Ένα τραγικό αποτύπωμα αφήνει πίσω της η ισχυρή σεισμική δόνηση μεγέθους 7,7 βαθμών Ρίχτερ που συγκλόνισε τη Μιανμάρ (η παλιά Βιρμανία) την Παρασκευή, με τον αριθμό των νεκρών να ξεπερνά πλέον τα 1.600 άτομα σύμφωνα με ανακοίνωση της στρατιωτικής κυβέρνησης στις 29 Μαρτίου. Το επίκεντρο του σεισμού βρίσκεται κοντά στην πόλη Μανταλέι, η οποία υπέστη εκτεταμένες καταστροφές.
Η καταστροφική δόνηση προκάλεσε την κατάρρευση δεκάδων κτιρίων και γεφυρών, ενώ σε αρκετές περιοχές, όπως το Μανταλέι, η Σαγκάινγκ και η πρωτεύουσα Ναϊπιντό, έχει κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Περισσότερες από πέντε πόλεις έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές, ενώ κομβική γέφυρα στον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το Μανταλέι με τη Γιανγκόν έχει επίσης καταρρεύσει, επιδεινώνοντας περαιτέρω την κατάσταση.
Ο αρχηγός της στρατιωτικής κυβέρνησης της Βιρμανίας, στρατηγός Μιν Άουνγκ Χλάινγκ, κάλεσε κάθε χώρα ή διεθνή οργανισμό «που έχει τη δυνατότητα και τη διάθεση να βοηθήσει», προειδοποιώντας πως ο τελικός αριθμός των θυμάτων ενδέχεται να μεγαλώνει όσο προχωρούν οι προσπάθειες διάσωσης.
Κτίριο που κατέρρευσε από τον σεισμό των 7,7 Ρίχτερ στην κεντρική Μιανμάρ, στις 28 Μαρτίου 2025. (STR/AFP μέσω Getty Images)
Η διεθνής κοινότητα ανταποκρίνεται στην έκκληση της Βιρμανίας. Η Ρωσία απέστειλε ήδη δύο αεροσκάφη με 120 διασώστες και ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ η Ινδία έστειλε κλιμάκιο διάσωσης. Επιπλέον, το υπουργείο Εξωτερικών της Μαλαισίας ανακοίνωσε ότι θα στείλει την Κυριακή ειδική ομάδα 50 ατόμων για την εκτίμηση των ζημιών και την παροχή άμεσης βοήθειας.
Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται ήδη σε επαφή με τις αρχές της χώρας. «Θα παρέχουμε βοήθεια. Ήδη έχουμε επικοινωνήσει με τη χώρα. Είναι τρομερό αυτό που συνέβη», ανέφερε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η Τάμι Μπρους, διαβεβαίωσε πως η διοικητική μείωση κονδυλίων στην υπηρεσία διεθνούς ανάπτυξης USAID δεν πρόκειται να επηρεάσει την ικανότητα των ΗΠΑ να προσφέρουν βοήθεια σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
«Η USAID διατηρεί ομάδα ειδικών στη διαχείριση καταστροφών η οποία είναι έτοιμη να παρέχει άμεσα βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων τροφής και καθαρού νερού για τη διάσωση ζωών μετά την καταστροφή», τόνισε χαρακτηριστικά η κα Μπρους.
Τα Ηνωμένα Έθνη ανακοίνωσαν ότι αποδέσμευσαν ήδη ποσό 5 εκατομμυρίων δολαρίων για τη χρηματοδότηση επειγουσών επιχειρήσεων στη Μιανμάρ, με εκπρόσωπο του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος του ΟΗΕ, Σίλα Μάθιου, να σχολιάζει χαρακτηριστικά: «Η καταστροφή χτύπησε τη χειρότερη δυνατή στιγμή», καθώς η χώρα βρίσκεται ήδη σε δεινή ανθρωπιστική κατάσταση λόγω της τετραετούς αιματοχυσίας και των εσωτερικών συγκρούσεων μετά το πραξικόπημα του 2021, με περίπου 3,5 εκατ. ανθρώπους εκτοπισμένους.
Οι επιπτώσεις της σεισμικής δόνησης έγιναν αισθητές και στη γειτονική Ταϊλάνδη, όπου οι αρχές ενημέρωσαν πως οι αρχικοί δέκα αναφερόμενοι θάνατοι μειώθηκαν στους έξι, με 22 τραυματίες και 101 αγνοούμενους στη Μπανγκόκ.
Από τη δική του μεριά, το Αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο (USGS) εκτίμησε ότι η συγκεκριμένη καταστροφή είναι πιθανό να αφήσει πίσω της περισσότερους από 10.000 νεκρούς και ότι οι οικονομικές ζημίες ενδέχεται να υπερβούν το ετήσιο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας.
Την ίδια στιγμή, τα νοσοκομεία σε Μανταλέι, Σαγκάινγκ και Ναϊπιντό απευθύνουν εκ νέου εκκλήσεις για προσφορά αίματος, εν μέσω μιας ανθρωπιστικής κατάστασης που επιδεινώνεται διαρκώς όσο συνεχίζονται οι προσπάθειες διάσωσης.
Ο φονικός σεισμός που συγκλονίζει τη Μιανμάρ δοκιμάζει σκληρά τόσο τον πληθυσμό όσο και τη στρατιωτική κυβέρνηση, θέτοντάς την μπροστά σε μία ανθρωπιστική κρίση άνευ προηγουμένου. Καθώς η διεθνής βοήθεια φτάνει σταδιακά στην περιοχή, οι επιχειρήσεις διάσωσης συνεχίζονται με ένταση, έστω και αν οι ελπίδες για την ανεύρεση επιζώντων μειώνονται ώρα με την ώρα.
Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στη Μιανμάρ μετά τον σεισμό μεγέθους 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που έπληξε τη χώρα την Παρασκευή, ο οποίος ήταν ο ισχυρότερος στη χώρα εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Διεθνής βοήθεια έχει αρχίσει να καταφθάνει και τα σωστικά συνεργεία δίνουν μάχη με τον χρόνο για να εντοπίσουν επιζώντες στα ερείπια των κτιρίων.
Σε σημερινή ανακοίνωση, η στρατιωτική κυβέρνηση ανέφερε 1.002 νεκρούς, 2.376 τραυματίες και άλλους 30 αγνοούμενους, μία απότομη αύξηση σε σχέση με τους 144 νεκρούς που αναφέρθηκαν χθες, Παρασκευή 28 Μαρτίου, από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.
Σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ (USGS), το επίκεντρο του σεισμού είχε βάθος 10 χλμ περίπου και ήταν κοντά στην πόλη Μανταλέι. Η στρατιωτική κυβέρνηση έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε έξι περιοχές και πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Μανταλέι και της πρωτεύουσας Ναϊπιντάου.
Στη γειτονική Ταϊλάνδη, όπου κατέρρευσε ένας υπό ανέγερση ουρανοξύστης στην Μπανγκόκ, οι αρχές ανακοίνωσαν εννέα νεκρούς και 101 αγνοουμένους, κυρίως εργάτες που παγιδεύτηκαν στα ερείπια του κτίσματος που έπεσε. Το κτίριο κατασκευαζόταν για τον γενικό ελεγκτή της κυβέρνησης της Ταϊλάνδης από την China Railway Construction Corporation.
Τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο σεισμός έγινε αισθητός στις επαρχίες Γιουνάν και Σιτσουάν.
Η προγνωστική μοντελοποίηση του USGS εκτίμησε ότι ο αριθμός των νεκρών θα μπορούσε να ξεπεράσει τους 10.000 ανθρώπους στη Βιρμανία και ότι οι απώλειες θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτερες από την αξία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας.
Κατά τον Ερυθρό Σταυρό, «οι αρχικές αναφορές από το έδαφος δείχνουν ότι ο σεισμός έχει προκαλέσει σημαντικές ζημιές. Οι πληροφορίες σχετικά με τις ανθρωπιστικές ανάγκες εξακολουθούν να συγκεντρώνονται».
Συνεργείο στα ερείπια του υπό κατασκευή κτιρίου που κατέρρευσε στην Μπανγκόκ, στις 29 Μαρτίου 2025, μία ημέρα μετά τον σεισμό που έπληξε την κεντρική Μιανμάρ και την Ταϊλάνδη. (Lillian Suwanrumpha/AFP μέσω Getty Images)
Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Μιανμάρ, ο υποστράτηγος Ζάου Μιν Τουν, δήλωσε στο κρατικό τηλεοπτικό κανάλι MRTV ότι η ζήτηση για αίμα ήταν μεγάλη στα νοσοκομεία της Μανταλέι, της Σαγκάινγκ και της Νάιπιντάου. Σε μια σπάνια έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα, ο ηγέτης της χούντας Μιν Αούνγκ Λάινγκ κάλεσε «κάθε χώρα» να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια ή να ενισχύσει οικονομικά τις προσπάθειες αρωγής των σεισμοπαθών.
Ήδη, από τα ξημερώματα σήμερα, έφθασε ομάδα 37 διασωστών από την Κίνα στη Γιανγκόν (πρώην πρωτεύουσα της Μιανμάρ), μεταφέροντας προηγμένο εξοπλισμό και φάρμακα, όπως αναφέρει η κινεζική πρεσβεία σε ανάρτησή της στο Facebook.
Η Ρωσία, επίσης, ανακοίνωσε ότι έστειλε 120 έμπειρους διασώστες με ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά, καθώς και γιατρούς για την περίθαλψη τραυματιών, μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων TASS.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ γνωστοποίησε πως επικοινώνησε με αξιωματούχους στη Μιανμάρ, διαβεβαιώνοντας πως η Ουάσιγκτον θα παράσχει βοήθεια, χωρίς όμως να υπεισέλθει σε περαιτέρω διευκρινίσεις.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έγραψε στο Χ: «Σπαρακτικές σκηνές από τη Μιανμάρ και την Ταϊλάνδη μετά τον καταστροφικό σεισμό. Οι σκέψεις μου είναι με τα θύματα και τις οικογένειές τους. Οι δορυφόροι Copernicus της Ευρώπης βοηθούν ήδη τους πρώτους ανταποκριτές. Είμαστε έτοιμοι να παράσχουμε περισσότερη υποστήριξη. Στεκόμαστε μαζί σας σε πλήρη αλληλεγγύη.»
Η Διεθνής Αμνηστία σχολίασε ότι η καταστροφή δεν θα μπορούσε να συμβεί σε χειρότερη στιγμή για τη Μιανμάρ. Αφού ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Τσι το 2021, ο στρατός προσπαθεί να επιβάλει την εξουσία του, αφήνοντας την οικονομία και βασικές υπηρεσίες, όπως την υγειονομική περίθαλψη, υπό διάλυση. Ένοπλες μειονοτικές ομάδες και αντιστασιακές οργανώσεις έχουν καταλάβει παραμεθόριες περιοχές, εκδιώκοντας τις δυνάμεις που πρόσκεινται στη χούντα. Λόγω των συγκρούσεων, έχουν εκτοπιστεί περισσότεροι από 3 εκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από το 1/3 του πληθυσμού χρειάζεται ανθρωπιστική βοήθεια, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη.
Η Μιανμάρ έχει επίσης πληγεί από φυσικές καταστροφές και η διεθνώς απομονωμένη χούντα δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει επαρκώς.
Εκτεταμένες καταστροφές
Φωτογραφίες και βίντεο που αναρτήθηκαν στο Facebook δείχνουν εκτεταμένες ζημιές στο Μανταλέι, όπου τα περισσότερα σπίτια είναι χαμηλές κατασκευές. Ορισμένα κατέρρευσαν παγιδεύοντας ανθρώπους μέσα, ενώ καταστροφή υπέστη και μία γέφυρα 90 ετών στην περιοχή της Σαγκάινγκ, νοτιοδυτικά της Μανταλέι, καθώς και ο αυτοκινητόδρομος που συνδέει τη Μανταλέι με τη μεγαλύτερη πόλη της Μιανμάρ, τη Γιανγκόν.
Στην πρωτεύουσα, Ναϊπιντάου, βουδιστικά ιερά ανατράπηκαν και ορισμένα σπίτια υπέστησαν ζημιές.
Τη δόνηση, η οποία σημειώθηκε γύρω στο μεσημέρι της Παρασκευής, ακολούθησε μετασεισμός μεγέθους 6,4 βαθμών, σύμφωνα με το αμερικανικό γεωλογικό ινστιτούτο.
Στην ευρύτερη περιοχή της Μπανγκόκ, στην Ταϊλάνδη, κατοικούν περίπου 17 εκατομμύρια άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους ζουν σε πολυώροφα διαμερίσματα. Πολλοί άνθρωποι απομακρύνθηκαν από κτίρια γραφείων και κατοικιών, εν αναμονή της εκκαθάρισης.
Στα ερείπια του υπό ανέγερση ουρανοξύστη 33 ορόφων, που κατέρρευσε καταπλακώνοντας δεκάδες εργάτες, διασώστες έψαχναν όλη τη νύχτα για επιζώντες στα ερείπια του υπό ανέγερση ουρανοξύστη 33 ορόφων. Οι ταϊλανδικές αρχές αναφέρουν ότι εννέα άνθρωποι έχουν εντοπιστεί νεκροί και περίπου 100 αγνοούνται. Περισσότεροι από 400 κάτοικοι της Μπανγκόκ κατασκήνωσαν σε πάρκα της πόλης, φοβούμενοι να περάσουν τη νύχτα στα σπίτια τους.
Ο Φρέιζερ Μόρτον, ένας Βρετανός τουρίστας που βρισκόταν εκείνη την ώρα στο κέντρο της Μπανγκόκ, μέσα σε ένα εμπορικό κέντρο, δήλωσε: «Ξαφνικά όλο το κτίριο άρχισε να κινείται, αμέσως ακούστηκαν φωνές και [επακολούθησε] πανικός.»
«Στην αρχή ξεκίνησα να περπατάω ήρεμα, αλλά μετά το κτίριο άρχισε να κινείται πραγματικά, ναι, πολλές κραυγές, πολύς πανικός, άνθρωποι έτρεχαν με λάθος τρόπο στις κυλιόμενες σκάλες, πολλά χτυπήματα και συντριβές μέσα στο εμπορικό κέντρο», πρόσθεσε. «Βγήκα έξω και κοίταξα το κτίριο και [είδα ότι] όλο το κτίριο κινούνταν, σκόνη και συντρίμμια, ήταν πολύ έντονο. Χάος.»
Σε βίντεο φαίνεται να χύνεται το νερό από τις πισίνες πολυώροφων ξενοδοχείων, και να τρέχει κάτω στις πλευρές των κτιρίων καθώς αυτά κουνιόντουσαν από τον σεισμό.
Ομάδες διάσωσης σε κτίριο που κατέρρευσε στην Μπανγκόκ, στις 28 Μαρτίου 2025, μετά από τον σεισμό των 7,7 Ρίχτερ. (Lillian Suwanrumpha/AFP μέσω Getty Images)
Χιλιάδες κάτοικοι, εργαζόμενοι και τουρίστες βρήκαν καταφύγιο στο πάρκο Μπεντζαζίρι, το οποίο βρίσκεται μακριά από ψηλά κτίρια.
Ο πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Παετονγκτάρν Σιναβάτρα, συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη την Παρασκευή για να εκτιμήσει τις επιπτώσεις.
Το Τμήμα Πρόληψης Καταστροφών της Ταϊλάνδης δήλωσε ότι η δόνηση έγινε αισθητή σχεδόν σε όλες τις περιοχές της χώρας.
Με πληροφορίες από το Associated Press, το Reuters και το ΑΠΕ ΜΠΕ.
Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα επιβεβαίωσε τη δέσμευση της χώρας του στη στρατηγική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, εν όψει της 11ης συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών Νότιας Κορέας, Ιαπωνίας και Κίνας, σύμφωνα με ενημέρωση του υπουργείου Εξωτερικών της Νότιας Κορέας στις 21 Μαρτίου.
Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του νοτιοκορεατικού ΥΠΕΞ, ο Ισίμπα τόνισε τη σημασία της συνεχιζόμενης συνεργασίας μεταξύ των τριών χωρών, επισημαίνοντας ότι η αξία των διμερών σχέσεων Ιαπωνίας-Νότιας Κορέας και Ιαπωνίας-ΗΠΑ, καθώς και της τριμερούς συνεργασίας, παραμένει αμετάβλητη στο σημερινό στρατηγικό περιβάλλον. Παράλληλα, υπογράμμισε την ανάγκη για διατήρηση και ανάπτυξη των διπλωματικών δεσμών, βασισμένων στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και τον σεβασμό.
Η επικείμενη συνάντηση, η οποία θα διεξαχθεί στο Τόκυο στις 22 Μαρτίου υπό την προεδρία της Ιαπωνίας, θα επικεντρωθεί στη συνεργασία μεταξύ των τριών χωρών και σε διεθνή ζητήματα, με στόχο την ενίσχυση των σχέσεών τους. Στο μεταξύ, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έχει εκφράσει την ελπίδα ότι η Ιαπωνία θα συμβάλει στην περαιτέρω ενδυνάμωση των δεσμών με την Κίνα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του νοτιοκορεατικού ΥΠΕΞ, ο Ισίμπα έκανε τις δηλώσεις αυτές κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον Νοτιοκορεάτη υπουργό Εξωτερικών Τσο Τάε-γιολ. Από την πλευρά του, ο Τσο ζήτησε τη διατήρηση της θετικής δυναμικής στις σχέσεις Νότιας Κορέας-Ιαπωνίας, υπογραμμίζοντας ότι καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να περιμένει αλλαγή από την άλλη, αλλά ότι πρέπει να επιδιώξουν οι ίδιες τη σταθερότητα της συνεργασίας τους. Πρόσθεσε, επίσης, ότι οι δύο χώρες πρέπει να εργαστούν για την προώθηση των διμερών σχέσεών τους, καθώς και της τριμερούς συνεργασίας με τις ΗΠΑ.
Η κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο ηγετών πραγματοποιήθηκε έπειτα από εθιμοτυπική επίσκεψη, στην οποία συμμετείχαν επίσης ο Ιάπωνας υπουργός Εξωτερικών Τακέσι Ιγουάγια και ο Κινέζος ομόλογός του, Γουάνγκ Γι. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης αυτής, ο Ισίμπα εξέφρασε την ελπίδα για μία μελλοντικά προσανατολισμένη και συνεργατική σχέση με τη Νότια Κορέα και την Κίνα, τις οποίες χαρακτήρισε ως «σημαντικούς γείτονες». Παράλληλα, δήλωσε ότι οι επερχόμενες συνομιλίες αναμένονται να έχουν ουσιαστική αξία.
Η Epoch Times έχει επικοινωνήσει με το γραφείο του Ιάπωνα πρωθυπουργού για περαιτέρω σχόλια.
Ο Τσο, από την πλευρά του, σημείωσε τη σημασία της διατήρησης της δυναμικής της τριμερούς συνεργασίας, η οποία αναζωογονήθηκε κατά τη διάρκεια της 9ης Συνόδου Κορυφής Νότιας Κορέας-Ιαπωνίας-Κίνας, τον Μάιο του 2024. Επεσήμανε ότι η διακοπή αυτών των συναντήσεων, που είχε διαρκέσει για περισσότερο από τέσσερα χρόνια πριν από τη Σύνοδο του 2024, δεν πρέπει να επαναληφθεί. Σύμφωνα με την ιαπωνική κυβερνητική έκδοση Kizuna, η διακοπή αυτή αποδόθηκε στην επιδείνωση των διμερών σχέσεων, γεγονός που είχε επισημανθεί και από το ιαπωνικό μέσο ενημέρωσης Nippon.
Το νοτιοκορεατικό ΥΠΕΞ σημείωσε ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, η διεξαγωγή της τριμερούς συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών είναι ιδιαίτερα επίκαιρη και έχει ιδιαίτερη σημασία. Τόνισε επίσης την ανάγκη διατήρησης της δυναμικής της συνεργασίας στο μέλλον.
Στο μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω του νεοεκλεχθέντος υπουργού Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους προς τις συμμαχικές σχέσεις στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Στις 25 Ιανουαρίου, σε μήνυμά του προς τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, ο Χέγκσεθ δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον θα συνεργαστεί με συμμάχους και εταίρους για την αποτροπή της επιθετικότητας της κομμουνιστικής Κίνας, ενώ παράλληλα θα στηρίξει την προτεραιότητα του προέδρου για υπεύθυνη λήξη πολέμων και επαναπροσανατολισμό στις βασικές απειλές. Τόνισε επίσης ότι οι ΗΠΑ θα σταθούν στο πλευρό των συμμάχων τους, προειδοποιώντας τους αντιπάλους τους.
Στις 30 Ιανουαρίου, σε ξεχωριστές εναρκτήριες τηλεφωνικές συνομιλίες, ο Χέγκσεθ συνομίλησε με τον Ιάπωνα υπουργό Άμυνας Γκεν Νακατάνι και τον Νοτιοκορεάτη ασκούντα καθήκοντα υπουργού Άμυνας Κιμ Σον-χο. Σε ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας, στις 31 Ιανουαρίου, αναφέρεται ότι ο Χέγκσεθ επιβεβαίωσε την επιθυμία του για συνεργασία με σκοπό την προώθηση των προτεραιοτήτων της συμμαχίας. Οι υπουργοί Άμυνας της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, επανέλαβαν τη σημασία της εμβάθυνσης της αμυντικής συνεργασίας, με στόχο την ενίσχυση της αποτροπής και την προώθηση μιας κοινής στρατηγικής για έναν ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό.
Την Τρίτη, το υπουργείο Εξωτερικών της Νότιας Κορέας επιβεβαίωσε αναφορές για πρόσφατη σύγκρουση μεταξύ των ακτοφυλακών των δύο χωρών σε αμφισβητούμενη θαλάσσια περιοχή της Κίτρινης Θάλασσας. Η δίωρη αντιπαράθεση που έλαβε χώρα τον προηγούμενο μήνα αναφέρθηκε αρχικά στις 18 Μαρτίου από την εφημερίδα Chosun Daily.
«Η κορεατική κυβέρνηση έχει ανταποκριθεί ενεργά σε κυβερνητικό επίπεδο για να διασφαλίσει ότι τα νόμιμα και κατοχυρωμένα θαλάσσια δικαιώματά μας στην Κίτρινη Θάλασσα δεν επηρεάζονται», δήλωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Λι Τζε-γουνγκ κατά την καθημερινή ενημέρωση του οργανισμού. «Έχουμε επίσης μεταφέρει την σταθερή θέση μας στην κινεζική πλευρά σχετικά με το αναφερόμενο περιστατικό».
Ο εκπρόσωπος πρόσθεσε ότι μέσω ενεργών μέτρων, η Σεούλ θα συνεχίσει να προστατεύει τα δικαιώματά της στην αμφισβητούμενη ζώνη. Το υπουργείο είχε επίσης καλέσει αξιωματούχους της κινεζικής πρεσβείας για να διαμαρτυρηθεί.
Η αντιπαράθεση στα αμφισβητούμενα ύδατα
Το υπουργείο Εξωτερικών δεν έδωσε λεπτομέρειες, αλλά δεν αμφισβήτησε την εκδοχή των γεγονότων όπως αναφέρθηκαν στα μέσα ενημέρωσης που επικαλέστηκαν ανώνυμους αξιωματούχους. Σύμφωνα με αυτές τις αναφορές, η αντιπαράθεση του περασμένου μήνα συνέβη όταν η Νότια Κορέα έστειλε το ερευνητικό σκάφος Onnuri για να ερευνήσει μια κινεζική κατασκευή σε αμφισβητούμενη περιοχή.
Σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την κατασκευή, ένα σκάφος της κινεζικής ακτοφυλακής και τρία φουσκωτά σκάφη — που λειτουργούσαν από Κινέζους χωρίς στολή —εμπόδισαν την έρευνα.
Η νοτιοκορεατική ακτοφυλακή ανταποκρίθηκε στέλνοντας το δικό της πλοίο, γεγονός που οδήγησε σε δίωρη αντιπαράθεση.
Η Κίνα επέμενε ότι η εγκατάσταση αποτελούσε μέρος μιας μονάδας υδατοκαλλιέργειας και απαίτησε την αποχώρηση του νοτιοκορεατικού σκάφους, ενώ η Σεούλ υπερασπίστηκε το δικαίωμά της να διεξαγάγει την έρευνα. Ορισμένοι Κινέζοι χωρίς στολή φέρεται να έφεραν μαχαίρια, αν και δεν τα χρησιμοποίησαν.
Η αντιπαράθεση έληξε χωρίς βία, αλλά η έρευνα διακόπηκε λόγω της κινεζικής αντίθεσης.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά με την αντιπαράθεση στις 18 Μαρτίου, η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ δήλωσε ότι δεν ήταν εξοικειωμένη με τις λεπτομέρειες, αλλά χαρακτήρισε την κατάσταση στην Κίτρινη Θάλασσα «σταθερή». Πρόσθεσε επίσης ότι οι δύο χώρες «διατηρούν καλή επικοινωνία» για τις θαλάσσιες υποθέσεις.
Μια μακροχρόνια διαμάχη για θαλάσσια κυριαρχία
Αυτό το περιστατικό αποτελεί μέρος των συνεχιζόμενων εντάσεων μεταξύ Νότιας Κορέας και Κίνας για τη θαλάσσια κυριαρχία στην Κίτρινη Θάλασσα. Τον τελευταίο χρόνο, η Κίνα έχει επανειλημμένα εγκαταστήσει μεγάλες κατασκευές στην αμφισβητούμενη περιοχή χωρίς την άδεια της Νότιας Κορέας.
Τον Δεκέμβριο, οι νοτιοκορεατικές υπηρεσίες πληροφοριών ανακάλυψαν μια άλλη μεταλλική κατασκευή — πλάτους περίπου 50 μέτρων και ύψους άνω των 50 μέτρων — που είχε μετακινηθεί στην επίσημα γνωστή ως «Ζώνη Προσωρινών Μέτρων» (ΖΠΜ), όπου οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) της Νότιας Κορέας και της Κίνας επικαλύπτονται. Η ΑΟΖ είναι μια ζώνη 200 ναυτικών μιλίων όπου μια χώρα έχει ειδικά δικαιώματα στην εξερεύνηση και χρήση των θαλάσσιων πόρων. Καθώς η Νότια Κορέα και η Κίνα απέχουν λιγότερο από 400 ναυτικά μίλια, οι ΑΟΖ τους επικαλύπτονται, και τα επίσημα όρια παραμένουν ανεπίλυτα.
Η Κίνα είχε εγκαταστήσει προηγουμένως παρόμοιες εγκαταστάσεις τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2024, αλλά αργότερα τις απομάκρυνε μετά από διαμαρτυρίες από τη Σεούλ. Το Πεκίνο τις αποκαλεί «εγκαταστάσεις υποστήριξης της αλιείας».
Σύμφωνα με μια συμφωνία του 2001, καμία πλευρά δεν μπορεί να ανεγείρει κατασκευές ή να εκμεταλλευτεί υπο-θαλάσσιους πόρους στη ΖΠΜ, εκτός από την αλιεία.
Ευρύτερο πλαίσιο των εντάσεων
Οι δραστηριότητες της Κίνας ξεπερνούν την εγκατάσταση κατασκευών. Μια έκθεση του 2020 από το νοτιοκορεατικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας σημείωσε ότι κινεζικά στρατιωτικά πλοία εισήλθαν σε περιοχές υπό την δικαιοδοσία της Νότιας Κορέας περισσότερες από 900 φορές μεταξύ 2016 και 2020, με τέτοιες παραβιάσεις να αυξάνονται μετά την ανάπτυξη του συστήματος THAAD (Terminal High Altitude Area Defense) από τη Σεούλ το 2017, σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Το THAAD είναι ένα αντιπυραυλικό σύστημα σχεδιασμένο και κατασκευασμένο από τις ΗΠΑ που εγκαταστάθηκε στη Νότια Κορέα μεταξύ 2016 και 2017 ως προπύργιο ενάντια σε πιθανή βορειοκορεατική πυραυλική επίθεση.
Ωστόσο, το Πεκίνο έχει επιμείνει ότι η ανάπτυξη του THAAD επηρεάζει την ασφάλεια της Κίνας και έκτοτε έχει υιοθετήσει μια σειρά από αντίμετρα και μποϊκοτάζ κατά της Νότιας Κορέας.
Πολιτική αβεβαιότητα και γεωπολιτικές επιπτώσεις
Αυτή η θαλάσσια διαμάχη εκτυλίσσεται εν μέσω πολιτικής αβεβαιότητας στη Νότια Κορέα. Ο πρόεδρος Γιουν Σουκ Γιεόλ, γνωστός για τη φιλοαμερικανική και φιλοϊαπωνική στάση του, και τις αποστάσεις του από τη σοσιαλιστική Κίνα και τη Βόρεια Κορέα, αντιμετωπίζει μια συνεχιζόμενη διαδικασία παραπομπής που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2024. Η κίνηση ήρθε αφού ο Γιουν επέβαλε στρατιωτικό νόμο, επικαλούμενος τις προσπάθειες της αντιπολίτευσης να μπλοκάρει τη μονοβουλευτική Εθνική Συνέλευση και τις διαμάχες γύρω από την Εθνική Εκλογική Επιτροπή.
Τα θαλάσσια σύνορα στην Κίτρινη Θάλασσα παραμένουν ακαθόριστα. Το 2013, η Κίνα μονομερώς ανακήρυξε τον μεσημβρινό 124°Α ως διαχωριστική γραμμή και απαγόρευσε στο Νοτιοκορεατικό Ναυτικό να τον διασχίσει—έναν ισχυρισμό που η Σεούλ απορρίπτει επειδή θα έδινε στην Κίνα τον έλεγχο περισσότερου από το 70% της Κίτρινης Θάλασσας.
Το Πεκίνο έχει ακολουθήσει παρόμοιες τακτικές στη Νότια Σινική Θάλασσα, όπου έχτισε τεχνητά νησιά σε αμφισβητούμενους υφάλους και τα κήρυξε μέρος των χωρικών του υδάτων, προκαλώντας διαμάχες κυριαρχίας με αρκετές χώρες.
Οι υπουργοί Εξωτερικών που συμμετείχαν στη σύνοδο των G7, την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου, στον Καναδά, συμφώνησαν στην υιοθέτηση σκληρής γραμμής απέναντι στην Κίνα όσον αφορά την πρόθεσή της να ενσωματώσει την Ταϊβάν. Εμφανής η παράλειψη αναφοράς στην πολιτική της «Μίας Κίνας», που απουσίαζε από τη χθεσινή δήλωση των υπουργών, αν και είχε περιληφθεί στη δήλωσή τους του Νοεμβρίου.
Επισημαίνεται ότι η πολιτική της «Μίας Κίνας» αποτελεί έως τώρα τον πυλώνα των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Κίνας και άλλων κρατών, η οποία ουσιαστικά συνίσταται στην αναγνώριση των εδαφικών διεκδικήσεων της Κίνας επί της Ταϊβάν, χωρίς όμως να αποδέχεται τις διεκδικήσεις αυτές. Οι χώρες που υιοθετούν αυτήν την πολιτική δεν αναγνωρίζουν επισήμως την Ταϊβάν ως ανεξάρτητο κράτος, ωστόσο διατηρούν διπλωματικές και άλλες σχέσεις μαζί της.
Στην κοινή δήλωσή τους, οι υπουργοί καλούν για εξεύρεση ειρηνικής λύσης των ζητημάτων που απασχολούν τις δύο χώρες, υποστηρίζοντας την επιθυμία της Ταϊβάν να «συμμετέχει ουσιαστικά» σε διεθνείς οργανισμούς.
Παράλληλα, προειδοποιούν την Κίνα να αποφύγει δραστηριότητες που θα μπορούσαν να απειλήσουν τους «δημοκρατικούς θεσμούς» και εκφράζουν την ανησυχία τους για την στρατιωτική και πυρηνική ανάπτυξη του Πεκίνου. Με την Κίνα να επιδιώκει την κυριαρχία σε όλη την περιοχή της Ανατολική και Νότια Θάλασσα της Κίνας, κάθε μονόπλευρη απόπειρα εκ μέρους της να μεταβάλει την υφιστάμενη κατάσταση της περιοχής, περιλαμβάνοντας τους υφάλους και κοραλλιογενείς ζώνες που επικαλύπτονται με τις ΑΟΖ όμορων χωρών, καταδικάζεται:
«Καταδικάζουμε τις παράνομες, προκλητικές, καταναγκαστικές και επικίνδυνες ενέργειες της Κίνας που επιδιώκουν μονομερώς να μεταβάλουν το status quo κατά τρόπο που να κινδυνεύει να υπονομεύσει τη σταθερότητα των περιοχών, μεταξύ άλλων μέσω της διεκδίκησης εδαφών και της οικοδόμησης φυλακίων, καθώς και της χρήσης τους για στρατιωτικούς σκοπούς.»
Στη δήλωση γίνεται επίσης αναφορά στους προκλητικούς ναυτικούς ελιγμούς της Κίνας και τα οπλικά συστήματα που στρέφει κατά φιλιππινέζικων και βιετναμέζικων σκαφών που πλέουν στη Νότια Θάλασσα, καθώς και στις προσπάθειες του κινεζικού καθεστώτος να περιορίσει την ελευθερία πλεύσης και εναέριας κυκλοφορίας στη επίμαχη περιοχή.
Σε ξεχωριστή δήλωση για τη ναυτική ασφάλεια, οι G7 επισημαίνουν ότι η βασική τους πολιτική για την Ταϊβάν «παραμένει ίδια», τονίζοντας ότι «η ειρήνη και η σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν είναι απαραίτητες για τη διεθνή ασφάλεια και ευημερία».
Στη συνάντηση συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς επίσης και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η απάντηση της Κίνας
Μέσω της πρεσβείας του στο Καναδά, το κινεζικό καθεστώς απέρριψε τη δήλωση των G7 για τη θαλάσσια ασφάλεια ως «αβάσιμες κατηγορίες», δηλώνοντας ότι η κατάσταση στη Νότια και Ανατολική Θάλασσα της Κίνας είναι «γενικά σταθερή».
Για το ζήτημα της Ταϊβάν, δήλωσε ότι αποτελεί «εσωτερικό ζήτημα».
Η αντίδραση της Ταϊβάν
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν χαιρέτισε τη δήλωση των G7, δεσμευόμενο ότι θα συσφίξει τη συνεργασία με τα μέλη των G7 και άλλους «φιλικούς συμμάχους», ώστε να διασφαλιστεί η ελευθερία του Ινδο-Ειρηνικού.
Σύμφωνα με αναφορές του υπουργείου Αμύνης της Ταϊβάν, η κινεζική στρατιωτική παρουσία και δραστηριότητα κοντά στην Ταϊβάν παρουσιάζει αύξηση. Στις 12 Μαρτίου συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν 20 πολεμικά αεροπλάνα, επτά σκάφη και ένα επίσημο πλοίο να επιχειρούν γύρω από το νησί. Έντεκα από τα κινεζικά αεροσκάφη εισήλθαν στη ζώνη αναγνώρισης της αεράμυνας της Ταϊβάν, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη αεροσκαφών της πολεμικής αεροπορίας της Ταϊβάν για την παρακολούθηση των κινήσεών τους.
Η κυβέρνηση της Ταϊβάν ανακάλεσε την άδεια παραμονής Κινέζας TikToker, η οποία έγινε το πρώτο άτομο που χάνει το δικαίωμά του στη διαμονή στη χώρα λόγω δηλώσεών του υπέρ της ένωσης της Ταϊβάν με την Κίνα «με τη βία».
Η Λιου Ζινγιά, σύζυγος Ταϊβανέζου πολίτη και μητέρα τριών παιδιών, διατηρεί λογαριασμό στο TikTok με σχεδόν μισό εκατομμύριο συνδρομητές, όπου δημοσιεύει περιεχόμενο υπέρ της ένωσης της Ταϊβάν με την ηπειρωτική Κίνα.
Η Εθνική Υπηρεσία Μετανάστευσης (National Immigration Agency-NIA) της Ταϊβάν κάλεσε τη Λιου σε ανάκριση στις 4 Μαρτίου, έπειτα από αναφορές για το περιεχόμενό της. Στις 11 Μαρτίου ανακοίνωσε την ανάκληση της άδειας παραμονής της και την απαγόρευση επανυποβολής αίτησης για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Η απόφαση βασίστηκε σε δηλώσεις της, όπως ότι «η ένωση της ηπειρωτικής Κίνας με την Ταϊβάν δια της βίας δεν χρειάζεται άλλες δικαιολογίες» και ότι η Κίνα «δεν έχει ακόμη ενοποιήσει δια της βίας» την Ταϊβάν. Οι αρχές θεώρησαν ότι οι δηλώσεις αυτές παραβιάζουν την ταϊβανέζικη νομοθεσία, η οποία προβλέπει την άρνηση ή την ανάκληση άδειας διαμονής και απαγόρευση νέας αίτησης για πέντε χρόνια σε περίπτωση που ο κάτοχός της θεωρείται απειλή για την εθνική ασφάλεια ή την κοινωνική σταθερότητα.
Ο Ταϊβανέζος YouTuber Πα Τσιουνγκ, ο οποίος είχε αποκαλύψει επιχειρήσεις επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) στην Ταϊβάν, δήλωσε ότι είχε αναφέρει το περιεχόμενο της Λιου στις αρχές.
Μετά την ανάκρισή της, η Λιου ανάρτησε βίντεο στις 5 Μαρτίου, στο οποίο ανέφερε ότι δεν είχε δημοσιεύσει το περιεχόμενο κατόπιν οδηγιών άλλων, ούτε είχε λάβει αμοιβή από την Κίνα για αυτό. Υποστήριξε ότι οι αναφορές της στη στρατιωτική ισχύ της Κίνας και στην απειλή ένωσης δια της βίας εξέφραζαν αποκλειστικά τις προσωπικές της απόψεις.
Η υπουργός Εσωτερικών της Ταϊβάν Λιου Σι-φανγκ υπερασπίστηκε την απόφαση της NIA, δηλώνοντας ότι η ελευθερία του λόγου «δεν είναι δώρο που πέφτει από τον ουρανό» ούτε μπορεί να αποτελεί «δικαιολογία για την επιβολή ένωσης της Ταϊβάν με τη βία».
Ο αναπληρωτής υπουργός και εκπρόσωπος του Συμβουλίου Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας (Mainland Affairs Council-MAC) Λιανγκ Γουέν-τσιέ διευκρίνισε ότι οι σύζυγοι Ταϊβανών πολιτών από την ηπειρωτική Κίνα είναι ελεύθεροι να εκφράζουν πολιτικές απόψεις υπέρ της ένωσης, αλλά η προώθηση της ένωσης με τη βία είναι απολύτως απαγορευμένη.
Σε ερώτηση για το αν οι δηλώσεις της Λιου εντάσσονται σε επιχείρηση επιρροής του ΚΚΚ, ο Λιανγκ σημείωσε ότι, αν και κάποια άτομα που ασκούν επιρροή μπορεί να δρουν υπό καθοδήγηση του Πεκίνου, οι περισσότεροι δημοσιεύουν τέτοιου είδους περιεχόμενο απλώς για να αυξήσουν τις προβολές τους.
Η Ταϊβάν, επισήμως Δημοκρατία της Κίνας, είναι συνέχεια της εξόριστης κυβέρνησης που διοικούσε την Κίνα πριν από την κατάληψη της εξουσίας από το ΚΚΚ το 1949 και την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ). Το κομμουνιστικό καθεστώς δεν έχει κυβερνήσει ποτέ την Ταϊβάν, αν και έχει δηλώσει ότι επιδιώκει την προσάρτησή της ειρηνικά. Ωστόσο, έχει επανειλημμένα απειλήσει με στρατιωτική επέμβαση.
Διεθνώς, το ΚΚΚ διαμαρτύρεται τακτικά για κυβερνήσεις και εταιρείες που αντιμετωπίζουν την Ταϊβάν ως κυρίαρχο κράτος, αποκλείει τη χώρα από διεθνείς οργανισμούς και υπονομεύει τις διπλωματικές της σχέσεις. Στο εσωτερικό της Κίνας, λογοκρίνει κάθε αναφορά στην Ταϊβάν που δεν την παρουσιάζει ως επαρχία της ΛΔΚ.
Από την ανάληψη της προεδρίας της Ταϊβάν από τον Λάι Τσινγκ-τε το περασμένο έτος, το κινεζικό καθεστώς έχει εντείνει τη ρητορική του κατά των υποστηρικτών της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν, χαρακτηρίζοντας τους «φανατικούς» και προειδοποιώντας ότι οι αμετάκλητες ενέργειες υπέρ της ανεξαρτησίας μπορεί να τιμωρηθούν με θάνατο. Παράλληλα, έχει αυξήσει τις στρατιωτικές περιπολίες και δραστηριότητες στο στενό της Ταϊβάν.
Αυξανόμενες ανησυχίες στην Ταϊβάν για φιλοκινεζική ρητορική
Η κυβέρνηση της Ταϊβάν, η οποία στο παρελθόν είχε υιοθετήσει μια πιο χαλαρή στάση απέναντι στη φιλοκινεζική ρητορική, εμφανίζεται πλέον πιο αυστηρή, εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για τις εκστρατείες επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ).
Στις 10 Μαρτίου, η Υπηρεσία Μετανάστευσης (NIA) κάλεσε τον πρώην πρόεδρο Μα Γινγκ-τζέου σε ακρόαση, μετά από σχόλια που έκανε ένας Κινέζος φοιτητής, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Κίνα με πρόσκληση του ιδρύματος του Μα. Ο φοιτητής φέρεται να προέβη σε δηλώσεις που «υποτιμούσαν» την Ταϊβάν.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης σε μέσα ενημέρωσης τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, ο φοιτητής αναφέρθηκε στην εθνική ομάδα μπέιζμπολ της Ταϊβάν ως «Ομάδα Ταϊπέι της Κίνας», συγχαίροντάς την για την κατάκτηση του πρώτου της χρυσού μεταλλίου στο WBSC Premier12 Championship Game.
Μετά τη δημοσιοποίηση μηνυμάτων από διάφορους Ταϊβανούς διάσημους, οι οποίοι αναπαρήγαγαν δήλωση του κρατικού τηλεοπτικού δικτύου της Κίνας CCTV, σύμφωνα με την οποία «η μοναδική ονομασία της Ταϊβάν είναι Επαρχία Ταϊβάν της Κίνας», το Συμβούλιο Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας (MAC) εξέδωσε ανακοίνωση στις 8 Μαρτίου, εκφράζοντας τη «σφοδρότερη καταδίκη».
Το Συμβούλιο ανέφερε ότι οι συγκεκριμένοι διάσημοι επέλεξαν να λειτουργήσουν ως πιόνια του ΚΚΚ για προσωπικό όφελος. Παράλληλα, γνωστοποίησε ότι θα εξετάσει εάν οι ενέργειές τους παραβιάζουν τη νομοθεσία της Ταϊβάν, η οποία απαγορεύει σε άτομα και οργανισμούς να επηρεάζουν την πολιτική της χώρας ή να βλάπτουν την εθνική της ασφάλεια και τα συμφέροντα, σε συνεργασία με το ΚΚΚ ή άλλους στρατιωτικούς και διοικητικούς φορείς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ).
Διάσημοι που εξαρτώνται από την κινεζική αγορά, συμπεριλαμβανομένων πολλών Ταϊβανών καλλιτεχνών, έχουν συχνά αυτολογοκριθεί και εκφράσει υποστήριξη στις θέσεις του ΚΚΚ, προκειμένου να αποφύγουν κυρώσεις ή μποϊκοτάζ στην Κίνα.
Λίγο μετά την ορκωμοσία του Λάι Τσινγκ-τε τον Μάιο του 2024, κάποιοι Ταϊβανοί διάσημοι κοινοποίησαν ανάρτηση του CCTV, στην οποία αναφερόταν ότι η Ταϊβάν είναι «προορισμένη να επιστρέψει στην αγκαλιά της μητέρας πατρίδας». Τότε, ο Λάι είχε ζητήσει από το κοινό να δείξει «κατανόηση», δηλώνοντας ότι συμμερίζεται την πίεση που υφίστανται οι καλλιτέχνες από το κινεζικό καθεστώς.
Την Πέμπτη, έπειτα από συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας σχετικά με την αντιμετώπιση διαφόρων τακτικών του ΚΚΚ, ο πρόεδρος ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου 17 νέα μέτρα, μεταξύ των οποίων και αυστηρότερη καθοδήγηση και ρύθμιση της συμπεριφοράς των Ταϊβανών καλλιτεχνών στην Κίνα.
Το Συμβούλιο Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας ανέφερε ότι η κυβέρνηση αυστηροποιεί τον έλεγχο στους Ταϊβανούς διάσημους, καθώς ορισμένοι από αυτούς δήλωσαν ότι διαφορετικά το ΚΚΚ μπορεί να τους εξαναγκάσει να συμμορφωθούν. Ο Λιανγκ δήλωσε στους δημοσιογράφους την Πέμπτη ότι μόνο όταν «η Ταϊβάν επιβάλλει κυρώσεις σε τέτοιες συμπεριφορές, οι καλλιτέχνες έχουν περιθώριο και δικαιολογία να αρνηθούν».
Παράλληλα, ενημέρωσε ότι η κυβέρνηση έχει πρόσφατα αφαιρέσει την υπηκοότητα από δέκα άτομα που κατέχουν κινεζικές ταυτότητες, συμπεριλαμβανομένου του Λιν Τσιν-τσενγκ. Σε ντοκιμαντέρ που δημοσιεύθηκε από τον Πα Τσιούνγκ τον Δεκέμβριο του 2024, ο Λιν ακούγεται να δηλώνει σε δημοσιογράφους που εργάζονταν μυστικά ότι το ΚΚΚ παρείχε κίνητρα στους Ταϊβανούς πολίτες να αποκτήσουν κινεζικές ταυτότητες, προσφέροντάς τους επιδοτήσεις και δάνεια.
Ο Λιν, ο οποίος λειτουργούσε ως μεσάζοντας στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, ανέφερε ότι αυτό είχε σχεδιαστεί ειδικά για τους πολίτες της Ταϊβάν, επισημαίνοντας ότι οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ δεν μπορούν να επωφεληθούν από το ίδιο προνόμιο, καθώς η πρώην βρετανική αποικία έχει ήδη επιστραφεί στη ΛΔΚ.
Στο βίντεο, ο ίδιος φέρεται να δηλώνει ότι το Χονγκ Κονγκ «δεν είναι πλέον χρήσιμο» για το ΚΚΚ.
Η Σχολή Ζωγραφικής Κάνο ήταν η κορυφαία σχολή ζωγραφικής στην Ιαπωνία για περισσότερα από 300 χρόνια, από τον 16ο αιώνα έως τον 19ο αιώνα. Η σχολή ιδρύθηκε τον 15ο αιώνα από τον Κάνο Μασανόμπου στο Κιότο και, σύμφωνα με τον ιστότοπο του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης, σύντομα έγινε η «μακροβιότερη και πιο επιδραστική σχολή ζωγραφικής στην ιαπωνική ιστορία»:
«Καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων, η σχολή Κάνο αποτελούνταν από πολυάριθμα εργαστήρια, όπου ομάδες καλά εκπαιδευμένων και επιδέξιων τεχνιτών συνεργάζονταν για να εξυπηρετήσουν πελάτες από όλες σχεδόν τις πλούσιες τάξεις: τους σαμουράι, την αριστοκρατία, τον βουδιστικό κλήρο, τους σιντοϊστές ιερείς και τους όλο και πιο εύπορους εμπόρους.»
Κάνο Μοτονόμπου, «Ο Μπιακού-ε Κάνον, ο λευκοφορεμένος Μποντισάτβα της συμπόνιας», 16ος αιώνας. Μελάνι, χρώμα και χρυσός σε μετάξι. 156 x 76 εκ. Μουσείο Καλών Τεχνών Βοστώνης, Βοστώνη. (Public Domain)
Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες γύρω από την πρακτική των σχολών Κάνο πριν από τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, είναι αρκετές για να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν να είναι μαθητής εκεί.
Αντλώντας από το δοκίμιο της Μπρέντα Γ. Τζόρνταν «Αντιγραφή από την αρχή ως το τέλος; Η μαθητική ζωή στη σχολή Κάνο», από το βιβλίο «Αντιγράφοντας τον δάσκαλο και κλέβοντας τα μυστικά του» (2003), θα επιχειρήσουμε ένα νοερό ταξίδι στη ζωή ενός μαθητή στη σχολή Κάνο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αντίληψη της ιαπωνικής κοινωνίας του 16ου αιώνα για τη διδασκαλία της τέχνης και τον ρόλο του καλλιτέχνη στην κοινωνία – αντίληψη που απέχει παρασάγγας από τη δυτική σκέψη και το καλλιτεχνικό πρότυπο που έχει επικρατήσει.
Η ζωή των σπουδαστών στη σχολή του Κάνο
Η μέρα στη Σχολή Ζωγραφικής του Κάνο ξεκινά νωρίς, δεδομένου ότι η μελέτη μας αρχίζει στις 7 το πρωί. Η σημερινή μέρα, όπως και οι περισσότερες, θα είναι μεγάλη και θα δουλεύουμε από τις 7 το πρωί έως τις 10 το βράδυ μαθαίνοντας την τέχνη της ζωγραφικής.
Σχεδόν όλοι μας στη σχολή προερχόμαστε από οικογένειες με υψηλόβαθμες θέσεις. Ήρθαμε εδώ όταν ήμασταν μικροί, περίπου επτά ή οκτώ ετών, για να αφιερώσουμε τη ζωή μας στην εκμάθηση της τέχνης της ζωγραφικής. Την ώρα που ξυπνάμε, οι μυρωδιές και οι εικόνες των χρωμάτων στο εργαστήριο αναζωογονούν τις αισθήσεις μας.
Όταν φτάσαμε για πρώτη φορά ως παιδιά, το ενδιαφέρον και η αφοσίωσή μας δοκιμάστηκαν. Μας υποχρέωναν να κάνουμε δουλειές, όπως να καθαρίζουμε και να βγάζουμε βόλτα τον σκύλο. Διδασκόμασταν πολύ λίγα πράγματα για τη ζωγραφική, αλλά αυτό δεν μας αποθάρρυνε. Αυτό ήταν στην πραγματικότητα μέρος της εκπαίδευσής μας: όχι μόνο μας δίδαξε να διατηρούμε το εργαστήριο μας καθαρό, αλλά μας δίδαξε επίσης τη σημασία της μάθησης μέσω της διακριτικής παρατήρησης.
Πολλοί από εμάς παρακολουθούσαμε τους πιο προχωρημένους μαθητές να εργάζονται, ενώ εμείς ολοκληρώναμε τις καθημερινές μας δουλειές. Υπάρχει μια σαφής ιεραρχία στη σχολή: ο δάσκαλος είναι στην κορυφή, οι νέοι μαθητές στη βάση, και όλοι οι άλλοι βρίσκονται στο ενδιάμεσο. Οι προχωρημένοι μαθητές κάθονται πιο κοντά στο παράθυρο, όπου υπάρχει επαρκής φωτισμός, ενώ όλοι οι άλλοι καταλαμβάνουν τις πιο απομακρυσμένες από το φως θέσεις.
Ο δάσκαλος μένει, ως επί το πλείστον, στο ιδιωτικό του δωμάτιο και εξετάζει έργα τέχνης μόνο όταν του τα φέρνουν για αυτόν τον λόγο. Σπάνια, αν όχι ποτέ, δίνει διαλέξεις για τη ζωγραφική. Έτσι, πολλοί από εμάς αρχίσαμε να μαθαίνουμε παρακολουθώντας τους άλλους μαθητές. Μάθαμε όχι μόνο για τη ζωγραφική, αλλά και πώς να συμπεριφερόμαστε όπως απαιτείται από έναν ζωγράφο.
Κάνο Μοτονόμπου, «Τα τέσσερα επιτεύγματα» (λεπτομέρεια), μέσα του 16ου αιώνα. Μελάνι και χρώμα σε χαρτί. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)
Ήταν πάντα ασαφές το πότε θα αρχίζαμε να ζωγραφίζουμε, οπότε κάποιοι από εμάς πήραμε μόνοι μας την πρωτοβουλία. Χρησιμοποιήσαμε ό,τι μάθαμε παρακολουθώντας τους άλλους μαθητές. Μάθαμε περισσότερο από το παράδειγμα παρά από τις εξηγήσεις. Όταν ξεπερνούσαμε τους φόβους μας και παίρναμε τα εργαλεία ζωγραφικής για να αρχίσουμε να εξασκούμαστε, ικανοποιούσαμε τον δάσκαλο.
Η πρακτική μας συνιστάται κυρίως στην αντιγραφή άλλων έργων. Ξεκινάμε με την αντιγραφή πινάκων ζωγραφικής απλών αντικειμένων πριν προχωρήσουμε σε πιο σύνθετα αντικείμενα. Στη συνέχεια, αντιγράφουμε τη φιγούρα και μετά τους πίνακες των δασκάλων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει πάνω από δέκα χρόνια – ορισμένοι μαθητές δεν τελειώνουν ακόμη και μετά από είκοσι χρόνια.
Ο δάσκαλος, παραθέτοντας τις συμβουλές του Χαγιάσι Μοριάτσου για τη ζωγραφική, επαναλαμβάνει τη σημασία της αντιγραφής:
«Ο ζωγράφος που δεν [αντιγράφει], εμπιστευόμενος πάντα στη [δική του] βούληση, είναι ένας ανειδίκευτος, ανάξιος συνάνθρωπος… Το άτομο που επιθυμεί να ζωγραφίζει σωστά με τον σωστό τρόπο και χρησιμοποιεί [την αντιγραφή] κάθε φορά χωρίς να αλλάζει τους κανόνες των αρχαίων είναι αυτός που καταλαβαίνει ότι είναι ανεπαρκής – [αυτός] κατανοεί την ιερότητα των ανθρώπων της παλιάς εποχής, επιθυμεί να προσπαθήσει να επιτύχει το αληθινό μονοπάτι της ζωγραφικής και αποζητά να αναζητήσει το θεϊκό πνεύμα.»
«Εκτίμηση της ζωγραφικής, από ένα σύνολο των τεσσάρων επιτευγμάτων», περ. 1606, από τη Σχολή του Κάνο. Μελάνι, χρώμα, χρυσός και φύλλο χρυσού σε χαρτί. 1,82 x 7 μ. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)
Μαθαίνουμε ότι η επιτυχία μας στη ζωγραφική εξαρτάται από την επιτυχία των συμμαθητών μας, του δασκάλου μας και των γενεών πριν από εμάς. Μαθαίνοντας να ζωγραφίζουμε, μαθαίνουμε επίσης τη θέση μας μέσα στην κοινότητά μας και μαθαίνουμε να είμαστε ανιδιοτελείς.
Αντιγράφουμε και αντιγράφουμε και αντιγράφουμε, μέχρι ορισμένες κινήσεις και διαδικασίες να μας γίνουν δεύτερη φύση. Μόνο τότε ανεβαίνουμε στην ιεραρχία της σχολής, και μόνο αφού ανεβούμε στην ιεραρχία μάς αποκαλύπτονται νέοι πίνακες ζωγραφικής για να αντιγράψουμε.
Φαίνεται ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο μυστικό της ζωγραφικής που ξεκλειδώνεται μέσω της αντιγραφής. Αργά τη νύχτα, κάποιοι μαθητές προσπαθούν κρυφά να εξετάσουν λεπτομερώς τους πίνακες του δασκάλου. Κάποιοι άλλοι αναζητούν στα κρυφά κρυμμένους πίνακες για να αντιγράψουν, με την ελπίδα να αποκτήσουν τα μυστικά τους πιο γρήγορα.
Ανεβαίνοντας στην ιεραρχία, μαθαίνουμε τα πάντα για τη σχολή, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών θεμάτων. Ανάλογα με το επίπεδο των ικανοτήτων μας, θα βοηθήσουμε ενδεχομένως στη διοίκηση της σχολής ή θα βοηθήσουμε τον δάσκαλο με παραγγελίες έργων ζωγραφικής. Αν αποδειχθούμε ικανοί σε όλα τα θέματα, αποφοιτούμε από τη σχολή, παίρνουμε το όνομα του δασκάλου μας και ξεκινάμε τη ζωή μας ως επαγγελματίες ζωγράφοι.
Μέχρι τότε, ο καθένας μας έχει το χώρο του στο πάτωμα, περίπου 3 x 2 μέτρα, ένα χαλάκι τατάμι και ένα σεντούκι που περιέχει όλα τα καλλιτεχνικά μας εφόδια. Αυτός ο χώρος, που μοιραζόμαστε με τους φίλους μας, γίνεται ο κόσμος μας, ένας κόσμος μέσω του οποίου συνδεόμαστε με την αίσθηση της ομορφιάς που είχαν αυτοί που ζούσαν πριν από εμάς, μια ομορφιά που ελπίζουμε να μοιραστούμε με την ευρύτερη κοινότητά μας.
Ο Έρικ Μπες ασχολείται με την αναπαραστατική τέχνη και είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ινστιτούτο Διδακτορικών Σπουδών στις Εικαστικές Τέχνες (IDSVA).
Επειδή τα ανθρακωρυχεία εκπέμπουν μεγάλες ποσότητες δηλητηριώδους μονοξειδίου του άνθρακα, οι ανθρακωρύχοι παλαιότερα έπαιρναν μαζί τους ένα καναρίνι σε κλουβί. Ο ευαίσθητος οργανισμός του πτηνού υπέκυπτε στα αυξανόμενα επίπεδα αερίου πολύ πριν από τους ανθρακωρύχους, προειδοποιώντας τους εγκαίρως. Το Πακιστάν, ως πρώιμος και ενθουσιώδης συμμετέχων στο BRI, υφίσταται πρώτο τις συνέπειες, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις άλλες χώρες που συμμετέχουν στην κινεζική πρωτοβουλία.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Πακιστάν σχετίζεται με το ενεργειακό δίκτυο που κατασκευάστηκε για τη χώρα από την πρωτοβουλία BRI, γνωστή και ως «Μία ζώνη, ένας δρόμος». Το δίκτυο ήταν εξαιρετικά ακριβό εξαρχής και, επειδή η Κίνα κατασκεύασε πολύ μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη από όση χρειάζεται το Πακιστάν, το χρέος που τώρα αντιμετωπίζει η χώρα είναι απλά μη βιώσιμο.
Δεν πρόκειται απλώς για μια ατυχή, λανθασμένη εκτίμηση – κάτι που συμβαίνει στις διεθνείς επενδύσεις. Αντίθετα, είναι χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το σχέδιο του Πεκίνου.
Στο πλαίσιο της BRI, το Πεκίνο προσεγγίζει λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη και προτείνει να κατασκευάσει υποδομές που, θεωρητικά, θα τα βοηθήσουν να αναπτυχθούν οικονομικά, προσφέροντας δάνεια για τη χρηματοδότηση του έργου, πάντα από κινεζικές κρατικές τράπεζες. Επιπλέον, αναθέτει σε κινεζικές εργολαβικές εταιρείες την κατασκευή και σε κινεζική διαχείριση τη λειτουργία του έργου μετά την ολοκλήρωσή του.
Όλα τα πλεονεκτήματα βρίσκονται στην πλευρά του Πεκίνου. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, η χώρα-αποδέκτης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις, η ιδιοκτησία του έργου μεταβιβάζεται στο Πεκίνο. Ακόμη και αν η χώρα αποπληρώσει το δάνειο, παραμένει εξαρτημένη από την Κίνα για τη διαχείριση και τη συντήρηση του έργου.
Υπάρχει και άλλο ένα πρόβλημα. Λόγω του ότι οι κινεζικές αρχές επιλέγουν τα έργα κυρίως για πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους, και όχι για οικονομικούς, τα έργα συχνά δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της χώρας-αποδέκτη: είναι ή υπερβολικά μεγάλα ή πολύ μικρά. Επιπλέον, καθώς χρησιμοποιούνται τα χρήματα της χώρας-αποδέκτη μέσω δανείου, η Κίνα έχει μικρό κίνητρο να προσαρμόσει τα έργα στις πραγματικές ανάγκες. Οι χώρες που προσεγγίζονται από το Πεκίνο δεν έχουν συνήθως την ικανότητα να αξιολογήσουν με ακρίβεια τις οικονομικές τους ανάγκες.
Για το Πακιστάν, η πρόταση της Κίνας πριν από μία δεκαετία φαινόταν ελκυστική. Η χώρα είχε έλλειμμα στην ηλεκτροπαραγωγή. Η Κίνα κατασκεύασε μια σειρά από εργοστάσια άνθρακα, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας, με συνολικό κόστος περίπου 25 δισ. δολαρίων, ποσό τεράστιο για το Πακιστάν. Εκτός από την υποχρέωση αποπληρωμής του δανείου σε μόλις 10 χρόνια, το Πακιστάν δεσμεύτηκε να αγοράζει όλη την ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγουν οι κινεζικές μονάδες για τα επόμενα 40 χρόνια και υποσχέθηκε σε κινεζικές κρατικές εταιρείες απόδοση 34% στην επένδυση.
Ήταν προφανές από την αρχή ότι το Πακιστάν δεν θα μπορούσε ποτέ να τηρήσει αυτούς τους όρους. Επειδή οι υπολογισμοί ήταν πολιτικοί και διπλωματικοί, η Κίνα κατασκεύασε πολύ μεγαλύτερη παραγωγική ικανότητα από όση θα χρειαστεί το Πακιστάν για πολλά χρόνια, κατά κάποιες εκτιμήσεις έως και 40% επιπλέον. Ωστόσο, οι όροι υποχρεώνουν το Πακιστάν να αγοράζει όλη την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια.
Για να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις, το Πακιστάν αύξησε την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδα υψηλότερα ακόμα και από αυτά που έχουν ανεπτυγμένες και πλουσιότερες χώρες. Έτσι, η ηλεκτρική ενέργεια για μερικά φώτα, ένα μικρό ψυγείο και μερικούς ανεμιστήρες μπορεί να κοστίζει σε μια πακιστανική οικογένεια περίπου 60 ευρώ τον μήνα, ποσό ιδιαίτερα υψηλό δεδομένου ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας ανέρχεται σε περίπου 125 ευρώ τον μήνα.
Το Πακιστάν έχει ήδη καθυστέρηση πληρωμών ύψους 1 δισ. δολαρίων προς τις κινεζικές κρατικές τράπεζες, ενώ οφείλει επιπλέον 9 δισ. δολάρια για δύο νέα κινεζικά πυρηνικά εργοστάσια.
Το Πακιστάν βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση από τις περισσότερες άλλες χώρες που συμμετέχουν στην BRI, κυρίως επειδή ήταν ένας από τους πρώτους συμμετέχοντες, όχι επειδή οι συμφωνίες με άλλες χώρες είναι διαφορετικές. Ήδη, η Σρι Λάνκα έχει χρεοκοπήσει, ενώ αρκετές αφρικανικές χώρες αναγκάστηκαν να επαναδιαπραγματευτούν τους όρους των δανείων. Πρόσφατα, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ αναγκάστηκε να υποσχεθεί επιπλέον χρηματοδότηση στην Αφρική για να αποτρέψει την αποχώρηση ορισμένων συμμετεχόντων από το πρόγραμμα.
Εάν το Πακιστάν είναι ενδεικτικό, το σχέδιο της BRI έχει θεμελιώδεις αδυναμίες. Ακόμη χειρότερα, οι οικονομικές δυσκολίες των συμμετεχόντων χωρών θα μπορούσαν να επιβαρύνουν τις κινεζικές τράπεζες και εργολαβικές εταιρείες, σε μια περίοδο που η ίδια η κινεζική οικονομία, με το υψηλό της χρέος και την υποτονική της ανάπτυξη, δεν έχει την πολυτέλεια για τέτοιου είδους πιέσεις.
Αυτό το άρθρο είναι το δεύτερο σε μια σειρά με τίτλο «Ινδία: Τα επόμενα πέντε χρόνια». Οι συνομιλίες με ειδικούς του θέματος, ηγέτες σκέψης και καινοτομίας, στρατηγούς και διπλωμάτες θα διερευνήσουν τις εξωτερικές σχέσεις της Ινδίας και την παγκόσμια προοπτική της από το 2024 έως το 2029.
Η Ινδία, η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο, αναπτύσσεται επίσης στην κατανόηση του εαυτού της. Καθώς το κάνει, η «μεγάλη στρατηγική» της — ο τρόπος που βλέπει τη θέση της στον κόσμο — καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα, λένε ειδικοί.
«Η Κίνα ξεχωρίζει όλο και περισσότερο στη στρατηγική συνείδηση της Ινδίας», έγραψε ο Ντρούβα Τζαϊσάνκαρ στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα, «Vishwa Shastra: India and the World».
«Πράγματι, η άνοδος της Κίνας είναι πιθανότατα ο πρωταρχικός παράγοντας που επηρεάζει τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας σήμερα».
Το «Vishwa Shastra» είναι σανσκριτική φράση που σημαίνει «πραγματεία για τον κόσμο». Το βιβλίο προσφέρει μια ενοποιημένη, γραμμική ανάλυση της ινδικής εξωτερικής πολιτικής από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή.
Ο Τζαϊσάνκαρ, ο οποίος υπηρετεί ως εκτελεστικός διευθυντής του Ιδρύματος Ερευνών Observer με έδρα την Ουάσιγκτον, δήλωσε στην Epoch Times σε μια συνέντευξη ότι υπάρχουν σε γενικές γραμμές πέντε στόχοι στη «μεγάλη στρατηγική» της Ινδίας.
«Η ενίσχυση της Ινδίας στο εσωτερικό, στρατιωτικά και οικονομικά, είναι [η] υπ΄ αριθμόν 1 προτεραιότητα. [Το δεύτερο είναι] η διασφάλιση μιας σταθερής γειτονιάς, η οποία ήταν μια μεγάλη πρόκληση, αλλά η γειτονιά ήταν πάντα, και πάλι, πρώτη προτεραιότητα διεθνώς», δήλωσε ο Τζαϊσάνκαρ.
Η διατήρηση μιας ισορροπίας δυνάμεων είναι η τρίτη προτεραιότητα της Ινδίας. Το τέταρτο είναι η αντιμετώπιση ζητημάτων κληρονομιάς σχετικά με τη διχοτόμηση της Ινδίας, η οποία οδήγησε στο σχηματισμό του Πακιστάν και δημιούργησε μεγαλύτερες περιφερειακές συνέπειες. Το πέμπτο είναι να υποστηρίξει την επαρκή συμμετοχή της Ινδίας σε παγκόσμιους θεσμούς θέσπισης κανόνων, είπε.
Αυτοί οι πέντε στόχοι καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας από την ανεξαρτησία της το 1947. Η σημερινή Ινδία έχει περισσότερες ευκαιρίες και πόρους για να επιτύχει αυτούς τους στόχους από ό,τι είχε ποτέ πριν, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
«Η Ινδία βρίσκεται λιγότερο στην άμυνα από ό,τι στο παρελθόν. Έχει περισσότερους πόρους από ό,τι στο παρελθόν. Αυτό λοιπόν είναι καλό από πολλές απόψεις. Έχει την ικανότητα να εκσυγχρονίζεται. Έχει την ικανότητα να διευθετήσει κάποια από τα ζητήματα στην περιφέρειά της. Έχει την ικανότητα να παρακάμψει και να απομονώσει το Πακιστάν και τέτοια πράγματα», είπε.
Διατύπωση της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας
Ο Σρίκαντ Κονταπάλλι, πρύτανης της Σχολής Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Jawaharlal Nehru (JNU) του Νέου Δελχί, δήλωσε στην Epoch Times ότι κάθε μεγάλη δύναμη έχει μια μεγάλη στρατηγική που καθορίζει την τροχιά της, κοιτάζοντας μπροστά 20 έως 25 χρόνια. Μαζί με τον σχεδιασμό της για οικονομική, τεχνολογική, και στρατιωτική ανάπτυξη, η μεγάλη στρατηγική περιγράφει λεπτομερώς το εθνικό ήθος μιας χώρας.
Ειδικός στις εξωτερικές πολιτικές και τις πολιτικές ασφαλείας της Κίνας, ο Κονταπάλλι είπε ότι πόσο μεγάλο μέρος της στρατηγικής ενός έθνους αποκαλύπτεται εξαρτάται από τον σκοπό που του αποδίδεται από αυτό το έθνος.
«Για παράδειγμα, οι Αμερικανοί έχουν την [Τετραπλή] Στρατηγική Άμυνας και Εθνικής Ασφάλειας. … Οι Ρώσοι έχουν μια τέτοια στρατηγική. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μία. Η Κίνα την διατύπωσε επίσης ως προς την εθνική αναζωογόνηση έως το 2049 και έχει πολλά βήματα—από το 2021 έως το 2035», είπε ο Κονταπάλλι.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας έχει σπάνια διατυπωθεί ρητά και διάφοροι συγγραφείς προσπάθησαν να εκφράσουν το όραμα της χώρας. Το έργο του Τζαϊσάνκαρ επιχειρεί να καθορίσει τον παγκόσμιο αντίκτυπο της Ινδίας, ακριβώς 25 χρόνια από το μέσο του αιώνα. Τα μέσα του αιώνα είναι επίσης το χρονοδιάγραμμα της μεγάλης στρατηγικής της Κίνας για εθνική αναζωογόνηση, που μερικές φορές ονομάζεται «Παγκόσμια Κίνα 2049» ή «Κίνα 2049».
Ο Κονταπάλλι ανέφερε το «India 2020», ένα έργο του 1998 του πρώην προέδρου της Ινδίας, Αμπντούλ Καλάμ, και Σ. Ράγιαν. Το βιβλίο σκιαγράφησε μια στρατηγική για μια ανεπτυγμένη Ινδία κοιτάζοντας τις δύο πρώτες δεκαετίες της νέας χιλιετίας.
Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι εξέφρασε την ινδική στρατηγική ως «Viksit Bharat 2047». Η φράση «Viksit Bharat», που σημαίνει «ανεπτυγμένη Ινδία», μεταφέρει το όραμα της ινδικής κυβέρνησης να μετατρέψει την χώρα σε μια αυτοδύναμη και ευημερούσα οικονομία μέχρι το 2047.
Ο Κονταπάλλι περιέγραψε τις περιοχές που ορίστηκαν στο Viksit Bharat 2047 ως «μαλακές περιοχές της μεγάλης στρατηγικής».
Πολλά από τα ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της Ινδίας φυλάσσονται και δεν αποκαλύπτονται, είπε. Ορισμένες από τις άγνωστες περιοχές αφορούν την Κίνα.
Κινέζος στρατιώτης χειρονομεί καθώς στέκεται κοντά σε Ινδό στρατιώτη στην κινεζική πλευρά της αρχαίας συνοριακής διάβασης Νάτου Λα μεταξύ Ινδίας και Κίνας, στις 10 Ιουλίου 2008. (Diptendu Dutta/AFP μέσω Getty Images)
Κίνα: Το μεγαλύτερο εμπόδιο
Παρά τις δυνατότητές της, η Ινδία αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις για την επίτευξη της μεγάλης στρατηγικής της. Ανάμεσά τους φαίνεται να ξεχωρίζει η Κίνα, την οποία οι αναλυτές ορίζουν ως σημαντική πρόκληση για την άνοδο της Ινδίας στην παγκόσμια σκηνή.
Η γεωγραφία και η ιστορία παρέχουν το πλαίσιο για την πρόκληση από την Κίνα. Αυτό λέει ο Μόνις Τουράνγκμπαμ, διευθυντής του Ινστιτούτου Indo-Pacific Studies Kalinga που εδρεύει στην Ινδία.
«Από την έναρξή της το 1949, τον Σινο-Ινδικό πόλεμο του 1962 και την ανάδειξή της ως παγκόσμια δύναμη τον 21ο αιώνα, η κομμουνιστική Κίνα έχει επηρεάσει τη σύλληψη και τη λειτουργικότητα της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας», είπε ο Τουράνγκμπαμ στην Epoch Times.
Ο Τζαϊσάνκαρ είπε ότι η Κίνα αμφισβητεί κάθε έναν από τους μεγάλους στόχους στρατηγικής της Ινδίας.
«Το μεγαλύτερο εμπόδιο σε καθέναν από αυτούς τους πέντε στόχους σήμερα, αναμφισβήτητα, είναι η Κίνα. Έτσι, η Κίνα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για τις αμυντικές προμήθειες της Ινδίας, την τεχνολογική της πολιτική, την εμπορική της πολιτική, τη βιομηχανική της πολιτική», είπε.
Ο Κονταπάλλι είπε ότι από το 2009, η Ινδία βλέπει την Κίνα ως «μακροπρόθεσμη απειλή» για τα στρατηγικά της σχέδια. Καθόρισε ως βραχυπρόθεσμη απειλή την απειλή εντός πενταετίας, μεσοπρόθεσμη ως 15 χρόνια, και μακροπρόθεσμη την απειλή στα 35 έτη.
Στρατιώτες της Δύναμης Συνοριακής Ασφάλειας της Ινδίας περιπολούν κατά μήκος των περιφραγμένων συνόρων με το Πακιστάν στον τομέα Ράνμπιρ Σινγκ Πούρα κοντά στο Τζάμμου, στις 26 Φεβ. 2019. (Mukesh Gupta/Reuters)
Ήταν το 2009 που η ινδική θέση μεταπήδησε σε έναν πόλεμο δύο μετώπων —που σημαίνει εναντίον του Πακιστάν και της Κίνας— «κάτω από το πυρηνικό κατώφλι», είπε, «επειδή και τα δύο είναι πυρηνικά».
«Αλλά αυτή είναι η στρατηγική των ενόπλων δυνάμεων, και όχι η εθνική στρατηγική», είπε ο Κονταπάλλι, σημειώνοντας ότι η Ινδία αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις από την Κίνα από όλα τα άλλα μέτωπα.
Είπε ότι στο πλαίσιο της μεγάλης στρατηγικής της Ινδίας, ο παράγοντας της Κίνας είναι «αβέβαιος ή ακόμη και αρνητικός» λόγω της εδαφικής διαμάχης με την Ινδία. Είπε ότι αυτή η διαμάχη είναι μακροπρόθεσμη.
«Αυτό δεν πρόκειται να επιλυθεί [βραχυπρόθεσμα]. Επομένως, πρέπει να συνυπολογίσετε την Κίνα στην εδαφική διαμάχη στη μεγάλη στρατηγική», είπε ο Κονταπάλλι.
Ο Τζαϊσάνκαρ ανέφερε τον ενεργό ανταγωνισμό από την Κίνα στη γειτονιά της Ινδίας — σε χώρες όπως το Νεπάλ, η Σρι Λάνκα, το Μπαγκλαντές και η Μιανμάρ. Η ισορροπία δυνάμεων στον Ινδο-Ειρηνικό έχει επίσης αλλάξει από την άνοδο της Κίνας. Η Ινδία εργάζεται με άλλες χώρες για να το αντιμετωπίσει, είπε.
Ακόμη και στους διεθνείς θεσμούς, η Κίνα προσπαθεί να εμποδίσει την άνοδο της Ινδίας, σημείωσε.
«Η Κίνα είναι τελικά η κύρια δύναμη που είναι περισσότερο υπεύθυνη για το σταμάτημα, ας πούμε, της μεταρρύθμισης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, της εισόδου της Ινδίας στην Ομάδα Πυρηνικών Προμηθευτών, για ορισμένα εμπορικά ζητήματα και τέτοια πράγματα. Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων», είπε.
Ο ρόλος της Ινδίας στους παγκόσμιους θεσμούς αυξάνεται. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας της το 2023 στο διεθνές φόρουμ της Ομάδας των 20 (G20), έπαιξε κρίσιμο ρόλο σε μια διευρυμένη BRICS και σε άλλες πλατφόρμες παγκόσμιας διακυβέρνησης, σύμφωνα με την Τουράνγκμπαμ.
Ωστόσο, η Κίνα χρησιμοποιεί μια διττή προσέγγιση για να αμφισβητήσει αυτήν την αυξανόμενη επιρροή, είπε.
«Η πρόκληση της Κίνας για την άνοδο της Ινδίας σε παγκόσμιους θεσμούς είναι τόσο ιδεατή όσο και υλική», είπε ο Τουράνγκμπαμ.
Η δημοκρατία της Ινδίας και το δεκτικό μοντέλο παγκόσμιας διακυβέρνησής της, την καθιστούν ελκυστική, είπε. Ωστόσο, το καθαρό οικονομικό μέγεθος και η επιρροή της Κίνας αποτελούν πρόκληση για το Νέο Δελχί να περιηγηθεί σε παγκόσμιους θεσμούς.
Η μεγάλη στρατηγική της Κίνας είναι να είναι το Νο. 1: να αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικότερα. Το Πεκίνο θέλει επίσης να είναι Νο. 1 στην Ασία, είπε ο Κονταπάλλι. Αλλά υπάρχουν δυνάμεις στην Ασία —Ινδία, Ιαπωνία, Ινδονησία, Φιλιππίνες και Βιετνάμ— που μπορούν να ανταγωνιστούν για αυτήν την επιρροή και δεν θέλουν η Κίνα να μετριάσει το αποτύπωμά τους.
«Ο ρόλος της Κίνας στη Νότια Ασία, τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου θέλει να περιθωριοποιήσει την Ινδία, δεν είναι αποδεκτός από την Ινδία», είπε.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας θα περιλαμβάνει επομένως την αντιμετώπιση της μεγάλης κινεζικής στρατηγικής σε σχέση με εδαφικά ζητήματα και τον ανταγωνισμό στην Ασία.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία της στρατηγικής, σημείωσε ο Κονταπάλλι. Ένα στοιχείο είναι η συμμαχία QUAD μεταξύ της Ινδίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας στον Ινδο-Ειρηνικό. Μια άλλη είναι η άσκηση Malabar—κοινές θαλάσσιες στρατιωτικές ασκήσεις μεταξύ των χωρών QUAD. Ένα άλλο στοιχείο είναι οι μεμονωμένες συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της Ινδίας και διαφόρων εθνών.
Και μια άλλη είναι η πρόσφατη συνάντηση Μόντι-Τραμπ. Για αυτό, είπε, «τι συνέβη δεν ξέρουμε».
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δίνει τα χέρια με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο στις 13 Φεβ. 2025. (Jim Watson/Γαλλικό Πρακτορείο μέσω Getty Images)
Κοιτάζοντας προς έναν πολυπολικό κόσμο
Με την ταχεία οικονομική της ανάπτυξη, η Ινδία προβλέπεται να είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο έως το 2030, πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Ο Τζαϊσάνκαρ περιέγραψε τρεις παγκόσμιες σχολές σκέψης — τη μονοπολικότητα, τη διπολικότητα και την πολυπολικότητα — από την οπτική γωνία των τριών πιθανών κορυφαίων παγκόσμιων οικονομιών τις επόμενες δύο δεκαετίες: των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας, και της Ινδίας.
Οι ακαδημαϊκοί όροι περιγράφουν τρία συστήματα γεωπολιτικής κατανομής ισχύος: ένας μονοπολικός κόσμος κυριαρχείται από μια δύναμη, ένας διπολικός κόσμος κυριαρχείται από δύο μεγάλες δυνάμεις και σε έναν πολυπολικό κόσμο, η εξουσία κατανέμεται μεταξύ πολλών κρατών.
Η μεγάλη στρατηγική της Ινδίας πρέπει να γίνει κατανοητή στο πλαίσιο των προσδοκιών ότι θα μπει στη λίστα με τις κορυφαίες παγκόσμιες δυνάμεις στο εγγύς μέλλον, είπε.
«[Οι Ηνωμένες Πολιτείες] είναι το Νο. 1», είπε ο Τζαϊσάνκαρ. «Σε έναν ιδανικό κόσμο, οι ΗΠΑ θέλουν έναν μονοπολικό κόσμο. Έχουν έναν καθαρό ανταγωνιστή σήμερα, την Κίνα».
Η Κίνα —παρά τη μακροπρόθεσμη φιλοδοξία της για έναν μονοπολικό κόσμο στον οποίο είναι Νο. 1— αναγνωρίζει τη διπολικότητα του σημερινού κόσμου. Η φιλοδοξία της να είναι η κορυφαία παγκόσμια δύναμη δεν έρχεται σε αντίθεση με αυτήν την αναγνώριση.
«Όταν η Κίνα λέει ότι θέλει έναν νέο τύπο σχέσης μεγάλης δύναμης ή συνομιλίες για την αποφυγή της Παγίδας του Θουκυδίδη, στην πραγματικότητα αναγνωρίζει έναν διπολικό κόσμο, αλλά ζητά από τις ΗΠΑ να μην τον αμφισβητήσουν», είπε ο Τζαϊσάνκαρ.
Η Παγίδα του Θουκυδίδη είναι η θεωρία — που έγινε δημοφιλής από τον μελετητή του Χάρβαρντ Γκράαμ Άλισον — ότι όταν μια ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη απειλεί μια κυρίαρχη, συχνά προκύπτει πόλεμος.
«Η Ινδία, όντας Νο. 3, θέλει έναν πολυπολικό [κόσμο]», είπε. «Οπότε νομίζω ότι εξαρτάται εν μέρει από την θέση της».
Ενώ η Κίνα υποστηρίζει την πολυμέρεια σε ορισμένα ζητήματα και φόρουμ, είπε ο Τουράνγκμπάμ, η υποστήριξή της έχει στόχο να αμβλύνει την επιρροή της Αμερικής.
Η Ινδία, από την άλλη πλευρά, στοχεύει στη δημιουργία μιας παγκόσμιας τάξης που να περιλαμβάνει περισσότερες [χώρες], είπε.
«Η Ινδία θέλει να δημιουργήσει ένα εξωτερικά ευνοϊκό περιβάλλον ασφάλειας για την οικονομική της άνοδο και η υποστήριξή της για μια πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων αναγνωρίζει την αλληλεξάρτηση των οικονομιών. Η διεύρυνση του καλαθιού των οικονομικών εταίρων της, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τα βασικά της συμφέροντα ασφάλειας, βρίσκεται στο επίκεντρο της υποστήριξης της Ινδίας για αποτελεσματική πολυμέρεια σε έναν πολυπολικό κόσμο», είπε.
Με την επικείμενη άνοδο της Ινδίας ως την τρίτη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομία, ένα νέο παγκόσμιο οικονομικό παράδειγμα θα εξελιχθεί, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
Η αμερικανική οικονομία αξίζει αυτή τη στιγμή περισσότερα από 30 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η κινεζική οικονομία αξίζει περισσότερα από 19 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η Ινδία είναι αυτή τη στιγμή η πέμπτη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομία. Αναμένεται να κλέψει την τέταρτη θέση της Ιαπωνίας τον επόμενο χρόνο περίπου. Και, σύμφωνα με έκθεση της S&P Global Ratings, μέχρι το 2030, η Ινδία αναμένεται να ξεπεράσει τα 7 τρισεκατομμύρια δολάρια και να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
[«Παρ’ όλα αυτά,] [θα] υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, από τη μία πλευρά, και μεταξύ της Κίνας και της Ινδίας, από την άλλη», είπε ο Τζαϊσάνκαρ.
Θα προκύψει επίσης ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ της Ινδίας και όλων των άλλων σε αυτόν τον κατάλογο, είπε. Αλλά ακριβώς λόγω αυτού του κενού, η Ινδία θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Η κατάσταση θα εξασφαλίσει μια μοναδική θέση για την Ινδία, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ. Η Ινδία θα περιφρουρήσει αυτό το μέρος για να αποτρέψει την περιθωριοποίηση των συμφερόντων της στη λήψη αποφάσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
«Η Ινδία θα αγωνιστεί για έναν περισσότερο πολυπολικό κόσμο, που σημαίνει έναν κόσμο όπου τα πάντα δεν αποφασίζονται απλώς από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Νομίζω ότι αυτό είναι μια μεγάλη, καλή ανησυχία για την Ινδία», είπε.
Ο τρόπος με τον οποίο η Ινδία θα διασφαλίσει και θα προωθήσει τα συμφέροντά της σε μια πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων θα είναι μια «δοκιμή φωτιάς» για τη μεγάλη στρατηγική της Ινδίας, είπε ο Τουράνγκμπαμ.
Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι παρευρίσκεται στη Σύνοδο Κορυφής της Ανατολικής Ασίας κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Ένωσης Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) στη Βιεντιάν του Λάος, στις 11 Οκτ. 2024. (Tang Chhin Sothy/Pool Photo μέσω AP)
Ο ρόλος της Ινδίας στην παγκόσμια τάξη
Όταν ρωτήθηκε ποιον ρόλο θα έπαιζε η Ινδία στη δημιουργία ενός πολυπολικού κόσμου, ο Τζαϊσάνκαρ απαρίθμησε μια σειρά από στόχους.
Περιλαμβάνουν την ανάληψη ηγετικού ρόλου στη Νοτιοανατολική Ασία, την ασφάλεια του Ινδικού Ωκεανού, τη σύνδεση με τους γείτονές της και τη Μέση Ανατολή, και τη χρήση «καρότων και ραβδιών» για να πείσει το Πακιστάν να απομακρυνθεί από την υποστήριξη τρομοκρατικών ομάδων.
Περιλαμβάνουν επίσης τη διαχείριση της σχέσης της Ινδίας με την Κίνα με τρόπο που προωθεί τον ανταγωνισμό, αλλά δεν οδηγεί σε σύγκρουση, σύμφωνα με τον Τζαϊσάνκαρ.
Ο Κονταπάλλι εξήγησε ότι η προσέγγιση της Ινδίας στα πολυμερή φόρουμ καθοδηγείται από τα συμφέροντά της.
Τόσο η Ινδία όσο και η Κίνα αποτελούν μέρος διαφόρων κοινών πολυμερών φόρουμ. Υποτίθεται ότι δεν είναι εκεί για να συζητήσουν διμερή ζητήματα ή ζητήματα κυριαρχίας, είπε. Αντίθετα, η εμπλοκή τους συνεπάγεται ότι τα προβλήματα μπορούν να επιλυθούν μέσω μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ειρηνικών στρατηγικών.
Τα πολυμερή φόρουμ μπορεί να είναι χρήσιμα για την προώθηση διμερών θεμάτων. Ο Κονταπάλλι ανέφερε μια απαλή προσέγγιση της Ινδίας σε πολυμερείς πλατφόρμες — ένα παράδειγμα είναι η συνάντηση μεταξύ του Μόντι και του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στο περιθώριο της συνόδου κορυφής BRICS στο Καζάν της Ρωσίας, πέρυσι. Οι δύο ηγέτες αποφάσισαν να αφήσουν τους συμβούλους εθνικής ασφάλειας να συζητήσουν την εδαφική τους διαφορά.
«Και μετά είδαμε κάποια προοδευτική δυναμική σε αυτό το θέμα», είπε ο Κονταπάλλι.
Ο Τζαϊσάνκαρ τόνισε ότι η ηγεσία σκέψης της Ινδίας σε έναν πολυπολικό κόσμο θα περιλαμβάνει τη συνεργασία με εξισορροπητικές δυνάμεις, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία, η Αυστραλία και άλλες, για να «διαφοροποιήσουν και να ενισχύσουν» τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Θα σήμαινε επίσης την αντιμετώπιση της Κίνας με τη διασπορά των στρατηγικών συμφερόντων της Ινδίας. Η ύπαρξη πολλών στρατηγικών ή οικονομικών εταίρων θα διασφάλιζε ότι εάν η Κίνα απειλούσε να διακόψει τις αλυσίδες εφοδιασμού ή τις επενδύσεις, δεν θα επηρεάσει πολύ την Ινδία, είπε.
Το ενημερωτικό δελτίο, που δημοσιεύθηκε στις 13 Φεβρουαρίου μετά την επιστροφή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, αφαίρεσε τη φράση «δεν υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία της Ταϊβάν».
«Είμαστε αντίθετοι σε οποιεσδήποτε μονομερείς αλλαγές στο status quo από οποιαδήποτε πλευρά», ανέφερε το επικαιροποιημένο ενημερωτικό δελτίο. «Αναμένουμε οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών του Στενού να επιλυθούν με ειρηνικά μέσα, χωρίς καταναγκασμό, με τρόπο αποδεκτό από τους ανθρώπους και στις δύο πλευρές του Στενού. Συνεχίζουμε να έχουμε σταθερό ενδιαφέρον για την ειρήνη και τη σταθερότητα σε όλο το Στενό της Ταϊβάν.»
Επιβεβαίωσε τη δέσμευση των ΗΠΑ να διαθέσουν «αμυντικό υλικό και υπηρεσίες, όπως είναι απαραίτητο», για να βοηθήσουν την Ταϊβάν να διατηρήσει την ικανότητα αυτοάμυνάς της, περιλαμβανομένης της ικανότητας να αντισταθεί σε «οποιαδήποτε προσφυγή σε βία ή άλλες μορφές εξαναγκασμού» που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ασφάλειά της και τον λαό της Ταϊβάν. Η σελίδα αναθεώρησε επίσης μια φράση σχετικά με τη στάση των ΗΠΑ όσον αφορά τη συμμετοχή της Ταϊβάν σε διεθνείς οργανισμούς, λέγοντας ότι θα υποστηρίξουν τη συμμετοχή της Ταϊβάν «όπου αυτό είναι εφικτό».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε την Κυριακή ότι η αλλαγή ήταν μέρος μιας συνήθους προσπάθειας για την «ενημέρωση του κοινού σχετικά με την ανεπίσημη σχέση μας με την Ταϊβάν». «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δεσμευτεί να διατηρήσουν την ειρήνη και τη σταθερότητα στα Στενά της Ταϊβάν», ανέφερε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε δήλωσή του σε πολλά ειδησεογραφικά πρακτορεία.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας δεν έχει ακόμη εκδώσει δήλωση σχετικά με τις αλλαγές στο ενημερωτικό δελτίο.
Το 2022, η τέως κυβέρνηση Μπάιντεν αφαίρεσε ομοίως τη φράση για την ανεξαρτησία της Ταϊβάν από το ενημερωτικό δελτίο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αλλά αργότερα επανήλθε αφού το κινεζικό καθεστώς κατήγγειλε την αλλαγή ως «πολιτική χειραγώγηση». Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο ποτέ δεν κυβέρνησε την Ταϊβάν, θεωρεί το αυτοδιοικούμενο νησί ως επαρχία-αποστάτη και ποτέ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο χρήσης βίας για τον έλεγχό του.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν επίσημους διπλωματικούς δεσμούς με την Ταϊβάν, αλλά δεσμεύονται από τον Νόμο περί σχέσεων με την Ταϊβάν του 1979 να παρέχουν στο νησί τις απαραίτητες δυνατότητες για τη διατήρηση της αυτοάμυνάς του. Σύμφωνα με την πολιτική «Μία Κίνα» της Ουάσιγκτον, η οποία καθοδηγείται από τον Νόμο για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν αλλά δεν υιοθετούν την αντιμαχόμενη αρχή «Μία Κίνα» του Πεκίνου, η οποία υποστηρίζει ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας και πρέπει να ενοποιηθεί με την ηπειρωτική χώρα με κάθε αναγκαίο μέσο.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν Λιν Τσία-Λονγκ χαιρέτισε την Κυριακή το επικαιροποιημένο ενημερωτικό δελτίο και ευχαρίστησε την Ουάσιγκτον για την «υποστήριξη και τη θετική στάση της στις σχέσεις ΗΠΑ-Ταϊβάν». Ο Λιν εξέδωσε επίσης μια δήλωση στις 16 Φεβρουαρίου, με την οποία επαίνεσε τους υπουργούς Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας για την κοινή τους δήλωση με την οποία ζητούσαν τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στο Στενό της Ταϊβάν.
Τα τρία έθνη δήλωσαν ότι αντιτίθενται «σε κάθε προσπάθεια μονομερούς επιβολής ή εξαναγκασμού αλλαγών στο status quo» και εξέφρασαν την υποστήριξή τους στη συμμετοχή της Ταϊβάν σε «κατάλληλους διεθνείς οργανισμούς». Ο Λιν δήλωσε ότι η Ταϊβάν «χαιρετίζει τη συνεχή προσοχή της διεθνούς κοινότητας στην ειρήνη και τη σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν», εν μέσω ανησυχιών για «την απειλή που θέτει στο status quo η γκρίζα ζώνη και ο οικονομικός εξαναγκασμός της Κίνας».
Το ΚΚΚ έχει αυξήσει τη στρατιωτική του δραστηριότητα γύρω από την Ταϊβάν τα τελευταία χρόνια. Εν όψει μιας συνεχιζόμενης εκστρατείας στρατιωτικού εκφοβισμού, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανέφερε ότι εντόπισε 41 κινεζικά πολεμικά αεροσκάφη, εννέα πλοία και ένα επίσημο πλοίο να επιχειρούν γύρω από το νησί, στις 17 Φεβρουαρίου. Το υπουργείο δήλωσε ότι 28 από τα αεροσκάφη πέρασαν τη μέση γραμμή και εισήλθαν στη Ζώνη Αναγνώρισης Αεροπορικής Άμυνας (Air Defense Identification Zone – ADIZ) της Ταϊβάν, γεγονός που ώθησε την Ταϊβάν να αναπτύξει τα αεροσκάφη της για να παρακολουθεί τις κινήσεις τους.
Μετά την ορκωμοσία του Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ ανέπτυξε το αντιτορπιλικό κατευθυνόμενων πυραύλων κλάσης Arleigh Burke USS Ralph Johnson και το ωκεανογραφικό ερευνητικό πλοίο κλάσης Pathfinder USNS Bowditch μέσω του πορθμού της Ταϊβάν από τις 10 έως τις 12 Φεβρουαρίου. Παρατηρητές δήλωσαν ότι η ανάπτυξη των δύο πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού δείχνει τη συνέχεια της πολιτικής των ΗΠΑ στο Στενό της Ταϊβάν.
Το Reuters και ο Alex Wu συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.