Τετάρτη, 02 Ιούλ, 2025

Ο Τσέζαρε Μπεκαρία και η επιρροή του στην απονομή της δικαιοσύνης

Αναφορές γύρω από τις έννοιες της «δικαιοσύνης» και του «δικαιώματος» εμφανίζονται από την απαρχή της ιστορίας. Φιλόσοφοι του μακρινού παρελθόντος καταπιάστηκαν με θέματα που απασχολούσαν την κοινωνία και διαπίστωσαν ότι για τη διατήρηση της, θα έπρεπε να υπάρχουν κάποιοι κοινοί κανόνες που να ακολουθούνται από όλους και να τιμωρείται όποιος δεν συμμορφώνεται με αυτούς. Αργότερα, αρκετοί από αυτούς τους κανόνες ονομάστηκαν νόμοι και όποιος τους παραβίαζε θεωρούνταν «παραβάτης του νόμου».

Το φαινόμενο της εγκληματικότητας, ανεξαρτήτως της εποχής και της κοινωνίας, παραμένει αντικείμενο ανησυχίας και μελέτης. Αυτό που αλλάζει είναι το τι ορίζουν οι διαφορετικές κοινωνίες, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους ως έγκλημα και τι τρόπους χρησιμοποιούν για την αντιμετώπιση του. Η απονομή της δικαιοσύνης πήρε διάφορες μορφές ανά την ιστορία.

Στην ομηρική εποχή, την αποκαλούμενη «χρυσή εποχή» του θύματος, η ποινή είχε περισσότερο ανταποδοτικό χαρακτήρα και η οικογένεια και οι φορείς της πολιτείας είχαν καθοριστικό ρόλο στην επίλυση των ιδιωτικών διαφορών, (χωρίς την έλλειψη, βέβαια, άλλων συμφιλιωτικών και εναλλακτικών λύσεων). Προχωρώντας στα χρόνια του Μεσαίωνα, οι έννοιες αμαρτία και εγκληματική συμπεριφορά χρησιμοποιούνταν ως συνώνυμες, αντιμετωπίζονταν «στη βάση των «επιτιμίων» και σε κάθε μία εγκληματική πράξη αντιστοιχούσε μία ποινή ανάλογα με τη βαρύτητα της».

Περνώντας στην Αναγέννηση, το βλέμμα στρέφεται στον εγκληματία. Μελέτες γύρω από την εξωτερική εμφάνιση του εγκληματία έρχονται στην επιφάνεια. Την ίδια περίοδο (16ος αιώνας), ο Τόμας Μορ [Thomas More, 1478-1535], μέσα από το έργο του «Ουτοπία», «αφ’ ενός αναδεικνύει τον κοινωνικό και τον οικονομικό παράγοντα ως εγκληματογόνους και αφ’ ετέρου ασκεί κριτική στην αγγλική δικαιοσύνη της εποχής του».

«Σε επίπεδο δικαιοσύνης, κατά την Αναγέννηση, τίθενται σε ισχύ σε διάφορες χώρες ποικίλοι ποινικοί νόμοι και διατάξεις με χαρακτηριστικότερη την Constitutio Criminalis Carolina, που προβλέπει τη δημόσια τιμωρία όλων των εγκλημάτων – για την ακρίβεια, την επαναφέρει – και θέτει απάνθρωπες ποινές».

Τέλος, φτάνοντας στον Διαφωτισμό, τον 18ο αιώνα, «έρχονται στο προσκήνιο αντιλήψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και τα δικαιώματα των φορέων της κρατικής εξουσίας (με χαρακτηριστικότερο το δικαίωμα της τιμωρίας)». Παρακάτω, θα μιλήσουμε για την κλασική σχολή του ποινικού δικαίου των Τσέζαρε Μπεκαρία [Cesare Beccaria, 1738-1794] και Τζέρεμι Μπένθαμ [Jeremy Bentham, 1748-1832], και πιο συγκεκριμένα για τις ιδέες που ανέπτυξε ο Τσέζαρε Μπεκαρία και το κατά πόσο η επιρροή του διαρκεί μέχρι σήμερα.

Οι ποινές την εποχή του Διαφωτισμού είχαν κυρίως τιμωρητικό χαρακτήρα και τα βασανιστήρια ως μέσο για την απόσπαση ομολογίας. Η θανατική ποινή χρησιμοποιούταν συχνά, ενώ το κράτος και οι φορείς του είχαν την εξουσία να δώσουν αυθαίρετα όποια ποινή ήθελαν. Χαρακτηριστικό της εποχής αυτής, πέρα από την βιαιότητα των ποινών και την κρατική αυθαιρεσία, ήταν η αοριστία που διέκρινε τους νόμους. Οι δικαστές καλούνταν όχι μόνο να τους εφαρμόσουν, αλλά και να τους ερμηνεύσουν.

Ο Μπεκαρία, μελετητής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολέμιος της θανατικής ποινής, έκρινε ως υποκρισία του κράτους να ισχυρίζεται ότι νοιάζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ώρα που παραβιάζει το βασικότερο, «το δικαίωμα της ζωής», και χρησιμοποιεί τον βασανισμό για να αποσπάσει μία ομολογία από τον κατηγορούμενο. Οι απόψεις του είχαν απήχηση κυρίως στην τότε ανερχόμενη αστική τάξη.

Επηρεασμένος από την εποχή την οποία έζησε, θεωρούσε τον άνθρωπο ως ένα ορθολογικό ον με ελεύθερη βούληση. Άρα, ως κάποιον που μπορεί να κάνει συνειδητές επιλογές βάσει του προσωπικού του συμφέροντος και ο οποίος φέρει ευθύνη για τις επιλογές αυτές. Ακόμη, επηρεασμένος από το «κοινωνικό συμβόλαιο» του Ρουσώ, μίλησε για την αναγκαιότητα του κοινωνικού ελέγχου στην κοινωνία και για το δικαίωμα της να απαντάει αναλόγως στις πράξεις που απειλούν να βλάψουν την ύπαρξη της. Τόνισε επίσης το ότι η ποινή θα πρέπει να είναι ανάλογη του εγκλήματος που διαπράχτηκε (δίκαιη), να είναι ταχεία, να υπάρχει συγκεκριμένη ποινή για το κάθε έγκλημα, να δίνεται η μικρότερη δυνατή ποινή που μπορεί να δοθεί και, τέλος, ότι για να είναι κατασταλτική θα πρέπει να έχει διάρκεια και όχι ένταση. Με αυτά τα χαρακτηριστικά, η ποινή μπορεί να έχει αποτρεπτική λειτουργία τόσο για τον εγκληματία (σωφρονισμός) όσο και για την ίδια την κοινωνία (γενική και ειδική πρόληψη).

Ο Μπεκαρία έθεσε επίσης ως θέμα το ότι «οι δικαστές δεν θα πρέπει να ερμηνεύουν αλλά να εφαρμόζουν τον νόμο» και το ότι οι νόμοι πρέπει να είναι ακριβείς, κατανοητοί και δημόσιοι. Σημαντικό είναι να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι μέχρι εκείνη την εποχή το ίδιο δικαστήριο μπορούσε να τιμωρήσει το ίδιο ακριβώς έγκλημα με διαφορετικό τρόπο και ότι θα ήταν δύσκολο για κάποιον να κατανοήσει εάν μία πράξη θεωρείτο εγκληματική ή όχι. Το να είναι γνωστοί και κατανοητοί οι κανόνες μιας κοινωνίας μπορεί να θεωρηθεί ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της πρόληψης του εγκλήματος.

Η επιρροή του Τσέζαρε Μπεκαρία στο ποινικό σύστημα δικαιοσύνης φτάνει μέχρι σήμερα, με την κατάργηση της θανατικής ποινής και των βασανιστηρίων σε πολλές χώρες, με τους «κανόνες εξέτασης μάρτυρα», με το δικαίωμα δίκης από ενόρκους στα λαϊκά δικαστήρια, με την «ταχεία απονομή της δικαιοσύνης», με τη δημοσιότητα των νόμων, με την αρχή της επιείκειας κ.ά.

Ως προς το εάν όλα όσα είπε ο Μπεκαρία είναι εφαρμόσιμα στη σύγχρονη κοινωνία, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι η εποχή στην οποία έζησε ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μας και προβλήματα όπως η πολυνομία, η οποία καθιστά αναγκαία την ερμηνεία των νόμων από τον δικαστή (το ποινικό σύστημα προβλέπει κάποιες «δικλίδες ασφαλείας» για την αποφυγή ερμηνευτικών λαθών) δεν απασχολούσαν την εποχή του.

* * * * *

ΠΗΓΕΣ

· Crime vs Social Control

· «Στοιχεία εγκληματολογίας», Ιάκωβος Φαρσεδάκης. Νομική βιβλιοθήκη.

· «Ποινική δικαιοσύνη και θύμα από τις παρυφές της προϊστορίας έως τον 21ο αιώνα», Βίκυ Βλάχου. Νομική βιβλιοθήκη.

· Σημειώσεις από τις διδασκαλίες της κας Βίκυς Βλάχου, καθηγήτριας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Πλατεία Βάθης: Το αριστοκρατικό παρελθόν και η πολυπολιτισμική μεταμόρφωση μιας γειτονιάς

«Καλοκαίρι, 1989. Βράδυ. Η δουλειά είναι στην αορτή της πλατείας. Σ΄ ένα εντυπωσιακό νεοκλασικό Φαβιέρου και Μάγιερ. Πεταγόμαστε από τα γραφεία μας με φωνές και κλάματα απ΄ έξω. Ένας λιγνός ημίγυμνος άνδρας τρέχει τη Μάρνη κατά την Πατησίων κρατώντας το ματωμένο κεφάλι του. Ξοπίσω, στο κυνήγι του, ένας άλλος, κοντός, χοντροκομμένος απειλεί θεούς και δαίμονες.

Ο ρεσεψιονίστ του ξενοδοχείου των ολιγόωρων ερωτικών συνευρέσεων, απ΄ όπου δραπέτευσε το αταίριαστο ζεύγος των… δρομέων, ψοφάει για κουτσομπολιό. «Τσακώθηκαν για το… μαρούλι», πληροφορεί απαθώς τους άφωνους γειτόνους. Δέκα χρόνια στο ίδιο πόστο έχουν δει πολλά τα μάτια του, λέει – Τ. Μανιατέα, Εικόνες από την πλατεία Βάθη(ς)

Πλατεία Ανεξαρτησίας είναι το επίσημο όνομά της, αλλά σπανίως την αποκαλούν έτσι. Το παλιό της όνομα γράφτηκε με ανεξίτηλη μελάνη στην ιστορία και σαν γονιδιακά πέρασε στη συνείδηση των γενεών, που γεννήθηκαν και ανατράφηκαν εδώ κι ας ήταν κάπως αταίριαστο με τις αριστοκρατικές καταβολές της. Βλέπεις, από τα χρόνια του Όθωνα ακόμα, εδώ εγκαταστάθηκαν Βαυαροί αξιωματούχοι, πιστεύοντας βέβαια τότε πως θα βρίσκονται πλάι στο παλάτι, γιατί η περιοχή ήταν από τις προτεινόμενες για την ανέγερση της βασιλικής κατοικίας. Αλλά κι όταν προκρίθηκε τελικά ο λόφος της Μπουμπουνίστρας (πλατεία Συντάγματος) για την εγκατάσταση του παλατιού, η ευρύτερη περιοχή της Βάθιας εξελίχθηκε σε προάστιο της Αθήνας, προσφιλή τόπο κατοικίας αριστοκρατών με οργιώδη φύση από το νερό του Κυκλοβόρου, του χειμάρρου που κατηφόριζε τη σημερινή Μάρνη.

Οι πολλές εκδοχές του ονόματος

Το 1833, οι Κλεάνθης και Σάουμπερτ ενέταξαν τη Βάθια στον ρυμοτομικό σχεδιασμό της Αθήνας. Κατά το όραμα των δύο αρχιτεκτόνων, ο Κυκλοβόρος θα μετατρεπόταν σε βουλεβάρτο. Έτσι έγινε, αλλά άργησε πολύ και σίγουρα δεν ακολουθήθηκε πιστά αυτό το πρώτο ρυμοτομικό της Αθήνας. Ίσαμε τα τέλη του 19ου αι., ο Κυκλοβόρος παρέμεινε τροφοδότης της φύσης ώσπου κάποτε, στο βαθύ σημείο του εδάφους, όπου λίμναζαν τα νερά του, δημιουργήθηκε η πλατεία που ονομάστηκε Βαθύ ή Βάθης.

Ωστόσο, οι εκδοχές ονοματοθεσίας ειδικά της συγκεκριμένης πλατείας υπήρξαν τόσες, ώστε ακόμη και σήμερα αγνοείται η επίσημη. Κατά άλλη εκδοχή, το όνομα αποδίδεται στην ομώνυμη οικογένεια, που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των 1.600 και πλέον αθηναϊκών οικογενειών της περιόδου έως και το 1821, κατάλογο τον οποίο φιλοξενεί στην Ιστορία των Αθηναίων ο ακαδημαϊκός Δημήτριος Γέροντας, συνεχίζοντας το έργο του Δ. Καμπούρογλου. «Από τον μνημονευθέντα κατάλογο κατέγραψα μόνον τα φορολογούμενα μέλη των αθηναϊκών οικογενειών, τα οποία σημειώνονται με την ένδειξι ‘εκ γενετής Αθηναίοι’» διευκρινίζει ο συγγραφέας. «Νονοί» η οικογένεια Βάθη, λοιπόν, γκάγκαροι Αθηναίοι, από τους φορολογούμενους, με οικονομική επιφάνεια και γη – πιθανότατα στην ευρύτερη περιοχή του Κυκλοβόρου – στην κατοχή τους (αν ισχύει η εκδοχή, η σωστή ονομασία της πλατείας είναι Βάθη).

Ένας άλλος χρονικογράφος της εποχής, ο ιστορικός Θεμιστοκλής Φιλαδελφεύς, αναζητώντας την προέλευση της ονομασίας των Πατησίων, καταγράφει μία μακρά ιστορία του δήμου Βατή, όπου κοντά έναν αιώνα μετά, εντάχθηκε η σημερινή πλατεία Βάθη(ς). Σύμφωνα με το περιοδικό «Αρμονία» (τ. 7, έτος 1900), κατά τον πρώτο Έλληνα αρχαιολόγο Κυριακό Πιττάκη, «…ο δήμος Βατή έκειτο όπου νυν η θέσις Βάθια, κατά το χθαμαλόν (σσ. χαμηλό) εκείνο πεδίον το προς δυσμάς των Αθηνών κείμενον και οριζόμενον προς νότον υπό της οδού Σεπολίων και του Κολωνού, προς ανατολάς υπό της οδού Πατησίων…».

Για του λόγου του το αληθές ο Πιττάκης επικαλείτο ψήφισμα χαραγμένο σε λίθινη στήλη, στο οποίο αναφέρεται η βράβευση με χρυσό στέφανο του εκ Βάτης ορμώμενου άρχοντα, Πολύευκτου. Η εικασία αυτή δεν φαίνεται απίθανη αν αναλογιστεί κανείς ότι η συγκεκριμένη στήλη βρέθηκε σε πηγάδι της Βάθιας, που προφανώς ήταν το αρχαίο όνομα της περιοχής, παραλλαγμένο κατά τι από τον χρόνο και την αμάθεια των κατοίκων τόσων αιώνων ζοφώδους δουλείας, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Φιλαδελφεύς.

Στο γύρισμα του αιώνα και καθώς η περιοχή έχει αρχίσει ήδη να συγκεντρώνει πληθυσμό, που αδυνατεί να βρει στέγη στο κέντρο της πόλης, όπου πλέον έχουν εγκατασταθεί οι ντόπιοι και ξένοι αριστοκράτες, το ρέμα του Κυκλοβόρου αποξηραίνεται, το «χθαμαλό έδαφος» ισοπεδώνεται και το μόνο που μένει να θυμίζει το παρελθόν είναι ένα δένδρο. Μία λεύκα. Η περίφημη λεύκα της πλατείας, που κι αυτή ρίχνει τα τελευταία της φύλλα το 1926 και ξεριζώνεται.

Αλλά και τούτη η πλατεία δεν υπολείπεται σε πολυτέλεια και αρχοντιά. Εξάλλου, ξένοι φιλέλληνες, υποστηρικτές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, έχουν «βαφτίσει» με το όνομά τους τους δρόμους της ευρύτερης περιοχής, πριν αυτοί καλά καλά ασφαλτοστρωθούν. Ο Μαιζών, ο Μάγερ, ο Φαβιέρος, αλλά και ο Σωνιέρος και ο Χωνιάτης και ο Γερμανός γιατρός Τράιμπερ, στην αγκαλιά του οποίου έχει ξεψυχήσει ο Καραϊσκάκης, και ο Μάρνης ποταμός και τόσοι άλλοι γίνονται πια αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας, που αποτυπώνεται στην περιοχή της Βάθιας, ενώ πάνω και γύρω από την πλατεία ξεπετιόνται το ένα μετά το άλλο καλαίσθητα διώροφα νεοκλασικά. Η αρχή, εξάλλου, έχει γίνει αρκετά νωρίτερα με τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ να επιβλέπουν την ανέγερση της κατοικίας του Φαναριώτη ηγεμόνα της Μολδαβίας και μέλους της Φιλικής Εταιρείας, Μιχαήλ Βόδα Σούτσου. Είναι ένα αρχοντικό που στέκει επιβλητικό στο κέντρο ενός τεράστιου κήπου, σε έκταση που καλύπτει το σημερινό οικοδομικό τετράγωνο Σουρμελή-Αχαρνών-Βόδα Λιοσίων. Εδώ οργανώνεται το 1843 η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Έτσι, ο Βόδας «βαφτίζει» τον δρόμο όπου βρίσκεται η είσοδος της οικίας του.

Το 1920, στη διασταύρωση Καποδιστρίου και Μάρνη, σε θέση περίοπτη, χτίζεται ένα εντυπωσιακό εκλεκτικιστικό κτήριο με πλούσιο εξωτερικό διάκοσμο. Είναι το ξενοδοχείο «Λωζάννη» (το 1994 θα κηρυχθεί διατηρητέο). Λίγα χρόνια μετά, το 1926, στη διασταύρωση της οδού Μαιζώνος με τη Μάγιερ, ο Μανόλης Καλομοίρης, η Μαρίκα Κοτοπούλη και ο Διονύσης Λαβράνγκας στεγάζουν το Εθνικό Ωδείο σε ένα υπέροχο νεόκτιστο κτήριο.

Η περιοχή της Βάθιας, πέριξ της πλατείας, έχει πάρει τα πάνω της… Βρίσκεται σε απόσταση από το ελαφρώς θορυβώδες κέντρο της πόλης, όπου άλλωστε η γη έχει κορεστεί σε οικήματα και δραστηριότητα.

Μετά τις περιπέτειες του πολέμου και του εμφυλίου, ο τόπος έχει μπει σε οικοδομικό οργασμό και η Βάθια σε απόσταση αναπνοής από τα εντυπωσιακά πειραματικά κτήρια των νέων αρχιτεκτόνων, το νεομπαρόκ Μέγαρο Λιβιεράτου του Αλ. Νικολούδη (Πατησίων και Ηπείρου – χτίστηκε το 1909), το κλασικιστικό Μέγαρο Ησαΐα σε σχέδια Π. Ζίζηλα (Πατησίων και Ιουλιανού – χτίστηκε τη δεκαετία του 1920) ή την 4όροφη πολυκατοικία του Τσαγρή, που συνδυάζει στοιχεία κλασικού και αρ νουβό στον αριθμό 26 της Ιουλιανού (χτίστηκε κι αυτή στον μεσοπόλεμο), έχει μπει ήδη στο κάδρο της αξιοποίησης. Την τελευταία 50ετία πριν την εκπνοή του αιώνα, η αστικοποίηση της Αθήνας και η εκτεταμένη οικοδομική δραστηριότητα δια του συστήματος της αντιπαροχής θα προσδώσει στην περιοχή νέο χαρακτήρα.

Η ιστορία με οχήμα τη διαδρομή μιας πολυκατοικίας 

Η αφετηρία είναι η οδός Ηπείρου, μέσα στα χωρικά όρια της Βάθη(ς). Πρόκειται για δρόμο, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στον χάρτη της Αθήνας το 1860. Στο σημείο υπάρχουν βουστάσια, που σιγά σιγά απομακρύνονται. Το 1912, ο οικοπεδούχος της ιστορίας μας υψώνει στην Ηπείρου μία τριώροφη μονοκατοικία, η οποία στην πορεία μεταβιβάζεται σε δύο νέους ιδιοκτήτες, εκ των οποίων ο ένας κτηματίας και ο άλλος διευθυντής του Τηλεγραφικού Εθνικού Πρακτορείου. «Το οικόπεδο μετά της μονοκατοικίας μεταβιβάζεται και πωλείται μεταξύ των δύο ιδιοκτητών χάριν ενός αρραβώνα και συνοδεύεται από λαχειοφόρους ομολογίες της Εθνικής Τραπέζης» αναφέρεται στο πωλητήριο.

Τα χρόνια περνούν, οικόπεδο και μονοκατοικία αλλάζουν χέρια. Στο μεταξύ, η αξία τους αυξάνεται. Από το 1949 ως το 1954, μέσα σ΄ ένα εξαιρετικά ρευστό δημοσιονομικό περιβάλλον, η αξία τους έχει πάρει πάνω περίπου 74 εκατ. δρχ.! Το 1957, η τότε ιδιοκτήτρια δίνει το οικόπεδο αντιπαροχή. Η πολυκατοικία, που υψώνεται στη θέση του παλιού τριώροφου ακινήτου, περιλαμβάνει υπόγειο, ημιυπόγειο (όπου βρίσκεται η κατοικία του θυρωρού), ισόγειο, πέντε ορόφους και ρετιρέ στον 6ο. Το κτήριο μάλιστα απαλλάσσεται οριακά από την υποχρέωση του νόμου να συμπεριλάβει καταφύγιο. [ΣΣ. Ο νόμος Μεταξά του 1936, που υποχρεώνει τους κατασκευαστές κτηρίων άνω των τριών ορόφων (του ισογείου συμπεριλαμβανομένου) να συμπεριλαμβάνουν στον σχεδιασμό τους και καταφύγιο, καταργείται το 1956]. Έτσι, η πολυκατοικία της Ηπείρου αξιοποιεί σε διαμερίσματα τον χώρο στο υπόγειο. Ακόμη και σήμερα, οι κατοικίες του υπογείου είναι ενεργές.

Τα πρώτα χρόνια στο ρετιρέ και στα μεγάλα διαμερίσματα του 5ου ορόφου, που διαθέτουν και στοιχειώδη υποδομή για φιλοξενία οικιακής βοηθού κατοικούνται από μεσο-μεγαλοαστικές οικογένειες. Στα μικρότερα σπίτια των υπόλοιπων ορόφων το εισόδημα μειώνεται. Όπως κάθε πολυκατοικία της εποχής, έτσι κι αυτή αποτελεί μία μικρογραφία της κοινωνίας. Ακολουθεί την ταξική κλίμακα. Το εισόδημα αυξάνεται όσο αυξάνονται και οι όροφοι, ενώ ένοικοι και ιδιοκτήτες συνυπάρχουν τις περισσότερες φορές ειρηνικά με τις καλές και τις κακές τους… Ο θυρωρός αποτελεί συνήθως τον πυρήνα της πολυποίκιλης κυψέλης. Φροντίζει για όλους τους κατοίκους και τις κατοικίες.

Από τις δεκαετίες 1980 και 1990 η φυσιογνωμία τόσο της συγκεκριμένης πολυκατοικίας, όσο και ολόκληρης της περιοχής αλλάζει. Οι διεργασίες που παίζουν ρόλο είναι η μεταβίβαση των ακινήτων σε επόμενες γενιές, που αναζητούν άπλα στις παρυφές τις πόλεις, και η εισροή μεταναστών. Τις πρώτες δεκαετίες ζωής του κτηρίου, τα διαμερίσματα μεταβιβάζονται, ως προίκα, από τους γονείς στα παιδιά. Όταν αυτά καταλήγουν στα εγγόνια, ελάχιστα επιλέγουν να κατοικήσουν στην πολυκατοικία. Σήμερα, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες είναι απόγονοι των πρώτων ιδιοκτητών, αλλά δεν κατοικούν εδώ. Νοικιάζουν τα διαμερίσματά τους σε μετανάστες. Μετά το 1990 με την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, στην περιοχή πλάι στους ήδη υπάρχοντες, έχουν εγκατασταθεί και κάμποσοι Πολωνοί και υπήκοοι άλλων χωρών της ανατολικής Ευρώπης.

Στην πολυκατοικία της Ηπείρου λίγοι είναι Πολωνοί, Ουκρανοί και Μολδαβοί. Οι περισσότεροι προέρχονται από χώρες της Αφρικής, της ινδικής χερσονήσου και της κεντρικής Ασίας. Ρετιρέ και 5ος επιμένουν ελληνικά… Ο θυρωρός από καιρό έχει αντικατασταθεί από τον διαχειριστή, του οποίου μάλιστα η επιλογή -όταν δεν είναι μία απρόσωπη εταιρεία διαχειριστών- γίνεται πια με βάση τις γνώσεις του και σε ξένη γλώσσα. Τα σημειώματα, που αφορούν θέματα της πολυκατοικίας, πρέπει να είναι δίγλωσσα. Ο ίδιος ρόλος είναι επιφορτισμένος και με την ευθύνη της ειρηνικής συνύπαρξης ενοίκων και ιδιοκτητών. Φροντίζει για τα δίκια των μεταναστών έναντι των ντόπιων και τ’ ανάπαλιν. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να είναι λίγο δικηγόρος, λίγο ψυχολόγος, λίγο απ΄ όλα. Αλλιώς, η συγκατοίκηση στον …πύργο της Βαβέλ τινάζεται στον αέρα.

Η φυγή των Ελλήνων και ο ερχομός ξένων μεταναστών αρκετοί από τους οποίους είτε επειδή, λόγω παράνομης εγκατάστασης, αδυνατούν να εργαστούν για τα προς το ζην, είτε επειδή δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στα δεδομένα του νέου τόπου, είτε επειδή αντιμετωπίζονται εχθρικά από τους ντόπιους, καταφεύγουν σε παραβατικότητες, είναι συνθήκη που έχει ρίξει την αξία της περιοχής. Οι λίγοι γηγενείς, που εξ ανάγκης ή από επιλογή παραμένουν στις ιδιοκτησίες τους στη Βάθη, διαμαρτύρονται γι αυτό το πολύβουο διεθνικό μελίσσι, που μαζί του έσυρε περιθώριο. Χρήστες ουσιών, πορνεία, εγκληματικότητα.

Τα τελευταία χρόνια η πλατεία Βάθη(ς) δικαιώνει το επίσημο όνομά της. Είναι μία πλατεία όπου οι ανεξαρτησίες του περαστικού, του κατοίκου ή του άστεγου χρήστη έχουν κατοχυρωθεί. Η εικόνα του ετερόκλητου δεν ξαφνιάζει κανέναν κι έτσι καθώς ο αριθμός των ακινήτων για βραχυχρόνια ενοικίαση εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένος στην περιοχή, στο γενικό πλάνο έχουν προστεθεί και τουρίστες, που περιφέρονται με τις βαλίτσες τους αναζητώντας το οίκημα που μακρόθεν νοίκιασαν. Είναι οι μόνοι που κοιτάζουν παραξενεμένοι τα απλωμένα σώματα στα πεζοδρόμια…

 

Οι Άγιοι Θεόδωροι, μνημείο ιστορίας και πολιτισμού του 11ου αιώνα, ανοίγουν για το κοινό

Με ιδιαίτερη λαμπρότητα τελέστηκαν τα θυρανοίξια του ναού Αγίων Θεοδώρων στο κέντρο της Αθήνας, παρουσία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη.

Όπως αναφέρει ανακοίνωση του υπουργείου, ο ναός των Αγίων Θεοδώρων αποκαταστάθηκε με ολοκληρωμένο σχέδιο στερέωσης και συντήρησης, από το υπουργείο Πολιτισμού, δια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, στο πλαίσιο του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αττική 2014-2020». Κατά τις εργασίες αποκαλύφθηκαν και αναδείχθηκαν τα αρχικά χαρακτηριστικά του μνημείου, ο γλυπτός διάκοσμος, και οι κεραμοπλαστικές ταινίες. Στο εσωτερικό του ναού, οι εργασίες συντήρησης έφεραν στο φως την λαμπρή μορφή του ναού, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στα τέλη του 19ου αιώνα.

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη επεσήμανε: «Ο Ιερός Ναός των Αγίων Θεοδώρων χτίστηκε το 1049 και αποτελεί εμβληματικό μνημείο του 11ου αιώνα. Η εντοιχισμένη επιγραφή, στην δυτική πλευρά του, αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ναού, καθώς εκτός από τη χρονολογία, μας παραδίδει και το όνομα του κτήτορα, του σπαθαροκανδιδάτου Νικόλαου Καλόμαλου, ο οποίος άνηκε στη μεσαία κλίμακα της διοικητικής και στρατιωτικής ιεραρχίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η ολοκλήρωση του ναού δίνει την ευκαιρία στο κοινό να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς το εξαιρετικό αυτό μνημείο, να απολαύσει το έργο των τεχνητών και των καλλιτεχνών του 11ου αλλά και του 19ου αιώνα, να μάθει και να κατανοήσει μείζονα θέματα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και γλυπτικής, να θαυμάσει από κοντά τις τοιχογραφίες του 19ου – αρχών 20ού αιώνα και να αναλογιστεί τον τρόπο ένταξης των μνημείων αυτών στην αθηναϊκή ζωή του 19ου, 20ου και 21ου αιώνα. Οι Άγιοι Θεόδωροι, σπουδαίο βυζαντινό μνημείο, εκκλησιαστικό και χριστιανικό, σηματοδοτώντας αιώνες ιστορίας και πολιτισμού, αποδίδεται σήμερα στους πιστούς και στους επισκέπτες».

Η υπουργός ανάδειξε την πολύ στενή και εποικοδομητική συνεργασία του υπουργείου Πολιτισμού με την Αρχιεπισκοπή Αθηνών αλλά και τις Μητροπόλεις σημειώνοντας ότι «βαθιά μας επιθυμία είναι τα εκκλησιαστικά μνημεία να αποδίδονται ξανά στη λατρεία, καθώς αυτή υπήρξε εξαρχής η ουσιαστική τους χρήση. Με τον προσήκοντα σεβασμό, διασφαλίζουμε ότι τα αποκατεστημένα μνημεία θα διατηρήσουν το φως και τη λάμψη τους, όχι ως αυτοσκοπός, αλλά επειδή, μέσω αυτών, φωτιζόμαστε και εμείς. Η Αθήνα έχει μια ξεχωριστή θέση στον πολιτισμό, διαχρονικά στη μεγάλη ιστορική διάρκεια, επομένως τα μνημεία της θα πρέπει να είναι αποκατεστημένα και λαμπερά όπως αξίζει στη φυσιογνωμία της πόλης».

Σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, η ολοκλήρωση του επίπονου έργου της αποκατάστασης απαίτησε τη στενή συνεργασία πολλών ειδικοτήτων, τον συντονισμό πολυάριθμων συνεργείων, και την αντιμετώπιση ποικίλων προβλημάτων, μεσολαβούσης της πανδημίας του COVID-19, καθώς και επανειλημμένων παραβιάσεων του εργοταξίου, που σε μία περίπτωση προκάλεσαν και πυρκαγιά στον ναό.

Τα χίλια σχεδόν χρόνια που έχει διανύσει ο ναός και παρά τις προσπάθειες στερέωσής του, από τα μέσα του 19ου αιώνα —όταν χτίστηκε το καμπαναριό— και κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν προκαλέσει πολλά προβλήματα στο κτήριο. Διαμπερής ρωγμή διαρρήγνυε τον δυτικό τοίχο, από τη στέγη έως τη βάση. Ρηγματωμένοι ήταν οι περισσότεροι θόλοι του μνημείου. Τα κεραμίδια είχαν σχεδόν αποσαθρωθεί και τα κονιάματα της βάσης είχαν αντικατασταθεί με τσιμέντα, ενώ ο 20ος αιώνας είχε αφήσει στις τοιχοποιίες του μνημείου, μέσα και έξω, μια μαύρη επίχριση. Τα προβλήματα αυτά και άλλα πολλά θεραπεύτηκαν κατά τη διάρκεια του έργου.

Οι μεταλλικές ενισχύσεις, που το μεγαλύτερο μέρος τους κρύβεται κάτω από τις στέγες, προσφέρουν στο κτήριο τη στατική επάρκεια για την διασφάλισή του, στο μέλλον. Οι στέγες αντικαταστάθηκαν, όπως και τα απολεσθέντα μαρμάρινα στοιχεία του τρούλου. Εφαρμόστηκαν νέα αρμολογήματα, όμοια με τα πολύ καλά σωζόμενα αρχικά αρμολογήματα του ναού. Στις όψεις αποκαταστάθηκαν τα δομικά στοιχεία, λίθοι και πλίνθοι, που έλειπαν και κυρίως καθαρίστηκαν από την βρωμιά, σε μια επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία. Ο γλυπτός διάκοσμος καθαρίστηκε, η επιγραφή κατέβηκε από τη θέση της, συντηρήθηκε και επανατοποθετήθηκε. Τοποθετήθηκαν αντίγραφα των αρχικών πήλινων αγγείων που έχουν κατεβεί, καθώς είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, στις αρχικές τους θέσεις δυτικά και βόρεια. Στο εσωτερικό αφαιρέθηκε η πλαστική επικάλυψη που κάλυπτε το μαρμάρινο δάπεδο, ενώ ο καθαρισμός και η συντήρηση των τοιχογραφιών αλλά και των μαρμάρινων βυζαντινών στοιχείων τόσο των βυζαντινών, όπως οι κοσμήτες του νάρθηκα και οι αμφικιονίσκοι των παραθύρων, όσο και των πιο πρόσφατων, του τέμπλου και του άμβωνα, αποκάλυψαν την λαμπρή όψη του μνημείου, στα τέλη του 19ου αιώνα, συνδυάζοντάς το με τον σύγχρονο χώρο λατρείας.

Στην τελετή θυρανοιξίων, χοροστατούντος του πανοσιολογιότατου αρχιμανδρίτη πρωτοσύγκελου της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Βαρνάβα Θεοχάρη, παρέστησαν ο γενικός γραμματέας Πολιτισμού, Γιώργος Διδασκάλου, η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, Έλενα Κουντούρη, η προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Μουσείων και Τεχνικών έργων, Αμαλία Ανδρουλιδάκη, και η τμηματάρχης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων και Μουσείων, Αργυρώ Καραμπερίδη, καθώς και εκπρόσωποι της περιφέρειας Αττικής και του δήμου Αθηναίων.

Η Epoch Times συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Ο Μάρτιος στο Επιγραφικό Μουσείο: Τρεις διαλέξεις για το «Δέντρο της Δωδώνης»

Η φηγός ή δρυς, η βελανιδιά, υπήρξε το ιερό δέντρο της αρχαίας Δωδώνης, που συμβόλιζε την ένωση γης και ουρανού, τη γαμήλια στέγη της Διώνης και του Δία. Το μαντείο της Δωδώνης αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως το αρχαιότερο των Ελλήνων. Η Δωδώνη της Ηπείρου, με τα ακίνητα και κινητά αρχαία ευρήματα, προκαλεί σήμερα εικόνες από τη ζωή και τη δράση ανθρώπων του παρελθόντος, εντυπώσεις, ερμηνείες, αναζητήσεις σχετικά με τις ανησυχίες και τις σκέψεις αυτών που υπήρξαν στους ίδιους τόπους.

Ο Κώστας Σουέρεφ, αρχαιολόγος και διδάκτορας Φιλοσοφίας, θα μεταφέρει μέσα από τρεις διαλέξεις – στις 5, 12 και 20 Μαρτίου – τις υπάρχουσες γνώσεις για τον χώρο της Δωδώνης, το μαντείο και τη σχέση του με τον αρχαίο κόσμο.

Αρχαίοι χρόνοι της Δωδώνης και τρόποι χρησμοδότησης

Τετάρτη 5 Μαρτίου, ώρα 18:00

Η Δωδώνη υπήρξε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, όπως οι Δελφοί και η Ολυμπία. Ο συνδυασμός θρησκευτικών και πολιτικών παραμέτρων με επίκεντρο τη Δωδώνη οδήγησε στην ακτινοβολία της και στη συσπείρωση γύρω από αυτήν όλων των Ηπειρωτών. Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, η Ολυμπιάδα, ο Πύρρος, το Κοινό των Ηπειρωτών σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορική διαδρομή της Δωδώνης. Μεταξύ του τέλους του 3ου και των αρχών του 2ου αι. π.Χ. τα Νάια, αγώνες για τον Δία Νάιο, αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο των πανελλήνιων αγώνων, με βραβείο το στεφάνι από κλαδί της δρυός. Τα Νάια γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, τον επόμενο χρόνο από τους Ολυμπιακούς, τον ίδιο χρόνο με τα Ίσθμια και τα Νέμεα, όπως μας πληροφορεί ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων (μέσα 2ου αι. π.Χ.). Όσα σχετίζονταν με το δέντρο της Δωδώνης, όπως οι μεταλλικοί ήχοι χάλκινων λεβήτων και τριπόδων γύρω από τη δρυ, κουδουνιών και άλλων δώρων κρεμασμένων στα κλαδιά, που προκαλούνταν με το φύσημα του ανέμου, θεωρούνταν ότι εξέπεμπαν συμβουλευτικά μηνύματα των θεών. Το μαντείο της Δωδώνης έδινε χρησμό σε άτομα, ομάδες και εκπροσώπους από διάφορες προελεύσεις, όπως γνωρίζουμε από τα αναθήματα και τα γραπτά ερωτήματα στα μολύβδινα ελάσματα. Το μαντείο λειτούργησε για 2.000 χρόνια (μεταξύ της 2ης χιλιετίας π.Χ. και του 4ου αιώνα μ.Χ.).

Περιήγηση στην αρχαία Δωδώνη και ευρήματα σχετικά με το μαντείο

Τετάρτη 12 Μαρτίου, ώρα 18:00

Το τοπίο της Δωδώνης, μεταξύ του όρους Τόμαρος, της κοιλάδας και των γύρω λόφων, περικλείει την αρχαία θέση με ορατά κατάλοιπα αρχιτεκτονικής: το ιερό του Δία και της Διώνης, το πρυτανείο, το βουλευτήριο, το θέατρο, το στάδιο και την ακρόπολη. Εξάλλου, η απόκεντρη Δωδώνη υπήρξε συχνά σημείο αναφοράς του αρχαίου κόσμου. Η φήμη του μαντείου και ο ιδιότυπος λατρευτικός συμβολισμός του Δία Ναΐου και της Διώνης, πέρα από τα όρια της Ηπείρου, όπως στην Αθήνα, τη Ρόδο και τις Συρακούσες, επιβεβαιώνεται από τα αρχαία κείμενα, τα αφιερώματα και τα ενεπίγραφα χρησμοδοτικά μολύβδινα ελάσματα των επισκεπτών, που σώθηκαν στη Δωδώνη.

Τα ενεπίγραφα μολύβδινα ελάσματα των χρησμών

Πέμπτη 20 Μαρτίου, ώρα 18:00

Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον προκαλεί διεθνώς η μοναδικότητα των χρησμοδοτικών μολύβδινων ενεπίγραφων ελασμάτων, άνω των 3.000, από τη Δωδώνη, τα οποία, καθώς μελετώνται από ειδικούς διαφόρων ειδικοτήτων, διαφωτίζουν σχετικά με λειτουργίες του μαντείου, του πολιτικού οργανισμού που το ήλεγχε, αλλά κυρίως σχετικά με αγωνίες και διλήμματα των αρχαίων επισκεπτών.

Οι ερωτήσεις, απλές και ευθείς, έθιγαν διάφορα θέματα, υγείας, οικογενειακά, οικονομικά, δικαίου, επαγγελματικά, συναισθηματικά. Παράλληλα, μαρτυρούνται επαφές με άλλες κοινωνικές ομάδες: Κορινθίων, Αμβρακιωτών, Κερκυραίων, Ταραντίνων. Μερικές απαντήσεις αναγράφονταν στο πίσω μέρος του ελάσματος, αλλά οι περισσότερες δίδονταν προφορικά. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, λειτουργούσε στη Δωδώνη η κληρομαντεία. Τα μοναδικά στην υφήλιο μολύβδινα ελάσματα των χρησμών της Δωδώνης, μαρτυρίες ύπαρξης χιλιάδων ανθρώπων, ενεγράφησαν το 2023 στη «Μνήμη του Κόσμου» της UNESCO.

* * * * * *

Ο ομιλητής, Κώστας Σουέρεφ, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία στην Ελλάδα και την Ιταλία. Απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Scuola Normale Superiore της Πίζας και διδακτορικό στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. Εργάστηκε ως αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και ως Προϊστάμενος Διεύθυνσης στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Φλώρινας, Καστοριάς και Ιωαννίνων.

Διεξήγαγε ανασκαφές στην Τούμπα και τη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Επιμελήθηκε περιοδικές εκθέσεις, αξιοποιώντας νέες τάσεις της Μουσειολογίας. Δίδαξε ως Ειδικός Επιστήμονας στα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Δυτικής Μακεδονίας και Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Συμμετείχε σε συνέδρια στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία.

Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ιστορία και την Αρχαιολογία του Βορειοελλαδικού χώρου και την Αρχαιολογία της Τέχνης. Εξέδωσε μονογραφίες και συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους. Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων από το 2020. Εξάλλου, συνεργάτης του περιοδικού Πόρφυρας από την ίδρυσή του (1980) με σχόλια θεωρίας για τον κινηματογράφο, μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμια. Είναι μέλος της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών–Μουσείου Σολωμού, της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, της Εταιρείας Συγγραφέων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Περίπλους, Η λέξη, Φηγός, Εντευκτήριο, Φιλόλογος, Γραφή, Ακτή κ.ά.

* * * * * *

Η παρακολούθηση όλων των διαλέξεων είναι δωρεάν. Απαιτείται η κράτηση θέσεων. Για δηλώσεις συμμετοχής θα πρέπει να επικοινωνείτε με τη συντονίστρια των διαλέξεων κα Αγγελική Στρατηγοπούλου στην ηλεκτρονική διεύθυνση a.stratigopoulou@yahoo.gr. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των θέσεων, θα λάβετε αρνητική απάντηση μέσω email. Διαφορετικά η συμμετοχή σας γίνεται δεκτή.

* * * * * *

Επιγραφικό Μουσείο

Τοσίτσα 1, 106 82 Αθήνα

210 8232950, 210 8847576

E-mail: ema@culture.gr

URL: https://www.epigraphicmuseum.gr

Η Εύη Πίνη μιλά για την ιστορία της «Κυράς της Ελευσίνας» και το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών

Είκοσι χρόνια πριν ξεκινήσει η Επανάσταση του 1821, ένας άλλος «πόλεμος» είχε ήδη ξεσπάσει: Ο πόλεμος για τα αρχαία! Κάπως έτσι αρχίζει ο πρόλογος του βιβλίου της αρχαιολόγου Εύης Πίνη «Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Πατάκη), με θέμα τρεις γνωστές και λιγότερο γνωστές λεηλασίες αρχαιοτήτων, που διέπραξαν ξένοι περιηγητές στη χώρα μας στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, το οποίο πήρε πρόσφατα το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας από την Ακαδημία Αθηνών.

«Η Κυρά της Ελευσίνας…», όμως, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά και νέους, αλλά σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Κι αυτό επειδή οι ιστορίες που έχει επιλέξει να παρουσιάσει η συγγραφέας του όχι μόνο στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, που αποτυπώνουν τις καταστροφές και τις λεηλασίες των μνημείων της Ελλάδας λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, αλλά έχουν προκύψει μέσα από έρευνα που η αρχαιολόγος και υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων διεξήγαγε σε βάθος.

Τι την παρακίνησε, όμως, να γράψει εξαρχής αυτό το βιβλίο; «Το 2021, όταν γιορτάζαμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, μου προτάθηκε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος να συμμετάσχω σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο ’21 + 1 συγγραφείς γράφουν για το 1821′. Μάλιστα, μου ζητήθηκε στο διήγημά μου να αποτυπώνεται η ‘αρχαιολογική ματιά’ για το 1821. Αυτό με καθοδήγησε να σκεφτώ τις λεηλασίες των αρχαιοτήτων που διαπράχθηκαν από Ευρωπαίους περιηγητές λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η Επανάσταση και έγραψα ένα διήγημα με τίτλο ‘Ονειρεύομαι την πατρίδα’ και πρωταγωνιστή ένα γλυπτό από το ναό της Αφαίας που σήμερα βρίσκεται στο Μόναχο. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα και να μελετώ τη βιβλιογραφία, όπου βρήκα πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη δράση των περιηγητών και έτσι κάπως άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα για την ‘Κυρά της Ελευσίνας’», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Εύη Πίνη, που επικεντρώθηκε σε τρεις ιστορίες λεηλασιών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα: την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, την Αφροδίτη της Μήλου και τα γλυπτά της Αφαίας στην Αίγινα.

Ήταν δύσκολη η επιλογή και η δημιουργία της μυθοπλασίας με τους διαλόγους που χρησιμοποίησε; «Ομολογώ ότι η επιλογή δεν ήταν εύκολη. Είχα γράψει πολύ περισσότερες ιστορίες, αλλά κατέληξα, κουβεντιάζοντας και με τον υπεύθυνο της έκδοσης, να συμπεριλάβω στο βιβλίο δυο υποθέσεις σχετικά άγνωστες, την Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ και τους Αιγινήτες, και μία πολύ γνωστή, την Αφροδίτη της Μήλου. Η μυθοπλασία προέκυψε εύκολα, γιατί οι πρωταγωνιστές αυτών των ιστοριών μάς άφησαν τα ημερολόγιά τους και τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Οπότε, υπήρχε πολύ υλικό για να εμπνευστώ», απαντά η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Την ίδια περίοδο, αρχές του 19ου αιώνα, λεηλατήθηκαν και τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν και τους συνεργάτες του – μάλιστα ο επικεφαλής του συνεργείου του, ο Ιταλός ζωγράφος Λουζιέρι, εμφανίζεται ως … δευτεραγωνιστής σε μια από τις ιστορίες. Για ποιο λόγο η ίδια δεν έγραψε γι’ αυτήν την αρπαγή; «Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε και μια ιστορία για τα γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά αναγκαστικά, εφόσον έπρεπε να επιλέξω, η ιστορία αυτή έμεινε εκτός. Άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα για τις λεηλασίες και τις καταστροφές που διέπραξε ο Έλγιν που μια ακόμη ιστορία ίσως δεν θα είχε να προσφέρει κάτι», επισημαίνει η Εύη Πίνη, που αισθάνθηκε «μεγάλη χαρά, όπως είναι φυσικό» για τη βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη). Θυμάται δε «με συγκίνηση την τελετή βράβευσης. Και επειδή αυτό συνέβη μέσα στην περίοδο των Χριστουγέννων ήταν σαν να μου έφερε ένα μεγάλο και απρόσμενο δώρο ο Άγιος Βασίλης!», σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, που ετοιμάζει ένα ακόμα  βιβλίο, το οποίο αφορά πάλι μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.

«Είναι ένα θέμα που μας ‘καίει’ εμάς τους αρχαιολόγους και γι’ αυτό το επιλέγω, θέλοντας να μιλήσω στο νεανικό κοινό για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά μια υπόθεση μυστηρίου και θα εκτυλίσσεται στο σήμερα», καταλήγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Ας αναφέρουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία από το βιβλίο για τις αρχαιότητες που λεηλατήθηκαν:

Η «κυρά της Ελευσίνας»

«Η Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ, όπως ονομάζεται πλέον το άγαλμα, χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ. Ήταν τοποθετημένη στα μικρά προπύλαια του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, μαζί με μία ακόμη Καρυάτιδα, για να στηρίζουν σαν κίονες την οροφή του κτιρίου. Τα δυο γλυπτά καταστράφηκαν όταν λεηλατήθηκε το ιερό της Δήμητρας από τους Γότθους το 395 π.Χ. Η Καρυάτιδα του Κέμπριτζ βρέθηκε το 1676 από χωρικούς της περιοχής. Το άγαλμα έμεινε στη θέση του και συνδέθηκε με λαϊκές δοξασίες, καθώς οι αγρότες τη θεωρούσαν προστάτιδα των καλλιεργειών τους…»

Οι «Αιγινήτες», τα γλυπτά του ναού της Αφαίας

«Ο ναός της Αφαίας είναι κτισμένος στην κορυφή ενός πευκόφυτου λόφου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Αίγινας, και χρονολογείται γύρω στο 500/549 π.Χ. Τα γλυπτά που διακοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας έχουν και τα δύο ως θέμα τους τις μυθικές εκστρατείες στην Τροία, όπου διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες […] Οι ‘Αιγινήτες’, όταν εκτέθηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 1830, εντυπωσίασαν και εξέπληξαν τους φιλότεχνους της Ευρώπης για τις τολμηρές στάσεις των σωμάτων τους, αλλά και για το χρώμα που σωζόταν σε πολλά σημεία τους …»

Η Αφροδίτη της Μήλου

«Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και χρονολογείται γύρω στα 150-125 π.Χ […] Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, μαζί βρέθηκαν τρία θραύσματα από χέρια, ίσως της Αφροδίτης. Ένα από τα θραύσματα ήταν το άκρο αριστερού χεριού που κρατούσε μήλο […] Η ιστορία της ανεύρεσης του αγάλματος είναι αρκετά μπλεγμένη, γι’ αυτό και οι αφηγήσεις που μας άφησαν κάποιοι από τους βασικούς πρωταγωνιστές δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα δεν είμαστε τελείως βέβαιοι πώς ακριβώς βρέθηκε η Αφροδίτη, πώς κατέληξε στα αμπάρια του Εσταφέτ, τι συνέβη στην παραλία και το πιο σημαντικό: βρέθηκαν τα χέρια μαζί με τον κορμό του αγάλματος και, αν βρέθηκαν, τι απέγιναν; … ».

Η εικονογράφηση έγινε από τη Λέλα Στρούτση. Φωτογραφία εξωφύλλου: Εκδόσεις Πατάκη.

Της Ελένης Μάρκου

Η τέχνη του ψηφιδωτού – Μια προσέγγιση σε μια πανάρχαια μνημειακή τέχνη

 

Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.

Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου, στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο  σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.

Η τάση που χαρακτηρίζει τους φίλους αυτής της τέχνης για μια ευρύτερη γνώση των ψηφιδωτών του κόσμου είναι το ίδιο αδιάπτωτη με τη δική μας ανάγκη. Επιθυμία μας, που πιστεύουμε πως είναι και του κάθε αναγνώστη, η δυνατότητα για δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων έργων.

Έτσι, εκτός από μερικά μνημειακά έργα, όπως, για παράδειγμα, το κυνήγι του ελαφιού από την Πέλλα, ή κάποιο εξαίρετο έργο της βυζαντινής τέχνης από τη Μονή Δαφνίου, παρουσιάζονται και ψηφιδωτά που δεν έχουν τύχει μεγάλης δημοσιότητας, αλλά και έργα που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να δημοσιεύονται για πρώτη φορά, όπως αυτά του «Κεραμεικού».

Ελληνιστική περίοδος

Καθοριστική περίοδος και απαρχή για το αντικείμενο αυτού του άρθρου/πονήματος υπήρξε η κλασική αρχαιότητα, και περισσότερο η ελληνιστική. Αυτή η τέχνη της διακόσμησης ξεκινάει δειλά σε προηγούμενες περιόδους, που μπορεί να φτάσουν μέχρι το 3000 π.Χ., σε τόπους και λαούς όπως της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Χαρακτηρίζεται όμως από έναν πρωτογονισμό σε σχέση με ό,τι θαυμαστό επακολούθησε στην πορεία του ψηφιδωτού.

Ψηφιδωτός διάκοσμος με κωνικά ψηφία στο ναό Εάνα στην πόλη Ουρούκ (περ 3500 π.Χ.).

 

Διακόσμηση δαπέδου με μικρά βότσαλα. Μάλια Κρήτης ΚρητοΜυκηναϊκή περίοδος 1400 -1200 π.Χ.

 

Ένα δάπεδο στο Γόρδιο της Φρυγίας, του 8ου π.Χ. αιώνα είναι από τα αρχαιότερα σωζόμενα έργα, ενώ δύο αιώνες αργότερα προπομπός σε ότι ενθουσιώδες θα ακολουθήσει είναι ένα ψηφιδωτό του 6ου π.Χ αιώνα φτιαγμένο από μικρά βότσαλα με θέμα από την ελληνική μυθολογία.

 

Έτσι, τα πρώτα ουσιαστικά βήματα λαμβάνουν χώρα σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Στα τέλη του 5ου προς τον 4ο π.Χ. αιώνα, διακοσμούνται τα δάπεδα κατοικιών της αρχαίας Κορίνθου και της Σικυώνας, ενώ ο Ιππόδαμος, αρχιτέκτονας από τη Μίλητο, διαπραγματεύεται μια καινούργια οικιστική άποψη στην Όλυνθο της Χαλκιδικής. Δημιουργεί μια μεσημβρινή πόλη, λουσμένη στο φως, και στολίζει τα δάπεδα των κατοικιών, κυρίως των ανδρώνων, με ψηφιδωτά.

Λίγο αργότερα, σε μια άλλη πόλη της Μακεδονίας, την Πέλλα, τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στολίζονται με συνθέσεις από βότσαλα, με αποτέλεσμα ο θαυμασμός γι’ αυτά να μην τελειώνει!

Κεντρικό διάχωρο αίθουσας της «Οικίας με τα μωσαϊκά». Το κεντρικό φυτικό θέμα περιστοιχίζεται από παραστάσεις θηρίων, Αριμασπών και Γρυπών. (370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας). Στο κάτω μέρος του έργου, η Νηρηίδα Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα.

 

Ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα έγγραφα για το ψηφιδωτό είναι ένα θραύσμα παπύρου από το 256-246 π.Χ., που δίνει οδηγίες για την τοποθέτηση ψηφιδωτού στο δάπεδο ενός λουτρού. Μωσαϊκά* είναι ακόμη γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν σε πλοία. Επίσης στα μέσα του τρίτου αιώνα π.Χ. (246-238), γνωρίζουμε ότι ο Ιέρων Β’ των Συρακουσών έστειλε το δικό του πλοίο, τη «Συρακουσία», στην Αλεξάνδρεια για σιτηρά, αφού η ξηρασία είχε οδηγήσει σε κακή σοδειά. Το σκάφος προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό, γιατί ορισμένες από τις καμπίνες του ήταν στολισμένες με ψηφιδωτά με θέματα  από την Ιλιάδα. Ο Σουητώνιος μας λέει ότι ο Καίσαρας έπαιρνε ακόμη και πλάκες από μωσαϊκό στις εκστρατείες του, πιθανώς για να εξασφαλίσει ότι το πάτωμα της σκηνής του δεν ήταν μόνο κομψό και εντυπωσιακό, αλλά και πιο υγιεινό από τα συνηθισμένα χαλιά ή δέρματα ζώων.

Είναι βέβαιο πως όταν ο Γνώσις, ο αρχαίος Έλληνας καλλιτέχνης, τελείωνε το έργο του με θέμα το κυνήγι του ελαφιού, θα αισθανόταν ιδιαίτερα υπερήφανος. Πριν από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα (325-300 π.Χ.) είχε τελειώσει ένα ψηφιδωτό από μικρά βότσαλα ποταμών, το οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έργα θα στόλιζαν τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στην Πέλλα. Στο δάπεδο ενός δωματίου κοντινού με αυτό της αρπαγής της Ελένης σώζεται ένα περίτεχνο ψηφιδωτό.  Οι ζωγράφοι της εποχής προτιμούσαν τα θέματα κυνηγιού. Φαίνεται ότι αποτελούσαν την κύρια διασκέδαση των Μακεδόνων βασιλέων και των ευγενών. Το θέμα περιβάλλεται από μαιάνδρους και πλούσιο φυτικό διάκοσμο. Δύο κυνηγοί νέοι στην ηλικία, σηκώνουν με μεγάλη ορμή τα όπλα τους για να πλήξουν ένα ελάφι, ενώ το σκυλί που τους συνοδεύει έχει βυθίσει τα δόντια του στο θήραμα. Πάνω δεξιά της σύνθεσης υπογράφει ο ψηφοθέτης του έργου: «ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΗΣΕΝ». Ο προικισμένος αυτός καλλιτέχνης, μέσα από μια σύνθεση κίνησης, ιδιαίτερης πλαστικότητας και μιας νόησης, θα λέγαμε, ιδιότυπης, έκανε τομή στα μέχρι τότε δεδομένα και άνοιξε νέους δρόμους έκφρασης στην τέχνη της ζωγραφικής, χρήσιμους αιώνες μετά στη μετέπειτα πορεία της στον κόσμο της Δύσης.

«Το κυνήγι του ελαφιού». Δάπεδο από το «σπίτι της αρπαγής της Ελένης», στην αρχαία Πέλλα. 325 – 300 π.Χ. Αρχαιολογικό μουσείο Πέλλας. Ρεαλισμός και έντονες φωτοσκιάσεις σ’ αυτό το μοναδικό έργο, δείγμα της υψηλής αισθητικής της Ελληνιστικής περιόδου του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ότι απετέλεσε την απαρχή της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.

 

Έναν άλλο ομότεχνό του, τον Σώσο από την Πέργαμο, τον γνωρίζουμε από περιγραφές των έργων του από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, που είναι και θαυμαστής του.  Με φυσικές χρωματιστές πέτρες πλέον, κομμένες σε μικρούς κύβους, ο Σώσος  γοητεύει τον κόσμο του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα του έχουν χαθεί, αλλά χάρις στον Πλίνιο τα αναγνωρίζουμε μέσα από τα αντίγραφα που φρόντισαν να αναπαράγουν με μεγάλη επιμέλεια Ρωμαίοι καλλιτέχνες.

Πριν από τα ψηφιδωτά του Γνώσιδος και των άλλων ψηφοθετών είναι αυτά που κοσμούσαν τους ανδρώνες των σπιτιών της αρχαίας Ολύνθου. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέλλας, στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια άλλη πόλη ήκμασε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ο μυθικός ήρωας Βελλεροφόντης, έφιππος στο φτερωτό άλογό του, σκοτώνει τη Χίμαιρα. Ένα μυθολογικό θέμα που επίσης κοσμούσε δάπεδα της ελληνιστικής Ρόδου. Αυτό το θέμα, παράλληλα με Νηρηίδες, γρύπες και μαιάνδρους, στόλιζε τις πολυτελείς κατοικίες της αρχαίας αυτής πόλης.

Κατασκευασμένα με λευκά και μαύρα βότσαλα, είναι από τα αρχαιότερα έργα στον ελλαδικό χώρο. Προηγούνται, βέβαια, τα δάπεδα των ανακτόρων της μυκηναϊκής Τίρυνθας (1600-1200 π.Χ.). Της ίδιας δε περιόδου με αυτά της Ολύνθου είναι και της αρχαίας Κορίνθου, της Σικυώνας και των Μεγάρων. Κανείς δεν φανταζόταν – και οπωσδήποτε ούτε ο Ιππόδαμος, που σχεδίασε την αρχαία Όλυνθο – πως η τέχνη των βοτσαλωτών θα επιζούσε όμοια δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια μετά, αφού θα στόλιζε τα σπίτια των νησιών του Αιγαίου, αλλά και αυτά στις ακτές της Λιγουρίας, γύρω από την Τζένοβα, στην Ιταλία. Είναι γνωστές οι σχέσεις των Γενουατών με τα νησιά του Αιγαίου και οι κτήσεις τους στην περιοχή. Και είναι πολύ πιθανόν αυτή η τέχνη να επανήλθε μέσω αυτών στον τόπο που γεννήθηκε, αφού στην υπόδουλη από τους Οθωμανούς Ελλάδα ήταν αδύνατον να επιζήσει μια περίπλοκη και αρκετά ακριβή τέχνη όπως αυτή.

Η επιλογή γι’ αυτά τα πολύ μικρά βότσαλα ήταν πολύ αυστηρή και επιτυγχανόταν όσον αφορά το μέγεθος με τη μέθοδο του κοσκινίσματος. Η συλλογή τους γινόταν στα ποτάμια, δίχως να αποκλείεται και αρκετά από αυτά να είναι από τις ακτές, ακόμη και αρκετά μακριά από την περιοχή. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν ωραιότατα βότσαλα σε μια ακτή στην Πελοπόννησο, κοντά στην Επίδαυρο.

Η συνήθεια του αρχαίου κόσμου να ψηφοθετεί με βότσαλα διατηρείται για μερικούς αιώνες και εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την επικράτεια των απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κυρίως σε πόλεις που είναι κοντά στη θάλασσα.

Εκτός από τις προαναφερθείσες πόλεις, η Αθήνα, η Δήλος, η Ερέτρια, η Ρόδος, η Πέργαμος είναι τόποι με έντονη παρουσία σε αυτό το παιχνίδι της διακοσμητικής τέχνης. Από τα θαυμάσια έργα της Πέλλας, κάποια έχουν υποστεί φθορές και άλλα έχουν συντηρηθεί και αποκολληθεί από το έδαφος, εκτίθενται δε στο αρχαιολογικό μουσείο της ομώνυμης πόλης. Στα πρώτα ανήκει μια εξαίρετη σύνθεση με θέμα την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Είναι μια αρκετά μεγάλη παράσταση (περίπου 8,50 × 2,80 μ.), στην οποία φαντάζουν περίτεχνα τα τμήματα που σώζονται.

Η Αλεξάνδρεια, η μεγάλη αυτή πόλη της ελληνιστικής εποχής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ψηφιδωτού του αρχαίου κόσμου. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, γεννιέται η κυβική ψηφίδα, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες και δημιουργώντας νέες προοπτικές, αφού η χρωματική γκάμα μεγαλώνει και η ψηφίδα κόβεται πλέον στο εργαστήριο, ικανή να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε ανάγκες του σχεδίου. Οι πέτρες, αλλά κυρίως τα μάρμαρα, προσφέρουν το εξαιρετικό υλικό τους και την ποικιλία των χρωμάτων τους.

Στο μουσείο της Πέλλας εκτίθενται εκτός από το περίφημο κυνήγι του λιονταριού και άλλα έργα, όπως ο Διόνυσος που φέρεται καθήμενος πάνω σε έναν πάνθηρα, λιτά και αρμονικά σχεδιασμένος, καθώς επίσης και ένα ζεύγος Κενταύρων.

Ο Διόνυσος καθισμένος σε πάνθηρα.

 

Ένα άλλο έργο παρουσιάζει ένα γρύπα που επιτίθεται σε ελάφι. Σε μια κατοικία του 370 π.Χ. μιας άλλης ελληνιστικής πόλης, της Ερέτριας, ήρθαν στο φως, μετά από ανασκαφές Ελβετών αρχαιολόγων, περίτεχνα μωσαϊκά. Τα θέματα τους είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και διανθίζονται με φυτικά σχέδια, ενώ στις μπορντούρες φέρουν το μαίανδρο, τον πλοχμό και βλαστούς με κισσόφυλλα.

Ξεχωρίζει το μωσαϊκό με τη Νηρηίδα Θέτιδα καθισμένη πάνω σε έναν Ιππόκαμπο, να μεταφέρει την πανοπλία για τον Αχιλλέα. Πρόκειται για μια σκηνή εμπνευσμένη από την Ιλιάδα.

Η Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα – σκηνή από την Ιλιάδα. 370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας.

 

Εκτός από αυτό το ιδιαίτερο θέμα, υπάρχουν συνθέσεις που έχουν αποδοθεί με περίσσεια χάρη, όπως η σύγκρουση μεταξύ Σφιγγών και Πανθήρων, οι μυθικές μάχες μεταξύ Γρυπών και Αριμασπών, με τους τελευταίους να αναπαρίστανται ως γυναίκες πολεμίστριες. Εξαιρετική χάρη έχει επίσης η σκηνή όπου ένα λιοντάρι επιτίθεται σε ένα άλογο.

Σταθήκαμε στην περιγραφή έργων που αναφέρονται στη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Πέλλα, καθώς επίσης και σε άλλες δύο αρχαίες πόλεις, την Όλυνθο και την Ερέτρια. Στην πρώτη γιατί πιστεύουμε πως η ποιότητα των έργων που την κοσμούσαν αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ψηφιδωτού, ενώ η Όλυνθος, αρχαιότερη της Πέλλας, προσφέρει αρκετά στοιχεία για τη μελέτη αυτού του είδους της τέχνης. Η Ερέτρια, μια μικρή πόλη του 4ου π.Χ. αιώνα, μας προσφέρει περίτεχνα μωσαϊκά, από τα αρχαιότερα αυτού του τύπου.

Γιάννης Λουκιανός, «Το κυνήγι του λιονταριού». Απόδοση με κυβικές ψηφίδες του γνωστού βοτσαλωτού της αρχαίας Πέλλας του 4ου π.Χ αιώνα.

 

Είναι γεγονός ότι, καθώς οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου ανακαλύπτουν την κυβική ψηφίδα, γίνονται ασυγκράτητοι. Ό,τι δημιουργούν είναι αποτέλεσμα μιας υψηλής γνώσης, αισθητικής, και αγάπης για το αντικείμενο. Τα ψηφιδωτά της Πομπηίας, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Περγάμου – είτε έγιναν στο τελευταίο τρίτο της πρώτης προ Χριστού χιλιετίας  είτε ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα είτε όχι – φέρουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα μιας ιδιαίτερης ποιότητας που οι ψηφοθέτες αυτής της περιόδου κατάφεραν να της προσδώσουν.

Του Γιάννη Λουκιανού

Το ποίημα και τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση.  Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.

© Γιάννης Λουκιανός

Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.

Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:

  • «Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
  • «Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
  • «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011

Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.

 

                                   

                                   

                                   

 

                             

Νίκη της Σαμοθράκης: Η συνοπτική ιστορία ενός φτερωτού αγάλματος

Το Λούβρο προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Ανάμεσα στα πέντε κορυφαία έργα τέχνης του είναι η «Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης». Υπόδειγμα κλασικής ομορφιάς, κίνησης και χάρης, το άγαλμα είναι τοποθετημένο στην πλώρη ενός πλοίου που βρίσκεται στην κορυφή της σκάλας Νταρύ του μουσείου. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Λούβρο το 1884. Από τότε, μετά από εκτεταμένη αποκατάσταση, αιχμαλωτίζει τη φαντασία του κοινού, παραμένοντας άπιαστη για τους μελετητές.

Το διάσημο άγαλμα απεικονίζει τη θεά Νίκης, προσωποποίηση της νίκης σε στρατιωτικές μάχες και αγώνες, περιλαμβανομένων των αθλητικών και καλλιτεχνικών αγώνων. Πρόκειται για θεά ευρέως σεβαστή στην αρχαιότητα, γνωστή ως Βικτώρια στους Ρωμαίους. Η θεϊκή ενσάρκωση της νίκης υπάρχει σε όλο τον κλασικό κόσμο σε διάφορα μέσα, όπως γλυπτική, ζωγραφική, κοσμήματα και νομίσματα.

(α) Ασημένιο νόμισμα με τη Νίκη να στέκεται στην πλώρη του σκάφους, κρατώντας ένα ραβδί και μια τρομπέτα. (δ) Αρχαία ρωμαϊκή τοιχογραφία με τη φτερωτής Νίκη, στην Πομπηία. (cgb.fr/CC BY-SA 3.0) Stefano Bolognini)

 

Το συνολικό ύψος του γλυπτού υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα, ενώ η ίδια η θεά έχει ύψος 2,7 μέτρα. Η Νίκη είναι φτιαγμένη από παριανό μάρμαρο, ένα από τα υψηλότερης ποιότητας ελληνικά μάρμαρα, καθαρό λευκό, λεπτόκοκκο, ημιδιαφανές και άψογο.

Μια κατακερματισμένη Νίκη

Η «Φτερωτή Νίκη» βρέθηκε στη Σαμοθράκη, στην πλαγιά ενός λόφου που έβλεπε το Ιερό των Μεγάλων Θεών, ένα αρχαίο συγκρότημα δώδεκα ναών που προσέλκυε προσκυνητές από όλη την περιοχή. Το άγαλμα ήταν αρχικά τοποθετημένο σε σημαντικό ύψος, έτσι ώστε να είναι εύκολα ορατό από τους επισκέπτες από μακριά, πιθανότατα και από τη θάλασσα. Το Λούβρο εγκατέστησε το έργο στην κορυφή της σκάλας Νταρύ για να αναπαράγει – όσο είναι εφικτό –  τις αρχικές συνθήκες θέασης.

Το άγαλμα της θεάς, με ύψος 2,7 μέτρα, είναι φτιαγμένο από παριανό μάρμαρο, ενώ το πλοίο από γκρίζο της Ρόδου. Συνολικά, το γλυπτό υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα. Λούβρο, Γαλλία. (Public Domain)

 

Ενώ ο γλύπτης παραμένει άγνωστος, το γεγονός ότι η ακριβής αρχική τοποθεσία του έργου είναι γνωστή είναι κάτι ασυνήθιστο για τα αρχαιοελληνικά αγάλματα. Οι μελετητές πιστεύουν ότι η «Νίκη της Σαμοθράκης» δημιουργήθηκε μεταξύ 200 και 175 π.Χ., για να τιμήσει μια ναυτική νίκη, άγνωστη ποια. Αιώνες μετά τη δημιουργία του, έπεσε από το βάθρο της και έσπασε σε αρκετά σημεία. Παρέμεινε χαμένη, μέχρι που το 1863, από έναν Γάλλο ερασιτέχνη αρχαιολόγο και διπλωμάτη, τον Σαρλ Σαμπουαζώ (Charles Champoiseau, 1830–1909).

Ο Σαμπουαζώ ανακάλυψε τη «Φτερωτή Νίκη» σε 110 θραύσματα. Το άγαλμα μεταφέρθηκε στο Παρίσι, όπου επανασυναρμολογήθηκε σύμφωνα με κριτήρια αποκατάστασης του 19ου αιώνα. Πράγματι, ολόκληρη η δεξιά πλευρά, της οποίας η αρχική κατάσταση μπορεί να σταχυολογηθεί μόνο από κομμάτια που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, είναι κατασκευασμένη από γύψο και δημιουργήθηκε συμμετρικά προς την ακάλυπτη αριστερή πτέρυγα. Οι συντηρητές και οι επιμελητές δεν θα επέλεγαν αυτήν τη μέθοδο σήμερα, αλλά το Μουσείο αποφάσισε να διατηρήσει την αρχική λύση.

Επακόλουθη ανασκαφή, τη δεκαετία του 1870, έδωσε τη βάση του αγάλματος, που αποτελείται από μια πλίνθο και την απόδοση μιας πλώρης ενός πολεμικού πλοίου σε γκρίζο μάρμαρο της Ρόδου. Ωστόσο, το κεφάλι και τα χέρια της Νίκης δεν βρέθηκαν ποτέ.

Château de Beynac: Ένα γαλλικό κάστρο διατηρημένο για τους αιώνες

Το Château de Beynac (Σατώ ντε Μπεϋνάκ), χτισμένο τον 12ο αιώνα στη Γαλλία, είναι ένα ιστορικό κάστρο που αποτέλεσε προπύργιο κατά τη διάρκεια του Εκατονταετούς Πολέμου, ο οποίος διήρκεσε από το 1337 έως το 1453. Έτσι, ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του μεσαιωνικού αρχιτεκτονικού αριστουργήματος είναι ενδεικτικά της εποχής: δωμάτια φρουρών, ένα «δωμάτιο παραμονής», το οποίο ήταν καταφύγιο σε περίπτωση επίθεσης, και μια οχυρωμένη είσοδος.

Το κάστρο δεσπόζει σε έναν κλιμακωτό, ασβεστολιθικό βράχο με θέα στον ποταμό Ντορντόν και το Μπεϋνάκ-ε-Καζενάκ, ένα χωριό της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Η επιβλητική παρουσία του οφείλεται στις πέτρινες επάλξεις, στους ψηλούς πύργους και σε μια βαθιά, διπλή τάφρο. Μια περισσότερο προσεκτική ματιά στο εσωτερικό του αποκαλύπτει πολυτελείς διακοσμήσεις, κυρίως από ταπισερί και ζωγραφισμένα πλούσια υφάσματα.

Αν και ο κατάλογος των βαρόνων που κατείχαν ή επισκέπτονταν το Σατώ ντε Μπεϋνάκ είναι μακρύς, ο πλέον αξιοσημείωτος είναι ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, ο οποίος κατέλαβε το φρούριο το 1189 και το κράτησε για 10 χρόνια.

Το δωμάτιο πολιτικής Περιγκόρ είναι το μέρος όπου συναντιούνταν οι βαρόνοι της περιοχής για να συζητήσουν κυβερνητικά ζητήματα. Τα δάπεδα του δωματίου είναι κατασκευασμένα από δοκούς και κονίαμα, ενώ ο θολωτός χώρος γοτθικής καμάρας από τούβλα και ογκόλιθους φέρει περίπλοκες ταπισερί στους τοίχους του. Ένα τζάκι με σκαλιστούς κίονες βρίσκεται στη μέση του μακρόστενου δωματίου. (Aurelien KEMPF-piksl.fr/Shutterstock)

 

Το ασβεστολιθικό κλιμακοστάσιο κατασκευάστηκε τον 17ο αιώνα και φέρει σχεδιαστικά στοιχεία εμπνευσμένα από την Αναγέννηση (κλασικά ρωμαϊκά και ελληνικά), κυρίως στα κάγκελα. Οι περίτεχνες ταπισερί του κλιμακοστασίου απεικονίζουν επίσης κλασικές εικόνες, ειδικά στις καμάρες και τις διακοσμητικές κολώνες, που έρχονται σε αντίθεση με τους γυμνούς δοκούς της οροφής. (Thesupermat/CC BY-SA 3.0)

 

Έχοντας προστεθεί περίπου τον 13ο αιώνα, η κουζίνα του κάστρου είναι πρακτικά κατανεμημένη για πυρασφάλεια, με χοντρούς πέτρινους τοίχους, πέτρινα ή πισέ δάπεδα (πατημένη γη) και γάντζους που κρέμονται από την οροφή για να κρατούν τα τρόφιμα μακριά από τους αρουραίους. Ένα τεράστιο τοξωτό τζάκι χρησιμοποιείται για μαγείρεμα και ζέστη. Οι βαθιές θολωτές περιοχές παρείχαν άφθονο χώρο αποθήκευσης για βαρέλια διαφόρων μεγεθών. Όπως σε πολλούς χώρους του κάστρου, η οροφή είναι κατασκευασμένη από εκτεθειμένους δοκούς. (Aurelien KEMPF-piksl.fr/Shutterstock)

 

Σε αντίθεση με την κύρια πόρτα εισόδου, το παρατηρητήριο είναι μια οχυρωμένη είσοδος που έχει σχεδιαστεί για να προστατεύεται από τις περισσότερες γωνίες και περιλαμβάνει μια κινητή γέφυρα. Η πόρτα διαθέτει σχέδιο γοτθικής οξυκόρυφης καμάρας, τόσο στην ξύλινη πόρτα όσο και στο περίβλημα από πέτρα. (Pack-Shot/Shutterstock)

 

Μια από τις περισσότερο διακοσμημένες αίθουσες του κάστρου είναι το σαλόνι. Ταπισερί με μεσαιωνικές παραστάσεις κρέμονται στους τοίχους και ζωγραφισμένα σχέδια καλύπτουν την πόρτα, τους δοκούς και το πλαίσιο της οροφής. Όπως συνηθίζεται στα κάστρα, ολόσωμες πανοπλίες πλαισιώνουν τις πόρτες. (Luc Viatour/CC BY-SA 3.0)

 

Της Deena Bouknight

 

Ιστορία δύο πόλεων: Δρέσδη, Κόβεντρυ, και τα θαύματα της συμφιλίωσης

Με την πρώτη ματιά, είναι απλώς ένα ανομοιόμορφο κομμάτι παλιού ψαμμίτη, καμμένο από μια παλιά φωτιά. Αυτό είναι — αλλά δεν ήταν μια οποιαδήποτε παλιά φωτιά και η πέτρα δεν είναι απλώς ένας παλιός βράχος. Βρίσκεται σε μια ανακατασκευασμένη εκκλησία που αντιπροσωπεύει ένα σπάνιο και πολύτιμο ανθρώπινο επίτευγμα: τη συμφιλίωση.

Αυτή είναι μια ιστορία δύο πόλεων που ακρωτηριάστηκαν από τους ανέμους του πολέμου, αλλά αργότερα δέθηκαν με ειρήνη — η Δρέσδη στη Γερμανία και το Κόβεντρυ στην Αγγλία.

Η τελευταία υπέστη σοβαρές ζημιές από γερμανικές βόμβες κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Νοέμβριο του 1940. Η πρώτη καταστράφηκε προς το τέλος του πολέμου σε μια από τις πλέον διαβόητες επιθέσεις της στρατιωτικής ιστορίας, τον βομβαρδισμό της 13ης Φεβρουαρίου 1945 — πριν από 80 χρόνια, αυτήν την εβδομάδα.

Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Μιχαήλ καταστράφηκε από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια της «Καταιγίδας Κόβεντρυ» στις 14 Νοεμβρίου 1940, αφήνοντας ανέπαφα μόνο τον πύργο, το κωδωνοστάσιο, και τμήματα των εξωτερικών τοίχων. (Claudio Divizia/Shutterstock)

 

Και οι δύο πόλεις ήταν αστικές περιοχές μεσαίου μεγέθους, όχι ιδιαίτερα κρίσιμες. Οι ιστορικοί αγωνίζονται μέχρι σήμερα να εξηγήσουν γιατί στοχοποιήθηκαν και καταστράφηκαν.

Χιλιάδες πέθαναν και ολόκληρες γειτονιές εξαφανίστηκαν.

Η Δρέσδη καταστράφηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από τους βομβαρδισμούς των Συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με περίπου 25.000 έως 35.000 απώλειες αμάχων. (Deutsche Fotothek/CC BY-SA 3.0 de)

 

Τα ερείπια της Φράουενκιρχε, 1958. Τα ερείπια έμειναν ανέγγιχτα για δεκαετίες ως πολεμικό μνημείο. (Γερμανικά Ομοσπονδιακά Αρχεία, Giso Löwe/CC BY-SA 3.0 de)

 

Και στα δύο μέρη, οι επιδρομές γκρέμισαν φημισμένους και αγαπημένους καθεδρικούς ναούς.

Στο Κόβεντρυ, αφού το γοτθικό ορόσημό του του 14ου αιώνα ισοπεδώθηκε σχεδόν εντελώς, ο ιερέας της ενορίας βγήκε το επόμενο πρωί και, χρησιμοποιώντας ένα κομμάτι ξυλάνθρακα από την επίθεση, έγραψε σε έναν μισογκρεμισμένο τοίχο: «Πάτερ, συγχώρεσε». Η επιγραφή υπάρχει μέχρι σήμερα (αν και τώρα είναι τοποθετημένη σε ορειχάλκινο ένθετο) και τα ερείπια του καθεδρικού ναού έχουν αφεθεί ως έχουν, ως υπενθύμιση. Ανοιχτός στον θαμπό γαλάζιο ουρανό του Βόρειου Ατλαντικού, ο ναός είναι απόκοσμα γαλήνιος.

Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Μιχαήλ χτίστηκε αρχικά το 1450 ως ένας από τους μεγαλύτερους ενοριακούς ναούς στην Αγγλία. Απέκτησε καθεστώς καθεδρικού ναού το 1918. (Public Domain)

 

Μπερνάρντο Μπελλόττο, «Αγορά της Δρέσδης με τη Φράουενκιρχε», 1749–51. (Public Domain)

 

Στη Δρέσδη, η περίφημη Φράουενκιρχε του 1726 καταστράφηκε ολοσχερώς. Η ανοικοδόμηση από ένα σωρό ερειπίων ξεκίνησε μόλις το 1994, μετά την κατάρρευση της Ανατολικής Γερμανίας, και υποστηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις συνεισφορές του Κόβεντρυ. Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίον μια καμμένη πέτρα-ενθύμιο βρέθηκε στην ανακαινισμένη εκκλησία, η οποία άνοιξε το 2005.

«Όπως μπορείτε να φανταστείτε, αυτές οι αρχικές πέτρες έχουν απίστευτη σημασία για εμάς», μου λέει ένας εθελοντής οδηγός της Φράουενκιρχε καθώς περιηγούμαστε στην εκκλησία. Είναι ένα όμορφο κτίριο με ευάερο, φωτεινό εσωτερικό και μπαρόκ εξωτερικό, του οποίου η χαριτωμένη, ελαφριά διακοσμημένη κομψότητα αντιπροσωπεύει τη λουθηρανική προέλευσή του από τον 18ο αιώνα. Το ίδιο το όνομα — Εκκλησία της Κυρίας μας — έχει μια χαριτωμένη απλότητα.

Η ιστορία των δύο εκκλησιών και των πόλεών τους, που είναι επίσημα αδέλφια στην ειρήνη, τις καθιστούν ιδανικούς προορισμούς σε έναν κόσμο που, τέσσερεις γενιές μετά, παραμένει τσακισμένος από τον πόλεμο. Ως απόγονος των επιζώντων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το προσκύνημά μου σε αυτά τα δύο μέρη παραμένει ένα από τα πιο σημαντικά ταξίδια της ζωής μου.

Το γλυπτό «Συμφιλίωση» της Τζοζεφίνα Βασκονσέγιος αποκαλύφθηκε στα ερείπια του καθεδρικού ναού του Κόβεντρυ το 1995. Άλλα αγάλματα έχουν τοποθετηθεί στη Χιροσίμα, στο Βερολίνο και στο Μπέλφαστ. (Jim Linwood/CC BY 2.0)

 

«Αυτά είναι τα κομμάτια της αρχικής Αγίας Τράπεζας που μπορέσαμε να σώσουμε από τα ερείπια», συνεχίζει ο ασπρομάλλης συνομιλητής μου της Δρέσδης, χαμογελώντας όταν κοιτάζω από κοντά μια καμμένη πέτρα. «Μπορείτε να τα δείτε παντού. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να τα τοποθετήσουμε στην αρχική τους θέση.»

«Και εκεί», δείχνει πίσω από την Αγία Τράπεζα, «είναι ο σταυρός των καρφιών που μας έστειλε το Κόβεντρυ. Είναι από τα ερείπια της οροφής του καθεδρικού ναού τους». Αυτό το τεχνούργημα είναι ένας γωνιακός, αστόλιστος σταυρός που δεν μοιάζει με κανέναν από όσους έχω δει έως τώρα. «Και πάνω, στο καμπαναριό έξω, είναι ένα αστέρι που μας δόθηκε από το Κόβεντρυ.»

Ο νέος καθεδρικός ναός του Κόβεντρυ, σχεδιασμένος από τον αρχιτέκτονα Σερ Μπέιζιλ Σπενς, χτίστηκε δίπλα στα ερείπια του παλιού καθεδρικού ναού και καθαγιάστηκε το 1962. (Pauline Mongarny/Shutterstock)

 

Η επίδραση των ιστορικών τοποθεσιών είναι δύσκολο να εξηγηθεί με συγκεκριμένους όρους του 21ου αιώνα. Οι νόμοι της φυσικής δεν ισχύουν, τουλάχιστον όπως τους γνωρίζουμε τώρα. Αλλά πολλοί λαοί πιστεύουν ότι τα πάντα σε αυτόν τον πλανήτη έχουν πνεύμα, οπότε όταν βρίσκεστε σε χώρους με μεγάλη ιστορία, υπάρχει μια βαθιά πνευματική επίδραση. Το ένιωσα αυτό όταν πατούσα τα πέτρινα σκαλοπάτια ενός κάστρου των Σταυροφόρων στη Μάλτα, στις πύλες του Άουσβιτς, στις χορταριασμένες πλαγιές της Καλλίπολης, στην κορυφογραμμή των κοιμητηρίων στο Γκέττυσμπουργκ, όπου άλλαξε η παλίρροια της αμερικανικής ιστορίας.

Στη Βιέννη, μπορεί κανείς να καθίσει σε ένα στασίδι στη μικρή εκκλησία όπου πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το Ρέκβιεμ του Μότσαρτ. Στη Σάντα Φε του Νέου Μεξικού, οι ιθαγενείς τεχνίτες που ακουμπούν στους τοίχους του Παλατιού των Κυβερνητών συνεχίζουν μια παράδοση 110 ετών δίπλα σε ένα κτίριο 400 ετών.

Το εσωτερικό της Φράουενκιρχε χαρακτηρίζεται από καμπύλες στοές και μια θολωτή εσωτερική οροφή, δημιουργώντας έναν ελαφρύ, ανοιχτό χώρο. (alxpin/Getty Images)

 

Το εντυπωσιακό εσωτερικό της Φράουενκιρχε της Δρέσδης γοητεύει τους επισκέπτες με τον υπέροχο τρούλο και τον λεπτομερή σχεδιασμό του. Ολοκληρώθηκε το 1743, και το μπαρόκ μνημειακό κτήριο έστεψε τον ορίζοντα της παλιάς Δρέσδης για περισσότερους από δύο αιώνες. (Αντουάν Μπονίν)

 

Σε όλα αυτά τα μέρη, και σε χιλιάδες άλλα, ο αέρας της ιστορίας δεν είναι μια νεκρή ατμόσφαιρα. Όπως το έθεσε ο Φώκνερ, «το παρελθόν δεν είναι ποτέ νεκρό. Δεν είναι καν παρελθόν.»

Η Δρέσδη σήμερα είναι μια περήφανη πόλη της οποίας η μακρά ιστορία προσελκύει πολλούς επισκέπτες, και όχι μόνο για να θυμηθούμε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δύο ώρες νότια του Βερολίνου με το τρένο, το κέντρο της πόλης είναι Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως αποτέλεσμα της μεγαλοπρέπειας που χάρισε στην πρωτεύουσά του ο Αύγουστος Β’ ο Ισχυρός, ο Σάξονας μονάρχης του 18ου αιώνα, του οποίου ο πλούτος και η ισχύς έλαμψαν για λίγο τόσο λαμπρά όσο κανενός άλλου στην Ευρώπη.

Παρέες απολαμβάνουν τον ήλιο και την ηρεμία στις όχθες του ποταμού Έλβα. (Thomas Rötting)

 

Μεταξύ πολλών άλλων θαυμάτων, το Πράσινο Θησαυροφυλάκιο της Δρέσδης περιέχει τον μεγαλύτερο θησαυρό σε όλη την Ευρώπη, ένα πλήθος δωματίων με τόσα κοσμήματα που υπάρχει ένα ολόκληρο δωμάτιο αφιερωμένο σε σμαράγδια, ένα σε ζαφείρια, ένα σε διαμάντια, ένα σε ελεφαντόδοντο κ.ο.κ. Είναι σχεδόν αδιανόητο ότι τόσο πολλοί θησαυροί θα μπορούσαν να βρίσκονται σε ένα μέρος — σε σύγκριση με αυτό, τα διάσημα κοσμήματα του βρετανικού στέμματος είναι απλώς ένα κουτί με στολίδια. Ο ίδιος ο Αύγουστος δημιούργησε το μουσείο το 1723 σε μια πτέρυγα του Σαξονικού Βασιλικού Κάστρου, ανοίγοντας έτσι αυτό που γενικά πιστεύεται ότι είναι το πρώτο τέτοιο δημόσιο μουσείο στη Γη.

Αν και καθολικός, ο Αύγουστος Β’ έχτισε λίγα χρόνια αργότερα την προτεσταντική Φράουενκιρχε, η οποία έγινε διάσημος χώρος μουσικής και θρησκευτικών τελετών. Μεταξύ των πολλών ερμηνευτών της συγκαταλέγεται και ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, του οποίου το ρεσιτάλ του 1736 προσέλκυσε 2.000 ακροατές. Αυτό το γεγονός θα τιμηθεί φέτος στις 18 Απριλίου 2025, με μια παράσταση αυτού που πολλοί θεωρούν το βασικό του έργο, τα Κατά Ιωάννην Πάθη. Η περίφημη Λειτουργία σε Σι ελάσσονα και το Ορατόριο των Χριστουγέννων έχουν προγραμματιστεί για το ερχόμενο φθινόπωρο και χειμώνα, και δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο χώρο για αυτές τις ιερές εκφράσεις της θείας πρόνοιας.

Οι οικοδόμοι χρησιμοποίησαν τόσο παλιές όσο και νέες πέτρες για την ανοικοδόμηση της Φράουενκιρχε, υποδεικνύοντας συμβολικά ότι το παρελθόν είναι πάντα μέρος του παρόντος. (Πάτρικ Άιχλερ)

 

Το Κόβεντρυ δεν έχει τέτοια βασιλική χλιδή, αν και ο πιο διάσημος πολίτης του, η Λαίδη Γκοντάιβα, έχει ένα ή δύο αγάλματα. Μια ώρα βόρεια του Λονδίνου με το τρένο, η γενέτειρά της είναι μια γοητευτική μικρή πόλη στα βρετανικά Μίντλαντς όπου, μεταξύ άλλων, ένας επισκέπτης θα βρεθεί σε μια ανοιχτή αγορά με φρέσκο χυμό μήλου και τυρί τσένταρ. Εννοώ το πραγματικό, αυθεντικό τσένταρ, όχι το συρρικνωμένο, βαμμένο κίτρινο κομμάτι που βρίσκεται στα αμερικανικά σούπερ μάρκετ. Διαποτισμένος με το πνεύμα συνένωσης των Κόβεντρυ-Δρέσδης, επέστρεψα στις Ηνωμένες Πολιτείες για να τα μοιραστώ με οικογένεια και φίλους.

Η όλη οδύσσεια ξεκίνησε μια εβδομάδα νωρίτερα στη Δρέσδη, όπου είχα μόνο μια τελευταία ερώτηση να κάνω στον εθελοντή ξεναγό μου στην Φράουενκιρχε:

«Ήσουν εδώ;»

Γνέφει καταφατικά, αλλά γίνεται σαφές ότι παρανόησε την ερώτηση.

«Ναι, πήγα στο Κόβεντρυ!»

«Όχι, εννοώ εδώ, στη Δρέσδη, το 1945;»

Αφιερώνει λίγο χρόνο για να συνθέσει την απάντησή του.

«Ήμουν απλώς μικρό παιδί, αλλά θυμάμαι». Περαιτέρω σχολιασμός τού είναι σαφώς αδύνατος. Ησυχία πλημμυρίζει την εκκλησία και την κουβέντα μας. Μετά με οδηγεί σε έναν πλαϊνό τοίχο του ιερού. Εδώ υπάρχει ένας πίνακας στα Αγγλικά που εξηγεί όλη την απίστευτη ιστορία της Δρέσδης και του Κόβεντρυ και της αδελφοσύνης που χτίστηκε μεταξύ των δύο, και απλώνει το χέρι του προς το μέρος του, για να το διαβάσω. Και το κάνω, λέξη προς λέξη.

Η λειτουργία στην αγγλική γλώσσα γίνεται μια φορά την εβδομάδα και περιλαμβάνει μια ευλογία που γράφτηκε από έναν μεταπολεμικό κληρικό στο Κόβεντρυ. Ονομάζεται «Πατέρα, Συγχώρεσε» και ξεκινά:

Το μίσος που χωρίζει έθνος από έθνος, φυλή από φυλή, τάξη από τάξη,
Πατέρα, συγχώρεσε.
Τις άπληστες επιθυμίες ανθρώπων και εθνών να κατέχουν ό,τι δεν είναι δικό τους,
Πατέρα, συγχώρεσε.

Οι λέξεις «Πατέρα, Συγχώρεσε» ήταν γραμμένες στους ερειπωμένους τοίχους του καθεδρικού ναού του Αγίου Μιχαήλ, πίσω από δύο ξύλα της στέγης που είχαν πέσει σε σχήμα σταυρού. (sannse/CC BY-SA 3.0)

 

Από τους κατεστραμμένους τοίχους των καθεδρικών ναών του Κόβεντρυ και της Φράουενκιρχε, έχοντας ακούσει τις προσευχές για ειρήνη, φεύγει κανείς με μια μικροσκοπική, αστραφτερή ιδέα: Εάν αυτά τα δύο μέρη μπορούν να γίνουν αδέλφια, ίσως υπάρχει ακόμα ελπίδα.

του Έρικ Λούκας

«Η αρπαγή της Ευρώπης. Μια διαδρομή από τον μύθο ως τα χώματα μιας άγνωστης αρχαίας πόλης» στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο σας προσκαλεί σε μια αρχαιολογική διαδρομή στα ίχνη του μύθου της Ευρώπης, της νεαρής πριγκίπισσας που άρπαξε ο Δίας από την αρχαία Φοινίκη και έφερε στη γη που πήρε το όνομά της.

Η συναρπαστική δράση του Μουσείου πλαισιώνει τον εκθεσιακό σταθμό «Ευρωπαίων η πόλις» που παρουσιάζει για πρώτη φορά, στην καρδιά της Αθήνας, μια άγνωστη πόλη της αρχαίας Μακεδονίας, την αρχαία Ευρωπό, στο πλαίσιο των επιτυχημένων διοργανώσεων «Συναντήσεις Μουσείων στο Εθνικό».

Ένας αινιγματικός σφραγιδόλιθος από τις Μυκήνες, το αριστουργηματικό αγγείο της Ευρώπης από την αρχαία Αθήνα, η χρυσή βροχή του Δία σε έναν βοιωτικό κρατήρα και ένα παιδικό πήλινο αλογάκι με ρόδες από την αρχαία Ευρωπό, ξεκλειδώνουν τις αλληγορίες και τους συμβολισμούς μιας ερωτικής αρπαγής που έμελλε να ονομάσει μια ολόκληρη ήπειρο.

Στις 22 Φεβρουαρίου και στις 8 και 22 Μαρτίου ημέρα Σάββατο, ώρα 13:00, αρχαιολόγοι του Μουσείου και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κιλκίς υποδέχονται τους επισκέπτες στις αίθουσες του Μουσείου και αναζητούν μαζί τους την καταγωγή του μύθου της Ευρώπης από την ανατολική Μεσόγειο της Εποχής του Χαλκού ως το αρχαίο βασίλειο της Μακεδονίας.

Την πρώτη παρουσίαση της αρχαιολογικής διαδρομής (στις 22 Φεβρουαρίου) θα εμπλουτίσουν με μουσική της αρχαιότητας οι Θανάσης Κλεόπας και Θεόδωρος Κουμαρτζής, ερμηνευτές του μουσικού σχήματος Seikilo Ancient World Music.

Για την παρακολούθηση της παρουσίασης είναι απαραίτητη η προμήθεια εισιτηρίου και η δήλωση συμμετοχής ηλεκτρονικά ή με την έγκαιρη προσέλευση. Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.

Για ηλεκτρονική κράτηση πατήστε εδώ.

* * *

Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 28ης Οκτωβρίου (Πατησίων) 44, Αθήνα

Τηλ. επικοινωνίας: 213 214 4856, 2132144889, 2132144837, 2132144838

Email: eam@culture.gr www.namuseum.gr