Στις 9 Ιουνίου 2023, ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ παρουσίασε κατηγορητήριο 38 κατηγοριών κατά του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Γουόλτιν Νάουτα [Waltine Nauta], προσωπικού υπηρέτη του πρώτου στην έπαυλή του Μαρ-α-Λάγκο. Οι πρώτες 31 κατηγορίες αφορούν μόνο τον Τραμπ και περιλαμβάνουν κατηγορίες βάσει του νόμου περί κατασκοπείας.
Από τις υπόλοιπες κατηγορίες, πέντε βαρύνουν τον Τραμπ και τον Νάουτα από κοινού σε σχέση με την απόκρυψη εγγράφων που υπόκεινται σε κλήτευση από το σώμα ενόρκων. Οι δύο τελευταίες κατηγορίες, εκ των οποίων η μία κατηγορεί τον Τραμπ και η άλλη τον Νάουτα, αφορούν ψευδείς δηλώσεις. Συνολικά, ο Τραμπ κατηγορείται για 37 κατηγορίες στο κατηγορητήριο και ο Νάουτα για έξι κατηγορίες.
Μεγάλη προσοχή έχει δοθεί στις 31 κατηγορίες που απαγγέλλονται βάσει του νόμου περί κατασκοπείας. Σε αντίθεση με ό,τι υποδηλώνει η ονομασία Espionage Act, το μεγαλύτερο μέρος του νόμου δεν σχετίζεται με την κατασκοπεία. Ο Τραμπ κατηγορείται βάσει του τμήματος ε του 18 U.S.C. 793 του νόμου, το οποίο καθιστά παράνομη την εκούσια κατακράτηση πληροφοριών εθνικής άμυνας και τη «μη παράδοσή τους στον αξιωματούχο ή υπάλληλο των Ηνωμένων Πολιτειών που δικαιούται να τις παραλάβει». Σύμφωνα με αυτό το τμήμα του νόμου περί κατασκοπείας, δεν χρειάζεται να έχει μοιραστεί ο Τραμπ πληροφορίες εθνικής άμυνας με οποιονδήποτε ούτε καν να έχει την πρόθεση να τις μοιραστεί με οποιονδήποτε. Προϋποθέτει απλώς να έχει στην κατοχή του χωρίς άδεια πληροφορίες εθνικής άμυνας και να μην τις επέστρεψε. Επίσης, δεν απαιτεί ρητά να είναι οι πληροφορίες διαβαθμισμένες.
Κατηγορίες σύμφωνα με τον νόμο περί κατασκοπείας
Ο Τραμπ κατηγορείται ότι κατακράτησε και δεν επέστρεψε 31 ξεχωριστά έγγραφα που περιείχαν, μεταξύ άλλων, πληροφορίες που φέρονται να «αφορούν τις πυρηνικές δυνατότητες μιας ξένης χώρας» και πληροφορίες «σχετικά με τον στρατιωτικό σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης των Ηνωμένων Πολιτειών». Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι, σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, ο Τραμπ κοινοποίησε σε ξένους πτυχές των εγγράφων εθνικής άμυνας που παρανόμως κρατούσε . Στην πρώτη περίπτωση, τον Ιούλιο του 2021, ο Τραμπ φέρεται να μοιράστηκε τις πληροφορίες με έναν συγγραφέα που εκείνη την περίοδο έγραφε ένα βιβλίο και ο οποίος, με την προφανή έγκριση του Τραμπ, κατέγραφε τη μεταξύ τους συνομιλία.
Μια σύντομη απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας που παρατίθεται από τον Σμιθ, υποδηλώνει ότι ο Τραμπ μοιράστηκε στρατιωτικές πληροφορίες με τον συγγραφέα επειδή ήθελε να διαψεύσει τους δημόσιους ισχυρισμούς ενός ανώτερου στρατιωτικού αξιωματούχου εναντίον του Τραμπ. Ο αξιωματούχος αυτός φέρεται να είναι ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ [Gen. Mark Milley], πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στην απομαγνητοφώνηση ακούγεται ο Τραμπ να λέει στον συγγραφέα: «Αυτό είναι ανεπίσημο», «εκτός του ότι είναι κάτι σαν, άκρως εμπιστευτικό», πριν προσθέσει «Μυστικό. Πρόκειται για απόρρητες πληροφορίες». Όσον αφορά το καθεστώς της πληροφορίας, ο Τραμπ παρατίθεται να λέει: «Βλέπετε, ως πρόεδρος θα μπορούσα να το είχα αποχαρακτηρίσει … Τώρα δεν μπορώ, ξέρετε, αλλά αυτό παραμένει μυστικό».
Σε μια δεύτερη περίπτωση κοινοποίησης πληροφοριών εθνικής άμυνας, ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 2021, ο Τραμπ έδειξε έναν διαβαθμισμένο χάρτη που αφορούσε μια συνεχιζόμενη σύγκρουση σε μια ξένη χώρα σε έναν εκπρόσωπο της επιτροπής πολιτικής δράσης του. Ο εκπρόσωπος δεν κατονομάζεται, αλλά ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι ο Τραμπ είπε στον εκπρόσωπο ότι δεν έπρεπε να του δείξει τον χάρτη και επίσης να μην τον πλησιάσει πολύ. Ενώ ο εκπρόσωπος φαίνεται να συνεργάζεται με τον Σμιθ, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι υπάρχει καταγραφή αυτού του δεύτερου περιστατικού.
Ενώ αυτά τα δύο περιστατικά δείχνουν πολύ άσχημα για τον Τραμπ, δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη απόδειξη ότι ο Τραμπ έδειξε στα εμπλεκόμενα μέρη πραγματικές πληροφορίες για την εθνική άμυνα σε αντίθεση με το να καυχιέται απλώς. Τούτου λεχθέντος, φαίνεται πως ο Σμιθ συμπεριέλαβε τα περιστατικά στο κατηγορητήριο όχι τόσο για νομικούς λόγους -ο νόμος περί κατασκοπείας δεν απαιτεί ότι οι πληροφορίες επιδείχθηκαν σε κανέναν- αλλά μάλλον για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο Τραμπ είναι απερίσκεπτος.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο Σμιθ δεν απήγγειλε κατηγορίες στον Τραμπ βάσει του νόμου περί προεδρικών αρχείων (PRA), ούτε επικαλέστηκε τον PRA, ο οποίος απαιτεί να παραδίδονται τα προεδρικά αρχεία στην Εθνική Υπηρεσία Αρχείων και Αρχείων (NARA) στο τέλος της προεδρικής θητείας. Ο Τραμπ φέρεται να έχει μεταφέρει τα αρχεία αυτά στην έπαυλή του στο Μαρ-α-Λάγκο όταν αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο. Τον Ιανουάριο του 2022, μετά από απαιτήσεις της NARA, ο Τραμπ επέστρεψε 15 κιβώτια εγγράφων στη NARA. Τα κουτιά αυτά φέρονται να περιείχαν 197 έγγραφα που είχαν την ένδειξη «διαβαθμισμένα».
Στις 9 Φεβρουαρίου 2022, η NARA ανέφερε την ύπαρξη των 197 διαβαθμισμένων εγγράφων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (DOJ). Αυτό οδήγησε το FBI στην έναρξη έρευνας κατά του Τραμπ, η οποία με τη σειρά της οδήγησε ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων να εκδώσει κλήτευση για τα υπόλοιπα έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, που μπορεί να εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην κατοχή του Τραμπ.
Ένα σημείο που έχει σε μεγάλο βαθμό παραβλεφθεί είναι ότι η κλήτευση του σώματος ενόρκων αφορούσε έγγραφα με «επισήμανση διαβάθμισης», πράγμα που σημαίνει ότι η πραγματική κατάσταση διαβάθμισης ήταν άσχετη με το τι ζητούσε η κλήτευση. Αυτό φαίνεται ότι ήταν μια πολύ σκόπιμη επιλογή λέξεων από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, καθώς εξουδετέρωνε πιθανούς ισχυρισμούς του Τραμπ ότι τα έγγραφα είχαν αποχαρακτηριστεί.
Ενώ ο Τραμπ μπορεί να έχει άμυνες για τις κατηγορίες του νόμου περί κατασκοπείας – για παράδειγμα, ισχυριζόμενος ότι ορισμένα έγγραφα δεν χρειαζόταν να επιστραφούν σύμφωνα με την PRA, ότι είχε εξουσιοδότηση να έχει τα έγγραφα ή ότι η ίδια η NARA συμμετείχε στη συσκευασία των κουτιών στον Λευκό Οίκο που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στο Μαρ-α-Λάγκο – οι υπόλοιπες κατηγορίες, οι οποίες αφορούν την απάντηση του Τραμπ στην κλήτευση των ενόρκων, είναι πολύ πιο επικίνδυνες για τον Τραμπ.
Σαν να θέλει να υπογραμμίσει αυτό το σημείο, ο Σμιθ δεν έχει κατηγορήσει τον Τραμπ για κανένα αδίκημα για το χρονικό διάστημα πριν από την έκδοση της κλήτευσης από το σώμα ενόρκων στις 11 Μαΐου 2022. Παρόλο που δεν γνωρίζουμε τι θα είχε συμβεί αν ο Τραμπ είχε συμμορφωθεί με το αίτημα της NARA και είχε επιστρέψει όλα τα προεδρικά αρχεία μεταξύ του χρόνου που η NARA τα ζήτησε για πρώτη φορά τον Μάιο του 2021 και του χρόνου που εκδόθηκε η κλήτευση ένα χρόνο αργότερα, το συμπέρασμα είναι ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να είχε αποφύγει τα νομικά προβλήματα αν το είχε κάνει.
Φερόμενα εγκλήματα κατά της δικαστικής διαδικασίας
Ο σοβαρότερος νομικός κίνδυνος που αντιμετωπίζει ο Τραμπ σχετίζεται με φερόμενα δικονομικά εγκλήματα σε σχέση με την κλήτευση των ενόρκων. Τα δικονομικά εγκλήματα είναι εγκλήματα κατά της δικαστικής διαδικασίας, σε αντίθεση με τα υποκείμενα εγκλήματα. Με άλλα λόγια, τα δικονομικά εγκλήματα αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ απάντησε στην κλήτευση και όχι το αν ο Τραμπ διατήρησε ή όχι διαβαθμισμένα έγγραφα ούτε το αν μοιράστηκε διαβαθμισμένες πληροφορίες με κανέναν.
Συγκεκριμένα, ο Τραμπ και ο υπηρέτης του, ο Νάουτα, κατηγορούνται για συνωμοσία με σκοπό την παρεμπόδιση της δικαιοσύνης, παρακράτηση εγγράφου ή αρχείου, διεφθαρμένη απόκρυψη εγγράφου ή αρχείου, απόκρυψη εγγράφου σε ομοσπονδιακή έρευνα, σχέδιο απόκρυψης και ψευδείς δηλώσεις. Επειδή όλα αυτά είναι δικονομικά εγκλήματα, ο Τραμπ δεν μπορεί να επικαλεστεί αμυντικά επιχειρήματα όπως ότι είχε το δικαίωμα να διατηρήσει έγγραφα βάσει του PRA ή ότι είχε αποχαρακτηρίσει όλα τα σχετικά έγγραφα. Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν είναι σχετικό, δεδομένου ότι αυτό για το οποίο κατηγορείται ο Τραμπ είναι οι ενέργειές του ως απάντηση στην κλήτευση.
Σύμφωνα με τον Σμιθ, δύο δικηγόροι του Τραμπ, μεταξύ των οποίων και ο Ήβαν Κόρκοραν [Evan Corcoran], είπαν στον Τραμπ στις 23 Μαΐου 2022 ότι για να συμμορφωθούν με την κλήτευση, θα έπρεπε να ψάξουν όλα τα κουτιά που στάλθηκαν στο Μαρ-α-Λάγκο από τον Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο του Σμιθ, ο Τραμπ φέρεται να προσπάθησε να διερευνήσει τρόπους παράκαμψης της κλήτευσης, όπως το να την αγνοήσει ή απλώς να ισχυριστεί ότι δεν υπήρχαν άλλα έγγραφα. Ωστόσο, ο Τραμπ φαίνεται ότι τελικά συμφώνησε να συμμορφωθεί με την κλήτευση και έδωσε εντολή στον Κόρκοραν να διεξάγει έρευνα στα κιβώτια, τα οποία βρίσκονταν σε μια αποθήκη στην έπαυλη Μαρ-α-Λάγκο του Τραμπ.
Ο Σμιθ, ωστόσο, ισχυρίζεται ότι προτού ο Κόρκοραν προλάβει να ψάξει την αποθήκη, ο Τραμπ έδωσε εντολή στον Νάουτα να μεταφέρει κιβώτια με έγγραφα μεταξύ της αποθήκης και της ιδιωτικής κατοικίας του Τραμπ. Σύμφωνα με τον Σμιθ, ο Τραμπ παραπλάνησε τον Κόρκοραν «μετακινώντας κιβώτια που περιείχαν έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, ώστε [ο δικηγόρος του Τραμπ] να μην τα βρει και τα προσκομίσει σε ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων». Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι ο σκοπός αυτού που έκανε ο Τραμπ ήταν «να κρατήσει απόρρητα έγγραφα [που] είχε πάρει μαζί του από τον Λευκό Οίκο και να τα κρύψει και να τα αποκρύψει από ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων».
Η θεωρία του Σμιθ είναι ότι ο Τραμπ αφαίρεσε κιβώτια από την αποθήκη, ώστε ο Κόρκοραν να μην μπορεί να τα ψάξει και τα σχετικά έγγραφα να μην επιστραφούν ποτέ στη NARA. Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι συνολικά 64 κιβώτια μεταφέρθηκαν από την αποθήκη στην κατοικία του Τραμπ, αλλά μόνο περί τα 30 κιβώτια επέστρεψαν στην αποθήκη. Το τελικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον Σμιθ, ήταν ότι ο Κόρκοραν δεν θα μπορούσε, και πράγματι δεν μπόρεσε, να βρει πολλά από τα έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης που ανταποκρίνονταν στην κλήτευση του σώματος ενόρκων.
Στις 2 Ιουνίου 2022, ο Κόρκοραν διεξήγαγε έρευνα διάρκειας δυόμισι ωρών στην αποθήκη, κατά την οποία βρήκε 38 έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης. Την επόμενη ημέρα, ο Κόρκοραν επέστρεψε τα έγγραφα αυτά στη NARA μέσω του FBI.
Πιστοποίηση κλήτευσης
Αν και ο Κόρκοραν διεξήγαγε την έρευνα, δεν υπέγραψε ο ίδιος την πιστοποίηση της κλήτευσης. Η πιστοποίηση κλήτευσης έχει ως σκοπό να πιστοποιεί ότι έχει τηρηθεί η κλήτευση. Αντ’ αυτού, ο Κόρκοραν ζήτησε από μια άλλη δικηγόρο του Τραμπ, την Κριστίνα Μπομπ [Christina Bobb], να έρθει στο Μαρ-α-Λάγκο για να υπογράψει την πιστοποίηση. Σύμφωνα με τον Σμιθ, η Μπομπ κλήθηκε την τελευταία στιγμή, δεν είχε πραγματοποιήσει καμία έρευνα στα κιβώτια, δεν είχε εξετάσει την κλήτευση και επίσης δεν είχε εξετάσει τα 38 έγγραφα που ανέκτησε ο Κόρκοραν. Δεν είναι γνωστό γιατί η Μπομπ συμφώνησε να υπογράψει την πιστοποίηση επί ποινή ψευδορκίας, ενώ προφανώς δεν γνώριζε τίποτα για το θέμα.
Συγκεκριμένα, η Μπομπ βεβαίωσε ότι «διεξήχθη επιμελής έρευνα στα κιβώτια που μεταφέρθηκαν από τον Λευκό Οίκο στη Φλόριντα”, όταν, σύμφωνα με τον Σμιθ, ορισμένα από αυτά τα κιβώτια δεν ερευνήθηκαν ποτέ, καθώς είχαν μεταφερθεί στην κατοικία του Τραμπ. Ο ισχυρισμός της Μπομπ ότι «οποιαδήποτε και όλα τα ανταποκρινόμενα έγγραφα συνοδεύουν την παρούσα πιστοποίηση» αποδείχθηκε επίσης ανακριβής, αφού το FBI φαίνεται πως ανακάλυψε 102 επιπλέον έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης κατά τη διάρκεια της επιδρομής της 8ης Αυγούστου 2022 στο Μαρ-α-Λάγκο.
Κατά συνέπεια, ο Σμιθ κατηγορεί τώρα τον Τραμπ για διάφορα αδικήματα απόκρυψης σε σχέση με τη μετακίνηση των κουτιών, καθώς και για ψευδείς δηλώσεις στους ενόρκους και το FBI, επειδή φέρεται να γνώριζε ότι η πιστοποίηση που υπέγραψε η Μπομπ ήταν αναληθής. Σύμφωνα με τον Σμιθ, «ο Τραμπ γνώριζε, διότι ο Τραμπ είχε δώσει εντολή να απομακρυνθούν τα κιβώτια από την αποθήκη πριν ο [Κόρκοραν] διεξάγει την έρευνα της 2ας Ιουνίου 2022 για έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, έτσι ώστε η έρευνα του [Κόρκοραν] να μην περιλαμβάνει, όπως και δεν περιελάμβανε, όλα τα κιβώτια του Τραμπ που είχαν απομακρυνθεί από τον Λευκό Οίκο».
Όσον αφορά τον ρόλο του Νάουτα στην υποτιθέμενη απόκρυψη, δεν είναι σαφές από το κατηγορητήριο πώς ή γιατί ο Νάουτα θα μπορούσε να γνωρίζει για την κλήτευση των ενόρκων ή την εσφαλμένη πιστοποίηση της κλήτευσης. Αλλά με βάση την τελευταία παράγραφο του κατηγορητηρίου, η οποία κατηγορεί τον Νάουτα ότι είπε ψέματα στο FBI ισχυριζόμενος ότι δεν είχε μεταφέρει κιβώτια στην κατοικία του Τραμπ, φαίνεται ότι ο Σμιθ υποθέτει ότι ο Νάουτα πρέπει να γνώριζε το υποτιθέμενο σχέδιο. Υποθέτοντας ότι ο Σμιθ διαθέτει υλικό από κάμερες ασφαλείας που δείχνουν τον Νάουτα να μετακινεί κιβώτια από τον αποθηκευτικό χώρο στην κατοικία του Τραμπ, ο Νάουτα φαίνεται να έχει ελάχιστες δυνατότητες άμυνας, τουλάχιστον έναντι της κατηγορίας για ψευδείς δηλώσεις στο FBI.
Ο Τραμπ βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον Νάουτα, καθώς μπορεί και πιθανότατα θα κατηγορήσει τους δικηγόρους του. Σε αντίθεση με τον Νάουτα, ο Τραμπ δεν μίλησε ο ίδιος στο FBI. Ο Τραμπ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι οι δικηγόροι του χειρίστηκαν το όλο θέμα και ότι δεν γνώριζε τι απαιτούσε η κλήτευση ούτε τι ανέφερε η πιστοποίηση της κλήτευσης. Στην πραγματικότητα, είναι απίθανο ο Τραμπ να είχε οποιονδήποτε ρόλο στη σύνταξη ή στην έγκριση της γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε στην πιστοποίηση.
Ο Τραμπ θα μπορούσε επιπλέον να υποστηρίξει, όπως φαίνεται να έχει ήδη κάνει στο Fox News, ότι είχε το δικαίωμα να κοιτάξει τα κουτιά που ήταν υπό κλήτευση. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να πει ότι απλώς ανακτούσε προσωπικά αντικείμενα και ότι δεν αφαίρεσε κανένα έγγραφο με σήμανση διαβάθμισης. Ενώ ο Σμιθ φαίνεται να γνωρίζει από το υλικό της κάμερας ασφαλείας πόσα κιβώτια αφαιρέθηκαν και επέστρεψαν στον αποθηκευτικό χώρο, είναι απίθανο να γνωρίζει τι, αν κάτι, αφαιρέθηκε από αυτά τα κιβώτια.
Ο Τραμπ θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο Κόρκοραν δεν εξήγησε ποτέ τις παραμέτρους της κλήτευσης και ότι ήταν καθήκον του Κόρκοραν να διεξάγει επιμελή έρευνα, όχι του Τραμπ. Ομοίως, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο Κόρκοραν δεν έπρεπε να επιτρέψει την υπογραφή της πιστοποίησης από την Μπομπ χωρίς να ερευνήσει άλλα μέρη του Μαρ-α-Λάγκο. Θα μπορούσε ακόμη και να υποστηρίξει ότι η απόφαση του Κόρκοραν να φέρει την Μπομπ για να πραγματοποιήσει την πιστοποίηση την τελευταία στιγμή αποτελεί σιωπηρή παραδοχή αδικήματος εκ μέρους του Κόρκοραν.
Δεν ξέρουμε τι θα κάνει ο Κόρκοραν. Μπορεί να αναλάβει ο ίδιος όλη την ευθύνη ή μπορεί να συμφωνήσει με τον Σμιθ ότι παραπλανήθηκε από τον Τραμπ. Τελικά, η μοίρα του Τραμπ όσον αφορά τα φερόμενα δικονομικά εγκλήματα φαίνεται να εξαρτάται από το τι θα πει ο Κόρκοραν στους ενόρκους και αν οι ένορκοι θα πιστέψουν τον Κόρκοραν ή τον Τραμπ.
Αυτό που είναι αδιαμφισβήτητο είναι ότι ο Τραμπ βρίσκεται σε πραγματικό νομικό κίνδυνο. Σε αντίθεση με τις σαθρές κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τον εισαγγελέα του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ [Alvin Bragg] τον Απρίλιο, οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τον Σμιθ είναι σοβαρές και φαίνεται να υποστηρίζονται από άφθονα αποδεικτικά στοιχεία. Υπάρχει επίσης το θέμα του Νάουτα, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει να καταθέσει εναντίον του Τραμπ με αντάλλαγμα επιείκεια. Την προοπτική αυτή ενισχύει το γεγονός ότι ο Νάουτα δεν φαίνεται να έχει κανέναν τρόπο να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι της κατηγορίας για ψευδείς δηλώσεις σχετικά με τη μετακίνηση κιβωτίων.
Αν και τα γεγονότα αυτά έχουν πλέον θέσει τον Τραμπ σε νομικό κίνδυνο, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι κανένας αξιωματούχος δεν έχει διωχθεί ποτέ με τον ίδιο ζήλο όπως ο Τραμπ. Για παράδειγμα, είχαν περάσει χρόνια μετά την αποχώρησή του από το γραφείο του αντιπροέδρου, όταν η NARA ενδιαφέρθηκε να ανακτήσει τα απόρρητα έγγραφα του προέδρου Τζο Μπάιντεν, ορισμένα από τα οποία βρέθηκαν αργότερα στο γκαράζ του στο Ντέλαγουερ. Παρομοίως, δεν ελήφθη ποτέ κανένα μέτρο κατά της πρώην υπουργού Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, παρά το γεγονός ότι στον ιδιωτικό διακομιστή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της βρέθηκε ένας σωρός εγγράφων με σήμανση διαβάθμισης. Εκείνη την εποχή, ο τότε διευθυντής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ [James Comey] υποστήριξε περιβόητα ότι η Κλίντον ήταν «εξαιρετικά απρόσεκτη», αλλά ότι «κανένας λογικός εισαγγελέας δεν θα ασκούσε τέτοια δίωξη». Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Τραμπ αντιμετωπίζεται με πολύ διαφορετικά πρότυπα.
Η νομική ανάλυση του κατηγορητηρίου για τον Τραμπ είναι το θέμα του επεισοδίου της εκπομπής «Truth Over News» που θα προβληθεί στην EpochTV σήμερα Τετάρτη, 14 Ιουνίου 2023.
Επιμέλεια: Αλία Ζάε