Τρίτη, 08 Ιούλ, 2025

1.500 καλλιτέχνες του Shen Yun ζητούν επίσημη έρευνα για τις παρεμβάσεις της Κίνας κατά του θιάσου

Πάνω από 1.500 καλλιτέχνες και συγγενείς μελών της γνωστής ομάδας χορού και μουσικής Shen Yun υπέγραψαν αίτημα προς τις αμερικανικές αρχές ζητώντας τη διερεύνηση επιθέσεων από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), τις οποίες καταγγέλλουν ως «επιχείρηση κακόβουλης και ξένης επιρροής». Η πρωτοβουλία ανακοινώθηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαρτίου 2025 στο Lincoln Center στη Νέα Υόρκη, λίγο πριν την έναρξη παράστασης του Shen Yun.

Το Shen Yun, που είναι διεθνώς γνωστό για τις παραστάσεις παραδοσιακού κινέζικου χορού και μουσικής, ιδρύθηκε από ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ, μιας πνευματικής ομάδας που διώκεται από το κινεζικό καθεστώς. Σύμφωνα με τους υπογράφοντες, το Πεκίνο έχει εντείνει πρόσφατα τις προσπάθειές του να υπονομεύσει τις πολιτιστικές δραστηριότητες του καλλιτεχνικού θιάσου, χρησιμοποιώντας παραπληροφόρηση, νομικές επιθέσεις, αλλά και άμεσες απειλές βίας.

Τα τελευταία δύο χρόνια, όπως καταγγέλλουν οι καλλιτέχνες, σημειώθηκε κατακόρυφη αύξηση των απειλητικών ενεργειών, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων απειλών για βόμβα, που οδήγησαν ακόμα και σε εκκένωση μεγάλων θεάτρων, όπως το Kennedy Center στην Ουάσιγκτον, λίγο πριν τις προγραμματισμένες παραστάσεις του Shen Yun.

Ο παρουσιαστής της ομάδας, Λισάι Λέμις, ανέφερε: «Έχουμε οικογένειες που διώκονται στην Κίνα. Υπάρχουν καλλιτέχνες ανάμεσά μας που δεν μπόρεσαν να δουν τους γονείς τους πριν φύγουν από τη ζωή. Παρά τις δυσκολίες αυτές, συνεχίζουμε τις παραστάσεις μας, προσπαθώντας να δώσουμε φωνή σε όσους δεν μπορούν να μιλήσουν».

Παράλληλα, οι υπογράφοντες επισήμαναν ότι συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης, κυρίως τους New York Times, αναπαρήγαγαν αβάσιμους ισχυρισμούς για το εργασιακό περιβάλλον εντός του Shen Yun, χωρίς να διερευνούν τυχόν διασυνδέσεις των καταγγελόντων με το κινεζικό καθεστώς. Ο χορευτής της ομάδας, Πιοτρ Χουάνγκ, χαρακτήρισε τις κατηγορίες αυτές «προσβλητικές και αναληθείς», τονίζοντας ότι «αποσκοπούν μόνο στη δυσφήμιση της ομάδας και του έργου μας».

Η Κέι Ρούμπατσεκ, παραγωγός ντοκιμαντέρ και μητέρα καλλιτεχνών, επισήμανε ότι φοβάται για την ασφάλεια των παιδιών της, καθώς καταγράφηκαν ακόμα και προσπάθειες δολιοφθοράς στα τουριστικά λεωφορεία του Shen Yun με σκισμένα ελαστικά, κάτι που θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο. «Δεν πρόκειται απλώς για απειλές. Είναι απόπειρες εγκληματικής ενέργειας», πρόσθεσε.

Το αίτημα που υπογράφτηκε από 1.557 άτομα απαιτεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να διερευνήσει την ανάμειξη της Κίνας σε αυτές τις επιθέσεις, καθώς και από το Κογκρέσο και τον πρόεδρο την ενίσχυση προστασίας των αμερικανικών εταιρειών από την κινεζική επέμβαση. Ζητεί επίσης από τα μέσα ενημέρωσης να ενεργούν με υπευθυνότητα και να αποκαλύπτουν τυχόν δεσμούς όσων συνεργάζονται μαζί τους με το Πεκίνο.

Κατά τον Λέβι Μπρόουντι, διευθυντή του Κέντρου Πληροφόρησης Φάλουν Ντάφα, η εκστρατεία της Κίνας δεν αφορά μόνο το Shen Yun: «Αποτελεί μέρος μιας στρατηγικής του Πεκίνου για χρήση θεσμών των ΗΠΑ εναντίον της ίδιας της Αμερικής. Αν αυτό δεν αντιμετωπιστεί τώρα, δεν θα σταματήσει εδώ».

Το Shen Yun και οι υποστηρικτές του επισημαίνουν ότι παρά τις πρωτοφανείς αυτές προκλήσεις θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζουν την τέχνη τους παγκοσμίως. «Δεν μας φοβίζουν», σημείωσε ο Χουάνγκ. «Η αντίδραση του Πεκίνου δείχνει ότι είμαστε στον σωστό δρόμο».

Το Ισραήλ προειδοποιεί για επέκταση των επιχειρήσεών του στη Γάζα αν δεν απελευθερωθούν οι όμηροι

Εκπρόσωπος του παλαιστινιακού ισλαμιστικού κινήματος Χαμάς, ο Άμπντελ Λατίφ αλ Κάνου, σκοτώθηκε σε ισραηλινό αεροπορικό πλήγμα στην Τζαμπάλια, στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Σεμπάμπ («Νεολαία»), που πρόσκειται στην παράταξη, τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα.

Η ισραηλινή κυβέρνηση δήλωσε την Τετάρτη ότι ενδέχεται να επεκτείνει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στη Λωρίδα της Γάζας εάν η Χαμάς δεν προχωρήσει στην απελευθέρωση των ομήρων που εξακολουθεί να κρατά. Οι επιχειρήσεις του ισραηλινού στρατού στη Γάζα επανεκκινήθηκαν στις 18 Μαρτίου.

Την ίδια ημέρα, πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις εναντίον της Χαμάς σε διάφορες περιοχές της Γάζας, με εκατοντάδες πολίτες να διαμαρτύρονται στην πόλη της Γάζας και στην Μπέιτ Λάχια, κρατώντας πλακάτ και φωνάζοντας συνθήματα εναντίον της παλαιστινιακής οργάνωσης. Την Τρίτη είχε σημειωθεί η μεγαλύτερη μέχρι στιγμής διαδήλωση κατά της Χαμάς από την έναρξη του πολέμου, με καλέσματα μέσω Telegram.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, χαρακτήρισε αυτές τις κινητοποιήσεις ως ένδειξη ότι η στρατηγική του Ισραήλ αποδίδει. Παράλληλα, κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι υποδαυλίζει αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Ισραήλ, οι οποίες επικεντρώνονται στην επανέναρξη της στρατιωτικής επιχείρησης στη Γάζα και στην απομάκρυνση του επικεφαλής της Σιν Μπετ, Ρόνεν Μπαρ.

Χιλιάδες πολίτες διαδήλωσαν στην Ιερουσαλήμ έξω από το ισραηλινό κοινοβούλιο, ζητώντας προστασία της δημοκρατίας.

Στις 18 Μαρτίου, ο ισραηλινός στρατός ξεκίνησε νέες αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις στη Λωρίδα της Γάζας, έπειτα από δίμηνη κατάπαυση του πυρός. Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Χαμάς, οι νεκροί Παλαιστίνιοι από την επανέναρξη των συγκρούσεων έχουν ξεπεράσει τους 830. Παράλληλα, αναφέρθηκε η εκτόξευση δύο ρουκετών από τη Γάζα προς το Ισραήλ, με την μία να αναχαιτίζεται και την άλλη να καταλήγει σε ακατοίκητη περιοχή.

Η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα επιδεινώνεται, καθώς το Ισραήλ έχει κλείσει τις συνοριακές διελεύσεις από τις 2 Μαρτίου, περιορίζοντας την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας. Ο ΟΗΕ αναφέρει ότι τουλάχιστον 142.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν μέσα σε μία εβδομάδα, ενώ συνολικά ο πληθυσμός των 2,4 εκατομμυρίων κατοίκων έχει εκτοπιστεί τουλάχιστον μία φορά από την έναρξη του πολέμου.

Ο Νετανιάχου δήλωσε ότι η στρατιωτική πίεση θα ενταθεί όσο η Χαμάς δεν προχωρά σε απελευθέρωση ομήρων, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο κατάληψης περισσότερων εδαφών. Ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας, Ισραήλ Κατς, προειδοποίησε τους κατοίκους της Γάζας ότι η Χαμάς τους εκθέτει σε κίνδυνο και ότι νέες επιχειρήσεις θα πραγματοποιηθούν σύντομα.

Η Χαμάς προειδοποίησε ότι οι εναπομείναντες όμηροι κινδυνεύουν να σκοτωθούν εάν ο ισραηλινός στρατός επιχειρήσει να τους απελευθερώσει με στρατιωτικά μέσα. Σύμφωνα με το Ισραήλ, από τους 251 ομήρους που απήχθησαν στις 7 Οκτωβρίου 2023, 58 παραμένουν στη Γάζα, εκ των οποίων τουλάχιστον 34 έχουν χάσει τη ζωή τους.

 

 

Επιστολή Ουκρανίας στον ΟΗΕ: Ανάγκη για συνεχή στήριξη στο Κίεβο

«Aπό την 1η Μαρτίου δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα χωρίς επίθεση που να πλήττει αμάχους στην Ουκρανία. Είμαστε ιδιαίτερα συγκλονισμένοι από τα χτυπήματα σε όλη τη χώρα στις 7 Μαρτίου που επέφεραν θάνατο σε 21 αμάχους και τραυμάτισαν πολλούς άλλους, καθιστώντας την ημέρα αυτή μια από τις πιο θανατηφόρες ημέρες φέτος» ανέφερε η Βοηθός Γενική Γραμματέας Ανθρωπιστικών Υποθέσεων Τζόις Μσούγια στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Ουκρανίας.

Σε ολόκληρη την Ουκρανία, ανέφερε η κ. Mσούγια, «σχεδόν 13 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια. Περισσότεροι από 10 εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, συμπεριλαμβανομένων 3,7 εκατομμυρίων εξ αυτών που είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι. Αυτός ο εκτοπισμός πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες και τα κορίτσια, αυξάνοντας την έκθεσή τους στην έμφυλη βία και εμποδίζοντας την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες υποστήριξης».

Ανέφερε επίσης ότι οι πρόσφατες περικοπές χρηματοδότησης οδήγησαν τον ΟΗΕ σε αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων των προσπαθειών αντιμετώπισης της κατάστασης στο χώρα, που θα ανακοινωθεί τις επόμενες εβδομάδες.

«Η συνεχής οικονομική στήριξη θα είναι απαραίτητη για τη διατήρηση των επιχειρήσεων μας εκεί» τόνισε.

Η Ελλάδα καταδίκασε με τον πιο έντονο τρόπο τις επιθέσεις κατά αμάχων και μη στρατιωτικών υποδομών και κάλεσε όλα τα μέρη να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους με βάση το Διεθνές Δίκαιο και του Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο.

Έγινε αναφορά στην πρόσφατη πρόοδο κατά τη διάρκεια των ειρηνευτικών συνομιλιών στη Σαουδική Αραβία και το γεγονός ότι η Ουκρανία επέστρεψε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Η Ελλάδα επανέλαβε το σχόλιο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ ότι «η επίτευξη συμφωνίας για την ασφαλή και ελεύθερη ναυσιπλοΐα στη Μαύρη Θάλασσα θα είναι ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και τις αλυσίδες εφοδιασμού».

Τονίστηκε επίσης η ανάγκη για ειρήνη με αξιόπιστες και ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας, οι οποίες θα αποτρέψουν την επανάληψη πολέμου στο μέλλον.

Επιστολή Ουκρανίας στον ΟΗΕ

Η Ουκρανία με επιστολή της στα Ηνωμένα Έθνη στις 24 Μαρτίου 2025, ενημέρωσε τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και άλλα ανώτατα στελέχη του Οργανισμού «για τις συνεχιζόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις της Ρωσίας κατά αμάχων και πολιτικών υποδομών στην Ουκρανία».

Στην επιστολή γίνεται αναφορά σε ρωσικές επιθέσεις στις:

– 21 Μαρτίου 2025: Επίθεση με drone στη Ζαπορίζια που σκότωσε μία οικογένεια και τραυμάτισε τουλάχιστον 14 άτομα, μεταξύ αυτών και ένα βρέφος.

– 23 Μαρτίου 2025: Μαζική επίθεση με drone στο Κίεβο και την ευρύτερη περιοχή που είχε ως αποτέλεσμα τουλάχιστον τρεις νεκρούς (ανάμεσά τους ένα παιδί) και 10 τραυματίες.

– 24 Μαρτίου 2025: Πυραυλική επίθεση στο κέντρο της Σούμι που τραυμάτισε τουλάχιστον 88 άτομα, μεταξύ αυτών 17 παιδιά, προκαλώντας μεγάλες ζημιές.

Στην επιστολή τονίζεται ότι αυτές οι επιθέσεις είναι καθημερινές, με χρήση περισσότερων από 1.580 κατευθυνόμενων βομβών, 1.100 drones και 15 πυραύλων μόνο μέσα σε μία εβδομάδα.

Η Ουκρανία καλεί τον ΟΗΕ «να αναλάβει άμεση και αποφασιστική δράση, κάνοντας πλήρη χρήση των εντολών των αρμόδιων οργανισμών για να σταματήσει η τρομοκρατία και να λογοδοτήσει η Ρωσία».

Επιπλέον, υποστηρίζεται ότι «οι ενέργειες της Ρωσίας παραβιάζουν τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και θέτουν υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα της παρουσίας της στο Συμβούλιο Ασφαλείας».

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ χαιρέτισε τις συζητήσεις και τις αναφερόμενες δεσμεύσεις που επιτεύχθηκαν στη Σαουδική Αραβία από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Ρωσία και την Ουκρανία.

«Η επίτευξη συμφωνίας για την ελευθερία της ναυσιπλοΐας στη Μαύρη Θάλασσα, ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των μη στρατιωτικών σκαφών και των λιμενικών υποδομών, θα συμβάλει αποφασιστικά στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και τις αλυσίδες εφοδιασμού, αντανακλώντας τη σημασία των εμπορικών οδών τόσο από την Ουκρανία όσο και από τη Ρωσική Ομοσπονδία για τις παγκόσμιες αγορές» ανέφερε.

Τα Ηνωμένα Έθνη εργάζονται με συνέπεια, ιδίως μετά τις επιστολές που απέστειλε ο Γενικός Γραμματέας στους Προέδρους Zελένσκι, Πούτιν και Ερντογάν στις 7 Φεβρουαρίου 2024, διατυπώνοντας μια πρόταση για την ασφαλή και ελεύθερη ναυσιπλοΐα στη Μαύρη Θάλασσα.

Επίσης ο ΟΗΕ παραμένει στενά συνδεδεμένος με τη συνέχιση της εφαρμογής του Μνημονίου Συνεννόησης με τη Ρωσία για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ρωσικών τροφίμων και λιπασμάτων στις παγκόσμιες αγορές για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας.

Οι Καλές Υπηρεσίες του Γενικού Γραμματέα παραμένουν διαθέσιμες για την υποστήριξη όλων των προσπαθειών προς την κατεύθυνση της ειρήνης.

Ο Γενικός Γραμματέας επανέλαβε την ελπίδα του ότι «οι προσπάθειες αυτές θα ανοίξουν το δρόμο για μια διαρκή κατάπαυση του πυρός και θα συμβάλουν στην επίτευξη μιας δίκαιης, συνολικής και διαρκούς ειρήνης στην Ουκρανία, σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το διεθνές δίκαιο και τα σχετικά Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και με πλήρη σεβασμό της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας».

Γ. Γαραντζιώτη

Στο Παρίσι ο πρωθυπουργός για τη σύνοδο ηγετών για την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ουκρανία

Στο Παρίσι μεταβαίνει σήμερα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για να λάβει μέρος στη Σύνοδο ηγετών για την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ουκρανία, που διοργανώνεται κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν.

Στη Σύνοδο θα μετάσχει η πλειονότητα των ηγετών της ΕΕ, η ηγεσία των ευρωπαϊκών θεσμών (πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, ενώ έχουν προσκληθεί να συμμετάσχουν και χώρες εκτός ΕΕ.

Από την κυβέρνηση αναφέρουν ότι η Ελλάδα συμμετέχει στο ανώτατο επίπεδο στις διαβουλεύσεις που αφορούν την ειρηνευτική διαδικασία στην Ουκρανία, ενώ η Σύνοδος του Παρισιού πραγματοποιείται στο πλαίσιο της προσπάθειας για την επίτευξη μιας συνολικής ειρηνευτικής συμφωνίας στην Ουκρανία, λίγες μέρες μετά τη συνάντηση των ηγετών της ΕΕ στη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου, και μόλις μια μέρα μετά τις ανακοινώσεις που ακολούθησαν τις διαβουλεύσεις των ΗΠΑ τόσο με τη Ουκρανία όσο και με τη Ρωσία και αφορούν τις προσπάθειες για κατάπαυση του πυρός.

Την Παρασκευή, 28 Μαρτίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί ξανά στο Μέγαρο των Ηλυσίων για να συναντήσει τον Εμμανουέλ Μακρόν, τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη και τον Πρόεδρο του Λιβάνου Ζοζέφ Αούν. Η τετραμερής συνάντηση κορυφής Ελλάδας-Γαλλίας-Κύπρου-Λιβάνου είναι η πρώτη αντίστοιχη των τεσσάρων χωρών και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο.

Πραγματοποιείται σε μία συγκυρία στην οποία το τοπίο στην περιοχή αναδιαμορφώνεται και οι περιφερειακές εξελίξεις «τρέχουν». Από την κυβέρνηση τονίζουν πως αναδεικνύει ότι η Ελλάδα είναι παρούσα στις εξελίξεις, αλλά και παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.

Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν, τον περασμένο Δεκέμβριο, ο πρώτος ξένος ηγέτες που επισκέφθηκε τον Λίβανο μετά την επίτευξη της συμφωνίας εκεχειρίας. Η επίσκεψη του πρωθυπουργού ήταν υψηλού συμβολισμού και σημασίας, καθώς απηύθυνε μήνυμα ειρήνης και σταθερότητας, αλλά και του ισχυρού ρόλου και της παρουσίας της Ελλάδας στην περιοχή. Ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει την ετοιμότητα της Ελλάδας να συνδράμει στην ενίσχυση των κρατικών δομών του Λιβάνου. Μάλιστα, στη συνάντηση της ελληνικής αντιπροσωπείας υπό τον πρωθυπουργό είχε συμμετάσχει τότε και ο πρόεδρος Αούν , ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων του Λιβάνου.

Την Κυριακή, 30 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός μεταβαίνει στο Ισραήλ, όπου θα έχει συναντήσεις με τον πρόεδρο Ισαάκ Χέρτσογκ και τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου. Η επίσκεψη αναμένεται να επιβεβαιώσει την ισχυρή στρατηγική συμμαχία Ελλάδας-Ισραήλ, ενώ αναμένεται να συζητηθεί ολόκληρο το φάσμα των διμερών σχέσεων με έμφαση στην αμυντική συνεργασία, αλλά και τις περιφερειακές εξελίξεις με επίκεντρο την Ανατολική Μεσόγειο και τη Συρία.

Του Ν. Αρμένη

Η Σουηδία αυξάνει δραστικά τις αμυντικές δαπάνες έως το 2030, ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός

Σε μια σημαντική αναθεώρηση των αμυντικών προτεραιοτήτων της χώρας για την προσεχή πενταετία προχωρά η σουηδική κυβέρνηση, καθώς ο πρωθυπουργός Ουλφ Κρίστερσον ανακοίνωσε πως έως το 2030 η Σουηδία θα διαθέτει πλέον για την άμυνα το 3,5% του ΑΕΠ της.

Η ανακοίνωση έγινε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο κος Κρίστερσον στη Ρώμη, στις 26 Μαρτίου 2025, σημειώνοντας ότι η νέα στρατηγική αντανακλά τις αυξημένες προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, τον Μάρτιο του 2024.

«Μια νέα εκ βάθρων κατάσταση στον τομέα της ασφάλειας επιβάλλει νέες αποφάσεις — τόσο κατεπείγουσες όσο και μακροπρόθεσμες», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός, τονίζοντας παράλληλα πως είναι αναγκαίο η Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερο μέρος της υπεράσπισης της ηπείρου.

Η Σουηδία, της οποίας οι αμυντικές δαπάνες μέχρι φέτος ανέρχονταν στο 2,4% του ΑΕΠ, είχε αρχικά στόχο να φτάσει στο 2,6% έως το 2028. Ωστόσο η τελευταία κυβερνητική κίνηση προβλέπει υψηλότερη και ταχύτερη αύξηση, υπό το πρίσμα των πιέσεων που ασκούν μεγάλες δυνάμεις εντός της συμμαχίας — ιδιαίτερα οι ΗΠΑ — προς την κατεύθυνση της δραστικής ενίσχυσης των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων.

Αναφερόμενος σε αυτό τον παράγοντα, ο κος Κρίστερσον σημείωσε ότι αναμένει το ΝΑΤΟ, στο εγγύς μέλλον, να θέσει ως νέο στόχο μεταξύ 3% και 4% του ΑΕΠ για τις δαπάνες των χωρών-μελών. Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη ζητήσει από τις χώρες του ΝΑΤΟ την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5%, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το σημερινό όριο του 2%.

Για να χρηματοδοτηθεί η φιλόδοξη αυτή αμυντική πρωτοβουλία, η σουηδική κυβέρνηση συμφώνησε με το συντηρητικό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών να εξασφαλίσει πρόσθετα δάνεια ύψους περίπου 300 δισεκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (27,6 δισ. ευρώ), τα οποία θα αποπληρωθούν έως το 2035.

Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Κρίστερσον επιβεβαίωσε πως αυξάνεται και η οικονομική βοήθεια της Σουηδίας προς την Ουκρανία, από 25 δισ. κορώνες σε 40 δισ. κορώνες για το έτος 2025, ως μέρος της ευρύτερης δέσμευσης της χώρας στην ασφάλεια της Ευρώπης.

Η Σουηδία μέχρι πρόσφατα είχε μακρά παράδοση στρατιωτικής ουδετερότητας, μεγαλύτερης των 200 χρόνων. Η ιστορική απόφαση ένταξης στο ΝΑΤΟ το Μάρτιο του 2024 σηματοδότησε μία κομβική αλλαγή, καθιστώντας άμεσα απαραίτητη την ταχεία αύξηση της αμυντικής της ικανότητας στο νέο περιβάλλον ασφαλείας.

Αυτή η κίνηση της Σουηδίας ακολουθεί ευρύτερες περιφερειακές τάσεις ενίσχυσης των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων, με αντίστοιχα μέτρα να αποφασίζονται πρόσφατα και σε άλλες χώρες, όπως στη Νορβηγία και την Πολωνία. Ειδικότερα, η Πολωνία ανακοίνωσε ότι γίνεται η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα χρησιμοποιήσει ευρωπαϊκά κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης για αμυντικούς σκοπούς, ενισχύοντας υποδομές, καταφύγια, καθώς και τις πολωνικές αμυντικές βιομηχανίες.

Η απόφαση αυτή της Σουηδίας εκτιμάται πως θα ενισχύσει περαιτέρω την αποτρεπτική δυνατότητα του ΝΑΤΟ στην περιοχή της Βαλτικής και στη Σκανδιναβία, όπου η παρουσία και η στρατηγική δραστηριότητα της Ρωσίας παραμένει ανησυχητικά έντονη. Παράλληλα, η κίνηση αυτή θα συμβάλει στη συνολικότερη προσπάθεια της συμμαχίας να ενισχύσει την ασφάλεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Πρόκειται για μία απόφαση ιστορικής σημασίας, που αναμένεται να καθορίσει την αμυντική και δημοσιονομική πολιτική της Σουηδίας για τα ερχόμενα χρόνια, αφήνοντας οριστικά πίσω της δύο αιώνες ουδετερότητας και επηρεάζοντας σημαντικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη Βόρεια Ευρώπη.

Σταθερή η αμερικανική δέσμευση στην ευρωπαϊκή άμυνα, λέει ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας

Ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας Τόρε Ο. Σάντβικ, με δήλωσή του στις 25 Μαρτίου, υπογράμμισε την ισχυρή δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην άμυνα της Ευρώπης, καθησυχάζοντας τις ανησυχίες ορισμένων Ευρωπαίων συμμάχων εν μέσω αυξανόμενων προτροπών από την αμερικανική κυβέρνηση για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή υπευθυνότητα στον τομέα της άμυνας.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο Reuters, ο κος Σάντβικ επεσήμανε πως η Νορβηγία «δεν διαπιστώνει κανένα σημάδι αποδυνάμωσης της αμερικανικής υποστήριξης» στην ασφάλεια της γηραιάς ηπείρου. Ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Μας έχει επιβεβαιωθεί από τον Αμερικανό υπουργό Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, καθώς και από τον ίδιο τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ προς πλήθος Ευρωπαίων ηγετών, ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σταθερά πίσω από το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ», αναφερόμενος στην κεντρική δέσμευση του Βορειοατλαντικού Συμφώνου για συλλογική άμυνα σε περίπτωση επίθεσης εναντίον κράτους-μέλους της συμμαχίας.

Αν και η δέσμευση των ΗΠΑ στην κοινή άμυνα δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει ζητήσει επανειλημμένα από τις ευρωπαϊκές χώρες να ενισχύσουν τις αμυντικές τους προσπάθειες ώστε να επωμιστούν μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να συνεισφέρουν περίπου τα δύο τρίτα των συνολικών αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ, στοιχείο που δημιουργεί επίμονες συζητήσεις εντός του μπλοκ για πιο δίκαιη κατανομή του κόστους.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας ότι δεν μπορεί πλέον να εξαρτάται αποκλειστικά από την αμερικανική προστασία, έχει ήδη δρομολογήσει την υλοποίηση της στρατηγικής «Ετοιμότητα 2030» (Readiness 2030). Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία στοχεύει στην ανάπτυξη μιας ισχυρής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσα από αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού κυρίως από Ευρωπαίους προμηθευτές. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε πρόσφατα σχετικά: «Η αρχιτεκτονική ασφαλείας στην οποία βασιζόμασταν δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη. Οφείλουμε να αγοράζουμε περισσότερο ευρωπαϊκά, κάτι που σημαίνει ενίσχυση της ευρωπαϊκής βάσης αμυντικής και βιομηχανικής τεχνολογίας, προώθηση της καινοτομίας και δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού».

Η στρατηγική της ΕΕ αναμένεται να κινητοποιήσει περισσότερα από 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές δαπάνες στα ερχόμενα χρόνια, προβλέποντας επίσης δάνεια προς τα κράτη-μέλη συνολικού ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ για επενδύσεις στον αμυντικό τομέα.

Από τη μεριά της, η Νορβηγία αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα, καθώς ήδη το 2024 έφθασε τον συμμαχικό στόχο του 2% του ΑΕΠ της που προορίζεται για την άμυνα και προγραμματίζει να διπλασιάσει τις αμυντικές της δαπάνες ως το 2036. Μάλιστα ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας ανέφερε ότι η κυβέρνηση του Όσλο ενδέχεται να αναθεωρήσει προς τα επάνω τα ήδη φιλόδοξα σχέδιά της, λόγω των μεταβαλλόμενων αναγκών ασφαλείας: «Διανύουμε μόλις δυόμιση μήνες σε ένα δωδεκαετές μακροπρόθεσμο πρόγραμμα άμυνας και ήδη βλέπουμε ότι πρέπει να το αναθεωρήσουμε».

Η Νορβηγία έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία για το ΝΑΤΟ, καθώς παρακολουθεί μια εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή στον βόρειο Ατλαντικό στην οποία δρουν μεταξύ άλλων πυρηνικά υποβρύχια του ρωσικού Βόρειου Στόλου. Ο Σάντβικ χαρακτήρισε τη συνεργασία της χώρας του με τις ΗΠΑ στη συγκεκριμένη περιοχή ως «εξαιρετικά σημαντική» και επεσήμανε ότι υπάρχει «καλή επικοινωνία» για τα κοινά σχέδια στον τομέα της άμυνας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η παραδοχή της ανάγκης για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή στρατιωτική αυτονομία δεν σημαίνει απαραίτητα αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ευρωπαϊκό αμυντικό χάρτη αλλά, αντίθετα, επισημαίνει την ανάγκη μιας πιο ισορροπημένης συμμαχίας, όπου όλα τα μέρη θα αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.

Η τρέχουσα δυναμική υπογραμμίζει ότι η ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται πλέον σε μια φάση επαναπροσδιορισμού, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να διατηρούν σταθερά δεσμευμένες στο ΝΑΤΟ, αλλά σαφέστατα ζητώντας μεγαλύτερη ευρωπαϊκή δέσμευση και περισσότερες επενδύσεις στον τομέα της άμυνας. Οι εξελίξεις των ερχόμενων ετών θα κρίνουν αν και κατά πόσο η Ευρώπη μπορεί να σταθεί πιο αυτόνομα και αποτελεσματικά έναντι των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων στον τομέα της ασφάλειας.

Η ΕΕ απορρίπτει το αίτημα της Ρωσίας για άρση των κυρώσεων για την εκεχειρία στη Μαύρη Θάλασσα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση απέρριψε το αίτημα που διατύπωσε η Ρωσία, να αρθούν οι κυρώσεις κατά της ρωσικής Αγροτικής Τράπεζας (Rosselkhozbank) και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, ως όρο για την εφαρμογή της πρόσφατης συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας για τη ναυτική κατάπαυση πυρός στη Μαύρη Θάλασσα.

Σε ανακοίνωση που εξέδωσε στις 26 Μαρτίου, η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανίτα Χίπερ τόνισε πως οι κυρώσεις δεν πρόκειται να χαλαρώσουν, εάν η Μόσχα δεν δώσει τέλος στην «απρόκλητη και αδικαιολόγητη επιθετικότητα» εναντίον της Ουκρανίας και δεν αποσύρει ολοκληρωτικά τις δυνάμεις της από το ουκρανικό έδαφος.

«Η λήξη της απρόκλητης και αδικαιολόγητης ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία και η άνευ όρων απόσυρση όλων των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων από όλα τα εδάφη της χώρας, είναι πρωταρχική προϋπόθεση για οποιαδήποτε τροποποίηση ή άρση των κυρώσεων», δήλωσε η ίδια χαρακτηριστικά.

Αρκετές ώρες μετά τη γνωστοποίηση από τις ΗΠΑ ότι Ρωσία και Ουκρανία κατέληξαν στις 25 Μαρτίου σε μία περιορισμένη ναυτική κατάπαυση πυρός στη Μαύρη Θάλασσα, η Μόσχα έσπευσε να θέσει ως βασικό προαπαιτούμενο για την ισχύ της συμφωνίας την άρση των οικονομικών περιορισμών, ιδίως αυτών που αφορούν στην αποκατάσταση της πρόσβασης ρωσικών τραπεζών στο διεθνές σύστημα SWIFT.

Η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σαφώς αρνητική απέναντι σε αυτές τις απαιτήσεις, και η κυρία Χίπερ επισήμανε ότι η στρατηγική της ΕΕ επικεντρώνεται ακριβώς στην εντατικοποίηση της πίεσης προς τη Ρωσία μέσω των υφιστάμενων κυρώσεων, προκειμένου να αποδυναμωθούν οι δυνατότητες της Μόσχας για διεξαγωγή πολέμου. «Η προτεραιότητά μας είναι μία δίκαιη και σταθερή ειρήνη», δήλωσε.

Έντονη υπήρξε η αντίδραση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος κατηγόρησε τη Ρωσία ότι επιχειρεί να παραπλανήσει τη διεθνή κοινότητα παρουσιάζοντας «διαστρεβλωμένα» τη συμφωνία. Υπογράμμισε δε ότι η ελάφρυνση των κυρώσεων ουδέποτε αποτέλεσε τμήμα της συμφωνίας, η οποία επιτεύχθηκε σε ειρηνευτικές συνομιλίες στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.

«Οι Ρώσοι προσπαθούν ήδη να χειραγωγήσουν και να αλλοιώσουν τις συμφωνίες. Αυτοί αρνούνται στην πραγματικότητα μια γενικευμένη και χωρίς όρους κατάπαυση πυρός, την οποία έχουν προτείνει οι Ηνωμένες Πολιτείες από τις 11 Μαρτίου», δήλωσε ο Ουκρανός πρόεδρος, καταλογίζοντας στη Μόσχα πλήρη ευθύνη για την παράταση των εχθροπραξιών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ηγήθηκε των πρόσφατων αμερικανικών διπλωματικών πρωτοβουλιών μεταξύ των δύο πλευρών, δήλωσε πρόσφατα στο δίκτυο Newsmax ότι «ίσως η Ρωσία επιχειρεί να κερδίσει χρόνο», αλλά πρόσθεσε ότι τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο φαίνεται να επιθυμούν την άμεση παύση των συγκρούσεων, ιδιαίτερα υπό το βάρος των σημαντικών ανθρώπινων απωλειών, που εκτιμώνται στις 2500 ανά εβδομάδα.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αντιμέτωπη με τις αυξημένες γεωπολιτικές και ενεργειακές πιέσεις που προκάλεσε ο συνεχιζόμενος πόλεμος, ανακοίνωσε στις 25 Μαρτίου τη νέα «Στρατηγική Ετοιμότητας της ΕΕ». Πρόκειται για ένα σχέδιο που αποσκοπεί στην καλύτερη θωράκιση των ευρωπαϊκών χωρών έναντι πιθανών φυσικών καταστροφών και γεωπολιτικών κρίσεων, με ειδική πρόβλεψη την ενίσχυση των αποθεμάτων τροφίμων και υλικού πρώτης ανάγκης για κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Η τρέχουσα συμφωνία, αν και αρχικά φάνηκε ως θετική εξέλιξη, εμφανίζεται πλέον αρκετά εύθραυστη, καθώς ΕΕ και Ουκρανία απορρίπτουν τις ρωσικές απαιτήσεις και, από την άλλη, η Ρωσία αρνείται να ενεργοποιήσει το εν λόγω ναυτικό μορατόριουμ χωρίς άρση περιορισμών.

Η δυσκολία εφαρμογής της συμφωνίας προκαλεί ανησυχίες για νέες εντάσεις στη Μαύρη Θάλασσα και ενδεχόμενες επιπλοκές στο παγκόσμιο εμπόριο, ιδιαίτερα όσον αφορά την επισιτιστική αλυσίδα. Οι επόμενες ημέρες θεωρούνται κρίσιμες για διπλωματικές προσπάθειες εξεύρεσης λύσης, χωρίς όμως, προς το παρόν, να διαφαίνεται άμεσα μια σαφής προοπτική συμφωνίας.

Τραμπ: Τηρούν στάση αναμονής οι Ρώσοι στις συνομιλίες για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την εκτίμηση πως οι Ρώσοι διαπραγματευτές μπορεί να επιλέγουν συνειδητά να καθυστερήσουν τις συνομιλίες για εκεχειρία στον πόλεμο με την Ουκρανία, που συνεχίζεται εδώ και περισσότερα από τρία χρόνια.

Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Newsmax, λίγες μόλις ώρες έπειτα από ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για πρόοδο στις διαβουλεύσεις περί περιορισμένης εκεχειρίας στη Μαύρη Θάλασσα, ο πρόεδρος Τραμπ κλήθηκε να αξιολογήσει την τακτική της Μόσχας στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις.

«Δεν γνωρίζω με σιγουριά. Θα μπορώ να σας πω περισσότερα αργότερα, αλλά θεωρώ ότι η Ρωσία επιθυμεί τον τερματισμό των συγκρούσεων», σημείωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ωστόσο πως «είναι πιθανόν να τηρούν στάση αναμονής και να καθυστερούν σκόπιμα».

Ο κ. Τραμπ παραδέχθηκε μάλιστα ότι και ο ίδιος, στο παρελθόν, έχει επιλέξει «στρατηγικά να καθυστερήσει διαπραγματεύσεις για διάφορους λόγους», χωρίς όμως να αναφερθεί σε συγκεκριμένα παραδείγματα.

Προσεκτικά βήματα για μερική εκεχειρία

Η πρόσφατη διαδικασία διαλόγου υπό την αιγίδα των ΗΠΑ έχει οδηγήσει τις δύο πλευρές σε κάποια αρχικά ενθαρρυντικά βήματα. Την περασμένη εβδομάδα, τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο συμφώνησαν σε μία πρώτη ανακωχή διάρκειας 30 ημερών, που αφορά στην παύση αεροπορικών επιθέσεων εναντίον ενεργειακών υποδομών εκατέρωθεν. Η συμφωνία άρχισε να εφαρμόζεται επισήμως στις 18 Μαρτίου, με δυνατότητα επέκτασης της διάρκειας εάν όλα τα μέρη συναινέσουν σχετικά.

Σε ανακοίνωσή του την 25η Μαρτίου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε ότι «συμφωνήθηκε με την αμερικανική πλευρά πως η κατάπαυση πυρός στον ενεργειακό μας τομέα μπορεί να ξεκινήσει άμεσα». Παράλληλα, η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε επιπλέον και μια καταρχήν συμφωνία για περιορισμό των εχθροπραξιών και στη Μαύρη Θάλασσα, με τον Αμερικανό πρόεδρο να διευκρινίζει όμως ότι υπάρχουν ακόμη «πέντε με έξι όροι της ρωσικής πλευράς που εξετάζουμε».

Κομβικά ζητήματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων

Την ίδια ώρα, βασικά σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο πλευρών παραμένουν αναπάντητα, με ειδικότερο παράδειγμα την τύχη της περιοχής Κουρσκ της δυτικής Ρωσίας. Εκεί, ουκρανικές δυνάμεις διατηρούν υπό τον έλεγχό τους τμήμα της ρωσικής επικράτειας από τον Αύγουστο του περασμένου έτους, πυροδοτώντας επιπρόσθετες εντάσεις.

Ο Ρώσος πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, παρόλο που έχει εκφράσει κατ’ αρχήν διάθεση συζήτησης μιας συνολικότερης εκεχειρίας, θέτει σημαντικά ερωτήματα και αμφισβητήσεις σχετικά με ζητήματα όπως η εποπτεία της εφαρμογής της ανακωχής και ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί μία περίοδος παύσης για ανεφοδιασμό και στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας από τους συμμάχους της.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, εμφανίζεται διατεθειμένος να επωφεληθεί της κατοχής μέρους του Κουρσκ για ανταλλαγές εδαφών με εδάφη που κατέλαβε η Μόσχα μετά το 2014. Ωστόσο, τα πρόσφατα επιτεύγματα των ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή ενισχύουν διαπραγματευτικά τη θέση του Κρεμλίνου, περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών του Ουκρανού προέδρου.

Σύνθετες ισορροπίες και αβέβαιη έκβαση

Η κατάσταση παραμένει πολύπλοκη και οι εκτιμήσεις για το κατά πόσο θα υπάρξει άμεσα μια συνολικότερη συμφωνία δεν είναι ξεκάθαρες. Τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο βρίσκονται αντιμέτωπες με τη πρόκληση να διασφαλίσουν όσο το δυνατόν καλύτερους όρους πριν την τελική εκεχειρία, κάτι που ενδέχεται να παρατείνει ακόμη περισσότερο τη διαδικασία διαπραγματεύσεων.

Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί στενά, καθώς οι τυχόν περαιτέρω καθυστερήσεις επιδεινώνουν την ανθρωπιστική κρίση στην περιοχή, ενώ το ενδεχόμενο μιας σταθερής εκεχειρίας μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ειρήνη έπειτα από έναν καταστροφικό, μακροχρόνιο πόλεμο με βαριές απώλειες και για τις δύο χώρες.

Τραμπ ανακοινώνει δασμούς στην αυτοκινητοβιομηχανία — Ανησυχία στις αγορές

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να ανακοινώσει την επιβολή νέων δασμών στην αυτοκινητοβιομηχανία, στο πλαίσιο των ευρύτερων προσπαθειών του για τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής και την αλλαγή των εμπορικών σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών με άλλες χώρες. Η σχετική επίσημη ανακοίνωση είναι προγραμματισμένη για την Τετάρτη 26 Μαρτίου, σύμφωνα με την εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ.

«Όλες αυτές οι δράσεις γίνονται προς το καλό της χώρας μας», δήλωσε η κα Λέβιτ σε ενημέρωση των δημοσιογράφων στις 26 Μαρτίου. «Η κυβέρνηση εργάζεται καθημερινά με στόχο το συμφέρον των Αμερικανών πολιτών».

Ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ είχε προϊδεάσει για την εξέλιξη αυτή από τη Δευτέρα, 24 Μαρτίου, όταν σε δηλώσεις του προς δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ανέφερε χαρακτηριστικά: «Θα ενεργήσουμε στο ζήτημα των αυτοκινήτων, ένα θέμα που γνωρίζετε εδώ και καιρό. Θα το ανακοινώσουμε σύντομα, ίσως μέσα στις επόμενες ημέρες. Και μετά έρχεται η 2α Απριλίου. Εκείνη την ημέρα θα ξεκινήσουν οι αμοιβαίοι δασμοί.»

Η 2α Απριλίου έχει ήδη περιγραφεί από τον Αμερικανό πρόεδρο ως «Ημέρα Απελευθέρωσης της Αμερικής», καθώς προτίθεται να επιβάλει συνολικά αμοιβαίους δασμούς σε εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Η ανακοίνωση για τους δασμούς στα αυτοκίνητα έχει ήδη προκαλέσει αναταραχή στις αμερικανικές αγορές, με τις μετοχές μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών να υποχωρούν: η Tesla Motors καταγράφει τις μεγαλύτερες απώλειες, της τάξεως του 6%, η General Motors του 1,4%, και η Ford του 1%.

Συνολικότερα, η είδηση προκάλεσε πιέσεις και στους χρηματιστηριακούς δείκτες. Ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq υποχώρησε σχεδόν κατά 400 μονάδες (2,2%), ενώ o S&P 500 και o Dow Jones κατέγραψαν πτώση 1,3% και 0,5% αντίστοιχα.

Παρά τις ανησυχίες των επενδυτών, ορισμένες διεθνείς αυτοκινητοβιομηχανίες φαίνεται να προετοιμάζονται ήδη για ενδεχόμενη μεταφορά μονάδων παραγωγής στις ΗΠΑ, ώστε να αποφύγουν τους δασμούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη ανακοίνωση της νοτιοκορεατικής Hyundai για επένδυση ύψους 20 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ, εκ των οποίων τα 5,8 δισ. προορίζονται για νέο εργοστάσιο στη Λουιζιάνα.

Παράλληλα, ο διευθύνων σύμβουλος της Volvo, Τζιμ Ρόουαν, δήλωσε ότι η εταιρεία έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει ορισμένες γραμμές παραγωγής στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις της στις ΗΠΑ, ενώ η Stellantis σκοπεύει να επαναλειτουργήσει μονάδα παραγωγής στο Ιλινόις το 2027. Επίσης, η Honda εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο παραγωγής του υβριδικού Civic στην Ιντιάνα αντί για το Μεξικό.

Ωστόσο, οι δασμοί αυτοκινήτων αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης εμπορικής στρατηγικής της κυβέρνησης Τραμπ. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ δήλωσε πρόσφατα ότι η Ουάσιγκτον προτίθεται να εξετάσει και άλλα εμπορικά εμπόδια, όπως τη νομισματική χειραγώγηση, τις κυβερνητικές επιδοτήσεις και την παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων. «Θα τους πούμε ‘να, αυτές είναι οι περιοχές όπου θεωρούμε ότι υπάρχουν αδικίες. Αν τις αντιμετωπίσετε, δεν θα υπάρξουν εμπόδια μέσω δασμών’», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Από τη άλλη πλευρά, ο πρόεδρος Τραμπ άφησε ανοιχτή την πόρτα σε ελαστικότερη προσέγγιση για συγκεκριμένες χώρες. Όπως είπε χαρακτηριστικά πριν λίγες ημέρες, «μας έχουν χρεώσει τόσο πολύ που αισθάνομαι κάπως άβολα να τους χρεώσω το ίδιο ποσό. Θα είναι ουσιαστικοί δασμοί, αλλά θα υπάρξει και ευελιξία, ανάλογα με τις συνθήκες».

Οι αποφάσεις αυτές αναμένεται να πυροδοτήσουν εκ νέου συζητήσεις γύρω από τη βιωσιμότητα των εμπορικών πολιτικών προστατευτισμού και των συνεπειών τους στην παγκόσμια οικονομία. Για τώρα, πάντως, τα βλέμματα των επενδυτών, της αγοράς και των ξένων κυβερνήσεων είναι στραμμένα στις επικείμενες επίσημες ανακοινώσεις της Ουάσιγκτον.

Την αντίθεσή του στο σχέδιο «υπερ-πρεσβείας» της Κίνας στο Λονδίνο εξέφρασε το δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ

Τοπικό δημοτικό συμβούλιο στη Βρετανία εξέδωσε ψήφισμα που εκφράζει επίσημα την αντίθεσή του στο σχέδιο της Κίνας για την ανέγερση «υπερ-πρεσβείας» στην τοποθεσία του πρώην Royal Mint Court στο κέντρο του Λονδίνου. Το ψήφισμα προτάθηκε στο δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ, προαστίου δυτικά του Λονδίνου, το βράδυ της 20ής Μαρτίου, από τον Άντι Νγκ Σίου-Χονγκ, πρώην δημοτικό σύμβουλο του Χονγκ Κονγκ και νυν μέλος του βρετανικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος στην περιοχή.

Ο Άντι Νγκ, που μετοίκησε στη Βρετανία μετά την παραίτησή του από το δημοτικό συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ το 2021 λόγω του πολιτικού κλίματος και της καταστολής από τον κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς, υπογράμμισε στην ομιλία του την ανησυχία των κατοίκων του Γουόκιγχαμ και της ευρύτερης κοινότητας των Βρετανών πολιτών από το Χονγκ Κονγκ σχετικά με την πιθανή ενίσχυση της επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) στη Βρετανία.

«Η κινεζική ‘υπερ-πρεσβεία’ δεν είναι απλώς ένα κτήριο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Νγκ. «Δημιουργεί ανησυχίες για τη δημιουργία κέντρων κατασκοπείας, παράνομων αστυνομικών σταθμών εκτός χώρας, καθώς και για τη δυνατότητα άσκησης διεθνούς καταστολής, με δυνητικά επικίνδυνες συνέπειες για τη Βρετανία.»

Στο ψήφισμα αναφέρθηκε επίσης η μεγάλη διαδήλωση της 8ης Φεβρουαρίου στον χώρο της πρώην βασιλικής υπηρεσίας Νομισματοκοπείου στο Λονδίνο. Κατά τη διάρκεια εκείνης της κινητοποίησης, χιλιάδες διαδηλωτές κατέλαβαν τους γύρω δρόμους, προκαλώντας κυκλοφοριακά προβλήματα ακόμη και στο εμβληματικό Tower Bridge, με αποτέλεσμα αρκετούς τραυματισμούς και συλλήψεις. Σύμφωνα με το ψήφισμα, η ανεπαρκής υποδομή της περιοχής δεν μπορεί να φιλοξενήσει με ασφάλεια μία τεραστίων διαστάσεων διπλωματική εγκατάσταση.

Η πρόταση του Νγκ έλαβε θερμή υποστήριξη από τα άλλα μέλη του δημοτικού συμβουλίου. Οι δημοτικοί σύμβουλοι Πρου Μπρέυ και Στήβεν Κόνγουεϋ ανέφεραν ότι αρκετοί Βρετανοί πολίτες μοιράζονται τις ανησυχίες σχετικά με το αποτύπωμα ασφάλειας που θα άφηνε η νέα «υπερ-πρεσβεία» του ΚΚΚ.

Το δημοτικό συμβούλιο ψήφισε υπέρ της πρότασης με ανάταση χεριών, με μέλη του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος και των Συντηρητικών να στηρίζουν το ψήφισμα, ενώ οι εκπρόσωποι του κόμματος των Εργατικών απείχαν της ψηφοφορίας.

Πρακτικά, το δημοτικό συμβούλιο του Γουόκιγχαμ θα απευθύνει ανοιχτή επιστολή προς την αντιπρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας, Άντζελα Ρέινερ, η οποία καλείται να λάβει υπ’ όψιν τις ανησυχίες αυτές και να απορρίψει τα σχέδια για την ανέγερση της κινεζικής «υπερ-πρεσβείας».

Το συγκεκριμένο θέμα έχει αποκτήσει μεγάλη σημασία λόγω της συρροής πολιτών από το Χονγκ Κονγκ στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την εισαγωγή του Σχεδίου Εθνικής Ασφάλειας από το Πεκίνο στην περιοχή, το 2020. Τα στατιστικά στοιχεία του βρετανικού υπουργείου Εσωτερικών δείχνουν πάνω από 176.000 εγκρίσεις αδειών παραμονής για πολίτες του Χονγκ Κονγκ μεταξύ 2021 και 2024.

Η ιστορικής σημασίας αυτή απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Γουόκιγχαμ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντίστοιχα ψηφίσματα και άλλων τοπικών συμβουλίων, ασκώντας πίεση στο Λονδίνο για να επανεξετάσει τη στάση του απέναντι στη διπλωματική παρουσία του Πεκίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο.