Παρασκευή, 04 Ιούλ, 2025

Ν. Κορέα: Ομόφωνη η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου για την καθαίρεση του προέδρου Γιουν

Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Νότιας Κορέας επικύρωσε ομόφωνα την καθαίρεση του προέδρου Γιουν Σουκ Γιολ  από το αξίωμά του και την ποινική δίωξη του για απόπειρα επιβολής στρατιωτικού νόμου.

Ο αναπληρωτής αρχηγός του δικαστηρίου Μουν Χιουνγκ Μπάε διάβασε την ετυμηγορία, λέγοντας ότι η κήρυξη στρατιωτικού νόμου από τον Γιουν δεν πληρούσε τη νομική απαίτηση για εθνική κρίση και ότι ο Γιουν παραβίασε τον νόμο στέλνοντας στρατεύματα στο κοινοβούλιο της Νότιας Κορέας, στις 3 Δεκεμβρίου. Η κίνηση αυτή έγινε αντιληπτή ως προσπάθεια να σταματήσει την ψηφοφορία για την άρση του διατάγματός του.

Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν οκτώ εν ενεργεία δικαστές με μία κενή έδρα, και για να μπορέσει να ισχύσει η απόφαση της Εθνοσυνέλευσης χρειάζονταν έξι ψήφοι. Στην περίπτωση του Γιουν, υπερψήφισαν και οι οκτώ δικαστές. Για να υπάρχει απαρτία για την πραγματοποίηση της δίκης απαιτούνται τουλάχιστον επτά δικαστές.

Η απαρτία του δικαστηρίου μετά από αυτόν τον μήνα θα είναι αμφίβολη, καθώς οι θητείες του Μουν και του δικαστή Λι Μισόν λήγουν τον Απρίλιο. Το κυβερνών κόμμα του Γιουν αρνιόταν να διορίσει δικαστές στο δικαστήριο, επικαλούμενο πολιτική μεροληψία στους υποψηφίους που ορίστηκαν από την Εθνοσυνέλευση υπό την ηγεσία της αντιπολίτευσης, χωρίς την υποστήριξη της κυβέρνησης.

Η απόφαση της 4ης Απριλίου επιβεβαίωσε τις κατηγορίες κατά του Γιουν, στις 14 Δεκεμβρίου 2024, από την Εθνοσυνέλευση υπό την ηγεσία της αντιπολίτευσης για κατάχρηση εξουσίας και παραβίαση του Συντάγματος. Η απόφαση αναγνώρισε ότι η κατηγορία της εξέγερσης είχε αφαιρεθεί από το κόμμα της αντιπολίτευσης από την αρχική πρόταση μομφής.

Η επικύρωση της δίωξης του Γιουν σημαίνει και πρόωρη λήξη της θητείας του, που κανονικά θα έληγε τον Μάιο του 2027.

Επόμενο βήμα οι πρόωρες εκλογές, που θα προκηρυχθούν εντός 60 ημερών.

Ο Γιουν δεν ήταν παρών στο δικαστήριο για την ετυμηγορία, η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά σε ολόκληρο το έθνος, με τη νομική ομάδα του να επικαλείται τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

Παρά τις εκκλήσεις για ταχύτητα, οι διαβουλεύσεις του δικαστηρίου ήταν οι πιο μακρόχρονες που έχουν καταγραφεί, με διάρκεια που ξεπέρασε τις πέντε εβδομάδες. Στις περιπτώσεις των πρώην προέδρων Ρο Μου-χιουν και Παρκ Γκουν-χε, το δικαστήριο χρειάστηκε μόνο 14 ημέρες και 11 ημέρες, αντίστοιχα, για να αποφασίσει για την ποινική δίωξή τους.

Από τότε που κηρύχθηκε ο στρατιωτικός νόμος, έχουν παρατηρηθεί μαζικές διαδηλώσεις στη Σεούλ τόσο προς υποστήριξη του μηνύματος του προέδρου όσο και εναντίον του με το αίτημα για την οριστική απομάκρυνσή του, σε μια περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας για την 12η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Ποινικές κατηγορίες 

Ο Γιουν παραπέμφθηκε από την Εθνοσυνέλευση για παραβίαση του Συντάγματος και παράνομες πράξεις εξέγερσης, ανέφερε το ψήφισμα υπό την ηγεσία της αντιπολίτευσης.

Η Εθνοσυνέλευση, με 300 έδρες, απομάκρυνε τον Γιουν στις 14 Δεκεμβρίου με ψηφοφορία 204-85-11, καθώς 12 μέλη του Κόμματος Εξουσίας των Ανθρώπων (PPP) του Γιουν ψήφισαν υπέρ μιας δεύτερης πρότασης μομφής εν μέσω κομματικών συρράξεων και της άρνησης του Γιουν να παραιτηθεί.

Χρειαζόταν ψήφος δύο τρίτων για την παραπομπή. Έντεκα απείχαν ή υπέβαλαν άκυρες ψήφους.

Σύμφωνα με την αντιπολίτευση, ο Γιουν προσπάθησε να συλλάβει μέλη της Εθνοσυνέλευσης αναπτύσσοντας ένοπλες δυνάμεις για να υπονομεύσει την εξουσία του νομοθετικού σώματος και να διαταράξει τη δημοκρατική διαδικασία όπως περιγράφεται στο Σύνταγμα.

Το ψήφισμα χαρακτήρισε τις ενέργειες του Γιουν ως κατάχρηση εξουσίας και απειλή για το δημοκρατικό σύστημα της Νότιας Κορέας, σε βαθμό που να δικαιολογείται η καθαίρεσή του από το προεδρικό αξίωμα.

Στις 3 Δεκεμβρίου, μετά από προτροπή του αρχηγού της αντιπολίτευσης, πολίτες αψήφησαν τον στρατιωτικό νόμο για να διαμαρτυρηθούν έξω από τη Συνέλευση,. Μέλη του κόμματος του Γιουν προσπάθησαν να εμποδίσουν τη συνεδρίαση εμποδίζοντας φυσικά την είσοδο, ενώ οι βουλευτές της αντιπολίτευσης πήδηξαν την περίφραξη του χώρου για να εισέλθουν, αφού τα στρατεύματα ασφάλισαν την περίμετρο.

Παρά το χάος στο Νομοθετικό Σώμα, και οι 190 βουλευτές που ήταν παρόντες στην Εθνοσυνέλευση ψήφισαν για την ακύρωση του διατάγματος μόλις 2,5 ώρες μετά την ανακοίνωση του Γιουν.

Οι 108 βουλευτές από το κόμμα του Γιουν απήχαν από την ψηφοφορία.

Τέσσερις ώρες μετά την ψηφοφορία, στις 5:18 π.μ., το υπουργικό συμβούλιο του Γιουν συγκεντρώθηκε για να άρει επίσημα την εντολή.

Ο Γιουν υποστήριξε στο Συνταγματικό Δικαστήριο ότι ενήργησε σύμφωνα με το Σύνταγμα στις 3 Δεκεμβρίου, καθώς η κήρυξη στρατιωτικού νόμου εμπίπτει στην εκτελεστική εξουσία του προέδρου και δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο.

Είπε ότι πρόθεσή του ήταν να χρησιμοποιήσει την επείγουσα δράση όχι για να αρπάξει την εξουσία αλλά για να «κάνει έκκληση έκτακτης ανάγκης» στους Νοτιοκορεάτες σχετικά με το πολιτικό αδιέξοδο μεταξύ της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας που έχει δημιουργήσει κρίση διακυβέρνησης για τη χώρα.

Δήλωσε επίσης ότι η τοποθέτηση 280 στρατιωτών στην Εθνοσυνέλευση δεν ήταν για να εμποδίσει τους βουλευτές να ψηφίσουν, όπως ισχυρίζεται το κόμμα της αντιπολίτευσης, αλλά για να διατηρήσει την τάξη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Εθνοσυνέλευση μπόρεσε να συγκεντρωθεί για να ψηφίσει για την άρση του διατάγματος στρατιωτικού νόμου, είπε, σημειώνοντας τη διαφορά με τα προηγούμενα διατάγματα στρατιωτικού νόμου στη χώρα.

Ορισμένοι στρατιωτικοί και αξιωματούχοι κατέθεσαν ότι ο Γιουν τους διέταξε να απομακρύνουν βουλευτές για να βοηθηθεί η ψηφοφορία επί του διατάγματός του και να θέσουν υπό κράτηση πολιτικούς του αντιπάλους.

Από το 1948, έχει κηρυχθεί τουλάχιστον 16 φορές στρατιωτικός νόμος στη Νότια Κορέα, με τις 12 για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης μη στρατιωτικής φύσεως. Η πιο πρόσφατη ήταν το 1980 όταν δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες στάλθηκαν για να καταπνίξουν μία εξέγερση υπέρ της δημοκρατίας ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία του Τσουν Ντου-χουάν, στη πόλη Γκουανγκτζού.

Παράλυση κυβέρνησης, ισχυρισμοί εκλογικής νοθείας

Στην ανακοίνωσή του για τον στρατιωτικό νόμο της 3ης Δεκεμβρίου, ο Γιουν κατηγόρησε το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα της Κορέας (DPK) ότι προσπαθούσε με έναν «άνευ προηγουμένου αριθμό» πολιτικών διώξεων (22 συγκεκριμένα)  υπουργών και αξιωματούχων να παραλύσει την κυβέρνηση.

Ο Γιουν κατηγόρησε τους βουλευτές για «αντικρατικές ενέργειες που στοχεύουν στην υποκίνηση εξέγερσης», επικαλούμενος περικοπές στον προϋπολογισμό που επηρέασαν έργα φυσικού αερίου, αξιωματικούς του στρατού και κρατικές πληρωμές, όπως η υποστήριξη των παιδιών. Τόνισε επίσης τις απειλές για την εθνική ασφάλεια που δεν αντιμετωπίζονταν, δίνοντας το παράδειγμα Κινέζων υπηκόων που πιάστηκαν πρόσφατα με φωτογραφίες πολλών ετών από κορεατικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις στις συσκευές τους.

Σε επόμενα σχόλια που εξηγούσαν τη διαταγή του στρατιωτικού νόμου, ο Γιουν αναφέρθηκε δημόσια για πρώτη φορά σε «σοβαρά θέματα που δεν έχουν αποκαλυφθεί στο κοινό», δείχνοντας τα εμπόδια που συναντά η κυβέρνησή του στην προσπάθειά της να διερευνήσει πιθανούς κινδύνους για την ασφάλεια στην Εθνική Εκλογική Επιτροπή της Νότιας Κορέας (NEC).

Σε μία «Επιστολή προς τον λαό» με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου, ο Γιουν παραδέχτηκε ότι είχε επίσης διατάξει 290 στρατιώτες να τοποθετηθούν στους χώρους της NEC, όπου «μερικές δεκάδες αστυνομικοί ειδικοί στην ψηφιακή τεχνολογία» πήγαν μέσα στο κτίριο για να ελέγξουν τα εκλογικά συστήματα και να αξιολογήσουν την αναγκαιότητα έρευνας για υποτιθέμενη εκλογική νοθεία.

Ο Γιουν δήλωσε ότι η NEC αρνήθηκε να συνεργαστεί όταν ζητήθηκε να παραχωρήσει πρόσβαση αφότου ένα δικαστήριο διαπίστωσε ευπάθειες στους διακομιστές της. Η NEC απέρριψε τους ισχυρισμούς ως αβάσιμους και είπε ότι η τοποθέτηση στρατευμάτων ήταν «παράνομη και αντισυνταγματική».

Σύμφωνα με τον Γιουν, τα στρατεύματα αποσύρθηκαν αμέσως μετά την έγκριση της απόφασης από την Εθνοσυνέλευση για την άρση του στρατιωτικού νόμου, χωρίς να προκληθούν τραυματισμοί ή ζημιές.

«Εάν ανακαλυφθεί ένας τεράστιος αριθμός πλαστών ψηφοδελτίων κατά την καταμέτρηση των ψηφοδελτίων και οι υπολογιστές της NEC είναι ευάλωτοι στην πειρατεία και υπολείπονται σημαντικά των προτύπων του συστήματος υπολογιστών μιας κανονικής κυβερνητικής υπηρεσίας — και εάν όχι μόνο δεν κάνουν καμία προσπάθεια να το διορθώσουν, αλλά αρνούνται να επαληθεύσουν και να επιβεβαιώσουν εάν ο αριθμός ψήφων που ανακοινώθηκε αντιτοιχεί στον αριθμό των ψηφοφόρων — τότε υπάρχει ένα μεγάλο σύστημα εκλογικής νοθείας», έγραψε ο Γιουν.

Από τη μεριά της, η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι οι ισχυρισμοί του PPP για εκλογική νοθεία τροφοδοτούνται από τη δυσαρέσκειά του για τις απώλειες του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου 2024.

Κατηγορίες για εξέγερση σε ξεχωριστή δίκη

Ο Γιουν αρχικά αντιμετώπισε επίσης κατηγορίες εγκληματικής εξέγερσης στο συνταγματικό δικαστήριο, οι οποίες επισύρουν είτε θανατική ποινή ή ισόβια κάθειρξη. Οι κατηγορίες αφαιρέθηκαν στις 3 Ιανουαρίου για να επικεντρωθούν στην παραβίαση του Συντάγματος κατά την εφαρμογή του διατάγματος για τον στρατιωτικό νόμο και όχι σε ποινικές κατηγορίες.

Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης είπαν ότι η κίνηση θα επισπεύσει την υπόθεση, ενώ το PPP είπε ότι «εξέθεσε νομικά ελαττώματα στην πρόταση μομφής».

Οι ποινικές κατηγορίες για την ηγεσία μιας υποτιθέμενης εξέγερσης ασκούνται τώρα από τους εισαγγελείς σε ξεχωριστή δίκη, μετά από σύσταση προς τη Συνέλευση από το Γραφείο Διερεύνησης Διαφθοράς για Υψηλούς Αξιωματούχους (CIO), υπηρεσία που ιδρύθηκε κατά την πρώην κυβέρνηση του Μουν Τζε-ιν.

Μετά από εβδομάδες άρνησης να εμφανιστεί στο δικαστήριο σε αυτό που ο Γιουν αποκαλούσε «παράνομη έρευνα», το Δυτικό Περιφερειακό Δικαστήριο της Σεούλ εξέδωσε ένταλμα κράτησης και ο πρόεδρος άφησε να τον συλλάβουν στις 15 Ιανουαρίου, επικαλούμενος την ασφάλεια των διαδηλωτών.

Ο Γιουν κατηγορήθηκε επίσημα στις 26 Ιανουαρίου και τέθηκε υπό κράτηση για 52 ημέρες προτού αποφυλακιστεί στις 8 Μαρτίου, όταν το Κεντρικό Επαρχιακό Δικαστήριο της Σεούλ ακύρωσε το ένταλμα σύλληψής του για διαδικαστικά ζητήματα και ανησυχίες σχετικά με τη νομιμότητα της έρευνας.

Το δικαστήριο έχει εκφράσει τον προβληματισμό του σχετικά με τη δικαιοδοσία του CIO σε υποθέσεις εξέγερσης. Η πρώτη επίσημη δίκη για την υπόθεση αναμένεται στις 24 Απριλίου.

Tης Melanie Sun

Η Πολωνία ενισχύει την άμυνά της: Στο 5% του ΑΕΠ οι δαπάνες το 2026

Η Πολωνία θα δαπανήσει σχεδόν το 5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντός της (ΑΕΠ) στην άμυνα το 2026, έναντι 4,7% φέτος, ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο Άμυνας.

Η Πολωνία, η οποία είναι ισχυρός υποστηρικτής της γειτονικής Ουκρανίας που δέχεται επίθεση από τη Ρωσία, και η οποία μοιράζεται τα σύνορά της επίσης με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, είναι το μέλος του ΝΑΤΟ που δαπανά το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού της στην άμυνα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.

Σήμερα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο διαβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «παραμείνουν» στο ΝΑΤΟ και επιβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ αναμένουν ότι όλες οι χώρες του ΝΑΤΟ θα αυξήσουν σημαντικά τις στρατιωτικές τους δαπάνες, διαθέτοντας σε αυτές τουλάχιστον το 5% του ΑΕΠ.

«Το 5% είναι πράγματι ο στόχος που θέλουμε να φθάσουμε ήδη την προσεχή χρονιά, να πλησιάσουμε όλο και πιο πολύ το 5%», δήλωσε ο Πολωνός υπουργός Άμυνας Βλάντισλαβ Κοσίνιακ – Κάμιτς μετά τη σύνοδο των υπουργών Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βαρσοβία.

«Και ακόμη και με τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια που έχουμε υπογράψει, πρέπει να διατηρήσουμε ένα υψηλό επίπεδο δαπανών για τα χρόνια που έρχονται», πρόσθεσε.

Καθώς έχει θορυβηθεί από την εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική Ουκρανία πριν από τρία χρόνια, η Πολωνία έχει αρχίσει εδώ και χρόνια ένα πρόγραμμα γρήγορου εκσυγχρονισμού του στρατού της, με συμβόλαια αγοράς εξοπλισμού έναντι δισεκατομμυρίων ζλότι κυρίως στις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.

Συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στις Βρυξέλλες: Στο επίκεντρο ο ελληνοτουρκικός διάλογος

Σημαντική συνάντηση πραγματοποίησαν ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, και ο Τούρκος ομόλογός του, Χακάν Φιντάν, στο περιθώριο της Συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες. Οι δύο αξιωματούχοι συζήτησαν κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τις διατλαντικές σχέσεις, τις διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις, καθώς και το μέλλον των ελληνοτουρκικών επαφών.

Στο επίκεντρο η ενίσχυση του διαλόγου

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ένα από τα βασικά θέματα της συζήτησης αποτέλεσε ο καθορισμός των επόμενων βημάτων του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην προετοιμασία του επόμενου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, το οποίο αναμένεται να πραγματοποιηθεί μετά το Πάσχα. Η ημερομηνία θα καθοριστεί σύμφωνα με τα προγράμματα των δύο ηγετών, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία που αποδίδουν οι δύο χώρες στη συνέχιση της διπλωματικής προσέγγισης.

Οικονομικές πρωτοβουλίες και νέες προοπτικές

Εκτός από τις πολιτικές διαβουλεύσεις, η συνάντηση περιελάμβανε και συζήτηση για οικονομικά ζητήματα. Οι δύο υπουργοί επιβεβαίωσαν τη διοργάνωση ελληνικής επιχειρηματικής αποστολής στην Κωνσταντινούπολη στις 8-9 Μαΐου 2025. Η αποστολή αυτή στοχεύει στην ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων και στην αναζήτηση νέων επενδυτικών ευκαιριών μεταξύ των δύο χωρών, στέλνοντας ένα μήνυμα αμοιβαίας οικονομικής συνεργασίας.

Η επόμενη συνάντηση

Τέλος, καθορίστηκε ότι η επόμενη επίσημη συνάντηση μεταξύ των δύο υπουργών θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της άτυπης Συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, στις 14-15 Μαΐου 2025. Η επαφή αυτή αναμένεται να συμβάλει στην εδραίωση της διπλωματικής επικοινωνίας και στη διατήρηση της δυναμικής που έχει διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Με τις δύο πλευρές να επιδιώκουν σταθερότητα και συνεργασία, η ατζέντα των επόμενων συναντήσεων διαμορφώνεται με στόχο τη βελτίωση των διμερών σχέσεων και την αντιμετώπιση των προκλήσεων στην ευρύτερη περιοχή.

ΗΠΑ: Προειδοποίηση προς τη διεθνή κοινότητα να μην απαντήσει στους νέους δασμούς του Τραμπ

Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, προειδοποίησε τις άλλες χώρες να αποφύγουν οποιαδήποτε αντίδραση απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά την ανακοίνωση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για εκτεταμένους δασμούς τουλάχιστον 10% σε όλες τις εισαγωγές προϊόντων στη χώρα.

«Η συμβουλή μου προς κάθε χώρα αυτή τη στιγμή είναι να μην αντιδράσετε. Περιμένετε, αποδεχθείτε το μέτρο και ας δούμε πώς θα εξελιχθεί. Γιατί αν απαντήσετε με αντίμετρα, θα υπάρξει κλιμάκωση. Αν δεν υπάρξουν αντίποινα, τότε θα είναι το τελευταίο βήμα της έντασης», δήλωσε ο κ. Μπέσεντ σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Special Report» του τηλεοπτικού δικτύου Fox News το βράδυ της Τετάρτης.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο παρουσιαστής Μπρετ Μπάιερ έθεσε στον υπουργό το ζήτημα των Αμερικανών που ανησυχούν για τα συνταξιοδοτικά τους προγράμματα – όπως τα δημοφιλή 401(k) και τα Roth IRA -μετά την ανακοίνωση των δασμών. Υπενθυμίζεται ότι το πρωί της Πέμπτης οι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες κατέγραψαν ισχυρή πτώση, με τον Dow Jones να σημειώνει προσωρινές απώλειες έως και 1.500 μονάδων.

«Αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή είναι να προετοιμάσουμε το έδαφος για την μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη», απάντησε ο κ. Μπέσεντ. «Ήμασταν ήδη καθ’ οδόν προς μια χρηματοπιστωτική κρίση. Προσωπικά, συνήθιζα να διδάσκω την ιστορία των χρηματοοικονομικών κρίσεων. Το τεράστιο κόστος της κρατικής δαπάνης ήταν μη βιώσιμο».

Ο υπουργός Οικονομικών τόνισε επίσης ότι πριν από κάθε μεγάλη κρίση οι αγορές συνήθως ήταν «σε εξαιρετική κατάσταση» λίγο πριν από την τελική κατάρρευση. «Η διοίκηση Τραμπ μας απομάκρυνε από εκείνη την επικίνδυνη τροχιά μιας ολικής κατάρευσης και μας επαναφέρει στον δρόμο της υγιούς ανάπτυξης», πρόσθεσε.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι οι βασικοί δασμοί ύψους 10% τίθενται σε ισχύ από τις 5 Απριλίου, ενώ αυξημένες, αντίστοιχες κυρώσεις σε επιλεγμένες χώρες θα ισχύσουν από τις 9 Απριλίου. Παράλληλα, δασμοί ύψους 25% στις εισαγωγές αυτοκινήτων ενεργοποιήθηκαν ήδη σήμερα τα μεσάνυχτα.

Τα νέα τέλη περιλαμβάνουν δασμούς 34% σε εισαγόμενα αγαθά από την Κίνα, 46% στο Βιετνάμ, 24% στην Ιαπωνία και 20% στην Ευρώπη. Στην περίπτωση της Κίνας, ο συνολικός δασμός διαμορφώνεται πλέον στο 54%.

Ο πρόεδρος Τραμπ, παρουσιάζοντας τους νέους δασμούς, τόνισε την ανάγκη δίκαιων εμπορικών σχέσεων και χαρακτήρισε τη νέα πολιτική ως «Ημέρα Απελευθέρωσης», καταγγέλλοντας ότι παραδοσιακοί σύμμαχοι πολλές φορές εκμεταλλεύονταν εμπορικά τις Ηνωμένες Πολιτείες πιο έντονα ακόμη και από τους εχθρούς τους.

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαρακτήρισε τους νέους δασμούς ισχυρό πλήγμα για την παγκόσμια οικονομία και προειδοποίησε πως η ΕΕ των 27 είναι έτοιμη να απαντήσει με αντίμετρα. «Η αβεβαιότητα θα αυξηθεί και θα οδηγήσει σε έξαρση του προστατευτισμού», δήλωσε η ίδια, προειδοποιώντας ότι «οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο».

Την ίδια στιγμή, εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης έγινε γνωστό ότι το Πεκίνο αντιτίθεται στους νέους δασμούς και σκοπεύει να αντιδράσει δυναμικά στις κινήσεις της Ουάσιγκτον. Εν τω μεταξύ, πρόσφατα ο πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που κλείνει «παραθυράκι» στο εμπόριο, μέσω του οποίου μικρά πακέτα από Κίνα και Χονγκ Κονγκ εισάγονταν στις ΗΠΑ χωρίς δασμούς, δίνοντας μεγάλο πλεονέκτημα σε εταιρείες όπως η Temu και η Shein.

Σε συνέντευξή του την Πέμπτη στο «Fox and Friends», ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς παραδέχθηκε πως οι δασμοί ίσως προκαλέσουν ορισμένες βραχυπρόθεσμες δυσκολίες, αλλά τόνισε ότι είναι απαραίτητοι προκειμένου οι ΗΠΑ να ανακτήσουν θέσεις εργασίας και να ενισχύσουν την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή.

«Ξέρουμε ότι πολλοί Αμερικανοί ανησυχούν», σημείωσε. «Όμως θα ζητήσω από τον κόσμο να κατανοήσει ότι αυτά τα προβλήματα δεν πρόκειται να λυθούν από τη μια μέρα στην άλλη».

Υπενθυμίζεται τέλος πως κατά τη διάρκεια της επιτυχημένης προεκλογικής του εκστρατείας το 2024, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δεσμευτεί να εφαρμόσει οριζόντιους δασμούς μεταξύ 10%-20% σε όλες τις εισαγωγές και είχε αναφέρει επίσης πως θα ήθελε να δει ελάχιστο δασμό 60% σε όλα τα κινέζικα προϊόντα.

Ν. Δένδιας: Πέντε μέτρα διαφάνειας για τα εξοπλιστικά των Ενόπλων Δυνάμεων

Μια σειρά από μέτρα διαφάνειας στον τομέα των αμυντικών εξοπλισμών πρότεινε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, με στόχο την ενίσχυση της παρακολούθησης των προγραμμάτων και την εξάλειψη οποιασδήποτε σκιάς αδιαφάνειας που υπήρχε στο παρελθόν. Ο υπουργός ανακοίνωσε τις προτάσεις του μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα Χ, δημοσιοποιώντας μέρος της αγόρευσής του στη Βουλή κατά τη συζήτηση για την αμυντική πολιτική και τον εξοπλιστικό προγραμματισμό της χώρας.

Αναλυτικά τα προτεινόμενα μέτρα περιλαμβάνουν:

  •  Κατάθεση και συζήτηση για πρώτη φορά στη Βουλή του Μακροπρόθεσμου Προγραμματισμού Αμυντικών Εξοπλισμών
  •  Θωράκιση της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ):
  • Επιλογή του Διευθυντή και Υποδιευθυντή από εν ενεργεία αξιωματικούς μετά από πρόταση ΑΓΕΕΘΑ
  • Σύσταση Ειδικού Γραφείου Νομικού Συμβούλου του Κράτους (ΝΣΚ)
  •  Αλλαγή τρόπου τοποθέτησης προσωπικού-Στελέχωση με προσωπικό που αποκτά εξειδίκευση-Οργάνωση Σεμιναρίων
  •  Ενίσχυση της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων (ΥΕΥ):
  •  Τροποποίηση του ΠΔ Σύστασης και λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων
  •  Μνημόνιο Συνεργασίας με ΑΑΔΕ, ώστε η ΥΕΥ να αποκτήσει δυνατότητες ελέγχου στα θέματα εξοπλισμών
  •  Τοποθέτηση Στρατιωτικού Εισαγγελέα στην ΥΕΥ
  • Νομοθετική Ρύθμιση για τη δυνατότητα άρσης του τραπεζικού απορρήτου
  • Δυνατότητα πρόσβασης στον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης των φυσικών προσώπων των Ενόπλων Δυνάμεων
  • Ενεργοποίηση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων (άρθρο 31Β Κανονισμού Βουλής), ώστε να συμμετέχει στις διαδικασίες εξοπλιστικών προγραμμάτων:
  • Απολογιστική ενημέρωση της Επιτροπής ανά εξάμηνο και για το σύνολο των προγραμμάτων που θα ενεργοποιούνται
  • Ενημέρωση εκτάκτως όποτε ζητηθεί από την αντιπολίτευση ή τη συμπολίτευση:
  • Απολογιστική ενημέρωση της Επιτροπής για όλα τα προγράμματα που έχουν ήδη ενεργοποιηθεί
  • Διατύπωση γνώμης για την ενεργοποίηση και κατακύρωση προγραμμάτων αξίας 10 εκατ. ευρώ αντί 30 εκατ. ευρώ που ισχύει έως σήμερα.

Η δέσμη αυτών των μέτρων αποσκοπεί στη θωράκιση της διαδικασίας εξοπλιστικών προγραμμάτων από φαινόμενα διαφθοράς, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου από το Κοινοβούλιο και τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές. Σύμφωνα με τον κ. Δένδια, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα συμβάλουν καθοριστικά στη βελτίωση της διαχείρισης των αμυντικών δαπανών, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο σύστημα προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων.

Η πρωθυπουργός της Δανίας επισκέπτεται τη Γροιλανδία μετά τις αμερικανικές δηλώσεις περί προσάρτησης

Η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέτε Φρέντρικσεν, μεταβαίνει την Τετάρτη στη Γροιλανδία, ξεκινώντας μια επίσκεψη τριών ημερών, με στόχο να ενδυναμώσει την εμπιστοσύνη προς τις τοπικές αρχές, την ώρα που η Ουάσινγκτον επαναλαμβάνει ότι ενδιαφέρεται για τον έλεγχο της τεράστιας αυτής περιοχής στην Αρκτική.

Η επίσκεψη της κα. Φρέντρικσεν αποφασίστηκε λίγο μετά την πρόσφατη επίσκεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζ. Ντ. Βανς σε αμερικανική στρατιωτική βάση στην Γροιλανδία, η οποία συνοδεύτηκε από επικρίσεις κατά της Κοπεγχάγης για αδιαφορία απέναντι στον τοπικό πληθυσμό.

Η Γροιλανδία, ένα τεράστιο νησί με πλούσια κοιτάσματα ορυκτών και μεγάλη στρατηγική σημασία, έχει χαρακτηριστεί από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ως περιοχή εξαιρετικής σημασίας για την ασφάλεια των ΗΠΑ.

Παρά το γεγονός ότι γεωγραφικά ανήκει στη Βόρεια Αμερική και είναι περίπου τρεις φορές μεγαλύτερη από το Τέξας, η Γροιλανδία παραμένει μέρος του Βασιλείου της Δανίας.

Η κα. Φρέντρικσεν θα συναντηθεί με τον νέο ηγέτη της Γροιλανδίας, Γενς-Φρέντρικ Νίλσεν, μετά τις πρόσφατες εκλογές που οδήγησαν στον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης συνασπισμού.

Επιπλέον, η πρωθυπουργός θα συνομιλήσει με τα νέα μέλη του Naalakkersuisut (του κυβερνητικού συμβουλίου της Γροιλανδίας), στο πλαίσιο της επίσκεψής της, που πρόκειται να ολοκληρωθεί στις 4 Απριλίου.

Η κα. Φρέντρικσεν δήλωσε σε σχετική κυβερνητική ανακοίνωση: «Προσδοκώ την συνέχιση της στενής και αμοιβαία εποικοδομητικής συνεργασίας μεταξύ Γροιλανδίας και Δανίας μαζί με τον Γενς-Φρέντρικ Νίλσεν και την υπόλοιπη κυβέρνηση της Γροιλανδίας. Η Γροιλανδία μόλις ολοκλήρωσε μια θετική δημοκρατική διαδικασία και σχημάτισε μια ευρεία κυβέρνηση. Σέβομαι απεριόριστα τον τρόπο που ο λαός και οι πολιτικοί της Γροιλανδίας διαχειρίζονται την αυξημένη πίεση που ασκείται στη χώρα τους.»

Από την πλευρά του, ο κ. Νίλσεν χαιρέτισε την επικείμενη επίσκεψη της Δανής πρωθυπουργού, σημειώνοντας στις 31 Μαρτίου ότι η Δανία παραμένει «ο στενότερος εταίρος της Γροιλανδίας». Στην ατζέντα των συνομιλιών θα βρεθούν θέματα που αφορούν τη μελλοντική συνεργασία μεταξύ των δύο πρωτευουσών, Νουκ και Κοπεγχάγης.

Τα τελευταία χρόνια, η Γροιλανδία, με πληθυσμό περίπου 57.000 κατοίκων, προετοιμάζεται σταδιακά για μια μελλοντική ανεξαρτησία από τη Δανία, κάτι που αντανακλά το αίσθημα πολλών κατοίκων ότι στο παρελθόν οι Γροιλανδοί δεν έτυχαν δίκαιης μεταχείρισης υπό δανέζικη διοίκηση.

Ωστόσο, οι πρόσφατες προτάσεις της κυβέρνησης Τραμπ περί ενδεχόμενης προσάρτησης του νησιού, χωρίς να αποκλείεται η χρήση ακόμα και στρατιωτικών μέσων, έχουν προκαλέσει ανησυχία τόσο στους Γροιλανδούς όσο και στους Δανούς.

Η νέα κυβέρνηση της Γροιλανδίας έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να επιβραδύνει τη διαδικασία ανεξαρτητοποίησης. Σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Νίλσεν στο Reuters στις 31 Μαρτίου, η Γροιλανδία θα εργαστεί εντονότερα με την Κοπεγχάγη μέχρι να είναι σε θέση να εκπληρώσει τη μεγάλη της επιθυμία για κυριαρχία και κρατική αυτοτέλεια.

Παράλληλα, επισήμανε πως η Γροιλανδία επιθυμεί μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Η συζήτηση για προσάρτηση ή απόκτηση της Γροιλανδίας χωρίς σεβασμό προς την κυριαρχία της δεν είναι αποδεκτή. Ας ξεκινήσουμε με σεβασμό και ας οικοδομήσουμε μια ουσιαστική συνεργασία», τόνισε.

Τη μεγαλύτερη συμπάθεια προς τις αμερικανικές βλέψεις έχει εκφράσει το κόμμα Naleraq, που υποστηρίζει την ταχεία πορεία προς ανεξαρτησία, το οποίο όμως έμεινε εκτός του κυβερνητικού συνασπισμού.

Ο καθηγητής Πέτερ Βίγκο Γιάκομπσεν από τη Δανική Ακαδημία Άμυνας σημείωσε ότι οι προθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ μπορεί τελικά να γυρίσουν εναντίον του, ωθώντας τα μετριοπαθέστερα πολιτικά κόμματα της Γροιλανδίας πιο κοντά στην Κοπεγχάγη. «Ο Τραμπ φοβίζει τους περισσότερους Γροιλανδούς, οι οποίοι δεν τον εμπιστεύονται», δήλωσε ο Γιάκομπσεν στο Associated Press.

Κατά την επίσκεψή του σε αμερικανική βάση στις 28 Μαρτίου, ο αντιπρόεδρος Βανς κατηγόρησε ανοιχτά τη Δανία ότι δεν προστατεύει επαρκώς τη Γροιλανδία, προσθέτοντας πως οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να παρέχουν καλύτερη ασφάλεια στο νησί.

Η Φρέντρικσεν απάντησε χαρακτηρίζοντας τις δηλώσεις Βανς «άδικες», τονίζοντας ότι είναι αποκλειστικά δικαίωμα των Γροιλανδών να καθορίσουν το μέλλον τους.

Δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι περισσότεροι Γροιλανδοί επιθυμούν ανεξαρτησία, αλλά πολλοί εκφράζουν επιφυλάξεις για μια πολύ γρήγορη διαδικασία, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία απορρίπτει ενδεχόμενη ένωση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

ΗΠΑ και ΕΕ ανησυχούν για τις στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας κοντά στην Ταϊβάν

Η κυβέρνηση Τραμπ και η Ευρωπαϊκή Ένωση εκφράζουν ανησυχία για τις ευρείας κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας στον εναέριο χώρο και στα ύδατα γύρω από την Ταϊβάν.

Οι στρατιωτικές αυτές ασκήσεις, στις οποίες συμμετείχαν το κινεζικό Πολεμικό Ναυτικό, η Αεροπορία, οι Χερσαίες και Πυραυλικές Δυνάμεις, ξεκίνησαν την 1η Απριλίου. Στις 2 Απριλίου συνεχίστηκαν με πραγματικά πυρά μεγάλου βεληνεκούς στην Ανατολική Σινική Θάλασσα.

Το προεδρικό γραφείο της Ταϊβάν επέκρινε σφοδρά το κινεζικό καθεστώς, χαρακτηρίζοντάς το «διεθνώς αναγνωρισμένο ταραξία» που καταφεύγει σε στρατιωτικές προκλήσεις και παρενοχλήσεις στη «γκρίζα ζώνη» των θαλασσών, προκαλώντας ευθέως τη διεθνή τάξη και σταθερότητα.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λίβιτ, δήλωσε την 1η Απριλίου ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ «τονίζει τη σημασία διατήρησης της ειρήνης στο στενό της Ταϊβάν, ενθαρρύνοντας την ειρηνική επίλυση των διαφορών και επαναλαμβάνοντας την αντίθεσή του σε κάθε μονομερή προσπάθεια μεταβολής του status quo διά της βίας ή εξαναγκασμού».

Η Τάμι Μπρους, εκπρόσωπος του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, αναφέρθηκε σε δήλωσή της επίσης την 1η Απριλίου τονίζοντας ότι «οι επιθετικές στρατιωτικές δραστηριότητες και η ρητορική της Κίνας αυξάνουν την ένταση και απειλούν την ασφάλεια της περιοχής και την παγκόσμια ευημερία».

«Απέναντι στις τακτικές εκφοβισμού και την αποσταθεροποιητική συμπεριφορά του Πεκίνου, η σταθερή δέσμευση των ΗΠΑ στους συμμάχους και εταίρους τους, συμπεριλαμβανομένης της Ταϊβάν, παραμένει απαρασάλευτη», πρόσθεσε η κ. Μπρους.

Από την πλευρά του, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικής Δράσης, διπλωματικό όργανο της ΕΕ, απηύθυνε έκκληση για αυτοσυγκράτηση, υπογραμμίζοντας ότι «η ΕΕ έχει άμεσο συμφέρον στην διατήρηση του status quo στο στενό της Ταϊβάν και αντιτίθεται σε μονομερείς ενέργειες διά της βίας ή του εξαναγκασμού».

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας αντιμετωπίζει την Ταϊβάν ως κινεζικό έδαφος και έχει απειλήσει επανειλημμένα να την προσαρτήσει δια της βίας, παρά το γεγονός ότι η Ταϊβάν λειτουργεί ως ανεξάρτητο κράτος, με δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, σύνταγμα και ανεξάρτητες στρατιωτικές δυνάμεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τον σημαντικότερο σύμμαχο και προμηθευτή εξοπλισμών της Ταϊβάν, παρόλο που οι δύο χώρες δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις.

Η κλιμάκωση των στρατιωτικών ασκήσεων

Το Πεκίνο αρχικά δεν έδωσε επίσημη ονομασία στις ασκήσεις της 1ης Απριλίου. Ωστόσο, στις 2 Απριλίου, η ανατολική στρατιωτική διοίκηση της Κίνας ανακοίνωσε την ονομασία «Strait Thunder-2025A» για τις ασκήσεις με πραγματικά πυρά στην Ανατολική Σινική Θάλασσα.

«Οι ασκήσεις περιλάμβαναν πλήγματα ακριβείας κατά προσομοιωμένων στόχων σε λιμενικές εγκαταστάσεις και δομές ενέργειας, με τα επιθυμητά αποτελέσματα να επιτυγχάνονται», δήλωσε η διοίκηση χωρίς να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες.

Το 2024, η Κίνα είχε πραγματοποιήσει άλλες δύο σημαντικές σειρές αντίστοιχων ασκήσεων, τις «Sword-2024A» και «Sword-2024B», στα ύδατα γύρω από την Ταϊβάν.

Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν, κατά το 24ωρο έως τις 6 π.μ. της 2ας Απριλίου, οι κινεζικές ασκήσεις περιελάμβαναν 76 στρατιωτικά αεροσκάφη, 15 πολεμικά πλοία και τέσσερα επιπλέον σκάφη.

Την ίδια περίοδο, τέσσερα κινεζικά σκάφη της ακτοφυλακής εισήλθαν στα χωρικά ύδατα των νησιών Ντονγκγίν και Γουτσίου του αρχιπελάγους Ματσού, τα οποία ανήκουν στην Ταϊβάν, όπως ανέφερε η ακτοφυλακή της Ταϊπέι.

Σε συνέντευξη Τύπου στις 1 Απριλίου, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας της Ταϊβάν, Σουν Λι-φανγκ, υπογράμμισε ότι «ανεξάρτητα της ονομασίας τους, οι ασκήσεις αυτές δεν μπορούν να αποκρύψουν τον προκλητικό και απειλητικό τους χαρακτήρα έναντι του λαού της Ταϊβάν».

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν, Λιν Τσια-λουνγκ, ευχαρίστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη στήριξή τους στο ζήτημα και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να εκφράσει ανησυχία για τις απειλές του Πεκίνου.

Ο Ταϊβανέζος αναλυτής Λιν Γινγκ-γιου εκτίμησε πως η Κίνα χρησιμοποιεί αυτές τις ασκήσεις για να «δοκιμάσει τα όρια των ΗΠΑ» πριν από πιθανή συνάντηση ανάμεσα στον Τραμπ και τον ηγέτη του ΚΚ Κίνας Σι Τζινπίνγκ.

Κριτική για τις κινεζικές προκλήσεις άσκησε και ο Αμερικανός γερουσιαστής Μάικλ Μακόλ, ο οποίος τόνισε ότι η επιθετικότητα της Κίνας αποτελεί απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα και τη διεθνή σταθερότητα στον Ινδο-Ειρηνικό.

Αναταράξεις στην κορυφή του ΚΚΚ: Ιστορική ανταλλαγή ρόλων δύο ανωτάτων στελεχών

Σε μια ασυνήθιστη κίνηση που επιβεβαιώνει τις εικασίες περί έντασης στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ), πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή ρόλων μεταξύ δύο υψηλόβαθμων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος.

Ο Σι Τάιφενγκ, πρώην επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου του ΚΚΚ – υπεύθυνος δηλαδή για τις επιχειρήσεις επιρροής του κόμματος στο εξωτερικό – αναλαμβάνει πλέον το πανίσχυρο Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση που αναρτήθηκε την Τετάρτη στην ιστοσελίδα του ΚΚΚ.

Από την άλλη πλευρά, ο Λι Γκαντζιέ, μέχρι τώρα υπεύθυνος για την οργάνωση και την επιλογή στελεχών του κόμματος, καταλαμβάνει τη θέση του Σι, όπως ανέφερε ξεχωριστό δημοσίευμα του επίσημου πρακτορείου Xinhua. Στο άρθρο του Xinhua ο Σι χαρακτηρίζεται ρητά ως επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου, γεγονός που ως τώρα δεν είχε ανακοινωθεί δημοσίως από τις κινεζικές αρχές.

Και οι δύο εμπλέκονται στο Πολιτικό Γραφείο, το δεύτερο ανώτατο διοικητικό όργανο του κόμματος, που αποτελείται από 24 μέλη και τελεί υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ.

Οι ανακοινώσεις αυτές επιβεβαίωσαν πρόσφατα σχετικά δημοσιεύματα από μέσα ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με τα οποία είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του ΚΚΚ που πραγματοποιείται μία τέτοια ανταλλαγή θέσεων μεταξύ ανώτατων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου.

Η αλλαγή λαμβάνει χώρα σε μία περίοδο συνεχών και δραματικών ανακατατάξεων κορυφαίων στελεχών του κόμματος και του στρατού. Κατά τα τελευταία χρόνια, περισσότεροι από δώδεκα ανώτεροι αξιωματούχοι των ενόπλων δυνάμεων και της αμυντικής βιομηχανίας έχουν εκδιωχθεί, καθώς και δύο υπουργοί που θεωρούνταν στενά συνδεδεμένοι με τον ίδιο τον Σι Τζινπίνγκ, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για εσωκομματικές συγκρούσεις και πιθανή αμφισβήτηση του ηγέτη από αντίπαλες φράξιες.

Τα επίσημα ΜΜΕ δεν έδωσαν εξήγηση ή αιτιολογία για την πρόσφατη ανταλλαγή των στελεχών, γεγονός ενδεικτικό της γενικότερης αδιαφάνειας που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Ο 68χρονος Σι Τάιφενγκ διαθέτει πλούσια εμπειρία στην ανώτερη εκπαίδευση στελεχών, αφού εργάστηκε επί περίπου δύο δεκαετίες στην Κεντρική Σχολή του Κόμματος, όπου διετέλεσε από το 2002 ως αντιπρόεδρος. Από το 2007 συνεργάστηκε εκεί στενά με τον Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος ηγήθηκε της σχολής για πέντε χρόνια, προτού αναλάβει τα ηνία του κόμματος το 2012.

Ο Λι Γκαντζίε (δεξιά) παρευρίσκεται στην τελετή έναρξης της Κινεζικής Λαϊκής Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης (CPPCC) στο Πεκίνο στις 4 Μαρτίου 2023. Noel Celis/AFP via Getty Images

 

Στη συνέχεια, ο Σι Τάιφενγκ ανέλαβε επικεφαλής οργανωτικών θεμάτων στην επαρχία Τζιανγκσού, όπου έξι χρόνια μετά έγινε κυβερνήτης. Ακολούθως, υπηρέτησε σε υψηλές θέσεις στις αυτόνομες περιοχές της Νινγκσιά και της Εσωτερικής Μογγολίας, ώσπου το 2022 ορίστηκε επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου.

Ο 60χρονος Λι Γκαντζιέ είναι ειδικός σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας και έχει διατελέσει στο παρελθόν επικεφαλής της αρμόδιας εθνικής υπηρεσίας καθώς και υπουργός Περιβάλλοντος. Μετά από τις σαρωτικές μεταρρυθμίσεις του κρατικού μηχανισμού το 2018, που είχαν ως στόχο την ενίσχυση του ελέγχου από το κόμμα, ο Λι έγινε ο πρώτος υπουργός του νέου Υπουργείου Οικολογίας και Περιβάλλοντος.

Το 2021 ανέλαβε Γραμματέας του ΚΚΚ στην ανατολική επαρχία Σαντόνγκ, πριν προαχθεί μόλις ένα χρόνο αργότερα απευθείας στο Πολιτικό Γραφείο και κοντά στον στενό κύκλο του Σι Τζινπίνγκ. Τον Απρίλιο του 2023 διαδέχθηκε τον Τσεν Σι, ένα άλλο μέλος του περιβάλλοντος Σι, στο νευραλγικό Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων του κόμματος. Ο Τσεν, αν και αποσύρθηκε από την ανώτατη διοίκηση, παραμένει πρόεδρος της Κεντρικής Σχολής του ΚΚΚ σε ηλικία 71 ετών.

Η Οργανωτική Διεύθυνση αναλαμβάνει την επιλογή και αξιολόγηση υποψηφίων για κορυφαίες θέσεις του κόμματος, ενώ το Τμήμα Ενωμένου Μετώπου ασχολείται με τη διείσδυση και τις επιχειρήσεις επιρροής στο εξωτερικό, αλλά και τον έλεγχο πολιτικών που αφορούν τις κινεζικές κοινότητες του εξωτερικού, καθώς και τις θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, περιλαμβανομένων των Θιβετιανών και των Ουιγούρων.

Η Γερμανία ξεκινά διαδικασίες απέλασης τεσσάρων ακτιβιστών μετά από διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης

Οι δικηγόροι των Ιρλανδών, Πολωνών και Αμερικανού ακτιβιστών υποστηρίζουν πως οι κατηγορίες βασίζονται σε δίκες που δεν έχουν ακόμη καταλήξει.

Οι γερμανικές αρχές δρομολογούν διαδικασίες απέλασης εναντίον τεσσάρων αλλοδαπών πολιτών, τριών από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σχετικά με αδικήματα που φέρονται να διέπραξαν κατά τη διάρκεια φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων στο Βερολίνο.

Στις 31 Μαρτίου, το ειδησεογραφικό μέσο The Intercept ανέφερε τα ονόματα των τεσσάρων ατόμων που έχουν γίνει στόχος διαδικασιών απέλασης: Πρόκειται για τον Αμερικανό πολίτη Κούπερ Λόνγκμποτομ, την Πολωνή Κάσια Βλάστσικ, καθώς και τους Ιρλανδούς Σέιν Ο’ Μπράιεν και Ρομπέρτα Μάρεϊ. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, όλοι τους κατηγορούνται ότι υποστηρίζουν τη Χαμάς, οργάνωση χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική στη Γερμανία, και συνεπώς η δράση και υποστήριξή της είναι παράνομες εκεί.

Η Epoch Times δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους παραπάνω ισχυρισμούς.

Οι δικηγόροι που έχουν αναλάβει την υπόθεση χαρακτηρίζουν τις κατηγορίες «αβάσιμες».

Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να απελάσουν πολίτες άλλων κρατών της ΕΕ για λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, ωστόσο αυτό συμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις που μπορούν να αποδείξουν ότι τα άτομα πράγματι αποτελούν σοβαρή απειλή για τη χώρα.

Σύμφωνα με τη βρετανική δικηγορική εταιρεία Beltrami and Company, μια χώρα-μέλος μπορεί να αποφασίσει απέλαση πολίτη της ΕΕ που διαθέτει δικαίωμα μόνιμης διαμονής (το οποίο αποκτάται μετά από τουλάχιστον πέντε χρόνια συνεχούς παραμονής στη χώρα), αποκλειστικά λόγω «σοβαρών ζητημάτων δημόσιας τάξης και ασφάλειας».

Εκπρόσωπος του Γερουσιαστικού Τμήματος Εσωτερικών Υποθέσεων και Αθλητισμού του Βερολίνου, που έχει υπό την ευθύνη του τη μετανάστευση, ανέφερε μέσω email στην Epoch Times ότι το Μάρτιο η τοπική Υπηρεσία Μετανάστευσης (LEA) εξέδωσε αποφάσεις για διακοπή της παραμονής των παραπάνω τεσσάρων προσώπων. Οι αποφάσεις συνδέονται άμεσα με συμβάντα που έλαβαν χώρα στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου τον Οκτώβριο του 2024. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για έφοδο βίαιης και κουκουλοφόρας ομάδας σε πανεπιστημιακό κτίριο, όπου καταγράφηκαν σοβαρές ζημιές σε εγκαταστάσεις και βανδαλισμοί με γκράφιτι σχετικά με την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, καθώς και άλλα αδικήματα.

«Από όσο γνωρίζουμε, η ποινική διαδικασία είναι ακόμη εν εξελίξει. Περισσότερες πληροφορίες δεν μπορούν να δοθούν για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων», ανέφερε ο εκπρόσωπος.

Η αρμόδια γερμανική αρχή επεσήμανε ότι η έκδοση τέτοιων μέτρων απέλασης εξετάζεται αποκλειστικά εντός του πλαισίου των σχετικών νομικών διατάξεων. Για πολίτες της ΕΕ, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 6 του Νόμου περί Ελεύθερης Κυκλοφορίας της ΕΕ.

Η αρμόδια γερμανική αρχή δεν ανέφερε κάτι σχετικό με κατηγορίες περί υποστήριξης στη Χαμάς.

Η Epoch Times επικοινώνησε με το European Legal Support Center (ELSC), που εκπροσωπεί τους διαμαρτυρόμενους, ζητώντας σχόλιο. Ο Αλεξάντερ Γκόρσκι, δικηγόρος του ELSC ειδικευμένος στο ποινικό και μεταναστευτικό δίκαιο, δήλωσε στην Irish Times ότι οι κατηγορίες είναι «αβάσιμες» και βασίζονται σε εκκρεμείς πιθανές καταδίκες που δεν έχουν ακόμη τελεσιδικήσει. Ο ίδιος τόνισε πως ο πήχης για τέτοιου είδους αποφάσεις απέλασης είναι ιδιαίτερα υψηλός: «Το παράλογο στην υπόθεση είναι ότι σε κανένα από τα άτομα που θίγονται—και από τους τέσσερις οι τρεις είναι πολίτες χωρών της ΕΕ—δεν υπάρχει καμία καταδικαστική απόφαση μέχρι στιγμής. Ούτε μία».

Οι υποθέσεις συγκρίνονται σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης με τις πρόσφατες πολιτικές του Αμερικανού πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στις 10 Μαρτίου ανακοίνωσε επικείμενες συλλήψεις και απελάσεις ατόμων που θεωρούνται «συμπαθούντες τρομοκρατικές οργανώσεις». Η ανακοίνωση Τραμπ έγινε αφότου συνελήφθη στις ΗΠΑ Παλαιστίνιος φοιτητής και μόνιμος κάτοικος της χώρας που είχε συμμετάσχει σε φιλοπαλαιστινιακές κινητοποιήσεις στο Πανεπιστήμιο Columbia.

Σε ανάρτηση του στο Truth Social, ο Τραμπ εξήρε τις αρμόδιες υπηρεσίες ασφαλείας για τη σύλληψη του Μαχμούτ Καλίλ, χαρακτηρίζοντάς τον «ριζοσπάστη ξένο φιλο-Χαμάς φοιτητή» και προειδοποίησε πως έπονται πολυάριθμες ακόμα συλλήψεις, στοχεύοντας όσους επιδίδονται σε «τρομοκρατικές, αντισημιτικές και αντιαμερικανικές πρακτικές» στα πανεπιστήμια της χώρας.

Σύμφωνα με την οργάνωση Student Workers of Columbia, ο Καλίλ είχε μεσολαβήσει σε διαπραγματεύσεις μεταξύ φοιτητών και διοίκησης του Πανεπιστημίου Columbia την περασμένη άνοιξη, ώστε να τερματιστούν οι διαμαρτυρίες. Η δικηγόρος του Έιμι Γκριρ δήλωσε πως οι πράκτορες της Υπηρεσίας Μετανάστευσης (ICE) συνέλαβαν τον Καλίλ στην φοιτητική του κατοικία.

Η Meta στο στόχαστρο της Άγκυρας: Πρόστιμο μετά την απόρριψη κυβερνητικής παρέμβασης

Την επιβολή ενός «σημαντικού» προστίμου από την τουρκική κυβέρνηση επιβεβαίωσε την Τετάρτη η εταιρεία Meta, επικαλούμενη την άρνησή της να περιορίσει περιεχόμενο στο Facebook και το Instagram, έπειτα από σχετικό αίτημα των τουρκικών αρχών.

Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει προχωρήσει σε επιθετικές κινήσεις περιορισμού της διαδικτυακής κριτικής, ειδικά μετά τις εκτεταμένες διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ενός από τους βασικότερους πολιτικούς αντιπάλους του προέδρου της Τουρκίας.

«Απορρίψαμε αιτήματα της τουρκικής κυβέρνησης να αποκλείσουμε περιεχόμενο που είναι ξεκάθαρα προς το δημόσιο συμφέρον, και ως συνέπεια, μας επιβλήθηκε πρόστιμο», ανέφερε η Meta σε επίσημη ανακοίνωσή της.

Η εταιρεία απέφυγε να ανακοινώσει το ακριβές ποσό, περιοριζόμενη απλώς στον χαρακτηρισμό του προστίμου ως «σημαντικό», και επίσης δεν διευκρίνισε περαιτέρω ποιο περιεχόμενο αρνήθηκε να αποσύρει.

«Τα κυβερνητικά αιτήματα για περιορισμό του λόγου στο διαδίκτυο, σε συνδυασμό με απειλές κλεισίματος υπηρεσιών, είναι επικίνδυνα και δημιουργούν ένα περιβάλλον εκφοβισμού που εμποδίζει τους πολίτες να εκφραστούν ελεύθερα», πρόσθεσε η εταιρεία.

Τα τελευταία χρόνια η Άγκυρα έχει εντείνει τις παρεμβάσεις της, επιχειρώντας να θέσει υπό αυστηρότερο έλεγχο την παρουσία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Στον απόηχο των διαδηλώσεων που ξέσπασαν μετά τη σύλληψη τον προηγούμενο μήνα του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, πολλαπλές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των οποίων το X, το Instagram και το Facebook, είχαν μπλοκαριστεί προσωρινά από το καθεστώς.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Ένωσης Μέσων και Νομικών Μελετών, πάνω από 700 λογαριασμοί στο X μπλοκαρίστηκαν, πολλοί εκ των οποίων ανήκουν σε δημοσιογράφους, ΜΜΕ, οργανώσεις πολιτών και φοιτητικές ομάδες.

Η εταιρεία X, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Έλον Μασκ, εξέφρασε την αντίθεσή της σε αυτές τις ενέργειες, δηλώνοντας τον προηγούμενο μήνα: «Αντιστεκόμαστε σε πολλαπλές δικαστικές αποφάσεις της τουρκικής Αρχής Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών να κλείσουμε πάνω από 700 λογαριασμούς δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης, πολιτικών προσωπικοτήτων, φοιτητών και άλλων στην Τουρκία. Προσβλέπουμε στην υπεράσπιση αυτών των αρχών στο δικαστικό σύστημα. Η X θα υπερασπίζεται πάντοτε την ελευθερία του λόγου όπου κι αν δραστηριοποιείται.»

Η απόφαση επιβολής προστίμων έρχεται μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), που κλιμάκωσε τις διώξεις εις βάρος της αντιπολίτευσης. Στις 23 Μαρτίου, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης έστειλε στη φυλακή προσωρινά τον Ιμάμογλου, εξέχον στέλεχος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), με κατηγορίες για διαφθορά μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.

Μετά τη δικαστική διαδικασία, ο δήμαρχος Ιμάμογλου, που αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες εναντίον του, κάλεσε τον κόσμο να διαδηλώσει σε ολόκληρη την Τουρκία. Ο Ερντογάν προειδοποίησε ότι «δεν θα ανεχθεί ταραχές στη δημόσια τάξη», αναφερόμενος στις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις υπέρ του πολιτικού του αντιπάλου.

«Όσοι αναζητούν λύσεις εκτός δημοκρατίας, νόμων και νόμιμων θεσμών, πάντα απογοητεύονται», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος στις 22 Μαρτίου. «Δεν υπάρχει προνομιακή μειοψηφία… που να είναι ελεύθερη να παρανομεί».

Από τις 19 Μαρτίου, όταν συνελήφθη αρχικά ο Ιμάμογλου, στη χώρα σημειώνονται καθημερινές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, παρά την κυβερνητική απαγόρευση μεγάλων δημόσιων συναθροίσεων. Εκτός από κάποιες περιπτώσεις χρήσης αντλιών νερού και χημικών από την αστυνομία, δεν έχουν μέχρι στιγμής αναφερθεί σοβαροί τραυματισμοί.

Μιλώντας στην Epoch Times, ο Ιλχάν Ουζγκέλ, αντιπρόεδρος του CHP αρμόδιος για θέματα εξωτερικής πολιτικής, τόνισε: «Η κυβέρνηση κλιμακώνει τις επιθέσεις της εναντίον της αντιπολίτευσης παντού, σε κάθε πόλη. Τώρα υπάρχουν άνθρωποι, ιδίως νέοι, που διαδηλώνουν σε ολόκληρη τη χώρα».

Στις 24 Μαρτίου, το τουρκικό υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι είχαν συλληφθεί πάνω από 1.100 άνθρωποι για συμμετοχή σε «παράνομες διαδηλώσεις».

Αν και η επόμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση έχει προγραμματιστεί για το 2028, ο 71χρονος πρόεδρος Ερντογάν —που βρίσκεται στο αξίωμα από το 2014— ενδέχεται να προκηρύξει πρόωρες εκλογές προκειμένου να αποφύγει το συνταγματικό όριο των δύο θητειών. Πριν από την προεδρία του, διετέλεσε πρωθυπουργός επί 11 χρόνια.