Κίνα επιδιώκει να κατασκευάσει μια νέα στρατιωτική βάση στη Δυτική Αφρική

Καθώς η Κίνα επιθυμεί να προβάλει τη ναυτική της δύναμη σε παγκόσμια κλίμακα,  είναι πιθανόν να επενδύσει σύντομα σε νέες υπερπόντιες βάσεις, που θα υποστηρίζουν καλύτερα την παγκόσμια στρατιωτική της παρουσία, λένε εμπειρογνώμονες.

Η κατασκευή νέων βάσεων είτε πιο μακριά στον Ειρηνικό είτε στις ακτές της Αφρικής στον Ατλαντικό θα δώσει στην Κίνα μια σημαντικά ενισχυμένη λειτουργική ικανότητα, σύμφωνα με τον Μπρεντ Σάντλερ, ανώτερο ερευνητή στη συντηρητική δεξαμενή σκέψης The Heritage Foundation.

«Το μοντέλο τους είναι διαφορετικό, αλλά, με πολλούς τρόπους, τελικά θα έχουν βάσεις που θα μοιάζουν με αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών», δήλωσε ο κος Σάντλερ κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο The Heritage Foundation στις 15 Αυγούστου.

Ο κος Σάντλερ προσέθεσε ότι το κινεζικό καθεστώς κατασκευάζει ομάδες κρούσης αεροπλανοφόρων αντίστοιχες με αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών. Για να υποστηριχθεί η λειτουργία τους στο εξωτερικό, είπε, θα χρειαστούν περισσότερες υπερπόντιες βάσεις πέραν της πρώτης που κατασκεύασε το καθεστώς στο Τζιμπουτί, στην ανατολική Αφρική, το 2017.

Με την κατασκευή μιας νέας βάσης στις δυτικές ακτές της Αφρικής, ίσως στην Ισημερινή Γουινέα, ο κος Σάντλερ είπε ότι το καθεστώς θα μπορούσε να επεκτείνει περαιτέρω την ικανότητά του να προμηθεύει τις ομάδες κρούσης του με πυρομαχικά και καύσιμα, καθώς και να δρα στον Ατλαντικό επ’ αόριστον.

«Θα ήταν μια νέα είσοδος για την Κίνα», δήλωσε ο κος Σάντλερ. «Μια βάση εκεί θα τους επέτρεπε να διεξάγουν ναυτικές επιχειρήσεις, στρατιωτικές επιχειρήσεις, στον Ατλαντικό.»

Με έναν τέτοιο στόχο και έχοντας υπόψιν το ιστορικό μυστικότητας του καθεστώτος όσον αφορά τα στρατιωτικά του σχέδια, είναι πολύ πιθανόν ότι μια τέτοια βάση ή τουλάχιστον οι διαπραγματεύσεις για την τοποθέτησή της βρίσκονται σε καλό δρόμο, εξηγεί ο κος Σάντλερ.

«Οι Κινέζοι αρνούνταν ότι σκόπευαν να αναπτύξουν αεροπλανοφόρα μέχρι που απέκτησαν ένα», είπε ο κος Σάντλερ. «Αυτό το έλεγαν επί μια δεκαετία και πλέον, μέχρι που έγινε σχεδόν αδύνατο να το αγνοήσει κανείς.»

«Αυτό που πρέπει να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο με τον οποίο ασκούν την κρατική τέχνη και να ενσωματώσουν τη ναυτική παρουσία [τους] στην οικονομική ανάπτυξη και σε μια πιο δυναμική διπλωματία.»

Η Κίνα χρειάζεται νέες βάσεις για να στηρίξει την παγκόσμια παρουσία της

Οι ροές μετρητών και άλλων πόρων από την Κίνα προς τα έθνη της Δυτικής Αφρικής θα μπορούσαν να υποδηλώνουν επιπλέον ότι μια τέτοια επέκταση βρίσκεται σε εξέλιξη, σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Γούλεϋ, διευθυντή συνεργασιών και επικοινωνιών στην AidData, δεξαμενή σκέψης που αναλύει την κυβερνητική βοήθεια σε αναπτυξιακά έργα.

«Θα φτιάξουν μια βάση σε εκείνη την περιοχή», δήλωσε ο κος Γούλεϋ. «Σε ποια ακριβώς [χώρα], δεν λένε.»

Yπό τη διεύθυνση του κου Γούλεϋ, η AidData ολοκλήρωσε πρόσφατα μια νέα έκθεση που αναλύει τις επενδύσεις της Κίνας σε υπερπόντιους λιμένες και τις σχέσεις της με τις τοπικές ελίτ παγκοσμίως σε μια περίοδο 20 ετών.

Η εν λόγω έκθεση διαπιστώνει ότι η Μπάτα στην Ισημερινή Γουινέα είναι μεταξύ των πιθανότερων υποψηφίων για μια νέα κινεζική στρατιωτική βάση. Η Κίνα έχει ήδη δαπανήσει περισσότερα από 659 εκατομμύρια δολάρια για τη βελτίωση του λιμανιού εκεί, σύμφωνα με την έκθεση. Επιπλέον, ένας ανώτερος Αμερικανός στρατηγός δήλωσε πέρυσι ότι η Μπάτα φαίνεται να είναι το σημείο όπου το καθεστώς έχει κάνει τη μεγαλύτερη πρόοδο στις προσπάθειές του να επεκταθεί.

Η ανάπτυξη του κινεζικού ναυτικού ξεπερνά την αντίστοιχη των ΗΠΑ

Παρόλα αυτά, το καθεστώς αντιμετωπίζει δυσκολίες. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά τη χώρα ως μονοκομματικό κράτος, δεν διαθέτει τους μυριάδες επίσημους συμμάχους που έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί απλά να υπολογίζει ότι η στρατιωτική του παρουσία θα είναι ευπρόσδεκτη οπουδήποτε στον κόσμο, μέχρι να μπορέσει να κατασκευάσει τις δικές του βάσεις.

«Δεν ανήκουν σε μια τυπική αμυντική συμμαχία όπως το ΝΑΤΟ ή η σχετικά νέα AUKUS, οπότε δεν έχουν σχέσεις με χώρες που συνδέονται μεταξύ τους σχετικά ισότιμα και που θα μπορούσαν δυνητικά να προσφέρουν φιλοξενία στα πλοία τους, όπως γίνεται π.χ. με τον αμερικανικό στόλο στη Νάπολη», δήλωσε ο κος Γούλεϋ.

«Αν θέλουν να αναπτύξουν πλοία πιο μακριά, δεν έχουν αυτές τις σχέσεις με έναν σύμμαχο, με μια ναυτική βάση υποδοχής. Δεν έχουν τόσα πολλά πλοία αναπλήρωσης όσα μπορεί να έχουν άλλοι σύγχρονοι στόλοι, οπότε είναι λογικό να αναζητούν ένα μέρος για να έχουν μια ναυτική βάση.»

Έχοντας αυτό τον στόχο, το καθεστώς πιθανότατα θα συνεχίσει να επεκτείνει τον στόλο του μέσα στην επόμενη δεκαετία, σύμφωνα με τον κο Γούλεϋ. Εν τω μεταξύ, η αριθμητική τους υπεροχή θα αυξήσει την ανάγκη για νέες βάσεις στο εξωτερικό.

«Νομίζω ότι είναι αναπόφευκτο να συνεχιστεί η ανάπτυξη του κινεζικού ναυτικού την επόμενη δεκαετία», είπε ο κος Γούλεϋ.

«Είναι λίγο δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι δεν θα υπάρξει άλλη υπερπόντια ναυτική βάση εκτός από αυτή στο Τζιμπουτί».

Η ναυτική δύναμη της Κίνας αναμένεται να αυξηθεί σε περισσότερα από 400 σκάφη μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, ξεπερνώντας σημαντικά τη δύναμη του αμερικανικού ναυτικού που μετρά λιγότερα από 290 σκάφη. Εάν υπολογιστούν οι δυνάμεις της κινεζικής ακτοφυλακής και της ναυτικής πολιτοφυλακής, ο αριθμός αυτός αυξάνεται σε περισσότερα από 600 σκάφη.

Επιπλέον, αν και τα σχεδόν 300 πολεμικά πλοία των Ηνωμένων Πολιτειών είναι τεχνολογικά πιο εξελιγμένα από το μεγαλύτερο μέρος του κινεζικού στόλου, μόνο το ένα τρίτο περίπου αυτής της δύναμης μπορεί να είναι άμεσα διαθέσιμο οποιαδήποτε ημέρα και αυτό το ένα τρίτο είναι διασκορπισμένο σε όλο τον κόσμο. Συνολικά, περίπου 60 πολεμικά πλοία των ΗΠΑ είναι ανεπτυγμένα στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, έτοιμα να αντιμετωπίσουν την κινεζική επιθετικότητα οποιαδήποτε ημέρα.

Η πλειονότητα των κινεζικών ναυτικών δυνάμεων, εν τω μεταξύ, σταθμεύει επί του παρόντος σε απόσταση 300 μιλίων από τη χώρα. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που ξεσπάσει ένας πόλεμος στον Ινδο-Ειρηνικό, οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκινούν με ένα σημαντικό μειονέκτημα.

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ομάδα Ειρήνης: Οι ΗΠΑ πρέπει να τερματίσουν επίσημα τον πόλεμο της Κορέας για να αποτρέψουν την πυρηνική καταστροφή

Ομάδα ακτιβιστών, επιστημόνων και πολιτών συνεδρίασε στην Ουάσιγκτον με την ελπίδα να τερματιστεί ο πόλεμος της Κορέας, ο οποίος έχει κολλήσει σε μια διαρκή ανακωχή χωρίς επίσημη ειρηνευτική συμφωνία εδώ και επτά δεκαετίες.

Συγκεντρωμένοι σε μια κατάμεστη αίθουσα διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο George Washington στην Ουάσιγκτον, ακαδημαϊκοί, ακτιβιστές για την ειρήνη και άτομα των οποίων οι οικογένειες διαλύθηκαν από τη σύγκρουση πραγματοποίησαν συνέδριο με αφορμή την 70ή επέτειο της εκεχειρίας που ανέστειλε, αλλά δεν τερμάτισε, τον πόλεμο της Κορέας.

Η Λίντα Γιαρ, διευθύντρια των συνεργασιών για διεθνείς στρατηγικές στην Ασία στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι το συνέδριο ήταν μια ευκαιρία να ζητηθεί ο τερματισμός του πολέμου που υπάρχει μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών και της Βόρειας Κορέας εδώ και περίπου 70 χρόνια.

«Εδώ και 70 χρόνια, όπως γνωρίζετε, ο λαός της κορεατικής χερσονήσου ζει κάτω από το σύννεφο μιας άλυτης σύγκρουσης που ξεσπά σε κρίση κατά καιρούς», δήλωσε η κα Γιαρ.

«Σήμερα, μπορούμε να αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να μάθουμε πράγματα, να προβληματιστούμε και να εμβαθύνουμε την κατανόησή μας των προοπτικών και των προκλήσεων που συνεπάγεται η μετάβαση από την εκεχειρία σε μια ειρηνευτική συμφωνία.»

Η ώθηση για μια ειρηνευτική συμφωνία έρχεται καθώς πολλές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της διοργανώτριας του συνεδρίου Korea Peace Now!, φοβούνται όλο και περισσότερο ότι οι εντάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βόρειας Κορέας θα εξελιχθούν σε πυρηνική καταστροφή.

Η Κριστίν Αν, συντονίστρια του Korea Peace Now!, δήλωσε ότι το συνέδριο είχε ως στόχο να αλλάξει «τον τρόπο που όλοι σκεφτόμαστε για τον πόλεμο της Κορέας και τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις του» και να προσφέρει «νέους τρόπους σκέψης» για να σπάσει το καλούπι ενός επικίνδυνου πυρηνικού αδιεξόδου.

«Θέλαμε να θέσουμε στο επίκεντρο την ιστορία ατόμων των οποίων οι οικογένειες έχουν διαλυθεί από τον πόλεμο και τα εμπόδια που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ελλείψει ειρήνης», δήλωσε η κα Αν.

«Καθώς η κατάσταση στην κορεατική χερσόνησο φτάνει σε επικίνδυνα επίπεδα, θεωρήσαμε ότι ήταν σημαντικό να ακούσουμε [επίσης] από στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες και πυρηνικούς επιστήμονες πώς η ειρήνη και η εξομάλυνση μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλο βαθμό στην εξάλειψη της απειλής ενός πυρηνικού πολέμου.»

Ο πιο φρικτός πόλεμος στην ιστορία

Ο πόλεμος της Κορέας ξεκίνησε το 1950 όταν η κομμουνιστική Βόρεια Κορέα εισέβαλε στη δημοκρατική Νότια Κορέα, αλλά σύντομα εξελίχθηκε σε μια μαζική σύγκρουση όταν τα Ηνωμένα Έθνη υποστήριξαν τον Νότο, ενώ η Κίνα και η Σοβιετική Ένωση υποστήριξαν τον Βορρά.

Τελικά, το 1953 υπογράφηκε κατάπαυση του πυρός από εκπροσώπους των Ηνωμένων Εθνών, της Βόρειας Κορέας και της Κίνας. Η Νότια Κορέα δεν υπέγραψε ποτέ την εκεχειρία, αρνούμενη να αποδεχτεί μια διαιρεμένη Κορέα εκείνη την εποχή, και κανένας Νοτιοκορεάτης δεν ήταν παρών στην υπογραφή της.

Έκτοτε, η Κίνα και η Νότια Κορέα κατέληξαν στη δική τους ειρηνευτική συμφωνία, αφήνοντας τα Ηνωμένα Έθνη, που εκπροσωπούνται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και τη Βόρεια Κορέα ως τα μόνα ενεργά μέρη της ανακωχής.

Ο Μπρους Κάμινγκς, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, μίλησε εκτενώς για το θέμα της άλυτης φύσης του πολέμου της Κορέας, ιδιαίτερα για αυτό που θεώρησε ως συνεχιζόμενη αποτυχία της πολιτικής των ΗΠΑ στη συνέχιση του status quo μέσω του πυρηνικού εκφοβισμού.

«Η πιθανότητα πυρηνικού πολέμου στην κορεατική χερσόνησο και στα περίχωρά της εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρή και θα ήταν ο πιο τρομερός πόλεμος στην ιστορία”, είπε ο κος Κάμινγκς.

«Και πρέπει να πω ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, όλοι οι πρόεδροι, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, προσπαθούν κατ’ εξακολούθηση να εκφοβίσουν τη Βόρεια Κορέα, πετώντας βομβαρδιστικά με πυρηνικές δυνατότητες στο κορεατικό θέατρο. … Αυτό ισχύει από το 1951.»

Άνδρες του 24ου Συντάγματος Πεζικού του αμερικανικού στρατού μεταφέρονται με φορτηγά στο μέτωπο, κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, στις 18 Ιουλίου 1950. (Εθνικά Αρχεία/AFP μέσω Getty Images)

 

Βάσει αυτού του στόχου, ο κος Κάμινγκς δήλωσε ότι η πολιτική των ΗΠΑ που εφαρμόζεται από την εποχή της κυβέρνησης Αϊζενχάουερ απέτυχε σταθερά να παράγει ουσιαστικά αποτελέσματα και συχνά φαινόταν να ενθαρρύνει τη Βόρεια Κορέα να γίνει πιο πολεμοχαρής από ό,τι θα συνέβαινε δια της διπλωματικής οδού .

Παρομοίως, ο κος Κάμινγκς δήλωσε ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η πολιτική «μαζικών αντιποίνων” της εποχής του Αϊζενχάουερ συνέβαλε στην υπογραφή της ανακωχής από τη Βόρεια Κορέα. Αντιθέτως, είπε, η Βόρεια Κορέα φαίνεται να είχε επηρεαστεί εξίσου προς την κατάπαυση πυρός από τον θάνατο του Σοβιετικού ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν, γεγονός που αποσταθεροποίησε σε μεγάλο βαθμό το κομμουνιστικό μπλοκ στην Ευρασία εκείνη την εποχή.

«Παρά τον πυρηνικό θόρυβο, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι αυτές οι πυρηνικές απειλές επηρέασαν τη Βόρεια Κορέα και η Κίνα ώστε να υπογράψουν την ανακωχή», δήλωσε ο κ. Κάμινγκς.

Ο κος Κάμινγκς δήλωσε επίσης ότι οι δεκαετίες αποτροπής μέσω της ισχύος από τις Ηνωμένες Πολιτείες απέτυχαν να αποτρέψουν τη διάδοση των πυρηνικών όπλων στη Βόρεια Κορέα.

Πράγματι, είπε, για τα πρώτα 53 χρόνια της εκεχειρίας, η Βόρεια Κορέα δεν είχε καθόλου πυρηνικά όπλα, αλλά αποφάσισε να τα αποκτήσει λόγω της συνεχούς χρήσης του πυρηνικού οπλοστασίου των Ηνωμένων Πολιτειών ως εκβιαστικού διπλωματικού εργαλείου.

Η Βόρεια Κορέα ολοκλήρωσε την ανάπτυξη των δικών της πυρηνικών όπλων το 2006 και σήμερα εκτιμάται ότι διαθέτει περίπου 20 -30 πυρηνικά όπλα.

Το κομμουνιστικό καθεστώς της Βόρειας Κορέας είναι επίσης βαθιά επηρεασμένο από την κληρονομιά της καταστροφής στον πόλεμο της Κορέας, σε βαθμό που, όπως ανέφερε ο κος Κάμινγκς, οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν.

Οι περισσότεροι Αμερικανοί, είπε ο κος Κάμινγκς, δεν σκέφτονται καθόλου τον πόλεμο της Κορέας και πολύ περισσότερο δεν γνωρίζουν την έκταση της καταστροφής που επέφερε. Αυτό περιλαμβάνει, είπε, ενέργειες των Ηνωμένων Πολιτειών που θα θεωρούνταν εγκλήματα πολέμου ακόμη και εκείνη την εποχή, συμπεριλαμβανομένων των μαζικών βομβαρδισμών μη στρατιωτικών υποδομών, όπως μεγάλων φραγμάτων.

Οι αμερικανικές δυνάμεις, οι οποίες αποτελούσαν περίπου το 90% της ομάδας των Ηνωμένων Εθνών, ισοπέδωσαν περίπου 16 πόλεις της Βόρειας Κορέας κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, μέσω μιας σειράς συνεχών βομβαρδισμών που περιελάμβανε εκτεταμένη χρήση ναπάλμ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έριξαν περίπου 635 χιλιάδες τόνους βόμβες στην Κορέα μεταξύ του 1950 και 1953, ποσότητα υπερπολλαπλάσια από αυτή που έριξαν σε ολόκληρο το πεδίο του Ειρηνικού καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Οι βομβαρδισμοί αυτοί οδήγησαν μεγάλο μέρος της στρατιωτικής υποδομής της Βόρειας Κορέας να αναπτυχθεί υπογείως και ενέπνευσαν στην ηγεσία του καθεστώτος την προσπάθεια απόκτησης πυρηνικών όπλων, που υπάρχουν ακόμα.

Εξαιτίας αυτού, είπε ο κος Κάμινγκς, ενώ τα εγκλήματα του κομμουνιστικού καθεστώτος δεν μπορούν να παραβλεφθούν, τα κίνητρά του για την επιδίωξη πυρηνικών όπλων ήταν αρκετά ξεκάθαρα.

«Δεν θέλω να δικαιολογήσω τους Βορειοκορεάτες – είναι οι ίδιοι οι δημιουργοί των περισσότερων προβλημάτων τους», δήλωσε ο κος Κάμινγκς. «Αλλά δεν έχει σημασία ποιος θα κυβερνούσε την Πιονγκγιάνγκ υπό αυτού του είδους την απειλή. Το πρώτο πράγμα που θα ήθελαν κάτω από αυτού του είδους την απειλή θα ήταν τα πυρηνικά όπλα.»

Στρατιώτης της Νότιας Κορέας στέκεται δίπλα σε μια οθόνη τηλεόρασης που δείχνει μια ειδησεογραφική εκπομπή με υλικό από μια βορειοκορεατική δοκιμή πυραύλου, σε σιδηροδρομικό σταθμό στη Σεούλ, στις 22 Ιουλίου 2023. (Jung Yeon-Je/AFP via Getty Images)

 

Η αποτυχία μιας καταστροφικής πολιτικής

Δεδομένου ότι η Βόρεια Κορέα διαθέτει πυρηνικά όπλα τώρα και ότι και η Νότια Κορέα τα θέλει, ο κος Κάμινγκς περιέγραψε τις συνεχείς προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να χρησιμοποιήσουν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο ως αποτρεπτικό μέσο ως την «αποτυχία μιας καταστροφικής πολιτικής» που διαρκεί περισσότερο από μισό αιώνα.

Επιπλέον, είπε, η σταθερά αντιφατική επικοινωνία της κυβέρνησης Μπάιντεν στο θέμα της Βόρειας Κορέας, λέγοντας ότι είναι πρόθυμη να συμμετάσχει σε οποιεσδήποτε συνομιλίες για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων με τη Βόρεια Κορέα, ενώ αρνείται σχεδόν κάθε επίσημη διπλωματία με το ερμητικό έθνος, επιδεινώνει τα πράγματα.

«Πρόκειται για μια απολύτως οργουελιανή διγλωσσία, αυτή στην οποία εμπλέκεται η κυβέρνηση Μπάιντεν», δήλωσε ο κ. Κάμινγκς.

«Δεν κάνουν καλή δουλειά, όπως δεν έκαναν ο Ομπάμα και ο Τραμπ.»

Ο κος Κάμινγκς κατηγόρησε επίσης τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ότι δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την πραγματικότητα του συνεχιζόμενου αδιεξόδου και το πώς η πολιτική των ΗΠΑ συμβάλλει στις συνθήκες που διαμορφώνουν τις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές αποφάσεις της Βόρειας Κορέας.

«Τώρα, είμαστε ακόμα σε πόλεμο με τη Βόρεια Κορέα, με το ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου προ των πυλών, και σχεδόν ποτέ δεν ακούμε κάτι άλλο εκτός από προπαγάνδα», δήλωσε ο κος Κάμινγκς.

«Αρνούμαστε να δούμε με ειλικρίνεια μια σύγκρουση που υποβόσκει εδώ και 80 χρόνια και η οποία είναι έτοιμη να αναφλεγεί ανά πάσα στιγμή.»

Σύμφωνα με τον κο Κάμινγκς, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να επανεκινήσουν άμεσες διπλωματικές συνομιλίες με το καθεστώς της Βόρειας Κορέας και να καταλήξουν σε μια ειρηνευτική συμφωνία, που θα αντικαταστήσει την εκεχειρία. Μόνο μέσω κανονικών διπλωματικών σχέσεων μπορεί να υπάρξει ειρήνη στην περιοχή.

Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποφύγει τον ανοικτό πόλεμο μέχρι τώρα, λέει ο κος Κάμινγκς, η ταχεία ανάπτυξη των πυρηνικών και η αυξανόμενη εχθρότητα μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Πιονγιάνγκ δεν μπορούν επ’ ουδενί να χαρακτηριστούν «νίκη». Αντιθέτως, θα μπορούσαν εύκολα να καταλήξουν σε πυρηνικό πόλεμο.

«Οι ΗΠΑ έχουν αποφύγει μεν έναν νέο πόλεμο στην Κορέα, αλλά το αποτέλεσμα [της τακτικής τους] είναι η ανάπτυξη της Βόρειας Κορέας ως μεγάλης πυρηνικής δύναμης, κάτι που δεν μπορώ να θεωρήσω ‘επιτυχία’.»

«Κατ’ εμέ, είναι απείρως σημαντικότερο να καλλιεργηθούν φυσιολογικές σχέσεις με τη Βόρεια Κορέα.»

Η ειρηνευτική προσπάθεια του Κογκρέσου συναντά αντιδράσεις

Οι απόψεις που εκφράστηκαν στο συνέδριο ήταν αμφιλεγόμενες. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, πολίτες τόσο στη Νότια Κορέα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες πιστεύουν μόνο οι επιδείξεις δύναμης μπορούν να αποτρέψουν τη Βόρεια Κορέα από την κήρυξη πολέμου.

Ως εκ τούτου, οι εντάσεις αναζωπυρώνονται τόσο εντός όσο και εκτός του Κογκρέσου, σχετικά με ένα νομοσχέδιο που θα υποχρέωνε την κυβέρνηση να συνάψει μονομερώς μια ειρηνευτική συμφωνία με τη Βόρεια Κορέα, ακόμη και όταν το καθεστώς συνεχίζει να απειλεί τη Νότια Κορέα και τις Ηνωμένες Πολιτείες με πυρηνικό αφανισμό. Ο Νόμος για την Ειρήνη στην Κορεατική Χερσόνησο, που εισήχθη από τον βουλευτή Μπραντ Σέρμαν (Δ-Καλιφ.) τον Μάρτιο και υποστηρίχθηκε από τους διοργανωτές του συνεδρίου της Παρασκευής, θα υποχρέωνε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επιδιώξει αμέσως την αντικατάσταση της ισχύουσας ανακωχής με μια επίσημη ειρηνευτική συμφωνία.

Το νομοσχέδιο, το οποίο χαιρετίστηκε από ακτιβιστές για την ειρήνη ως ένα πολυπόθητο τέλος σε μια 73χρονη σύγκρουση, συγκεντρώνει όλο και περισσότερες επικρίσεις από Κορεάτες Αμερικανούς και συναφείς οργανώσεις υπεράσπισης, οι οποίοι φοβούνται ότι μπορεί να αποδυναμώσει άσκοπα τις προσπάθειες αποτροπής της Νότιας Κορέας και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Για το σκοπό αυτό, ο ειδησεογραφικός οργανισμός One Korea Network (OKN) και η ομάδα επιρροής U.S.-Korea Alliance Foundation (USKAF) συνεργάστηκαν αυτή την εβδομάδα για να συντονίσουν μια σειρά εκδηλώσεων με στόχο την αποθάρρυνση της ψήφισης του νομοσχεδίου, συμπεριλαμβανομένης της αντιδιαμαρτυρίας για τις προσπάθειες του Korea Peace Now!

Σε συνέντευξη Τύπου στις 26 Ιουλίου στην Ουάσιγκτον, οι πολέμιοι του νομοσχεδίου συγκεντρώθηκαν για να αντιμετωπίσουν αυτό που αποκάλεσαν «ψεύτικη ειρήνη» μιας «φιλο-βορειοκορεατικής» πρωτοβουλίας.

Όποια και αν είναι η έκβαση της νομοθετικής μάχης, πάντως, ο πολιτικός μηχανισμός που λειτουργεί στην Ουάσιγκτον και τη Σεούλ φαίνεται προς το παρόν να επιταχύνει μόνο τη χρήση στρατιωτικής βίας ως μέτρο αποτροπής.

Η στρατιωτική συμμαχία ΗΠΑ-Νότιας Κορέας έφτασε στο ζενίθ της τον Απρίλιο, όταν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποδέχθηκε τον πρόεδρο της Νότιας Κορέας Γιουν Σουκ Γιολ στην Ουάσιγκτον. Εκεί, οι δύο υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Ουάσιγκτον, η οποία ενίσχυσε τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών να υπερασπιστούν τη Νότια Κορέα υπό την πυρηνική τους ομπρέλα με αντάλλαγμα η Νότια Κορέα να μην επιδιώξει την ανάπτυξη δικών της πυρηνικών όπλων.

Έκτοτε, οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν δύο πυρηνικά υποβρύχια στη Νότια Κορέα και προσκάλεσαν τον κο Γιουν να ξεναγηθεί σε ένα από αυτά, με αποτέλεσμα ο ηγέτης της Νότιας Κορέας να γίνει ο πρώτος και μοναδικός ξένος ηγέτης που πάτησε ποτέ το πόδι του σε αμερικανικό πυρηνικό υποβρύχιο.

Η επίδειξη δύναμης προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες από την κομμουνιστική Βόρεια Κορέα και τη σύμμαχό της Κίνα, επιδεινώνοντας τις εντάσεις εν μέσω των ήδη τεταμένων σχέσεων μεταξύ των δημοκρατικών και κομμουνιστικών δυνάμεων.

Σε απάντηση, η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε δύο βαλλιστικούς πυραύλους στη θάλασσα. Η κρατική προπαγάνδα της Βόρειας Κορέας ανέφερε ότι η κομμουνιστική ηγεσία του έθνους έχει ορκιστεί να «εξοντώσει τον εχθρό» του «αμερικανικού ιμπεριαλισμού».

Του Andrew Thornebrooke

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η Κίνα ψηφίζει νόμους, δημιουργώντας τις υποδομές για καιρό πολέμου, λέει εμπειρογνώμονας

Το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας λαμβάνει μέτρα για να απομονώσει την οικονομία του και να κατασκευάσει τις υποδομές που απαιτούνται για τη διεξαγωγή ενός κατακτητικού πολέμου εναντίον της Ταϊβάν.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο κυβερνά την Κίνα ως μονοκομματικό κράτος, λαμβάνει μέτρα παρόμοια με εκείνα που έλαβε η Ρωσία πριν εισβάλει στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Κάιλ Μπας, επικεφαλής επενδύσεων του αμοιβαίου κεφαλαίου αντιστάθμισης κινδύνου Hayman Capital Management.

Ειδικότερα, ο κ. Μπας είπε, το ΚΚΚ κατασκευάζει 18 καταφύγια αεράμυνας στην επαρχία Φουτζιάν, που γειτνιάζει με την Ταϊβάν. Το καθεστώς κατασκευάζει επίσης το μεγαλύτερο πολεμικό νοσοκομείο στον κόσμο στην περιοχή, πρόσθεσε ο κ. Μπας, λέγοντας ότι η κίνηση αυτή θυμίζει την κατασκευή από τη Ρωσία τραπεζών αίματος στα σύνορα της Ουκρανίας κατά τους μήνες που προηγήθηκαν της εισβολής της πέρυσι.

«Συμβαίνει και πάλι και πρέπει να δώσουμε προσοχή», δήλωσε ο κ. Μπας κατά τη διάρκεια ομιλίας του στις 12 Ιουλίου στο Ινστιτούτο Hudson, μια συντηρητική δεξαμενή σκέψης.

«Νομίζω ότι είναι πολύ πιθανό [το ΚΚΚ] να εισβάλει στην Ταϊβάν».

Το ΚΚΚ αλλάζει νόμους για να προετοιμαστεί για πόλεμο

Το ΚΚΚ ισχυρίζεται ότι η Ταϊβάν είναι μια «επαρχία αποστάτης» που πρέπει να ενωθεί με την ηπειρωτική χώρα, αν και το καθεστώς δεν έχει ελέγξει ποτέ στην πραγματικότητα οποιοδήποτε τμήμα του νησιού.

Ο ηγέτης του ΚΚΚ Σι Τζινπίνγκ έχει διατάξει τη στρατιωτική πτέρυγα του καθεστώτος να προετοιμαστεί για πόλεμο και να είναι έτοιμη να ξεκινήσει μια εισβολή στην Ταϊβάν μέχρι το 2027. Το καθεστώς πραγματοποιεί προετοιμασίες σε ολόκληρη την κοινωνία για το σκοπό αυτό.

Ο κ. Μπας δήλωσε ότι το καθεστώς έχει προβεί σε διάφορες ενέργειες για την επέκταση της νομικής του εξουσίας για τη στοχοποίηση ξένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Κίνα στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής.

Το 2020, για παράδειγμα, το ΚΚΚ επικαιροποίησε τον νόμο περί ξένων επενδύσεων, ώστε να μπορεί να κατάσχει και να εθνικοποιεί οποιαδήποτε ξένα περιουσιακά στοιχεία ή επενδύσεις στην Κίνα σε περίπτωση πολέμου.

Ομοίως, το 2021, ο νόμος του καθεστώτος για την αντιμετώπιση των ξένων κυρώσεων έδωσε στο ΚΚΚ την εξουσία να κατάσχει εταιρικά περιουσιακά στοιχεία και να κρατάει υπαλλήλους από ξένες εταιρείες, εάν οι εταιρείες αυτές επιβάλλουν κυρώσεις στην Κίνα από τις κυβερνήσεις των χωρών τους.

«Εάν οι ΗΠΑ ή η Ευρώπη επέβαλαν κυρώσεις στην Κίνα και αυτές οι εταιρείες των ΗΠΑ και της Ευρώπης συμμορφώνονταν με τις δικές τους κυρώσεις», δήλωσε ο κ. Μπας, «η Κίνα θα μπορούσε να εθνικοποιήσει τα περιουσιακά στοιχεία και να κρατήσει τους ανθρώπους».

Ομοίως, το καθεστώς επικαιροποίησε τους νόμους του κατά της κατασκοπείας νωρίτερα φέτος, απαγορεύοντας τη μεταφορά οποιασδήποτε πληροφορίας που θεωρείται ότι σχετίζεται με την εθνική ασφάλεια και επιτρέποντας στο καθεστώς να κατάσχει περιουσιακά στοιχεία ατόμων και να εμποδίζει με τη βία την έξοδο αλλοδαπών από την Κίνα.

Όλες αυτές οι προσπάθειες αποτελούσαν μέρος των γενικότερων νομικών προσπαθειών του καθεστώτος να προετοιμαστεί για ενέργειες στις οποίες πιθανότατα θα προέβαινε μετά την εισβολή στην Ταϊβάν, δήλωσε ο κ. Μπας.

Ο Σι θωρακίζει την Κίνα για καιρό πολέμου

Οι προετοιμασίες της Κίνας για πόλεμο υπερβαίνουν τα καταφύγια αεροπορικής επιδρομής και την ενισχυμένη νομική εξουσία, δήλωσε ο κ. Μπας. Πράγματι, το καθεστώς βλάπτει ενεργά τα δικά του οικονομικά συμφέροντα για να θωρακιστεί περαιτέρω από το αναπόφευκτο διεθνές πλήγμα που θα ακολουθούσε μια εισβολή στη δημοκρατική Ταϊβάν.

«Κάνουν πράγματα που δεν έχουν νόημα, εκτός αν υπάρχει ένα μεγαλύτερο σχέδιο για μια χειρότερη κατάσταση», δήλωσε ο κ. Μπας.

Μεταξύ των ενεργειών στις οποίες προβαίνει το καθεστώς για να απομονωθεί από τη διεθνή επιρροή είναι η μαζική αποθήκευση σιτηρών, χρυσού και ενεργειακών πηγών.

Ειδικότερα, το ΚΚΚ έχει συγκεντρώσει προμήθειες σιταριού ενάμιση έτους για να αποτρέψει την πείνα των σχεδόν 1,5 δισεκατομμυρίου κατοίκων του σε περίπτωση εθνικής έκτακτης ανάγκης. Παρόλα αυτά, τα αποθέματα έμειναν ανέγγιχτα κατά τη διάρκεια των πολυετών lockdown του ΚΚΚ λόγω COVID.

«Η Κίνα έχει το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού και σήμερα συσσωρεύει σχεδόν το 70% των παγκόσμιων σιτηρών», δήλωσε ο κ. Μπας.

Εν τω μεταξύ, στο μέτωπο της ενέργειας, το καθεστώς εργάστηκε ακούραστα για να βελτιώσει τις σχέσεις του με τα αυταρχικά καθεστώτα -συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας- που του παρέχουν την πλειονότητα του αργού πετρελαίου.

Όσον αφορά το υγροποιημένο φυσικό αέριο, ωστόσο, το καθεστώς έχει εξαρτηθεί κάπως από την Αυστραλία και, ως εκ τούτου, έχει επιδιώξει να αυξήσει μαζικά τις εξαγωγές άνθρακα για να μειώσει την εξάρτησή του από τον σύμμαχο των ΗΠΑ.

«Προσπαθούν να διασφαλίσουν όλες τις ενεργειακές τους δεσμεύσεις», δήλωσε ο κ. Μπας.

«Επιστρέφουν στο πιο βρώμικο, φθηνότερο καύσιμο σε περίπτωση που δεν θα είναι σε θέση να προμηθευτούν το υγροποιημένο φυσικό αέριο».

Οι προσπάθειες κατευνασμού της διοίκησης Μπάιντεν αποτυγχάνουν

Ενώ το ΚΚΚ προετοιμάζεται για πόλεμο, είπε ο κ. Μπας, βασικά τμήματα της κυβέρνησης Μπάιντεν φάνηκαν αφοσιωμένα στην προσπάθεια να ενθαρρύνουν την οικονομική δέσμευση με το καθεστώς.

Επιπλέον, είπε, οι βασικοί παράγοντες στο υπουργείο Οικονομικών και αλλού απλά «δεν θέλουν να μιλήσουν για» τη χρήση των πιο ισχυρών οικονομικών εργαλείων που έχει στη διάθεσή του το έθνος, όπως το να διώξουν την Κίνα από το τραπεζικό σύστημα SWIFT, κάτι που θα ακρωτηρίαζε την οικονομία του καθεστώτος σχεδόν εν μία νυκτί.

«Το υπουργείο Οικονομικών ανήκει στη Wall Street… Θέλουν να κυνηγούν οικονομικές συμφωνίες», δήλωσε ο κ. Μπας.

«Αν η εθνική μας ασφάλεια και οι αξίες μας αφήνονταν στη Wall Street και τον ιδιωτικό τομέα, αύριο θα μιλούσαμε κινέζικα».

Για το σκοπό αυτό, είπε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να αρχίσει να συζητάει σοβαρά το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τα πιο σοβαρά οικονομικά όπλα εναντίον του ΚΚΚ σε περίπτωση εισβολής στην Ταϊβάν.

«Είμαι μεγάλος υποστηρικτής της ακρωτηρίασης της Κίνας μέσω της οικονομικής σφαίρας», δήλωσε ο κ. Μπας. «…Είναι ένα καταπληκτικό, αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο. Πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε γι’ αυτό».

«Πείτε μου μια φορά κατά την οποία ο κατευνασμός απέναντι σε αυταρχικούς δεσποτάδες έχει ποτέ λειτουργήσει. Ποτέ δεν λειτουργεί. Η αποτροπή μέσω της ισχύος είναι ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός».

Η Τουρκία συναινεί στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ

Η Σουηδία αναμένεται να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ως το 32ο μέλος της στρατιωτικής συμμαχίας μετά την αποδοχή της υποψηφιότητάς της και από την Τουρκία.

Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ ανακοίνωσε στις 10 Ιουλίου ότι η συνάντηση μεταξύ του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του Σουηδού πρωθυπουργού Ουλφ Κρίστερσον οδήγησε σε συνεννόηση μεταξύ των δύο χωρών.

Η Σουηδία ζήτησε αρχικά την ένταξή της στο ΝΑΤΟ μαζί με τη Φινλανδία, μετά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πέρυσι. Κάθε μέλος του ΝΑΤΟ έχει το δικαίωμα να ασκήσει βέτο στην είσοδο οποιουδήποτε δυνητικού μέλους και τον τελευταίο χρόνο η Τουρκία απέρριπτε την είσοδο της Σουηδίας στη συμμαχία.

Στο παρελθόν, η Τουρκία άσκησε βέτο στην αίτηση ένταξης της σκανδιναβικής χώρας, λέγοντας ότι η Σουηδία παρέχει ασφαλές καταφύγιο σε μέλη του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, το οποίο θεωρεί τρομοκρατική οργάνωση.

Αν και είχε γίνει μια αρχική συμφωνία μεταξύ της Τουρκίας και της Σουηδίας νωρίτερα μέσα στο έτος, η Τουρκία ανέστειλε τις συνομιλίες, αφού η σουηδική κυβέρνηση επέτρεψε να πραγματοποιηθεί διαμαρτυρία έξω από την τουρκική πρεσβεία, όπου ένας διαδηλωτής έκαψε ένα αντίγραφο του Κορανίου.

Μια κοινή δήλωση που εκδόθηκε από την Τουρκία και τη Σουηδία στις 10 Ιουλίου ανέφερε ότι η Σουηδία δεν θα παράσχει υποστήριξη στις κουρδικές ομάδες και ως μέλος της ΕΕ «θα υποστηρίξει ενεργά την επανενεργοποίηση της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα συμβάλει για τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας και την απελευθέρωση της βίζας».

Το πράσινο φως του κ. Ερντογάν για την ένταξη της Σουηδίας δίνει τέλος σε ένα δράμα μηνών για ένα ζήτημα που είχε προκαλέσει ένταση στο μπλοκ, καθώς μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία.

«Είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω […] ότι ο πρόεδρος Ερντογάν συμφώνησε να προωθήσει το πρωτόκολλο προσχώρησης της Σουηδίας στη μεγάλη εθνική συνέλευση το συντομότερο δυνατό και να συνεργαστεί στενά με τη συνέλευση για να διασφαλίσει την επικύρωση», δήλωσε ο κ. Στόλτενμπεργκ σε συνέντευξη Τύπου, χαρακτηρίζοντάς το «ιστορικό» βήμα.

«Αυτή ήταν μια καλή μέρα για τη Σουηδία», δήλωσε ο κ. Κρίστερσον στους δημοσιογράφους, λέγοντας ότι η κοινή δήλωση της 10ης Ιουλίου αντιπροσωπεύει «ένα πολύ μεγάλο βήμα» προς την τελική επικύρωση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.

Ο κ. Στόλτενμπεργκ δήλωσε ότι ο κ. Ερντογάν συμφώνησε να προωθήσει την επικύρωση στο κοινοβούλιο «το συντομότερο δυνατόν», αλλά δεν έδωσε συγκεκριμένη ημερομηνία. Χρειάστηκαν περίπου δύο εβδομάδες για να επικυρώσει το κοινοβούλιο της Τουρκίας την ένταξη της Φινλανδίας.

Όσον αφορά την Ουγγαρία, που επίσης δεν έχει επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας, υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θα είναι η τελευταία χώρα που θα εγκρίνει το πρωτόκολλο.

Ο κ. Στόλτενμπεργκ σημείωσε ότι η ένταξη της Σουηδίας θα ωφελήσει αμοιβαία τόσο το έθνος όσο και τη συμμαχία.

«Αυτό είναι ένα ιστορικό βήμα που κάνει όλους τους συμμάχους του ΝΑΤΟ ισχυρότερους και ασφαλέστερους», έγραψε ο κ. Στόλτενμπεργκ σε ένα tweet.

Η τριμερής συνάντηση μεταξύ του κ. Στόλτενμπεργκ, του κ. Ερντογάν και του κ. Κρίστερσον πραγματοποιήθηκε την ώρα που οι υπουργοί Άμυνας και άλλοι αξιωματούχοι και από τα 31 κράτη του ΝΑΤΟ συγκεντρώνονταν για τη σύνοδο κορυφής στο Βίλνιους της Λιθουανίας.

Πραγματοποιείται επίσης μόλις πέντε ημέρες μετά από την επίσκεψη του κ. Κρίστερσον στον Λευκό Οίκο, όπου ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξέφρασε την υποστήριξή του για την ένταξη της σκανδιναβικής χώρας στο ΝΑΤΟ ενόψει της συνόδου κορυφής.

Σε δήλωση που εξέδωσε στις 10 Ιουλίου, ο κ. Μπάιντεν εξήρε τη συμφωνία της Τουρκίας και της Σουηδίας, η οποία, όπως είπε, θα ενισχύσει την περιφερειακή ασφάλεια.

«Χαιρετίζω τη δήλωση που εκδόθηκε από την Τουρκία, τη Σουηδία και τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ απόψε», ανέφερε στην ανακοίνωσή του.

«Είμαι έτοιμος να συνεργαστώ με τον πρόεδρο Ερντογάν και την Τουρκία για την ενίσχυση της άμυνας και της αποτροπής στην ευρωατλαντική περιοχή.»

Η ανακοίνωση συγκεντρώνει ευρεία διακομματική υποστήριξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Από το Βερολίνο, η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ χαιρέτισε επίσης τη συμφωνία, σημειώνοντας ότι «άνοιξε επιτέλους ο δρόμος» για την επικύρωση του ενταξιακού πρωτοκόλλου της Σουηδίας από το τουρκικό κοινοβούλιο.

Τρεις ακόμη χώρες εκτός από τη Σουηδία έχουν δηλώσει ότι επιθυμούν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Πρόκειται για τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Γεωργία και την Ουκρανία.

Η Ουκρανία υπέβαλε επίσημα αίτηση ένταξης στη συμμαχία πέρυσι, αλλά είναι απίθανο να γίνει δεκτή μέχρι να λήξει ο πόλεμος με τη Ρωσία. Το άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου θεσπίζει την αρχή της συλλογικής άμυνας, που σημαίνει ότι οποιαδήποτε επίθεση εναντίον ενός μέλους του ΝΑΤΟ θεωρείται επίθεση εναντίον όλων. Ως εκ τούτου, η αποδοχή της Ουκρανίας ενώ βρίσκεται σε πόλεμο θα ισοδυναμούσε με κήρυξη πολέμου στη Ρωσία.

Για το σκοπό αυτό, ο Μπάιντεν δήλωσε ότι η Ουκρανία δεν είναι ακόμη έτοιμη για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

«Δεν νομίζω ότι [η Ουκρανία] είναι έτοιμη για ένταξη», δήλωσε ο κ. Μπάιντεν κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο CNN στις 9 Ιουλίου. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει ομοφωνία στο ΝΑΤΟ σχετικά με το αν πρέπει ή όχι να φέρουμε την Ουκρανία στην οικογένεια του ΝΑΤΟ τώρα, αυτή τη στιγμή, εν μέσω πολέμου.

»Νομίζω ότι είναι πρόωρο να πούμε … να ζητήσουμε ψηφοφορία – υπάρχουν άλλα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται, συμπεριλαμβανομένου του εκδημοκρατισμού και άλλων παρόμοιων ζητημάτων.»

 

Ο Τζάκσον Ρίτσμαν και το Reuters συνέβαλαν σε αυτό το ρεπορτάζ.

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «νονός της ΤΝ» υποστηρίζει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ικανή για λογική σκέψη και μπορεί να επιδιώξει να αναλάβει τον έλεγχο

ΤΟΡΟΝΤΟ – Ένας κορυφαίος γνώστης της ανάπτυξης της τεχνητής νοημοσύνης προειδοποιεί ότι η τεχνητή νοημοσύνη έχει αναπτύξει μια υποτυπώδη ικανότητα λογικής και μπορεί να επιδιώξει να ανατρέψει την ανθρωπότητα.

Τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να αναπτύξουν την επιθυμία να αποσπάσουν τον έλεγχο από τον άνθρωπο ως τρόπο επίτευξης άλλων προσχεδιασμένων στόχων, δήλωσε ο Τζόφρι Χίντον [Geoffrey Hinton], καθηγητής πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο.

«Νομίζω ότι πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας την πιθανότητα ότι αν γίνουν πιο έξυπνα από εμάς, πράγμα που φαίνεται αρκετά πιθανό, και έχουν δικούς τους στόχους, πράγμα που φαίνεται αρκετά πιθανό, μπορεί κάλλιστα να αναπτύξουν τον στόχο της ανάληψης του ελέγχου», δήλωσε ο Χίντον κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας στις 28 Ιουνίου στο τεχνολογικό συνέδριο Collision στο Τορόντο του Καναδά.

«Αν το κάνουν αυτό, θα έχουμε προβλήματα.»

Ο Χίντον έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους «νονούς της τεχνητής νοημοσύνης» για το έργο του στα νευρωνικά δίκτυα. Αφιέρωσε μια δεκαετία βοηθώντας στην ανάπτυξη συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης για την Google, αλλά εγκατέλειψε την εταιρεία τον περασμένο μήνα, λέγοντας ότι έπρεπε να είναι σε θέση να προειδοποιεί τους ανθρώπους για τους κινδύνους που εγκυμονεί η τεχνητή νοημοσύνη.

Αν και ο Χίντον δεν πιστεύει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα αποζητά από τη φύση της την εξουσία, είπε ότι θα μπορούσε ωστόσο να επιδιώξει να την αρπάξει από τους ανθρώπους ως ένα λογικό βήμα για να μπορέσει να επιτύχει καλύτερα τους στόχους της.

«Σε ένα πολύ γενικό επίπεδο, αν έχετε κάτι που είναι πολύ πιο έξυπνο από εσάς, που είναι πολύ καλό στο να χειραγωγεί τους ανθρώπους, σε ένα πολύ γενικό επίπεδο, είστε σίγουροι ότι οι άνθρωποι θα παραμείνουν επικεφαλής;» ρωτά ο Χίντον.

«Νομίζω ότι θα αντλήσουν [το κίνητρο να αποκτήσουν τον έλεγχο] ως έναν τρόπο επίτευξης άλλων στόχων.»

Η τεχνητή νοημοσύνη είναι πλέον ικανή για λογική σκέψη

Ο Χίντον είχε προηγουμένως αμφιβάλει ότι μια υπερ-νοημοσύνη τεχνητής νοημοσύνης που θα μπορούσε να συγκριθεί με τον άνθρωπο θα εμφανιζόταν μέσα στα επόμενα 30 έως 50 χρόνια. Τώρα πιστεύει ότι θα μπορούσε να υπάρξει σε λιγότερο από 20 χρόνια.

Εν μέρει, είπε, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν μεγάλα γλωσσικά μοντέλα αρχίζουν να δείχνουν την ικανότητα να συλλογίζονται και δεν είναι σίγουρος πώς το κάνουν.

«Είναι τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα που πλησιάζουν και δεν καταλαβαίνω πραγματικά γιατί μπορούν να το κάνουν, αλλά μπορούν να κάνουν μικρά κομμάτια συλλογισμού.»

«Ακόμα δεν μπορούν να μας φτάσουν, αλλά πλησιάζουν.»

Ο Χίντον περιέγραψε ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης στο οποίο είχε δοθεί ένα τεστ στο οποίο έπρεπε να σχεδιάσει πώς να βάψει διάφορα δωμάτια ενός σπιτιού. Του δόθηκαν τρία χρώματα για να επιλέξει, με το ένα χρώμα να ξεθωριάζει σε ένα άλλο με την πάροδο του χρόνου, και του ζητήθηκε να βάψει έναν συγκεκριμένο αριθμό δωματίων σε ένα συγκεκριμένο χρώμα μέσα σε ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα. Αντί να επιλέξει απλώς να βάψει τα δωμάτια στο επιθυμητό χρώμα, η τεχνητή νοημοσύνη αποφάσισε να μην βάψει κανένα από αυτά που ήξερε ότι θα ξεθωριάσει στο επιθυμητό χρώμα ούτως ή άλλως, επιλέγοντας να εξοικονομήσει πόρους αν και δεν είχε προγραμματιστεί να το κάνει.

«Αυτό είναι σκέψη», είπε ο Χίντον.

Με αυτά τα δεδομένα υπ’ όψιν, ο Χίντον δήλωσε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποπτευόμαστε ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν θα φτάσει και δεν θα ξεπεράσει την ανθρώπινη νοημοσύνη μέσα στα επόμενα χρόνια.

«Είμαστε απλώς ένα μεγάλο νευρωνικό δίκτυο και δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο ένα τεχνητό νευρωνικό δίκτυο να μην μπορεί να κάνει ό,τι μπορούμε να κάνουμε εμείς», είπε ο Χίντον, προσθέτοντας:

«Μπαίνουμε σε μια περίοδο τεράστιας αβεβαιότητας. Κανείς δεν ξέρει πραγματικά τι πρόκειται να συμβεί.»

Το λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης ChatGPT, το οποίο παράγει συνομιλίες που μοιάζουν με ανθρώπινες, εμφανίζεται σε έναν φορητό υπολογιστή, στις 3 Φεβρουαρίου 2023. (Nicolas Maeterlinck/Belga Mag/AFP via Getty Images)

 

Τα ρομπότ πολέμου θα αποσταθεροποιήσουν τον κόσμο

Ωστόσο, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μην χρειάζεται καν να φτάσει στην υπερ-νοημοσύνη για να αποτελέσει υπαρξιακό κίνδυνο για την ανθρωπότητα.

Ο Χίντον δήλωσε ότι οι στρατοί σε όλο τον κόσμο δημιουργούν ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη για πόλεμο, τα οποία είτε θα μπορούσαν να επιδιώξουν να αναλάβουν τον έλεγχο για να εκπληρώσουν τις προγραμματισμένες αποστολές τους είτε θα διαταράξουν την πολιτική τάξη ενθαρρύνοντας την αύξηση των συγκρούσεων.

«Πρέπει να αφιερώσουμε πολλή σκέψη στα θανατηφόρα αυτόνομα όπλα», δήλωσε ο Χίντον.

«Ακόμη και αν η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι υπερ-ευφυής, αν τα υπουργεία Άμυνας τη χρησιμοποιήσουν για την κατασκευή ρομπότ μάχης, θα γίνουν πολύ άσχημα και τρομακτικά πράγματα.»

Κατ’ αρχάς, μεταξύ των εθνών που επιδιώκουν να αναπτύξουν θανατηφόρα τεχνητή νοημοσύνη συγκαταλέγονται και οι δύο μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις του κόσμου, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας αναπτύσσει θανατηφόρα συστήματα με τεχνητή νοημοσύνη και επενδύει σε δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης που σχετίζονται με τη στρατιωτική λήψη αποφάσεων και τη διοίκηση και τον έλεγχο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, προετοιμάζονται για έναν κόσμο στον οποίο οι εθνικοί στρατοί θα αποτελούνται κυρίως από ρομπότ, κάτι που οι ανώτατοι αξιωματικοί αναμένουν να συμβεί σε λιγότερο από 15 χρόνια.

«Ξέρουμε ότι θα φτιάξουν ρομπότ μάχης», δήλωσε ο Χίντον. «Το κάνουν ήδη σε πολλά διαφορετικά τμήματα της άμυνας. Έτσι [τα ρομπότ] δεν θα είναι απαραιτήτως ‘καλά’, αφού ο πρωταρχικός τους σκοπός θα είναι να σκοτώνουν ανθρώπους.»

Επιπλέον, ο Χίντον υποστήριξε ότι η απελευθέρωση θανατηφόρων αυτόνομων συστημάτων με τεχνητή νοημοσύνη θα αλλάξει ριζικά τη δομή της γεωπολιτικής μειώνοντας δραστικά το πολιτικό και ανθρώπινο κόστος του πολέμου για εκείνα τα έθνη που θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τέτοια συστήματα.

«Ακόμα και αν δεν είναι ευφυές και ακόμα και αν δεν έχει τις δικές του προθέσεις. … Θα το κάνει πολύ πιο εύκολο, για παράδειγμα, για τις πλούσιες χώρες να εισβάλλουν σε φτωχές χώρες», δήλωσε ο Χίντον.

«Προς το παρόν, μια εισβολή έχει ένα κόστος σε ανθρώπινο δυναμικό και αυτό λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας. Αν, όμως, πρόκειται απλώς για κατεστραμμένα ρομπότ μάχης, τότε όλα αλλάζουν. Το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύστημα θα το χαιρόταν αυτό.»

Ο Χίντον τόνισε ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προσπαθήσουν να δώσουν κίνητρα για περισσότερη έρευνα σχετικά με το πώς θα προστατευθεί η ανθρωπότητα από την Τεχνητή Νοημοσύνη. Με απλά λόγια, ενώ πολλοί άνθρωποι εργάζονται για τη βελτίωση της τεχνητής νοημοσύνης, πολύ λίγοι την καθιστούν ασφαλέστερη, είπε.

Ακόμη καλύτερα, πρόσθεσε, θα ήταν να θεσπιστούν διεθνείς κανόνες για την απαγόρευση ή τη διαχείριση των οπλικών συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, όπως έκανε το Πρωτόκολλο της Γενεύης για τον χημικό πόλεμο μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Κάτι σαν τη Σύμβαση της Γενεύης θα ήταν υπέροχο, αλλά αυτά δεν συμβαίνουν ποτέ πριν γίνει χρήση”, ανέφερε ο Χίντον.

Όποια και αν είναι η πορεία δράσης των κυβερνήσεων σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη, ο Χίντον δήλωσε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν επίγνωση της απειλής που αναδύεται από αυτό που δημιουργείται.

«Είναι σημαντικό  να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι δεν πρόκειται απλώς για επιστημονική φαντασία, δεν πρόκειται απλώς για κινδυνολογία», δήλωσε ο Χίντον. «Πρόκειται για έναν πραγματικό κίνδυνο, τον οποίο πρέπει να αναλογιστούμε και για τον οποίο πρέπει να σκεφτούμε εκ των προτέρων πώς θα τον αντιμετωπίσουμε”.

 

Επιμέλεια: Αλία Ζάε