Οι Ηνωμένες Πολιτείες προχωρούν σε στρατηγική συνεργασία με τον Παναμά με στόχο την προστασία της Διώρυγας του Παναμά και την ανάσχεση της «κακόβουλης επιρροής» του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας στην περιοχή, όπως ανακοίνωσε στις 9 Απριλίου ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ.
«Η Διώρυγα του Παναμά αποτελεί κλειδί γεωστρατηγικής σημασίας που πρέπει να διαφυλαχθεί από τον Παναμά σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και όχι να πέσει στον έλεγχο της Κίνας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Χέγκσεθ σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον υπουργό Δημόσιας Ασφάλειας του Παναμά, Φρανκ Αμπρέγκο.
Κατά την επίσκεψη, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των δύο χωρών υπέγραψαν Μνημόνιο Κατανόησης για θέματα αμοιβαίας ασφάλειας στην περιοχή. Η συμφωνία αναμένεται να διευρύνει τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και να ενισχύσει τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των δύο κρατών, σύμφωνα με τον Αμερικανό υπουργό Άμυνας.
Παράλληλα, η συμφωνία θα σηματοδοτήσει την επιστροφή αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας, με καθεστώς κυλιόμενης ανάπτυξης, σε πρώην βάσεις των ΗΠΑ όπως τη Ναυτική Βάση Ρόντμαν, την Αεροπορική Βάση Χάουαρντ και το Φορτ Σέρμαν.
Ο κ. Χέγκσεθ τόνισε πως θα επαναληφθεί η εκπαίδευση σε περιβάλλον ζούγκλας, σε νέο επιχειρησιακό κέντρο, ώστε Αμερικανοί και Παναμέζοι στρατιωτικοί να προπονούνται από κοινού.
Επιπλέον αναμένεται και η υπογραφή χωριστής διακήρυξης για την ασφάλεια και την ομαλή λειτουργία της Διώρυγας, με την οποία πολεμικά και βοηθητικά πλοία των ΗΠΑ θα διακινούνται «κατά προτεραιότητα και απρόσκοπτα» μέσα από αυτή, δήλωσε ο υπουργός.
Σύμφωνα με τον κ. Χέγκσεθ, τα έγγραφα που υπογράφηκαν «επαναβεβαιώνουν τους ιστορικούς δεσμούς μεταξύ Παναμά και Ηνωμένων Πολιτειών και καθορίζουν πιο ξεκάθαρα το πώς θα βαθύνουμε τη συνεργασία μας για τη θωράκιση της ασφάλειας της Διώρυγας».
Μεταξύ άλλων, οι δύο χώρες θα διευρύνουν τη συνεργασία τους σε θέματα ανταλλαγής πληροφοριών και κυβερνοασφάλειας, θα έχουν τακτικές διμερείς συνομιλίες για ζητήματα ασφαλείας και θα προχωρήσουν σε βελτιώσεις στις υποδομές του καναλιού.
«Η εποχή της υποχώρησης μπροστά στις πιέσεις της κομμουνιστικής Κίνας έχει παρέλθει», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός υπουργός, συμπληρώνοντας ότι «η κλιμακούμενη και ανταγωνιστική απόπειρα της Κίνας να ελέγχει στρατηγικής σημασίας περιοχές και υποδομές στο δυτικό ημισφαίριο δεν πρόκειται πλέον να γίνει ανεκτή».
Η κινεζική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα κατηγορώντας τον κ. Χέγκσεθ ότι «δυσφημεί κακόβουλα» το Πεκίνο μετά από δηλώσεις στις οποίες υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να επιτρέψουν σε καμία χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, να απειλήσει τη λειτουργία και την ακεραιότητα του καναλιού και ότι, μαζί με τον Παναμά, θα «ανακτήσουν» τη σημαντική αυτή εμπορική διαδρομή από την κινεζική επιρροή.
Κατά τη διάρκεια τελετής εγκαινίων στη ναυτική βάση Vasco Nuñez de Balboa, στις 8 Απριλίου, ο κ. Χέγκσεθ είχε επισημάνει ότι εταιρείες κινεζικών συμφερόντων εξακολουθούν να ελέγχουν κρίσιμες υποδομές του καναλιού. Η αναφορά του φέρεται να φωτογραφίζει τον όμιλο CK Hutchison, με έδρα το Χονγκ Κονγκ, ο οποίος κατέχει σύμβαση παραχώρησης λιμενικών εγκαταστάσεων και στις δύο πλευρές της ξακουστής διώρυγας για διάστημα 25 ετών.
Η παρουσία της συγκεκριμένης εταιρείας, ισχυρίστηκε, επιτρέπει στο κινεζικό καθεστώς να ασκεί δραστηριότητες κατασκοπείας στον Παναμά και «κάνει τον Παναμά και τις Ηνωμένες Πολιτείες λιγότερο ασφαλείς, λιγότερο ευημερούσες και λιγότερο κυρίαρχες».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Λιν Τζιάν, κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «εκφοβισμό» και προσπάθεια υπονόμευσης της συνεργασίας της Κίνας με τον Παναμά.
Η Διώρυγα του Παναμά αποτελεί τη δεύτερη σημαντικότερη θαλάσσια εμπορική δίοδο παγκοσμίως. Περισσότερο από το 40% των εμπορευματοκιβωτίων που προορίζονται για τις ΗΠΑ — συνολικής αξίας περίπου 270 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως — περνά από εκεί, καλύπτοντας πάνω από τα δύο τρίτα των πλοίων που τη διασχίζουν κάθε μέρα.
Η επίσκεψη του Πιτ Χέγκσεθ συμπίπτει με την ανακοίνωση της κυβέρνησης του Παναμά ότι επανελέγχει τη σύμβαση της CK Hutchison, καταγγέλλοντας πως η εταιρεία δεν πλήρωσε περίπου 1,2 δισ. δολάρια που όφειλε στη χώρα.
Η CK Hutchison, από την πλευρά της, αρνήθηκε κατηγορηματικά τις κατηγορίες αυτές με γραπτή δήλωση στις 9 Απριλίου, ζητώντας διάλογο ώστε να διασφαλιστεί η συνέχιση της παραχώρησης.