Σάββατο, 26 Ιούλ, 2025

Κρεμλίνο κατά Μακρόν: «Παραμυθάς» και «εκτός πραγματικότητας» ο Γάλλος πρόεδρος

Σε νέο επίπεδο κλιμακώθηκε η διπλωματική ένταση μεταξύ Ρωσίας και Γαλλίας, με αφορμή το χθεσινό διάγγελμα του Εμανουέλ Μακρόν. Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, επιτέθηκε φραστικά στον Γάλλο πρόεδρο, χαρακτηρίζοντάς τον «παραμυθά» και κατηγορώντας τον ότι βρίσκεται «εκτός πραγματικότητας».

Οι δηλώσεις που προκάλεσαν την αντίδραση της Μόσχας

Στο επίκεντρο της νέας έντασης βρίσκεται το διάγγελμα του Μακρόν, κατά το οποίο ο Γάλλος πρόεδρος χαρακτήρισε τη Ρωσία απειλή για την Ευρώπη και πρότεινε την έναρξη διαλόγου σχετικά με τη δυνατότητα χρήσης της γαλλικής πυρηνικής δύναμης για την προστασία των Ευρωπαίων συμμάχων της Γαλλίας.

«Καθημερινά κάνει κάποιου είδους δηλώσεις απολύτως εκτός πραγματικότητας, που διαψεύδουν τις προηγούμενες. Είναι ένας παραμυθάς», δήλωσε η Ζαχάροβα, σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων RIA. Η ίδια χλεύασε επίσης τους ισχυρισμούς του Μακρόν περί της αποτελεσματικότητας του γαλλικού στρατού, προτείνοντάς του να «κάνει κάποιες ασκήσεις αριθμητικής».

Σκληρή κριτική από Ρώσους αξιωματούχους

Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, υπογράμμισε ότι οι δηλώσεις Μακρόν για μια γαλλική πυρηνική ομπρέλα ως μέσο αποτροπής συνιστούν απειλή για τη Ρωσία. «Αν μας θεωρεί απειλή, καλεί τους αρχηγούς των Ενόπλων δυνάμεων κάποιων χωρών της ΕΕ και τη Βρετανία στο Παρίσι, λέει ότι είναι απαραίτητη η χρήση πυρηνικών όπλων, ετοιμάζεται να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα κατά της Ρωσίας, αυτό φυσικά συνιστά απειλή», τόνισε.

Το Κρεμλίνο, διά του εκπροσώπου του Ντμίτρι Πεσκόφ, χαρακτήρισε το διάγγελμα του Γάλλου προέδρου «εξαιρετικά συγκρουσιακό» και εκτίμησε ότι από τα λεγόμενα Μακρόν «κάποιος μπορεί να συμπεράνει ότι η Γαλλία σκέφτεται περισσότερο τον πόλεμο, τη συνέχισή του». Ο Πεσκόφ επεσήμανε επίσης ότι ο Μακρόν παρέλειψε να αναφερθεί στις «νόμιμες ανησυχίες και φόβους» της Ρωσίας για την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ρωσικά σύνορα.

Ο ανώτερος Ρώσος γερουσιαστής Κονσταντίν Κοσάτσεφ προειδοποίησε ότι τέτοιου είδους δηλώσεις κινδυνεύουν να οδηγήσουν τη Δύση στην «άβυσσο ενός νέου παγκοσμίου πολέμου». «Ο Μακρόν επιβάλλει μανιωδώς στους πολίτες του, τους συμμάχους και ολόκληρο τον κόσμο μια απολύτως ψευδή ερμηνεία του τι συμβαίνει—’Ερχονται οι Ρώσοι!’», σχολίασε ο Κοσάτσεφ, προσθέτοντας ότι «αυτού του είδους τα εσφαλμένα συμπεράσματα και οι ψευδείς ισχυρισμοί οδηγούν στην άβυσσο».

Η πυρηνική διάσταση της αντιπαράθεσης

Η αναφορά του Μακρόν στο ενδεχόμενο επέκτασης της γαλλικής πυρηνικής ομπρέλας στους Ευρωπαίους συμμάχους έχει προκαλέσει ιδιαίτερη ανησυχία στη Μόσχα. Ο Πεσκόφ εκτίμησε ότι μια τέτοια κίνηση θα ισοδυναμούσε με «διεκδίκηση της πυρηνικής ηγεσίας στην Ευρώπη», κάτι που χαρακτήρισε «πολύ, πολύ συγκρουσιακό».

Υπενθυμίζεται ότι η Ρωσία και οι ΗΠΑ διαθέτουν μακράν τα μεγαλύτερα πυρηνικά οπλοστάσια στον κόσμο, με περισσότερες από 5.000 πυρηνικές κεφαλές η καθεμία. Ακολουθεί η Κίνα με περίπου 500 και στη συνέχεια η Γαλλία με 290 και το Ηνωμένο Βασίλειο με 225 κεφαλές.

Το ζήτημα της Ουκρανίας

Στο παρασκήνιο της διπλωματικής αντιπαράθεσης βρίσκεται η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία. Υπό την προεδρία Μακρόν, η Γαλλία έχει προμηθεύσει με όπλα την Ουκρανία, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος έχει δηλώσει έτοιμος να εξετάσει ακόμη και την αποστολή στρατευμάτων για τη διασφάλιση τυχόν ειρηνευτικής συμφωνίας. Η Ρωσία έχει χαρακτηρίσει την όποια παρουσία ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία «απαράδεκτη».

Στο μεταξύ, ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν διέταξε πέρυσι την αύξηση των δυνάμεων του ρωσικού στρατού κατά 180.000 σε συνολικά 1,5 εκατομμύριο στρατιώτες, καθιστώντας τον ρωσικό στρατό τον δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά την Κίνα.

Σύμφωνα με Ρώσους αξιωματούχους, ο σκληρός λόγος του Μακρόν, του Βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων τις τελευταίες ημέρες δεν υποστηρίζεται από ανάλογη στρατιωτική ισχύ, με τη Μόσχα να επισημαίνει τις επιτυχίες της επί του πεδίου στην Ουκρανία.

Η κατάσταση παραμένει τεταμένη, με τις δηλώσεις εκατέρωθεν να υποδηλώνουν περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.

Γερμανία και Γαλλία αντιμετωπίζουν διαφορετικές οικονομικές προοπτικές εν μέσω αύξησης αμυντικών δαπανών

Τα κόστη δανεισμού της Γερμανίας σημείωσαν απότομη άνοδο την Τετάρτη, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη αύξηση των τελευταίων 17 ετών, καθώς οι επενδυτές στήριξαν μια νέα συμφωνία για τη χρηματοδότηση αμυντικών και υποδομικών επενδύσεων.

Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων του γερμανικού Δημοσίου (Bunds) αυξήθηκαν κατά 0,21 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας το 2,69%, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια αύξηση από το 2008. Τα τριακονταετή ομόλογα αυξήθηκαν στο 3,07%, τη μεγαλύτερη άνοδο από τον Οκτώβριο του 1998.

Ο επερχόμενος καγκελάριος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), Φρίντριχ Μερτς, και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) συμφώνησαν αργά την Τρίτη να εξαιρέσουν τις αμυντικές δαπάνες που ξεπερνούν το 1% του ΑΕΠ από το αυστηρό συνταγματικό όριο δανεισμού της Γερμανίας.

Αποφάσισαν, επίσης, τη δημιουργία ενός ταμείου ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα χρηματοδοτηθεί μέσω δανεισμού για επενδύσεις σε υποδομές, χαλαρώνοντας το λεγόμενο «φρένο χρέους».

Το «φρένο χρέους» θεσπίστηκε το 2009 από την κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ, ώστε να διασφαλιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία μετά την οικονομική κρίση του 2008, περιορίζοντας τον ετήσιο δανεισμό του ομοσπονδιακού κράτους στο 0,35% του ΑΕΠ.

Η δημιουργία ταμείου υποδομών και η αλλαγή των κανόνων δανεισμού σηματοδοτούν μια σημαντική απομάκρυνση από την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική της εποχής Μέρκελ στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.

Σύμφωνα με τον αναλυτή της Scope, Άικο Ζίβερτ, τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να αυξήσουν το χρέος της Γερμανίας σε περίπου 3,6 τρισεκατομμύρια ευρώ ή περίπου στο 72% του ΑΕΠ μέχρι το 2029. Παρότι το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο από το 63% που καταγράφηκε στο τέλος του 2024, παραμένει χαμηλότερο από το προηγούμενο υψηλό του 80% το 2010, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Ο Ζίβερτ δήλωσε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να διατηρήσει την κορυφαία πιστοληπτική της αξιολόγηση, παρά την αύξηση των δαπανών. «Τότε η Γερμανία κατάφερε να διατηρήσει την αξιολόγηση ΑΑΑ. Το αν αυτό θα παραμείνει εφικτό τα επόμενα χρόνια εξαρτάται από την εφαρμογή των αναγκαίων πολιτικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής ανάπτυξης», σημείωσε.

Ο αναλυτής προειδοποίησε ότι τα ειδικά αυτά ταμεία δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις απαιτούμενες πολιτικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση διαρθρωτικών προβλημάτων, όπως οι αυξανόμενες τιμές ενέργειας και η υπερβολική γραφειοκρατία.

Ο αναλυτής της S&P Global, Φρανκ Γκιλ, συμφώνησε ότι το σχέδιο δαπανών θα μπορούσε να ενισχύσει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας. «Η μεγαλύτερη ανησυχία μας για την πιστοληπτική ικανότητα της Γερμανίας είναι η στασιμότητα της οικονομίας», δήλωσε σε διαδικτυακό σεμινάριο στις 5 Μαρτίου. «Επομένως, οτιδήποτε ενισχύει την εγχώρια οικονομία είναι θετικό για την πιστοληπτική της αξιολόγηση».

Ο Γκιλ πρόσθεσε ότι τα χαμηλά επίπεδα χρέους της Γερμανίας τής δίνουν σημαντικά περιθώρια για πρόσθετες δαπάνες, τονίζοντας ότι «η αξιολόγηση ΑΑΑ είναι ασφαλής».

Αντίθετα, η κατάσταση στη Γαλλία είναι διαφορετική, καθώς διαθέτει ήδη ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα στην ΕΕ και δέχεται αυξανόμενες πιέσεις να περιορίσει τις συνολικές της δαπάνες.

Το Παρίσι ενέκρινε τον προϋπολογισμό του 2025 τον περασμένο μήνα, μετά από εβδομάδες καθυστερήσεων σε ένα βαθιά διχασμένο κοινοβούλιο και μια αλλαγή στην πρωθυπουργία.

Τεχνικοί του γαλλικού στρατού επιθεωρούν ένα μαχητικό αεροσκάφος Mirage 2000. Ιορδανία, 12 Οκτωβρίου 2015. (Kenzo Tribouillard/AFP/Getty Images)

 

Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε στην εφημερίδα Le Figaro αυτή την εβδομάδα ότι οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 3 με 3,5% του ΑΕΠ, σημαντικά υψηλότερα από τον τρέχοντα στόχο του 2% που έχει θέσει το ΝΑΤΟ.

Η Γαλλία αυξάνει τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά 3 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως έως το 2030, βάσει ενός μακροπρόθεσμου νόμου στρατιωτικού σχεδιασμού. Ο υπουργός των Ενόπλων Δυνάμεων, Σεμπαστιέν Λεκορνύ, δήλωσε ότι ο νόμος αυτός πρέπει να αναθεωρηθεί για να αντικατοπτρίζει τις νέες γεωπολιτικές πραγματικότητες.

«Η Γαλλία οδεύει προς δύσκολες δημοσιονομικές αποφάσεις, προκειμένου να συμβιβάσει τη δέσμευση της κυβέρνησης για μείωση των ελλειμμάτων με την αύξηση των αμυντικών δαπανών», ανέφερε σε έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησης Scope Ratings.

Ο υπουργός Οικονομικών, Ερίκ Λομπάρ, δήλωσε την Τρίτη ότι η κοινωνική πρόνοια δεν θα θυσιαστεί για να καλυφθεί ο λογαριασμός των αμυντικών δαπανών ούτε θα αυξηθεί η φορολογία των επιχειρήσεων.

Οι ηγέτες της ΕΕ αναμένεται να συναντηθούν στις Βρυξέλλες την Πέμπτη για να συμφωνήσουν σε τρόπους άμεσης αύξησης των στρατιωτικών τους προϋπολογισμών, μετά την αναστολή της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

Του Guy Birchall

Με πληροφορίες από τα Associated Press και Reuters

Οι ΗΠΑ σταμάτησαν τον διαμοιρασμό πληροφοριών ασφαλείας με την Ουκρανία, λέει ο επικεφαλής της CIA

Ο διευθυντής της CIA Τζον Ράτκλιφ επιβεβαίωσε στις 5 Μαρτίου ότι η κυβέρνηση Τραμπ διέταξε τη διακοπή της συνεργασίας στις πληροφορίες ασφαλείας με την Ουκρανία, αφότου η κυβέρνηση διέκοψε κάθε στρατιωτική βοήθεια προς τη χώρα.

«Ο πρόεδρος [Ντόναλντ] Τραμπ είχε μια πραγματική ερώτηση σχετικά με το εάν ο πρόεδρος Ζελένσκι ήταν αφοσιωμένος στην ειρηνευτική διαδικασία», είπε στις 5 Μαρτίου κατά τη διάρκεια συνέντευξης στο Fox News, αναφερόμενος σε δήλωση που έκανε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα μετά από μια δημόσια διαφωνία με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο.

Ο Ράτκλιφ είπε ότι η παύση «στο στρατιωτικό μέτωπο και στο μέτωπο των πληροφοριών» ήταν προσωρινή, τονίζοντας ότι πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πιθανότατα θα «συνεργαστούν στενά με την Ουκρανία».

«Ο πρόεδρος Τραμπ πρόκειται να ζητήσει από όλους να αναλάβουν τις συνέπειες των πράξεών τους για να ηγηθεί στον ερχομό ειρήνης σε όλο τον κόσμο», είπε.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας και στα πρώτα στάδια της δεύτερης προεδρικής του θητείας, ο Τραμπ είπε ότι επιθυμεί να τελειώσει ο τριών χρόνων τώρα πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας και χαρακτήρισε τη σύγκρουση ως παράλογη λόγω των μεγάλων απωλειών που έχουν υποστεί και οι δύο πλευρές.

Εκτός από τον Ράτκλιφ, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουάλτς είπε στο CBS News σε συνέντευξή του στις 5 Μαρτίου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες τώρα «παύουν, αξιολογούν, εξετάζουν τα πάντα σε όλη τη σχέση ασφαλείας μας» όταν ρωτήθηκε για τις προσπάθειες ανταλλαγής πληροφοριών.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρείχε σημαντικές πληροφορίες στην Ουκρανία για τον αγώνα της κατά των ρωσικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που βοήθησαν να αποτραπεί η προσπάθεια του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να καταλάβει το Κίεβο κατά την έναρξη της εισβολής του στη χώρα της Ανατολικής Ευρώπης τον Φεβρουάριο του 2022.

Ο Τραμπ είπε σε μια δήλωση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την περασμένη εβδομάδα ότι μετά τη διαμάχη στον Λευκό Οίκο, στην οποία ενεπλάκη και ο αντιπρόεδρος Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, δεν πιστεύει ότι ο Ζελένσκι θέλει ειρήνη.

Μετά την παύση της βοήθειας των ΗΠΑ, ο Ζελένσκι εξέδωσε δήλωση στις 4 Μαρτίου λέγοντας ότι είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί για μια ειρηνευτική συμφωνία και ότι είναι πρόθυμος να υπογράψει μια συμφωνία για τα δικαιώματα ορυκτών με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Γουάλτς αναφέρθηκε στη συμφωνία στη συνέντευξή του στις 5 Μαρτίου, λέγοντας ότι είναι αισιόδοξος ότι η ουκρανική πλευρά κινείται προς τις διαπραγματεύσεις.

«Έχουμε καλές συνομιλίες για την τοποθεσία για τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων, για τις αντιπροσωπείες, για την ουσία», είπε ο Γουάλτς. «Έτσι μόλις τις τελευταίες 24 ώρες από τη δημόσια δήλωση του Ζελένσκι και μετά τις επόμενες συνομιλίες, στις οποίες θα πάω και θα συνεχίσω, νομίζω ότι θα δούμε νέα πολύ σύντομα».

Οι Ουκρανοί αξιωματούχοι και ο Ζελένσκι δεν έχουν απαντήσει δημοσίως στις δηλώσεις των Γουάλτς και Ράτκλιφ ότι η συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών με τις ΗΠΑ έληξε.

Αρκετοί Δημοκρατικοί επέκριναν την αναστολή της διαμοίρασης πληροφοριών. Ο γερουσιαστής Μαρκ Γουόρνερ (Δ-Βα.), αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, είπε ότι η κίνηση ήταν μια «κακή απόφαση» και ισχυρίστηκε ότι ο Τραμπ έδωσε την αμερικανική εξουσία στη Ρωσία.

«Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: η διακοπή της υποστήριξης πληροφοριών στους Ουκρανούς εταίρους μας θα κοστίσει ζωές (Ουκρανών)», ανέφερε σε δήλωση ο Δημοκρατικός της Βιρτζίνια.

Στην ομιλία του στο Κογκρέσο στις 4 Μαρτίου, ο Τραμπ είπε ότι το Κίεβο ήταν έτοιμο να υπογράψει μια συμφωνία για την εκμετάλλευση των κρίσιμων κοιτασμάτων ορυκτών της Ουκρανίας, τα οποία ο πρόεδρος είπε ότι είναι απαραίτητα για την αποπληρωμή του κόστους της στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ.

Ο Τραμπ είπε επίσης στους νομοθέτες ότι είχε «σοβαρές συζητήσεις με τη Ρωσία» και είχε λάβει ισχυρά μηνύματα ότι ήταν έτοιμοι για ειρήνη.

«Είναι καιρός να τελειώσει αυτός ο παράλογος πόλεμος. Αν θέλεις να τερματίσεις τους πολέμους, πρέπει να μιλήσεις και με τις δύο πλευρές», είπε.

Με πληροφορίες από το Reuters

Στάρμερ: «Tο τελευταίο που θέλουμε είναι η εμπλοκή της Βρετανίας σε πόλεμο»

Ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Σερ Κιρ Στάρμερ, δήλωσε την Τετάρτη στο κοινοβούλιο ότι η εμπλοκή της χώρας σε πόλεμο είναι «το τελευταίο πράγμα που θέλει να δει κανείς».

Μιλώντας κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης των Ερωτήσεων προς τον Πρωθυπουργό, ο Στάρμερ τόνισε ότι κάνει «ό,τι περνά από το χέρι του» για να διατηρεί τακτική επικοινωνία με «όλους τους βασικούς παράγοντες», συμπεριλαμβανομένου του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με στόχο την επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η χώρα του επιδιώκει μια διαρκή ειρήνη, διασφαλίζοντας πως οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί για την Ουκρανία θα τηρηθεί αποτελεσματικά, ώστε να αποτραπεί η αναζωπύρωση της σύγκρουσης.

Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο Στάρμερ δήλωσε ότι οι βουλευτές θα έχουν λόγο και ψήφο σε οποιαδήποτε απόφαση για ανάπτυξη βρετανικών στρατευμάτων στην Ουκρανία, αν και πρόσθεσε ότι «δεν βρισκόμαστε καν κοντά σε αυτό το στάδιο».

Διεθνής συνεργασία για την ειρήνη

Ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης, Κέμι Μπάντενοκ, αναφέρθηκε σε αναφορές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ζητήσει από τη Βρετανία να αναστείλει τη διαμοίραση πληροφοριών με την Ουκρανία, καθώς και στις φήμες περί ενδεχόμενης ρήξης της συμμαχίας ανταλλαγής πληροφοριών «Five Eyes».

Ο Μπάντενοκ ρώτησε τον πρωθυπουργό αν συμφωνεί ότι μια ειρηνευτική συμφωνία χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ θα επιβάρυνε δυσανάλογα τη Βρετανία και τους Βρετανούς φορολογούμενους.

Ο Στάρμερ συμφώνησε, τονίζοντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο επιδιώκει μια παγκόσμια συνεργασία για την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας. Πρόσθεσε επίσης ότι η Βρετανία δεν πρέπει να αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ.

«Δεν το κάναμε ποτέ στο παρελθόν και δεν πρόκειται να το κάνουμε τώρα», είπε στους βουλευτές.

Η ανταλλαγή απόψεων στο κοινοβούλιο έρχεται μετά την πρόσφατη ένταση μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο.

Τη Δευτέρα, η Ουάσιγκτον ανέστειλε τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο και την επόμενη ημέρα, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι η Ουκρανία είναι «έτοιμη να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

Ο Ουκρανός ηγέτης πρόσθεσε ότι είναι έτοιμος να εργαστεί υπό την ηγεσία του Τραμπ για την επίτευξη μιας ειρήνης που θα έχει διάρκεια.

Ο Στάρμερ, ο οποίος συναντήθηκε με τον Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, δήλωσε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν «απολύτως σαφής» στη στήριξή του στο Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ και διαβεβαίωσε ότι θα στηρίξει τη Βρετανία λόγω των ισχυρών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών.

Από τη συνάντηση και έπειτα, ο Στάρμερ αποκάλυψε ότι έχει μιλήσει τηλεφωνικά με τον Τραμπ τρεις φορές, προσπαθώντας να εξασφαλίσει εγγυήσεις ασφαλείας.

Ισχυρός δεσμός με τις ΗΠΑ

Η βρετανική κυβέρνηση έχει διατηρήσει σταθερά τη θέση ότι θεωρεί τις Ηνωμένες Πολιτείες αξιόπιστο εταίρο.

Μετά τη συνάντησή του με τον Τραμπ, ο Στάρμερ δήλωσε ότι «ο δεσμός μεταξύ των δύο εθνών δεν θα μπορούσε να είναι ισχυρότερος».

Όταν ο ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, Σερ Εντ Ντέιβι, ρώτησε τον Στάρμερ αν οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν αξιόπιστος σύμμαχος, εκείνος απάντησε:

«Συνεργαζόμαστε πολύ στενά με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε θέματα άμυνας, ασφάλειας και πληροφοριών. Το κάνουμε εδώ και πολλά χρόνια. Είμαστε αλληλένδετοι και, φυσικά, παραμένουν ένας αξιόπιστος σύμμαχος».

Ο πρωθυπουργός απέτισε επίσης φόρο τιμής στους Βρετανούς στρατιώτες που έχουν χάσει τη ζωή τους σε συγκρούσεις τα τελευταία χρόνια.

Η δήλωση αυτή ήρθε μετά τις διευκρινίσεις του Αμερικανού αντιπροέδρου Βανς, ότι τα πρόσφατα σχόλιά του για μια ενδεχόμενη ειρηνευτική δύναμη στην Ουκρανία δεν στόχευαν τη Βρετανία ή τη Γαλλία.

Ο Βανς είχε προηγουμένως εκφράσει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα μιας δύναμης «20.000 στρατιωτών από κάποια τυχαία χώρα που δεν έχει πολεμήσει εδώ και 30 ή 40 χρόνια» στην επιτήρηση μιας πιθανής εκεχειρίας.

Από την επιστροφή της στην εξουσία τον Ιανουάριο, η αμερικανική κυβέρνηση έχει καλέσει την Ευρώπη να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες.

Την περασμένη εβδομάδα, η Βρετανία δεσμεύτηκε να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο 2,5% του ΑΕΠ έως το 2027, με στόχο να φτάσει το 3% μέσα στην επόμενη δεκαετία. Το Λονδίνο υποστηρίζει ότι η αύξηση αυτή θα ωφελήσει όλες τις περιοχές της χώρας, θα ενισχύσει τις επενδύσεις και θα δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη.

Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Πιτ Χέγκσεθ, χαρακτήρισε την αύξηση των δαπανών «ένα ισχυρό βήμα από έναν διαχρονικό σύμμαχο».

Ο Χέγκσεθ αναμένεται να συναντηθεί με τον Βρετανό υπουργό Άμυνας, Τζον Χίλι, στην Ουάσιγκτον την Πέμπτη.

Ο Στάρμερ ενδέχεται επίσης να ταξιδέψει σύντομα στις ΗΠΑ, σύμφωνα με εκπρόσωπο της γαλλικής κυβέρνησης.

Όπως ανέφερε η ίδια πηγή, ο Βρετανός ηγέτης θα συμμετάσχει σε συνάντηση με τον Τραμπ, στην οποία θα παρευρεθούν επίσης οι ηγέτες της Γαλλίας και της Ουκρανίας, το προσεχές διάστημα.

Στο μεταξύ, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, καλωσόρισε τη δήλωση του Ζελένσκι ότι είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί την ειρήνη, αλλά τόνισε ότι ο Ουκρανός πρόεδρος «παραμένει νομικά απαγορευμένο να διαπραγματευτεί με τη ρωσική πλευρά».

Διπλωματική πίεση στη Βρετανία, που προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ για το ζήτημα της Ουκρανίας

Καθώς οι χώρες εργάζονται για μια ειρηνευτική συμφωνία για την Ουκρανία, η Βρετανία δέχεται αυξανόμενη πίεση να προχωρήσει στην αναδιοργάνωσή της μετά το Brexit, και παράλληλα να εμβαθύνει τους δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, προσπαθώντας παράλληλα να αποφύγει να παγιδευτεί σε έναν γεωπολιτικό διχασμό.

Τα περισσότερα ευρωπαϊκά έθνη υποστηρίζουν σθεναρά την Ουκρανία, με εξαίρεση μερικές απομονωμένες χώρες, και επικεντρώνονται στην ενίσχυση της ασφάλειάς της.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι Ηνωμένες Πολιτείες άλλαξαν στάση και αποστασιοποιούνται από τα προβλήματα του Κιέβου, δημιουργώντας ένα χάσμα στη διατλαντική πολιτική.

Απευθυνόμενος στο Κοινοβούλιο τη Δευτέρα, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ απέρριψε την ιδέα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να επιλέξει μια πλευρά μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Υποστήριξε ότι τα πρόσφατα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η ιδέα αυτή δεν είναι ρεαλιστική.

«Αν μη τι άλλο, η περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι αυτή η ιδέα στερείται σοβαρότητος. Αν και μερικοί άνθρωποι μπορεί να απολαμβάνουν την απλότητα τού να τάσσονται με κάποιον, αυτή η εβδομάδα έδειξε με απόλυτη σαφήνεια ότι οι ΗΠΑ είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ειρήνης που όλοι θέλουμε να δούμε στην Ουκρανία», είπε στους βουλευτές.

Τα σχόλιά του γίνονται καθώς οι ηγέτες εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ καλούν την Ευρώπη να εντείνει την θέση της. Η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλλας πρότεινε πρόσφατα ότι «ο ελεύθερος κόσμος χρειάζεται έναν νέο ηγέτη» και εναπόκειται στους Ευρωπαίους να ανταποκριθούν στην πρόκληση.

Η Βρετανία μπορεί να μην θέλει να επιλέξει μεταξύ των δύο βασικών συμμάχων της, αλλά ο κίνδυνος να χρειαστεί να το κάνει είναι υπαρκτός, σύμφωνα με τον Βρετανό διευθυντή του think tank «UK in a Changing Europe», Άναντ Μένον.

«Ο κίνδυνος είναι ότι θα πρέπει να επιλέξουμε. Όσο περισσότερο συνδέουμε το οικονομικό μας μέλλον με τις ΗΠΑ, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να συνεργαστούμε με την ΕΕ.

«Για παράδειγμα, εάν το Ηνωμένο Βασίλειο υπογράψει μια εμπορική συμφωνία γεωργικών προϊόντων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες λειτουργούν με διαφορετικά νομικά πρότυπα, αυτό θα καθιστούσε αδύνατη μια συμφωνία SPS (Υγειονομική και Φυτοϋγειονομική) με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτή είναι μια κατάσταση που θέλουμε απεγνωσμένα να αποφύγουμε», είπε ο Μένον στην Epoch Times.

Προειδοποίησε ότι εάν οι σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ γίνουν ολοένα και πιο ανεξάρτητες, οι προσπάθειες της Βρετανίας να διατηρήσει μια μέση λύση θα μπορούσαν να αποτύχουν. Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρηθεί ότι προσεγγίζει πολύ στενά την Ουάσιγκτον, μπορεί να προκαλέσει τριβές στις Βρυξέλλες, καθιστώντας τη συνεργασία πιο δύσκολη.

«Το να είμαστε αναγκασμένοι να επιλέξουμε είναι μια εφιαλτική κατάσταση για το Ηνωμένο Βασίλειο και είναι μια κατάσταση που θέλουμε απεγνωσμένα να αποφύγουμε», πρόσθεσε ο Μένον.

Ο Ρόμπερτ Ουλντς, διευθυντής του Ομίλου Μπρούγκες, πιστεύει ότι ο Στάρμερ θα πρέπει τελικά να επιλέξει μεταξύ της εγγύτητας περισσότερο με την ΕΕ ή με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Η Βρετανία δεν μπορεί να διατηρήσει μια ειδική σχέση με τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα συνδέεται με πολιτικές της ΕΕ και τις αποφάσεις προμηθειών της», είπε στην Epoch Times.

Ο Ουλντς προειδοποίησε ότι η εκ νέου στενή συνεργασία με την ΕΕ θα ήταν λάθος με μακροπρόθεσμες συνέπειες.

«Πρέπει να πάρουμε τις αποφάσεις μας τώρα. Η επιστροφή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και ως μη μέλος, θα ήταν σοβαρό λάθος και θα είχε σοβαρές επιπτώσεις για το μέλλον», είπε.

Πρόκληση ηγεσίας

Καθώς οι εντάσεις αυξάνονται σχετικά με το διατλαντικό χάσμα σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης μιας ειρηνευτικής συμφωνίας για την Ουκρανία, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει στενή σχέση με τους Ευρωπαίους συμμάχους του. Ο Στάρμερ, ο οποίος διατηρεί ισχυρές σχέσεις με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, φιλοξένησε ευρωπαίους ηγέτες στο Λονδίνο το Σαββατοκύριακο για μια σύνοδο κορυφής για την ασφάλεια.

(Α-Δ) Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Κιρ Στάρμερ και ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι σε μια σύνοδο κορυφής που πραγματοποιήθηκε στην Έπαυλη Λάνκαστερ στο κεντρικό Λονδίνο, στις 2 Μαρτίου 2025. (Christophe Ena/AFP μέσω Getty Images)

 

Αυτό ήταν μετά από την διαμάχη μεταξύ του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στις 28 Φεβρουαρίου.

Ο Στάρμερ τόνισε ότι η Βρετανία πρέπει να «ηγηθεί στο μέτωπο» σε έναν ευρωπαϊκό «συνασπισμό των πρόθυμων» για να εξασφαλίσει μια σταθερή ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τον Μένον, η ευκαιρία της Βρετανίας να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην κρίση της Ουκρανίας βασίζεται σε διάφορους παράγοντες.

«Πρώτον, η ΕΕ δεν ασχολείται πραγματικά με ζητήματα σκληρής ασφάλειας, επομένως αυτό το κάνει συνήθως το ΝΑΤΟ ή οι συνασπισμοί κρατών που κάνουν τέτοιου είδους στρατιωτικά πράγματα.»

«Δεύτερον, η ΕΕ είναι διχασμένη, άρα οι ηγέτες της ΕΕ έχουν συμφέρον να μεταφέρουν αυτές τις συζητήσεις αλλού.»

«Τρίτον, λόγω της μοναδικής θέσης του Ηνωμένου Βασιλείου, που προσπαθεί να διατηρήσει καλές σχέσεις τόσο με τους Ευρωπαίους όσο και με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δίνεται η ευκαιρία στο Ηνωμένο Βασίλειο να παίξει αυτό το είδος ηγετικού ρόλου από νωρίς».

Στη σύνοδο κορυφής του Λονδίνου, η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία —τα τρία έθνη της Βαλτικής στην ανατολική πλευρά του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία— απουσίαζαν αφού το Ηνωμένο Βασίλειο δεν τους προσκάλεσε.

Ο Στάρμερ τηλεφώνησε στους ηγέτες τους το πρωί της Κυριακής για να τους ενημερώσει για τις συζητήσεις του με τους ηγέτες της Ουκρανίας, της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Μένον θεωρεί ότι η κλήση ήταν μια σημαντική συμβολική χειρονομία, που σηματοδοτούσε ότι οι αξιωματούχοι μπορεί να είχαν συνειδητοποιήσει ότι δεν έπρεπε να αποκλείσουν τα έθνη της Βαλτικής.

Αμυντικές δαπάνες

Την Τρίτη, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περιέγραψε ένα σχέδιο πέντε σημείων που ονομάζεται ReArm Europe. Το μέτρο θα μπορούσε να ενισχύσει τις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ κατά 800 δισεκατομμύρια ευρώ.

«Βρισκόμαστε σε μια εποχή επανεξοπλισμού και η Ευρώπη είναι έτοιμη να αυξήσει μαζικά τις δαπάνες της, τόσο για να ανταποκριθεί στη βραχυπρόθεσμη επείγουσα ανάγκη να δράσει και να στηρίξει την Ουκρανία, αλλά και για να επενδύσει μακροπρόθεσμα, για να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική μας ευρωπαϊκή ασφάλεια», είπε.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αποκαλύπτει το σχέδιό της, Rearm Europe, στα κεντρικά γραφεία της ΕΕ στις Βρυξέλλες, στις 4 Μαρτίου 2025. (Virginia Mayo/AP)

 

Εν τω μεταξύ, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει δεσμευτεί να αυξήσει τις αμυντικές του δαπάνες στο 2,5 τοις εκατό του ΑΕΠ έως το 2027, με στόχο να φτάσει το 3 τοις εκατό εντός της δεκαετίας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει 27 χώρες μέλη και δεν περιλαμβάνει τη Βρετανία, τη Νορβηγία, την Τουρκία και την Ισλανδία, που είναι στο ΝΑΤΟ.

Ο Ουλντς θεωρεί ότι η ΕΕ προσπαθεί να αντικαταστήσει το ΝΑΤΟ, δημιουργώντας τους δικούς της αμυντικούς θεσμούς που εκτρέπουν τους πόρους και την προσοχή μακριά από τη συμμαχία.

«Η ΕΕ χτίζει τη δική της αυτοκρατορία και αυτό θα γίνει αναπόφευκτα σε βάρος του ΝΑΤΟ και της ειδικής μας σχέσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες», είπε.

Προειδοποίησε επίσης ότι η προσπάθεια εξισορρόπησης των εμπορικών πολιτικών τόσο με την ΕΕ όσο και με τις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην είναι βιώσιμη.

Πέρυσι, η ΕΕ παρουσίασε την πρώτη της ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανική στρατηγική, ενθαρρύνοντας τα κράτη μέλη να επενδύσουν περισσότερα στην άμυνα.

Σύμφωνα με τον Μένον, ένα βασικό ερώτημα είναι εάν θα επιτραπεί στο Ηνωμένο Βασίλειο να συμμετάσχει σε αυτές τις πρωτοβουλίες, καθώς παραδοσιακά περιορίζονταν σε μέλη της ενιαίας αγοράς.

«Ένα από τα μεγάλα τεστ της σχέσης Βρετανίας-ΕΕ θα είναι αν το Ηνωμένο Βασίλειο καταφέρει να συμμετάσχει σε ορισμένες από αυτές τις ρυθμίσεις», είπε.

Εσωτερικές προκλήσεις

Το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του προωθούν ένα σχέδιο τεσσάρων μερών για την ειρήνη στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της μακροπρόθεσμης αμυντικής υποστήριξης μεταξύ άλλων βασικών μέτρων.

Ο Στάρμερ είπε στους βουλευτές ότι η υποστήριξη της Ουκρανίας είναι προς το εθνικό συμφέρον της Βρετανίας, υποστηρίζοντας ότι η αποτυχία υποστήριξης του Κιέβου θα μπορούσε να βαθύνει την αστάθεια και την ανασφάλεια, επηρεάζοντας περαιτέρω το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Η εξισορρόπηση της οικονομικής σταθερότητας με τις δεσμεύσεις εξωτερικής πολιτικής θα είναι ένα κρίσιμο τεστ για την κυβέρνηση, της οποίας η ατζέντα επικεντρώνεται γύρω από την οικονομική ανάπτυξη.

Σύμφωνα με τον Ανάντ Μένον, η κυβέρνηση θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη μετατόπιση των προτεραιοτήτων δαπανών της υποστηρίζοντας ότι ο κόσμος έχει αλλάξει και οι πολιτικές πρέπει να εξελιχθούν ανάλογα.

«Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να το διακινδυνεύσει», είπε.

Ενώ η δημόσια υποστήριξη για την Ουκρανία παραμένει υψηλή, δεν είναι σαφές εάν αυτό θα συνεχιστεί εάν οδηγήσει σε υψηλότερους φόρους. Ο Μένον σημείωσε επίσης ότι ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως οι Συντηρητικοί και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, υποστηρίζουν σε μεγάλο βαθμό τον ρόλο του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ουκρανία, ενδέχεται να αντιταχθούν σε πιθανές αυξήσεις φόρων για νέα στρατιωτική βοήθεια.

Εν τω μεταξύ, ο Ουλντς πιστεύει ότι η Βρετανία δεν έχει την πολυτέλεια να χρηματοδοτήσει τόσο τις δικές της δημόσιες υπηρεσίες όσο και την άμυνα της Ουκρανίας.

«Έχουμε πραγματικό πρόβλημα με τη μετανάστευση. Ωστόσο, ανησυχούμε για τα σύνορα άλλων χωρών πριν από τα δικά μας.»

«Ήρθε η ώρα για έλεγχο πραγματικότητας – ο βρετανικός λαός πρέπει να είναι πρώτος», είπε.

Οι ηγέτες της ΕΕ συναντώνται στις Βρυξέλλες την Πέμπτη για μια ειδική σύνοδο κορυφής για να συζητήσουν τα επόμενα βήματα για την Ουκρανία και την ευρωπαϊκή άμυνα.

Της Εβγκενία Φιλιμιάνοβα

Η στήριξη ενός ευρωπαϊκού στρατού αυξάνεται εν μέσω ανησυχιών για απομάκρυνση των ΗΠΑ

Ανάλυση ειδήσεων

Πριν λογομαχήσει με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις 28 Φεβ., ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκυ πρότεινε την δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ένοπλης δύναμης.

«Πραγματικά πιστεύω ότι έχει έρθει ο καιρός. Οι ένοπλες δυνάμεις της Ευρώπης πρέπει να δημιουργηθούν,» είπε ο Ζελένσκι σε επικεφαλής κρατών στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου στις 15 Φεβ.

Τον Ιανουάριο του 2024, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Τατζάνι είπε στην εφημερίδα La Stampa ότι ήθελε να δει έναν στρατό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά δεν υπήρχε πολλή διάθεση για αυτό έως τώρα.

Θα μπορούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση— ίσως με την προσθήκη της Βρετανίας, που άφησε την ένωση το 2021— να δημιουργήσει τον στρατό της, και θα σήμαινε αυτό ότι το ΝΑΤΟ έχει περιθωριοποιηθεί;

Η Ρόνγια Κέμπιν, συνεργάτιδα στο ερευνητικό τμήμα της ΕΕ για το Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Θεμάτων και Θεμάτων Ασφαλείας (Stiftung Wissenschaft under Politik), είπε στην Epoch Times ότι έτεινε να συμφωνεί με τον Ζελένσκι για την ανάγκη ενός ευρωπαϊκού στρατού.

«Όλα είναι σε ροή», είπε η Κέμπιν. «Οι Ευρωπαίοι πρέπει να σχεδιάσουν την ασφάλειά τους χωρίς τις ΗΠΑ για πρώτη φορά τα τελευταία 75 χρόνια. Γιατί λοιπόν να μην είμαστε γενναίοι τώρα και να σκεφτούμε μερικές πραγματικά τολμηρές ιδέες;»

Ο Τιμ Ρίπλεϋ, αμυντικός αναλυτής και συγγραφέας του «Little Green Men: The Inside Story of Russian’s New Military Power», είπε στην Epoch Times ότι η «κβαντική διαφορά» μεταξύ του ΝΑΤΟ και ενός ευρωπαϊκού στρατού θα ήταν η απουσία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο ακρογωνιαίος λίθος του ΝΑΤΟ είναι το Άρθρο 5, το οποίο υποχρεώνει κάθε μέλος να υπερασπιστεί τα άλλα μέλη εάν δεχτούν επίθεση.

«Θα μπορούσε να υπάρχει ένας οργανισμός που μοιάζει λίγο με το ΝΑΤΟ. Ίσως λέγεται Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνθήκης και έχει ένα Άρθρο 5 για την άμυνα… αλλά δεν περιλαμβάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες», είπε ο Ρίπλεϋ. «Αυτό πραγματικά εννοεί ο ευρωπαϊκός στρατός, αν το φτάσετε στο λογικό του τέλος».

Είπε ότι ο απλούστερος τρόπος δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού θα ήταν να φύγουν οι Ηνωμένες Πολιτείες από το ΝΑΤΟ.

Αποχώρηση των ΗΠΑ

«Το πιο τακτοποιημένο πράγμα, αν πρόκειται να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ, είναι ένα είδος λύσης τύπου Brexit, όπου απλώς κατεβάζεις την σημαία [των Ηνωμένων Πολιτειών]. Προφανώς, θα υπάρξουν πολύ λιγότερα χρήματα επειδή οι Αμερικανοί παρείχαν το 25 τοις εκατό του προϋπολογισμού», είπε ο Ρίπλεϋ.

Αλλά η Κέμπιν είπε: «Αν σκεφτόμαστε έναν ευρωπαϊκό στρατό, αυτό σημαίνει έναν στρατό της ΕΕ».

Είπε ότι ένα από τα επιχειρήματα υπέρ ήταν ότι επενδύθηκαν πολλά χρήματα στην άμυνα στην Ευρώπη και έδειξε την ανακοίνωση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στις 4 Μαρτίου για ένα σχέδιο με όνομα ReArm Europe, το οποίο θα μπορούσε να ενισχύσει τις αμυντικές δαπάνες στην ένωση των 27 μελών κατά 800 δισεκατομμύρια ευρώ.

«Γνωρίζουμε ότι αν ενοποιούμαστε τόσο στρατιωτικά όσο και χωρικά, όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, θα εξοικονομούσαμε πολλά χρήματα», είπε η Κέμπιν.

«Θα μπορούσατε επίσης να υποστηρίξετε ότι θα έδινε στην Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ μεγαλύτερη αξιοπιστία… επειδή καμία μεμονωμένη χώρα μέλος της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, δεν μπορεί να αντέξει την πίεση που προέρχεται από τη Ρωσία ούτε θα μπορούσε να πολεμήσει με επιτυχία έναν πόλεμο εναντίον της Ρωσίας».

Η ΕΕ έχει 27 χώρες μέλη και δεν περιλαμβάνει τη Βρετανία, τη Νορβηγία, την Τουρκία και την Ισλανδία, που είναι μέλη του ΝΑΤΟ.

Μια χούφτα ευρωπαϊκών χωρών —η Σερβία, η Λευκορωσία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και η Ουκρανία— δεν είναι ούτε στο ΝΑΤΟ ούτε στην ΕΕ.

Η Λευκορωσία είναι σταθερός σύμμαχος της Μόσχας, ενώ η Σερβία είναι πολιτιστικά κοντά στη Ρωσία, αν και επιθυμεί να ενταχθεί στην ΕΕ για οικονομικούς λόγους.

«Το ζήτημα της νομιμότητας»

Η οικοδόμηση ενός ευρωπαϊκού στρατού απαιτεί να αντιμετωπιστεί το ερώτημα σχετικά με το ποιας χώρας το κοινοβούλιο θα ήταν διατεθειμένο να δώσει την εξουσία για εμπλοκή σε πόλεμο ή για μεταφορά στρατού του στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την Κέμπιν.

«Το πιο δύσκολο κομμάτι για την ΕΕ είναι το ζήτημα της νομιμότητας», είπε. «Ποιος θα αποφασίσει την πιθανή ανάπτυξη τέτοιων δυνάμεων; Μέσα στα κράτη μέλη υπάρχει πολύ διαφορετική νομοθεσία».

Ο Ρίπλεϋ είπε ότι η Ευρώπη ήταν αρκετά ενωμένη για την Ουκρανία.

«Μέχρι στιγμής κάθε ευρωπαϊκή χώρα, εκτός από την Ουγγαρία, έχει ακολουθήσει πιστά την γραμμή υποστήριξης της κυριαρχίας της Ουκρανίας», είπε.

Ο Ρίπλεϋ σημείωσε ότι η Βρετανία και η Γαλλία έχουν δεσμευτεί να συμμετάσχουν σε μια δύναμη που θα εγγυάται την ασφάλεια της Ουκρανίας.

«Επομένως, δεν είναι εντελώς πέρα ​​από τη σφαίρα των πιθανοτήτων να διαμορφωθεί μια νέα ευρωπαϊκή συμμαχία», είπε.

Αλλά η Κέμπιν είπε ότι το πρόβλημα με έναν στρατό της ΕΕ είναι ότι ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, μπορεί να αποφύγουν την ιδέα και η εφαρμογή της μπορεί να αφεθεί σε μια «ομάδα πρωτοπόρων» χωρών που είναι πιο σθεναρά κατά της Μόσχας.

Δεν είναι η πρώτη φορά που προτείνεται ευρωπαϊκός στρατός.

Ιδέα για ευρωπαϊκό στρατό το 1952

Το 1952, υπογράφηκε συμφωνία για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας, η οποία θα είχε συγχωνεύσει τους στρατούς των έξι χωρών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας —Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο και Ολλανδία— και θα δημιουργούσε έναν μόνιμο στρατό, έναν Ευρωπαϊκό Στρατό, 100.000 ανδρών.
Δύο χρόνια αργότερα, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση απέρριψε το σχέδιο.

Η Κέμπιν είπε ότι οι Γάλλοι ήταν επιφυλακτικοί σχετικά με την ιδέα του επανεξοπλισμού της Γερμανίας τόσο σύντομα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η Γαλλία ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη του ΝΑΤΟ το 1949, αλλά το 1966, ο πρόεδρος Σαρλ ντε Γκωλ, πρώην στρατηγός που είχε ηγηθεί των λεγόμενων Ελεύθερων Γαλλικών Δυνάμεων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφάσισε να αποσύρει τη Γαλλία από την ενοποιημένη διοίκηση του ΝΑΤΟ.

Ο ιστότοπος της γαλλικής κυβέρνησης αναφέρει: «Μετά τη θετική ψήφο της Εθνοσυνέλευσης, η Γαλλία ανακοίνωσε επίσημα την πλήρη συμμετοχή της στις στρατιωτικές δομές διοίκησης του ΝΑΤΟ στη σύνοδο κορυφής Στρασβούργου/Κελ τον Απρίλιο του 2009».

Το 1963, ο Ντε Γκωλ, μαζί με τον τότε Καγκελάριο της Δυτικής Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ δημιούργησαν το Eurocorps, το οποίο ήταν αρχικά γαλλογερμανική δύναμη, και αργότερα προσχώρησαν το Βέλγιο, η Ισπανία και η Πολωνία. Η Αυστρία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ρουμανία και η Τουρκία είναι πλέον «συνδεδεμένα έθνη» του Eurocorps.

Ο Ρίπλεϋ είπε ότι η ΕΕ δημιούργησε επίσης την Ευρωπαϊκή Ταυτότητα Άμυνας και Ασφάλειας την δεκαετία του 1990 και το 2007 σχημάτισε τις ομάδες μάχης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες σχεδιάστηκαν για ειρηνευτικές και ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και αλλού.

Η ΕΕ διαθέτει επίσης ναυτική δύναμη, η οποία έχει εμπλακεί σε προσπάθειες κατά της πειρατείας στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας και έχει επίσης επιχειρήσει αποστολές κατά των διακινητών ανθρώπων κοντά στη Λιβύη.

«Έτσι, υπάρχει κάποια παράδοση ευρωπαϊκών, μη ΝΑΤΟϊκών επιχειρήσεων, εκτός της δομής του ΝΑΤΟ», είπε ο Ρίπλεϋ. «Και με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχει κάποιο θεσμικό ιστορικό σε αυτό, αλλά το εάν πρόκειται για ετοιμοπόλεμο στρατό, αυτό είναι εντελώς διαφορετικό».

Θα πέθαιναν στρατιώτες για την Ευρώπη;

Η Κέμπιν είπε: «Η ερώτηση που θέτω πάντα είναι: ‘Βρισκόμαστε ήδη στο σημείο σήμερα που είμαστε διατεθειμένοι να πεθάνουμε για την Ευρωπαϊκή Ένωση;’ Και αυτό είναι μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο εμπόδιο. Όταν πρόκειται για την τοποθέτηση στρατιωτών, αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι».

Είπε ότι θα ήταν σχεδόν αδύνατο να έχουμε έναν ολοκληρωμένο στρατό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός εάν κάθε κράτος μέλος είναι διατεθειμένο να εγκαταλείψει μέρος της κυριαρχίας του.

Ένα άλλο μεγάλο ερώτημα, είπε, είναι ποιος θα παρείχε τον πυρηνικό αποτρεπτικό μηχανισμό στη Ρωσία εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρουν τη λεγόμενη πυρηνική ομπρέλα τους, η οποία σήμερα προστατεύει κάθε χώρα εκτός από τη Βρετανία και τη Γαλλία, που έχουν τα δικά τους ατομικά όπλα.

«Όλοι θα προτιμούσαν την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα από μια πιθανή γαλλική πυρηνική ομπρέλα», είπε η Κέμπιν. «Στη Γερμανία, νομίζω ότι έχουμε πάντα το επιχείρημα ότι όσο η Γαλλία δεν είναι πρόθυμη να ενταχθεί στην ομάδα πυρηνικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ, δεν είχε αξιοπιστία ως χώρα.»

«Αλλά το σενάριο θα μπορούσε να είναι ότι εάν οι Αμερικανοί αποσύρουν εντελώς το πυρηνικό τους οπλοστάσιο, τότε θα μπορούσατε να υποστηρίξετε [ότι] το καλύτερο που μπορούμε να έχουμε είναι οι Γάλλοι».

Η διαίρεση μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με την Ουκρανία έγινε εντονότερη στις 3 Μαρτίου, όταν ο Τραμπ διέκοψε κάθε στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο.

Ο Τραμπ είπε στον Λευκό Οίκο στις 3 Μαρτίου: «Τους έχουμε δώσει πολύ περισσότερα από την Ευρώπη και η Ευρώπη θα έπρεπε να είχε δώσει περισσότερα από εμάς».

Το Αμερικανικό Κογκρέσο έχει διαθέσει 174,2 δισεκατομμύρια δολάρια για την Ουκρανία από την έναρξη του πολέμου, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου.

Η συνολική υποστήριξη της ΕΕ στον ουκρανικό στρατό εκτιμάται σε 48,7 δισεκατομμύρια ευρώ (50,8 δισεκατομμύρια δολάρια), σύμφωνα με τον ιστότοπο της ΕΕ.

Ο Ρίπλεϋ είπε ότι η δεύτερη διοίκηση Τραμπ είναι ακόμα στις πρώτες μέρες της και ότι ίσως ο πρόεδρος απλώς δοκίμαζε τα νερά με το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Είπε ότι το κρίσιμο θα είναι η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο στην Ολλανδία, όπου ο Τραμπ «υποτίθεται ότι θα εμφανιστεί».

«Εμφανίζεται; Λέει ότι είναι μέλος της συμμορίας; Πρέπει να σηκωθεί και να πει, ‘Πιστεύω σε αυτά τα πράγματα’», είπε ο Ρίπλεϋ.

«Όταν πραγματικά εμφανίζεται ενώπιον όλων αυτών των 31 άλλων ηγετών και του λένε, ‘Είσαι μέρος αυτής της ομάδας;’ και λέει, ‘Όχι,’ τότε είναι που μεταβαίνει από τυχαίους Τραμπισμούς σε κάτι το οποίο πρόκειται να ακολουθήσει.»

Η Κέμπιν είπε ότι αν η Ευρώπη δεν μπορεί να στηρίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες πλέον, είναι «καθαρή κλήση για ωρίμανση των Ευρωπαίων στην ασφάλεια και στις αμυντικές πολιτικές.»

Του Κρις Σάμμερς

Με πληροφορίες από το Reuters

Η Ουκρανία δηλώνει ικανή να συνεχίσει τον πόλεμο και χωρίς την αμερικανική βοήθεια

Η ουκρανική κυβέρνηση εκφράζει αισιοδοξία ότι οι δυνάμεις της θα καταφέρουν να αντέξουν μετά την απόφαση του pροέδρου Ντόναλντ Τραμπ να διακόψει τη βοήθεια προς τη χώρα.

Σε συνέντευξη Τύπου στις 4 Μαρτίου, ο Ουκρανός πρωθυπουργός Ντένις Σμιχάλ δήλωσε ότι οι ουκρανικές δυνάμεις πολεμούσαν παρά τις ελλείψεις σε εφόδια κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών πολέμου, και πως μπορούν να το κάνουν ξανά.

«Ο στρατός μας και η κυβέρνηση διαθέτουν τις ικανότητες και τα εργαλεία για να διατηρήσουν την κατάσταση στη γραμμή του μετώπου», είπε στους δημοσιογράφους.

Ο Σμιχάλ δεν ανέφερε ποιες επιπλέον δυνατότητες μπορεί να έχει το Κίεβο σε εφεδρεία για τη διατήρηση των δυνάμεών του, επισημαίνοντας ότι αυτές «δεν υπόκεινται σε δημοσιοποίηση».

Μένει να φανεί πόσο θα διαρκέσει η διακοπή της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Ο Τραμπ διέταξε την κίνηση αυτή μετά από μια τεταμένη συνάντηση με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, κατά την οποία οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν.

Κατά τη συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο στις 28 Φεβρουαρίου, ο Τραμπ ανέφερε ότι οι ουκρανικές δυνάμεις δεν θα είχαν καταφέρει να αντέξουν τόσο καιρό απέναντι στη Ρωσία χωρίς την υποστήριξη της Ουάσιγκτον τα τελευταία τρία χρόνια. Υποστήριξε ότι η αμερικανική βοήθεια ενθάρρυνε το Κίεβο να αποφύγει τον συμβιβασμό και να μη διαπραγματευτεί την ειρήνη με τη Μόσχα.

«Σου έδωσα τη δύναμη να είσαι σκληρός, και δεν νομίζω ότι θα ήσουν σκληρός χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες», είπε ο Τραμπ στον Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο. «Και ο λαός σου είναι πολύ γενναίος, αλλά ή θα κάνεις μια συμφωνία ή εμείς θα φύγουμε. Και αν φύγουμε, θα το παλέψετε μόνοι σας. Δεν νομίζω ότι θα είναι ωραία.»

Στις δηλώσεις του, την Τρίτη, ο Σμιχάλ δήλωσε ότι η ουκρανική κυβέρνηση θα συνεχίσει να συνεργάζεται με την Ουάσιγκτον παρά τη σύγκρουση μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι και την πρόσφατη ανακοίνωση για διακοπή της βοήθειας.

«Θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε ειρηνικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, με την κυβέρνηση του προέδρου Τραμπ, με τον πρόεδρο Τραμπ, ώστε η Ουκρανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες να συνεχίσουν τον αγώνα για μια δίκαιη, διαρκή και σταθερή ειρήνη στην Ουκρανία», είπε.

Στο Καπιτώλιο, την Τρίτη, ο αντιπρόεδρος Βανς δέχτηκε ερωτήσεις σχετικά με τη διάρκεια της διακοπής της αμερικανικής βοήθειας. Αντί να καθορίσει συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, είπε ότι η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώκει να δεσμευτεί η Ουκρανία σε διαπραγματεύσεις. Πρόσθεσε επίσης ότι το Κίεβο θα πρέπει να εμπλακεί σε ιδιωτικές συνομιλίες με την Ουάσιγκτον, αντί να αφήνει τις διαφωνίες να εκδηλώνονται δημόσια, όπως συνέβη στη συνάντηση της 28ης Φεβρουαρίου.

«Χρειάζεται να έρθουν οι Ουκρανοί ιδιωτικά σε εμάς και να πουν: ‘Αυτό χρειαζόμαστε. Αυτό θέλουμε. Έτσι θα συμμετάσχουμε στη διαδικασία για να τερματίσουμε αυτή τη σύγκρουση’. Αυτό είναι το πιο σημαντικό, και η έλλειψη ιδιωτικής εμπλοκής είναι αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο», δήλωσε ο αντιπρόεδρος.

Οι άλλες επιλογές στήριξης της Ουκρανίας

Με τη διακοπή της αμερικανικής βοήθειας, οι άλλοι διεθνείς υποστηρικτές του Κιέβου εξετάζουν τα επόμενα βήματά τους.

Λίγο μετά την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για τη διακοπή της βοήθειας, ο Αυστραλός υπουργός Άμυνας Ρίτσαρντ Μαρλς δεσμεύτηκε ότι η χώρα του θα μεταφέρει 49 άρματα μάχης Abrams στην Ουκρανία «σε έγκαιρο χρονικό διάστημα».

Τη Δευτέρα, εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης ανακοίνωσε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο εργάζεται με άλλους βασικούς εταίρους για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στην Ουκρανία.

Ο εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης ανέφερε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει παράσχει πρόσφατα διάφορες μορφές στήριξης στην Ουκρανία, όπως νέο δάνειο ύψους 2,26 δισ. λιρών (2,8 δισ. δολαρίων) προς το Κίεβο, το οποίο υποστηρίζεται από δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς και δέσμευση για στρατιωτική βοήθεια ύψους 3 δισ. λιρών (3,8 δισ. δολαρίων) ετησίως «για όσο χρειαστεί».

Επιπλέον, ανέφερε συμφωνία για την παροχή 1,6 δισ. λιρών (2 δισ. δολαρίων) μέσω χρηματοδότησης εξαγωγών του Ηνωμένου Βασιλείου για την αγορά έως και 5.000 αντιαεροπορικών πυραύλων από την Ουκρανία.

Η διακοπή της αμερικανικής βοήθειας μπορεί να μην είναι τόσο καταστροφική για τις ουκρανικές δυνάμεις τώρα όσο θα ήταν παλιότερα. Πέρυσι, οι ουκρανικές δυνάμεις συνέχισαν να πολεμούν για μήνες με ελάχιστη αμερικανική υποστήριξη, καθώς το Κογκρέσο καθυστερούσε την έγκριση των τελευταίων κονδυλίων για την Ουκρανία.

«Είναι αρκετά σημαντικό, αλλά όχι τόσο καταστροφικό όσο θα ήταν νωρίτερα, επειδή η Ουκρανία εξαρτάται λιγότερο από την άμεση αμερικανική στρατιωτική βοήθεια τώρα από ό,τι στο παρελθόν», δήλωσε τη Δευτέρα ο Μάικλ Κόφμαν, ανώτερος ερευνητής στο Carnegie Endowment.

Ο Κόφμαν προειδοποίησε, ωστόσο, ότι η παύση της βοήθειας θα συνεχίσει να επηρεάζει τις ουκρανικές δυνάμεις και ότι αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις θα γίνουν πιο έντονες καθώς θα εξαντλούνται τα αποθέματα όπλων.

Ο Τραμπ θα μπορούσε να επιδεινώσει την κατάσταση σταματώντας τη ροή όπλων προς την Ουκρανία, απαγορεύοντας σε χώρες με άδειες παραγωγής αμερικανικών όπλων να συνεχίσουν να την προμηθεύουν.

«Αν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν την ελευθερία να δράσουν, αν διαθέτουν τον χρόνο, τη θέληση, τα χρήματα και τη δυνατότητα να μας βοηθήσουν, τότε αυτό δεν θα είναι καταστροφή», δήλωσε ο Ουκρανός βουλευτής Σερχί Ραχμάνιν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τη χαλάρωση των στόχων για μηδενικές εκπομπές άνθρακα στα νέα αυτοκίνητα

Από την 1η Ιανουαρίου, οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) απαιτούσαν μείωση 15% στις εκπομπές CO2 τόσο για τα αυτοκίνητα όσο και για τα βαν σε σχέση με τα επίπεδα του 2021.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε στις 4 Μαρτίου ότι η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ θα καταθέσει αργότερα αυτόν τον μήνα μια πρόταση που θα δίνει στη βιομηχανία τρία χρόνια, αντί για μόλις ένα, για να επιτύχει τους στόχους εκπομπών CO2.

«Οι στόχοι παραμένουν οι ίδιοι. Πρέπει να τους επιτύχουν, αλλά αυτό σημαίνει περισσότερη ευελιξία για τη βιομηχανία», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν σε συνέντευξη Τύπου.

Η πρόταση απαιτεί έγκριση από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Πέρυσι, η ΕΕ είχε καταστήσει σαφές ότι δεν θα υπαναχωρήσει από τη νομοθεσία για το κλίμα. Όταν ο Επίτροπος για την Κλιματική Πολιτική, Βόπκε Χούκστρα, ρωτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2024 αν θα χαλαρώσουν οι κανόνες για το CO2, απάντησε: «Όχι. Η απάντηση είναι όχι».

Η συμμόρφωση θα βασίζεται πλέον στον μέσο όρο εκπομπών ενός κατασκευαστή αυτοκινήτων για την περίοδο 2025-2027. Ο νόμος εξακολουθεί να προβλέπει ότι από το 2035 όλα τα νέα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στην αγορά δεν μπορούν να εκπέμπουν CO2, καθιστώντας παράνομη την πώληση νέων οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης στην ΕΕ.

Η αυτοκινητοβιομηχανία είχε εκτιμήσει προηγουμένως ότι περίπου το 22% των νέων πωλήσεων αυτοκινήτων θα έπρεπε να αφορά ηλεκτρικά οχήματα για την επίτευξη αυτών των στόχων. Τον Ιανουάριο, τα ηλεκτρικά οχήματα με μπαταρία (BEV) αντιπροσώπευαν μόλις το 15% των νέων πωλήσεων αυτοκινήτων.

Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία προετοιμάζεται τώρα για το ενδεχόμενο επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ και έχει ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παράσχει ελαφρύνσεις από πρόστιμα που εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσουν τα 15 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2025.

Βασική ανησυχία

Πέρυσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) είχε προειδοποιήσει ότι οι απαιτήσεις για τις εκπομπές CO2 – οι οποίες αποτελούν κεντρικό άξονα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας της φον ντερ Λάιεν – ενέχουν τον κίνδυνο προστίμων δισεκατομμυρίων ευρώ, απειλώντας επενδύσεις, θέσεις εργασίας και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας.

«Η συνεχής μείωση του μεριδίου αγοράς των ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην ΕΕ στέλνει ένα εξαιρετικά ανησυχητικό μήνυμα στη βιομηχανία και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής», ανέφερε η ACEA, η οποία εκπροσωπεί 15 μεγάλους ευρωπαίους κατασκευαστές αυτοκινήτων, όπως η BMW, η Ford, η Mercedes-Benz και η Volkswagen.

Αντιδρώντας στην ανακοίνωση της Τρίτης, ο πρόεδρος της ACEA και διευθύνων σύμβουλος της Mercedes-Benz, Όλα Κελίνιους, δήλωσε ότι η «κύρια ανησυχία» του είναι «πώς θα χαράξουμε την πορεία προς το 2035 με την απαραίτητη ευελιξία και πραγματισμό, ώστε αυτή η μετάβαση να είναι εφικτή».

Η Stellantis, η δεύτερη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, δήλωσε τη Δευτέρα ότι χαιρετίζει την ανακοίνωση της φον ντερ Λάιεν. Σύμφωνα με την εταιρεία, η παράταση της περιόδου συμμόρφωσης με τους στόχους εκπομπών CO2 αποτελεί «ένα ουσιαστικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση» για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Ηλεκτρικά οχήματα

Η βιομηχανία προσπαθεί επίσης να αντιμετωπίσει τη μειωμένη ζήτηση και τον ανταγωνισμό από φθηνότερα ηλεκτρικά αυτοκίνητα της Κίνας. Πέρυσι, η Volkswagen ανακοίνωσε ότι ενδέχεται να κλείσει εργοστάσια στη Γερμανία λόγω της κινεζικής ανταγωνιστικότητας. Η εταιρεία στοχεύει να εξοικονομήσει 11 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2026 για να διαχειριστεί τη μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα.

Μεταξύ των προβλημάτων που έχει επισημάνει η ACEA είναι οι ελλείψεις στις υποδομές φόρτισης και ανεφοδιασμού με υδρογόνο, η ανάγκη για ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον παραγωγής, η «προσιτή πράσινη ενέργεια», τα φορολογικά κίνητρα για την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων και η εξασφάλιση πρώτων υλών, υδρογόνου και μπαταριών.

Η ACEA ανέφερε επίσης ότι «η οικονομική ανάπτυξη, η αποδοχή από τους καταναλωτές και η εμπιστοσύνη στις υποδομές δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς». «Ως αποτέλεσμα, η μετάβαση στα μηδενικών εκπομπών οχήματα είναι εξαιρετικά δύσκολη και αυξάνονται οι ανησυχίες για την επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών CO2 για το 2025».

Η ACEA υποστηρίζει ότι οι ισχύοντες κανονισμοί «δεν λαμβάνουν υπόψη τη βαθιά αλλαγή στο γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον τα τελευταία χρόνια και η αδυναμία του νόμου να προσαρμοστεί στις πραγματικές εξελίξεις διαβρώνει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα του κλάδου».

Τον Οκτώβριο του 2024, η ACEA δήλωσε ότι το μερίδιο των αυτοκινήτων που κατασκευάζονται στην Κίνα στις πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων στην ΕΕ αυξήθηκε από περίπου 3% σε πάνω από 20% μέσα σε τρία χρόνια.

Ο Ζελένσκι δηλώνει έτοιμος για ειρηνευτικές συνομιλίες μετά την συνάντηση Τραμπ

Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, χαρακτήρισε «λυπηρή» τη συνάντηση που είχε την περασμένη εβδομάδα με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και τον αντιπρόεδρο, Τζ. Ντ. Βανς, στον Λευκό Οίκο, ενώ εξέφρασε την πρόθεσή του να υπογράψει συμφωνία για σπάνια ορυκτά και να συμμετάσχει σε ειρηνευτικές συνομιλίες.

Σε δήλωσή του, την πρώτη μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης Τραμπ για «πάγωμα» της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, ο Ζελένσκι τόνισε ότι η χώρα του δεν επιδιώκει «έναν ατελείωτο πόλεμο» και ότι «κανείς δεν θέλει την ειρήνη περισσότερο από τους Ουκρανούς».

«Εκτιμούμε πραγματικά όσα έχει κάνει η Αμερική για να βοηθήσει την Ουκρανία να διατηρήσει την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της», ανέφερε ο Ουκρανός πρόεδρος σε δήλωσή του που δημοσιεύθηκε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Χ. «Θυμόμαστε τη στιγμή που τα δεδομένα άλλαξαν, όταν ο πρόεδρος Τραμπ παρείχε στην Ουκρανία τα αντιαρματικά Javelin. Είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτό».

Κατά τη συνάντηση με τον Τραμπ και τον Βανς, ο Αμερικανός πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος επέκριναν τον Ζελένσκι για δηλώσεις του και τη στάση του απέναντι στις προσπάθειές τους να τερματίσουν τον πόλεμο. Ο Τραμπ δήλωσε αργότερα ότι θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται με τον Ζελένσκι, εφόσον ο Ουκρανός ηγέτης εκφράσει την επιθυμία του να τερματίσει τον πόλεμο με τη Ρωσία.

«Η συνάντησή μας στην Ουάσινγκτον, στον Λευκό Οίκο, την Παρασκευή, δεν εξελίχθηκε όπως έπρεπε. Είναι λυπηρό που συνέβη έτσι. Ήρθε η ώρα να διορθωθούν τα πράγματα. Επιθυμούμε η μελλοντική συνεργασία και επικοινωνία να είναι εποικοδομητική», ανέφερε ο Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι θέλει να υπογράψει συμφωνία για σπάνια ορυκτά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και να συμμετάσχει σε ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Ρωσία.

Η δήλωση του Ζελένσκι ήρθε λίγες ώρες αφότου ο Τραμπ διέταξε την αναστολή της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία.

Η Ουκρανία βασίζεται στη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ και της Ευρώπης για να αντισταθεί στη μεγαλύτερη και καλύτερα εξοπλισμένη ρωσική στρατιωτική δύναμη. Ο πόλεμος, που διαρκεί ήδη τρία χρόνια, έχει προκαλέσει εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες και έχει ισοπεδώσει ουκρανικές πόλεις.

Ο Τραμπ, από την πλευρά του, έχει δηλώσει ότι επιθυμεί τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και πιστεύει ότι ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που έχει επισήμως ανακοινωθεί. Πριν από τις εκλογές, είχε υποστηρίξει ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες, ωστόσο, η κυβέρνησή του έχει αφήσει να εννοηθεί ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να διαρκέσει μήνες.

Μετά την απόφαση των ΗΠΑ να παγώσουν τη στρατιωτική βοήθεια, οι ευρωπαϊκές χώρες επιταχύνουν τις δικές τους αμυντικές δαπάνες. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, παρουσίασε την Τρίτη προτάσεις για την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών της ΕΕ, που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ. Την Πέμπτη αναμένεται να πραγματοποιηθεί έκτακτη σύνοδος κορυφής της ΕΕ.

Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, πριν από τρία χρόνια, το Κογκρέσο των ΗΠΑ έχει εγκρίνει συνολικά 175 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια προς την Ουκρανία, σύμφωνα με την Επιτροπή Υπεύθυνου Ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού.

Την Τρίτη, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS ότι η απόφαση των ΗΠΑ να σταματήσουν τη βοήθεια προς την Ουκρανία «θα μπορούσε να ενθαρρύνει» το Κίεβο να «στραφεί προς αναζήτηση ειρηνικής λύσης».

Ο Τραμπ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιτευχθεί συμφωνία για την εκμετάλλευση ουκρανικών ορυκτών από αμερικανικές εταιρείες. Η συμφωνία επρόκειτο να υπογραφεί στην Ουάσινγκτον την Παρασκευή, πριν ο Ζελένσκι αποχωρήσει πρόωρα από τον Λευκό Οίκο λόγω της εμπλοκής στις συνομιλίες.

«Όσον αφορά τη συμφωνία για τα ορυκτά και την ασφάλεια, η Ουκρανία είναι έτοιμη να την υπογράψει οποιαδήποτε στιγμή και με οποιονδήποτε τρόπο κριθεί κατάλληλος», δήλωσε ο Ζελένσκι. «Βλέπουμε αυτή τη συμφωνία ως ένα βήμα προς τη μεγαλύτερη ασφάλεια και σταθερές εγγυήσεις ασφαλείας, και ελπίζω πραγματικά ότι θα λειτουργήσει αποτελεσματικά».

Σε συνέντευξή του στο Fox News, ο Βανς κάλεσε τον Ζελένσκι να αποδεχθεί τη συμφωνία.

«Αν θέλετε πραγματικές εγγυήσεις ασφαλείας, αν θέλετε να διασφαλίσετε ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν θα εισβάλει ξανά στην Ουκρανία, η καλύτερη εγγύηση ασφαλείας είναι να δοθεί στους Αμερικανούς οικονομικό συμφέρον στο μέλλον της Ουκρανίας», ανέφερε ο Βανς.

Τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη-Ζελένσκι εν όψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ

Τηλεφωνική συνομιλία είχαν την Τρίτη ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, και ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ενόψει της έκτακτης Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η οποία είναι προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες την Πέμπτη 6 Μαρτίου.

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, στη διάρκεια της επικοινωνίας συζητήθηκαν οι τελευταίες εξελίξεις σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς και οι θέσεις της Ελλάδας ενόψει των διαβουλεύσεων που θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο της Συνόδου. Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε τη δέσμευση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διασφάλιση μιας δίκαιης και διαρκούς ειρήνης στην Ουκρανία, υπογραμμίζοντας τη σημασία της ενίσχυσης των αμυντικών δυνατοτήτων τόσο της ίδιας της χώρας όσο και της ΕΕ συνολικά.

Παράλληλα, ο Έλληνας πρωθυπουργός φέρεται να τόνισε την ανάγκη διατήρησης της ευρωπαϊκής και αμερικανικής υποστήριξης προς την Ουκρανία, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να στέκεται στο πλευρό της χώρας. Από την πλευρά του, ο κ. Ζελένσκι ενημέρωσε τον κ. Μητσοτάκη για την κατάσταση στο μέτωπο, καθώς και για τις τρέχουσες ανάγκες της Ουκρανίας.

Η επικοινωνία αυτή εντάσσεται στις ευρύτερες διεθνείς επαφές που πραγματοποιεί ο Ουκρανός πρόεδρος με Ευρωπαίους ηγέτες, ενόψει κρίσιμων αποφάσεων που αναμένεται να ληφθούν στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Μεταξύ των βασικών θεμάτων που θα απασχολήσουν τη Σύνοδο συγκαταλέγονται η περαιτέρω στρατιωτική και οικονομική στήριξη προς την Ουκρανία, καθώς και οι ευρωπαϊκές στρατηγικές για την ασφάλεια και την ενεργειακή σταθερότητα.

Η Ελλάδα έχει στηρίξει την Ουκρανία από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, παρέχοντας ανθρωπιστική βοήθεια και στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ έχει ταχθεί υπέρ της επιβολής κυρώσεων στη Ρωσία στο πλαίσιο των αποφάσεων της ΕΕ. Η στάση της Αθήνας αναμένεται να επιβεβαιωθεί και στη Σύνοδο της Πέμπτης, όπου θα εξεταστούν τα επόμενα βήματα της Ευρώπης απέναντι στη συνεχιζόμενη κρίση.