Δικηγόρος και ακτιβιστής υπέρ της δημοκρατίας, με καταγωγή από το Χονγκ Κονγκ και βάση στη Νότια Αυστραλία, έγινε στόχος επικήρυξης με εξαψήφια χρηματική αμοιβή, λίγες μόλις ημέρες μετά την αποστολή ψευδούς φυλλαδίου σε τζαμί.
Ο Τεντ Χούι έλαβε επιστολή στο γραφείο του στην Αυστραλία, στην οποία αναφερόταν ότι καταζητείται για παραβίαση της εθνικής ασφάλειας και για τη στήριξή του στην ανεξαρτησία της Ταϊβάν και του Χονγκ Κονγκ.
Το έγγραφο, το οποίο ταχυδρομήθηκε από το Χονγκ Κονγκ, περιείχε προσωπικά στοιχεία του Χούι, όπως τη διεύθυνσή του, την ημερομηνία γέννησης, το ύψος, τη σωματική διάπλαση και την εθνικότητά του. Με έντονα κόκκινα γράμματα ανέφερε ότι όποιος παρείχε πληροφορίες για τον ίδιο ή την οικογένειά του ή βοηθούσε στην έκδοσή του στο Χονγκ Κονγκ ή στις αυστραλιανές αρχές θα λάμβανε αμοιβή ενός εκατομμυρίου δολαρίων Χονγκ Κονγκ (περίπου 120.000 ευρώ).
Δεύτερο περιστατικό μέσα σε λίγες ημέρες
Αυτό δεν είναι το πρώτο περιστατικό που αφορά τον Χούι, αφού πριν από αυτήν την επιστολή, είχε ταχυδρομηθεί φυλλάδιο από το Μακάο σε τζαμί στη Νότια Αυστραλία το οποίο κατηγορούσε ψευδώς τον Χούι ότι υποστηρίζει το Ισραήλ και καλεί σε πόλεμο κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Ο Χούι δήλωσε στην Epoch Times στις 19 Μαρτίου ότι η υπόθεση δείχνει πως το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) παρακολουθεί στενά την Αυστραλία.
Ανέφερε επίσης πως περίμενε να επικηρυχθεί μετά την αποστολή του φυλλαδίου στο τζαμί, επισημαίνοντας ότι παρατηρεί μία αλλαγή τακτικής, με τις «κακόβουλες δυνάμεις» να εκμεταλλεύονται ζητήματα κοινωνικής συνοχής.
Παρόμοια επικήρυξη εναντίον άλλου ακτιβιστή
Ο Χούι δεν είναι ο μόνος ακτιβιστής που στοχοποιείται. Ο Κέβιν Γιαμ, επίσης υποστηρικτής της δημοκρατίας από το Χονγκ Κονγκ και νυν κάτοικος Μελβούρνης, έχει λάβει αντίστοιχη επιστολή, η οποία τον επικηρύσσει προσφέροντας ένα εκατομμύριο δολάρια Χονγκ Κονγκ για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψή του.
Ωστόσο, σε αντίθεση με την περίπτωση του Χούι, οι επιστολές για τον Γιαμ εστάλησαν σε τυχαίες διευθύνσεις στη Μελβούρνη, γεγονός που εγείρει ανησυχίες ότι οι προσπάθειες εκφοβισμού ενδέχεται να εκτείνονται πέρα από τους ακτιβιστές, στοχεύοντας και τις κοινότητές τους.
Καταδίκη από την υπουργό Εξωτερικών
Η Αυστραλή υπουργός Εξωτερικών, Πέννυ Γουόνγκ, καταδίκασε τις απειλητικές επιστολές που έλαβαν οι Χούι και Γιαμ, χαρακτηρίζοντας την τελευταία περίπτωση «καταδικαστέα» και απειλητική για την ασφάλεια των πολιτών της Αυστραλίας.
Η υπουργός Εξωτερικών Αυστραλίας Πέννυ Γουόνγκ, κατά τη διάρκεια των εκτιμήσεων της Γερουσίας στο Κοινοβούλιο. Καμπέρα, 27 Φεβρουαρίου 2025. (AAP Image/Mick Tsikas)
Τόνισε πως η χώρα «δεν θα ανεχθεί τη στοχοποίηση, την παρακολούθηση, την παρενόχληση ή τον εκφοβισμό οποιουδήποτε προσώπου στην Αυστραλία από ξένη κυβέρνηση».
Η Γουόνγκ διαβεβαίωσε ότι η αυστραλιανή κυβέρνηση και οι υπηρεσίες ασφαλείας λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των πολιτών, τη διασφάλιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων τους και την υποστήριξη των θιγόμενων ατόμων και κοινοτήτων.
Παράλληλα, ανέφερε ότι η Αυστραλία έχει ήδη εγείρει και θα συνεχίσει να εγείρει τις ανησυχίες της απευθείας στις κινεζικές και τις αρχές του Χονγκ Κονγκ.
Ουάσιγκτον — Μερικά από τα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που σχετίζονται με τη δολοφονία του προέδρου Τζ. Φ. Κέννεντυ περιέχουν σημαντικές ελλείψεις πληροφοριών, ενώ ορισμένα λείπουν εντελώς από τα αρχεία, σύμφωνα με δημοσιογραφική έρευνα της Epoch Times, που εξέτασε χιλιάδες έγγραφα από τα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ.
Συνολικά 80.000 έγγραφα δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 19 Μαρτίου, βάσει εκτελεστικού διατάγματος που υπέγραψε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο. Ωστόσο, οι περικοπές και οι εξαιρέσεις περιορίζουν την πλήρη διαφάνεια της δημοσιοποίησης.
Ο Λευκός Οίκος παρέπεμψε τα ερωτήματα σχετικά με τα αρχεία στην Εθνική Διοίκηση Αρχείων και Εγγράφων (National Archives and Records Administration – NARA), εκπρόσωποι της οποίας διαβεβαίωσαν ότι η πλήρης αποκάλυψη των εγγράφων αποτελεί προτεραιότητα. Εκπρόσωπος της υπηρεσίας ανέφερε στην Epoch Times ότι σε ευθυγράμμιση με τη δέσμευση του Τραμπ για μέγιστη διαφάνεια, τα Εθνικά Αρχεία ξεκίνησαν διαδικασία αναθεώρησης των εγγράφων με στόχο τη μέγιστη δυνατή αποδέσμευση.
Ορισμένοι ιστορικοί αναζητούν ατράνταχτες αποδείξεις μέσα στο πλήθος των αρχείων, αλλά οι διαγραφές προκαλούν περισσότερα ερωτήματα, αποκαλύπτοντας μία μυστικότητα που διαρκεί πάνω από μισό αιώνα.
Λογοκριμένα έγγραφα
Η Epoch Times διαπίστωσε ότι κιβώτια στα Εθνικά Αρχεία περιέχουν χιλιάδες έγγραφα που εξακολουθούν να είναι λογοκριμένα, με ορισμένα να φέρουν την ένδειξη «sanitized» (όρος που σημαίνει ‘απολύμανση’, αλλά και ‘λογοκρισία’ και ‘ευπρεπισμός’ , τον οποίο χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες πληροφοριών αναφερόμενες σε διαγραφές τμημάτων των κειμένων πριν από τη δημοσιοποίηση.
Τα έγγραφα που είναι διαθέσιμα προς εξέταση στα αρχεία είναι εκείνα που δεν έχουν ακόμη ψηφιοποιηθεί ή δημοσιευθεί στο διαδίκτυο. Πολλά εξ αυτών φέρουν εκτεταμένες διαγραφές με μαύρο μαρκαδόρο, κενά σημεία όπου το κείμενο έχει αφαιρεθεί, ενώ τουλάχιστον σε μία περίπτωση, τμήματα σελίδων έχουν καλυφθεί με κολλητική ταινία και χαρτί.
Παράδειγμα ενός «sanitized» εγγράφου στα αρχεία του Ράσσελ Χολμς, που δόθηκε στα Εθνικά Αρχεία από τη CIA, όπως απεικονίζεται στις 21 Μαρτίου 2025. (Travis Gillmore/The Epoch Times)
Όταν εντοπίζονται τέτοιες περικοπές, οι αρχειονόμοι ενημερώνουν την αρμόδια υπηρεσία που διαχειρίζεται τον φάκελο, με στόχο να διατεθούν καθαρές εκδοχές των εγγράφων στους ερευνητές, σύμφωνα με εκπρόσωπο των αρχείων. Οι περικοπές αφορούν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων χιλιάδων σελίδων από τα αρχεία του Ράσσελ Χολμς, αρχειονόμου της CIA και ιστορικού της δολοφονίας του Κέννεντυ.
Ορισμένα έγγραφα, αν και έχουν αποχαρακτηριστεί, είναι πρακτικά δυσανάγνωστα λόγω της ποιότητας της σάρωσης ή της κακής κατάστασης των πρωτοτύπων.
Νέα στοιχεία
Ανάμεσα στα πλήρως αναγνώσιμα έγγραφα που εντόπισε η Epoch Times περιλαμβάνονται μαρτυρίες που δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά, καθώς και χιλιάδες αρχεία σχετικά με επιχειρήσεις υπηρεσιών πληροφοριών, παρακολουθήσεις και έρευνες.
Μεταξύ των πιο σημαντικών ντοκουμέντων που ήρθαν στο φως είναι το πλήρως αποχαρακτηρισμένο, 72 σελίδων, αντίγραφο της κατάθεσης του επικεφαλής αντικατασκοπείας Τζέημς Άνγκλετον στην Επιτροπή Τσερτς της Γερουσίας, όπου περιγράφει μεθόδους των μυστικών υπηρεσιών.
Άλλα έγγραφα αφορούν επιχειρήσεις που είχαν στόχο την αποσταθεροποίηση ξένων κυβερνήσεων, ιδιαίτερα της Κούβας, καθώς και προσπάθειες παρακολούθησης κομμουνιστικών καθεστώτων παγκοσμίως.
Εξαιρέσεις και αποκλεισμοί αρχείων
Σύμφωνα με εκπρόσωπο των αρχείων, ορισμένες σειρές εγγράφων, όπως εκείνες της Αναθεωρητικής Επιτροπής Αρχείων Δολοφονιών (Assassination Records Review Board – ARRB), εξαιρέθηκαν από το διάταγμα του Τραμπ. Η επιτροπή αυτή, μεταξύ 1994 και 1998, ερεύνησε τις δολοφονίες των Κέννεντυ, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και Ρόμπερτ Κέννεντυ, καθώς και την ταξινόμηση και αποχαρακτηρισμό σχετικών εγγράφων.
Η εξαίρεση αυτών των αρχείων σημαίνει ότι λείπουν σημαντικά εσωτερικά έγγραφα, αναφορές και συνεντεύξεις, συμπεριλαμβανομένων 19 διαγραφών στην κατάθεση του Άνγκλετον το 1978, καθώς και άλλων δυνητικά αποκαλυπτικών στοιχείων.
Αρχεία στο φάκελο Τζ. Φ. Κέννεντυ, συμπεριλαμβανομένης αυτής της σελίδας που αφορά τον επικεφαλής της αντικατασκοπείας Τζέημς Άνγκλετον, δείχνουν ότι άλλα έγγραφα καταστράφηκαν. (Travis Gillmore/The Epoch Times)
Ορισμένα έγγραφα δεν καταχωρήθηκαν στα αρχεία, καθώς η επιτροπή έκρινε ότι «δεν θεωρούνται σχετικά». Άλλα περιλαμβάνουν μερικώς λογοκριμένες αναφορές για την παρακολούθηση του Λη Χάρβεϋ Όσβαλντ πριν από τη δολοφονία του Κέννεντυ.
Κατόπιν αιτήματος της Epoch Times για διευκρινίσεις από τον Λευκό Οίκο σχετικά με τη μη ταξινόμηση ορισμένων εγγράφων, η διοίκηση επικοινώνησε με τα αρχεία στις 25 Μαρτίου. Ως αποτέλεσμα, κάποια αρχεία της επιτροπής αναμένεται να αποδεσμευτούν σύντομα.
Κατεστραμμένα έγγραφα
Τα νεοδημοσιευμένα έγγραφα αποκαλύπτουν επίσης αναφορές της CIA και του FBI για την καταστροφή άγνωστου αριθμού αρχείων.
Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα, η καταστροφή επικεντρώθηκε σε συγκεκριμένες πτυχές της έρευνας, όπως αρχεία που αφορούσαν δραστηριότητες του Όσβαλντ πριν από τη δολοφονία, διατμηματική επικοινωνία και ενέργειες βασικών αξιωματούχων.
Ορισμένα έγγραφα σχετικά με τον Άνγκλετον διαγράφηκαν εξ ολοκλήρου, ενώ σύμφωνα με υπομνήματα της CIA, καταστράφηκαν ταχυδρομικά αρχεία και σελίδες απόρρητων εγγράφων.
Ορισμένα έγγραφα του Τζ.Φ.Κ. στα αρχεία, όπως αυτό που απεικονίζεται, είναι σε μεγάλο βαθμό διορθωμένα ή δυσανάγνωστα, καθιστώντας την εξέταση τους δύσκολη. (Travis Gillmore/The Epoch Times)
Η απώλεια αυτών των αρχείων στερεί από τους ιστορικούς τη δυνατότητα να ανασυνθέσουν πλήρως το παζλ των δραστηριοτήτων των υπηρεσιών πληροφοριών πριν και μετά τη δολοφονία του Κέννεντυ.
Η υπόθεση της δολοφονίας του προέδρου στις 22 Νοεμβρίου 1963, στο Ντάλλας, συνεχίζει να τροφοδοτεί εικασίες για τα γεγονότα της ημέρας, τους πιθανούς δράστες και τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες εκείνη την εποχή.
Διλήμματα αποχαρακτηρισμού
Η δημοσιοποίηση των εγγράφων που σχετίζονται με τη δολοφονία του Τζον Φ. Κέννεντυ είχε διαταχθεί για πρώτη φορά με τον Νόμο περί συλλογής αρχείων δολοφονίας του προέδρου Τζ. Φ. Κέννεντυ του 1992. Ο νόμος προέβλεπε τη συγκέντρωση όλων των σχετικών εγγράφων σε ένα ενιαίο αρχείο, με στόχο τον πλήρη αποχαρακτηρισμό τους εντός 25 ετών από την ψήφισή του.
Ο συγκεκριμένος νόμος ψηφίστηκε από το Κογκρέσο λίγο μετά την κυκλοφορία της ταινίας JFK του Όλιβερ Στόουν, η οποία αμφισβητούσε το επίσημο πόρισμα της Επιτροπής Γουόρεν, σύμφωνα με το οποίο ο Λη Χάρβεϋ Όσβαλντ έδρασε μόνος του. Η πίεση της κοινής γνώμης για αποκάλυψη των αρχείων αυξήθηκε σημαντικά μετά την προβολή της ταινίας.
Ωστόσο, η διαδικασία δημοσιοποίησης των εγγράφων παρεμποδίστηκε από καθυστερήσεις και εξαιρέσεις, κυρίως σε ζητήματα που αφορούσαν την εθνική ασφάλεια και τις μεθόδους συλλογής πληροφοριών.
Παρόλο που ο νόμος του 1992 όριζε ως τελική ημερομηνία αποκάλυψης την 26η Οκτωβρίου 2017, υπήρχαν εξαιρέσεις για την αποφυγή «διακριτής βλάβης στην άμυνα, τις επιχειρήσεις πληροφοριών, την επιβολή του νόμου ή τις διεθνείς σχέσεις», εφόσον η εν λόγω βλάβη ήταν «τόσο σοβαρή που υπερίσχυε του δημόσιου συμφέροντος για διαφάνεια».
Επιπλέον, μπορούσε να δοθεί αναβολή εάν η δημοσιοποίηση εγγράφων αποκάλυπτε σύγχρονες μεθόδους συλλογής πληροφοριών ή τα ονόματα και τις ταυτότητες εμπιστευτικών πληροφοριοδοτών, εφόσον αυτό θα συνιστούσε «σημαντικό κίνδυνο βλάβης για το συγκεκριμένο άτομο» ή θα αποτελούσε «σοβαρή παραβίαση της προσωπικής του ζωής».
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, ο Ντόναλντ Τραμπ διέταξε τη δημοσιοποίηση εγγράφων, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου του 1992, αλλά αποδέχθηκε τις εισηγήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών για τη διατήρηση του απορρήτου ορισμένων αρχείων λόγω ανησυχιών για την εθνική ασφάλεια.
Αργότερα, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έδωσε εντολή για την αποκάλυψη μέρους των εγγράφων, παρατείνοντας παράλληλα τις καθυστερήσεις και επιτρέποντας τη διατήρηση διαβαθμίσεων σε συγκεκριμένα έγγραφα.
Αφότου ανέλαβε εκ νέου την προεδρία, ο Τραμπ διέταξε την πλήρη δημοσιοποίηση όλων των εγγράφων που σχετίζονται με τη δολοφονία του Κέννεντυ, επισημαίνοντας ότι είναι προς το εθνικό συμφέρον να αποκαλυφθούν άμεσα όλα τα σχετικά αρχεία.
Μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης, η CIA δεν είχε απαντήσει στο αίτημα της Epoch Times για κάποιο σχόλιο.
Καθώς οι Αμερικανοί γερουσιαστές πίεζαν τους ανώτατους αξιωματούχους πληροφοριών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ επιβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αξιολογούν τις προσπάθειες της Ρωσίας να διεξάγει δραστηριότητες δολιοφθοράς στην Ευρώπη.
Στις 25 Μαρτίου, μέλη της ομάδας πληροφοριών έκαναν ερωτήσεις στην Γκάμπαρντ στην ετήσια ακρόαση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας σχετικά με παγκόσμιες απειλές.
Ο γερουσιαστής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Τζον Κόρνυν ρώτησε την Γκάμπαρντ για ένα πρόσφατο άρθρο του Associated Press.
Στο άρθρο, το AP κατέγραψε 59 περιστατικά στα οποία ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εισαγγελείς, υπηρεσίες πληροφοριών ή άλλοι δυτικοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν τη Ρωσία, ομάδες που συνδέονται με τη Μόσχα ή τη σύμμαχό της Λευκορωσία, για κυβερνοεπιθέσεις, διάδοση προπαγάνδας, σχεδίαση δολοφονιών, ή διάπραξη πράξεων βανδαλισμού, εμπρησμού, δολιοφθοράς ή κατασκοπείας από την έναρξη της σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας το 2022.
«Είναι αυτό συνεπές με την κατανόηση και την εντύπωσή σας για το με τι ασχολείται αυτή τη στιγμή η Ρωσία στην Ευρώπη;» ρώτησε ο Κόρνυν.
«Γερουσιαστή, δεν έχω δει αυτό το συγκεκριμένο άρθρο, αλλά μπορώ να επιβεβαιώσω ότι αξιολογούμε τις προσπάθειες της Ρωσίας να διεξάγει τέτοιες δραστηριότητες δολιοφθοράς στην Ευρώπη», απάντησε η Γκάμπαρντ.
Το AP είπε ότι βρήκε εκατοντάδες περιστατικά όπου Δυτικοί αξιωματούχοι ανέφεραν μια σαφή σύνδεση με τη Ρωσία, τις φιλορωσικές ομάδες ή τη Λευκορωσία. Το Κρεμλίνο αρνήθηκε τις κατηγορίες.
Το πάνελ εξέτασε επίσης τον διευθυντή του FBI Κας Πατέλ και τον διευθυντή της CIA Τζον Ράτκλιφ, μια μέρα μετά από μια αναφορά του Τζέφρυ Γκόλντμπεργκ, αρχισυντάκτη του περιοδικού Atlantic.
Ο Γκόλντμπεργκ είχε με κάποιον τρόπο προστεθεί σε μια ομάδα συνομιλιών αξιωματούχων της κυβέρνησης Τραμπ στην εφαρμογή Signal, στην οποία ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου Μάικ Γουόλτς και ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ μίλησαν για σχέδια για επίθεση στους Χούθι της Υεμένης.
Εκτός από τον Χέγκσεθ, η συνομιλία περιελάμβανε τον αντιπρόεδρο Τζ. Βανς, τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και την Γκάμπαρντ.
Η Μόσχα κατηγορείται για τις επιθέσεις
Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αποδώσει πρόσφατα κύματα επεισοδίων σε ολόκληρη την Ευρώπη—συμπεριλαμβανομένων βομβιστικών απειλών, εμπρησμών, επιθέσεων κακόβουλου λογισμικού, διακοπής δορυφόρων και προσπαθειών μαζικών χτυπημάτων— στη Ρωσία.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τσεχίας Γιαν Λιπάβσκι δήλωσε σε δημοσιογράφους σε σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στις 4 Δεκεμβρίου ότι υπήρξαν 500 ύποπτα περιστατικά στην Ευρώπη.
«Έως 100 από αυτά μπορούν να αποδοθούν σε ρωσικές υβριδικές επιθέσεις, κατασκοπεία και επιχειρήσεις επιρροής. Πρέπει να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα στη Μόσχα ότι αυτό δεν θα γίνει ανεκτό», είπε ο Λιπάβσκι.
Δημόσιες αναφορές έχουν αποκαλύψει μια σειρά από υποτιθέμενες προσπάθειες δολιοφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της αποκοπής υποθαλάσσιων καλωδίων Διαδικτύου στη Βαλτική και τη Βόρεια Θάλασσα και την ανίχνευση μικρών drone από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ κοντά σε τρεις από τις βάσεις της στην ανατολική Αγγλία.
Οι αρχές διερευνούν εμπρηστικούς μηχανισμούς κρυμμένους μέσα σε δέματα που ανακαλύφθηκαν σε αποθήκες της μεταφορικής εταιρείας DHL στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Πολωνία και τη Γερμανία, γεγονός που τροφοδότησε περαιτέρω ανησυχίες σχετικά με το εύρος και τον συντονισμό αυτών των περιστατικών.
Στην Εσθονία, η πρωθυπουργός Κάγια Κάλλας ανέφερε ότι η χώρα διέκοψε μια ρωσική υβριδική επιχείρηση πέρυσι, συλλαμβάνοντας 10 άτομα στο πλαίσιο ποινικής έρευνας για τον βανδαλισμό σε αυτοκίνητο κυβερνητικού αξιωματούχου.
Εκατοντάδες παιδιά στη Λιθουανία, τη Λετονία και την Εσθονία δέχθηκαν επίσης απειλές για βόμβες, τις οποίες η υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας της Εσθονίας περιέγραψε ως απόπειρες «δημιουργίας ψυχολογικής και συναισθηματικής έντασης στοχεύοντας τα πιο ευάλωτα [παιδιά]», σύμφωνα με το ERR News.
Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ υποστήριξε ότι υπήρχε ρωσική εμπλοκή σε έναν ύποπτο εμπρησμό που κατέστρεψε το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της Βαρσοβίας νωρίτερα το 2024.
Εν τω μεταξύ, η Ρωσία κατηγορήθηκε επίσης για τη διακοπή της λειτουργίας τουλάχιστον τεσσάρων δορυφόρων Eutelsat, και ενός που λειτουργεί από το SES του Λουξεμβούργου, επηρεάζοντας τις ολλανδικές τηλεοπτικές εκπομπές.
Τον Οκτώβριο, ο γενικός διευθυντής της MI5 του Ηνωμένου Βασιλείου, Κεν ΜακΚάλλουμ, προειδοποίησε για τη συνεχιζόμενη απειλή, ενώ κατηγόρησε ρητά τη Μόσχα για εμπλοκή σε δολιοφθορές λόγω του ηγετικού ρόλου της Βρετανίας στην υποστήριξη της Ουκρανίας.
«Θα πρέπει να περιμένουμε συνεχείς επιθετικές ενέργειες εδώ στην χώρα μας», είπε.
«Η GRU [η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της Ρωσίας] ειδικότερα βρίσκεται σε μια διαρκή αποστολή να δημιουργήσει χάος σε βρετανικούς και ευρωπαϊκούς δρόμους: έχουμε δει εμπρησμό, δολιοφθορά, και περισσότερα. Επικίνδυνες πράξεις που έγιναν με αυξανόμενη ένταση.»
Του Owen Evans
Με τη συμβολή του Jack Phillips και πληροφορίες από το Reuters και το Associated Press
Η κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος της Αυστραλίας παρουσίασε πρόσφατα τον προϋπολογισμό του 2025-26, καταδεικνύοντας τη στάση της χώρας απέναντι στη συνεχιζόμενη διεθνή κρίση, με την επέκταση των κυρώσεων στη Ρωσία και τη Λευκορωσία, την περαιτέρω ενίσχυση της Ουκρανίας, καθώς και σαφείς προκλήσεις στο πεδίο δημοσιονομικών και αμυντικών δεσμεύσεων.
Παράταση δασμών κατά της Ρωσίας και της Λευκορωσίας
Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, η αυστραλιανή κυβέρνηση σκοπεύει να επεκτείνει τους υπάρχοντες δασμούς κατά της Ρωσίας και της Λευκορωσίας για επιπλέον δύο χρόνια, έως και τις 24 Οκτωβρίου 2027. Οι δασμοί αυτοί συμπεριλαμβάνουν επιπλέον ποσοστό 35% στα προϊόντα που είναι κατασκευασμένα ή προέρχονται από αυτές τις χώρες και δεν είχαν προωθηθεί απευθείας προς την Αυστραλία πριν τις 25 Απριλίου 2022.
Η κυβέρνηση εκτιμά πάντως ότι τα οικονομικά αποτελέσματα της επέκτασης αυτών των δασμών για τον προϋπολογισμό θα είναι αμελητέα την προσεχή πενταετία.
Νέα στήριξη στην Ουκρανία ύψους 17 εκατ. δολαρίων
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης τη χορήγηση επιπλέον 17 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία για την περίοδο μεταξύ 2024-25 και 2025-26. Το ποσό αυτό θα κατευθυνθεί στην προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού, που περιλαμβάνει συστήματα επικοινωνίας, πυρομαχικά πυροβολικού, όπλα και λοιπό αμυντικό υλικό.
Έως τώρα, η συνολική συνεισφορά της Αυστραλίας προς την Ουκρανία από την έναρξη της ρωσικής εισβολής τον Φεβρουάριο του 2022 αγγίζει το 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια.
Αμυντικές δαπάνες στο επίκεντρο
Παράλληλα, το Εργατικό Κόμμα προτίθεται να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της χώρας, ώστε να ξεπεράσουν το 2,3% του ΑΕΠ έως τις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Η απόφαση αυτή θα προσθέσει επιπλέον 50,3 δισεκατομμύρια δολάρια στις υφιστάμενες αμυντικές δεσμεύσεις της Αυστραλίας μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Ωστόσο, το ποσοστό αυτό υπολείπεται του 3% του ΑΕΠ που πρότεινε τον τελευταίο καιρό ο Έλμπριτζ Κόλμπι από τη διοίκηση Τραμπ στις ΗΠΑ, ο οποίος είχε προταθεί για τη θέση του υφυπουργού των ΗΠΑ για την αμυντική πολιτική.
Βαθιά οικονομικά προβλήματα και διόγκωση χρέους
Τα μέτρα αυτά έρχονται εν μέσω βαθιάς δημοσιονομικής πίεσης, καθώς ο νέος προϋπολογισμός καταγράφει έλλειμμα 27,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το οικονομικό έτος 2024-25, που αποτελεί το 1% του ΑΕΠ.
Αν και ο προηγούμενος προϋπολογισμός του 2023-24 παρουσίασε απρόσμενο πλεόνασμα 15,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων (κυρίως χάρη στις υψηλές τιμές των πρώτων υλών), για το 2025-26 προβλέπεται ακόμη υψηλότερο έλλειμμα 42,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή 1,5% του ΑΕΠ.
Παράλληλα, το ακαθάριστο δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια την επόμενη οικονομική χρονιά (2025-26), αριθμός που ισοδυναμεί με το 35,5% του ΑΕΠ. Το καθαρό δημόσιο χρέος θα ανέλθει στα 556 δισεκατομμύρια δολάρια, αντιστοιχώντας στο 19,9% του ΑΕΠ.
Έντονη κριτική από την αντιπολίτευση
Ο υπεύθυνος Οικονομικών του κόμματος της αντιπολίτευσης, Άνγκους Τέιλορ, εκφράζοντας τη θέση του Συντηρητικού Συνασπισμού, χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό ως «προεκλογικό», που έχει στόχο τις επικείμενες εκλογές αντί να αντιμετωπίσει τα μακροπρόθεσμα θέματα εθνικής ασφάλειας και οικονομικής σταθερότητας της χώρας.
Ο Τέιλορ άσκησε κριτική στα κυβερνητικά μέτρα επισημαίνοντας την πρόσληψη 41.000 νέων δημοσίων υπαλλήλων στην Καμπέρα χωρίς ουσιαστική βελτίωση των υπηρεσιών.
Συμπεράσματα και επόμενες εξελίξεις
Ο τελευταίος προϋπολογισμός της κυβέρνησης Albanese δείχνει έντονα τη στήριξη της Αυστραλίας στην Ουκρανία, εν μέσω της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας. Ταυτόχρονα, αναδεικνύονται οι σημαντικότατες οικονομικές και δημοσιονομικές δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα, ενώ οι πολιτικές εξελίξεις και οι προγραμματισμένες εκλογές παραμένουν κρίσιμο σημείο αναφοράς για την μελλοντική κατεύθυνση της οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Αλμπανέζε.
Η διευθύντρια Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τούλσι Γκάμπαρντ, επιβεβαίωσε στις 25 Μαρτίου 2025 στο αμερικανικό Κογκρέσο ότι οι ΗΠΑ αξιολογούν ενεργά προσπάθειες της Ρωσίας να πραγματοποιήσει επιχειρήσεις σαμποτάζ στην Ευρώπη. Η δήλωση έγινε κατά τη διάρκεια της ετήσιας ακρόασης της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας για τις παγκόσμιες απειλές, παρουσία του διευθυντή της CIA Τζον Ράτκλιφ και του διευθυντή του FBI Κας Πατέλ.
Η επιβεβαίωση αυτή προέκυψε μετά από ερώτηση του Ρεπουμπλικανού Γερουσιαστή Τζον Κόρνιν προς την Γκάμπαρντ σχετικά με δημοσίευμα του Associated Press, σύμφωνα με το οποίο έχουν καταγραφεί 59 περιστατικά στην Ευρώπη από την έναρξη της σύγκρουσης Ρωσίας – Ουκρανίας το 2022, τα οποία δυτικές κυβερνήσεις και υπηρεσίες αποδίδουν είτε στη Ρωσία είτε σε φιλορωσικές ομάδες ή ακόμα και στη σύμμαχο της Ρωσίας, Λευκορωσία.
Η Γκάμπαρντ ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δεν έχω δει το συγκεκριμένο δημοσίευμα, μπορώ όμως να επιβεβαιώσω ότι πράγματι αξιολογούμε τέτοιου τύπου ρωσικές προσπάθειες για σαμποτάζ στην Ευρώπη».
Τα περιστατικά περιλαμβάνουν κυβερνοεπιθέσεις, προπαγάνδα, επιθέσεις εμπρησμού και βανδαλισμού, δολιοφθορές και κατασκοπεία. Η Μόσχα έχει επανειλημμένα αρνηθεί τις κατηγορίες αυτές.
Πρόσφατα, ο υπουργός Εξωτερικών της Τσεχίας, Γιαν Λιπάβσκι, δήλωσε σε συνάντηση του ΝΑΤΟ ότι από 500 ύποπτα περιστατικά στην Ευρώπη, περίπου 100 μπορούν να αποδοθούν σε υβριδικές ρωσικές επιθέσεις και επιχειρήσεις επιρροής. «Πρέπει να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα στη Μόσχα ότι αυτό δεν θα γίνει αποδεκτό», τόνισε χαρακτηριστικά.
Στην Εσθονία, η πρωθυπουργός Κάγια Κάλας αποκάλυψε την αποτροπή υβριδικής επιχείρησης, με δέκα συλλήψεις υπόπτων για βανδαλισμό κατά κυβερνητικού αξιωματούχου. Παρόμοια σοβαρά συμβάντα σημειώθηκαν στη Λιθουανία, τη Λετονία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αναφέρθηκαν επίσης απειλές βομβών εναντίον σχολείων, εμπρηστικές επιθέσεις, καθώς κι επιθέσεις κατά υποθαλάσσιων καλωδίων και δορυφόρων, όπως αναφέρθηκε από τις υπηρεσίες πληροφοριών.
Τον περασμένο Οκτώβριο, ο γενικός διευθυντής της βρετανικής MI5, Κεν ΜακΚάλουμ, είχε επίσης προειδοποιήσει για τη συνεχιζόμενη απειλή, επισημαίνοντας τις απρόβλεπτες επικίνδυνες δραστηριότητες της GRU, της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας.
Η δημόσια επιβεβαίωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες για τέτοιες δραστηριότητες καταδεικνύει το επίπεδο έντασης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας και ενδέχεται να ενισχύσει περαιτέρω την αποφασιστικότητα των ευρωπαϊκών χωρών απέναντι σε ρωσικές υβριδικές απειλές. Η επιβεβαίωση αυτή μπορεί επίσης να αποτελέσει βάση για ενδεχόμενα νέα μέτρα αντίδρασης από την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ, με περαιτέρω σκλήρυνση της στάσης τους προς τη Ρωσία.
Παράλληλα, η Ρωσία από την πλευρά της είναι πιθανόν να συνεχίσει να απορρίπτει δημόσια αυτές τις καταγγελίες, τονίζοντας πως πρόκειται για προσπάθεια δυσφήμισης και πολεμικής έντασης.
Η επιβεβαίωση των αναλυτών πληροφοριών της κυβέρνησης των ΗΠΑ υπογραμμίζει μία νέα, επικίνδυνη διάσταση του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, που πλέον εκτείνεται πολύ πέρα από τα πεδία των μαχών σε επιχειρήσεις σαμποτάζ μέσα στα εδάφη της Ευρώπης. Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να καλούνται ήδη να ενισχύσουν την ετοιμότητα και την αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας τους έναντι ενός όλο και πιο σύνθετου γεωπολιτικού τοπίου.
Νέες και εκτεταμένες κινητοποιήσεις πυροδότησε στην Τουρκία η σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, πολιτικού αντιπάλου του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν για έκτη συνεχόμενη νύκτα την Δευτέρα 24 Μαρτίου, αψηφώντας την απαγόρευση συναθροίσεων που επέβαλε η κυβέρνηση.
Ο 54χρονος δήμαρχος Ιμάμογλου, κορυφαίο στέλεχος του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), συνελήφθη στις 19 Μαρτίου αντιμετωπίζοντας κατηγορίες διαφθοράς και σύνδεσης με τρομοκραία. Αν και οι κατηγορίες περί τρομοκρατίας έχουν πλέον απορριφθεί, παραμένει προφυλακισμένος στις φυλακές Σηλυβρίας με τις κατηγορίες οικονομικών αδικημάτων, τις οποίες αρνείται πλήρως.
Παρά την απουσία του Ιμάμογλου, το CHP πραγματοποίησε την Κυριακή 23 Μαρτίου εσωκομματικές εκλογές, ανακηρύσσοντας τον συλληφθέντα δήμαρχο ως επίσημο υποψήφιο για τις προεδρικές εκλογές του 2028. Η διαδικασία, στην οποία συμμετείχαν περίπου 1,7 εκατομμύρια μέλη αλλά και πολλά εκατομμύρια ανεξάρτητοι ψηφοφόροι, χαρακτηρίστηκε ως «ψήφος αλληλεγγύης» προς τον φυλακισμένο πολιτικό.
Έντονη καταδίκη από την αντιπολίτευση
Ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης Οζγκιούρ Οζέλ χαρακτήρισε τις κατηγορίες εις βάρος του Ιμάμογλου ως «αστήρικτες και αβάσιμες» και απηύθυνε έκκληση στους πολίτες να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις. Καλώντας σε μποϊκοτάζ επιχειρήσεων και ΜΜΕ που στηρίζουν τον Ερντογάν, ο κ. Οζέλ τόνισε χαρακτηριστικά: «Όποιον άδικα φυλακίζει ο Ταγίπ Ερντογάν, τον υπερασπιζόμαστε εμείς σε αυτή την πλατεία, για τη δημοκρατία και την Τουρκία».
Η απάντηση του Ερντογάν
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε το CHP για υποκίνηση βίας στις κινητοποιήσεις. «Παρακολουθήσαμε με έκπληξη τα γεγονότα που πυροδοτήθηκαν μετά την έκκληση του βασικού κόμματος της αντιπολίτευσης να βγει ο κόσμος στους δρόμους», δήλωσε μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στην Άγκυρα. Ο Τούρκος πρόεδρος χαρακτήρισε τις διαδηλώσεις «κίνημα βίας» που οδήγησε σε τραυματισμούς 123 αστυνομικών και καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. «Θα λογοδοτήσουν πολιτικά στο κοινοβούλιο και νομικά στα δικαστήρια», πρόσθεσε.
Χιλιάδες συλλήψεις και εντάσεις στους δρόμους
Σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών Αλί Γερλικαγιά, έχουν ήδη πραγματοποιηθεί συνολικά 1.133 συλλήψεις κατά τις πρώτες πέντε ημέρες των διαδηλώσεων. Ο ίδιος κατηγόρησε μερίδα διαδηλωτών για «τρομοκρατία στους δρόμους» και απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Διπλωματικές επιπτώσεις και αντίκτυπος στις σχέσεις με την ΕΕ
Η σύλληψη του Ιμάμογλου προκάλεσε έντονη διεθνή αντίδραση. Ειδικότερα, αναβλήθηκε η 82η συνάντηση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, καθώς, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση των Ευρωπαίων αξιωματούχων Εμμανουήλ Κεφαλογιάννη, Μελίσσα Καμαρά και Τζοάνα Σόιρινγκ-Βίελγκους, «οι τρέχουσες συνθήκες δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή της συνάντησης». Συζητήσεις για το κράτος δικαίου, την ελευθερία έκφρασης και τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας αναμένεται να επηρεαστούν έντονα από τα πρόσφατα γεγονότα.
Στον απόηχο μίας δύσκολης περιόδου, με τον πρόεδρο Ερντογάν πλέον να μην μπορεί να είναι εκ νέου υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2028 λόγω συνταγματικών περιορισμών μετά τη θητεία του από το 2002, η πολιτική αντιπαράθεση στην Τουρκία αναμένεται να ενταθεί ακόμα περισσότερο. Το πολιτικό τοπίο γίνεται ολοένα και πιο πολωμένο, εντείνοντας τις ανησυχίες για τη σταθερότητα στη χώρα, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Σε μία σημαντική εξέλιξη στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Μόσχας, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία κατέληξαν σε συμφωνία για την αποκατάσταση της πρόσβασης της Ρωσίας στις παγκόσμιες αγορές αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων, μετά από τριήμερες διμερείς συνομιλίες που ολοκληρώθηκαν στις 25 Μαρτίου, στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.
Οι συνομιλίες πραγματοποιήθηκαν υπό τον συντονισμό του διαδόχου του θρόνου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και αποτελούν συνέχεια προηγούμενων επαφών υψηλού επιπέδου μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, οι ΗΠΑ δεσμεύθηκαν να συμβάλλουν στην επαναφορά της Ρωσίας στις διεθνείς αγορές, προκειμένου να διευκολυνθούν οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων και λιπασμάτων. Ειδικότερα, οι Αμερικανοί συμφώνησαν να μειώσουν το κόστος ασφάλισης των πλοίων, καθώς και να βελτιώσουν την πρόσβαση της Ρωσίας σε λιμενικές υποδομές και συστήματα πληρωμών.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συμβάλουν στην αποκατάσταση της πρόσβασης της Ρωσίας στις διεθνείς αγορές για εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση.
Σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας αποτελούν επίσης οι δεσμεύσεις σχετικά με την ασφάλεια στη Μαύρη Θάλασσα. Πιο συγκεκριμένα, οι δύο χώρες συμφώνησαν να «διασφαλίσουν την ασφαλή ναυσιπλοΐα», να «αποτρέψουν τη χρήση βίας» και «να αποφύγουν τη χρήση εμπορικών πλοίων για στρατιωτικούς σκοπούς».
Ωστόσο, παρά τις υποσχέσεις που ανακοινώθηκαν, το Κρεμλίνο ξεκαθάρισε ότι τα συμφωνηθέντα δεν θα υλοποιηθούν χωρίς την άρση συγκεκριμένων κυρώσεων που πλήττουν ιδιαίτερα ευαίσθητους κλάδους της ρωσικής οικονομίας. Οι όροι που θέτει η Ρωσία περιλαμβάνουν επανασύνδεση της τράπεζας Rosselkhozbank και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο διεθνές τραπεζικό σύστημα SWIFT, αναθεώρηση περιορισμών στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και την πρόσβαση ρωσικών πλοίων σε διεθνείς λιμένες, καθώς και την άρση των κυρώσεων σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους τομείς των τροφίμων και λιπασμάτων.
Η Ρωσία διεκδικεί επίσης την επανεκκίνηση των εξαγωγών γεωργικού εξοπλισμού προς τη χώρα, οι οποίες είχαν σταματήσει λόγω των κυρώσεων που επεβλήθησαν από τη Δύση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022.
Οι διαβουλεύσεις στο Ριάντ πραγματοποιούνται στο πλαίσιο ευρύτερων προσπαθειών της κυβέρνησης Τραμπ να συμβάλει στον τερματισμό των συγκρούσεων μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Σημειώνεται πως έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή 30ήμερη διακοπή πληγμάτων σε ενεργειακές εγκαταστάσεις από τις 18 Μαρτίου, η οποία ενδέχεται να παραταθεί, υπό την προϋπόθεση όμως της τήρησης των συμφωνηθέντων από τις δύο πλευρές.
Ο ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου Στιβ Γουίτκοφ υπογράμμισε ότι στόχος των συνομιλιών είναι η επίτευξη «πραγματικής προόδου», ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ασφάλεια της εμπορικής ναυσιπλοΐας στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι Ρώσοι αξιωματούχοι επανειλημμένα έχουν επικρίνει τις δυτικές κυρώσεις ως επιζήμιες για τις αναπτυσσόμενες χώρες, δεδομένου ότι η Ρωσία συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους προμηθευτές αγροτικών αγαθών και λιπασμάτων.
Το επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμο για να φανεί αν οι δεσμεύσεις των δύο κρατών θα εφαρμόζονται στην πράξη και αν θα οδηγήσουν σε ουσιαστική αποκλιμάκωση των εντάσεων και βελτίωση της διεθνούς σταθερότητας. Σημειώνεται, τέλος, ότι και οι δύο πλευρές εξήραν τη συμβολή της Σαουδικής Αραβίας στη διοργάνωση και τη φιλοξενία των κρίσιμων αυτών διαπραγματεύσεων.
Συνεχίζεται αμείωτη η δίωξη των ασκούμενων της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ από τις κινεζικές αρχές, σύμφωνα με νέες αναφορές που είδαν το φως της δημοσιότητας τον Μάρτιο του 2025. Μέσα στους πρώτους δύο μήνες της χρονιάς, τουλάχιστον 136 ασκούμενοι συνελήφθησαν και άλλοι 189 παρενοχλήθηκαν, σύμφωνα με στοιχεία του Minghui, ενός οργανισμού που καταγράφει τις παραβιάσεις εις βάρος αυτής της ομάδας.
Οι τελευταίες γνωστές περιπτώσεις έρχονται να προστεθούν στα χιλιάδες θύματα της εκτεταμένης δίωξης από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), η οποία ξεκίνησε το 1999 και συνεχίζεται αδιάλειπτα έως σήμερα. Η δίωξη αυτή ξεκίνησε όταν το ΚΚΚ προχώρησε απρόσμενα στην απαγόρευση της πρακτικής, την οποία αρχικά προωθούσε λόγω των αυξημένων οφελών της στην πνευματική και σωματική υγεία εκατομμυρίων πολιτών. Ωστόσο, η αυξανόμενη δημοτικότητα της πρακτικής, που αριθμούσε έως και 100 εκατομμύρια ασκούμενους τη δεκαετία του ’90, θεωρήθηκε απειλή από το αθεϊστικό και αυταρχικό καθεστώς της χώρας.
Βίαιες συλλήψεις και ενέσεις με άγνωστες ουσίες
Μία από τις πρόσφατες περιπτώσεις είναι η 73χρονη Σονγκ Χουεϊλάν από την πόλη Τζιαμούσι στα βόρεια της Κίνας. Στις 16 Ιανουαρίου, περισσότεροι από δέκα αστυνομικοί εισέβαλαν βίαια στο σπίτι της γυναίκας, χωρίς ένταλμα, και την συνέλαβαν, αναφέρει το Minghui. Στη συνέχεια, την μετέφεραν σε τοπικό νοσοκομείο και της χορηγήθηκε ένεση με άγνωστες ουσίες, με αποτέλεσμα η υγεία της να επιδεινωθεί σημαντικά, προκαλώντας πόνους στην καρδιά και μεγάλη αδυναμία.
Μετά από μακροχρόνια διώξη άνω των δύο δεκαετιών, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η ηλικιωμένη ασκούμενη αντιμετώπισε τέτοιες μεθόδους. Ήδη από το 2010, κατά τη διάρκεια προηγούμενης κράτησης, της είχαν χορηγηθεί ενέσεις με άγνωστες ουσίες στο Κέντρο Κράτησης Τανγκγιουάν, που είχαν ως αποτέλεσμα την νέκρωση και απώλεια του δεξιού ποδιού της.
Η Σονγκ τότε υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά στην ανώτατη εισαγγελία κατά του πρώην ηγέτη της Κίνας, Τζιανγκ Ζεμίν, καταγγέλλοντας τη βία και τον βασανισμό που δέχτηκε λόγω της πίστης της στο Φάλουν Γκονγκ. Χιλιάδες άλλοι, όπως η Σονγκ, έχουν υποστεί βασανιστήρια, αυθαίρετες συλλήψεις και κράτηση, ενώ αρκετοί είναι εκείνοι για τους οποίους υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι έχουν δολοφονηθεί για να γίνουν θύματα εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων.
Διεθνείς αντιδράσεις και πρωτοβουλίες προστασίας
Στη διεθνή κοινότητα η συνεχιζόμενη αυτή καταστολή δεν έχει περάσει απαρατήρητη. Κυβερνήσεις, θεσμοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκφράζουν έντονη ανησυχία. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη επιβάλει κυρώσεις σε Κινέζους αξιωματούχους, που σύμφωνα με την Ουάσιγκτον εμπλέκονται άμεσα στη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ.
Κατά την πρόσφατη Σύνοδο για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία τον Φεβρουάριο του 2025, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, τόνισε την ανάγκη υπεράσπισης της θρησκευτικής ελευθερίας παγκοσμίως, επισημαίνοντας ότι αυτό αποτελεί «θεμελιώδες ζήτημα αρχών».
Επιπλέον, δύο Αμερικανοί νομοθέτες, ο Γερουσιαστής Τεντ Κρουζ και ο βουλευτής Σκοτ Πέρι, επανεισαγούν στο αμερικανικό Κογκρέσο τη λεγόμενη «Πράξη Προστασίας Φάλουν Γκονγκ», που επιδιώκει την επιβολή συγκεκριμένων κυρώσεων για την καταπολέμηση των καταγγελιών αναφορικά με την εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων στην Κίνα. Ήδη τρεις Πολιτείες των ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει σχετικές νομοθεσίες που περιορίζουν ασφαλιστική κάλυψη σε εγχειρίσεις μεταμόσχευσης οργάνων με προέλευση την Κίνα, ενώ ανάλογα μέτρα εξετάζονται και σε άλλες Πολιτείες.
Η διεθνής πίεση αυξάνεται όλο και περισσότερο, καθώς η κοινή γνώμη ευαισθητοποιείται σε ζητήματα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα. Εντούτοις, το Πεκίνο παραμένει αμετακίνητο στην πολιτική του, συνεχίζοντας την καταστολή με αμείωτη ένταση.
Με την κατάσταση αυτή, οι σχέσεις της Κίνας με τη Δύση επιδεινώνονται περαιτέρω και το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται διαρκώς ένα σημείο τριβής, με σοβαρές επιπτώσεις στο διπλωματικό και πολιτικό περιβάλλον. Τα επόμενα βήματα της διεθνούς κοινότητας θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τη στάση της Κίνας απέναντι στις διεθνείς της υποχρεώσεις αλλά και στο ζήτημα σεβασμού θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η επιδείνωση των διπλωματικών σχέσεων της Κίνας με τον δυτικό κόσμο δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, αλλά τα πρόσφατα περιστατικά απειλών που έχουν στόχο τη διάσημη καλλιτεχνική ομάδα Shen Yun δημιουργούν ιδιαίτερο προβληματισμό. Σε ένα νέο επεισόδιο βίας και εκφοβισμού από το καθεστώς του Πεκίνου, ψεύτικες βομβιστικές απειλές ανάγκασαν την εκκένωση θεάτρου στις Ηνωμένες Πολιτείες λίγο πριν την παράσταση της ομάδας. Αυτή η πρακτική αναδεικνύει τόσο τη στρατηγική της τρομοκράτησης όσο και την έντονη αμηχανία του κινεζικού καθεστώτος όταν έρχεται αντιμέτωπο με την αλήθεια.
Το πρόσφατο περιστατικό, το οποίο καταγράφηκε στο John F. Kennedy Center for the Performing Arts στην Ουάσινγκτον, συνέβη λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα του Shen Yun στις 20 Φεβρουαρίου 2025. Ενώ τελικά αποδείχθηκε ψευδές, το συμβάν αυτό δεν ήταν μεμονωμένο: περισσότερες από εκατό παρόμοιες απειλές έχουν πραγματοποιηθεί σε δεκάδες πόλεις ανά τον κόσμο. Θέατρα σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν λάβει απειλητικά μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσπαθώντας να αναγκάσουν σε ακύρωση των παραστάσεων.
Την ίδια άποψη συμμερίζεται ο Μαρκ Τόμας, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο La Salle, ο οποίος χαρακτήρισε τις ενέργειες αυτές του κινεζικού καθεστώτος «απλώς απαράδεκτες» και «εντελώς αποτρόπαιες». Έχοντας ο ίδιος παρακολουθήσει την παράσταση, ο κ. Τόμας αναφέρθηκε σε αυτήν ως ένα ειρηνικό και θεραπευτικό καλλιτεχνικό γεγονός που παρουσιάζει την αυθεντική κινεζική κουλτούρα και ιστορία πριν τον κομμουνισμό.
Η αντίθεση του κινεζικού καθεστώτος δεν προξενεί έκπληξη. Το Shen Yun δεν είναι μόνο μια ομάδα αποτελούμενη από σπουδαίους χορευτές και μουσικούς – είναι επίσης ένα ισχυρό μήνυμα προς τον κόσμο, που εκθέτει το αυταρχικό πρόσωπο του Πεκίνου, αποκαλύπτοντας μεταξύ άλλων και τις πρακτικές βασανισμού που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα απέναντι στους των ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ. Η κινεζική κυβέρνηση, λοιπόν, βλέπει στο Shen Yun ως άμεση απειλή για την εικόνα της, αντιδρώντας σκληρά και με κάθε μέσο για να παρεμποδίσει παραστάσεις και να εκφοβίσει το κοινό.
Εκτός από τις απειλές για βόμβες, οι πιέσεις έχουν πάρει και άλλες μορφές: οικονομικές πιέσεις σε θέατρα, άσκηση διπλωματικής επιρροής και βανδαλισμός σε μέσα μεταφοράς της ομάδας είναι μερικές από τις τακτικές εκφοβισμού που χρησιμοποιεί το Πεκίνο. Μόνο την τελευταία διετία παρατηρείται έξαρση αυτών των επεισοδίων, μέρος μιας ευρύτερης εκστρατείας παραπληροφόρησης και λογοκρισίας που έχει διαταχτεί από την ηγεσία του ΚΚΚ, υπό τις οδηγίες του Σι Τζινπίνγκ, όπως αναφέρθηκε σε πρόσφατες αναφορές των ΜΜΕ.
Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι άξια αναφοράς η γενναία στάση του Shen Yun: συνεχίζει το καλλιτεχνικό του έργο, φιλοδοξώντας να διαδώσει έναν πολύ σημαντικό πολιτιστικό και ανθρωπιστικό λόγο ανά τον κόσμο. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τόμας, «Η τέχνη είναι ένας από τους ελάχιστους ειρηνικούς χώρους που μας έχει απομείνει, και πρέπει όλοι να την προστατεύσουμε».
Το Shen Yun, λοιπόν, με τη δύναμη της καλλιτεχνικής έκφρασης, επιτυγχάνει να αναδεικνύει θέματα που άλλως θα παρέμεναν κρυφά στον υπόλοιπο κόσμο. Ταυτόχρονα, οι απαράδεκτες ενέργειες της κινεζικής κυβέρνησης αποτελούν μια θλιβερή υπενθύμιση του πόσο εύκολα η πολιτική καταπίεση μπορεί να στραφεί ακόμα και απέναντι στην ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία.
Η διεθνής κοινότητα έχει την ευθύνη να προστατεύσει την τέχνη και να σταθεί αποφασιστικά απέναντι στις εκστρατείες εκφοβισμού που υπονομεύουν θεμελιώδεις ελευθερίες και τη δημοκρατία. Το Shen Yun παραμένει μια ισχυρή υπενθύμιση ότι η τέχνη μπορεί πράγματι να νικήσει την καταπίεση και να μεταφέρει ένα πολύτιμο μήνυμα ελπίδας και ειρήνης.
Μία επίμονη εκστρατεία κυβερνοκατασκοπείας, προερχόμενη πιθανότατα από την Κίνα, είχε επιτυχώς διεισδύσει επί τέσσερα και πλέον χρόνια στο δίκτυο μεγάλης ασιατικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών, αναφέρει έκθεση που δημοσιοποίησε τη Δευτέρα η εταιρεία κυβερνοασφάλειας Sygnia.
Η συγκεκριμένη έκθεση εντοπίζει ως υπεύθυνο των παραβιάσεων μία ομάδα κακόβουλων παραγόντων, γνωστή με την επωνυμία «Weaver Ant». Η ομάδα φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της τετραετούς παρουσίας της στο δίκτυο επέδειξε τη δυνατότητα συνεχούς πρόσβασης και συλλογής ευαίσθητων δεδομένων, αξιοποιώντας εξελιγμένα εργαλεία, μεταξύ άλλων τα λεγόμενα «web shells». Πρόκειται για ειδικά σχεδιασμένες εντολές κειμένου που επιτρέπουν στους επιτιθέμενους να ελέγχουν τους υπολογιστές-στόχους χωρίς τη χρήση γραφικού περιβάλλοντος.
H Sygnia αναφέρθηκε σε δύο τύπους τέτοιων εργαλείων που εντοπίστηκαν στο δίκτυο της εταιρείας: ένα γνωστό από το 2013 με την ονομασία «China Chopper» και μία νέα παραλλαγή, που η Sygnia ονόμασε «INMemory», η οποία ενεργοποιεί την εκτέλεση κακόβουλων εντολών απευθείας στη μνήμη των υπολογιστών.
Χαρακτηριστικό της ομάδας Weaver Ant είναι ότι επέλεγε να επιχειρεί κυρίως τις καθημερινές, στη ζώνη ώρας GMT+8 (η οποία περιλαμβάνει την Κίνα), αποφεύγοντας σαββατοκύριακα και τοπικές εορτές, στοιχείο που ενισχύει τη θεωρία περί οργανωμένης, κρατικών συμφερόντων οντότητας.
Όπως διαπίστωσε η Sygnia, οι κακόβουλοι δράστες εξασφάλισαν αρχικά πρόσβαση μέσω συμβιβασμένων δρομολογητών της εταιρείας Zyxel, οι οποίοι είναι διαδεδομένοι σε δίκτυα τηλεπικοινωνιακών εταιρειών της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι δρομολογητές αυτοί κατασκευάζονται στην Ταϊβάν, και έχουν επανειλημμένως προσελκύσει το ενδιαφέρον κινεζικών ομάδων προχωρημένων επίμονων απειλών (Advanced Persistent Threats, APTs).
Η ανακάλυψη αυτής της διείσδυσης έγινε όταν η Sygnia έλαβε προειδοποίηση για ύποπτες δραστηριότητες ενός λογαριασμού που είχε ήδη απενεργοποιηθεί κατά προηγούμενη απόπειρα του θύματος να περιορίσει τις ενέργειες των εισβολέων. Ο εν λόγω λογαριασμός ενεργοποιήθηκε εκ νέου μέσω ενός «service account», δηλαδή μίας αυτοματοποιημένης υπηρεσίας υψηλής προνομιακής πρόσβασης που εκτελεί συγκεκριμένες λειτουργίες στο δίκτυο.
Η συγκεκριμένη εκστρατεία είχε τόσο μεγάλη διάρκεια και επιμονή που, παρά τις πολλαπλές απόπειρες εξουδετέρωσης, οι χάκερ κατάφερναν να παραμένουν στο σύστημα. Μάλιστα, ακόμη και μετά την ανακάλυψη των δραστηριοτήτων τους από τη Sygnia, η ομάδα «Weaver Ant» πραγματοποίησε νέες απόπειρες να ανακτήσει τον έλεγχο του δικτύου.
Ιδιαίτερη πρόκληση για τους ειδικούς κυβερνοασφάλειας αποτέλεσαν οι τεχνικές αποφυγής ανίχνευσης που χρησιμοποιούσαν οι επιτιθέμενοι. Ειδικότερα, η χρήση στρατηγικά επιλεγμένων λέξεων-κλειδιών όπως «password» και «key», ενεργοποιούσε την αυτόματη απόκρυψη δεδομένων του firewall καθιστώντας δύσκολη τη διερεύνηση των στοιχείων που είχαν υποκλαπεί.
Η ανακάλυψη έρχεται να προστεθεί σε αναφορές μεγάλων εταιρειών κυβερνοασφάλειας, όπως η CrowdStrike και η Mandiant, οι οποίες πρόσφατα προειδοποίησαν για αύξηση των διαδικτυακών επιχειρήσεων κινεζικών ομάδων που αξιοποιούν τεχνητή νοημοσύνη και παρωχημένο λογισμικό στους δρομολογητές για την επίτευξη εισόδου σε ευαίσθητα δίκτυα και δεδομένα.
Η δημοσιοποίηση της συγκεκριμένης υπόθεσης έχει ευρύτερες συνέπειες, καθώς αποκαλύπτει ότι οι υποδομές τηλεπικοινωνιών της Ασίας — και πιθανώς ευρύτερα — αποτελούν στόχο μαζικών, άριστα οργανωμένων προγραμμάτων κυβερνοκατασκοπείας, με πιθανές γεωστρατηγικές προεκτάσεις.
Η Sygnia ανακοίνωσε ότι συνεχίζει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και τις ενέργειες της ομάδας Weaver Ant, η οποία αναμένεται να προσπαθήσει να διεισδύσει εκ νέου στα συστήματα της εταιρείας-στόχου. Αναλυτική έκθεση από τη Sygnia θα περιγράφει τη νέα μέθοδο δράσης και τα νέα εργαλεία της επίμονης και άριστα οργανωμένης ομάδας Weaver Ant.