Τρίτη, 14 Οκτ, 2025

Αισιόδοξη η Νότια Κορέα για τις εμπορικές συνομιλίες με ΗΠΑ εν μέσω τελωνειακών εντάσεων

Με θετικές προσδοκίες προσέρχεται η Σεούλ στις επικείμενες εμπορικές συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τον υπηρεσιακό πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Χαν Ντουκ-σου. Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου την Τρίτη, ο κ. Χαν τόνισε πως οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση σε μια αμοιβαία επωφελή σχέση ανάμεσα στα δύο κράτη.

Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε στις αρχές του μήνα στην επιβολή δασμών 25% στις εισαγωγές από τη Νότια Κορέα, εφαρμόζοντας το μέτρο προσωρινά με τρίμηνη αναστολή. Ωστόσο, οι δασμοί στους τομείς αυτοκινήτων και χάλυβα παραμένουν αμετάβλητοι στο ίδιο επίπεδο.

Η συνάντηση, που θα πραγματοποιηθεί κατόπιν πρωτοβουλίας της Ουάσιγκτον στις 24 Απριλίου, θα διεξαχθεί στην αμερικανική πρωτεύουσα, όπως έγινε γνωστό. Αναχωρώντας για τις ΗΠΑ, ο Κορεάτης υπουργός Οικονομικών Τσόι Σανγκ-μοκ υπογράμμισε ότι στόχος του είναι να «ανοίξει την πόρτα» σε διάλογο που θα ενδυναμώσει τη συμμαχία Σεούλ-Ουάσιγκτον.

Στην κορεατική αντιπροσωπεία θα συμμετέχει και ο υπουργός Βιομηχανίας, Άν Ντουκ-γκεν, ενώ τις ΗΠΑ θα εκπροσωπήσουν ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο αντιπρόσωπος εμπορίου Τζέιμισον Γκριρ.

Συνομιλίες για αμοιβαίες εξαιρέσεις ή μειώσεις δασμών, ειδικά στους τομείς αυτοκινήτου και χάλυβα, θα βρεθούν στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων, όπως ανακοίνωσε το κορεατικό υπουργείο Βιομηχανίας. «Δεδομένου ότι οι βιομηχανίες μας είναι στενά συνδεδεμένες, επιδιώκουμε λύσεις αμοιβαίου κέρδους και όχι συγκρουσιακές πολιτικές δασμών,» δήλωσε ο κ. Άν.

«Θα ανταποκριθούμε με εγρήγορση και με στενή επικοινωνία με την αμερικανική πλευρά, ώστε να περιοριστεί ο αντίκτυπος στις εταιρείες μας,» πρόσθεσε το υπουργείο, διευκρινίζοντας πως η τελική ατζέντα των συνομιλιών απομένει να οριστικοποιηθεί.

Σταθερότητα επικράτησε στο χρηματιστήριο της Σεούλ, καθώς οι επενδυτές παρέμειναν επιφυλακτικοί ενόψει των κρίσιμων επαφών με τις ΗΠΑ. Ο δείκτης KOPSI έκλεισε με οριακή πτώση 1,78 μονάδων ή 0,07%, στις 2.486,64 μονάδες.

Η οικονομία της Νότιας Κορέας παραμένει ευάλωτη απέναντι στο ενδεχόμενο εμπορικών απωλειών λόγω της υψηλής εξάρτησης από τις εξαγωγές, με κυριότερες αυτές των ενσωματωμένων κυκλωμάτων, των οχημάτων και εξαρτημάτων, των διυλισμένων πετρελαιοειδών και των πλοίων, όπως αναφέρεται από το Παρατηρητήριο Οικονομικής Πολυπλοκότητας.

Ο κ. Χαν παραδέχθηκε τη Δευτέρα πως η διαπραγματευτική διαδικασία με την αμερικανική πλευρά «δεν θα είναι εύκολη». Ο πρόεδρος Τραμπ έχει εντάξει και το ζήτημα του καταμερισμού του κόστους παραμονής των αμερικανικών δυνάμεων στη Νότια Κορέα στο ευρύτερο πακέτο των διαπραγματεύσεων, κάτι που σύμφωνα με Κορεάτες αξιωματούχους δεν αποτελεί θέμα συζήτησης. Αντίθετα, η συνεργασία στη ναυπηγική θεωρείται για τη Σεούλ «ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί», ενώ ανοιχτό παραμένει και το ενδεχόμενο συμμετοχής σε ενεργειακό πρόγραμμα στην Αλάσκα.

Σε συνέντευξή του στους Financial Times, o υπηρεσιακός πρόεδρος Χαν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης του συμφώνου κατανομής κόστους, ανάλογα με την πορεία των συνομιλιών, διευκρινίζοντας παράλληλα πως δεν προτίθεται να εισέλθει σε «αντεπίθεση» έναντι των δασμών Τραμπ, λόγω του μεγάλου ιστορικού χρέους της χώρας του προς τις ΗΠΑ. «Ο ρόλος της Αμερικής υπήρξε καταλυτικός στη μετεξέλιξη της Νότιας Κορέας,» τόνισε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Χαν ανέλαβε υπηρεσιακός πρόεδρος μετά την αποπομπή του Γιουν Σουκ-γιόλ από το Συνταγματικό Δικαστήριο, έπειτα από φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος πέρυσι. Ο Γιουν είχε αιφνιδιάσει με νυχτερινή κήρυξη στρατιωτικού νόμου, θέλοντας, όπως υποστήριξε, να πατάξει «αντικρατικά» στοιχεία. Τελικά, αναγκάστηκε να άρει το διάταγμα έξι ώρες αργότερα, όταν εργαζόμενοι της Βουλής οχυρώθηκαν εντός του κτιρίου και εμπόδισαν –με καναπέδες!– την είσοδο στρατιωτών ειδικών δυνάμεων, οι οποίοι έσπασαν παράθυρα για να εισβάλουν στην αίθουσα, όπου και απορρίφθηκε το στρατιωτικό διάταγμα.

Τη 3η Ιουνίου ορίστηκε να διεξαχθούν οι πρόωρες γενικές εκλογές για την ανάδειξη νέου προέδρου, ενώ ο Γιουν εξακολουθεί να βρίσκεται υπόδικος αντιμετωπίζοντας βαριές κατηγορίες στασιασμού, οι οποίες επισύρουν ακόμα και τη θανατική ποινή. Ο ίδιος πάντως αρνείται ότι η κήρυξη στρατιωτικού νόμου συνιστούσε απόπειρα πραξικοπήματος.

Αυστηροποιεί τους ελέγχους στις ΜΚΟ η Σλοβακία

H σλοβακική κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Ρόμπερτ Φίτσο, προχώρησε σε αυστηρότερη ρύθμιση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ), ρίχνοντας λάδι στη φωτιά μιας ήδη τεταμένης σχέσης με τον χώρο της κοινωνίας των πολιτών. Ο Φίτσο κατηγόρησε δημόσια τις ΜΚΟ ότι σχεδιάζουν να εντείνουν τις διαδηλώσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής, προσδίδοντάς τους ενεργό πολιτικό ρόλο.

Στις 16 Απριλίου, το κοινοβούλιο της Σλοβακίας ψήφισε νέους, αυστηρούς κανόνες που επιβάλλουν στις ΜΚΟ λεπτομερή δημοσίευση της λίστας των δωρητών τους, καθώς και αναλυτικές καταστάσεις με τα ονόματα των στελεχών τους. Για διοικητικά λάθη προβλέπονται πλέον αυστηρά πρόστιμα, γεγονός που έχει ξεσηκώσει ανησυχίες στον κλάδο.

Οι ίδιες οι οργανώσεις χαρακτηρίζουν το νέο θεσμικό πλαίσιο ως «ρωσικό νόμο», επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση επιχειρεί να φιμώσει τους επικριτές της από τον χώρο της κοινωνίας των πολιτών. Συχνές είναι οι παρομοιώσεις του πρωθυπουργού Φίτσο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ ο ίδιος δεν έχει κρύψει ποτέ την απέχθειά του προς όσες ΜΚΟ χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό και ειδικά από το Ίδρυμα του ουγγρο-αμερικανού δισεκατομμυριούχου Τζορτζ Σόρος.

Επαναλαμβάνοντας τις κατηγορίες του, ο Φίτσο ισχυρίστηκε ότι οι ΜΚΟ ετοιμάζουν μαζικές αντιδράσεις για να πιέσουν την κυβέρνηση. Οι οργανώσεις, ωστόσο, διαψεύδουν κατηγορηματικά τα παραπάνω. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρίτσαρντ Γκλουκ, βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος SMER-SSD, «οι ΜΚΟ αποτελούν μια γκρί ζώνη· κάνουν πολιτική, χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό, και κανείς δεν γνωρίζει πού πάνε τα χρήματα αυτά».

Η κυβέρνηση είχε εξετάσει ακόμη πιο δραστικές αλλαγές, όπως το να χαρακτηρίσει τις ΜΚΟ «οργανώσεις με ξένη χρηματοδότηση» κατά τα πρότυπα της Ρωσίας και της Γεωργίας – κάτι που προκάλεσε άμεση αντίδραση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόσθετες ρυθμίσεις, όπως ο χαρακτηρισμός στελεχών ΜΚΟ που συναντούνται με πολιτικούς ως «λομπίστες» και η δυνατότητα του υπουργείου Εσωτερικών να διαλύει οργανώσεις για διοικητικά σφάλματα, απορρίφθηκαν τελικά, κατόπιν διαφωνιών μεταξύ των ίδιων των συμμάχων του Φίτσο στο κοινοβούλιο.

Οι ΜΚΟ θεωρούν ότι το νέο καθεστώς επιδιώκει τον εκφοβισμό τους και ανοίγει νομικές «τρύπες» που μπορεί να παραβιάζουν συνταγματικά δικαιώματα και αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως τόνισε η Καταρίνα Μπατκόβα, διευθύντρια της Via Iuris και γνωστή υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «τον λέμε ρωσικό νόμο, όχι επειδή είναι πιστό αντίγραφο, αλλά επειδή αντλεί έμπνευση από τη Ρωσία και κινείται σε πλήρη αντίθεση με το σύνταγμα και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Ο βασικός του στόχος είναι σαφής: στοχοποίηση και περιορισμός της δράσης των πολιτών».

Ο Συνήγορος των Δικαιωμάτων του Πολίτη, Ρόμπερτ Ντομπροβότσκι, όσο και ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Μάικλ Ο’ Φλάχερτι, κάλεσαν τους βουλευτές στη Μπρατισλάβα να επανεξετάσουν τον νέο νόμο.

Η πρωτοβουλία της σλοβακικής κυβέρνησης εντάσσεται σε ένα ευρύτερο κύμα αυστηρότερων ελέγχων στις ΜΚΟ σε όλη την Ευρώπη, με την προσοχή να εστιάζεται στη διαφάνεια στη χρηματοδότηση αλλά και στον ρόλο που διαδραματίζουν σε κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Στη Γεωργία, τη ίδια ημέρα, το κοινοβούλιο ενέκρινε νόμο που απαγορεύει στις ξένες δωρητές να παρέχουν επιχορηγήσεις χωρίς κρατική έγκριση, ένα μέτρο που πολλοί χαρακτηρίζουν ως χτύπημα στη φιλοδυτική αντιπολίτευση.

Αντίστοιχα, στην Ουγγαρία, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν έχει εκφράσει ανοιχτά δυσπιστία προς τις ΜΚΟ, προειδοποιώντας ότι θα λάβει σκληρά νομικά μέτρα εναντίον όσων χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό – συνοψίζοντας με τη φράση πως κάθε ξένο κεφάλαιο που επηρεάζει τα ουγγρικά πολιτικά πράγματα οφείλει να γίνεται γνωστό δημοσίως.

 

ΕΕ: Πρόταση επιτάχυνσης της εξέτασης αιτημάτων ασύλου για υπηκόους 7 χωρών

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε στις 16 Απριλίου την επίσπευση της εξέτασης αιτημάτων ασύλου από υπηκόους επτά χωρών, των οποίων οι αιτήσεις σπανίως γίνονται δεκτές, με στόχο την ταχύτερη επιστροφή τους στις χώρες προέλευσης.

Συγκεκριμένα, η Κομισιόν πρότεινε να χαρακτηριστούν ως «ασφαλείς τρίτες χώρες» το Μπανγκλαντές, η Κολομβία, το Μαρόκο, η Τυνησία, η Αίγυπτος, η Ινδία και το Κοσσυφοπέδιο. Σύμφωνα με την πρόταση, οι αιτήσεις ασύλου από πολίτες των χωρών αυτών θα εξετάζονται εντός τριών μηνών, αντί για το σημερινό χρονικό πλαίσιο των έξι μηνών.

Περισσότεροι από 200.000 υπήκοοι των εν λόγω χωρών υπέβαλαν αιτήσεις ασύλου εντός της ΕΕ το 2023.

Η πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης μεταρρύθμισης του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, που εγκρίθηκε από τα κράτη-μέλη τον Μάιο του 2024. Οι νέοι κανόνες στοχεύουν στην αντιμετώπιση των χρόνιων δυσλειτουργιών και διχασμών που προκάλεσε η προσφυγική κρίση του 2015, όταν πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα έφθασαν στην Ευρώπη λόγω των συγκρούσεων στη Συρία και το Ιράκ.

Ωστόσο, η πλήρης εφαρμογή των νέων κανονισμών δεν αναμένεται πριν τον Ιούνιο του 2026. Έως τότε, η Κομισιόν επιδιώκει την επιτάχυνση των διαδικασιών, περιλαμβανομένων των απελάσεων, ώστε να αποσυμφορηθούν οι δομές φιλοξενίας και να μετριαστεί η κοινωνική πίεση.

Ο Επίτροπος Μετανάστευσης της ΕΕ, Μάγκνους Μπρούνερ, δήλωσε: «Πολλά κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν σημαντικό όγκο εκκρεμών αιτήσεων ασύλου, οπότε οτιδήποτε μπορεί να συμβάλει στην επιτάχυνση των αποφάσεων είναι καθοριστικό. Οι διατάξεις του Συμφώνου για τα ποσοστά αναγνώρισης και η εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς χώρας καταγωγής μπορούν να βοηθήσουν στην ταχύτερη επεξεργασία, διασφαλίζοντας πάντοτε ότι κάθε αίτηση αξιολογείται εξατομικευμένα και υπόκειται σε έλεγχο από τα εθνικά δικαστήρια.»

Η πρόταση πρέπει ακόμη να εγκριθεί από τα κράτη-μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στο πλαίσιο της ίδιας πρότασης, προτείνεται να επισπεύδεται η εξέταση αιτήσεων ασύλου και για πολίτες χωρών που έχουν υποβάλει αίτηση ένταξης στην ΕΕ, όπως η Αλβανία, η Βοσνία, η Γεωργία, η Μολδαβία, το Μαυροβούνιο, τα Σκόπια, η Σερβία και η Τουρκία. Επιπλέον, τα κράτη-μέλη θα μπορούν να εφαρμόζουν ταχείες διαδικασίες για αιτήσεις από χώρες με ποσοστά αναγνώρισης διεθνούς προστασίας κάτω του 20%. Για τις επτά χώρες που προτείνεται να χαρακτηριστούν «ασφαλείς τρίτες», το ποσοστό αυτό είναι κάτω του 5%.

Η Χένα Βίρκουνεν, αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρμόδια για την τεχνολογική κυριαρχία, την ασφάλεια και τη δημοκρατία, δήλωσε: «Η επιτάχυνση και η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών ασύλου αποτελεί βασικό στόχο του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που συμφωνήθηκε πέρυσι. Με τη σημερινή πρόταση προχωράμε στην εφαρμογή των κρίσιμων διατάξεων, δίνοντας στα κράτη-μέλη περισσότερα εργαλεία για να επιταχύνουν την επεξεργασία αιτήσεων.»

Ωστόσο, οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα εξέφρασαν ανησυχία. Ο Χουσεΐν Μπαουμί, ειδικός εξωτερικής πολιτικής της Διεθνούς Αμνηστίας στις Βρυξέλλες, προειδοποίησε ότι η έννοια των ασφαλών χωρών μπορεί να οδηγήσει σε διακρίσεις εις βάρος αιτούντων βάσει της εθνικότητάς τους και να υποβαθμίσει την ατομική αξιολόγηση κάθε υπόθεσης.

Ο ίδιος τόνισε: «Η ΕΕ οφείλει να διασφαλίσει ότι λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ευάλωτες ομάδες σε κάθε χώρα, όπως πολιτικοί αντίπαλοι, ΛΟΑΤΚΙ, δημοσιογράφοι και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ παράλληλα πρέπει να ενισχυθεί ο διάλογος με τις συγκεκριμένες χώρες για την αντιμετώπιση ζητημάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το μεταναστευτικό παραμένει θέμα αιχμής για πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με κόμματα που υιοθετούν αυστηρότερες θέσεις να ενισχύονται σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, παρά το γεγονός ότι οι παράνομες αφίξεις στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 38% το 2024.

Αρκετές χώρες προχώρησαν σε αυστηροποίηση των πολιτικών τους: η Πολωνία επέβαλε αυστηρότερους περιορισμούς για αιτούντες που εισέρχονται από τα ανατολικά σύνορά της, ενώ η Γερμανία επανεκκίνησε απελάσεις προς το Αφγανιστάν και τη Συρία μετά από σειρά βίαιων περιστατικών που αποδόθηκαν σε παράτυπους μετανάστες.

Σε διαφορετική κατεύθυνση κινήθηκε η Ιταλία, ξεκινώντας πρόγραμμα κράτησης παράνομων μεταναστών σε εγκαταστάσεις στην Αλβανία — σχέδιο που μέχρι στιγμής σκοντάφτει σε νομικές αντιπαραθέσεις.

Το Σουδάν σε χάος: Οι αντάρτες κηρύσσουν αντίπαλη κυβέρνηση μετά από δύο χρόνια εμφυλίου πολέμου

Αντίπαλη κυβέρνηση ίδρυσαν οι Σουδανοί αντάρτες των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF), δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα του καταστροφικού εμφυλίου πολέμου, που έχει διαλύσει τη χώρα.

Ο επικεφαλής των RSF, Μοχάμεντ Χαμντάν «Χεμεντί» Νταγκάλο, δήλωσε ότι το κίνημα στοχεύει στη δημιουργία ενός κράτους «δικαίου και θεσμών» και όχι στην κυριαρχία ενός ατόμου.

Σε δήλωσή του που δημοσιεύθηκε μέσω της πλατφόρμας Telegram, ο Χεμεντί υποστήριξε ότι το σχέδιο των RSF προσφέρει τη «μοναδική ρεαλιστική λύση» για τη χώρα.

«Δεν επιδιώκουμε κυριαρχία, αλλά ενότητα. Θεωρούμε ότι καμία φυλή, περιοχή ή θρησκεία δεν κατέχει την αποκλειστικότητα της σουδανικής ταυτότητας», πρόσθεσε.

Επιπλέον, ανέφερε ότι οι RSF και άλλες συμμαχικές ομάδες υπέγραψαν μεταβατικό Σύνταγμα, το οποίο χαρακτήρισε «οδικό χάρτη για ένα νέο Σουδάν». Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία ενός 15μελούς προεδρικού συμβουλίου, με εκπροσώπους από όλες τις περιοχές της χώρας ως σύμβολο μιας εθελοντικής ενότητας.

Διεθνείς εκκλήσεις για κατάπαυση πυρός

Η διακήρυξη του Χεμεντί ήρθε μια ημέρα μετά από τη δημοσίευση ανακοίνωσης των υπουργών Εξωτερικών του G7, οι οποίοι ζήτησαν την άμεση και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός. Οι υπουργοί καταδίκασαν τις επιθέσεις των RSF κατά αμάχων και εξέφρασαν έντονη αποδοκιμασία για τις «θηριωδίες και τις σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που συμβαίνουν στη χώρα.

Την ίδια ημέρα, οι ΗΠΑ καταδίκασαν επίσης τις επιθέσεις των RSF σε προσφυγικούς καταυλισμούς στο Βόρειο Νταρφούρ. Η εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, Τάμι Μπρους, δήλωσε: «Ανησυχούμε βαθύτατα από τις καταγγελίες ότι οι RSF έχουν σκοπίμως στοχοποιήσει αμάχους και οργανώσεις ανθρωπιστικής βοήθειας στα στρατόπεδα Ζάμζαμ και Αμπού Σουκ».

Ο ΟΗΕ επιβεβαίωσε ότι περίπου 400.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν το στρατόπεδο Ζάμζαμ τις τελευταίες ημέρες. Ο εκπρόσωπος Στεφάν Ντουζαρίκ δήλωσε πως «ένοπλες ομάδες ελέγχουν πλέον το στρατόπεδο και περιορίζουν την κίνηση όσων απέμειναν, ιδιαίτερα των νεότερων».

Ανθρωπιστική τραγωδία και εγκλήματα πολέμου

Ο εμφύλιος ξέσπασε τον Απρίλιο του 2023 εξαιτίας των εντάσεων και διαφωνιών ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις του Σουδάν και τις παραστρατιωτικές δυνάμεις RSF, οδηγώντας τη χώρα σε βαθιά ανθρωπιστική κρίση.

Μέχρι σήμερα έχουν σκοτωθεί δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, εκατομμύρια έχουν γίνει πρόσφυγες, ενώ ολόκληρες περιοχές όπως το Νταρφούρ έχουν υποστεί τρομακτικές καταστροφές. Με τον πόλεμο να εισέρχεται στον τρίτο του χρόνο, σχεδόν ο μισός πληθυσμός των 50 εκατομμυρίων ανθρώπων αντιμετωπίζει πείνα και λιμό. Το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Τροφίμων (WFP) επιβεβαίωσε την ύπαρξη πείνας σε δέκα περιοχές που κινδυνεύει να εξαπλωθεί σύντομα.

«Αυτή η φρικτή σύγκρουση διαρκεί δύο χρόνια περισσότερο απ’ ό,τι θα ‘πρεπε», δήλωσε ο Κασίφ Σαφίκ της Relief International Sudan, η μόνη ανθρωπιστική οργάνωση που εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στο στρατόπεδο Ζάμζαμ. Εννέα μέλη της σκοτώθηκαν κατά την επίθεση των RSF.

Ο ΟΗΕ παράλληλα προειδοποίησε ότι ο βιασμός χρησιμοποιείται πλέον συστηματικά ως εργαλείο πολέμου. Η Άννα Μουταβέτι από τα Ηνωμένα Έθνη ανακοίνωσε πως η ζήτηση βοήθειας για θύματα σεξουαλικής βίας έχει αυξηθεί κατά 288%, επισημαίνοντας πως η βία αυτή αποτελεί πλέον οργανωμένη πρακτική των αντιμαχόμενων πλευρών.

Κατηγορίες για εξωτερικές παρεμβάσεις

Ο πόλεμος έχει πλέον πάρει διεθνείς διαστάσεις, καθώς το Σουδάν έχει κατηγορήσει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ότι προμηθεύουν με όπλα τους RSF, μια καταγγελία που οδήγησε την κυβέρνηση του Χαρτούμ να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τα Εμιράτα αρνούνται τις κατηγορίες και απαιτούν να αποσυρθούν.

Σε διεθνή διάσκεψη στο Λονδίνο με σκοπό την αντιμετώπιση της κρίσης, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντέιβιντ Λάμι τόνισε την ανάγκη προστασίας των αμάχων και της ανθρωπιστικής πρόσβασης. Αντίστοιχα, η ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες χώρες δεσμεύθηκαν για επιπλέον ανθρωπιστική βοήθεια ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

«Κάθε στιγμή που καθυστερούμε, περισσότερες ζωές κινδυνεύουν», υπογράμμισε ο Λάμι. «Η ανθρωπότητα πρέπει τελικά να επικρατήσει».

Αδιέξοδο στο κοινοβούλιο του Κοσόβου απειλεί με νέα πολιτική κρίση

Την Τρίτη ακυρώθηκε αιφνιδιαστικά η εναρκτήρια συνεδρίαση του νεοεκλεγέντος κοινοβουλίου του Κοσόβου, έπειτα από την αποτυχία των βουλευτών να επικυρώσουν τις εντολές τους και να ορίσουν νέα ηγεσία.

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, υπό την προεδρία του γηραιότερου βουλευτή, Αβνί Ντεχάρι, δεν εγκρίθηκε η έκθεση της αρμόδιας επιτροπής για την επαλήθευση των εντολών και της απαιτούμενης απαρτίας.

Παρόλο που στην αίθουσα βρίσκονταν 119 από τους συνολικά 120 βουλευτές, η ψηφοφορία για την επικύρωση των εντολών τους, όπως προβλέπεται από την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, απέτυχε να συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία. Οι ψήφοι ήταν 52 υπέρ, 46 κατά, ενώ 11 βουλευτές απείχαν, όπως ανέφεραν τοπικά μέσα και η Sarajevo Times.

Το περιστατικό αυτό αναμένεται να οδηγήσει τη χώρα σε μία παρατεταμένη περίοδο νομικών και πολιτικών διεργασιών, πριν καταστεί δυνατός ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης.

Μετά από μια σύντομη καθυστέρηση στην έναρξη της διαδικασίας, η αντιπολίτευση καταψήφισε επίσης την έκθεση που θα ξεκαθάριζε αν ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Άλμπιν Κούρτι και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ενήργησαν σύννομα και σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, καθώς δεν είχαν υποβάλει άμεσα την παραίτησή τους μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου.

Η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση είχε ως αποτέλεσμα το αριστερό κίνημα «Αυτοδιάθεση» (Vetevendosje!) του Κούρτι να κερδίσει 48 από τις 120 έδρες, αρκετά μακριά από την απαιτούμενη απόλυτη πλειοψηφία, σημειώνοντας σημαντική πτώση από το 2021, όταν είχε εξασφαλίσει 58 έδρες.

Μολονότι το κόμμα του Κούρτι κατέθεσε την απαιτούμενη από το Σύνταγμα δήλωση παραίτησης την Τρίτη, η εναρκτήρια συνεδρίαση ματαιώθηκε και ο προσωρινός πρόεδρος του κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι θα γίνουν διαβουλεύσεις με την πρόεδρο του Κοσόβου, Βιόσα Οσμάνι, για τα επόμενα βήματα.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κοσόβου, τα μέλη της υπηρεσιακής κυβέρνησης πρέπει να παραιτηθούν των καθηκόντων τους, ώστε να αναλάβουν κανονικά τις νέες κοινοβουλευτικές τους θέσεις και να προχωρήσει ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης.

Μόλις επικυρωθούν οι εντολές των βουλευτών και εκλεγεί η νέα ηγεσία του Σώματος, η πρόεδρος Οσμάνι θα ζητήσει από το κοινοβούλιο να εγκρίνει τον Άλμπιν Κούρτι, τον οποίο έχει ήδη ορίσει ως υποψήφιο πρωθυπουργό το Vetevendosje!.

Για να σχηματίσει κυβέρνηση, ο κ. Κούρτι χρειάζεται απλή πλειοψηφία 61 βουλευτών, έχει όμως ήδη απορρίψει κάθε συνεργασία με τα άλλα μεγάλα κόμματα: το Δημοκρατικό Κόμμα Κοσόβου (PDK) με 24 έδρες, τη συντηρητική Δημοκρατική Ένωση Κοσόβου (LDK) με 20 έδρες, αλλά και τη δεξιά Συμμαχία για το Μέλλον του Κοσόβου (AAK) που εξασφάλισε 8 έδρες. Και τα τρία κόμματα έχουν επίσης αποκλείσει την οποιαδήποτε συνεργασία με την «Αυτοδιάθεση».

Ως εκ τούτου, οι επιλογές του Κούρτι περιορίζονται στους 10 βουλευτές από τις μειονότητες (πλην των Σέρβων), κάτι που όμως και πάλι δεν του δίνει παρά μόνο 58 συνολικά ψήφους, τουλάχιστον τρεις λιγότερες από τις απαιτούμενες.

Αν ο Κούρτι δεν καταφέρει τελικά να σχηματίσει κυβέρνηση, η πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε άλλο κόμμα. Εάν ούτε τότε σχηματιστεί κυβέρνηση, το Κόσοβο οδηγείται εκ νέου σε πρόωρες εκλογές.

Η ανάδειξη νέας σταθερής κυβέρνησης κρίνεται απαραίτητη τόσο για την εσωτερική διαχείριση και τη διακυβέρνηση της χώρας, όσο και για να συνεχιστούν οι συνομιλίες διπλωματικής ομαλοποίησης μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου—ένα ζήτημα που εκκρεμεί εδώ και 14 χρόνια με μηδαμινή πρόοδο και ένταση στις διμερείς σχέσεις.

Η ένοπλη σύγκρουση στο Κόσοβο (1998-99) στοίχισε περίπου 11.400 ζωές, κυρίως από την αλβανική εθνοτική πλειονότητα της περιοχής. Οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν μέσω της επέμβασης του ΝΑΤΟ που με αεροπορικούς βομβαρδισμούς διάρκειας 78 ημερών εξανάγκασε τις σερβικές δυνάμεις να αποχωρήσουν.

To Κόσοβο κήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του από τη Σερβία το 2008, με την πλειονότητα των δυτικών κρατών να την αναγνωρίζουν. Δεκάδες άλλες χώρες ωστόσο, μεταξύ αυτών η Σερβία, η Ρωσία και η Κίνα, συνεχίζουν να μην αναγνωρίζουν την ανεξαρτησία της Πρίστινας.

Η διεθνής κοινότητα ζητάει πλέον επιτακτικά την εφαρμογή των συμφωνιών ανάμεσα σε Κόσοβο και Σερβία, στις οποίες η Πρίστινα έχει δεσμευτεί να ιδρύσει Ένωση Σερβικών Δήμων, και το Βελιγράδι να αναγνωρίσει ντε φάκτο την ανεξαρτησία του Κοσόβου.

Η ΕΕ και η Κίνα συμφώνησαν να συζητήσουν ελάχιστη τιμή στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Κίνα συμφώνησαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο καθορισμού ελάχιστης τιμής για τα ηλεκτρικά οχήματα κινεζικής κατασκευής, ως εναλλακτική λύση έναντι των υψηλών δασμών που επέβαλε πέρυσι η ΕΕ, σύμφωνα με εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την Πέμπτη.

Προηγουμένως, η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt είχε μεταδώσει πως έχουν ήδη ξεκινήσει συνομιλίες για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφτσοβιτς, είχε συνομιλία με τον Κινέζο υπουργό Εμπορίου, Γουάνγκ Γουεντάο, το τελευταίο 24ωρο, κατά την οποία οι δυο πλευρές συμφώνησαν να εξετάσουν από κοινού την εφαρμογή ελάχιστων τιμών, δήλωσε ο Ευρωπαίος εκπρόσωπος.

Σε δική του ανακοίνωση, το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου ανέφερε ότι οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να ξεκινήσουν άμεσα.

Ο κ. Σέφτσοβιτς είχε δηλώσει προηγουμένως πως οποιοδήποτε καθεστώς ελάχιστης τιμολόγησης πρέπει να είναι εξίσου αποτελεσματικό και εφαρμόσιμο με τους υπάρχοντες δασμούς που επέβαλε η Ευρώπη.

Μέχρι τώρα, η ΕΕ είχε συμφωνήσει μόνο σε καθεστώτα ελάχιστης τιμολόγησης απλών προϊόντων πρώτων υλών, όπως το ατσάλι, το τσιμέντο ή τα χημικά, και όχι πιο σύνθετων προϊόντων όπως τα αυτοκίνητα ή οι μοτοσικλέτες.

Επιπλέον, η Κομισιόν σημείωσε πως μία ενιαία ελάχιστη τιμή δεν θα αρκούσε για να αντιμετωπίσει πλήρως το πρόβλημα των ζημιών λόγω των κινεζικών επιδοτήσεων.

Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι τον Οκτώβριο, η ΕΕ αύξησε έως και 45,3% τους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα. Αυτό συνέβη μετά τη διαπίστωση τον Ιούλιο ότι οι κινέζοι κατασκευαστές αυτοκινήτων επωφελήθηκαν από «άδικες κρατικές επιδοτήσεις», δημιουργώντας κίνδυνο οικονομικών ζημιών στους ευρωπαίους κατασκευαστές.

Τώρα, οι διαπραγματεύσεις εστιάζουν στη δυνατότητα άρσης των δασμών μέσω εγγυημένων ελάχιστων τιμών—μια λύση γνωστή στη διεθνή πρακτική ως «δεσμεύσεις τιμών» επάνω στις εισαγωγές.

Η ΕΕ έχει δηλώσει πως είναι ανοιχτή σε εναλλακτική έναντι των υφιστάμενων δασμών, οι οποίοι ανέρχονταν σε 17% για τα οχήματα BYD, 18,8% για τη Geely και 35,3% για την SAIC, επιπλέον του βασικού εισαγωγικού δασμού 10% για τα αυτοκίνητα.

Οι εξελίξεις αυτές θεωρούνται κρίσιμες και για άλλους ευρωπαϊκούς κλάδους, όπως αυτός του γαλλικού κονιάκ. Η εμπορική κόντρα οδήγησε το Πεκίνο στην επιβολή αντιποίνων στον εν λόγω κλάδο πέρυσι, με αποτέλεσμα μεγάλων ζημιών για γνωστές μάρκες όπως οι Hennessy, Rémy Cointreau και Pernod Ricard.

Η γερμανική Ένωση Αυτοκινητοβιομηχάνων (VDA) χαιρέτισε την έναρξη συνομιλιών μεταξύ ΕΕ και Κίνας, χαρακτηρίζοντας «λάθος» την επιβολή των δασμών και προτείνοντας λύσεις που μειώνουν τις στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο. «Ανεξάρτητα από τις τελευταίες διεθνείς εξελίξεις, πρέπει να δούμε πώς μειώνουμε τα εμπόδια αντί να δημιουργούμε νέα», ανέφερε η Ένωση την Πέμπτη.

Υπενθυμίζεται ότι η κινεζική αγορά απορροφά το 1/3 των συνολικών πωλήσεων των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών, οι οποίες είχαν εκφράσει έντονη δυσαρέσκεια για τους δασμούς, φοβούμενες πιθανή περαιτέρω εμπορική ένταση με τον δεύτερο σημαντικότερο εμπορικό τους εταίρο μετά τις ΗΠΑ.

Η κατάσταση εντείνεται ακόμα περισσότερο μετά και τις πρόσφατες αποφάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης Τραμπ να επιβάλει υψηλούς δασμούς στα κινεζικά προϊόντα, κάτι που προκάλεσε αντίστοιχα αντίποινα από το Πεκίνο. Την Παρασκευή, η Κίνα ανακοίνωσε αύξηση των δασμών στα αμερικανικά προϊόντα από 84% σε 125%.

Παράλληλα όμως, η ΕΕ προς το παρόν γλυτώνει τα χειρότερα, αφού ο κ. Τραμπ ανακοίνωσε ότι αναβάλλεται η επιβολή αντίστοιχων δασμών ύψους 20% σε ευρωπαϊκά προϊόντα, με την ηγεσία της Ένωσης να απαντά ότι προτίθεται να δώσει χώρο 90 ημερών σε διαπραγματεύσεις πριν την εφαρμογή τυχόν αντιμέτρων.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε σχετικά: «Λάβαμε υπόψη την ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ. Θέλουμε να δώσουμε μία ευκαιρία στις διαπραγματεύσεις. Εάν δεν υπάρξει ικανοποιητική λύση, θα εφαρμόσουμε τα αντίμετρά μας».

Τέλος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι η επόμενη συνάντηση κορυφής μεταξύ ΕΕ-Κίνας θα πραγματοποιηθεί στο Πεκίνο στο δεύτερο μισό του Ιουλίου.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου επισκέπτεται την Ουάσιγκτον τη Δευτέρα για κρίσιμες συνομιλίες

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς μεταβαίνει μέσα στο σαββατοκύριακο στην Ουάσινγκτον, ενόψει των κρίσιμων συνομιλιών την ερχόμενη Δευτέρα με Αμερικανούς αξιωματούχους σχετικά με τους δασμούς, όπως επιβεβαίωσε εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης την Παρασκευή.

Ο εκπρόσωπος της Κομισιόν για εμπορικά θέματα Όλοφ Γκιλ, μιλώντας στο ιρλανδικό κρατικό ραδιόφωνο RTE, δήλωσε: «Ο επίτροπος εμπορίου μεταβαίνει στην Ουάσιγκτον για να επιδιώξει την υπογραφή συμφωνιών – αυτό είναι το κύριο μας μέλημα», προσθέτοντας πως «όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ικανοποιητικό αποτέλεσμα».

Όπως επισήμανε επίσης στους ακροατές του ραδιοφωνικού σταθμού, στόχος του ταξιδιού είναι να γίνει απόλυτα σαφές «ποιο ακριβώς αποτέλεσμα επιδιώκουν οι Αμερικανοί από αυτή τη διαδικασία».

Η μετάβαση του Σέφτσοβιτς στην αμερικανική πρωτεύουσα έρχεται μόλις μία ημέρα αφότου η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε την απόφασή της να αναστείλει για 90 ημέρες τα αντίμετρα που προγραμμάτιζε εναντίον των δασμών των ΗΠΑ στον χάλυβα και το αλουμίνιο. Η συγκεκριμένη εξέλιξη ακολούθησε την ανακοίνωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι και οι ΗΠΑ αντίστοιχα θα παγώσουν τους περισσότερους δασμούς τους προς την ΕΕ και άλλες χώρες για τους ερχόμενους τρεις μήνες.

Την ίδια μέρα, οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών-μελών της ΕΕ, οι οποίοι συναντήθηκαν στη Βαρσοβία, δεσμεύθηκαν να παραμείνουν ενωμένοι στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας πως οι αμερικανικοί δασμοί πλήττουν περισσότερο την ίδια την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών παρά την Ευρώπη.

Ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Πασκάλ Ντόνοχιου, ο οποίος προήδρευσε των συζητήσεων, δήλωσε αμέσως μετά σε συνέντευξη Τύπου πως οι υπουργοί συμφώνησαν στο ότι «αυτή είναι η ώρα ενότητας».

«Είναι σημαντικό να επιτρέψουμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να κάνει τη δουλειά της, να συζητήσει ιδιωτικά με τα κράτη-μέλη, και όταν οριστικοποιηθεί το σχέδιο δράσης της, να συνεργαστούμε όλοι μαζί για να συμβάλουμε στην επιτυχία του», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ιρλανδός υπουργός.

Παράλληλα, οι υπουργοί συμφώνησαν πως οι παρούσες οικονομικές εξελίξεις απαιτούν άμεσα μέτρα ενίσχυσης της ενιαίας αγοράς των 450 εκατομμυρίων Ευρωπαίων καταναλωτών. Στο τραπέζι βρίσκεται η επιτάχυνση της εισαγωγής του ψηφιακού ευρώ, η δημιουργία Ένωσης Αποταμίευσης και Επενδύσεων, καθώς και η περαιτέρω διαφοροποίηση των εμπορικών σχέσεων.

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σχολίασε στις 10 Απριλίου μέσω του κοινωνικού δικτύου Χ, λέγοντας: «Λάβαμε υπόψη την ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ, και έχουμε τη θέληση να δώσουμε στις διαπραγματεύσεις μια ευκαιρία».

«Μολονότι έχουμε προετοιμάσει αντίμετρα τα οποία σταθμίζουν την ευρεία στήριξη των κρατών-μελών, αναστέλλουμε την εφαρμογή τους για 90 μέρες. Εάν δεν υπάρξει ικανοποιητική κατάληξη, τα αντίμετρά μας θα εφαρμοστούν κανονικά. Συνεχίζουμε, βεβαίως, τις προετοιμασίες και για επιπλέον μέτρα. Όπως έχω ξανατονίσει, όλα τα ενδεχόμενα βρίσκονται στο τραπέζι», συμπλήρωσε.

Τα εν λόγω αντίμετρα, που είχαν εγκριθεί στις 9 Απριλίου, επρόκειτο αρχικά να τεθούν σε ισχύ από τις 15 Απριλίου.

Πριν από την ανακοίνωση Τραμπ για την προσωρινή αναστολή, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επιβάλει 20% δασμό σε όλα τα ευρωπαϊκά προϊόντα – η δασμολογική αυτή επιβάρυνση περιορίζεται πλέον στο 10% για τα περισσότερα από αυτά. Ωστόσο, υψηλότεροι δασμοί της τάξης του 25% εξακολουθούν να ισχύουν για τον χάλυβα και το αλουμίνιο.

Ο Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε πως «περισσότερες από 75 χώρες» επιθυμούν εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ με το ταξίδι του Σέφτσοβιτς η ΕΕ συγκαταλέγεται στις πρώτες περιοχές που στέλνουν εκπροσώπους στην Ουάσινγκτον, μετά τη νέα δασμολογική κατάσταση.

Σύμφωνα με τον Αμερικανό ειδικό εμπορικό αντιπρόσωπο Τζέιμσον Γκριρ, ανάμεσα στις άλλες χώρες που ξεκίνησαν ήδη ή πρόκειται να ξεκινήσουν αντίστοιχες διαβουλεύσεις με τις ΗΠΑ βρίσκονται το Βιετνάμ, η Ταϊβάν και το Ισραήλ.

Στο μεταξύ, η Κίνα ανακοίνωσε νέα αντίποινα, αυξάνοντας τους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα από 84% στο 125%, ως απάντηση στην αμερικανική αύξηση δασμών στα κινεζικά προϊόντα στο 145%. Οι νέοι κινεζικοί δασμοί αναμένεται να ισχύσουν από το Σάββατο.

Με την συμβολή των Reuters και Associated Press.

 

Άλμα στις παγκόσμιες αγορές μετά την απόφαση Τραμπ για «ανακωχή» στους δασμούς

Ισχυρή άνοδος καταγράφηκε στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές την Πέμπτη μετά την ανακοίνωση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για άμεση παύση 90 ημερών στην επιβολή αντιποίνων μέσω δασμών σε μεγάλο αριθμό εμπορικών εταίρων. Η κίνηση αυτή προκάλεσε ανακούφιση στην αγορά και ισχυρό ράλι, διακόπτοντας την πολυήμερη διολίσθηση των δεικτών.

«Έχω εγκρίνει ΠΑΥΣΗ 90 ημερών», ανακοίνωσε ο πρόεδρος Τραμπ σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα. Ανέφερε πως πάνω από 75 χώρες επιθυμούν συνομιλίες και έχουν αποφύγει να απαντήσουν με αντίποινα στην πρόσφατη αύξηση των δασμών από τις ΗΠΑ.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι αυτή η παύση αποτελεί επιβράβευση για όσες χώρες δεν προχώρησαν στην επιβολή αντιποίνων κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Επισήμανε επίσης ότι ο Τραμπ χρησιμοποίησε τους δασμούς ως βασικό εργαλείο μεγιστοποίησης της διαπραγματευτικής του θέσης.

«Αυτή ήταν εξ αρχής η στρατηγική του προέδρου», είπε χαρακτηριστικά. «Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι παρέσυρε την Κίνα σε μια δυσμενή θέση, αναγκάζοντάς την να αντιδράσει και να αποκαλυφθεί διεθνώς ως αρνητικός παράγοντας».

Η απόφαση για παύση στους δασμούς έρχεται λιγότερες από 24 ώρες αφότου τέθηκαν σε ισχύ, προκαλώντας αιφνιδιασμό και ανακούφιση σχεδόν στον ίδιο βαθμό που προκάλεσαν ανησυχίες όταν ανακοινώθηκαν.

Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν τον ήδη ισχύοντα οριζόντιο δασμό 10% σε σχεδόν όλα τα εισαγόμενα αγαθά.

Ισχυρή άνοδος σε Ευρώπη και θετική ανταπόκριση από την ΕΕ

Στην Ευρώπη, ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 ενισχύθηκε κατά 7,2% στις 7:09 πρωινή ώρα Γκρίνουιτς, έχοντας προηγουμένως καταγράψει συνολική πτώση 12,5% μετά τις ανακοινώσεις του Τραμπ στις 2 Απριλίου. Ο γερμανικός δείκτης DAX, ιδιαίτερα ευαίσθητος στις εξελίξεις στο εμπόριο, σημείωσε άλμα 8,1%, ενώ ο βρετανικός FTSE-100 αυξήθηκε πάνω από 4%.

Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν χαιρέτισε την απόφαση Τραμπ και ανακοίνωσε ότι και η ΕΕ αναστέλλει από την πλευρά της τους σχεδιαζόμενους δασμούς ως αντίποινα, για το ίδιο διάστημα των 90 ημερών.

Αντιδράσεις και στην Ασία, υποτονική η Κίνα

Ράλι κατέγραψαν επίσης οι ασιατικές αγορές την Πέμπτη, αν και η αντίδραση της Κίνας ήταν πιο συγκρατημένη, μετά την απόφαση Τραμπ να αυξήσει περαιτέρω τους ήδη υψηλούς δασμούς στα κινεζικά προϊόντα: από το ήδη ενεργό ποσοστό του 104%, οι δασμοί εκτινάχθηκαν στο 125%, ως απάντηση στην επιβολή δασμού 84% της Κίνας στα αμερικανικά αγαθά από τις 10 Απριλίου.

«Πιστεύω ότι σύντομα η Κίνα θα αντιληφθεί πως οι μέρες που εκμεταλλευόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες έχουν τελειώσει οριστικά», δήλωσε ο Τραμπ σε άλλη ανάρτησή του στο Truth Social.

Ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 σημείωσε άνοδο 9,1% κλείνοντας στις 34.609 μονάδες, ενώ δυνατά κέρδη κατέγραψε και το χρηματιστήριο της Νότιας Κορέας με τον δείκτη Kospi να ενισχύεται κατά 6,6%. Η αγορά του Χονγκ Κονγκ αυξήθηκε κατά 2,4%, ο Σύνθετος Δείκτης Σαγκάης κατά 1,2%, ενώ ο αυστραλιανός δείκτης S&P/ASX 200 ενισχύθηκε κατά 4,5%.

Ο Στίβεν Ινς, διευθυντικό στέλεχος της SPI Asset Management, δήλωσε χαρακτηριστικά πως οι επενδυτές «από τον φόβο πέρασαν στην ευφορία».

«Είναι πλέον ένας διαχειρίσιμος κίνδυνος», πρόσθεσε, «ιδιαίτερα καθώς μειώνεται ο φόβος για παγκόσμια ύφεση και οι εξαγωγείς της Ασίας αναστενάζουν επιτέλους με ανακούφιση».

Η Νοτιοανατολική Ασία απέχει από μέτρα αντιποίνων

Η Ένωση των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), που εκπροσωπεί 10 χώρες της περιοχής, ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι δεν προτίθεται να επιβάλει αντίποινα έναντι των ΗΠΑ.

«Επιθυμούμε έναν ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την επίλυση εμπορικών ζητημάτων», δήλωσαν από κοινού οι υπουργοί Οικονομίας της ASEAN. «Η ανοικτή επικοινωνία και συνεργασία είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για μια ισορροπημένη και βιώσιμη σχέση. Υπό αυτό το πνεύμα, η ASEAN δεσμεύεται να μην εφαρμόσει αντίποινα στους αμερικανικούς δασμούς.»

Με την συμβολή Reuters και Associated Press.

Ο Ερντογάν συναντά φιλοκουρδικούς πολιτικούς σε προσπάθεια τερματισμού 40 ετών βίας

Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πραγματοποίησε την Πέμπτη την πρώτη του συνάντηση με φιλοκουρδικούς πολιτικούς, στο πλαίσιο προσπαθειών για τον τερματισμό της βίας που διαρκεί εδώ και τέσσερις δεκαετίες μεταξύ του τουρκικού κράτους και των Κούρδων μαχητών.

Οι βουλευτές του Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM Party), Περβίν Μπουλντάν και Σιρρί Σουρεϊγιά Οντέρ, συναντήθηκαν με τον Ερντογάν στο προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα.

Το DEM Party ιδρύθηκε το 2023 και αποτελεί τη νεότερη εκδοχή του φιλοκουρδικού πολιτικού κινήματος στην Τουρκία.

«Ήταν μια πολύ θετική συνάντηση και εξελίχθηκε καλά. Είμαστε πλέον πολύ πιο αισιόδοξοι», δήλωσε ο Οντέρ μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών.

Πριν την έναρξη της ημίωρης συνάντησης, ο Οντέρ είχε αναφέρει πως σκόπευαν να ενημερώσουν αναλυτικά τον Τούρκο πρόεδρο για τη μέχρι τώρα πορεία των ειρηνευτικών συνομιλιών, εκτιμώντας ότι οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να επιταχυνθούν.

Στη συνομιλία έλαβαν επίσης μέρος ο επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, Ιμπραχίμ Καλίν, καθώς και ο αντιπρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος AKP, Εφκάν Αλά.

Οι Μπουλντάν και Οντέρ έχουν πρωτοστατήσει στις πρόσφατες επαφές με τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, με στόχο τον τερματισμό των συγκρούσεων που έχουν στοιχίσει τη ζωή δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.

Το PKK, που ξεκίνησε μια βίαιη εξέγερση κατά του τουρκικού κράτους στα μέσα της δεκαετίας του ’80, θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση τόσο από την Άγκυρα όσο και από τις περισσότερες δυτικές χώρες.

Ο Οτσαλάν κρατείται σε φυλακές υψηλής ασφαλείας από το 1999, όταν αιχμαλωτίστηκε από Τούρκους πράκτορες στην Κένυα. Στα τέλη Φεβρουαρίου, κάλεσε το PKK να θέσει τέλος στον ένοπλο αγώνα και να διαλυθεί.

Λίγες ημέρες αργότερα, η οργάνωση ανακοίνωσε κατάπαυση του πυρός και ζήτησε την απελευθέρωση του Οτσαλάν από τη φυλακή του, προκειμένου να ηγηθεί ενός συνεδρίου που θα οδηγούσε στην οριστική διάλυσή της.

Ο πρόεδρος Ερντογάν χαρακτήρισε τότε τα γεγονότα αυτά ως «ιστορική ευκαιρία για να γκρεμιστεί το τείχος του τρόμου» μεταξύ Τούρκων και Κούρδων.

Ωστόσο, από τότε έχει υπάρξει ελάχιστη πρόοδος, ενώ η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει σε κάποια δημόσια παραχώρηση προς το PKK. Αντιθέτως, ο τουρκικός στρατός συνεχίζει επιχειρήσεις εναντίον μαχητών του PKK στο βόρειο Ιράκ, ενώ ομάδες υποστηριζόμενες από την Τουρκία συγκρούονται με Κούρδους που συνδέονται με το PKK στη βορειοανατολική Συρία.

Η κατάπαυση του πυρός από το PKK πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο θεμελιωδών αλλαγών στην ευρύτερη περιοχή, όπως η αποπομπή του Σύριου προέδρου Μπασάρ Αλ-Άσαντ, η αποδυνάμωση της Χεζμπολάχ στο Λίβανο και η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς.

Παράλληλα, έχει αυξηθεί η πίεση προς τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, ιδίως το CHP και το DEM Party. Πρόσφατα απομακρύνθηκαν από τη θέση τους αρκετοί δήμαρχοι που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν συλληφθεί.

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η σύλληψη του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου. Ο Ιμάμογλου, πιθανός αντίπαλος του Ερντογάν στις επόμενες εκλογές, συνελήφθη με κατηγορίες διαφθοράς και για υποτιθέμενη στήριξη του PKK μετά την εκλογική του συνεργασία με το DEM Party το 2024. Η σύλληψή του πυροδότησε μαζικές διαδηλώσεις σε όλη την Τουρκία.

Αναλυτές θεωρούν πως η πρωτοβουλία συμφιλίωσης από την πλευρά της κυβέρνησης Ερντογάν έχει στόχο να εξασφαλίσει τη στήριξη των Κούρδων σε ένα νέο σύνταγμα που θα επιτρέπει την παράταση της παραμονής του Τούρκου προέδρου στην εξουσία πέραν του 2028.

Η τωρινή εκεχειρία είναι η πρώτη σαφής ένδειξη για πιθανή επίλυση της σύγκρουσης μετά την κατάρρευση των τελευταίων ειρηνευτικών συνομιλιών το 2015.

Με την συμβολή των Associated Press και τον Άνταμ Μόροου.

Συμφωνία ΔΝΤ–Αργεντινής για πακέτο διάσωσης 20 δισ. δολαρίων

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ανακοίνωσε στις 8 Απριλίου ότι κατέληξε σε προκαταρκτική συμφωνία με την Αργεντινή για πακέτο οικονομικής στήριξης ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Σε σχετική ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπό του, το ΔΝΤ ανέφερε ότι η συμφωνία βασίζεται στην εντυπωσιακή πρόοδο που έχει σημειώσει η κυβέρνηση στην προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας, η οποία υποστηρίζεται από ένα ισχυρό δημοσιονομικό πλαίσιο. Το Ταμείο επεσήμανε ότι αυτή η πολιτική έχει ήδη οδηγήσει σε ταχεία αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και κοινωνικών δεικτών.

Το πρόγραμμα, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, υποστηρίζει τη νέα φάση του εσωτερικά σχεδιασμένου προγράμματος σταθεροποίησης και μεταρρυθμίσεων της Αργεντινής, με στόχο την εδραίωση της μακροοικονομικής σταθερότητας, την ενίσχυση της εξωτερικής βιωσιμότητας και την απελευθέρωση ισχυρής και πιο βιώσιμης ανάπτυξης, ενόψει και των δυσμενών διεθνών συνθηκών.

Ο Αργεντινός πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι, ο οποίος έχει καταφέρει να μειώσει τον πληθωρισμό και να σταθεροποιήσει την εύθραυστη οικονομία της χώρας μέσω μιας πολιτικής λιτότητας και ελεύθερης αγοράς, αναδημοσίευσε τη δήλωση του ΔΝΤ στην πλατφόρμα Χ. Συνοδευόταν από φωτογραφία στην οποία εικονίζεται να αγκαλιάζει τον υπουργό Οικονομίας, Λουίς Καπούτο.

Οι πολιτικές του Μιλέι σηματοδότησαν αντιστροφή της πρακτικής των προηγούμενων κυβερνήσεων που βασίζονταν στον δανεισμό, αφήνοντας τη χώρα με φήμη αναξιόπιστου οφειλέτη. Η Αργεντινή έχει λάβει περισσότερα δάνεια από το ΔΝΤ από οποιαδήποτε άλλη χώρα, μετρώντας 22 δάνεια από το 1958. Το 2022, συμφώνησε να αναχρηματοδοτήσει χρέη άνω των 40 δισ. δολαρίων προς τον οργανισμό.

Τα περισσότερα κονδύλια που έχει λάβει η χώρα από το ΔΝΤ στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκαν για την αποπληρωμή προηγούμενων δανείων του ίδιου Ταμείου. Αυτό έχει οδηγήσει σε ευρεία δυσπιστία απέναντι στον οργανισμό, με πολλούς Αργεντινούς να τον θεωρούν υπεύθυνο για τα διαχρονικά οικονομικά προβλήματα της χώρας.

Η νέα χρηματοδότηση φτάνει σε κρίσιμη στιγμή για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Νότιας Αμερικής. Η κυβέρνηση αντιμετώπιζε αυξανόμενες πιέσεις λόγω της μείωσης των συναλλαγματικών αποθεμάτων, καθώς περιόριζε την εκτύπωση χρήματος και περιέκοπτε τη διαθεσιμότητα δολαρίων για τη στήριξη του πέσο, το οποίο είναι συνδεδεμένο με το δολάριο.

Υπήρχαν φόβοι ότι, σε περίπτωση αποτυχίας εξασφάλισης δανείου από το ΔΝΤ, τα μέτρα λιτότητας του Μιλέι θα κατέρρεαν, αφήνοντας τη χώρα και πάλι σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους της ή πληρωμής των εισαγωγών.

Ωστόσο, η εισροή νέων κεφαλαίων δίνει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να χαλαρώσει σταδιακά τους αυστηρούς ελέγχους στη διακίνηση συναλλάγματος, που ισχύουν εδώ και έξι χρόνια και έχουν αποθαρρύνει επενδυτές και επιχειρήσεις από το να επαναπατρίζουν κέρδη.

Ο Μιλέι, πρώην τηλεοπτική προσωπικότητα και αυτοαποκαλούμενος «αναρχοκαπιταλιστής», ανέλαβε την εξουσία με την υπόσχεση να περιορίσει τη γραφειοκρατία, να ανακόψει τον καλπάζοντα πληθωρισμό, να ανοίξει την οικονομία στις διεθνείς αγορές και να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Κατά την προεκλογική του εκστρατεία, εμφανιζόταν συχνά με αλυσοπρίονο ως σύμβολο της πρόθεσής του να προχωρήσει σε περικοπές.

Ο τότε υποψήφιος πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι της La Libertad Avanza σηκώνει αλυσοπρίονο κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, στις 25 Σεπτεμβρίου 2023. (Tomas Cuesta/Getty Images)

Με την ανάληψη των καθηκόντων του, απέλυσε δεκάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, κατάργησε ή υποβάθμισε σειρά υπουργείων, περιόρισε τις αυξήσεις στις συντάξεις, «πάγωσε» τα δημόσια έργα, κατήργησε τον έλεγχο τιμών και μείωσε τις επιδοτήσεις.

Οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι το κόστος των μέτρων αυτών το έχουν επωμιστεί κυρίως οι ευάλωτοι πολίτες, με τα συνδικάτα να οργανώνουν συχνές διαδηλώσεις και απεργιακές κινητοποιήσεις.

Ωστόσο, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις αρχές του μήνα, τα επίπεδα φτώχειας έχουν μειωθεί αισθητά, ενώ και ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει, καταγράφοντας χαμηλό πενταετίας τον Ιανουάριο. Τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις του Americas Society/Council of the Americas, ενδέχεται να εξηγούν γιατί ο Μιλέι διατηρεί υψηλά ποσοστά αποδοχής.

Με τη συμβολή των Associated Press και Reuters