Τετάρτη, 24 Απρ, 2024

Η σιωπή της Κίνας για τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ – και η σιωπή των Ηνωμένων Εθνών για τη σιωπή της Κίνας

Στις 5 Φεβρουαρίου 2024, η Gesellschaft für bedrohte Völker-International, GfbV-International, μια διεθνής μη κυβερνητική οργάνωση και οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ιδρύθηκε το 1970 και εδρεύει στο Γκέτινγκεν της Γερμανίας, περισσότερο γνωστή με την αγγλική της ονομασία και το ακρωνύμιο Society for Threatened Peoples International (STPI), υπέβαλε γραπτή δήλωση στην 55η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (UNHRC) (26 Φεβρουαρίου-5 Απριλίου 2024). Η γραπτή δήλωση που δημοσιεύθηκε από το UNHRC με επίσημη ημερομηνία την 22α Φεβρουαρίου, εκφράζει τη λύπη της για την αδράνεια στην συγκλονιστική υπόθεση των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ, επίσης γνωστού ως Φάλουν Ντάφα, στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ).

Συνοπτικά και με ακρίβεια, το έγγραφο συνοψίζει τον συστηματικό και ακούραστο πόλεμο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) κατά της θρησκείας, που διεξάγεται από την αρχή εναντίον όλων των θρησκειών. «Από το 1949 και μετά», σημειώνει το STPI, «η κυβέρνηση της Κίνας προσπάθησε να ελέγξει τις σκέψεις του κινεζικού λαού, διεξάγοντας τη μία εκστρατεία μετά την άλλη για να εξαλείψει την ιδεολογική ποικιλομορφία».

Όσον αφορά το Φάλουν Γκονγκ, ένα νέο πνευματικό κίνημα που ιδρύθηκε στην Κίνα το 1992.Αρχικά το κινεζικό καθεστώς το ανέχθηκε και προώθησε τις δραστηριότητές του ως υγιείς πρακτικές, λόγω της σημασίας που δίνει αυτή η ομάδα στο Τσιγκόνγκ, τις παραδοσιακές κινεζικές σωματικές ασκήσεις. Στη συνέχεια όμως άρχισε να το καταδιώκει, μόλις συνειδητοποίησε ότι ήταν αδύνατο να ακυρώσει την πνευματική του φύση. Το STPI το επαναλαμβάνει με σαφήνεια στην UNHRC: «Παρόλο που το Φάλουν Γκονγκ ήταν πνευματικό στη φύση του και επικεντρωνόταν στη βελτίωση του χαρακτήρα του ατόμου και όχι στην υποστήριξη κοινωνικών αλλαγών, ο τότε ηγέτης του κράτους και του Κομμουνιστικού Κόμματος, Τζιανγκ Ζεμίν, έδωσε την εντολή να ‘καταστραφεί η φήμη τους, να χρεοκοπήσουν οικονομικά και να καταστραφούν σωματικά’». Έτσι, από το 1999 το κινεζικό καθεστώς επιδίδεται στην προγραμματισμένη εξόντωση των ασκούμενων και υποστηρικτών της εν λόγω πρακτικής, «οι οποίοι στη συνέχεια υποβάλλονται σε εξαναγκαστική μεταμέλεια μέσω βασανιστηρίων -κάποιες φορές με αποτέλεσμα τον θάνατο-, ακόμη και σε εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων. Οι διεθνείς εμπειρογνώμονες για τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν θεωρήσει αυτή την εκστρατεία ως ψυχρή γενοκτονία».

Αν και είναι σημαντικό να επαναλαμβάνουμε πάντα αυτά τα γνωστά γεγονότα, πρόσφατα παρενέβησαν νέα στοιχεία, που ώθησαν το STPI να επαναλάβει αυτή την καταγγελία με νέα πειστικότητα. «Στις 18 Ιανουαρίου 2024, στο Στρασβούργο», παρατηρεί η γραπτή δήλωση, «το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε το ψήφισμα της ΕΕ με τίτλο ‘Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιανουαρίου 2024 σχετικά με τη συνεχιζόμενη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα, ιδίως την υπόθεση του κ. Ντινγκ Γιουάντε (2024/2504[RSP])’». Αξίζει να σημειωθεί ότι το εν λόγω ψήφισμα ζητούσε αναγνώριση και δικαιοσύνη για όλους τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ, αλλά το έκανε ξεχωρίζοντας τη συγκεκριμένη περίπτωση ενός από αυτούς και της οικογένειάς του: Ο Ντινγκ Γιουάντε, καταδικασμένος και κρατούμενος στη ΛΔΚ, η σύζυγός του, Μα Ρουιμέι, επίσης κρατούμενη, στη συνέχεια απελευθερώθηκε και τώρα δέχεται συνεχείς απειλές, και ο γιος τους, Ντινγκ Λεμπίν, που έχει εκπατριστεί και είναι πολύ ενεργός για λογαριασμό τους (η επιστολή του στις 30 Ιανουαρίου, με την οποία ευχαριστεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο).

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Ενώ η οικογένεια Ντινγκ χρειάζεται την πλήρη υποστήριξή μας, όπως και όλοι οι διωκόμενοι, η υποβολή μιας συγκεκριμένης υπόθεσης στο UNHRC, με πρόσωπα και ονόματα σαφώς ανιχνεύσιμων ανθρώπων, μπορεί να βοηθήσει να ξεπεραστούν οι μηχανισμοί που δυστυχώς μπορεί να διεισδύσουν και σε υψηλόβαθμους και έγκυρους διεθνείς οργανισμούς, δημιουργώντας εκείνη την αυτοεπιβαλλόμενη αίσθηση αδυναμίας στην οποία ευημερούν καθεστώτα κακοποιών όπως η ΛΔΚ.

Με το νέο αυτό ψήφισμα, εξηγεί το STPI, «[τ]ο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταδίκασε τις διώξεις των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ και άλλων μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των Ουιγούρων και των Θιβετιανών από την Κίνα. Προέτρεψε επίσης την Κίνα να τερματίσει την καταστολή της θρησκευτικής ελευθερίας καθώς και τη διεθνική καταστολή των Κινέζων θρησκευτικών αντιφρονούντων». Αλλά εδώ υπάρχει κάτι καινούργιο. «Από τις 5 Φεβρουαρίου 2024, η Κίνα δεν έχει απαντήσει δημόσια στο ψήφισμα της ΕΕ […], ούτε στην έκκληση του ψηφίσματος για την απελευθέρωση του ασκούμενου του Φάλουν Γκονγκ κ. Ντινγκ Γιουάντε, ο οποίος καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση και του επιβλήθηκε πρόστιμο περίπου 2.100 δολαρίων ΗΠΑ (ή 15.000 CNY) στις 15 Δεκεμβρίου 2023 από το λαϊκό δικαστήριο της κομητείας Γουλιάν. Ο κ. Ντινγκ άσκησε έφεση κατά της απόφασης. Στις 29 Ιανουαρίου 2024, η έφεσή του επικυρώθηκε από το Δημοτικό Ενδιάμεσο Λαϊκό Δικαστήριο του Ριζάο της επαρχίας Σαντόνγκ».

Η σιωπή της ΛΔΚ για την υπόθεση της οικογένειας Ντινγκ είναι εκπληκτική, όπως και για όλες τις άλλες υποθέσεις. Η ΛΔΚ σιώπησε για την οικογένεια Ντινγκ και για άλλες υποθέσεις (όπως υπενθυμίζει η γραπτή δήλωση του STPI στο UNHRC), επίσης κατά τη διάρκεια της 70λεπτης παρουσίασης που έκανε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της ΛΔΚ στο Γραφείο του ΟΗΕ στη Γενεύη της Ελβετίας, Τσεν Ξου, κατά την Παγκόσμια Περιοδική Αξιολόγηση (UPR) για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔΚ που πραγματοποιήθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2024. Η ΛΔΚ παρέμεινε επίσης σιωπηλή όταν, κατά την UPR, η αντιπροσωπεία του Καναδά ζήτησε από το Πεκίνο να σταματήσει τη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ κατά τη διάρκεια του χρόνου των 45 δευτερολέπτων που είχε στη διάθεσή της για ερωτήσεις και παρατηρήσεις.

Η UNHRC σιωπά επίσης. Η UPR 2024 της ΛΔΚ ανακοίνωσε την τελική της έκθεση μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου, εκπληρώνοντας το πιο σημαντικό μέρος του σχεδίου της, τη «Σύνοψη των διαδικασιών της διαδικασίας επανεξέτασης». Χωρίς αυτό, η έκθεση παραμένει ένα απλό χρονικό της προόδου της UPR. Η προθεσμία, όπως κατήγγειλε το Bitter Winter, δεν τηρήθηκε. Έναν μήνα αργότερα, δεν έχει ακόμη εκπληρωθεί. Σύμφωνα με τη διαδικασία, η τελική έκθεση μιας UPR θα πρέπει να παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια μιας από τις επόμενες τακτικές συνόδους του UNHRC. Η UPR 2024 της ΛΔΚ, της οποίας η τελική έκθεση εξακολουθεί να είναι προσχέδιο, φαίνεται να έχει προγραμματιστεί να παρουσιαστεί κατά την 56η σύνοδο, από τις 18 Ιουνίου έως τις 12 Ιουλίου. Θα παρουσιαστεί η τελική έκθεση σε αυτή τη σύνοδο;

Γραπτή δήλωση της Society for Threatened Peoples. Πηγή: Wikimedia

 

Πριν από αυτή έρχεται αντ’ αυτού, γελοία, το ΚΚΚ. Μόλις τέσσερις ημέρες μετά την UPR, και ημέρες πριν από την προθεσμία της τελικής έκθεσης του UNHRC που δεν έχει ακόμη τηρηθεί, στις 27 Ιανουαρίου το φερέφωνο του κόμματος, η «Global Times» -που είναι στην ουσία η διεθνής εκδοχή της «People’s Daily» με στόχο τη διάδοση προπαγάνδας εκτός Κίνας- δημοσίευσε ένα σημείωμα με βομβαρδιστικό και ψευδή τίτλο «Η έκθεση της Κίνας για την 4η Παγκόσμια Περιοδική Αξιολόγηση εγκρίθηκε ομόφωνα στο UNHRC». Η έκθεση της ΛΔΚ που παρουσιάστηκε στην UPR δεν ήταν προς έγκριση και, έστω και ντροπαλά, επικρίθηκε από ορισμένες χώρες, οπότε δεν υπήρξε ομοφωνία. Εδώ, το ΚΚΚ έχασε την παροιμιώδη ευκαιρία να σιωπήσει.

Από τον Marco Respinti

 

Ο Marco Respinti είναι Ιταλός επαγγελματίας δημοσιογράφος, μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (International Federation of Journalists- IFJ), συγγραφέας, μεταφραστής και λέκτορας. Έχει συνεισφέρει και συμβάλλει σε διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, τόσο στην Ιταλία όσο και στο εξωτερικό. Συγγραφέας βιβλίων και κεφαλαίων σε βιβλία, έχει μεταφράσει ή/και επιμεληθεί έργα, μεταξύ άλλων, των Edmund Burke, Charles Dickens, T.S. Eliot, Russell Kirk, J.R.R. Tolkien, Régine Pernoud και Gustave Thibon. Είναι ανώτερος συνεργάτης του Russell Kirk Center for Cultural Renewal (μη κομματικός, μη κερδοσκοπικός εκπαιδευτικός οργανισμός στις ΗΠΑ με έδρα τη Μέκοστα του Μίσιγκαν), ενώ είναι επίσης ιδρυτικό μέλος καθώς και μέλος του Συμβουλευτικού Συμβουλίου του Center for European Renewal (μη κερδοσκοπικός, μη κομματικός πανευρωπαϊκός εκπαιδευτικός οργανισμός με έδρα τη Χάγη της Ολλανδίας). Μέλος του Συμβουλευτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας για την Ελευθερία της Πίστης, τον Δεκέμβριο του 2022, η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ειρήνης του απένειμε, μεταξύ άλλων, τον τίτλο του Πρέσβη της Ειρήνης. Από τον Φεβρουάριο του 2018 έως τον Δεκέμβριο του 2022 ήταν αρχισυντάκτης του International Family News. Διατελεί υπεύθυνος διευθυντής της ακαδημαϊκής έκδοσης The Journal of CESNUR και του Bitter Winter: Περιοδικό για τη θρησκευτική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

 

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι γνώμες του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Θρησκευόμενοι εξαναγκάζονται να δείξουν την αφοσίωσή τους στο ΚΚΚ με χρηματικά ποσά

Αναδημοσιευμένο από το Bitter Winter, ένα περιοδικό που καταπιάνεται με τη θρησκευτική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Κίνα.

Οι θρησκευτικές ομάδες στην Κίνα είναι πάντα πρόθυμες να προσφέρουν την βοήθειά τους όταν συμβαίνουν φυσικές καταστροφές. Όμως, πολλές από τις προσπάθειές και τις συνεισφορές τους, γίνονται συχνά αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς.

Σύμφωνα με αναφορές κινεζικών κρατικών μέσων, από τις 7 Φεβρουαρίου οι πέντε επίσημες θρησκευτικές οργανώσεις της χώρας συγκέντρωσαν 300 εκατομμύρια γιουάν (περίπου 43 εκατομμύρια δολάρια) για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Ενώπιον της καταστροφής, οι Κινέζοι θρησκευόμενοι προσπαθούν να βοηθήσουν, αλλά δεν είναι όλες οι προσπάθειές τους καλοδεχούμενες. Οι New York Times ανέφεραν σε άρθρο τους στις 23 Φεβρουαρίου πως όταν θρησκευτικά μέρη, μη ανανωρισμένα από το καθεστώς, έστειλαν χρήματα συλλεγμένα από εκκλησίες για να βοηθήσουν τους πάσχοντες από τον ιό, οι συνεισφορές τους δεν έγιναν αποδεκτές, ενώ ακόμη και μερικοί από τους εκπροσώπους των εκκλησιών ανακρίθηκαν από την αστυνομία.

Οι Times παραθέτουν τη Susan McCarthy, μία πολιτική επιστήμονα που μελετά τις φιλανθρωπίες θρησκευομένων στην Κίνα στο Providence College των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία πιστεύει ότι “η κυβέρνηση είναι ευτυχής όταν θρησκευτικές ομάδες κάνουν συνεισφορές, αλλά ταυτόχρονα κρατάει τις επιφυλάξεις τις μήπως και χρησιμοποιήσουν τη φιλανθρωπία για να διευρύνουν το κοινό τους και να διεισδύσουν μέσα στην κοινωνία”. Για κρατικά αναγνωρισμένα μέρη λατρείας, η McCarthy πιστεύει ότι τέτοιες δωρεές μπορούν επίσης να αποδείξουν τον πατριωτισμό και την αφοσίωσή τους στο καθεστώς, και ότι “πολλές από αυτές είναι αμυντικές κινήσεις”.

Πολλές αναφορές που έλαβε το Bitter Winter υποστηρίζουν τέτοιες δηλώσεις. Επιπλέον, η συμπεριφορά των πιστών αλλάζει σημαντικά όταν τα χρήματα που συλλέγουν για φιλανθρωπία ξοδεύονται σε αμφισβητήσιμους σκοπούς και γίνεται κακή χρήση αυτών από το κινεζικό καθεστώς.

Τον Αύγουστο που πέρασε, το Ηνωμένο Τμήμα Εργασίας στην περιοχή Zhen’an της Dandong, νομαρχία της βορειοανατολικής επαρχίας Liaoning, εξέδωσε ένα γραπτό κείμενο το οποίο απαιτούσε από τις πέντε επίσημα – καθιερωμένες θρησκευτικές οργανώσεις να ξεκινήσουν μία εκστρατεία δωρεάς. Ένα μήνα αργότερα το Τμήμα καταμέτρησε τις δωρεές και επέκρινε τις θρησκευτικές ομάδες που παρείχαν τα μικρότερα ποσά.

“Δεν ξέρω γιατί πρέπει να κάνω δωρεά. Για ποιόν κάνω τη δωρεά”; παραπονέθηκε ένα μέλος της Εκκλησίας των Τριών Εαυτών.

“Οι αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι εάν δεν κάνουμε δωρεές, δεν είμαστε πατριώτες”, είπε ένας κληρικόςτης Εκκλησίας των Τριών Εαυτών, του οποίου η εκκλησία επικρίθηκε επειδή δε συνέλεξε αρκετά χρήματα. “Εάν οι κληρικοί αντιταχθούν σε αυτήν την αρχή, μπορεί να χάσουν το αξίωμα τους”, προσέθεσε.

Πάνω σε ένα τοίχο ενόςΤαοϊστικού ναού στη Ruzhou, ένας δήμος της κεντρικής επαρχίας Henan, προβάλλεται ένα σύνολο από διάφορα μετάλλια. To κάθε ένα από αυτά έχει απονεμηθεί για να αναγνωριστούν οι προσπάθειες του ναού σε εκστρατείες δωρεάς με σκοπό τη μείωση της φτώχειας και τη βοήθεια προς τους μαθητές.  Ένας μοναχός του ναού, όμως, δεν είναι περήφανος για αυτά τα βραβεία. Εξήγησε ότι η κυβέρνηση θέτει όρια για την τοπική Κινεζική Ταοϊστική Ένωση σχετικά με το πόσους μαθητές θα πρέπει να βοηθούν κάθε χρόνο. Αυτά τα όρια αυξάνονται τακτικά: από 13 μαθητές το 2017 στους 24 το 2019. Επίσης, το κινεζικό καθεστώς απαιτεί από αυτούς να βοηθούν τους ηλικιωμένους που δεν έχουν οικογένειες στα χωριά.

Οι Ταοϊστές είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν και κάνουν ό,τι μπορούν, λέει ο μοναχός. Αλλά το ποσό που κάνουν δωρεά οι θρησκευόμενοι,των οποίων η οικονομική κατάσταση δεν είναι και η καλύτερη, δεν επαρκεί για να ανταποκριθεί στα υψηλά “ποσοστά δωρεάς”. Στην προσπάθεια του να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της κυβέρνησης, ο ναός έχει μαζέψει χρέος ύψους 8.000 γιουάν (περίπου 1.150 δολάρια) και δεν μπορεί να πληρώσει τους λογαριασμούς ρεύματος των 200 γιουάν (περίπου 30 δολάρια) ή να εγκαταστήσει τις τόσο αναγκαίες πόρτες και παράθυρα στην τραπεζαρία του.

“Μας λένε ότι αυτό είναι ένα πολιτικό καθήκον, και ότι θα πρέπει να τον τηρήσουμε ακόμη κι εάν χρεωκοπήσουμε, ή ακόμη κι εάν χρειαστεί να σταματήσουμε να τρώμε ή να πίνουμε”, λέει ο μοναχός, φανερά ανήσυχος. “ Επιπλέον, οι άνθρωποι που λαμβάνουν τις δωρεές μας δεν γνωρίζουν ότι έχουν συλλεχθεί από πιστούς. Έχουν την εντύπωση πως τα χρήματα προέρχονται από την κυβέρνηση, μέσω αξιωματούχων του Γραφείου Πολιτικών Υποθέσεων ή από κάποιο άλλο κρατικό ίδρυμα. Έχουν ως μοναδικό στόχο να αποδείξουν στους ανωτέρους τους πόσο καλά εργάζονται και να ενισχύσουν τη φήμη τους”.

Ο Κινέζος πρόεδρος Xi Jinping υποσχέθηκε το 2015 να βγάλει από τη φτώχεια “ όλα τα υποβαθμισμένα νοικοκυριά εώς το 2020”, αλλά απ ότι φαίνεται η αποστολή αυτή ανατέθηκε στις θρησκευτικές ομάδες.

“Εκστρατείες δωρεάς για την ανακούφιση από τη φτώχεια οργανώνονται σε ολόκληρη τη χώρα”, είπε ο διαχειριστής ενός ναού από την πόλη Pingxiang της νοτιοανατολικής επαρχίας Jiangxi στον Bitter Winter. “Όταν η τοπική εξουσία αναλαμβάνει τη συλλογή χρημάτων για προγράμματα κατά της φτώχειας, συνήθως απευθύνεται στα επίσημα -και αναγνωρισμένα από το κράτος μέρη λατρείας. Οι ναοί της περιοχής, για παράδειγμα, έχουν πάρει εντολή να συλλέξουν χρήματα από πιστούς και να τα παραδώσουν στη Βουδιστική Ένωση ή τον Ερυθρό Σταυρό”.

Ο διαχειριστής του ναού προσέθεσε ότι το τοπικό Γραφείο Θρησκευτικών Ζητημάτων είχε την απαίτηση κάθε μήνα να συνεισφέρουν χρήματα για την εξάλειψη της φτώχειας – 1.000 γιουάν (περίπου 150 δολάρια) για όλα τα φτωχά νοικοκυριά, συν λάδι και ρύζι – διαφορετικά ο ναός θα έκλεινε.

Σύμφωνα με έναν μοναχό ενός Βουδιστικού Ναού της πόλης Dezhou στην ανατολική επαρχία Shandong, το φθινόπωρο του 2019, η κυβέρνηση ενημέρωσε τα φτωχά νοικοκυριά ότι μπορούν να πάνε στο ναό για να πάρουν αλεύρι και λάδι. “Η κυβέρνηση θέλει να δείχνει καλή στα μάτια του κόσμου επιβαρύνοντας εμάς”, λέει ο μοναχός.

Την ίδια στιγμή, το κινεζικό καθεστώς απαγορεύει τη χρήση των “δημοσίων δραστηριοτήτων δωρεάς για προσηλυτισμό”, όπως διευκρινίζεται στους νέους Κανονισμούς για τα Θρησκευτικά Ζητήματα. Αυτό δείχνει, ότι το Κινεζικό Κομμουνιστικό Καθεστώς (ΚΚΚ) δεν επιτρέπει στις θρησκείες να ανελιχθούν κάνοντας δωρεές, αλλά απλώς θέλει να παίρνει τα χρήματά τους. Για τις μη επίσημα αναγνωρισμένες θρησκευτικές ομάδες, κάθε εκστρατεία δωρεάς μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τις συλλήψεις των πιστών τους ή και την ολοκληρωτική απαγόρευσή τους.