Πέμπτη, 11 Σεπ, 2025

Ισραήλ: Ο στρατός ανέκτησε τη σορό ενός Ταϊλανδού ομήρου που κρατούνταν στη Γάζα

Ο στρατός του Ισραήλ ανέκτησε τη σορό ενός Ταϊλανδού ομήρου, ο οποίος κρατούνταν στη Λωρίδα της Γάζας μετά την επίθεση της Χαμάς εναντίον του ισραηλινού εδάφους στις 7 Οκτωβρίου 2023, ανακοίνωσε σήμερα ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Ίσραελ Κατς.

Σύμφωνα με τον Ισραηλινό υπουργό, τη σορό του Ναταπόνγκ Πίντα κρατούσε η παλαιστινιακή οργάνωση μαχητών Ταξιαρχίες Μουτζαχεντίν, και ανακτήθηκε από την περιοχή της Ράφα στο νότια Γάζα. Η οικογένεια του ομήρου στην Ταϊλάνδη έχει ενημερωθεί.

Ο Πίντα, εργάτης γης, απήχθη από το κιμπούτς Νιρ Οζ, μια μικρή ισραηλινή κοινότητα κοντά στα σύνορα με τη Γάζα, όπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού σκοτώθηκαν ή συνελήφθησαν όμηροι κατά την επίθεση της Χαμάς που πυροδότησε τον καταστροφικό πόλεμο στη Γάζα.

Ο ισραηλινός στρατός διευκρίνισε ότι ο Πίντα ήταν ζωντανός όταν απήχθη και σκοτώθηκε από τους απαγωγείς του, οι οποίοι σκότωσαν και μετέφεραν στη Γάζα τις σορούς άλλων δύο Ισραηλινοαμερικανών ομήρων που ανακτήθηκαν νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.

Προς το παρόν δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο από τις Ταξιαρχίες Μουτζαχεντίν, που αρνούνταν προηγουμένως ότι έχει σκοτώσει ομήρους, ή από τη Χαμάς. Ο ισραηλινός στρατός δήλωσε πως οι Ταξιαρχίες κρατούν τη σορό άλλου ενός ξένου υπηκόου. Μόνο 20 από τους 55 εναπομείναντες ομήρους θεωρούνται ζωντανοί.

Οι Ταξιαρχίες Μουτζαχεντίν κρατούσαν επίσης και σκότωσαν την Ισραηλινή όμηρο Σίρι Μπίμπας και τους δύο μικρούς γιους της, σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές. Οι σοροί τους επιστράφηκαν στη διάρκεια της δίμηνης εκεχειρίας, η οποία κατέρρευσε τον Μάρτιο αφότου οι δύο πλευρές δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν στους όρους της επέκτασής της σε μια δεύτερη φάση.

Από τότε το Ισραήλ διεύρυνε την επιχείρησή του σε όλη της Λωρίδα της Γάζας, καθώς προσπάθειες υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, του Κατάρ και της Αιγύπτου να εξασφαλιστεί μια νέα κατάπαυση του πυρός έχουν βαλτώσει.

Τα Ηνωμένα Έθνη προειδοποιούν ότι οι περισσότεροι από τα 2,3 εκατομμύρια του πληθυσμού της Γάζας κινδυνεύουν με λιμό έπειτα από ισραηλινό αποκλεισμό του θύλακα επί 11 εβδομάδες, με το ποσοστό των μικρών παιδιών που υποφέρουν από οξύ υποσιτισμό να τριπλασιάζεται σχεδόν.

Οργάνωση υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ σταμάτησε τη διανομή βοήθειας

Η διανομή βοήθειας σταμάτησε χθες, Παρασκευή, αφότου το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ Ανθρωπιστικό Ίδρυμα για τη Γάζα (GHF) δήλωσε πως ο συνωστισμός κατέστησε μη ασφαλή τη συνέχιση των επιχειρήσεών του. Δεν είναι σαφές αν η διανομή βοήθειας επαναλήφθηκε σήμερα.

Την Τετάρτη, το GHF ανέστειλε τη διανομή βοήθειας και ζήτησε από τον ισραηλινό στρατό να επανεξετάσει τα πρωτόκολλα ασφαλείας αφότου Παλαιστίνιοι νοσοκομειακοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι περισσότεροι από 80 άνθρωποι σκοτώθηκαν από πυρά και εκατοντάδες τραυματίστηκαν κοντά σε σημεία διανομής βοήθειας το διάστημα 1-3 Ιουνίου.

Το GHF άρχισε να διανέμει δέματα τροφίμων στη Γάζα στα τέλη Μαΐου, επιβλέποντας ένα νέο μοντέλο διανομής βοήθειας το οποίο σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη δεν είναι ούτε αμερόληπτο ούτε ουδέτερο. Λέει ότι έχει χορηγήσει μέχρι τώρα περίπου εννέα εκατομμύρια γεύματα.

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει αυξανόμενη διεθνή πίεση σχετικά με την επίθεσή του εναντίον της Χαμάς, που έχει βυθίσει τη Γάζα σε ανθρωπιστική κρίση και έχει εκτοπίσει τους περισσότερους κατοίκους της.

Μαχητές υπό την ηγεσία της Χαμάς συνέλαβαν 251 ομήρους και σκότωσαν 1.200 ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν άμαχοι, στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023, την πιο φονική μέρα στην ιστορία του Ισραήλ.

Η εκστρατεία του στρατού του Ισραήλ από τότε σκότωσε τουλάχιστον 54.000 Παλαιστινίους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν άμαχοι, σύμφωνα με αρχές υγείας της υπό τη διοίκηση της Χαμάς Γάζας και κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του πυκνοκατοικημένου παραλιακού θύλακα.

Οι οικογένειες των εναπομεινάντων ομήρων φοβούνται ότι όσοι είναι ζωντανοί κινδυνεύουν από τη συνεχιζόμενη ισραηλινή επίθεση και εκείνοι που είναι νεκροί θα χαθούν για πάντα. Το Ισραήλ λέει πως η εκστρατεία έχει σκοπό να τους φέρει όλους πίσω.

Περισσότεροι από 40 όμηροι έχουν σκοτωθεί εν ομηρεία, ορισμένοι στη διάρκεια ισραηλινών πληγμάτων και άλλοι σκοτώθηκαν από τους απαγωγείς τους.

ΒΧ

Κρίση αξιοπιστίας για τα κινεζικά αυτοκίνητα: Η διαφθορά στο προσκήνιο της βιομηχανίας

Η ραγδαία ανάπτυξη της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας και η επέκτασή της στις διεθνείς αγορές συνοδεύονται από σοβαρά ζητήματα ασφάλειας και αξιοπιστίας, με ρίζες στο δομικό πρόβλημα της διαφθοράς εντός του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας, σύμφωνα με αποκαλύψεις μηχανικού που εργάστηκε σε αναγνωρισμένη εταιρεία του κλάδου.

Ο Χουάνγκ Γκοουτσένγκ, πρώην μηχανικός σχεδιασμού μηχανικών δομών με πολυετή πείρα στη Γκουανγκσί, μίλησε πρόσφατα στην Epoch Times, περιγράφοντας πως η διαφθορά και η έλλειψη αυστηρών ελέγχων υπονομεύουν συστηματικά την ασφάλεια και την ποιότητα των κινεζικών οχημάτων. «Οι περισσότερες κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες επικεντρώνονται στην εμφάνιση, το χρώμα και τον εξοπλισμό των αυτοκινήτων, παραμελώντας ουσιαστικά την απόδοση και, κυρίως, την ασφάλεια», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Χουάνγκ.

Σύμφωνα με τις καταγγελίες του, η διαφθορά διαπερνά ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής, με αποτέλεσμα οι παραβάσεις στους τομείς των ελέγχων και των προδιαγραφών ασφαλείας να παραμένουν ατιμώρητες. Οι εταιρείες συχνά δίνουν προτεραιότητα σε εντυπωσιακά αισθητικά χαρακτηριστικά που ενισχύουν την εμπορικότητα, εις βάρος των κρίσιμων προδιαγραφών αντοχής και προστασίας επιβατών.

Έκθεση ηλεκτρικού οχήματος Zeekr στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας, στις 25 Οκτωβρίου 2024. (Susan Mortimer/The Epoch Times)

 

Η κατασκευαστική φιλοσοφία που προκρίνει την ταχύτατη είσοδο στην αγορά, ιδιαίτερα σε σχέση με τις ηλεκτρικές εκδόσεις – όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα της BYD, που εξάγονται όλο και περισσότερο στην Ευρώπη – εντείνει τις ανησυχίες για την ποιότητα και ασφάλειά τους. Πρόσφατες έρευνες και δημοσιεύματα έχουν επίσης αναδείξει θέματα λανθασμένων προτύπων ελέγχου και παραβιάσεων στη διαδικασία πιστοποίησης.

Παρά τη σαφή οικονομική ενίσχυση του κλάδου από το κράτος, κυρίως μέσω φορολογικών κινήτρων και άμεσων επιδοτήσεων, η βούληση για επιβολή ποιοτικών και ασφαλιστικών προτύπων φαίνεται να αποδυναμώνεται, κυρίως λόγω της εμπλοκής εταιρικών και κρατικών αξιωματούχων σε αμοιβαία ωφέλιμες δοσοληψίες. Η παθητικότητα των ρυθμιστικών αρχών και το θολό θεσμικό πλαίσιο δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου η διαφθορά μπορεί να ανθίσει ανενόχλητη.

Χαρακτηριστικό είναι ότι οι αγοραστές στην Κίνα και το εξωτερικό συναντούν όλο και περισσότερες μαρτυρίες για ελαττωματικά ή επικίνδυνα οχήματα. Αυτό επιβεβαιώνουν άλλωστε και πρόσφατες έρευνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που παρατηρούν αύξηση των καταγγελιών για προβλήματα στην ασφάλεια οχημάτων προέλευσης Κίνας.

Οι αποκαλύψεις διαμορφώνουν ένα κλίμα αυξανόμενου σκεπτικισμού μεταξύ διεθνών εταίρων και καταναλωτών. Καθώς ευρωπαϊκές αγορές – η Γερμανία, η Γαλλία και οι σκανδιναβικές χώρες – αντιμετωπίζουν μαζική είσοδο κινεζικών αυτοκινήτων, κορυφαίοι αναλυτές και παράγοντες της αγοράς τονίζουν πως το ζήτημα της διαφθοράς δεν αφορά μόνο εσωτερική κινεζική πολιτική, αλλά επηρεάζει ευθέως και την ευρωπαϊκή ασφάλεια στους δρόμους, με κίνδυνο να μεταφερθούν τα δομικά μειονεκτήματα στην παγκόσμια αγορά.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει ήδη την επιβολή αυστηρότερων ελέγχων και προδιαγραφών για την πιστοποίηση των παραγόμενων ή εισαγόμενων οχημάτων από την Κίνα, υπό το βάρος των πρόσφατων αποκαλύψεων και της ανησυχίας για φαινόμενα «dumping», δηλαδή πώλησης κάτω του κόστους με σκοπό την κατάληψη αγορών.

Η επισήμανση της διαφθοράς ως βασικού παράγοντα διάβρωσης των θεσμών και της ασφάλειας στον κινεζικό χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας καθιστά το ζήτημα αυτό παγκοσμίου ενδιαφέροντος. Για τους διεθνείς καταναλωτές, η ανεπάρκεια διαφάνειας και αξιοπιστίας ενέχει σοβαρούς κινδύνους για την οδική ασφάλεια και την αξία των επενδύσεών τους.

Όπως επισημαίνουν ειδικοί σε ζητήματα εμπορίου και βιομηχανίας, μόνο μέσω σύγχρονων και διαφανών ρυθμιστικών μηχανισμών που θα εφαρμόζονται απαρέγκλιτα μπορεί να διασφαλισθεί ένα επίπεδο προστασίας για τους αγοραστές εντός και εκτός Κίνας. Οι δεσμεύσεις για την καταπολέμηση της διαφθοράς, βάσει διεθνών προδιαγραφών, αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση της αξιοπιστίας των κινεζικών προϊόντων στην παγκόσμια αγορά.

Η διαδρομή της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας προς την παγκόσμια καταξίωση περνά αναπόφευκτα μέσα από τη διαχείριση της διαφθοράς και την πλήρη εναρμόνιση με αυστηρά πρότυπα ασφάλειας και διαφάνειας. Καθώς οι διεθνείς μηχανισμοί ελέγχου ενισχύονται, η πίεση για ριζικές μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της Κίνας και η ενσωμάτωση διαφανών πρακτικών γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική, τόσο για την προστασία των πολιτών όσο και για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου.

Με τη συμβολή των Τσενγκ Μουλάν και Τσανγκ Τσουν 

Ο Καναδάς και η Κίνα συμφώνησαν στην τακτική διεξαγωγή υψηλόβαθμων συνομιλιών

Ο Καναδάς και η Κίνα συμφώνησαν να καθιερώσουν τακτικές υψηλόβαθμες συνομιλίες, σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου του Καναδού πρωθυπουργού Μαρκ Κάρνεϊ, έπειτα από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ στις 5 Ιουνίου.

Όπως αναφέρεται στο σχετικό ανακοινωθέν, οι δύο ηγέτες αντάλλαξαν απόψεις για τις διμερείς σχέσεις, υπογραμμίζοντας τη σημασία της επικοινωνίας, και συμφώνησαν στην ανάγκη θεσμοθέτησης διαύλων διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, συζητήθηκαν επίσης ζητήματα εμπορίου, ενώ, σύμφωνα με το ίδιο ανακοινωθέν, οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν για συνεργασία με στόχο την αντιμετώπιση της κρίσης του φαιντανύλης.

Ο Κάρνεϊ έθεσε επίσης «εμπορικά προβλήματα» που σχετίζονται με το εμπόριο γεωργικών και διατροφικών προϊόντων, αναφερόμενος στους πρόσφατους δασμούς που επέβαλε το Πεκίνο στον Καναδά. Επίσης, έκανε λόγο για «άλλα ζητήματα» χωρίς να δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες.

Το πρωθυπουργικό γραφείο επιβεβαίωσε ότι πρόκειται για την πρώτη επικοινωνία του Κάρνεϊ με την κινεζική πλευρά από την ανάληψη των καθηκόντων του.

Μιλώντας στις 6 Ιουνίου για την τηλεφωνική συνομιλία, ο Καναδός πρωθυπουργός ανέφερε πως επρόκειτο για την απαρχή μιας διαδικασίας «επαναπροσδιορισμού» των σχέσεων με την Κίνα. Υπογράμμισε ότι πρόκειται για τον δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο του Καναδά, ενώ επισήμανε πως αρκετοί τομείς, όπως η γεωργία και η αλιεία, πλήττονται από τους κινεζικούς δασμούς. Παράλληλα, δήλωσε πως οι Καναδοί πολίτες έχουν επηρεαστεί άμεσα από το φαιντανύλη και τις πρόδρομες χημικές του ουσίες. Σύμφωνα με τον ίδιο, τέθηκαν όλα αυτά τα ζητήματα ευθέως στην κινεζική πλευρά, ενώ εγκαινιάστηκε διαδικασία διαλόγου σε υπουργικό επίπεδο για το εμπόριο και άλλα θέματα.

Οι πρωθυπουργοί της Σασκάτσουαν, Σκοτ Μο, και της Μανιτόμπα, Γουάμπ Κινιού, έχουν ζητήσει από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να παρέμβει ώστε να τερματιστούν οι κινεζικοί δασμοί στα καναδικά προϊόντα ελαιοκράμβης (canola). Από την πλευρά της, η πρωθυπουργός της Αλμπέρτα, Ντανιέλ Σμιθ, κατηγόρησε το Πεκίνο ότι επιχειρεί να διχάσει τον Καναδά μέσω στοχευμένων εμπορικών μέτρων.

Εμπορικές εντάσεις και γεωπολιτικό υπόβαθρο

Οι σχέσεις Καναδά–Κίνας, ήδη τεταμένες τα τελευταία χρόνια, έχουν επιδεινωθεί περαιτέρω λόγω νέου κύκλου εμπορικών αντιπαραθέσεων.

Η Κίνα επέβαλε νωρίτερα φέτος δασμούς ύψους 3,7 δισ. δολαρίων σε καναδικά προϊόντα, σε μια κίνηση που ερμηνεύθηκε ως αντίποινα για τα μέτρα που είχε λάβει ο Καναδάς το προηγούμενο έτος σε βάρος κινεζικών αγαθών – μεταξύ άλλων, 100% δασμούς στα ηλεκτρικά οχήματα και 25% σε αλουμίνιο και χάλυβα.

Τα μέτρα του Πεκίνου ήρθαν σε μια περίοδο που οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν ευρείας κλίμακας δασμούς στην Κίνα, ασκώντας πίεση στους συμμάχους τους να ευθυγραμμιστούν με τη στρατηγική τους.

Η Οττάβα από την πλευρά της ανέφερε ότι οι δασμοί της αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του «αθέμιτου ανταγωνισμού» από τις κινεζικές επιχειρήσεις, οι οποίες, σύμφωνα με την καναδική κυβέρνηση, επωφελούνται από μια κρατικά κατευθυνόμενη πολιτική υπερπαραγωγής και υπερπροσφοράς.

Τα πιο πρόσφατα μέτρα του Πεκίνου περιλαμβάνουν 100% δασμούς στο καναδικό έλαιο ελαιοκράμβης, στα υποπροϊόντα του και στις εισαγωγές αρακά, καθώς και επιπλέον επιβαρύνσεις 25% σε θαλασσινά και χοιρινό κρέας. Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι οι δασμοί βασίζονται σε εσωτερική έρευνα κατά των διακρίσεων, η οποία, όπως λέει, ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο. Η Οτtάβα χαρακτηρίζει τις επιβαρύνσεις αδικαιολόγητες και απορρίπτει τόσο τη βάση όσο και τα ευρήματα της κινεζικής έρευνας.

Ο Αμερικανός πρέσβης στον Καναδά, Πιτ Χούκστρα, δήλωσε πρόσφατα ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν ο Καναδάς να ευθυγραμμιστεί με την πολιτική τους έναντι της Κίνας. Όπως φέρεται να είπε σε συνέντευξή του στην Globe and Mail, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει καταστήσει σαφές ότι η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια και την ευημερία της Αμερικής, και πως η Ουάσιγκτον επιδιώκει συνεργασίες με χώρες που είναι πρόθυμες να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις από την πλευρά του Πεκίνου.

Οι αμερικανικές αρχές έχουν ζητήσει επανειλημμένα από τρίτες χώρες να μην συνταχθούν με την Κίνα σε ζητήματα εμπορίου, ειδικά ενόψει της όξυνσης των σινοαμερικανικών εμπορικών σχέσεων.

Η επιδείνωση των σχέσεων Οττάβα–Πεκίνου χρονολογείται από το 2018, όταν η Κίνα προχώρησε στην αυθαίρετη κράτηση των Καναδών Μάικλ Σπέιβορ και Μάικλ Κόβριγκ, σε μια ενέργεια που ερμηνεύθηκε ως αντίποινα για τη σύλληψη της στελέχους της Huawei, Μενγκ Γουάντζου, στο Βανκούβερ, έπειτα από αίτημα έκδοσης των ΗΠΑ.

Η ένταση κλιμακώθηκε περαιτέρω μετά από αποκαλύψεις στον καναδικό Τύπο, στα τέλη του 2022, για εκτεταμένες παρεμβάσεις του Πεκίνου στη δημοκρατική διαδικασία του Καναδά. Οι καταγγελίες οδήγησαν στη σύσταση δημόσιας έρευνας, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Κίνα αποτελεί «τον πλέον ενεργό παράγοντας ξένης παρέμβασης στους καναδικούς δημοκρατικούς θεσμούς», σύμφωνα με την τελική έκθεση της Επιτροπής για την Ξένη Παρέμβαση που δημοσιεύθηκε νωρίτερα φέτος.

Με τη συμβολή των Omid Ghoreishi και Isaac Teo

9 τραυματίες σε πτήση της Ryanair καθώς σφοδρές αναταράξεις οδήγησαν σε αναγκαστική προσγείωση στη Γερμανία

Πτήση της Ryanair που εκτελούσε δρομολόγιο από το Βερολίνο προς το Μιλάνο αναγκάστηκε να κάνει αναγκαστική προσγείωση στη νότια Γερμανία αργά την Τετάρτη, όταν αντιμετώπισε σφοδρές αναταράξεις, με συνέπεια να τραυματιστούν εννέα άτομα, σύμφωνα με τη γερμανική αστυνομία.

Το περιστατικό συνέβη γύρω στις 20:30 τοπική ώρα, καθώς το αεροσκάφος Boeing, που μετέφερε 179 επιβάτες και έξι μέλη πληρώματος, χτυπήθηκε από βίαια καιρικά φαινόμενα που κινούνταν στην περιοχή, ανέφερε η αστυνομία σε ανακοίνωσή της την Πέμπτη.

Οι αναταράξεις ήταν τόσο έντονες που ο πιλότος αποφάσισε να εκτρέψει την πορεία του αεροπλάνου, κάνοντας μια μη προγραμματισμένη προσγείωση στο αεροδρόμιο του Μέμμινγκεν στη Βαυαρία, σύμφωνα με τις Αρχές.

Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης περίμεναν το αεροσκάφος κατά την προσγείωση και εξέτασαν όλους τους επιβαίνοντες, διαπιστώνοντας τραυματισμούς σε οκτώ επιβάτες και ένα μέλος του πληρώματος. Οι τρεις εξ αυτών νοσηλεύτηκαν στο Μέμμινγκεν, ενώ οι λοιποί έξι έλαβαν τις πρώτες βοήθειες επί τόπου και πήραν εξιτήριο μετά από περίθαλψη στα εξωτερικά ιατρεία.

Με το αεροσκάφος καθηλωμένο στο έδαφος, η Ryanair φρόντισε να μεταφερθούν με λεωφορείο οι επιβάτες στον προβλεπόμενο προορισμό τους, καθώς το Μιλάνο βρίσκεται περίπου 380 χιλιόμετρα νότια του Μέμμινγκεν.

Οι έντονες καιρικές συνθήκες που διέκοψαν την πτήση της Ryanair προκάλεσαν ζημιές και σε άλλα μέρη της νότιας Γερμανίας. Στο Ουλμ, που βρίσκεται στο κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης, οι καταιγίδες προκάλεσαν ζημιές σε πολλά σπίτια, σύμφωνα με το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων Deutsche Presse-Agentur (dpa).

Στην περιοχή Ντόναουστέτεν, ισχυροί άνεμοι ξήλωσαν τις στέγες πολλών κατοικιών, αφήνοντάς τες ακάλυπτες. Οι αξιωματικοί της πυροσβεστικής υποψιάζονται ότι ένας μικρός ανεμοστρόβιλος ή ριπή νερού μπορεί να ευθύνεται και η Γερμανική Μετεωρολογική Υπηρεσία (DWD) διερευνά το περιστατικό, σύμφωνα με το dpa.

Κλήσεις έκτακτης ανάγκης σχετικά με ζημιές από καταιγίδα αναφέρθηκαν και από άλλες περιοχές της νότιας Γερμανίας, αλλά τα περισσότερα περιστατικά αφορούσαν πεσμένα δέντρα και πλημμυρισμένα υπόγεια.

Η DWD προειδοποίησε για περαιτέρω καταιγίδες την Πέμπτη, με τις προβλέψεις να προβλέπουν χαλάζι, ισχυρούς ανέμους και τοπικές έντονες βροχοπτώσεις.

Το περιστατικό της Ryanair είναι το τελευταίο μίας σειρά συμβάντων που σχετίζονται με αναταράξεις και επηρεάζουν τις εμπορικές πτήσεις τους τελευταίους μήνες.

Τον Νοέμβριο του 2024, μια πτήση της Lufthansa από το Μπουένος Άιρες προς τη Φρανκφούρτη αντιμετώπισε έντονες αναταράξεις πάνω από τον Ατλαντικό, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό έντεκα ατόμων — πέντε επιβατών και έξι μελών πληρώματος. «Η πτήση δεν κινδύνευσε ούτε μία στιγμή» και όλοι οι τραυματίες έλαβαν ιατρική βοήθεια κατά την προσγείωση, σύμφωνα με τη Lufthansa.

Οι αναταράξεις έχουν προκαλέσει και πιο σοβαρά περιστατικά. Τον Μάιο του 2024, μια πτήση της Singapore Airlines υπέστη έντονες δονήσεις πάνω από τη Βιρμανία (γνωστή και ως Μιανμάρ), με αποτέλεσμα τον θάνατο ενός επιβάτη από καρδιακή προσβολή και τον τραυματισμό 30 άλλων.

Οι αιτίες αυτών των αναταράξεων είναι συχνά πολύπλοκες. Το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών των ΗΠΑ ανακοίνωσε πρόσφατα το πόρισμά του για την απόφαση πιλότων της Hawaiian Airlines να πετάξουν πάνω από ένα επικίνδυνο κύτταρο καταιγίδας, η οποία οδήγησε σε σοβαρές αναταράξεις που τραυμάτισαν 20 άτομα το 2022.

Η τελική έκθεση σημειώνει ότι η πιθανή αιτία του ατυχήματος ήταν η «απόφαση του πληρώματος πτήσης να πετάξει πάνω από ένα κύτταρο καταιγίδας αντί να παρεκκλίνει από την πορεία για να το αποφύγει» παρά τις μετεωρολογικές πληροφορίες που υποδείκνυαν την πιθανότητα σοβαρών αναταράξεων. Η Hawaiian Airlines δήλωσε: «Εκπαιδεύουμε τακτικά τα πληρώματά μας για να αποφεύγουν κρίσιμα καιρικά φαινόμενα, συμπεριλαμβανομένων των αναταράξεων», και δεσμεύτηκε να συνεχίσει να μαθαίνει από τέτοια συμβάντα.

Ανακτήθηκαν τα πτώματα δύο Ισραηλινοαμερικανών ομήρων στη Γάζα

Τα νεκρά σώματα δύο Ισραηλινοαμερικανών ομήρων, της 70χρονης Τζούντυ Λιν Γουάινσταϊν και του 72χρονου συζύγου της Γκαντ Χαγκάι, ανέκτησε ο ισραηλινός στρατός στην περιοχή Χαν Γιουνίς της Λωρίδας της Γάζας, σύμφωνα με ανακοίνωση των Ενόπλων Δυνάμεων του Ισραήλ (IDF) στις 5 Ιουνίου.

Το ζευγάρι, το οποίο ζούσε στο κιμπούτς Νιρ Οζ κοντά στα σύνορα με τη Γάζα, ήταν μεταξύ των 31 ατόμων που είχαν απαχθεί κατά την επίθεση της Χαμάς τον Οκτώβριο του 2023. Ο Χαγκάι ήταν επίσης Καναδός υπήκοος. Ο θάνατός τους είχε ανακοινωθεί από το κιμπούτς τον Δεκέμβριο του 2023.

Όπως ανέφερε ο στρατός, τα πτώματα ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια κοινής επιχείρησης των IDF και της Ισραηλινής Υπηρεσίας Ασφαλείας (ISA – Σιν Μπετ) στη Χαν Γιουνίς. Στην ίδια ανακοίνωση σημειώνεται ότι το ζευγάρι είχε απαχθεί και «δολοφονηθεί με αγριότητα» από μέλη της παλαιστινιακής οργάνωσης Μουτζαχεντίν, η οποία φέρεται να συνεργάστηκε με τη Χαμάς κατά την επίθεση του Οκτωβρίου.

Τα πτώματα ταυτοποιήθηκαν και η οικογένεια, όπως και η κοινότητα της Νιρ Οζ, ενημερώθηκαν σχετικά, σύμφωνα με τον ισραηλινό στρατό.

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, εξέφρασε μέσω της πλατφόρμας Χ τα συλλυπητήριά του στις οικογένειες των θυμάτων, σημειώνοντας ότι «οι καρδιές όλων των Ισραηλινών πενθούν για αυτή τη φριχτή απώλεια» και καταλήγοντας με την ευχή «να είναι αιωνία η μνήμη τους».

Η Γουάινσταϊν και ο Χαγκάι είχαν απαχθεί ενώ έκαναν μία πρωινή βόλτα κοντά στο σπίτι τους στο κιμπούτς, την ημέρα της επίθεσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Γουάινσταϊν κατάφερε να καλέσει τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και να αναφέρει ότι και οι δύο είχαν δεχθεί πυρά, ζητώντας να μεταφερθεί ένα μήνυμα στην οικογένειά της.

Η Γουάινσταϊν δίδασκε αγγλικά σε παιδιά με ειδικές ανάγκες στο κιμπούτς και παρέδιδε μαθήματα διαλογισμού σε παιδιά που υπέφεραν από άγχος λόγω των συχνών επιθέσεων με ρουκέτες από τη Γάζα. Ο Χαγκάι ήταν συνταξιούχος σεφ και μουσικός της τζαζ.

Η σύγκρουση στη Γάζα ξεκίνησε στις 7 Οκτωβρίου 2023, όταν ένοπλοι της Χαμάς πέρασαν τα σύνορα, σκοτώνοντας περίπου 1.200 ανθρώπους και απάγοντας περίπου 250 ομήρους προς τη Λωρίδα της Γάζας. Τον Ιανουάριο του τρέχοντος συμφωνήθηκε ανακωχή μεταξύ των εμπόλεμων μερών, με την απελευθέρωση ορισμένων ομήρων σε αντάλλαγμα για Παλαιστινίους κρατούμενους, ωστόσο η εκεχειρία κατέρρευσε την 1η Μαρτίου.

Πριν από την ανακοίνωση για τη Γουάινσταϊν και τον Χαγκάι, το Ισραήλ ανέφερε ότι η Χαμάς κρατούσε ακόμη 58 ομήρους, εκ των οποίων μόνο οι 23 πιστεύεται ότι είναι ακόμη ζωντανοί.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Κατηγορίες για εμπρησμό με ρωσική υποκίνηση: Στο δικαστήριο έξι άνδρες για επίθεση σε προμηθευτή του Starlink στην Ουκρανία

Έξι άνδρες δικάζονται στο Λονδίνο για εμπρηστική επίθεση εναντίον επιχείρησης που προμήθευε τον εξοπλισμό δορυφορικού διαδικτύου Starlink στην Ουκρανία, σε υπόθεση που, σύμφωνα με την Εισαγγελία, συνδέεται με την παραστρατιωτική ρωσική οργάνωση Βάγκνερ.

Κατά την έναρξη της δίκης στο Ποινικό Δικαστήριο του Λονδίνου (επίσης γνωστό ως Old Bailey), ο εισαγγελέας Ντάνκαν Πέννυ (Duncan Penny KC) ανέφερε ότι η επίθεση, η οποία σημειώθηκε στις 20 Μαρτίου 2024, είχε οργανωθεί από πράκτορες της Βάγκνερ – οργάνωσης που το Ηνωμένο Βασίλειο χαρακτήρισε ως τρομοκρατική το 2023.

Οι κατηγορούμενοι Τζακήμ Ρόουζ, 23 ετών, Ούγκνιους Ασμένα, 20, Νίι Μένσα, 23, και Πωλ Ήνγκλις, 61, αρνήθηκαν τις κατηγορίες για εμπρησμό με επιβαρυντικά στοιχεία. Δύο ακόμη άνδρες, οι Άστον Έβανς, 20, και Ντμίτριους Παουλάουσκας, 23, δήλωσαν αθώοι στην κατηγορία της απόκρυψης πληροφοριών για τρομοκρατική ενέργεια. Ο εισαγγελέας έκανε λόγο για «συντριπτικά» στοιχεία εναντίον τους.

Κατά την αγόρευσή του, ο Πέννυ ανέφερε ότι η πράξη ήταν εσκεμμένη και μεθοδικά σχεδιασμένη, υπό την καθοδήγηση ξένης επιρροής. Πρόσθεσε ότι οι κατηγορούμενοι ενδεχομένως αγνοούσαν τη φύση της επιρροής τη στιγμή της επίθεσης, και το κίνητρό τους ίσως ήταν κυρίως οικονομικό. Για άλλους εμπλεκομένους, είπε, τα κίνητρα φαίνεται να ήταν και πολιτικά και ιδεολογικά.

Το δικαστήριο ενημερώθηκε ότι η πυρκαγιά προκάλεσε ζημιές περίπου 1 εκατομμυρίου λιρών (1,18 εκατομμύρια ευρώ) σε βιομηχανική μονάδα στην περιοχή Λέιτον της ανατολικής πλευράς του Λονδίνου. Οι ένορκοι άκουσαν ότι την επίθεση συντόνισαν ο Ντύλαν Ερλ, 20 ετών, και ο Τζέηκ Ρηβς, 23, οι οποίοι έχουν ήδη δηλώσει ένοχοι για εμπρησμό και για παραβάσεις του Νόμου Εθνικής Ασφάλειας του 2023.

Σύμφωνα με την εισαγγελία, ο Ερλ ήταν ο «εγκέφαλος» της επίθεσης και στρατολογήθηκε από την ομάδα Βάγκνερ μέσω καναλιού στην πλατφόρμα Telegram. Φέρεται να είχε εκδηλώσει προθυμία να εκτελέσει «αποστολές», με τον εμπρησμό στο Λέιτον να είναι η πρώτη. Φαινόταν να γνωρίζει, κατά τον εισαγγελέα, ότι ενεργούσε κατά της Ουκρανίας και υπέρ των ρωσικών συμφερόντων.

Ο Ερλ και ο Ρηβς ήταν τα πρώτα άτομα που κατηγορήθηκαν βάσει του Νόμου Εθνικής Ασφάλειας 2023 του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της πολιτικής παρέμβασης, της κατασκοπείας και της συνεργασίας με ξένες υπηρεσίες πληροφοριών.

Ο Πέννυ δήλωσε πως η ομάδα σχεδίαζε και άλλες εμπρηστικές επιθέσεις εναντίον δύο επιχειρήσεων στην περιοχή Μέυφερ, στο κεντρικό Λονδίνο: συγκεκριμένα σε ένα κατάστημα κρασιών με την επωνυμία Hedonism και σε ένα εστιατόριο με την ονομασία Hide. Οι δύο επιχειρήσεις ανήκαν, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, σε έναν εύπορο Ρώσο αντικαθεστωτικό, ο οποίος είχε εκφράσει ανοιχτά την αντίθεσή του στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν και στον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ είχε συμβάλει στη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας από τη Βρετανία προς την Ουκρανία.

Τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσίασε η εισαγγελία περιελάμβαναν βιντεοληπτικό υλικό από κάμερες ασφαλείας και κυκλοφορίας, καθώς και δεδομένα από κινητά τηλέφωνα. Ο Μένσα φέρεται να κατέγραψε την επίθεση με το κινητό του και να τη μετέδωσε ζωντανά μέσω FaceTime. Οι κάμερες κατέγραψαν τους Ρόουζ και Μένσα να αποβιβάζονται από ένα Kia Picanto, που οδηγούσε ο Ήνγκλις, και να σκαρφαλώνουν έναν τοίχο για να προσεγγίσουν τη βιομηχανική μονάδα. Ο Ρόουζ, ο οποίος είχε αγοράσει βενζίνη από κοντινό πρατήριο, φέρεται να την έριξε στις πόρτες του κτιρίου και να έβαλε φωτιά.

Ένας οδηγός φορτηγού, που βρισκόταν παρκαρισμένος κοντά, προσπάθησε μάταια να σβήσει τη φωτιά, επιδεικνύοντας, κατά τον εισαγγελέα, «εξαιρετική γενναιότητα». Ο Πέννυ πρόσθεσε ότι στο σημείο εντοπίστηκε μαχαίρι με DNA του Ρόουζ, ενώ ο Μένσα φέρεται να έστειλε μήνυμα στον Ρηβς, αναφέροντας πως ο L9 (ψευδώνυμο του Ρόουζ) είχε ξεχάσει το μαχαίρι του στο σημείο της επίθεσης.

Ο Ερλ φέρεται να είχε εξηγήσει στον Ρηβς ότι η ομάδα Βάγκνερ στόχευε σε καταστροφή αποθηκών που έστελναν φορτηγά στην Ουκρανία. Σύμφωνα με την εισαγγελία, το σχέδιο περιελάμβανε και απαγωγή του Ρώσου επιχειρηματία, με σκοπό να μεταφερθεί στη Ρωσία και να φυλακιστεί. Οι δύο φέρεται να συζήτησαν χρηματικές αμοιβές για τις επιθέσεις και την απαγωγή, χρησιμοποιώντας τους όρους «5Κ» για την έκρηξη και «50Κ» για την απαγωγή.

Η υπεράσπιση των κατηγορουμένων αναμένεται να παρουσιαστεί στη συνέχεια της δίκης, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη και εκτιμάται ότι θα διαρκέσει αρκετές εβδομάδες.

Με πληροφορίες από τα Associated Press και PA Media

Ο Μερτς ζήτησε από τον Τραμπ αυστηρότερη στάση έναντι της Ρωσίας στη συνάντηση στον Λευκό Οίκο

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υποδέχθηκε τον Γερμανό καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς στον Λευκό Οίκο στις 5 Ιουνίου, σε μια συνάντηση που επικεντρώθηκε σε κρίσιμα ζητήματα, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι εμπορικές εντάσεις και οι αμυντικές δαπάνες των μελών του ΝΑΤΟ.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους στο Οβάλ Γραφείο, ο Μερτς εμφανίστηκε βέβαιος ότι ο Τραμπ μπορεί να συμβάλει στην επίλυση της σύρραξης και τον προέτρεψε να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στο Κρεμλίνο. Σύμφωνα με πηγές της συνάντησης, ο καγκελάριος ανέφερε ότι όλοι αναζητούν τρόπους και μέσα για να τερματιστεί ο πόλεμος και σημείωσε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη ασκήσει πίεση στη Μόσχα, προσθέτοντας ότι χρειάζονται περαιτέρω μέτρα.

Αναφερόμενος στην επικείμενη επέτειο της Απόβασης στη Νορμανδία (6 Ιουνίου), ο Μερτς φέρεται να εξήρε τον ιστορικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στον τερματισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στην απελευθέρωση της Γερμανίας από τη ναζιστική κυριαρχία, δηλώνοντας ότι οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν τι οφείλουν και ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται ξανά σε θέση ισχύος για να συμβάλουν στον τερματισμό ενός ακόμη πολέμου στην Ευρώπη.

Από την πλευρά του, ο Τραμπ προειδοποίησε ότι εάν Ρωσία και Ουκρανία δεν φθάσουν σε συμφωνία ειρήνης, τότε ο ίδιος σκοπεύει να υιοθετήσει μια «πολύ σκληρή» στάση, που ενδεχομένως —όπως είπε— να αφορά και τις δύο πλευρές. Παρομοίασε την κατάσταση με δύο παιδιά που τσακώνονται και δεν θέλουν να χωρίσουν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ενίοτε είναι προτιμότερο να εξαντλήσουν πρώτα τον θυμό τους.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ πιέζει εδώ και μήνες για την επίτευξη μόνιμης ειρήνης. Την προηγούμενη ημέρα της συνάντησης, αποκάλυψε μέσω ανάρτησης στο Truth Social ότι είχε μακρά τηλεφωνική συνομιλία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, χαρακτηρίζοντάς την «καλή», αν και —όπως διευκρίνισε— δεν θα οδηγούσε σε άμεση επίλυση. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Πούτιν τον διαβεβαίωσε ότι σκοπεύει να απαντήσει δυναμικά στη μεγάλη επίθεση με drone που πραγματοποίησε πρόσφατα η Ουκρανία εναντίον ρωσικών βάσεων.

Ο Λευκός Οίκος διευκρίνισε ότι ο Τραμπ δεν είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για την ουκρανική επίθεση. Νωρίτερα, στις 2 Ιουνίου, ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφαν Κορνέλιους είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους ότι ο καγκελάριος θα έκανε «ό,τι είναι δυνατό» για να πείσει τον Τραμπ να στηρίξει μια δίκαιη κατάπαυση του πυρός και νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Σημεία τριβής

Ήταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη του Μερτς στην Ουάσιγκτον μετά τη νίκη του στις γερμανικές εκλογές τον Μάιο. Ο Τραμπ τον χαρακτήρισε «καλό συνομιλητή», προσθέτοντας με χιούμορ ότι «είναι δύσκολος».

Ο καγκελάριος είχε εκφράσει στο παρελθόν ενόχληση για την τεταμένη συνάντηση του Τραμπ με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τον Μάρτιο. Επίσης, είχε επικρίνει τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, για τις δηλώσεις του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, τις οποίες χαρακτήρισε υπερβολικές, καθώς ο Αμερικανός αξιωματούχος κατηγορήσε Ευρωπαίους ηγέτες ότι υπονομεύουν τη δημοκρατία.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επίσης επικρίνει τη γερμανική υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας για την απόφασή της να χαρακτηρίσει το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) ως ακροδεξιό εξτρεμιστικό σχηματισμό. Το AfD είχε συγκεντρώσει 20,8% στις εκλογές του Φεβρουαρίου, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση.

Σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη, ο Μερτς είχε δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον οφείλει να αφήσει έξω από τη συζήτηση τα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα της Γερμανίας.

Παρόλα αυτά, επεδίωξε να βρει κοινό έδαφος με τον Τραμπ σε κρίσιμα θέματα όπως η Ουκρανία, το εμπόριο και οι αμυντικές δαπάνες. Μιλώντας στον δημόσιο γερμανικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα WDR, ο Μερτς ανέφερε ότι στις συνομιλίες του με τον Τραμπ προσπαθεί να είναι σύντομος και να του δίνει χώρο να εκφραστεί. Όπως είπε, «πρέπει να προσαρμόζεις τον τρόπο προσέγγισης, χωρίς όμως να μειώνεις το κύρος σου — δεν είμαστε ικέτες».

Σε συμβολική κίνηση, που παραπέμπει σε ανάλογη χειρονομία της Άνγκελα Μέρκελ, ο καγκελάριος προσκάλεσε τον Τραμπ στο Κάλσταντ, το γερμανικό χωριό από όπου καταγόταν ο παππούς του Τραμπ. Μάλιστα, του προσέφερε το αυθεντικό πιστοποιητικό γέννησης του προγόνου του.

Εμπόριο και δασμοί

Βασικό ζήτημα στη συνάντηση αποτέλεσε και το εμπόριο, καθώς συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για την αποφυγή της επιβολής αυξημένων αμερικανικών δασμών πριν από την καταληκτική ημερομηνία του Ιουλίου. Επί του παρόντος, τα περισσότερα προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπόκεινται σε δασμούς 10%.

Ο Τραμπ είχε ανακοινώσει την επιβολή δασμών ύψους 50% σε εισαγωγές από την ΕΕ, με ισχύ από την 1η Ιουνίου. Ωστόσο, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, συμφώνησε να μεταθέσει την εφαρμογή τους για τις 9 Ιουλίου.

Η Γερμανία, ως μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, αναμένεται να επηρεαστεί ιδιαίτερα από την επιβολή καθολικών δασμών. Ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν οι ειδικοί δασμοί σε τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, το ατσάλι, τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα ημιαγωγικά και τα αεροσκάφη. Οι δασμοί για τα αυτοκίνητα ανέρχονται στο 25%, ενώ πρόσφατα αυξήθηκαν και οι επιβαρύνσεις για τον χάλυβα και το αλουμίνιο από 25% σε 50%.

Παρότι ο Μερτς έθεσε το ζήτημα ψηλά στην ατζέντα του, δεν διέθετε εντολή από την ΕΕ για διαπραγματεύσεις. Ο Ευρωπαίος επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφτσοβιτς, συναντήθηκε στις 4 Ιουνίου στο Παρίσι με τον Αμερικανό εμπορικό εκπρόσωπο, Τζέημι Γκρηρ. Η συνάντηση χαρακτηρίστηκε εποικοδομητική, ωστόσο ο Σέφτσοβιτς εξέφρασε ανησυχία για τη διπλή αύξηση των δασμών σε μεταλλεύματα.

Αμυντικές δαπάνες 

Ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη υποστηρίξει ότι τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, πρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, έχει εντείνει τις πιέσεις για την επίτευξη υψηλότερων στόχων.

Στην υπουργική σύνοδο του ΝΑΤΟ που πραγματοποιήθηκε στην Τουρκία τον Μάιο, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιόχαν Βάντεπουλ, συντάχθηκε με την άποψη Τραμπ, ζητώντας σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών. Πρότεινε την καθιέρωση στόχου στο 5% του ΑΕΠ, έναντι του σημερινού 2%, ή εναλλακτικά 3,5% για άμυνα και επιπλέον 1,5% για συναφείς υποδομές, σύμφωνα με πρόταση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε.

Διαπιστωμένες περιπτώσεις διακίνησης και εμπορίας ανηλίκων ωθούν σουηδική επιτροπή να προτείνει τον τερματισμό των διακρατικών υιοθεσιών

Την αναστολή όλων των διακρατικών υιοθεσιών συνέστησε επίσημα σουηδική κρατική επιτροπή, έπειτα από έρευνα που αποκάλυψε ότι, επί δεκαετίες, χιλιάδες παιδιά ενδέχεται να υιοθετούνταν παράνομα, σε περιπτώσεις που συνιστούν εμπορία ανηλίκων, με εμπλοκή των αρχών και των φορέων υιοθεσίας.

Σε συνέντευξη Τύπου στη Στοκχόλμη, στις 2 Ιουνίου, η υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών Καμίλα Βάλτερσον Γκρόνβαλ δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι έχουν καταγραφεί «φρικτές περιπτώσεις, με ελλιπή στοιχεία προέλευσης, ακόμη και περιπτώσεις παιδιών που κλάπηκαν από τους γονείς τους».

Η ίδια επεσήμανε ότι υπήρξε υπερβολική εμπιστοσύνη προς τις κυβερνήσεις των χωρών προέλευσης των υιοθετημένων παιδιών. Σύμφωνα με τη Human Rights Watch, περίπου 60.000 άτομα έχουν υιοθετηθεί στη Σουηδία από το εξωτερικό, με τις πρώτες υιοθεσίες να ξεκινούν τη δεκαετία του 1950 από τη Νότια Κορέα και στη συνέχεια να επεκτείνονται σε χώρες όπως η Κίνα, η Χιλή, η Αιθιοπία, η Ινδία, η Σρι Λάνκα και η Ταϊλάνδη. Ο αριθμός των υιοθεσιών κορυφώθηκε στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, ενώ από τις αρχές του 2000 παρουσιάζει σταθερή πτώση.

Εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών ότι αρκετά από τα παιδιά είχαν απομακρυνθεί παράνομα από τους βιολογικούς τους γονείς, η επιτροπή διαπίστωσε επιβεβαιωμένα περιστατικά εμπορίας παιδιών από το 1970 έως το 2000.

Η Άννα Σίνγκερ, επικεφαλής της έρευνας και καθηγήτρια Αστικού Δικαίου, ανέφερε στην Epoch Times ότι η πρακτική αυτή φαίνεται να μειώνεται σταδιακά από μόνη της. Το 2023, όπως είπε, υιοθετήθηκαν μόλις 54 παιδιά από το εξωτερικό προς τη Σουηδία, ενώ πολλές χώρες έχουν πάψει να δίνουν παιδιά για υιοθεσία σε ζευγάρια που μένουν σε άλλη χώρα.

Κατά την ίδια, οι οργανισμοί υιοθεσιών δεν αποτελούν βιώσιμη λύση για την κάλυψη των αναγκών των παιδιών, καθώς είναι προτιμότερο να ενισχυθούν οι συνθήκες διαβίωσης στις χώρες καταγωγής τους — κάτι που, κατά την άποψή της, ενδέχεται να παρεμποδίζεται από την ύπαρξη διακρατικών υιοθεσιών.

Στο μικροσκόπιο η Κίνα

Η τελική έκθεση, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 2 Ιουνίου και αποτελείται από δύο τόμους, βασίζεται σε έρευνα που ξεκίνησε το 2021. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, οι σουηδικοί οργανισμοί υιοθεσίας ανέλαβαν σοβαρά ρίσκα δραστηριοποιούμενοι στην Κίνα, μια χώρα που χαρακτηρίζεται ως «κλειστή», με εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες διαφάνειας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου που εξετάστηκε.

Όλα τα παιδιά που υιοθετήθηκαν από την Κίνα περιγράφονταν ως εγκαταλελειμμένα και δεν συνοδεύονταν από ιστορικό ή πληροφορίες για την προέλευσή τους, κάτι που καθιστούσε αδύνατο να διαπιστωθεί αν οι υιοθεσίες εξυπηρετούσαν πράγματι το συμφέρον των παιδιών.

Οι κινεζικές αρχές, όπως αναφέρεται στην έκθεση, έχουν επιβεβαιώσει ότι τέσσερις υιοθεσίες από την Κίνα προς τη Σουηδία συνδέονται με το κύκλωμα εμπορίας παιδιών στην επαρχία Χουνάν, που αποκαλύφθηκε το 2005. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο και περισσότερες υιοθεσίες να σχετίζονται με αυτήν την υπόθεση.

Σύμφωνα με την έκθεση, δημιουργήθηκαν οικονομικά κίνητρα για τις υιοθεσίες, καθώς τα κινεζικά ορφανοτροφεία λάμβαναν αποζημιώσεις από 3.000 έως 5.000 δολάρια για κάθε παιδί που δινόταν για διεθνή υιοθεσία. Οι σουηδικές εποπτικές αρχές διαπίστωσαν ότι τα ιδρύματα αυτά εξαρτώνταν οικονομικά από τις σχετικές χρεώσεις.

Συνολικά έχουν πραγματοποιηθεί σχεδόν 4.300 υιοθεσίες από την Κίνα, καθιστώντας την τέταρτη σε αριθμό χώρα προέλευσης για τη Σουηδία. Οι περισσότερες υιοθεσίες έλαβαν χώρα την περίοδο 2000-2010, με περισσότερα από 3.200 παιδιά να μεταφέρονται εκείνη τη δεκαετία.

Η Κίνα είναι επίσης μία από τις λίγες χώρες που ενέκριναν την υιοθεσία μικρών παιδιών από άτομα χωρίς σύζυγο.

Η έκθεση επισημαίνει ότι οι σουηδικές εταιρείες υιοθεσιών δεν διασφάλισαν ούτε ότι τα παιδιά διατέθηκαν μέσω των νόμιμων διαδικασιών ούτε ότι η διαδικασία εξυπηρετούσε το βέλτιστο συμφέρον των παιδιών. Σε πολλές περιπτώσεις, έλειπαν υπογεγραμμένα έγγραφα από τους βιολογικούς γονείς, ακόμα και όταν αυτοί ήταν γνωστοί, ενώ οι φάκελοι παρουσίαζαν ελλείψεις σε βασικά στοιχεία απαραίτητα για την αναζήτηση της καταγωγής από τα ίδια τα υιοθετημένα άτομα.

«Τελικά, το σουηδικό κράτος απέτυχε να προστατεύσει τα δικαιώματα των παιδιών στο πλαίσιο των διακρατικών υιοθεσιών», αναφέρεται στην έκθεση. «Αυτό σημαίνει ότι το κράτος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη και να λάβει μέτρα ώστε να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα του παρελθόντος.»

Μεταξύ των συστάσεων περιλαμβάνονται η έκδοση επίσημης συγγνώμης προς τα υιοθετημένα άτομα και τις οικογένειές τους, καθώς και η παροχή οικονομικής στήριξης για να μπορέσουν όσοι επιθυμούν να ταξιδέψουν στη χώρα καταγωγής τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ολλανδία ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο ότι θα καταργήσει σταδιακά τις διακρατικές υιοθεσίες εντός της επόμενης εξαετίας, έπειτα από επίσημη έκθεση του 2021 που αποκάλυψε περιπτώσεις παιδιών που είχαν κλαπεί ή αγοραστεί από τους φυσικούς τους γονείς από τη δεκαετία του 1960.

Ανάλογη πρόθεση για τερματισμό των διακρατικών υιοθεσιών ανακοίνωσε και η Ελβετία τον Ιανουάριο, επικαλούμενη παρόμοιες ανησυχίες.

Του Owen Evans
Με τη συμβολή του Roger Sahlström και πληροφορίες από Reuters και Press Association

Ρωσία και Ουκρανία ολοκλήρωσαν δεύτερο γύρο συνομιλιών – Προετοιμάζουν ανταλλαγή αιχμαλώτων

Οι αντιπροσωπείες Ουκρανίας και Ρωσίας ολοκλήρωσαν τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων για εκεχειρία στην Τουρκία, σε συνάντηση που διήρκεσε μόλις μία ώρα.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε, στις 2 Ιουνίου, ότι οι δύο πλευρές προετοιμάζουν νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων, ενώ η ουκρανική αντιπροσωπεία παρέδωσε στη ρωσική πλευρά λίστα με απελαθέντα παιδιά, ζητώντας την επιστροφή τους.

Στον προηγούμενο γύρο απευθείας επαφών, τον Μάιο, είχε προηγηθεί ανταλλαγή 1.000 αιχμαλώτων από κάθε πλευρά.

Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν ανέφερε, πριν την έναρξη των συνομιλιών, ότι στόχος της δεύτερης αυτής συνάντησης, που πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου, ήταν να εξεταστούν οι προϋποθέσεις για κατάπαυση του πυρός, να διευκολυνθούν περαιτέρω ανταλλαγές αιχμαλώτων και να συζητηθεί ενδεχόμενη συνάντηση μεταξύ των προέδρων Ρωσίας και Ουκρανίας. «Τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα στις επαφές αυτές», είπε.

Επικεφαλής της ουκρανικής αντιπροσωπείας ήταν ο υπουργός Άμυνας Ρουστέμ Ουμέροφ, ενώ της ομάδας του Κρεμλίνου ηγήθηκε ο προεδρικός σύμβουλος Βλαντίμιρ Μεντίνσκι.

Ο Ουμέροφ δήλωσε, μετά τη συνάντηση, ότι το Κίεβο εμμένει σε «πλήρη και άνευ όρων παύση των εχθροπραξιών άμεσα». Πρόσθεσε πως η Ουκρανία είχε αποστείλει τις θέσεις της στη ρωσική πλευρά μέρες πριν τις συνομιλίες, αλλά δεν έλαβε απάντηση από τη Μόσχα παρά μόνο την ημέρα της συνάντησης.

Όπως ανέφερε, το Κίεβο θα χρειαστεί μία εβδομάδα για να εξετάσει τα αιτήματα της Ρωσίας. Υπογράμμισε, επίσης, ότι ουσιαστικές συνομιλίες ειρήνης μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο σε επίπεδο αρχηγών κρατών, ενώ καλωσόρισε τη συμμετοχή ξένων ηγετών στη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Ουμέροφ τόνισε ότι «ο πόλεμος αυτός πρέπει να τελειώσει» και υποστήριξε πως «όλος ο κόσμος στηρίζει αυτή την προσπάθεια».

Οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη πραγματοποιήθηκαν λίγο μετά από σειρά ουκρανικών επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά ρωσικών βάσεων, οι οποίες κατέστρεψαν ή έθεσαν εκτός λειτουργίας σημαντικό μέρος της ρωσικής στρατηγικής αεροπορίας, πλήττοντας την ικανότητα της Μόσχας να μεταφέρει πυρηνικά όπλα, σύμφωνα με το Κίεβο.

Στις 2 Ιουνίου, ο Ζελένσκι εξέφρασε την άποψη ότι η Ρωσία θα είναι πιο πρόθυμη να διαπραγματευτεί εάν δεχθεί περισσότερες τέτοιες απώλειες: «Η Ρωσία πρέπει να καταλάβει τι σημαίνουν οι απώλειές της – αυτό είναι που θα την ωθήσει στη διπλωματία».

Η επίθεση είχε μεγάλη γεωγραφική έκταση, με στόχους σε διαφορετικές χρονικές ζώνες, μεταξύ των οποίων και μια αεροπορική βάση σε απόσταση άνω των 4.000 χιλιομέτρων από την Ουκρανία. Για την επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν drone που είχαν μεταφερθεί λαθραία και εκτοξεύθηκαν από φορτηγά σταθμευμένα κοντά στις βάσεις.

Την 1η Ιουνίου, η Ρωσία απάντησε με 472 επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε ουκρανικό έδαφος, περιλαμβανομένων πολιτικών στόχων, σε μια προσπάθεια να καταλύσει την ουκρανική αντιαεροπορική άμυνα.

Παράλληλα, συνεχίζει να απορρίπτει τις εκκλήσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για άμεση κατάπαυση του πυρός ως προϋπόθεση για την έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών.

Ενώ ο Ζελένσκι έχει αποδεχθεί το αίτημα του Τραμπ, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει καταθέσει μια σειρά από μεταβαλλόμενες απαιτήσεις και αρνείται να δεσμευτεί σε κατάπαυση του πυρός.

Μεταξύ των ρωσικών αιτημάτων περιλαμβάνεται η παράδοση τεσσάρων ουκρανικών περιφερειών – Ντονέτσκ, Χερσώνα, Λουγκάνσκ και Ζαπορίζια – τις οποίες ο Πούτιν ισχυρίζεται ότι προσάρτησε το 2022, αν και η Ρωσία δεν τις έχει πλήρως καταλάβει μετά από τρία χρόνια πολέμου.

Στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, οι υποστηριζόμενοι από τη Ρωσία αυτονομιστές εξεγέρθηκαν αρχικά κατά της ουκρανικής κυβέρνησης το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Η εξέγερση αυτή σηματοδότησε την έναρξη ενός βίαιου ανταρτοπολέμου, που διήρκεσε έως ότου η Μόσχα εισέβαλε στην Ουκρανία το 2022.

Η στάση της Μόσχας απέναντι στις αμερικανικές πρωτοβουλίες επικρίνεται από την κυβέρνηση Τραμπ, με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Τζ. Ντ. Βανς να δηλώνει τον προηγούμενο μήνα σε Ευρωπαίους υπουργούς Άμυνας ότι ο Πούτιν «ζητάει υπερβολικά πολλά».

Ο Βανς ανέφερε πως η Ουάσιγκτον σκοπεύει να υποβάλει προτάσεις και προς τις δύο πλευρές κάθε λίγες εβδομάδες, απαιτώντας από Μόσχα και Κίεβο να τις εξετάζουν σοβαρά. Προειδοποίησε, επίσης, ότι αν διαπιστωθεί πως μία από τις δύο πλευρές ενεργεί «κακή τη πίστει», οι ΗΠΑ θα αποσύρουν την υποστήριξή τους για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός, αφήνοντας τις δύο χώρες να συνεχίσουν τον πόλεμο.

Αμερικανοί νομοθέτες έχουν επίσης προειδοποιήσει ότι η Ρωσία ενδέχεται να αντιμετωπίσει νέες κυρώσεις, εφόσον δεν επιδείξει καλή πίστη στη διαπραγμάτευση.

Το Ισραήλ αρνείται ότι πυροβόλησε πολίτες σε σημείο διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα – Κατηγορεί τη Χαμάς για το θανατηφόρο περιστατικό

Το Ισραήλ αρνήθηκε ότι πυροβόλησε Παλαιστινίους κοντά σε σημείο διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, λέγοντας ότι οι δυνάμεις του δεν στόχευσαν πολίτες και κατηγόρησε τη Χαμάς ότι άνοιξε πυρ στην περιοχή.

Το υπουργείο Υγείας της Γάζας, το οποίο ελέγχεται από την τρομοκρατική ομάδα Χαμάς, δήλωσε ότι περισσότεροι από 30 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν και σχεδόν 170 τραυματίστηκαν την 1η Ιουνίου στη νότια Γάζα, κοντά σε σημείο διανομής τροφίμων, και ότι ο ισραηλινός στρατός άνοιξε πυρ εναντίον ανθρώπων που συγκεντρώνονταν για να λάβουν επισιτιστική βοήθεια.

Την 1η Ιουνίου, οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF) διέψευσαν αυτούς τους ισχυρισμούς με ανάρτηση στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X:

«Ψευδείς αναφορές διαδίδονται τις τελευταίες ώρες, συμπεριλαμβανομένων σοβαρών ισχυρισμών κατά του IDF σχετικά με πυρά εναντίον κατοίκων της Γάζας, στην περιοχή του σημείου διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα», έγραψε ο IDF.

Ο ισραηλινός στρατός δήλωσε ότι σύμφωνα με τα ευρήματα μιας αρχικής έρευνας, ο IDF «δεν πυροβόλησε εναντίον αμάχων ενώ βρίσκονταν κοντά ή εντός του σημείου διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας και […] οι αναφορές προς τούτο είναι ψευδείς».

Ο IDF δήλωσε ότι συνεργάζεται με το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ Ανθρωπιστικό Ίδρυμα για τη Γάζα (GHF) και διεθνείς οργανισμούς βοήθειας για να καταστεί δυνατή η διανομή βοήθειας στους κατοίκους της Γάζας και «όχι στη Χαμάς».

Στις 2 Ιουνίου, ο Ερυθρός Σταυρός δήλωσε ότι νωρίς το πρωί της 1ης Ιουνίου, το Νοσοκομείο Πεδίου του Ερυθρού Σταυρού, χωρητικότητας 60 κλινών, στη Ράφα, δέχθηκε «μαζική εισροή 179 θυμάτων, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών».
Ανέφερε ότι οι περισσότεροι έφεραν «τραύματα από πυροβολισμούς ή θραύσματα».

Είκοσι ένας ασθενείς κηρύχθηκαν νεκροί κατά την άφιξή τους και όλοι οι ασθενείς δήλωσαν ότι προσπαθούσαν να φτάσουν σε σημείο διανομής βοήθειας, σύμφωνα με τον Ερυθρό Σταυρό.

«Αυτός είναι ο υψηλότερος αριθμός τραυματιών από όπλα σε ένα μόνο περιστατικό από την ίδρυση του νοσοκομείου εκστρατείας, πριν από ένα χρόνο. Ξεπέρασε κατά πολύ τη χωρητικότητα του νοσοκομείου», ανέφερε.

Το Ισραήλ άρχισε να περιορίζει την παράδοση βοήθειας στη Γάζα τον Μάρτιο, λέγοντας ότι η Χαμάς έκλεβε τη βοήθεια και την πουλούσε για να χρηματοδοτήσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις.

Σε δήλωση του, στις 22 Μαΐου, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι είχε συμβουλευτεί τους Αμερικανούς συμμάχους του Ισραήλ σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν «για να εμποδίσουν τη Χαμάς από το να λεηλατεί τη βοήθεια» και ότι, μαζί, είχαν «επινοήσει έναν μηχανισμό για την επίτευξη αυτού του στόχου».

Το GHF δημιουργήθηκε το 2025 ως μέρος ενός σχεδίου που ξεκίνησε το Ισραήλ για την παροχή βοήθειας σε Παλαιστίνιους πολίτες στη Γάζα, χωρίς παρέμβαση της Χαμάς.

Στις 25 Μαΐου, ο Τζέηκ Γουντ, εκτελεστικός διευθυντής του GHF, παραιτήθηκε, λέγοντας ότι ήταν σαφές ότι το σχέδιο δεν μπορούσε να εφαρμοστεί τηρώντας «τις αρχές του ανθρωπισμού, της ουδετερότητας, της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας», τις οποίες είπε ότι «δεν θα εγκαταλείψει».

Ο Γουντ, πρώην ελεύθερος σκοπευτής των Αμερικανών Πεζοναυτών, ο οποίος διορίστηκε στη θέση αυτή πριν από δύο μήνες, δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες.

Η γαλλική κυβέρνηση δήλωσε στις 30 Μαΐου ότι θα μπορούσε να σκληρύνει τη θέση της απέναντι στο Ισραήλ σχετικά με την κατάσταση με την παροχή βοήθειας στη Γάζα.

«Ο ανθρωπιστικός αποκλεισμός δημιουργεί μια κατάσταση που είναι αφόρητη», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν στις 30 Μαΐου, κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου στη Σιγκαπούρη με τον πρωθυπουργό της Σιγκαπούρης Λώρενς Γουόνγκ.

«Επομένως, εάν δεν υπάρξει απάντηση που να ανταποκρίνεται στην ανθρωπιστική κατάσταση τις επόμενες ώρες και ημέρες, προφανώς θα πρέπει να σκληρύνουμε τη συλλογική μας θέση. Αλλά εξακολουθώ να ελπίζω ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ θα αλλάξει τη στάση της και ότι θα έχουμε επιτέλους μια ανθρωπιστική απάντηση.»

Η σύγκρουση στη Γάζα χρονολογείται από τις 7 Οκτωβρίου 2023, όταν τρομοκράτες της Χαμάς διέσχισαν τα σύνορα με το Ισραήλ, σκοτώνοντας περίπου 1.200 ανθρώπους και συλλαμβάνοντας περίπου 250 ομήρους στη λωρίδα εδάφους που ήλεγχαν.

Τα στοιχεία του Μαΐου από το υπουργείο Υγείας της Γάζας που ελέγχεται από τη Χαμάς αναφέρουν ότι η επακόλουθη σύγκρουση έχει κοστίσει τη ζωή τουλάχιστον 52.800 Παλαιστινίων.

Οι αριθμοί δεν κάνουν διάκριση μεταξύ μαχητών και αμάχων και δεν μπορούν να επαληθευτούν ανεξάρτητα.