Τετάρτη, 02 Ιούλ, 2025

Η επικεφαλής της αμερικανικής κατασκοπείας συγκροτεί ομάδα για εσωτερική έρευνα

Η διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τούλσι Γκάμπαρντ, ανακοίνωσε στις 8 Απριλίου τη συγκρότηση ειδικής ομάδας εργασίας με σκοπό τη μείωση των δαπανών και την εξάλειψη της «εργαλειοποίησης» του κρατικού μηχανισμού.

Σύμφωνα με την ανακοίνωσή της, η εν λόγω ομάδα στοχεύει στην «αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς την Κοινότητα των Μυστικών Υπηρεσιών» και στην ευθυγράμμιση με τα προεδρικά διατάγματα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Η Γκάμπαρντ δήλωσε ότι ήδη εντοπίζονται σπατάλες σε πραγματικό χρόνο, απλοποιούνται ξεπερασμένες διαδικασίες, εξετάζονται έγγραφα προς αποχαρακτηρισμό και υλοποιούνται συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αντιμετώπιση καταχρήσεων εξουσίας και πολιτικοποίησης.

Όπως διευκρινίστηκε, αρκετές από τις ενέργειες αυτές εντάσσονται στα προεδρικά διατάγματα που ίδρυσαν το Υπουργείο Αποδοτικότητας της Διακυβέρνησης (Department of Government Efficiency-DOGE) — έναν οργανισμό περιορισμού κόστους, που συνδέεται με τον ανώτατο σύμβουλο του Τραμπ, Έλον Μασκ. Η Υπηρεσία της Διευθύντριας Εθνικών Πληροφοριών δεν παρείχε περαιτέρω λεπτομέρειες, ωστόσο ανέφερε ότι εξετάζονται ενεργά περιπτώσεις σπατάλης, αναποτελεσματικότητας και διοικητικής υπερφόρτωσης.

Η ίδια υπηρεσία γνωστοποίησε πως αξιολογούνται έγγραφα προς αποχαρακτηρισμό, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται πληροφορίες για την προέλευση της COVID-19, για τα αποκαλούμενα «ανώμαλα περιστατικά υγείας», για την έρευνα «Crossfire Hurricane» του FBI σχετικά με τους ισχυρισμούς περί συμπαιγνίας του Τραμπ με τη Ρωσία το 2016, καθώς και για τις «δράσεις εσωτερικής παρακολούθησης και λογοκρισίας» της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Ο όρος «ανώμαλα περιστατικά υγείας» αναφέρεται στο αποκαλούμενο «σύνδρομο της Αβάνας» — μια σειρά ανεξήγητων και αιφνίδιων συμπτωμάτων όπως ζάλη, πόνος και γνωστικές δυσκολίες, που αναφέρθηκαν από υπαλλήλους της αμερικανικής κυβέρνησης ήδη από το 2016.

Η έρευνα «Crossfire Hurricane» είχε προκαλέσει αντιδράσεις στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι υποστήριξαν ότι βασίστηκε σε ψευδείς πληροφορίες για να εκδοθεί ένταλμα παρακολούθησης του πρώην συμβούλου της εκστρατείας Τραμπ, Κάρτερ Πέιτζ.

Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ έχει επανειλημμένα καταγγείλει την έρευνα του FBI, χαρακτηρίζοντάς την μέρος μιας διαρκούς εκστρατείας σπίλωσης με στόχο τη βλάβη της προεδρίας και της εκστρατείας επανεκλογής του. Η έρευνα του πρώην ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μάλερ διαπίστωσε ότι η Ρωσία παρενέβη στις εκλογές του 2016, χωρίς ωστόσο να εντοπίσει αποδείξεις ότι ο Τραμπ ή η εκστρατεία του συνεργάστηκαν με το Κρεμλίνο.

Η ανακοίνωση ανέφερε επίσης ότι η ομάδα της Γκάμπαρντ θα επιδιώξει να αντιμετωπίσει την εδραιωμένη πολιτικοποίηση στον χώρο των πληροφοριών και να αποκαλύψει «μη εξουσιοδοτημένες αποκαλύψεις διαβαθμισμένων πληροφοριών».

Μεταξύ των ενεργειών που εξετάζονται είναι και η ανάκληση των διαπιστεύσεων ασφαλείας σε άτομα που «δεν έχουν πλέον ενεργό ρόλο στην εθνική ασφάλεια», μεταξύ των οποίων κατονομάζονται η πρώην βουλευτής Λιζ Τσένεϊ (R-Wyo.), η πρώην Υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και ο πρώην πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.

Άλλες δράσεις περιλαμβάνουν τον αποχαρακτηρισμό υλικού που αφορά τις δολοφονίες των Τζ. Φ. Κέννεντυ, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζ. και Ρ. Φ. Κέννεντυ. Τον Μάρτιο, η κυβέρνηση Τραμπ αποχαρακτήρισε έγγραφα σχετικά με τη δολοφονία Κέννεντυ το 1963, σε εφαρμογή εκτελεστικού διατάγματος που είχε εκδοθεί με την έναρξη της θητείας του προέδρου, τον Ιανουάριο.

Η Γκάμπαρντ ανέφερε στην ανακοίνωση ότι «ο πρόεδρος Τραμπ υποσχέθηκε στον αμερικανικό λαό τη μέγιστη διαφάνεια και λογοδοσία», προσθέτοντας πως η Υπηρεσία είναι αποφασισμένη να υλοποιήσει το όραμα του προέδρου και να επικεντρώσει την Κοινότητα Πληροφοριών στην αποστολή της.

Η Τούλσι Γκάμπαρντ, πρώην βουλευτής των Δημοκρατικών από τη Χαβάη, είχε εγκριθεί από τη Γερουσία τον Φεβρουάριο με ψήφους 52 υπέρ και 48 κατά — με τον γερουσιαστή Μιτς Μακόνελ (R-Ky.) να είναι ο μόνος Ρεπουμπλικανός που καταψήφισε τον διορισμό της.

Κατά την πρώτη της ακρόαση στο Κογκρέσο μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η Γκάμπαρντ ρωτήθηκε σχετικά με μια ομάδα συνομιλιών στην εφαρμογή Signal, στην οποία συμμετείχαν μέλη του Λευκού Οίκου του Τραμπ και ανταλλάχθηκαν μηνύματα για επιθέσεις στην Υεμένη. Η ίδια απάντησε ότι δεν είχε διαβιβάσει διαβαθμισμένες πληροφορίες εκτός των επίσημων διαύλων.

Ο Τραμπ ανακοινώνει τρίμηνη παύση των αμοιβαίων δασμών, αλλά εκτοξεύει τους δασμούς κατά της Κίνας

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι αποφάσισε να αναστείλει για 90 ημέρες τους αντισταθμιστικούς δασμούς που είχαν μόλις τεθεί σε ισχύ, πολλαπλασιάζοντας παράλληλα τους δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα.

Σε ανακοίνωσή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ δήλωσε ότι ενέκρινε μια παύση 90 ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας τα αντίμετρα θα βρίσκονται στο ποσοστό του 10%, με άμεση ισχύ».

Ο πρόεδρος ανέφερε ότι οδηγήθηκε σε αυτήν την απόφαση επειδή περισσότερες από 75 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου για να «διαπραγματευτούν λύσεις» για τους νέους δασμούς.

Οι συγκεκριμένες χώρες, όπως ανέφερε, «δεν έχουν σε καμία περίπτωση προβεί σε αντίποινα οποιασδήποτε μορφής έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών».

Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα αντιμετωπίσει δασμό ύψους 125%, λίγες μόνο ώρες αφότου το Πεκίνο είχε ανακοινώσει την αύξηση των δασμών στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων.

Στην ανάρτησή του, ο Αμερικανός πρόεδρος επέκρινε δριμύτατα το κινεζικό καθεστώς, κατηγορώντας το για «έλλειψη σεβασμού προς τον κόσμο και προς τις Ηνωμένες Πολιτείες» ως προς τον τρόπο που διαχειρίζεται τον τομέα του διεθνούς εμπορίου.

«Κάποια στιγμή, ελπίζω στο άμεσο μέλλον, η Κίνα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι μέρες που εκμεταλλευόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες οικονομικά έχουν παρέλθει και αυτό δεν είναι πλέον ούτε βιώσιμο ούτε αποδεκτό», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Με βάση την ανακοίνωσή του στο Truth Social, ο Τραμπ δεν διευκρίνισε εάν θα ανασταλεί και ο ελάχιστος βασικός δασμός 10%, που τέθηκε σε ισχύ το περασμένο σαββατοκύριακο.

Λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση του προέδρου, η εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, δήλωσε ενώπιον των δημοσιογράφων ότι το επίπεδο των δασμών θα επανέλθει σε «ενιαίο ποσοστό 10%» για όλες τις χώρες, πλην της Κίνας.

Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος Τραμπ είχε ανακοινώσει την επιβολή βασικού δασμού 10% σε σχεδόν κάθε χώρα, με υψηλότερα ποσοστά που θα αφορούσαν μεγάλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, όπως την Κίνα. Η απάντηση του Πεκίνου την Τετάρτη με υψηλότερους δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές οδήγησε στον νέο δασμό ύψους 125% που ανακοίνωσε ο Τραμπ.

Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ σημείωσε επίσης την Τετάρτη ότι συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ και τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ ακριβώς την ώρα της ανακοίνωσης στο Truth Social.

«Ο κόσμος είναι έτοιμος να συνεργαστεί με τον πρόεδρο Τραμπ για να επιλυθούν τα ζητήματα του διεθνούς εμπορίου· αντίθετα, η Κίνα έχει επιλέξει διαφορετική κατεύθυνση», σχολίασε ο Λάτνικ στην πλατφόρμα κοινωνικών δικτύων X.

Σε δηλώσεις του έξω από τον Λευκό Οίκο, ο υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε ότι ο Τραμπ «είχε το σθένος να επιμείνει μέχρι αυτή τη στιγμή», προσθέτοντας πως η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι «οι χώρες που δεν θα προβούν σε αντίποινα, θα ανταμειφθούν, οπότε είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε κάθε χώρα που θέλει να διαπραγματευτεί μαζί μας».

Νωρίτερα την ίδια ημέρα, ο Μπέσσεντ, κατά τη διάρκεια τραπεζικής διάσκεψης, προειδοποίησε τις χώρες που επιχειρούν να συσφίξουν τους εμπορικούς τους δεσμούς με την Κίνα πως ενδέχεται «να αντιμετωπίσουν συνέπειες».

Η ανακοίνωση της προσωρινής αναστολής των νέων δασμών από τον πρόεδρο Τραμπ έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με τον Dow Jones να εκτινάσσεται σχεδόν 2.000 μονάδες (5,7%), τον Nasdaq να καταγράφει άλμα 8,7% και τον S&P 500 να σημειώνει άνοδο 6,8% μέχρι τις 13:45 (ώρα Ανατολικής Ακτής).

Από την αρχική ανακοίνωση του νέου δασμολογικού του σχεδίου τη 2α Απριλίου, οι τρεις κύριοι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ είχαν καταγράψει σημαντικές απώλειες, με την αστάθεια στις αγορές να επιτείνεται και τους οικονομολόγους και τραπεζίτες να εφιστούν την προσοχή.

Τραμπ προς επιχειρήσεις: «Μετακομίστε στις ΗΠΑ για να αποφύγετε τους δασμούς»

Την πρόταση οι εταιρείες να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες προέβαλε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη, χαρακτηρίζοντας αυτή τη στρατηγική ως τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης των αυξημένων δασμών που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνησή του και οι οποίοι τέθηκαν ήδη σε ισχύ νωρίτερα μέσα στη μέρα.

«Τώρα είναι μια ΙΔΑΝΙΚΗ στιγμή να μεταφέρετε την επιχείρησή σας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν μαζικά η Apple και τόσες άλλες εταιρείες», έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social.

Ο πρόεδρος υπογράμμισε πως με τη μετακόμιση στις ΗΠΑ, οι εταιρείες θα πληρώνουν «ΜΗΔΕΝ ΔΑΣΜΟΥΣ», δεν θα έχουν εμπόδια λόγω περιβαλλοντικών κανονισμών, ενώ θα αποκτήσουν επίσης σχεδόν άμεση πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτροδότησης.

Οι δηλώσεις αυτές έγιναν την ώρα που τα προθεσμιακά συμβόλαια των αμερικανικών χρηματιστηριακών δεικτών έδειχναν μικρή ανάκαμψη, μετά την ανακοίνωση της κινεζικής κυβέρνησης για επιβολή πρόσθετων δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.

Ωστόσο, με το που ξεκίνησαν οι συναλλαγές, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones σημείωσε απώλειες άνω των 100 μονάδων. Αντίθετα, ο Nasdaq Composite κατέγραψε κέρδη που ξεπερνούσαν τις 100 μονάδες. Ο S&P 500 βρέθηκε ελαφρώς ενισχυμένος, ενώ ο δείκτης μεταβλητότητας CBOE, που αποκαλείται και «δείκτης φόβου» της Wall Street, σημείωσε άνοδο κατά 0,6%.

Στην Ασία, ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 υπέστη βαριές απώλειες 3,9%, ενώ ο δείκτης Hang Seng του Χονγκ Κονγκ και ο Shanghai Composite κατέγραψαν άνοδο 0,7% και 1,3% αντίστοιχα. Ανοδικά κινήθηκε και η χρηματιστηριακή αγορά της Ταϊλάνδης.

Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι οι δασμοί ύψους 84% σε εισαγόμενα προϊόντα από τις ΗΠΑ θα τεθούν σε ισχύ στις 10 Απριλίου, αγνοώντας προειδοποιήσεις υψηλόβαθμων στελεχών της αμερικανικής κυβέρνησης να αποφευχθεί μια τέτοια κίνηση. Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ είχαν ήδη ανακοινώσει νέους δασμούς της τάξεως του 104% σε κινεζικά προϊόντα, οι οποίοι τέθηκαν επίσημα σε εφαρμογή νωρίς την Τετάρτη.

Παράλληλα, το Πεκίνο επέβαλε περιοριστικά μέτρα σε 18 ακόμη αμερικανικές εταιρείες, κυρίως στον τομέα της άμυνας, ανεβάζοντας στις περίπου 60 τον συνολικό αριθμό των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί αντίποινα λόγω των αμερικανικών δασμών.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε την Τετάρτη στο δίκτυο Fox Business πως η Κίνα έχει «την πλέον ανισόρροπη οικονομία στη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία».

«Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πως αυτή η κλιμάκωση είναι χαμένη υπόθεση για την Κίνα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέσεντ, προσθέτοντας πως είναι «λυπηρό που οι Κινέζοι δεν είναι πρόθυμοι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

«Η Κίνα είναι η χώρα με το εμπορικό πλεόνασμα. Οι εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ είναι πέντε φορές μεγαλύτερες από τις δικές μας προς αυτούς. Ας αυξήσουν τους δασμούς, και τι μ’ αυτό;», διερωτήθηκε.

Ο υπουργός Οικονομικών κάλεσε επίσης την Κίνα να λάβει σοβαρά μέτρα ελέγχου ώστε να σταματήσει τη ροή φαιντανύλης και πρόδρομων χημικών ουσιών προς τις ΗΠΑ — ένα ζήτημα που είχε αναδείξει ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2024 και στα πρώτα στάδια της προεδρίας του.

«Γιατί δεν εφαρμόζουν τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και στους εξαγωγείς αυτών των χημικών προς τις ΗΠΑ;», σχολίασε ο Μπέσεντ.

Από την πλευρά της, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, υπογράμμισε την Τρίτη πως αν η Κίνα προσεγγίσει την αμερικανική κυβέρνηση με στόχο επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων, ο πρόεδρος Τραμπ «θα δείξει μεγάλη καλή θέληση, όμως η προτεραιότητά του πάντοτε θα είναι το συμφέρον του αμερικανικού λαού».

Η κλιμάκωση της εμπορικής αντιπαράθεσης επηρεάζει απευθείας εμπορικές συναλλαγές ύψους περίπου 600 δισ. δολαρίων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να επιμένουν ότι οι δασμοί είναι απαραίτητοι για τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος.

Εκτός από την Κίνα, τα μεσάνυχτα της Τετάρτης τέθηκαν επίσης σε ισχύ αμερικανικοί δασμοί σε εισαγωγές από άλλες χώρες, με τις περισσότερες αγορές ανά τον κόσμο να επιβαρύνονται με βασικό ποσοστό 10%. Ωστόσο, υψηλότερους συντελεστές αντιμετωπίζουν ορισμένοι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ.

Με την συμβολή των Reuters και Associated Press.

ΗΠΑ: Σκληρή προειδοποίηση του υπουργού Οικονομικών σε χώρες που προσεγγίζουν την Κίνα

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, προειδοποίησε την Τετάρτη τις χώρες που εξετάζουν το ενδεχόμενο στενότερης εμπορικής συνεργασίας με την Κίνα κατά τη διάρκεια των αμοιβαίων αυξήσεων στους δασμούς ΗΠΑ-Κίνας.

Κατά τη διάρκεια ομιλίας που πραγματοποίησε στην εκδήλωση της Αμερικανικής Τραπεζικής Ένωσης στην Ουάσιγκτον, ο Μπέσεντ είπε χαρακτηριστικά ότι όποιος επιθυμεί στενότερους δεσμούς με το Πεκίνο «είναι σαν να κόβει τον ίδιο του τον λαιμό».

Δεν έδωσε συγκεκριμένες πληροφορίες για το πώς μπορεί να αντιδράσει η κυβέρνηση Τραμπ στην περίπτωση που κάποια χώρα επιλέξει να στραφεί περισσότερο προς την Κίνα εν μέσω της επιβολής δασμών.

«Για όσους θυμούνται εκείνη την ταινία της Disney με τις σκούπες που κουβαλούσαν κουβάδες με νερό, αυτό ακριβώς είναι το κινεζικό επιχειρηματικό μοντέλο», δήλωσε, αναφερόμενος στην ταινία του 1940 της Disney «Fantasia», όπου οι μαγικές σκούπες προκαλούν πλημμύρα υπό τις οδηγίες του Μίκυ Μάους στο απόσπασμα «Ο μαθητευόμενος μάγος».

«Συνεχίζουν απλώς να παράγουν και να παράγουν, να κάνουν ντάμπινγκ όλο και περισσότερων αγαθών – και αυτά πηγαίνουν κάπου», πρόσθεσε, περιγράφοντας την κινεζική πολιτική οικονομίας και εξαγωγών ως μη βιώσιμη.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε επίσης την Τετάρτη στο Fox Business, ο υπουργός Οικονομικών ρωτήθηκε αν οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να αφαιρέσουν τις κινεζικές μετοχές από τα αμερικανικά χρηματιστήρια. «Όλα βρίσκονται στο τραπέζι», απάντησε, σημειώνοντας ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν καταγεγραμμένες 286 κινεζικές εταιρείες σε χρηματιστήρια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πρόσθεσε ωστόσο ότι εκείνος που τελικά θα αποφασίσει είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος διατηρεί «μια πολύ καλή προσωπική σχέση με τον Σι Τζινπίγκ». «Είμαι βέβαιος πως αυτό το ζήτημα θα επιλυθεί στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο», δήλωσε.

Ο Μπέσεντ στην ίδια συνέντευξη υπερασπίστηκε τους πρόσφατους αμερικανικούς δασμούς στην Κίνα, που έφτασαν στο συνολικό ποσοστό του 104%, και τέθηκαν σε εφαρμογή το πρωί της Τετάρτης. Ως ανταπάντηση, το Πεκίνο ανακοίνωσε την επιβολή δασμών 84% σε αμερικανικά αγαθά.

Η Κίνα είναι από τις λίγες χώρες που προχώρησαν άμεσα σε αντίμετρα. Αργότερα την ίδια ημέρα, και η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε γνωστό ότι εγκρίνει πακέτο αντιποίνων με δασμούς στις εισαγωγές ορισμένων αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Μπέσεντ και αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου διευκρίνισαν εντός της εβδομάδας ότι περίπου 70 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με την Ουάσιγκτον ώστε να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για συμφωνίες. Λίγες μέρες μετά την αρχική ανακοίνωση του Προέδρου Τραμπ για τους δασμούς, ηγέτες από το Βιετνάμ, την Ταϊβάν, την Ιαπωνία και την Ταϊλάνδη έδειξαν πρόθεση να μειώσουν τους δικούς τους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε στις 2 Απριλίου τη θέσπιση ενός βασικού δασμού ύψους 10%, που αφορά σχεδόν κάθε χώρα. Σε ορισμένους από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ επιβλήθηκαν υψηλότερα ποσοστά από το βασικό 10%.

Παρά την αναταραχή που προκάλεσαν τα μέτρα στις αγορές, ο Τραμπ εμφανίστηκε καθησυχαστικός, στέλνοντας στους επενδυτές ανάμεικτα μηνύματα για το αν οι δασμοί αυτοί θα διατηρηθούν μακροπρόθεσμα. Έχει χαρακτηρίσει τα μέτρα «μόνιμα», αλλά παράλληλα τόνισε ότι κυρίως λειτουργούν ως πίεση για να δεχτούν εμπορικές διαπραγματεύσεις οι υπόλοιποι χώρες. «Όλα θα πάνε καλά. Οι ΗΠΑ θα γίνουν μεγαλύτερες και δυνατότερες από ποτέ!», ανέφερε σε μήνυμά του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος δηλώνει εξάλλου ανοιχτός σε συμφωνίες, εξετάζοντας ξεχωριστά καθεμία χώρα. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, οι δασμοί θα συμβάλουν στην αναγέννηση του βιομηχανικού ιστού των ΗΠΑ, ο οποίος εξασθένησε μετά από δεκαετίες ελεύθερου εμπορίου και παγκοσμιοποίησης.

Με τη συμβολή των Reuters 

ΗΠΑ: Περίπου 70 χώρες ζητούν διαπραγματεύσεις για τους νέους δασμούς

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε ότι περίπου 70 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με την κυβέρνηση Τραμπ, επιθυμώντας έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με τους νέους δασμούς που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα.

Σε συνέντευξή του στο Fox News και τον δημοσιογράφο Larry Kudlow τη Δευτέρα, ο κ. Μπέσεντ απέφυγε να διευκρινίσει εάν έχει σημειωθεί πρόοδος, ωστόσο παρατήρησε πως «50, 60, ίσως σχεδόν 70 χώρες» έχουν προσεγγίσει τις ΗΠΑ δηλώνοντας διαθεσιμότητα για διαβουλεύσεις.

«Αναμένεται εντατική δραστηριότητα τον Απρίλιο, τον Μάιο και πιθανόν ως τον Ιούνιο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός.

«Όπως υπογράμμισα επανειλημμένα στις 2 Απριλίου, συνιστώ στους ξένους αξιωματούχους να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους, να αποφύγουν την κλιμάκωση και να προσέλθουν σ’ εμάς με συγκεκριμένες προτάσεις. Να μας παρουσιάσουν πώς σχεδιάζουν να μειώσουν τους δασμούς, να άρουν μη δασμολογικούς περιορισμούς, να σταματήσουν τη νομισματική χειραγώγηση και την επιδότηση του εμπορίου τους. Σε κατάλληλο χρόνο, ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ θα είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί», πρόσθεσε.

Μιλώντας ειδικά για τις συνομιλίες με το Τόκιο, ο υπουργός Οικονομικών επιβεβαίωσε ότι ο Πρόεδρος Τραμπ έδωσε εντολή στους Αμερικανούς αξιωματούχους του εμπορίου να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με την Ιαπωνία.

«Η Ιαπωνία αποτελεί έναν εξαιρετικά σημαντικό στρατιωτικό και οικονομικό σύμμαχο των ΗΠΑ, με τον οποίο έχουμε μακρά ιστορία. Αναμένω συνεπώς ότι η Ιαπωνία θα έχει προτεραιότητα, διότι ανταποκρίθηκε άμεσα στο κάλεσμά μας», σημείωσε ο κ. Μπέσεντ.

«Ωστόσο, η περίοδος θα είναι πυκνή σε διαβουλεύσεις. Ο πρόεδρος Τραμπ δημιούργησε για τον εαυτό του μέγιστη διαπραγματευτική ισχύ και, ακριβώς μόλις πέτυχε τη μέγιστη αυτή ισχύ, είναι τώρα έτοιμος να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις», πρόσθεσε.

Ερωτηθείς αν οι ΗΠΑ μπορούν πράγματι να επιτύχουν συμφωνία με την Ιαπωνία, ο υπουργός δεν έδωσε συγκεκριμένη απάντηση, αλλά προειδοποίησε ότι οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να είναι «δύσκολες και απαιτητικές».

Σε δηλώσεις προς τους δημοσιογράφους έξω από τον Λευκό Οίκο την Τρίτη, ο κ. Μπέσεντ ανέφερε ότι πιστεύει πως «ένα-δύο μεγάλοι εμπορικοί εταίροι» θα προχωρήσουν «πολύ γρήγορα σε συμφωνίες» με την αμερικανική κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες.

«Εάν καθίσουν στο τραπέζι με εποικοδομητικές προτάσεις, θεωρώ πως θα προκύψουν καλές συμφωνίες», ανέφερε σε ξεχωριστή του συνέντευξη στο CNBC.

Υπενθυμίζεται πως την προηγούμενη εβδομάδα, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε την επιβολή βασικού δασμού 10% σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου, ενώ για τους ισχυρότερους εμπορικούς εταίρους προβλέπονται ακόμα υψηλότερα ποσοστά. Η συγκεκριμένη απόφαση οδήγησε τις επόμενες μέρες τη Wall Street στη χειρότερη διήμερη πτώση που έχει καταγράψει μετά την πανδημία COVID-19.

Την Τρίτη, ωστόσο, οι τρεις κορυφαίοι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες ανέκαμψαν εν μέρει, καθώς τόσο ο κ. Μπέσεντ όσο και άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ επιβεβαίωσαν ότι θα ξεκινούσαν σύντομα οι πρώτες διαπραγματευτικές προσπάθειες. Ο Dow Jones σημείωσε αύξηση άνω των 1.000 μονάδων, ενώ θετικά κινήθηκαν και οι δείκτες Nasdaq και S&P 500.

Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ επισημαίνουν πως οι συγκεκριμένοι δασμοί υλοποιούν τη δέσμευση του προέδρου να αναστρέψει την επί δεκαετίες πολιτική φιλελευθεροποίησης του εμπορίου, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει πλήξει σοβαρά την αμερικανική οικονομία. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας το 2024, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποστηρίξει επανειλημμένα ότι θα επέβαλε δασμούς ώστε να περιορίσει τα μακροχρόνια εμπορικά ελλείμματα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Μέσα στο κλίμα αβεβαιότητας της Δευτέρας, ο κ. Τραμπ απέρριψε τις φήμες που έκαναν λόγο για πιθανή αναστολή των δασμών για διάστημα 90 ημερών.

«Δεν το εξετάζουμε αυτό καθόλου», ξεκαθάρισε ο πρόεδρος σε δημοσιογράφους από το Οβάλ Γραφείο. «Πολλές χώρες ήδη έρχονται σε εμάς για διαπραγματεύσεις και αυτές που θα προκύψουν θα είναι δίκαιες συμφωνίες. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι δασμοί θα είναι αξιοσημείωτοι, αλλά πάντα με όρους δικαιοσύνης», συμπλήρωσε.

Ο Μασκ ελπίζει για «μηδενική δασμολογική κατάσταση» μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης

Ο επιχειρηματίας τεχνολογίας και ειδικός σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου, Έλον Μασκ, δήλωσε το Σάββατο ότι επιθυμεί μηδενικούς δασμούς μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης, μερικές ημέρες αφότου η κυβέρνηση Τραμπ εφάρμοσε ευρείς δασμούς σε χώρες σε όλο τον κόσμο.

Μιλώντας ζωντανά στον Ιταλό αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης, ο Μασκ είπε επίσης ότι θέλει περισσότερη ελευθερία κινήσεων μεταξύ Βόρειας Αμερικής και Ευρώπης.

«Εν τέλει, ελπίζω να συμφωνηθεί ότι τόσο η Ευρώπη όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να κινηθούν ιδανικά, κατά την άποψή μου, σε μια κατάσταση μηδενικών δασμών, δημιουργώντας ουσιαστικά μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής», είπε ο Μασκ.

Όσον αφορά τις μετακινήσεις μεταξύ των δύο περιοχών, ο Μασκ δήλωσε ότι πιστεύει ότι «αν οι άνθρωποι επιθυμούν να εργαστούν στην Ευρώπη ή θέλουν να εργαστούν στη Βόρεια Αμερική, θα πρέπει να τους επιτραπεί να το πράξουν», προσθέτοντας ότι αυτή ήταν η συμβουλή του προς τον πρόεδρο.

Ως μέρος αυτού που η κυβέρνηση ονόμασε «Ημέρα Απελευθέρωσης», στις 2 Απριλίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε καθολικό βασικό δασμό 10% και υψηλότερους συντελεστές για τους μεγάλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ που έχουν επί του παρόντος εμπορικά πλεονάσματα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τις οποίες η κυβέρνηση Τραμπ υπολόγισε ότι χρεώνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες 39% σε δασμούς και άλλα εμπορικά κόστη στα αγαθά τους, χτυπήθηκαν με γενικό δασμό 20% στο πλαίσιο του σχεδίου.

Το Σαββατοκύριακο, ο Μασκ επέκρινε τον εμπορικό σύμβουλο του Λευκού Οίκου Πίτερ Ναβάρο σχετικά με τους δασμούς. Ο Ναβάρο είπε στο «Sunday Morning Futures» του Fox News ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Tesla «απλώς προστατεύει τα δικά του συμφέροντα, όπως θα έκανε κάθε επιχειρηματίας».

«Είναι στο Τέξας και συναρμολογεί αυτοκίνητα που έχουν μεγάλα εξαρτήματα από το Μεξικό, την Κίνα – οι μπαταρίες προέρχονται από την Ιαπωνία ή την Κίνα, τα ηλεκτρονικά από την Ταϊβάν», πρόσθεσε ο Ναβάρο.

Ως ειδικός κρατικός υπάλληλος, ο Μασκ μπορεί να εργαστεί υπό την διοίκηση μόνο για 130 ημέρες. Σχολιάζοντας την κατάσταση την περασμένη εβδομάδα στους δημοσιογράφους, ο Τραμπ είπε ότι ο Μασκ πιθανότατα θα φύγει σε «μερικούς μήνες» και έχει υποδείξει ότι οι επικεφαλής των υπηρεσιών θα συνεχίσουν να συνεργάζονται με το DOGE μετά την αποχώρησή του.

Ο υπουργός Οικονομίας της Ιταλίας Τζιανκάρλο Τζορτζέτι είπε νωρίτερα το Σάββατο ότι η κυβέρνηση του επιθυμεί «αποκλιμάκωση» με τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την ανακοίνωση των δασμών του Τραμπ και προειδοποίησε κατά της επιβολής αντιποίνων από την Ιταλία.

Την περασμένη εβδομάδα περίπου, η μετοχή της Tesla υποχώρησε περισσότερο από 4%, ενώ οι τρεις μεγάλοι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες σημείωσαν μεγαλύτερες βουτιές, της τάξης του 5-9%, μετά τις ανακοινώσεις των δασμών.

Προηγουμένως, ο Μασκ ήταν προσεκτικός σχετικά με τους δασμούς. Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης με τον παρουσιαστή διαδικτυακής εκπομπής Τζο Ρόγκαν πέρυσι, ο Μασκ είχε πει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα για ορισμένες εταιρείες.

«Νομίζω ότι πρέπει να είσαι προσεκτικός με τους δασμούς», είπε ο Μασκ τότε. «Ασχολούμαι πολύ με ζητήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως η παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού αυτοκινήτων για την Tesla – είναι απίστευτα περίπλοκη. Έτσι, όταν υπάρχουν ξαφνικές αλλαγές σε δασμούς… ανακατεύονται όλα.»

Με πληροφορίες από το Reuters 

Αξιωματούχος του Λευκού Οίκου λέει ότι περισσότερες από 50 χώρες θέλησαν να διαπραγματευτούν τους δασμούς

Ανώτατος οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου δήλωσε στις 6 Απριλίου ότι περισσότερες από 50 χώρες έχουν έρθει σε επαφή με την κυβέρνηση Τραμπ για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τους δασμούς που ανακοινώθηκαν την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου σχεδόν σε κάθε έθνος στον κόσμο.

Σε συνέντευξη στο ABC News, ο Κέβιν Χάσσετ, επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, είπε ότι «υπάρχουν περισσότερες από 50 χώρες που επικοινώνησαν μαζί μας προκειμένου να διαπραγματευτούν αυτό το νέο καθεστώς με τον πρόεδρο» από τότε που ανακοινώθηκαν οι δασμοί.

«Το κάνουν γιατί καταλαβαίνουν ότι επιβαρύνονται με μεγάλο μέρος του δασμού», είπε στον τηλεοπτικό σταθμό.

Αν και ο Χάσσετ δεν είπε ποιες χώρες έχουν ξεκινήσει συνομιλίες με την αμερικανική κυβέρνηση, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έγραψε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social στις 4 Απριλίου ότι ο κορυφαίος επικεφαλής του Βιετνάμ είπε ότι η χώρα θα μειώσει τους δασμούς στις εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες «στο μηδέν».

Στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε ελάχιστο δασμό 10% για όλους τους εμπορικούς εταίρους, καθώς και υψηλότερους δασμούς για περίπου 60 έθνη — συνήθως το ήμισυ από ό,τι επιβάλλει το καθένα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι υψηλότεροι δασμοί πρόκειται να τεθούν σε ισχύ στις 9 Απριλίου.

Ο Καναδάς και το Μεξικό εξαιρέθηκαν από τους πιο πρόσφατους δασμούς, επειδή υπόκεινται ήδη σε δασμούς 25% που ανακοινώθηκαν πριν από αρκετές εβδομάδες. Αυτοί οι δασμοί επιβλήθηκαν με στόχο να περιοριστεί η παράνομη μετανάστευση και η διακίνηση φαιντανύλης στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω των νότιων και βόρειων γειτόνων τους.

Ο πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης Πετόνγκταρν Σιναγουάτρα δήλωσε ότι η Ταϊλάνδη είναι επίσης πρόθυμη να ξεκινήσει συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τους δασμούς.

«Η Ταϊλάνδη έχει σηματοδοτήσει την ετοιμότητά της να συζητήσει με την κυβέρνηση των ΗΠΑ με την πρώτη ευκαιρία και να προσαρμόσει το εμπορικό ισοζύγιο ώστε να είναι δίκαιο και για τα δύο μέρη», είπε ο Σιναγουάτρα σε δημοσιογράφους στις 3 Απριλίου, σημειώνοντας ότι η Ταϊλάνδη μπορεί να γίνει μια χώρα «φίλα προσκείμενη» στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ είπε σε δημοσιογράφους στις 3 Απριλίου ότι η χώρα του θα απαντήσει με «ψύχραιμο και ήρεμο» τρόπο, σημειώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν εισφορά μόνο 10% στη χώρα του, βάζοντας το Ηνωμένο Βασίλειο σε «καλύτερη θέση από πολλές άλλες χώρες από ό,τι ανακοινώθηκε».

Ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε πρoσέφερε στις 6 Απριλίου μηδενικούς δασμούς ως βάση για συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεσμευόμενος να άρει τα εμπορικά εμπόδια αντί να επιβάλει αμοιβαία μέτρα και λέγοντας ότι οι εταιρείες της Ταϊβάν θα αυξήσουν τις επενδύσεις τους στις ΗΠΑ.

Επίσης, στη συνέντευξη στις 6 Απριλίου, ο Χάσσετ είπε ότι τα οικονομικά στοιχεία των ΗΠΑ έδειξαν ότι «είχαμε μόλις μία από τις ισχυρότερες αναφορές θέσεων εργασίας που έχω δει εδώ και πολύ καιρό», υποδηλώνοντας ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αμερικανικές θέσεις εργασίας.

«[Τα δεδομένα για τις θέσεις εργασίας] ήταν περίπου 50% καλύτερα από ό,τι περίμεναν οι αγορές. Είναι το δεύτερο συνεχόμενο», είπε. «Έχουμε ήδη δημιουργήσει περίπου 10.000 θέσεις εργασίας στην παραγωγή αυτοκινήτων από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο πρόεδρος Τραμπ και μόλις πληροφορήθηκα — ανέκδοτα χθες το βράδυ— ότι τα εργοστάσια αυτοκινήτων προσθέτουν δεύτερες βάρδιες στις ΗΠΑ για να ανταποκριθούν σε αυτούς τους δασμούς αυτές τις μέρες.»

Ο Χάσσετ είπε ότι δεν περιμένει μεγάλο πλήγμα για τους καταναλωτές, καθώς οι εξαγωγείς είναι πιθανό να μειώσουν τις τιμές, «επειδή εξαρτάται από την προσφορά και τη ζήτηση… την ελαστικότητα της προσφοράς και της ζήτησης».

«Και πάλι, αν νομίζετε ότι οι καταναλωτές θα πληρώσουν αυτόν τον φόρο, τότε θα πρέπει να προβληματίζεστε γιατί αυτό αναστατώνει τις χώρες είναι αναστατωμένες», προσέθεσε.

«Η ουσία είναι ότι η Κίνα μπήκε στον ΠΟΕ [Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου] το 2000. Στα 15 χρόνια που ακολούθησαν, τα πραγματικά εισοδήματα μειώθηκαν περίπου 1.200 δολάρια σωρευτικά.

»Αν τα φθηνά αγαθά ήταν η απάντηση — εάν τα φθηνά αγαθά επρόκειτο να βελτιώσουν τους πραγματικούς μισθούς των Αμερικανών, την πραγματική ευημερία, τότε τα πραγματικά εισοδήματα θα είχαν αυξηθεί κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Αντίθετα, μειώθηκαν επειδή οι μισθοί μειώθηκαν περισσότερο από ό,τι οι τιμές.»

Μετά την ανακοίνωση των δασμών, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones υποχώρησε συνολικά 4.000 μονάδες στις 3 και 4 Απριλίου. Ο Nasdaq υποχώρησε κατά 5,82 ποσοστιαίες μονάδες και ο S&P 500 σημείωσε επίσης παρόμοια πτώση, υποχωρώντας κατά 5,97% στις 4 Απριλίου.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Τραμπ λέει ότι ο Μασκ πιθανότατα θα φύγει από την κυβέρνηση σε «μερικούς μήνες»

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι ο ειδικός προεδρικός σύμβουλος Ίλον Μασκ είναι πιθανό να αποχωρήσει από την κυβέρνηση σε «μερικούς μήνες».

Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με το πότε θα μπορούσε να φύγει ο Μασκ, ο Τραμπ είπε σε δημοσιογράφους στο Air Force One την Πέμπτη ότι «ο Ίλον είναι φανταστικός», αλλά έχει «μια σειρά από εταιρείες να διευθύνει». Ο Μασκ είναι ειδικός κρατικός υπάλληλος, που σημαίνει ότι πρέπει να φύγει 130 ημέρες μετά την ανάληψη της θέσης.

«Θέλω να μείνει όσο περισσότερο γίνεται», είπε. «Θα υπάρξει ένα σημείο όπου θα πρέπει να φύγει».

Ο Μασκ εντάχθηκε στην κυβέρνηση καθώς ο Τραμπ δημιούργησε τον Ιανουάριο το Τμήμα Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (DOGE) μέσω εκτελεστικού διατάγματος. Από τότε, το DOGE πηγαίνει από υπηρεσία σε υπηρεσία για να εξετάσει αυτό που αποκαλεί απάτη, κατάχρηση και σπατάλη. Το έργο του παρεμποδίστηκε από πολλούς ομοσπονδιακούς δικαστές τις τελευταίες ημέρες.

Εκτός από τις δικαστικές αποφάσεις κατά του DOGE, ο Μασκ αντιμετώπισε μια αποτυχία την Τρίτη στο Ουισκόνσιν, όπου οι ψηφοφόροι απέρριψαν έναν υποψήφιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της πολιτείας που ενέκρινε ο Μασκ, αφού ξόδεψε περισσότερα από 21 εκατομμύρια δολάρια σε προσωπικές δωρεές και εμφανίστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του υποψηφίου το Σαββατοκύριακο.

Η ηλεκτρική αυτοκινητοβιομηχανία του δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία της Tesla σημείωσε επίσης πτώση 13% στις πωλήσεις τους πρώτους τρεις μήνες του έτους.
Σε σχόλια την Κυριακή, ο Μασκ είπε ότι η δουλειά του στην κυβέρνηση Τραμπ βλάπτει τη μετοχή της Tesla και ότι οι διαμαρτυρίες και οι επιθέσεις εναντίον ακινήτων και αυτοκινήτων της Tesla μπορεί να ευθύνονται εν μέρει. Από τη διαπραγμάτευση της Παρασκευής, η μετοχή της Tesla έχει υποχωρήσει περισσότερο από 36% από την αρχή του 2025, αν και οι μετοχές της εταιρείας έχουν αυξηθεί κατά 41% από έτος σε έτος.

Ο Μασκ είπε ξεχωριστά στον Μπρετ Μπάιερ του Fox News στις 27 Μαρτίου ότι το DOGE βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου του πριν από τη λήξη της θητείας του ως ειδικού κυβερνητικού υπαλλήλου.

«Πιστεύω ότι θα έχουμε ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του έργου που απαιτείται για τη μείωση του ελλείμματος κατά ένα τρισεκατομμύριο δολάρια εντός αυτού του χρονικού πλαισίου», είπε.

Εκτός από τα σχόλια του Τραμπ, ο αντιπρόεδρος Τζέιμς Βανς είπε ότι ο Μασκ θα συνεχίσει να τους παρέχει συμβουλές μετά την αποχώρηση από την κυβέρνηση.

«Το DOGE έχει πολλή δουλειά να κάνει και ναι, αυτή η δουλειά θα συνεχιστεί μετά την αποχώρηση του Ίλον. Αλλά βασικά, ο Ίλον θα παραμείνει φίλος και σύμβουλος τόσο σε εμένα όσο και στον πρόεδρο», είπε ο Βανς στο Fox News σε συνέντευξή του την Πέμπτη.

Το Politico και άλλα μέσα ενημέρωσης, επικαλούμενα μη κατονομαζόμενες πηγές, ανέφεραν την Τετάρτη ότι ο Τραμπ είχε πει στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου του ότι ο Μασκ θα αποχωρήσει σύντομα και θα επιστρέψει στον ιδιωτικό τομέα.

Ο Λευκός Οίκος αμφισβήτησε αυτές τις αναφορές.

«Ο Ίλον Μασκ και ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσαν *δημόσια* ότι ο Ίλον θα αποχωρήσει από τη δημόσια υπηρεσία ως ειδικός κρατικός υπάλληλος όταν ολοκληρωθεί η απίστευτη δουλειά του στο DOGE», έγραψε η Λέβιτ σε μια ανάρτηση στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X.

Ο Λευκός Οίκος δεν έχει αποκαλύψει κανένα σαφές χρονοδιάγραμμα για το κλείσιμο του DOGE. Ο κυβερνητικός οργανισμός περικοπής δαπανών δεν προοριζόταν ποτέ να γίνει μόνιμη έδρα στην Ουάσιγκτον. Αρχικά προοριζόταν να λειτουργήσει μέχρι τις 4 Ιουλίου 2026.

Το DOGE αρχικά είχε σχεδιαστεί ως μια ανεξάρτητη συμβουλευτική επιτροπή, με τον Μασκ να μοιράζεται την ηγεσία με τον Βιβέκ Ραμασγουάμι, έναν επιχειρηματία βιοτεχνολογίας. Ο Ραμασγουάμι, Ρεπουμπλικανός, εγκατέλειψε την θέση και είναι υποψήφιος για κυβερνήτης του Οχάιο, και το DOGE έγινε μέρος της κυβέρνησης.

Το Associated Press συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Βουτιά 1.100 μονάδων για τον Dow Jones μετά την ανακοίνωση δασμών από τον Τραμπ

Οι τρεις κυριότεροι δείκτες της Wall Street κατέγραψαν ισχυρή πτώση το πρωί της Πέμπτης μετά την ανακοίνωση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για την επιβολή σαρωτικών δασμών ύψους τουλάχιστον 10%. Μέχρι το μεσημέρι, ο Dow Jones είχε ήδη υποχωρήσει κατά περίπου 1.100 μονάδες.

Εκτός από τον Dow, σημαντικές απώλειες σημείωσε και ο δείκτης S&P 500, με πτώση περίπου 3,5%, ενώ ο Nasdaq Composite υποχώρησε κατά περισσότερο από 4,7% λίγο μετά το άνοιγμα της συνεδρίασης στις 9:35 π.μ. (τοπική ώρα).

Ισχυρές ήταν οι απώλειες και στις μετοχές μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών. Η Nike έχασε 11%, η Apple περίπου 7%, η Gap σημείωσε πτώση 12%, ενώ η μετοχή της Target έχασε 9%. Αντίστοιχα, η Amazon υποχώρησε περισσότερο από 6%, η αλυσίδα Five Below σημείωσε βουτιά 22%, η Dollar Tree έχασε 9%, και η HP περίπου 13%.

Το βράδυ της Τετάρτης, ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλουν ελάχιστο δασμό 10% σε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα, ενώ τα ποσοστά θα είναι αισθητά υψηλότερα για αγαθά από συγκεκριμένες χώρες, όπως την Κίνα και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η αναταραχή επεκτάθηκε και στις διεθνείς αγορές, με τις κυριότερες αγορές του εξωτερικού να καταγράφουν σημαντικότατες απώλειες. Ο γαλλικός CAC 40 υποχώρησε κατά 3,1%, ενώ στη Γερμανία ο DAX σημείωσε απώλειες 2,4%. Στην Ασία, ο ιαπωνικός Nikkei 225 έχασε 2,8%, ο δείκτης Hang Seng του Χονγκ Κονγκ υποχώρησε κατά 1,5%, ενώ ο Kospi στη Νότια Κορέα έκλεισε στο -0,8%.

Η ανησυχία των επενδυτών για την αμερικανική οικονομία εντάθηκε, οδηγώντας τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων σε απότομη πτώση, καθώς ενισχύθηκαν οι εκτιμήσεις πως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) θα αναγκαστεί να προχωρήσει σύντομα σε μειώσεις των επιτοκίων. Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου υποχώρησε στο 4,03%, από 4,20% την Τετάρτη και περίπου 4,80% τον Ιανουάριο, μια πολύ μεγάλη διακύμανση σύμφωνα με τα δεδομένα της αγοράς ομολόγων.

Θορυβημένες εμφανίζονται και οι ενώσεις βιομηχανικών κλάδων, με την Ένωση Καταναλωτικής Τεχνολογίας (CTA) να προειδοποιεί πως οι δασμοί αποτελούν στην πράξη «μαζική αύξηση φόρων στους Αμερικανούς καταναλωτές» που θα πυροδοτήσει νέο κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού.

«Αυτά τα μέτρα θα αυξήσουν τις τιμές για τους καταναλωτές και αναπόφευκτα θα οδηγήσουν και σε αντίποινα από τους εμπορικούς εταίρους μας. Οι Αμερικανοί θα γίνουν φτωχότεροι λόγω των δασμών. Δε μιλάμε για “χρυσή εποχή”, αλλά για επιστροφή στην παγκόσμια οικονομική καταστροφή της δεκαετίας του 1930 που προκάλεσαν οι δασμοί Σμουτ-Χόλι, πλήττοντας κυρίως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και τους εργαζομένους», προειδοποίησε ο εκπρόσωπος της CTA σε ανακοίνωσή του.

Η κυβέρνηση Τραμπ πάντως δικαιολόγησε τη νέα πολιτική, υποστηρίζοντας πως «οι εμπορικές και οικονομικές πρακτικές των άλλων χωρών έχουν δημιουργήσει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα νέα μέτρα ενισχύουν τη διεθνή οικονομική θέση της χώρας και προστατεύουν τους Αμερικανούς εργαζόμενους».

«Η συνεχής και μεγάλη έλλειψη ισορροπίας στο εμπορικό μας ισοζύγιο αγαθών έχει πλέον οδηγήσει σε συρρίκνωση της βιομηχανικής μας βάσης, αδυναμία ανάπτυξης προηγμένης εγχώριας παραγωγής, εξάρτηση στρατηγικών εφοδιαστικών αλυσίδων από ξένα συμφέροντα και έχει καταστήσει ακόμη και την αμυντική μας παραγωγική βάση ιδιαίτερα ευάλωτη», υπογράμμισε ο Λευκός Οίκος.

Η ανακοίνωση ανέφερε αρκετές φορές την Κίνα, χαρακτηρίζοντας τη χώρα «μη εμπορική οικονομία» που εφαρμόζει αθέμιτες πρακτικές και πολιτικές, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσει παγκοσμίως σε σημαντικούς μεταποιητικούς τομείς και να αποδυναμώσει την αμερικανική παραγωγή και απασχόληση.

«Από το 2001 ως το 2018, αυτές οι πρακτικές συνετέλεσαν στην απώλεια 3,7 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ λόγω του αυξανόμενου εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα, πλήττοντας τόσο την ανταγωνιστικότητα της χώρας όσο και την οικονομική και εθνική μας ασφάλεια», τονίζει το ανακοινωθέν.

Σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τους Αμερικανούς εν μέσω αναταραχής στις αγορές, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε στο κανάλι Fox πως οι επιπτώσεις για τον μέσο καταναλωτή θα αργήσουν να γίνουν αισθητές.

Πρόσθεσε μάλιστα πως η προσωρινή αυτή αναστάτωση είναι απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη ισχυροποίηση της αμερικανικής οικονομίας και για την προστασία των θέσεων εργασίας. «Πολλοί πλούτισαν μεταφέροντας θέσεις εργασίας στο εξωτερικό· όχι όμως οι Αμερικανοί εργαζόμενοι ούτε οι ίδιες οι αμερικανικές επιχειρήσεις», δήλωσε χαρακτηριστικά.

ΗΠΑ: Προειδοποίηση προς τη διεθνή κοινότητα να μην απαντήσει στους νέους δασμούς του Τραμπ

Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, προειδοποίησε τις άλλες χώρες να αποφύγουν οποιαδήποτε αντίδραση απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά την ανακοίνωση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για εκτεταμένους δασμούς τουλάχιστον 10% σε όλες τις εισαγωγές προϊόντων στη χώρα.

«Η συμβουλή μου προς κάθε χώρα αυτή τη στιγμή είναι να μην αντιδράσετε. Περιμένετε, αποδεχθείτε το μέτρο και ας δούμε πώς θα εξελιχθεί. Γιατί αν απαντήσετε με αντίμετρα, θα υπάρξει κλιμάκωση. Αν δεν υπάρξουν αντίποινα, τότε θα είναι το τελευταίο βήμα της έντασης», δήλωσε ο κ. Μπέσεντ σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Special Report» του τηλεοπτικού δικτύου Fox News το βράδυ της Τετάρτης.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο παρουσιαστής Μπρετ Μπάιερ έθεσε στον υπουργό το ζήτημα των Αμερικανών που ανησυχούν για τα συνταξιοδοτικά τους προγράμματα – όπως τα δημοφιλή 401(k) και τα Roth IRA -μετά την ανακοίνωση των δασμών. Υπενθυμίζεται ότι το πρωί της Πέμπτης οι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες κατέγραψαν ισχυρή πτώση, με τον Dow Jones να σημειώνει προσωρινές απώλειες έως και 1.500 μονάδων.

«Αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή είναι να προετοιμάσουμε το έδαφος για την μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη», απάντησε ο κ. Μπέσεντ. «Ήμασταν ήδη καθ’ οδόν προς μια χρηματοπιστωτική κρίση. Προσωπικά, συνήθιζα να διδάσκω την ιστορία των χρηματοοικονομικών κρίσεων. Το τεράστιο κόστος της κρατικής δαπάνης ήταν μη βιώσιμο».

Ο υπουργός Οικονομικών τόνισε επίσης ότι πριν από κάθε μεγάλη κρίση οι αγορές συνήθως ήταν «σε εξαιρετική κατάσταση» λίγο πριν από την τελική κατάρρευση. «Η διοίκηση Τραμπ μας απομάκρυνε από εκείνη την επικίνδυνη τροχιά μιας ολικής κατάρευσης και μας επαναφέρει στον δρόμο της υγιούς ανάπτυξης», πρόσθεσε.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι οι βασικοί δασμοί ύψους 10% τίθενται σε ισχύ από τις 5 Απριλίου, ενώ αυξημένες, αντίστοιχες κυρώσεις σε επιλεγμένες χώρες θα ισχύσουν από τις 9 Απριλίου. Παράλληλα, δασμοί ύψους 25% στις εισαγωγές αυτοκινήτων ενεργοποιήθηκαν ήδη σήμερα τα μεσάνυχτα.

Τα νέα τέλη περιλαμβάνουν δασμούς 34% σε εισαγόμενα αγαθά από την Κίνα, 46% στο Βιετνάμ, 24% στην Ιαπωνία και 20% στην Ευρώπη. Στην περίπτωση της Κίνας, ο συνολικός δασμός διαμορφώνεται πλέον στο 54%.

Ο πρόεδρος Τραμπ, παρουσιάζοντας τους νέους δασμούς, τόνισε την ανάγκη δίκαιων εμπορικών σχέσεων και χαρακτήρισε τη νέα πολιτική ως «Ημέρα Απελευθέρωσης», καταγγέλλοντας ότι παραδοσιακοί σύμμαχοι πολλές φορές εκμεταλλεύονταν εμπορικά τις Ηνωμένες Πολιτείες πιο έντονα ακόμη και από τους εχθρούς τους.

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαρακτήρισε τους νέους δασμούς ισχυρό πλήγμα για την παγκόσμια οικονομία και προειδοποίησε πως η ΕΕ των 27 είναι έτοιμη να απαντήσει με αντίμετρα. «Η αβεβαιότητα θα αυξηθεί και θα οδηγήσει σε έξαρση του προστατευτισμού», δήλωσε η ίδια, προειδοποιώντας ότι «οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο».

Την ίδια στιγμή, εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης έγινε γνωστό ότι το Πεκίνο αντιτίθεται στους νέους δασμούς και σκοπεύει να αντιδράσει δυναμικά στις κινήσεις της Ουάσιγκτον. Εν τω μεταξύ, πρόσφατα ο πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που κλείνει «παραθυράκι» στο εμπόριο, μέσω του οποίου μικρά πακέτα από Κίνα και Χονγκ Κονγκ εισάγονταν στις ΗΠΑ χωρίς δασμούς, δίνοντας μεγάλο πλεονέκτημα σε εταιρείες όπως η Temu και η Shein.

Σε συνέντευξή του την Πέμπτη στο «Fox and Friends», ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς παραδέχθηκε πως οι δασμοί ίσως προκαλέσουν ορισμένες βραχυπρόθεσμες δυσκολίες, αλλά τόνισε ότι είναι απαραίτητοι προκειμένου οι ΗΠΑ να ανακτήσουν θέσεις εργασίας και να ενισχύσουν την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή.

«Ξέρουμε ότι πολλοί Αμερικανοί ανησυχούν», σημείωσε. «Όμως θα ζητήσω από τον κόσμο να κατανοήσει ότι αυτά τα προβλήματα δεν πρόκειται να λυθούν από τη μια μέρα στην άλλη».

Υπενθυμίζεται τέλος πως κατά τη διάρκεια της επιτυχημένης προεκλογικής του εκστρατείας το 2024, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δεσμευτεί να εφαρμόσει οριζόντιους δασμούς μεταξύ 10%-20% σε όλες τις εισαγωγές και είχε αναφέρει επίσης πως θα ήθελε να δει ελάχιστο δασμό 60% σε όλα τα κινέζικα προϊόντα.