Το οριστικό σχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2026 κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη και τον υφυπουργό Θάνο Πετραλιά. Στη συνέχεια, σε συνέντευξη Τύπου στο ΥΠΕΘΟΟ, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου θα εξειδικεύσει τα βασικά σημεία του νέου προϋπολογισμού.
Κυρίαρχο στοιχείο του τελικού σχεδίου αποτελεί η ενίσχυση του εισοδήματος και η μείωση των φορολογικών βαρών για τη μεσαία τάξη, τους νέους και τις οικογένειες με παιδιά, μέσω μιας εκτεταμένης φορολογικής μεταρρύθμισης. Οι βασικές οικονομικές προβλέψεις και στόχοι δεν αναμένεται να διαφοροποιηθούν ουσιαστικά από εκείνους που περιλαμβάνονταν στο προσχέδιο Προϋπολογισμού που είχε κατατεθεί τον Οκτώβριο.
Με βάση το προσχέδιο, η οικονομία το 2026 προβλέπεται να εμφανίσει ισχυρή ανάπτυξη, η οποία στηρίζεται κυρίως στην αύξηση των επενδύσεων, στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στη μείωση της ανεργίας —η οποία αναμένεται να διαμορφωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008— και στην περαιτέρω αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Παράλληλα, ενσωματώνονται όλα τα μέτρα στήριξης για νέους, οικογένειες και συνταξιούχους.
Ειδικότερα, προβλέπεται άνοδος του ΑΕΠ κατά 2,4% το 2026, έναντι 2,2% φέτος και 2,3% το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,7%, η δημόσια κατά 0,7%, ενώ οι συνολικές επενδύσεις εκτιμάται ότι θα κινηθούν ανοδικά κατά 10,2%. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών προβλέπεται να αυξηθούν 4,5%, ενώ οι εισαγωγές κατά 4,6%. Η ανεργία αναμένεται να υποχωρήσει στο 8,6%.
Το ονομαστικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί από τα 249,6 δισ. ευρώ το 2025 στα 260,9 δισ. ευρώ το 2026, ενώ ο εγχώριος πληθωρισμός αναμένεται να αποκλιμακωθεί στο 2,2% από 2,6% το 2025.
Καθοριστικό ρόλο στην επιτάχυνση της ανάπτυξης αναμένεται να διαδραματίσουν η φορολογική μεταρρύθμιση και οι λοιπές παρεμβάσεις που ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Η αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος, με έμφαση στους νέους, τις οικογένειες με παιδιά και τη μεσαία τάξη, ενισχύει άμεσα τα διαθέσιμα εισοδήματα. Παράλληλα, η μείωση των συντελεστών συνεπάγεται μεγαλύτερη ωφέλεια με κάθε μελλοντική αύξηση αποδοχών για εργαζόμενους, συνταξιούχους, αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες.
Στο πλαίσιο της δημογραφικής φορολογικής μεταρρύθμισης προβλέπονται μέτρα με τοπικά χαρακτηριστικά καθώς και παρεμβάσεις για το στεγαστικό, όπως η σταδιακή κατάργηση του ΕΝΦΙΑ για οικισμούς έως 1.500 κατοίκων, η μείωση του ΦΠΑ στα ακριτικά νησιά έως 20.000 κατοίκους, η μείωση της φορολογίας ενοικίων με παράλληλη επιστροφή ενός ενοικίου ετησίως, και η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης. Επιπλέον, καταργείται σταδιακά ο συμψηφισμός των αυξήσεων στις συντάξεις με την προσωπική διαφορά, ενώ ενισχύονται οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι ανασφάλιστοι υπερήλικες και τα άτομα με αναπηρία με ετήσια ενίσχυση 250 ευρώ κάθε Νοέμβριο.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 3,6% του ΑΕΠ για το 2025 και σε 2,8% για το 2026. Το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται σε 0,6% και -0,1% αντίστοιχα.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να συνεχίσει την αποκλιμάκωσή του για έκτο συνεχόμενο έτος, διαμορφούμενο στο 137,6% το 2026 —το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010.
Στο 74,25% διαμορφώθηκε η αποδοχή της δημόσιας πρότασης της Euronext για την ΕΧΑΕ, υπερβαίνοντας το όριο του 50% + 1 μετοχή. Στις 24 Νοεμβρίου θα ολοκληρωθεί η παράδοση των νέων μετοχών και θα ξεκινήσει η παράλληλη διαπραγμάτευση στα χρηματιστήρια του Άμστερνταμ, των Βρυξελλών, της Λισαβόνας και του Παρισιού.
Με ανακοίνωσή της στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η Euronext αναφέρει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Νόμου 3461/2006, η προαιρετική δημόσια πρόταση με ανταλλαγή μετοχών, η οποία υποβλήθηκε στις 30 Ιουλίου 2025, για την απόκτηση του συνόλου των κοινών ονομαστικών μετοχών της ATHEX, ονομαστικής αξίας 0,42 ευρώ («Μετοχή ATHEX»), ολοκληρώθηκε επιτυχώς.
Η πρόταση αφορούσε τις μετοχές που η Euronext και τα «πρόσωπα που ενεργούν συντονισμένα» με αυτήν (κατά το άρθρο 2, περ. ε του Νόμου) δεν κατείχαν άμεσα ή έμμεσα, με αντάλλαγμα νέες κοινές μετοχές της Euronext, ονομαστικής αξίας 1,60 ευρώ («Μετοχή του Ανταλλάγματος») και με σχέση ανταλλαγής 0,050 Μετοχής του Ανταλλάγματος για κάθε μία (1) Μετοχή ATHEX.
Κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αποδοχής, η οποία έληξε στις 17 Νοεμβρίου 2025, συνολικά 1.962 μέτοχοι προσέφεραν νόμιμα και έγκυρα 42.953.405 Μετοχές ATHEX, που αντιστοιχούν περίπου στο 74,25% των δικαιωμάτων ψήφου της ATHEX, των οποίων η άσκηση δεν τελεί σε αναστολή.
Έτσι, ικανοποιήθηκε η προϋπόθεση του Μειωμένου Ελαχίστου Αριθμού Μετοχών, δηλαδή η προσφορά τουλάχιστον 28.925.001 Μετοχών ATHEX, που αντιστοιχούν στο 50% συν μία (1) μετοχή των δικαιωμάτων ψήφου της ATHEX που δεν τελούν σε αναστολή.
Περαιτέρω διαδικασία και χρονοδιάγραμμα
Στις 24 Νοεμβρίου 2025 ο Προσφέρων θα ξεκινήσει τη διαδικασία μεταβίβασης των Μετοχών ATHEX που προσφέρθηκαν νόμιμα και έγκυρα στο πλαίσιο της Δημόσιας Πρότασης.
Οι Μετοχές του Ανταλλάγματος θα εκδοθούν στις 21 Νοεμβρίου 2025 και θα παραδοθούν στους δικαιούχους στις 24 Νοεμβρίου 2025. Την ίδια ημέρα αναμένεται η εισαγωγή και έναρξη διαπραγμάτευσής τους στα Euronext Amsterdam, Euronext Brussels, Euronext Lisbon και Euronext Paris.
Η Deutsche Bank AG ενήργησε ως σύμβουλος της Euronext για τη Δημόσια Πρόταση, ενώ η δικηγορική εταιρεία Λαμπαδάριος και Συνεργάτες παρείχε νομική υποστήριξη για τη συναλλαγή.
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφώνησαν να τερματίσουν ήδη από το επόμενο έτος το καθεστώς ατέλειας για τα φθηνά δέματα, αντί για το 2028 όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε την Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Βάσει του κανόνα για τα ελάχιστα (de minimis), τα εισαγόμενα αγαθά αξίας μικρότερης των 150 ευρώ απαλλάσσονται από τελωνειακούς δασμούς. Ο κανόνας αυτός έχει ωφελήσει ηλεκτρονικές πλατφόρμες που πωλούν φθηνά προϊόντα από την Κίνα, όπως οι AliExpress, Amazon, Shein και Temu.
Ανακοινώνοντας την απόφαση για επίσπευση της κατάργησης του ορίου των 150 ευρώ, ο επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφκοβιτς, ανέφερε ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ζητούν κατ’ επανάληψη να καταργηθεί ο κανόνας «χωρίς καθυστέρηση». Σημείωσε πως οι υπουργοί εμφανίζονται «αποφασισμένοι» να τον καταργήσουν «το συντομότερο δυνατό μέσα στο επόμενο έτος».
Ο Σέφκοβιτς τόνισε ότι η επίτευξη πολιτικής συμφωνίας για την κατάργηση του ισχύοντος ορίου για τα ελάχιστα στα 150 ευρώ εκπέμπει «ισχυρό μήνυμα» ότι η Ευρώπη είναι σοβαρή ως προς τη δίκαιη ανταγωνιστικότητα και την προστασία των συμφερόντων των επιχειρήσεών της.
Η ΕΕ σχεδίαζε αρχικά να καταργήσει το όριο το 2028 στο πλαίσιο συνολικής αναμόρφωσης του τελωνειακού της συστήματος. Σύμφωνα με το νέο σχέδιο, θα εφαρμοστεί μια «απλή, προσωρινή» λύση για την είσπραξη δασμών από τα ηλεκτρονικά δέματα έως το 2028, οπότε και θα τεθεί σε ισχύ η τελωνειακή μεταρρύθμιση.
Οι αλλαγές θα χρειαστούν έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Κατακόρυφη αύξηση των φθηνών αποστολών
Η Επιτροπή ανέφερε ότι 4,6 δισεκατομμύρια δέματα χαμηλής αξίας στάλθηκαν σε καταναλωτές της ΕΕ το 2024, σχεδόν διπλάσια σε σχέση με το 2023 (2,4 δισ.) και υπερτριπλάσια σε σχέση με το 2022 (1,4 δισ.).
Από αυτά, τα 4,17 δισεκατομμύρια —δηλαδή το 91%— προήλθαν από την Κίνα, έναντι 1,9 δισ. το 2023.
Η Επιτροπή τόνισε ότι η έκρηξη αυτή συμπίπτει με την εξαιρετικά ταχεία ανάπτυξη ορισμένων διαδικτυακών αγορών· ιδιαίτερα η Temu και η Shein αναπτύχθηκαν εκθετικά στην αγορά της ΕΕ, φθάνοντας πάνω από 75 εκατομμύρια χρήστες μέσα σε λίγους μήνες το 2024.
Ο ευρωβουλευτής Ντιρκ Γκότινκ, εισηγητής για τη νέα τελωνειακή νομοθεσία, σημείωσε ότι έχει ήδη παραληφθεί μεγαλύτερος όγκος δεμάτων από ό,τι σε ολόκληρο το 2024, ενώ η Black Friday και τα Χριστούγεννα βρίσκονται προ των πυλών.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημείωσε ότι ο κανόνας για τα ελάχιστα έχει ενθαρρύνει μη ευρωπαϊκές εταιρείες να διαχωρίζουν τις αποστολές τους σε μικρότερα δέματα, προκαλώντας περιβαλλοντικές ανησυχίες. Πρόσθεσε ότι ο κανόνας έχει τύχει εκμετάλλευσης, καθώς εκτιμάται ότι το 65% των μικρών δεμάτων δηλώνονται σε χαμηλότερη αξία από την πραγματική.
Η εφημερίδα The Epoch Times έχει επικοινωνήσει με τις Alibaba Group, Amazon, Shein και Temu για σχόλιο.
Νωρίτερα φέτος, η ΕΕ διαπίστωσε ότι η Temu και η AliExpress δεν αξιολόγησαν ούτε μετρίασαν κινδύνους που σχετίζονται με τη διάδοση παράνομων προϊόντων. Η Shein βρίσκεται αυτήν την περίοδο στο επίκεντρο αντιδράσεων έπειτα από την ανεύρεση στην ιστοσελίδα της σεξουαλικών ομοιωμάτων που θύμιζαν παιδιά.
Το σχέδιο επίσπευσης του τέλους της ατέλειας για τα φθηνά δέματα έγινε δεκτό θετικά σε όλη την ήπειρο.
Η υπουργός Οικονομίας της Δανίας, Στέφανι Λόζε, δήλωσε ότι η κατάργηση της εξαίρεσης θα κλείσει μακροχρόνια «παραθυράκια» που έχουν συστηματικά αξιοποιηθεί για την αποφυγή τελωνειακών δασμών.
Η Zalando, διαδικτυακός λιανέμπορος από τη Γερμανία, υπογράμμισε ότι η κατάργηση πρέπει να επισπευσθεί. Ενώσεις λιανικού εμπορίου και ηλεκτρονικού εμπορίου από τη Σουηδία και τη Γερμανία χαρακτήρισαν το μέτρο πρώτο βήμα προς δικαιότερο ανταγωνισμό, ενώ ο Λούκα Σμπουρλάτι, πρόεδρος της Confindustria Moda, του ιταλικού λόμπι της μόδας, δήλωσε ότι η επιβολή δασμών σε δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ είναι «ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του κλάδου υφάσματος και ένδυσης».
Εθνικές χρεώσεις και ενιαία αγορά
Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατήργησαν τη δική τους πολιτική για τα ελάχιστα, που επέτρεπε την αδασμολόγητη είσοδο δεμάτων αξίας κάτω των 800 δολαρίων, γεγονός που προκάλεσε ανησυχίες ότι τα φθηνά κινεζικά προϊόντα θα κατευθυνθούν περισσότερο προς την Ευρώπη.
Οι χώρες της ΕΕ έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν εθνικές χρεώσεις διαχείρισης, πιέζοντας την ΕΕ να κινηθεί ταχύτερα στην κατάργηση του δικού της κανόνα για τα ελάχιστα. Η Ρουμανία έχει προτείνει επιβολή χρέωσης 25 λέι (5,73 δολαρίων) για δέματα χαμηλής αξίας, ενώ η Ιταλία εξετάζει την επιβολή φόρου για την προστασία της βιομηχανίας μόδας της, σύμφωνα με όσα δήλωσε την Τετάρτη ο υπουργός Βιομηχανίας Αντόλφο Ούρσο.
Η EuroCommerce, λόμπι λιανέμπορων και χονδρεμπόρων της Ευρώπης, προειδοποίησε ότι η επιβολή διαφορετικών εθνικών χρεώσεων αντί μίας ενιαίας για ολόκληρη την ΕΕ θα μπορούσε να υπονομεύσει την ενιαία αγορά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε χρέωση 2 ευρώ, αλλά δεν είναι σαφές πότε θα εφαρμοστεί ή αν θα είναι αποτελεσματική.
Ο Αλεξάντρ Μπομπάρ, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Carrefour, υποστήριξε ότι χρέωση 2 ευρώ για δέματα χαμηλής αξίας αποτελεί «αστείο». Ο Ματέο ντελ Φάντε, διευθύνων σύμβουλος της Poste Italiane, εταιρείας που διαχειρίζεται εκατομμύρια δέματα ετησίως, ανέφερε την Πέμπτη ότι συνήθως η αγορά αυτορυθμίζεται και ότι «ένα ή δύο ευρώ δεν θα αλλάξουν πραγματικά την ελκυστικότητα αυτών των πλατφορμών».
Η πλατφόρμα myΘέρμανση της ΑΑΔΕ αναμένεται πιθανότατα να ανοίξει μέσα στην επόμενη εβδομάδα, καθώς δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ η Κοινή Υπουργική Απόφαση που καθορίζει το ύψος, τους δικαιούχους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης.
Τα νοικοκυριά θα μπορούν να υποβάλουν αίτηση έως τις 5 Δεκεμβρίου 2025. Οι δικαιούχοι θα λάβουν επίδομα που κυμαίνεται από 100 έως 800 ευρώ, ενώ για περιοχές με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες μπορεί να φτάσει έως τα 1.200 ευρώ.
Δικαιούχοι είναι φυσικά πρόσωπα άγαμα, έγγαμα, σε κατάσταση χηρείας, σε διάσταση, διαζευγμένα ή σε σύμφωνο συμβίωσης, τα οποία για τη θέρμανσή τους καταναλώνουν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης θέρμανσης, φωτιστικό πετρέλαιο (μπλε κηροζίνη), φυσικό αέριο, υγραέριο, καυσόξυλα, βιομάζα (πέλετ), θερμική ενέργεια μέσω τηλεθέρμανσης ή ηλεκτρική ενέργεια και πληρούν τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
Για τους έγγαμους ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, δικαιούχος είναι ο υπόχρεος σε υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή ένας εκ των δύο σε περίπτωση χωριστής δήλωσης.
Το επίδομα χορηγείται για την κατανάλωση των επιδοτούμενων καυσίμων ή μορφών ενέργειας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πέλετ, καυσόξυλα, τηλεθέρμανση, ηλεκτρική ενέργεια) στα ακίνητα που χρησιμοποιούνται ως κύρια κατοικία κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, είτε αυτά είναι μισθωμένα, δωρεάν παραχωρούμενα ή ιδιοκατοικούνται.
Εισοδηματικά κριτήρια
Το ετήσιο συνολικό οικογενειακό εισόδημα, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσής του, πραγματικό ή τεκμαρτό, δεν μπορεί να υπερβαίνει:
τα 16.000 ευρώ για άγαμο υπόχρεο ή υπόχρεο σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει
τα 24.000 ευρώ για έγγαμο υπόχρεο ή για μέρη συμφώνου συμβίωσης που υποβάλλουν ξεχωριστή δήλωση, ποσό που προσαυξάνεται κατά 5.000 ευρώ για κάθε τέκνο
Για μονογονεϊκή οικογένεια, το εισόδημα ανέρχεται έως 29.000 ευρώ, με προσαύξηση 5.000 ευρώ για κάθε τέκνο μετά το πρώτο
Πληρωμές
Το ποσό αναφοράς του επιδόματος διαμορφώνεται ως εξής:
380 ευρώ για χρήση ηλεκτρικής ενέργειας
360 ευρώ για χρήση βιομάζας (πέλετ)
350 ευρώ για χρήση θερμικής ενέργειας μέσω τηλεθέρμανσης ή καυσόξυλων
325 ευρώ για χρήση φυσικού αερίου
300 ευρώ για χρήση πετρελαίου ή υγραερίου
Τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται κατά 20% για κάθε εξαρτώμενο τέκνο του δικαιούχου.
Η καταβολή του επιδόματος θα πραγματοποιηθεί σε δόσεις:
1. Προκαταβολή: Έως 23 Δεκεμβρίου 2025.
Η προκαταβολή ανέρχεται στο 60% του ποσού που είχε λάβει ο δικαιούχος την περίοδο 2024-2025, με ελάχιστο ποσό τα 80 ευρώ.
2. Υπόλοιπο επιδόματος:
Έως 29 Μαΐου 2026, για αγορές που αφορούν καταναλώσεις από 1 Οκτωβρίου 2025 (και ειδικά για καυσόξυλα και πέλετ, από 1 Ιουνίου 2025) έως 31 Μαρτίου 2026, υπό την προϋπόθεση ότι τα παραστατικά έχουν εκδοθεί έως 15 Απριλίου 2026 και έχουν καταχωριστεί έως 30 Απριλίου 2026.
Για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η πληρωμή θα γίνει έως 29 Μαΐου 2026, βάσει των στοιχείων που αποστέλλονται από τον ΔΕΔΔΗΕ στη ΓΔΗΛΕΔ της ΑΑΔΕ έως 15 Μαΐου 2026.
Για το φυσικό αέριο και τη θερμική ενέργεια μέσω τηλεθέρμανσης, θα πραγματοποιηθεί επιπλέον πληρωμή έως 31 Ιουλίου 2026, για καταναλώσεις έως 31 Μαρτίου 2026, εφόσον τα παραστατικά εκδοθούν έως 30 Ιουνίου 2026 και τα στοιχεία καταχωριστούν έως 15 Ιουλίου 2026.
Ειδικά για την ηλεκτρική ενέργεια, προβλέπεται επιπλέον πληρωμή έως 31 Ιουλίου 2026, βάσει στοιχείων που αποστέλλονται έως 20 Ιουλίου 2026.
Πρόσθετες προϋποθέσεις
Για τη χορήγηση επιδόματος στους καταναλωτές καυσόξυλων, το ακίνητο πρέπει να βρίσκεται σε οικισμό με πληθυσμό έως 10.000 κατοίκους και με κλιματικό συντελεστή (ΣΚ) ≥ 0,8. Για τους καταναλωτές βιομάζας (πέλετ), το ακίνητο πρέπει να βρίσκεται σε οικισμό με πληθυσμό έως 25.000 κατοίκους και επίσης με ΣΚ ≥ 0,8.
Ποιοι αποκλείονται
Από τη χορήγηση του επιδόματος εξαιρούνται:
Τα φυσικά πρόσωπα που δηλώνονται ως εξαρτώμενα μέλη ή δηλώνουν ότι φιλοξενούνται.
Όσοι εμπίπτουν στον φόρο πολυτελούς διαβίωσης ή διαθέτουν πάνω από δύο Ι.Χ. οχήματα (εκτός όσων είναι σε αναγκαστική ακινησία λόγω καταστροφής ή κλοπής).
Όσοι αιτούνται επίδομα για επαγγελματική στέγη.
Νομικά πρόσωπα και ιδρύματα, κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα.
Φορολογικοί κάτοικοι εξωτερικού και οι σύζυγοί τους ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης με αυτούς.
Επιπλέον, από το επίδομα για κατανάλωση καυσόξυλων και πέλετ εξαιρούνται οι οικισμοί των μητροπολιτικών περιοχών Αθηνών-Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, καθώς και του Δήμου Ιωαννιτών.
Για το επίδομα τηλεθέρμανσης, απαιτείται το ακίνητο να βρίσκεται σε έναν από τους Δήμους Σερρών, Εορδαίας, Κοζάνης, Αμυνταίου ή Μεγαλόπολης.
Για όσους αιτούνται επίδομα ηλεκτρικής ενέργειας, εξαιρούνται:
όσοι δεν έχουν ενεργή παροχή
οι δικαιούχοι του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ) κατά την ημερομηνία λήξης των αιτήσεων
Κριτήρια
Οι δικαιούχοι του επιδόματος πρέπει να πληρούν τα εξής κριτήρια:
Α. Εισοδηματικά: Όπως αναφέρθηκε, το εισόδημα δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 16.000 ευρώ για άγαμο και τα 24.000 ευρώ για έγγαμο ή σύμφωνο συμβίωσης, με προσαύξηση 5.000 ευρώ ανά τέκνο. Για μονογονεϊκή οικογένεια, έως 29.000 ευρώ με προσαύξηση 5.000 ευρώ για κάθε παιδί μετά το πρώτο. Επιπλέον, για όσους ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του νοικοκυριού δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 80.000 ευρώ.
Β. Περιουσιακά: Η συνολική αξία ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 200.000 ευρώ για άγαμο, χήρο ή εν διαστάσει και τα 260.000 ευρώ για έγγαμο ή σύμφωνο συμβίωσης και μονογονεϊκή οικογένεια. Το όριο αυξάνεται κατά 40.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο τέκνο.
Υπολογισμός επιδόματος
Το επίδομα θέρμανσης υπολογίζεται βάσει συντελεστών κλιματικών και καιρικών συνθηκών (βαθμοημέρες θέρμανσης), οι οποίοι εκφράζουν τη δριμύτητα του κλίματος κάθε περιοχής.
Το ποσό αναφοράς είναι:
380 € για ηλεκτρική ενέργεια
360 € για βιομάζα (πέλετ)
350 € για τηλεθέρμανση ή καυσόξυλα
325 € για φυσικό αέριο
300 € για πετρέλαιο ή υγραέριο με προσαύξηση 20% για κάθε εξαρτώμενο τέκνο.
Το συνολικό ποσό επιδόματος κυμαίνεται:
από 100 έως 800 ευρώ
έως 1.000 ευρώ για περιοχές με συντελεστή ≥1,
και έως 1.200 ευρώ για περιοχές με συντελεστή ≥1,2
Ένα γηρασμένο και συχνά χαμηλών προδιαγραφών δίκτυο δεξαμενόπλοιων, που εξυπηρετεί τη μεταφορά πετρελαίου από κράτη υπό διεθνείς κυρώσεις — μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Βενεζουέλα και το Ιράν — έχει εξελιχθεί πλέον σε μια παράλληλη και ανεπίσημη ναυτιλιακή «οικονομία», ευρύτερα γνωστή ως «σκιώδης στόλος». Τα περισσότερα πλοία που τον απαρτίζουν είναι υπερήλικα δεξαμενόπλοια, τα οποία λειτουργούν εκτός των κανόνων της διεθνούς ναυτιλιακής αγοράς, χωρίς επαρκή ασφάλιση, πιστοποιητικά ή τεχνική εποπτεία.
Σύμφωνα με αναλυτές της ναυτιλιακής αγοράς, αν για κάποιο λόγο οι κυρώσεις καταργούνταν άμεσα, η πλειονότητα αυτών των πλοίων δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στη νόμιμη αγορά και θα κατέληγε σε διαλυτήρια — γεγονός που θα προκαλούσε έλλειψη χωρητικότητας και άνοδο των ναύλων.
Τα δεδομένα της ναυλομεσιτικής εταιρείας Xclusiv Shipbrokers καταδεικνύουν την έκταση του φαινομένου: ο «σκιώδης στόλος» αποτελείται σήμερα από 1.387 πλοία, εκ των οποίων τα 1.004 είναι δεξαμενόπλοια, δηλαδή περίπου 72%. Στη λίστα περιλαμβάνονται ακόμη 65 πλοία μεταφοράς LNG/LPG, 206 γενικού φορτίου, καθώς και περιορισμένος αριθμός πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και πλοίων που ειδικεύονται στη μεταφορά βασικών πρώτων υλών.
Η μέση ηλικία των πλοίων αυτών αγγίζει τα 20,4 έτη, στοιχείο που αποτυπώνει πόσο γηρασμένο είναι αυτό το «παράλληλο» δίκτυο μεταφοράς ενέργειας, το οποίο ωστόσο παραμένει κρίσιμο για τις ροές πετρελαίου προς τις ασιατικές αγορές και ειδικά προς την Ινδία και την Κίνα. Τα Aframax/LR2 αποτελούν τον πυρήνα του στόλου με 320 πλοία, που αντιστοιχούν στο 26,8% του ενεργού στόλου αυτής της κατηγορίας — το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ όλων των κατηγοριών. Ακολουθούν τα Suezmax με 17,1% και τα VLCC με 16,1%, ενώ τα MR1, MR2 και Panamax/LR1 παρουσιάζουν μικρότερα αλλά σημαντικά μερίδια, μεταξύ 6% και 13%.
Σε όλες τις κατηγορίες δεξαμενόπλοιων, τα πλοία που έχουν υποστεί κυρώσεις αντιπροσωπεύουν πλέον το 12,8% του συνολικού ενεργού στόλου των 7.820 πλοίων.
Ανάλογα με την ηλικία, η κατανομή κλίνει ακόμη περισσότερο προς τα παλαιότερα πλοία: 335 δεξαμενόπλοια είναι ηλικίας 17 έως 20 ετών και 494 υπερβαίνουν τα 20 έτη — πράγμα που σημαίνει ότι περίπου το 82% των δεξαμενόπλοιων που έχουν υποστεί κυρώσεις είναι παλαιάς κατασκευής. Η κατανομή ανά ηλικία υπογραμμίζει τη διαρθρωτική ανισορροπία: μόνο 175 δεξαμενόπλοια που έχουν υποστεί κυρώσεις είναι 16 ετών ή νεότερα, σε σύγκριση με 829 που είναι 17 ετών ή παλαιότερα.
Σήμερα ο ενεργός στόλος αριθμεί 4.814 νεότερα και 3.006 παλαιότερα πλοία. Αυτό σημαίνει ότι τα πλοία που έχουν υποστεί κυρώσεις αποτελούν μόλις το 3,6% του νεότερου στόλου, αλλά ένα σημαντικό 27,6% των πλοίων ηλικίας άνω των 17 ετών — ποσοστό αυξημένο από 26,1% προηγουμένως.
Η συγκέντρωση είναι ακόμη πιο έντονη μεταξύ των μεγάλων δεξαμενόπλοιων: για τα πλοία άνω των 17 ετών, η επιβαλλόμενη χωρητικότητα αντιπροσωπεύει το 60,6% του στόλου Aframax/LR2, το 51,5% του στόλου Suezmax και το 47% του στόλου VLCC, γεγονός που καταδεικνύει πόσο η γηράσκουσα πλευρά της αγοράς κυριαρχείται από περιορισμένη χωρητικότητα.
Οι κυρώσεις δεν μπορούν να μπλοκάρουν τις εξαγωγές
Σύμφωνα με πληροφορίες διεθνών μέσων ενημέρωσης, οι κινήσεις του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» είναι δύσκολο να ανιχνευθούν, ενώ οι συναλλαγές του πραγματοποιούνται μέσω πλέγματος υπεράκτιων εταιρειών, εικονικών τραπεζικών λογαριασμών και ανώνυμων μεσαζόντων που αποκρύπτουν την πραγματική προέλευση και τον τελικό αποδέκτη των φορτίων.
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η Ρωσία βρέθηκε στο επίκεντρο του δυτικού εμπάργκο. Οι κυρώσεις, ωστόσο, δεν κατάφεραν να μπλοκάρουν τις εξαγωγές της· απλώς άλλαξαν τον τρόπο και το κόστος. Κάτι ανάλογο ισχύει και για το Ιράν και τη Βενεζουέλα. Όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, οι νέες κυρώσεις που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Ρωσίας και των πετρελαϊκών κολοσσών Rosneft (ROSN.MM) και Lukoil (LKOH.MM) δεν έχουν —τουλάχιστον προς το παρόν— διαταράξει τις φυσικές ροές αργού από τα δυτικά ρωσικά λιμάνια.
Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς από τα συστήματα παρακολούθησης εμπορευμάτων και ναυλώσεων της LSEG/Refinitiv στο Λονδίνο, καθώς και με πηγές που επικαλείται το Ρόιτερς, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την πίεση των κυρώσεων, οι εξαγωγές του Οκτωβρίου από τα λιμάνια Primorsk, Ust-Luga και Novorossiisk αναμένεται να διαμορφωθούν σε περίπου 2,33 εκατ. βαρέλια ημερησίως, βάσει του αναθεωρημένου μηνιαίου προγράμματος της Μόσχας. Τα στοιχεία της LSEG και αναλυτικές εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν ότι οι ροές παραμένουν σταθερές, τουλάχιστον προς το παρόν.
Ωστόσο, οι εξαγωγές προς δυτικούς προορισμούς βρίσκονται υπό πίεση, καθώς το ρωσικό αργό Urals, που φορτώνεται στα συγκεκριμένα λιμάνια, κατευθύνεται κυρίως προς την Ινδία και την Τουρκία —χώρες που αναμένεται να συμμορφωθούν με τις νέες απαγορεύσεις της Δύσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν θέσει προθεσμία την 21η Νοεμβρίου για τη διακοπή όλων των συναλλαγών με Rosneft και Lukoil.
Δεδομένου ότι η μεταφορά από τη Βαλτική προς τα διυλιστήρια της Ινδίας διαρκεί περίπου τέσσερις εβδομάδες, τωρινές φορτώσεις ενδέχεται να φτάσουν μετά την προθεσμία — εξέλιξη που αυξάνει τους κινδύνους σε επίπεδο εφοδιαστικής αλυσίδας και χρηματοδότησης. «Όλα όσα φορτώνονται τώρα στο Primorsk θα φτάσουν στην Ινδία μετά τις 21 Νοεμβρίου», ανέφερε πηγή της αγοράς, προσθέτοντας ότι ενδέχεται να παρουσιαστούν προβλήματα με τις τραπεζικές πληρωμές και ότι οι Ρώσοι προμηθευτές δεν επιθυμούν να αμείβονται σε ρουπίες.
Οι ινδικές εταιρείες διύλισης, μεταξύ των οποίων και η Reliance Industries —σημαντικός πελάτης της Rosneft— εξετάζουν τον αντίκτυπο των κυρώσεων στα συμβόλαια προμήθειας. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μέρος του ρωσικού αργού θα διοχετευθεί μέσω μεσαζόντων και εμπορικών εταιρειών, γεγονός που θα αυξήσει το κόστος για τους πωλητές, αλλά πιθανότατα θα προστατεύσει τους αγοραστές από τις κυρώσεις.
Την ίδια στιγμή, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι έλαβε γραπτή διαβεβαίωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες πως η θυγατρική της Rosneft στη Γερμανία θα εξαιρεθεί από τα νέα μέτρα, καθώς τα περιουσιακά στοιχεία δεν βρίσκονται πλέον υπό ρωσικό έλεγχο. Σύμφωνα με τη Γερμανίδα υπουργό Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε, η Ουάσιγκτον εξέδωσε «επιστολή διαβεβαίωσης» αναγνωρίζοντας τον πλήρη διαχωρισμό των δραστηριοτήτων από τη μητρική εταιρεία.
Ο σύμβουλος εμπορίου του Λευκού Οίκου Πίτερ Ναβάρο δήλωσε ότι ο κόσμος έχει πλέον συνειδητοποιήσει τις συνέπειες της κυριαρχίας της Κίνας στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Όπως είπε σε εκδήλωση του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων στις 17 Οκτωβρίου, «αυτή είναι η κατάσταση σήμερα· ο κόσμος έχει αλλάξει θεμελιωδώς με βάση όσα έχουμε δει, και δεν θα μείνει πλέον αμέτοχος».
Τα σχόλιά του δείχνουν μια εμφανή μεταστροφή στη διεθνή στάση σε σχέση με την περίοδο που υπηρετούσε στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ. Το 2017, ο Ναβάρο υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην απόφαση της τότε κυβέρνησης να διεξαγάγει εννεάμηνη έρευνα για τη βιομηχανική βάση άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η τελική έκθεση των 146 σελίδων, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του επόμενου έτους, χαρακτήριζε την Κίνα «σημαντικό και αυξανόμενο κίνδυνο για την προμήθεια υλικών και τεχνολογιών που θεωρούνται στρατηγικής και κρίσιμης σημασίας για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».
Η έκθεση επεσήμανε ότι, όσον αφορά κρίσιμα ενεργειακά υλικά για πυρομαχικά και πυραύλους, συχνά «δεν υπάρχει άλλη πηγή ή εναλλακτικό υποκατάστατο». Και σε περιπτώσεις όπου υπάρχει τέτοια επιλογή, το κόστος και ο χρόνος είναι αποτρεπτικοί—μερικές φορές φθάνοντας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ανά περίπτωση.
Ο Ναβάρο ανέφερε ότι η καθημερινή του ανησυχία ήταν αν οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν επαρκείς ποσότητες μαγνητών, φαρμάκων ή ρουλεμάν—«οτιδήποτε χρειάζεται η χώρα»—επικαλούμενος ότι μια μικρή παράλειψη μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη καταστροφή. Τόνισε ότι «δεν μπορείς να προβάλεις ισχύ αν έχεις παραδώσει την παραγωγή· δεν μπορείς να αποτρέψεις την επιθετικότητα όταν οι αλυσίδες εφοδιασμού σου περνούν μέσα από τα λιμάνια του αντιπάλου· και δεν μπορείς να ηγηθείς του ελεύθερου κόσμου αν δεν μπορείς να παράγεις ό,τι χρειάζεται ο ελεύθερος κόσμος».
Σύμφωνα με τον Ναβάρο, η οικονομική επιθετικότητα του κινεζικού καθεστώτος είναι πλέον αδύνατον να αγνοηθεί. «Η δουλειά μου είναι πολύ ευκολότερη τώρα, γιατί δεν χρειάζεται να πείσω κανέναν πια», σχολίασε, προσθέτοντας ότι «το αξιοσημείωτο είναι πως δεν αφορά μόνο το ζήτημα των μαγνητών ή μόνο εμάς—είναι ολόκληρος ο κόσμος».
Μία εβδομάδα νωρίτερα, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε ανακοινώσει πρόσθετο δασμό 100 τοις εκατό στις εισαγωγές από την Κίνα, επικαλούμενος τους «επιθετικούς» περιορισμούς του Πεκίνου στις σπάνιες γαίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται σχεδόν σε όλες τις ηλεκτρονικές συσκευές και το κινεζικό καθεστώς κατέχει σχεδόν μονοπωλιακή θέση. Ο Τραμπ αναγνώρισε ότι οι υψηλοί δασμοί δεν είναι βιώσιμοι μακροπρόθεσμα, ωστόσο σημείωσε πως δεν έχει άλλη επιλογή. Εξήγησε ότι «τον ανάγκασαν να το κάνει», προσθέτοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να επιδιώκουν μια «δίκαιη συμφωνία». Επισήμανε επίσης ότι «η Κίνα μάς εξαπατά από την πρώτη μέρα».
Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ επιβεβαίωσε στις 18 Οκτωβρίου ότι θα συναντηθεί με κινεζική αντιπροσωπεία στη Μαλαισία την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να προετοιμαστεί η επικείμενη σύνοδος κορυφής ΗΠΑ–Κίνας στη Νότια Κορέα. Δήλωσε σε δημοσιογράφους, κατά τη διάρκεια διμερούς συνάντησης μεταξύ του Τραμπ και του προέδρου της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «ελπίζουν πως η Κίνα θα δείξει τον ίδιο σεβασμό που δείξαμε εμείς» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο πρόεδρος Τραμπ, λόγω της σχέσης του με τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, «θα μπορέσει να επαναφέρει τα πράγματα σε καλό δρόμο».
Ο Τραμπ υπογράμμισε ότι οι δασμοί έχουν ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι αναμένει από τη σύνοδο «μια συμφωνία επωφελή και για τις δύο πλευρές». Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι «πρέπει να γίνει κατανοητό πως ποτέ δεν πήραμε τίποτα από την Κίνα· για πολλά χρόνια ήταν μονόδρομος».
Ο Μπέσεντ είχε προειδοποιήσει νωρίτερα ότι αν το Πεκίνο αρνηθεί να αποτελέσει αξιόπιστο εμπορικό εταίρο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ίσως αναγκαστούν να προχωρήσουν σε αποσύνδεση των οικονομιών τους.
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δείξει ετοιμότητα να συντονιστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την αντιμετώπιση της κινεζικής κυριαρχίας στις σπάνιες γαίες. Ο υπουργός Εξωτερικών της Δανίας, Λαρς Ράσμουσεν, δήλωσε ότι «πρόκειται για έναν τομέα κοινού ενδιαφέροντος με τους φίλους μας στις Ηνωμένες Πολιτείες· αν μείνουμε ενωμένοι, μπορούμε να ασκήσουμε πολύ μεγαλύτερη πίεση στην Κίνα ώστε να ενεργήσει δίκαια».
Οι αμερικανικές τράπεζες JPMorgan Chase και Goldman Sachs σκοπεύουν να παραμείνουν στην Κίνα, παρά την επιδείνωση των σχέσεων Ουάσιγκτον–Πεκίνου, προσαρμόζοντας ωστόσο τη στρατηγική τους στη μεταβαλλόμενη πολιτική και οικονομική πραγματικότητα.
Αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή η στάση σηματοδοτεί την είσοδο της Wall Street σε μια νέα φάση, που χαρακτηρίζεται ως «απεξάρτηση χωρίς αποσύνδεση».
Ο Ντάνιελ Πίντο (Daniel Pinto), αντιπρόεδρος της JPMorgan, δήλωσε στις 15 Οκτωβρίου ότι η μεγαλύτερη τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών εξακολουθεί να επενδύει στην Κίνα, επισημαίνοντας πως, αν οι διμερείς σχέσεις ήταν καλύτερες, «το μέγεθος των δραστηριοτήτων μας θα ήταν πολλαπλάσιο από ό,τι είναι σήμερα». Όπως ανέφερε, η JPMorgan συνεχίζει τη λειτουργία της στη χώρα, διαχειριζόμενη προσεκτικά την έκθεση, το μέγεθος, τη ρευστότητα και την ποιότητα των επενδύσεών της.
Η τράπεζα απασχολεί αρκετές χιλιάδες υπαλλήλους στην Κίνα, με τον Πίντο να επισημαίνει ότι «η επιχείρηση είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο», προσθέτοντας ότι οι Κινέζοι ρυθμιστές υπήρξαν «αρκετά συνεργάσιμοι» όσον αφορά τη χορήγηση αδειών σε ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του κινεζικού χρηματοοικονομικού τομέα.
Αντίστοιχα, η Goldman Sachs ανέφερε ότι διατηρεί σταθερή παρουσία στην κινεζική αγορά. Ο πρόεδρος της εταιρείας, Τζον Ουόλντρον (John Waldron), σημείωσε σε συνέδριο στην Ουάσιγκτον την ίδια ημέρα ότι η τράπεζα «δεν αποχωρεί από την Κίνα» και παραμένει «σταθερά ενεργή σε αυτές τις αγορές». Εξήγησε ότι η Goldman Sachs συνεργάστηκε φέτος με κινεζικές εταιρείες σε σημαντικές συναλλαγές στις κεφαλαιαγορές, υποστηρίζοντας την άντληση κεφαλαίων για επιχειρήσεις με έδρα την Κίνα.
Ο Ουόλντρον παρατήρησε επίσης ότι οι εταιρείες αναμένεται να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους, καθώς οι μεταβαλλόμενες σχέσεις ΗΠΑ–Κίνας επηρεάζουν τις ροές κεφαλαίων και τις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Οι δηλώσεις των στελεχών των δύο τραπεζών ήρθαν λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση των κερδών τρίτου τριμήνου, στις 9 Οκτωβρίου, που ξεπέρασαν τις προσδοκίες της Wall Street και συνοδεύτηκαν από επαναβεβαίωση της δέσμευσής τους να συνεχίσουν τις δραστηριότητες στην Κίνα.
Επανεκκίνηση της Wall Street στην Κίνα
Ο ανεξάρτητος οικονομολόγος Ντέιβι Τζ. Γουόνγκ (Davy J. Wong), με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι το γεγονός πως οι αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες συνεχίζουν να επενδύουν στην Κίνα, αλλά με προσαρμογές στη λειτουργία τους, σηματοδοτεί «την είσοδο της Wall Street στη φάση της ‘απεξάρτησης χωρίς αποσύνδεση’».
Αναφερόμενος στις πιθανές αλλαγές στρατηγικής, ο Γουόνγκ εκτίμησε ότι οι τράπεζες ίσως μετατοπίσουν το επίκεντρο των πελατών τους «από την εξυπηρέτηση νέων ξένων επενδυτών και τοπικών ιδιωτικών εταιρειών, προς τη στήριξη των πολυεθνικών που δραστηριοποιούνται στην Κίνα και των υπεράκτιων αναγκών κινεζικών επιχειρήσεων».
Πρόσθεσε ότι οι αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες ενδέχεται να «περιορίσουν την παρουσία τους εντός της χώρας και να μεταφέρουν τα κέντρα διαχείρισης κινδύνου στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη», δημιουργώντας έναν «διπλό κύκλο» -τοπικό και υπεράκτιο.
Κατά τον Γουόνγκ, οι ξένες τράπεζες θα μπορούσαν να στραφούν σε προϊόντα «όπως οι συγχωνεύσεις και εξαγορές στο εξωτερικό, τα παράγωγα, η διαχείριση ρευστότητας και οι υπηρεσίες θεματοφυλακής», αντί για παραδοσιακές δραστηριότητες όπως οι εκδόσεις τίτλων και ο δανεισμός.
Σύμφωνα με τον Γουόνγκ, οι ξένες επενδυτικές τράπεζες εξακολουθούν να αποκομίζουν κέρδη στην Κίνα, παρά τις βαριές κρατικές παρεμβάσεις, λόγω των μοναδικών τους λειτουργιών για το κινεζικό καθεστώς. Όπως εξήγησε, οι αρχές «κατά καιρούς χρειάζονται τη συμμετοχή ξένων τραπεζών για να στείλουν μήνυμα ανοίγματος και σταθερότητας». Παράλληλα, «οι πολυεθνικές και οι κινεζικές εξαγωγικές εταιρείες εξαρτώνται από τα παγκόσμια δίκτυα λογαριασμών και τα κανάλια εκκαθάρισης δολαρίων των ξένων επενδυτικών τραπεζών».
Συνδυαστική φωτογραφία αρχείου δείχνει τα λογότυπα των τραπεζών UBS, Citibank, Morgan Stanley, BlackRock, JPMorgan Chase και Goldman Sachs. (Reuters)
Ο καθηγητής Φενγκ Τσονγκγί (Feng Chongyi) του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας του Σίδνεϋ υπογράμμισε ότι η κινεζική οικονομία, ελεγχόμενη από το καθεστώς, δεν είναι κανονική οικονομία της αγοράς και ότι πολλές επιχειρήσεις υφίστανται τεράστιες ζημίες. Εντούτοις, ορισμένες εταιρείες που ανήκουν σε απογόνους υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) «έχουν δικούς τους τρόπους να κερδίζουν χρήματα» μέσα σε αυτό το σύστημα. Τα συμφέροντα αυτών των εταιρειών συχνά συμπίπτουν με εκείνα των ξένων τραπεζών, γεγονός που, σύμφωνα με τον Φενγκ, τους επιτρέπει «να εγγράφονται στην Κίνα και να παρέχουν υπηρεσίες που δεν επιτρέπονται σε άλλες τράπεζες».
Ο Γουόνγκ πρόσθεσε ότι «οι ξένες χρηματοπιστωτικές εταιρείες διαθέτουν ασύγκριτες δυνατότητες σε τομείς όπως η διεθνής εκκαθάριση, η θεματοφυλακή, η διαχείριση κινδύνου παραγώγων και η τιμολόγηση—τομείς που οι εγχώριοι ανταγωνιστές δεν μπορούν εύκολα να αντιγράψουν».
Εύθραυστη ισορροπία πολιτικών «κόκκινων γραμμών»
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η JPMorgan Chase ανακοίνωσε στις 13 Οκτωβρίου ότι θα επενδύσει έως 10 δισ. δολάρια κυρίως σε αμερικανικές εταιρείες στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας, των κρίσιμων ορυκτών και της προηγμένης μεταποίησης, στο πλαίσιο ενός δεκαετούς προγράμματος ύψους 1,5 τρισ. δολαρίων για τη στήριξη στρατηγικών βιομηχανιών που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια και ανθεκτικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Γουόνγκ επεσήμανε ότι η επιλογή της JPMorgan να συνεχίζει τις δραστηριότητές της στην Κίνα, ενώ ταυτόχρονα επενδύει σε κρίσιμους τομείς των ΗΠΑ, αποδεικνύει πως η βασική στρατηγική της τράπεζας είναι να εξισορροπεί τις πολιτικές «κόκκινες γραμμές», διατηρώντας εμπορικούς δεσμούς χωρίς να παραβιάζει τα όρια της εθνικής ασφάλειας.
Η επιγραφή στα κεντρικά γραφεία της JPMorgan Chase & Co. στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, στις 30 Ιουνίου 2022. (Andrew Kelly/Reuters)
Η παρουσία αυτών των αμερικανικών τραπεζών στην Κίνα, κατά τον ίδιο, φανερώνει «πολύπλοκες πολιτικές διευθετήσεις σε υψηλό επίπεδο», που περιλαμβάνουν «εσωτερικό συντονισμό με το Πεκίνο, πολιτικά προνόμια και ενεργό άσκηση πιέσεων στην Ουάσιγκτον». Όπως είπε, οι τράπεζες εφαρμόζουν στρατηγικές «διαχωρισμού δραστηριοτήτων, μείωσης ευαισθησίας και ελαφρύτερων ισολογισμών» ώστε να διατηρήσουν περιθώρια ελιγμών ανάμεσα στις δύο δυνάμεις.
Αυξημένοι κίνδυνοι και πιθανές ανατροπές
Παρά την απροθυμία των ξένων τραπεζών να εγκαταλείψουν την κινεζική αγορά, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους, ιδίως αν οι σχέσεις ΗΠΑ–Κίνας συνεχίσουν να επιδεινώνονται ή αν υπάρξει ξαφνική πολιτική αναταραχή στην Κίνα.
Οι κυριότεροι κίνδυνοι, σύμφωνα με τον Γουόνγκ, περιλαμβάνουν «έλεγχο κεφαλαίων, παγίδευση κεφαλαίων εντός της χώρας, υποτίμηση περιουσιακών στοιχείων, ρυθμιστικές επιδρομές και πολιτικές κατασχέσεις». Τόνισε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος προκύπτει από «απότομες πολιτικές μεταβολές, όπως πάγωμα λογαριασμών ή αναγκαστικές κρατικές παρεμβάσεις». Για την προστασία τους, όπως είπε, οι τράπεζες χρησιμοποιούν «πολυστρωματικά υπεράκτια σχήματα, καταπιστεύματα και απομονωμένα χαρτοφυλάκια».
Ο ίδιος επισήμανε ότι οι περισσότερες ξένες τράπεζες λειτουργούν με «ελαφριά δομή ενεργητικού» και εκκαθαρίσεις εκτός Κίνας, γεγονός που καθιστά απίθανη την πλήρη απώλεια περιουσιακών στοιχείων ή κερδών.
Την ίδια στιγμή, η αμερικανική κυβέρνηση εντείνει τον έλεγχο των χρηματοδοτήσεων που ενισχύουν τη διεθνή επέκταση του κινεζικού καθεστώτος. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσσεντ κάλεσε στις 15 Οκτωβρίου την Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να σταματήσουν τη χρηματοδότηση προς την Κίνα.
Δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών μετρώνται δίπλα σε δεσμίδες κινεζικών χαρτονομισμάτων των 100 γουάν (RMB) σε τράπεζα στην Χουαϊμπέ. Κίνας, στις 24 Σεπτεμβρίου 2013. (STR/AFP μέσω Getty Images)
Κατά τον Γουόνγκ, η βασική ανησυχία πίσω από αυτή την έκκληση είναι ότι «τα κεφάλαια της Παγκόσμιας Τράπεζας ανακυκλώνονται από το Πεκίνο ως δευτερογενείς δανειοδοτήσεις για τα έργα της Πρωτοβουλίας ‘Μία ζώνη, ένας δρόμος’ (Belt and Road Initiative), ενισχύοντας έτσι τη γεωπολιτική επιρροή της Κίνας».
Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι η Παγκόσμια Τράπεζα αποτελεί πολυμερή οργανισμό αναπτυξιακού χαρακτήρα, υποκείμενο σε άμεση πολιτική καθοδήγηση, «ενώ οι τράπεζες JPMorgan και Goldman είναι ιδιωτικές οντότητες—επομένως δεν αναμένονται γενικές απαγορεύσεις».
Ο Φενγκ συμφώνησε εν μέρει, σημειώνοντας ότι «οι δυτικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να ελέγξουν πλήρως αυτές τις μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες, καθώς η νομοθεσία τους δεν το επιτρέπει». Υπογράμμισε ότι οποιαδήποτε απαγόρευση εις βάρος ιδιωτικών τραπεζών θα μπορούσε να επιβληθεί «μόνο υπό εξαιρετικές συνθήκες, όπως σε περίπτωση πολέμου». Επομένως, όσο η αμερικανική κυβέρνηση δεν εκδίδει απόλυτη απαγορευτική εντολή, «οι τράπεζες θα παραμείνουν στην κινεζική αγορά και θα συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους».
Όσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, ο Γουόνγκ προέβλεψε ότι οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές πιθανότατα θα προειδοποιήσουν τις εγχώριες τράπεζες να αποφεύγουν τη χρηματοδότηση έργων που θα μπορούσαν να ενισχύσουν το διεθνές οικονομικό αποτύπωμα της Κίνας. Ανέφερε ότι «η Ουάσιγκτον ενδέχεται να επιβάλει έμμεσους περιορισμούς μέσω ελέγχου επενδύσεων, καταλόγων τομέων ή κατευθυντήριων οδηγιών εποπτείας».
Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters
Πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας και σταθερή μείωση του δημόσιου χρέους της έως το 2030 προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην έκθεσή του για τις παγκόσμιες δημοσιονομικές εξελίξεις (Fiscal Monitor).
Το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται στο 3,2% του ΑΕΠ το 2025 και στο 2,3% το 2026. Αν ληφθούν υπ΄όψιν και οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, το ισοζύγιο εσόδων-δαπανών αναμένεται να είναι ισοσκελισμένο (μηδενικό) εφέτος και να έχει έλλειμμα 0,8% το 2026.
Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος προβλέπεται ότι θα μειωθεί από 154,8% του ΑΕΠ πέρυσι, στο 146,7% φέτος και στο 141,9% το 2026, με προοπτική να υποχωρήσει περαιτέρω στο 130,2% το 2030.
Τα δημόσια έσοδα αναμένεται ότι θα αυξηθούν από 49,3% του ΑΕΠ πέρυσι στο 49,8% φέτος και το 50% το 2026, για να υποχωρήσουν στη συνέχεια στο 46,8% το 2030.
Οι δημόσιες δαπάνες από 48% του ΑΕΠ το 2024 προβλέπεται να αυξηθούν στο 49,8% εφέτος και περαιτέρω στο 50,8% το 2026, για να μειωθούν στο 48,2% το 2030.
Υψηλό το παγκόσμιο δημόσιο χρέος
Η έκθεση του Ταμείου προβλέπει ότι το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα αυξηθεί πάνω από το 100% του ΑΕΠ το 2029, στο υψηλότερο επίπεδο από το 1948, ακολουθώντας πιο απότομη ανοδική τροχιά από ό,τι προβλεπόταν πριν την πανδημία.
Πολλές μεγάλες χώρες – όπως ο Καναδάς, η Κίνα, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ – προβλέπεται ότι έχουν ή θα φτάσουν σε ένα επίπεδο δημόσιου χρέους μεγαλύτερο από το 100% του ΑΕΠ. Ωστόσο, ο δημοσιονομικός κίνδυνος για αυτές τις χώρες είναι μέτριος, επειδή έχουν συνήθως βαθιές και ρευστές αγορές κρατικών ομολόγων και συχνά ευρύτερες επιλογές πολιτικής.
Αντίθετα, πολλές αναδυόμενες αγορές και χώρες με χαμηλό εισόδημα αντιμετωπίζουν δυσκολότερες δημοσιονομικές προκλήσεις, παρά το σχετικά χαμηλό χρέος τους.
Γενικά, η δυναμική του παγκόσμιου δημόσιου χρέους έχει αυξηθεί θεαματικά, λόγω και της αύξησης των επιτοκίων τα τελευταία χρόνια, εγκυμονώντας δημοσιονομικούς κινδύνους, σύμφωνα με το ΔΝΤ, καθώς μάλιστα η μελλοντική πορεία των επιτοκίων είναι πολύ αβέβαιη.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι χώρες για αυξημένες αμυντικές δαπάνες, όπως και δαπάνες για φυσικές καταστροφές, για το δημογραφικό και την ανάπτυξη, συνδυάζονται με «πολιτικές κόκκινες γραμμές κατά της αύξησης φόρων και με μειωμένη δημόσια συνειδητοποίηση των δημοσιονομικών ορίων», σημειώνει το Ταμείο.
«Το συμπέρασμα είναι αναπόδραστο: ξεκινώντας από υπερβολικά υψηλά ελλείμματα και χρέη, η επιμονή σε δαπάνες μεγαλύτερες από τα φορολογικά έσοδα θα ωθεί το δημόσιο χρέος σε όλο και υψηλότερα επίπεδα απειλώντας τη βιωσιμότητα και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα», τονίζεται στην έκθεση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις χώρες της G7 προκειμένου να αντιμετωπίσει τη σκλήρυνση των περιορισμών εξαγωγών σπάνιων γαιών από την Κίνα, σύμφωνα με δηλώσεις Ευρωπαίων υπουργών Εμπορίου στις 14 Οκτωβρίου. Οι δηλώσεις έγιναν εν όψει της συνεδρίασης των υπουργών και αξιωματούχων Εμπορίου της ΕΕ.
Στις 9 Οκτωβρίου, το Πεκίνο ανακοίνωσε αυστηρότερους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων ορυκτών, απαιτώντας πλέον ειδική έγκριση για κάθε προϊόν που περιέχει ποσοστό άνω του 0,1% των εν λόγω στοιχείων. Επιπλέον, οι ξένες εταιρείες που παράγουν σπάνιες γαίες ή σχετικούς μαγνήτες εντός της λίστας ελέγχου της Κίνας θα χρειάζονται στο εξής άδεια εξαγωγής, εάν η πρώτη ύλη του τελικού προϊόντος προέρχεται από την Κίνα.
Ο Δανός υπουργός Εξωτερικών Λαρς Ράσμουσεν υπογράμμισε ότι η ΕΕ οφείλει να επιδείξει τη δύναμή της ως «το μεγαλύτερο εμπορικό μπλοκ στον κόσμο» και προσέθεσε ότι η Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συντονίσουν τις προσπάθειές τους, επισημαίνοντας πως εάν ενεργήσουν από κοινού, θα μπορούν να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στην Κίνα ώστε να λειτουργεί «με δίκαιο τρόπο».
Ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ Μάρος Σέφτσοβιτς χαρακτήρισε αυτήν τη «δραματική διεύρυνση του πεδίου» από πλευράς Κίνας επιβαρυντική για την κατάσταση. Οι υπουργοί Εμπορίου των κρατών-μελών θεωρούν τους ελέγχους εξαγωγών της Κίνας στις σπάνιες γαίες «σοβαρή ανησυχία» και τους περιέγραψαν ως «αδικαιολόγητους, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και τη βιομηχανία».
Περισσότερο από το 90% των μετάλλων και μαγνητών σπάνιων γαιών παράγεται στην Κίνα. Τα 17 αυτά στοιχεία είναι ζωτικής σημασίας για πολλούς βιομηχανικούς τομείς, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα, διάφορα ηλεκτρονικά του εμπορίου και οι αμυντικές τεχνολογίες.
Ο Σέφτσοβιτς σημείωσε ότι οι ενέργειες του Πεκίνου έχουν ωθήσει την ΕΕ να επιταχύνει τις προσπάθειές της ώστε να μειώσει την εξάρτησή της από την Κίνα το ταχύτερο δυνατό. Εξήγησε ότι υπάρχουν ήδη έργα μεταξύ των χωρών της G7 για την επιτάχυνση της παραγωγής σπάνιων γαιών και εξέφρασε την ελπίδα να πραγματοποιήσει σύντομα τηλεδιάσκεψη με τους εταίρους της G7.
Η G7 περιλαμβάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία. Ο Σέφτσοβιτς ανέφερε ότι σκοπεύει να ζητήσει συνάντηση με τον Κινέζο ομόλογό του την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να συζητήσει τις ευρωπαϊκές ανησυχίες. Πρόσθεσε ότι είχε ήδη θέσει το θέμα στον υπουργό Εμπορίου των ΗΠΑ, Χάουαρντ Λούτνικ, και ότι οι χώρες της G7 θα το εξετάσουν στις 15 Οκτωβρίου, εκτιμώντας πως μετά την πρώτη αυτή συζήτηση «θα ήταν σκόπιμο να πραγματοποιηθεί σύντομα και τηλεδιάσκεψη της G7».
Ύστερα από την ανακοίνωση του Πεκίνου για αυστηρότερους ελέγχους στις σπάνιες γαίες, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απείλησε με πρόσθετους δασμούς 100% στα κινεζικά προϊόντα. Καθώς η Κίνα διαθέτει σχεδόν μονοπωλιακή θέση στην εξόρυξη και επεξεργασία των σπάνιων γαιών, ο Λευκός Οίκος πιέζει για την ταχεία έναρξη εγχώριων δραστηριοτήτων εξόρυξης, επισπεύδοντας τις άδειες για έργα κρίσιμων ορυκτών και επιδοτώντας τους Αμερικανούς παραγωγούς με εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.
Το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας ανακοίνωσε σχέδιο επιβολής τελών στα αμερικανικά πλοία που προσεγγίζουν κινεζικά λιμάνια, ως απάντηση στις επικείμενες χρεώσεις των ΗΠΑ για πλοία που έχουν κατασκευαστεί στην Κίνα.
Σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε το Υπουργείο Μεταφορών της Κίνας στις 10 Οκτωβρίου, τα νέα τέλη θα αφορούν πλοία που ανήκουν ή διαχειρίζονται από αμερικανικούς φορείς και ιδιώτες, καθώς και πλοία που έχουν κατασκευαστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και φέρουν την αμερικανική σημαία.
Σε κάθε αμερικανικό πλοίο θα επιβάλλεται τέλος 400 γιουάν ανά μικτό τόνο φορτίου, το οποίο θα αυξάνεται κάθε έτος, φθάνοντας τα 880 γιουάν ανά μικτό τόνο από τις 17 Απριλίου 2027.
Τα πρόσθετα τέλη θα τεθούν σε ισχύ στις 14 Οκτωβρίου, διευκρίνισε το Υπουργείο, χαρακτηρίζοντάς τα ως άμεση απάντηση στα αμερικανικά σχέδια για νέα τέλη λιμένων σε κινεζικά πλοία.
Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να επιβάλει τέλη σε πλοία κινεζικής κατασκευής αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης προσπάθειας για εξισορρόπηση των συνθηκών ανταγωνισμού στη διεθνή ναυπηγοκατασκευαστική βιομηχανία και ενίσχυση των αμερικανικών δυνατοτήτων ναυπήγησης.
Η αμερικανική πρωτοβουλία βασίστηκε σε πολύμηνη έρευνα του Γραφείου του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ (USTR), η οποία κατέληξε –σύμφωνα με σχετική έκθεση που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο– ότι οι εμπορικές πολιτικές και τακτικές του κινεζικού καθεστώτος είναι παράλογες και επιζήμιες για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και συνολικά την οικονομία των ΗΠΑ.
Το USTR ανέδειξε στην έκθεση διακρίσεις και μηχανισμούς εκτός της ελεύθερης αγοράς εκ μέρους του Πεκίνου, όπως τον κρατικό έλεγχο τόσο σε δημόσιες όσο και σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, μεγάλης κλίμακας επιδοτήσεις και αθέμιτες εργασιακές πρακτικές.
Επιπλέον, τόνισε τη στήριξη της κυβέρνησης στην υπερπαραγωγή χάλυβα και την κρατικά κατευθυνόμενη συγκέντρωση της βιομηχανίας, με στόχο τη δημιουργία εμποδίων πρόσβασης για ξένες εταιρείες στην κινεζική αγορά.
Σύμφωνα με την έκθεση, αυτές οι πολιτικές έχουν προκαλέσει δραστική μείωση του ανταγωνισμού και ανακατανομή του μεριδίου της αγοράς υπέρ των κινεζικών ναυπηγείων, τα οποία αύξησαν το μερίδιό τους στη διεθνή παραγωγή πλοίων από λιγότερο από 5% το 1999 σε πάνω από 50% το 2023.
Το επίπεδο αυτό κυριαρχίας προσφέρει στην Κίνα σημαντική επιρροή στον καθορισμό των τιμών και της διαθεσιμότητας πλοίων που χρησιμοποιούνται στο διεθνές εμπόριο.
Με βάση την πρόταση που ανακοίνωσε το USTR τον Απρίλιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλλουν τέλος 50 δολαρίων ανά μικτό τόνο φορτίου για πλοία που έχουν κατασκευαστεί, ανήκουν ή λειτουργούν από κινεζικούς φορείς.
Το τέλος αυτό, που θα εφαρμοστεί από τις 14 Οκτωβρίου, θα αυξάνεται κάθε χρόνο έως το 2028, οπότε και θα αγγίξει τα 140 δολάρια ανά μικτό τόνο.
Σε ξεχωριστή ανακοίνωση, επίσης στις 10 Οκτωβρίου, το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου επανέλαβε την αντίθεσή του στα αμερικανικά σχέδια για τα τέλη λιμένων, υποστηρίζοντας πως τα εν λόγω μέτρα βλάπτουν τα συμφέροντα των κινεζικών επιχειρήσεων.
Κλιμάκωση της έντασης ΗΠΑ–Κίνας
Οι εντάσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο κλιμακώθηκαν περαιτέρω αυτήν την εβδομάδα, καθώς το κινεζικό καθεστώς ανακοίνωσε σειρά εμπορικών μέτρων με στόχο τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 9 Οκτωβρίου, το Υπουργείο Εμπορίου της Κίνας εξέδωσε έξι ανακοινώσεις που διευρύνουν τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και άλλων κρίσιμων υλικών για την κατασκευή ημιαγωγών και στρατιωτικού εξοπλισμού.
Την ίδια μέρα, σχεδόν δέκα εταιρείες αμυντικών συστημάτων που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ προστέθηκαν στην κινεζική μαύρη λίστα εμπορίου.
Στις 10 Οκτωβρίου, η κινεζική ρυθμιστική αρχή αγοράς ξεκίνησε έρευνα σε βάρος της αμερικανικής εταιρείας μικροκυκλωμάτων Qualcomm, με αφορμή την εξαγορά της ισραηλινής Autotox, συμφωνία που ανακοινώθηκε πριν τέσσερις μήνες.
Επιπροσθέτως, η Κίνα –ο μεγαλύτερος αγοραστής σόγιας παγκοσμίως– δεν έχει πραγματοποιήσει καμία αγορά αμερικανικής σόγιας από τον Μάιο, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ υποστήριξε ότι η άρνηση του κινεζικού καθεστώτος να αγοράσει αμερικανική σόγια αποτελεί διαπραγματευτικό χαρτί.
Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις 10 Οκτωβρίου, ο Τραμπ έγραψε: «Η Κίνα γίνεται εξαιρετικά επιθετική στα εμπορικά ζητήματα». Ο πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι επιθυμεί να ακυρώσει προγραμματισμένη συνάντηση με τον Σι Τζινπίνγκ στο επικείμενο Οικονομικό Φόρουμ Ασίας–Ειρηνικού, στη Νότια Κορέα.
«Ήταν να δω τον πρόεδρο Σι σε δύο εβδομάδες, στο APEC, στη Νότια Κορέα, αλλά πλέον δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος να το πράξω», δήλωσε ο Τραμπ με ανάρτηση στο Truth Social. Σε άλλη ανάρτηση επεσήμανε: «Από 1η Νοεμβρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν επιπλέον δασμό 100% στην Κίνα και άλλους περιορισμούς στις εξαγωγές κάθε κρίσιμου λογισμικού».